EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02006R1367-20230429

Consolidated text: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης των διατάξεων της σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2006/1367/2023-04-29

02006R1367 — EL — 29.04.2023 — 002.003


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1367/2006 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 6ης Σεπτεμβρίου 2006

για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ των διατάξεων της σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα

(ΕΕ L 264 της 25.9.2006, σ. 13)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/1767 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ  της 6ης Οκτωβρίου 2021

  L 356

1

8.10.2021


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L , 17.10.2023, σ.  1 ((ΕΕ) 2021/1767)




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1367/2006 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 6ης Σεπτεμβρίου 2006

για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ των διατάξεων της σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα



ΤΙΤΛΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Στόχος

1.  

Στόχος του παρόντος κανονισμού είναι να συμβάλλει στην εφαρμογή των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση της ΟΕΕ/ΗΕ σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, εφεξής αποκαλούμενη «σύμβαση του Århus», θεσπίζοντας κανόνες για την εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης στα όργανα και τους οργανισμούς της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ ιδίως:

α) 

εξασφαλίζοντας το δικαίωμα πρόσβασης του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες που παραλαμβάνονται ή προέρχονται από όργανα ή οργανισμούς της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ και βρίσκονται στην κατοχή τους, και καθορίζοντας τους βασικούς όρους και τις προϋποθέσεις, καθώς και τις πρακτικές ρυθμίσεις, για την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος·

β) 

εξασφαλίζοντας ότι οι περιβαλλοντικές πληροφορίες προοδευτικά διατίθενται και διαδίδονται στο κοινό προκειμένου να επιτυγχάνεται η ευρύτερη δυνατή συστηματική διάθεση και διάδοσή τους. Προς τον σκοπό αυτόν, προωθείται, όπου είναι εφικτό, η χρήση, ιδίως, τηλεπικοινωνίας με ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή/και άλλης ηλεκτρονικής τεχνολογίας·

γ) 

προβλέποντας για τη συμμετοχή του κοινού όσον αφορά σχέδια και προγράμματα σχετικά με το περιβάλλον·

δ) 

επιτρέποντας την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα σε κοινοτικό επίπεδο υπό τους όρους που καθορίζει ο παρών κανονισμός.

2.  
Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ επιχειρούν να συνδράμουν και να παρέχουν καθοδήγηση στο κοινό για την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για θέματα περιβάλλοντος.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.  

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α) 

«αιτών»: οιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο ζητεί περιβαλλοντικές πληροφορίες·

β) 

«το κοινό»: ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα και οι ενώσεις, οργανώσεις ή ομάδες των προσώπων αυτών·

γ) 

«όργανο ή οργανισμός της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ »: οιοδήποτε δημόσιο όργανο, οργανισμός, γραφείο ή υπηρεσία που έχει ιδρυθεί από, ή με βάση, τη ►M1  ΣΛΕΕ ◄ , εκτός των περιπτώσεων κατά τις οποίες ενεργεί υπό δικαστική ή νομοθετική ιδιότητα. Ωστόσο, οι διατάξεις του τίτλου ΙΙ εφαρμόζονται στα όργανα ή στους οργανισμούς της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ που ενεργούν υπό νομοθετική ιδιότητα·

δ) 

«περιβαλλοντική πληροφορία»: οιαδήποτε πληροφορία σε γραπτή, οπτική, ηχητική, ηλεκτρονική ή άλλη υλική μορφή, σχετικά με:

i) 

την κατάσταση των στοιχείων του περιβάλλοντος, όπως ο αέρας και η ατμόσφαιρα, το νερό, το έδαφος, οι εδαφικές εκτάσεις, τα τοπία και οι φυσικές τοποθεσίες, συμπεριλαμβανομένων των υδροβιότοπων και των παράκτιων και των θαλάσσιων περιοχών, η βιοποικιλότητα και τα συστατικά στοιχεία της, συμπεριλαμβανομένων των γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών, καθώς και η αλληλεπίδραση μεταξύ των εν λόγω στοιχείων,

ii) 

παράγοντες, όπως οι ουσίες, η ενέργεια, ο θόρυβος, οι ακτινοβολίες ή τα απόβλητα, συμπεριλαμβανομένων των ραδιενεργών αποβλήτων, οι εκπομπές, οι απορρίψεις και άλλες εκλύσεις στο περιβάλλον, που επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν τα στοιχεία του περιβάλλοντος που αναφέρονται στο σημείο i),

iii) 

μέτρα (συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών μέτρων), όπως οι πολιτικές, η νομοθεσία, τα σχέδια, τα προγράμματα, οι περιβαλλοντικές συμφωνίες και οι δραστηριότητες που επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν τα στοιχεία και τους παράγοντες που αναφέρονται στα σημεία i) και ii), καθώς και μέτρα ή δραστηριότητες που αποσκοπούν στην προστασία των εν λόγω στοιχείων,

iv) 

εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας,

v) 

αναλύσεις κόστους-ωφέλειας και άλλες οικονομικές αναλύσεις και παραδοχές που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των μέτρων και των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο σημείο iii),

vi) 

την κατάσταση της υγείας και της ασφάλειας του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένης της ρύπανσης της τροφικής αλυσίδας, όπου ενδείκνυται, τις συνθήκες διαβίωσης του ανθρώπου, τις τοποθεσίες και τα οικοδομήματα πολιτισμικού ενδιαφέροντος στο μέτρο που επηρεάζονται ή ενδέχεται να επηρεασθούν από την κατάσταση των στοιχείων του περιβάλλοντος που αναφέρονται στο σημείο i) ή, μέσω των εν λόγω στοιχείων, από οιοδήποτε των θεμάτων που αναφέρονται στα σημεία ii) και iii)·

ε) 

«σχέδια και προγράμματα σχετικά με το περιβάλλον»: οιαδήποτε σχέδια και προγράμματα,

i) 

τα οποία προετοιμάζονται και, κατά περίπτωση, θεσπίζονται από όργανο ή οργανισμό της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄

ii) 

τα οποία απαιτούνται βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων και

iii) 

τα οποία συμβάλλουν, ή ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις, στην επίτευξη των στόχων της κοινοτικής πολιτικής στον τομέα του περιβάλλοντος, όπως ορίζονται στο έκτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον ή σε οιοδήποτε επόμενο γενικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον.

Τα γενικά προγράμματα δράσης για το περιβάλλον θεωρούνται επίσης ως σχέδια και προγράμματα που σχετίζονται με το περιβάλλον.

Ο ορισμός αυτός δεν περιλαμβάνει τα χρηματοδοτικά ή δημοσιονομικά σχέδια και προγράμματα, δηλαδή όσα καθορίζουν με ποιόν τρόπο θα πρέπει να χρηματοδοτούνται συγκεκριμένα σχέδια ή δραστηριότητες ή όσα αφορούν τους προτεινόμενους ετήσιους προϋπολογισμούς, τα εσωτερικά προγράμματα εργασίας οργάνου ή οργανισμού της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ ή σχέδια και προγράμματα έκτακτης ανάγκης, τα οποία έχουν καταρτισθεί με μοναδικό σκοπό την πολιτική προστασία·

στ) 

«περιβαλλοντικό δίκαιο»: νομοθεσία της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ η οποία, ανεξάρτητα από τη νομική της βάση, συμβάλλει στην επιδίωξη των στόχων της κοινοτικής πολιτικής για το περιβάλλον κατά τα οριζόμενα στη ►M1  ΣΛΕΕ ◄ , ήτοι τη διαφύλαξη, την προστασία και τη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος, την προστασία της ανθρώπινης υγείας, τη συνετή και ορθολογική χρησιμοποίηση των φυσικών πόρων και την προαγωγή μέτρων σε διεθνές επίπεδο για την αντιμετώπιση περιφερειακών ή παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων·

▼M1

ζ) 

«διοικητική πράξη»: οποιαδήποτε μη νομοθετική πράξη που εκδίδεται από θεσμικό όργανο ή οργανισμό της Ένωσης, η οποία παράγει έννομα αποτελέσματα και έχει εξωτερική ισχύ και περιέχει διατάξεις που μπορεί να αντιτίθενται στο περιβαλλοντικό δίκαιο κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ)·

η) 

«διοικητική παράλειψη»: οποιαδήποτε παράλειψη από θεσμικό όργανο ή οργανισμό της Ένωσης να εγκρίνει μη νομοθετική πράξη η οποία παράγει έννομα αποτελέσματα και έχει εξωτερική ισχύ, όταν η παράλειψη αυτή μπορεί να αντιτίθεται στο περιβαλλοντικό δίκαιο κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ).

▼B

2.  

Οι διοικητικές πράξεις και παραλείψεις δεν περιλαμβάνουν ληφθέντα μέτρα ή παραλείψεις εκ μέρους οργάνου ή οργανισμού της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ υπό την ιδιότητά του ως φορέα διοικητικής επανεξέτασης, όπως βάσει:

α) 

των άρθρων 81, 82, 86 και 87 της ►M1  ΣΛΕΕ ◄ (κανόνες ανταγωνισμού)·

β) 

των άρθρων 226 και 228 της ►M1  ΣΛΕΕ ◄ (διαδικασία επί παραβάσει)·

γ) 

του άρθρου 195 της ►M1  ΣΛΕΕ ◄ (διαδικασία διαμεσολαβητή)·

δ) 

του άρθρου 280 της ►M1  ΣΛΕΕ ◄ (διαδικασία της OLAF).

ΤΙΤΛΟΣ II

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Άρθρο 3

Εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 ισχύει για οιαδήποτε αίτηση πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες τις οποίες έχουν στην κατοχή τους όργανα και οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ άνευ διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, εθνικότητας ή τόπου διανομής του αιτούντος, και, στην περίπτωση νομικού προσώπου, άνευ διακρίσεων ως προς τον τόπο της καταστατικής έδρας του ή του πραγματικού κέντρου των δραστηριοτήτων του.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «θεσμικό όργανο» στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 νοείται «όργανο ή οργανισμός της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ ».

Άρθρο 4

Συλλογή και διάδοση των περιβαλλοντικών πληροφοριών

1.  

Τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ οργανώνουν τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που είναι σχετικές με τις λειτουργίες τους και τις οποίες έχουν στην κατοχή τους, με στόχο την ενεργό και συστηματική διάδοσή τους στο κοινό, ιδίως μέσω τηλεπικοινωνίας με ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή/και άλλης ηλεκτρονικής τεχνολογίας σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001. Εισάγουν προοδευτικά τις περιβαλλοντικές αυτές πληροφορίες σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων που είναι ευπρόσιτες στο κοινό μέσω των δημοσίων τηλεπικοινωνιακών δικτύων. Προς τον σκοπό αυτό, καταχωρίζουν τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που έχουν στην κατοχή τους σε βάσεις δεδομένων και τις εφοδιάζουν με βοηθήματα αναζήτησης και άλλες μορφές λογισμικού με στόχο να βοηθήσουν το κοινό να εντοπίσει τις πληροφορίες που ζητεί.

Οι πληροφορίες που διατίθενται μέσω τηλεπικοινωνίας με ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή/και άλλης ηλεκτρονικής τεχνολογίας δεν χρειάζεται να περιλαμβάνουν πληροφορίες οι οποίες έχουν συλλεγεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν οι εν λόγω πληροφορίες είναι ήδη διαθέσιμες υπό ηλεκτρονική μορφή. Τα κοινοτικά όργανα και οργανισμοί πρέπει κατά το δυνατόν να διευκρινίζουν πού βρίσκονται οι πληροφορίες που έχουν συλλεγεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και οι οποίες δεν είναι διαθέσιμες σε ηλεκτρονική μορφή.

Τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να διατηρούν τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους υπό μορφή και σχήμα άμεσα αναπαραγώγιμο και ευπρόσιτο μέσω τηλεπικοινωνίας με ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή με άλλα ηλεκτρονικά μέσα.

2.  

Οι προς διάθεση και διάδοση περιβαλλοντικές πληροφορίες επικαιροποιούνται καταλλήλως. Εκτός από τα έγγραφα που απαριθμούνται στο άρθρο 12 παράγραφοι 2 και 3 και στο άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, οι βάσεις δεδομένων ή τα μητρώα περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α) 

κείμενα διεθνών συνθηκών, συμβάσεων ή συμφωνιών, και κείμενα της κοινοτικής νομοθεσίας για το περιβάλλον ή για συναφή θέματα, καθώς και πολιτικών, σχεδίων και προγραμμάτων για το περιβάλλον·

β) 

εκθέσεις προόδου ως προς την εφαρμογή των θεμάτων που αναφέρονται στο στοιχείο α), εφόσον έχουν εκπονηθεί από τα όργανα ή τους οργανισμούς της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ ή βρίσκονται στην κατοχή τους, υπό ηλεκτρονική μορφή·

γ) 

τα βήματα που έχουν γίνει στο πλαίσιο διαδικασιών επί παραβάσει του κοινοτικού δικαίου από το στάδιο της αιτιολογημένης γνώμης σύμφωνα με το άρθρο  ►M1  258 ◄ παράγραφος 1 της ►M1  ΣΛΕΕ ◄ ·

δ) 

εκθέσεις για την κατάσταση του περιβάλλοντος, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4·

ε) 

δεδομένα ή συνόψεις δεδομένων από την παρακολούθηση δραστηριοτήτων που επηρεάζουν, ή ενδέχεται να επηρεάσουν, το περιβάλλον·

στ) 

άδειες με ουσιαστικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και περιβαλλοντικές συμφωνίες ή αναφορά για το πού μπορούν να αναζητηθούν ή οι εν λόγω πληροφορίες ή που υπάρχει πρόσβαση σ’ αυτές·

ζ) 

μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων και αξιολόγηση κινδύνου σχετικά με στοιχεία του περιβάλλοντος ή αναφορά για το πού μπορούν να αναζητηθούν οι εν λόγω πληροφορίες ή που υπάρχει πρόσβαση σ’ αυτές.

3.  
Στις ενδεδειγμένες περιπτώσεις, τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ μπορούν να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2, δημιουργώντας ζεύξεις με τους ιστοχώρους του Διαδικτύου στους οποίους μπορούν να ευρεθούν οι εν λόγω πληροφορίες.
4.  
Η Επιτροπή μεριμνά ώστε, σε τακτά χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τα τέσσερα έτη, να δημοσιεύεται και να κυκλοφορεί έκθεση για την κατάσταση του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανoμένων των πληροφοριών σχετικά με την ποιότητα και τις πιέσεις που ασκούνται στο περιβάλλον.

Άρθρο 5

Ποιότητα των περιβαλλοντικών πληροφοριών

1.  
Τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ μεριμνούν, στο μέτρο των εξουσιών τους, ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που συγκεντρώνουν, ή που συγκεντρώνονται εξ ονόματός τους, είναι επίκαιρες, ακριβείς και συγκρίσιμες.
2.  
Τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ κατόπιν σχετικής αίτησης, ενημερώνουν τον αιτούντα ως προς το πού μπορεί να βρίσκονται οι πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες μέτρησης, συμπεριλαμβανομένων των μεθόδων ανάλυσης, δειγματοληψίας και προεπεξεργασίας των δειγμάτων που χρησιμοποιήθηκαν για τη συλλογή των πληροφοριών, εφόσον διατίθενται. Εναλλακτικά, μπορούν να αναφέρονται στην τυποποιημένη διαδικασία που χρησιμοποιήθηκε.

Άρθρο 6

Εφαρμογή των εξαιρέσεων όσον αφορά τις αιτήσεις πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες

1.  
Όσον αφορά το άρθρο 4 παράγραφος 2 πρώτο και τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, εξαιρέσει των ερευνών, ιδίως εκείνων που αφορούν τυχόν παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου, θεωρείται ότι υπάρχει υπερισχύον δημόσιο συμφέρον που επιβάλλει τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών, όταν οι ζητούμενες πληροφορίες αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον. Όσον αφορά τις λοιπές εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, οι λόγοι απόρριψης ερμηνεύονται περιοριστικά, λαμβανομένου υπόψη του δημοσίου συμφέροντος που εξυπηρετείται από τη δημοσιοποίηση και το κατά πόσον οι ζητούμενες πληροφορίες αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον.
2.  
Εκτός από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ μπορούν να αρνούνται την πρόσβαση σε περιβαλλοντικές πληροφορίες, όταν η δημοσιοποίηση των πληροφοριών θα είχε αρνητικές συνέπειες στην προστασία του περιβάλλοντος το οποίο αφορούν οι πληροφορίες, όπως οι χώροι αναπαραγωγής σπανίων ειδών.

Άρθρο 7

Αιτήσεις πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες που δεν βρίσκονται στην κατοχή οργάνου ή οργανισμού της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄

Εάν όργανο ή οργανισμός της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ λάβει αίτηση πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και εφόσον οι πληροφορίες αυτές δεν ευρίσκονται στην κατοχή του εν λόγω οργάνου ή οργανισμού της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ ενημερώνει το ταχύτερο δυνατόν, και το αργότερο εντός 15 εργασίμων ημερών, τον αιτούντα σχετικά με το όργανο ή οργανισμό της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ ή τη δημόσια αρχή κατά την έννοια της οδηγίας 2003/4/ΕΚ, όπου θεωρεί ότι είναι δυνατό να υποβληθεί αίτηση για τις αιτούμενες πληροφορίες, ή διαβιβάζει την αίτηση στο οικείο όργανο ή οργανισμό της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ ή την οικεία δημόσια αρχή και ενημερώνει αναλόγως τον αιτούντα.

Άρθρο 8

Συνεργασία

Σε περίπτωση άμεσης απειλής για την υγεία του ανθρώπου, τη ζωή ή το περιβάλλον, που οφείλεται σε ανθρώπινες δραστηριότητες ή φυσικά αίτια, τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ κατόπιν αιτήσεως των δημόσιων αρχών, κατά την έννοια της οδηγίας 2003/4/ΕΚ, συνεργάζονται και επικουρούν τις εν λόγω δημόσιες αρχές ώστε αυτές να μπορούν να διαδίδουν αμέσως και χωρίς καθυστέρηση στο κοινό που μπορεί να πληγεί όλες τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να του επιτρέψουν να λάβει μέτρα για την πρόληψη ή τον περιορισμό των επιβλαβών συνεπειών της εκάστοτε απειλής, στο βαθμό που οι πληροφορίες αυτές βρίσκονται στην κατοχή οργάνων και οργανισμών της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ ή/και των εν λόγω δημόσιων αρχών, ή διατηρούνται για λογαριασμό τους.

Το πρώτο εδάφιο ισχύει υπό την επιφύλαξη οιασδήποτε ειδικής υποχρέωσης την οποία καθορίζει η κοινοτική νομοθεσία, ιδίως με τις αποφάσεις αριθ. 2119/98/ΕΚ και αριθ. 1786/2002/ΕΚ.

ΤΙΤΛΟΣ III

Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΣΧΕΔΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Άρθρο 9

1.  
Τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ παρέχουν, με τις κατάλληλες πρακτικές ή/και άλλες ρυθμίσεις, εγκαίρως πραγματικές ευκαιρίες στο κοινό να συμμετέχει κατά την προετοιμασία, την τροποποίηση ή την αναθεώρηση αυτών των σχεδίων ή προγραμμάτων που σχετίζονται με το περιβάλλον, όταν όλες οι επιλογές είναι ακόμη ανοικτές. Ιδίως, όταν η Επιτροπή επεξεργάζεται πρόταση τέτοιου σχεδίου ή προγράμματος, η οποία υποβάλλεται προς λήψη απόφασης στα λοιπά όργανα ή οργανισμούς της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ προβλέπει, για το προπαρασκευαστικό αυτό στάδιο, τη συμμετοχή του κοινού.
2.  
Τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ προσδιορίζουν το κοινό που επηρεάζεται ή ενδέχεται να επηρεασθεί, ή έχει συμφέροντα, από ένα σχέδιο ή πρόγραμμα του είδους που αναφέρεται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους του παρόντος κανονισμού.
3.  

Τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ μεριμνούν για την ενημέρωση του κοινού που αναφέρεται στην παράγραφο 2, είτε με δημόσιες ανακοινώσεις είτε με άλλα πρόσφορα μέσα, όπως ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, εφόσον υπάρχουν, σχετικά με:

α) 

το σχέδιο πρότασης, εφόσον υπάρχει·

β) 

τις περιβαλλοντικές πληροφορίες ή εκτιμήσεις σχετικά με το υπό επεξεργασία σχέδιο ή πρόγραμμα, εφόσον υπάρχουν και

γ) 

πρακτικές ρυθμίσεις συμμετοχής, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται:

i) 

η διοικητική μονάδα από την οποία μπορούν να ληφθούν οι σχετικές πληροφορίες,

ii) 

η διοικητική μονάδα στην οποία μπορούν να υποβληθούν σχόλια, γνώμες ή ερωτήσεις, και

iii) 

εύλογα χρονοδιαγράμματα, ώστε να υπάρχει επαρκής χρόνος για να ενημερωθεί το κοινό καθώς και για να ετοιμασθεί και να συμμετάσχει πραγματικά στη διαδικασία λήψης αποφάσεων όσον αφορά το περιβάλλον.

4.  
Προβλέπεται προθεσμία τουλάχιστον οκτώ εβδομάδων για την παραλαβή των παρατηρήσεων. Όταν διοργανώνονται συνεδριάσεις ή ακροάσεις, παρέχεται προηγούμενη προειδοποίηση τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων. Οι προθεσμίες αυτές μπορεί να συντομεύονται σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης ή όταν το κοινό είχε ήδη τη δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του για το εν λόγω σχέδιο ή πρόγραμμα.
5.  
Κατά τη λήψη αποφάσεως επί σχεδίου ή προγράμματος σχετικά με το περιβάλλον, τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της συμμετοχής του κοινού. Τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ ενημερώνουν το κοινό για το εν λόγω σχέδιο ή πρόγραμμα, συμπεριλαμβανομένου του κειμένου του, καθώς και για τους λόγους και το σκεπτικό επί των οποίων βασίσθηκε η απόφαση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Άρθρο 10

Αίτηση εσωτερικής επανεξέτασης διοικητικών πράξεων

▼M1

1.  
Οιαδήποτε μη κυβερνητική οργάνωση ή άλλα μέλη του κοινού που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 11 δικαιούνται να ζητήσουν εσωτερική επανεξέταση από το όργανο ή τον οργανισμό της Ένωσης που εξέδωσε τη διοικητική πράξη ή, σε περίπτωση προβαλλόμενης διοικητικής παράλειψης, θα έπρεπε να είχε εκδώσει την πράξη αυτή, με την αιτιολογία ότι αυτή η πράξη ή παράλειψη αντιτίθεται στο περιβαλλοντικό δίκαιο κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ).

Οι αιτήσεις αυτές υποβάλλονται γραπτώς και εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις οκτώ εβδομάδες μετά την έκδοση, κοινοποίηση ή δημοσίευση της διοικητικής πράξης, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη, ή, σε περίπτωση προβαλλόμενης διοικητικής παράλειψης, εντός οκτώ εβδομάδων μετά την ημερομηνία κατά την οποία έπρεπε να είχε εκδοθεί η διοικητική πράξη. Στην αίτηση αναφέρονται οι λόγοι της επανεξέτασης.

2.  
Το όργανο ή ο οργανισμός της Ένωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εξετάζει την αίτηση, εκτός εάν αυτή είναι προδήλως αβάσιμη ή παρέχει ανεπαρκή στοιχεία. Σε περίπτωση που θεσμικό όργανο ή οργανισμός της Ένωσης λάβει πολλαπλές αιτήσεις επανεξέτασης της ίδιας διοικητικής πράξης ή διοικητικής παράλειψης, το θεσμικό όργανο ή ο οργανισμός μπορεί να συνδυάσει τις αιτήσεις και να τις αντιμετωπίσει ως μία. Το όργανο ή ο οργανισμός της Ένωσης εκθέτει τους λόγους του σε γραπτή απάντηση, το ταχύτερο δυνατόν, και το αργότερο 16 εβδομάδες μετά τη λήξη της προθεσμίας των οκτώ εβδομάδων που ορίζεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο.·

▼B

3.  

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το όργανο ή ο οργανισμός της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ δεν είναι σε θέση, παρά τη δέουσα επιμέλεια που κατέβαλε, να ενεργήσει σύμφωνα με την παράγραφο 2, ενημερώνει τη μη κυβερνητική οργάνωση που υπέβαλε την αίτηση, το ταχύτερο δυνατό, και το αργότερο εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο, σχετικά με τους λόγους για τους οποίους παρέλειψε να ενεργήσει καθώς και για το πότε προτίθεται να το πράξει.

▼M1

Σε κάθε περίπτωση, το θεσμικό όργανο ή ο οργανισμός της Ένωσης ενεργεί εντός 22 εβδομάδων από τη λήξη της προθεσμίας των οκτώ εβδομάδων που ορίζεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο.

▼B

Άρθρο 11

Κριτήρια νομιμοποίησης σε κοινοτικό επίπεδο

1.  

Μια μη κυβερνητική οργάνωση δικαιούται να υποβάλει αίτηση εσωτερικής επανεξέτασης, σύμφωνα με το άρθρο 10, εφόσον:

α) 

είναι ανεξάρτητο νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο ή την πρακτική κράτους μέλους·

β) 

έχει διατυπώσει ως πρωταρχικό στόχο την προαγωγή της προστασίας του περιβάλλοντος στο πλαίσιο του περιβαλλοντικού δικαίου·

γ) 

υφίσταται επί χρονικό διάστημα άνω της διετίας και επιδιώκει ενεργά τον στόχο του στοιχείου β)·

δ) 

το θέμα, για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση εσωτερικής επανεξέτασης, καλύπτεται από τον στόχο και τις δραστηριότητές της.

▼M1

1α.  

Αίτηση εσωτερικής επανεξέτασης μπορούν επίσης να υποβάλλουν και άλλα μέλη του κοινού, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

αποδεικνύουν απομείωση των δικαιωμάτων τους που προκαλείται από την προβαλλόμενη παράβαση του ενωσιακού περιβαλλοντικού δικαίου και ότι επηρεάζονται άμεσα από αυτή την απομείωση σε σύγκριση με το ευρύ κοινό· ή

β) 

καταδεικνύουν επαρκές δημόσιο συμφέρον και ότι το αίτημα υποστηρίζεται από τουλάχιστον 4 000 μέλη του κοινού που διαμένουν ή είναι εγκατεστημένα σε τουλάχιστον πέντε κράτη μέλη, με τουλάχιστον 250 μέλη του κοινού να διαμένουν ή να είναι εγκατεστημένα σε καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη.

Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, τα μέλη του κοινού εκπροσωπούνται από μη κυβερνητική οργάνωση που πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 1 ή από δικηγόρο εξουσιοδοτημένο να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους. Η εν λόγω μη κυβερνητική οργάνωση ή ο εν λόγω δικηγόρος συνεργάζεται με το οικείο θεσμικό όργανο ή οργανισμό της Ένωσης προκειμένου να διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι ποσοτικοί όροι του πρώτου εδαφίου στοιχείο β), κατά περίπτωση, και παρέχει περαιτέρω αποδεικτικά στοιχεία αν ζητηθούν.

▼M1

2.  
Η Επιτροπή θεσπίζει τις απαραίτητες διατάξεις για να εξασφαλίσει ότι τα κριτήρια και οι όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και στην παράγραφο 1α δεύτερο εδάφιο εφαρμόζονται με τρόπο διαφανή και συνεπή.

▼M1

Άρθρο 11α

Δημοσίευση αιτήσεων και τελικών αποφάσεων και επιγραμμικά συστήματα για την παραλαβή των αιτήσεων

1.  
Τα θεσμικά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης δημοσιεύουν όλες τις αιτήσεις εσωτερικής επανεξέτασης το συντομότερο δυνατόν μετά την παραλαβή τους, καθώς και όλες τις τελικές αποφάσεις σχετικά με τις αιτήσεις αυτές το συντομότερο δυνατόν μετά την έγκρισή τους.
2.  
Τα θεσμικά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης μπορούν να θεσπίζουν επιγραμμικά συστήματα για την παραλαβή των αιτήσεων εσωτερικής επανεξέτασης και μπορούν να απαιτούν να υποβάλλονται όλες οι αιτήσεις εσωτερικής επανεξέτασης μέσω των επιγραμμικών συστημάτων τους.

▼B

Άρθρο 12

Διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

1.  
Η μη κυβερνητική οργάνωση η οποία υπέβαλε αίτηση εσωτερικής επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 10 δύναται να προσφύγει στο Δικαστήριο σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της ►M1  ΣΛΕΕ ◄ .

▼M1

2.  
Εάν το όργανο ή ο οργανισμός της Ένωσης παραλείψει να ενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 ή 3, η μη κυβερνητική οργάνωση ή άλλα μέλη του κοινού που υπέβαλαν την αίτηση για εσωτερική επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 10, δύνανται να προσφύγουν στο Δικαστήριο σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της ►M1  ΣΛΕΕ ◄ .

▼B

ΤΙΤΛΟΣ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 13

Μέτρα εφαρμογής

Τα όργανα και οι οργανισμοί της ►M1   ►C1  Ένωσης ◄  ◄ προσαρμόζουν, οσάκις απαιτείται, τον εσωτερικό κανονισμό τους στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω προσαρμογές παράγουν αποτέλεσμα από τις 28 Ιουνίου 2007.

Άρθρο 14

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 28 Ιουνίου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Top