EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 22007X0720(02)

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προερχομένων από την Ευρωπαϊκή Ένωση από το Υπουργείο Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών στα πλαίσια της καταπολέμησης της τρομοκρατίας — SWIFT

ΕΕ C 166 της 20.7.2007, p. 18–25 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

20.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 166/18


(Μετάφραση)

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προερχομένων από την Ευρωπαϊκή Ένωση από το Υπουργείο Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών στα πλαίσια της καταπολέμησης της τρομοκρατίας — «SWIFT»

(2007/C 166/09)

Πρόγραμμα Παρακολούθησης της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας — Δεσμεύσεις του Υπουργείου Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών

Στις δεσμεύσεις περιγράφονται το Πρόγραμμα Παρακολούθησης της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας (TFTP) του Υπουργείου Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών και, ιδίως, οι αυστηροί έλεγχοι και τα εχέγγυα που αφορούν την επεξεργασία, τη χρήση και τη διάδοση δεδομένων τα οποία λαμβάνονται από την SWIFT κατόπιν διοικητικών κλήσεων. Οι έλεγχοι και τα εχέγγυα ισχύουν για όλα τα πρόσωπα τα οποία έχουν πρόσβαση στα δεδομένα SWIFT, εκτός αν ορίζεται άλλως σε συγκεκριμένα παραδείγματα, όπως εκείνα τα οποία περιγράφουν την ανταλλαγή σημαντικών στοιχείων που προέρχονται από δεδομένα SWIFT με ξένες κυβερνήσεις.

Το TFTP εδράζεται στη νομοθεσία, είναι προσεκτικά στοχοθετημένο, ισχυρό, επιτυχημένο και περιορίζεται από εχέγγυα ασφαλείας. Αντιπροσωπεύει επακριβώς αυτό που οι πολίτες προσδοκούν και ευελπιστούν ότι οι κυβερνήσεις τους θα πράξουν για να τους προστατεύσουν από τις τρομοκρατικές απειλές.

Πρόγραμμα Παρακολούθησης της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας του Υπουργείου Οικονομικών

Αμέσως μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και στα πλαίσια ανάπτυξης όλων των διαθέσιμων μέσων για τον εντοπισμό τρομοκρατών και των δικτύων τους, το Υπουργείο Οικονομικών έθεσε σε λειτουργία το TFTP. Δυνάμει του TFTP, το Υπουργείο Οικονομικών επέδωσε διοικητικές κλήσεις για δεδομένα που αφορούν την τρομοκρατία στο αμερικανικό κέντρο επιχειρήσεων της Society for Worldwide Interbank Financial Telecommunication (SWIFT), μιας εταιρίας με έδρα το Βέλγιο η οποία χειρίζεται παγκόσμιο σύστημα για τη διαβίβαση πληροφοριών περί οικονομικών συναλλαγών. Μέσω των κλήσεων αυτών ζητείται από την SWIFT να κοινοποιήσει στο Υπουργείο Οικονομικών ορισμένα αρχεία οικονομικών συναλλαγών — τα οποία τηρούνται στο αμερικανικό κέντρο επιχειρήσεων της SWIFT στο πλαίσιο της καθημερινής λειτουργίας του— προκειμένου να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για αντιτρομοκρατικούς σκοπούς, όπως διευκρινίζεται στις επόμενες ενότητες.

Θεμελιώδεις αρχές επί των οποίων βασίζεται το TFTP

Το TFTP σχεδιάσθηκε και τέθηκε σε εφαρμογή εξαρχής με στόχο την τήρηση των νομικών απαιτήσεων που ισχύουν στις ΗΠΑ, την ουσιώδη συμβολή στην καταπολέμηση της παγκόσμιας τρομοκρατίας και το σεβασμό και την προστασία της ενδεχόμενης εμπορικής ευαισθησίας και της σημασίας για την ιδιωτική ζωή των δεδομένων της SWIFT τα οποία φυλάσσονται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το TFTP λαμβάνει υπ' όψιν την ενδεχόμενη εμπορική ευαισθησία και τη σημασία προστασίας της ιδιωτικής ζωής στις πληροφορίες τις οποίες περιέχει και τα εχέγγυα που περιγράφονται στις παρούσες δεσμεύσεις εφαρμόζονται ανεξαρτήτως ιθαγένειας ή τόπου διαμονής των προσώπων. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει πολλαπλά και επικαλυπτόμενα επίπεδα κρατικών και ανεξαρτήτων ελέγχων, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα δεδομένα, των οποίων η φύση είναι περιορισμένη, ερευνώνται μόνο για αντιτρομοκρατικούς σκοπούς και ότι όλα τα δεδομένα φυλάσσονται σε ασφαλές περιβάλλον και τυγχάνουν της ορθής επεξεργασίας.

Όλες οι ενέργειες του Υπουργείου Οικονομικών για τη συλλογή συγκεκριμένων πληροφοριών από το αμερικανικό κέντρο επιχειρήσεων της SWIFT και την αποκλειστική χρήση τους για την έρευνα, τον εντοπισμό, τη πρόληψη και/ ή τη δίωξη της τρομοκρατίας ή της χρηματοδότησής της ή για σχετικές έρευνες και διώξεις συνάδουν προς το αμερικανικό δίκαιο. Επιπλέον, τα δεδομένα τα οποία παρέχει η SWIFT δεν ερευνώνται για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων ή για τον εντοπισμό δράσεων οι οποίες δεν άπτονται της τρομοκρατίας ή της χρηματοδότησής της, ακόμη και αν οι δράσεις αυτές καθαυτές είναι παράνομες. Το Υπουργείο Οικονομικών δεν ερευνά δεδομένα SWIFT ούτε οι πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν, σε σχέση με γενικές έρευνες φοροδιαφυγής, νομιμοποίησης παράνομων εσόδων, οικονομικής κατασκοπείας, εμπορίας ναρκωτικών ή άλλης εγκληματικής δράσης, εκτός εάν, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, η εν λόγω δραστηριότητα συνδέεται με την τρομοκρατία ή τη χρηματοδότησή της.

Τα δεδομένα που λαμβάνονται από την SWIFT κατόπιν κλήσεων αφορούν αντίγραφα μηνυμάτων ολοκληρωμένων οικονομικών συναλλαγών, π.χ. ηλεκτρονικά αντίγραφα εταιρικών αρχείων τα οποία τηρούνται στο αμερικανικό κέντρο επιχειρήσεων της SWIFT στο πλαίσιο της καθημερινής λειτουργίας του. Καίτοι τα δεδομένα ενδέχεται να υποστούν επεξεργασία κατά την πολύ περιορισμένη έννοια της αναζήτησης και ανάκτησης για αντιτρομοκρατικούς σκοπούς που περιγράφεται στο παρόν έγγραφο, δεν υπάρχει αλλοίωση, κακή χρήση, προσθήκη ή διαγραφή δεδομένων όσον αφορά μεμονωμένα μηνύματα συναλλαγών στα πλαίσια της βάσης δεδομένων που χρησιμοποιείται για την έρευνα.

Το TFTP απεδείχθη ισχυρό ερευνητικό μέσο και συνέβαλε σημαντικά στην προστασία των Αμερικανών πολιτών και άλλων προσώπων σε όλον τον κόσμο και στην εγγύηση της εθνικής ασφάλειας της Αμερικής και άλλων χωρών. Το πρόγραμμα συνετέλεσε στον ταυτοποίηση και στη σύλληψη τρομοκρατών και των χρηματοδοτών τους και οδήγησε στη συλλογή πολλών σημαντικών στοιχείων τα οποία έχουν κοινοποιηθεί σε ειδικούς στην τρομοκρατία σε ολόκληρο τον κόσμο οι οποίοι εργάζονται σε υπηρεσίες πληροφοριών και επιβολής του νόμου.

Προβληματισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Μετά τις αποκαλύψεις του τύπου σχετικά με το TFTP, τον Ιούνιο του 2006, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέφρασε ανησυχίες όσον αφορά το πρόγραμμα αυτό, ιδίως δε, τη δυνατότητα πρόσβασης του Υπουργείου Οικονομικών σε προσωπικά δεδομένα φυσικών προσώπων των οποίων η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί που περιλαμβάνονται σε οικονομικές συναλλαγές τις οποίες επεξεργάζεται η SWIFT. Συγκεκριμένα, τέθηκαν ζητήματα σχετικά με τη συμμόρφωση του TFTP προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία για την προστασία δεδομένων (Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών), καθώς και από τους νόμους των κρατών μελών για την εφαρμογή της οδηγίας.

Φύση των δεδομένων SWIFT

Τα αρχεία οικονομικών συναλλαγών τα οποία υποχρεούται να διαβιβάζει η SWIFT κατόπιν διοικητικής κλήσης μπορούν να περιέχουν στοιχεία εντοπισμού του εντολέα ή/και του δικαιούχου της συναλλαγής, συμπεριλαμβανομένων της επωνυμίας, του αριθμού λογαριασμού, της διεύθυνσης, του εθνικού αναγνωριστικού αριθμού και άλλων προσωπικών δεδομένων. Είναι απίθανο τα οικονομικά αρχεία της SWIFT να περιέχουν «ευαίσθητα» δεδομένα, όπως ορίζονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 95/46/EΚ (ήτοι, προσωπικά δεδομένα που παρέχουν πληροφορίες για τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις και την υγεία ή τη σεξουαλική ζωή).

Διεθνείς αρχές χρηματοδότησης της πάταξης της τρομοκρατίας

Τα οικονομικά δεδομένα SWIFT που χρησιμοποιούνται στο TFTP είναι πολύτιμα για την καταπολέμηση της παγκόσμιας τρομοκρατίας και της χρηματοδότησής της και για την εκπλήρωση της ευθύνης της κυβέρνησης να προστατεύει τους πολίτες και να εγγυάται την εθνική ασφάλεια καθώς και να εντοπίζει, να προλαμβάνει, να διερευνά και να διώκει τρομοκρατικά εγκλήματα.

Η διεθνής κοινότητα και οι εθνικές αρχές αναγνωρίζουν ότι τα χρήματα είναι η ζωογόνος δύναμη της τρομοκρατίας. Αυτό εκφράζεται στη Διεθνή Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1999 για την καταστολή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και σε διάφορες αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών για την πρόληψη και καταστολή της χρηματοδότησης τρομοκρατικών πράξεων, συγκεκριμένα της Απόφασης 1373 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Υπουργείο Οικονομικών και το Κογκρέσο ίδρυσαν το Γραφείο Τρομοκρατίας και Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (Office of Terrorism and Financial Intelligence) το 2004, προκειμένου να ευθυγραμμισθούν τα καθήκοντα του Υπουργείου που άπτονται της επιβολής του νόμου και της συλλογής πληροφοριών με το διττό στόχο της προστασίας του οικονομικού συστήματος από την παράνομη χρήση και της εξάλειψης, μεταξύ άλλων, της τρομοκρατίας και άλλων εθνικών απειλών για την ασφάλεια. Οι διάφορες υπηρεσίες του Γραφείου συλλέγουν και αναλύουν πληροφορίες που προέρχονται από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου, τις υπηρεσίες συλλογής πληροφοριών και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους οι τρομοκράτες (και άλλοι εγκληματίες) κερδίζουν, μεταφέρουν και συγκεντρώνουν χρήματα). Οι δράσεις αυτές επιτρέπουν στο Γραφείο να δεσμεύει τα περιουσιακά στοιχεία των τρομοκρατών, να καταπολεμεί την τρομοκρατία εν γένει και να αναπτύσσει και να προάγει κανόνες χρηματοδότησης ενεργειών για την πάταξη της τρομοκρατίας στις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού.

Αυτές και άλλες πρωτοβουλίες αντικατοπτρίζουν το καθημερινό φαινόμενο της εξάρτησης των τρομοκρατών από συνεχή χρηματοδότηση για την πληρωμή των ανθρώπων που εκτελούν τις εντολές τους, τη διοργάνωση ταξιδιών, την εκπαίδευση νέων μελών, την πλαστογράφηση εγγράφων, τη δωροδοκία, την αγορά όπλων και την ενορχήστρωση επιθέσεων. Κατά την αποστολή χρημάτων μέσω του τραπεζικού συστήματος, συχνά παρέχονται πληροφορίες από τις οποίες προκύπτουν συγκεκριμένα στοιχεία που προάγουν την αντιτρομοκρατική έρευνα. Για το λόγο αυτό, οι υπάλληλοι αντιτρομοκρατικών υπηρεσιών αποδίδουν εξέχουσα σημασία στις χρηματοοικονομικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των προερχομένων από προγράμματα όπως το TFTP, οι οποίες έχουν αποδειχθεί ανεκτίμητες για την καταπολέμηση της παγκόσμιας τρομοκρατίας.

Για τον ίδιο λόγο ο χρηματοοικονομικός κλάδος υπόκειται σε πληθώρα απαιτήσεων τήρησης αρχείων και υποβολής εκθέσεων με στόχο τη στήριξη των κυβερνητικών προσπαθειών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Διάφορες χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο έχουν θεσπίσει σχετικό νόμο, σύμφωνα με τις συστάσεις της Ειδικής Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης. Φερ' ειπείν, στις Ηνωμένες Πολιτείες η βασική καταστατική πράξη είναι ο Νόμος περί Τραπεζικού Απορρήτου (Bank Secrecy Act). Στην Ευρώπη, παρεμφερείς διατάξεις έχουν θεσπισθεί στο εθνικό δίκαιο, σύμφωνα με την τρίτη οδηγία για τη νομιμοποίηση παράνομων εσόδων, και πιο πρόσφατα, σύμφωνα με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 2006 για τις πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών.

Νομοθετικές πράξεις δυνάμει των οποίων επιτρέπεται η απόκτηση και χρήση δεδομένων SWIFT

Οι κλήσεις που επιδίδονται στη SWIFT βασίζονται σε καθιερωμένες νομοθετικές πράξεις και σε σχετικό εκτελεστικό διάταγμα για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και της χρηματοδότησής της. Βάσει του Νόμου περί οικονομικών εξουσιών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης με διεθνή διάσταση (International Emergency Economic Powers Act -IEEPA) του 1977, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εξουσιοδοτείται, όταν κηρύσσεται κατάσταση εθνικής έκτακτης ανάγκης, να ερευνά τραπεζικές μεταφορές και άλλες συναλλαγές στις οποίες έχει συμφέρον ένας αλλοδαπός. Ομοίως, βάσει του Νόμου περί Συμμετοχής στα Ηνωμένα Έθνη (United Nations Participation Act-UNPA) του 1945 ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εξουσιοδοτείται, κατά την εφαρμογή αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, να ερευνά οικονομικές σχέσεις ή μέσα επικοινωνίας μεταξύ οιουδήποτε αλλοδαπού και των Ηνωμένων Πολιτειών.

Στις 23 Σεπτεμβρίου 2001, ο Πρόεδρος βασιζόμενος εν μέρει στον IEEPA και στον UNPA και παραπέμποντας στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών κατά των Ταλιμπάν και της Αλ Κάιντα, εξέδωσε το διάταγμα 13224. Με το διάταγμα αυτό, ο Πρόεδρος κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για να αντιμετωπισθούν οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και οι συνεχείς και άμεσες απειλές νέων επιθέσεων και δέσμευσε τα περιουσιακά στοιχεία προσώπων που διαπράττουν ή απειλούν να διαπράξουν ή υποστηρίζουν τρομοκρατικές πράξεις και απαγόρευσε τις συναλλαγές μαζί τους.

Για τους σκοπούς του εκτελεστικού διατάγματος 13224, το άρθρο 3 προβλέπει τον ακόλουθο ορισμό:

ως «τρομοκρατία» νοείται μια δραστηριότητα η οποία

i)

περιλαμβάνει βίαιη πράξη ή πράξη επικίνδυνη για την ανθρώπινη ζωή, την περιουσία ή υποδομές· και

ii)

φαίνεται ότι έχει ως στόχο·

Α)

να εκφοβίσει ή να επιβάλλει εξαναγκασμό στον άμαχο πληθυσμό·

Β)

να επηρεάσει την πολιτική μιας κυβέρνησης με εκφοβισμό ή τον εξαναγκασμό· ή

Γ)

να επηρεάσει τη στάση μιας κυβέρνησης με μαζική καταστροφή, δολοφονία, απαγωγή ή ομηρία.

Με το άρθρο 7 του εκτελεστικού διατάγματος, ο Πρόεδρος εξουσιοδότησε τον Υπουργό Οικονομικών να χρησιμοποιήσει όλες τις εξουσίες οι οποίες ανατίθενται στον Πρόεδρο βάσει του IEEPA και του UNPA και απαιτούνται για την επίτευξη των σκοπών του διατάγματος. Επίσης, τον εξουσιοδότησε να μεταβιβάσει αυτά τα καθήκοντα σε άλλους αξιωματούχους και υπηρεσίες της αμερικανικής κυβέρνησης και έδωσε οδηγίες σε όλες τις υπηρεσίες της αμερικανικής κυβέρνησης να λάβουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα εντός των πλαισίων των αρμοδιοτήτων τους για την εφαρμογή του διατάγματος. Ο IEEPA και το διάταγμα, όπως εφαρμόζονται μέσω των κανονισμών για την επιβολή κυρώσεων κατά της παγκόσμιας τρομοκρατίας, επιτρέπουν στον Διευθυντή του Γραφείου Ελέγχου Αλλοδαπών Περιουσιακών Στοιχείων (OFAC) του Υπουργείου Οικονομικών να απαιτεί από οποιονδήποτε να παρέχει στοιχεία οικονομικών συναλλαγών ή άλλα στοιχεία που αφορούν έρευνα περί οικονομικών κυρώσεων. Αυτές είναι οι νομικές πράξεις βάσει των οποίων το OFAC επιδίδει κλήσεις στην SWIFT για τη διαβίβαση χρηματοοικονομικών πληροφοριών στα πλαίσια αντιτρομοκρατικών ερευνών.

Έλεγχος Πρόσβασης και Ασφάλεια του Ηλεκτρονικού Συστήματος

Τα δεδομένα που λαμβάνονται από την SWIFT σύμφωνα με τις διαδικασίες της αμερικανικής κυβέρνησης για την επεξεργασία πληροφοριών σε σχέση με την έρευνα για την τρομοκρατία και τη χρηματοδότησή της γενικότερα, υπόκεινται σε αυστηρά τεχνικά και οργανωτικά μέτρα με σκοπό την προστασία των πληροφοριών έναντι της τυχαίας και παράνομης καταστροφής, απώλειας, αλλοίωσης ή πρόσβασης. Όλα τα ακόλουθα μέτρα ασφαλείας υπόκεινται σε ανεξάρτητο έλεγχο.

Τα δεδομένα SWIFT φυλάσσονται σε ασφαλές περιβάλλον, χωριστά από όλα τα άλλα δεδομένα και τα ηλεκτρονικά συστήματα υπόκεινται σε υψηλού επιπέδου ελέγχους εισβολής και άλλα είδη προστασίας προκειμένου η πρόσβαση στα δεδομένα να πραγματοποιείται αποκλειστικά με τον τρόπο που περιγράφεται στο παρόν έγγραφο. Δεν παράγονται αντίγραφα των δεδομένων SWIFT πλην των εφεδρικών για την περίπτωση ανάκτησης μετά από καταστροφή. Η πρόσβαση στα δεδομένα και στον ηλεκτρονικό εξοπλισμό περιορίζεται σε πρόσωπα τα οποία έχουν υποστεί το σχετικό έλεγχο ασφάλειας. Ακόμη και για τα πρόσωπα αυτά, η πρόσβαση στα δεδομένα SWIFT επιτρέπει μόνο την ανάγνωση και περιορίζεται μέσω του TFTP στους αναλυτές που είναι απαραίτητο να γνωρίζουν και οι οποίοι ασχολούνται με την αντιτρομοκρατική έρευνα και στα πρόσωπα που ασχολούνται με την τεχνική υποστήριξη, τη διαχείριση και την εποπτεία του TFTP.

Περιορισμός της Λήψης και της Χρήσης Δεδομένων στην Αντιτρομοκρατική Έρευνα

Το TFTP δεν προβλέπει εξόρυξη δεδομένων ούτε άλλου είδους αλγοριθμικό ή αυτοματοποιημένο χαρακτηρισμό δεδομένων ή φιλτράρισμα υπολογιστών. Έχουν αναπτυχθεί στο TFTP πολυεπίπεδοι αυστηροί έλεγχοι ούτως ώστε να περιορίζονται οι συλλεγόμενες πληροφορίες, να διασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες λαμβάνονται και χρησιμοποιούνται μόνο για αντιτρομοκρατικούς σκοπούς και να προστατεύεται η ιδιωτική ζωή των προσώπων που δεν συνδέονται με την τρομοκρατία ή με τη χρηματοδότησή της. Αυτά τα επικαλυπτόμενα εχέγγυα μειώνουν συνεχώς και περιορίζουν σημαντικά την πρόσβαση και τη χρήση χρηματοοικονομικών δεδομένων τα οποία επεξεργάζεται καθημερινά η SWIFT.

Κατά πρώτον, οι κλήσεις που επιδίδονται στην SWIFT συντάσσονται με μεγάλη προσοχή ώστε να περιορίζεται ο όγκος των δεδομένων που διαβιβάζονται στο Υπουργείο Οικονομικών. Η SWIFT υποχρεούται να παρέχει μόνο τα δεδομένα τα οποία σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών είναι αναγκαία για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας βάσει προηγούμενων αναλύσεων εστιασμένων στους τύπους και στην προέλευση των μηνυμάτων καθώς και σε διαβλεπόμενες απειλές και αδυναμίες. Επιπλέον, οι έρευνες σχεδιάζονται αυστηρά ώστε να ελαχιστοποιείται η λήψη μηνυμάτων τα οποία δεν αφορούν την αντιτρομοκρατική έρευνα. Τα δεδομένα της SWIFT ερευνώνται αποκλειστικά για τη λήψη πληροφοριών που σχετίζονται με μια ορισμένη, εν εξελίξει αντιτρομοκρατική έρευνα, όπερ σημαίνει ότι κάθε διεξαγόμενη έρευνα πρέπει συγκεκριμένα να αναφέρει και να καταγράφει τεκμηριωμένα αποδεικτικά στοιχεία που ενισχύουν την πεποίθηση ότι ο στόχος συνδέεται με την τρομοκρατία ή τη χρηματοδότησή της. Οιαδήποτε έρευνα των δεδομένων SWIFT δυνάμει του TFTP καταγράφεται τη στιγμή που διεξάγεται και αναφέρει τα στοιχεία που επιβεβαιώνουν τη σχέση με την τρομοκρατία και που απαιτούνται για την έναρξη της έρευνας.

Συνεπεία των εν λόγω εχεγγύων, έχει επιτραπεί η πρόσβαση μόνο σε ελάχιστο ποσοστό (ουσιαστικά μικρότερο του ενός τοις εκατό) του επί μέρους συνόλου μηνυμάτων SWIFT τα οποία έχουν διαβιβασθεί στο Υπουργείο Οικονομικών και μόνον επειδή τα εν λόγω μηνύματα ανταποκρίνονται άμεσα σε στοχοθετημένη αντιτρομοκρατική έρευνα.

Ανεξάρτητη εποπτεία

Πέραν των εν εξελίξει ελέγχων του Υπουργείου Οικονομικών που περιγράφονται στο παρόν έγγραφο, το TFTP προβλέπει πολλαπλά συμπληρωματικά επίπεδα ανεξάρτητης εποπτείας: από εκπροσώπους της ίδιας της SWIFT, από ανεξάρτητη εταιρία λογιστικού ελέγχου και από άλλες ανεξάρτητες αρχές της αμερικανικής κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένου του αμερικανικού Κογκρέσου.

Η SWIFT και οι εξωτερικοί ελεγκτές τους οποίους χρησιμοποιεί ασκούν την ανεξάρτητη εποπτεία του TFTP με διάφορους αμοιβαίως συμπληρωματικούς τρόπους. Πρώτον, ορισμένοι εκπρόσωποι της SWIFT έχουν λάβει την εξουσιοδότηση ασφαλείας που απαιτείται για την 24ωρη πρόσβαση στον εξοπλισμό και στα δεδομένα και έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν, σε πραγματικό χρόνο και αναδρομικά, τη χρήση δεδομένων, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται ότι η πρόσβαση παρέχεται μόνο για αντιτρομοκρατικούς σκοπούς. Επίσης, οι εκπρόσωποι της SWIFT δύνανται να θέτουν αμέσως τέλος σε οιαδήποτε συγκεκριμένη έρευνα ακόμη και να θέτουν εκτός λειτουργίας το όλο σύστημα, εφόσον έχουν αμφιβολίες.

Όσον αφορά τους ανεξάρτητους, εξωτερικούς ελεγκτές, η διατήρηση, η πρόσβαση και η χρήση των δεδομένων SWIFT υπόκεινται σε συνεχή, περιοδικό, ανεξάρτητο έλεγχο, σύμφωνα με προσεκτικά καταρτισμένα πρωτόκολλα τα οποία τηρούν τους διεθνείς κανόνες περί ελέγχου. Οι εν λόγω έλεγχοι καλύπτουν τον έλεγχο πρόσβασης και τα εχέγγυα ασφαλείας του ηλεκτρονικού συστήματος καθώς και τον περιορισμό της χρήσης δεδομένων για την αντιτρομοκρατική έρευνα, όπως περιγράφεται ανωτέρω. Οι ανεξάρτητοι ελεγκτές υποβάλλουν τα συμπεράσματά τους στην επιτροπή λογιστικού ελέγχου και οικονομικών του Συμβουλίου Διευθυντών της SWIFT.

Επίσης, σύμφωνα με το αμερικανικό δίκαιο, διάφορες επιτροπές του Κογκρέσου έχουν επανειλημμένως ενημερωθεί σχετικά με το TFTP και τη λειτουργία του και εξακολουθούν να ενημερώνονται ανά τακτά διαστήματα. Επιπλέον, το TFTP έχει αποτελέσει θέμα ακροάσεων του Κογκρέσου.

Τέλος, η Επιτροπή Εποπτείας της Ιδιωτικής Ζωής και Ατομικών Ελευθεριών (Privacy and Civil Liberties Oversight Board), η οποία συστάθηκε δυνάμει του Νόμου περί Πρόληψης της Τρομοκρατίας και Μεταρρύθμισης των Υπηρεσιών Πληροφοριών (Intelligence Reform and Terrorism Prevention Act) του 2004, ασκεί την εποπτεία του TFTP. Καθήκον της επιτροπής αυτής είναι να εγγυάται ότι τα ζητήματα τα οποία άπτονται της ιδιωτικής ζωής και των ατομικών ελευθεριών εξετάζονται δεόντως κατά την εφαρμογή όλων των αμερικανικών νόμων, κανονισμών και κυβερνητικών πολιτικών σχετικά με τις προσπάθειες προστασίας των Ηνωμένων Πολιτειών έναντι της τρομοκρατίας. Η επιτροπή είναι επίσης υπεύθυνη για την επισκόπηση των πρακτικών που χρησιμοποιούν τα υπουργεία και οι κρατικές υπηρεσίες για την ανταλλαγή πληροφοριών περί την τρομοκρατία, προκειμένου να διαπιστώνεται κατά πόσον εφαρμόζονται οι κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες έχουν καταρτισθεί για την κατάλληλη προστασία της ιδιωτικής ζωής και των ατομικών ελευθεριών.

Όπως περιγράφεται κατωτέρω, αυτή η εκτεταμένη, ανεξάρτητη εποπτεία συνοδεύεται από ελέγχους περιορισμού της διάδοσης με στόχο τον περαιτέρω περιορισμό της πρόσβασης σε πληροφορίες προερχόμενες από τα οικονομικά αρχεία της SWIFT και την ενίσχυση της προστασίας της ιδιωτικής ζωής.

Διαβίβαση και ανταλλαγή πληροφοριών

Η διεθνής κοινότητα έχει αναγνωρίσει την ουσιώδη σημασία της ανταλλαγής πληροφοριών για την τρομοκρατία. Φερ' ειπείν, η Απόφαση 1373 του ΣΑΗΕ καλεί όλα τα κράτη να εξεύρουν τρόπους ώστε να ενισχυθεί και να επισπευσθεί η ανταλλαγή επιχειρησιακών πληροφοριών για την τρομοκρατία και πληροφοριών με στόχο την πρόληψη τρομοκρατικών πράξεων. Ομοίως, το άρθρο 6 του εκτελεστικού διατάγματος 13224 απαιτεί από τον Υπουργό Οικονομικών (και άλλους αξιωματούχους) να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια συνεργασίας και συντονισμού με άλλες χώρες για την επίτευξη των στόχων του διατάγματος, μεταξύ άλλων, με την πρόληψη και την καταστολή τρομοκρατικών πράξεων, την απαγόρευση της χρηματοδότησης και της παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών σε τρομοκράτες και με την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τη χρηματοδότηση δράσεων υπέρ της τρομοκρατίας. Σε αυτή την ορθή βάση ανταλλάσσονται οι πληροφορίες της SWIFT με εγχώριους και διεθνείς εταίρους. Όπως ισχύει σε άλλες πτυχές του TFTP, η ανταλλαγή πληροφοριών είναι σύμφωνη με το αμερικανικό δίκαιο και διέπεται από εχέγγυα τα οποία προστατεύουν τα δεδομένα SWIFT και την ιδιωτική ζωή των προσώπων τα οποία αφορούν τα δεδομένα.

Οι αντιτρομοκρατικοί αναλυτές οι οποίοι διενεργούν έρευνες βάσει του TFTP επαληθεύουν τη σκοπιμότητα οιασδήποτε πληροφορίας παρέχεται κατόπιν έρευνας πριν από την προετοιμασία της διάδοσης της πληροφορίας μέσω ασφαλών διαύλων. Το Υπουργείο Οικονομικών διενεργεί επίσης έλεγχο προέλευσης σε οιαδήποτε κοινοποίηση της πληροφορίας, πράγμα που σημαίνει ότι ο παραλήπτης δεν επιτρέπεται να διαδώσει περαιτέρω την πληροφορία χωρίς τη ρητή έγκρισή του Υπουργείου Οικονομικών. Εν προκειμένω, όπως και σε κάθε περίπτωση μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης σε δεδομένα SWIFT, οιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη κοινοποίηση πληροφορίας προερχόμενης από το TFTP ενδέχεται να επισύρει αυστηρή πειθαρχική κύρωση ή ακόμη και αστικές ή ποινικές κυρώσεις.

Οι πληροφορίες που προέρχονται από δεδομένα SWIFT ανταλλάσσονται υπό αυστηρούς ελέγχους με άλλες αμερικανικές υπηρεσίες του τομέα της συλλογής πληροφοριών και της επιβολής του νόμου και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την έρευνα, τον εντοπισμό, τη πρόληψη ή/και τη δίωξη της τρομοκρατίας ή της χρηματοδότησής της ή για σχετικές έρευνες και διώξεις. Αυτή η ανταλλαγή προβλέπεται από το Νόμο περί Εθνικής Ασφάλειας (National Security Act), τον Νόμο περί Πρόληψης της Τρομοκρατίας και Μεταρρύθμισης των Υπηρεσιών Πληροφοριών (Intelligence Reform and Terrorism Prevention Act) του 2004, και μνημόνια συμφωνιών και συναφών εκτελεστικών διαταγμάτων. Οι παραλήπτριες υπηρεσίες έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις δυνάμει του αμερικανικού δικαίου με το Υπουργείο Οικονομικών για την προστασία των πληροφοριών που προέρχονται από το TFTP. Σημειωτέον επίσης ότι οι πληροφορίες από το TFTP ανταλλάσσονται με άλλες αμερικανικές υπηρεσίες με μόνο σκοπό την εξεύρεση στοιχείων, πράγμα που περιορίζει τη χρήση τους ως επιβεβαιωτικών αποδεικτικών στοιχείων σε δίκη. Οι παραλήπτριες υπηρεσίες χρησιμοποιούν οικείες νομικές πράξεις για τη διενέργεια των ερευνών τους, μεταξύ άλλων, για την τεκμηρίωση από άλλες πηγές που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αργότερα ως αποδεικτικά στοιχεία σε δίκη.

Οι άλλες κρατικές υπηρεσίες ανταλλάσσουν επίσης σημαντικά στοιχεία τα οποία προέρχονται από τα δεδομένα SWIFT με εταίρους στο εξωτερικό για τους ίδιους σκοπούς, με την έγκριση, κατά περίπτωση, του Υπουργείου Οικονομικών, όταν το επιτάσσουν λόγοι εθνικής ασφάλειας και επιβολής του νόμου. Πολλά στοιχεία από το TFTP ανταλλάσσονται με αλλοδαπές αρχές γενικά χωρίς να αποκαλύπτεται η προέλευσή τους από το TFTP.

Όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού στα δεδομένα SWIFT, το Υπουργείο Οικονομικών αντιμετωπίζει τα δεδομένα ως διαβαθμισμένες, ευαίσθητες από την άποψη της επιβολής του νόμου και εμπιστευτικές επιχειρηματικές πληροφορίες. Κατά συνέπεια, το Υπουργείο Οικονομικών δεν καθιστά τα δεδομένα προσιτά στο κοινό ούτε πρόκειται να το πράξει, εκτός εάν υποχρεωθεί από το νόμο. Εν προκειμένω, το Υπουργείο Οικονομικών θα λάβει τη θέση, όσον αφορά οιαδήποτε διοικητική ή δικαστική διαδικασία κατόπιν αιτήσεως τρίτων μερών, δυνάμει του Νόμου περί Ελευθερίας των Πληροφοριών (Freedom of Information Act-FOIA) για την πρόσβαση σε δεδομένα TFTP, ότι τα εν λόγω αρχεία εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης βάσει του FOIA.

Αποκατάσταση

Η περιορισμένη φύση των δεδομένων σε συγκεκριμένο μήνυμα συναλλαγής SWIFT, ο πεπερασμένος τρόπος πρόσβασης σε ορισμένα δεδομένα SWIFT μέσω του TFTP στα πλαίσια εν εξελίξει αντιτρομοκρατικής έρευνας και οι περιορισμοί της κοινοποίησής τους ως σημαντικών στοιχείων μειώνουν σημαντικά τη σκοπιμότητα μηχανισμού αποκατάστασης ως μέρους του ίδιου του TFTP. Παρά ταύτα, ο αμερικανικός νόμος προβλέπει τη δέουσα αποκατάσταση έναντι της εσφαλμένης χρήσης από τις κρατικές αρχές.

Όσον αφορά το συμφέρον ενός συγκεκριμένου φυσικού προσώπου σχετικά με τη χρήση δεδομένων και τη δυνατότητα να ζητεί ικανοποίηση λόγω ενδεχόμενης εσφαλμένης χρήσης, πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ των υπό έρευνα δεδομένων που διαβιβάζει η SWIFT και των μηνυμάτων που λαμβάνονται στα πλαίσια στοχοθετημένης αντιτρομοκρατικής έρευνας τα οποία μπορούν να χρησιμεύσουν ως βάση διοικητικής απόφασης ή άλλης κυβερνητικής ενέργειας. Τα δεδομένα τα οποία λαμβάνονται από τη SWIFT κατόπιν κλήσης του OFAC συνίστανται σε αντίγραφα μηνυμάτων ολοκληρωμένων οικονομικών συναλλαγών, π.χ. ηλεκτρονικά αντίγραφα αρχείων συναλλαγών τα οποία τηρούνται στο αμερικανικό κέντρο επιχειρήσεων της SWIFT στο πλαίσιο της καθημερινής λειτουργίας του. Καίτοι τα δεδομένα ενδέχεται να υποστούν επεξεργασία κατά την πολύ περιορισμένη έννοια της αναζήτησης και ανάκτησης για αντιτρομοκρατικούς σκοπούς που περιγράφεται στο παρόν έγγραφο, δεν υπάρχει αλλοίωση, κακή χρήση, προσθήκη ή διαγραφή δεδομένων όσον αφορά μεμονωμένα μηνύματα συναλλαγών στα πλαίσια της βάσης δεδομένων που χρησιμοποιείται για την έρευνα.

Αξίζει επίσης να τονισθεί ξανά ότι ακόμα και οι αντιτρομοκρατικοί αναλυτές δεν θα δουν ποτέ τα περισσότερα μηνύματα συναλλαγών τα οποία διαβιβάζει η SWIFT και τα οποία, ως εκ τούτου, δεν θα γίνουν γνωστά. Κατά συνέπεια, η απάντηση στο ερώτημα φυσικού προσώπου που έχει σχέση με την ιδιωτική ζωή, αν η βάση δεδομένων περιλαμβάνει πληροφορίες που το αφορούν, προϋποθέτει, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, πρόσβαση σε δεδομένα η οποία ποτέ δεν θα επιτρεπόταν υπό τις κανονικές συνθήκες λειτουργίας του TFTP. Η πρόσβαση αυτή θα ήταν ασύμβατη με την απαίτηση του TFTP ότι κάθε έρευνα έχει σχέση με την τρομοκρατία. Τέλος, δεδομένου ότι δεν υπάρχει αλλοίωση, κακή χρήση, προσθήκη ή διαγραφή δεδομένων της βάσης δεδομένων που χρησιμοποιείται για την έρευνα, δεν υφίσταται βάση για την «αποκατάσταση» της πληροφορίας. Επιπλέον, αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την αλλοίωση των ολοκληρωμένων αρχείων συναλλαγών τα οποία ζητούνται μέσω της κλήσης του OFAC.

Όσον αφορά τα δεδομένα συγκεκριμένου μηνύματος συναλλαγής, περαιτέρω επεξεργασία υφίστανται μόνο τα σχετικά λίγα συγκεκριμένα μηνύματα συναλλαγών τα οποία ανταποκρίνονται άμεσα σε στοχοθετημένη αντιτρομοκρατική έρευνα και λαμβάνονται από τη βάση δεδομένων έρευνας. Αφ' ης στιγμής τα δεδομένα ληφθούν και υπαχθούν σε πολλαπλούς ελέγχους ώστε να περιορισθεί η κοινοποίησή τους για αντιτρομοκρατικούς σκοπούς, θα μπορούσε να ζητηθεί η δέουσα ικανοποίηση λόγω εσφαλμένης χρήσης σύμφωνα με τις κατάλληλες διοικητικές και δικαστικές διαδικασίες όσον αφορά τις ενέργειες της κυβέρνησης βάσει αυτών των κοινοποιημένων πληροφοριών.

Η δυνατότητα ικανοποίησης όσον αφορά τη διοικητική δράση την οποία αναλαμβάνει το OFAC για τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων βάσει των κανονισμών για την επιβολή κυρώσεων κατά της παγκόσμιας τρομοκρατίας με τους οποίους εφαρμόζεται το εκτελεστικό διάταγμα 13224 μπορεί να εξηγηθεί καλύτερα ως εξής: Ένα πρόσωπο δύναται να ζητεί την αναθεώρηση από τον OFAC της διοικητικής απόφασης σύμφωνα με την οποία έχει χαρακτηρισθεί συγκεκριμένα ως παγκόσμιος τρομοκράτης· στην περίπτωση αυτή, το πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να αποδείξει ότι «δεν ισχύουν πλέον οι περιστάσεις οι οποίες είχαν ως συνέπεια το χαρακτηρισμό του» και να «προβάλει επιχειρήματα και να υποβάλει αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία, σύμφωνα με το εν λόγω πρόσωπο, προκύπτει ότι ο χαρακτηρισμός του δεν θεμελιώνεται επαρκώς». Ένα πρόσωπο το οποίο έχει χαρακτηρισθεί συγκεκριμένα ως παγκόσμιος τρομοκράτης δύναται επίσης να ζητεί δικαστικό έλεγχο της απόφασης της υπηρεσίας βάσει των συναφών διατάξεων του Νόμου περί Διοικητικών Διαδικασιών (Administrative Procedures Act). Οι δυνατότητες ικανοποίησης μέσω διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών ισχύουν για κάθε πρόσωπο το οποίο αποτελεί αντικείμενο της κυβερνητικής απόφασης, ανεξαρτήτως εθνικότητας.

Περίοδος διατήρησης

Η περίοδος διατήρησης αντιτρομοκρατικών (και λοιπών) πληροφοριών εξαρτάται από διάφορους καθιερωμένους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών της έρευνας, των ισχυουσών προθεσμιών παραγραφής και των προθεσμιών που προβλέπονται υπό του νόμου για την άσκηση προσφυγών ή διώξεων. Η εφαρμοσιμότητα και η λειτουργία αυτών και άλλων παραγόντων διαφέρουν από υπηρεσία σε υπηρεσία, ανάλογα με τη φύση των συγκεκριμένων καθηκόντων και αποστολών τους. Κατά συνέπεια, η περίοδος διατήρησης ορισμένων τύπων αντιτρομοκρατικών πληροφοριών τις οποίες έχουν συγκεντρώσει διάφορες υπηρεσίες εξαρτάται από τη φύση των πληροφοριών και της έρευνας την οποία αφορούν.

Στα πλαίσια της αμερικανικής κυβέρνησης, τα χρονοδιαγράμματα διατήρησης και διαγραφής των υπηρεσιακών αρχείων εγκρίνονται από την Υπηρεσία Εθνικών Αρχείων και Μητρώων (National Archives and Records Administration-NARA) σύμφωνα με διαφόρους κανονισμούς και ρυθμίσεις. Πρέπει να προγραμματίζεται η καταστροφή όλων των αρχείων που δεν θεωρούνται ότι έχουν σταθερή αξία μετά από ορισμένη χρονική περίοδο βάσει επεξηγημένων διοικητικών, φορολογικών και νομικών αξιών. Μεταξύ των παραγόντων τους οποίους λαμβάνει υπόψη η NARA για την έγκριση των περιόδων διατήρησης των υπηρεσιακών αρχείων συγκαταλέγονται: ισχύουσες προθεσμίες παραγραφής· προθεσμίες που προβλέπονται υπό του νόμου για την άσκηση προσφυγών ή διώξεων· το ενδεχόμενο απάτης· κίνδυνοι δικαστικών διαφορών και ουσιώδη δικαιώματα· κανονισμοί και ρυθμίσεις που παρέχουν ή περιορίζουν συγκεκριμένο νομικό δικαίωμα.

Όσον αφορά την περίοδο διατήρησης πληροφοριών του TFTP, πρέπει να γίνει ξανά διάκριση μεταξύ των δεδομένων που ζητούνται μέσω κλήσης από την SWIFT και των δεδομένων τα οποία χρησιμεύουν ως βάση διοικητικής απόφασης ή άλλης κυβερνητικής ενέργειας.

Το Υπουργείο Οικονομικών θα μεριμνήσει ώστε σε τακτική, τουλάχιστον ετήσια βάση εντοπίζονται και διαγράφονται όλα τα μη χρησιμοποιημένα δεδομένα που δεν είναι απαραίτητα για την επίτευξη των σκοπών που αναφέρονται στις δεσμεύσεις. Υπό την επιφύλαξη των αποτελεσμάτων της ως άνω ανάλυσης βάσει σκοπιμότητας, όλα τα μη χρησιμοποιημένα δεδομένα τα οποία έλαβε το Υπουργείο Οικονομικών από την SWIFT μετά την ημερομηνία δημοσίευσης των δεσμεύσεων θα διαγραφούν το αργότερο πέντε έτη μετά την παραλαβή τους από το Υπουργείο Οικονομικών. Υπό την επιφύλαξη των αποτελεσμάτων της ως άνω ανάλυσης βάσει σκοπιμότητας, όλα τα λοιπά μη χρησιμοποιημένα δεδομένα θα διαγραφούν το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία δημοσίευσης των δεσμεύσεων.

Για τα χρησιμοποιημένα δεδομένα τα οποία ανταποκρίνονται άμεσα σε στοχοθετημένη αντιτρομοκρατική έρευνα και έχουν υποστεί τους προαναφερόμενους πολλαπλούς ελέγχους ως προς την κοινοποίηση με στόχο την πάταξη της τρομοκρατίας ισχύει η περίοδος διατήρησης των ερευνητικών αρχείων που προβλέπονται για τη συγκεκριμένη κρατική αρχή.

Για παράδειγμα, τα δεδομένα SWIFT τα οποία λαμβάνονται μέσω του TFTP θα μπορούσαν να χρησιμοποιούνται στην έρευνα για τον ενδεχόμενο χαρακτηρισμό ενός προσώπου δυνάμει των κανονισμών του OFAC για την επιβολή κυρώσεων κατά της παγκόσμιας τρομοκρατίας. Σύμφωνα με το εγκεκριμένο από τη NARA χρονοδιάγραμμα διατήρησης αρχείων του OFAC, όταν λαμβάνεται οριστική διοικητική απόφαση για το χαρακτηρισμό ενός προσώπου (απόφαση η οποία κοινοποιείται), οι πληροφορίες στις οποίες βασίζεται η απόφαση διατηρούνται επ' αόριστον ως έγγραφο αποδεικτικό στοιχείο υπέρ της ενέργειας της υπηρεσίας. Ο αποδεικτικός φάκελος διατηρείται για ενδεχόμενο διοικητικό ή δικαστικό έλεγχο, εφόσον αμφισβητείται ο χαρακτηρισμός, καθώς και για την υποστήριξη νέων αντιτρομοκρατικών ερευνών. Εναλλακτικά, εάν μια έρευνα ολοκληρωθεί χωρίς χαρακτηρισμό, οι αποδεικτικοί φάκελοι καταστρέφονται επί τόπου το αργότερο ένα έτος μετά το πέρας της έρευνας.

Τέλος, σύμφωνα με το προαναφερόμενο αμερικανικό νομικό πλαίσιο, η περίοδος διατήρησης σημαντικών στοιχείων από το TFTP τα οποία έχουν κοινοποιηθεί, διέπεται από τους κανονισμούς και τα χρονοδιαγράμματα της παραλήπτριας υπηρεσίας ή της κρατικής αρχής. Φερ' ειπείν, για οιαδήποτε πληροφορία χρησιμοποιείται σε δίωξη του Υπουργείου Δικαιοσύνης ισχύουν οι περίοδοι διατήρησης του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

Εν εξελίξει αντιτρομοκρατική συνεργασία

Το TFTP έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ωφέλιμο στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας σε παγκόσμια και ευρωπαϊκή κλίμακα. Η αμερικανική κυβέρνηση θα εξακολουθήσει να αξιολογεί προσεκτικά κατά πόσον οι πληροφορίες που λαμβάνονται από το TFTP μπορούν να συμβάλουν στην έρευνα, την πρόληψη, την καταπολέμηση ή τη δίωξη της τρομοκρατίας ή της χρηματοδότησής της σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, εφόσον απαιτείται, θα θέτει τις πληροφορίες στη διάθεση των αρμοδίων αρχών κατά τον πλέον λυσιτελή τρόπο.

Ως ένδειξη της δέσμευσης και της συνεργασίας μας για την πάταξη της παγκόσμιας τρομοκρατίας, θα διορισθεί διαπρεπής Ευρωπαίος έχοντας ως καθήκον να διαπιστώνει αν το πρόγραμμα εφαρμόζεται σύμφωνα με τις παρούσες δεσμεύσεις, ούτως ώστε να επιβεβαιώνεται η προστασία των προσωπικών δεδομένων που προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συγκεκριμένα, το πρόσωπο αυτό θα παρακολουθεί τις διαδικασίες διαγραφής των μη χρησιμοποιημένων δεδομένων.

Ο διαπρεπής Ευρωπαίος πρέπει να διαθέτει την κατάλληλη πείρα και να έχει υποστεί τον ενδεδειγμένο έλεγχο ασφαλείας· διορίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατόπιν συνεννόησης με το Υπουργείο Οικονομικών για δύο έτη, θητεία η οποία μπορεί να ανανεωθεί. Ασκεί τα καθήκοντά του με πλήρη ανεξαρτησία, χωρίς να ζητεί ούτε να λαμβάνει οδηγίες από κανένα. Απέχει δε από κάθε πράξη η οποία δεν συνάδει προς τα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί.

Ο διαπρεπής Ευρωπαίος κοινοποιεί εγγράφως κάθε έτος τις διαπιστώσεις και τα συμπεράσματά του στην Επιτροπή, η οποία εν συνεχεία υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, όπως απαιτείται.

Το Υπουργείο Οικονομικών θα παράσχει στο πρόσωπο αυτό την πρόσβαση, τις πληροφορίες και τα δεδομένα που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων του. Ο διαπρεπής Ευρωπαίος θα τηρεί πάντοτε τις υποχρεώσεις απορρήτου και εμπιστευτικότητας που προβλέπει η νομοθεσία. Οι πρακτικές λεπτομέρειες θα συμφωνηθούν με το Υπουργείο Οικονομικών.

Επίσης, το Υπουργείο Οικονομικών θα ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Ένωση για τις ουσιώδεις αλλαγές των εχεγγύων που προβλέπονται στις παρούσες δεσμεύσεις και τη θέσπιση αμερικανικών νομοθετημάτων τα οποία επηρεάζουν την ουσία των δεσμεύσεων.

Το Υπουργείο Οικονομικών θα μεριμνήσει για τη δημοσίευση των δεσμεύσεων στο Ομοσπονδιακό Μητρώο (Federal Register) και δίδει τη συγκατάθεσή του για τη δημοσίευσή τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


Top