Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31987R2274

Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 2274/87 του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1987 για τη θέσπιση ειδικών μέτρων εξόδου από την υπηρεσία των εκτάκτων υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΕΕ L 209 της 31.7.1987, p. 1–3 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/1990

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1987/2274/oj

31987R2274

Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 2274/87 του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1987 για τη θέσπιση ειδικών μέτρων εξόδου από την υπηρεσία των εκτάκτων υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 209 της 31/07/1987 σ. 0001 - 0003


*****

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΥΡΑΤΟΜ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 2274/87 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 23ης Ιουλίου 1987

για τη θέσπιση ειδικών μέτρων εξόδου από την υπηρεσία των εκτάκτων υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση ενιαίου Συμβουλίου και ενιαίας Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, και ιδίως το άρθρο 24,

την πρόταση της Επιτροπής που υποβλήθηκε μετά από γνώμη της επιτροπής κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη του Δικαστηρίου,

Εκτιμώντας:

ότι, με τον κανονισμό (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 3518/85 (2), το Συμβούλιο έλαβε ιδιαίτερα μέτρα σχετικά με την έξοδο από την υπηρεσία των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την ευκαιρία της προσχώρησης της Ισπανίας και της Πορτογαλίας·

ότι, παρόλο που η αρχαιότητα των υπαλλήλων που μπορούν να επωφεληθούν των μέτρων αυτών έχει ορισθεί κατ' αρχήν σε δέκα τουλάχιστον έτη, το ελάχιστο όριο μειώθηκε για τους υπαλλήλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου λόγω της ιδιαίτερης κατάστασης του θεσμικού αυτού οργάνου και συγκεκριμένα λόγω της πιο πρόσφατης σύστασής του·

ότι πρέπει επίσης, με την ευκαιρία της προσχώρησης της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, να ληφθούν ανάλογα μέτρα για τους έκτακτους υπαλλήλους που έχουν σύμβαση αορίστου διαρκείας, με τη θέσπιση κανονισμού ο οποίος θα περιέχει όσο το δυνατό παρόμοιες διατάξεις·

ότι στόχος των μέτρων αυτών είναι να καταστεί δυνατή η ενσωμάτωση κατά προτεραιότητα στις ελευθερωμένες θέσεις απασχόλησης ισπανών και πορτογάλων υπηκόων·

ότι στους έκτακτους υπαλλήλους που ασκούν καθήκοντα υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, και κυρίως στο προσωπικό που εργάζεται στις πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν μπορεί να εφαρμοστεί το μέτρο της εξόδου από την υπηρεσία ώστε να μπορούν να ενσωματωθούν σε επαρκή αριθμό και υπό κανονικές συνθήκες σταδιοδρομίας οι ισπανοί και οι πορτογάλοι υπήκοοι, εάν οριστεί το όριο ηλικίας στα πενήντα πέντε χρόνια όπως έχει οριστεί για τους μόνιμους υπαλλήλους κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχεία α) και δ) του καθεστώτος·

ότι, προς το συμφέρον των θεσμικών οργάνων και για να αντιμετωπισθεί η ιδιαίτερη κατάσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρέπει να ενσωματωθούν στις θέσεις απασχόλησης που προβλέπονται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) του καθεστώτος οι ισπανοί και πορτογάλοι υπήκοοι σε επαρκή αριθμό και υπό κανονικές συνθήκες σταδιοδρομίας· ότι, συνεπώς, πρέπει να μειωθεί στα πενήντα έτη το κατώτερο όριο ηλικίας κατά το οποίο οι υπάλληλοι της κατηγορίας αυτής μπορούν να εξέλθουν από την υπηρεσία·

ότι εξάλλου, όσον αφορά ορισμένους υπαλλήλους που ανήκουν στον επιστημονικό και τεχνικό κλάδο, ο κανονισμός (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1679/85(3) ο οποίος θέσπισε ιδιαίτερα και προσωρινά μέτρα σχετικά με την έξοδο από την υπηρεσία όρισε ότι, για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, ως κατώτερο όριο ηλικίας πενήντα έτη για τους υπαλλήλους των βαθμών Α3 ή Α4 και πενήντα πέντε για τους υπαλλήλους άλλων βαθμών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Προς το συμφέρον της υπηρεσίας και για να αντιμετωπισθούν οι ανάγκες που προέκυψαν από την προσχώρηση στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, ορισμένα θεσμικά όργανα κατά την έννοια του άρθρου 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως ορίστηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (4), εξουσιοδοτούνται να λάβουν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 1990 και με τους όρους που καθορίζονται κατωτέρω, μέτρα εξόδου από την υπηρεσία των εκτάκτων υπαλλήλων κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχεία α), γ) και δ) του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Οι εν λόγω υπάλληλοι, οι οποίοι εργάζονται με σύμβαση αορίστου διαρκείας, θα πρέπει να έχουν συμπληρώσει συνολική διάρκεια υπηρεσίας 15 ετών

και θα πρέπει να είναι ηλικίας πενήντα τουλάχιστον ετών, όσον αφορά τους έκτακτους υπαλλήλους κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο γ) του καθεστώτος, και πενήντα πέντε ετών τουλάχιστον όσον αφορά τους έκτακτους υπαλλήλους κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχεία α) και δ) του καθεστώτος.

Άρθρο 2

Ο αριθμός των εκτάκτων υπαλλήλων για τους οποίους μπορούν να ληφθούν τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 1 ορίζεται σε δέκα όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε εκατόν τριάντα τέσσερις όσον αφορά την Επιτροπή. Η κατανομή του αριθμού αυτού στα έτη εφαρμογής του κανονισμού έχει ως εξής:

1.2.3 // // // // // Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο // Επιτροπή // // // // 1987 // 0 // 32 // 1988 // 3 // 32 // 1989 // 3 // 36 // 1990 // 4 // 34 // // //

Άρθρο 3

Λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον της υπηρεσίας, το θεσμικό όργανο επιλέγει, εντός των ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 2 και μετά από διαβούλευση με την επιτροπή ίσης εκπροσώπησης, μεταξύ των εκτάκτων υπαλλήλων που θα ζητήσουν την εφαρμογή του μέτρου δυνάμει του άρθρου 1, εκείνους στους οποίους θα εφαρμοστεί το εν λόγω μέτρο. Για το σκοπό αυτό, λαμβάνει υπόψη την ηλικία, την ικανότητα, την απόδοση, τη διαγωγή στη υπηρεσία, την οικογενειακή κατάσταση και την αρχαιότητα των ενδιαφερομένων.

Άρθρο 4

1. Ο πρώην έκτακτος υπάλληλος που επωφελείται από το μέτρο του άρθρου 1 δικαιούται μηνιαία αποζημίωση ίση με το 70 % του βασικού μισθού του, ανάλογα με το βαθμό και το κλιμάκιο που κατείχε κατά την αποχώρησή του από την υπηρεσία, σύμφωνα με τον πίνακα του άρθρου 66 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης ο οποίος ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα κατά τον οποίο θα πρέπει να γίνει η εκκαθάριση της αποζημίωσης.

2. Το ευεργέτημα της αποζημίωσης παύει, το αργότερο, την τελευταία ημέρα του μήνα στη διάρκεια του οποίου ο πρώην έκτακτος υπάλληλος συμπληρώνει τα 65 χρόνια του και σε κάθε περίπτωση που, πριν φθάσει στην ηλικία αυτή, ο ενδιαφερόμενος συμπληρώνει τις προϋποθέσεις που παρέχουν δικαίωμα στο ανώτατο όριο συντάξεως λόγω συμπλήρωσης συντάξιμου χρόνου.

Στην περίπτωση αυτή, ο πρώην έκτακτος υπάλληλος αποκτά αυτοδικαίως δικαίωμα για σύνταξη λόγω συμπλήρωσης συντάξιμου χρόνου που υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 39 και 40 του καθεστώτος και η οποία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού μήνα που ακολουθεί τον μήνα για τον οποίο καταβλήθηκε η αποζημίωση για τελευταία φορά.

3. Η αποζημίωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 αναπροσαρμόζεται σύμφωνα με τον διορθωτικό συντελεστή που έχει καθοριστεί για τη χώρα στην οποία ο δικαιούχος αποδεικνύει ότι διαμένει, είτε η χώρα αυτή ανήκει στην Κοινότητα είτε όχι.

Αν ο δικαιούχος διαμένει σε χώρα για την οποία δεν έχει καθορισθεί διορθωτικός συντελεστής, ως διορθωτικός συντελεστής για την αποζημίωση λαμβάνεται το 100.

Η αποζημίωση εκφράζεται σε βελγικά φράγκα και καταβάλλεται στο νόμισμα της χώρας όπου διαμένει ο δικαιούχος. Καταβάλλεται ωστόσο σε βελγικά φράγκα αν ο διορθωτικός συντελεστής σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο ισούται με 100.

Αν η αποζημίωση καταβάλλεται σε άλλο νόμισμα εκτός από το βελγικό φράγκο, υπολογίζεται σύμφωνα με τις ισοτιμίες που αναφέρονται στο άρθρο 63 εδάφιο 2 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

4. Το ποσό των ακαθαρίστων εσόδων που εισπράτει ο ενδιαφερόμενος στα νέα του καθήκοντα προέρχεται αφαιρώντας την αποζημίωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1, εφόσον τα έσοδα αυτά, προστιθέμενα στην αποζημίωση αυτή, υπερβαίνουν τις τελευταίες συνολικές ακαθάριστες αποδοχές του δικαιούχου, υπολογιζόμενες με βάση του ισχύοντος πίνακα αποδοχών την πρώτη ημέρα του μήνα κατά τον οποίο πρέπει να γίνει εκκαθάριση της αποζημίωσης. Οι αποδοχές αυτές αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τον διορθωτικό συντελεστή της παραγράφου 3.

Τα ακαθάριστα έσοδα και οι τελευταίες συνολικές ακαθάριστες αποδοχές της παραγράφου 1 συνιστούν τα ποσά τα οποία λαμβάνονται υπόψη μετά την αφαίρεση των κοινωνικών κρατήσεων και πριν από την αφαίρεση του φόρου.

Ο ενδιαφερόμενος είναι υποχρεωμένος να παρέχει τα έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία που τυχόν θα απαιτηθούν και να κοινοποιεί στο θεσμικό όργανο κάθε στοιχείο που μπορεί να τροποποιεί τα δικαιώματά του στην αποζημίωση.

5. Σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 67 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και τα άρθρα 1, 2 και 3 του παραρτήματος VII του κανονισμού αυτού, τα οικογενειακά επιδόματα καταβάλλονται είτε στον δικαιούχο της αποζημίωσης της παραγράφου 1, είτε στο ή στα πρόσωπα στο οποίο ή στα οποία έχει ανατεθεί η επιμέλεια του ή των τέκνων δυνάμει νομίμων διατάξεων ή δικαστικής αποφάσεως ή αποφάσεως της αρμόδιας διοικητικής αρχής. Το ποσό του επιδόματος στέγης υπολογίζεται με βάση την αποζημίωση αυτή.

6. Ο δικαιούχος της αποζημιώσεως έχει δικαίωμα, τόσο για τον εαυτό του όσο και για τα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτόν, στις παροχές που εξασφαλίζει το σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως του άρθρου 72 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως εφόσον καταβάλλει τη σχετική συνεισφορά του, η οποία υπολογίζεται με βάση το ύψος της αποζημίωσης της παραγράφου 1 και εφόσον δεν καλύπτεται από άλλη ασφάλεια ασθενείας, βάσει νόμου ή άλλης ρυθμίσεως.

7. Κατά την περίοδο κατά την οποία υπάρχει το δικαίωμα αποζημίωσης, ο πρώην έκτακτος υπάλληλος εξακολουθεί να αποκτά νέα δικαιώματα συντάξεως λόγω συμπλήρωσης συντάξιμου χρόνου με βάση το μισθό που αναλογεί στο μισθό και το κλιμάκιό του με την επιφύλαξη ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής καταβάλλεται η συνεισφορά που προβλέπεται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατά στασης με βάση τον εν λόγω μισθό και εφόσον η συνολική σύνταξη δεν υπερβαίνει το ανώτατο ύψος που προβλέπεται στον τίτλο ΙΙ κεφάλαιο 6 του καθεστώτος. Για την εφαρμογή του άρθρου 5 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, η περίοδος αυτή υπολογίζεται ως περίοδος υπηρεσίας.

8. Με την επιφύλαξη του άρθρου 1 παράγραφος 1 και του άρθρου 22 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, ο επιζών σύζυγος πρώην εκτάκτου υπαλλήλου που απεβίωσε, ενόσω ήταν δικαιούχος της μηνιαίας αποζημίωσης της παραγράφου 1, δικαιούται, εφόσον υπήρξε σύζυγός του τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από τη στιγμή που ο ενδιαφερόμενος έπαυσε να είναι στην υπηρεσία θεσμικού οργάνου, σύνταξη επιζώντος ίση με το 60 % της σύνταξης λόγω συμπλήρωσης συντάξιμου χρόνου που θα απολάμβανε ο πρώην έκτακτος υπάλληλος που ήταν σε θέση να την αξιώσει κατά το χρόνο του θανάτου του, ανεξάρτητα από τη διάρκεια υπηρεσίας ή την ηλικία.

Το ύψος συντάξεως επιζώντος που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο δεν μπορεί να είναι κατώτερο των ποσών που προβλέπονται στον τίτλο ΙΙ κεφάλαιο 6 του καθεστώτος.

Ωστόσο το ύψος της συντάξεως αυτής δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβεί το ύψος της πρώτης καταβολής της συντάξεως λόγω συμπλήρωσης συντάξιμου χρόνου τον οποίο θα εδικαιούτο ο πρώην έκτακτος υπάλληλος εάν, έχοντας επιζήσει και εξαντλήσει τα δικαιώματά του στην ανωτέρω αποζημίωση, είχε επωφεληθεί από τη σύνταξη λόγω συμπλήρωσης συντάξιμου χρόνου.

Η πλήρωση της χρονικής προϋποθέσεως του γάμου, που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, δεν απαιτείται εάν ένα ή περισσότερα τέκνα προέρχονται από το γάμο του πρώην εκτάκτου υπαλλήλου, ο οποίος συνήφθη πριν από την παύση των δραστηριοτήτων του, εφόσον ο επιζών σύζυγος επιμελείται ή έχει επιμεληθεί τα τέκνα αυτά.

Το ίδιο συμβαίνει εάν ο θάνατος του πρώην υπαλλήλου προέρχεται από αιτίες που προβλέπονται στο τέλος του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 17 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

9. Σε περίπτωση θανάτου πρώην εκτάκτου υπαλλήλου, δικαιούχου της αποζημίωσης της παραγράφου 1, τα αναγνωριζόμενα ως συντηρούμενα τέκνα κατά την έννοια του άρθρου 2 του παραρτήματος VII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης δικαιούνται σύνταξης ορφανού σύμφωνα με τους όρους του τίτλου ΙΙ κεφάλαιο 6 του καθεστώτος καθώς και του άρθρου 21 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

Άρθρο 5

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Ιουλίου 1987.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

K. E. TYGESEN

(1) ΕΕ αριθ. C 7 της 12. 1. 1987, σ. 299.

(2) ΕΕ αριθ. L 335 της 13. 12. 1985, σ. 56.

(3) ΕΕ αριθ. L 162 της 21. 6. 1985, σ. 1.

(4) ΕΕ αριθ. L 56 της 4. 3. 1968, σ. 1.

Top