Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31979L0795

    Οδηγία 79/795/EOK της Επιτροπής της 20ής Ιουλίου 1979 περί προσαρμογής στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 71/127/EOK του Συμβουλίου «περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα κάτοπτρα οδηγήσεως των οχημάτων με κινητήρα»

    ΕΕ L 239 της 22.9.1979, p. 1–23 (DA, DE, EN, FR, IT, NL)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (EL, ES, PT, FI, SV, CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 25/01/2010

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/1979/795/oj

    31979L0795

    Οδηγία 79/795/EOK της Επιτροπής της 20ής Ιουλίου 1979 περί προσαρμογής στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 71/127/EOK του Συμβουλίου «περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα κάτοπτρα οδηγήσεως των οχημάτων με κινητήρα»

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 239 της 22/09/1979 σ. 0001 - 0023
    Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 13 τόμος 10 σ. 0057
    Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 13 τόμος 8 σ. 0198
    Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 13 τόμος 10 σ. 0057
    Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 13 τόμος 10 σ. 0167
    Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 13 τόμος 10 σ. 0167


    ΟΔΗΓΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 20ής Ιουλίου 1979 περί προσαρμογής στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 71/127/ΕΟΚ του Συμβουλίου "περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των Κρατών Μελών των αναφερομένων στα κάτοπτρα οδηγήσεως των οχημάτων με κινητήρα"

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος,

    την οδηγία του Συμβουλίου 70/156/ΕΟΚ της 6ης Φεβρουαρίου 1970 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των Κρατών Μελών των αναφερομένων στην έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους (1) ως ετροποποιήθη τελευταίως από την οδηγία 78/547/ΕΟΚ (2), και ιδίως τα άρθρα 11, 12, και 13,

    την οδηγία του Συμβουλίου 71/127/ΕΟΚ της 1ης Μαρτίου 1971 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των Κρατών Μελών των αναφερομένων στα κάτοπτρα οδηγήσεως των οχημάτων (3) με κινητήρα.

    Εκτιμώντας:

    ότι, χάρις στην κτηθείσα πείρα και λαμβανομένης υπόψη της παρούσης καταστάσεως της τεχνολογίας, είναι τώρα δυνατόν να γίνουν οι προδιαγραφές πληρέστερες, περισσότερο αυστηρές και καλύτερα προσαρμοσμένες στις πραγματικές συνθήκες δοκιμών-

    ότι, ιδίως, η οδηγία 71/127/ΕΟΚ του Συμβουλίου προβλέπει ότι οι προδιαγραφές που αφορούν στα εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως που ρυθμίζονται από τη θέση οδηγήσεως πρέπει να καθορισθούν μόλις η τεχνολογική ανάπτυξη το επιτρέψει-

    ότι τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής για την Προσαρμογή στην Τεχνολογική Πρόοδο των Οδηγιών που αποσκοπούν στην εξάλειψη των τεχνικών εμποδίων στις συναλλαγές στον τομέα των οχημάτων με κινητήρα,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Η οδηγία 71/127/ΕΟΚ τροποποιείται ως ακολούθως:

    1. Στο άρθρο 3 παράγραφος 2, το τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "Δεν υπάρχει πιστότης με το επικυρωμένο πρωτότυπο, κατά την έννοια της πρώτης παραγράφου, εφόσον δεν τηρούνται οι προδιαγραφές του σημείου 2 του παραρτήματος I."

    2. Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "Άρθρο 7

    1. Από της 1ης Φεβρουαρίου 1980 τα Κράτη Μέλη δεν δύνανται για λόγους που αναφέρονται στα κάτοπτρα οδηγήσεως:

    α) - ν' αρνηθούν, για ένα τύπο οχήματος με κινητήρα, την έγκριση ΕΟΚ, ή τη χορήγηση του εγγράφου που προβλέπεται στα άρθρο 10 παράγραφος 1 τελευταία περίπτωση της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ ή την έγκριση από εθνικής πλευράς,

    - ν' απαγορεύουν την κατά πρώτον έναρξη κυκλοφορίας των οχημάτων αυτών,

    εάν τα κάτοπτρα οδηγήσεως αυτού του τύπου οχήματος ή αυτών των οχημάτων πληρούν τις προδιαγραφές της παρούσης οδηγίας-

    β) - ν' αρνηθούν για ένα τύπο κατόπτρου οδηγήσεως την επικύρωση ΕΟΚ ή την επικύρωση από εθνικής πλευράς, αν αυτά τα κάτοπτρα οδηγήσεως πληρούν τις προδιαγραφές της παρούσης οδηγίας,

    - ν' απαγορεύουν την διάθεση στην αγορά των κατόπτρων οδηγήσεως αν αυτά τα κάτοπτρα οδηγήσεως φέρουν το σήμα επικυρώσεως ΕΟΚ που προβλέπεται από την παρούσα οδηγία.

    2. Από της 1ης Οκτωβρίου 1981, τα Κράτη Μέλη:

    α) - δεν δύνανται πλέον να χορηγούν το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 τελευταία περίπτωση της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ για ένα τύπο οχήματος του οποίου τα κάτοπτρα οδηγήσεως δεν πληρούν τις προδιαγραφές της παρούσης οδηγίας,

    - δύνανται να αρνούνται την έγκριση από εθνικής πλευράς ενός τύπου οχήματος του οποίου τα κάτοπτρα οδηγήσεως δεν πληρούν τις προδιαγραφές της παρούσης οδηγίας-

    β) - δεν δύνανται πλέον να χορηγούν την επικύρωση ΕΟΚ για ένα τύπο κατόπτρου οδηγήσεως αν αυτό δεν πληροί τις προδιαγραφές της παρούσης οδηγίας,

    - δύνανται να αρνούνται την επικύρωση από εθνικής πλευράς ενός τύπου κατόπτρου οδηγήσεως αν αυτός ο τύπος δεν πληροί τις προδιαγραφές της παρούσης οδηγίας.

    3. Από της 1ης Οκτωβρίου 1984, τα Κράτη Μέλη:

    - δύνανται ν' απαγορεύουν την κατά πρώτον έναρξη κυκλοφορίας των οχημάτων των οποίων τα κάτοπτρα οδηγήσεως δεν πληρούν τις προδιαγραφές της παρούσης οδηγίας,

    - δύνανται ν' απαγορεύουν την διάθεση στην αγορά των κατόπτρων οδηγήσεως τα οποία δεν φέρουν το σήμα επικυρώσεως ΕΟΚ που προβλέπεται από την παρούσα οδηγία".

    3. Τα παραρτήματα I, II και III αντικαθίστανται από τα παραρτήματα I, II III και IV της παρούσης οδηγίας.

    Άρθρο 2

    Τα Κράτη Μέλη θέτουν σε ισχύν προ της 1ης Φεβρουαρίου 1980, τις διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως περί αυτού την Επιτροπή.

    Άρθρο 3

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα Κράτη Μέλη.

    Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 20 Ιουλίου 1979.

    Για την Επιτροπή

    Etienne DAVIGNON

    Μέλος της Επιτροπής

    (1) ΕΕ αριθ. Ν 42 της 23.2.1970, σ. 1.

    (2) ΕΕ αριθ. Ν 168 της 26.6.1978, σ. 39.

    (3) ΕΕ αριθ. Ν 68 της 22.3.1971, σ. 1.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    1. ΟΡΙΣΜΟΙ 1.1. Ως "κάτοπτρο οδηγήσεως" νοείται μία διάταξη που έχει σκοπό να επιτρέπει εντός του οπτικού πεδίου που ορίζεται στο σημείο 3.4, καλή ορατότητα προς τα οπίσω, αποκλειομένων των συνθέτων οπτικών συστημάτων όπως τα περισκόπια.

    1.2. Ως "εσωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως" νοείται μία διάταξη που ορίζεται στο σημείο 1.1, η οποία προορίζεται να τοποθετηθεί στον θάλαμο επιβατών.

    1.3. Ως "εξωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως" νοείται μία διάταξη που ορίζεται στο σημείο 1.1, η οποία προορίζεται να τοποθετηθεί επί ενός στοιχείου της εξωτερικής επιφανείας του οχήματος.

    1.4. Ως "πρόσθετο κάτοπτρο οδηγήσεως" νοείται ένα κάτοπτρο οδηγήσεως, εκτός αυτού που ορίζεται στο σημείο 1.1 και το οποίο δύναται να τοποθετηθεί στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό του οχήματος υπό τον όρο ότι ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές του σημείου 2, εξαιρέσει των προδιαγραφών των σημείων 2.1.1, 2.2 και 2.3.4.

    1.5. Ως "τύπος κατόπτρου οδηγήσεως" νοούνται οι διατάξεις οι οποίες δεν παρουσιάζουν διαφορές όσον αφορά στα ακόλουθα βασικά χαρακτηριστικά:

    1.5.1. στις διαστάσεις και την ακτίνα καμπυλότητας της ανακλώσης επιφανείας του κατόπτρου οδηγήσεως,

    1.5.2. στο σχεδιασμό, το σχήμα ή στα υλικά των κατόπτρων οδηγήσεως, περιλαμβανομένης της συνδέσεως με το αμάξωμα.

    1.6. Ως "κλάση των κατόπτρων οδηγήσεως" νοούνται όλες οι διατάξεις που έχουν ένα ή περισσότερα κοινά χαρακτηριστικά ή λειτουργίες. Τα εσωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως ταξινομούνται στην κλάση I. Τα πρόσθετα εσωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως ταξινομούνται στην κλάση Is. Τα εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως ταξινομούνται στις κλάσεις II και III. Τα πρόσθετα εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως ταξινομούνται στις κλάσεις IIs και IIIs.

    1.7. Με "r" χαρακτηρίζεται ο μέσος όρος των ακτίνων καμπυλότητος μετρουμένων επί της ανακλώσης επιφανείας, σύμφωνα με τη μέθοδο που περιγράφεται στο σημείο 2 του συμπληρωματικού παραρτήματος 1 του παρόντος παραρτήματος.

    1.8. Ως "κύριες ακτίνες καμπυλότητος σε ένα σημείο της κατοπτρικής επιφανείας (r i)" νοούνται οι τιμές, που λαμβάνονται με τη συσκευή που καθορίζεται στο συμπληρωματικό παράρτημα 1, μετρούμενες επί του τόξου της κατοπτρικής επιφανείας που διέρχεται από το κέντρο του κατόπτρου και είναι παράλληλο του τμήματος β, όπως καθορίζεται στο σημείο 2.2.2.1, και επί του τόξου του καθέτου επί του τμήματος αυτού.

    1.9. Ως "ακτίνα καμπυλότητος σε ένα σημείο της κατοπτρικής επιφανείας rp" νοείται ο αριθμητικός μέσος όρος των κυρίων ακτίνων καμπυλότητοςri και ri, δηλαδή:

    rp =

    1.10. Ως "κέντρο του κατόπτρου" νοείται το κέντρο βάρους της ορατής ζώνης της κατοπτρικής επιφανείας.

    1.11. Ως ακτίνα καμπυλότητος των συστατικών μερών του κατόπτρου οδηγήσεως νοείται η ακτίνα "c" του τόξου του κύκλου που προσεγγίζει περισσότερο την καμπύλη μορφή του υπόψη τμήματος.

    1.12. Ως "προσοφθάλμια σημεία του οδηγού" νοούνται δύο σημεία που απέχουν 65 mm μεταξύ τους και ευρισκόμενα σε απόσταση 635 mm κατακορύφως άνω του σημείου R της θέσεως του οδηγού, όπως ορίζεται στο παράρτημα IV. Η ευθεία γραμμή που τα ενώνει είναι κάθετος επί του διαμήκους κατακορύφου στο μέσο του οχήματος επιπέδου. Το μέσο του τμήματος που έχει άκρα τα δύο προσοφθάλμια σημεία κείται σε ένα κατακόρυφο διάμηκες επίπεδο το οποίο πρέπει να διέρχεται δια του κέντρου της καθημένης θέσεως του οδηγού, όπως καθορίζεται από τον κατασκευαστή του οχήματος.

    1.13. Ως "αμφιοφθάλμιος όραση" νοείται το συνολικό οπτικό πεδίο που λαμβάνεται από την υπέρθεση των μονοφθαλμίων επιπέδων του δεξιού και αριστερού οφθαλμού (βλέπε εικόνα κατωτέρω).

    1.14. Ως "τύπος οχήματος όσον αφορά στα κάτοπτρα οδηγήσεως" νοούνται τα οχήματα με κινητήρα που δεν παρουσιάζουν διαφορές όσον αφορά στα ακόλουθα βασικά χαρακτηριστικά:

    1.14.1. τα χαρακτηριστικά του αμαξώματος τα οποία μειώνουν το οπτικό πεδίο,

    1.14.2. τις συντεταγμένες του σημείου R,

    1.14.3. τις προδιαγραφείσες θέσεις και τύπους κατόπτρων οδηγήσεως.

    1.15. Ως "οχήματα των κατηγοριών M1,M2,M3,N1,N2και N3" νοούνται τα οχήματα που καθορίζονται στο παράρτημα I της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ.

    2. ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΥΡΩΣΗ ΕΟΚ ΤΩΝ ΚΑΤΟΠΤΡΩΝ ΟΔΗΓΗΣΕΩΣ

    2.1. Γενικές προδιαγραφές

    2.1.1. Όλα τα κάτοπτρα οδηγήσεως πρέπει να είναι ρυθμιζόμενα.

    2.1.2. Το περίγραμμα της ανακλώσης επιφανείας πρέπει να περιβάλλεται από την χοάνη, η οποία, στην περίμετρό της, πρέπει να έχει μία τιμή "c" 2,5 mm σε όλα τα σημεία και όλες τις διευθύνσεις. Αν η κατοπτρική επιφάνεια προεκτείνεται πέραν της χοάνης, η ακτίνα καμπυλότητος "c" επί της περιμέτρου του τμήματος που προεκτείνεται πέραν της χοάνης πρέπει να είναι μεγαλύτερη ή ίση με 2,5 mm και η κατοπτρική επιφάνεια πρέπει να εισχωρήσει μέσα στην χοάνη υπό την επίδραση δυνάμεως 50 Newton εφαρμοζομένης επί του πλέον προεξέχοντος σε σχέση με τη χοάνη σημείου, σε μία οριζόντια κατεύθυνση, περίπου παράλληλη με το διάμηκες στο μέσο του οχήματος επίπεδο.

    2.1.3. Όταν ένα κάτοπτρο οδηγήσεως έχει τοποθετηθεί επί επιπέδου επιφανείας, όλα τα τμήματά του, σ' όλες τις θέσεις ρυθμίσεως της διατάξεως, περιλαμβανομένων και αυτών των τμημάτων που παραμένουν προσαρμοσμένα στο υποστήριγμα μετά την δοκιμή που προβλέπεται στο 2.4.2, τα οποία είναι επιδεκτικά μιας επαφής υπό στατικές συνθήκες από σφαίρα είτε διαμέτρου 165 mm στην περίπτωση εσωτερικών κατόπτρων οδηγήσεως είτε διαμέτρου 100 mm στην περίπτωση εξωτερικών κατόπτρων οδηγήσεως, πρέπει να έχουν ακτίνα καμπυλότητος "c" τουλάχιστον 2,5 mm.

    2.1.3.1. Τα άκρα των οπών στερεώσεως ή τα κοιλώματα, των οποίων η διάμετρος ή η μεγαλύτερη διαγώνιος είναι μικρότερη των 12 mm, εξαιρούνται από τα σχετικά προς την ακτίνα κριτήρια που προβλέπονται στο σημείο 2.1.3 με τον όρο ότι αμβλύνονται.

    2.1.4. Η διάταξη στερεώσεως επί του οχήματος πρέπει να έχει σχεδιασθεί κατά τρόπον ώστε ένας κύλινδρος αντίνας 50 mm που έχει ως άξονα τον άξονα ή ένα από τους άξονες περιστροφής ή τους διερχόμενους από το σημείο περί το οποίο κινείται, ο οποίος εξασφαλίζει την εκτροπή του κατόπτρου οδηγήσεως στην θεωρουμένη κατεύθυνση σε περίπτωση συγκρούσεως, αποκόπτει τουλάχιστον τμηματικά την επιφάνεια που εξασφαλίζει τη στερέωση της διατάξεως.

    2.1.5. Τα τμήματα των εξωτερικών κατόπτρων οδηγήσεως που αναφέρονται στα σημεία 2.1.2 και 2.1.3, τα οποία αποτελούνται από υλικό με σκληρότητα shore A που δεν υπερβαίνει τα 60, εξαιρούνται από τις αντίστοιχες προδιαγραφές.

    2.1.6. Τα τμήματα των εσωτερικών κατόπτρων οδηγήσεως τα οποία αποτελούνται από υλικό με σκληρότητα shore A μικρότερη του 50, και τα οποία τοποθετούνται επί ακάμπτων υποστηριγμάτων δεν υπόκεινται στις διατάξεις των σημείων 2.1.2 και 2.1.3 όσον αφορά τα υποστηρίγματα αυτά.

    2.2. Διαστάσεις

    2.2.1. Εσωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως (κλάση I)

    Οι διαστάσεις της κατοπτρικής επιφανείας πρέπει να είναι τέτοιες ώστε να είναι δυνατόν να εγγράφεται σ' αυτή ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο του οποίου η μία πλευρά είναι 4 cm και η άλλη "a" cm.

    a = 15 cm x

    2.2.2. Εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως (κλάσεις II και III)

    2.2.2.1. Οι διαστάσεις της κατοπτρικής επιφανείας πρέπει να είναι τέτοιες ώστε να είναι δυνατόν να εγγράφεται σ' αυτή:

    - ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο ύψους 4 cm του οποίου η βάση, σε εκατοστόμετρα, έχει την τιμή "a",

    - ένα ευθύγραμμο τμήμα παράλληλο προς το ύψος του ορθογωνίου παραλληλογράμμου και το μήκος του οποίου, σε εκατοστόμετρα, έχει την τιμή "b".

    2.2.2.2. Οι ελάχιστες τιμές των "a" και "b" δίδονται στον ακόλουθο πίνακα:

    "" ID="1">II> ID="2">M2, M3, N2 και N3> ID="3"" ID="4">20"> ID="1">III> ID="2">M1 και N1> ID="3"" ID="4">7">

    2.3. Κατοπτρική επιφάνεια και συντελεστές ανακλάσεως

    2.3.1. Η κατοπτρική επιφάνεια ενός κατόπτρου οδηγήσεως πρέπει να είναι είτε επίπεδος ή κυρτή σφαιρική.

    2.3.2. Αποκλίσεις μεταξύ των ακτίνων καμπυλότητος

    2.3.2.1. Η διαφορά μεταξύ ri ή ri και rp σε κάθε σημείο αναφοράς δεν πρέπει να υπερβαίνει το 0,15 r,

    2.3.2.2. η διαφορά μεταξύ κάθε μιας από τις ακτίνες καμπυλότητος (rp1, rp2 και rp3) και της "r" δεν πρέπει να υπερβαίνει το 0,15 r,

    2.3.2.3. όταν το "r" είναι μεγαλύτερο ή ίσο από 3 000 mm, η τιμή του 0,15 r που αναφέρεται στα σημεία 2.3.2.1 και 2.3.2.2 αντικαθίσταται από το 0,25 r.

    2.3.3. Η τιμή του "r" δεν πρέπει να είναι μικρότερη από:

    - 1 800 mm για τα κάποπτρα οδηγήσεως της κλάσεως II,

    - 1 200 mm για τα κάτοπτρα οδηγήσεως των κλάσεων I και III.

    2.3.4. Η τιμή του συντελεστού κανονικής ανακλάσεως, όπως καθορίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο που περιγράφεται στο συμπληρωματικό παράρτημα 2 του παρόντος παραρτήματος, δεν πρέπει να είναι μικρότερη του 40%. Αν το κάτοπτρο είναι δύο θέσεων ("ημέρας" και "νυκτός"), η θέση "ημέρας" πρέπει να επιτρέπει να αναγνωρίζονται τα χρώματα των σημάτων που χρησιμοποιούνται για την οδική κυκλοφορία. Η τιμή του συντελεστού κανονικής αντανακλάσεως στη θέση "νυκτός" δεν πρέπει να είναι μικρότερη από 4%.

    2.3.5. Η κατοπτρική επιφάνεια πρέπει να διατηρεί τα χαρακτηριστικά που καθορίζονται στο σημείο 2.3.4 παρά την παρατεταμένη έκθεσή της σε αντίξοες καιρικές συνθήκες σε κανονικές συνθήκες χρήσεως.

    2.4. Δοκιμές

    2.4.1. Τα κάτοπτρα οδηγήσεως υποβάλλονται σε δοκιμές συμπεριφοράς κρούσεως και κάμψεως επί χοάνης της συνδεδεμένης στο στέλεχος ή στο υποστήριγμα, που περιγράφονται στα σημεία 2.4.2 και 2.4.3.

    2.4.1.1. Η δοκιμή που προβλέπεται στο σημείο 2.4.2 δεν απαιτείται για τα εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως των κλάσεων II ή IIs, των οποίων κανένα τμήμα δεν απέχει λιγότερο των 2 m από το έδαφος, ανεξαρτήτως της θέσεως ρυθμίσεως, όταν το όχημα έχει φορτίο που αντιστοιχεί στο τεχνικώς μέγιστο αποδεκτό βάρος τους.

    Σ' αυτή την περίπτωση, ο κατασκευαστής υποχρεούται να παρέχει μία περιγραφή που να προσδιορίζει ότι το κάτοπτρο οδηγήσεως πρέπει να τοποθετείται κατά τέτοιο τρόπο ώστε κανένα από τα τμήματά του, σε όλες τις δυνατές θέσεις ρυθμίσεως, δεν ευρίσκεται σε ύψος μικρότερο των 2 m άνω του εδάφους όταν το όχημα έχει φορτίο που αντιστοιχεί στο τεχνικώς μέγιστο αποδεκτό βάρος του.

    Καθ' ο μέτρο εφαρμόζεται η παρέκκλιση αυτή, ο βραχίονας πρέπει να φέρει ανεξίτηλα το σύμβολο 2m και στο δελτίο επικυρώσεως πρέπει να γίνεται σχετική αναφορά.

    2.4.2. Δοκιμή συμπεριφοράς σε κρούση

    2.4.2.1. Περιγραφή της διατάξεως δοκιμής

    2.4.2.1.1. Η διάταξη δοκιμής αποτελείται από ένα εκκρεμές ικανό να ταλαντούται περί δύο οριζοντίους άξονες σε ορθές γωνίες μεταξύ τους, ένας από τους οποίους είναι κάθετος στο επίπεδο που περιέχει την τροχιά εκτινάξεως του εκκρεμούς.

    Το άκρο του εκκρεμούς φέρει μία σφύρα αποτελούμενη εξ ακάμπτου σφαίρας διαμέτρου 165 +- 1 mm και καλυπτομένης από ελαστικό πάχους 5 mm σκληρότητος shore A 50.

    Προβλέπεται διάταξη που επιτρέπει τον εντοπισμό της μεγίστης γωνίας που σχηματίζει ο βραχίων στο επίπεδο της εκτινάξεως.

    Ένα υπόβαθρο ακάμπτως στερεωμένο στη δομή του εκκρεμούς χρησιμεύει για τη στερέωση των δειγμάτων υπό τις συνθήκες κρούσεως που καθορίζονται στο σημείο 2.4.2.2.6.

    Η εικόνα 1 κατωτέρω δίδει τις διαστάσεις της εγκαταστάσεως δοκιμής και τις ειδικές κατασκευαστικές διατάξεις.

    Εικόνα 1

    2.4.2.1.2. Το κέντρο κρούσεως του εκκρεμούς ταυτίζεται με το κέντρο της σφαίρας η οποία αποτελεί τη σφύρα. Η απόστασή της "1" από τον άξονα ταλαντώσεως στο επίπεδο εκτινάξεως είναι ίση με 1 m +- 5 mm. Η ανηγμένη μάζα του εκκρεμούς είναι mo = 6,8 +- 0,05 kg (η "m o" συνδέεται με την ολική μάζα "m" του εκκρεμούς και με την απόσταση "d" μεταξύ του κέντρου βάρους του εκκρεμούς και του άξονος περιστροφής του με τη σχέση

    mo = m

    2.4.2.2. Περιγραφή της δοκιμής

    2.4.2.2.1. Η στερέωση του κατόπτρου οδηγήσεως στο υπόβαθρο πραγματοποιείται με τη μέθοδο που έχει προβλέψει ο κατασκευαστής της διατάξεως ή, κατά περίπτωση, ο κατασκευαστής του οχήματος.

    2.4.2.2.2. Προσανατολισμός του κατόπτρου οδηγήσεως για τη δοκιμή.

    2.4.2.2.2.1. Τα κάτοπτρα οδηγήσεως προσανατολίζονται, επί της διατάξεως δοκιμής του εκκρεμούς κατά τρόπο ώστε οι άξονες, ο οριζόντιος και ο κατακόρυφος όταν το κάτοπτρο οδηγήσεως τοποθετείται στο όχημα σύμφωνα με τις οδηγίες τοποθετήσεως που προβλέπονται από τον αιτούντα, να είναι αισθητώς στην ίδια θέση.

    2.4.2.2.2.2. Όταν το κάτοπτρο οδηγήσεως είναι ρυθμιζόμενο σε σχέση με τη βάση, η δοκιμή πρέπει να πραγματοποιηθεί στη θέση την πλέον δυσμενή για την εκτροπή, μέσα στα όρια ρυθμίσεως που προβλέπονται από τον αιτούντα.

    2.4.2.2.2.3. Όταν το κάτοπτρο οδηγήσεως περιλαμβάνει μία διάταξη για τη ρύθμιση της αποστάσεως από τη βάση, αυτή πρέπει να τίθεται στη θέση στην οποία η απόσταση μεταξύ της χοάνης και της βάσεως είναι η μικρότερη.

    2.4.2.2.2.4. Όταν η κατοπτρική επιφάνεια είναι κινητή εντός της χοάνης πρέπει να έχει ρυθμισθεί κατά τρόπο ώστε η πλέον απομεμακρυσμένη από το όχημα ανωτέρα γωνία να είναι στην πλέον προεξέχουσα θέση σε σχέση με τη χοάνη.

    2.4.2.2.3. Με εξαίρεση την περίπτωση της δοκιμής 2 για εσωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως (βλέπε σημείο 2.4.2.2.6.1), όταν το εκκρεμές είναι σε κατακόρυφη θέση, τα οριζόντια και διαμήκη κατακόρυφα επίπεδα που διέρχονται δια του κέντρου της σφύρας πρέπει να διέρχονται δια του κέντρου του κατόπτρου, όπως καθορίζεται στο σημείο 1.10. Η διαμήκης κατεύθυνση ταλαντώσεως του εκκρεμούς πρέπει να είναι παράλληλος προς το διάμηκες στο μέσο του οχήματος επίπεδο.

    2.4.2.2.4. Όταν, σύμφωνα με τις συνθήκες ρυθμίσεως που προβλέπονται στα σημεία 2.4.2.2.1 και 2.4.2.2.2, τμήματα του κατόπτρου οδηγήσεως περιορίζουν την επιστροφή της σφύρας, το σημείο κρούσεως πρέπει να μετατοπίζεται σε μία κατεύθυνση κάθετη προς τον θεωρούμενο άξονα περιστροφής ή τον διερχόμενο από το σημείο περί το οποίο κινείται. Η μετατόπιση αυτή πρέπει να είναι η απολύτως αναγκαία για την εκτέλεση της δοκιμής. Πρέπει να περιορίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε:

    - είτε η σφαίρα που οριοθετεί τη σφύρα παραμένει τουλάχιστον εφαπτόμενη με τον κύλινδρο που ορίζεται στην παράγραφο 2.1.4,

    - είτε η επαφή της σφύρας πραγματοποιείται σε απόσταση 10 mm τουλάχιστον από την περιφέρεια της κατοπτρικής επιφανείας.

    2.4.2.2.5. Η δοκιμή συνίσταται στη ρίψη της σφύρας από ύψος που αντιστοιχεί σε γωνία 60o του εκκρεμούς σε σχέση με την κατακόρυφο, έτσι ώστε η σφύρα να κτυπήσει το κάτοπτρο οδηγήσεως τη στιγμή που το εκκρεμές φθάνει στην κατακόρυφη θέση.

    2.4.2.2.6. Τα κάτοπτρα οδηγήσεως πλήττονται υπό τις ακόλουθες διαφορετικές συνθήκες:

    2.4.2.2.6.1. Εσωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως

    - Δοκιμή 1: το σημείο κρούσεως είναι αυτό που ορίζεται στο σημείο 2.4.2.2.3. Η κρούση πρέπει να γίνει έτσι ώστε η σφύρα να κτυπήσει το κάτοπτρο οδηγήσεως επί της κατοπτρικής επιφανείας.

    - Δοκιμή 2: στο χείλος της χοάνης, έτσι ώστε η προκαλουμένη κρούση να σχηματίζει γωνία 45o με το επίπεδο του κατόπτρου και να ευρίσκεται στο οριζόντιο επίπεδο που διέρχεται από το κέντρο του κατόπτρου. Η κρούση έχει κατεύθυνση προς την πλευρά της κατοπτρικής επιφανείας.

    2.4.2.2.6.2. Εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως

    - Δοκιμή 1: το σημείο κρούσεως είναι αυτό που ορίζεται στα σημεία 2.4.2.2.3 ή 2.4.2.2.4. Η σύγκρουση πρέπει να γίνει έτσι ώστε η σφύρα να κτυπήσει το κάτοπτρο οδηγήσεως επί της κατοπτρικής επιφανείας.

    - Δοκιμή 2: το σημείο κρούσεως είναι αυτό που ορίζεται στο σημείο 2.4.2.2.3 ή 2.4.2.2.4. Η κρούση πρέπει να γίνει έτσι ώστε η σφύρα να κτυπήσει το κάτοπτρο οδηγήσεως στην πλευρά την αντίθετη προς την κατοπτρική επιφάνεια.

    2.4.3. Δοκιμή κάμψεως επί της συνδεδεμένης με το στέλεχος χοάνης:

    2.4.3.1. Περιγραφή της δοκιμής:

    Η χοάνη τοποθετείται οριζοντίως εντός μιας διατάξεως κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δυνατόν να ακινητοποιηθούν στερεώς τα τμήματα ρυθμίσεως του υποβάθρου στηρίξεως. Κατά τη φορά της μεγαλύτερης διαστάσεως της χοάνης, το πλησιέστερο άκρο προς το σημείο στερεώσεως επί του τμήματος ρυθμίσεως του υποβάθρου ακινητοποιείται δι' ενός ακάμπτου αντιστηρίγματος πλάτους 15 mm που καλύπτει όλο το πλάτος της χοάνης.

    Στο άλλο άκρο, ένα αντιστήριγμα όμοιο με αυτό που περιγράφεται ανωτέρω, τοποθετείται επί της χοάνης για να εφαρμοσθεί επ' αυτού το προβλεπόμενο φορτίο δοκιμής, (εικόνα 2).

    Επιτρέπεται να στερεωθεί το άκρο της χοάνης το αντίθετο προς αυτό επί του οποίου εφαρμόζεται η δύναμη αντί απλώς να συγκρατείται στη θέση του, όπως φαίνεται στην εικόνα 2.

    Παράδειγμα διατάξεως δοκιμών κάμψεως των χοανών των κατόπτρων οδηγήσεως.

    Εικόνα 2

    2.4.3.2. Το φορτίο δοκιμής είναι 25 kg. Εφαρμόζεται επί ένα λεπτό.

    2.5. Αποτελέσματα των δοκιμών

    2.5.1. Στις δοκιμές που προβλέπονται στο σημείο 2.4.2. το εκκρεμές πρέπει να συνεχίζει την κίνησή του μετά την κρούση κατά τέτοιο τρόπο ώστε η προβολή της λαμβανομένης από τον βραχίονα θέσεως επί του επιπέδου εκτινάξεως να σχηματίζει γωνία τουλάχιστον 20o με την κατακόρυφο.

    Η ακρίβεια της μετρήσεως της γωνία είναι +- 1o.

    Η προδιαγραφή αυτή δεν εφαρμόζεται στα κάτοπτρα οδηγήσεως που είναι προσκεκολλημένα στο αλεξίνεμο, για τα οποία πρέπει να εφαρμόζεται, μετά τη δοκιμή, η προδιαγραφή που ορίζεται στο σημείο 2.5.2.

    2.5.2. Κατά τη διάρκεια των δοκιμών που προβλέπονται στο σημείο 2.4.2 για τα κάτοπτρα οδηγήσεως που είναι προσκολλημένα στο αλεξίνεμο, στην περίπτωση θραύσεως του υποβάθρου του κατόπτρου οδηγήσεως, το εναπομένον τμήμα δεν πρέπει να προεξέχει σε σχέση με τη βάση πλέον του 1 cm και το εναπομένον περίγραμμα μετά την δοκιμή πρέπει να πληροί τους όρους του σημείου 2.1.3.

    2.5.3. Το κάτοπτρο δεν πρέπει να θραύεται κατά τη διάρκεια των δοκιμών που προβλέπονται στα σημεία 2.4.2 και 2.4.3. Εν τούτοις, θραύση του κατόπτρου είναι αποδεκτή, αν πληρούται ένας από τους ακόλουθους όρους:

    2.5.3.1. τα θραύσματα παραμένουν προσκολλημένα στο βάθος της χοάνης ή σε επιφάνεια στερεά συνδεδεμένη στην χοάνη. Εν τούτοις μερική αποκόλληση της υάλου είναι επιτρεπτή, υπό τον όρο ότι δεν υπερβαίνει τα 2,5 mm εκατέρωθεν των ρωγμών. Είναι επιτρεπτό μικρά θραύσματα να αποκολλώνται από την επιφάνεια της υάλου στο σημείο κρούσεως.

    2.5.3.2. το κάτοπτρο είναι εξ υάλου ασφαλείας.

    2.6. Προϋποθέσεις επικυρώσεως ΕΟΚ και σήμανση

    2.6.1. Αίτηση επικυρώσεως ΕΟΚ.

    2.6.1.1. Η αίτηση επικυρώσεως ΕΟΚ ενός τύπου κατόπτρου οδηγήσεως υποβάλλεται από τον κάτοχο του βιομηχανικού ή εμπορικού σήματος ή από τον εντολοδόχο του.

    2.6.1.2. Για κάθε τύπο κατόπτρου οδηγήσεως η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από:

    2.6.1.2.1. μία τεχνική περιγραφή, που να καθορίζει ιδίως τον ή τους τύπους οχημάτων για τα οποία προορίζεται το κάτοπτρο οδηγήσεως-

    2.6.1.2.2. επαρκώς λεπτομερή σχέδια που επιτρέπουν την αναγνώριση του κατόπτρου οδηγήσεως και τις οδηγίες τοποθετήσεως: τα σχέδια πρέπει να δείχνουν την προβλεπόμενη θέση για το σήμα επικυρώσεως ΕΟΚ-

    2.6.1.2.3. τέσσερα κάτοπτρα οδηγήσεως: τρία για τις δοκιμές και ένα που θα παραμείνει στο εργαστήριο για οποιοδήποτε περαιτέρω έλεγχον ο οποίος πιθανόν να αποδειχθεί αναγκαίος εν συνεχεία. Είναι δυνατό να απαιτηθούν και άλλα δείγματα, εφόσον ζητηθούν από το εργαστήριο.

    2.6.2. Σήμα επικυρώσεως ΕOΚ

    2.6.2.1. Το σήμα επικυρώσεως ΕΟΚ αποτελείται από ένα ορθογώνιο στο εσωτερικό του οποίου τοποθετείται το γράμμα "e" μικρό που ακολουθείται από έναν αριθμό ή γράμματα ενδεικτικά της χώρας που εχορήγησε την επικύρωση (1 για τη Γερμανία, 2 για τη Γαλλία, 3 για την Ιταλία, 4 για την Ολλανδία, 6 για το Βέλγιο, 11 για το Ηνωμένο Βασίλειο, 13 για το Λουξεμβούργο, 18 για τη Δανία, IRL για την Ιρλανδία) και από έναν αριθμό επικυρώσεως τοποθετημένο πλησίον του ορθογωνίου. Ο αριθμός αυτός αποτελείται από τον αριθμό επικυρώσεως ΕΟΚ που αναγράφεται στο δελτίο που συμπληρώνεται για τον τύπο (βλέπε παράρτημα II), στον οποίο προτάσσονται δύο ψηφία που δεικνύουν τον αύξοντα αριθμό της πλέον προσφάτου τροποποιήσεως της οδηγίας 71/127/ΕΟΚ του Συμβουλίου, κατά την ημέρα που εχορηγήθη η επικύρωση ΕΟΚ. Ο αύξων αριθμός και ο αριθμός επικυρώσεως που αναγράφονται στο δελτίο χωρίζονται δι' ενός αστερίσκου. Για την παρούσα οδηγία ο αύξων αριθμός είναι το 01.

    2.6.2.2. Το ανωτέρω αναφερόμενο σήμα επικυρώσεως (σύμβολο και αριθμός) εναποτίθεται σ' ένα βασικό τμήμα του κατόπτρου οδηγήσεως κατά τρόπο ανεξίτηλο και ευανάγνωστο ακόμη και όταν το κάτοπτρο οδηγήσεως είναι τοποθετημένο επί του οχήματος.

    Παραδείγματα σημάτων επικυρώσεως ΕΟΚ (1)

    3. ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΩΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ 3.1. Γενικότητες

    3.1.1. Κάθε κάτοπτρο οδηγήσεως πρέπει να είναι στερεωμένο κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μη μετακινείται κατά τρόπο που να μεταβάλλει αισθητώς το οπτικό πεδίο, όπως αυτό μετρείται, ή που να μη δονείται σε βαθμό ώστε ο οδηγός θα παρερμήνευε τη φύση του λαμβανομένου ειδώλου.

    3.1.1.1. Οι συνθήκες του σημείου 3.1.1 πρέπει να διατηρούνται όταν το όχημα κινείται σε ταχύτητες μέχρι του 80% της μεγίστης προβλεπομένης ταχύτητος, αλλά όχι άνω των 150 km/h.

    3.1.2. Τα εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως τα τοποθετημένα σε οχήματα των κατηγοριών M2M3N2 και N3 πρέπει να είναι της κλάσεως II και αυτά που είναι τοποθετημένα επί οχημάτων των κατηγοριων M1 και N1 πρέπει να είναι των κλάσεων II ή III.

    3.2. Αριθμός και θέση

    3.2.1. Τα κάτοπτρα οδηγήσεως πρέπει να τοποθετούνται έτσι ώστε να επιτρέπουν στον οδηγό, όταν κάθεται επί του καθίσματός του σε κανονική στάση οδηγήσεως, να ελέγχει την οδό προς τα όπισθεν του οχήματος.

    3.2.2. Κάθε όχημα των κατηγοριών M1 και N1 πρέπει να φέρει ένα εσωτερικό και ένα εξωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως. Το εξωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως πρέπει να τοποθετείται στην αριστερή πλευρά του οχήματος στα Κράτη Μέλη στα οποία η κυκλοφορία γίνεται στα δεξιά και στη δεξιά πλευρά του οχήματος στα Κράτη Μέλη στα οποία η κυκλοφορία γίνεται στα αριστερά.

    3.2.2.1. Όταν το εσωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως δεν πληροί τις προδιαγραφές που ορίζονται στο σημείο 3.4.2, ένα πρόσθετο εξωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως πρέπει να τοποθετείται στο όχημα. Το κάτοπτρο αυτό πρέπει να τοποθετείται στη δεξιά πλευρά του οχήματος στα Κράτη Μέλη στα οποία η κυκλοφορία γίνεται στα αριστερά του δρόμου και στην αριστερή πλευρά του οχήματος στα Κράτη Μέλη στα οποία η κυκλοφορία γίνεται στα δεξιά.

    3.2.2.2. Εάν το εσωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως δεν εξασφαλίζει καμμιά ορατότητα προς τα όπισθεν, η παρουσία του δεν απαιτείται.

    3.2.3. Κάθε όχημα των κατηγοριών M2,M3, N2 και N3 πρέπει να φέρει δύο εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως, ένα για κάθε πλευρά του οχήματος.

    3.2.4. Τα εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως, πρέπει να είναι ορατά δια μέσου των πλευρικών υαλοπινάκων ή δια μέσου του τμήματος του αλεξινέμου το οποίο σαρώνεται από τον υαλοκαθαριστήρα. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στα εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως που τοποθετούνται στη δεξιά πλευρά των οχημάτων των κατηγοριών M2 και M3 στα Κράτη Μέλη στα οποία η κυκλοφορία γίνεται στα δεξιά και στην αριστερή πλευρά των οχημάτων των ιδίων κατηγοριών στα Κράτη Μέλη στα οποία η κυκλοφορία γίνεται στα αριστερά.

    3.2.5. Για κάθε όχημα το οποίο κατά τη διάρκεια των δοκιμών μετρήσεως του οπτικού πεδίου έχει τη μορφή πλαίσιο/θάλαμος, τα ελάχιστα και μέγιστα πλάτη του αμαξώματος πρέπει να καθορίζονται από τον κατασκευαστή και, κατά περίπτωση, να υποκαθιστούνται με τεχνητά τοιχώματα. Όλες οι διαμορφώσεις του οχήματος και των κατόπτρων οι οποίες λαμβάνονται υπόψη κατά τη διάρκεια των δοκιμών πρέπει να αναφέρονται στο δελτίο επικυρώσεως.

    3.2.6. Η χρήση ενός κατόπτρου με δύο επίπεδα ή διπλού δεν επιτρέπεται αν τα δύο επίπεδα είναι αναγκαία για να πληρούνται οι σχετικές με το οπτικό πεδίο προδιαγραφές. Εν τούτοις, αν το κυρίως κάτοπτρο πληροί όλες τις απαιτήσεις για ένα κάτοπτρο κλάσεως II ή III, είναι αποδεκτό. Το βοηθητικό κάτοπτρο θα ληφθεί υπόψη κατά τον καθορισμό του ύψους από το έδαφος και της προεξοχής σύμφωνα με το σημείο 3.2.10. Το περίγραμμα του βοηθητικού κατόπτρου πρέπει επίσης να πληροί τις προδιαγραφές που εξειδικεύονται στο σημείο 2.1.2.

    3.2.7. Το προδιαγραφόμενο εξωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως στην πλευρά του οδηγού του οχήματος πρέπει να είναι τοποθετημένο κατά τρόπο ώστε η γωνία μεταξύ του διαμήκους κατακορύφου στο μέσο του οχήματος επιπέδου και του κατακορύφου επιπέδου που διέρχεται δια του κέντρου του κατόπτρου οδηγήσεως και δια του μέσου του ευθυγράμμου τμήματος των 65 mm το οποίο ενώνει τα δύο προσοφθάλμια σημεία του οδηγού να μην είναι μεγαλύτερα των 55o.

    3.2.8. Το κάτοπτρο οδηγήσεως σε σχέση με το εξωτερικό περίγραμμα του οχήματος δεν πρέπει να προεξέχει αισθητά περισσότερο από αυτό που είναι αναγκαίο για να τηρούνται τα προδιαγεγραμμένα στο σημείο 3.4 οπτικά πεδία.

    3.2.9. Όταν το κατώτερο άκρο ενός εξωτερικού κατόπτρου οδηγήσεως ευρίσκεται σε απόσταση μικρότερη των 2 m άνω του εδάφους, όταν το όχημα είναι φορτωμένο, αυτό το κάτοπτρο οδηγήσεως δεν πρέπει να προεξέχει πλέον των 0,20 m σε σχέση με το άκρο του πλάτους απ' άκρου σε άκρο του οχήματος που δεν είναι εξοπλισμένο με το κάτοπτρο οδηγήσεως.

    3.2.10. Υπό τις συνθήκες που αναφέρονται στα σημεία 3.2.8 και 3.2.9, τα κάτοπτρα οδηγήσεως μπορούν να προεξέχουν από τα μέγιστα επιτρεπόμενα πλάτη των οχημάτων.

    3.3. Ρύθμιση

    3.3.1. Το εσωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως πρέπει να δύναται να ρυθμισθεί από τον οδηγό από την θέση οδηγήσεως.

    3.3.2. Το εξωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως το οποίο είναι τοποθετημένο στην πλευρά του οδηγού πρέπει να δύναται να ρυθμισθεί από το εσωτερικό του οχήματος, όταν η θύρα είναι κλειστή, αν και ο υαλοπίνακας δύναται να είναι ανοικτός. Εν τούτοις, η σταθεροποίηση είναι δυνατό να γίνεται από το εξωτερικό.

    3.3.3. Δεν υπάγονται στις προδιαγραφές του σημείου 3.3.2 τα εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως τα οποία, αφού αναδιπλωθούν υπό την ενέργεια μιας ωθήσεως, δύνανται να επανέλθουν στην προηγούμενη θέση τους χωρίς ρύθμιση.

    3.4. Οπτικό πεδίο

    3.4.1. Γενικότητες

    Τα οπτικά πεδία που ορίζονται κατωτέρω πρέπει να λαμβάνονται δια αμφιοφθάλμιου οράσεως, των οφθαλμών ταυτιζομένων με τα "προσοφθάλμια σημεία του οδηγού" όπως ορίζονται στο σημείο 1.12. Τα οπτικά πεδία καθορίζονται όταν το όχημα είναι σε ετοιμότητα κινήσεως όπως ορίζεται στο σημείο 2.6. του παραρτήματος I της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ και μεταφέρει έναν επιβάτη στο εμπρόσθιο κάθισμα, βάρους 75 kg +- 1%. Πρέπει να λαμβάνονται δια μέσου των υαλοπινάκων των οποίων ο ολικός συντελεστής μεταδόσεως του φωτός είναι τουλάχιστον 70%, μετρούμενος καθέτως προς την επιφάνεια.

    3.4.2. Εσωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως

    Το οπτικό πεδίο πρέπει να είναι τέτοιο ώστε ο οδηγός να δύναται να βλέπει τουλάχιστον ένα τμήμα επιπέδου και οριζοντίας οδού κεντρωμένο στο διάμηκες κατακόρυφο στο μέσο του οχήματος επίπεδο, από του ορίζοντος έως μία απόσταση 60 m όπισθεν των προσοφθαλμίων σημείων και σε πλάτος 20 m (εικόνα 3).

    3.4.2.1. Είναι επιτρεπτή ελάττωση του οπτικού πεδίου οφειλομένη στην παρουσία προσκεφάλου και διατάξεων, όπως κυρίως σκιάδιο, οπίσθιος υαλοκαθαριστήρας και στοιχεία θερμάνσεως, υπό τον όρο ότι δεν αποκρύβουν πλέον του 15% του προδιαγραφομένου οπτικού πεδίου όταν προβάλλονται επί κατακορύφου επιπέδου καθέτου στο διάμηκες στο μέσο του οχήματος επίπεδο.

    3.4.3. Αριστερό εξωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως, για οχήματα κινούμενα στο δεξιό της οδού και δεξιό εξωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως, για οχήματα κινούμενα στο αριστερό της οδού.

    3.4.3.1. Το οπτικό πεδίο πρέπει να είναι τέτοιο ώστε ο οδηγός να δύναται να βλέπει τουλάχιστον ένα τμήμα επιπέδου και οριζοντίας οδού πλάτους 2,50 m, το οποίο περιορίζεται εκ δεξιών (για οχήματα που κινούνται στα δεξιά), ή εξ αριστερών (για οχήματα που κινούνται στα αριστερά) από το επίπεδο το παράλληλο προς το διάμηκες κατακόρυφο στο μέσο του οχήματος επίπεδο και το οποίο διέρχεται από το αριστερό άκρο (για οχήματα που κινούνται στα δεξιά) ή από το δεξιό άκρο (για οχήματα που κινούνται στα αριστερά) του πλάτους απ' άκρου σε άκρο, και που εκτείνεται από 10 m όπισθεν των προσοφθαλμίων σημείων του οδηγού μέχρι τον ορίζοντα (εικόνα 4).

    3.4.4. Δεξιό εξωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως, για οχήματα που κινούνται στα δεξιά και αριστερό εξωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως, για οχήματα που κινούνται στα αριστερά.

    3.4.4.1. Το οπτικό πεδίο πρέπει να είναι τέτοιο ώστε ο οδηγός να δύναται να βλέπει τουλάχιστον ένα τμήμα επιπέδου και οριζοντίας οδού πλάτους 3,50 m, το οποίο περιορίζεται εξ αριστερών (για οχήματα που κινούνται στα δεξιά), ή εκ δεξιών (για οχήματα που κινούνται στα αριστερά) από το επίπεδο το παράλληλο προς το διάμηκες κατακόρυφο στο μέσο του οχήματος επίπεδο και το οποίο διέρχεται από το δεξιό άκρο (για οχήματα που κινούνται στα δεξιά) ή από το αριστερό άκρο (για οχήματα που κινούνται στα αριστερά) του πλάτους απ' άκρου σε άκρο και που εκτείνεται από 30 m όπισθεν των προσοφθαλμίων σημείων του οδηγού μέχρι τον ορίζοντα.

    3.4.4.2. Εξ άλλου, ο οδηγός πρέπει να δύναται να αρχίζει να βλέπει την οδό σε πλάτος 0,75 m εκείθεν των 4 m όπισθεν του κατακορύφου επιπέδου που διέρχεται από τα προσοφθάλμια σημεία του οδηγού (εικόνα 4).

    3.4.5. Εμπόδια

    Στα προδιαγραφόμενα ανωτέρω οπτικά πεδία, δεν λαμβάνονται υπόψη εμπόδια τα οποία προκαλούνται από τις χειρολαβές θυρών, τους φανούς όγκων, τους δείκτες πορείας, τα άκρα των οπισθίων προφυλακτήρων ως επίσης και τα εμπόδια που οφείλονται στο αμάξωμα ή που ομοιάζουν προς αυτά που προκαλούνται από τα ανωτέρω αναφερθέντα στοιχεία.

    3.4.6. Διαδικασία δοκιμής

    Το οπτικό πεδίο καθορίζεται δια της τοποθετήσεως ισχυρών φωτεινών πηγών στα προσοφθάλμια σημεία και δι' ελέγχου του ανακλωμένου φωτός επί κατακορύφου πετάσματος ελέγχου. Άλλες ισοδύναμες μέθοδοι είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται.

    Εσωτερικό κάτοπτρο οδηγήσεως

    Εξωτερικά κάτοπτρα οδηγήσεως Παράδειγμα οχήματος κινουμένου στα δεξιά

    Συμπληρωματικό παράρτημα 1 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΑΚΤΙΝΟΣ ΚΑΜΠΥΛΟΤΗΤΟΣ "r" ΤΗΣ ΚΑΤΟΠΤΡΙΚΗΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΤΟΠΤΡΟΥ 1. ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ

    1.1. Σύνολο συσκευών

    Χρησιμοποιείται η συσκευή που ονομάζεται "σφαιρόμετρο" και περιγράφεται στην εικόνα 1.

    1.2. Σημεία μετρήσεως

    1.2.1. Η μέτρηση των κυρίων ακτίνων καμπυλότητος πραγματοποιείται σε τρία σημεία ευρισκόμενα όσο το δυνατόν πλησιέστερον στις θέσεις του ενός τρίτου, του ημίσεως και των δύο τρίτων του τόξου της κατοπτρικής επιφανείας που διέρχεται δια του κέντρου του κατόπτρου και που είναι παράλληλο του τμήματος β, ή του τόξου που διέρχεται δια του κέντρου του κατόπτρου και που είναι κάθετο σ' αυτό αν το τόξο αυτό είναι το μεγαλύτερο.

    1.2.2. Πάντως, αν οι διαστάσεις του κατόπτρου καθιστούν αδύνατες τις μετρήσεις στις κατευθύνσεις που καθορίζονται στο σημείο 1.8 του παραρτήματος I, οι τεχνικές υπηρεσίες οι επιφορτισμένες με τις δοκιμές δύνανται να προβαίνουν σε μετρήσεις στο υπόψη σημείο σε δύο κάθετες διευθύνσεις όσο το δυνατόν πλησιέστερες προς αυτές που προδιαγράφονται ανωτέρω.

    2. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΚΤΙΝΟΣ ΚΑΜΠΥΛΟΤΗΤΟΣ (r)

    το "r", εκφραζόμενο σε mm υπολογίζεται από τον τύπο:

    r =

    όπου:

    rp1 η ακτίνα καμπυλότητος στο πρώτο σημείο μετρήσεως,

    rp2 η ακτίνα καμπυλότητος στο δεύτερο σημείο μετρήσεως,

    rp3 η ακτίνα καμπυλότητος στο τρίτο σημείο μετρήσεως

    Εικόνα 1

    Συμπληρωματικό παράρτημα 2 ΜΕΘΟΔΟΣ ΔΟΚΙΜΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΑΝΑΚΛΑΣΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΟΣ 1. ΟΡΙΣΜΟΙ

    1.1. Πρότυπο φωτεινό σήμα CIE A (2):χρωματομετρικό φωτεινό σήμα που αντιπροσωπεύει το μέλαν σώμα σε T68 = 2855,6 kelvins.

    1.2. Πρότυπη πηγή CIE Α(2): λυχνία αερίου με νήμα βολφραμίου που λειτουργεί σε θερμοκρασία χρώματος κατά προσέγγιση T68 = 2855,6 kelvins.

    1.3. Παρατηρητής χρωματομετρικής αναφοράς CIE 1931(2): δέκτης ακτινοβολίας του οποίου τα χρωματομετρικά χαρακτηριστικά αντιστοιχούν προς τις τριχρωματικές φασματικές συνιστώσες κ(λ), υ(λ), ζ(λ) (βλέπε πίνακα).

    1.4. Τριχρωματικές φασματικές συνιστώσες CIE: τριχρωματικές συνιστώσες στο σύστημα CIE (ΧΥΖ), των μονοχρωματικών στοιχείων ενός φάσματος ίσης ενεργείας.

    1.5. Φωτοπική όραση"(2): όραση του κανονικού οφθαλμού όταν είναι προσαρμοσμένος σε επίπεδα φωτισμού τουλάχιστον αρκετών candelas ανά τετραγωνικό μέτρο.

    2. ΣΥΝΟΛΟ ΣΥΣΚΕΥΩΝ

    2.1. Γενικότητες

    Το σύνολο συσκευών πρέπει να συνίσταται από μία φωτεινή πηγή, ένα υποστήριγμα για το δείγμα, ένα δέκτη φωτοηλεκτρικού κύτταρου και ένα δείκτη (βλέπε εικόνα 1), καθώς και από τα απαραίτητα μέσα για την εξάλειψη των φαινομένων του εξωτερικού φωτός. Ο δέκτης δύναται να έχει ενσωματωμένη μία σφαίρα του Ulbricht για να διευκολύνει την μέτρηση των συντελεστών ανακλάσεως των μη επιπέδων (κυρτών) κατόπτρων οδηγήσεως (βλέπε εικόνα 2).

    2.2. Φασματικά χαρακτηριστικά της φωτεινής πηγής και του δέκτου.

    Η φωτεινή πηγή πρέπει να είναι μία πρότυπη πηγή CIE A συνδεδεμένη με ένα οπτικό σύστημα που επιτρέπει την επίτευξη μίας δέσμης φωτεινών ακτίνων σχεδόν παραλλήλων. Συνιστάται να προβλέπεται ένας σταθεροποιητής τάσεως για να διατηρείται σταθερή η τάση του λαμπτήρος καθ' όλη τη διάρκεια λειτουργίας της συσκευής.

    Ο δέκτης πρέπει να περιλαμβάνει ένα φωτοηλεκτρικό κύτταρο του οποίου η φασματική απόκριση είναι ανάλογη προς την λειτουργία της φωτοοπτικής φωτεινότητος του παρατηρητού χρωματομετρικής αναφοράς CIE (1931) (βλέπε πίνακα). Οποιοσδήποτε άλλος συνδυασμός φωτεινού σήματος-φίλτρου-δέκτου που να δίνει ένα συνολικό ισοδύναμο προς το πρότυπο φωτεινό σήμα CIE A και την φωτοοπτική όραση δύναται επίσης να χρησιμοποιείται. Αν ο δέκτης φέρει μία σφαίρα του Ulbricht, η εσωτερική επιφάνεια της σφαίρας πρέπει να επικαλύπτεται με στρώμα χρώματος λευκού ματ (διακεχυμένου) και μη εκλεκτικού φασματικώς.

    2.3. Γεωμετρικές συνθήκες

    Η δέσμη των ακτίνων προσπτώσεως πρέπει, κατά προτίμηση, να σχηματίζει γωνία (θ) 0,44 +- 0,09 rad (25 +- 5o) με την κάθετο στην επιφάνεια δοκιμής. Η γωνία αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει, πάντως, το ανώτατο όριο ανοχής, δηλαδή τα 0,53 rad ή τις 30o. Ο άξονας του δέκτη πρέπει να σχηματίζει γωνία (Θ) με αυτή την κάθετο ίση προς αυτή της δέσμης των ακτίνων προσπτώσεως (βλέπε εικόνα 1). Κατά την άφιξή της στην επιφάνεια δοκιμής, η δέσμη προσπτώσεως, πρέπει να έχει διάμετρο τουλάχιστον 19 mm. Η ανακλωμένη δέσμη δεν πρέπει να είναι περισσότερο ευρεία από την ευαίσθητη επιφάνεια του φωτοηλεκτρικού κυττάρου, δεν πρέπει να καλύπτει ολιγότερο από το 50% της επιφανείας αυτής και πρέπει, αν είναι δυνατό, να καλύπτει το ίδιο τμήμα επιφανείας με την δέσμη που χρησιμοποιήθηκε για τη βαθμονόμηση του οργάνου.

    Αν ο δέκτης περιλαμβάνει μία σφαίρα του Ulbricht, αυτή πρέπει να έχει ελάχιστη διάμετρο 127 mm. Τα ανοίγματα στα τοιχώματα της σφαίρας για το δείγμα και τη δέσμη προσπτώσεως πρέπει να είναι επαρκούς μεγέθους για να επιτρέπουν να διέρχονται εξ ολοκλήρου οι φωτεινές δέσμες προσπτώσεως και ανακλάσεως. Το φωτοηλεκτρικό κύτταρο πρέπει να είναι τοποθετημένο με τέτοιο τρόπο ώστε να μη δέχεται απ' ευθείας το φως της δέσμης προσπτώσεως ή της δέσμης ανακλάσεως.

    2.4. Ηλεκτρικά χαρακτηριστικά της μονάδος φωτοηλεκτρικού κυττάρου-δείκτη

    Η ισχύς του φωτοηλεκτρικού κυττάρου που είναι σημειωμένη στο δείκτη πρέπει να είναι μία γραμμική συνάρτηση της φωτεινής εντάσεως της φωτοευαίσθητης επιφανείας, πρέπει να προβλέπονται μέσα (ηλεκτρικά ή οπτικά ή και τα δύο) για να διευκολύνονται οι μηδενισμοί και οι ρυθμίσεις βαθμονομήσεως. Τα μέσα αυτά δεν πρέπει να επηρεάζουν την γραμμικότητα ή τα φασματικά χαρακτηριστικά του οργάνου. Η ακρίβεια του συνόλου δέκτης-δείκτου πρέπει να είναι +- 2% της πλήρους κλίμακος ή +- 10% της μικροτέρας μετρουμένης τιμής.

    2.5. Υποστήριγμα του δείγματος

    Ο μηχανισμός πρέπει να επιτρέπει την τοποθέτηση του δείγματος με τέτοιο τρόπο ώστε ο άξονας του βραχίονα της πηγής και αυτός του βραχίονα του δέκτου να διασταυρώνονται στο επίπεδο της κατοπτρικής επιφανείας. Αυτή η κατοπτρική επιφάνεια δύναται να ευρίσκεται στο εσωτερικό ή σε μία από τις δύο πλευρές του δείγματος του κατόπτρου οδηγήσεως, ανάλογα με το αν είναι κάτοπτρο οδηγήσεως πρώτης επιφανείας, δευτέρας επιφανείας ή πρισματικό τύπου "flip".

    3. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    3.1. Μέθοδος αμέσου βαθμονομήσεως

    Στην μέθοδο της αμέσου βαθμονομήσεως, ως πρότυπο δείγμα αναφοράς χρησιμοποιείται ο αέρας. Αυτή η μέθοδος εφαρμόζεται για τα όργανα αυτά που είναι κατασκευασμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτρέπουν μία βαθμονόμηση 100% της κλίμακος δι' αμέσου προσανατολισμού του δέκτου εντός του άξονα της φωτεινής πηγής (βλέπε εικόνα 1).

    Αυτή η μέθοδος επιτρέπει σε ορισμένες περιπτώσεις (για την μέτρηση, παραδείγματος χάρη, επιφανειών χαμηλής ανακλαστικής ικανότητος) να λαμβάνεται ένα ενδιάμεσο σημείο βαθμονομήσεως (μεταξύ 0 και 100% της κλίμακος). Στις περιπτώσεις αυτές, ένα φίλτρο ουδετέρας πυκνότητος και γνωστού συντελεστού μεταδόσεως πρέπει να παρεμβάλλεται στην οπτική τροχιά και να ρυθμίζεται το σύστημα βαθμονομήσεως έως ότου ο δείκτης να σημειώνει το επί τοις εκατό ποσοστό της μεταδόσεως που αντιστοιχεί στο φίλτρο ουδετέρας πυκνότητος. Το φίλτρο αυτό πρέπει να αφαιρείται πριν να πραγματοποιηθούν οι μετρήσεις ανακλαστικής ικανότητος.

    3.2. Μέθοδος εμμέσου βαθμονομήσεως

    Η μέθοδος εμμέσου βαθμονομήσεως εφαρμόζεται στα όργανα με πηγή και δέκτη καθορισμένης γεωμετρικής μορφής. Απαιτεί ένα πρότυπο δείγμα ανακλάσεως καταλλήλως βαθμονομημένο και συντηρημένο. Αυτό το πρότυπο δείγμα θα είναι κατά προτίμηση ένα επίπεδο κάτοπτρο οδηγήσεως του οποίου ο συντελεστής ανακλάσεως είναι όσο το δυνατόν πλησιέστερος προς αυτόν των δοκιμαζομένων δειγμάτων.

    3.3. Μέτρηση επί επιπέδου κατόπτρου οδηγήσεως

    Ο συντελεστής ανακλάσεως των δειγμάτων των επιπέδων κατόπτρων δύναται να μετρείται με την βοήθεια οργάνων που λειτουργούν βάσει της αρχής της αμέσου ή της εμμέσου βαθμονομήσεως. Η τιμή του συντελεστού ανακλάσεως αναγιγνώσκεται απ' ευθείας επί της πινακίδος ενδείξεων του δείκτου του οργάνου.

    3.4. Μέτρηση επί μη επιπέδου κατόπτρου οδηγήσεως (κυρτού)

    Η μέτρηση του συντελεστού ανακλάσεως των μη επιπέδων κατόπτρων οδηγήσεως (κυρτών) απαιτεί την χρησιμοποίηση οργάνων στα οποία είναι ενσωματωμένη μία σφαίρα του Ulbricht στον δέκτη (βλέπε εικόνα 2). Αν το όργανο αναγνώσεων της σφαίρας με ένα πρότυπο δείγμα κατόπτρου συντελεστού ανακλάσεως E% δίδει ne διαιρέσεις, τότε με ένα κάτοπτρο αγνώστου ανακλάσεως, nx διαιρέσεις θα αντιστοιχούν σε ένα συντελεστή ανακλάσεως X%, που δίδεται από τον τύπο:

    X = E

    Δείκτης με ρυθμίσεις

    Τιμές των φασματικών τριχρωματικών συνιστωσών του παρατηρητή χρωματομετρικής αναφοράς CIE: 1931(3)

    Ο παρών πίνακας έχει ληφθεί από τη δημοσίευση CEI 50(45) (1970)

    "" ID="1">380> ID="2">0-001 4> ID="3">0-000 0> ID="4">0-006 5"> ID="1">390> ID="2">0-004 2> ID="3">0-000 1> ID="4">0-020 1"> ID="1">400> ID="2">0-014 3> ID="3">0-000 4> ID="4">0-067 9"> ID="1">410> ID="2">0-043 5> ID="3">0-001 2> ID="4">0-207 4"> ID="1">420> ID="2">0-134 4> ID="3">0-004 0> ID="4">0-0645 6"> ID="1">430> ID="2">0-283 9> ID="3">0-011 6> ID="4">1-385 6"> ID="1">440> ID="2">0-348 3> ID="3">0-023 0> ID="4">1-747 1"> ID="1">450> ID="2">0-336 2> ID="3">0-038 0> ID="4">1-772 1"> ID="1">460> ID="2">0-290 8> ID="3">0-060 0> ID="4">1-669 2"> ID="1">470> ID="2">0-195 4> ID="3">0-091 0> ID="4">1-287 6"> ID="1">480> ID="2">0-095 6> ID="3">0-139 0> ID="4">0-813 0"> ID="1">490> ID="2">0-032 0> ID="3">0-208 0> ID="4">0-465 2"> ID="1">500> ID="2">0-004 9> ID="3">0-323 0> ID="4">0-272 0"> ID="1">510> ID="2">0-009 3> ID="3">0-503 0> ID="4">0-158 2"> ID="1">520> ID="2">0-063 3> ID="3">0-710 0> ID="4">0-078 2"> ID="1">530> ID="2">0-165 5> ID="3">0-862 0> ID="4">0-042 2"> ID="1">540> ID="2">0-290 4> ID="3">0-954 0> ID="4">0-020 3"> ID="1">550> ID="2">0-433 4> ID="3">0-995 0> ID="4">0-008 7"> ID="1">560> ID="2">0-594 5> ID="3">0-995 0> ID="4">0-003 9"> ID="1">570> ID="2">0-762 1> ID="3">0-952 0> ID="4">0-002 1"> ID="1">580> ID="2">0-916 3> ID="3">0-870 0> ID="4">0-001 7"> ID="1">590> ID="2">1-026 3> ID="3">0-757 0> ID="4">0-001 1"> ID="1">600> ID="2">1-062 2> ID="3">0-631 0> ID="4">0-000 8"> ID="1">610> ID="2">1-002 6> ID="3">0-503 0> ID="4">0-000 3"> ID="1">620> ID="2">0-354 4> ID="3">0-381 0> ID="4">0-000 2"> ID="1">630> ID="2">0-642 4> ID="3">0-265 0> ID="4">0-000 0"> ID="1">640> ID="2">0-447 9> ID="3">0-175 0> ID="4">0-000 0"> ID="1">650> ID="2">0-283 5> ID="3">0-107 0> ID="4">0-000 0"> ID="1">660> ID="2">0-164 9> ID="3">0-061 0> ID="4">0-000 0"> ID="1">670> ID="2">0-087 4> ID="3">0-032 0> ID="4">0-000 0"> ID="1">680> ID="2">0-046 8> ID="3">0-017 0> ID="4">0-000 0"> ID="1">690> ID="2">0-022 7> ID="3">0-008 2> ID="4">0-000 0"> ID="1">700> ID="2">0-011 4> ID="3">0-004 1> ID="4">0-000 0"> ID="1">710> ID="2">0-005 8> ID="3">0-002 1> ID="4">0-000 0"> ID="1">720> ID="2">0-002 9> ID="3">0-001 0> ID="4">0-000 0"> ID="1">730> ID="2">0-001 4> ID="3">0-000 5> ID="4">0-000 0"> ID="1">740> ID="2">0-000 7> ID="3">0-000 2 (4)> ID="4">0-000 0"> ID="1">750> ID="2">0-000 3> ID="3">0-000 1> ID="4">0-000 0"> ID="1">760> ID="2">0-000 2> ID="3">0-000 1> ID="4">0-000 0"> ID="1">770> ID="2">0-000 1> ID="3">0-000 0> ID="4">0-000 0"> ID="1">780> ID="2">0-000 0> ID="3">0-000 0> ID="4">0-000 0"">

    (1) Οι αναφερόμενοι αριθμοί στο σκαρίφημα δίδονται ενδεικτικά μόνο. (2) Οι ορισμοί έχουν ληφθεί από την δημοσίευση CIE 50 (45), Διεθνές Ηλεκτροτεχνικό Λεξιλόγιο, ομάδα 45, φωτισμός.

    (3) Συνοπτικός πίνακας. Οι τιμές του y(λ) = v(λ) είναι στρογγυλοποιημένες έως 4 ψηφία μετά την υποδιαστολή.

    (4) Τροποποιηθέν το 1966 (από 3 εις 2).

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΔΕΛΤΙΟΥ ΕΠΙΚΥΡΩΣΕΩΣ ΕΟΚ Ένδειξη της διοικήσεως

    Γνωστοποίηση περί χορηγήσεως, αρνήσεως ή ανακλήσεως της επικυρώσεως ΕΟΚ για ένα τύπο κατόπτρου οδηγήσεως

    Αριθμός επικυρώσεως ΕΟΚ..............

    1. Βιομηχανικό ή εμπορικό σήμα..............

    .....................

    2. Κλάση (I, II, III, Is, IIs, IIIs)(1).....................

    3. Ονοματεπώνυμο και διεύθυνση του κατασκευαστού............

    ....................

    4. Ονοματεπώνυμο και διεύθυνση του τυχόν εντολοδόχου του κατασκευαστού.....

    ....................

    5. Σύμβολο που προβλέπεται στο σημείο 2.4.1.1. του παραρτήματος I: ναι/όχι(1)............

    6. Υπεβλήθη για επικύρωση την...........

    7. Εργαστήριο δοκιμών............

    ...................

    8. Ημερομηνία και αριθμός του πρακτικού του εργαστηρίου............

    9. Ημερομηνία χορηγήσεως/αρνήσεως/ανακλήσεως της επικυρώσεως ΕΟΚ(1)............

    ...................

    10. Τόπος................

    11. Ημερομηνία.............

    12. Τα ακόλουθα έγγραφα, που φέρουν τον ανωτέρω αριθμό επικυρώσεως, επισυνάπτονται σαν παράρτημα στο παρόν δελτίο.................

    ...................

    (περιγραφική σημείωση, σχέδια, σχήματα και σχεδιαγράμματα του κατόπτρου οδηγήσεως)

    Τα έγγραφα αυτά πρέπει να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές των άλλων Κρατών Μελών κατόπιν ρητής αιτήσεώς τους.

    13. Τυχόν παρατηρήσεις, ιδίως όσον αφορά κάθε περιορισμό χρησιμοποιήσεως και/ή προδιαγραφές τοποθετήσεως.............

    .................

    .................

    (Υπογραφή)

    (1) Διαγράψτε τις περιττές ενδείξεις.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΔΕΛΤΙΟ ΕΓΚΡΙΣΕΩΣ ΕΟΚ ΕΝΟΣ ΤΥΠΟΥ ΟΧΗΜΑΤΟΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΠΤΡΩΝ ΟΔΗΓΗΣΕΩΣ (Άρθρο 4 παράγραφος 2 και άρθρο 10 της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 6ης Φεβρουαρίου 1970 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των Κρατών Μελών των αναφερομένων στην έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους)

    Ένδειξη της διοικήσεως

    Αριθμός εγκρίσεως ΕΟΚ......

    .................. επέκταση(1)

    1. Βιομηχανικό ή εμπορικό σήμα του οχήματος............

    ...................

    2. Τύπος του οχήματος................

    3. Ονοματεπώνυμο και διεύθυνση του κατασκευαστού του οχήματος.......

    ...................

    4. Ονοματεπώνυμο και διεύθυνση του τυχόν εντολοδόχου............

    ...................

    5. Βιομηχανικό ή εμπορικό σήμα των κατόπτρων οδηγήσεως και αριθμοί της επικυρώσεως............

    ..................

    6. Επέκταση της εγκρίσεως ΕΟΚ του οχήματος στους ακολούθους τύπους κατόπτρων οδηγήσεως................

    7. Στοιχεία που επιτρέπουν την αναγνώριση του σημείου R της καθήμενης θέσεως του οδηγού............

    ..................

    8. Μέγιστα και ελάχιστα πλάτη του αμαξώματος για τα οποία το κάτοπτρο οδηγήσεως έχει επικυρωθεί (στην περίπτωση του πλαίσιο/θάλαμος που αναφέρεται στο σημείο 3.2.5 του παραρτήματος I)............

    9. Όχημα υποβληθέν προς έγκριση ΕΟΚ την..............

    10. Τεχνική υπηρεσία επιφορτισμένη με τον έλεγχο πιστότητος για την έγκριση ΕΟΚ...............

    ...................

    11. Ημερομηνία του πρακτικού που εχορηγήθη από την υπηρεσία αυτή.......

    ...................

    12. Αριθμός του πρακτικού που εχορηγήθη από την υπηρεσία αυτή.........

    13. Η έγκριση ΕΟΚ όσον αφορά την εγκατάσταση των κατόπτρων οδηγήσεως εχορηγήθη/απερρίφθη(2)

    14. Η επέκταση της εγκρίσεως ΕΟΚ όσον αφορά την εγκατάσταση των κατόπτρων οδηγήσεως εχορηγήθη/απερρίφθη(1)

    15. Τόπος...........

    16. Ημερομηνία...........

    17. Υπογραφή.............

    18. Τα ακόλουθα έγγραφα, που φέρουν τον ανωτέρω αριθμό, επισυνάπτονται σαν παράρτημα στο παρόν δελτίο:

    - σχέδια που δείχνουν τις στερεώσεις των κατόπτρων οδηγήσεως,

    - σχέδια και σχεδιαγράμματα που δείχνουν τις θέσεις εγκαταστάσεως και τα χαρακτηριστικά του τμήματος της δομής στο οποίο τοποθετούνται τα κάτοπτρα οδηγήσεως,

    - γενική άποψη εκ του έμπροσθεν, εκ του όπισθεν και του θαλάμου επιβατών δεικνύουσα που είναι τοποθετημένα τα κάτοπτρα οδηγήσεως.

    Τα έγγραφα αυτά πρέπει να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές των άλλων Κρατών Μελών κατόπιν ρητής αιτήσεώς τους.

    (1) Αναφέρατε, κατά περίπτωση, αν η επέκταση της αρχικής εγκρίσεως ΕΟΚ είναι πρώτη, δεύτερη κλπ.

    (2) Διαγράψτε τις περιττές ενδείξεις.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ Η ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΗ ΤΗΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΘΕΣΕΩΣ ΤΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ R ΚΑΙ H Εφαρμόζονται τα σχετικά μέρη του παραρτήματος III της οδηγίας 77/649/ΕΟΚ.

    Top