Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31982D0465

82/465/EOK: Απόφαση τής Επιτροπής τής 11ης Δεκεμβρίου 1981 αναφερόμενη σέ διαδικασία εφαρμογής τού άρθρου 15 τού κανονισμού αριθ. 17 τού Συμβουλίου (IV/AF 511 — National Panasonic (France) SA) όπως τροποποιήθηκε από τήν απόφαση τής Επιτροπής τής 21ης Ιουνίου 1982 (Το κείμενο στην γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

ΕΕ L 211 της 20.7.1982, p. 32–36 (DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 30/11/1982

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1982/465/oj

31982D0465

82/465/EOK: Απόφαση τής Επιτροπής τής 11ης Δεκεμβρίου 1981 αναφερόμενη σέ διαδικασία εφαρμογής τού άρθρου 15 τού κανονισμού αριθ. 17 τού Συμβουλίου (IV/AF 511 — National Panasonic (France) SA) όπως τροποποιήθηκε από τήν απόφαση τής Επιτροπής τής 21ης Ιουνίου 1982 (Το κείμενο στην γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 211 της 20/07/1982 σ. 0032 - 0036


*****

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 11ης Δεκεμβρίου 1981

αναφερόμενη σε διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 15 του κανονισμού αριθ. 17 του Συμβουλίου (IV/AF 511 - National Panasonic (France) SA) όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση της Επιτροπής της 21ης Ιουνίου 1982

(Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(82/465/ΕΟΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως το άρθρο 85,

τον κανονισμό αριθ. 17 του Συμβουλίου της 6ης Φεβρουαρίου 1962 (1), και ιδίως τα άρθρα 11 και 15,

την αίτηση παροχής πληροφοριών που απηύθυνε η Επιτροπή στη National Panasonic (France) SA στις 25 Μαΐου 1981 και την απάντηση της επιχειρήσεως με ημερομηνία 15 Ιουνίου 1981,

την απόφαση της Επιτροπής της 4ης Αυγούστου 1981 περί κινήσεως της διαδικασίας στη συγκεκριμένη υπόθεση,

κατόπιν ακροάσεως της ενδιαφερόμενης επιχειρήσεως σχετικά με το αντικείμενο των αιτιάσεων της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού αριθ. 17 και τις διατάξεις του κανονισμού αριθ. 99/63/ΕΟΚ της Επιτροπής (2),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Συμπράξεων και Δεσποζουσών Θέσεων, η οποία ελήφθη στις 24 Νοεμβρίου 1981, σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού αριθ. 17,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα πραγματικά και νομικά περιστατικά:

ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Α. Η επιχείρηση

1. Η National Panasonic (France) SA (καλούμενη στο εξής «NPF» ), επιχείρηση με έδρα στο 13-15, rue des Freres-Lumiere, 93150 Le Blanc-Mesnil, France, αποτελεί θυγατρική κατά 100 % της ιαπωνικής επιχειρήσεως Matsushita Electrical Trading Company, η οποία είναι θυγατρική της Matsushita Electric Industrial Company, της κυριότερης ιαπωνικής εταιρείας κατασκευής ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού.

2. Η κυριότερη δραστηριότητα της NPF συνίσταται στην εισαγωγή και διάθεση στο εμπόριο στη Γαλλία ηλεκτρονικών προϊόντων ψυχαγωγίας που κατασκευάζονται στην Ιαπωνία και σε άλλες χώρες από τη Matsushita, συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού Hi-Fi που πωλείται υπό το σήμα «Technics», «National Panasonic» και «Panasonic».

Β. Ο έλεγχος της Επιτροπής

3. Στις 27 Ιουνίου 1979 η Επιτροπή διεξήγαγε έλεγχο, βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 3 του κανονισμού αριθ. 17, στη National Panasonic (UK) Ltd, επίσης θυγατρική της Matsushita που ασκεί στο Ηνωμένο Βασίλειο την ίδια δραστηριότητα που ασκεί η NPF στη Γαλλία.

4. Το αντικείμενο του ελέγχου συνίστατο στη συλλογή πληροφοριών και αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με την απαγόρευση εξαγωγής των ανωτέρω προϊόντων σε άλλα Κράτη μέλη, την οποία υπήρχαν υπόνοιες ότι επέβαλλε η National Panasonic (UK) Ltd, στους μεταπωλητές της εξοπλισμού Hi-Fi στο Ηνωμένο Βασίλειο· η ανωτέρω ενέργεια είχε σκοπό την προστασία του δικτύου διανομής που υφίστατο στα ανωτέρω κράτη από τις ανταγωνιστικές επιπτώσεις των παράλληλων εισαγωγών.

5. Κατά τη διάρκεια του ελέγχου περιήλθαν στην κατοχή των υπηρεσιακών οργάνων της Επιτροπής ορισμένα έγγραφα που αναφέρονταν στην πολιτική και πρακτική της επιχειρήσεως έναντι των παράλληλων εξαγωγών εξοπλισμού Technics και National Panasonic.

6. Στις 24 Αυγούστου 1979 η National Panasonic (UK) Ltd προσέφυγε στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της αποφάσεως η οποία διέτασσε διεξαγωγή ελέγχου. Στις 26 Ιουνίου 1980 το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της National Panasonic (UK) Ltd.

7. Από την εξέταση των εγγράφων, που ανευρέθησαν κατά τον έλεγχο, προέκυψε ότι ήταν απαραίτητη η συλλογή περαιτέρω πληροφοριών για να επιβεβαιωθούν

συγκεκριμένες λεπτομέρειες σχετικά με τη δομή των τιμών για τη διάθεση στο εμπόριο εξοπλισμού Hi-Fi Technics στην ΕΟΚ, ιδίως δε με τη χονδρική τιμή που κατέβαλλαν οι μεταπωλητές και την τιμή λιανικής πωλήσεως. Στο ανωτέρω πλαίσιο είχε θεμελιώδη σημασία η ύπαρξη, στις διάφορες εθνικές αγορές, τιμών την τήρηση των οποίων είχε υποδείξει ή συστήσει ο κατασκευαστής. Απεφασίσθη, συνεπώς να απευθυνθεί σχετική αίτηση παροχής πληροφοριών προς τις κύριες εθνικές θυγατρικές εταιρείες διαθέσεως στο εμπόριο και τους αποκλειστικούς διανομείς εξοπλισμού Technics στην ΕΟΚ. Ο σκοπός της αιτήσεως συνίστατο στη λήψη αμέσως συγκρίσιμων στοιχείων, τα οποία θα ήταν δυνατό να επιβεβαιωθούν εύκολα από τους καταλόγους τιμών των θυγατρικών και των διανομέων όσον αφορά τα ακαθάριστα κέρδη από τις τιμές που εφαρμόζονται σε κάθε στάδιο διανομής.

Γ. Η αίτηση παροχής πληροφοριών

8. Στις 25 Μαΐου 1981, η Επιτροπή απηύθυνε σε ορισμένες θυγατρικές εταιρείες της Matsushita που διαθέτουν τα προϊόντα της στο εμπόριο και εδρεύουν στη Γερμανία, Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και στον αποκλειστικό διανομέα της στις Κάτω Χώρες, αίτηση παροχής πληροφοριών βάσει του άρθρου 11 του κανονισμού αριθ. 17. Στη συνέχεια απευθύνθηκε επίσης αίτηση στη SA National Panasonic (Belgium). Η αίτηση περιείχε τη συνηθισμένη αναφορά στις κυρώσεις που προβλέπονται στον ανωτέρω κανονισμό για την περίπτωση παροχής ανακριβών πληροφοριών.

9. Στην αίτηση αναφερόταν ότι η Επιτροπή είχε διεξαγάγει έλεγχο στη National Panasonic (UK) Ltd στις 27 Ιουνίου 1979, βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 3 του κανονισμού αριθ. 17 με σκοπό να διαπιστώσει αν η ανωτέρω επιχείρηση είχε συμμετάσχει σε συμφωνίες ή συμπράξεις το αντικείμενο ή αποτέλεσμα των οποίων θα ήταν δυνατόν να συνίστατο στην παρεμπόδιση παράλληλων εξαγωγών προς άλλα Κράτη μέλη της ΕΟΚ και ότι η εξέταση των ανευρεθέντων εγγράφων καθιστούσε απαραίτηση τη συλλογή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με τους τρόπους διαθέσεως προϊόντων Technics στην Κοινότητα.

10. Η Επιτροπή ζητούσε στην αίτησή της, μεταξύ άλλων, λεπτομέρειες περί της δομής των τιμών στα σχετικά Κράτη μέλη. Στην επιστολή προς τη NPF, το σχετικό τμήμα της αιτήσεως είχε διατυπωθεί ως ακολούθως:

«(Παρακαλείσθε να παράσχετε πληροφορίες σχετικά μέ)

. . .

2. Τους καταλόγους τιμών που έχει εκδώσει η εταιρεία σας από την 1 Ιανουαρίου 1976 για τον εξοπλισμό Technics.

Οι ανωτέρω κατάλογοι τιμών θα πρέπει να εμφαίνουν:

- την τιμή αγοράς από τον κατασκευαστή·

- την τιμή πωλήσεως προς τους εμπόρους λιανικής πωλήσεως, με αναφορά επίσης όλων των ενδεχόμενων τιμών και εκπτώσεων·

- τις συνιστώμενες τιμές λιανικής πωλήσεως.»

(Μετάφραση από το πρωτότυπο γαλλικό κείμενο.)

11. Η επιστολή ανέφερε στην προτελευταία παράγραφο ότι η αίτηση απευθυνόταν στη NPF βάσει του άρθρου 11 του κανονισμού αριθ. 17 και έτασσε προθεσμία τριών εβδομάδων για την απάντηση.

Δ. Η απάντηση της NPF

12. Η NPF απήντησε στην αίτηση παροχής πληροφοριών με συστημένη επιστολή της 15ης Ιουνίου 1981.

Η επιστολή η οποία είχε υπογραφεί από τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο (president directeur general) αναφέρει το εξής:

«Σε απάντηση της αιτήσεώς σας περί παροχής πληροφοριών της 28ης Μαΐου 1981, σας παρέχουμε κατωτέρω τις εξής εμπιστευτικές πληροφορίες:

1) . . .

2) Στο παράρτημα Β, υπάρχουν οι κατάλογοι τιμών τους οποίους έχει εκδώσει η εταιρεία μας, από την 1 Ιανουαρίου 1976 και μετά, για τον εξοπλισμό Technics. Η εταιρεία μας δεν διαθέτει επίσημο κατάλογο τιμών ο οποίος να εμφαίνει τις τιμές αγοράς από τους προμηθευτές της. Οι ανωτέρω τιμές μας γνωστοποιούνται σε σύντομα χρονικά διαστήματα και αποτελούν αντικείμενο διαπραγματεύσεων με το ενδιαφερόμενο τμήμα.

Προτιθέμεθα να παράσχουμε ακριβείς πληροφορίες σε κάθε ερώτηση της Επιτροπής σχετικά με την τιμή αγοράς που εφαρμοζόταν, οποτεδήποτε ήθελε να ορίσει η Επιτροπή.

3) Στο παράρτημα Γ, υπάρχει ανάλυση των εκπτώσεων και μειώσεων τιμών που χορηγούνταν στους πελάτες μας.

Η εταιρεία μας δεν συνιστά λιανικές τιμές.»

(Μετάφραση από το πρωτότυπο γαλλικό κείμενο.)

13. Το παράρτημα Β αποτελείτο από 12 καταλόγους τιμών εμπορίου τους οποίους είχε απευθύνει η NPF στους μεταπωλητές κατά τη διάρκεια της περιόδου στην οποία αναφερόταν η αίτηση της Επιτροπής.

Το παράρτημα Γ περιείχε λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με όλες τις μειώσεις τιμών και τις εκπτώσεις οι οποίες πραγματοποιούνταν έναντι της βασικής τιμής εμπορίου, οι οποίες είχαν χορηγηθεί στους μεταπωλητές κατά τη διάρκεια της αυτής περιόδου και ανέφερε πως οι ανωτέρω μειώσεις τιμών και εκπτώσεις είχαν μεταβληθεί αρκετές φορές.

14. Με τις ενέργειές της αυτές, η NPF εδινε την εντύπωση ότι απαντούσε στα ερωτήματα της Επιτροπής σχετικά με τις διάφορες κατηγορίες του καταλόγου τιμών, είτε παρέχοντας αντίγραφα του καταλόγου αυτού είτε εκθέτοντας τους λόγους για τους οποίους ορισμένοι κατάλογοι τιμών δεν υφίσταντο πλέον. Η NPF εδήλωσε, κατά τη διάρκεια της ακροάσεως, ότι η αίτηση παροχής πληροφοριών είχε παραληφθεί σε στιγμή που οι νομικοί σύμβουλοι της εταιρείας ήταν στο κτίριο της εταιρείας για άλλο λόγο και ότι η απάντηση η οποία έπρεπε να συνταχθεί είχε αποτελέσει αντικείμενο συζητήσεως με αυτούς και είχε συνταχθεί βάσει της νομικής τους συμβουλής.

Ε. Λιανικές τιμές της NPF στη Γαλλία

15. Τα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία συνίστανται κυρίως από εσωτερικά έγγραφα διαχειρίσεως, αναφορές συναντήσεων με σημαντικούς πελάτες, αναφορές από αντιπροσώπους πωλήσεων επί μέρους περιοχών και αλληλογραφίας με ορισμένους διανομείς, εμφαίνουν πάντως ότι:

1) Η NPF συνιστούσε λιανικές τιμές οι οποίες περιείχαν 33,33 % φόρο προστιθεμένης αξίας και προέκυπταν από την εφαρμογή συντελεστή 1,80 επί της βασικής τιμής, βάσει συντελεστή. Εκπτώσεις εχορηγούντο στους μεταπιστωτές και εκάλυπταν ποσοστό μέχρι 30 % από τη βασική τιμή εμπορίου κατά τρόπο ώστε τα πραγματικά ακαθάριστα κέρδη ήταν συχνά σημαντικά υψηλότερα.

16. 2) Η NPF απαιτούσε γενικά να τηρούνται οι ανωτέρω λιανικές τιμές όσον αφορά τα προϊόντα Technics και National Panasonic ανεξάρτητα από τη μορφή διανομής τους. Τα υπερκαταστήματα ή τα καταστήματα με μειωμένες τιμές έπρεπε να εφαρμόσουν τον ίδιο συντελεστή, δηλαδή 1,80 επί της βασικής τιμής εμπορίου, όπως εθεωρείτο κατάλληλο για τους παραδοσιακούς εμπόρους λιανικής πωλήσεως.

Η πολιτική της NPF συνοψιζόταν σε επιστολή που είχε γραφεί στις 22 Σεπτεμβρίου 1976 από τον τότε διευθυντή: «Το σημείο το οποίο φαίνεται ότι είναι το σημαντικότερο για να σας επιβεβαιώσω είναι η συνέχιση της πολιτικής μας που βασίζεται σε τήρηση των συνιστώμενων λιανικών τιμών ανεξάρτητα από τη μορφή διανομής.»

17. 3) Το άνοιγμα νέου λογαριασμού με ορισμένα σημαντικά υπερκαταστήματα ή καταστήματα μειωμένων τιμών εξηρτάτο από την εφαρμογή του συντελεστή 1,80, που απαιτούσε η NPF.

18. 4) Συνήφθησαν ειδικές συμφωνίες σχετικά με τις λιανικές τιμές με τους σημαντικότερους ομίλους λιανικής πωλήσεως οι οποίοι πωλούν εξοπλισμό Hi-Fi. Η αλυσίδα καταστημάτων Darty, η οποία ειδικεύεται σε ηλεκτρικά προϊόντα και σε ηλεκτρονικό εξοπλισμό ψυχαγωγίας, αύξησε τα καταστήματά της από 19 το 1975 σε 49 το 1980 και καλύπτει όλη τη Γαλλία. Η FNAC η οποία είχε 12 καταστήματα το 1979 υπολογιζόταν ότι κατείχε μεταξύ 5 και 7 % της γαλλικής αγοράς των ανωτέρω προϊόντων. Η NPF διεξήγαγε διαπραγματεύσεις και με τους δύο σημαντικούς ομίλους λιανικής πωλήσεως όσον αφορά τη λιανική τιμή την οποίαν θα μπορούσαν να επιβάλουν για κάθε τύπο του φάσματος προϊόντων της.

Σε ορισμένες περιπτώσεις η συμφωνημένη τιμή ήταν κατώτερη από τη συνήθη λιανική τιμή που είχε υποδείξει η NPF και η οποία συνίστατο από τη βασική τιμή επί 1,80. Τα έγγραφα που περιήλθαν στην κατοχή της Επιτροπής περιέχουν λεπτομερειακούς πίνακες οι οποίοι αναφέρουν τη λιανική τιμή («prix public») την οποία έπρεπε να επιβάλλουν η Darty και η FNAC και η οποία ήταν καθορισμένη για μεγάλο αριθμό τύπων προϊόντων.

19. 5) Η ανωτέρω πολιτική αντιπροσωπεύει τη θεωρούμενη εμπορική πολιτική της NPF η οποία είχε συλληφθεί και επιβλεπόταν από τη διοίκηση της εταιρείας που είτε συμμετείχε προσωπικά στη σύναψη των ανωτέρω συμφωνιών ή διέτασσε την εφαρμογή τους και ετηρείτο συνεχώς ενήμερη από το προσωπικό σχετικά με τις εξελίξεις.

Η εμπορική πολιτική της NPF, οπως εκτίθεται ανωτέρω, συνεχίστηκε τουλάχιστον μέχρι να αποκαλυφθούν οι πρακτικές αυτές τον Ιούνιο του 1979. Η Επιτροπή δεν εχει αποδείξεις όσον αφορά το αν η πολιτική αυτή συνεχίστηκε ή εγκαταλείφθηκε μετά την ανωτέρω ημερομηνία.

20. Η NPF πρόβαλε το επιχείρημα ότι την εποχή που συνέβησαν τα ανωτέρω αναφερόμενα και σαν αποτέλεσμα της εντονότερης συνειδητοποιήσεως της ανάγκης να συμμορφωθεί με τους κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες ανταγωνισμού, η Matsushita αποφάσισε να καταρτίσει «κώδικα συμπεριφοράς», ο οποίος έπρεπε να τηρηθεί από όλες τις θυγατρικές εταιρείες διαθέσεως των προϊόντων της στο εμπόριο που είχαν έδρα στην ΕΟΚ. Η απόφαση περί προετοιμασίας των ανωτέρω κατευθυντηρίων γραμμών ελήφθη περίπου τον Απρίλιο του 1981. Αντίγραφο του κώδικα επρόκειτο να υποβληθεί στην Επιτροπή εν ευθέτω χρόνω. Η NPF δεν αναγνώρισε την αποδεικτική αξία των εγγράφων που επικαλέσθηκε η Επιτροπή σχετικά με την πολιτική της τιμών και διετύπωσε κάθε επιφύλαξη στο θέμα αυτό.

ΝΟΜΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ

21. Βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 περίπτωση β του κανονισμού αριθ. 17, η Επιτροπή δύναται με απόφασή της να επιβάλλει στις επιχειρήσεις πρόστιμα ύψους 100 μέχρι και 5 000 λογιστικών μονάδων όταν, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παρέχουν ανακριβείς πληροφορίες σε απάντηση αιτήσεως που εγένετο σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 ή 5 του προαναφερθέντος κανονισμού.

22. Στην απάντησή της η NPF δήλωσε ρητά και κατηγορηματικά ότι δεν συνιστούσε λιανικές τιμές.

Όπως προκύπτει από τα έγγραφα η βασική πρακτική της NPF, οπως είχε συλληφθεί και εφαρμοζόταν από την ανώτερη διοίκησή της κατά τη διάρκεια τουλάχιστον του μεγαλύτερου τμήματος της περιόδου στην οποία αναφερόταν η αίτηση της Επιτροπής, συνίστατο στο να εξασφαλίσει ότι οι μεταπωλητές της επέβαλλαν το συνιστώμενο συντελεστή 1,80 επί της βασικής τιμής εμπορίου, ενώ στην περίπτωση των κυρίων πελατών της η συγκεκριμένη λιανική τιμή για κάθε τύπο προϊόντος δεν υπέκειτο σε «σύσταση» αλλά αποτελούσε αντικείμενο ατομικής συμφωνίας. 23. Στην υπεράσπισή της η NPF, ενώ δεν παραδέχθηκε τίποτε όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά, ισχυρίστηκε ότι δεν είχε παραβεί τις διατάξεις του άρθρου 15 παράγραφος 1 περίπτωση β δια της παροχής ανακριβών πληροφοριών σε απάντηση αιτήσεως που εγένετο σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3. Κατά πρώτο λόγο, NPF προέβη οικειοθελώς στη δήλωση η οποία δεν είχε δοθεί «σε απάντηση αιτήσεως» κατά τους όρους του κανονισμού, εφόσον η Επιτροπή στην αίτησή της είχε ειδικά αναφερθεί στους « εκδοθέντες καταλόγους τιμών» και η NPF ουδέποτε είχε εκδώσει τέτοιους καταλόγους. Συνεπώς, η απάντηση της NPF στην ερώτηση που της είχε τεθεί δεν ήταν ανακριβής.

24. Κατά δεύτερο λόγο, η δήλωση στην οποία προέβη η NPF είχε διατυπωθεί στον ενεστώτα καί, δεδομένου ότι δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία όσον αφορά το γεγονός ότι η υποτιθέμενη συμπεριφορά είχε συνεχιστεί μέχρι την ημερομηνία της απαντήσεως, η δοθείσα απάντηση δεν ήταν ανακριβής.

25. Εάν πάντως η Επιτροπή θεωρούσε την απάντηση «ελλιπή», θα έπρεπε να είχε λάβει απόφαση βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 5 καθορίζοντας επακριβώς τις αιτούμενες πληροφορίες. Η NPF, πάντως, θεώρησε τον εαυτό της υποχρεωμένο να παράσχει πλήρη απάντηση καί, κατ' ακολουθία, θέλησε να συμπληρώσει την απάντησή της η οποία τελικά είχε ως εξής:

«Η NPF δεν εξέδωσε καταλόγους συνιστωμένων λιανικών τιμών για την περίοδο που αρχίζει την 1 Ιανουαρίου 1976».

26. Η Επιτροπή απορρίπτει ως άνευ ουσίας τα επιχειρήματα της NPF που αναφέρονται στα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως αυτής.

27. Πρώτον, το ερώτημα αν το άρθρο 15 παράγραφος 1 περίπτωση β είναι δυνατόν να εφαρμόζεται σε ανακριβείς πληροφορίες που δόθηκαν από επιχείριση με δική της πρωτοβουλία και όχι σε απάντηση συγκεκριμένης ερωτήσεως που τέθηκε από την Επιτροπή στην αίτησή της περί παροχής πληροφοριών δεν τίθεται στη συγκεκριμένη υπόθεση. Η δήλωση της NPF περί των λιανικών τιμών είχε ήδη άμεση σχέση με τη συγκεκριμένη ερώτηση που τέθηκε από την Επιτροπή.

Η Επιτροπή ζήτησε λεπτομέρειες των καταλόγων τιμών που εμφαίνουν τις συνιστώμενες λιανικές τιμές από 1ης Ιανουαρίου 1976 και η απάντηση της NPF ηταν διατυπωμένη ώστε να εξηγήσει ότι ο λόγος για τον οποίο οι κατάλογοι δεν ήταν δυνατόν να παρασχεθούν ήταν το ότι η εμπορική πρακτική της NPF δεν ήταν η σύσταση οποιωνδήποτε λιανικών τιμών στους διανομείς. Η ανακριβής δήλωση αποτελούσε άμεση απάντηση και τη μόνη απάντηση της επιχειρήσεως προς την ερώτηση της Επιτροπής σχετικά με τους καταλόγους λιανικών τιμών.

28. Η Επιτροπή απορρίπτει, επίσης, τον ισχυρισμό ότι η απάντηση δεν ήταν ανακριβής λόγω του ότι είχε διατυπωθεί στον ενεστώτα και κατ' αυτό τον τρόπο αναφερόταν μόνο στην εμπορική πρακτική της NPF εκείνης της εποχής σχετικά με την οποία η Επιτροπή δεν έχει καμία απόδειξη. Είναι τελείως σαφές από το γενικό πλαίσιο τόσο της αιτήσεως της Επιτροπής όσο και της απαντήσεως ότι η NPF είχε την πρόθεση να δημιουργήσει στην Επιτροπή την πεποίθηση ότι κατά τη διάρκεια ολόκληρης της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 1976 μέχρι τώρα η συνεχιζόμενη πολιτική της επιχειρήσεως ήταν η μη σύσταση λιανικών τιμών στους μεταπωλητές.

Πράγματι, στην απάντησή της η NPF χρησιμοποίησε τον ενεστώτα για να αναφερθεί στο σύνολο της περιόδου που κάλυπτε η αίτηση. Περαιτέρω δεν υπάρχει απόδειξη ότι η αναφερθείσα συμπεριφορά έχει πράγματι παύσει, δεδομένου ότι η NPF εχει αρνηθεί να παραδεχθεί τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιέχονται σαφώς στα δικά της εσωτερικά έγγραφα. Ακόμη και στην περίπτωση που ο προτεινόμενος κώδικας συμπεριφοράς αποτελούσε αληθινή αλλαγή πολιτικής, η απόφαση περί εκδόσεώς του δεν είχε κάν ληφθεί μέχρι τον Απρίλιο του 1981.

29. Η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι η απάντηση θα ήταν απλώς « ελλιπής αλλά όχι ανακριβής».

Η δοθείσα απάντηση αποσκοπούσε στο να ληφθεί σαν πλήρης απάντηση στην αίτηση της Επιτροπής, θα μπορούσε δε πράγματι να έχει ληφθεί σαν πλήρης απάντηση και να έχει χρησιμοποιηθεί από την Επιτροπή σαν βάση στην εκτίμησή της σχετικά με την υπόθεση κατά της National Panasonic (UK) Ltd, βάσει του άρθρου 85 παράγραφος 1, αν δε υπήρχαν αποδείξεις περί του εναντίου. Ανεξάρτητα από την παρούσα κατάσταση, η δήλωση δόθηκε με σκοπό να συνδεθεί με τη συνέχιση της πολιτικής της NPF καθ' ολη τη διάρκεια της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 1976.

30. Η Επιτροπή δεν χρειάζεται να καθορίσει αν η προτεινόμενη συμπληρωθείσα απάντηση θα μπορούσε αυτή καθαυτή να αποτελέσει ανακριβή απάντηση λόγω της παραπλανητικής εντυπώσεως την οποία θα δημιουργούσε. Το ερώτημα είναι τι εδήλωσε η NPF στην απάντησή της και όχι τι επιθυμεί τώρα να είχε δηλώσει τότε.

31. Η Επιτροπή, συνεπώς, θεωρεί ότι η NPF παρέσχε ανακριβείς πληροφορίες σε απάντηση αιτήσεως που εγένετο βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 3 του κανονισμού αριθ. 17. Δεδομένου ότι η επιχείρηση είχε πλήρη γνώση των πραγματικών περιστατικών, και πράγματι η NPF είχε το πλεονέκτημα νομικής συμβολής κατ' αυτή ακόμα τη στιγμή που εξέταζε την απάντηση που θα έδινε, το μόνο συμπέρασμα στο οποίο μπορεί να καταλήξει η Επιτροπή είναι ότι οι ανακριβείς πληροφορίες παρεσχέθησαν σκόπιμα με την πρόθεση εξαπατήσεως της Επιτροπής.

32. Η παράβαση θεωρείται σοβαρή. Διαφορές στα επίπεδα συνιστωμένων λιανικών τιμών στις διάφορες χώρες της ΕΟΚ έχουν ιδιαίτερη σημασία κατά την εκτίμηση, εκ μέρους της Επιτροπής, των οικονομικών επιπτώσεων τις οποίες είναι δυνατόν να προκαλέσει απαγόρευση εξαγωγής, σαν εκείνη την οποία πιστεύεται ότι είχε επιβάλει η National Panasonic (UK) Ltd. Αν η Επιτροπή ήταν υποχρεωμένη να δεχθεί την απάντηση που έδωσε η NPF, η εντύπωση που θα της δημιουργείτο σχετικά με τη δομή των τιμών για την πώληση των προϊόντων Technics σε σημαντικό τμήμα της ΕΟΚ θα ήταν τελείως ανακριβής. 33. Συνεπώς, η Επιτροπή προτίθεται να επιβάλει πρόστιμο στην NPF. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω εκτιθέμενα ορίζει το πρόστιμο σε 5 000 ECU,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η δήλωση της National Panasonic (France) SA, στην επιστολή της της 15ης Ιουνίου 1981, στην οποία αναφέρει ότι δεν συνιστούσε λιανικές τιμές, αποτελεί εκ προθέσεως παροχή ανακριβών πληροφοριών σε απάντηση αιτήσεως παροχής πληροφοριών που έγινε βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 3 του κανονισμού αριθ. 17 του Συμβουλίου.

Άρθρο 2

Επιβάλλεται πρόστιμο 5 000 (πέντε χιλιάδων) ECU, δηλαδή 30 906,70 FF (τριάντα χιλιάδες ενιακόσια έξι γαλλικά φράγκα και εβδομήντα σαντίμ) στην National Panasonic (France) SA.

Το ανωτέρω πρόστιμο πρέπει να καταβληθεί εντός τριών μηνών, από της κοινοποιήσεως της παρούσας αποφάσεως στη National Panasonic (France) SA, στον κατωτέρω λογαριασμό: Commission des Communautes europeennes - Societe General, Paris, No 57700065.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη National Panasonic (France) SA 13-15, rue des Freres-Lumiere, 93150 Le Blanc-Mesnil, France.

Η παρούσα απόφαση αποτελεί τίτλο εκτελεστό κατά την έννοια του άρθρου 192 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 11 Δεκεμβρίου 1981.

Για την 'Επιτροπή

Frans ANDRIESSEN

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. 13 της 21. 2. 1962, σ. 204/62.

(2) ΕΕ αριθ. 127 της 20. 8. 1963, σ. 2268/63.

Top