Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02009R1221-20230712

Consolidated text: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681/ΕΚ και 2006/193/ΕΚ

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2009/1221/2023-07-12

02009R1221 — EL — 12.07.2023 — 004.001


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 25ης Νοεμβρίου 2009

περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681/ΕΚ και 2006/193/ΕΚ

(ΕΕ L 342 της 22.12.2009, σ. 1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 517/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Μαΐου 2013

  L 158

1

10.6.2013

►M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/1505 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 28ης Αυγούστου 2017

  L 222

1

29.8.2017

►M3

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/2026 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 19ης Δεκεμβρίου 2018

  L 325

18

20.12.2018

 M4

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/1199 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 21ης Ιουνίου 2023

  L 159

1

22.6.2023


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 120, 13.5.2015, σ.  62 (1221/2009)




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 25ης Νοεμβρίου 2009

περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681/ΕΚ και 2006/193/ΕΚ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Σκοπός

Θεσπίζεται κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου, εφεξής καλούμενο «ΕΜΑS», για την εκούσια συμμετοχή οργανισμών που βρίσκονται εντός ή εκτός της Κοινότητας.

Σκοπός του ΕΜΑS, ως σημαντικού μέσου του σχεδίου δράσης για τη βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή και τη βιώσιμη βιομηχανική πολιτική, είναι να προωθήσει τη συνεχή βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων των οργανισμών με την καθιέρωση και εφαρμογή συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης από τους οργανισμούς, με τη συστηματική, αντικειμενική και περιοδική αξιολόγηση των επιδόσεων των συστημάτων αυτών, με την ενημέρωση ως προς τις περιβαλλοντικές επιδόσεις, με ανοικτό διάλογο με το κοινό και άλλους ενδιαφερόμενους, καθώς και με την ενεργό συμμετοχή των εργαζομένων στους οργανισμούς και την κατάλληλη εκπαίδευση.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1) 

«περιβαλλοντική πολιτική»: οι γενικές επιδιώξεις και κατευθύνσεις ενός οργανισμού όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιδόσεις του, όπως εκφράζονται επίσημα από τα ανώτατα διοικητικά όργανά του, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με όλες τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον καθώς και της ανάληψης δέσμευσης για συνεχή βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων. Η πολιτική αυτή προσφέρει το πλαίσιο δράσης και ορισμού περιβαλλοντικών σκοπών και στόχων·

2) 

«περιβαλλοντικές επιδόσεις»: τα μετρήσιμα αποτελέσματα της διαχείρισης εκ μέρους ενός οργανισμού των περιβαλλοντικών του πτυχών·

3) 

«συμμόρφωση με τις κείμενες διατάξεις»: η πλήρης εφαρμογή των εφαρμοστέων νομικών απαιτήσεων σχετικά με το περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων των όρων αδειοδότησης·

4) 

«περιβαλλοντική πτυχή»: στοιχείο των δραστηριοτήτων, προϊόντων ή υπηρεσιών ενός οργανισμού, το οποίο έχει ή ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον·

5) 

«σημαντική περιβαλλοντική πτυχή»: περιβαλλοντική πτυχή η οποία έχει ή ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον·

6) 

«άμεση περιβαλλοντική πτυχή»: περιβαλλοντική πτυχή η οποία σχετίζεται με δραστηριότητες, προϊόντα ή υπηρεσίες του οργανισμού που υπάγονται στον άμεσο διοικητικό του έλεγχο·

7) 

«έμμεση περιβαλλοντική πτυχή»: περιβαλλοντική πτυχή η οποία είναι δυνατόν να προκύψει από την αλληλεπίδραση οργανισμού με τρίτα μέρη και την οποία δύναται να επηρεάσει, ως ένα εύλογο βαθμό, ο οργανισμός·

8) 

«περιβαλλοντική επίπτωση»: οιαδήποτε αρνητική ή θετική αλλαγή στο περιβάλλον, η οποία οφείλεται, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, στις δραστηριότητες, τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες ενός οργανισμού·

9) 

«περιβαλλοντική ανασκόπηση»: αρχική γενική ανάλυση των περιβαλλοντικών πτυχών, των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και των περιβαλλοντικών επιδόσεων που σχετίζονται με τις δραστηριότητες, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ενός οργανισμού·

10) 

«περιβαλλοντικό πρόγραμμα»: η περιγραφή των μέτρων, αρμοδιοτήτων και μέσων που έχουν καθοριστεί ή μελετώνται για την επίτευξη των περιβαλλοντικών σκοπών και στόχων και οι προθεσμίες για την επίτευξη των περιβαλλοντικών σκοπών και στόχων·

11) 

«περιβαλλοντικός σκοπός»: ο συνολικός περιβαλλοντικός σκοπός, που απορρέει από την περιβαλλοντική πολιτική, τον οποίο ορίζει να επιτύχει ένας οργανισμός, και ο οποίος εκφράζεται ποσοτικά όπου είναι εφικτό·

12) 

«περιβαλλοντικός στόχος»: λεπτομερής απαίτηση επιδόσεων, η οποία προκύπτει από τους περιβαλλοντικούς σκοπούς, εφαρμόζεται σ’ έναν οργανισμό ή τμήματα αυτού και πρέπει να καθορίζεται και να τηρείται προκειμένου να υλοποιηθούν οι σκοποί αυτοί·

13) 

«σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης»: το τμήμα του συνολικού συστήματος διοίκησης το οποίο περιλαμβάνει την οργανωτική διάρθρωση, τον προγραμματισμό, τις αρμοδιότητες, τις πρακτικές, τις διαδικασίες, τις διεργασίες και τους πόρους για τη χάραξη, την εφαρμογή, την επίτευξη, την επισκόπηση και τη διατήρηση της περιβαλλοντικής πολιτικής και τη διαχείριση των περιβαλλοντικών πτυχών·

14) 

«βέλτιστη πρακτική περιβαλλοντικής διαχείρισης»: ο αποτελεσματικότερος τρόπος να εφαρμόσουν οι οργανισμοί συγκεκριμένου τομέα το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης και ο οποίος μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα βέλτιστες περιβαλλοντικές επιδόσεις υπό συγκεκριμένες οικονομικές και τεχνικές συνθήκες·

15) 

«ουσιαστική αλλαγή»: οιαδήποτε αλλαγή στη λειτουργία, δομή, διοίκηση, διεργασίες, δραστηριότητες, προϊόντα ή υπηρεσίες ενός οργανισμού έχει ή μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στο σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης του οργανισμού, στο περιβάλλον ή στην υγεία του ανθρώπου·

16) 

«εσωτερικός περιβαλλοντικός έλεγχος»: η συστηματική, τεκμηριωμένη, περιοδική και αντικειμενική αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων ενός οργανισμού, του συστήματος διοίκησης και των διεργασιών για την προστασία του περιβάλλοντος·

17) 

«ελεγκτής»: άτομο ή ομάδα ατόμων που ανήκουν στο προσωπικό ενός οργανισμού, ή φυσικό ή νομικό πρόσωπο εκτός του οργανισμού, το οποίο ενεργεί για λογαριασμό του οργανισμού, αξιολογεί, ιδίως, το εφαρμοζόμενο σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης και διαπιστώνει τη συμμόρφωση με την περιβαλλοντική πολιτική και το περιβαλλοντικό πρόγραμμα του οργανισμού, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον·

18) 

«περιβαλλοντική δήλωση»: ολοκληρωμένη πληροφόρηση του κοινού και άλλων ενδιαφερομένων σχετικά με:

α) 

τη διάρθρωση και τις δραστηριότητες του οργανισμού·

β) 

την περιβαλλοντική πολιτική και το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης του οργανισμού·

γ) 

τις περιβαλλοντικές πτυχές και επιπτώσεις του οργανισμού·

δ) 

το περιβαλλοντικό πρόγραμμα, τους περιβαλλοντικούς σκοπούς και στόχους του οργανισμού·

ε) 

τις περιβαλλοντικές επιδόσεις και συμμόρφωση του οργανισμού με τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της νομοθεσίας όσον αφορά το περιβάλλον όπως ορίζεται στο παράρτημα IV·

19) 

«επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση»: ολοκληρωμένη πληροφόρηση του κοινού και άλλων ενδιαφερομένων που περιέχει επικαιροποιήσεις της τελευταίας επικυρωμένης περιβαλλοντικής δήλωσης, ιδίως δε πληροφόρηση σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιδόσεις του οργανισμού και τη συμμόρφωσή του με τις εφαρμοστέες νομικές υποχρεώσεις όσον αφορά το περιβάλλον·

20) 

«επαληθευτής περιβάλλοντος»:

α) 

οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή οιαδήποτε ένωση ή ομάδα τέτοιων οργανισμών που έχει διαπιστευθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

β) 

φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ένωση ή ομάδα φυσικών ή νομικών προσώπων που έχει λάβει άδεια να διενεργεί επαλήθευση και επικύρωση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

21) 

«οργανισμός»: εταιρεία, ένωση, εκμετάλλευση, επιχείρηση, αρχή ή ίδρυμα, εντός ή εκτός της Κοινότητας, ή τμήματα ή συνδυασμός αυτών, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα, με ιδία λειτουργία και διοίκηση·

22) 

«χώρος δραστηριοτήτων»: συγκεκριμένη γεωγραφική θέση που υπάγεται στον διοικητικό έλεγχο ενός οργανισμού και όπου τελούνται δραστηριότητες, παράγονται προϊόντα και παρέχονται υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένου του συνόλου των υποδομών, του εξοπλισμού και των υλικών· ο χώρος δραστηριοτήτων είναι η μικρότερη οντότητα που λαμβάνεται υπόψη για την καταχώριση·

23) 

«ομάδα»: ομάδα ανεξάρτητων οργανισμών που σχετίζονται λόγω γεωγραφικής γειτνίασης ή επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και εφαρμόζουν από κοινού το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης·

24) 

«επαλήθευση»: η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελείται από επαληθευτή περιβάλλοντος για να αποδειχθεί κατά πόσον η περιβαλλοντική ανασκόπηση, η περιβαλλοντική πολιτική, το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης και ο εσωτερικός περιβαλλοντικός έλεγχος και η εκτέλεσή του εκ μέρους ενός οργανισμού πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού·

25) 

«επικύρωση»: η επιβεβαίωση, από τον επαληθευτή περιβάλλοντος που διενήργησε την επαλήθευση, ότι οι πληροφορίες και τα δεδομένα που περιλαμβάνει η περιβαλλοντική δήλωση και η επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση ενός οργανισμού είναι έγκυρα, αξιόπιστα και ορθά και πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού·

26) 

«εκτελεστικές αρχές»: οι σχετικές αρμόδιες αρχές που ορίζει το κράτος μέλος για τη διαπίστωση, την πρόληψη και τη διερεύνηση παραβάσεων των εφαρμοστέων νομικών απαιτήσεων σχετικά με το περιβάλλον και, όπου απαιτείται, για τη λήψη μέτρων επιβολής της εφαρμογής·

27) 

«δείκτης περιβαλλοντικών επιδόσεων»: εξειδικευμένη ένδειξη που καθιστά δυνατή τη μέτρηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων ενός οργανισμού·

28) 

«μικροί οργανισμοί»:

α) 

πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων ( 1 ) ·

β) 

αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης λιγότερων των 10 000 κατοίκων ή άλλες δημόσιες αρχές που απασχολούν λιγότερα από 250 άτομα και έχουν ετήσιο προϋπολογισμό που δεν υπερβαίνει τα 50 εκατ. EUR ή ετήσιο ισολογισμό που δεν υπερβαίνει τα 43 εκατ. EUR, συμπεριλαμβανομένων όλων των ακολούθων περιπτώσεων:

i) 

κυβέρνηση ή άλλη δημόσια διοίκηση, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων συμβουλευτικών φορέων, σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο·

ii) 

φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ασκούν δημόσιο διοικητικό λειτούργημα, δυνάμει του εθνικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένων ειδικών καθηκόντων, δραστηριοτήτων ή υπηρεσιών που αφορούν το περιβάλλον και

iii) 

φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία έχουν δημόσιες αρμοδιότητες ή ασκούν δημόσιο λειτούργημα ή παρέχουν δημόσιες υπηρεσίες που αφορούν το περιβάλλον, υπό τον έλεγχο φορέα ή προσώπου που εμπίπτει στο στοιχείο β)·

29) 

«εταιρική καταχώριση»: ενιαία καταχώριση όλων ή ορισμένων χώρων οργανισμού με χώρους που βρίσκονται σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες·

30) 

«φορέας διαπίστευσης»: ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης, ο οποίος ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και είναι αρμόδιος για τη διαπίστευση και την εποπτεία των επαληθευτών περιβάλλοντος.

31) 

«φορέας αδειοδότησης» ο φορέας, ο οποίος ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και είναι αρμόδιος για τη χορήγηση αδειών στους επαληθευτές περιβάλλοντος και για την εποπτεία αυτών.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

Άρθρο 3

Καθορισμός του αρμόδιου φορέα

1.  
Οργανισμοί σε κράτος μέλος υποβάλλουν την αίτηση καταχώρισης στον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους.
2.  

Οργανισμός με χώρους δραστηριοτήτων σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, ή τρίτες χώρες, δύναται να υποβάλει αίτηση για ενιαία εταιρική καταχώριση του συνόλου ή μέρους αυτών των χώρων δραστηριοτήτων.

Αίτηση για ενιαία εταιρική καταχώριση υποβάλλεται στον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους όπου βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία ή το διοικητικό κέντρο του οργανισμού το οποίο έχει ορισθεί για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου.

3.  

Αιτήσεις για καταχώριση από οργανισμούς εκτός της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της εταιρικής καταχώρισης που αποτελείται μόνον από χώρους δραστηριοτήτων ευρισκόμενους εκτός της Κοινότητας, υποβάλλονται σε οιοδήποτε αρμόδιο φορέα σε εκείνα τα κράτη μέλη που προβλέπουν την καταχώριση εξωκοινοτικών οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο.

Αυτοί οι οργανισμοί μεριμνούν ώστε ο περιβαλλοντικός επαληθευτής που θα διενεργήσει την επαλήθευση και θα επικυρώσει το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης του οργανισμού, να είναι διαπιστευμένος ή να έχει λάβει άδεια στο κράτος μέλος όπου ο οργανισμός υποβάλλει αίτηση για καταχώριση.

Άρθρο 4

Προετοιμασία για καταχώριση

1.  

Κάθε οργανισμός που επιθυμεί να καταχωρισθεί για πρώτη φορά:

α) 

διενεργεί περιβαλλοντική ανασκόπηση όλων των περιβαλλοντικών πτυχών του σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα Ι και στο σημείο Α.3.1 του παραρτήματος II·

β) 

με βάση τα αποτελέσματα της περιβαλλοντικής ανασκόπησης αναπτύσσει και εφαρμόζει σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης που καλύπτει όλες τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΙ, λαμβάνοντας υπόψη, εφόσον υπάρχουν, τις βέλτιστες πρακτικές περιβαλλοντικής διαχείρισης για τον συγκεκριμένο κλάδο, που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο α)·

γ) 

διενεργεί εσωτερικό έλεγχο σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο σημείο Α.5.5. του παραρτήματος II και του παραρτήματος III·

δ) 

συντάσσει περιβαλλοντική δήλωση σύμφωνα με το παράρτημα IV. Σε περίπτωση που για συγκεκριμένο τομέα είναι διαθέσιμα τομεακά έγγραφα αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 46, η εκτίμηση των επιδόσεων του οργανισμού λαμβάνει υπόψη τα εν λόγω έγγραφα.

2.  
Οι οργανισμοί μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη συνδρομή του άρθρου 32 που διατίθεται στο κράτος μέλος όπου υποβάλλουν την αίτηση καταχώρισης.
3.  
Οι οργανισμοί με πιστοποιημένο σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης, αναγνωρισμένο σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 4, δεν υποχρεούνται να υλοποιήσουν τα μέρη εκείνα που έχουν αναγνωρισθεί ως αντίστοιχα του παρόντος κανονισμού.
4.  

Οι οργανισμοί προσκομίζουν ουσιώδη αποδεικτικά στοιχεία ή έγγραφα από τα οποία προκύπτει ότι πληρούν όλες τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον.

Οι οργανισμοί μπορούν να ζητούν πληροφορίες από την ή τις αρμόδιες εκτελεστικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 32 ή τον περιβαλλοντικό επαληθευτή.

Οι οργανισμοί εκτός Κοινότητας παραπέμπουν επίσης στις νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον που ισχύουν για ομοειδείς οργανισμούς στα κράτη μέλη όπου προτίθενται να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους.

Σε περίπτωση που για συγκεκριμένο τομέα είναι διαθέσιμα τομεακά έγγραφα αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 46, η εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων του οργανισμού λαμβάνει υπόψη τα εν λόγω έγγραφα.

5.  
Η αρχική περιβαλλοντική ανασκόπηση, το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης, η διαδικασία ελέγχου και η εφαρμογή της και η περιβαλλοντική δήλωση επαληθεύονται από διαπιστευμένο ή κάτοχο άδειας επαληθευτή περιβάλλοντος, ο οποίος επικυρώνει την περιβαλλοντική δήλωση.

Άρθρο 5

Αίτηση καταχώρισης

1.  
Κάθε οργανισμός ο οποίος πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 4 δύναται να υποβάλει αίτηση καταχώρισης.
2.  

Η αίτηση καταχώρισης υποβάλλεται στον αρμόδιο φορέα που καθορίζεται κατά το άρθρο 3 και περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α) 

την επικυρωμένη περιβαλλοντική δήλωση σε ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή·

β) 

τη δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 9, υπογεγραμμένη από τον επαληθευτή περιβάλλοντος που επικύρωσε την περιβαλλοντική δήλωση·

γ) 

συμπληρωμένο έντυπο, το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ελάχιστες πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα VI·

δ) 

απόδειξη πληρωμής των επιβαλλόμενων τελών, εφόσον προβλέπεται.

3.  
Η αίτηση συντάσσεται σε επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο ο οργανισμός υποβάλλει αίτηση καταχώρισης.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΜΕΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

Άρθρο 6

Ανανέωση της καταχώρισης EMAS

1.  

Ανά τριετία τουλάχιστον, ο καταχωρισμένος οργανισμός:

α) 

μεριμνά για την επαλήθευση του πλήρους συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης και του προγράμματος ελέγχου και για την εφαρμογή τους·

β) 

συντάσσει την περιβαλλοντική δήλωση σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα ΙV και μεριμνά για την επικύρωσή της από περιβαλλοντικό επαληθευτή·

γ) 

διαβιβάζει την επικυρωμένη περιβαλλοντική δήλωση στον αρμόδιο φορέα·

δ) 

διαβιβάζει στον αρμόδιο φορέα συμπληρωμένο έντυπο το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ελάχιστες πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα VI·

ε) 

καταβάλλει τέλος για την ανανέωση της καταχώρισης στον αρμόδιο φορέα, εφόσον προβλέπεται.

2.  

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, κατά τα μεσολαβούντα έτη, ο καταχωρισμένος οργανισμός:

α) 

σύμφωνα με το πρόγραμμα ελέγχου, διενεργεί εσωτερικό έλεγχο των περιβαλλοντικών επιδόσεων και της συμμόρφωσης με τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον που ορίζονται στο παράρτημα III·

β) 

συντάσσει επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα ΙV και μεριμνά για την επικύρωσή της από περιβαλλοντικό επαληθευτή·

γ) 

διαβιβάζει την επικυρωμένη επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση στον αρμόδιο φορέα·

δ) 

διαβιβάζει στον αρμόδιο φορέα συμπληρωμένο έντυπο το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ελάχιστες πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα VI·

ε) 

καταβάλλει τέλος για την ανανέωση της καταχώρισης στον αρμόδιο φορέα, εφόσον προβλέπεται.

3.  

Οι καταχωρισμένοι οργανισμοί δημοσιοποιούν την περιβαλλοντική δήλωσή τους και τις επικαιροποιήσεις της εντός ενός μηνός από την καταχώρισή τους και ένα μήνα μετά την ολοκλήρωση της ανανέωσης της καταχώρισης.

Οι καταχωρισμένοι οργανισμοί τηρούν την εν λόγω απαίτηση παρέχοντας πρόσβαση στην περιβαλλοντική δήλωση και στην επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση μετά από αίτημα ή με τη δημιουργία συνδέσεων με δικτυακούς τόπους οι οποίοι παρέχουν πρόσβαση σε αυτές τις δηλώσεις.

Οι καταχωρισμένοι οργανισμοί προσδιορίζουν τον τρόπο, με τον οποίο παρέχουν δημόσια πρόσβαση, στο έντυπο που προβλέπεται στο παράρτημα VI.

Άρθρο 7

Παρέκκλιση για μικρούς οργανισμούς

1.  

Οι αρμόδιοι φορείς, κατόπιν αιτήματος μικρού οργανισμού, παρατείνουν, για τον εν λόγω οργανισμό, έως τα τέσσερα έτη την τριετή συχνότητα που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 ή έως τα δύο έτη την ετήσια συχνότητα που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, υπό τον όρο ότι ο περιβαλλοντικός επαληθευτής που έχει επαληθεύσει τον οργανισμό επιβεβαιώνει ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

δεν υφίστανται σημαντικοί κίνδυνοι για το περιβάλλον·

β) 

ο οργανισμός δεν έχει προγραμματίσει ουσιαστικές αλλαγές όπως ορίζονται στο άρθρο 8 και

γ) 

δεν υφίστανται σημαντικά τοπικά περιβαλλοντικά προβλήματα στα οποία συμβάλλει ο οργανισμός.

Για να υποβάλει το αίτημα που εμφαίνεται στο πρώτο εδάφιο, ο οργανισμός μπορεί να χρησιμοποιήσει τα έντυπα που προβλέπονται στο παράρτημα VI.

2.  
Ο αρμόδιος φορέας απορρίπτει την αίτηση εάν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1. Ανακοινώνει στον οργανισμό εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση.
3.  
Οι οργανισμοί στους οποίους έχει χορηγηθεί παράταση έως δύο έτη σύμφωνα με την παράγραφο 1, υποβάλλουν στον αρμόδιο φορέα μη επικυρωμένη επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση κάθε έτος για το οποίο απαλλάσσονται από την υποχρέωση να υποβάλλουν επικυρωμένη επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση.

Άρθρο 8

Ουσιαστικές αλλαγές

1.  
Σε περίπτωση που καταχωρισμένος οργανισμός προγραμματίζει ουσιαστικές αλλαγές, ο οργανισμός διενεργεί περιβαλλοντική ανασκόπηση αυτών των αλλαγών, καθώς και των περιβαλλοντικών πτυχών και επιπτώσεών τους.
2.  
Μετά από περιβαλλοντική ανασκόπηση των αλλαγών, ο οργανισμός επικαιροποιεί την αρχική περιβαλλοντική ανασκόπηση, τροποποιεί την περιβαλλοντική πολιτική, το περιβαλλοντικό πρόγραμμα και το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης και επικαιροποιεί την περιβαλλοντική δήλωση αναλόγως.
3.  
Όλα τα τροποποιημένα και επικαιροποιημένα δυνάμει της παραγράφου 2 έγγραφα επαληθεύονται και επικυρώνονται εντός έξι μηνών.
4.  
Μετά την επικύρωση, ο οργανισμός αναφέρει τις αλλαγές στον αρμόδιο φορέα, χρησιμοποιώντας το έντυπο του παραρτήματος VI, και τις δημοσιοποιεί.

Άρθρο 9

Εσωτερικός περιβαλλοντικός έλεγχος

1.  
Κάθε καταχωρισμένος οργανισμός καθιερώνει πρόγραμμα ελέγχου, με το οποίο εξασφαλίζεται, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη ή τα τέσσερα εάν εφαρμοσθεί η παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 7, ότι όλες οι δραστηριότητες του οργανισμού υπόκεινται σε εσωτερικό περιβαλλοντικό έλεγχο σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραρτήματος III.
2.  
Ο έλεγχος διενεργείται από ελεγκτές που διαθέτουν, ατομικά ή συλλογικά, την απαραίτητη ικανότητα εκτέλεσης αυτών των καθηκόντων και είναι επαρκώς ανεξάρτητοι από τις δραστηριότητες που ελέγχουν, ώστε να κρίνουν με αντικειμενικότητα.
3.  
Στο πρόγραμμα περιβαλλοντικού ελέγχου κάθε οργανισμού καθορίζονται οι σκοποί κάθε ελέγχου ή κύκλου ελέγχου, συμπεριλαμβανομένης της συχνότητας των ελέγχων κάθε δραστηριότητας.
4.  
Στο τέλος κάθε ελέγχου και κύκλου ελέγχου, οι ελεγκτές συντάσσουν γραπτή έκθεση ελέγχου.
5.  
Ο ελεγκτής κοινοποιεί τις διαπιστώσεις και τα πορίσματα του ελέγχου στον οργανισμό.
6.  
Μετά τη διαδικασία ελέγχου, ο οργανισμός καταστρώνει και υλοποιεί κατάλληλο σχέδιο δράσης.
7.  
Ο οργανισμός συγκροτεί κατάλληλους μηχανισμούς που εξασφαλίζουν ότι δίδεται συνέχεια στα αποτελέσματα του ελέγχου.

Άρθρο 10

Χρήση του λογότυπου του EMAS

1.  

Με την επιφύλαξη του άρθρου 35 παράγραφος 2, το λογότυπο του EMAS που ορίζεται στο παράρτημα V μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο από καταχωρισμένους οργανισμούς και μόνο για όσο διάστημα ισχύει η καταχώρισή τους.

Το λογότυπο φέρει πάντοτε τον αριθμό καταχώρισης του οργανισμού.

2.  
Το λογότυπο του EMAS χρησιμοποιείται μόνο σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές του παραρτήματος V.
3.  
Σε περίπτωση που οργανισμός επιλέξει, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφος 2, να μη συμπεριλάβει στην εταιρική καταχώριση όλους τους χώρους δραστηριοτήτων του, μεριμνεί ώστε, στις ανακοινώσεις του προς το κοινό και κατά τη χρήση του λογότυπου του ΕΜΑS, να είναι σαφές ποιους χώρους δραστηριοτήτων καλύπτει η καταχώριση.
4.  

Το λογότυπο του ΕΜΑS δεν χρησιμοποιείται:

α) 

για προϊόντα ή τις συσκευασίες τους, ούτε,

β) 

σε συνδυασμό με συγκριτικούς ισχυρισμούς που αφορούν άλλες δραστηριότητες και υπηρεσίες ή κατά τρόπο που ενδεχομένως να δημιουργεί σύγχυση με οικολογικές σημάνσεις προϊόντων.

5.  

Οιεσδήποτε περιβαλλοντικές πληροφορίες δημοσιεύονται από καταχωρισμένο οργανισμό μπορούν να φέρουν το λογότυπο του ΕΜΑS, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω πληροφορίες παραπέμπουν στην πιο πρόσφατη περιβαλλοντική δήλωση ή την επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση του οργανισμού από την οποία προέρχονται και ότι έχουν επικυρωθεί από επαληθευτή περιβάλλοντος ως:

α) 

ακριβείς·

β) 

τεκμηριωμένες και επαληθεύσιμες·

γ) 

συναφείς και χρησιμοποιούμενες εντός του κατάλληλου πλαισίου ή περίστασης·

δ) 

αντιπροσωπευτικές των συνολικών περιβαλλοντικών επιδόσεων του οργανισμού·

ε) 

μη επιδεχόμενες παρερμηνεία και

στ) 

σημαντικές σε σχέση με τις συνολικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ

Άρθρο 11

Ορισμός και ρόλος των αρμόδιων φορέων

1.  

Τα κράτη μέλη ορίζουν τους αρμόδιους φορείς που είναι υπεύθυνοι για την καταχώριση εγκατεστημένων στην Κοινότητα οργανισμών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι οι αρμόδιοι φορείς τους οποίους υποδεικνύουν προβλέπουν και είναι υπεύθυνοι για την καταχώριση εγκατεστημένων στην Κοινότητα οργανισμών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Οι αρμόδιοι φορείς ελέγχουν την εγγραφή και τη διατήρηση των οργανισμών στα μητρώα, καθώς και την αναστολή και τη διαγραφή.

2.  
Οι αρμόδιοι φορείς μπορούν να είναι εθνικοί, περιφερειακοί ή τοπικοί.
3.  
Η σύνθεση των αρμόδιων φορέων εγγυάται την ανεξαρτησία και την αμεροληψία τους.
4.  
Οι αρμόδιοι φορείς διαθέτουν τους κατάλληλους πόρους, οικονομικούς και σε προσωπικό, για την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων τους.
5.  
Οι αρμόδιοι φορείς εφαρμόζουν τον παρόντα κανονισμό με συνέπεια και συμμετέχουν σε τακτική αξιολόγηση από ομοτίμους, όπως ορίζεται στο άρθρο 17.

Άρθρο 12

Υποχρεώσεις σχετικά με τη διαδικασία καταχώρισης

1.  

Οι αρμόδιοι φορείς καθορίζουν διαδικασίες για την καταχώριση οργανισμών. Συγκεκριμένα, καθορίζουν κανόνες για:

α) 

την εξέταση παρατηρήσεων που διατυπώνονται από ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης, των αρμόδιων εκτελεστικών αρχών και των οργάνων εκπροσώπησης των οργανισμών, σχετικά με οργανισμούς που έχουν υποβάλει αίτηση καταχώρισης ή είναι καταχωρισμένοι·

β) 

την απόρριψη της καταχώρισης, την αναστολή ή τη διαγραφή των οργανισμών και

γ) 

τη διευθέτηση προσφυγών και καταγγελιών κατά αποφάσεών τους σχετικά με καταχωρίσεις.

2.  

Οι αρμόδιοι φορείς συνιστούν και τηρούν μητρώο των οργανισμών που έχουν καταχωρισθεί στα οικεία κράτη μέλη, που περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με το πώς μπορούν να ληφθούν οι περιβαλλοντικές δηλώσεις τους ή οι επικαιροποιημένες περιβαλλοντικές δηλώσεις τους, και, σε περίπτωση μεταβολών, επικαιροποιούν το μητρώο αυτό σε μηνιαία βάση.

Το μητρώο δημοσιοποιείται σε δικτυακό τόπο.

3.  
Οι αρμόδιοι φορείς κοινοποιούν μηνιαίως στην Επιτροπή, απευθείας ή μέσω των εθνικών αρχών τους όπως αποφασίζεται από τα οικεία κράτη μέλη, τις μεταβολές του μητρώου που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 13

Καταχώριση των οργανισμών

1.  
Οι αρμόδιοι φορείς εξετάζουν τις αιτήσεις καταχώρισης οργανισμών σύμφωνα με τις διαδικασίες που έχουν καθορίσει προς το σκοπό αυτό.
2.  

Όταν υποβάλλεται αίτηση καταχώρισης από οργανισμό, ο αρμόδιος φορέας καταχωρίζει τον οργανισμό και του χορηγεί αριθμό καταχώρισης, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

ο αρμόδιος φορέας έχει λάβει αίτηση καταχώρισης η οποία περιλαμβάνει όλα τα έγγραφα που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως δ)·

β) 

ο αρμόδιος φορέας έχει ελέγξει ότι η επαλήθευση και η επικύρωση έχουν διενεργηθεί σύμφωνα με τα άρθρα 25, 26 και 27·

γ) 

ο αρμόδιος φορέας έχει πεισθεί, με βάση τα ουσιώδη αποδεικτικά στοιχεία τα οποία έχει λάβει, παραδείγματος χάριν μέσω γραπτής έκθεσης της αρμόδιας εκτελεστικής αρχής, ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να τεκμηριώνουν παράβαση των εφαρμοστέων νομικών απαιτήσεων σχετικά με το περιβάλλον·

δ) 

δεν υπάρχουν σχετικές καταγγελίες από ενδιαφερόμενα μέρη ή οι καταγγελίες έχουν διευθετηθεί θετικά·

ε) 

ο αρμόδιος φορέας έχει πεισθεί με βάση τα ουσιώδη αποδεικτικά στοιχεία τα οποία έχει λάβει, ότι ο οργανισμός πληροί όλες τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και

στ) 

ο αρμόδιος φορέας έχει εισπράξει τέλος καταχώρισης, εφόσον προβλέπεται.

3.  
Ο αρμόδιος φορέας πληροφορεί τον οργανισμό ότι καταχωρίσθηκε και παρέχει στον οργανισμό τον αριθμό καταχώρισής του και το λογότυπο του EMAS.
4.  
Εάν ο αρμόδιος φορέας συναγάγει ότι ο αιτών οργανισμός δεν πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 2, απορρίπτει την αίτηση καταχώρισης του οργανισμού και ανακοινώνει στον οργανισμό εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση.
5.  
Εάν ο αρμόδιος φορέας λάβει γραπτή έκθεση εποπτείας από τον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης, η οποία στοιχειοθετεί ότι επαληθευτής περιβάλλοντος δεν άσκησε τις δραστηριότητές του επαρκώς, ώστε να εξασφαλίζεται η εκπλήρωση των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού από τον οργανισμό που υπέβαλε την αίτηση, απορρίπτει την αίτηση καταχώρισης του οργανισμού. Ο αρμόδιος φορέας καλεί τον οργανισμό να υποβάλει νέα αίτηση καταχώρισης.
6.  
Προκειμένου ο αρμόδιος φορέας να διαθέτει τα αναγκαία στοιχεία για να λάβει την απόφασή του σχετικά με απόρριψη αίτησης καταχώρισης, διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένου του οργανισμού.

Άρθρο 14

Ανανέωση της καταχώρισης οργανισμών

1.  

Ο φορέας καταχώρισης ανανεώνει την καταχώριση του οργανισμού εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

ο αρμόδιος φορέας έχει λάβει επικυρωμένη περιβαλλοντική δήλωση, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ), επικυρωμένη επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ή μη επικυρωμένη επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 7 παράγραφος 3·

β) 

ο αρμόδιος φορέας έχει λάβει συμπληρωμένο έντυπο το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ελάχιστες πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα VI, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο δ) και άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο δ)·

γ) 

ο αρμόδιος φορέας δεν έχει αποδεικτικά στοιχεία ότι η επαλήθευση και η επικύρωση δεν έχουν διενεργηθεί σύμφωνα με τα άρθρα 25, 26 και 27·

δ) 

ο αρμόδιος φορέας δεν έχει αποδεικτικά στοιχεία μη συμμόρφωσης του οργανισμού με τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις που αφορούν το περιβάλλον·

ε) 

δεν υπάρχουν σχετικές καταγγελίες από ενδιαφερόμενα μέρη ή οι καταγγελίες έχουν διευθετηθεί θετικά·

στ) 

ο αρμόδιος φορέας έχει πεισθεί με βάση τα ουσιώδη αποδεικτικά στοιχεία τα οποία έχει λάβει ότι ο οργανισμός πληροί όλες τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και

ζ) 

ο αρμόδιος φορέας έχει εισπράξει τέλος για την ανανέωση, εφόσον προβλέπεται.

2.  
Ο αρμόδιος φορέας πληροφορεί τον οργανισμό ότι η καταχώριση ανανεώθηκε.

Άρθρο 15

Αναστολή ή διαγραφή της καταχώρισης οργανισμού στο μητρώο

1.  
Εάν ο αρμόδιος φορέας κρίνει ότι καταχωρισμένος οργανισμός δεν συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό, παρέχει τη δυνατότητα στον οργανισμό να διατυπώσει τις απόψεις του επί του θέματος. Σε περίπτωση που η απάντηση του οργανισμού δεν είναι ικανοποιητική, η καταχώρισή του στο μητρώο διαγράφεται ή αναστέλλεται.
2.  
Εάν ο αρμόδιος φορέας λάβει γραπτή έκθεση εποπτείας από τον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης, η οποία στοιχειοθετεί ότι επαληθευτής περιβάλλοντος δεν άσκησε τις δραστηριότητές του επαρκώς, ώστε να εξασφαλίζεται η εκπλήρωση των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού από καταχωρισμένο οργανισμό, αναστέλλει την καταχώριση του οργανισμού.
3.  

Αναστέλλεται ή διαγράφεται η καταχώριση οργανισμού στο μητρώο, ανάλογα με την περίπτωση, εάν ο οργανισμός δεν υποβάλει στον αρμόδιο φορέα, εντός δύο μηνών από σχετικό αίτημα του τελευταίου, οιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α) 

επικυρωμένη περιβαλλοντική δήλωση, επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση ή υπογεγραμμένη δήλωση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 9·

β) 

έντυπο που περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ελάχιστες πληροφορίες που εκτίθενται στο παράρτημα VI από τον οργανισμό.

4.  
Εάν ο αρμόδιος φορέας πληροφορηθεί μέσω γραπτής έκθεσης από την αρμόδια εκτελεστική αρχή ότι οργανισμός έχει διαπράξει παράβαση των εφαρμοστέων νομικών απαιτήσεων σχετικά με το περιβάλλον, αναστέλλει ή διαγράφει την καταχώριση του εν λόγω οργανισμού από το μητρώο, ανάλογα με την περίπτωση.
5.  

Όταν αρμόδιος φορέας αποφασίζει να αναστείλει ή να διαγράψει καταχώριση λαμβάνει υπόψη τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α) 

τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της μη συμμόρφωσης του οργανισμού με τις απαιτήσεις που επιβάλλει ο παρών κανονισμός·

β) 

την προβλεψιμότητα της μη συμμόρφωσης του οργανισμού με τις απαιτήσεις που επιβάλλει ο παρών κανονισμός ή τις συνθήκες που οδηγούν σε μη συμμόρφωση·

γ) 

προγενέστερες περιπτώσεις μη συμμόρφωσης του οργανισμού με τις απαιτήσεις που επιβάλλει ο παρών κανονισμός και

δ) 

τις συγκεκριμένες συνθήκες του οργανισμού.

6.  
Προκειμένου ο αρμόδιος φορέας να διαθέτει τα αναγκαία στοιχεία για να λάβει την απόφασή του σχετικά με αναστολή ή διαγραφή της καταχώρισης οργανισμού στο μητρώο, διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένου του οργανισμού.
7.  
Όταν περιέλθουν σε γνώση του αρμόδιου φορέα αποδεικτικά στοιχεία που δεν προέρχονται από γραπτή έκθεση εποπτείας του φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης, σύμφωνα με τα οποία ο επαληθευτής περιβάλλοντος δεν άσκησε τις δραστηριότητές του επαρκώς ώστε να εξασφαλίζεται η εκπλήρωση των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού από τον οργανισμό, ο αρμόδιος φορέας διαβουλεύεται με τον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης που εποπτεύει τον επαληθευτή περιβάλλοντος.
8.  
Ο αρμόδιος φορέας αιτιολογεί τυχόν μέτρα που έλαβε.
9.  
Ο αρμόδιος φορέας παρέχει στον οργανισμό τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τις διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη.
10.  
Η αναστολή καταχώρισης οργανισμού στο μητρώο αίρεται, εφόσον ο αρμόδιος φορέας λάβει ικανοποιητικές πληροφορίες από τις οποίες προκύπτει ότι ο οργανισμός συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 16

Φόρουμ αρμόδιων φορέων

1.  

Οι αρμόδιοι φορείς συγκροτούν φόρουμ αρμοδίων φορέων από όλα τα κράτη μέλη (εφεξής: «φόρουμ αρμόδιων φορέων») το οποίο συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά ετησίως παρουσία αντιπροσώπου της Επιτροπής.

Το φόρουμ αρμόδιων φορέων εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του.

2.  
Στο φόρουμ αρμόδιων φορέων συμμετέχουν οι αρμόδιοι φορείς όλων των κρατών μελών. Όταν σε κράτος μέλος έχουν ορισθεί περισσότεροι του ενός αρμόδιοι φορείς, λαμβάνονται τα ενδεδειγμένα μέτρα για να εξασφαλισθεί ότι όλοι οι αρμόδιοι φορείς ενημερώνονται σχετικά με τις δραστηριότητες του φόρουμ αρμόδιων φορέων.
3.  

Το φόρουμ αρμόδιων φορέων καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές για να διασφαλίζει τη συνέπεια των διαδικασιών που αφορούν την καταχώριση οργανισμών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης της ανανέωσης της καταχώρισης και της αναστολής και διαγραφής καταχωρίσεων οργανισμών στο μητρώο, τόσο εντός όσο και εκτός της Κοινότητας.

Το φόρουμ αρμόδιων φορέων διαβιβάζει στην Επιτροπή τα έγγραφα καθοδήγησης, καθώς και τα έγγραφα που αφορούν την αξιολόγηση από ομοτίμους.

4.  

Τα έγγραφα καθοδήγησης που αναφέρονται στις διαδικασίες εναρμόνισης που ενέκρινε το φόρουμ αρμόδιων φορέων προτείνονται ως κατάλληλα από την Επιτροπή για θέσπιση σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 3.

Τα εν λόγω έγγραφα δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 17

Αξιολόγηση των αρμόδιων φορέων από ομοτίμους

1.  
Το φόρουμ αρμόδιων φορέων οργανώνει αξιολόγηση από ομοτίμους με σκοπό την εκτίμηση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό του συστήματος καταχώρισης που εφαρμόζει κάθε αρμόδιος φορέας και την ανάπτυξη εναρμονισμένης προσέγγισης για την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν την καταχώριση.
2.  
Η αξιολόγηση από ομοτίμους διενεργείται σε τακτά χρονικά διαστήματα και τουλάχιστον ανά τετραετία και περιλαμβάνει αξιολόγηση των κανόνων και των διαδικασιών των άρθρων 12, 13 και 15. Στην αξιολόγηση από ομοτίμους συμμετέχουν όλοι οι αρμόδιοι φορείς.
3.  

Η Επιτροπή καθορίζει τις διαδικασίες για τη διενέργεια της αξιολόγησης από ομοτίμους, συμπεριλαμβανομένων καταλλήλων διαδικασιών προσφυγής κατά αποφάσεων που λαμβάνονται ως αποτέλεσμα της αξιολόγησης από ομοτίμους.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 3.

4.  
Οι διαδικασίες της παραγράφου 3 καθιερώνονται πριν από τη διενέργεια της πρώτης αξιολόγησης από ομοτίμους.
5.  

Το φόρουμ αρμόδιων φορέων διαβιβάζει τακτική έκθεση της αξιολόγησης από ομοτίμους στην Επιτροπή και στην επιτροπή τη συσταθείσα βάσει του άρθρου 49, παράγραφος 1.

Η εν λόγω έκθεση δημοσιοποιείται μετά την έγκριση από το φόρουμ αρμόδιων φορέων και την επιτροπή που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΠΑΛΗΘΕΥΤΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Άρθρο 18

Καθήκοντα των επαληθευτών περιβάλλοντος

1.  
Οι επαληθευτές περιβάλλοντος αξιολογούν κατά πόσον η περιβαλλοντική ανασκόπηση ενός οργανισμού, η περιβαλλοντική του πολιτική, το σύστημά του περιβαλλοντικής διαχείρισης, οι διαδικασίες περιβαλλοντικού ελέγχου και η εκτέλεσή τους, πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.
2.  

Οι επαληθευτές περιβάλλοντος επαληθεύουν τα ακόλουθα:

α) 

τη συμμόρφωση του οργανισμού με όλες τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την αρχική περιβαλλοντική επισκόπηση, το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης, τον περιβαλλοντικό έλεγχο και τα αποτελέσματά του, καθώς και την περιβαλλοντική δήλωση ή την επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση·

β) 

τη συμμόρφωση του οργανισμού με τις εφαρμοστέες κοινοτικές, εθνικές, περιφερειακές και τοπικές νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον·

γ) 

τη συνεχή βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων του οργανισμού και

δ) 

την εγκυρότητα, την αξιοπιστία και την ορθότητα των δεδομένων και των πληροφοριών των ακόλουθων εγγράφων:

i) 

της περιβαλλοντικής δήλωσης,

ii) 

της επικαιροποιημένης περιβαλλοντικής δήλωσης,

iii) 

τυχόν προς επικύρωση περιβαλλοντικών πληροφοριών.

3.  
Ειδικότερα, οι επαληθευτές περιβάλλοντος επαληθεύουν την καταλληλότητα της αρχικής περιβαλλοντικής επισκόπησης, του περιβαλλοντικού ελέγχου ή άλλων διαδικασιών που εφαρμόζονται από τον οργανισμό, χωρίς περιττή επανάληψη των διαδικασιών αυτών.
4.  
Οι επαληθευτές περιβάλλοντος επαληθεύουν κατά πόσον τα αποτελέσματα του εσωτερικού ελέγχου είναι έγκυρα. Προς τούτο, μπορούν να προβαίνουν σε επιτόπου ελέγχους.
5.  

Κατά την επαλήθευση για την προετοιμασία της καταχώρισης ενός οργανισμού, ο επαληθευτής περιβάλλοντος ελέγχει εάν ο εν λόγω οργανισμός ικανοποιεί τουλάχιστον τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) 

εφαρμογή πλήρως λειτουργικού συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ·

β) 

εφαρμογή πλήρως σχεδιασμένου προγράμματος ελέγχου, το οποίο έχει ήδη αρχίσει σύμφωνα με το παράρτημα III, ώστε να έχουν καλυφθεί τουλάχιστον οι σημαντικότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις·

γ) 

ολοκλήρωση μιας επισκόπησης από τη διοίκηση του οργανισμού, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ μέρος Α και

δ) 

σύνταξη περιβαλλοντικής δήλωσης σύμφωνα με το παράρτημα IV και συνυπολογισμός κλαδικών εγγράφων αναφοράς, εάν υπάρχουν.

6.  

Για τους σκοπούς της επαλήθευσης για την ανανέωση της καταχώρισης κατά το άρθρο 6 παράγραφος 1, ο επαληθευτής περιβάλλοντος ελέγχει εάν ο οργανισμός ικανοποιεί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) 

ο οργανισμός έχει πλήρως λειτουργικό σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ·

β) 

ο οργανισμός έχει πλήρως σχεδιασμένο πρόγραμμα ελέγχου, του οποίου τουλάχιστον ένας κύκλος ελέγχου έχει ολοκληρωθεί σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ·

γ) 

ο οργανισμός έχει ολοκληρώσει ανασκόπηση διαχείρισης και

δ) 

ο οργανισμός έχει συντάξει περιβαλλοντική δήλωση σύμφωνα με το παράρτημα IV και έχουν ληφθεί υπόψη τα κλαδικά έγγραφα αναφοράς, εάν υπάρχουν.

7.  

Για τους σκοπούς της επαλήθευσης για την ανανέωση της καταχώρισης κατά το άρθρο 6 παράγραφος 2, ο επαληθευτής περιβάλλοντος ελέγχει εάν ο οργανισμός ικανοποιεί τουλάχιστον τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) 

ο οργανισμός έχει διενεργήσει εσωτερικό έλεγχο των περιβαλλοντικών επιδόσεων και της συμμόρφωσης με τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ·

β) 

ο οργανισμός αποδεικνύει τη διαρκή τήρηση των εφαρμοστέων νομικών απαιτήσεων σχετικά με το περιβάλλον και τη συνεχή βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεών του και

γ) 

ο οργανισμός έχει συντάξει επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση σύμφωνα με το παράρτημα IV και έχουν ληφθεί υπόψη τα κλαδικά έγγραφα αναφοράς, εάν υπάρχουν.

Άρθρο 19

Συχνότητα επαλήθευσης

1.  
Ο επαληθευτής περιβάλλοντος, σε συνεννόηση με τον οργανισμό, καταστρώνει πρόγραμμα το οποίο εξασφαλίζει την επαλήθευση όλων των στοιχείων που απαιτούνται για την καταχώριση και την ανανέωση της καταχώρισης, σύμφωνα με τα άρθρα 4, 5 και 6.
2.  

Κατά διαστήματα τα οποία δεν υπερβαίνουν τους δώδεκα μήνες, ο επαληθευτής περιβάλλοντος επικυρώνει κάθε επικαιροποιημένη πληροφορία της περιβαλλοντικής δήλωσης ή της επικαιροποιημένης περιβαλλοντικής δήλωσης.

Ανάλογα με την περίπτωση, εφαρμόζεται η παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 7.

Άρθρο 20

Απαιτήσεις για τους επαληθευτές περιβάλλοντος

1.  

Για να διαπιστευθεί ή για να λάβει άδεια σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, ο υποψήφιος επαληθευτής περιβάλλοντος υποβάλλει σχετική αίτηση στον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης.

Στην εν λόγω αίτηση προσδιορίζεται η έκταση της διαπίστευσης ή της άδειας που ζητείται με βάση την ταξινόμηση των οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1893/2006 ( 2 ).

2.  

Ο επαληθευτής περιβάλλοντος παρέχει στον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης τα κατάλληλα αποδεικτικά της επάρκειάς του, συμπεριλαμβανομένων των γνώσεων, της σχετικής πείρας και των τεχνικών ικανοτήτων του σε ό,τι αφορά την έκταση της ζητούμενης διαπίστευσης ή της ζητούμενης άδειας, στα ακόλουθα πεδία:

α) 

τον παρόντα κανονισμό·

β) 

τη γενική λειτουργία των συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης·

γ) 

τα σχετικά τομεακά έγγραφα αναφοράς που έχει εκδώσει η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 46, για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού·

δ) 

τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές απαιτήσεις που καλύπτουν τη δραστηριότητα η οποία υπόκειται σε επαλήθευση και επικύρωση·

ε) 

τις περιβαλλοντικές πτυχές και επιπτώσεις, στις οποίες περιλαμβάνεται η περιβαλλοντική διάσταση της αειφόρου ανάπτυξης·

στ) 

τις σχετικές με περιβαλλοντικά ζητήματα τεχνικές πτυχές της δραστηριότητας η οποία υπόκειται σε επαλήθευση και επικύρωση·

ζ) 

τη γενική λειτουργία της δραστηριότητας η οποία υπόκειται σε επαλήθευση και επικύρωση για να εκτιμηθεί η καταλληλότητα του συστήματος διαχείρισης, όσον αφορά την αλληλεπίδραση του οργανισμού και των προϊόντων, των υπηρεσιών και των λειτουργιών του με το περιβάλλον, όπου περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα ακόλουθα:

i) 

οι τεχνολογίες που χρησιμοποιεί ο οργανισμός·

ii) 

η ορολογία και τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται στις δραστηριότητες·

iii) 

οι επιχειρησιακές δραστηριότητες και τα χαρακτηριστικά της αλληλεπίδρασής τους με το περιβάλλον·

iv) 

οι μεθοδολογίες για την αξιολόγηση σημαντικών περιβαλλοντικών πτυχών·

v) 

οι τεχνολογίες ελέγχου και μετριασμού της ρύπανσης·

η) 

τις απαιτήσεις και τη μεθοδολογία περιβαλλοντικού ελέγχου, που περιλαμβάνουν την ικανότητα διεξαγωγής αποτελεσματικών ελέγχων επαλήθευσης ενός συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, τον εντοπισμό των κατάλληλων διαπιστώσεων και πορισμάτων του ελέγχου και τη σύνταξη και παρουσίαση εκθέσεων ελέγχου, προφορικώς και εγγράφως, ώστε να είναι σαφής ο φάκελος του ελέγχου επαλήθευσης·

θ) 

τον έλεγχο των πληροφοριών, την περιβαλλοντική δήλωση και την επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση από την άποψη της διαχείρισης, της αποθήκευσης και του χειρισμού δεδομένων, την παρουσίαση των δεδομένων σε κείμενο και σε γραφήματα για τη διαπίστωση δυνητικών σφαλμάτων δεδομένων, τη χρήση παραδοχών και κατά προσέγγιση εκτιμήσεων·

ι) 

την περιβαλλοντική διάσταση, καθώς και τις περιβαλλοντικές πτυχές και περιβαλλοντικές επιδόσεις κατά και μετά τη χρήση των προϊόντων και των υπηρεσιών, και την ακεραιότητα των δεδομένων που παρέχονται για τη λήψη αποφάσεων περιβαλλοντικού χαρακτήρα.

3.  
Ο επαληθευτής περιβάλλοντος απαιτείται να επιδεικνύει συνεχή επαγγελματική εξέλιξη σε σχέση με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 πεδία ικανότητας και να διατηρεί αυτό το σύστημα εξέλιξης προς αξιολόγηση από τον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης.
4.  
Ο επαληθευτής περιβάλλοντος είναι εξωτερικός τρίτος, ιδίως έναντι του ελεγκτή ή συμβούλου του οργανισμού, αμερόληπτος και αντικειμενικός κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων του.
5.  
Ο επαληθευτής περιβάλλοντος εξασφαλίζει ότι δεν δέχεται καμία εμπορική, οικονομική ή άλλη πίεση, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει την κρίση του ή να κλονίσει την εμπιστοσύνη στην ανεξαρτησία της κρίσης του και στην ακεραιότητά του όσον αφορά τις δραστηριότητες επαλήθευσης. Ο επαληθευτής περιβάλλοντος διασφαλίζει την τήρηση όλων των τυχόν ισχυόντων σχετικών κανόνων.
6.  
Ο επαληθευτής περιβάλλοντος διαθέτει τεκμηριωμένες μεθόδους και διαδικασίες καθώς και μηχανισμούς ποιοτικού ελέγχου και διατάξεις για την εξασφάλιση του εμπιστευτικού χαρακτήρα, ώστε να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού που αφορούν την επαλήθευση και την επικύρωση.
7.  

Στην περίπτωση που ο επαληθευτής περιβάλλοντος είναι οργανισμός, τηρεί οργανόγραμμα, στο οποίο περιγράφονται λεπτομερώς η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες στο πλαίσιο του οργανισμού, καθώς και δήλωση σχετικά με το νομικό καθεστώς του, την ιδιοκτησία του και τις πηγές χρηματοδότησής του.

Το οργανόγραμμα είναι διαθέσιμο κατόπιν αιτήματος.

8.  
Η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις αυτές εξασφαλίζεται μέσω της εκτίμησης που διενεργείται πριν από τη διαπίστευση ή τη χορήγηση της άδειας και μέσω της εποπτείας από τον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης.

Άρθρο 21

Πρόσθετες απαιτήσεις για επαληθευτές περιβάλλοντος που είναι φυσικά πρόσωπα και διενεργούν επαληθεύσεις και επικυρώσεις ατομικά

Πέραν της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 20, φυσικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται ως επαληθευτές περιβάλλοντος και διενεργούν επαληθεύσεις και επικυρώσεις ατομικά διαθέτουν:

α) 

όλες τις ικανότητες που απαιτούνται για να διενεργούν επαληθεύσεις και επικυρώσεις στα πεδία για τα οποία έχουν λάβει άδεια·

β) 

άδεια περιορισμένης έκτασης, η οποία εξαρτάται από την ατομική ικανότητά τους.

Άρθρο 22

Πρόσθετες απαιτήσεις για επαληθευτές περιβάλλοντος που δραστηριοποιούνται σε τρίτες χώρες

1.  
Εάν επαληθευτής περιβάλλοντος προτίθεται να διενεργεί επαληθεύσεις και επικυρώσεις σε τρίτες χώρες ζητεί διαπίστευση ή άδεια για συγκεκριμένες τρίτες χώρες.
2.  

Προκειμένου να διαπιστευθεί ή να λάβει άδεια για τρίτη χώρα, ο επαληθευτής περιβάλλοντος ικανοποιεί, επιπλέον των εκείνων που καθορίζονται στα άρθρα 20 και 21, τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) 

γνώση και κατανόηση των περιβαλλοντικών νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων της τρίτης χώρας για την οποία ζητεί διαπίστευση ή άδεια·

β) 

γνώση και κατανόηση της επίσημης γλώσσας της τρίτης χώρας για την οποία ζητεί διαπίστευση ή άδεια.

3.  

Οι απαιτήσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 2 θεωρείται πάντως ότι πληρούνται, εφόσον ο επαληθευτής περιβάλλοντος αποδείξει ότι έχει συμβατική σχέση με εξουσιοδοτημένο πρόσωπο ή οργανισμό που πληροί αυτές τις απαιτήσεις.

Το εν λόγω πρόσωπο ή οργανισμός είναι ανεξάρτητο από τον οργανισμό που πρόκειται να υποβληθεί σε επαλήθευση.

Άρθρο 23

Εποπτεία των επαληθευτών περιβάλλοντος

1.  

Οι δραστηριότητες επαλήθευσης και επικύρωσης που εκτελούν οι επαληθευτές περιβάλλοντος εποπτεύονται:

α) 

στο κράτος μέλος όπου είναι διαπιστευμένοι ή έχουν λάβει άδεια, από τον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης που χορήγησε τη διαπίστευση ή την άδεια·

β) 

σε τρίτη χώρα, από τον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης ο οποίος χορήγησε τη διαπίστευση ή την άδεια στον επαληθευτή περιβάλλοντος για τις δραστηριότητες αυτές·

γ) 

σε κράτος μέλος πλην του κράτους μέλους όπου χορηγήθηκε η διαπίστευση ή η άδεια, από τον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης του κράτους μέλους όπου διενεργήθηκε η επαλήθευση.

2.  
Τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες πριν από κάθε επαλήθευση σε κράτος μέλος, ο επαληθευτής περιβάλλοντος γνωστοποιεί τα στοιχεία διαπίστευσης ή άδειάς του, καθώς και τον χρόνο και τόπο διενέργειας της επαλήθευσης στον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης ο οποίος είναι αρμόδιος να εποπτεύει τον εν λόγω επαληθευτή περιβάλλοντος.
3.  
Ο επαληθευτής περιβάλλοντος ενημερώνει αμέσως τον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης για τυχόν αλλαγές οι οποίες έχουν συνέπειες στη διαπίστευση ή την άδεια ή την έκτασή τους.
4.  
Ο φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης λαμβάνει μέτρα, σε τακτά χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τους 24 μήνες, για να εξασφαλίζεται ότι οι διαπιστευμένοι επαληθευτές περιβάλλοντος εξακολουθούν να πληρούν τις απαιτήσεις διαπίστευσης ή άδειας και για να ελέγχεται η ποιότητα των επαληθεύσεων και των επικυρώσεων που διενεργούν.
5.  

Η εποπτεία είναι δυνατό να συνίσταται σε έλεγχο διενεργούμενο στο γραφείο, σε επιτόπια επιθεώρηση σε οργανισμούς, ερωτηματολόγια, εξέταση περιβαλλοντικών δηλώσεων ή επικαιροποιημένων περιβαλλοντικών δηλώσεων που έχει επικυρώσει ο επαληθευτής περιβάλλοντος και εξέταση έκθεσης επαλήθευσης.

Η εποπτεία είναι ανάλογη της δραστηριότητας του επαληθευτή περιβάλλοντος.

6.  
Οι οργανισμοί πρέπει να επιτρέπουν στους φορείς διαπίστευσης ή αδειοδότησης να επιθεωρούν τον επαληθευτή περιβάλλοντος κατά τη διαδικασία επαλήθευσης και επικύρωσης.
7.  
Κάθε απόφαση του φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης για ανάκληση ή αναστολή διαπίστευσης ή άδειας ή για περιορισμό της έκτασής τους λαμβάνεται μόνον κατόπιν ακροάσεως του διαπιστευμένου επαληθευτή περιβάλλοντος.
8.  

Εάν ο εποπτεύων φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης κρίνει ότι η ποιότητα των εργασιών που διενεργεί επαληθευτής περιβάλλοντος δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, διαβιβάζει γραπτή έκθεση εποπτείας στον επαληθευτή περιβάλλοντος και στον αρμόδιο φορέα στον οποίο ο ενδιαφερόμενος οργανισμός προτίθεται να υποβάλει αίτηση καταχώρισης ή ο οποίος καταχώρισε τον ενδιαφερόμενο οργανισμό.

Σε περίπτωση περαιτέρω διαφοράς, η έκθεση εποπτείας διαβιβάζεται στο φόρουμ των φορέων διαπίστευσης ή αδειοδότησης που αναφέρεται στο άρθρο 30.

Άρθρο 24

Πρόσθετες απαιτήσεις για την εποπτεία επαληθευτών περιβάλλοντος που δραστηριοποιούνται σε κράτος μέλος πλην του κράτους μέλους όπου χορηγήθηκε η διαπίστευση ή η άδεια

1.  

Επαληθευτής περιβάλλοντος διαπιστευμένος ή έχων λάβει άδεια σε ένα κράτος μέλος κοινοποιεί, τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες προτού διενεργήσει επαλήθευση και επικύρωση σε άλλο κράτος μέλος, στον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης του άλλου κράτους μέλους, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) 

τα στοιχεία διαπίστευσης ή άδειάς του, τις ικανότητες, ιδίως τη γνώση των νομικών απαιτήσεων όσον αφορά το περιβάλλον και όσον αφορά την επίσημη γλώσσα του άλλου κράτους μέλους, και τη σύνθεση της ομάδας, κατά περίπτωση·

β) 

τον χρόνο και τον τόπο διενέργειας της επαλήθευσης και της επικύρωσης·

γ) 

τη διεύθυνση και τα στοιχεία επικοινωνίας με τον οργανισμό.

Η εν λόγω κοινοποίηση προηγείται κάθε νέας δραστηριότητας επαλήθευσης και επικύρωσης.

2.  
Ο φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης δύναται να απαιτεί διευκρίνιση των γνώσεων του επαληθευτή όσον αφορά τις απαραίτητες εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον.
3.  
Ο φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης δύναται να επιβάλλει όρους διαφορετικούς από τους προβλεπόμενους στην παράγραφο 1, μόνον εφόσον αυτοί οι διαφορετικοί όροι δεν θίγουν το δικαίωμα του επαληθευτή περιβάλλοντος να παρέχει υπηρεσίες σε κράτος μέλος πλην του κράτους μέλους όπου χορηγήθηκε η διαπίστευση ή η άδεια.
4.  
Ο φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης δεν χρησιμοποιεί τη διαδικασία γνωστοποίησης κατά το άρθρο 1 για να καθυστερήσει την άφιξη του επαληθευτή περιβάλλοντος. Όταν ο φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τα καθήκοντά του σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 πριν από τον χρόνο διενέργειας της επαλήθευσης και επικύρωσης που γνωστοποίησε ο επαληθευτής, σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β), ανακοινώνει στον επαληθευτή τεκμηριωμένη αιτιολόγηση.
5.  
Για τη γνωστοποίηση και εποπτεία οι φορείς διαπίστευσης ή αδειοδότησης δεν επιβάλλουν τέλη που συνιστούν διακριτική μεταχείριση.
6.  
Εάν ο εποπτεύων φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης κρίνει ότι η ποιότητα των εργασιών που διενεργεί επαληθευτής περιβάλλοντος δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, διαβιβάζει γραπτή έκθεση εποπτείας στον επαληθευτή περιβάλλοντος, στον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης που χορήγησε τη διαπίστευση ή την άδεια και στον αρμόδιο φορέα στον οποίο ο ενδιαφερόμενος οργανισμός προτίθεται να υποβάλει αίτηση καταχώρισης ή ο οποίος καταχώρισε τον ενδιαφερόμενο οργανισμό. Σε περίπτωση περαιτέρω διαφοράς, η έκθεση εποπτείας διαβιβάζεται στο φόρουμ των φορέων διαπίστευσης ή αδειοδότησης κατά το άρθρο 30.

Άρθρο 25

Συνθήκες διενέργειας επαλήθευσης και επικύρωσης

1.  

Ο επαληθευτής περιβάλλοντος ενεργεί εντός του πεδίου της διαπίστευσης ή της άδειάς του και με βάση έγγραφη συμφωνία με τον οργανισμό.

Με την εν λόγω συμφωνία:

α) 

καθορίζεται το πεδίο της δραστηριότητας·

β) 

καθορίζονται οι συνθήκες που αποσκοπούν στο να παρέχεται η δυνατότητα στον επαληθευτή περιβάλλοντος να ενεργεί ανεξάρτητα ως επαγγελματίας και

γ) 

δεσμεύεται ο οργανισμός να εξασφαλίζει την αναγκαία συνεργασία.

2.  

Ο επαληθευτής περιβάλλοντος εξασφαλίζει ότι οι συνιστώσες του οργανισμού ορίζονται μονοσήμαντα και αντιστοιχούν στην πραγματική κατανομή των δραστηριοτήτων.

Στην περιβαλλοντική δήλωση καθορίζονται σαφώς τα διαφορετικά τμήματα του οργανισμού που υπόκεινται σε επαλήθευση ή επικύρωση.

3.  
Ο επαληθευτής περιβάλλοντος αξιολογεί τα στοιχεία που καθορίζονται στο άρθρο 18.
4.  
Στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων επαλήθευσης και επικύρωσης, ο επαληθευτής περιβάλλοντος εξετάζει έγγραφα, επιθεωρεί τον οργανισμό, διενεργεί δειγματοληπτικούς ελέγχους και συνεντεύξεις με το προσωπικό.
5.  
Πριν από την επίσκεψη του επαληθευτή περιβάλλοντος, ο οργανισμός τού παρέχει βασικές πληροφορίες σχετικά με τον οργανισμό και τις δραστηριότητές του, την περιβαλλοντική πολιτική και το περιβαλλοντικό πρόγραμμα, περιγραφή του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης που εφαρμόζει ο οργανισμός, λεπτομέρειες σχετικά με την περιβαλλοντική ανασκόπηση ή τον περιβαλλοντικό έλεγχο που έχει διενεργηθεί, έκθεση σχετικά με την εν λόγω περιβαλλοντική ανασκόπηση ή περιβαλλοντικό έλεγχο και με τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που ενδεχομένως ελήφθησαν εν συνεχεία, καθώς και το σχέδιο περιβαλλοντικής δήλωσης ή την επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση.
6.  

Ο επαληθευτής περιβάλλοντος συντάσσει γραπτή έκθεση για τον οργανισμό σχετικά με την έκβαση της επαλήθευσης, στην οποία:

α) 

αναλύονται όλα τα θέματα σχετικά με τις εργασίες που εκτέλεσε ο επαληθευτής περιβάλλοντος·

β) 

περιγράφεται η συμμόρφωση με όλες τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και παρατίθενται αποδεικτικά στοιχεία, διαπιστώσεις και πορίσματα·

γ) 

γίνεται σύγκριση των επιτευγμάτων και των στόχων σε σχέση με τις προηγούμενες περιβαλλοντικές δηλώσεις και με την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων και με την αξιολόγηση της συνεχούς βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων του οργανισμού·

δ) 

εάν προβλέπεται, τεχνικές ατέλειες της περιβαλλοντικής ανασκόπησης, της μεθόδου ελέγχου, του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, ή οιασδήποτε άλλης συναφούς διαδικασίας.

7.  

Σε περίπτωση που δεν τηρούνται οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού, στην έκθεση αναφέρονται επιπλέον:

α) 

οι διαπιστώσεις και τα πορίσματα που αφορούν τη μη συμμόρφωση του οργανισμού και τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία βασίζονται οι διαπιστώσεις και τα πορίσματα·

β) 

τα σημεία διαφωνίας με το σχέδιο περιβαλλοντικής δήλωσης ή την επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση καθώς και λεπτομέρειες για τις τροποποιήσεις ή τις προσθήκες που θα πρέπει να γίνουν στην περιβαλλοντική δήλωση ή στην επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση.

8.  

Μετά την επαλήθευση, ο επαληθευτής περιβάλλοντος προβαίνει σε επικύρωση της περιβαλλοντικής δήλωσης του οργανισμού ή της επικαιροποιημένης περιβαλλοντικής δήλωσης και βεβαιώνει ότι αυτές πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, εφόσον με την επαλήθευση και την επικύρωση επιβεβαιώθηκε ότι:

α) 

οι πληροφορίες και τα δεδομένα της περιβαλλοντικής δήλωσης του οργανισμού ή της επικαιροποιημένης περιβαλλοντικής δήλωσης είναι έγκυρα, αξιόπιστα και ορθά και πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού·

β) 

δεν υπάρχουν στοιχεία σύμφωνα με τα οποία ο οργανισμός δεν πληροί τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον.

9.  
Μετά την επικύρωση, ο επαληθευτής περιβάλλοντος εκδίδει υπογεγραμμένη δήλωση, όπως προβλέπεται στο παράρτημα VII, με την οποία δηλώνει ότι η επαλήθευση και η επικύρωση διενεργήθηκαν σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.
10.  

Επαληθευτής περιβάλλοντος διαπιστευμένος ή έχων λάβει άδεια σε κράτος μέλος μπορεί να διενεργεί επαληθεύσεις και επικυρώσεις σε οιοδήποτε άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

Η δραστηριότητα επαλήθευσης και επικύρωσης υπόκειται στην εποπτεία του φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης του κράτους μέλους όπου θα διενεργηθεί. Η έναρξη της δραστηριότητας κοινοποιείται στον εν λόγω φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που περιέχεται στο άρθρο 24, παράγραφος 1.

Άρθρο 26

Επαλήθευση και επικύρωση σε μικρούς οργανισμούς

1.  

Κατά την επαλήθευση και την επικύρωση, ο επαληθευτής περιβάλλοντος συνεκτιμά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μικρών οργανισμών, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα εξής:

α) 

μικρές πυραμίδες ιεραρχίας·

β) 

πολυδύναμο προσωπικό·

γ) 

επαγγελματική κατάρτιση κατά την απασχόληση·

δ) 

ικανότητα ταχείας προσαρμογής στις αλλαγές και

ε) 

περιορισμένη τεκμηρίωση των διαδικασιών.

2.  
Ο επαληθευτής περιβάλλοντος διενεργεί την επαλήθευση ή την επικύρωση με τρόπο που να μην επιβαρύνει αδικαιολόγητα τους μικρούς οργανισμούς.
3.  
Ο επαληθευτής περιβάλλοντος συνεκτιμά αντικειμενικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το σύστημα είναι αποτελεσματικό, στα οποία συγκαταλέγονται η ύπαρξη διαδικασιών εντός του οργανισμού που είναι ανάλογες με το μέγεθος και την πολυπλοκότητα της λειτουργίας του, τη φύση των σχετικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τις ικανότητες των χειριστών.

Άρθρο 27

Συνθήκες επαλήθευσης και επικύρωσης σε τρίτες χώρες

1.  
Επαληθευτής περιβάλλοντος που έχει λάβει διαπίστευση ή άδεια σε κράτος μέλος επιτρέπεται να διενεργεί επαληθεύσεις και επικυρώσεις για οργανισμούς που βρίσκονται σε τρίτη χώρα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.
2.  
Τουλάχιστον έξι εβδομάδες πριν από κάθε επαλήθευση ή επικύρωση σε τρίτη χώρα, ο επαληθευτής περιβάλλοντος γνωστοποιεί τα στοιχεία διαπίστευσης ή άδειάς του καθώς και τον χρόνο και τόπο διενέργειας της επαλήθευσης ή επικύρωσης, στον φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης του κράτους μέλους στο οποίο ο ενδιαφερόμενος οργανισμός προτίθεται να υποβάλει αίτηση καταχώρισης ή είναι καταχωρισμένος.
3.  
Η δραστηριότητα επαλήθευσης και επικύρωσης υπόκειται στην εποπτεία του φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης του κράτους μέλους στο οποίο ο επαληθευτής περιβάλλοντος είναι διαπιστευμένος ή έχει λάβει άδεια. Η έναρξη της δραστηριότητας κοινοποιείται στον εν λόγω φορέα διαπίστευσης ή αδειοδότησης σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που περιέχεται στην παράγραφο 2.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΦΟΡΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΣ

Άρθρο 28

Διαδικασία διαπίστευσης και αδειοδότησης

1.  
Οι φορείς διαπίστευσης που έχουν ορισθεί από τα κράτη μέλη κατά το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, είναι υπεύθυνοι για τη διαπίστευση των επαληθευτών περιβάλλοντος και την εποπτεία των δραστηριοτήτων που αναλαμβάνουν οι επαληθευτές περιβάλλοντος σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.
2.  
Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν φορέα αδειοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 που είναι υπεύθυνος για τη χορήγηση αδειών στους επαληθευτές περιβάλλοντος και για την εποπτεία αυτών.
3.  
Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν να μην επιτρέπουν διαπίστευση ή αδειοδότηση φυσικών προσώπων ως περιβαλλοντικών επαληθευτών.
4.  
Οι φορείς διαπίστευσης και αδειοδότησης αξιολογούν τις ικανότητες των επαληθευτών περιβάλλοντος, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που καθορίζονται στα άρθρα 20, 21 και 22 σχετικά με την έκταση της διαπίστευσης ή της άδειας που ζητείται.
5.  
Η έκταση της διαπίστευσης ή της άδειας των επαληθευτών περιβάλλοντος καθορίζεται με βάση την ταξινόμηση των οικονομικών δραστηριοτήτων που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1893/2006. Η έκταση αυτή οριοθετείται από τις ικανότητες του επαληθευτή περιβάλλοντος και, κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος και την πολυπλοκότητα της δραστηριότητας.
6.  

Οι φορείς διαπίστευσης και αδειοδότησης καθιερώνουν τις κατάλληλες διαδικασίες για τη διαπίστευση ή αδειοδότηση, την απόρριψη της αίτησης διαπίστευσης ή άδειας, την αναστολή και την ανάκληση της διαπίστευσης ή της άδειας επαληθευτή περιβάλλοντος και για την εποπτεία των επαληθευτών περιβάλλοντος.

Οι διαδικασίες αυτές περιλαμβάνουν μηχανισμούς για να λαμβάνονται υπόψη οι παρατηρήσεις που διατυπώνουν ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των αρμόδιων φορέων και των οργάνων εκπροσώπησης των οργανισμών, σχετικά με αιτούμενους και διαπιστευμένους ή έχοντες λάβει άδεια επαληθευτές περιβάλλοντος.

7.  
Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης διαπίστευσης ή άδειας, ο φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης γνωστοποιεί στον επαληθευτή περιβάλλοντος τους λόγους της απόφασής του.
8.  
Οι φορείς διαπίστευσης ή αδειοδότησης καταρτίζουν, αναθεωρούν και επικαιροποιούν κατάλογο των επαληθευτών περιβάλλοντος, και της έκτασης της διαπίστευσης ή της άδειάς τους, στα κράτη μέλη τους και κοινοποιούν, απευθείας ή μέσω των εθνικών αρχών τους, όπως αποφασίζεται από το οικείο κράτος μέλος, κάθε μήνα, τις μεταβολές του καταλόγου αυτού στην Επιτροπή και στον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται ο φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης.
9.  

Στο πλαίσιο των κανόνων και των διαδικασιών που αφορούν την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, οι φορείς διαπίστευσης και αδειοδότησης συντάσσουν έκθεση εποπτείας όταν αποφασίζουν, μετά από διαβούλευση με τον ενδιαφερόμενο επαληθευτή περιβάλλοντος:

α) 

είτε ότι ο επαληθευτής περιβάλλοντος δεν άσκησε τις δραστηριότητές του επαρκώς, ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού από τον οργανισμό·

β) 

είτε ότι ο επαληθευτής περιβάλλοντος διενήργησε επαλήθευση και επικύρωση κατά παράβαση μιας ή περισσοτέρων απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού.

Η εν λόγω έκθεση διαβιβάζεται στον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους στο οποίο είναι καταχωρισμένος ή ζητεί καταχώριση ο οργανισμός και, κατά περίπτωση, στον φορέα διαπίστευσης και αδειοδότησης που χορήγησε τη διαπίστευση ή την άδεια.

Άρθρο 29

Αναστολή και ανάκληση διαπίστευσης ή άδειας

1.  
Η αναστολή ή η ανάκληση της διαπίστευσης ή της άδειας προϋποθέτει διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένου του επαληθευτή περιβάλλοντος, προκειμένου ο φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης να διαθέτει τα αναγκαία στοιχεία για να λάβει απόφαση.
2.  
Ο φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης ενημερώνει τον επαληθευτή περιβάλλοντος για τους λόγους που οδήγησαν στη λήψη των σχετικών μέτρων και, κατά περίπτωση, για την πορεία των συζητήσεων με την αρμόδια εκτελεστική αρχή.
3.  
Η διαπίστευση ή η άδεια αναστέλλεται ή ανακαλείται μέχρις ότου υπάρξει βεβαιότητα για τη συμμόρφωση του επαληθευτή περιβάλλοντος προς τον παρόντα κανονισμό, κατά περίπτωση, ανάλογα με τη φύση και το εύρος της αδυναμίας συμμόρφωσης ή της παράβασης των νομικών απαιτήσεων.
4.  
Η αναστολή της διαπίστευσης ή της άδειας αίρεται εάν ο φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης λάβει ικανοποιητικές πληροφορίες από τις οποίες προκύπτει ότι ο επαληθευτής περιβάλλοντος συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 30

Φόρουμ των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης

1.  
Το φόρουμ που αποτελείται από όλους τους φορείς διαπίστευσης και αδειοδότησης από όλα τα κράτη μέλη (εφεξής: «φόρουμ των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης») συγκροτείται και συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά ετησίως παρουσία αντιπροσώπου της Επιτροπής.
2.  

Αποστολή του φόρουμ των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης είναι να εξασφαλίζεται η συνέπεια των διαδικασιών που αφορούν τα ακόλουθα:

α) 

τη διαπίστευση ή αδειοδότηση των επαληθευτών περιβάλλοντος σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης της απόρριψης αίτησης διαπίστευσης, της αναστολής και της ανάκλησης διαπίστευσης ή άδειας και

β) 

την εποπτεία των δραστηριοτήτων που ασκούν οι διαπιστευμένοι ή έχοντες λάβει άδεια επαληθευτές περιβάλλοντος.

3.  
Το φόρουμ των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές σε θέματα του τομέα αρμοδιότητας των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης.
4.  
Το φόρουμ των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό του.
5.  
Τα καθοδηγητικά έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και ο εσωτερικός κανονισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 4 διαβιβάζονται στην Επιτροπή.
6.  

Τα έγγραφα καθοδήγησης που αναφέρονται στις διαδικασίες εναρμόνισης που ενέκρινε το φόρουμ των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης προτείνονται ως κατάλληλα από την Επιτροπή για θέσπιση σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 3.

Τα εν λόγω έγγραφα δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 31

Αξιολόγηση των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης από ομοτίμους

1.  

Η αξιολόγηση από ομοτίμους της διαπίστευσης και της αδειοδότησης επαληθευτών περιβάλλοντος σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η οποία οργανώνεται από το φόρουμ των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης, διεξάγεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, τουλάχιστον κάθε τετραετία, και περιλαμβάνει αξιολόγηση των κανόνων και των διαδικασιών που ορίζονται στα άρθρα 28 και 29.

Στην αξιολόγηση από ομοτίμους συμμετέχουν όλοι οι φορείς διαπίστευσης και αδειοδότησης.

2.  

Το φόρουμ των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης διαβιβάζει τακτική έκθεση της αξιολόγησης από ομοτίμους στην Επιτροπή και στην επιτροπή που συνεστήθη βάσει του άρθρου 49 παράγραφος 1.

Η εν λόγω έκθεση δημοσιοποιείται μετά την έγκριση από το φόρουμ των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης και την επιτροπή που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

Άρθρο 32

Συνδρομή προς οργανισμούς σχετικά με τη συμμόρφωση με τις νομικές απαιτήσεις που αφορούν το περιβάλλον

1.  
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχεται στους οργανισμούς πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τις νομικές απαιτήσεις που αφορούν το περιβάλλον στο εν λόγω κράτος μέλος.
2.  

Στη συνδρομή περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:

α) 

πληροφορίες σχετικά με τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις που αφορούν το περιβάλλον·

β) 

προσδιορισμός των αρμόδιων εκτελεστικών αρχών για ειδικές νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον που έχουν κριθεί εφαρμοστέες.

3.  
Τα κράτη μέλη δύνανται να αναθέτουν τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2 καθήκοντα στους αρμόδιους φορείς ή σε οιονδήποτε άλλο φορέα διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρογνωμοσύνη και τους κατάλληλους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων.
4.  
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εκτελεστικές αρχές ανταποκρίνονται σε αιτήματα, τουλάχιστον μικρών οργανισμών, σχετικά με τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις που αφορούν το περιβάλλον και εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους και πληροφορούν τους οργανισμούς σχετικά με τα μέσα για την παροχή στοιχείων που καταδεικνύουν ότι οι οργανισμοί ανταποκρίνονται στις σχετικές νομικές απαιτήσεις.
5.  

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες εκτελεστικές αρχές κοινοποιούν την παράλειψη συμμόρφωσης ήδη καταχωρισμένου οργανισμού προς τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον στον αρμόδιο φορέα που έχει καταχωρίσει τον οργανισμό.

Η αρμόδια εκτελεστική αρχή ενημερώνει αυτόν τον αρμόδιο φορέα το συντομότερο δυνατόν και οπωσδήποτε εντός μηνός αφού διαπιστώσει την παράλειψη.

Άρθρο 33

Προβολή του EMAS

1.  
Τα κράτη μέλη, από κοινού με τους αρμόδιους φορείς, τις εκτελεστικές αρχές και άλλους συναφείς ενδιαφερόμενους, προωθούν το σύστημα EMAS, λαμβάνοντας υπόψη τις δραστηριότητες που εμφαίνονται στα άρθρα 34 έως 38.
2.  
Προς τούτο, τα κράτη μέλη μπορούν να καταρτίσουν στρατηγική προβολής η οποία αναθεωρείται σε τακτική βάση.

Άρθρο 34

Πληροφόρηση

1.  

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την παροχή πληροφοριών:

α) 

στο κοινό σχετικά με τους στόχους και τις κύριες συνιστώσες του EMAS·

β) 

στους οργανισμούς σχετικά με το περιεχόμενο του παρόντος κανονισμού.

2.  

Τα κράτη μέλη, ανάλογα με την περίπτωση, χρησιμοποιούν επαγγελματικές εκδόσεις, τοπικές εφημερίδες, εκστρατείες προβολής ή οιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέσο προκειμένου να καταστήσουν το ΕΜΑS ευρύτερα γνωστό στο κοινό.

Τα κράτη μέλη μπορούν να συνεργάζονται, ιδίως, με βιομηχανικές ενώσεις, οργανώσεις καταναλωτών, οικολογικές οργανώσεις, συνδικαλιστικές οργανώσεις, τοπικά θεσμικά όργανα και άλλους ενδιαφερόμενους.

Άρθρο 35

Δραστηριότητες προώθησης

1.  

Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν δραστηριότητες προώθησης του EMAS. Οι δραστηριότητες αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν:

α) 

την προώθηση της ανταλλαγής γνώσεων και βέλτιστων πρακτικών σχετικά με το EMAS μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων μερών·

β) 

την ανάπτυξη αποτελεσματικών εργαλείων για την προώθηση του EMAS και την αξιοποίησή τους από κοινού με οργανισμούς·

γ) 

την παροχή τεχνικής υποστήριξης σε οργανισμούς κατά τον καθορισμό και την υλοποίηση των δραστηριοτήτων μάρκετιγκ που συνδέονται με το EMAS·

δ) 

την ενθάρρυνση συμπράξεων μεταξύ οργανισμών για την προώθηση του EMAS.

2.  
Το λογότυπο του EMAS χωρίς αριθμό καταχώρισης μπορεί να χρησιμοποιείται από τους αρμόδιους φορείς, τους φορείς διαπίστευσης και αδειοδότησης, τις εθνικές αρχές και άλλους ενδιαφερόμενους για σκοπούς εμπορίας και προβολής που σχετίζονται με το EMAS. Στις περιπτώσεις αυτές, από τη χρήση του λογοτύπου που ορίζεται στο παράρτημα V δεν συνάγεται ότι ο χρήστης είναι καταχωρισμένος σε περίπτωση που δεν είναι.

Άρθρο 36

Προώθηση της συμμετοχής μικρών οργανισμών

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή μικρών οργανισμών με:

α) 

τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε πληροφορίες και κονδύλια στήριξης ειδικά προσαρμοσμένα στους μικρούς οργανισμούς·

β) 

την επιβολή εύλογων τελών καταχώρισης για να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή τους·

γ) 

την προώθηση μέτρων τεχνικής συνδρομής.

Άρθρο 37

Συσπειρωτική και κλιμακωτή προσέγγιση

1.  

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τις τοπικές αρχές να παράσχουν, από κοινού με βιομηχανικές ενώσεις, εμπορικά επιμελητήρια και άλλους ενδιαφερόμενους, ειδική συνδρομή σε συσπειρώσεις οργανισμών προκειμένου να πληρούν τις απαιτήσεις καταχώρισης που αναφέρονται στα άρθρα 4, 5 και 6.

Κάθε οργανισμός της ομάδας καταχωρίζεται χωριστά.

2.  
Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τους οργανισμούς να εφαρμόσουν σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης. Ενθαρρύνουν ιδίως την κλιμακωτή προσέγγιση που οδηγεί σε καταχώριση EMAS.
3.  
Τα συστήματα που θεσπίζονται δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται με σκοπό να αποφεύγονται περιττές δαπάνες για τους συμμετέχοντες, ιδίως τους μικρούς οργανισμούς.

Άρθρο 38

Το EMAS και άλλες πολιτικές και μέσα εντός της Κοινότητας

1.  

Με την επιφύλαξη της κοινοτικής νομοθεσίας, τα κράτη μέλη εξετάζουν με ποιο τρόπο η καταχώριση στο ΕΜΑS σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό είναι δυνατόν:

α) 

να λαμβάνεται υπόψη στην εκπόνηση νέας νομοθεσίας·

β) 

να χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την εφαρμογή και την επιβολή της εφαρμογής της νομοθεσίας·

γ) 

να λαμβάνεται υπόψη στις δημόσιες συμβάσεις και αγορές.

2.  

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας, κυρίως στους τομείς του ανταγωνισμού, της φορολογίας και των κρατικών ενισχύσεων, τα κράτη μέλη λαμβάνουν, κατά περίπτωση, μέτρα που διευκολύνουν τους οργανισμούς να καταχωρισθούν ή να παραμείνουν καταχωρισμένοι στο ΕΜΑS.

Τα εν λόγω μέτρα μπορούν να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα εξής:

α) 

νομοθετικές ελαφρύνσεις, έτσι ώστε καταχωρισμένος οργανισμός να θεωρείται ότι συμμορφώνεται με ορισμένες νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον οι οποίες ορίζονται σε άλλες νομοθετικές πράξεις και προσδιορίζονται από τις αρμόδιες αρχές·

β) 

βελτίωση της νομοθεσίας, κατά την οποία άλλες νομοθετικές πράξεις τροποποιούνται έτσι ώστε να εξαλειφθούν, να περιορισθούν ή να απλουστευθούν οι επιβαρύνσεις οργανισμών που συμμετέχουν στο EMAS, με σκοπό να ενθαρρυνθεί η αποδοτική λειτουργία των αγορών και να αναβαθμισθεί το επίπεδο ανταγωνιστικότητας.

Άρθρο 39

Τέλη

1.  

Τα κράτη μέλη δύνανται να καταλογίζουν τέλη λαμβάνοντας υπόψη τα εξής

α) 

τις δαπάνες για την παροχή πληροφοριών και συνδρομής σε οργανισμούς από τους φορείς οι οποίοι έχουν ορισθεί ή συσταθεί για τον σκοπό αυτό από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 32·

β) 

τις δαπάνες που συνδέονται με τη διαπίστευση, την αδειοδότηση και την εποπτεία των επαληθευτών περιβάλλοντος·

γ) 

τις δαπάνες για την καταχώριση, την ανανέωση της καταχώρισης, την αναστολή και τη διαγραφή από τους αρμόδιους φορείς καθώς και τις πρόσθετες δαπάνες για τη διοίκηση των διαδικασιών αυτών για οργανισμούς εκτός Κοινότητας.

Τα εν λόγω τέλη δεν υπερβαίνουν ένα εύλογο ποσό και είναι ανάλογα του μεγέθους κάθε οργανισμού και του έργου που πρέπει να επιτελεσθεί.

2.  
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι οργανισμοί να ενημερώνονται σχετικά με όλα τα εφαρμοστέα τέλη.

Άρθρο 40

Μη συμμόρφωση

1.  
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα νομικά ή διοικητικά μέτρα στην περίπτωση μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.
2.  

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν αποτελεσματικές διατάξεις κατά της χρήσης του λογοτύπου του EMAS κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού.

Μπορούν να χρησιμοποιούνται οι διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με την οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά ( 3 ).

Άρθρο 41

Ενημέρωση της Επιτροπής και υποβολή εκθέσεων

1.  
Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή όσον αφορά τη δομή και τις διαδικασίες που σχετίζονται με τη λειτουργία των αρμοδίων φορέων και των φορέων διαπίστευσης και αδειοδότησης και επικαιροποιούν τις πληροφορίες αυτές, εάν ενδείκνυται.
2.  

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ανά διετία στην Επιτροπή επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Στις εν λόγω εκθέσεις, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη την τελευταία έκθεση που υπέβαλε η Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 47.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Άρθρο 42

Πληροφόρηση

1.  

Η Επιτροπή παρέχει πληροφορίες

α) 

στο κοινό σχετικά με τους σκοπούς και τις κύριες συνιστώσες του EMAS·

β) 

στους οργανισμούς σχετικά με το περιεχόμενο του παρόντος κανονισμού.

2.  

Η Επιτροπή τηρεί και δημοσιοποιεί:

α) 

μητρώο των επαληθευτών περιβάλλοντος και των καταχωρισμένων οργανισμών·

β) 

ηλεκτρονική βάση δεδομένων με τις περιβαλλοντικές δηλώσεις·

γ) 

βάση δεδομένων όσον αφορά τις βέλτιστες πρακτικές σχετικά με το EMAS, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων αποτελεσματικών μέσων για την προώθηση του EMAS και παραδείγματα τεχνικής στήριξης προς τους οργανισμούς·

δ) 

κατάλογο κοινοτικών πόρων για τη χρηματοδότηση της εφαρμογής του EMAS και σχετικών έργων και δραστηριοτήτων.

Άρθρο 43

Συνεργασία και συντονισμός

1.  

Η Επιτροπή προωθεί τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών, όπως ενδείκνυται, ιδίως για να επιτευχθεί η ενιαία και συνεπής εφαρμογή σε όλη την Κοινότητα των κανόνων που αφορούν τα κάτωθι:

α) 

την καταχώριση οργανισμών·

β) 

τους επαληθευτές περιβάλλοντος·

γ) 

την πληροφόρηση και τη συνδρομή που αναφέρονται στο άρθρο 32.

2.  
Με την επιφύλαξη των διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, η Επιτροπή και άλλα όργανα και οργανισμοί της Κοινότητας παραπέμπουν, όπου ενδείκνυται, στο EMAS ή σε άλλα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης αναγνωρισμένα σύμφωνα με το άρθρο 45 ή ισότιμα, ως όρο εκτέλεσης συμβάσεων έργων ή παροχής υπηρεσιών.

Άρθρο 44

Ενσωμάτωση του EMAS σε άλλες πολιτικές και μέσα στην Κοινότητα

Η Επιτροπή εξετάζει με ποιο τρόπο είναι δυνατόν η καταχώριση στο EMAS σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό:

1) 

να ληφθεί υπόψη στην εκπόνηση νέας νομοθεσίας και στην αναθεώρηση της υφιστάμενης νομοθεσίας, ιδίως υπό μορφή κανονιστικής ελάφρυνσης και βελτίωσης της νομοθεσίας όπως περιγράφεται στο άρθρο 38 παράγραφος 2·

2) 

να χρησιμοποιηθεί ως μέσο στο πλαίσιο της εφαρμογής και της επιβολής της εφαρμογής της νομοθεσίας.

Άρθρο 45

Σχέση με άλλα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης

1.  
Τα κράτη μέλη δύνανται να υποβάλλουν στην Επιτροπή γραπτή αίτηση προκειμένου να αναγνωρισθούν ως συμμορφούμενα με τις σχετικές απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού υφιστάμενα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, ή μέρη αυτών, τα οποία έχουν πιστοποιηθεί σύμφωνα με κατάλληλες διαδικασίες πιστοποίησης, αναγνωρισμένες σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο.
2.  
Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν στην αίτησή τους τα σχετικά μέρη των συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης και τις αντίστοιχες απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.
3.  
Τα κράτη μέλη τεκμηριώνουν την ισοδυναμία του παρόντος κανονισμού με όλα τα αντίστοιχα μέρη του οικείου συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης.
4.  

Η Επιτροπή, αφού εξετάσει την αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 49 παράγραφος 2, αναγνωρίζει τα σχετικά μέρη των συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης και τις απαιτήσεις για τη διαπίστευση ή την αδειοδότηση των φορέων πιστοποίησης, εφόσον κρίνει ότι το κράτος μέλος έχει:

α) 

προσδιορίσει με επαρκή σαφήνεια στην αίτησή του τα σχετικά μέρη των συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης και τις αντίστοιχες απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού·

β) 

έχει τεκμηριώσει επαρκώς την ισοδυναμία του παρόντος κανονισμού με όλα τα αντίστοιχα μέρη του οικείου συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης.

5.  
Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα στοιχεία αναφοράς των αναγνωρισμένων συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένων των αναφερομένων στο παράρτημα Ι σχετικών τμημάτων του EMAS στα οποία εφαρμόζονται τα εν λόγω στοιχεία αναφοράς, καθώς και των αναγνωρισμένων απαιτήσεων διαπίστευσης ή αδειοδότησης.

Άρθρο 46

Κατάρτιση εγγράφων αναφοράς και οδηγών

1.  

Η Επιτροπή, σε διαβούλευση με τα κράτη μέλη και άλλους ενδιαφερόμενους, εκπονεί τομεακά έγγραφα αναφοράς, τα οποία περιλαμβάνουν:

α) 

τη βέλτιστη πρακτική περιβαλλοντικής διαχείρισης·

β) 

τους δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων στους συγκεκριμένους τομείς·

γ) 

οσάκις ενδείκνυται, δείκτες αναφοράς της αριστείας και συστήματα βαθμολόγησης για τον προσδιορισμό των περιβαλλοντικών επιδόσεων.

Η Επιτροπή μπορεί επίσης να εκπονεί έγγραφα αναφοράς διατομεακής χρήσης.

2.  
Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα υφιστάμενα έγγραφα αναφοράς και τους δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων που έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με άλλες περιβαλλοντικές πολιτικές και μέσα στην Κοινότητα ή σύμφωνα με διεθνή πρότυπα.
3.  

Η Επιτροπή καταρτίζει, έως το τέλος του 2010, σχέδιο εργασίας που προσδιορίζει ενδεικτικό κατάλογο κλάδων, οι οποίοι θα θεωρηθούν ως προτεραιότητες για τη θέσπιση κλαδικών και διακλαδικών εγγράφων αναφοράς.

Το σχέδιο εργασίας δημοσιοποιείται και επικαιροποιείται τακτικά.

4.  
Η Επιτροπή, σε συνεργασία με το φόρουμ αρμόδιων φορέων, αναπτύσσει οδηγό για την καταχώριση εξωκοινοτικών οργανισμών.
5.  

Η Επιτροπή δημοσιεύει οδηγό για τον χρήστη που περιγράφει τις αναγκαίες ενέργειες για τη συμμετοχή στο EMAS.

Ο οδηγός αυτός διατίθεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο διαδίκτυο.

6.  
Τα έγγραφα που καταρτίζονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4υποβάλλονται προς έγκριση. Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 47

Εκθέσεις

Ανά πενταετία, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση με πληροφορίες σχετικά με τις δράσεις και τα μέτρα που υλοποιήθηκαν σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο και τις πληροφορίες που έλαβε από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 41.

Η έκθεση περιλαμβάνει αξιολόγηση του αντικτύπου του συστήματος στο περιβάλλον και της τάσης από την άποψη του αριθμού των συμμετεχόντων.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 48

Τροποποίηση των παραρτημάτων

1.  
Η Επιτροπή δύναται να τροποποιεί τα παραρτήματα, εάν είναι αναγκαίο ή εφόσον ενδείκνυται, λαμβάνοντας υπόψη την πείρα που απέκτησε κατά την εφαρμογή του EMAS, ανταποκρινόμενη στις διαπιστωθείσες ανάγκης καθοδήγησης σχετικά με τις απαιτήσεις του EMAS, καθώς και τυχόν μεταβολές των διεθνών προτύπων ή νέα πρότυπα που αφορούν την αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού.
2.  
Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 49

Διαδικασία επιτροπών

1.  
Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.
2.  
Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.
3.  
Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 50

Αναθεώρηση

Μέχρι τις 11 Ιανουαρίου 2015, η Επιτροπή αναθεωρεί το ΕΜΑS, με βάση την πείρα που απέκτησε κατά την εφαρμογή του και τις διεθνείς εξελίξεις. Λαμβάνει υπόψη τις εκθέσεις που υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 47.

Άρθρο 51

Κατάργηση και μεταβατικές διατάξεις

1.  

Καταργούνται οι ακόλουθες νομοθετικές πράξεις:

α) 

κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 761/2001·

β) 

απόφαση 2001/681/ΕΚ της Επιτροπής, της 7ης Σεπτεμβρίου 2001, σχετικά με κατευθύνσεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εκούσια συμμετοχή οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) ( 4 ) ·

γ) 

απόφαση 2006/193/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση κανόνων, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τη χρήση του λογοτύπου του EMAS, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, σε συσκευασίες μεταφοράς και σε τριτογενείς συσκευασίες ( 5 ).

2.  

Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1:

α) 

οι εθνικοί φορείς διαπίστευσης και αρμόδιοι φορείς που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2001 συνεχίζουν τις δραστηριότητές τους. Τα κράτη μέλη τροποποιούν τις διαδικασίες που πρέπει να τηρούν οι φορείς διαπίστευσης και οι αρμόδιοι φορείς σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα συστήματα εφαρμογής των τροποποιημένων διαδικασιών λειτουργούν πλήρως έως τις 11 Ιανουαρίου 2011·

β) 

οι οργανισμοί που έχουν καταχωρισθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2001 παραμένουν καταχωρισμένοι στο μητρώο EMAS. Η συμμόρφωση κάθε οργανισμού με τις νέες απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού ελέγχεται από τον επαληθευτή περιβάλλοντος κατά την επόμενη επαλήθευσή του. Σε περίπτωση που η επόμενη επαλήθευση πρόκειται να διενεργηθεί πριν από τις 11 Ιουλίου 2010, η ημερομηνία της επόμενης επαλήθευσης μπορεί να παραταθεί κατά έξι μήνες σε συμφωνία με τον επαληθευτή περιβάλλοντος και τους αρμόδιους φορείς·

γ) 

επαληθευτές περιβάλλοντος διαπιστευμένοι σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2001 μπορούν να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό.

3.  
Οι παραπομπές στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2001 νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα VIII.

Άρθρο 52

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

▼M2




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ

Η περιβαλλοντική επισκόπηση καλύπτει τα ακόλουθα πεδία:

1.    Προσδιορισμός του οργανωτικού πλαισίου

Ο Οργανισμός προσδιορίζει εκείνα τα εξωτερικά και εσωτερικά θέματα τα οποία μπορεί να επηρεάσουν θετικά ή αρνητικά την ικανότητά του να επιτύχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισής του.

Στα θέματα αυτά περιλαμβάνονται συναφείς περιβαλλοντικές συνθήκες όπως το κλίμα, η ποιότητα του αέρα, η ποιότητα του νερού, η διαθεσιμότητα φυσικών πόρων και η βιοποικιλότητα.

Μπορεί επίσης να περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες συνθήκες:

— 
εξωτερικές συνθήκες (όπως οι πολιτιστικές, κοινωνικές, πολιτικές, νομικές, κανονιστικές, χρηματοοικονομικές, τεχνολογικές, οικονομικές, φυσικές και οι σχετικές με τον ανταγωνισμό συνθήκες),
— 
εσωτερικές συνθήκες που συνδέονται με τα χαρακτηριστικά του Οργανισμού (όπως οι δραστηριότητες, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες, η στρατηγική κατεύθυνση, η νοοτροπία και οι δυνατότητές του).

2.    Προσδιορισμός των ενδιαφερόμενων μερών και καθορισμός των συναφών αναγκών και προσδοκιών τους

Ο Οργανισμός προσδιορίζει τα ενδιαφερόμενα μέρη που σχετίζονται με το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης, τις συναφείς ανάγκες και προσδοκίες των εν λόγω ενδιαφερόμενων μερών και με ποιες από αυτές τις ανάγκες και προσδοκίες πρέπει ή επιλέγει να συμμορφωθεί.

Αν ο Οργανισμός αποφασίσει εκουσίως να υιοθετήσει ή να συμφωνήσει με συναφείς ανάγκες ή προσδοκίες των ενδιαφερόμενων μερών οι οποίες δεν καλύπτονται από νομικές απαιτήσεις, αυτές εντάσσονται στις υποχρεώσεις συμμόρφωσής του.

3.    Προσδιορισμός των εφαρμοστέων νομικών απαιτήσεων σχετικά με το περιβάλλον.

Πέραν της κατάρτισης καταλόγου των εφαρμοστέων νομικών απαιτήσεων, ο Οργανισμός αναφέρει επίσης τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αποδειχθεί η συμμόρφωσή του με τις διάφορες νομικές απαιτήσεις.

4.    Προσδιορισμός των άμεσων και έμμεσων περιβαλλοντικών πτυχών με σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και καθορισμός όσων κρίνονται σημαντικές

Ο Οργανισμός προσδιορίζει όλες τις άμεσες και έμμεσες περιβαλλοντικές πτυχές με θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, με ποιοτική και ποσοτική εκτίμηση, όπου ενδείκνυται, και συντάσσει κατάλογο όλων των περιβαλλοντικών πτυχών που κρίνονται σημαντικές. Ο Οργανισμός προσδιορίζει επίσης ποιες από αυτές τις πτυχές είναι σημαντικές με βάση τα κριτήρια που ορίζονται σύμφωνα με το σημείο 5 του παρόντος παραρτήματος.

Κατά τον προσδιορισμό των άμεσων και έμμεσων περιβαλλοντικών πτυχών είναι πολύ σημαντικό οι Οργανισμοί να εξετάζουν επίσης τις περιβαλλοντικές πτυχές που συνδέονται με τις βασικές δραστηριότητές τους. Δεν αρκεί μια καταγραφή που περιορίζεται στις περιβαλλοντικές πτυχές του χώρου δραστηριοτήτων και των εγκαταστάσεων του Οργανισμού.

Κατά τον προσδιορισμό των άμεσων και έμμεσων περιβαλλοντικών πτυχών των δραστηριοτήτων, των προϊόντων και των υπηρεσιών του, ο Οργανισμός υιοθετεί μια προσέγγιση βάσει του κύκλου ζωής, λαμβάνοντας υπόψη τα στάδια του κύκλου ζωής που είναι σε θέση να ελέγξει ή να επηρεάσει. Στα στάδια αυτά περιλαμβάνονται συνήθως η κτήση των πρώτων υλών, οι αγορές και προμήθειες, ο σχεδιασμός, η παραγωγή, η μεταφορά, η χρήση, η επεξεργασία στο τέλος του κύκλου ζωής και η τελική διάθεση ανάλογα με τη δραστηριότητα του Οργανισμού.

4.1.    Άμεσες περιβαλλοντικές πτυχές

Οι άμεσες περιβαλλοντικές πτυχές συνδέονται με τις δραστηριότητες, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες του Οργανισμού που υπάγονται στον άμεσο διοικητικό του έλεγχο.

Όλοι οι Οργανισμοί οφείλουν να εξετάζουν τις άμεσες πτυχές των εργασιών τους.

Στις άμεσες περιβαλλοντικές πτυχές συγκαταλέγονται, ενδεικτικά, τα εξής:

1) 

εκπομπές ατμοσφαιρικών ρύπων·

2) 

απορρίψεις στα ύδατα (συμπεριλαμβανομένης της διείσδυσης στα υπόγεια ύδατα)·

3) 

παραγωγή, ανακύκλωση, επαναχρησιμοποίηση, μεταφορά και διάθεση στερεών και άλλων αποβλήτων, ιδίως επικίνδυνων·

4) 

χρήσεις γης και μόλυνση του εδάφους·

5) 

χρήση ενέργειας, φυσικών πόρων (συμπεριλαμβανομένων των υδάτων, της πανίδας και της χλωρίδας) και πρώτων υλών·

6) 

χρήση προσθέτων και βοηθητικών προϊόντων καθώς και ημικατεργασμένων προϊόντων·

7) 

τοπικής εμβέλειας ζητήματα (θόρυβος, κραδασμοί, οσμές, σκόνη, οπτική εμφάνιση κ.λπ.)·

Κατά τον προσδιορισμό των περιβαλλοντικών πτυχών, πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη τα εξής:

— 
κίνδυνοι περιβαλλοντικών ατυχημάτων και άλλων καταστάσεων έκτακτης ανάγκης με δυνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις (π.χ. χημικά ατυχήματα) και ενδεχόμενες μη φυσιολογικές καταστάσεις που θα μπορούσαν δυνητικά να έχουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις,
— 
τα θέματα μεταφορών για αγαθά και υπηρεσίες καθώς και για το προσωπικό που μετακινείται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Οργανισμού.

4.2.    Έμμεσες περιβαλλοντικές πτυχές

Έμμεσες περιβαλλοντικές πτυχές είναι δυνατόν να προκύψουν από την αλληλεπίδραση Οργανισμού με τρίτα μέρη που μπορεί ως έναν εύλογο βαθμό να επηρεάσει ο Οργανισμός.

Σε αυτές συγκαταλέγονται, ενδεικτικά, τα εξής:

1) 

θέματα που σχετίζονται με τον κύκλο ζωής των προϊόντων και των υπηρεσιών τα οποία μπορεί να επηρεάσει ο Οργανισμός (κτήση πρώτων υλών, σχεδιασμός, αγορές και προμήθειες, παραγωγή, μεταφορά, χρήση, επεξεργασία στο τέλος του κύκλου ζωής και τελική διάθεση)·

2) 

επενδύσεις κεφαλαίου, χορήγηση δανείων και ασφαλιστικές υπηρεσίες·

3) 

νέες αγορές·

4) 

επιλογή και σύνθεση των υπηρεσιών (π.χ. μεταφορές ή τροφοδοσία)·

5) 

διοικητικές αποφάσεις και αποφάσεις προγραμματισμού·

6) 

σύνθεση της κλίμακας των προϊόντων·

7) 

οι περιβαλλοντικές επιδόσεις και πρακτικές των αναδόχων, υπεργολάβων, προμηθευτών και υποπρομηθευτών.

Οι Οργανισμοί πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν ότι οι σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές και τις επιπτώσεις που συνδέονται με τις εν λόγω πτυχές καλύπτονται από το σύστημα διαχείρισης.

Ο Οργανισμός πρέπει να επιδιώκει να εξασφαλίζει ότι οι προμηθευτές και αυτοί που ενεργούν εξ ονόματος του Οργανισμού συμμορφώνονται με την περιβαλλοντική πολιτική του Οργανισμού στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων που εκτελούνται για τη σύμβαση.

Ο Οργανισμός εξετάζει σε ποιο βαθμό μπορεί να επηρεάσει αυτές τις έμμεσες περιβαλλοντικές πτυχές, και ποια μέτρα μπορεί να λάβει ώστε να περιοριστούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις ή να ενισχυθούν τα περιβαλλοντικά οφέλη.

5.    Εκτίμηση της σημασίας των περιβαλλοντικών πτυχών

Ο Οργανισμός καθορίζει τα κριτήρια για την αξιολόγηση της σημασίας των περιβαλλοντικών πτυχών των δραστηριοτήτων, προϊόντων και υπηρεσιών του και τα εφαρμόζει προκειμένου να εντοπίσει ποιες περιβαλλοντικές πτυχές έχουν σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις υιοθετώντας μια προσέγγιση βάσει του κύκλου ζωής.

Τα κριτήρια που εκπονεί ο Οργανισμός συνεκτιμούν την ενωσιακή νομοθεσία και είναι πλήρη, αναπαραγώγιμα, επιδέχονται ανεξάρτητο έλεγχο και δημοσιοποιούνται.

Κατά τον καθορισμό των κριτηρίων αυτών, ένας Οργανισμός πρέπει να συνεκτιμά τα εξής στοιχεία:

1) 

πιθανή βλάβη ή όφελος για το περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης της βιοποικιλότητας·

2) 

την κατάσταση του περιβάλλοντος (όπως η ευπάθεια του τοπικού, περιφερειακού ή πλανητικού περιβάλλοντος)·

3) 

την κλίμακα, το πλήθος, τη συχνότητα και την αναστρεψιμότητα της πτυχής ή της επίπτωσης·

4) 

τη σχετική νομοθεσία για το περιβάλλον, εάν υπάρχει, και τις απαιτήσεις της·

5) 

τις απόψεις των ενδιαφερομένων, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων του Οργανισμού.

Είναι δυνατό να ληφθούν υπόψη επιπλέον συναφή στοιχεία ανάλογα με το είδος των δραστηριοτήτων, προϊόντων και υπηρεσιών του Οργανισμού.

Με βάση τα καθορισμένα κριτήρια ο Οργανισμός διενεργεί εκτίμηση της σημασίας των περιβαλλοντικών πτυχών και επιπτώσεών που τον αφορούν. Για τον σκοπό αυτό, ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη παραμέτρους που μπορεί, ενδεικτικά, να περιλαμβάνουν:

1) 

δεδομένα που διαθέτει ο Οργανισμός σχετικά με την επικινδυνότητα των εισροών πρώτων υλών και ενέργειας, των απορρίψεων, των αποβλήτων καθώς και των εκπομπών·

2) 

δραστηριότητες του Οργανισμού οι οποίες αποτελούν αντικείμενο ρύθμισης από την περιβαλλοντική νομοθεσία·

3) 

δραστηριότητες προμηθειών·

4) 

τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη, παραγωγή, διανομή, συντήρηση, χρήση, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση και διάθεση των προϊόντων του Οργανισμού·

5) 

δραστηριότητες του Οργανισμού με το σημαντικότερο περιβαλλοντικό κόστος και όφελος.

Κατά την αξιολόγηση της σημασίας των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των δραστηριοτήτων του, ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη τις κανονικές συνθήκες λειτουργίας, τις συνθήκες εκκίνησης και διακοπής της λειτουργίας, καθώς και τις λογικά προβλέψιμες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Συνεκτιμώνται επίσης οι παρελθούσες, οι τρέχουσες και οι προγραμματισμένες δραστηριότητες.

6.    Αξιολόγηση των πορισμάτων της διερεύνησης παρελθόντων συμβάντων

Ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη τα πορίσματα της διερεύνησης παρελθόντων συμβάντων τα οποία θα μπορούσαν να έχουν επίπτωση στην ικανότητά του να επιτύχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισής του.

7.    Προσδιορισμός και τεκμηρίωση κινδύνων και ευκαιριών

Ο Οργανισμός προσδιορίζει και τεκμηριώνει τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που σχετίζονται με τις περιβαλλοντικές πτυχές, τις υποχρεώσεις συμμόρφωσής του και τα άλλα θέματα και απαιτήσεις που αναφέρθηκαν στα σημεία 1 έως 4.

Ο Οργανισμός επικεντρώνεται σε εκείνους του κινδύνους και τις ευκαιρίες που πρέπει να αντιμετωπιστούν προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης μπορεί να επιτύχει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, να προληφθούν ανεπιθύμητα αποτελέσματα ή ατύχημα και να επιτευχθεί συνεχής βελτίωση της περιβαλλοντικής επίδοσης του οργανισμού.

8.    Εξέταση των υφιστάμενων διεργασιών, πρακτικών και διαδικασιών

Ο Οργανισμός εξετάζει τις υφιστάμενες διεργασίες, πρακτικές και διαδικασίες και καθορίζει ποιες είναι αναγκαίες για την εξασφάλιση της μακροπρόθεσμης διατήρησης της περιβαλλοντικής διαχείρισης.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΞΕΤΑΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΝ ΤΟ EMAS

Οι απαιτήσεις για το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης βάσει του EMAS ταυτίζονται με εκείνες που καθορίζονται στα κεφάλαια 4 έως 10 του προτύπου EN ISO 14001:2015. Οι εν λόγω απαιτήσεις παρατίθενται στο μέρος Α.

Οι παραπομπές του άρθρου 4 σε συγκεκριμένα σημεία του παρόντος παραρτήματος πρέπει να νοούνται ως εξής:

Η παραπομπή στο Α.3.1 πρέπει να νοείται ως παραπομπή στο μέρος Α.6.1.
Η παραπομπή στο Α.5.5 πρέπει να νοείται ως παραπομπή στο μέρος Α.9.2.

Παράλληλα, οι Οργανισμοί που εφαρμόζουν το EMAS υποχρεούνται να εξετάζουν ορισμένα πρόσθετα θέματα που συνδέονται άμεσα με στοιχεία του κεφαλαίου 4 του προτύπου EN ISO 14001:2015. Οι πρόσθετες αυτές απαιτήσεις περιγράφονται στο μέρος Β του παρόντος παραρτήματος.



ΜΕΡΟΣ A

Απαιτήσεις για το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης βάσει του προτύπου EN ISO 14001:2015

ΜΕΡΟΣ Β

Πρόσθετες απαιτήσεις για τους Οργανισμούς που εφαρμόζουν το EMAS

Οι Οργανισμοί που συμμετέχουν στο σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) πληρούν τις απαιτήσεις του ευρωπαϊκού προτύπου EN ISO 14001:2015 (1) οι οποίες παρατίθενται αυτούσιες κατωτέρω.

A.4  Πλαίσιο λειτουργίας του Οργανισμού

A.4.1  Κατανόηση του Οργανισμού και του πλαισίου λειτουργίας του

Ο Οργανισμός πρέπει να προσδιορίζει τις εξωτερικές και εσωτερικές παραμέτρους που αφορούν το σκοπό του και επηρεάζουν την ικανότητά του να επιτύχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισής του. Οι εν λόγω παράμετροι πρέπει να περιλαμβάνουν τις περιβαλλοντικές συνθήκες που επηρεάζονται από ή είναι σε θέση να επηρεάζουν τον Οργανισμό.

A.4.2  Κατανόηση των αναγκών και των προσδοκιών των ενδιαφερομένων μερών

Ο Οργανισμός πρέπει να προσδιορίζει:

α)  τα ενδιαφερόμενα μέρη που σχετίζονται με το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισής του,

β)  τις σχετικές ανάγκες και προσδοκίες (όπως απαιτήσεις) των εν λόγω ενδιαφερομένων μερών και

γ)  ποιες από αυτές τις ανάγκες και προσδοκίες γίνονται υποχρεώσεις συμμόρφωσής του.

Α.4.3  Καθορισμός του πεδίου εφαρμογής του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης

Ο Οργανισμός πρέπει να καθορίζει τα όρια και την εφαρμοσιμότητα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, προκειμένου να ορίζει το πεδίο εφαρμογής του.

Κατά τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής, ο Οργανισμός πρέπει να εξετάζει:

α)  τις εξωτερικές και εσωτερικές παραμέτρους που αναφέρονται στο Α.4.1,

β)  τις υποχρεώσεις συμμόρφωσης που αναφέρονται στο Α.4.2,

γ)  τις οργανωτικές μονάδες, τις λειτουργίες και τα φυσικά όριά του,

δ)  τις δραστηριότητες, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες του και

ε)  την αρμοδιότητα και την ικανότητά του να ασκεί έλεγχο και επιρροή.

Κατόπιν του ορισμού του πεδίου εφαρμογής, όλες οι δραστηριότητες, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες του Οργανισμού εντός του πεδίου εφαρμογής χρειάζεται να περιλαμβάνονται στο σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης.

Το πεδίο εφαρμογής πρέπει να διατηρείται ενήμερο ως τεκμηριωμένη πληροφορία και να είναι διαθέσιμο στα ενδιαφερόμενα μέρη.

Α.4.4  Σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης

Για την επίτευξη των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης της περιβαλλοντικής επίδοσής του, ο Οργανισμός πρέπει να καθιερώνει, να εφαρμόζει, να διατηρεί ενήμερο και να βελτιώνει συνεχώς το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισής του, συμπεριλαμβανομένων των απαιτούμενων διεργασιών και των αλληλεπιδράσεών τους, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Διεθνούς Προτύπου.

Ο Οργανισμός πρέπει να εξετάζει τη γνώση που αποκτήθηκε στα 4.1 και 4.2 κατά τη καθιέρωση και τη διατήρηση ενήμερου του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης.

 

A.5  Ηγεσία

A.5.1  Ηγεσία και δέσμευση

Η ανώτατη Διοίκηση πρέπει να ασκεί τον ηγετικό ρόλο και να καταδεικνύει τη δέσμευσή της σε σχέση με το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης μέσω:

α)  της ανάληψης ευθύνης για την αποτελεσματικότητα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης,

β)  της διασφάλισης ότι η περιβαλλοντική πολιτική και οι περιβαλλοντικοί στόχοι καθιερώνονται και είναι συμβατοί με το στρατηγικό προσανατολισμό και το πλαίσιο λειτουργίας του Οργανισμού,

γ)  της διασφάλισης ότι οι απαιτήσεις του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης ενσωματώνονται στις επιχειρησιακές διεργασίες του Οργανισμού,

δ)  της διασφάλισης ότι οι πόροι που απαιτούνται για το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης είναι διαθέσιμοι,

ε)  της γνωστοποίησης της σημαντικότητας της αποτελεσματικής περιβαλλοντικής διαχείρισης και της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης,

στ)  της διασφάλισης ότι το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης επιτυγχάνει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα,

ζ)  της καθοδήγησης και υποστήριξης του προσωπικού ώστε να συμβάλλει στην αποτελεσματικότητα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης,

η)  της προαγωγής της συνεχούς βελτίωσης και

θ)  της υποστήριξης των λοιπών διευθυντικών στελεχών του Οργανισμού ώστε να αναλαμβάνουν ηγετικό ρόλο στους τομείς ευθύνης τους.

Σημείωση:  Ως «επιχειρησιακές διεργασίες» στο παρόν Διεθνές Πρότυπο νοούνται οι κύριες δραστηριότητες που αποτελούν τον πυρήνα του σκοπού ύπαρξης του Οργανισμού.

 

Α.5.2  Περιβαλλοντική πολιτική

Η ανώτατη Διοίκηση πρέπει να καθιερώνει, να εφαρμόζει και να διατηρεί ενήμερη την περιβαλλοντική πολιτική του Οργανισμού, εντός του καθορισμένου πεδίου εφαρμογής του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισής του, ώστε η περιβαλλοντική πολιτική:

α)  να είναι κατάλληλη για το σκοπό και το πλαίσιο λειτουργίας του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων της φύσης, του εύρους και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των δραστηριοτήτων, προϊόντων και υπηρεσιών του,

β)  να παρέχει ένα πλαίσιο για τον καθορισμό των περιβαλλοντικών στόχων,

γ)  να περιλαμβάνει δέσμευση για την προστασία του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της πρόληψης της ρύπανσης και άλλων ειδικών δεσμεύσεων που σχετίζονται με το πλαίσιο λειτουργίας του Οργανισμού,

Σημείωση:  Οι άλλες ειδικές δεσμεύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος μπορεί να αφορούν τη βιώσιμη χρήση πόρων, τον περιορισμό της επίδρασης και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή καθώς και την προστασία της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων.

δ)  να περιλαμβάνει δέσμευση για εκπλήρωση των υποχρεώσεων συμμόρφωσης του Οργανισμού και

ε)  να περιλαμβάνει δέσμευση για συνεχή βελτίωση του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης προκειμένου να βελτιώνεται η περιβαλλοντική επίδοση.

Η περιβαλλοντική πολιτική πρέπει να:

— διατηρείται ενήμερη ως τεκμηριωμένη πληροφορία,

— γνωστοποιείται εντός του Οργανισμού και,

— είναι διαθέσιμη στα ενδιαφερόμενα μέρη,

B.1  Συνεχής βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων

Οι Οργανισμοί μεριμνούν για τη συνεχή βελτίωση των περιβαλλοντικών τους επιδόσεων.

Εάν ένας Οργανισμός διαθέτει έναν ή περισσότερους χώρους δραστηριοτήτων, κάθε χώρος δραστηριοτήτων στον οποίον εφαρμόζεται το ΕΜΑSανταποκρίνεται σε όλες τις απαιτήσεις του ΕΜΑS, συμπεριλαμβανομένης της συνεχούς βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2.

A.5.3  Ρόλοι, υπευθυνότητες και αρμοδιότητες

Η ανώτατη Διοίκηση πρέπει να διασφαλίζει ότι οι υπευθυνότητες και οι αρμοδιότητες για τους σχετικούς ρόλους ανατίθενται και γνωστοποιούνται εντός του Οργανισμού.

Η ανώτατη Διοίκηση πρέπει να αναθέτει την αρμοδιότητα και ευθύνη για:

α)  τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης με τις απαιτήσεις του παρόντος Διεθνούς Προτύπου και

β)  την αναφορά της επίδοσης του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένης της περιβαλλοντικής επίδοσης, στην ανώτατη Διοίκηση.

B.2  Εκπρόσωπος/-οι της διοίκησης

Η ανώτατη Διοίκηση πρέπει να ορίζει συγκεκριμένο/-ους εκπρόσωπο/-ους της ανώτατης Διοίκησης ο οποίος, ανεξάρτητα από άλλες ευθύνες, πρέπει να έχει καθορισμένο ρόλο, ευθύνες και αρμοδιότητες προκειμένου να διασφαλίσει ένα σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης που συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό και να δίνει αναφορά στην ανώτατη Διοίκηση σχετικά με τις επιδόσεις του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης.

Ο εκπρόσωπος της ανώτατης Διοίκησης μπορεί να είναι μέλος της ανώτατης Διοίκησης του Οργανισμού.

A.6  Σχεδιασμός

A.6.1  Ενέργειες αντιμετώπισης απειλών και αξιοποίησης ευκαιριών

A.6.1.1  Γενικά

Ο Οργανισμός πρέπει να καθιερώνει, να εφαρμόζει και να διατηρεί ενήμερες τις διεργασίες που χρειάζονται για να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις των σημείων 6.1.1 έως 6.1.4.

Κατά το σχεδιασμό του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, ο Οργανισμός πρέπει να εξετάζει:

— τις παραμέτρους που αναφέρονται στο 4.1,

— τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο 4.2,

— το πεδίο εφαρμογής του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, και προσδιορίζει τις απειλές και ευκαιρίες, που σχετίζονται με

— 

— τις περιβαλλοντικές του πλευρές (βλέπε 6.1.2),

— τις υποχρεώσεις συμμόρφωσής του (βλέπε 6.1.3),

— τις άλλες παραμέτρους και απαιτήσεις των 4.1 και 4.2, και οι οποίες χρειάζεται να αντιμετωπίζονται, ώστε:

— 

— να διασφαλίζεται ότι το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης είναι σε θέση να επιτυγχάνει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα,

— να προλαμβάνονται, ή να μειώνονται, ανεπιθύμητες επιδράσεις, συμπεριλαμβανομένου του ενδεχομένου επηρεασμού του Οργανισμού από εξωτερικές περιβαλλοντικές συνθήκες και,

— να επιτυγχάνεται συνεχής βελτίωση.

Εντός του πεδίου εφαρμογής του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, ο Οργανισμός πρέπει να προσδιορίζει τις πιθανές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που μπορούν να έχουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

Ο Οργανισμός πρέπει να διατηρεί ενήμερες τεκμηριωμένες πληροφορίες για:

— τις απειλές και ευκαιρίες που χρειάζεται να αντιμετωπιστούν και

— τις διεργασίες που χρειάζονται στα 6.1.1 έως και 6.1.4, στον βαθμό που είναι απαραίτητο ώστε να δημιουργείται εμπιστοσύνη ότι αυτές υλοποιούνται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα.

Α.6.1.2  Περιβαλλοντικές πλευρές

Εντός του καθορισμένου πεδίου εφαρμογής του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, ο Οργανισμός πρέπει να προσδιορίζει τις περιβαλλοντικές πλευρές των δραστηριοτήτων, προϊόντων και υπηρεσιών του που είναι σε θέση να ελέγχει και εκείνες που μπορεί να επηρεάζει, και τις σχετικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις τους, βάσει της προσέγγισης του κύκλου ζωής.

Κατά τον προσδιορισμό των περιβαλλοντικών πλευρών, ο Οργανισμός πρέπει να λαμβάνει υπόψη:

α)  τις αλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των προγραμματισμένων ή νέων εξελίξεων και των νέων ή τροποποιημένων δραστηριοτήτων, προϊόντων και υπηρεσιών και

β)  μη κανονικές συνθήκες και ευλόγως προβλέψιμες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

Ο Οργανισμός πρέπει να προσδιορίζει, με τη χρήση καθιερωμένων κριτηρίων, εκείνες τις πλευρές που έχουν ή μπορεί να έχουν σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, δηλαδή τις σημαντικές περιβαλλοντικές πλευρές.

Ο Οργανισμός πρέπει να γνωστοποιεί τις σημαντικές περιβαλλοντικές του πλευρές στις διάφορες βαθμίδες και λειτουργίες του Οργανισμού, όπως ενδείκνυται.

Ο Οργανισμός πρέπει να διατηρεί ενήμερες τεκμηριωμένες πληροφορίες για:

— τις περιβαλλοντικές του πλευρές και τις σχετικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις,

— τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των σημαντικών περιβαλλοντικών του πλευρών και.

— τις σημαντικές περιβαλλοντικές του πλευρές.

Σημείωση:  Σημαντικές περιβαλλοντικές πλευρές μπορεί να οδηγήσουν σε απειλές και ευκαιρίες που συνδέονται είτε με δυσμενείς περιβαλλοντικές επιδράσεις (απειλές) είτε με ευεργετικές περιβαλλοντικές επιδράσεις (ευκαιρίες).

Β.3  Περιβαλλοντική επισκόπηση

Οι Οργανισμοί διενεργούν και τεκμηριώνουν την αρχική περιβαλλοντική επισκόπηση που ορίζεται στο παράρτημα I.

Οι Οργανισμοί εκτός Ένωσης παραπέμπουν επίσης στις νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον που ισχύουν για ομοειδείς Οργανισμούς στα κράτη μέλη όπου προτίθενται να υποβάλλουν αίτηση.

A.6.1.3  Υποχρεώσεις συμμόρφωσης

Ο Οργανισμός πρέπει να:

α)  προσδιορίζει και έχει να πρόσβαση στις υποχρεώσεις συμμόρφωσης που σχετίζονται με περιβαλλοντικές του πλευρές,

β)  προσδιορίζει τον τρόπο εφαρμογής των εν λόγω υποχρεώσεων συμμόρφωσης από τον Οργανισμό και

γ)  λαμβάνει υπόψη τις υποχρεώσεις συμμόρφωσης κατά την καθιέρωση, εφαρμογή, διατήρηση ενήμερου και συνεχή βελτίωση του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισής του.

Ο Οργανισμός πρέπει να διατηρεί ενήμερες τεκμηριωμένες πληροφορίες για τις υποχρεώσεις συμμόρφωσής του.

Σημείωση:  Οι υποχρεώσεις συμμόρφωσης μπορεί να οδηγούν σε απειλές και ευκαιρίες για τον Οργανισμό.

A.6.1.4  Σχεδιασμός ενεργειών

Ο Οργανισμός πρέπει να σχεδιάζει:

α)  την ανάληψη ενεργειών για την αντιμετώπιση:

1)  των σημαντικών περιβαλλοντικών πλευρών,

2)  των υποχρεώσεων συμμόρφωσης,

3)  των απειλών και ευκαιριών που εντοπίζονται στο 6.1.1·

β)  πώς να:

1)  ενσωματώνει και εφαρμόζει τις εν λόγω ενέργειες στις διεργασίες του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισής του (βλέπε 6.2, κεφάλαιο 7, 8 και 9.1), ή σε άλλες επιχειρησιακές διεργασίες και

2)  αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των ως άνω ενεργειών (βλέπε 9.1).

Κατά το σχεδιασμό των εν λόγω ενεργειών, ο Οργανισμός πρέπει να εξετάζει τις τεχνολογικές του επιλογές και τις χρηματοοικονομικές, λειτουργικές και επιχειρησιακές του απαιτήσεις.

Β.4  Συμμόρφωση με τις κείμενες διατάξεις

Οι Οργανισμοί που είναι καταχωρισμένοι ή επιθυμούν να καταχωριστούν στο EMAS πρέπει να αποδείξουν ότι πληρούν τους εξής όρους:

1)  έχουν εντοπίσει και γνωρίζουν τις συνέπειες που έχουν για τον Οργανισμό όλες οι εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις σχετικά με το περιβάλλον·

2)  εγγυώνται την τήρηση των κειμένων διατάξεων της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων των αδειών και των ορίων των τελευταίων, και προσκομίζουν τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία·

3)  έχουν θέσει σε εφαρμογή διαδικασίες οι οποίες επιτρέπουν στον Οργανισμό να διασφαλίζει τη σταθερή συμμόρφωση με τις κείμενες διατάξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

A.6.2  Περιβαλλοντικοί στόχοι και σχεδιασμός επίτευξής τους

 

A.6.2.1  Περιβαλλοντικοί στόχοι

Ο Οργανισμός πρέπει να καθιερώνει περιβαλλοντικούς στόχους στις σχετικές λειτουργίες και βαθμίδες, λαμβάνοντας υπόψη τις σημαντικές περιβαλλοντικές πλευρές του Οργανισμού και τις συνδεόμενες υποχρεώσεις συμμόρφωσης και εξετάζοντας τις απειλές και ευκαιρίες του.

Οι περιβαλλοντικοί στόχοι πρέπει να:

α)  είναι συμβατοί με την περιβαλλοντική πολιτική,

β)  είναι μετρήσιμοι (αν είναι εφικτό)

γ)  παρακολουθούνται,

δ)  γνωστοποιούνται και

ε)  επικαιροποιούνται, όπως ενδείκνυται.

Ο Οργανισμός πρέπει να διατηρεί ενήμερες τεκμηριωμένες πληροφορίες για τους περιβαλλοντικούς στόχους.

A.6.2.2  Σχεδιασμός ενεργειών για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων

Κατά το σχεδιασμό των ενεργειών για την επίτευξη των περιβαλλοντικών του στόχων, ο Οργανισμός πρέπει να προσδιορίζει:

α)  τι πρόκειται να γίνει,

β)  ποιοι πόροι απαιτούνται,

γ)  ποιος θα είναι υπεύθυνος,

δ)  πότε ολοκληρώνεται και

ε)  πώς τα αποτελέσματα θα αξιολογηθούν, συμπεριλαμβανομένων των δεικτών για την παρακολούθηση της προόδου προς την επίτευξη των μετρήσιμων περιβαλλοντικών του στόχων (βλέπε 9.1.1).

Ο Οργανισμός πρέπει να εξετάζει με ποιο τρόπο ενέργειες για την επίτευξη των περιβαλλοντικών του στόχων μπορεί να ενσωματώνονται στις επιχειρησιακές διεργασίες του Οργανισμού.

B.5  Περιβαλλοντικοί στόχοι

Ο Οργανισμός είναι σε θέση να αποδείξει ότι το σύστημα διαχείρισης και οι διαδικασίες ελέγχου καλύπτουν τις πραγματικές περιβαλλοντικές επιδόσεις του Οργανισμού όσον αφορά τις άμεσες και τις έμμεσες πλευρές.

Τα μέσα επίτευξης των σκοπών και στόχων δεν μπορούν να είναι περιβαλλοντικοί στόχοι.

A.7  Υποστήριξη

A.7.1  Πόροι

Ο Οργανισμός πρέπει να προσδιορίζει και να παρέχει τους πόρους που απαιτούνται για την καθιέρωση, εφαρμογή, διατήρηση ενήμερου και συνεχή βελτίωση του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης.

 

A.7.2  Επαγγελματική επάρκεια

Ο Οργανισμός πρέπει να:

α)  καθορίζει την απαραίτητη επαγγελματική επάρκεια του προσωπικού που εκτελεί εργασίες υπό τον έλεγχό του και επηρεάζει την περιβαλλοντική επίδοσή του και την ικανότητά του να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις συμμόρφωσής του,

β)  διασφαλίζει ότι το εν λόγω προσωπικό διαθέτει την επάρκεια βάσει κατάλληλης εκπαίδευσης, κατάρτισης ή εμπειρίας,

γ)  προσδιορίζει τις ανάγκες κατάρτισης που σχετίζονται με τις περιβαλλοντικές του πλευρές και το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισής του και

δ)  όπου έχει εφαρμογή, να λαμβάνει μέτρα για την απόκτηση της απαραίτητης επαγγελματικής επάρκειας και να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των μέτρων που λαμβάνονται.

Σημείωση:  Τα μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν, π.χ. την παροχή κατάρτισης, την καθοδήγηση, ή την ανάθεση διαφορετικών καθηκόντων στο υφιστάμενο προσωπικό, την πρόσληψη ή τη συνεργασία με πρόσωπα με επαγγελματική επάρκεια.

Ο Οργανισμός πρέπει να τηρεί τεκμηριωμένες πληροφορίες ως αποδεικτικά στοιχεία της επαγγελματικής επάρκειας.

B.6  Συμμετοχή των εργαζομένων

1)  Ο Οργανισμός θα πρέπει να αναγνωρίζει ότι η ενεργός συμμετοχή των εργαζομένων αποτελεί κινητήρια δύναμη και απαραίτητη προϋπόθεση για συνεχείς και αποτελεσματικές περιβαλλοντικές βελτιώσεις, ενώ παράλληλα συνιστά καίριας σημασίας πόρο για να βελτιωθούν οι περιβαλλοντικές επιδόσεις και την ορθή μέθοδο επιτυχούς καθιέρωσης του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης και ελέγχου στον Οργανισμό.

2)  Η «ενεργός συμμετοχή» πρέπει να γίνεται αντιληπτή τόσο ως άμεση συμμετοχή των εργαζομένων όσο και ως παροχή πληροφοριών στους εργαζομένους και στους εκπροσώπους τους. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να εφαρμόζεται ένα σύστημα συμμετοχής των εργαζομένων σε όλες τις βαθμίδες. Ο Οργανισμός θα πρέπει να αναγνωρίζει ότι η επίδειξη δέσμευσης, ανταπόκρισης και ενεργού συμμετοχής εκ μέρους της Διοίκησης αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία των σχετικών διαδικασιών. Σε αυτό το πλαίσιο η Διοίκηση πρέπει να παρέχει κατάλληλη αναπληροφόρηση στους εργαζομένους.

3)  Πέραν των απαιτήσεων αυτών, οι εργαζόμενοι και οι εκπρόσωποί τους συμμετέχουν στη διαδικασία συνεχούς βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων του Οργανισμού με:

α)  την αρχική περιβαλλοντική επισκόπηση

β)  την καθιέρωση και την εφαρμογή συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης και ελέγχου που βελτιώνει τις περιβαλλοντικές επιδόσεις,

γ)  τη συγκρότηση επιτροπών ή ομάδων εργασίας για τη συλλογή πληροφοριών και τη διασφάλιση της συμμετοχής των αρμοδίων για το περιβάλλον διοικητικών στελεχών/εκπροσώπων της Διοίκησης μαζί με τους εργαζομένους και τους εκπροσώπους τους·

δ)  τη συγκρότηση μεικτών ομάδων εργασίας για το περιβαλλοντικό πρόγραμμα δράσης και τον περιβαλλοντικό έλεγχο·

ε)  τη σύνταξη των περιβαλλοντικών δηλώσεων.

4)  Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να αξιοποιούνται οι κατάλληλες μορφές συμμετοχής, όπως το σύστημα του βιβλίου εισηγήσεων, οι ομαδικές εργασίες βάσει σχεδίων ή οι περιβαλλοντικές επιτροπές. Ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τη βέλτιστη πρακτική στο πεδίο αυτό. Εφόσον το ζητήσουν, συμμετέχουν επίσης εκπρόσωποι των εργαζομένων.

A.7.3  Ευαισθητοποίηση

Ο Οργανισμός πρέπει να διασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που εργάζονται υπό τον έλεγχό του έχουν επίγνωση:

α)  της περιβαλλοντικής πολιτικής,

β)  των σημαντικών περιβαλλοντικών πλευρών και των σχετικών πραγματικών ή δυνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων που σχετίζονται με την εργασία τους,

γ)  της συνεισφοράς τους στην αποτελεσματικότητα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένων των ωφελημάτων από τη βελτίωση της περιβαλλοντικής επίδοσης και

δ)  των επιπτώσεων της μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένης της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων συμμόρφωσης του Οργανισμού.

 

A.7.4  Επικοινωνία

A.7.4.1  Γενικά

Ο Οργανισμός πρέπει να καθιερώνει, να εφαρμόζει και να διατηρεί ενήμερες τις διεργασίες που απαιτούνται για την εσωτερική και εξωτερική επικοινωνία σχετικά με το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένων:

α)  το τι θα γνωστοποιείται,

β)  πότε,

γ)  ποιος επικοινωνεί και

δ)  πώς.

Κατά την καθιέρωση των διεργασιών επικοινωνίας, ο Οργανισμός πρέπει να:

— λαμβάνει υπόψη τις υποχρεώσεις συμμόρφωσής του, και να

— διασφαλίζει ότι οι περιβαλλοντικές πληροφορίες που γνωστοποιούνται είναι συνεπείς με τις πληροφορίες που δημιουργούνται στο πλαίσιο του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, και είναι αξιόπιστες.

Ο Οργανισμός πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες επικοινωνίας που δημιουργούνται από άλλα μέρη σχετικά με το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισής του.

Ο Οργανισμός πρέπει να τηρεί τεκμηριωμένες πληροφορίες ως αποδεικτικό στοιχείο της γνωστοποίησης δεδομένων του, όπως ενδείκνυται.

A.7.4.2  Εσωτερική επικοινωνία

Ο Οργανισμός πρέπει να:

α)  γνωστοποιεί εσωτερικά πληροφορίες σχετικά με το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης στις διάφορες βαθμίδες και λειτουργίες του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων των αλλαγών στο σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης, όπως ενδείκνυται, και,

β)  διασφαλίζει ότι οι διεργασίες επικοινωνίας δίνουν τη δυνατότητα στα πρόσωπα που εκτελούν εργασίες υπό τον έλεγχο του Οργανισμού να συμβάλλουν στη συνεχή βελτίωση.

 

A.7.4.3  Εξωτερική επικοινωνία

Ο Οργανισμός πρέπει να γνωστοποιεί εξωτερικά πληροφορίες σχετικά με το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης, όπως καθορίζεται στις διεργασίες επικοινωνίας του Οργανισμού και όπως απαιτείται από τις υποχρεώσεις συμμόρφωσής του.

B.7.  Επικοινωνία

1)  Οι Οργανισμοί είναι σε θέση να αποδείξουν ότι διεξάγουν ανοικτό διάλογο με το κοινό, τις αρχές και τα λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών κοινοτήτων και των πελατών σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων, προϊόντων και υπηρεσιών τους.

2)  Για να εξασφαλισθεί υψηλό επίπεδο διαφάνειας και η οικοδόμηση εμπιστοσύνης με τα ενδιαφερόμενα μέρη, οι Οργανισμοί που είναι καταχωρισμένοι στο EMAS κοινοποιούν συγκεκριμένες περιβαλλοντικές πληροφορίες όπως ορίζονται στο παράρτημα IV «Υποβολή περιβαλλοντικών εκθέσεων».

A.7.5  Τεκμηριωμένες πληροφορίες

A.7.5.1  Γενικά

Το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης του Οργανισμού πρέπει να περιλαμβάνει τις τεκμηριωμένες πληροφορίες που:

α)  απαιτούνται από το παρόν Διεθνές Πρότυπο και·

β)  ο Οργανισμός καθορίζει ως απαραίτητες για την αποτελεσματικότητα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης.

Σημείωση:  έκταση των τεκμηριωμένων πληροφοριών του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης μπορεί να διαφέρει από τον ένα Οργανισμό στον άλλο, εξαιτίας:

— του μεγέθους του Οργανισμού και του είδους των δραστηριοτήτων, διεργασιών, προϊόντων και υπηρεσιών,

— της ανάγκης να αποδεικνύεται η εκπλήρωση των υποχρεώσεων συμμόρφωσης,

— της πολυπλοκότητας των διεργασιών και των αλληλεπιδράσεών τους και

— της επαγγελματικής επάρκειας των προσώπων που εκτελούν εργασίες υπό τον έλεγχο του Οργανισμού.

A.7.5.2  Δημιουργία και επικαιροποίηση

Κατά τη δημιουργία και επικαιροποίηση των τεκμηριωμένων πληροφοριών, ο Οργανισμός πρέπει να διασφαλίζει την κατάλληλη:

α)  ταυτοποίηση και περιγραφή (π.χ. τίτλος, ημερομηνία, συντάκτης, ή αριθμός αναφοράς),

β)  μορφή (π.χ. γλώσσα, έκδοση λογισμικού, γραφικά) και μέσα εγγραφής (π.χ. χαρτί, ηλεκτρονικά) και

γ)  ανασκόπηση και έγκριση για την καταλληλότητα και την επάρκεια.

A.7.5.3  Έλεγχος των τεκμηριωμένων πληροφοριών

Οι τεκμηριωμένες πληροφορίες που απαιτούνται από το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης και από το παρόν Διεθνές Πρότυπο πρέπει να ελέγχονται προκειμένου να διασφαλίζεται ότι:

α)  είναι διαθέσιμες και κατάλληλες για χρήση, όπου και όταν χρειάζεται και

β)  προστατεύονται επαρκώς (π.χ. από την παραβίαση της εμπιστευτικότητας, αθέμιτη χρήση ή απώλεια της ακεραιότητας).

Για τον έλεγχο των τεκμηριωμένων πληροφοριών, ο Οργανισμός πρέπει να αναλαμβάνει τις ακόλουθες ενέργειες, όπως έχει εφαρμογή:

— διανομή, πρόσβαση, ανάκτηση και χρήση·

— αποθήκευση και διαφύλαξη, συμπεριλαμβανομένης της διατήρησης του ευανάγνωστου,

— έλεγχο των αλλαγών (π.χ. έλεγχος έκδοσης) και

— τήρηση και τελική διάθεση.

Οι τεκμηριωμένες πληροφορίες εξωτερικής προέλευσης που προσδιορίζονται από τον Οργανισμό ως απαραίτητες για το σχεδιασμό και τη λειτουργία του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισής του πρέπει να ταυτοποιούνται κατάλληλα και να ελέγχονται.

Σημείωση:  Η πρόσβαση μπορεί να συνεπάγεται μόνο άδεια ανάγνωσης των τεκμηριωμένων πληροφοριών ή την άδεια και εξουσιοδότηση ανάγνωσης και τροποποίησής τους.

A.8  Λειτουργία

A.8.1  Σχεδιασμός, λειτουργία και έλεγχος διεργασιών

Ο Οργανισμός πρέπει να καθιερώνει, να εφαρμόζει, να ελέγχει και να διατηρεί ενήμερες τις διεργασίες που χρειάζονται για την ικανοποίηση των απαιτήσεων του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, καθώς και για την υλοποίηση των ενεργειών που καθορίζονται στα 6.1 και 6.2 μέσω:

— της καθιέρωσης κριτηρίων λειτουργίας για τις διεργασίες, και

— της εφαρμογής ελέγχου των διεργασιών σύμφωνα με τα κριτήρια λειτουργίας.

Σημείωση:  Οι έλεγχοι μπορεί να περιλαμβάνουν τεχνικούς ελέγχους και διαδικασίες. Οι έλεγχοι μπορεί να υλοποιούνται ακολουθώντας μια ιεράρχηση (όπως εξάλειψη, αντικατάσταση, διοικητικά μέτρα) και μπορεί να γίνονται μεμονωμένα ή σε συνδυασμό.

Ο Οργανισμός πρέπει να ελέγχει τις σχεδιαζόμενες αλλαγές και να ανασκοπεί τις συνέπειες των ακούσιων αλλαγών, αναλαμβάνοντας ενέργειες για τον περιορισμό τυχόν δυσμενών επιδράσεων, όταν χρειάζεται.

Ο Οργανισμός πρέπει να διασφαλίζει ότι οι διεργασίες που έχουν ανατεθεί σε εξωτερικά μέρη ελέγχονται ή επηρεάζονται. Το είδος και η έκταση ελέγχου ή επιρροής που εφαρμόζεται στις διεργασίες πρέπει να καθορίζεται εντός του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης.

Σε συμφωνία με την προσέγγιση του κύκλου ζωής, ο Οργανισμός πρέπει να:

α)  καθιερώνει ελέγχους, όπως ενδείκνυται, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι περιβαλλοντικές του απαιτήσεις λαμβάνονται υπόψη κατά τη διεργασία σχεδιασμού και ανάπτυξης προϊόντων και υπηρεσιών, εξετάζοντας όλα τα στάδια του κύκλου ζωής τους,

β)  καθορίζει τις περιβαλλοντικές του απαιτήσεις για την προμήθεια προϊόντων και υπηρεσιών, όπως ενδείκνυται,

γ)  γνωστοποιεί τις σχετικές περιβαλλοντικές του απαιτήσεις στους εξωτερικούς παρόχους, συμπεριλαμβανομένων των υπεργολάβων και

δ)  εξετάζει την αναγκαιότητα παροχής πληροφόρησης σχετικά με τις δυνητικές σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις

που συνδέονται με τη μεταφορά ή παράδοση, τη χρήση, την επεξεργασία στο τέλος του κύκλου ζωής και την τελική διάθεση των προϊόντων και υπηρεσιών του.

Ο Οργανισμός πρέπει να διατηρεί ενήμερες τεκμηριωμένες πληροφορίες στο βαθμό που είναι αναγκαίος για τη δημιουργία εμπιστοσύνης ότι οι διεργασίες υλοποιούνται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα.

Α.8.2  Ετοιμότητα και ανταπόκριση σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης

Ο Οργανισμός πρέπει να καθιερώνει, εφαρμόζει και διατηρεί ενήμερες τις διεργασίες που απαιτούνται για την προετοιμασία και την ανταπόκριση σε ενδεχόμενες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που εντοπίζονται στο 6.1.1.

Ο Οργανισμός πρέπει να:

α)  προετοιμάζεται ώστε να ανταποκρίνεται μέσω του σχεδιασμού ενεργειών πρόληψης ή περιορισμού των δυσμενών περιβαλλοντικών επιπτώσεων από καταστάσεις έκτακτης ανάγκης,

β)  ανταποκρίνεται σε πραγματικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης,

γ)  αναλαμβάνει ενέργειες πρόληψης ή περιορισμού των συνεπειών από καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ανάλογα με τη σοβαρότητα των καταστάσεων καθώς και των δυνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων,

δ)  δοκιμάζει περιοδικά τις προβλεπόμενες ενέργειες ανταπόκρισης, όπου είναι εφικτό,

ε)  ανασκοπεί περιοδικά και αναθεωρεί τις διεργασίες και τις προβλεπόμενες ενέργειες ανταπόκρισης, ιδιαίτερα μετά από περιστατικά ή δοκιμές, και

στ)  παρέχει, όπως ενδείκνυται, σχετική πληροφόρηση και κατάρτιση για την ετοιμότητα και ανταπόκριση σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων που εργάζονται υπό τον έλεγχό του.

Ο Οργανισμός πρέπει να διατηρεί ενήμερες τεκμηριωμένες πληροφορίες στο βαθμό που είναι αναγκαίο για τη δημιουργία εμπιστοσύνης ότι οι διεργασίες υλοποιούνται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα.

A.9  Αξιολόγηση περιβαλλοντικής επίδοσης

A.9.1  Παρακολούθηση, μέτρηση, ανάλυση και αξιολόγηση

A.9.1.1  Γενικά

Ο Οργανισμός πρέπει να παρακολουθεί, να μετρά, να αναλύει και να αξιολογεί την περιβαλλοντική του επίδοση.

Ο Οργανισμός πρέπει να προσδιορίζει:

α)  τι χρειάζεται να παρακολουθείται και να μετρείται,

β)  τις μεθόδους παρακολούθησης, μέτρησης, ανάλυσης και αξιολόγησης που είναι αναγκαίες για τη διασφάλιση έγκυρων αποτελεσμάτων,

γ)  τα κριτήρια, σύμφωνα με τα οποία ο Οργανισμός αξιολογεί την περιβαλλοντική του επίδοση, καθώς και τους κατάλληλους δείκτες,

δ)  πότε πρέπει να διενεργείται η παρακολούθηση και μέτρηση,

ε)  πότε πρέπει να αναλύονται και να αξιολογούνται τα αποτελέσματα παρακολούθησης και μέτρησης.

Ο Οργανισμός πρέπει να διασφαλίζει ότι ο εξοπλισμός παρακολούθησης και μέτρησης που χρησιμοποιείται είναι διακριβωμένος ή επαληθευμένος και συντηρείται, όπως ενδείκνυται.

Ο Οργανισμός πρέπει να αξιολογεί την περιβαλλοντική του επίδοση και την αποτελεσματικότητα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης.

Ο Οργανισμός πρέπει να γνωστοποιεί τις σχετικές με την περιβαλλοντική του επίδοση πληροφορίες, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά, όπως προσδιορίζεται στις διεργασίες επικοινωνίας του και όπως απαιτείται από τις υποχρεώσεις συμμόρφωσής του.

Ο Οργανισμός πρέπει να τηρεί κατάλληλες τεκμηριωμένες πληροφορίες ως αποδεικτικό στοιχείο της παρακολούθησης, της μέτρησης, της ανάλυσης και των αποτελεσμάτων αξιολόγησης.

Α.9.1.2  Αξιολόγηση της συμμόρφωσης

Ο Οργανισμός πρέπει να καθιερώνει, εφαρμόζει και διατηρεί ενήμερες τις διεργασίες που χρειάζονται, για να αξιολογείται η εκπλήρωση των υποχρεώσεων συμμόρφωσής του.

Ο Οργανισμός πρέπει να:

α)  καθορίζει τη συχνότητα με την οποία αξιολογείται η συμμόρφωση,

β)  να αξιολογεί τη συμμόρφωση και να αναλαμβάνει ενέργειες, εφόσον χρειάζεται, και

γ)  να διατηρεί ενήμερη τη γνώση και την κατανόηση της κατάστασης της συμμόρφωσής του.

Ο Οργανισμός πρέπει να τηρεί κατάλληλες τεκμηριωμένες πληροφορίες ως αποδεικτικό στοιχείο των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης συμμόρφωσης.

Α.9.2  Εσωτερική επιθεώρηση

A.9.2.1  Γενικά

Ο Οργανισμός πρέπει να διεξάγει, σε προκαθορισμένα χρονικά διαστήματα, εσωτερικές επιθεωρήσεις, ώστε να παρέχονται πληροφορίες σχετικά με το κατά πόσον το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης

α)  συμμορφώνεται με:

1)  τις απαιτήσεις του ίδιου του Οργανισμού για το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισής του και

2)  τις απαιτήσεις του παρόντος Διεθνούς Προτύπου,

β)  εφαρμόζεται αποτελεσματικά και διατηρείται ενήμερο.

A.9.2.2  Πρόγραμμα εσωτερικής επιθεώρησης

Ο Οργανισμός πρέπει να καθιερώνει, να εφαρμόζει και να διατηρεί ενήμερο πρόγραμμα(-τα) εσωτερικών επιθεωρήσεων, που συμπεριλαμβάνει τη συχνότητα, τις μεθόδους, τις υπευθυνότητες, τις απαιτήσεις σχεδιασμού και τις εκθέσεις των εσωτερικών του επιθεωρήσεων.

Όταν καταρτίζει το πρόγραμμα εσωτερικών επιθεωρήσεων, ο Οργανισμός πρέπει να λαμβάνει υπόψη την περιβαλλοντική σημαντικότητα των σχετικών διεργασιών, τις αλλαγές που επηρεάζουν τον Οργανισμό και τα αποτελέσματα προηγούμενων επιθεωρήσεων.

Ο Οργανισμός πρέπει να:

α)  ορίζει τα κριτήρια επιθεώρησης και το πεδίο εφαρμογής για κάθε επιθεώρηση,

β)  επιλέγει επιθεωρητές και να διενεργεί επιθεωρήσεις, με τρόπο που να διασφαλίζει την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία της διεργασίας της επιθεώρησης και

γ)  διασφαλίζει ότι τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων αναφέρονται στην αρμόδια Διοίκηση.

Ο Οργανισμός τηρεί κατάλληλες τεκμηριωμένες πληροφορίες ως αποδεικτικά στοιχεία της εφαρμογής του προγράμματος επιθεώρησης και των αποτελεσμάτων των επιθεωρήσεων.

Α.9.3  Ανασκόπηση από τη Διοίκηση

Η ανώτατη Διοίκηση πρέπει να ανασκοπεί το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης του Οργανισμού, σε προκαθορισμένα χρονικά διαστήματα, για να διασφαλίζει τη συνεχιζόμενη καταλληλότητα, επάρκεια και αποτελεσματικότητά του.

Η ανασκόπηση από την ανώτατη Διοίκηση πρέπει να περιλαμβάνει την εξέταση:

α)  της προόδου υλοποίησης ενεργειών που αποφασίστηκαν σε προηγούμενες ανασκοπήσεις της Διοίκησης,

β)  των αλλαγών σε:

1)  εξωτερικά και εσωτερικά θέματα σχετικά με το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης,

2)  ανάγκες και προσδοκίες των ενδιαφερομένων μερών, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων συμμόρφωσης,

3)  σημαντικές περιβαλλοντικές πλευρές του και

4)  απειλές και ευκαιρίες,

γ)  του βαθμού επίτευξης των περιβαλλοντικών στόχων·

δ)  των πληροφοριών για την περιβαλλοντική επίδοση του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων τάσεων:

1)  των μη συμμορφώσεων και των διορθωτικών ενεργειών,

2)  των αποτελεσμάτων παρακολούθησης και μέτρησης,

3)  της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων συμμόρφωσης και

4)  των αποτελεσμάτων επιθεωρήσεων,

ε)  της επάρκειας των πόρων,

στ)  της σχετικής επικοινωνίας από ενδιαφερόμενα μέρη, περιλαμβανομένων των παραπόνων και

ζ)  των ευκαιριών για συνεχή βελτίωση.

Τα αποτελέσματα της ανασκόπησης από τη Διοίκηση πρέπει να περιλαμβάνουν:

— συμπεράσματα σχετικά με τη συνεχιζόμενη καταλληλότητα, επάρκεια και αποτελεσματικότητα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης,

— αποφάσεις σχετικά με τις ευκαιρίες για συνεχή βελτίωση,

— αποφάσεις σχετικά με ανάγκες για αλλαγές στο σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένων των πόρων,

— ενέργειες, εφόσον χρειάζονται, όταν δεν επιτυγχάνονται οι περιβαλλοντικοί στόχοι,

— ευκαιρίες για τη βελτίωση της ενοποίησης του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης με άλλες επιχειρησιακές διεργασίες, εφόσον χρειάζεται, και

— πιθανές συνέπειες για το στρατηγικό προσανατολισμό του Οργανισμού.

Ο Οργανισμός πρέπει να τηρεί τεκμηριωμένες πληροφορίες ως αποδεικτικό στοιχείο των αποτελεσμάτων των ανασκοπήσεων από τη Διοίκηση.

A.10  Βελτίωση

A.10.1  Γενικά

Ο Οργανισμός πρέπει να εντοπίζει τις ευκαιρίες βελτίωσης (βλέπε 9.1, 9.2 και 9.3), και να υλοποιεί τις αναγκαίες ενέργειες για την επίτευξη των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισής του.

A.10.2  Μη συμμόρφωση και διορθωτικές ενέργειες

Όταν προκύπτει μία μη συμμόρφωσης, ο Οργανισμός πρέπει να:

α)  ανταποκρίνεται στη μη συμμόρφωση και, όπως ενδείκνυται:

1)  να αναλαμβάνει ενέργειες για τον έλεγχο και τη διόρθωσή της,

2)  να αντιμετωπίζει τις συνέπειες, συμπεριλαμβανομένου του περιορισμού των δυσμενώ νπεριβαλλοντικών επιπτώσεων,

β)  αξιολογεί την ανάγκη ανάληψης ενεργειών για την εξάλειψη των αιτίων της μη συμμόρφωσης, ώστε να μην επαναληφθεί ή να συμβεί και αλλού, μέσω:

1)  της ανασκόπησης της μη συμμόρφωσης,

2)  του προσδιορισμού των αιτίων της μη συμμόρφωσης και,

3)  του προσδιορισμού κατά πόσον υφίστανται παρόμοιες μη συμμορφώσεις, ή εάν θα μπορούσαν δυνητικά να εμφανιστούν,

γ)  υλοποιεί οποιαδήποτε αναγκαία ενέργεια,

δ)  ανασκοπεί την αποτελεσματικότητα οποιωνδήποτε διορθωτικών ενεργειών αναλαμβάνονται και

ε)  προβαίνει σε αλλαγές στο σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης, εφόσον είναι απαραίτητο.

Οι διορθωτικές ενέργειες πρέπει να είναι ανάλογες της σημαντικότητας των επιδράσεων των μη συμμορφώσεων που εντοπίστηκαν, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

Ο Οργανισμός πρέπει να τηρεί τεκμηριωμένες πληροφορίες, ως αποδεικτικό στοιχείο για:

— τη φύση των μη συμμορφώσεων και για οποιεσδήποτε επακόλουθες ενέργειες που αναλαμβάνονται και

— τα αποτελέσματα οποιωνδήποτε διορθωτικών ενεργειών.

A.10.3  Συνεχής βελτίωση

Ο Οργανισμός πρέπει να βελτιώνει συνεχώς την καταλληλότητα, την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης προκειμένου να βελτιώνει την περιβαλλοντική του επίδοση.

 

(1)   

Το κείμενο του εθνικού προτύπου που παρατίθεται αυτούσιο στο παρόν παράρτημα χρησιμοποιείται με την άδεια της CEN. Το πλήρες κείμενο του εθνικού προτύπου διατίθεται προς πώληση από τους εθνικούς οργανισμούς τυποποίησης, κατάλογος των οποίων διατίθεται στον επίσημο ιστότοπο της CEN. Δεν επιτρέπεται οποιουδήποτε είδους αναπαραγωγή του παρόντος παραρτήματος για εμπορικούς σκοπούς.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

1.    Πρόγραμμα και συχνότητα ελέγχου

1.1.    Πρόγραμμα ελέγχου

Το πρόγραμμα ελέγχου διασφαλίζει την παροχή, στη Διοίκηση του Οργανισμού, των πληροφοριών που της χρειάζονται για την ανασκόπηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων του Οργανισμού και της αποτελεσματικότητας του συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, καθώς και για να είναι σε θέση να αποδείξει ότι αυτές βρίσκονται υπό έλεγχο.

1.2.    Σκοποί του προγράμματος ελέγχου

Στους σκοπούς περιλαμβάνονται, ιδίως, η αξιολόγηση των εφαρμοζόμενων συστημάτων διαχείρισης και η εξακρίβωση της συμμόρφωσής τους με την πολιτική και το πρόγραμμα του Οργανισμού, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η τήρηση των νομικών απαιτήσεων και άλλων απαιτήσεων που σχετίζονται με το περιβάλλον.

1.3.    Έκταση του προγράμματος ελέγχου

Η συνολική έκταση κάθε ελέγχου ή, κατά περίπτωση, κάθε σταδίου ενός κύκλου ελέγχου, ορίζεται επακριβώς και προσδιορίζει ρητά:

1) 

τα καλυπτόμενα θεματικά πεδία,

2) 

τις δραστηριότητες που υπόκεινται σε έλεγχο,

3) 

τα περιβαλλοντικά κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη,

4) 

την καλυπτόμενη από τον έλεγχο χρονική περίοδο.

Ο περιβαλλοντικός έλεγχος περιλαμβάνει ανάλυση των πραγματικών στοιχείων που απαιτούνται για την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων.

1.4.    Συχνότητα των ελέγχων

Ο έλεγχος ή ο κύκλος ελέγχου που καλύπτει όλες τις δραστηριότητες του Οργανισμού, κατά περίπτωση, ολοκληρώνεται σε διάστημα που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη ή τα τέσσερα έτη, εφόσον εφαρμόζεται η παρέκκλιση του άρθρου 7. Η συχνότητα ελέγχου κάθε δραστηριότητας διαφέρει ανάλογα με τα ακόλουθα:

1) 

τη φύση, την έκταση και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων,

2) 

τη σοβαρότητα των σχετικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων,

3) 

τη σημασία και την οξύτητα των προβλημάτων που διαπιστώθηκαν σε προηγούμενους ελέγχους,

4) 

το ιστορικό περιβαλλοντικών προβλημάτων.

Πιο σύνθετες δραστηριότητες με σοβαρότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις ελέγχονται συχνότερα.

Ο Οργανισμός διενεργεί ελέγχους τουλάχιστον ετησίως, διότι με τον τρόπο αυτό καταδεικνύεται ευκολότερα στη Διοίκηση του Οργανισμού και στον επαληθευτή περιβάλλοντος ότι οι σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του Οργανισμού βρίσκονται υπό έλεγχο.

Ο Οργανισμός διενεργεί ελέγχους με αντικείμενο

1) 

τις περιβαλλοντικές επιδόσεις του Οργανισμού και

2) 

την τήρηση από τον Οργανισμό των εφαρμοστέων νομικών απαιτήσεων και άλλων απαιτήσεων που σχετίζονται με το περιβάλλον.

2.    Δραστηριότητες ελέγχου

Στις δραστηριότητες ελέγχου περιλαμβάνονται συζητήσεις με το προσωπικό σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιδόσεις, επιθεώρηση των συνθηκών λειτουργίας και του εξοπλισμού και εξέταση των αρχείων, των γραπτών διαδικασιών και της υπόλοιπης σχετικής τεκμηρίωσης. Οι δραστηριότητες αυτές διενεργούνται με σκοπό την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων της ελεγχόμενης δραστηριότητας, προκειμένου να εξακριβωθεί αν ανταποκρίνεται στα εφαρμοστέα πρότυπα και κανονισμούς ή στους περιβαλλοντικούς σκοπούς και στόχους. Ο έλεγχος εξακριβώνει επίσης αν το εφαρμοζόμενο σύστημα διαχείρισης των περιβαλλοντικών ευθυνών και επιδόσεων είναι αποτελεσματικό και κατάλληλο και, για τον σκοπό αυτό, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη διενέργεια δειγματοληπτικού ελέγχου της συμμόρφωσης με τα εν λόγω κριτήρια, ώστε να διαπιστώνεται η αποτελεσματικότητα του συστήματος διαχείρισης στο σύνολό του.

Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει, ειδικότερα, τα ακόλουθα στάδια:

1) 

κατανόηση των συστημάτων διαχείρισης,

2) 

εκτίμηση των πλεονεκτημάτων και αδυναμιών των συστημάτων διαχείρισης,

3) 

συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων τα οποία δείχνουν που είναι αποτελεσματικό το σύστημα διαχείρισης και πού δεν είναι,

4) 

αξιολόγηση των διαπιστώσεων του ελέγχου,

5) 

σύνταξη των πορισμάτων του ελέγχου,

6) 

έκθεση των διαπιστώσεων και των πορισμάτων του ελέγχου.

3.    Έκθεση των διαπιστώσεων και των πορισμάτων του ελέγχου

Βασικοί σκοποί της γραπτής έκθεσης ελέγχου είναι:

1) 

η τεκμηρίωση της έκτασης του ελέγχου,

2) 

η ενημέρωση της Διοίκησης σχετικά με τον βαθμό συμμόρφωσης με την περιβαλλοντική πολιτική του Οργανισμού και την περιβαλλοντική πρόοδο του Οργανισμού,

3) 

η ενημέρωση της Διοίκησης όσον αφορά τον βαθμό συμμόρφωσης με τις νομικές απαιτήσεις και άλλες απαιτήσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον και όσον αφορά τα μέτρα που λαμβάνονται ώστε να εξασφαλίζεται η αποδειξιμότητα της συμμόρφωσης,

4) 

η ενημέρωση της Διοίκησης σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την αξιοπιστία των μέτρων που λαμβάνονται για την παρακολούθηση και τον περιορισμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τις δραστηριότητες του Οργανισμού,

5) 

ενδεχομένως, να καταδειχθεί η ανάγκη για διορθωτικά μέτρα.

Η γραπτή έκθεση ελέγχου περιέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για τη συμμόρφωση με τους παραπάνω σκοπούς.

▼M3




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΥΠΟΒΟΛΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΚΘΕΣΕΩΝ

A.    Εισαγωγή

Οι περιβαλλοντικές πληροφορίες υποβάλλονται με σαφήνεια και συνοχή, κατά προτίμηση σε ηλεκτρονική μορφή. Ο οργανισμός θα αποφασίσει ποια είναι η καλύτερη μορφή με την οποία θα διαθέσει στα ενδιαφερόμενα μέρη τις πληροφορίες αυτές κατά τρόπο φιλικό στον χρήστη.

Β.    Περιβαλλοντική δήλωση

Η περιβαλλοντική δήλωση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία και ανταποκρίνεται στις ακόλουθες στοιχειώδεις απαιτήσεις:

α) 

σύνοψη των δραστηριοτήτων, προϊόντων και υπηρεσιών του οργανισμού, των σχέσεών του με τυχόν μητρικό οργανισμό, ανάλογα με την περίπτωση, και κατανοητή και σαφής περιγραφή του αντικειμένου για το οποίο καταχωρίζεται ο οργανισμός στο ΕΜΑS, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των χώρων δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στην καταχώριση·

β) 

περιβαλλοντική πολιτική και σύντομη περιγραφή της δομής διακυβέρνησης που στηρίζει το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης του οργανισμού·

γ) 

περιγραφή όλων των σημαντικών άμεσων και έμμεσων περιβαλλοντικών πτυχών του οργανισμού οι οποίες έχουν σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, σύντομη περιγραφή της προσέγγισης που υιοθετείται για να προσδιοριστεί η σημασία τους και επεξήγηση του χαρακτήρα των επιπτώσεων που συνδέονται με τις πτυχές αυτές·

δ) 

περιγραφή των περιβαλλοντικών σκοπών και ποσοτικών στόχων σε συνάρτηση με τις σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές και επιπτώσεις·

ε) 

περιγραφή των ενεργειών που αναλαμβάνονται και σχεδιάζονται για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων, για την επίτευξη των σκοπών και των ποσοτικών στόχων και την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τις νομικές απαιτήσεις που αφορούν το περιβάλλον.

Θα πρέπει να αναφέρονται, αν υπάρχουν, οι σχετικές βέλτιστες πρακτικές περιβαλλοντικής διαχείρισης που παρουσιάζονται στα τομεακά έγγραφα αναφοράς που μνημονεύονται στο άρθρο 46·

στ) 

σύνοψη των διαθέσιμων δεδομένων σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιδόσεις του οργανισμού που συνδέονται με τις σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές των δραστηριοτήτων του.

Η υποβολή εκθέσεων αφορά τόσο τους βασικούς δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων όσο και τους ειδικούς δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων που καθορίζονται στο τμήμα Γ. Όπου υπάρχουν περιβαλλοντικοί σκοποί και ποσοτικοί δείκτες, κοινοποιούνται τα αντίστοιχα δεδομένα·

ζ) 

παραπομπή στις κυριότερες νομικές διατάξεις που πρέπει να λαμβάνει υπόψη ο οργανισμός για να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις νομικές απαιτήσεις για το περιβάλλον και δήλωση σχετικά με τη νομική συμμόρφωση·

η) 

επιβεβαίωση ως προς τις απαιτήσεις του άρθρου 25 παράγραφος 8 και όνομα και αριθμός διαπίστευσης ή άδειας του επαληθευτή περιβάλλοντος και ημερομηνία επικύρωσης. Αντί αυτών μπορεί να χρησιμοποιηθεί η δήλωση που αναφέρεται στο παράρτημα VII, υπογεγραμμένη από τον επαληθευτή περιβάλλοντος.

Η επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία και ανταποκρίνεται στις στοιχειώδεις απαιτήσεις των στοιχείων ε) έως η).

Οι οργανισμοί ενδέχεται να αποφασίσουν να ενσωματώσουν στην περιβαλλοντική δήλωσή τους πρόσθετα πραγματολογικά στοιχεία σχετικά με τις δραστηριότητες, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες του οργανισμού ή σχετικά με τη συμμόρφωσή τους με τις ειδικές απαιτήσεις. Όλες οι πληροφορίες που περιέχονται στην περιβαλλοντική δήλωση επικυρώνονται από τον επαληθευτή περιβάλλοντος.

Η περιβαλλοντική δήλωση μπορεί να είναι ενσωματωμένη σε άλλες εκθέσεις του οργανισμού (π.χ. εκθέσεις για τη διαχείριση, τη βιωσιμότητα ή την εταιρική κοινωνική ευθύνη). Όταν ενσωματώνεται σε τέτοια έγγραφα, πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ επικυρωμένων και μη επικυρωμένων πληροφοριών. Η περιβαλλοντική δήλωση είναι σαφώς αναγνωρίσιμη (για παράδειγμα με τη χρήση του λογότυπου EMAS) και το έγγραφο περιλαμβάνει σύντομη επεξήγηση της διαδικασίας επικύρωσης στο πλαίσιο του EMAS.

Γ.    Υποβολή εκθέσεων με βάση τους δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων και τις πληροφορίες για την ποιότητα

1.    Εισαγωγή

Τόσο στην περιβαλλοντική δήλωση όσο και στην επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση, οι οργανισμοί δίνουν αναφορά για τις σημαντικές άμεσες και έμμεσες περιβαλλοντικές πτυχές των δραστηριοτήτων τους με χρήση των βασικών δεικτών περιβαλλοντικών επιδόσεων και των ειδικών δεικτών περιβαλλοντικών επιδόσεων, όπως ορίζεται κατωτέρω. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν διαθέσιμα ποσοτικά στοιχεία, οι οργανισμοί δίνουν πληροφορίες για την ποιότητα, όπως περιγράφεται στο σημείο 4.

Οι υποβαλλόμενες εκθέσεις παρέχουν δεδομένα σχετικά τις πραγματικές εισροές και εκροές. Αν υπάρχει περίπτωση η κοινοποίηση να αποβεί σε βάρος του εμπιστευτικού χαρακτήρα εμπορικών ή βιομηχανικών πληροφοριών του οργανισμού στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το δίκαιο κράτους μέλους ή της Κοινότητας προβλέπει αυτόν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα για να προστατεύσει νόμιμο οικονομικό συμφέρον, μπορεί να επιτρέπεται στον οργανισμό να παρουσιάσει αυτή την πληροφορία μέσω δείκτη εντός της υποβαλλόμενης έκθεσης, π.χ. θεσπίζοντας έτος βάσης (με τιμή δείκτη 100) από το οποίο θα καθίσταται εμφανής η εξέλιξη της πραγματικής εισροής/εκροής.

Οι δείκτες:

α) 

παρέχουν επακριβή εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων του οργανισμού·

β) 

είναι εύκολα κατανοητοί και μονοσήμαντοι·

γ) 

επιτρέπουν συγκρίσεις μεταξύ διαδοχικών ετών για την αξιολόγηση της βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων του οργανισμού· για να είναι δυνατή αυτή η σύγκριση, η υποβολή εκθέσεων καλύπτει τουλάχιστον τρία έτη δραστηριότητας, υπό την προϋπόθεση ότι είναι διαθέσιμα τα στοιχεία·

δ) 

παρέχουν τη δυνατότητα σύγκρισης με τομεακά, εθνικά ή περιφερειακά κριτήρια αξιολόγησης, ανάλογα με την περίπτωση·

ε) 

παρέχουν τη δυνατότητα σύγκρισης με κανονιστικές απαιτήσεις, ανάλογα με την περίπτωση.

Προς υποστήριξη αυτών, ο οργανισμός ορίζει εν συντομία το πεδίο που καλύπτει ο κάθε δείκτης (συμπεριλαμβανομένων οργανωτικών και υλικών ορίων, της εφαρμοσιμότητας και της μεθοδολογίας υπολογισμού).

2.    Βασικοί δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων

α) 

Οι βασικοί δείκτες αφορούν τις επιδόσεις στους ακόλουθους τομείς-κλειδιά για το περιβάλλον:

i) 

ενέργεια·

ii) 

υλικά·

iii) 

ύδατα·

iv) 

απόβλητα·

v) 

χρήση γης όσον αφορά τη βιοποικιλότητα· και

vi) 

εκπομπές.

Η υποβολή εκθέσεων για τους βασικούς δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων είναι υποχρεωτική. Ωστόσο, ένας οργανισμός μπορεί να αξιολογεί αν οι δείκτες αυτοί έχουν σχέση με τις σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές και επιπτώσεις των δικών του δραστηριοτήτων. Αν ένας οργανισμός καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ένας ή περισσότεροι βασικοί δείκτες δεν έχουν σχέση με τις σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές και επιπτώσεις των δραστηριοτήτων του, ο οργανισμός αυτός μπορεί να μην υποβάλει τους εν λόγω βασικούς δείκτες. Στην περίπτωση αυτή, ο οργανισμός εξηγεί στην περιβαλλοντική δήλωσή του σαφώς και αιτιολογημένα τους λόγους.

β) 

Κάθε βασικός δείκτης αποτελείται από:

i) 

έναν αριθμό Α που δηλώνει τις συνολικές ετήσιες εισροές/εκροές στον συγκεκριμένο τομέα·

ii) 

έναν αριθμό Β που δηλώνει την ετήσια τιμής αναφοράς που αντιστοιχεί στη δραστηριότητα του οργανισμού· και

iii) 

έναν αριθμό R που δηλώνει τον λόγο A/B.

Κάθε οργανισμός δίνει αναφορά και για τα τρία αυτά αριθμητικά στοιχεία για κάθε δείκτη.

γ) 

Οι συνολικές ετήσιες εισροές/εκροές στον συγκεκριμένο τομέα, αριθμός A, αναφέρονται ως εξής:

i) 

για την ενέργεια

— 
η «συνολική άμεση κατανάλωση ενέργειας», που αντιστοιχεί στο συνολικό ετήσιο ποσό της ενέργειας που καταναλώνει ο οργανισμός,
— 
η «συνολική κατανάλωση ανανεώσιμης ενέργειας», που αντιστοιχεί στο συνολικό ετήσιο ποσό της ενέργειας που καταναλώνει ο οργανισμός και η οποία παρήχθη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας,
— 
η «συνολική παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας», που αντιστοιχεί στο συνολικό ετήσιο ποσό της ενέργειας που καταναλώνει ο οργανισμός και η οποία έχει παραχθεί από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Αυτό το τελευταίο στοιχείο δηλώνεται μόνο αν η συνολική ενέργεια που παράγει ο οργανισμός από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας υπερβαίνει σημαντικά τη συνολική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που καταναλώνει ο οργανισμός, ή αν η ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές δεν καταναλώθηκε από τον οργανισμό.

Αν καταναλώνονται διάφορα είδη ενέργειας ή αν παράγονται διάφορα είδη ενέργειας, όπως στην περίπτωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (όπως η ηλεκτρική ενέργεια, η θέρμανση, τα καύσιμα ή άλλα), η ετήσια κατανάλωση ή παραγωγή τους αναφέρονται χωριστά ανάλογα με την περίπτωση.

Η ενέργεια θα πρέπει να εκφράζεται, κατά προτίμηση, σε kWh, MWh, GJ ή άλλες μονάδες που χρησιμοποιούνται συνήθως για να δηλώσουν το είδος της καταναλωθείσας ή παραχθείσας ενέργειας.

ii) 

για τα υλικά

— 
η «ετήσια ροή μάζας των διαφόρων βασικών χρησιμοποιούμενων υλικών» (πλην των φορέων ενέργειας και του νερού), εκφραζόμενη κατά προτίμηση σε μονάδες βάρους (π.χ. χιλιόγραμμα ή τόνους) ή όγκου (π.χ. m3) ή σε άλλες μονάδες που χρησιμοποιούνται συνήθως στον τομέα αυτόν.

Όταν χρησιμοποιούνται διάφορα είδη υλικών, η ετήσια ροή μάζας πρέπει να δηλώνεται ξεχωριστά, ανάλογα με την περίπτωση.

iii) 

για τα ύδατα

— 
η «συνολική ετήσια χρήση νερού», εκφραζόμενη σε μονάδες όγκου (π.χ. λίτρα ή m3),
iv) 

για τα απόβλητα

— 
η «συνολική ετήσια παραγωγή αποβλήτων», αναλυτικά κατά κατηγορία, εκφραζόμενη κατά προτίμηση σε μονάδες βάρους (π.χ. χιλιόγραμμα ή τόνους) ή όγκου (π.χ. m3) ή σε άλλες μονάδες που χρησιμοποιούνται συνήθως στον τομέα αυτόν·
— 
η «συνολική ετήσια παραγωγή επικίνδυνων αποβλήτων», εκφραζόμενη σε μονάδες βάρους (π.χ. χιλιόγραμμα ή τόνους) ή m3 ή σε άλλες μονάδες που χρησιμοποιούνται συνήθως στον τομέα αυτόν.
v) 

Χρήση γης όσον αφορά τη βιοποικιλότητα

— 
οι μορφές χρήσης γης όσον αφορά τη βιοποικιλότητα εκφραζόμενες σε μονάδες επιφανείας (π.χ. m2 ή ha):
— 
συνολική χρήση γης
— 
συνολική σφραγισμένη έκταση
— 
συνολική έκταση φυσικής διατήρησης επί του χώρου δραστηριοτήτων
— 
συνολική έκταση φυσικής διατήρησης εκτός του χώρου δραστηριοτήτων

Μια «έκταση φυσικής διατήρησης» είναι αυτή που κατά κύριο λόγο είναι αφιερωμένη στη διατήρηση ή αποκατάσταση της φύσης. Οι εκτάσεις φυσικής διατήρησης μπορούν να βρίσκονται επί του χώρου δραστηριοτήτων και να περιλαμβάνουν την οροφή, την πρόσοψη, το σύστημα αποχέτευσης ή άλλα στοιχεία που έχουν σχεδιαστεί ή προσαρμοστεί για την προαγωγή της βιοποικιλότητας ή η διαχείρισή τους γίνεται για τον ίδιο σκοπό. Οι εκτάσεις φυσικής διατήρησης μπορούν, επίσης, να βρίσκονται εκτός του χώρου δραστηριοτήτων του οργανισμού υπό την προϋπόθεση ότι ο οργανισμός είναι ιδιοκτήτης ή διαχειριστής της έκτασης και ότι αυτή είναι αφιερωμένη κατά κύριο λόγο στην προαγωγή της βιοποικιλότητας. Οι συνδιαχειριζόμενες εκτάσεις που είναι αφιερωμένες στην προαγωγή της βιοποικιλότητας μπορούν επίσης να περιγράφονται, υπό την προϋπόθεση ότι καθορίζεται σαφώς το πεδίο της συνδιαχείρισης.

«Σφραγισμένη έκταση» σημαίνει οποιαδήποτε έκταση στην οποία το έδαφος είναι καλυμμένο (όπως δρόμοι) και η κάλυψη το καθιστά αδιαπέραστο από νερό. Αυτή η μη διαπερατότητα μπορεί να έχει περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

vi) 

για τις εκπομπές

— 
οι «συνολικές ετήσιες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου», περιλαμβανομένων τουλάχιστον των εκπομπών CO2, CH4, N2O, HFC, PFC, NF3 και SF6, εκφραζόμενες σε τόνους ισοδυνάμου CO2,

Ο οργανισμός θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο να υποβάλει έκθεση για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου σύμφωνα με μια καθιερωμένη μεθοδολογία, όπως το Πρωτόκολλο Αερίων Θερμοκηπίου.

— 
η «συνολική ετήσια εκπομπή αέρα», περιλαμβανομένων τουλάχιστον των εκπομπών SO2, NOx και σωματιδίων, εκφραζόμενη σε χιλιόγραμμα ή τόνους.
δ) 

Η αναφορά της ετήσιας τιμής αναφοράς που αντιστοιχεί στη δραστηριότητα του οργανισμού —αριθμός B— επιλέγεται και δηλώνεται με βάση τις ακόλουθες απαιτήσεις:

Ο αριθμός Β πρέπει:

i) 

να είναι κατανοητός:

ii) 

να είναι αριθμός που αντιπροσωπεύει όσο το δυνατόν καλύτερα τη συνολική ετήσια δραστηριότητα του οργανισμού·

iii) 

να επιτρέπει την ορθή περιγραφή των περιβαλλοντικών επιδόσεων του οργανισμού, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων και των δραστηριοτήτων του οργανισμού·

iv) 

να είναι κοινή τιμή αναφοράς για τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται ο οργανισμός, όπως τα ακόλουθα παραδείγματα:

— 
συνολική ετήσια υλική παραγωγή
— 
συνολικός αριθμός εργαζομένων
— 
σύνολο διανυκτερεύσεων
— 
συνολικός αριθμός κατοίκων σε μια περιοχή (στην περίπτωση δημόσιας διοίκησης)
— 
τόνοι επεξεργασμένων αποβλήτων (για τους οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της διαχείρισης αποβλήτων)
— 
συνολική παραχθείσα ενέργεια (για τους οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της παραγωγής ενέργειας)
v) 

να εγγυάται τη συγκρισιμότητα των δεικτών που αναφέρονται σε μακροπρόθεσμη βάση. Από τη στιγμή που καθοριστεί ο αριθμός Β, θα χρησιμοποιείται στις επόμενες περιβαλλοντικές δηλώσεις.

Οποιαδήποτε αλλαγή στον αριθμό Β θα εξηγείται στη περιβαλλοντική δήλωση. Σε περίπτωση αλλαγών στον αριθμό Β, ο οργανισμός εξασφαλίζει ότι ο αριθμός μπορεί να είναι συγκρίσιμος για τουλάχιστον 3 έτη με επανυπολογισμό των δεικτών για τα προηγούμενα έτη σύμφωνα με τον αριθμό Β, όπως καθορίστηκε μεταγενέστερα.

3.    Ειδικοί δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων

Κάθε οργανισμός αναφέρει επίσης σε ετήσια βάση τις επιδόσεις του όσον αφορά τις σημαντικές άμεσες και έμμεσες περιβαλλοντικές πτυχές και επιπτώσεις που έχουν σχέση με τις βασικές επιχειρηματικές του δραστηριότητες, που είναι μετρήσιμες και επαληθεύσιμες και οι οποίες δεν καλύπτονται ήδη από τους βασικούς δείκτες.

Η υποβολή εκθέσεων για τους εν λόγω δείκτες γίνεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην εισαγωγή του παρόντος τμήματος.

Σε περίπτωση που για συγκεκριμένο τομέα είναι διαθέσιμα τομεακά έγγραφα αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 46, ο οργανισμός τα λαμβάνει υπόψη για να διευκολυνθεί ο καθορισμός των σχετικών με τον τομέα ειδικών δεικτών.

4.    Υποβολή εκθέσεων για σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές βάσει πληροφοριών για την ποιότητα

Αν δεν υπάρχουν διαθέσιμα ποσοτικά δεδομένα που μπορούν να αναφερθούν σχετικά με τις σημαντικές άμεσες ή έμμεσες περιβαλλοντικές πτυχές, οι οργανισμοί αναφέρουν τις επιδόσεις τους με βάση πληροφορίες για την ποιότητα.

Δ.    Λογοδοσία σε τοπικό επίπεδο

Οι οργανισμοί οι οποίοι είναι καταχωρισμένοι στο ΕΜΑS είναι πιθανόν να επιθυμούν να συντάσσουν ενιαία εταιρική περιβαλλοντική δήλωση, η οποία καλύπτει διαφορετικούς χώρους δραστηριοτήτων.

Δεδομένου ότι προορισμός του EMAS είναι να καταστήσει τους οργανισμούς υπόλογους σε τοπικό επίπεδο, οι τελευταίοι μεριμνούν ώστε, στην εταιρική περιβαλλοντική δήλωση να προσδιορίζονται επακριβώς και να αναφέρονται οι σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις κάθε χώρου δραστηριοτήτων.

Ε.    Δημοσιοποίηση

Ο οργανισμός μεριμνά ώστε να είναι σε θέση να αποδείξει στον επαληθευτή περιβάλλοντος ότι κάθε ενδιαφερόμενος για τις περιβαλλοντικές επιδόσεις του οργανισμού μπορεί εύκολα να αποκτήσει ελεύθερη πρόσβαση στις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει των τμημάτων Β και Γ. Για να επιτευχθεί η διαφάνεια, η περιβαλλοντική δήλωση θα πρέπει, κατά προτίμηση, να δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο του οργανισμού.

Ο οργανισμός μεριμνά ώστε να διατίθενται οι πληροφορίες αυτές για κάθε επιμέρους χώρο δραστηριοτήτων ή οργανισμό σε μία από τις επίσημες γλώσσες/στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας στο οποίο/στην οποία βρίσκονται ο χώρος δραστηριοτήτων ή ο οργανισμός.

Επιπλέον, σε περίπτωση εταιρικής περιβαλλοντικής δήλωσης, ο οργανισμός μεριμνά ώστε (για τον σκοπό της καταχώρισης) οι πληροφορίες αυτές να διατίθενται σε μία από τις επίσημες γλώσσες/στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο είναι καταχωρισμένος ο οργανισμός ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες/στην επίσημη γλώσσα της Ένωσης σε συμφωνία με τον αρμόδιο φορέα που υπεύθυνος για την καταχώριση.

Η περιβαλλοντική δήλωση μπορεί επίσης να διατίθεται σε επιπλέον γλώσσες υπό την προϋπόθεση ότι το περιεχόμενο του μεταφρασμένου εγγράφου είναι συνεπές με το περιεχόμενο της πρωτότυπης περιβαλλοντικής δήλωσης που έχει επικυρωθεί από τον επαληθευτή περιβάλλοντος και δηλώνει σαφώς ότι πρόκειται για μετάφραση του επικυρωμένου εγγράφου.

▼B




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΛΟΓΟΤΥΠΟ ΤΟΥ EMAS

image

▼M1

1.

Το λογότυπο χρησιμοποιείται σε οιαδήποτε των 24 γλωσσών υπό τον όρο ότι χρησιμοποιείται η ακόλουθη διατύπωση:



Βουλγαρικά:

«Проверено управление по околна средаå»

Τσεχικά:

«Ověřený systém environmentálního řízení»

Κροατικά:

«Verificirani sustav upravljanja okolišem»

Δανικά:

«Verificeret miljøledelse»

Ολλανδικά:

«Geverifieerd milieuzorgsysteem»

Αγγλικά:

«Verified environmental management»

Εσθονικά:

«Tõendatud keskkonnajuhtimine»

Φινλανδικά:

«Todennettu ympäristöasioiden hallinta»

Γαλλικά:

«Management environnemental vérifié»

Γερμανικά:

«Geprüftes Umweltmanagement»

Ελληνικά:

« ►C1  Επαληθευμένη περιβαλλοντική διαχείριση ◄ »

Ουγγρικά:

«Hitelesített környezetvédelmi vezetési rendszer»

Ιταλικά:

«Gestione ambientale verificata»

Ιρλανδικά:

«Bainistíocht comhshaoil fíoraithe»

Λετονικά:

«Verificēta vides pārvaldība»

Λιθουανικά:

«Įvertinta aplinkosaugos vadyba»

Μαλτέζικα:

«Immaniggjar Ambjentali Verifikat»

Πολωνικά:

«Zweryfikowany system zarządzania środowiskowego»

Πορτογαλικά:

«Gestão ambiental verificada»

Ρουμανικά:

«Management de mediu verificat»

Σλοβακικά:

«Overené environmentálne manažérstvo»

Σλοβενικά:

«Preverjen sistem ravnanja z okoljem»

Ισπανικά:

«Gestión medioambiental verificada»

Σουηδικά:

«Verifierat miljöledningssystem»

▼B

2.

Το λογότυπο χρησιμοποιείται είτε:

— 
τρίχρωμο (πράσινο Pantone No 355 Green, κίτρινο Pantone No 109 Yellow και μπλε Pantone No 286 Blue),
— 
μαύρο
— 
άσπρο, ή
— 
σε διαβαθμίσεις του γκρι.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ

(οι πληροφορίες παρέχονται, κατά περίπτωση)



1.  ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ

 

Όνομα

Διεύθυνση

Πόλη

Ταχυδρομικός κωδικός

Χώρα/Ομόσπονδο κράτος/Περιφέρεια/Αυτόνομη Κοινότητα

Αρμόδιος επικοινωνίας

Τηλ.

Φαξ

Ηλεκτρονική διεύθυνση

Δικτυακός τόπος

Πρόσβαση του κοινού στην περιβαλλοντική δήλωση ή την επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση

 

α)  έντυπη μορφή

β)  ηλεκτρονική μορφή

Αριθμός καταχώρισης

Ημερομηνία καταχώρισης

Ημερομηνία αναστολής της καταχώρισης

Ημερομηνία διαγραφής της καταχώρισης

Ημερομηνία επόμενης περιβαλλοντικής δήλωσης

Ημερομηνία της επόμενης επικαιροποιημένης περιβαλλοντικής δήλωσης

Αίτηση για παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 7

ΝΑΙ – ΟΧΙ

Κωδικός δραστηριοτήτων NACE

Αριθμός εργαζομένων

Κύκλος εργασιών ή ετήσιος ισολογισμός

2.  ΧΩΡΟΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ

 

Όνομα

Διεύθυνση

Ταχυδρομικός κωδικός

Πόλη

Χώρα/Ομόσπονδο κράτος/Περιφέρεια/Αυτόνομη Κοινότητα

Αρμόδιος επικοινωνίας

Τηλ.

Φαξ

Ηλεκτρονική διεύθυνση

Δικτυακός τόπος

Πρόσβαση του κοινού στην περιβαλλοντική δήλωση ή την επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση

 

α)  έντυπη μορφή

β)  ηλεκτρονική μορφή

Αριθμός καταχώρισης

Ημερομηνία καταχώρισης

Ημερομηνία αναστολής της καταχώρισης

Ημερομηνία διαγραφής της καταχώρισης

Ημερομηνία της επόμενης περιβαλλοντικής δήλωσης

Ημερομηνία της επόμενης επικαιροποιημένης περιβαλλοντικής δήλωσης

Αίτηση για παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 7

ΝΑΙ – ΟΧΙ

Κωδικός δραστηριοτήτων NACE

Αριθμός εργαζομένων

Κύκλος εργασιών ή ετήσιος ισολογισμός

3.  ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΣ ΕΠΑΛΗΘΕΥΤΗΣ

 

Όνομα περιβαλλοντικού επαληθευτή

Διεύθυνση

Πόλη

Ταχυδρομικός κωδικός

Χώρα/Ομόσπονδο κράτος/Περιφέρεια/Αυτόνομη Κοινότητα

Τηλ.

Φαξ

Ηλεκτρονική διεύθυνση

Αριθ. καταχώρισης της διαπίστευσης ή της αδειοδότησης

Έκταση της διαπίστευσης ή της αδειοδότησης (κωδικοί NACE)

Φορέας διαπίστευσης ή αδειοδότησης

(Τόπος) …, …/…/20…

Υπογραφή του αντιπροσώπου του οργανισμού




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΕΠΑΛΗΘΕΥΤΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΥΡΩΣΗΣ

Ο/Η … (όνομα),

με αριθ. μητρώου περιβαλλοντικού επαληθευτή EMAS …,

διαπιστευμένος ή έχων λάβει άδεια για την έκταση δραστηριοτήτων … (κωδικός NACE),

δηλώνω ότι επαλήθευσα αν ο/οι χώρος/-οι δραστηριοτήτων ή το σύνολο του οργανισμού που αναφέρεται στην περιβαλλοντική δήλωση/επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση ( *1 ) του οργανισμού … (όνομα),

καταχωρισμένου με τον αριθ. (εάν υπάρχει) …,

ανταποκρίνεται σε όλες τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS).

Υπογράφοντας την παρούσα βεβαίωση, δηλώνω τα ακόλουθα:

— 
η επαλήθευση και η επικύρωση διενεργήθηκαν σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1221/2009,
— 
η επαλήθευση και η επικύρωση επιβεβαιώνουν ότι δεν προέκυψαν στοιχεία μη συμμόρφωσης με τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις που αφορούν το περιβάλλον,
— 
τα δεδομένα και οι πληροφορίες που περιέχονται στην περιβαλλοντική δήλωση/επικαιροποιημένη περιβαλλοντική δήλωση (*1)  του οργανισμού/χώρου δραστηριοτήτων (*1)  παρέχουν έγκυρη, αξιόπιστη και ακριβή εικόνα όλων των δραστηριοτήτων που τελούνται στον χώρο/οργανισμό (*1) , εντός της έκτασης που αναφέρεται στην περιβαλλοντική δήλωση.

Το παρόν έγγραφο δεν είναι ισοδύναμο με καταχώριση EMAS. Μόνον ένας αρμόδιος φορέας δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1221/2009, μπορεί να παράσχει καταχώριση EMAS. Το παρόν έγγραφο δεν μπορεί να δημοσιοποιείται παρά μόνο σε συνδυασμό με άλλα έγγραφα.

(Τόπος) …, …/…/20..

Υπογραφή




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ



Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 761/2001

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 2 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 2 στοιχείο β)

Άρθρο 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 2 παράγραφος 9

Άρθρο 2 στοιχείο στ)

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 2 στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 παράγραφος 8

Άρθρο 2 στοιχείο η)

Άρθρο 2 παράγραφος 10

Άρθρο 2 στοιχείο θ)

Άρθρο 2 παράγραφος 11

Άρθρο 2 στοιχείο ι)

Άρθρο 2 παράγραφος 12

Άρθρο 2 στοιχείο ια)

Άρθρο 2 παράγραφος 13

Άρθρο 2 στοιχείο ιβ)

Άρθρο 2 παράγραφος 16

Άρθρο 2 στοιχείο ιβ) σημείο i)

Άρθρο 2 στοιχείο ιβ) σημείο ii)

Άρθρο 2 στοιχείο ιγ)

Άρθρο 2 στοιχείο ιδ)

Άρθρο 2 παράγραφος 17

Άρθρο 2 στοιχείο ιε)

Άρθρο 2 παράγραφος 18

Άρθρο 2 στοιχείο ιστ)

Άρθρο 2 στοιχείο ιζ)

Άρθρο 2 παράγραφος 20

Άρθρο 2 στοιχείο ιθ)

Άρθρο 2 στοιχείο κ), πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 21

Άρθρο 2 στοιχείο κ), δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 2 στοιχείο κα)

Άρθρο 2 παράγραφος 22

Άρθρο 2 στοιχείο κβ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) πρώτο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 4 παράγραφος 5

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 5 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, άρθρο 6 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο β), πρώτη φράση

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ)

Άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο β), δεύτερη φράση

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 51 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 4 παράγραφος 5 πρώτη φράση

Άρθρο 25 παράγραφος 10 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 5 δεύτερη φράση

Άρθρο 25 παράγραφος 10 δεύτερο εδάφιο δεύτερη φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 6

Άρθρο 41

Άρθρο 4 παράγραφος 7

Άρθρο 4 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφοι 3 και 5

Άρθρο 4 παράγραφος 8 τρίτο εδάφιο, πρώτη και δεύτερη φράση

Άρθρο 31 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 8 τρίτο εδάφιο, τελευταία φράση

Άρθρο 31 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 3, πρώτη φράση

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 3, δεύτερη φράση, πρώτη περίπτωση

Άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 5 παράγραφος 3 δεύτερη φράση, δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 5 παράγραφος 4

Άρθρο 11 παράγραφος 1, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 5, πρώτη φράση

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 5, δεύτερη φράση

Άρθρο 16 παράγραφος 3, πρώτη φράση

Άρθρο 5 παράγραφος 5, τρίτη φράση

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 5, τέταρτη φράση

Άρθρο 16 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο και άρθρο 16 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο α) και άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο α) και άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 6 παράγραφος 1, τρίτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο στ) και άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 6 παράγραφος 1, τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 6 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 2, πρώτη φράση

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 6 παράγραφος 3, πρώτη περίπτωση

Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 3, δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 6 παράγραφος 3, τρίτη περίπτωση

Άρθρο 6 παράγραφος 3, τελευταία φράση

Άρθρο 15 παράγραφος 8

Άρθρο 6 παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 4

Άρθρο 6 παράγραφος 5, πρώτη φράση

Άρθρο 15 παράγραφος 6

Άρθρο 6 παράγραφος 5, δεύτερη φράση

Άρθρο 15 παράγραφοι 8 και 9

Άρθρο 6 παράγραφος 6

Άρθρο 15 παράγραφος 10

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 28 παράγραφος 8

Άρθρο 7 παράγραφος 2, πρώτη φράση

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 2, δεύτερη φράση

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 8 παράγραφος 1, πρώτη φράση

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1, δεύτερη φράση

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 45 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 45 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 45 παράγραφος 5

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 38 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 10 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, πρώτη φράση

Άρθρο 41

Άρθρο 10 παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο δεύτερη φράση

Άρθρο 47

Άρθρο 11 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 36

Άρθρο 11 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 36 στοιχείο α)

Άρθρο 11 παράγραφος 1 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 36 στοιχείο γ)

Άρθρο 11 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση

Άρθρο 36 στοιχείο β)

Άρθρο 11 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, πρώτη φράση

Άρθρο 37 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, δεύτερη φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, τρίτη φράση

Άρθρο 37 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, τέταρτη φράση

Άρθρο 37 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 43 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 3, πρώτη φράση

Άρθρο 41 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 3, δεύτερη φράση

Άρθρο 47

Άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 35 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 41 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 13

Άρθρο 40 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 49 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 50

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 48

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 39 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 42 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφοι 2, 3 και 4

Άρθρο 51 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 5

Άρθρο 18

Άρθρο 52



( 1 ) ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36.

( 2 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1893/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων NACE — αναθεώρηση 2 (ΕΕ L 393 της 30.12.2006, σ. 1).

( 3 ) ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22.

( 4 ) ΕΕ L 247 της 17.9.2001, σ. 24.

( 5 ) ΕΕ L 70 της 9.3.2006, σ. 63.

( *1 ) Διαγράφεται ό,τι δεν ισχύει.

Top