Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02002R0332-20090528

    Consolidated text: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 332/2002 του Συμβουλίου της 18ης Φεβρουαρίου 2002 για τη θέσπιση ενός μηχανισμού μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης του ισοζυγίου πληρωμών των κρατών μελών

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2002/332/2009-05-28

    2002R0332 — EL — 28.05.2009 — 002.001


    Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

    ►B

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 332/2002 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 18ης Φεβρουαρίου 2002

    για τη θέσπιση ενός μηχανισμού μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης του ισοζυγίου πληρωμών των κρατών μελών

    (ΕΕ L 053, 23.2.2002, p.1)

    Τροποποιείται από:

     

     

    Επίσημη Εφημερίδα

      No

    page

    date

     M1

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1360/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 2ας Δεκεμβρίου 2008

      L 352

    11

    31.12.2008

    ►M2

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 431/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 18ης Μαΐου 2009

      L 128

    1

    27.5.2009




    ▼B

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 332/2002 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 18ης Φεβρουαρίου 2002

    για τη θέσπιση ενός μηχανισμού μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης του ισοζυγίου πληρωμών των κρατών μελών



    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 308,

    την πρόταση της Επιτροπής που υποβλήθηκε μετά από διαβούλευση με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή ( 1 ),

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ( 2 ),

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ( 3 ),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Το άρθρο 119 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο της συνθήκης και η παράγραφος 2 του ιδίου άρθρου προβλέπουν τη χορήγηση εκ μέρους του Συμβουλίου, μετά από σύσταση της Επιτροπής και διαβούλευση με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή, αμοιβαίας συνδρομής σε περίπτωση δυσχερειών ή σοβαρής απειλής δυσχερειών στο ισοζύγιο πληρωμών ενός κράτους μέλους. Το άρθρο 119 δεν προσδιορίζει το μέσο που πρέπει να χρησιμοποιείται για την παροχή της αμοιβαίας συνδρομής.

    (2)

    Η δανειοδοτική πράξη προς ένα κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να γίνεται αρκετά νωρίς, ώστε να καταστεί δυνατή η εκ μέρους του έγκαιρη και υπό ομαλές συναλλαγματικές συνθήκες λήψη μέτρων οικονομικής πολιτικής, προκειμένου να αποτραπεί οξεία κρίση του ισοζυγίου πληρωμών και να υποστηριχθούν οι προσπάθειές του για σύγκλιση.

    (3)

    Κάθε δανειοδοτική πράξη προς ένα κράτος μέλος θα πρέπει να συνοδεύεται από τη λήψη εκ μέρους αυτού μέτρων οικονομικής πολιτικής ικανών να εξασφαλίσουν την αποκατάσταση ή μια βιώσιμη κατάσταση στο ισοζύγιο πληρωμών του, προσαρμοσμένων στη σοβαρότητα της κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών και στην εξέλιξή της.

    (4)

    Είναι σημαντικό να θεσπιστούν εκ των προτέρων οι διαδικασίες και τα κατάλληλα μέσα που θα επιτρέψουν στην Κοινότητα και στα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν, εφόσον παραστεί ανάγκη, την παροχή μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης, ιδίως όταν οι περιστάσεις απαιτούν άμεση δράση.

    (5)

    Η Κοινότητα, για να εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση της στήριξης αυτής, πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει την φερεγγυότητά της για να δανειστεί η ίδια κεφάλαια τα οποία θα τίθενται, υπό μορφή δανείων, στη διάθεση των ενδιαφερομένων κρατών μελών. Οι πράξεις αυτές είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων της Κοινότητας, όπως ορίζονται στη συνθήκη, ιδιαίτερα για την αρμονική ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων στο σύνολο της Κοινότητας.

    (6)

    Για το σκοπό αυτό έχει θεσπιστεί με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1969/88 του Συμβουλίου, ένας ενιαίος μηχανισμός μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης του ισοζυγίου πληρωμών των κρατών μελών ( 4 ).

    (7)

    Από την 1η Ιανουαρίου 1999, δεν μπορεί πλέον να χορηγηθεί μεσοπρόθεσμη οικονομική στήριξη στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στο ενιαίο νόμισμα. Ωστόσο, ο μηχανισμός οικονομικής στήριξης θα πρέπει να διατηρηθεί όχι μόνο για την κάλυψη των δυνητικών αναγκών των σημερινών κρατών μελών που δεν έχουν εισάγει το ευρώ, αλλά και των αναγκών των νέων κρατών μελών μέχρις ότου υιοθετήσουν το ενιαίο νόμισμα.

    (8)

    Η εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος οδήγησε σε αισθητή μείωση των κρατών μελών που μπορούν να κάνουν χρήση του μέσου αυτού. Αυτό δικαιολογεί τη μείωση του σημερινού ανώτατου ορίου των 16 δισεκατ. ευρώ. Ωστόσο, το ανώτατο όριο των δανείων θα πρέπει να διατηρηθεί σε επαρκώς υψηλό επίπεδο έτσι ώστε να είναι δυνατή η ταυτόχρονη κάλυψη των αναγκών περισσότερων κρατών μελών. Μία μείωση του ανωτάτου ορίου των χορηγούμενων δανείων από 16 δισεκατ. ευρώ σε 12 δισεκατ. ευρώ θεωρείται εύλογη για την κάλυψη των αναγκών αυτών και για να τεθεί υπόψιν η επερχόμενη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    (9)

    Η φανερή ανισορροπία μεταξύ του αριθμού των επιλέξιμων προς δανειοδότηση χωρών στο τρίτο στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και του αριθμού των χωρών που θα ήταν σε θέση να τα χρηματοδοτήσουν, καθιστά δυσχερή τη διατήρηση της άμεσης χρηματοδότησης των χορηγούμενων δανείων εκ μέρους όλων των άλλων κρατών μελών. Συνεπώς, τα δάνεια αυτά είναι σκόπιμο να χρηματοδοτούνται αποκλειστικά διά προσφυγής στην κεφαλαιαγορά ή σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, που έχουν πλέον φθάσει σε στάδιο ανάπτυξης και ωριμότητας που τους επιτρέπει να αναλάβουν μία τέτοια χρηματοδότηση.

    (10)

    Οι λεπτομέρειες χρησιμοποίησης του μηχανισμού θα πρέπει επίσης να προσδιοριστούν με βάση την αποκτηθείσα εμπειρία και θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών καθώς και οι τεχνικές δυνατότητες και περιορισμοί που χαρακτηρίζουν την προσφυγή σ' αυτές τις πηγές χρηματοδότησης.

    (11)

    Εναπόκειται στο Συμβούλιο να αποφασίζει κατά πόσο θα χορηγείται δάνειο ή κατάλληλη χρηματοδοτική διευκόλυνση, και να προσδιορίζει τη μέση διάρκειά τους, το συνολικό ύψος τους και το ποσό των διαδοχικών δόσεων. Ωστόσο, τα χαρακτηριστικά των δόσεων, η διάρκεια και το είδος του επιτοκίου θα πρέπει να καθορίζονται με κοινή συμφωνία μεταξύ του δικαιούχου κράτους μέλους και της Επιτροπής. Όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι οι επιθυμίες που έχει εκφράσει το κράτος μέλος για τα χαρακτηριστικά του δανείου συνεπάγονται χρηματοδότηση που δεν συμβιβάζεται με τους τεχνικούς περιορισμούς που επιβάλλονται από τις κεφαλαιαγορές ή τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, μπορεί να προτείνει εναλλακτικές ρυθμίσεις χρηματοδότησης.

    (12)

    Για να χρηματοδοτηθούν τα δάνεια που χορηγούνται βάσει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να συνάπτει, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, δανειοληπτικές πράξεις στις κεφαλαιαγορές ή με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

    (13)

    Ο μηχανισμός οικονομικής στήριξης που έχει θεσπισθεί με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1969/88 θα πρέπει να προσαρμοστεί κατάλληλα. Για λόγους σαφήνειας, θεωρείται σκόπιμο να αντικατασταθεί ο εν λόγω κανονισμός.

    (14)

    Η συνθήκη δεν προβλέπει για την έκδοση του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με τον οποίο χορηγούνται κοινοτικά δάνεια αποκλειστικά μέσω της προσφυγής στις κεφαλαιαγορές και όχι με χρηματοδότηση των δανείων αυτών από τα άλλα κράτη μέλη, άλλες εξουσίες εκτός από εκείνες του άρθρου 308,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



    Άρθρο 1

    1.  Θεσπίζεται κοινοτικός μηχανισμός μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης που επιτρέπει τη χορήγηση δανείων σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν υφιστάμενες ή σοβαρώς επαπειλούμενες δυσχέρειες στο ισοζύγιο τρεχουσών πληρωμών ή στο ισοζύγιο κινήσεως κεφαλαίων. Μόνο τα κράτη μέλη που δεν έχουν εισάγει το ευρώ μπορούν να επωφεληθούν από τον παρόντα κοινοτικό μηχανισμό.

    ▼M2

    Το ανώτατο όριο, σε κεφάλαιο, των δανείων που είναι δυνατόν να χορηγηθούν στα κράτη μέλη στο πλαίσιο του μηχανισμού αυτού περιορίζεται σε 50 δισεκατ. ευρώ.

    ▼B

    2.  Για το σκοπό αυτό, σύμφωνα με απόφαση λαμβανομένη από το Συμβούλιο βάσει του άρθρου 3 και μετά από διαβούλευση με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να συνάπτει, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, δανειοληπτικές πράξεις στις κεφαλαιαγορές ή με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

    Άρθρο 2

    Όταν ένα κράτος μέλος που δεν έχει εισάγει το ευρώ προτίθεται να προσφύγει για χρηματοδότηση σε εξωκοινοτικές πηγές που του θέτουν όρους οικονομικής πολιτικής, συμβουλεύεται προηγουμένως την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη, ώστε να εξετασθούν, μεταξύ άλλων, οι δυνατότητες που υπάρχουν στα πλαίσια του κοινοτικού μηχανισμού μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης. Η διαβούλευση αυτή λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής κατ' άρθρο 119 της συνθήκης.

    Άρθρο 3

    1.  Ο μηχανισμός μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή από το Συμβούλιο, με πρωτοβουλία:

    α) της Επιτροπής, η οποία ενεργεί βάσει του άρθρου 119 της συνθήκης σε συμφωνία με το κράτος μέλος που ζητεί κοινοτική χρηματοδότηση·

    β) κράτους μέλους που αντιμετωπίζει υφιστάμενες ή σοβαρώς επαπειλούμενες δυσχέρειες στο ισοζύγιο τρεχουσών πληρωμών ή στο ισοζύγιο κίνησης κεφαλαίων.

    ▼M2

    2.  Το κράτος μέλος που ζητεί μεσοπρόθεσμη οικονομική στήριξη διαβουλεύεται με την Επιτροπή την αξιολόγηση των χρηματοδοτικών του αναγκών και υποβάλλει σχέδιο προγράμματος προσαρμογής στην Επιτροπή και στην Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή. Το Συμβούλιο, αφού εξετάσει την κατάσταση του εν λόγω κράτους μέλους, καθώς και το πρόγραμμα προσαρμογής που υποβάλλει προς υποστήριξη του αιτήματός του, αποφασίζει κατά κανόνα κατά τη διάρκεια της ίδιας συνεδρίασης:

    α) για τη χορήγηση ή μη δανείου ή ενδεδειγμένης οικονομικής διευκόλυνσης, για το ύψος και τη μέση διάρκειά τους·

    β) για τους όρους οικονομικής πολιτικής υπό τους οποίους παρέχεται η μεσοπρόθεσμη οικονομική στήριξη, προκειμένου να αποκατασταθεί ή να εξασφαλισθεί ένα βιώσιμο ισοζύγιο πληρωμών·

    γ) για τις λεπτομέρειες της εκταμίευσης του δανείου ή της οικονομικής διευκόλυνσης, που κατά κανόνα αποδεσμεύονται ή εισπράττονται σε διαδοχικές δόσεις. Για την αποδέσμευση κάθε επιμέρους δόσης προαπαιτείται έλεγχος των αποτελεσμάτων της εφαρμογής του προγράμματος σε σχέση με τους στόχους που έχουν τεθεί.

    ▼M2

    Άρθρο 3a

    Η Επιτροπή και το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος συνάπτουν μνημόνιο συμφωνίας στο οποίο προσδιορίζονται επακριβώς οι όροι που έχει θέσει το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 3. Η Επιτροπή κοινοποιεί το μνημόνιο συμφωνίας προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

    ▼B

    Άρθρο 4

    Σε περίπτωση θέσπισης ή επαναφοράς περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων κατ' εφαρμογή του άρθρου 120 της συνθήκης, κατά τη διάρκεια της οικονομικής στήριξης, οι όροι και οι λεπτομέρειές της επανεξετάζονται βάσει του άρθρου 119 της συνθήκης.

    ▼M2

    Άρθρο 5

    Η Επιτροπή λαμβάνει τα μέτρα που απαιτούνται ώστε να ελέγχει σε τακτά χρονικά διαστήματα, σε συνεργασία με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή, κατά πόσον η οικονομική πολιτική ενός κράτους μέλους στο οποίο έχει χορηγηθεί δάνειο από την Κοινότητα συμφωνεί με το πρόγραμμα προσαρμογής, με τους άλλους όρους που ενδεχομένως έχει θέσει το Συμβούλιο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 3 και με το μνημόνιο συμφωνίας που προβλέπεται στο άρθρο 3α. Προς τον σκοπό αυτό, το κράτος μέλος θέτει στη διάθεση της Επιτροπής όλες τις αναγκαίες πληροφορίες και συνεργάζεται πλήρως με την τελευταία. Αναλόγως των πορισμάτων αυτού του ελέγχου, η Επιτροπή, αφού λάβει τη γνώμη της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, αποφασίζει όσον αφορά την αποδέσμευση περαιτέρω δόσεων.

    Το Συμβούλιο αποφασίζει για τις προσαρμογές που ενδεχομένως χρειάζεται να γίνουν στους αρχικούς όρους οικονομικής πολιτικής.

    ▼B

    Άρθρο 6

    Τα δάνεια που χορηγούνται στο πλαίσιο της μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης μπορούν να χορηγούνται σε συνδυασμό με στήριξη εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δυνάμει της εξαιρετικά βραχυπρόθεσμης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης.

    Άρθρο 7

    1.  Οι δανειοληπτικές και δανειοδοτικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 γίνονται σε ευρώ με αξίες της ίδιας ημέρας και δεν πρέπει να συνεπάγονται για την Κοινότητα αλλαγή προθεσμίας, κίνδυνο επιτοκίου, ούτε οποιονδήποτε άλλο εμπορικό κίνδυνο.

    Τα χαρακτηριστικά των διαδοχικών δόσεων που αποδεσμεύονται από την Επιτροπή στο πλαίσιο του μηχανισμού οικονομικής στήριξης αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ του κράτους μέλους και της Επιτροπής. Όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι οι επιθυμίες που εκφράζει το κράτος μέλος όσον αφορά τα χαρακτηριστικά συνεπάγονται κοινοτική χρηματοδότηση που δεν συμβιβάζεται με τους τεχνικούς περιορισμούς που επιβάλλονται από τις χρηματοπιστωτικές αγορές ή θα μπορούσαν να θίξουν τη φήμη της Κοινότητας ως δανειοληπτικού οργανισμού στις ίδιες αγορές, δικαιούται να αντιταχθεί στη συμφωνία και να προτείνει εναλλακτική λύση.

    Όταν σε ένα κράτος μέλος χορηγείται δάνειο το οποίο συνοδεύεται από ρήτρα πρόωρης αποπληρωμής και το κράτος αποφασίζει να κάνει χρήση αυτής της ευχέρειας, η Επιτροπή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα.

    2.  Μετά από αίτηση του κράτους μέλους οφειλέτη και εφόσον οι συνθήκες επιτρέπουν βελτίωση του επιτοκίου του χορηγούμενου δανείου, η Επιτροπή μπορεί να προβεί σε αναχρηματοδότηση ή αναδιάρθρωση των χρηματοοικονομικών όρων τμήματος ή του συνόλου των αρχικών δανείων.

    Οι πράξεις αναχρηματοδότησης ή αναδιάρθρωσης πρέπει να διενεργούνται υπό τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 1 και να μην έχουν ως αποτέλεσμα την παράταση της μέσης διάρκειας των οικείων δανείων, ούτε την αύξηση του υπολοίπου κεφαλαίου που οφείλεται κατά την ημερομηνία διεξαγωγής των πράξεων αυτών.

    3.  Τα έξοδα στα οποία υποβάλλεται η Κοινότητα για τη σύναψη και την εκτέλεση κάθε πράξης επιβαρύνουν το δικαιούχο κράτος μέλος.

    4.  Η Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή ενημερώνεται για την εξέλιξη των πράξεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2, πρώτο εδάφιο.

    ▼M2

    5.  Το σχετικό κράτος μέλος ανοίγει ειδικό λογαριασμό στην κεντρική του τράπεζα για τη διαχείριση της κοινοτικής ενδιάμεσης οικονομικής στήριξης που λαμβάνει. Επίσης καταθέτει το οφειλόμενο κεφάλαιο και τόκους βάσει του δανείου σε λογαριασμό στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επτά εργάσιμες ημέρες TARGET2 ( 5 ) πριν από την αντίστοιχη προθεσμία εξόφλησης.

    ▼B

    Άρθρο 8

    Οι αποφάσεις του Συμβουλίου που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 5 λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία, μετά από πρόταση που υποβάλλει η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεως με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή.

    Άρθρο 9

    Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εξασφάλιση της διαχείρισης των χορηγούμενων δανείων.

    Τα κεφάλαια καταβάλλονται μόνο για τους σκοπούς του άρθρου 1.

    ▼M2

    Άρθρο 9a

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 27 του καταστατικού του ευρωπαϊκού συστήματος κεντρικών τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει το δικαίωμα να διενεργεί στα κράτη μέλη που λαμβάνουν μεσοπρόθεσμη οικονομική στήριξη από την Κοινότητα οιουσδήποτε δημοσιονομικούς ή λογιστικούς ελέγχους κρίνει αναγκαίους εν σχέσει προς τη διαχείριση της εν λόγω στήριξης. Η Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης, έχει συνεπώς το δικαίωμα να αναθέτει σε υπαλλήλους της ή σε δεόντως εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους τη διενέργεια όποιων τεχνικών ή δημοσιονομικών λογιστικών ή άλλων ελέγχων κρίνει αναγκαίους στα κράτη μέλη που λαμβάνουν μεσοπρόθεσμη οικονομική στήριξη από την Κοινότητα εν σχέσει προς την εν λόγω στήριξη.

    ▼B

    Άρθρο 10

    Το Συμβούλιο εξετάζει, ανά τριετία, με βάση έκθεση της Επιτροπής, και γνώμη της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, εάν ο μηχανισμός εξακολουθεί να ανταποκρίνεται ως προς την αρχή του, τις ρυθμίσεις του και τα ανώτατα όριά του στις ανάγκες που οδήγησαν στη δημιουργία του.

    Άρθρο 11

    Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1969/88 καταργείται.

    Άρθρο 12

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.



    ( 1 ) ΕΕ C 180Ε της 26.6.2001, σ. 199.

    ( 2 ) Γνώμη που διατυπώθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2001 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα).

    ( 3 ) ΕΕ C 151 της 22.5.2001, σ. 18.

    ( 4 ) ΕΕ L 178 της 8.7.1988, σ. 177· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 1994.

    ( 5 ) Όπως ορίζεται στην κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2007/2 της 26ης Απριλίου 2007 σχετικά με το Διευρωπαϊκό Αυτοματοποιημένο Σύστημα Ταχείας Μεταφοράς Κεφαλαίων και Διακανονισμού σε Συνεχή Χρόνο (TARGET2) (ΕΕ L 237 της 8.9.2007, σ. 1).

    Top