Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02008R0199-20080312

    Consolidated text: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 199/2008 του Συμβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού πλαισίου για τη συλλογή, διαχείριση και χρήση δεδομένων στον τομέα της αλιείας και τη στήριξη όσον αφορά τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις για την κοινή αλιευτική πολιτική

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2008/199/2008-03-12

    2008R0199 — EL — 12.03.2008 — 000.001


    Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

    ►B

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 199/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 25ης Φεβρουαρίου 2008

    σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού πλαισίου για τη συλλογή, διαχείριση και χρήση δεδομένων στον τομέα της αλιείας και τη στήριξη όσον αφορά τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις για την κοινή αλιευτική πολιτική

    (ΕΕ L 060, 5.3.2008, p.1)


    Διορθώνεται από:

    ►C1

    Διορθωτικό, ΕΕ L 096, 16.4.2010, σ. 8  (199/08)




    ▼B

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 199/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 25ης Φεβρουαρίου 2008

    σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού πλαισίου για τη συλλογή, διαχείριση και χρήση δεδομένων στον τομέα της αλιείας και τη στήριξη όσον αφορά τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις για την κοινή αλιευτική πολιτική



    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 37,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ( 1 ),

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 2 ),

    Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής ( 3 ), προβλέπει ότι η επιστημονική, τεχνική και οικονομική επιτροπή αλιείας (στο εξής «ΕΤΟΕΑ») διενεργεί τακτικές αξιολογήσεις της διαχείρισης των έμβιων θαλάσσιων πόρων, συμπεριλαμβανομένων των βιολογικών, οικονομικών, περιβαλλοντικών, κοινωνικών και τεχνικών πτυχών.

    (2)

    Τόσο ο κώδικας δεοντολογίας για μια υπεύθυνη αλιεία του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών όσο και η συμφωνία για τη διαχείριση και τη διατήρηση των αλληλοεπικαλυπτόμενων αποθεμάτων ιχθύων υπογραμμίζουν την ανάγκη ανάπτυξης της έρευνας και της συλλογής δεδομένων με σκοπό τη βελτίωση των επιστημονικών γνώσεων του κλάδου της αλιείας.

    (3)

    Βάσει των στόχων της κοινής αλιευτικής πολιτικής (στο εξής «ΚΑλΠ») για τη διατήρηση, διαχείριση και εκμετάλλευση των έμβιων θαλάσσιων πόρων σε μη κοινοτικά ύδατα, η Κοινότητα πρέπει να συμμετέχει στις προσπάθειες που αναλαμβάνονται για τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων, κυρίως σύμφωνα με τις διατάξεις που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο συμφωνιών αλιευτικών συμπράξεων ή από περιφερειακές οργανώσεις διαχείρισης αλιείας.

    (4)

    Στις 23 Ιανουαρίου 2003, το Συμβούλιο υιοθέτησε συμπεράσματα σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, για τον καθορισμό «κοινοτικού σχεδίου δράσης για την ενσωμάτωση απαιτήσεων περιβαλλοντικής προστασίας στην ΚΑλΠ», που προβλέπουν κατευθυντήριες αρχές, μέτρα διαχείρισης και πρόγραμμα εργασίας με στόχο τη μετάβαση σε μια προσέγγιση για τη διαχείριση της αλιείας με βάση το οικοσύστημα.

    (5)

    Στις 13 Οκτωβρίου 2003, το Συμβούλιο υιοθέτησε τα συμπεράσματα σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όσον αφορά τη βελτίωση των επιστημονικών και τεχνικών συμβουλών για τη διαχείριση της κοινοτικής αλιείας, η οποία περιγράφει τις ανάγκες της Κοινότητας για επιστημονικές γνωμοδοτήσεις, καθορίζει τους μηχανισμούς για την παροχή των γνωμοδοτήσεων, προσδιορίζει τους τομείς στους οποίους απαιτείται η ενίσχυση των συστημάτων και προτείνει πιθανές βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες λύσεις.

    (6)

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1543/2000 του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, περί κοινοτικού πλαισίου συλλογής και διαχείρισης των αλιευτικών δεδομένων άσκησης της κοινής αλιευτικής πολιτικής ( 4 ), χρειάζεται να αναθεωρηθεί προκειμένου να ληφθεί δεόντως υπόψη η προσέγγιση για τη διαχείριση της αλιείας με βάση το στόλο, η ανάγκη ανάπτυξης μιας προσέγγισης με βάση το οικοσύστημα, η ανάγκη για τη βελτίωση της ποιότητας, της πληρότητας και της ευρύτερης πρόσβασης στα αλιευτικά δεδομένα, η αποτελεσματικότερη στήριξη για την παροχή επιστημονικών γνωμοδοτήσεων και η προώθηση της συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών.

    (7)

    Οι ισχύοντες κανονισμοί στον τομέα της συλλογής και της διαχείρισης αλιευτικών δεδομένων περιέχουν διατάξεις σχετικά με τη συλλογή και τη διαχείριση δεδομένων που αφορούν τα αλιευτικά σκάφη, τις δραστηριότητές και τα αλιεύματά τους καθώς και σχετικά με την παρακολούθηση των τιμών, οι οποίες θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στον παρόντα κανονισμό προκειμένου να βελτιωθούν η συλλογή και η χρήση αυτών των δεδομένων στο πλαίσιο της ΚΑλΠ και να αποφευχθεί τυχόν αλληλοεπικάλυψη της συλλογής δεδομένων. Οι ισχύοντες κανονισμοί είναι οι εξής: κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής ( 5 ), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 788/96 του Συμβουλίου, της 22ας Απριλίου 1996, περί των στατιστικών στοιχείων που πρέπει να υποβάλλουν τα κράτη μέλη σχετικά με την παραγωγή υδατοκαλλιέργειας ( 6 ), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2091/98 της Επιτροπής, της 30ής Σεπτεμβρίου 1998, για τη διάκριση σε τμήματα του κοινοτικού αλιευτικού στόλου και της αλιευτικής προσπάθειας στο πλαίσιο των πολυετών προγραμμάτων προσανατολισμού ( 7 ), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 1999, για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας ( 8 ), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2347/2002 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση ειδικών απαιτήσεων πρόσβασης και συναφών όρων που εφαρμόζονται στην αλιεία αποθεμάτων βαθέων υδάτων ( 9 ), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, για τη διαχείριση της αλιευτικής προσπάθειας όσον αφορά ορισμένες αλιευτικές ζώνες και πόρους της Κοινότητας ( 10 ), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2244/2003 της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2003, για τη θέσπιση λεπτομερών διατάξεων όσον αφορά δορυφορικά συστήματα παρακολούθησης σκαφών ( 11 ), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 26/2004 της Επιτροπής, της 30ής Δεκεμβρίου 2003, σχετικά με το μητρώο του κοινοτικού αλιευτικού στόλου ( 12 ), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 812/2004 του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 2004, για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με παρεμπίπτοντα αλιεύματα κητοειδών κατά την αλιεία ( 13 ), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1921/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την υποβολή στατιστικών στοιχείων για τις εκφορτώσεις αλιευτικών προϊόντων στα κράτη μέλη ( 14 ), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1966/2006 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 2006, για την ηλεκτρονική καταχώρηση και αναφορά αλιευτικών δραστηριοτήτων καθώς και για τα μέσα τηλεπαρακολούθησης ( 15 ) και κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1100/2007 του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση μέτρων για την ανασύσταση του αποθέματος ευρωπαϊκού χελιού ( 16 ).

    (8)

    Τα δεδομένα που συλλέγονται για τους σκοπούς της επιστημονικής αξιολόγησης θα πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες για τους στόλους και τις δραστηριότητές τους, βιολογικά δεδομένα που να καλύπτουν τα αλιεύματα, συμπεριλαμβανομένων των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων, πληροφορίες των ερευνών για τα αλιευτικά αποθέματα και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που μπορεί να προκαλέσει η αλιεία στο θαλάσσιο οικοσύστημα. Θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν δεδομένα που να επεξηγούν τη διαμόρφωση των τιμών και άλλα δεδομένα που θα μπορούσαν να διευκολύνουν την εκτίμηση της οικονομικής κατάστασης των αλιευτικών επιχειρήσεων, της υδατοκαλλιέργειας και της μεταποιητικής βιομηχανίας καθώς και τις τάσεις της απασχόλησης στους εν λόγω τομείς.

    (9)

    Προκειμένου να προστατευθούν και να διατηρηθούν οι έμβιοι υδάτινοι πόροι και να εξασφαλισθεί η αειφόρος εκμετάλλευσή τους, θα πρέπει να εφαρμοσθεί προοδευτικά μια προσέγγιση της διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα. Προς τούτο, απαιτείται η συλλογή δεδομένων προκειμένου να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις της αλιείας στο θαλάσσιο οικοσύστημα.

    (10)

    Τα κοινοτικά προγράμματα συλλογής, διαχείρισης και χρήσης των αλιευτικών δεδομένων θα πρέπει να εφαρμόζονται υπό την άμεση ευθύνη των κρατών μελών. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν εθνικά προγράμματα, τα οποία να είναι εναρμονισμένα προς το κοινοτικό πρόγραμμα.

    (11)

    Είναι αναγκαίο τα κράτη μέλη να συνεργάζονται μεταξύ τους καθώς και με τρίτες χώρες, και να συντονίζουν τα εθνικά τους προγράμματα όσον αφορά τη συλλογή δεδομένων που αφορούν την ίδια θαλάσσια περιοχή και τις περιοχές που καλύπτουν συναφή εσωτερικά ύδατα.

    (12)

    Θα πρέπει να καθορισθούν, σε κοινοτικό επίπεδο, οι προτεραιότητες, καθώς και οι διαδικασίες συλλογής και επεξεργασίας των δεδομένων εντός της Κοινότητας, προκειμένου να διασφαλισθεί η συνοχή ολόκληρου του συστήματος και να βελτιστοποιηθεί η σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας με τη δημιουργία ενός σταθερού πολυετούς περιφερειακού πλαισίου.

    (13)

    Τα δεδομένα που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να καταχωρούνται σε εθνικές ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων ώστε να είναι προσιτά στην Επιτροπή και να μπορούν να διαβιβάζονται στους τελικούς χρήστες. Είναι προς το συμφέρον της επιστημονικής κοινότητας να διατίθενται τα δεδομένα που δεν επιτρέπουν προσωπική ταυτοποίηση σε κάθε μέρος που ενδιαφέρεται για την ανάλυσή τους.

    (14)

    Η διαχείριση των αλιευτικών πόρων απαιτεί την επεξεργασία λεπτομερών δεδομένων προκειμένου να αντιμετωπισθούν συγκεκριμένα ζητήματα. Σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαβιβάζουν τα δεδομένα που χρειάζονται για επιστημονική ανάλυση και να διασφαλίζουν ότι έχουν την κατάλληλη προς τούτο τεχνική ικανότητα. Εάν χρειάζεται, τα λεπτομερή δεδομένα πριν να διαβιβασθούν μπορούν να συγκεντρώνονται, στο επίπεδο συγκεντρωτικής παρουσίασης που καθορίζεται στο αίτημα των τελικών χρηστών.

    (15)

    Οι υποχρεώσεις σχετικά με την πρόσβαση στα δεδομένα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό δεν θίγουν τις υποχρεώσεις των κρατών μελών βάσει της οδηγίας 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες ( 17 ), καθώς και βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα ( 18 ).

    (16)

    Η προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, διέπεται από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών ( 19 ) και από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών ( 20 ).

    (17)

    Η εφαρμογή των εθνικών προγραμμάτων συλλογής και διαχείρισης αλιευτικών δεδομένων απαιτεί σημαντικές δαπάνες. Το όφελος από τα προγράμματα αυτά προκύπτει πλήρως, μόνο σε κοινοτικό επίπεδο. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να προβλεφθεί κοινοτική χρηματοδοτική συμμετοχή στις δαπάνες των κρατών μελών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 861/2006 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2006, για τη θέσπιση κοινοτικών χρηματοδοτικών μέτρων για την εφαρμογή της κοινής αλιευτικής πολιτικής καθώς και στον τομέα του Δικαίου της Θάλασσας ( 21 ).

    (18)

    Στην περίπτωση που η Επιτροπή διαπιστώσει ότι οι σχετικές δαπάνες συνδέονται με παρατυπίες, θα πρέπει να προβλεφθούν δημοσιονομικές διορθώσεις βάσει του άρθρου 28 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 861/2006.

    (19)

    Η σωστή εκτέλεση των Εθνικών Προγραμμάτων, και ιδίως η τήρηση των προθεσμιών, ο ποιοτικός έλεγχος, η επικύρωση και η διαβίβαση των συλλεγόμενων δεδομένων έχουν ιδιαίτερη σημασία. Για το λόγο αυτό, η κοινοτική χρηματοδοτική συνεισφορά θα πρέπει να εξαρτάται από την τήρηση των προθεσμιών, τον ποιοτικό έλεγχο, τη συμμόρφωση με συμφωνηθέντα ποιοτικά πρότυπα και την παροχή δεδομένων. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να θεσπισθεί σύστημα κυρώσεων για τη μη συμμόρφωση με αυτές τις προϋποθέσεις.

    (20)

    Προκειμένου να βελτιωθεί η αξιοπιστία των επιστημονικών γνωμοδοτήσεων που απαιτούνται για την υλοποίηση της ΚΑλΠ, θα πρέπει να εξασφαλίζεται ο συντονισμός και η συνεργασία των κρατών μελών και της Επιτροπής στο πλαίσιο των σχετικών διεθνών επιστημονικών φορέων.

    (21)

    Θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην εξασφάλιση της συμμετοχής των σχετικών επιστημονικών εμπειρογνωμόνων στις επιστημονικές ομάδες που πραγματοποιούν την επιστημονική αξιολόγηση η οποία απαιτείται για την υλοποίηση της ΚΑλΠ.

    (22)

    Θα πρέπει να ζητείται η γνώμη της επιστημονικής κοινότητας καθώς και των εργαζομένων στον αλιευτικό κλάδο ενώ και άλλες ομάδες συμφερόντων θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν τη συλλογή των δεδομένων. Οι αρμόδιοι φορείς από τους οποίους πρέπει να ζητούνται γνωμοδοτήσεις είναι η ΕΤΟΕΑ, που ιδρύθηκε με την απόφαση 2005/629/ΕΚ της Επιτροπής ( 22 ), η συμβουλευτική επιτροπή αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, που έχει συσταθεί με την απόφαση 1999/478/ΕΚ της Επιτροπής ( 23 ), και τα περιφερειακά γνωμοδοτικά συμβούλια, που ιδρύθηκαν με την απόφαση 2004/585/ΕΚ του Συμβουλίου ( 24 ).

    (23)

    Προκειμένου να διευκολυνθεί η ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η επιτροπή διαχείρισης θα πρέπει να εξασφαλίσει τη στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής. Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή ( 25 ).

    (24)

    Βάσει της προηγούμενης εμπειρίας και των νέων αναγκών, ενδείκνυται η κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1543/2000 του Συμβουλίου και η αντικατάστασή του με τον παρόντα κανονισμό,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο

    1.  Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζονται κανόνες όσον αφορά:

    α) τη συλλογή και τη διαχείριση, στο πλαίσιο πολυετών προγραμμάτων, βιολογικών, τεχνικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικο-οικονομικών δεδομένων που αφορούν τον τομέα της αλιείας·

    β) τη χρήση δεδομένων που αφορούν τον τομέα της αλιείας, στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (στο εξής «ΚΑλΠ»), για σκοπούς επιστημονικής ανάλυσης.

    2.  Με τον παρόντα κανονισμό, θεσπίζονται επίσης διατάξεις για τη βελτίωση των επιστημονικών γνωμοδοτήσεων που απαιτούνται για την εφαρμογή της ΚΑλΠ.

    3.  Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις υποχρεώσεις δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, της οδηγίας 2003/4/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1367/2006.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

    α) «τομέας της αλιείας»: οι δραστηριότητες που συνδέονται με την εμπορική αλιεία, την ερασιτεχνική αλιεία, την υδατοκαλλιέργεια και τις βιομηχανίες μεταποίησης αλιευτικών προϊόντων·

    β) «υδατοκαλλιέργεια»: η εκτροφή ή καλλιέργεια υδρόβιων οργανισμών με χρήση τεχνικών που έχουν σχεδιασθεί για την αύξηση της παραγωγής των εν λόγω οργανισμών πέρα από τις φυσικές δυνατότητες του περιβάλλοντος· οι οργανισμοί παραμένουν στην ιδιοκτησία ενός φυσικού ή νομικού προσώπου καθ’ όλη τη διάρκεια του σταδίου εκτροφής ή καλλιέργειας, έως και το στάδιο της συλλογής·

    γ) «ερασιτεχνική αλιεία»: οι αλιευτικές μη εμπορικές δραστηριότητες στο πλαίσιο των οποίων αλιεύονται έμβιοι υδρόβιοι πόροι για αναψυχή ή άθληση·

    δ) «θαλάσσιες περιοχές»: οι γεωγραφικές περιοχές που καθορίζονται στο παράρτημα Ι της απόφασης 2004/585/ΕΚ του Συμβουλίου και οι περιοχές που καθορίζονται από τις περιφερειακές οργανώσεις διαχείρισης αλιείας·

    ε) «πρωτογενή δεδομένα»: δεδομένα που έχουν σχέση με συγκεκριμένα σκάφη, φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή μεμονωμένα δείγματα·

    στ) «μεταδεδομένα»: δεδομένα που παρέχουν ποιοτικές και ποσοτικές πληροφορίες σχετικά με τα συλλεχθέντα πρωτογενή δεδομένα·

    ζ) «λεπτομερή δεδομένα»: δεδομένα που προκύπτουν από πρωτογενή δεδομένα με τρόπο τέτοιο που να μην επιτρέπει τον άμεσο ή έμμεσο προσδιορισμό της ταυτότητας φυσικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων·

    η) «συγκεντρωτικά δεδομένα»: τα αποτελέσματα από τη σύνοψη πρωτογενών ή λεπτομερών δεδομένων για συγκεκριμένους αναλυτικούς σκοπούς·

    θ) «τελικοί χρήστες»: οργανισμοί με ερευνητικό ή διαχειριστικό ενδιαφέρον για την επιστημονική ανάλυση των δεδομένων στον τομέα της αλιείας·

    ι) «δειγματοληψίες με βάση τον αλιευτικό στόλο»: οι έρευνες συλλογής βιολογικών, τεχνικών και κοινωνικο-οικονομικών δεδομένων με βάση συμφωνημένα περιφερειακά είδη αλιείας και τμήματα στόλων·

    ια) «κοινοτικό αλιευτικό σκάφος»: σκάφος κατά τον ορισμό του άρθρου 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002.



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    ΣΥΛΛΟΓΗ, ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΟΛΥΕΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ



    ΤΜΗΜΑ 1

    Κοινοτικό πρόγραμμα και εθνικά προγράμματα

    Άρθρο 3

    Κοινοτικό πρόγραμμα

    1.  Ένα πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα για τη συλλογή, διαχείριση και χρήση βιολογικών, τεχνικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικοοικονομικών δεδομένων που αφορούν:

    α) εμπορικές αλιευτικές δραστηριότητες που ασκούνται από κοινοτικά αλιευτικά σκάφη:

    i) εντός των κοινοτικών υδάτων, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών δραστηριοτήτων αλιείας χελιού και σολομού σε εσωτερικά ύδατα,

    ii) εκτός των κοινοτικών υδάτων·

    β) ερασιτεχνικές αλιευτικές δραστηριότητες που ασκούνται εντός των κοινοτικών υδάτων, συμπεριλαμβανομένων των ερασιτεχνικών δραστηριοτήτων αλιείας χελιού και σολομού σε εσωτερικά ύδατα·

    γ) δραστηριότητες υδατοκαλλιέργειας σχετικές με τα θαλάσσια είδη, συμπεριλαμβανομένων του χελιού και του σολομού, που ασκούνται εντός των κρατών μελών και των κοινοτικών υδάτων·

    δ) βιομηχανίες μεταποίησης αλιευτικών προϊόντων·

    καταρτίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 2.

    2.  Το κοινοτικό πρόγραμμα καταρτίζεται για περιόδους τριών ετών. Η πρώτη περίοδος καλύπτει τα έτη 2009 και 2010.

    Άρθρο 4

    Εθνικά προγράμματα

    1.  Χωρίς να θίγονται οι υφιστάμενες υποχρεώσεις τους για συλλογή δεδομένων βάσει του κοινοτικού δικαίου, τα κράτη μέλη συλλέγουν πρωτογενή βιολογικά, τεχνικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα στο πλαίσιο πολυετούς εθνικού προγράμματος (στο εξής «εθνικό πρόγραμμα»), το οποίο καταρτίζεται σε συμφωνία με το κοινοτικό πρόγραμμα.

    2.  Το εθνικό πρόγραμμα περιλαμβάνει ιδίως τα εξής θέματα όπως προβλέπονται στο τμήμα 2:

    α) πολυετή προγράμματα δειγματοληψίας·

    β) πρόγραμμα παρακολούθησης στη θάλασσα των εμπορικών και ερασιτεχνικών αλιευτικών δραστηριοτήτων, όπου απαιτείται·

    γ) πρόγραμμα για επιστημονικές έρευνες στη θάλασσα·

    δ) πρόγραμμα για τη διαχείριση και τη χρήση των δεδομένων για επιστημονικούς αναλυτικούς σκοπούς.

    3.  Οι διαδικασίες και οι μέθοδοι που πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά τη συλλογή και την ανάλυση των δεδομένων και κατά την εκτίμηση της ορθότητας και της ακρίβειάς τους, περιλαμβάνονται στα εθνικά προγράμματα.

    4.  Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή για έγκριση τα εθνικά τους προγράμματα. Η ημερομηνία, ο μορφότυπος και η διεύθυνση για την υποβολή με ηλεκτρονικά μέσα, των προγραμμάτων, καθορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 2.

    5.  Τα πρώτα εθνικά προγράμματα περιλαμβάνουν τις δραστηριότητες για τα έτη 2009 και 2010.

    Άρθρο 5

    Συντονισμός και συνεργασία

    1.  Τα κράτη μέλη συντονίζουν τα εθνικά τους προγράμματα με άλλα κράτη μέλη στην ίδια θαλάσσια περιοχή και καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να συντονίσουν τις δράσεις τους με τρίτες χώρες που ασκούν κυριαρχία ή δικαιοδοσία σε ύδατα που ανήκουν στην ίδια θαλάσσια περιοχή. Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή μπορεί να οργανώνει περιφερειακές συνεδριάσεις συντονισμού προκειμένου να βοηθά τα κράτη μέλη στο συντονισμό των εθνικών προγραμμάτων τους και την υλοποίηση της συλλογής, διαχείρισης και χρήσης των δεδομένων στην ίδια περιοχή.

    2.  Προκειμένου να ληφθούν υπόψη ενδεχόμενες συστάσεις που διατυπώθηκαν σε περιφερειακό επίπεδο κατά τις περιφερειακές συνεδριάσεις συντονισμού, τα κράτη μέλη υποβάλλουν, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τροποποιήσεις των εθνικών τους προγραμμάτων κατά τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού. Οι τροποποιήσεις αυτές πρέπει να αποστέλλονται στην Επιτροπή το αργότερο δύο μήνες πριν από το έτος εφαρμογής.

    3.  Οι λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 2.

    Άρθρο 6

    Αξιολόγηση και έγκριση των εθνικών προγραμμάτων

    1.  Η επιστημονική, τεχνική και οικονομική επιτροπή αλιείας (ΕΤΟΕΑ) αξιολογεί:

    α) τη συμμόρφωση των εθνικών προγραμμάτων και των ενδεχόμενων τροποποιήσεών τους με τα άρθρα 4 και 5, και

    β) την επιστημονική επάρκεια των δεδομένων που πρέπει να καλύπτονται από τα εθνικά προγράμματα για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και την ποιότητα των προτεινόμενων μεθόδων και διαδικασιών.

    2.  Στην περίπτωση που από την αξιολόγηση της ΕΤΟΕΑ που αναφέρεται στην παράγραφο 1, προκύψει ότι εθνικό πρόγραμμα δεν συμμορφώνεται με τα άρθρα 4 και 5, ή ότι δεν εγγυάται την επιστημονική επάρκεια των δεδομένων ή την ικανοποιητική ποιότητα των προτεινόμενων μεθόδων και διαδικασιών, η Επιτροπή πληροφορεί αμέσως το οικείο κράτος μέλος και προτείνει τροποποιήσεις στο εν λόγω πρόγραμμα. Στη συνέχεια, το εν λόγω κράτος μέλος υποβάλλει αναθεωρημένο εθνικό πρόγραμμα στην Επιτροπή.

    3.  Η Επιτροπή εγκρίνει τα εθνικά προγράμματα και τις τροποποιήσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2, βάσει της αξιολόγησης της ΕΤΟΕΑ και της εκτίμησης του κόστους από τις υπηρεσίες της.

    Άρθρο 7

    Αξιολόγηση και έγκριση των αποτελεσμάτων των εθνικών προγραμμάτων

    1.  Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετησίως στην Επιτροπή έκθεση για την πραγματοποίηση των εθνικών τους προγραμμάτων. Η ημερομηνία, ο μορφότυπος και η διεύθυνση για την υποβολή της έκθεσης καθορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 2.

    2.  Η ΕΤΟΕΑ αξιολογεί:

    α) την εκτέλεση των εθνικών προγραμμάτων που ενέκρινε η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3, και

    β) την ποιότητα των δεδομένων που συλλέγονται από τα κράτη μέλη.

    3.  Η Επιτροπή αξιολογεί την υλοποίηση των εθνικών προγραμμάτων με βάση:

    α) την αξιολόγηση της ΕΤΕΟΑ

    β) τη γνώμη περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης αλιείας στις οποίες η Κοινότητα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος ή συμμετέχει ως παρατηρητής και άλλων σχετικών διεθνών επιστημονικών φορέων, και

    γ) την εκτίμηση του κόστους από τις υπηρεσίες της.

    Άρθρο 8

    Κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή

    1.  Η κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή για τα εθνικά προγράμματα υλοποιείται σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 861/2006.

    2.  Τα βασικά δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 861/2006 καλύπτουν μόνον τα τμήματα εκείνα των εθνικών προγραμμάτων των κρατών μελών με τα οποία υλοποιείται το κοινοτικό πρόγραμμα.

    3.  Κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή για εθνικά προγράμματα χορηγείται μόνον εάν τηρούνται πλήρως οι κανόνες που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό.

    4.  Η Επιτροπή μπορεί, αφού δώσει στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη την ευκαιρία να διατυπώσουν τις απόψεις τους, να αναστείλει ή/και να ανακτήσει την κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    α) από την αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 7, προκύπτει ότι η εκτέλεση εθνικού προγράμματος δεν είναι σύμφωνη με τον παρόντα κανονισμό· ή

    ▼C1

    β) από τη διαβούλευση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο β), προκύπτει ότι τα δεδομένα δεν χορηγήθηκαν από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 4 και το άρθρο 20 παράγραφος 1, ή

    ▼B

    γ) ο έλεγχος ποιότητας των δεδομένων και η επεξεργασία των δεδομένων δεν έγιναν σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 και το άρθρο 17.

    5.  Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, η Επιτροπή μπορεί, αφού δώσει στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη την ευκαιρία να διατυπώσουν τις απόψεις τους, να μειώσει επίσης την κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    α) εάν ένα εθνικό πρόγραμμα δεν έχει υποβληθεί στην Επιτροπή μέχρι την ημερομηνία που καθορίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4·

    β) εάν μια έκθεση δεν έχει υποβληθεί στην Επιτροπή μέχρι την ημερομηνία που καθορίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1·

    γ) εάν ένας τελικός χρήστης έχει υποβάλλει επίσημο αίτημα για την παροχή δεδομένων και τα δεδομένα δεν του παρεδώθησαν σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 και το άρθρο 20 παράγραφος 3 ή ο έλεγχος της ποιότητας και η επεξεργασία αυτών των δεδομένων δεν έγιναν σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 και το άρθρο 17.

    6.  Η μείωση της κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής που αναφέρεται στις παραγράφους 4 και 5 είναι ανάλογη προς το βαθμό μη συμμόρφωσης. Η μείωση της κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής που αναφέρεται στην παράγραφο 5 εφαρμόζεται σταδιακά κατά τη διάρκεια του χρόνου και δεν υπερβαίνει το 25 % του συνολικού ετήσιου κόστους του εθνικού προγράμματος.

    7.  Οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή της μείωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 6 θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 2.



    ΤΜΗΜΑ 2

    Απαιτήσεις για τη διαδικασία συλλογής δεδομένων

    Άρθρο 9

    Προγράμματα δειγματοληψίας

    1.  Τα κράτη μέλη καταρτίζουν πολυετή εθνικά προγράμματα δειγματοληψίας.

    2.  Τα πολυετή εθνικά προγράμματα δειγματοληψίας περιλαμβάνουν ιδίως τα εξής:

    α) σχέδιο δειγματοληψίας για βιολογικά δεδομένα μετά από δειγματοληψία με βάση τον αλιευτικό στόλο, συμπεριλαμβανομένων, όπου ενδείκνυται, ερασιτεχνικών τύπων αλιείας·

    β) σχέδιο δειγματοληψίας για δεδομένα όσον αφορά το οικοσύστημα που επιτρέπει την αξιολόγηση των επιπτώσεων του κλάδου της αλιείας στο θαλάσσιο οικοσύστημα και που συμβάλλει στην παρακολούθηση της κατάστασης του θαλάσσιου οικοσυστήματος·

    γ) σχέδιο δειγματοληψίας για κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα που επιτρέπει την αξιολόγηση της οικονομικής κατάστασης του κλάδου της αλιείας, την ανάλυση των διαχρονικών επιδόσεων καθώς και τις αξιολογήσεις των επιπτώσεων μέτρων που έχουν ληφθεί ή προτείνεται να ληφθούν.

    3.  Τα πρωτόκολλα και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την κατάρτιση των εθνικών προγραμμάτων δειγματοληψίας καθορίζονται από τα κράτη μέλη και είναι στο μέτρο του δυνατού:

    α) διαχρονικά σταθερά·

    β) τυποποιημένα εντός περιοχών·

    γ) σύμφωνα με τα πρότυπα ποιότητας που έχουν θεσπίσει οι αρμόδιες περιφερειακές οργανώσεις διαχείρισης αλιείας στις οποίες η Κοινότητα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος ή συμμετέχει ως παρατηρητής και σχετικοί διεθνείς επιστημονικοί φορείς.

    4.  Η ορθότητα και η ακρίβεια των συλλεγόμενων δεδομένων αξιολογούνται συστηματικά, όπου κρίνεται σκόπιμο.

    Άρθρο 10

    Πρόσβαση στους τόπους δειγματοληψίας

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι δειγματολήπτες που έχουν διορισθεί από το φορέα που είναι επιφορτισμένος με την εκτέλεση του εθνικού προγράμματος έχουν πρόσβαση, προκειμένου να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους:

    α) σε όλες τις εκφορτώσεις, συμπεριλαμβανομένων, όπου απαιτείται, σε μεταφορτώσεις και μεταφορές προς υδατοκαλλιέργειες·

    β) σε μητρώα σκαφών και επιχειρήσεων που λειτουργούν από δημόσιους φορείς αρμόδιους για τη συλλογή οικονομικών δεδομένων·

    γ) σε οικονομικά δεδομένα επιχειρήσεων που έχουν σχέση με την αλιεία.

    Άρθρο 11

    Παρακολούθηση στη θάλασσα εμπορικών και ερασιτεχνικών αλιευτικών δραστηριοτήτων

    1.  Όπου απαιτείται για τους σκοπούς της συλλογής δεδομένων στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων, τα κράτη μέλη καταρτίζουν και εφαρμόζουν προγράμματα παρακολούθησης στη θάλασσα εμπορικών και ερασιτεχνικών αλιευτικών δραστηριοτήτων.

    2.  Τα καθήκοντα της παρακολούθησης στη θάλασσα καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

    3.  Οι πλοίαρχοι κοινοτικών αλιευτικών σκαφών δέχονται την επιβίβαση επί του σκάφους δειγματοληπτών που εργάζονται στο πλαίσιο προγράμματος παρακολούθησης στη θάλασσα και ορίζονται από το φορέα ο οποίος είναι επιφορτισμένος με την εκτέλεση του εθνικού προγράμματος και συνεργάζονται με αυτούς προκειμένου να τους επιτρέψουν να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους ενώ ευρίσκονται επί των κοινοτικών αλιευτικών σκαφών.

    4.  Οι πλοίαρχοι κοινοτικών αλιευτικών σκαφών μπορούν να αρνηθούν να δεχτούν την επιβίβαση επί του σκάφους δειγματοληπτών που εργάζονται στο πλαίσιο προγράμματος παρακολούθησης στη θάλασσα μόνον επί τη βάσει προφανούς έλλειψης χώρου επί του σκάφους ή για λόγους ασφάλειας σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Στις περιπτώσεις αυτές, συλλέγονται δεδομένα μέσω προγράμματος αυτοδειγματοληψίας, το οποίο υλοποιείται από το πλήρωμα του κοινοτικού αλιευτικού σκάφους, και σχεδιάζεται και ελέγχεται από το φορέα ο οποίος είναι επιφορτισμένος με την εκτέλεση του εθνικού προγράμματος.

    Άρθρο 12

    Επιστημονικές έρευνες στη θάλασσα

    1.  Τα κράτη μέλη πραγματοποιούν επιστημονικές έρευνες στη θάλασσα για να εκτιμήσουν την αφθονία και την κατανομή των αποθεμάτων, ανεξάρτητα από τα δεδομένα που παρέχονται από την εμπορική αλιεία, και για να αξιολογήσουν τις επιπτώσεις της αλιευτικής δραστηριότητας στο περιβάλλον.

    2.  Ο κατάλογος των επιστημονικών ερευνών στη θάλασσα που είναι επιλέξιμες για κοινοτική χρηματοδοτική στήριξη υιοθετείται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 2.



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

    Άρθρο 13

    Αποθήκευση δεδομένων

    Τα κράτη μέλη:

    α) εξασφαλίζουν την ασφαλή αποθήκευση σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων των πρωτογενών δεδομένων, που συλλέγονται στο πλαίσιο εθνικών προγραμμάτων και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι αντιμετωπίζονται ως εμπιστευτικά·

    β) εξασφαλίζουν ότι τα μεταδεδομένα που αφορούν τα πρωτογενή κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα που συλλέγονται στο πλαίσιο εθνικών προγραμμάτων αποθηκεύονται με ασφάλεια στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων·

    γ) λαμβάνουν όλα τα αναγκαία τεχνικά μέτρα για να προστατεύσουν τα εν λόγω δεδομένα από τυχαία ή παράνομη καταστροφή, τυχαία απώλεια, υποβάθμιση, διανομή ή άνευ εξουσιοδοτήσεως πρόσβαση.

    Άρθρο 14

    Έλεγχος και επικύρωση ποιότητας δεδομένων

    1.  Τα κράτη μέλη ευθύνονται για την ποιότητα και την πληρότητα των πρωτογενών δεδομένων που συλλέγονται στο πλαίσιο εθνικών προγραμμάτων, καθώς και των λεπτομερών και των συγκεντρωτικών δεδομένων που προκύπτουν από αυτά και τα οποία διαβιβάζονται στους τελικούς χρήστες.

    2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι:

    α) τα πρωτογενή δεδομένα που συλλέγονται στο πλαίσιο εθνικών προγραμμάτων ελέγχονται δεόντως για σφάλματα μέσω κατάλληλων διαδικασιών ελέγχου ποιότητας·

    β) τα λεπτομερή και συγκεντρωτικά δεδομένα, τα οποία προκύπτουν από πρωτογενή δεδομένα που συλλέγονται στο πλαίσιο εθνικών προγραμμάτων, επικυρώνονται πριν από τη διαβίβασή τους στους τελικούς χρήστες·

    γ) οι διαδικασίες εξασφάλισης ποιότητας που εφαρμόζονται στα πρωτογενή, λεπτομερή και συγκεντρωτικά δεδομένα, οι οποίες αναφέρονται στα στοιχεία α) και β), αναπτύσσονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που έχουν υιοθετηθεί από τους διεθνείς επιστημονικούς φορείς, τις περιφερειακές οργανώσεις διαχείρισης αλιείας και την ΕΤΟΕΑ.



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

    ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΛΛΕΓΟΜΕΝΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΑΛΠ

    Άρθρο 15

    Καλυπτόμενα δεδομένα

    1.  Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται σε όλα τα συλλεγόμενα δεδομένα:

    α) δυνάμει των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 788/96, (ΕΚ) αριθ. 2091/98, (ΕΚ) αριθ. 104/2000, (ΕΚ) αριθ. 2347/2002, (ΕΚ) αριθ. 1954/2003, (ΕΚ) αριθ. 2244/2003, (ΕΚ) αριθ. 26/2004, (ΕΚ) αριθ. 812/2004, (ΕΚ) αριθ. 1921/2006, (ΕΚ) αριθ. 1966/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1100/2007·

    β) στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού:

    i) δεδομένα για τη δραστηριότητα των σκαφών βάσει πληροφοριών από δορυφορικά συστήματα παρακολούθησης ή άλλα συστήματα παρακολούθησης με τον απαιτούμενο μορφότυπο,

    ii) δεδομένα που επιτρέπουν την αξιόπιστη εκτίμηση του συνολικού όγκου των αλιευμάτων ανά απόθεμα για κάθε συγκεκριμένο περιφερειακό είδος αλιείας και τμήμα στόλου, γεωγραφική περιοχή και χρονική περίοδο, συμπεριλαμβανομένων των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων και, όπου ενδείκνυται, δεδομένα που αφορούν αλιεύματα στο πλαίσιο της ερασιτεχνικής αλιείας,

    iii) όλα τα βιολογικά δεδομένα που απαιτούνται για την αξιολόγηση της κατάστασης των υπό εκμετάλλευση αποθεμάτων,

    iv) δεδομένα για το οικοσύστημα που απαιτούνται για την αξιολόγηση των επιπτώσεων των αλιευτικών δραστηριοτήτων στο θαλάσσιο οικοσύστημα,

    v) κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα όσον αφορά τον τομέα της αλιείας.

    2.  Τα κράτη μέλη αποφεύγουν οιεσδήποτε αλληλοεπικαλύψεις στη συλλογή δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

    Άρθρο 16

    Πρόσβαση σε πρωτογενή δεδομένα και διαβίβαση πρωτογενών δεδομένων

    1.  Για το σκοπό της επαλήθευσης της ύπαρξης των πρωτογενών δεδομένων που συλλέγονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, πέραν των κοινωνικο-οικονομικών δεδομένων, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η Επιτροπή διαθέτει πρόσβαση στις εθνικές ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 13 στοιχείο α).

    2.  Για το σκοπό της επαλήθευσης των κοινωνικο-οικονομικών δεδομένων που συλλέγονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η Επιτροπή έχει πρόσβαση στις εθνικές ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 13 στοιχείο β).

    3.  Τα κράτη μέλη συνάπτουν συμφωνίες με την Επιτροπή προκειμένου να εξασφαλίσουν αποτελεσματική και απρόσκοπτη πρόσβαση της Επιτροπής στις εθνικές ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων τους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που έχουν θεσπισθεί από άλλους κοινοτικούς κανόνες.

    4.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαβίβαση των πρωτογενών δεδομένων, που συλλέγονται στο πλαίσιο των επιστημονικών ερευνών στη θάλασσα, στους διεθνείς επιστημονικούς οργανισμούς και στους αρμόδιους επιστημονικούς φορείς στο πλαίσιο των περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης αλιείας σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Κοινότητας και των κρατών μελών.

    Άρθρο 17

    Επεξεργασία των πρωτογενών δεδομένων

    1.  Τα κράτη μέλη μετατρέπουν τα πρωτογενή δεδομένα σε σύνολα λεπτομερών ή συγκεντρωτικών δεδομένων σύμφωνα με:

    α) τα σχετικά διεθνή πρότυπα, εφόσον υφίστανται·

    β) τα πρωτόκολλα που έχουν συμφωνηθεί σε διεθνές ή περιφερειακό επίπεδο, εφόσον υφίστανται.

    2.  Τα κράτη μέλη παρέχουν στους τελικούς χρήστες και στην Επιτροπή, όταν απαιτείται, περιγραφή των μεθόδων που εφαρμόζονται για την επεξεργασία των αιτούμενων δεδομένων και τις στατιστικές τους ιδιότητες.

    Άρθρο 18

    Υποβολή λεπτομερών και συγκεντρωτικών δεδομένων

    1.  Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση των τελικών χρηστών λεπτομερή και συγκεντρωτικά δεδομένα για τη στήριξη της επιστημονικής ανάλυσης:

    α) ως βάση για γνωμοδοτήσεις για τη διαχείριση της αλιείας, συμπεριλαμβανομένων των περιφερειακών γνωμοδοτικών συμβουλίων·

    β) προς το συμφέρον του δημόσιου διαλόγου και της συμμετοχής των ενδιαφερόμενων φορέων στη διαμόρφωση της πολιτικής·

    γ) προς επιστημονική δημοσίευση.

    2.  Όπου κρίνεται αναγκαίο, προκειμένου να διασφαλίζεται η ανωνυμία, τα κράτη μέλη μπορούν να αρνηθούν να παράσχουν στους τελικούς χρήστες δεδομένα για τη δραστηριότητα των σκαφών βάσει πληροφοριών από δορυφορικά συστήματα παρακολούθησης, για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).

    Άρθρο 19

    Διαβίβαση λεπτομερών και συγκεντρωτικών δεδομένων

    Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τα λεπτομερή και συγκεντρωτικά δεδομένα σε ασφαλή ηλεκτρονική μορφή.

    Άρθρο 20

    Διαδικασία διαβίβασης λεπτομερών και συγκεντρωτικών δεδομένων

    1.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα λεπτομερή και συγκεντρωτικά δεδομένα, τα οποία πρέπει να διαβιβάζονται σε τακτή βάση, αποστέλλονται εγκαίρως στις σχετικές περιφερειακές οργανώσεις διαχείρισης της αλιείας στις οποίες η Κοινότητα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος ή συμμετέχει ως παρατηρητής και στους σχετικούς διεθνείς επιστημονικούς φορείς σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Κοινότητας και των κρατών μελών.

    2.  Στις περιπτώσεις που ζητούνται λεπτομερή και συγκεντρωτικά δεδομένα για συγκεκριμένη επιστημονική ανάλυση, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα διαβιβάζονται στους τελικούς χρήστες:

    α) για τους σκοπούς του άρθρου 18, παράγραφος 1 στοιχείο α), εντός μηνός από την παραλαβή του σχετικού αιτήματος·

    β) για τους σκοπούς του άρθρου 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), εντός δύο μηνών από την παραλαβή του σχετικού αιτήματος.

    3.  Στις περιπτώσεις που ζητούνται λεπτομερή και συγκεντρωτικά δεδομένα για επιστημονική δημοσίευση, όπως αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ), τα κράτη μέλη:

    α) δύνανται, προκειμένου να προστατεύσουν τα επαγγελματικά συμφέροντα των φορέων συλλογής των δεδομένων, να καθυστερήσουν τη διαβίβαση των δεδομένων στους τελικούς χρήστες για περίοδο τριών ετών από την ημερομηνία συλλογής των δεδομένων. Τα κράτη μέλη πληροφορούν τους τελικούς χρήστες και την Επιτροπή για κάθε τέτοια απόφαση. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί να επιτρέψει την παράταση της εν λόγω περιόδου·

    β) σε περίπτωση που έχει ήδη εκπνεύσει η περίοδος των τριών ετών, εξασφαλίζουν ότι τα δεδομένα διαβιβάζονται στους τελικούς χρήστες εντός δύο μηνών από την παραλαβή του σχετικού αιτήματος.

    4.  Τα κράτη μέλη μπορούν να αρνηθούν τη διαβίβαση των σχετικών λεπτομερών και συγκεντρωτικών δεδομένων μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    α) εάν υπάρχει κίνδυνος να προσδιορισθεί η ταυτότητα φυσικών προσώπων ή/και νομικών οντοτήτων, περίπτωση κατά την οποία το κράτος μέλος μπορεί να προτείνει εναλλακτικά μέσα κάλυψης των αναγκών του τελικού χρήστη τα οποία εξασφαλίζουν την ανωνυμία·

    β) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 22 παράγραφος 3·

    γ) εάν τα ίδια δεδομένα είναι ήδη διαθέσιμα σε άλλη μορφή ή μορφότυπο με εύκολη πρόσβαση από τους τελικούς χρήστες.

    5.  Στις περιπτώσεις που τα αιτούμενα από τελικούς χρήστες δεδομένα, εκτός των σχετικών περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης της αλιείας στις οποίες η Κοινότητα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος ή συμμετέχει ως παρατηρητής και των αρμόδιων διεθνών επιστημονικών φορέων, διαφέρουν από εκείνα που έχουν ήδη διατεθεί σε περιφερειακές οργανώσεις διαχείρισης αλιείας στις οποίες η Κοινότητα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος ή συμμετέχει ως παρατηρητής και σε αρμόδιους επιστημονικούς φορείς, τα κράτη μέλη μπορούν να χρεώσουν τους εν λόγω τελικούς χρήστες με το πραγματικό κόστος της εξαγωγής και, εάν απαιτηθεί, της συγκεντρωτικής παρουσίασης των δεδομένων πριν από τη διαβίβασή τους.

    Άρθρο 21

    Επανεξέταση της άρνησης παροχής δεδομένων

    1.  Εάν κράτος μέλος αρνηθεί να διαθέσει δεδομένα βάσει του άρθρου 20 παράγραφος 3 στοιχείο α), ο τελικός χρήστης μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να επανεξετάσει την άρνηση. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η άρνηση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη, μπορεί να απαιτήσει από το κράτος μέλος να διαθέσει τα δεδομένα στον τελικό χρήστη εντός ενός μηνός.

    2.  Εάν το κράτος μέλος παραλείψει να διαθέσει τα εν λόγω δεδομένα εντός της περιόδου που ορίζεται στην παράγραφο 1, εφαρμόζεται το άρθρο 8 παράγραφοι 5 και 6.

    Άρθρο 22

    Υποχρεώσεις των τελικών χρηστών

    1.  Οι τελικοί χρήστες των δεδομένων:

    α) χρησιμοποιούν τα δεδομένα μόνο για το σκοπό που έχουν δηλώσει στην αίτησή τους σύμφωνα με το άρθρο 18·

    β) αναφέρουν δεόντως τις πηγές των δεδομένων·

    γ) ευθύνονται για την ορθή και ενδεδειγμένη χρήση των δεδομένων σύμφωνα με την επιστημονική δεοντολογία·

    δ) πληροφορούν την Επιτροπή και τα οικεία κράτη μέλη για κάθε υπόνοια προβλήματος σχετικά με τα δεδομένα·

    ε) αναφέρουν στα οικεία κράτη μέλη και στην Επιτροπή τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τη χρήση των δεδομένων·

    στ) δεν διαβιβάζουν τα αιτηθέντα δεδομένα σε τρίτους χωρίς τη συγκατάθεση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους·

    ζ) δεν πωλούν τα δεδομένα σε τρίτους.

    2.  Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για οιαδήποτε μη συμμόρφωση εκ μέρους τελικών χρηστών.

    3.  Σε περίπτωση που ένας τελικός χρήστης δεν συμμορφωθεί με οιαδήποτε από τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να επιτρέψει στο οικείο κράτος μέλος να περιορίσει ή να αρνηθεί την πρόσβαση στα δεδομένα στον εν λόγω τελικό χρήστη.



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    ΣΤΗΡΙΞΗ ΓΙΑ ΠΑΡΟΧΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΩΝ

    Άρθρο 23

    Συμμετοχή σε συσκέψεις διεθνών φορέων

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη συμμετοχή των εθνικών τους εμπειρογνωμόνων σε σχετικές συσκέψεις περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης αλιείας στις οποίες η Κοινότητα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος ή συμμετέχει ως παρατηρητής και διεθνών επιστημονικών φορέων.

    Άρθρο 24

    Συντονισμός και συνεργασία

    1.  Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συντονίζουν τις προσπάθειές τους και συνεργάζονται προκειμένου να βελτιώσουν περαιτέρω την αξιοπιστία των επιστημονικών γνωμοδοτήσεων, την ποιότητα των προγραμμάτων εργασίας και των μεθόδων εργασίας των περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης αλιείας στις οποίες η Κοινότητα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος ή συμμετέχει ως παρατηρητής και διεθνών επιστημονικών φορέων.

    2.  Ο εν λόγω συντονισμός και συνεργασία πραγματοποιούνται χωρίς να θίγεται ο ανοικτός επιστημονικός διάλογος και στοχεύουν στην προώθηση αμερόληπτων επιστημονικών γνωμοδοτήσεων.



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

    ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 25

    Μέτρα εφαρμογής

    Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 27, παράγραφος 2.

    Άρθρο 26

    Παρακολούθηση

    Η Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΤΟΕΑ, παρακολουθεί την πρόοδο των εθνικών προγραμμάτων στο πλαίσιο της επιτροπής αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 (στο εξής «η επιτροπή»).

    Άρθρο 27

    Επιτροπή

    1.  Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή.

    2.  Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

    3.  Το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε ένα μήνα.

    Άρθρο 28

    Κατάργηση

    1.  Ο παρών κανονισμός καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1543/2000 από 1ης Ιανουαρίου 2009. Ωστόσο, οι καταργούμενες διατάξεις παραμένουν σε ισχύ για τα εθνικά προγράμματα που έχουν εγκριθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2008.

    2.  Οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα.

    Άρθρο 29

    Έναρξη ισχύος

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ



    Πίνακας αντιστοιχίας

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1543/2000

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 199/2008

    Άρθρο 1

    Άρθρο 1

    Άρθρο 2

    Άρθρο 2

    Άρθρο 3

    Άρθρα 3, 4, 5

    Άρθρο 4

    Άρθρο 15

    Άρθρο 5

    Άρθρα 3, 25

    Άρθρο 6

    Άρθρα 4, 8

    Άρθρο 7

    Άρθρα 13, 18

    Άρθρο 8

    Άρθρα 25, 26

    Άρθρο 9

    Άρθρο 27

    Άρθρο 10

    Άρθρο 26

    Άρθρο 11

    Άρθρο 29



    ( 1 ) Γνώμη η οποία διατυπώθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2007 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

    ( 2 ) ΕΕ C 10 της 15.1.2008, σ. 53.

    ( 3 ) ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 865/2007 (ΕΕ L 192 της 24.7.2007, σ. 1).

    ( 4 ) ΕΕ L 176 της 15.7.2000, σ. 1.

    ( 5 ) ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1098/2007 (ΕΕ L 248 της 22.9.2007, σ. 1).

    ( 6 ) ΕΕ L 108 της 1.5.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

    ( 7 ) ΕΕ L 266 της 1.10.1998, σ. 36.

    ( 8 ) ΕΕ L 17 της 21.1.2000, σ. 22. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1759/2006 (ΕΕ L 335 της 1.12.2006, σ. 3).

    ( 9 ) ΕΕ L 351 της 28.12.2002, σ. 6. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2269/2004 (ΕΕ L 396 της 31.12.2004, σ. 1).

    ( 10 ) ΕΕ L 289 της 7.11.2003, σ. 1.

    ( 11 ) ΕΕ L 333 της 20.12.2003, σ. 17.

    ( 12 ) ΕΕ L 5 της 9.1.2004, σ. 25. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1799/2006 (ΕΕ L 341 της 7.12.2006, σ. 26).

    ( 13 ) ΕΕ L 150 της 30.4.2004, σ. 12· όπως διορθώθηκε με την ΕΕ L 185 της 24.5.2004, σ. 4. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 809/2007 (ΕΕ L 182 της 12.7.2007, σ. 1).

    ( 14 ) ΕΕ L 403 της 30.12.2006, σ. 1.

    ( 15 ) ΕΕ L 409 της 30.12.2006, σ. 1· όπως διορθώθηκε με την ΕΕ L 36 της 8.2.2007, σ. 3.

    ( 16 ) ΕΕ L 248 της 22.9.2007, σ. 17.

    ( 17 ) ΕΕ L 41 της 14.2.2003, σ. 26.

    ( 18 ) ΕΕ L 264 της 25.9.2006, σ. 13.

    ( 19 ) ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003.

    ( 20 ) ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

    ( 21 ) ΕΕ L 160 της 14.6.2006, σ. 1.

    ( 22 ) ΕΕ L 225 της 31.8.2005, σ. 18.

    ( 23 ) ΕΕ L 187 της 20.7.1999, σ. 70. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2004/864/ΕΚ (ΕΕ L 370 της 17.12.2004, σ. 91).

    ( 24 ) ΕΕ L 256 της 3.8.2004, σ. 17. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2007/409/ΕΚ (ΕΕ L 155 της 15.6.2007, σ. 68).

    ( 25 ) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

    Top