Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 22006D0877

    2006/877/ΕΚ: Απόφαση αριθ. 3/2006 της Επιτροπής των Πρέσβεων ΑΚΕ-ΕΚ, της 27ης Σεπτεμβρίου 2006 , σχετικά με τον δημοσιονομικό κανονισμό του Τεχνικού Κέντρου Γεωργικής και Αγροτικής Συνεργασίας (ΤΚΓΑΣ)

    ΕΕ L 350 της 12.12.2006, p. 1–9 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2006/877/oj

    12.12.2006   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 350/1


    ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 3/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΤΩΝ ΠΡΈΣΒΕΩΝ ΑΚΕ-ΕΚ

    της 27ης Σεπτεμβρίου 2006

    σχετικά με τον δημοσιονομικό κανονισμό του Τεχνικού Κέντρου Γεωργικής και Αγροτικής Συνεργασίας (ΤΚΓΑΣ)

    (2006/877/ΕΚ)

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΡΕΣΒΕΩΝ ΑΚΕ-ΕΚ,

    Έχοντας υπόψη: τη συμφωνία εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της αφετέρου, η οποία υπεγράφη στο Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000 (1), καλούμενη εφεξής «συμφωνία», και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχεία β) και δ) του παραρτήματος III αυτής,

    την εσωτερική συμφωνία της 18ης Σεπτεμβρίου 2000, μεταξύ των αντιπροσώπων των Κυβερνήσεων των κρατών μελών, που συνεδρίασαν στο πλαίσιο του Συμβουλίου, σχετικά με τη χρηματοδότηση και τη διαχείριση της κοινοτικής ενίσχυσης στο πλαίσιο του χρηματοδοτικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, η οποία υπεγράφη στο Κοτονού (Μπενίν) στις 23 Ιουνίου 2000 καθώς και με τη χορήγηση της χρηματοδοτικής ενίσχυσης στις υπερπόντιες χώρες και εδάφη για τις οποίες ισχύουν οι διατάξεις του τέταρτου μέρους της συνθήκης ΕΚ (2),

    τον δημοσιονομικό κανονισμό της 27ης Μαρτίου 2003 ο οποίος εφαρμόζεται στο ένατο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης (3),

    την πρόταση της Επιτροπής, που συντάχθηκε κατόπιν συμφωνίας με το Τεχνικό Κέντρο Γεωργικής και Αγροτικής Συνεργασίας,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 3, παράγραφος 4 του παραρτήματος III της συμφωνίας, η Επιτροπή των Πρέσβεων θεσπίζει, μετά την υπογραφή της συμφωνίας, τον δημοσιονομικό κανονισμό του Τεχνικού Κέντρου Γεωργικής και Αγροτικής Συνεργασίας, καλούμενου εφεξής «το Κέντρο».

    (2)

    Το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο δ) της συμφωνίας απαιτεί, από την Επιτροπή των Πρέσβεων, να καθορίσει τις διαδικασίες έγκρισης του προϋπολογισμού του Κέντρου, μετά την υπογραφή της συμφωνίας,

    ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

    ΤΜΗΜΑ 1

    Αρχές της ενότητας, της ακρίβειας του προϋπολογισμού, της ισοσκέλισης και της ενιαίας νομισματικής μονάδας

    Άρθρο 1

    1.   Όλα τα έσοδα και τα έξοδα του Κέντρου πρέπει να περιλαμβάνονται σε προβλέψεις βασισμένες σε ένα τεκμηριωμένο από άποψη δαπανών ετήσιο πρόγραμμα εργασίας, το οποίο θα καταρτίζεται για κάθε οικονομικό έτος, και να εγγράφονται στον προϋπολογισμό.

    2.   Ο προϋπολογισμός πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.

    Άρθρο 2

    Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται και εκτελείται σε ευρώ και οι λογαριασμοί εμφανίζονται σε ευρώ. Εντούτοις, για τις ανάγκες του ταμείου, το Κέντρο εξουσιοδοτείται να πραγματοποιεί πράξεις σε εθνικά νομίσματα των κρατών μελών της ΕΕ και των χωρών ΑΚΕ.

    Άρθρο 3

    1.   Τα έσοδα περιλαμβάνουν τη συνεισφορά του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης, εφεξής ΕΤΑ, τα ποσά που εισπράττονται από φόρους επί των αποδοχών, των μισθών και άλλων αμοιβών που καταβάλλονται από το Κέντρο, καθώς και διάφορες άλλες εισπράξεις.

    2.   Τα έσοδα δύνανται επίσης να περιλαμβάνουν συνεισφορές άλλων χορηγών στον προϋπολογισμό του Κέντρου.

    3.   Το Κέντρο δύναται, επίσης, να διαχειρίζεται για λογαριασμό τρίτων πόρους που προορίζονται για τη συγχρηματοδότηση δραστηριοτήτων που προβλέπονται στο παράρτημα III της συμφωνίας. Οι δημοσιονομικοί κανόνες που ισχύουν για τη διαχείριση των εν λόγω πόρων καθορίζονται στο άρθρο 34 της παρούσας απόφασης.

    Άρθρο 4

    Οι προβλέψεις δαπανών περιλαμβάνουν δαπάνες λειτουργίας και παρέμβασης. Οι εν λόγω δαπάνες διαχωρίζονται σαφώς στον προϋπολογισμό.

    Άρθρο 5

    1.   Tο οικονομικό έτος αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου.

    2.   Οι πιστώσεις που εγγράφονται στον προϋπολογισμό επιτρέπονται για περίοδο ενός οικονομικού έτους.

    Ωστόσο, οι πιστώσεις που έχουν δεόντως αναληφθεί κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους, αλλά δεν έχουν καταβληθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του εν λόγω έτους, μεταφέρονται αυτομάτως στο επόμενο οικονομικό έτος. Οι πιστώσεις που μεταφέρονται κατά τον τρόπο αυτό, πρέπει να προσδιορίζονται σαφώς στους λογαριασμούς του τρέχοντος οικονομικού έτους.

    Οι πιστώσεις που αποδεσμεύονται στο τέλος οικονομικού έτους μεταφέρονται στο πενταετές κονδύλιο που προβλέπεται για το Κέντρο στη συμφωνία.

    3.   Στο τέλος κάθε χρηματοδοτικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας, οι υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί αλλά δεν έχουν καταβληθεί μεταφέρονται αυτομάτως στο επόμενο χρηματοδοτικό πρωτόκολλο της συμφωνίας. Οι υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί αλλά δεν έχουν καταβληθεί στο τέλος της συμφωνίας μεταφέρονται μόνο κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου μεταξύ της συμφωνίας και της επόμενης συμφωνίας ή, ενδεχομένως, κατά τη διάρκεια της δωδεκαμήνου περιόδου εκκαθάρισης.

    4.   Εάν, κατά την έναρξη οικονομικού έτους, ο προϋπολογισμός δεν έχει ακόμα εγκριθεί, ο διευθυντής, για να εξασφαλίσει τη συνέχεια της λειτουργίας του Κέντρου, μπορεί να επιτρέψει μηνιαίες δαπάνες που είχαν εγκριθεί για τον προϋπολογισμό του προηγούμενου οικονομικού έτους, εφόσον αυτές δεν υπερβαίνουν το ένα δωδέκατο των αντίστοιχων πιστώσεων ανά άρθρο.

    Ωστόσο, όσον αφορά τις τριμηνιαίες δαπάνες παρέμβασης που καταβάλλονται εκ των προτέρων και έχουν εγκριθεί από τον προϋπολογισμό του προηγούμενου έτους, οι πράξεις ανάληψης υποχρεώσεων είναι δυνατό να διενεργούνται κατ’ άρθρο, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπερβαίνουν το ένα τέταρτο του συνόλου των πιστώσεων που είχαν εγκριθεί για το προηγούμενο έτος.

    ΤΜΗΜΑ 2

    Αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης

    Άρθρο 6

    1.   Οι πιστώσεις του προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, δηλαδή σύμφωνα με τις αρχές της οικονομίας, της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας.

    2.   Η αρχή της οικονομίας ορίζει ότι οι πόροι θα πρέπει να καθίστανται εγκαίρως διαθέσιμοι στην ενδεδειγμένη ποσότητα και ποιότητα και στην καλύτερη τιμή.

    Η αρχή της αποδοτικότητας αφορά την καλύτερη σχέση μεταξύ χρησιμοποιούμενων μέσων και επιτυγχανόμενων αποτελεσμάτων.

    Η αρχή της αποτελεσματικότητας αφορά την υλοποίηση των συγκεκριμένων στόχων που έχουν τεθεί και την επίτευξη των αναμενόμενων αποτελεσμάτων.

    3.   Οι στόχοι θα πρέπει να καθορίζονται σαφώς και η υλοποίησή τους θα πρέπει να ελέγχεται με τη βοήθεια μετρήσιμων δεικτών. Τα έργα που χρηματοδοτούνται από τους πόρους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης θα πρέπει ενδεχομένως να βασίζονται σε προηγούμενες εκτιμήσεις. Το αποτέλεσμα αυτών των εκτιμήσεων περιλαμβάνεται στα έγγραφα που υποβάλλονται στην Επιτροπή για την αιτιολόγηση της ετήσιας συνεισφοράς του ΕΤΑ που ζητά το Κέντρο.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

    ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

    Άρθρο 7

    1.   Στο πλαίσιο του στρατηγικού σχεδίου και εντός των ορίων του συνολικού προϋπολογισμού που διατίθεται για το Κέντρο δυνάμει του χρηματοδοτικού πρωτοκόλλου, ο διευθυντής καταρτίζει σχέδιο ετήσιου προγράμματος και προϋπολογισμού. Τα εν λόγω σχέδια εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο το αργότερο την 1η Ιουλίου του έτους που προηγείται της εκτέλεσής τους και υποβάλλονται προς έγκριση στην Επιτροπή των Πρέσβεων.

    2.   Το Κέντρο διαβιβάζει αντίγραφο των σχεδίων των ετησίων προγραμμάτων και του προϋπολογισμού στην Επιτροπή, η οποία αρχίζει στη συνέχεια τις αναγκαίες κοινοτικές διαδικασίες για την έγκρισή τους.

    3.   Ο προϋπολογισμός είναι διαθέσιμος για αναλήψεις υποχρεώσεων από την ημερομηνία κατά την οποία η κοινοτική αρχή εγκρίνει την απόφαση χρηματοδότησης της αιτούμενης συνεισφοράς του ΕΤΑ. Το Κέντρο ενημερώνεται για αυτή την απόφαση.

    Άρθρο 8

    1.   Ο τρόπος πληρωμής που ισχύει για τη συνεισφορά του ΤΑ, καθορίζεται σε σύμβαση παρέμβασης που υπογράφεται μεταξύ του Κέντρου και της Επιτροπής.

    2.   Το Κέντρο επιστρέφει στο ΕΤΑ τη συνεισφορά για προηγούμενα οικονομικά έτη που αντιστοιχεί σε ακυρωθείσες πιστώσεις βάσει επαληθευμένων δημοσιονομικών καταστάσεων.

    3.   Ο προϋπολογισμός υποδιαιρείται σε τίτλους (κονδύλια του προϋπολογισμού), κεφάλαια, άρθρα και θέσεις, ανάλογα με τη φύση ή τον προορισμό των εσόδων ή των δαπανών.

    Άρθρο 9

    Εφόσον παρίσταται ανάγκη, ο διευθυντής υποβάλλει σχέδιο συμπληρωματικού ή διορθωτικού προϋπολογισμού, το οποίο εξετάζεται και εγκρίνεται με τον ίδιο τρόπο και με τις ίδιες διαδικασίες όπως ο προϋπολογισμός του οποίου τις προβλέψεις τροποποιεί.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

    ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

    Άρθρο 10

    1.   Ο διευθυντής εξασφαλίζει ότι ο προϋπολογισμός εκτελείται με δική του ευθύνη και εντός των ορίων των πιστώσεων που έχουν εγκριθεί. Αναφέρει για τη διαχείρισή του στο διοικητικό συμβούλιο.

    2.   Ο διευθυντής πρέπει να χρησιμοποιεί τις πιστώσεις του προϋπολογισμού σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6.

    Άρθρο 11

    1.   Κανένα έσοδο δεν εισπράττεται και καμία δαπάνη δεν πραγματοποιείται εάν δεν έχει πιστωθεί ή χρεωθεί στο κατάλληλο άρθρο του προϋπολογισμού.

    Δεν δύνανται να αναληφθούν ή να εγκριθούν δαπάνες καθ’ υπέρβαση των πιστώσεων που έχουν εγκριθεί για το συγκεκριμένο οικονομικό έτος ή καθ’ υπέρβαση των πιστώσεων που έχουν μεταφερθεί από το προηγούμενο οικονομικό έτος.

    2.   Τα έσοδα και οι δαπάνες εγγράφονται πλήρως στους λογαριασμούς χωρίς κανένα συμψηφισμό μεταξύ τους.

    Κατά παρέκκλιση από τον κανόνα αυτό, τα ακόλουθα στοιχεία δύνανται να αφαιρούνται από τα εγκριθέντα ποσά:

    α)

    πρόστιμα που επιβάλλονται στους δικαιούχους συμβάσεων·

    β)

    ποσά που προέρχονται από διακανονισμό αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, που μπορεί να πραγματοποιηθεί με παρακράτηση επ’ ευκαιρία νέας εκκαθάρισης στο πλαίσιο του κεφαλαίου, του άρθρου και του οικονομικού έτους, κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκε η εν λόγω καθ’ υπέρβαση πληρωμή·

    γ)

    η αξία των οχημάτων, του εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων που παρέχονται ως αντάλλαγμα κατά την αγορά νέων προϊόντων του ιδίου είδους· η καθαρή τιμή αγοράς εγγράφεται στους λογαριασμούς ως το ιστορικό κόστος για τον προσδιορισμό της αξίας απογραφής·

    δ)

    οι κάθε είδους εκπτώσεις που σημειώνονται στα τιμολόγια και τα εκκαθαριστικά σημειώματα.

    Κατά παρέκκλιση και πάλι από τον κανόνα αυτό, δύνανται να επαναχρησιμοποιούνται στην ίδια θέση (κονδύλιο) με την αρχική δαπάνη τα ακόλουθα ποσά:

    α)

    τα έσοδα από επιστροφές αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών·

    β)

    έσοδα από πληρωμές ασφαλίστρων·

    γ)

    τα έσοδα από την πώληση οχημάτων, εξοπλισμού και εγκαταστάσεων που αποσύρονται λόγω της αντικατάστασής τους·

    δ)

    τα έσοδα από την πώληση εντύπων και ταινιών·

    ε)

    οι αποκλίσεις συναλλαγματικών ισοτιμιών που διαπιστώθηκαν κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού δύνανται να αποτελέσουν το αντικείμενο αντιστάθμισης. Το τελικό αποτέλεσμα, είτε θετικό είτε αρνητικό, καταγράφεται στη δημοσιονομική κατάσταση.

    Άρθρο 12

    Οι μεταφορές από τίτλο σε τίτλο υποβάλλονται προς έγκριση στο διοικητικό συμβούλιο. Οι μεταφορές από κεφάλαιο σε κεφάλαιο ή από άρθρο σε άρθρο στο εσωτερικό κεφαλαίου αποφασίζονται από το διευθυντή, ο οποίος ενημερώνει σχετικά το διοικητικό συμβούλιο.

    Άρθρο 13

    Tα έσοδα του Κέντρου καταβάλλονται σε έναν ή περισσότερους λογαριασμούς που έχουν ανοιχθεί στο όνομα του Κέντρου.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

    Άρθρο 14

    1.   Ο δημοσιονομικός ελεγκτής που διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο είναι υπεύθυνος για την εκ των προτέρων έγκριση της ανάληψης υποχρεώσεων και για την έγκριση όλων των δαπανών, εσόδων και προκαταβολών.

    2.   Ο δημοσιονομικός ελεγκτής πρέπει να διαθέτει αποδεδειγμένη εμπειρία στον τομέα των δημοσιονομικών κανονισμών διεθνών οργανισμών και στον λογιστικό έλεγχο.

    3.   Ο δημοσιονομικός ελεγκτής υπάγεται στο καθεστώς απασχόλησης του προσωπικού του Κέντρου. Κατά συνέπεια, αναφέρεται διοικητικά στον διευθυντή του Κέντρου. Εντούτοις, κάθε μέτρο που έχει σχέση με πειθαρχικές κυρώσεις, αναστολή καθηκόντων, παύση ή δικαστική δίωξη εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο βάσει αιτιολογημένης πρότασης του διευθυντή.

    4.   Οι έλεγχοι που διενεργεί ο δημοσιονομικός ελεγκτής καταλήγουν στην χορήγηση ή άρνηση θεώρησης. Σκοπός της θεώρησης είναι να διασφαλίζεται ότι:

    α)

    η δαπάνη ή το έσοδο είναι συμβατά με τον προϋπολογισμό και τους κανονισμούς·

    β)

    εφαρμόζονται οι αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης που αναφέρονται στο άρθρο 6.

    Οι έλεγχοι διενεργούνται σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας που υποβάλει ο διευθυντής στο διοικητικό συμβούλιο και που εγκρίνεται από αυτό.

    5.   Η άρνηση θεώρησης αιτιολογείται γραπτώς στον διευθυντή. Εφόσον δεν πρόκειται για έλλειψη επαρκών πιστώσεων, ο διευθυντής μπορεί, με αιτιολογημένη απόφαση και υπ’ ευθύνη του, να αγνοήσει την άρνηση θεώρησης του δημοσιονομικού ελεγκτή. Ο διευθυντής ενημερώνει γραπτώς το διοικητικό συμβούλιο για κάθε παρόμοια απόφαση κατά την επόμενη συνεδρίασή του.

    6.   Ο δημοσιονομικός ελεγκτής διαθέτει πρόσβαση σε όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα καθώς και κάθε άλλο έγγραφο που έχει σχέση με δαπάνες ή έσοδα που ελέγχει. Μπορεί να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους.

    7.   Ο δημοσιονομικός ελεγκτής διαθέτει πλήρη ανεξαρτησία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. O δημοσιονομικός ελεγκτής δεν λαμβάνει εντολές και δεν υπόκειται σε περιορισμούς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.

    8.   Ο διευθυντής μπορεί να ζητά τη γνώμη του δημοσιονομικού ελεγκτή για θέματα σχετικά με την ανάλυση, την οργάνωση και τη βελτίωση των εσωτερικών διαδικασιών του Κέντρου. Ο διευθυντής μπορεί επίσης να ζητά από τον δημοσιονομικό ελεγκτή να εξετάζει έγγραφα για να διαπιστώνει εάν χρηματοδοτήσεις του προϋπολογισμού διεκπεραιώθηκαν κανονικά.

    9.   Στο τέλος κάθε οικονομικού έτους και το αργότερο μέχρι τις 30 Απριλίου του επομένου έτους, ο δημοσιονομικός ελεγκτής καταρτίζει ετήσια έκθεση στην οποία διατυπώνει τη γνώμη του για τη δημοσιονομική διαχείριση και εκτέλεση του προϋπολογισμού. Ο δημοσιονομικός ελεγκτής υποβάλει την έκθεσή του στον διευθυντή, ο οποίος την υποβάλλει με δικές του παρατηρήσεις στο διοικητικό συμβούλιο κατά την επόμενη συνεδρίασή του.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

    Άρθρο 15

    1.   Η διαχείριση του προϋπολογισμού του Κέντρου πραγματοποιείται με βάση την αρχή σύμφωνα με την οποία οι διατάκτες και οι υπόλογοι ασκούν διαφορετικά καθήκοντα. Η διαχείριση των πιστώσεων γίνεται από τον διατάκτη, ο οποίος είναι ο μόνος που διαθέτει την εξουσία για την ανάληψη των δαπανών, για τη βεβαίωση των προς είσπραξη ποσών και για την έκδοση των ενταλμάτων είσπραξης και των ενταλμάτων πληρωμής.

    2.   Οι εισπράξεις και οι πληρωμές πραγματοποιούνται από τον υπόλογο.

    3.   Ο διατάκτης δεν μπορεί να ασκεί τα καθήκοντα υπόλογου.

    Άρθρο 16

    1.   Κάθε μέτρο που μπορεί να συνεπάγεται δαπάνες που βαρύνουν το Κέντρο πρέπει να αποτελέσει προηγουμένως το αντικείμενο πρότασης για ανάληψη υποχρέωσης, συνοδευόμενης από τα δικαιολογητικά έγγραφα, η οποία διαβιβάζεται εκ των προτέρων στο δημοσιονομικό ελεγκτή για προηγούμενη έγκριση.

    2.   Οι επαναληπτικές δαπάνες δύνανται να αποτελέσουν το αντικείμενο προσωρινής ανάληψης υποχρεώσεων.

    3.   Τηρείται λογαριασμός με τις αναλήψεις υποχρεώσεων και τα εντάλματα πληρωμής. Τηρούνται λογιστικά στοιχεία των αναλήψεων υποχρεώσεων και των εγκρίσεων.

    Άρθρο 17

    1.   Σκοπός της εκκαθάρισης των δαπανών από τον διατάκτη, είναι:

    α)

    η επαλήθευση της ύπαρξης δικαιωμάτων του δικαιούχου·

    β)

    ο προσδιορισμός ή η βεβαίωση της ύπαρξης και του ποσού της απαίτησης·

    γ)

    η βεβαίωση των όρων υπό τους οποίους η πληρωμή καθίσταται απαιτητή.

    2.   Κάθε εκκαθάριση δαπάνης προϋποθέτει την υποβολή δικαιολογητικών εγγράφων που πιστοποιούν το δικαίωμα πληρωμής του δικαιούχου για υπηρεσίες που όντως έχουν παρασχεθεί, αγαθά που όντως παραδόθηκαν ή εργασίες που όντως εκτελέστηκαν βάσει άλλων εγγράφων που δικαιολογούν την πληρωμή.

    Κάθε απόφαση πληρωμής πρέπει να εγκρίνεται από τον αρμόδιο διατάκτη.

    Άρθρο 18

    1.   Εντολή πληρωμής είναι η πράξη με την οποία ο διατάκτης δίδει εντολή στον υπόλογο, με την έκδοση εντάλματος πληρωμής, να πληρώσει μία δαπάνη της οποίας πραγματοποίησε την εκκαθάριση.

    2.   Το ένταλμα πληρωμής συνοδεύεται από τα πρωτότυπα δικαιολογητικά έγγραφα, τα οποία φέρουν ή συνοδεύονται από την έγκριση του διατάκτη που πιστοποιεί την ακρίβεια των προς πληρωμή ποσών, την παραλαβή των προμηθειών ή την εκτέλεση της υπηρεσίας.

    3.   Τα αντίγραφα των δικαιολογητικών εγγράφων, επικυρωμένα από τον διατάκτη ως ακριβή αντίγραφα των πρωτοτύπων, δύνανται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να αντικαταστήσουν τα πρωτότυπα.

    4.   Τα εντάλματα πληρωμής αποστέλλονται στον υπόλογο ελεγκτή προς πληρωμή.

    5.   Εάν χρειάζεται, η διαταγή πληρωμής που διαβιβάζεται στον υπόλογο συνοδεύεται από βεβαίωση που ορίζει ότι τα σχετικά στοιχεία του ενεργητικού καταγράφηκαν στην απογραφή.

    Άρθρο 19

    1.   Η πληρωμή είναι η τελική πράξη η οποία απαλλάσσει το Κέντρο από τις υποχρεώσεις του, έναντι των πιστωτών του.

    2.   Η πληρωμή πραγματοποιείται από τον υπόλογο εντός των ορίων των διαθέσιμων κεφαλαίων.

    3.   Σε περίπτωση λογιστικού λάθους ή αμφισβήτησης της εξοφλητικής ισχύος της πληρωμής ή μη τήρησης των τύπων που υπαγορεύονται από τον παρόντα δημοσιονομικό κανονισμό, ο υπόλογος αναστέλλει την πληρωμή. Ο υπόλογος ενημερώνει αμέσως το διατάκτη και τον δημοσιονομικό ελεγκτή για την αναστολή, αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους την πραγματοποίησε.

    Σε περίπτωση αναστολής, ο διευθυντής δύναται να απαιτήσει γραπτώς και με δική του ευθύνη, την πραγματοποίηση της πληρωμής. Στην περίπτωση αυτή, ο διευθυντής ενημερώνει γραπτώς το διοικητικό συμβούλιο κατά την επόμενη συνεδρίασή του.

    Άρθρο 20

    1.   Κατά κανόνα, οι πληρωμές πραγματοποιούνται μέσω τραπεζικού ή ταχυδρομικού λογαριασμού, κατά προτίμηση με τραπεζική μεταφορά ή, εφόσον συντρέχει λόγος, με επιταγή. Το χρησιμοποιούμενο νόμισμα είναι το ευρώ, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις που δικαιολογούνται δεόντως και εγκρίνονται από το Κέντρο.

    2.   Οι επιταγές και οι εντολές τραπεζικής ή ταχυδρομικής μεταφοράς πρέπει να φέρουν δύο υπογραφές: την υπογραφή του υπόλογου και εκείνη του διατάκτη ή ενός αντιπροσώπου του.

    3.   Ο διευθυντής δύναται, για δεόντως αιτιολογημένους λόγους, να επιτρέψει πληρωμές σε μετρητά. Για τις εν λόγω πληρωμές, απαιτείται να εκδίδεται απόδειξη.

    4.   Σε περίπτωση ηλεκτρονικής διαχείρισης των εσόδων και των δαπανών, οι υπογραφές είναι δυνατό να τίθενται ηλεκτρονικά.

    5.   Ελλείψει πραγματικών ισοτιμιών, οι ισοτιμίες που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό σε ευρώ των πληρωμών που πρόκειται να πραγματοποιηθούν, ή των εσόδων που πρόκειται να εισπραχθούν σε τοπικό νόμισμα χώρας ΑΚΕ, είναι εκείνες που ισχύουν την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μηνός κατά τον οποίο πράγματι διενεργήθηκε η πράξη, όπως έχουν καταγραφεί από την τράπεζα ή το ταχυδρομείο του Κέντρου.

    Άρθρο 21

    1.   Για την πληρωμή ορισμένων κατηγοριών δαπανών, που καθορίζονται στις εσωτερικές ρυθμίσεις δυνάμει των διαδικασιών εφαρμογής, δύνανται να καθορισθούν πάγιες προκαταβολές, σύμφωνα με τους όρους που θεσπίζονται από το Κέντρο.

    2.   Κάθε απόφαση χορήγησης μιας πάγιας προκαταβολής λαμβάνεται από το διευθυντή βάσει πρότασης ανάληψης υποχρεώσεων του υπεύθυνου για τον φάκελο υπαλλήλου. Πριν από την υποβολή της στον διευθυντή, κάθε πρόταση πρέπει να εγκρίνεται από τον υπόλογο και τον δημοσιονομικό ελεγκτή.

    3.   Τα μέτρα που διέπουν τις πάγιες προκαταβολές περιλαμβάνουν ειδικές διατάξεις που αφορούν ιδίως:

    α)

    το όνομα των υπόλογων για τις πάγιες προκαταβολές·

    β)

    την αρμοδιότητα των εν λόγω ορισθέντων υπόλογων·

    δ)

    το μέγιστο ύψος της επιτρεπόμενης πάγιας προκαταβολής·

    γ)

    το είδος και το μέγιστο ύψος κάθε δαπάνης·

    ε)

    τις ρυθμίσεις με τις οποίες παρέχονται τα δικαιολογητικά έγγραφα, καθώς και τις σχετικές προθεσμίες.

    4.   Ο διατάκτης και ο υπόλογος λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εκκαθάριση των εγκεκριμένων προκαταβολών για τα ακριβή ποσά και εντός της απαιτούμενης προθεσμίας.

    Άρθρο 22

    1.   Ο διευθυντής ασκεί καθήκοντα διατάκτη για τις πιστώσεις που εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Κέντρου.

    2.   Ο διευθυντής δύναται να αναθέσει ορισμένα από τα καθήκοντά του σε υπάλληλο που υπάγεται σε αυτόν. Κάθε απόφαση για την ανάθεση εξουσιών πρέπει να αναφέρει τη διάρκεια και τα όρια της εντολής.

    Άρθρο 23

    1.   Ο διευθυντής ορίζει υπόλογο ο οποίος ευθύνεται για τα εξής:

    α)

    την ορθή εκτέλεση των πληρωμών, την είσπραξη των εσόδων και την είσπραξη των υφισταμένων απαιτήσεων·

    β)

    την προετοιμασία και την παρουσίαση των λογαριασμών σύμφωνα με το άρθρο 25·

    γ)

    την τήρηση λογαριασμών σύμφωνα με το άρθρο 25·

    δ)

    την εφαρμογή των λογιστικών κανόνων και μεθόδων, καθώς και του λογιστικού σχεδίου, βάσει κανόνων που έχει διαμορφώσει ο υπόλογος της Επιτροπής·

    ε)

    τη θέσπιση και την επικύρωση λογιστικών συστημάτων καθώς και, ενδεχομένως, συστημάτων που έχουν θεσπισθεί από τον διατάκτη και προορίζονται για την παροχή ή την αιτιολόγηση λογιστικών πληροφοριών·

    στ)

    τη διαχείριση του ταμείου σε κοινή συμφωνία με τον διευθυντή.

    2.   Ο υπόλογος λαμβάνει από τον διατάκτη, ο οποίος εγγυάται την αξιοπιστία τους, όλα τα απαραίτητα στοιχεία για την τήρηση λογαριασμών, που παρουσιάζουν πιστή εικόνα των οικονομικών στοιχείων του Κέντρου και της δημοσιονομικής εκτέλεσης.

    3.   Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και με το άρθρο 21, ο υπόλογος είναι το μόνο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο για τη διαχείριση των χρημάτων και των λοιπών οικονομικών στοιχείων. Είναι επίσης υπεύθυνος για τη διαφύλαξή τους.

    4.   Ο υπόλογος δύναται, στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων του και με την έγκριση του διευθυντή, να αναθέτει ορισμένα καθήκοντα σε μέλη του προσωπικού του Κέντρου που είναι υφιστάμενοί του. Η σχετική εξουσιοδότηση ή πληρεξούσιο καθορίζουν τα καθήκοντα που ανατίθενται στους πληρεξουσίους, καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους.

    Άρθρο 24

    1.   Η ανάκτηση κάθε ποσού που οφείλεται στο Κέντρο προϋποθέτει την έκδοση εντάλματος είσπραξης από τον διατάκτη. Τα εντάλματα είσπραξης εγκρίνονται από τον δημοσιονομικό ελεγκτή.

    2.   Ο υπόλογος έχει την ευθύνη των ενταλμάτων είσπραξης που του διαβιβάζει ο διατάκτης.

    3.   Για κάθε πληρωμή σε μετρητά στον υπόλογο ή τον υπεύθυνο για τις προκαταβολές, εκδίδεται απόδειξη.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

    ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ, ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ, ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ, ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ, ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΠΑΤΗΣ (OLAF)

    Άρθρο 25

    1.   Η λογιστική τηρείται σε ευρώ, ανά ημερολογιακό έτος, σύμφωνα με τη μέθοδο της διπλής καταγραφής. Καταγράφεται το σύνολο των εσόδων και των δαπανών από την 1η Ιανουαρίου έως την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους και περιλαμβάνει τα πρωτότυπα δικαιολογητικά έγγραφα.

    Το κλείσιμο των λογαριασμών πραγματοποιείται κατά τη λήξη του οικονομικού έτους, για να παράσχει τη δυνατότητα κατάρτισης των δημοσιονομικών καταστάσεων του Κέντρου.

    2.   Οι εγγραφές πραγματοποιούνται με βάση ένα λογιστικό σύστημα που περιλαμβάνει την ονοματολογία των θέσεων του προϋπολογισμού και πραγματοποιεί σαφή διαχωρισμό μεταξύ των λογαριασμών που επιτρέπουν την κατάρτιση των δημοσιονομικών καταστάσεων και εκείνων που επιτρέπουν την κατάρτιση των λογαριασμών εσόδων και δαπανών. Οι εν λόγω εγγραφές δύνανται να καταχωρούνται σε βιβλία ή δελτία που παρέχουν τη δυνατότητα κατάρτισης γενικού μηνιαίου ισολογισμού. Όλες οι προκαταβολές εγγράφονται λογιστικά σε προσωρινό λογαριασμό και εκκαθαρίζονται το αργότερο κατά το τέλος του επόμενου οικονομικού έτους, εκτός από την περίπτωση προκαταβολών με μόνιμο χαρακτήρα.

    3.   Το Κέντρο καταρτίζει ισολογισμό και λογαριασμό εσόδων και δαπανών το αργότερο μέχρι τις 30 Απριλίου του έτους Ν+1.

    Στον ισολογισμό εμφαίνονται οι χρηματοπιστωτικές απαιτήσεις και υποχρεώσεις του Κέντρου την 31η Δεκεμβρίου του παρελθόντος οικονομικού έτους.

    Ο λογαριασμός εσόδων και εξόδων περιλαμβάνει:

    α)

    έναν πίνακα «Έσοδα» που περιλαμβάνει:

    τις προβλέψεις των εσόδων για το ημερολογιακό έτος,

    τις αλλαγές σε σχέση με τις προβλέψεις εσόδων,

    τα δικαιώματα που προκύπτουν κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους,

    τα ποσά των οποίων η είσπραξη εκκρεμεί στο τέλος του ημερολογιακού έτους,

    πρόσθετα έσοδα·

    β)

    έναν πίνακα «Δαπάνες» που περιλαμβάνει:

    συνοπτικό πίνακα με τις υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί, τις υποχρεώσεις που έχουν μεταφερθεί από το έτος Ν και τις υποχρεώσεις που έχουν ακυρωθεί,

    συνοπτικό πίνακα με τις υποχρεώσεις που έχουν μεταφερθεί από το έτος Ν-1 και τις υποχρεώσεις που έχουν ακυρωθεί,

    πίνακα που παρέχει συνολική άποψη των υποχρεώσεων και των εγκρίσεων για το έτος Ν,

    πίνακα που παρέχει συνολική άποψη των υποχρεώσεων και των εγκρίσεων πιστώσεων που έχουν μεταφερθεί από το έτος Ν-1·

    γ)

    σημειώσεις για τις δημοσιονομικές καταστάσεις που περιλαμβάνουν:

    τις εφαρμοζόμενες λογιστικές αρχές,

    λεπτομερείς σημειώσεις και υπολογισμούς που επεξηγούν τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στις δημοσιονομικές καταστάσεις,

    κάθε επεξήγηση που απαιτείται για τη εξασφάλιση της διαφάνειας των λογαριασμών.

    4.   Κάθε τρίμηνο, συντάσσεται δημοσιονομική κατάσταση, η οποία αποστέλλεται στην Επιτροπή των Πρέσβεων, και στην οποία εμφαίνονται τα στοιχεία για την εκτέλεση του τρέχοντος προϋπολογισμού και τη χρησιμοποίηση πιστώσεων που μεταφέρθηκαν. Η εν λόγω κατάσταση πρέπει να θεωρείται από τον δημοσιονομικό ελεγκτή και να διαβιβάζεται στο διοικητικό συμβούλιο.

    Άρθρο 26

    1.   Το διοικητικό συμβούλιο του Κέντρου ορίζει για μέγιστη διάρκεια 3 ετών εταιρεία δημοσιονομικών ελεγκτών διεθνούς κύρους μετά από πρόσκληση προς υποβολή προσφορών και με βάση τις συστάσεις του διευθυντή του Κέντρου.

    2.   Οι δημοσιονομικοί ελεγκτές είναι αρμόδιοι να ελέγχουν τα βιβλία και το ταμείο του Κέντρου, να διασφαλίζουν ότι οι καταστάσεις απογραφής και οι ισολογισμοί καταρτίζονται δεόντως και με καλή πίστη και να φροντίζουν για την ορθότητα των στοιχείων που αφορούν τους λογαριασμούς του Κέντρου.

    3.   Σκοπός του λογιστικού ελέγχου που διενεργείται με βάση λογιστικά έγγραφα και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, επιτόπου, είναι η απόδειξη ότι όλα τα έσοδα εισπράχθηκαν και όλες οι δαπάνες διενεργήθηκαν νόμιμα και κανονικά και ότι διενεργήθηκε χρηστή δημοσιονομική διαχείριση.

    4.   Οι δημοσιονομικοί ελεγκτές βεβαιώνουν ότι οι δημοσιονομικές καταστάσεις έχουν καταρτισθεί σωστά και σύμφωνα με διεθνή λογιστικά πρότυπα, και παρουσιάζουν πιστή εικόνα της οικονομικής κατάστασης του Κέντρου.

    5.   Οι δημοσιονομικοί ελεγκτές καταρτίζουν έκθεση το αργότερο μέχρι τις 30 Ιουνίου μετά το τέλος κάθε οικονομικού έτους. Η έκθεση διαβιβάζεται στον διευθυντή, ο οποίος την διαβιβάζει μαζί με ενδεχόμενα σχόλιά του στο διοικητικό συμβούλιο, το οποίο την διαβιβάζει μαζί με τις συστάσεις του στην Επιτροπή των Πρέσβεων.

    Με βάση την εν λόγω έκθεση και τις δημοσιονομικές καταστάσεις για το οικονομικό έτος, η Επιτροπή των Πρέσβεων παρέχει απαλλαγή στο διευθυντή σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

    6.   Οι δημοσιονομικοί ελεγκτές συμβουλεύουν το Κέντρο για την αντιμετώπιση των κινδύνων, διατυπώνοντας ανεξάρτητα τη γνώμη τους σχετικά με την ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου και εκδίδοντας συστάσεις για τη βελτίωση των όρων εκτέλεσης των πράξεων και για την προώθηση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

    Οι δημοσιονομικοί ελεγκτές είναι υπεύθυνοι για τα ακόλουθα:

    α)

    την αξιολόγηση της ορθότητας και της αποτελεσματικότητας των συστημάτων εσωτερικής διαχείρισης και της αποδοτικότητας του Κέντρου στην εκτέλεση προγραμμάτων και στη λήψη των απαιτούμενων μέτρων ενόψει των σχετικών κινδύνων

    και

    β)

    την αξιολόγηση της ορθότητας και της ποιότητας των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου για τις πράξεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού.

    7.   Οι δημοσιονομικοί ελεγκτές ελέγχουν όλες τις δραστηριότητες και μονάδες του Κέντρου. Διαθέτουν πλήρη και απεριόριστη πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

    Άρθρο 27

    Σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό του ένατου ΕΤΑ, η Επιτροπή (εξ ονόματος της Κοινότητας), το Ελεγκτικό Συνέδριο και η Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) δύνανται να διενεργούν ελέγχους σχετικά με τις χορηγηθείσες πιστώσεις στο Κέντρο από το ΕΤΑ.

    Tο Ελεγκτικό Συνέδριο δύναται να ελέγχει ότι τα έσοδα εισπράχθηκαν και οι δαπάνες πραγματοποιήθηκαν νόμιμα και κανονικά και ότι τηρήθηκαν οι διατάξεις της συμφωνίας και του δημοσιονομικού κανονισμού του ένατου EΤΑ.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

    ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΚΤΩΝ, ΤΩΝ ΥΠΟΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΓΙΕΣ ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΕΣ

    Άρθρο 28

    Οι διατάκτες οι οποίοι, κατά τη βεβαίωση των προς είσπραξη εσόδων, την έκδοση των ενταλμάτων είσπραξης, την ανάληψη υποχρεώσεων δαπανών ή την υπογραφή ενταλμάτων πληρωμής, δεν συμμορφώνονται με τον παρόντα δημοσιονομικό κανονισμό, υπέχουν πειθαρχικές ευθύνες και, ενδεχομένως, υποχρεούνται σε καταβολή αποζημίωσης. Το αυτό ισχύει και όταν παραλείπουν να συντάξουν ένα έγγραφο που δημιουργεί απαίτηση ή όταν αμελούν ή καθυστερούν την έκδοση ενταλμάτων είσπραξης χωρίς αιτιολόγηση.

    Ο διατάκτης υπέχει πειθαρχική ευθύνη και, ενδεχομένως, υποχρεούται σε καταβολή αποζημίωσης μόνον όταν το σφάλμα διεπράχθη εκ προθέσεως ή ήταν το αποτέλεσμα βαρείας αμελείας εκ μέρους του.

    Άρθρο 29

    1.   Ο υπόλογος υπέχει πειθαρχική ευθύνη και, ενδεχομένως, υποχρεούται σε καταβολή αποζημίωσης για τις πληρωμές που πραγματοποιεί κατά παράβαση του άρθρου 19.

    Ο υπόλογος υπέχει πειθαρχική ευθύνη και υποχρεούται σε καταβολή αποζημίωσης για κάθε απώλεια ή μείωση των κεφαλαίων, των αξιών και των εγγράφων τα οποία έχει στη φύλαξή του, εφόσον η απώλεια ή η μείωση αυτή προκλήθηκε εκ προθέσεως ή ήταν το αποτέλεσμα βαρείας αμέλειας εκ μέρους του.

    Υπό τους ίδιους όρους, ο υπόλογος είναι υπεύθυνος για την ορθή εκτέλεση των εντολών που λαμβάνει σχετικά με τη χρησιμοποίηση και τη διαχείριση των τραπεζικών και ταχυδρομικών λογαριασμών, και ιδίως:

    α)

    όταν οι πληρωμές ή οι εισπράξεις που πραγματοποιεί δεν συμφωνούν με το ποσό που αναφέρεται στο αντίστοιχο ένταλμα πληρωμής ή είσπραξης·

    β)

    όταν πραγματοποιεί πληρωμές σε πρόσωπα άλλα από αυτά των δικαιούχων.

    2.   Οι υπεύθυνοι παγίων προκαταβολών υπέχουν πειθαρχική ευθύνη και υποχρεούνται, ενδεχομένως, σε καταβολή αποζημίωσης, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    α)

    όταν αδυνατούν να αιτιολογήσουν με τα κατάλληλα αποδεικτικά έγγραφα πληρωμές που έχουν πραγματοποιήσει·

    β)

    όταν πραγματοποιούν πληρωμές σε πρόσωπα άλλα από αυτά των δικαιούχων.

    Υπέχουν πειθαρχική ευθύνη και υποχρεούνται σε αποζημίωση για κάθε απώλεια ή μείωση των κεφαλαίων, των αξιών και των εγγράφων τα οποία φυλάσσουν, εάν η εν λόγω απώλεια ή μείωση προκλήθηκε εκ προθέσεως ή ήταν το αποτέλεσμα βαρείας αμέλειας εκ μέρους τους.

    Άρθρο 30

    1.   Οι υπόλογοι και οι υπεύθυνοι παγίων προκαταβολών ασφαλίζονται κατά των κινδύνων που αναφέρονται στο άρθρο 29.

    Tο Κέντρο καλύπτει τις σχετικές δαπάνες ασφάλισης. Διευκρινίζει τα μέλη του προσωπικού που ασκούν τα καθήκοντα υπόλογων και υπεύθυνων παγίων προκαταβολών, καθώς και τους όρους υπό τους οποίους καλύπτει τα έξοδα ασφάλισης που επιβαρύνουν τους εν λόγω υπαλλήλους για την προστασία τους από τους κινδύνους που διατρέχουν στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους.

    2.   Στον υπόλογο και στους υπεύθυνους παγίων προκαταβολών χορηγούνται ειδικά επιδόματα. Το επίπεδο των εν λόγω επιδομάτων καθορίζεται με κανονισμό τον οποίο συντάσσει το Κέντρο και εγκρίνει το διοικητικό συμβούλιο. Τα ποσά που αντιστοιχούν στα εν λόγω επιδόματα πιστώνονται κάθε μήνα σε λογαριασμό που ανοίγεται από το Κέντρο στο όνομα καθενός από τους υπαλλήλους αυτούς, προκειμένου να συσταθεί ένα κεφάλαιο εγγύησης που προορίζεται να καλύψει κάθε τραπεζικό ή ταμειακό έλλειμμα, για το οποίο το εν λόγω πρόσωπο θα μπορούσε να είναι υπεύθυνο, στο βαθμό που το εν λόγω έλλειμμα δεν έχει καλυφθεί με αποζημιώσεις από τις ασφαλιστικές εταιρείες.

    Το πιστωτικό υπόλοιπο των εν λόγω λογαριασμών εγγύησης καταβάλλεται στους ενδιαφερόμενους όταν παύσουν να ασκούν καθήκοντα υπόλογου ή υπεύθυνου παγίων προκαταβολών και αφού τους δοθεί τελική απαλλαγή όσον αφορά τη διαχείρισή τους.

    3.   Η απαλλαγή παρέχεται στον υπόλογο και τον υπεύθυνο παγίων προκαταβολών, από τον διευθυντή, με βάση την έκθεση εξωτερικών ελεγκτών, εντός δύο ετών από τη διαβίβαση των δημοσιονομικών καταστάσεων στην Επιτροπή των Πρέσβεων.

    Άρθρο 31

    Η ευθύνη για την πληρωμή αποζημίωσης και η πειθαρχική ευθύνη την οποία υπέχουν οι διατάκτες, οι υπόλογοι και οι υπεύθυνοι παγίων προκαταβολών, καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για τους υπαλλήλους του Κέντρου.

    Άρθρο 32

    Όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού, οι υπάλληλοι δεν έχουν το δικαίωμα να ενεργούν, όταν τα προσωπικά τους συμφέροντα έρχονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα του Κέντρου. Εάν υπάρξει τέτοια περίπτωση, ο σχετικός υπάλληλος πρέπει να απέχει από κάθε ενέργεια και να αναφέρει το θέμα στον ιεραρχικώς ανώτερό του.

    Υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων όταν, στο πλαίσιο της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ο υπάλληλος δεν μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντά του αμερόληπτα και αντικειμενικά λόγω οικογενειακών ή προσωπικών σχέσεων, εθνικών ή πολιτικών δεσμών, οικονομικών συμφερόντων ή για κάθε άλλο λόγο που δημιουργεί σχέση μεταξύ των δικών του συμφερόντων και των συμφερόντων του δικαιούχου.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

    ΓΕNΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 33

    Η ανάθεση των συμβάσεων πραγματοποιείται σύμφωνα με τις γενικές ρυθμίσεις για τις συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών που καθορίσθηκαν με την απόφαση αριθ. 2/2002 του Συμβουλίου των Υπουργών ΑΚΕ-ΕΚ, της 7ης Οκτωβρίου 2002, για την εφαρμογή των άρθρων 28, 29 και 30 του παραρτήματος IV της συμφωνίας του Κοτονού (4).

    Οι ρυθμίσεις για την εφαρμογή των ανωτέρω γενικών ρυθμίσεων ορίζονται σε εσωτερικό κανονισμό που εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο αφού ληφθεί η γνώμη της Επιτροπής.

    Άρθρο 34

    1.   Στο πλαίσιο των καθηκόντων του, το Κέντρο μπορεί επίσης να διαχειρίζεται πιστώσεις για λογαριασμό τρίτων. Ο κατάλογος των εν λόγω πόρων εμφαίνεται σε παράρτημα του προϋπολογισμού του Κέντρου.

    2.   Ο παρών δημοσιονομικός κανονισμός ισχύει για τη διαχείριση των εν λόγω πόρων.

    3.   Τηρούνται χωριστοί λογαριασμοί για τη διαχείριση των εν λόγω πόρων για λογαριασμό τρίτων.

    4.   Για κάθε κονδύλιο που διαχειρίζεται το Κέντρο για λογαριασμό τρίτου, οι δημοσιονομικές καταστάσεις περιλαμβάνουν ισολογισμό και λογαριασμό εσόδων και δαπανών, όπου εμφαίνεται η κατάσταση στις 31 Δεκεμβρίου του συγκεκριμένου οικονομικού έτους. Πιστοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της συμφωνίας που υπογράφεται μεταξύ του Κέντρου και του τρίτου.

    Ελλείψει σχετικών διατάξεων, η πιστοποίηση πραγματοποιείται από τους εξωτερικούς ελεγκτές του Κέντρου.

    5.   Οι δημοσιονομικές καταστάσεις επισυνάπτονται ως παράρτημα στις δημοσιονομικές καταστάσεις του Κέντρου.

    Άρθρο 35

    1.   Τηρείται μόνιμο βιβλίο απογραφής όλης της κινητής και ακίνητης περιουσίας του Κέντρου. Στο βιβλίο απογραφής εγγράφεται μόνο η κινητή ιδιοκτησία αξίας 350 ευρώ και άνω. Ο αριθμός απογραφής αναγράφεται σε κάθε τιμολόγιο πριν από την πληρωμή του.

    2.   Οι πωλήσεις κινητών αγαθών και εξοπλισμού, των οποίων η αξία αγοράς ανά μονάδα υπερβαίνει τα 350 ευρώ, επιβάλλεται να αποτελούν το αντικείμενο κατάλληλης δημοσιότητας.

    3.   Για κάθε κατάσχεση, απόσυρση, εξαφάνιση λόγω απώλειας ή κλοπής ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του καταλόγου απογραφής, συντάσσεται δελτίο που υπογράφεται και από το διευθυντή και από τον υπεύθυνο για τον εξοπλισμό υπάλληλο.

    4.   Η υλική και λογιστική απογραφή αντιπαραβάλλεται στο τέλος κάθε οικονομικού έτους. Η αντιπαραβολή θεωρείται από τους εξωτερικούς ελεγκτές.

    Άρθρο 36

    Τα κράτη ΑΚΕ, τα κράτη μέλη και η Κοινότητα δεσμεύονται, καθένα στο βαθμό που το αφορά, να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

    Άρθρο 37

    Ο δημοσιονομικός κανονισμός του Κέντρου που εγκρίθηκε με την απόφαση αριθ. 2/91 της Επιτροπής των Πρέσβεων ΑΚΕ-ΕΟΚ της 19ης Απριλίου 1991, καταργείται.

    Άρθρο 38

    Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

    Βρυξέλλες, 27 Σεπτεμβρίου 2006.

    Για την Επιτροπή των Πρέσβεων

    Ο Πρόεδρος

    R. MAKONGO


    (1)  ΕΕ L 317 της 15.12.2000, σ. 3. Συμφωνία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την συμφωνία που υπογράφηκε στο Λουξεμβούργο στις 25 Ιουνίου 2005 (ΕΕ L 287 της 28.10.2005, σ. 4).

    (2)  ΕΕ L 317 της 15.12.2000, σ. 355.

    (3)  ΕΕ L 83 της 1.4.2003, σ. 1.

    (4)  ΕΕ L 320 της 23.11.2002, σ. 1.


    Top