EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 01994A1223(01)-20230608

Consolidated text: Συμφωνια Πα την Ιδρυση του Παγκοσμιου Οργανισμου Εμποριου

ELI: http://data.europa.eu/eli/agree_internation/1994/800(1)/2023-06-08

01994A1223(01) — EL — 08.06.2023 — 002.001


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

(ΕΕ L 336 της 23.12.1994, σ. 3)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

►M1

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ για την τροποποίηση της συμφωνίας του Μαρακές για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου

  L 284

3

30.10.2015

►M2

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ για την τροποποίηση της συμφωνίας του Μαρακές για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου Συμφωνία για τις επιδοτήσεις στον τομέα της αλιείας

  L 148

3

8.6.2023




▼B

(Μετάφραση)

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ



ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι οι σχέσεις τους στον εμπορικό και τον οικονομικό τομέα είναι ανάγκη να διαμορφώνονται με απώτερο σκοπό την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, την εξασφάλιση πλήρους απασχόλησης και υψηλού, συνεχώς αυξανόμενου, επιπέδου πραγματικού εισοδήματος και πραγματικής ζήτησης, καθώς και την επέκταση της παραγωγής και του εμπορίου στους τομείς των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών, επιτρέποντας ταυτόχρονα την άριστη χρήση των πόρων σε παγκόσμιο επίπεδο σύμφωνα με τους στόχους της διαρκούς ανάπτυξης, επιδιώκοντας τόσο την προστασία και τη διατήρηση του περιβάλλοντος όσο και την αύξηση των μέσων για την επίτευξη αυτού του στόχου κατά τρόπο που να συμβιβάζεται με τις αντίστοιχες ανάγκες και ανησυχίες τους στα διάφορα επίπεδα της οικονομικής ανάπτυξης,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ακόμη ότι είναι αναγκαία η ανάληψη θετικών προσπαθειών, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες και ιδιαίτερα οι λιγότερο ανεπτυγμένες από αυτές θα εξασφαλίζουν κάποιο μερίδιο από την αύξηση του διεθνούς εμπορίου ανάλογο με τις ανάγκες της οικονομικής τους ανάπτυξης,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να συμβάλουν στην επίτευξη αυτών των στόχων προβαίνοντας σε αμοιβαίες και ευνοϊκές για όλα τα μέρη διευθετήσεις με σκοπό την ουσιαστική μείωση των δασμών και άλλων φραγμών στο εμπόριο και την κατάργηση της διακριτικής μεταχείρισης στις διεθνείς εμπορικές σχέσεις,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΙ συνεπώς να αναπτύξουν ένα ολοκληρωμένο, εφαρμόσιμο και μονιμότερο πολυμερές εμπορικό σύστημα που να περιλαμβάνει τη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου, τα αποτελέσματα των παλαιότερων προσπαθειών απελευθέρωσης του εμπορίου και όλα τα αποτελέσματα των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΙ να διατηρήσουν τις βασικές αρχές και να προωθήσουν τους στόχους που διακρίνουν το παρόν πολυμερές εμπορικό σύστημα,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



Άρθρο I

Ίδρυση του Οργανισμού

Με την παρούσα συμφωνία ιδρύεται ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (καλούμενος εφεξής «ΠΟΕ»).

Άρθρο II

Πεδίο δράσης του ΠΟΕ

1.  
Ο ΠΟΕ παρέχει το κοινό θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των μερών, όσον αφορά θέματα σχετικά με τις συμφωνίες και τις συναφείς νομικές πράξεις που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Οι συμφωνίες και οι συναφείς νομικές πράξεις που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1, 2 και 3 (καλούμενες εφεξής «πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες») αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας και δεσμεύουν όλα τα μέρη.
3.  
Οι συμφωνίες και οι συναφείς νομικές πράξεις που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 4 (καλούμενες εφεξής «πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες») αποτελούν επίσης μέρος της παρούσας συμφωνίας για εκείνα από τα μέρη που τις έχουν αποδεχθεί και δεσμεύουν αυτά τα μέρη. Οι Πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες δεν δημιουργούν ούτε υποχρεώσεις ούτε δικαιώματα για τα μέρη που δεν τις έχουν αποδεχθεί.
4.  
Η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου του 1994, όπως ορίζεται στο παράρτημα 1Α (καλούμενη εφεξής «GΑΤΤ του 1994»), διαφέρει από νομικής πλευράς από τη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου, της 30ής Οκτωβρίου 1947, η οποία επισυνάπτεται στην τελική πράξη που εγκρίθηκε κατά την ολοκλήρωση της δεύτερης συνόδου της προπαρασκευαστικής επιτροπής της Συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Απασχόληση, όπως αναθεωρήθηκε ή τροποποιήθηκε στη συνέχεια (καλούμενη εφεξής «GΑΤΤ του 1947»).

Άρθρο III

Αρμοδιότητες του ΠΟΕ

1.  
Ο ΠΟΕ διευκολύνει την εφαρμογή, τη διαχείριση και τη λειτουργία, καθώς και την επίτευξη των στόχων της παρούσας συμφωνίας και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών, παρέχει δε, επίσης, το πλαίσιο για την εφαρμογή, τη διαχείριση και τη λειτουργία των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών.
2.  
Ο ΠΟΕ αποτελεί το χώρο για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων μεταξύ των μερών του, όσον αφορά τις πολυμερείς εμπορικές τους σχέσεις επί θεμάτων τα οποία ρυθμίζουν οι συμφωνίες που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας. Ο ΠΟΕ μπορεί επίσης να παρέχει το χώρο για περαιτέρω διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών του σχετικά με τις πολυμερείς εμπορικές τους σχέσεις και το πλαίσιο για την εφαρμογή των αποτελεσμάτων τέτοιων διαπραγματεύσεων, όπως είναι δυνατό να αποφασιστεί από την υπουργική συνδιάσκεψη.
3.  
Ο ΠΟΕ διαχειρίζεται το μνημόνιο συμφωνίας σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών (καλούμενο εφεξής «συμφωνία για την επίλυση των διαφορών» ή «ΣΕΔ») στο παράρτημα 2 της παρούσας συμφωνίας.
4.  
Ο ΠΟΕ επιβλέπει την εφαρμογή του μηχανισμού ελέγχου εμπορικών πολιτικών (καλούμενου εφεξής «ΜΕΕΠ»), που προβλέπεται στο παράρτημα 3 της παρούσας συμφωνίας.
5.  
Επιδιώκοντας την επίτευξη μεγαλύτερης συνοχής κατά τη χάραξη της παγκόσμιας οικονομικής πολιτικής, ο ΠΟΕ συνεργάζεται με τον κατάλληλο τρόπο με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τη Διεθνή Τράπεζα για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη καθώς και με τους συνδεδεμένους οργανισμούς τους.

Άρθρο IV

Δομή του ΠΟΕ

1.  
Θεσπίζεται υπουργική συνδιάσκεψη, αποτελούμενη από εκπροσώπους όλων των μερών, η οποία συνέρχεται μία τουλάχιστον φορά κάθε δύο έτη. Η υπουργική συνδιάσκεψη φέρει εις πέρας τις αρμοδιότητες του ΠΟΕ και αναλαμβάνει την απαιτούμενη για το σκοπό αυτό δράση. Η υπουργική συνδιάσκεψη είναι αρμόδια για τη λήψη αποφάσεων επί όλων των θεμάτων τα οποία εντάσσονται στο πλαίσιο των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών, εφόσον διατυπωθεί σχετικό αίτημα από κάποιο μέλος, σύμφωνα με τις ειδικές απαιτήσεις για τη λήψη των αποφάσεων που περιέχονται στην παρούσα συμφωνία και στη σχετική πολυμερή εμπορική συμφωνία.
2.  
Θεσπίζεται Γενικό Συμβούλιο αποτελούμενο από εκπροσώπους όλων των μερών, το οποίο συνεδριάζει με τον κατάλληλο τρόπο. Στα διαστήματα μεταξύ των συνόδων της υπουργικής συνδιάσκεψης, τις αρμοδιότητες αυτής αναλαμβάνει το Γενικό Συμβούλιο. Το Γενικό Συμβούλιο επιτελεί επίσης το έργο που του ανατίθεται βάσει της παρούσας συμφωνίας. Το Γενικό Συμβούλιο θεσπίζει τους διαδικαστικούς του κανόνες και εγκρίνει τους διαδικαστικούς κανόνες για τις επιτροπές που προβλέπονται στην παράγραφο 7.
3.  
Το Γενικό Συμβούλιο συνέρχεται με τον κατάλληλο τρόπο για να ορίσει τα καθήκοντα του Οργάνου Επίλυσης των Διαφορών, που προβλέπεται στο μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών. Το Όργανο Επίλυσης των Διαφορών μπορεί να έχει δικό του πρόεδρο και θεσπίζει τους διαδικαστικούς κανόνες που θεωρεί αναγκαίους για την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων.
4.  
Το Γενικό Συμβούλιο δυνέρχεται με τον κατάλληλο τρόπο για να ορίσει τα καθήκοντα του Οργάνου Ελέγχου Εμπορικών Πολιτικών που προβλέπεται στο πλαίσιο του ΜΕΕΠ. Το Όργανο Ελέγχου Εμπορικών Πολιτικών μπορεί να έχει δικό του πρόεδρο και θεσπίζει τους διαδικαστικούς κανόνες που θεωρεί αναγκαίους για την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων.
5.  
Θεσπίζεται Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, συμβούλιο για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών και Συμβούλιο για τα Δικαιώματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας στον Τομέα του Εμπορίου (καλούμενο εφεξής «Συμβούλιο για τα ΤRIΡ»), τα οποία λειτουργούν υπό την εποπτεία του Γενικού Συμβουλίου. Το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών επιβλέπει τη λειτουργία των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1Α. Το Συμβούλιο για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών επιβλέπει τη λειτουργία της Γενικής Συμφωνίας για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών (καλούμενης εφεξής «GΑΤS»). Το Συμβούλιο για τα ΤRIΡ επιβλέπει την εφαρμογή της συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (η οποία καλείται εφεξής «συμφωνία για τα ΤRIΡ»). Τα εν λόγω συμβούλια αναλαμβάνουν τις αρμοδιότητες που τους αναθέτουν οι αντίστοιχες συμφωνίες και το Γενικό Συμβούλιο. Θεσπίζουν τους δικούς τους διαδικαστικούς κανόνες υπό την αίρεση της έγκρισης τους από το Γενικό Συμβούλιο. Η συμμετοχή στα συμβούλια αυτά επιτρέπεται σε εκπροσώπους όλων των μερών. Τα συγκεκριμένα συμβούλια συνέρχονται με τον κατάλληλο τρόπο για την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων τους.
6.  
Το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, το Συμβούλιο για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών και το Συμβούλιο για τα ΤRIΡ προβαίνουν, ανάλογα με τις ανάγκες, στη σύσταση επικουρικών οργάνων. Τα εν λόγω επικουρικά όργανα θεσπίζουν τους δικούς τους διαδικαστικούς κανόνες υπό την αίρεση της έγκρισής τους από τα αντίστοιχα συμβούλια.
7.  
Η υπουργική συνδιάσκεψη προβαίνει στη σύσταση Επιτροπής για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη, Επιτροπής για τους Περιορισμούς του Ισοζυγίου Πληρωμών και Επιτροπής για τον Προϋπολογισμό, τα Οικονομικά και τη Διοίκηση, οι οποίες φέρουν εις πέρας τα καθήκοντα που τους αναθέτει η παρούσα συμφωνία και οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες, καθώς και κάθε άλλη αρμοδιότητα που τους αναθέτει το Γενικό Συμβούλιο, έχει δε την ευχέρεια να συστήνει και άλλες επιτροπές με τέτοιες αρμοδιότητες, εφόσον το κρίνει αναγκαίο. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, η Επιτροπή για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη επανεξετάζει σε τακτά διαστήματα τις ειδικές διατάξεις που περιλαμβάνουν οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες υπέρ των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών και ενημερώνει το Γενικό Συμβούλιο, ώστε αυτό να αναλαμβάνει την κατάλληλη δράση. Η συμμετοχή στις επιτροπές αυτές είναι δυνατή για εκπροσώπους όλων των μελών.
8.  
Τα όργανα που προβλέπονται στο πλαίσιο των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών εκτελούν τις αρμοδιότητες που τους έχουν ανατεθεί στο πλαίσιο των συμφωνιών αυτών και ενεργούν εντός του θεσμικού πλαισίου του ΠΟΕ. Τα όργανα αυτά ενημερώνουν τακτικά το Γενικό Συμβούλιο για τις δραστηριότητές τους.

Άρθρο V

Σχέσεις με άλλους οργανισμούς

1.  
Το Γενικό Συμβούλιο προβαίνει στις κατάλληλες διευθετήσεις για την καθιέρωση αποτελεσματικής συνεργασίας με άλλους διακυβερνητικούς οργανισμούς που έχουν αρμοδιότητες σχετικές με αυτές του ΠΟΕ.
2.  
Το Γενικό Συμβούλιο προβαίνει στις κατάλληλες διευθετήσεις για τη διενέργεια διαβουλεύσεων και την καθιέρωση συνεργασίας με μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι οποίες ασχολούνται με θέματα σχετικά με αυτά που αποτελούν το αντικείμενο της δραστηριότητας του ΠΟΕ.

Άρθρο VI

Γραμματεία

1.  
Ιδρύεται Γραμματεία του ΠΟΕ (καλούμενη εφεξής «η Γραμματεία») με επικεφαλής γενικό διευθυντή.
2.  
Η υπουργική συνδιάσκεψη ορίζει το γενικό διευθυντή και θεσπίζει τους κανόνες που καθορίζουν τις εξουσίες του, τα καθήκοντά του, τις συνθήκες παροχής υπηρεσιών εκ μέρους του και τη λήξη της θητείας του.
3.  
Ο γενικός διευθυντής ορίζει τα μέλη του προσωπικού της Γραμματείας και προσδιορίζει τα καθήκοντά τους και τις συνθήκες παροχής υπηρεσιών εκ μέρους τους σύμφωνα με τους κανόνες που έχει θεσπίσει η υπουργική συνδιάσκεψη.
4.  
Οι αρμοδιότητες του γενικού διευθυντή και του προσωπικού της Γραμματείας έχουν αποκλειστικά διεθνή χαρακτήρα. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ο γενικός διευθυντής και το προσωπικό της Γραμματείας δεν επιδιώκουν ούτε αποδέχονται υποδείξεις από οποιαδήποτε κυβέρνηση ή αρχή εκτός του ΠΟΕ. Απέχουν από την ανάληψη κάθε δράσης αντίθετης προς τη θέση τους ως διεθνών υπαλλήλων. Τα μέλη του ΠΟΕ σέβονται το διεθνή χαρακτήρα των αρμοδιοτήτων του γενικού διευθυντή και του προσωπικού της Γραμματείας και δεν προσπαθούν να τους επηρεάσουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Άρθρο VII

Προϋπολογισμός και συνεισφορές

1.  
Ο γενικός διευθυντής υποβάλλει στην επιτροπή για τον προϋπολογισμό, τα οικονομικά και τη διοίκηση την ετήσια πρόβλεψη του προϋπολογισμού και τη δημοσιονομική έκθεση του ΠΟΕ. Η Επιτροπή για τον Προϋπολογισμό, τα Οικονομικά και τη Διοίκηση εξετάζει την ετήσια πρόβλεψη του προϋπολογισμού και τη δημοσιονομική έκθεση που υποβάλλει ο γενικός διευθυντής και προβαίνει στη διατύπωση σχετικών συστάσεων προς το Γενικό Συμβούλιο. Η ετήσια πρόβλεψη του προϋπολογισμού εγκρίνεται από το Γενικό Συμβούλιο.
2.  

Η Επιτροπή για τον Προϋπολογισμό, τα Οικονομικά και τη Διοίκηση προτείνει στο Γενικό Συμβούλιο τη θέσπιση δημοσιονομικών ρυθμίσεων, οι οποίες περιλαμβάνουν διατάξεις που καθορίζουν:

α) 

την κλίμακα των συνεισφορών που αντιστοιχούν στην κατανομή των δαπανών του ΠΟΕ μεταξύ των μελών του· και

β) 

τα μέτρα που λαμβάνονται έναντι των μελών που καθυστερούν την καταβολή της εν λόγω συνεισφοράς.

Οι δημοσιονομικές ρυθμίσεις βασίζονται, στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, στις ρυθμίσεις και τις πρακτικές της GΑΤΤ του 1947.

3.  
Το Γενικό Συμβούλιο εγκρίνει το δημοσιονομικό κανονισμό και την ετήσια πρόβλεψη του προϋπολογισμού με πλειοψηφία των δύο τρίτων, η οποία περιλαμβάνει περισσότερα από τα μισά μέλη του ΠΟΕ.
4.  
Κάθε μέλος καταβάλλει αμέσως στον ΠΟΕ το μέρος των δαπανών του ΠΟΕ που του αναλογεί, σύμφωνα με το δημοσιονομικό κανονισμό που έχει εγκρίνει το Γενικό Συμβούλιο.

Άρθρο VIII

Καθεστώς του ΠΟΕ

1.  
Ο ΠΟΕ είναι νομικό πρόσωπο. Κάθε μέλος παρέχει σ' αυτόν την ικανότητα δικαίου που απαιτείται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.
2.  
Κάθε μέλος του ΠΟΕ παρέχει σ' αυτόν τα προνόμια και τις ασυλίες που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.
3.  
Κάθε μέλος του ΠΟΕ παρέχει στους υπαλλήλους αυτού και στους εκπροσώπους των μελών του τα προνόμια και τις ασυλίες που απαιτούνται για την ανεξάρτητη άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο του ΠΟΕ.
4.  
Τα προνόμια και οι ασυλίες που είναι ανάγκη να παρέχονται από τα μέλη στον ΠΟΕ, στους υπαλλήλους του και τους εκπροσώπους των μελών του ομοιάζουν με τα προνόμια και τις ασυλίες που καθορίζονται στη σύμβαση για τα προνόμια και τις ασυλίες των ειδικευμένων υπηρεσιών, που εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 21 Νοεμβρίου 1947.
5.  
Ο ΠΟΕ μπορεί να συνάψει συμφωνία για την έδρα του οργανισμού.

Άρθρο IX

Λήψη των αποφάσεων

1.  
Ο ΠΟΕ εφαρμόζει την πρακτική της λήψης αποφάσεων με συναίνεση την οποία καθιέρωσε η GΑΤΤ του 1947 ( 1 ). Αν δεν προβλέπεται άλλως, σε περίπτωση που δεν είναι δυνατό να ληφθεί απόφαση με συναίνεση, το όργανο αποφασίζει επί του θέματος με ψηφοφορία. Στις συνεδριάσεις της υπουργικής συνδιάσκεψης και του Γενικού Συμβουλίου, σε κάθε μέλος του ΠΟΕ αναλογεί μία ψήφος. Όταν οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες ασκούν το δικαίωμα ψήφου, αντιστοιχεί σ' αυτές αριθμός ψήφων ίσος με τον αριθμό των κρατών μελών τους ( 2 ) που αποτελούν μέλη του ΠΟΕ. Οι αποφάσεις της υπουργικής συνδιάσκεψης και του Γενικού Συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία των ψηφισάντων μελών, εκτός αν προβλέπεται άλλως στην παρούσα συμφωνία ή στη-σχετική πολυμερή εμπορική συμφωνία ( 3 ).
2.  
Μόνον η υπουργική συνδιάσκεψη και το Γενικό Συμβούλιο έχουν εξουσία να προβαίνουν σε ερμηνεία της παρούσας συμφωνίας και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών. Σε περίπτωση ερμηνείας πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1, ασκούν την εξουσία αυτή βάσει σύστασης του Συμβουλίου το οποίο εποπτεύει τη λειτουργία της σχετικής συμφωνίας. Η απόφαση για τη διατύπωση ερμηνείας λαμβάνεται με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται κατά τρόπο που δεν θίγει τις διατάξεις του άρθρου Χ για τις τροποποιήσεις.
3.  

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί να αποφασίζει την απαλλαγή μέλους από υποχρέωση που επιβάλλεται από την παρούσα συμφωνία ή από οποιαδήποτε άλλη εμπορική συμφωνία, υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική απόφαση λαμβάνεται από τα τρία τέταρτα ( 4 ) των μελών — εκτός αν προβλέπεται άλλως στην παρούσα παράγραφο.

α) 

Αίτηση για απαλλαγή σχετικά με την παρούσα συμφωνία υποβάλλεται στην υπουργική συνδιάσκεψη προς εξέταση σύμφωνα με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων με συναίνεση. Η υπουργική συνδιάσκεψη τάσσει προθεσμία η οποία δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες, εντός της οποίας εξετάζεται η αίτηση. Αν, εντός της προθεσμίας αυτής, δεν επιτευχθεί συναίνεση, η απόφαση για παραχώρηση απαλλαγής λαμβάνεται από τα τρία τέταρτα των μελών.

β) 

Αίτηση για απαλλαγή σχετικά με τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1Α, 1Β, ή 1Γ και τα παραρτήματά τους υποβάλλεται αρχικά στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, το Συμβούλιο για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών ή το Συμβούλιο για τα ΤRΙΡ, αντίστοιχα, για να εξεταστεί κατά τη διάρκεια προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες. Κατά τη λήξη της προθεσμίας, το σχετικό συμβούλιο υποβάλλει έκθεση στην υπουργική συνδιάσκεψη.

4.  
Κάθε απόφαση της υπουργικής συνδιάσκεψης που παραχωρεί απαλλαγή αναφέρει τις εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την απόφαση, τους γενικούς και ειδικούς όρους που διέπουν την εφαρμογή της απαλλαγής, καθώς και την ημερομηνία κατά την οποία λήγει η απαλλαγή. Κάθε απαλλαγή που παραχωρείται για περίοδο μεγαλύτερη του ενός έτους επανεξετάζεται από την υπουργική συνδιάσκεψη το αργότερο ένα έτος μετά την παραχώρησή της και στη συνέχεια μία φορά κατ' έτος μέχρις ότου παύσει να ισχύει. Σε κάθε επανεξέταση, η υπουργική συνδιάσκεψη εξετάζει αν εξακολουθούν να υφίστανται οι εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την απαλλαγή και αν πληρούνται οι γενικοί και ειδικοί όροι που συνοδεύουν την παραχώρησή της. Η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί, στο πλαίσιο της ετήσιας επανεξέτασης, να παρατείνει, να τροποποιήσει ή να επιφέρει τη λήξη απαλλαγής.
5.  
Οι αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που αφορούν ερμηνεία των διατάξεων ή απαλλαγές, διέπονται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας.

Άρθρο Χ

Τροποποιήσεις

1.  
Οποιοδήποτε μέλος του ΠΟΕ μπορεί να διατυπώσει, ενώπιον της υπουργικής συνδιάσκεψης, πρόταση για τροποποίηση των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας ή των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1. Τα Συμβούλια που αναφέρονται στο άρθρο IV παράγραφος 5 δύνανται επίσης να υποβάλουν στην υπουργική συνδιάσκεψη προτάσεις για τροποποίηση των διατάξεων των αντίστοιχων πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1 και των οποίων την εφαρμογή αυτά εποπτεύουν. Οι αποφάσεις της υπουργικής συνδιάσκεψης για υποβολή της προτεινόμενης τροποποίησης στα μέλη προς αποδοχή λαμβάνεται με συναίνεση εντός 90 ημερών μετά την επίσημη διατύπωση της πρότασης ενώπιον της υπουργικής συνδιάσκεψης, εκτός αν η τελευταία αποφασίσει την πάροδο μεγαλύτερης περιόδου. Η απόφαση αυτή καθορίζει αν εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3 ή 4, εκτός από την περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 2, 5 και 6. Αν επιτευχθεί συναίνεση, η υπουργική συνδιάσκεψη υποβάλλει στη συνέχεια την προτεινόμενη τροποποίηση στα μέλη προς αποδοχή. Αν δεν επιτευχθεί συναίνεση κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της υπουργικής συνδιάσκεψης εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η υπουργική συνδιάσκεψη αποφασίζει με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών αν θα υποβάλει την προτεινόμενη τροποποίηση στα μέλη προς αποδοχή. Με εξαίρεση τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2, 5 και 6, οι διατάξεις της παραγράφου 3 εφαρμόζονται στην προτεινόμενη τροποποίηση, εκτός αν η υπουργική συνδιάσκεψη αποφασίσει με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών ότι ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου 4.
2.  

Οι τροποποιήσεις των διατάξεων του παρόντος άρθρου και των διατάξεων των άρθρων που αναφέρονται στη συνέχεια αρχίζουν να ισχύουν μόνον αφού γίνουν αποδεκτές από όλα τα μέλη:

άρθρο IX της παρούσας συμφωνίας,
άρθρα I και II της GΑΤΤ του 1994,
άρθρο II παράγραφος 1 της GΑΤS,
άρθρο 4 της συμφωνίας για τα ΤRΙΡ.
3.  
Τροποποιήσεις των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας ή των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1Α και 1Γ, εκτός από αυτές που απαριθμούνται στις παραγράφους 2 και 6, χαρακτήρα τέτοιου που θα μπορούσε να αλλάξει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών, ισχύουν για τα μέλη που τις έχουν αποδεχθεί, εφόσον αυτά έχουν λάβει σχετική απόφαση με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών καθώς και για κάθε άλλο μέλος που τις αποδέχεται. Η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί να αποφασίσει με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών ότι κάθε τροποποίηση που αρχίζει να ισχύει βάσει της παρούσας παραγράφου συνεπάγεται ότι κάθε μέλος που δεν την αποδέχθηκε εντός της προθεσμίας που όρισε η υπουργική συνδιάσκεψη για κάθε περίπτωση είναι ελεύθερο να αποχωρήσει από τον ΠΟΕ ή να παραμείνει μέλος με τη συγκατάθεση της υπουργικής συνδιάσκεψης.
4.  
Τροποποιήσεις των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας ή των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1Α και 1Γ, εκτός από αυτές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 6, που δεν μεταβάλλουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών, αρχίζουν να ισχύουν για όλα τα μέλη, εφόσον τις αποδεχθούν τα δύο τρίτα των μελών.
5.  
Με εξαίρεση τα προβλεπόμενα στην προαναφερθείσα παράγραφο 2, οι τροποποιήσεις των μερών I, II και III της GΑΤS και των σχετικών παραρτημάτων ισχύουν για τα μέλη που τις αποδέχθηκαν με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών καθώς και για τα μέλη που τις αποδέχονται. Η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί να αποφασίσει με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών ότι κάθε τροποποίηση που άρχισε να ισχύει σύμφωνα με την προηγούμενη διάταξη συνεπάγεται ότι οποιοδήποτε μέλος δεν την αποδέχθηκε εντός της προθεσμίας που έχει ορίσει η υπουργική συνδιάσκεψη για κάθε περίπτωση, είναι ελεύθερο να αποχωρήσει από τον ΠΟΕ ή να παραμείνει μέλος με τη συγκατάθεση της υπουργικής συνδιάσκεψης. Οι τροποποιήσεις των μερών IV, V και VI της GΑΤS και των σχετικών παραρτημάτων ισχύουν για όλα τα μέλη αφού γίνουν αποδεκτές από τα δύο τρίτα των μελών.
6.  
Με την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων του παρόντος άρθρου, οι τροποποιήσεις των διατάξεων της συμφωνίας για τα ΤRΙΡ που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του άρθρου 71 παράγραφος 2 είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτές από την υπουργική συνδιάσκεψη χωρίς περαιτέρω τυπική διαδικασία αποδοχής.
7.  
Τα μέλη που αποδέχονται οποιαδήποτε τροποποίηση της παρούσας συμφωνίας ή πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1 καταθέτουν πράξη αποδοχής στο γενικό γραμματέα του ΠΟΕ εντός της προθεσμίας αποδοχής που έχει οριστεί από την υπουργική συνδιάσκεψη.
8.  
Οποιοδήποτε μέλος του ΠΟΕ μπορεί να υποβάλει στην υπουργική συνδιάσκεψη πρόταση για τροποποίηση των διατάξεων των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 2 και 3. Η απόφαση έγκρισης των τροποποιήσεων των διατάξεων πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 2 λαμβάνεται με συναίνεση και οι εν λόγω τροποποιήσεις ισχύουν για όλα τα μέλη μετά την αποδοχή τους από την υπουργική συνδιάσκεψη. Οι αποφάσεις που εγκρίνουν τροποποιήσεις της πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 3 ισχύουν έναντι όλων των μελών, αφού γίνουν αποδεκτές από την υπουργική συνδιάσκεψη.
9.  
Η υπουργική συνδιάσκεψη, μετά από αίτηση των μελών που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη εμπορικής συμφωνίας, είναι δυνατό να αποφασίζει, αποκλειστικά με συναίνεση, για την προσθήκη της συμφωνίας αυτής στο παράρτημα 4. Η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί, μετά από αίτηση των συμβαλλομένων μερών της πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας, να αποφασίσει τη διαγραφή της συμφωνίας αυτής από το παράρτημα 4.
10.  
Οι τροποποιήσεις πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας διέπονται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας.

Άρθρο XI

Ιδρυτικά μέλη

1.  
Τα συμβαλλόμενα μέρη της GΑΤΤ του 1947 την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας καθώς και οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες, που αποδέχονται την παρούσα συμφωνία και τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες και για τις οποίες επισυνάπτονται πίνακες παραχωρήσεων και υποχρεώσεων στην GΑΤΤ του 1994 και πίνακες ειδικών υποχρεώσεων στην GΑΤS, καθίστανται ιδρυτικά μέλη του ΠΟΕ.
2.  
Από τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, που αναγνωρίζονται ως τέτοιες από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, θα ζητηθεί να αναλάβουν υποχρεώσεις και να προβούν σε παραχωρήσεις στο βαθμό που αυτές συμβιβάζονται με την ανάπτυξή τους, τις χρηματοδοτικές και εμπορικές ανάγκες τους ή τις διοικητικές και θεσμικές τους ικανότητες.

Άρθρο XII

Προσχώρηση

1.  
Οποιοδήποτε κράτος ή χωριστό τελωνειακό έδαφος που διαθέτει πλήρη αυτονομία για το χειρισμό των εξωτερικών εμπορικών του σχέσεων και των λοιπών θεμάτων που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία και στις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες έχει τη δυνατότητα να προσχωρήσει στην παρούσα συμφωνία υπό τους όρους που πρόκειται να συμφωνηθούν μεταξύ αυτού και του ΠΟΕ. Η προσχώρηση αυτή ισχύει για την παρούσα συμφωνία.
2.  
Οι αποφάσεις για την προσχώρηση λαμβάνονται από την υπουργική συνδιάσκεψη. Η υπουργική συνδιάσκεψη εγκρίνει τη συμφωνία για προσχώρηση με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του ΠΟΕ.
3.  
Η προσχώρηση σε πλειομερή εμπορική συμφωνία διέπεται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας.

Άρθρο XIII

Μη εφαρμογή των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών μεταξύ συγκεκριμένων μελών

1.  
Η παρούσα συμφωνία και οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1 και 2 δεν εφαρμόζονται μεταξύ δύο μελών αν οποιοδήποτε από τα δύο δηλώσει, κατά τη στιγμή που γίνεται μέλος, ότι δεν συμφωνεί με την εν λόγω εφαρμογή.
2.  
Μπορεί να γίνει επίκληση της παραγράφου 1 μεταξύ ιδρυτικών μελών του ΠΟΕ, τα οποία ήταν συμβαλλόμενα μέρη της GΑΤΤ του 1947, μόνον εφόσον τα συμβαλλόμενα αυτά μέρη είχαν επικαλεστεί νωρίτερα το άρθρο XXXV της συμφωνίας αυτή, το οποίο ίσχυε μεταξύ τους κατά τη στιγμή θέσης σε ισχύ έναντι αυτών της παρούσας συμφωνίας.
3.  
Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μεταξύ ενός μέλους και ενός άλλου μέλους το οποίο προσχώρησε βάσει του άρθρου XII μόνον εφόσον το μέλος που δεν συμφωνεί με την εφαρμογή ενημέρωσε την υπουργική συνδιάσκεψη σχετικά προτού αυτή εγκρίνει τη συμφωνία για τους όρους προσχώρησης.
4.  
Η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί να επανεξετάσει τη λειτουργία του παρόντος άρθρου σε συγκεκριμένες περιπτώσεις μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους και να προβεί στη διατύπωση των κατάλληλων συστάσεων.
5.  
Η μη εφαρμογή πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας μεταξύ συμβαλλομένων μερών της εν λόγω συμφωνίας διέπεται από τις διατάξεις αυτής.

Άρθρο XIV

Αποδοχή, θέση σε ισχύ και κατάθεση

1.  
Η παρούσα συμφωνία προσφέρεται προς αποδοχή, με υπογραφή ή άλλο τρόπο, εκ μέρους των συμβαλλομένων μερών της GΑΤΤ του 1947 και των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που είναι δυνατό να γίνουν ιδρυτικά μέλη του ΠΟΕ σύμφωνα με το άρθρο XI της παρούσας συμφωνίας. Η αποδοχή αυτή ισχύει όσον αφορά την παρούσα συμφωνία και τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες που επισυνάπτονται σ' αυτή. Η παρούσα συμφωνία και οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες που επισυνάπτονται σ' αυτή τίθενται σε ισχύ την ημερομηνία που καθορίζεται από τους υπουργούς, σύμφωνα με την παράγραφο 3 της τελικής πράξης η οποία περιλαμβάνει τα αποτελέσματα των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης· η αποδοχή αυτών θα είναι δυνατή για χρονικό διάστημα δύο ετών μετά την εν λόγω ημερομηνία, εκτός αν οι υπουργοί λάβουν διαφορετική απόφαση. Αποδοχή μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας θα αρχίσει να ισχύει την 30ή ημέρα μετά την ημερομηνία της αποδοχής αυτής.
2.  
Το μέλος που αποδέχεται την παρούσα συμφωνία μετά τη θέση της σε ισχύ εφαρμόζει τις παραχωρήσεις και τις υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες και οι οποίες πρόκειται να εφαρμοστούν κατά τη διάρκεια περιόδου που αρχίζει με τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας, σαν να είχε αποδεχθεί την παρούσα συμφωνία την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της.
3.  
Μέχρις ότου η παρούσα συμφωνία τεθεί σε ισχύ, το κείμενο αυτής καθώς και εκείνο των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών κατατίθενται στο γενικό γραμματέα των Συμβαλλόμενων Μέρων της GΑΤΤ του 1947. Ο γενικός γραμματέας παρέχει αμέσως πιστό επικυρωμένο αντίγραφο της παρούσας συμφωνίας και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών, καθώς και γνωστοποίηση της αποδοχής καθεμιάς από αυτές, σε κάθε κυβέρνηση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που έχει αποδεχθεί την παρούσα συμφωνία. Η παρούσα συμφωνία και οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες, καθώς και οι τροποποιήσεις τους, κατατίθενται, κατά τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας, στο γενικό γραμματέα του ΠΟΕ.
4.  
Η αποδοχή και η θέση σε ισχύ πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας διέπονται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας. Συμφωνίες αυτής της μορφής κατατίθενται στο γενικό γραμματέα των Συμβαλλόμενων Μέρων της GΑΤΤ του 1947. Μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας τέτοιες συμφωνίες κατατίθενται στο γενικό γραμματέα του ΠΟΕ.

Άρθρο XV

Αποχώρηση

1.  
Κάθε μέλος μπορεί να αποχωρήσει από την παρούσα συμφωνία. Μια τέτοια αποχώρηση ισχύει τόσο για την παρούσα συμφωνία όσο και για τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες και αρχίζει να ισχύει μετά την πάροδο έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία γραπτή γνωστοποίηση της αποχώρησης παραλαμβάνεται από το γενικό γραμματέα του ΠΟΕ.
2.  
Η αποχώρηση από πλειομερή εμπορική συμφωνία διέπεται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας.

Άρθρο XVI

Διάφορες διατάξεις

1.  
Με εξαίρεση τις περιπτώσεις όπου η παρούσα συμφωνία ή οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες ορίζουν άλλως, ο ΠΟΕ διέπεται από τις αποφάσεις, τις διαδικασίες και τις συνήθεις πρακτικές των Συμβαλλόμενων Μέρων της GΑΤΤ του 1947 και των οργάνων που είχαν θεσπιστεί στο πλαίσιο της GΑΤΤ του 1947.
2.  
Στον επιτρεπόμενο βαθμό, η Γραμματεία της GΑΤΤ του 1947 γινεται Γραμματεία του ΠΟΕ και ο γενικός διευθυντής των Συμβαλλόμενων Μέρων της GΑΤΤ του 1947 εκτελεί χρέη γενικού διευθυντή του ΠΟΕ, μέχρις ότου η υπουργική συνδιάσκεψη ορίσει γενικό διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο VI παράγραφος 2 της παρούσας συμφωνίας.
3.  
Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ διατάξεων της παρούσας συμφωνίας και διατάξεων κάθε άλλης πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας, υπερισχύει η διάταξη της παρούσας συμφωνίας στο βαθμό που το απαιτεί η σύγκρουση.
4.  
Κάθε κράτος μέλος υποχρεούται να διασφαλίζει ότι οι νόμοι, οι ρυθμίσεις και οι διοικητικές του διαδικασίες συμβαδίζουν με τις υποχρεώσεις του, όπως αυτές προβλέπονται στις επισυναπτόμενες συμφωνίες.
5.  
Δεν επιτρέπεται η διατύπωση επιφυλάξεων για καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας. Επιφυλάξεις για οποιαδήποτε από τις διατάξεις των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών είναι δυνατό να διατυπωθούν μόνο στο βαθμό που αυτό προβλέπεται στις εν λόγω συμφωνίες. Οι επιφυλάξεις όσον αφορά διάταξη πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας διέπονται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας.
6.  
Η παρούσα συμφωνία καταχωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 102 του Χάρτη του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.

Εγινε στο Μαρακές, στις δεκαπέντε Απριλίου χίλια εννιακόσια ενενήντα τέσσερα, σε ένα μόνο αντίτυπο, στην αγγλική, γαλλική και ισπανική γλώσσα και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

Επεξηγηματικές σημειώσεις:

Οι όροι «χώρα» ή «χώρες» όπως χρησιμοποιούνται στην παρούσα συμφωνία και τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες θεωρείται ότι περιλαμβάνουν κάθε χωριστό τελωνειακό έδαφος που αποτελεί μέλος του ΠΟΕ.

Στην περίπτωση χωριστού τελωνειακού εδάφους που αποτελεί μέλος του ΠΟΕ, όπου κάποια έκφραση της παρούσας συμφωνίας και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών συνοδεύεται από τον όρο «εθνικός», θεωρείται ότι η έκφραση αυτή αναφέρεται στο εν λόγω τελωνειακό έδαφος εκτός αν ορίζεται άλλως.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΩΝ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1Α:

Πολυμερείς συμφωνίες εμπορευματικών συναλλαγών

Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου του 1994

Συμφωνία για τη γεωργία

Συμφωνία για την εφαρμογή μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας

Συμφωνία για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης

Συμφωνία για τα τεχνικά εμπόδια στο εμπόριο

Συμφωνία για τα επενδυτικά μέτρα στον τομέα του εμπορίου

Συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VI της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994

Συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994

Συμφωνία για τον έλεγχο πριν από την αποστολή

Συμφωνία για τους κανόνες καταγωγής

Συμφωνία για τις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής

Συμφωνία για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα

Συμφωνια για τισ επιδοτησεισ στον τομεα τησ αλιειασ

Συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1Β:

Γενική Συμφωνία για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών και παραρτήματα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1Γ:

Συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

Μνημόνιο συμφωνίας για τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

Μηχανισμός ελέγχου εμπορικών πολιτικών

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4

Agreement on Government Procurement

International Dairy Arrangement

Arrangement regarding bovine meat

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1Α

ΠΟΛΥΜΕΡΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

Γενική επεξηγηματική σημείωση για το παράρτημα 1Α:

Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ διάταξης της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994 και διάταξης άλλης συμφωνίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (η οποία καλείται εφεξής «συμφωνία για τον ΠΟΕ»), υπερισχύει η διάταξη της άλλης συμφωνίας στο βαθμό μόνο που απαιτείται για την αντιμετώπιση της σύγκρουσης.

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

1. Η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου του 1994 (καλούμενη εφεξής «GΑΤΤ του 1994») περιλαμβάνει:

α) 

τις διατάξεις της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου της 30ής Οκτωβρίου 1947, που επισυνάπτεται στην τελική πράξη που εγκρίθηκε κατά την ολοκλήρωση της δεύτερης συνόδου της προπαρασκευαστικής επιτροπής της Συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Απασχόληση (εκτός από το πρωτόκολλο προσωρινής εφαρμογής), όπως διορθώθηκε, τροποποιήθηκε ή αναθεωρήθηκε μέσω των νομικών πράξεων που τέθηκαν σε ισχύ πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ·

β) 

τις διατάξεις των νομικών πράξεων που παρατίθενται στη συνέχεια οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ στο πλαίσιο της GΑΤΤ του 1947 πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ:

i) 

πρωτόκολλα και βεβαιώσεις που αφορούν δασμολογικές παραχωρήσεις, και

ii) 

πρωτόκολλα προσχώρησης [εκτός από τις διατάξεις α) που αφορούν προσωρινή εφαρμογή και παραίτηση από προσωρινή εφαρμογή και β) που προβλέπουν ότι το μέρος II της GΑΤΤ του 1947 εφαρμόζεται προσωρινά στο βαθμό που δεν συγκρούεται με την ισχύουσα νομοθεσία κατά την ημερομηνία του πρωτοκόλλου],

iii) 

αποφάσεις για απαλλαγές που έχουν παραχωρηθεί βάσει του άρθρου XXV της GΑΤΤ του 1947 και εξακολουθούν να ισχύουν κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ( 5 ),

iv) 

άλλες αποφάσεις των Συμβαλλόμενων Μέρων της GΑΤΤ του 1947·

γ) 

τα παρακάτω μνημόνια συμφωνιών:

i) 

μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου II παράγραφος 1 στοιχείο β) της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994,

ii) 

μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου XVII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994,

iii) 

μνημόνιο συμφωνίας για τις διατάξεις περί ισοζυγίου πληρωμών της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994,

iv) 

μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου XXIV της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994,

v) 

μνημόνιο συμφωνίας για τις απαλλαγές από υποχρεώσεις στο πλαίσιο της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994,

vi) 

μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994·

δ) 

το πρωτόκολλο του Μαρακές που προσαρτάται στην GΑΤΤ του 1994.

2. Επεξηγηματικές σημειώσεις

α) 

Η έκφραση «συμβαλλόμενο μέρος» στις διατάξεις της GΑΤΤ του 1994 θεωρείται ότι αναφέρεται σε «μέλος». Τα «λιγότερο ανεπτυγμένα συμβαλλόμενα μέρη» και «ανεπτυγμένα συμβαλλόμενα μέρη» θεωρείται ότι αναφέρονται σε «αναπτυσσόμενες χώρες μέλη» και «ανεπτυγμένες χώρες μέλη». Ο «εκτελεστικός γραμματέας» θεωρείται ότι αναφέρεται στο «γενικό γραμματέα του ΠΟΕ».

β) 

Οι αναφορές στα Συμβαλλόμενα Μέρη που ενεργούν από κοινού στα άρθρα XV παράγραφος 1, XV παράγραφος 2, XV παράγραφος 8, XXXVIII και οι σημειώσεις για τα άρθρα XII και XVIII, καθώς και οι διατάξεις για τις συμφωνίες ειδικών συναλλαγών στα άρθρα XV παράγραφος 2, XV παράγραφος 3, XV παράγραφος 6, XV παράγραφος 7 και XV παράγραφος 9 της GΑΤΤ του 1994 θεωρείται ότι αφορούν τον ΠΟΕ. Οι λοιπές αρμοδιότητες που αναθέτει η GΑΤΤ του 1994 στα Συμβαλλόμενα Μέρη που ενεργούν από κοινού κατανέμονται από την υπουργική συνδιάσκεψη.

γ) 
i) 

Το κείμενο της GΑΤΤ του 1994 είναι αυθεντικό στην αγγλική, γαλλική και ισπανική γλώσσα.

ii) 

Οι όροι του κειμένου της GΑΤΤ του 1994 στη γαλλική γλώσσα διορθώνονται σύμφωνα με το παράρτημα Α του εγγράφου ΜΤΝ.ΤΝC/41.

iii) 

Το αυθεντικό κείμενο της GΑΤΤ του 1994 στην ισπανική γλώσσα είναι το κείμενο που περιλαμβάνεται στον τόμο IV της σειράς ΒΙSD (Βasic Instruments and Selected Documents), υπό την προϋπόθεση διόρθωσης των όρων σύμφωνα με το παράρτημα Β του εγγράφου ΜΤΝ.ΤΝC/41.

3.

 
α) 

Οι διατάξεις του μέρους II της GΑΤΤ του 1994 δεν εφαρμόζονται σε μέτρα που έχουν ληφθεί από κάποιο μέλος βάσει ειδικής υποχρεωτικής νομοθεσίας, που θεσπίστηκε από το εν λόγω μέλος προτού αυτό γίνει συμβαλλόμενο μέρος της GΑΤΤ του 1947, και η οποία απαγορεύει τη χρησιμοποίηση, την πώληση ή τη μίσθωση σκαφών, που έχουν κατασκευαστεί ή επισκευαστεί εκτός του εδάφους του, σε εμπορικές εφαρμογές μεταξύ σημείων στα εθνικά ύδατα ή στα ύδατα αποκλειστικής οικονομικής ζώνης. Η εξαίρεση αυτή ισχύει για: α) τη συνέχιση ή την ταχεία ανανέωση μη συμβατής διάταξης αυτής της νομοθεσίας και β) την τροποποίηση μη συμβατής διάταξης της εν λόγω νομοθεσίας, εφόσον η τροποποίηση δεν μειώνει τη συμφωνία της διάταξης με το μέρος II της GΑΤΤ του 1947. Η εξαίρεση αυτή περιορίζεται σε μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο της προαναφερθείσας νομοθεσίας, η οποία γνωστοποιείται και διευκρινίζεται πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Σε περίπτωση που η νομοθεσία αυτή τροποποιείται στη συνέχεια με αποτέλεσμα να μη συμφωνεί πλήρως με το μέρος II της GΑΤΤ του 1994, δεν καλύπτεται πλέον από την παρούσα παράγραφο.

β) 

Η υπουργική συνδιάσκεψη επανεξετάζει την εξαίρεση αυτή το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και στη συνέχεια κάθε δύο έτη για όσο χρονικό διάστημα ισχύει η εξαίρεση με σκοπό να εξετάζεται αν εξακολουούν να ισχύουν οι συνθήκες που δημιούργησαν την ανάγκη για την εξαίρεση.

γ) 

Το μέλος, τα μέτρα του οποίου καλύπτονται από την εξαίρεση αυτή, υποβάλλει μία φορά κατ' έτος λεπτομερή στατιστικά στοιχεία για την κίνηση, σε πενταετή βάση, των πραγματικών και αναμενόμενων προμηθειών των σχετικών σκαφών καθώς και συμπληρωματικά στοιχεία για τη χρησιμοποίηση, την αγορά, τη μίσθωση ή την επισκευή σκαφών που καλύπτονται από αυτή την εξαίρεση.

δ) 

Το μέλος που θεωρεί ότι η εξαίρεση αυτή λειτουργεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να δικαιολογεί τον αμοιβαίο και ανάλογο περιορισμό της χρησιμοποίησης, της πώλησης, της μίσθωσης ή της επισκευής σκαφών που κατασκευάστηκαν στο έδαφος του μέλους που επικαλείται την εξαίρεση, έχει το δικαίωμα να θεσπίσει τέτοιους περιορισμούς υπό την προϋπόθεση ότι θα ενημερώσει προηγουμένως την υπουργική συνδιάσκεψη.

ε) 

Η εξαίρεση αυτή εφαρμόζεται με την επιφύλαξη λύσεων, όσον αφορά ειδικά νομοθετικά ζητήματα που καλύπτονται από την εξαίρεση αυτή, οι οποίες αποτελούν το αντικείμενο διαπραγματεύσεων για τη σύναψη επιμέρους συμφωνιών ή σε άλλο πλαίσιο.

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ Π ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΣΤΟΙΧΕΙΟ β) ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

ΤΑ ΜΕΛΗ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. Για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια των νομικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο II παράγραφος 1 στοιχείο β), η φύση και το επίπεδο των «δασμών και λοιπών φόρων» που εισπράττονται για παγιοποιημένες δασμολογικές κλάσεις, που αναφέρονται στην εν λόγω διάταξη, αναγράφονται στους πίνακες παραχωρήσεων που επισυνάπτονται στην GΑΤΤ του 1994 απέναντι από τη δασμολογική κλάση για την οποία ισχύουν. Εννοείται ότι η αναγραφή αυτή δεν αλλάζει το νομικό χαρακτήρα των «δασμών και λοιπών φόρων».

2. Η ημερομηνία κατά την οποία παγιοποιούνται οι «δασμοί και λοιποί φόροι» είναι η 15η Απριλίου 1994. Οι «δασμοί και λοιποί φόροι», λοιπόν, αναγράφονται στους πίνακες στο ύψος που έχουν την ημερομηνία αυτή. Σε κάθε μεταγενέστερη επαναδιαπραγμάτευση παραχώρησης ή διαπραγμάτευση νέας παραχώρησης, η ημερομηνία εφαρμογής όσον αφορά τη σχετική δασμολογική κλάση είναι η ημερομηνία προσθήκης της νέας παραχώρησης στον κατάλληλο πίνακα. Ωστόσο, η ημερομηνία της πράξης μέσω της οποίας κάποια παραχώρηση για συγκεκριμένη δασμολογική κλάση ενσωματώθηκε για πρώτη φορά στην GΑΤΤ του 1947 ή του 1994 εξακολουθεί να περιλαμβάνεται στη στήλη 6 των πινάκων με κινητά φύλλα.

3. Για όλες τις παγιοποιήσεις δασμών καταχωρούνται «δασμοί και λοιποί φόροι».

4. Σε περίπτωση που κάποια δασμολογική κλάση αποτέλεσε το αντικείμενο προηγούμενης παραχώρησης, το ύψος των «δασμών και λοιπών φόρων» που αναγράφεται στον κατάλληλο πίνακα δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ύψος της πρώτης αναγραφής της παραχώρησης στον εν λόγω πίνακα. Κάθε μέλος έχει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την ύπαρξη «δασμών και λοιπών φόρων» με βάση το γεγονός ότι δεν υπήρχαν τέτοιοι «δασμοί και λοιποί φόροι» κατά την αρχική παγιοποίηση της σχετικής δασμολογικής κλάσης, καθώς και την αντιστοιχία του εγγεγραμμένου ύψους των «δασμών και λοιπών φόρων» με το ύψος που είχε παγιοποιηθεί παλαιότερα· η αμφισβήτηση αυτή μπορεί να διατυπωθεί κατά τη διάρκεια τριετούς περιόδου μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ή τριετούς περιόδου μετά την ημερομηνία κατάθεσης στο γενικό γραμματέα του ΠΟΕ της πράξης που ενσωματώνει τον εν λόγω πίνακα στην GΑΤΤ του 1994, εφόσον η ημερομηνία αυτή είναι μεταγενέστερη.

5. Η αναγραφή «δασμών και άλλων φόρων» στους πίνακες πραγματοποιείται με την επιφύλαξη της συμφωνίας τους με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την GΑΤΤ του 1994, εκτός από αυτά που αφορά η παράγραφος 4. Όλα τα μέλη διατηρούν το δικαίωμα να αμφισβητήσουν ανά πάσα στιγμή τη συμφωνία «δασμών ή λοιπών φόρων» με τις υποχρεώσεις αυτές.

6. Για τους σκοπούς του παρόντος μνημονίου συμφωνίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως τροποποιήθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

7. Οι «δασμοί και λοιποί φόροι» που δεν περιλαμβάνονταν στον πίνακα κατά τη στιγμή κατάθεσης της πράξης που ενσωματώνει τον εν λόγω πίνακα στην GΑΤΤ του 1994 στο γενικό γραμματέα των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ, όσον αφορά την GΑΤΤ του 1947, μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ή, μετά την ημερομηνία αυτή, στο γενικό γραμματέα του ΠΟΕ, δεν προστίθενται στη συνέχεια σ' αυτόν οι αναγραφόμενοι «δασμοί και λοιποί φόροι» με ύψος χαμηλότερο από εκείνο που ισχύει κατά την ημερομηνία εφαρμογής αποκαθίστανται στο αναγκαίο ύψος μόνον αν οι σχετικές αλλαγές ή προσθήκες πραγματοποιηθούν εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης της πράξης.

8. Η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, σχετικά με την ημερομηνία που ισχύει για κάθε παραχώρηση για την εφαρμογή του άρθρου II παράγραφος 1 στοιχείο β) της GΑΤΤ του 1994, αντικαθιστά την απόφαση σχετικά με την ημερομηνία εφαρμογής η οποία λήφθηκε στις 26 Μαρτίου 1980 (ΒΙSD 27S/24).

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ XVII ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

ΤΑ ΜΕΛΗ,

Έχοντας υπόψη ότι το άρθρο XVII προβλέπει τις υποχρεώσεις των μελών, όσον αφορά τις δραστηριότητες των κρατικών εμπορικών επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο XVII παράγραφος 1, οι οποίες απαιτείται να είναι σύμφωνες με τις γενικές αρχές της μη διακριτικής μεταχείρισης που περιγράφεται στην GΑΤΤ του 1994 για τα κυβερνητικά μέτρα που επηρεάζουν τις εισαγωγές ή τις εξαγωγές από ιδιωτικές επιχειρήσεις,

Έχοντας επίσης υπόψη ότι τα μέλη υπόκεινται στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την GΑΤΤ του 1994 όσον αφορά τα κυβερνητικά μέτρα που έχουν συνέπειες για τις κρατικές εμπορικές επιχειρήσεις,

Αναγνωρίζοντας ότι το παρόν μνημόνιο συμφωνίας πραγματοποιείται με την επιφύλαξη των ουσιαστικών ρυθμίσεων του άρθρου XVII,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. Για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια των δραστηριοτήτων των κρατικών εμπορικών επιχειρήσεων, τα μέλη γνωστοποιούν τη δημιουργία τέτοιων επιχειρήσεων στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, ώστε κάθε περίπτωση να εξετάζεται από την ομάδα εργασίας που θα συσταθεί με βάση την παράγραφο 5, σύμφωνα με τον παρακάτω ορισμό:

«Κρατικές και μη κρατικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των φορέων εμπορίας, στις οποίες έχουν παραχωρηθεί αποκλειστικά ή ειδικά δικαιώματα ή προνόμια, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών που απορρέουν από νομικές ή συμβατικές πράξεις, κατά την άσκηση των οποίων επηρεάζουν, μέσω των αγορών ή των πωλήσεών τους, το επίπεδο ή το περιεχόμενο των εισαγωγών ή των εξαγωγών.»

Αυτή η υποχρέωση γνωστοποίησης δεν ισχύει για τις εισαγωγές προϊόντων που προορίζονται για άμεση ή τελική κατανάλωση στο δημόσιο τομέα ή από επιχείρηση όπως αυτή που περιγράφεται παραπάνω και δεν χρησιμοποιούνται με άλλο τρόπο ούτε μεταπωλούνται ή χρησιμοποιούνται για την παραγωγή εμπορευμάτων που προορίζονται να πωληθούν.

2. Κάθε μέλος επανεξετάζει την πολιτική του, όσον αφορά την υποβολή των γνωστοποιήσεων για τις κρατικές εμπορικές επιχειρήσεις στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. Κατά την επανεξέταση αυτή κάθε μέλος είναι σκόπιμο να εξασφαλίζει τη μέγιστη δυνατή διαφάνεια στις γνωστοποιήσεις του, ώστε να επιτρέπει τη σαφή αξιολόγηση του τρόπου λειτουργίας των επιχειρήσεων, τις οποίες αφορούν οι γνωστοποιήσεις, και της επίδρασης των δραστηριοτήτων τους στο διεθνές εμπόριο.

3. Οι γνωστοποιήσεις πραγματοποιούνται σύμφωνα με το ερωτηματολόγιο για το κρατικό εμπόριο που εκδόθηκε στις 24 Μαΐου 1960 (ΒΙSD, 9S/184-185)· τα μέλη γνωστοποιούν την ύπαρξη των επιχειρήσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1 ανεξάρτητα από το αν έχουν πράγματι διενεργηθεί εισαγωγές ή εξαγωγές.

4. Αν κάποιο μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι κάποιο άλλο μέλος δεν ανταποκρίθηκε σωστά στην υποχρέωση γνωστοποίησης, έχει το δικαίωμα να συζητήσει το θέμα με το ενδιαφερόμενο μέλος. Σε περίπτωση που το ζήτημα δεν διευθετηθεί ικανοποιητικά, το μέλος αυτό μπορεί να προβεί σε αντικοινοποίηση στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών και να υποβάλει αίτημα εξέτασης του θέματος από την ομάδα εργασίας που συστήνεται σύμφωνα με την παράγραφο 5, ενημερώνοντας ταυτόχρονα το ενδιαφερόμενο μέλος.

5. Συστήνεται ομάδα εργασίας, που εκπροσωπεί το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, αρμόδια για την εξέταση των γνωστοποιήσεων και των αντικοινοποιήσεων. Στο πλαίσιο αυτής της εξέτασης και με την επιφύλαξη του άρθρου XVII παράγραφος 4 στοιχείο γ), το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών μπορεί να προβαίνει στη διατύπωση συστάσεων αποβλέποντας στην ορθή υποβολή των γνωστοποιήσεων και την ανάγκη για περισσότερες πληροφορίες. Η ομάδα εργασίας εξετάζει επίσης με βάση τις λαμβανόμενες πληροφορίες την καταλληλότητα του προαναφερθέντος ερωτηματολογίου γα το κρατικό εμπόριο και την κάλυψη των κρατικών εμπορικών επιχειρήσεων των οποίων γνωστοποιείται η δημιουργία σύμφωνα με την παράγραφο 1. Αυτό καταρτίζει επίσης επεξηγηματικό πίνακα με τα. είδη των σχέσεων μεταξύ κυβερνήσεων και επιχειρήσεων και τα είδη των δραστηριοτήτων, που αναλαμβάνουν οι εν λόγω επιχειρήσεις, οι οποίες είναι δυνατό να έχουν σχέση με τους σκοπούς του άρθρου XVII. Η Γραμματεία παρέχει στην ομάδα εργασίας έγγραφο με το ιστορικό των δραστηριοτήτων των κρατικών εμπορικών επιχειρήσεων και τη θέση τους στο διεθνές εμπόριο. Στην ομάδα εργασίας συμμετέχουν όλα τα μέλη που εκφράζουν σχετική επιθυμία. Η ομάδα συνέρχεται εντός έτους από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και στη συνέχεια μία τουλάχιστον φορά το έτος. Υποβάλλει ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητές της στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών ( 6 ).

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΑ TIΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994 ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

ΤΑ ΜΕΛΗ,

Αναγνωρίζοντας τις διατάξεις των άρθρων XII και ΧVIΙΙ:Β της GΑΤΤ του 1994 και της δήλωσης για τα εμπορικά μέτρα που λαμβάνονται για σκοπούς σχετικούς με το ισοζύγιο πληρωμών, που εκδόθηκε στις 28 Νοεμβρίου 1979 (ΒΙSD 26S/205-209, που στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας αναφέρεται ως «δήλωση του 1979»), και με σκοπό τη διευκρίνηση αυτών των διατάξεων ( 7 ),

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Εφαρμογή μέτρων

1. Τα μέλη επιβεβαιώνουν τη δέσμευσή τους να ανακοινώνουν δημοσίως, το ταχύτερο δυνατό, χρονοδιαγράμματα για την κατάργηση περιοριστικών μέτρων κατά την εισαγωγή που λαμβάνονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών. Εννοείται ότι τα χρονοδιαγράμματα αυτά είναι δυνατό να τροποποιούνται με τον κατάλληλο τρόπο, ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις αλλαγές της κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών. Σε περίπτωση που δεν ανακοινώνεται δημοσίως χρονοδιάγραμμα εκ μέρους κάποιου μέλους, το μέλος αυτό υποχρεούται να αναφέρει τους λόγους και να προσκομίζει τις αναγκαίες αποδείξεις.

2. Τα μέλη επιβεβαιώνουν τη δέσμευσή τους να προτιμούν την εφαρμογή μέτρων τα οποία αποδιοργανώνουν στο μικρότερο βαθμό το εμπόριο. Τέτοια μέτρα (που στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας αναφέρονται ως «μέτρα που βασίζονται στις τιμές») θεωρείται ότι περιλαμβάνουν πρόσθετες επιβαρύνσεις ή κατάθεση εγγυήσεων κατά την εισαγωγή ή άλλα ισοδύναμα εμπορικά μέτρα με επιπτώσεις στις τιμές των εισαγόμενων εμπορευμάτων. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου II, εννοείται ότι τα μέτρα που βασίζονται στις τιμές και λαμβάνονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών είναι δυνατό να εφαρμόζονται από κάποιο μέλος καθ' υπέρβαση των δασμών που αναγράφονται στον πίνακα του σχετικού μέλους. Ακόμη, το εν λόγω μέλος υποχρεούται να αναφέρει με ακρίβεια και σαφήνεια το ποσό κατά το οποίο το μέτρο που βασίζεται στις τιμές υπερβαίνει τον παγιοποιημένο δασμό στο πλαίσιο των διαδικασιών γνωστοποίησης που ορίζονται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας.

3. Τα μέλη υποχρεούνται να καταβάλλουν προσπάθεια για την αποφυγή επιβολής νέων ποσοτικών περιορισμών για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών εκτός αν, λόγω κρίσιμης κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών, τα μέτρα που βασίζονται στις τιμές δεν είναι δυνατό να σταματήσουν την έντονη επιδείνωση της κατάστασης των εξωτερικών πληρωμών. Στις περιπτώσεις που κάποιο μέλος εφαρμόζει ποσοτικούς περιορισμούς, αυτό υποχρεούται να αιτιολογεί, προσκομίζοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία, γιατί τα μέτρα που βασίζονται στις τιμές δεν αποτελούν το κατάλληλο μέσο για τη διευθέτηση της κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών. Το μέλος που εξακολουθεί να διατηρεί ποσοτικούς περιορισμούς υποχρεούται να αναφέρει στο πλαίσιο διαδοχικών διαβουλεύσεων την πρόοδο που σημειώνεται όσον αφορά τη σημαντική μείωση των επιπτώσεων και των περιοριστικών αποτελεσμάτων τέτοιων μέτρων. Εννοείται ότι στο ίδιο προϊόν μπορεί να εφαρμοστεί μόνο ένα είδος περιοριστικών μέτρων κατά την εισαγωγή για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών.

4. Τα μέλη επιβεβαιώνουν ότι τα περιοριστικά μέτρα κατά την εισαγωγή που λαμβάνονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών είναι δυνατό να εφαρμόζονται μόνο με σκοπό τον έλεγχο του γενικού επιπέδου των εισαγωγών και δεν είναι δυνατό να υπερβαίνουν το βαθμό που απαιτείται για την αντιμετώπιση της κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών. Για να μειωθούν στο ελάχιστο οποιεσδήποτε συνέπειες προστατευτικού χαρακτήρα, τα μέλη αποφασίζουν την επιβολή περιορισμών με διαφανείς διαδικασίες. Οι αρχές του μέλους εισαγωγής υποχρεούνται να παρέχουν επαρκείς αποδείξεις για τα κριτήρια που οδήγησαν στον προσδιορισμό των προϊόντων που υποβάλλονται σε περιορισμούς. Όπως προβλέπεται στο άρθρο XII παράγραφος 3 και στο άρθρο XVIII παράγραφος 10, τα μέλη έχουν τη δυνατότητα, στην περίπτωση ορισμένων ουσιωδών προϊόντων, να αποκλείσουν ή να περιορίσουν τις πρόσθετες επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στα σύνορα ή άλλα μέτρα που εφαρμόζονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών. Ο όρος «ουσιώδη προϊόντα» θεωρείται ότι περιλαμβάνει τα προϊόντα που εξυπηρετούν βασικές καταναλωτικές ανάγκες ή τα οποία συμβάλλουν στην προσπάθεια του μέλους να βελτιώσει την κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών του, όπως κεφαλαιουχικά αγαθά ή συντελεστές παραγωγής που απαιτούνται για τον παραγωγικό κλάδο. Κατά τον καθορισμό ποσοτικών περιορισμών, τα μέλη προβαίνουν σε διακριτική έκδοση αδειών μόνο όταν αυτό είναι αναπόφευκτο, προσπαθώντας να την καταργήσουν σταδιακά. Απαιτείται η προσκόμιση των κατάλληλων αποδεικτικών στοιχείων όσον αφορά τα κριτήρια στα οποία βασίζεται o καθορισμός των επιτρεπόμενων εισαγόμενων ποσοτήτων ή των αξιών.

Διαδικασίες για τη διενέργεια διαβουλεύσεων σχετικά με το ισοζύγιο πληρωμών

5. Η Επιτροπή για τους Περιορισμούς που έχουν σχέση με το Ισοζύγιο Πληρωμών (καλούμενη στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας «επιτροπή») διενεργεί διαβουλεύσεις για να εξετάζει όλα τα περιοριστικά μέτρα κατά την εισαγωγή που λαμβάνονται με σκοπό την εξυπηρέτηση του ισοζυγίου πληρωμών. Η συμμετοχή στην επιτροπή είναι δυνατή για όλα τα μέλη που εκφράζουν σχετική επιθυμία. Η επιτροπή ακολουθεί τις διαδικασίες διαβουλεύσεων για τους περιορισμούς που έχουν σχέση με το ισοζύγιο πληρωμών, οι οποίες εγκρίθηκαν στις 28 Απριλίου 1970 (ΒΙSD 18S/48-53, που καλούνται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας «πλήρεις διαδικασίες διαβουλεύσεων»), με βάση τις ακόλουθες διατάξεις.

6. Το μέλος που εφαρμόζει νέους περιορισμούς ή αυξάνει το γενικό επίπεδο των περιορισμών που ήδη ισχύουν με ουσιαστική εντατικοποίηση των μέτρων διενεργεί διαβουλεύσεις με την επιτροπή εντός τεσσάρων μηνών από τη θέσπιση τέτοιων μέτρων. Το μέλος που θεσπίζει τέτοια μέτρα μπορεί να ζητεί να διενεργούνται οι διαβουλεύσεις σύμφωνα με το άρθρο XII παράγραφος 4 στοιχείο α) ή το άρθρο XVIII παράγραφος 12 στοιχείο α) κατά περίπτωση. Αν δεν υποβληθεί τέτοιο αίτημα, ο πρόεδρος της επιτροπής καλεί το μέλος να διενεργήσει αυτές τις διαβουλεύσεις. Οι παράγοντες που είναι δυνατό να εξετάζονται κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων είναι, μεταξύ άλλων, η εφαρμογή νέων ειδών περιοριστικών μέτρων για σκοπούς που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών ή η αύξηση του επιπέδου των περιορισμών ή του αριθμού των σχετικών προϊόντων.

7. Όλοι οι περιορισμοί που εφαρμόζονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών υποβάλλονται σε περιοδική εξέταση στο πλαίσιο της επιτροπής βάσει του άρθρου XII παράγραφος 4 στοιχείο β) ή βάσει του άρθρου XVIII παράγραφος 12 στοιχείο β), υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει η δυνατότητα αλλαγής της περιοδικότητας των διαβουλεύσεων με τη σύμφωνη γνώμη του μέλους που ζητεί τη διενέργειά τους ή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προτείνει, ενδεχομένως, το Γενικό Συμβούλιο.

8. Είναι επίσης δυνατό να διεξάγονται διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των απλουστευμένων διαδικασιών που εγκρίθηκαν στις 19 Δεκεμβρίου 1972 (ΒΙSD 20S47-49, που καλούνται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας «απλουστευμένες διαδικασίες διαβουλεύσεων») στην περίπτωση λιγότερο ανεπτυγμένης χώρας μέλους ή στην περίπτωση αναπτυσσόμενης χώρας μέλους που καταβάλλει προσπάθεια απελευθέρωσης σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που υπέβαλε στην επιτροπή κατά τη διενέργεια προηγούμενων διαβουλεύσεων. Οι απλουστευμένες διαδικασίες διαβουλεύσεων είναι επίσης δυνατό να εφαρμοστούν αν η εξέταση της εμπορικής πολιτικής αναπτυσσόμενης χώρας μέλους έχει προγραμματιστεί για το ίδιο ημερολογιακό έτος που έχει οριστεί και για τις διαβουλεύσεις. Σε τέτοιες περιπτώσεις η απόφαση για τo αν πρέπει να χρησιμοποιηθούν πλήρεις διαδικασίες διαβουλεύσεων λαμβάνεται βάσει των παραγόντων που απαριθμούνται στην παράγραφο 8 της δήλωσης του' 1979. Με εξαίρεση την περίπτωση λιγότερο ανεπτυγμένης χώρας μέλους, είναι δυνατό να διενεργηθούν δύο μόνο διαδοχικές διαβουλεύσεις βάσει απλουστευμένων διαδικασιών διαβουλεύσεων.

Γνωστοποίηση και τεκμηρίωση

9. Τα μέλη ανακοινώνουν στο Γενικό Συμβούλιο τη θέσπιση νέων περιοριστικών μέτρων κατά την εισαγωγή που λαμβάνονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών ή τις αλλαγές που επέρχονται όσον αφορά την εφαρμογή τους, καθώς και τις τροποποιήσεις στα χρονοδιαγράμματα για την κατάργηση τέτοιων μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι σημαντικές αλλαγές γνωστοποιούνται στο Γενικό Συμβούλιο το αργότερο 30 ημέρες μετά τη θέσπισή τους. Κάθε μέλος παρέχει μία φορά το έτος στη Γραμματεία συγκεντρωτικές πληροφορίες, στις οποίες περιλαμβάνονται όλες οι αλλαγές νόμων, ρυθμίσεων, πολιτικής ή δημόσιων ανακοινώσεων, τις οποίες καλούνται να εξετάσουν τα μέλη. Οι γνωστοποιήσεις περιλαμβάνουν λεπτομερείς πληροφορίες, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, για τη δασμολογική κλάση, το είδος των εφαρμοζόμενων μέτρων, τα κριτήρια που εφαρμόζονται για τη θέσπιση τους, τα προϊόντα και τα εμπορικά ρεύματα επί των οποίων υπάρχουν επιπτώσεις.

10. Κατ' αίτηση οποιουδήποτε μέλους, οι γνωστοποιήσεις είναι δυνατό να εξετάζονται από την επιτροπή. Η εξέταση αυτή είναι σκόπιμο να περιορίζεται στη διευκρίνηση ειδικών θεμάτων που προκύπτουν από τη γνωστοποίηση ή στην εξέταση του ερωτήματος αν απαιτείται η διενέργεια διαβουλεύσεων βάσει του άρθρου XII παράγραφος 4 στοιχείο α) ή του άρθρου XVIII παράγραφος 12 στοιχείο α). Τα μέλη που έχουν λόγους να πιστεύουν ότι κάποιο περιοριστικό μέτρο κατά την εισαγωγή που εφαρμόζει άλλο μέλος λήφθηκε για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών μπορεί να θέσει το θέμα υπόψη της επιτροπής. Ο πρόεδρος της επιτροπής ζητεί πληροφορίες για το μέτρο αυτό, τις οποίες ανακοινώνει σε όλα τα μέλη. Με την επιφύλαξη του δικαιώματος κάθε μέλους της επιτροπής για την αναζήτηση των κατάλληλων διευκρινήσεων κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, τα προβλήματα είναι δυνατό να υποβάλλονται εκ των προτέρων και να εξετάζονται από το μέλος το οποίο καλείται να συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις.

11. Το μέλος που συμμετέχει σε διαβουλεύσεις συντάσσει ένα βασικό έγγραφο για τις διαβουλεύσεις το οποίο, εκτός από κάθε θεωρούμενη ως σχετική πληροφορία, είναι σκόπιμο να περιλαμβάνει: α) επισκόπηση της κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών και των προοπτικών, καθώς και εξέταση των εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων, που επηρεάζουν την κατάσταση του ισοζυγίου των πληρωμών, και μέτρα εσωτερικής πολιτικής που λαμβάνονται για την αποκατάσταση της ισορροπίας σε υγιή και διαρκή βάση· β) πλήρη περιγραφή των περιορισμών που εφαρμόζονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών, τη νομική τους βάση και τις ενέργειες που γίνονται για τη μείωση των παρεπόμενων προστατευτικών αποτελεσμάτων γ) τα μέτρα που λήφθηκαν από τις τελευταίες διαβουλεύσεις για την απελευθέρωση των περιορισμών κατά την εισαγωγή, στο πλαίσιο των συμπερασμάτων της επιτροπής· δ) ένα σχέδιο για την κατάργηση και την προοδευτική χαλάρωση των εναπομενόντων περιορισμών. Όταν υπάρχει ανάγκη, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται πληροφορίες που περιέχονται σε άλλες γνωστοποιήσεις ή εκθέσεις που υποβάλλονται στον ΠΟΕ. Στο πλαίσιο των απλουστευμένων διαδικασιών διαβουλεύσεων, το μέλος που συμμετέχει σε διαβουλεύσεις υποβάλλει γραπτή αναφορά με τις ουσιώδεις πληροφορίες για τα στοιχεία που καλύπτονται από το βασικό έγγραφο.

12. Για να διευκολύνει τις διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της επιτροπής, η Γραμματεία ετοιμάζει έγγραφο με το ιστορικό, στο οποίο περιέχονται οι διάφορες πτυχές του σχεδίου διαβουλεύσεων. Στην περίπτωση αναπτυσσoμένης χώρας μέλους, το έγγραφο της Γραμματείας περιλαμβάνει τα σχετικά ιστορικά και αναλυτικά στοιχεία για τις επιπτώσεις του εξωτερικού εμπορίου στην κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών και τις προοπτικές όσον αφορά το μέλος που συμμετέχει στις διαβουλεύσεις. Οι υπηρεσίες τεχνικής βοήθειας της Γραμματείας παρέχουν επίσης, μετά από σχετική αίτηση αναπτυσσoμένης χώρας μέλους, βοήθεια για την προετοιμασία του υλικού τεκμηρίωσης για τις διαβουλεύσεις.

Συμπεράσματα των διαβουλεύσεων για το ισοζύγιο πληρωμών

13. Η επιτροπή υποβάλλει έκθεση με τα συμπεράσματά της στο Γενικό Συμβούλιο. Αν έχουν εφαρμοστεί πλήρεις διαδικασίες διαβουλεύσεων, η έκθεση είναι σκόπιμο να αναφέρει τα συμπεράσματα της επιτροπής για τα διάφορα στοιχεία του σχεδίου διαβουλεύσεων, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά και τους λόγους στους οποίους αυτά βασίζονται. Η επιτροπή καταβάλλει προσπάθεια να συμπεριλάβει στα συμπεράσματά της προτάσεις για συστάσεις που αποσκοπούν στην προώθηση της εφαρμογής των άρθρων XII και ΧVIΙΙ:Β, της δήλωσης του 1979 και του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. Σ' αυτές τις περιπτώσεις κατά τις οποίες υποβλήθηκε χρονοδιάγραμμα για την κατάργηση των περιοριστικών μέτρων που λήφθηκαν για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών, το Γενικό Συμβούλιο μπορεί να υποβάλει σύσταση σύμφωνα με την οποία κάποιο μέλος, υιοθετώντας ένα τέτοιο χρονοδιάγραμμα, θεωρείται ότι συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του βάσει της GΑΤΤ του 1994. Όταν το Γενικό Συμβούλιο διατυπώνει συγκεκριμένες συστάσεις, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μελών εκτιμώνται στο πλαίσιο αυτών των συστάσεων. Αν δεν διατυπωθούν συγκεκριμένες προτάσεις για συστάσεις εκ μέρους του Γενικού Συμβουλίου, τα συμπεράσματα της επιτροπής περιλαμβάνουν τις διάφορες απόψεις που εκφράζονται στην επιτροπή. Εφόσον εφαρμόζονται απλουστευμένες διαδικασίες διαβουλεύσεων, η έκθεση είναι ανάγκη να περιλαμβάνει περίληψη των κύριων στοιχείων που συζητήθηκαν από την επιτροπή και απόφαση για το αν χρειάζονται πλήρεις διαδικασίες διαβουλεύσεων.

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ XXIV ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

ΤΑ ΜΕΛΗ,

Έχοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου XXIV της GΑΤΤ του 1994,

Αναγνωρίζοντας ότι οι τελωνειακές ενώσεις και οι ζώνες ελευθέρων συναλλαγών έχουν σημειώσει μεγάλη αύξηση σε αριθμό και σημασία από τη σύναψη της GΑΤΤ του 1947 και καλύπτουν σήμερα σημαντικό τμήμα του παγκόσμιου εμπορίου,

Αναγνωρίζοντας τη συμβολή της μεγαλύτερης προσέγγισης των οικονομιών των συμβαλλομένων μερών αυτών των συμφωνιών στην επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου,

Αναγνωρίζοντας επίσης ότι η συμβολή αυτή θα αυξηθεί αν καταργηθούν οι δασμοί και οι λοιπές περιοριστικές εμπορικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται σε όλες τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των εδαφών που τις αποτελούν, ενώ αντίθετα θα μειωθεί σε περίπτωση που εξαιρεθεί κάποιος σημαντικός εμπορικός τομέας,

Επιβεβαιώνοντας εκ νέου ότι ο σκοπός αυτών των συμφωνιών συνίσταται στη διευκόλυνση του εμπορίου μεταξύ των εδαφών που αποτελούν αυτές τις τελωνειακές ενώσεις και τις ζώνες ελευθέρων συναλλαγών και όχι στην παρεμβολή εμποδίων στο εμπόριο μεταξύ άλλων μελών και αυτών των εδαφών και ότι κατά τη διαμόρφωση ή την επέκτασή τους τα μέρη που συμμετέχουν σ' αυτές είναι σκόπιμο νά αποφεύγουν, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, την πρόκληση δυσμενών αποτελεσμάτων για το εμπόριο των λοιπών μελών,

Πεπεισμένα επίσης ότι υπάρχει ανάγκη για ενίσχυση του ρόλου του Συμβουλίου Εμπορευματικών Συναλλαγών, όσον αφορά την εξέταση συμφωνιών που γνωστοποιούνται στο πλαίσιο του άρθρου XXIV, με διευκρίνηση των κριτηρίων και των διαδικασιών για την εκτίμηση των νέων ή των διευρωμένων συμφωνιών, καθώς και τη βελτίωση της διαφάνειας όλων των συμφωνιών του άρθρου XXIV,

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη για κοινή αντιμετώπιση των υποχρεώσεων των μελών βάσει του άρθρου XXIV παράγραφος 12,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. Προκειμένου οι τελωνειακές ενώσεις, οι ζώνες ελευθέρων συναλλαγών και οι ενδιάμεσες συμφωνίες, που έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία τελωνειακών ενώσεων ή ζωνών ελευθέρων συναλλαγών, να είναι σύμφωνες με το άρθρο XXIV, είναι ανάγκη να συμφωνούν, μεταξύ άλλων, με τις διατάξεις των παραγράφων 5, 6,7 και 8 του εν λόγω άρθρου.

Άρθρο XXIV παράγραφος 5

2. Η εκτίμηση, βάσει του άρθρου XXIV παράγραφος 5 στοιχείο α), των γενικών επιπτώσεων των δασμών και άλλων εμπορικών ρυθμίσεων που εφαρμόζονται πριν και μετά τη δημιουργία τελωνειακής ένωσης βασίζεται, όσον αφορά τους δασμούς και τις επιβαρύνσεις, σε γενική εκτίμηση των μέσων σταθμισμένων δασμολογικών συντελεστών και των εισπραττόμενων δασμών. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται στα στατιστικά στοιχεία κατά τις εισαγωγές για προηγούμενη αντιπροσωπευτική περίοδο που παρέχει η τελωνειακή ένωση, ανά δασμολογική κλάση, κατ' αξία και κατ' όγκο, κατανεμημένα ανά χώρα καταγωγής μέλος του ΠΟΕ. Η Γραμματεία υπολογίζει τους μέσους σταθμισμένους δασμολογικούς συντελεστές και τους εισπραχθέντες δασμούς σύμφωνα με τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για την εκτίμηση των προσφερθέντων δασμών κατά τη διάρκεια των πολυμερών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης. Για το σκοπό αυτό, οι δασμοί και οι επιβαρύνσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη είναι οι εφαρμοζόμενοι δασμολογικοί συντελεστές. Αναγνωρίζεται ότι για το συνολικό υπολογισμό των επιπτώσεων των λοιπών εμπορικών ρυθμίσεων, οι οποίες είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν και να συγκεντρωθούν, μπορεί να ζητηθεί η εξέταση μεμονωμένων μέτρων, ρυθμίσεων, καλυπτόμενων προϊόντων και επηρεαζόμενων εμπορικών ρευμάτων.

3. Το «εύλογο χρονικό διάστημα» που αναφέρεται στο άρθρο XXIV παράγραφος 5 στοιχείο γ) είναι σκόπιμο να υπερβαίνει τα δέκα έτη μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Στις περιπτώσεις που τα μέλη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη ενδιάμεσης συμφωνίας πιστεύουν ότι τα δέκα έτη δεν αρκούν, υποστηρίζουν, παρέχοντας πλήρεις εξηγήσεις στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, την ανάγκη έγκρισης μεγαλύτερης περιόδου.

Άρθρο XXIV παράγραφος 6

4. Το άρθρο XXIV παράγραφος 6 ορίζει τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται όταν κάποιο μέλος που αποτελεί τελωνειακή ένωση προτείνει την αύξηση παγιοποιημένου δασμολογικού συντελεστή. Τα μέλη επιβεβαιώνουν σχετικά ότι η διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο XXVIII, όπως διαμορφώθηκε στις κατευθυντήριες γραμμές που εγκρίθηκαν στις 10 Νοεμβρίου 1980 (ΒΙSD 275/26-28) και στο μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου XXVIII της GΑΤΤ του 1994, είναι αναγκαίο να έχει αρχίσει προτού να τροποποιηθούν ή να ανακληθούν οι δασμολογικές παραχωρήσεις στο πλαίσιο της δημιουργίας τελωνειακής ένωσης ή της σύναψης ενδιάμεσης συμφωνίας που οδηγεί στη δημιουργία τελωνειακής ένωσης.

5. Οι διαπραγματεύσεις αυτές διέπονται από καλή πίστη, ώστε να επιτυγχάνονται αμοιβαία ικανοποιητικά αντισταθμιστικά ανταλλάγματα. Στις διαπραγματεύσεις αυτές λαμβάνονται υπόψη, όπως προβλέπεται στο άρθρο XXIV παράγραφος 6, οι μειώσεις δασμών στην ίδια δασμολογική κλάση, τις οποίες προσέφεραν άλλα μέλη της τελωνειακής ένωσης κατά τη δημιουργία της. Σε περίπτωση που οι μειώσεις αυτές δεν επαρκούν για την εξασφάλιση των αναγκαίων αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων, η τελωνειακή ένωση είναι σκόπιμο να προσφέρει αντισταθμίσεις, οι οποίες είναι δυνατό να λάβουν τη μορφή μειώσεων δασμών σε άλλες δασμολογικές κλάσεις. Τέτοιες προσφορές είναι ανάγκη να λαμβάνονται υπόψη από τα μέλη που έχουν το δικαίωμα να διαπραγματεύονται την τροποποίηση ή την κατάργηση του παγιοποιημένου δασμού. Αν οι αντισταθμιστικές ρυθμίσεις εξακολουθούν να είναι απαράδεκτες, οι διαπραγματεύσεις είναι σκόπιμο να συνεχίζονται. Αν, παρά τις προσπάθειες αυτές, δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί συμφωνία κατά τις διαπραγματεύσεις για αντισταθμιστικά ανταλλάγματα σύμφωνα με το άρθρο XXVIII, όπως διαμορφώθηκε στο μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου XXVIII της GΑΤΤ του 1994, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την έναρξη των διαπραγματεύσεων, η τελωνειακή ένωση είναι ελεύθερη να τροποποιήσει ή να αποσύρει τις παραχωρήσεις· τα θιγόμενα μέλη έχουν την ευχέρεια να αποσύρουν ουσιαστικά ισοδύναμες παραχωρήσεις, σύμφωνα με το άρθρο XXVIII.

6. Η GΑΤΤ του 1994 δεν επιβάλλει υποχρεώσεις στα μέλη που απολαύουν μείωσης των δασμών λόγω της δημιουργίας τελωνειακής ένωσης ή της σύναψης ενδιάμεσης συμφωνίας που οδηγεί στη δημιουργία τελωνειακής ένωσης να παραχωρούν αντισταθμιστικά ανταλλάγματα στα μέλη που την αποτελούν.

Έλεγχος τελωνειακών ενώσεων και ζωνών ελευθέρων συναλλαγών

7. Όλες οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο XXIV παράγραφος 7 στοιχείο α) εξετάζονται από ομάδα εργασίας στο πλαίσιο των σχετικών διατάξεων της GΑΤΤ του 1994 και της παραγράφου 1 του παρόντος μνημονίου. Η ομάδα εργασίας υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, που περιλαμβάνει τις σχετικές διαπιστώσεις της. Το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών έχει την ευχέρεια να διατυπώνει συστάσεις στα μέλη, όταν το κρίνει απαραίτητο.

8. Όσον αφορά τις ενδιάμεσες συμφωνίες, η ομάδα εργασίας μπορεί να διατυπώνει στην έκθεσή της τις κατάλληλες συστάσεις για το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα και τα μέτρα που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της δημιουργίας τελωνειακής ένωσης ή ζώνης ελευθέρων συναλλαγών. Είναι δυνατό, εφόσον χρειάζεται, να επιτρέπει την επανεξέταση της συμφωνίας.

9. Τα μέλη, που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη ενδιάμεσων συμφωνιών, ανακοινώνουν τις σημαντικές αλλαγές των σχεδίων και των προγραμμάτων που περιλαμβάνονται στη σχετική συμφωνία, στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών και, εφόσον χρειάζεται, το Συμβούλιο εξετάζει τις αλλαγές.

10. Σε περίπτωση που η ενδιάμεση συμφωνία που γνωστοποιείται σύμφωνα με το άρθρο XXIV παράγραφος 7 στοιχείο α) δεν περιλαμβάνει σχέδιο και πρόγραμμα, σε αντίθεση προς το άρθρο XXIV παράγραφος 5 στοιχείο γ), η ομάδα εργασίας προτείνει στην έκθεσή της ένα τέτοιο σχέδιο και πρόγραμμα. Τα μέρη δεν διατηρούν ούτε θέτουν σε ισχύ, ανάλογα με την περίπτωση, τέτοια συμφωνία αν δεν είναι διατεθειμένα να την τροποποιήσουν σύμφωνα με τις εν λόγω συστάσεις. Προβλέπεται η μεταγενέστερη εξέταση της εφαρμογής των συστάσεων.

11. Οι τελωνειακές ενώσεις και τα μέλη ζωνών ελευθέρων συναλλαγών υποχρεούνται να υποβάλλουν σε τακτικά χρονικά διαστήματα έκθεση στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών για τη λειτουργία της σχετικής συμφωνίας, όπως προβλεπόταν για τα Συμβαλλόμενα Μέρη της GΑΤΤ του 1947 στο πλαίσιο των οδηγιών που δόθηκαν στο Συμβούλιο της GΑΤΤ του 1947 σχετικά με τις εκθέσεις για τις περιφερειακές συμφωνίες (ΒΙSD 185/38). Οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή ή/και εξέλιξη όσον αφορά τις συμφωνίες είναι ανάγκη να γνωστοποιείται αμέσως.

Επίλυση των διαφορών

12. Οι διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών, είναι δυνατόν να εφαρμόζονται σε περίπτωση που προκύπτουν προβλήματα από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου XXIV για τις τελωνειακές ενώσεις, τις ζώνες ελευθέρων συναλλαγών ή για ενδιάμεσες συμφωνίες που οδηγούν στη δημιουργία τέτοιων τελωνειακών ενώσεων ή ζωνών ελευθέρων συναλλαγών.

Άρθρο XXIV παράγραφος 12

13. Κάθε μέλος φέρει την πλήρη ευθύνη στο πλαίσιο της GΑΤΤ του 1994 για την τήρηση όλων των διατάξεων της GΑΤΤ του 1994 και υποχρεούται να λαμβάνει εύλογα μέτρα, στο βαθμό που κάτι τέτοιο είναι δυνατό, ώστε να εξασφαλίζει την εφαρμογή τους εκ μέρους των περιφερειακών και τοπικών διοικήσεων και αρχών στο έδαφός του.

14. Οι διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών, είναι δυνατό να εφαρμόζονται όσον αφορά τα μέτρα που επηρεάζουν την τήρησή τους, τα οποία λαμβάνουν περιφερειακές ή τοπικές κυβερνήσεις ή αρχές στο έδαφος κάποιο μέλους. Όταν το όργανο επίλυσης των διαφορών αποφασίσει ότι δεν τηρήθηκε διάταξη της GΑΤΤ τoυ 1994, το μέλος που έχει τη σχετική ευθύνη υποχρεούται να λάβει τα αναγκαία εύλογα μέτρα για να εξασφαλίσει την τήρησή της. Οι διατάξεις που αφορούν την παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων και την αναστολή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που δεν κατέστη δυνατή η εξασφάλιση αυτής της τήρησης.

15. Κάθε μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξετάζει με κατανόηση τα διαβήματα, στα οποία ενδεχομένως προβαίνει κάποιο μέλος, και να δέχεται να διενεργεί διαβουλεύσεις με τους αντιπροσώπους του, όταν πρόκειται για μέτρα που επηρεάζουν τη λειτουργία της GΑΤΤ του 1994, τα οποία έχουν ληφθεί στο έδαφός του.

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΑ ΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ ΑΠΟ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

ΤΑ ΜΕΛΗ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. Η αίτηση για την έγκριση απαλλαγής ή για την παράταση ισχύουσας έγκρισης απαλλαγής περιγράφει τα μέτρα τα οποία προτίθεται να λάβει το μέλος, τους συγκεκριμένους στόχους πολιτικής τους οποίους επιθυμεί να επιτύχει το μέλος και τους λόγους που εμποδίζουν το μέλος να επιτύχει τους στόχους της πολιτικής του, μέσω μέτρων σύμφωνων προς τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από την GΑΤΤ του 1994.

2. Κάθε απαλλαγή που ισχύει κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ λήγει, εκτός αν παραταθεί σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διαδικασίες καθώς και τις διαδικασίες του άρθρου IX της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, κατά την ημερομηνία λήξης της ισχύος της ή δύο έτη μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, εφόσον αυτή είναι πλησιέστερη.

3. Κάθε μέλος που θεωρεί ότι κάποιο όφελος που απορρέει υπέρ αυτού από την GΑΤΤ του 1994 αναιρείται εν όλω ή εν μέρει λόγω

α) 

της αδυναμίας του μέλους, στο οποίο παρέχεται η απαλλαγή, να τηρήσει τους γενικούς και ειδικούς όρους της απαλλαγής, ή

β) 

της εφαρμογής μέτρου σύμφωνου προς τους γενικούς και ειδικούς όρους της απαλλαγής

μπορεί να εφαρμόσει τις διατάξεις του άρθρου XXIII της GΑΤΤ του 1994 όπως διαμορφώθηκαν και ισχύουν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ XXVIII ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

ΤΑ ΜΕΛΗ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. Για την τροποποίηση ή την ανάκληση παραχώρησης, το μέλος για το οποίο η σχέση μεταξύ των εξαγωγών που επηρεάζονται από την παραχώρηση (π.χ., εξαγωγές του προϊόντος στην αγορά του μέλους που τροποποιεί ή αποσύρει την παραχώρηση) και των συνολικών εξαγωγών είναι η μεγαλύτερη θεωρείται ότι έχει ενδιαφέρον κυρίου προμηθευτή αν δεν έχει ήδη το αρχικό διαπραγματευτικό δικαίωμα ή ενδιαφέρον κυρίου προμηθευτή κατά την έννοια του άρθρου XXVIII παράγραφος 1. Συμφωνείται, ωστόσο, ότι η παρούσα παράγραφος θα επανεξεταστεί από το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών πέντε έτη μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, με σκοπό τη λήψη απόφασης σχετικά με το κατά πόσον το κριτήριο αυτό λειτούργησε ικανοποιητικά, όσον αφορά την εξασφάλιση της ανακατανομής των διαπραγματευτικών δικαιωμάτων υπέρ' των μικρών και μεσαίων μελών που πραγματοποιούν εξαγωγές. Αν αυτό δεν συμβαίνει, θα εξεταστούν ενδεχόμενες βελτιώσεις, που θα περιλαμβάνουν στο πλαίσιο των υφισταμένων κατάλληλων στοιχείων την υιοθέτηση κριτηρίου βασιζόμενου στη σχέση των εξαγωγών που επηρεάζονται από την παραχώρηση προς τις εξαγωγές του εν λόγω προϊόντος σε όλες τις αγορές.

2. Όταν κάποιο μέλος πιστεύει ότι έχει ενδιαφέρον κυρίου προμηθευτή κατά την έννοια της παραγράφου 1, είναι σκόπιμο να γνωστοποιεί την άποψη αυτή γραπτώς, επισυνάπτοντας αποδεικτικά στοιχεία προς επίρρωση των ισχυρισμών του, στο μέλος που προτείνει την τροποποίηση ή την ανάκληση της παραχώρησης και ταυτόχρονα να ενημερώνει σχετικά τη Γραμματεία. Σε τέτοιες περιπτώσεις εφαρμόζεται η παράγραφος 4 των «διαπραγματευτικών διαδικασιών βάσει του άρθρου XXVIII» που εγκρίθηκαν στις 10 Νοεμβρίου 1980 (ΒΙSD 27S/26-28).

3. Κατά τον προσδιορισμό των μελών που έχουν ενδιαφέρον κυρίου προμηθευτή (όπως προβλέπεται παραπάνω στην παράγραφο 1 ή στο άρθρο XXVIII παράγραφος 1) ή ουσιώδες ενδιαφέρον, λαμβάνεται υπόψη μόνο το εμπόριο του σχετικού προϊόντος που διενεργήθηκε με βάση τη ρήτρα ΜΕΚ. Ωστόσο, λαμβάνεται επίσης υπόψη το εμπόριο του σχετικού προϊόντος που πραγματοποιήθηκε υπό καθεστώς μη συμβατικών προτιμήσεων, εφόσον το εμπόριο αυτό δεν υπόκειται πλέον σε προτιμησιακή μεταχείριση μετατρεπόμενο κατά συνέπεια σε εμπόριο ΜΕΚ, κατά τη στιγμή των διαπραγματεύσεων για την τροποποίηση ή την ανάκληση της παραχώρησης, ή αυτό θα συμβεί κατά την ολοκλήρωση των εν λόγω διαπραγματεύσεων.

4. Όταν δασμολογική παραχώρηση τροποποιείται ή αποσύρεται όσον αφορά ένα νέο προϊόν (δηλ. ένα προϊόν για το οποίο δεν υπάρχουν τριετή στατιστικά στοιχεία), το μέλος που διαθέτει τα αρχικά διαπραγματευτικά δικαιώματα για τη δασμολογική κλάση στην οποία υπάγεται ή υπαγόταν το προϊόν θεωρείται ότι έχει αρχικό διαπραγματευτικό δικαίωμα για τη συγκεκριμένη παραχώρηση. Για τον καθορισμό του ενδιαφέροντος κυρίου προμηθευτού και του ουσιώδους ενδιαφέροντος και για τον υπολογισμό των αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων είναι ανάγκη να λαμβάνονται, μεταξύ άλλων, υπόψη το μέγεθος της παραγωγής και των επενδύσεων, όσον αφορά το εκάστοτε προϊόν στο μέλος εξαγωγής, και οι εκτιμήσεις για την αύξηση των εξαγωγών καθώς και οι προβλέψεις για τη ζήτηση του προϊόντος στο μέλος εισαγωγής. Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, το «νέο προϊόν» θεωρείται ότι υπάγεται σε δασμολογική διάκριση που προέρχεται από διαίρεση υπάρχουσας δασμολογικής κλάσης.

5. Όταν κάποιο μέλος θεωρεί ότι έχει ενδιαφέρον κύριου προμηθευτή ή ουσιώδες ενδιαφέρον κατά την έννοια της παραγράφου 4, είναι σκόπιμο να γνωστοποιεί το αίτημά του γραπτώς, επισυνάπτοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία, στο μέλος που προτείνει την τροποποίηση ή την ανάκληση παραχώρησης και, ταυτόχρονα, να ενημερώνει σχετικά τη Γραμματεία. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζεται η παράγραφος 4 των «διαπραγματευτικών διαδικασιών βάσει του άρθρου XXVIII».

6. Όταν κάποια απεριόριστη δασμολογική παραχώρηση αντικαθίσταται από δασμολογική ποσόστωση, το μέγεθος του παρεχόμενου αντισταθμιστικού ανταλλάγματος είναι ανάγκη να υπερβαίνει το μέγεθος των εμπορικών συναλλαγών που πράγματι επηρεάζονται από την τροποποίηση της παραχώρησης. Η βάση για τον υπολογισμό του αντισταθμιστικού ανταλλάγματος πρέπει να είναι το ποσό κατά το οποίο οι μελλοντικές προοπτικές του εμπορίου υπερβαίνουν το επίπεδο της ποσόστωσης. Εννοείται ότι ο υπολογισμός των μελλοντικών εμπορικών προοπτικών είναι ανάγκη να βασίζεται κυρίως:

α) 

στο μέσο ετήσιο όγκο των συναλλαγών κατά την πλέον πρόσφατη αντιπροσωπευτική τριετή περίοδο, προσαυξημένο κατά το μέσο ετήσιο συντελεστή αύξησης των εισαγωγών κατά την ίδια περίοδο ή κατά 10 %, εάν αυτό το αποτέλεσμα είναι μεγαλύτερο, ή

β) 

στις εμπορικές συναλλαγές του πλέον πρόσφατου έτους προσαυξημένες κατά 10 %.

Η ευθύνη κάθε μέλους για την παροχή αντισταθμιστικού ανταλλάγματος δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση την ευθύνη που θα προέκυπτε από την ολοσχερή ανάκληση της παραχώρησης.

7. Στο μέλος που έχει ενδιαφέρον κύριου προμηθευτή, όπως προβλέπεται παραπάνω στην παράγραφο 1 ή στο άρθρο XXVIII παράγραφος 1, όσον αφορά παραχώρηση η οποία τροποποιείται ή αποσύρεται, παρέχεται δικαίωμα αρχικού διαπραγματευτή, όσον αφορά τις παραχωρήσεις αντισταθμιστικού χαρακτήρα, εκτός αν συμφωνηθεί η παροχή άλλης μορφής αντισταθμιστικού ανταλλάγματος από τα ενδιαφερόμενα μέλη.

▼M1

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΕΣΜΕΥΣΕΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Α ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

ΑΛΒΑΝΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Αλβανίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι με το παρόν ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις της συμφωνίας για την κατηγορία A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 1.1

Δημοσίευση

Άρθρο 1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

 

 

Άρθρο 1.4

Κοινοποίηση

Άρθρο 2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

Άρθρο 2.2

Διαβουλεύσεις

 

 

Άρθρο 4.1

Δικαίωμα προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

 

 

Άρθρο 6.1

Γενικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.2

Ειδικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις για τελωνειακές διατυπώσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

 

 

Άρθρο 7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 7.4

Διαχείριση κινδύνων

Άρθρο 7.6

Καθορισμός και δημοσίευση μέσων χρόνων θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία

 

 

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 8

Συνεργασία συνοριακών υπηρεσιών

Άρθρο 9

Μετακίνηση εμπορευμάτων που προορίζονται για εισαγωγή στο πλαίσιο τελωνειακών ελέγχων

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.2

Αποδοχή αντιγράφων

Άρθρο 10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11-3

Τέλη διαμετακόμισης, κανονισμοί και διατυπώσεις

11-4

Ενισχυμένη μη διακριτική μεταχείριση διαμετακόμισης

11.11.1-5

Εγγυήσεις διαμετακόμισης

11.12-13

Συνεργασία και συντονισμός διαμετακόμισης

Άρθρο 12

Τελωνειακή συνεργασία

ΜΠΟΤΣΟΥΑΝΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Μποτσουάνας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Δημοκρατία της Μποτσουάνας ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας ως δεσμεύσεις κατηγορίας A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

Άρθρο 2.2

Διαβουλεύσεις

Άρθρο 5.1

Κοινοποιήσεις για ενισχυμένους ελέγχους ή επιθεωρήσεις

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 7.2

Ηλεκτρονική πληρωμή

Άρθρο 7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 7.4

Διαχείριση κινδύνων

Άρθρο 7.5

Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό

Άρθρο 7.6

Καθορισμός και δημοσίευση μέσων χρόνων θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 9

Μετακίνηση εμπορευμάτων που προορίζονται για εισαγωγή στο πλαίσιο τελωνειακών ελέγχων

Άρθρο 10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

ΒΡΑΖΙΛΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η αποστολή της Βραζιλίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου ότι ορίζει όλες τις διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α, με εξαίρεση:

— 
το άρθρο 3.6 στοιχείο β),
— 
το άρθρο 3.9 στοιχείο α) περίπτωση ii),
— 
το άρθρο 7.1,
— 
το άρθρο 7.7.3 και
— 
το άρθρο 11.9.

ΜΠΡΟΥΝΕΪ ΝΤΑΡΟΥΣΣΑΛΑΜ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου («προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της συμφωνίας.

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση του Μπρουνέι Νταρουσαλάμ έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι το Μπρουνέι Νταρουσαλάμ με το παρόν ορίζει όλες τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 12 της συμφωνίας στο πλαίσιο της κατηγορίας A, με εξαίρεση τα εξής:



Άρθρο 1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου: παράγραφος 2.1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 7.6

Καθορισμός και δημοσίευση μέσων χρόνων θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία: παράγραφος 2

Άρθρο 7.7

Μέτρα διευκόλυνσης των συναλλαγών για εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς

Άρθρο 10.4

Υπηρεσία μίας στάσης

ΧΙΛΗ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου («συμφωνία»), η Χιλή κοινοποιεί με το παρόν ότι όλες οι διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας ορίζονται ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α προς εφαρμογή κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, εξαιρουμένου του άρθρου 7.7 σχετικά με τους εγκεκριμένους μεταφορείς.

ΚΙΝΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας με το παρόν ορίζει όλες τις διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α, με εξαίρεση:



—  την παράγραφο 6 του άρθρου 7

Καθορισμός και δημοσίευση μέσων χρόνων θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία,

—  την παράγραφο 4 του άρθρου 10

Υπηρεσία μίας στάσης,

—  την παράγραφο 9 του άρθρου 10

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή και

—  το άρθρο 12

Τελωνειακή συνεργασία.

ΚΟΛΟΜΒΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου («συμφωνία»), η Κολομβία κοινοποιεί με το παρόν ότι όλες οι διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας ορίζονται ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α προς εφαρμογή κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, με εξαίρεση:



—  το άρθρο 5.3

Διαδικασίες δοκιμής

—  το άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

ΚΟΝΓΚΟ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου, η κυβέρνηση της Δημοκρατίας του Κονγκό έχει την τιμή να κοινοποιήσει τις οικείες δεσμεύσεις κατηγορίας Α, σύμφωνα με τις διατάξεις που απαριθμούνται κατωτέρω:



Άρθρο 3.1

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 4.1

Δικαίωμα προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5.1

Κοινοποιήσεις για ενισχυμένους ελέγχους ή επιθεωρήσεις

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 5.3

Διαδικασίες δοκιμής

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

ΚΟΣΤΑ ΡΙΚΑ

Σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 της υπουργικής απόφασης της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου («συμφωνία»), η Κόστα Ρίκα κοινοποιεί με το παρόν ότι όλες οι διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας ορίζονται ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α, με εξαίρεση:



—  το άρθρο 10.1.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

—  το άρθρο 10.2.2

Αποδοχή αντιγράφων

ΑΚΤΗ ΕΛΕΦΑΝΤΟΣΤΟΥ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου, η Ακτή Ελεφαντοστού κοινοποιεί με το παρόν τις οικείες δεσμεύσεις κατηγορίας Α, σύμφωνα με τις διατάξεις που απαριθμούνται κατωτέρω:



Άρθρο 4.1

Δικαίωμα προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5.1

Κοινοποιήσεις για ενισχυμένους ελέγχους ή επιθεωρήσεις

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 5.3

Διαδικασίες δοκιμής

Άρθρο 7.4

Διαχείριση κινδύνων

Άρθρο 7.5

Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης

ΔΟΜΙΝΙΚΑΝΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Δομινικανής Δημοκρατίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή τις διατάξεις που ορίζονται στην κατηγορία Α, σύμφωνα με την ενότητα Ι της συμφωνίας.



Άρθρο 1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

Άρθρο 1.3

Κέντρα πληροφόρησης

Άρθρο 2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

Άρθρο 2.2

Διαβουλεύσεις

Άρθρο 3

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 4.1

Δικαίωμα προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 6.1

Γενικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 7.2

Ηλεκτρονική πληρωμή

Άρθρο 7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 7.5

Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό

Άρθρο 7.7

Μέτρα διευκόλυνσης των συναλλαγών για εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης

Άρθρο 12

Τελωνειακή συνεργασία

Άρθρο 13.2

Εθνική επιτροπή για τη διευκόλυνση του εμπορίου

ΙΣΗΜΕΡΙΝΟΣ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου, η Δημοκρατία του Ισημερινού κοινοποιεί με το παρόν τις οικείες δεσμεύσεις κατηγορίας Α, σύμφωνα με τις διατάξεις που απαριθμούνται κατωτέρω:



Αριθ. άρθρου/ Παράγραφοι (*1)

Περιγραφή

2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

7.6

Καθορισμός και δημοσίευση μέσων χρόνων θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία

9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

11.1

Ελευθερία διαμετακόμισης

11.2

Ελευθερία διαμετακόμισης

11.3

Ελευθερία διαμετακόμισης

11.4

Ελευθερία διαμετακόμισης

11.5

Ελευθερία διαμετακόμισης

11.6

Ελευθερία διαμετακόμισης

11.16

Ελευθερία διαμετακόμισης

11.17

Ελευθερία διαμετακόμισης

(*1)   

Όταν γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένες παραγράφους, η δέσμευση που έχει αναληφθεί από τη Δημοκρατία του Ισημερινού περιορίζεται στο περιεχόμενο αυτών των συγκεκριμένων παραγράφων και όχι στο περιεχόμενο ολόκληρου του άρθρου.

ΑΙΓΥΠΤΟΣ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας II της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου, η Αίγυπτος κοινοποιεί με το παρόν τις οικείες δεσμεύσεις κατηγορίας Α, σύμφωνα με τις διατάξεις που απαριθμούνται κατωτέρω:



Αριθμός άρθρου

Περιγραφή

Άρθρο 4 παράγραφοι 1, 3, 4, 5

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Παρακράτηση

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

Άρθρο 6 παράγραφος 3 σημεία 3.2, 3.4, 3.5, 3.6

Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7 παράγραφος 3 σημεία 3.1, 3.2, 3.3, 3.4, 3.5

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10 παράγραφος 5 σημείο 5.1

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10 παράγραφος 6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10 παράγραφος 7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10 παράγραφος 8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10παράγραφος 9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11 παράγραφοι 2, 3, 11, 12, 13, 14, 15, 16

Ελευθερία διαμετακόμισης

ΕΛ ΣΑΛΒΑΔΟΡ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»), το Ελ Σαλβαδόρ κοινοποιεί με το παρόν τις οικείες δεσμεύσεις κατηγορίας Α, σύμφωνα με τις διατάξεις που απαριθμούνται κατωτέρω:



Άρθρο 1

Δημοσίευση και διαθεσιμότητα πληροφοριών

Άρθρο 2

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ, και διαβουλεύσεις

Άρθρο 3

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης: παράγραφοι 1, 2, 3, 4 και 5

Άρθρο 5

Άλλα μέτρα για την ενίσχυση της αμεροληψίας, της μη διακριτικής μεταχείρισης και της διαφάνειας

Άρθρο 6

Ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές, και Κατηγορίες κυρώσεων παράγραφοι 1 και 3

Άρθρο 7

Παράδοση και εκτελωνισμός εμπορευμάτων: παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7 (σημεία 3, 4, 5, 6), 8 και 9

Άρθρο 8

Συνεργασία συνοριακών υπηρεσιών: παράγραφος 1

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10

Διατυπώσεις σχετικά με την εισαγωγή, την εξαγωγή και τη διαμετακόμιση: παράγραφοι 1, 2 (σημεία 2 και 3), 3, 5 (σημείο 1), 6, 7, 8 και 9

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης: παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6, 8, 9, 10, 11, 14, 15, 16 και 17

Άρθρο 12

Τελωνειακή συνεργασία: παράγραφοι 1, 3, 4, 5 (σημεία 1 και 2), 12

ΓΚΑΜΠΟΝ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας II της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου, η Δημοκρατία της Γκαμπόν κοινοποιεί με το παρόν τις οικείες δεσμεύσεις κατηγορίας Α, σύμφωνα με τις διατάξεις που απαριθμούνται κατωτέρω:



Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

ΓΟΥΑΤΕΜΑΛΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Γουατεμάλας επιθυμεί να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι όλες οι διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας έχουν οριστεί ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α σύμφωνα με το έγγραφο του ΠΟΕ WT/PCTF/W/27 της 7ης Ιουλίου 2014, με εξαίρεση:

Άρθρο 1.1.1 στοιχεία δ) και στ)
Άρθρο 1.2.1 στοιχεία α) και β)
Άρθρο 1.3.1
Άρθρο 1.3.2
Άρθρο 1.4 στοιχεία β) και γ)
Άρθρο 2.1.1
Άρθρο 3.9 στοιχείο β) σημείο iii)
Άρθρο 5
Άρθρο 6.1.4
Άρθρο 7.1.2
Άρθρο 7.4.3
Άρθρο 7.6.1
Άρθρο 7.6.2
Άρθρο 7.7.3 στοιχεία α), δ), ε), στ) και ζ)
Άρθρο 7.8.2 στοιχεία γ) και δ)
Άρθρο 7.9.3
Άρθρο 8.1
Άρθρο 8.2 στοιχεία δ) και ε)
Άρθρο 10.1.1
Άρθρο 10.2.3
Άρθρο 10.4.1
Άρθρο 10.4.2
Άρθρο 11.17
Άρθρο 12.2.1
Άρθρο 12.3
Άρθρο 12.4
Άρθρο 12.5
Άρθρο 12.6
Άρθρο 12.7
Άρθρο 12.8
Άρθρο 12.9
Άρθρο 12.10
Άρθρο 12.11

ΟΝΔΟΥΡΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και του άρθρου 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»), η Ονδούρα κοινοποιεί με το παρόν τις οικείες δεσμεύσεις κατηγορίας Α, σύμφωνα με τις διατάξεις που απαριθμούνται κατωτέρω:



Άρθρο 1.1

Δημοσίευση

Άρθρο 1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

Άρθρο 1.3

Κέντρα πληροφόρησης

Άρθρο 1.4

Κοινοποίηση

Άρθρο 3

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 6.1

Γενικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές (εκτός των άρθρων 6.1.3 και 6.1.4)

Άρθρο 6.2

Ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 7.2

Ηλεκτρονική πληρωμή

Άρθρο 7.4

Διαχείριση κινδύνων

Άρθρο 7.5

Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές (εκτός από το άρθρο 7.8.2 στοιχείο δ))

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα (εκτός από το άρθρο 7.9.3)

Άρθρο 8

Συνεργασία συνοριακών υπηρεσιών (εκτός από το άρθρο 8.2 στοιχεία γ), δ) και ε))

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης

Άρθρο 12.12

Διμερείς και περιφερειακές συμφωνίες

ΧΟΝΓΚ ΚΟΝΓΚ, ΚΙΝΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ στην Κίνα έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι το Χονγκ Κονγκ της Κίνας με το παρόν ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα 1 έως 12 της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας.

ΙΝΔΟΝΗΣΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Ινδονησίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Ινδονησία με το παρόν ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις της συμφωνίας για την κατηγορία A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

ΙΣΡΑΗΛ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου.

Σε σχέση με τα ανωτέρω, το Κράτος του Ισραήλ έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου ότι το Κράτος του Ισραήλ με το παρόν ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας ως κατηγορία Α.

ΙΟΡΔΑΝΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Ιορδανίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, για πλήρη εφαρμογή τους κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, με εξαίρεση τα εξής άρθρα:



Άρθρο 1.1

Δημοσίευση

Άρθρο 1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

Άρθρο 1.3

Κέντρα πληροφόρησης

Άρθρο 3.1

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 6.1

Γενικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.2

Αποδοχή αντιγράφων

Άρθρο 10.4

Υπηρεσία μίας στάσης

Άρθρο 11.5.-10

Διαδικασίες διαμετακόμισης και έλεγχοι

ΚΟΡΕΑ

Έχουμε την τιμή να αναφέρουμε την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), δυνάμει της οποίας η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Επιπλέον, έχουμε επίσης την τιμή να κοινοποιήσουμε στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Κορέας έλαβε την απόφαση να ορίσει όλες τις διατάξεις που περιέχονται στα άρθρα 1 έως 12 της συμφωνίας στο πλαίσιο της κατηγορίας Α.

ΚΟΥΒΕΪΤ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, το Κράτος του Κουβέιτ έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου ότι το Κράτος του Κουβέιτ με το παρόν ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι στο πλαίσιο της κατηγορίας Α, εκτός από τα εξής άρθρα:



Άρθρο 3.1

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 6.2

Ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις των τελωνειακών διατυπώσεων που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

Άρθρο 7.4

Διαχείριση κινδύνων

Άρθρο 7.5

Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό

Άρθρο 7.7

Μέτρα διευκόλυνσης των συναλλαγών για εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 8

Συνεργασία συνοριακών υπηρεσιών

Άρθρο 10.4

Υπηρεσία μίας στάσης

Άρθρο 11.11.-15

Εγγυήσεις διαμετακόμισης

Άρθρο 12

Τελωνειακή συνεργασία

ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ ΤΗΣ ΚΙΡΓΙΖΙΑΣ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, εξ ονόματος του Υπουργείου Οικονομίας της Δημοκρατίας της Κιργιζίας είμαστε στην ευχάριστη θέση να κοινοποιήσουμε στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Δημοκρατία της Κιργιζίας ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α, οι οποίες θα εφαρμοστούν μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 4

Όλες οι διατάξεις (Διαδικασίες προσφυγής ή αναθεώρησης)

Άρθρο 5

Παράγραφος 2 (Παρακράτηση)

Άρθρο 9

(Μετακίνηση εμπορευμάτων που προορίζονται για εισαγωγή στο πλαίσιο τελωνειακών ελέγχων)

Άρθρο 10

Παράγραφος 5 (Επιθεώρηση πριν από την αποστολή)

Άρθρο 11

Παράγραφοι 1 έως 4 (Τέλη διαμετακόμισης, κανονισμοί, διατυπώσεις και μη διακριτική μεταχείριση)

ΜΑΚΑΟ, ΚΙΝΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «η συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση του Μακάο στην Κίνα έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι το Μακάο της Κίνας με το παρόν ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα 1 έως 12 της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, με εξαίρεση τα εξής:



Άρθρο 7:

Παράγραφος 4 — Διαχείριση κινδύνων·

Άρθρο 7:

Παράγραφος 5 — Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό·

Άρθρο 9:

Μετακίνηση εμπορευμάτων που προορίζονται για εισαγωγή στο πλαίσιο τελωνειακών ελέγχων·

Άρθρο 10:

Παράγραφος 4 — Υπηρεσία μίας στάσης.

ΜΑΛΑΙΣΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «η συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Μαλαισίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Μαλαισία με το παρόν ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα 1 έως 12 της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, με εξαίρεση τα εξής άρθρα:



Άρθρο 7.8

(Ταχείες αποστολές) και

Άρθρο 11.9

(Εκ των προτέρων συμπλήρωση και επεξεργασία των εγγράφων και στοιχείων διαμετακόμισης πριν από την άφιξη των εμπορευμάτων).

ΜΑΥΡΙΚΙΟΣ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Δημοκρατίας του Μαυρικίου έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Δημοκρατία του Μαυρικίου με το παρόν ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 1.1

Δημοσίευση

Άρθρο 1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

Άρθρο 1.4

Κοινοποίηση

Άρθρο 2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

Άρθρο 2.2

Διαβουλεύσεις

Άρθρο 3

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5.1

Κοινοποιήσεις για ενισχυμένους ελέγχους ή επιθεωρήσεις

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 6.1

Γενικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.2

Ειδικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις για τελωνειακές διατυπώσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 7.2

Ηλεκτρονική πληρωμή

Άρθρο 7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 7.5

Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 9

Μετακίνηση εμπορευμάτων που προορίζονται για εισαγωγή στο πλαίσιο τελωνειακών ελέγχων

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.2

Αποδοχή αντιγράφων

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9.1

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης

Άρθρο 23.2

Εθνική επιτροπή για τη διευκόλυνση του εμπορίου

ΜΕΞΙΚΟ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση του Μεξικού έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, για την εφαρμογή τους με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:

ΜΟΛΔΑΒΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Μολδαβίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Δημοκρατία της Μολδαβίας ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α, οι οποίες θα εφαρμοστούν με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 1

Παράγραφοι 1 και 4 (Δημοσίευση, Κοινοποίηση)

Άρθρο 3

(ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ ΕΚΔΟΣΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ)

Άρθρο 4

(ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ Ή ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ)

Άρθρο 5

Παράγραφος 2 (Παρακράτηση)

Άρθρο 6

Παράγραφος 2 (Ειδικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις για τελωνειακές διατυπώσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές)

Άρθρο 7

Παράγραφοι 2,4 και 5 (Ηλεκτρονική πληρωμή, Διαχείριση κινδύνων, Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό)

Άρθρο 8

(ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΣΥΝΟΡΙΑΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ)

Άρθρο 9

(ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ)

Άρθρο 10

Παράγραφοι 3 και από 5 έως 9 (Χρήση διεθνών προτύπων, Επιθεώρηση πριν από την αποστολή, Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών, Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης, Απορριφθέντα εμπορεύματα, Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή)

Άρθρο 12

Όλες οι διατάξεις

ΜΟΓΓΟΛΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Μογγολίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Μογγολία ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α, οι οποίες θα εφαρμοστούν με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 1.4

Κοινοποιήσεις

Άρθρο 2.2

Διαβουλεύσεις

Άρθρο 4

Διαδικασίες προσφυγής ή αναθεώρησης

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 6.1

Γενικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

Άρθρο 6.2

Ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.2

Αποδοχή αντιγράφων

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης

ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση του Μαυροβουνίου έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι το Μαυροβούνιο ορίζει με το παρόν τις ακόλουθες διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας για την κατηγορία A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 1.1

Δημοσίευση

Άρθρο 2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

Άρθρο 2.2

Διαβουλεύσεις

Άρθρο 3.1

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 5.3

Διαδικασίες δοκιμής

Άρθρο 6.2

Ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7.2

Ηλεκτρονική πληρωμή

Άρθρο 7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 7.7

Μέτρα διευκόλυνσης των συναλλαγών για εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς

Άρθρο 8

Συνεργασία συνοριακών υπηρεσιών

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.2

Αποδοχή αντιγράφων

Άρθρο 10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11.1-11.3

Τέλη διαμετακόμισης, κανονισμοί και διατυπώσεις

Άρθρο 11.4

Ενισχυμένη μη διακριτική μεταχείριση διαμετακόμισης

Άρθρο 11.11-11.15

Εγγυήσεις διαμετακόμισης

Άρθρο 11.16-11.17

Συνεργασία και συντονισμός διαμετακόμισης

Άρθρο 12

Τελωνειακή συνεργασία

ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΜΑΡΟΚΟΥ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36 — WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου.

Σε σχέση με τα ανωτέρω, το Βασίλειο του Μαρόκου έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις στο πλαίσιο της κατηγορίας Α.



Άρθρο 1.1

Δημοσίευση

Άρθρο 1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

Άρθρο 1.3

Κέντρα πληροφόρησης

Άρθρο 1.4

Κοινοποίηση

Άρθρο 2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

Άρθρο 2.2

Διαβουλεύσεις

Άρθρο 3

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 5.3

Διαδικασίες δοκιμής

Άρθρο 6.1

Γενικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.2

Ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις των τελωνειακών διατυπώσεων που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7.2

Ηλεκτρονική πληρωμή

Άρθρο 7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 7.5

Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό

Άρθρο 7.6

Καθορισμός και δημοσίευση μέσων χρόνων θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία

Άρθρο 7.7

Μέτρα διευκόλυνσης των συναλλαγών για εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές

Άρθρο 8

Συνεργασία συνοριακών υπηρεσιών

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.2

Αποδοχή αντιγράφων

Άρθρο 10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης

Άρθρο 12

Τελωνειακή συνεργασία

Άρθρο 13.2

Εθνική επιτροπή για τη διευκόλυνση του εμπορίου

ΝΙΚΑΡΑΓΟΥΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Νικαράγουας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή τις διατάξεις που ορίζονται στην κατηγορία Α, σύμφωνα με την ενότητα Ι της συμφωνίας.



Άρθρο 1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

Άρθρο 1.4

Κοινοποίηση

Άρθρο 2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

Άρθρο 2.2

Διαβουλεύσεις

Άρθρο 3

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 4.1

Δικαίωμα προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 6.1

Γενικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 7.4

Διαχείριση κινδύνων

Άρθρο 7.5

Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης

Άρθρο 12.1

Μέτρα για την προώθηση της συμμόρφωσης και της συνεργασίας

Άρθρο 12.2

Ανταλλαγή πληροφοριών

Άρθρο 12.3

Επαλήθευση

Άρθρο 12.4

Αίτηση

Άρθρο 12.5

Προστασία και εμπιστευτικότητα

Άρθρο 12.6

Παροχή πληροφοριών

Άρθρο 12.7

Αναβολή ή απόρριψη αίτησης

Άρθρο 12.8

Αμοιβαιότητα

Άρθρο 12.9

Διοικητική επιβάρυνση

Άρθρο 12.10

Περιορισμοί

Άρθρο 12.11

Άνευ άδειας χρήση ή δημοσιοποίηση

Άρθρο 12.12

Διμερείς και περιφερειακές συμφωνίες

Άρθρο 13.2

Εθνική επιτροπή για τη διευκόλυνση του εμπορίου

ΝΙΓΗΡΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Νιγηρίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Νιγηρία ορίζει με το παρόν τις ακόλουθες διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας για την κατηγορία A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 6.3:

Κατηγορίες κυρώσεων,

Άρθρο 7.1:

Επεξεργασία πριν από την άφιξη,

Άρθρο 7.3:

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων,

Άρθρο 9:

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή,

Άρθρο 10.7:

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης,

Άρθρο 10.9:

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή,

Άρθρο 11.3:

Εκούσιοι περιορισμοί,

Άρθρο 11.4:

Μη διακριτική μεταχείριση,

Άρθρο 11.6:

Απαιτήσεις τεκμηρίωσης,

Άρθρο 11.8:

Μη εφαρμογή των ΤΕΕ,

Άρθρο 11.9:

Εκ των προτέρων συμπλήρωση και επεξεργασία των εγγράφων διαμετακόμισης,

Άρθρο 11.10:

Άμεση περάτωση της πράξης διαμετακόμισης και

Άρθρο 11.11:

Εγγυήσεις διαμετακόμισης.

ΟΜΑΝ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση του Σουλτανάτου του Ομάν έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι με το παρόν ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις της συμφωνίας βάσει της κατηγορίας A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 1:

Δημοσίευση:

1.1

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

1.4

Κοινοποίηση

Άρθρο 2:

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ, και διαβουλεύσεις

2.2

Διαβουλεύσεις

Άρθρο 4:

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης:

4.1

Δικαίωμα προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5:

Άλλα μέτρα για την ενίσχυση της αμεροληψίας, της μη διακριτικής μεταχείρισης και της διαφάνειας:

5.1

Κοινοποιήσεις για ενισχυμένους ελέγχους ή επιθεωρήσεις

5.2

Παρακράτηση

5.3

Διαδικασίες δοκιμής

Άρθρο 6:

Ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

6.1

Γενικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

6.2

Ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

Άρθρο 7:

Παράδοση και εκτελωνισμός εμπορευμάτων:

7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 9:

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10:

Διατυπώσεις που συνδέονται με την εισαγωγή, την εξαγωγή και τη διαμετακόμιση:

10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11:

Ελευθερία διαμετακόμισης:

11.1.3

Τέλη διαμετακόμισης, κανονισμοί και διατυπώσεις

11.4

Ενισχυμένη μη διακριτική μεταχείριση διαμετακόμισης

11.11.1

Εγγυήσεις διαμετακόμισης

Άρθρο 13:

Θεσμικές ρυθμίσεις:

13.2

Εθνική επιτροπή για τη διευκόλυνση του εμπορίου

ΠΑΝΑΜΑΣ

Δυνάμει των παραγράφων 2 και 3 της υπουργικής απόφασης της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»), ο Παναμάς κοινοποιεί με το παρόν ότι οι ακόλουθες διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας ορίζονται ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α προς εφαρμογή κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 1.3

Κέντρα πληροφόρησης

Άρθρο 4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5.1

Κοινοποιήσεις για ενισχυμένους ελέγχους ή επιθεωρήσεις

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 6.1

Γενικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.2

Ειδικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις για τελωνειακές διατυπώσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 7.4

Διαχείριση κινδύνων

Άρθρο 7.5

Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό

Άρθρο 7.6

Καθορισμός και δημοσίευση μέσων χρόνων θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία

Άρθρο 7.7

Μέτρα διευκόλυνσης των συναλλαγών για εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.2

Αποδοχή αντιγράφων

Άρθρο 10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης

Άρθρο 12.1

Μέτρα για την προώθηση της συμμόρφωσης και της συνεργασίας

Άρθρο 12.2

Ανταλλαγή πληροφοριών

Άρθρο 12.3

Επαλήθευση

Άρθρο 12.4

Αίτηση

Άρθρο 12.5

Προστασία και εμπιστευτικότητα

Άρθρο 12.6

Παροχή πληροφοριών

Άρθρο 12.7

Αναβολή ή απόρριψη αίτησης

Άρθρο 12.8

Αμοιβαιότητα

Άρθρο 12.9

Διοικητική επιβάρυνση

Άρθρο 12.10

Περιορισμοί

Άρθρο 12.11

Άνευ άδειας χρήση ή δημοσιοποίηση

Άρθρο 12.12

Διμερείς και περιφερειακές συμφωνίες

ΠΑΡΑΓΟΥΑΗ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου, η Δημοκρατία της Παραγουάης κοινοποιεί με το παρόν τις οικείες δεσμεύσεις κατηγορίας Α, σύμφωνα με τις διατάξεις που απαριθμούνται κατωτέρω:



Αριθ. άρθρου/Παράγραφοι (*1)

Περιγραφή

3

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

5.2

Παρακράτηση

7.2

Ηλεκτρονική πληρωμή

7.4

Διαχείριση κινδύνων

9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

10.2

Αποδοχή αντιγράφων

10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

10.4

Υπηρεσία μίας στάσης

10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

11

Ελευθερία διαμετακόμισης

12

Τελωνειακή συνεργασία

(*1)   

Όταν γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένες παραγράφους, η δέσμευση που έχει αναληφθεί από τη Δημοκρατία της Παραγουάης περιορίζεται στο περιεχόμενο αυτών των συγκεκριμένων παραγράφων και όχι στο περιεχόμενο ολόκληρου του άρθρου.

ΠΕΡΟΥ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (η «συμφωνία»), το Περού κοινοποιεί με το παρόν ότι όλες οι διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας ορίζονται ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α προς εφαρμογή κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, με εξαίρεση τα εξής άρθρα:



—  Άρθρο 3

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

—  Άρθρο 5.1

Κοινοποιήσεις για ενισχυμένους ελέγχους ή επιθεωρήσεις

—  Άρθρο 5.3

Διαδικασίες δοκιμής

—  Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

—  Άρθρο 8

Συνεργασία συνοριακών υπηρεσιών

—  Άρθρο 10.4

Υπηρεσία μίας στάσης

—  Άρθρο 12

Τελωνειακή συνεργασία

ΦΙΛΙΠΠΙΝΕΣ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση των Φιλιππίνων έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι με το παρόν ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A:



Άρθρο 1.1

Δημοσίευση

Άρθρο 1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

Άρθρο 1.3

Κέντρα πληροφόρησης

Άρθρο 1.4

Κοινοποίηση

Άρθρο 2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

Άρθρο 3

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων

Άρθρο 4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 5.2

Παρακράτηση

Άρθρο 5.3

Διαδικασίες δοκιμής

Άρθρο 6.1

Γενικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.2

Ειδικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις για τελωνειακές διατυπώσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Άρθρο 7.4

Διαχείριση κινδύνων

Άρθρο 7.6

Καθορισμός και δημοσίευση μέσων χρόνων θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία

Άρθρο 7.7

Μέτρα διευκόλυνσης των συναλλαγών για εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 9

Μετακίνηση εμπορευμάτων που προορίζονται για εισαγωγή στο πλαίσιο τελωνειακών ελέγχων

Άρθρο 10.2

Αποδοχή αντιγράφων

Άρθρο 10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

Άρθρο 10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης

Άρθρο 12

Τελωνειακή συνεργασία

ΚΑΤΑΡ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση του Κράτους του Κατάρ έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι το Κράτος του Κατάρ με το παρόν ορίζει όλες τις διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α, με εξαίρεση τα εξής:



—  7.7

Μέτρα διευκόλυνσης των συναλλαγών για εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς

ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΑΟΥΔΙΚΗΣ ΑΡΑΒΙΑΣ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, για πλήρη εφαρμογή τους κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, με εξαίρεση τα εξής άρθρα:



—  Άρθρο 2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

—  Άρθρο 10.4

Υπηρεσία μίας στάσης

ΣΕΝΕΓΑΛΗ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) σχετικά με τη συμφωνία για τη διευκόλυνση του εμπορίου, η Σενεγάλη κοινοποιεί με το παρόν τις οικείες δεσμεύσεις κατηγορίας Α, σύμφωνα με τις διατάξεις που απαριθμούνται κατωτέρω:



 

ΑΡΘΡΟ/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

1

2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

2

2.2

Διαβουλεύσεις

3

4

Διαδικασίες προσφυγής ή επανεξέτασης

4

5.2

Παρακράτηση

5

5.3

Διαδικασίες δοκιμής

6

7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

7

7.2

Ηλεκτρονική πληρωμή

8

7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

9

7.4

Διαχείριση κινδύνων

10

7.6

Καθορισμός και δημοσίευση μέσων χρόνων θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία

11

9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

12

10.2

Αποδοχή αντιγράφων

13

10.3

Χρήση διεθνών προτύπων

14

10.4

Υπηρεσία μίας στάσης

15

10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

16

10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

17

10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

18

10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

19

12

Τελωνειακή συνεργασία

ΣΙΝΓΚΑΠΟΥΡΗ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Σινγκαπούρης έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Δημοκρατία της Σιγκαπούρης με το παρόν ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα 1 έως 12 της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας.

ΣΡΙΛΑΝΚΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Λαϊκής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Σρι Λάνκα έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Σρι Λάνκα με το παρόν ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Διατάξεις

Τίτλος

4.1

Δικαίωμα προσφυγής ή επανεξέτασης

5.2

Παρακράτηση

6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

7.2

Ηλεκτρονική πληρωμή

7.8

Ταχείες αποστολές

9

Μετακίνηση εμπορευμάτων που προορίζονται για εισαγωγή στο πλαίσιο τελωνειακών ελέγχων

10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

11

Ελευθερία διαμετακόμισης

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΑΪΒΑΝ, ΠΕΝΓΚΟΥ, ΚΙΝΜΕΝ ΚΑΙ ΜΑΤΣΟΥ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, το Ιδιαίτερο τελωνειακό έδαφος Ταϊβάν, Πένγκου, Κίνμεν και Μάτσου έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα 1 έως 12 της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, για πλήρη εφαρμογή τους κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας

ΤΑΤΖΙΚΙΣΤΑΝ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου είναι εξουσιοδοτημένη, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση του Τατζικιστάν έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, για την πλήρη εφαρμογή τους κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 1

Παράγραφος 1

Δημοσίευση

Παράγραφος 2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

Άρθρο 4

Όλες οι διατάξεις

Άρθρο 5

Παράγραφος 2

Παρακράτηση

Παράγραφος 3

Διαδικασίες δοκιμής

Άρθρο 6

Όλες οι διατάξεις

Άρθρο 7

Παράγραφος 1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Παράγραφος 3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

Παράγραφος 4

Διαχείριση κινδύνων

Παράγραφος 5

Έλεγχος μετά τον εκτελωνισμό

Παράγραφος 6

Καθορισμός και δημοσίευση μέσων χρόνων θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία

Παράγραφος 8

Ταχείες αποστολές

Παράγραφος 9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα

Άρθρο 8

Στοιχείο 1

Άρθρο 9

Όλες οι διατάξεις

Άρθρο 10

Παράγραφος 1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Παράγραφος 2

Αποδοχή αντιγράφων

Παράγραφος 3

Χρήση διεθνών προτύπων

Παράγραφος 5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

Παράγραφος 6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Παράγραφος 7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Παράγραφος 8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

Παράγραφος 9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11

Όλες οι διατάξεις

ΤΑΪΛΑΝΔΗ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση του Βασιλείου της Ταϊλάνδης έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Ταϊλάνδη με το παρόν ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας βάσει της κατηγορίας A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, με εξαίρεση τα ακόλουθα άρθρα:



Άρθρο 3

Εκ των προτέρων έκδοση αποφάσεων: παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 4

Διαδικασίες προσφυγής ή αναθεώρησης: παράγραφος 4

Άρθρο 5

Άλλα μέτρα: παράγραφος 1 (Κοινοποιήσεις) και παράγραφος 3 (Διαδικασίες δοκιμής)

Άρθρο 6

Ρυθμίσεις σχετικά με δασμούς και επιβαρύνσεις: εδάφια 3.4 και 3.7 Κατηγορίες κυρώσεων

Άρθρο 7

Παράδοση και εκτελωνισμός εμπορευμάτων: εδάφιο 1.1 Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 10

Διατυπώσεις: παράγραφος 8 Απορριφθέντα εμπορεύματα και παράγραφος 9 Προσωρινή εισαγωγή

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης: παράγραφοι 1, 8 και 9

Άρθρο 12

Τελωνειακή συνεργασία: παράγραφος 2 Ανταλλαγή πληροφοριών, παράγραφος 5.1 στοιχεία γ) έως στ) και παράγραφος 6.1 Παροχή πληροφοριών

ΤΥΝΗΣΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911) και του άρθρου 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου, η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Τυνησίας κοινοποιεί με το παρόν τις ακόλουθες διατάξεις της εν λόγω συμφωνίας που εμπίπτουν στην κατηγορία Α:



Αριθμός άρθρου ή παραγράφου (*1)

Περιγραφή

1.1

Δημοσίευση

1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

1.3

Κέντρα πληροφόρησης

1.4

Κοινοποίηση

2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

4

Διαδικασίες για την άσκηση έφεσης ή την αναθεώρηση

5.2

Παρακράτηση

6.3

Κατηγορίες κυρώσεων

7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

7.3

Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων

9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

10.2

Αποδοχή αντιγράφων

10.5

Επιθεώρηση πριν από την αποστολή

10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα

10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

11 πλην της 11.5

Ελευθερία διαμετακόμισης με εξαίρεση τη διάθεση φυσικά χωρισμένων υποδομών για την κυκλοφορία υπό καθεστώς διαμετακόμισης.

12

Τελωνειακή συνεργασία

23.2

Εθνική επιτροπή για τη διευκόλυνση του εμπορίου

(*1)   

Όταν διευκρινίζεται μια συγκεκριμένη παράγραφος ενός άρθρου, η δέσμευση της Τυνησίας περιορίζεται στο περιεχόμενο της συγκεκριμένης παραγράφου και δεν αφορά τις λοιπές διατάξεις του άρθρου.

ΤΟΥΡΚΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Τουρκίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι ορίζει όλες τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας (που προσαρτάται στην προαναφερθείσα υπουργική απόφαση) στο πλαίσιο της κατηγορίας A, για πλήρη εφαρμογή τους κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, με εξαίρεση τα εξής άρθρα:



Άρθρο 7.9

«Ευαλλοίωτα εμπορεύματα»

ΟΥΚΡΑΝΙΑ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Ουκρανίας έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι η Ουκρανία ορίζει με το παρόν τις ακόλουθες διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας για την κατηγορία A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 1.1

Δημοσίευση

Άρθρο 1.2

Πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του διαδικτύου

Άρθρο 7.1

Επεξεργασία πριν από την άφιξη

Άρθρο 7.4

Διαχείριση κινδύνων (εκτός από τις παραγράφους 7.4.1, 7.4.2 και 7.4.3)

Άρθρο 7.7

Μέτρα διευκόλυνσης των συναλλαγών για εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές

Άρθρο 7.9

Ευαλλοίωτα εμπορεύματα (εκτός από τις παραγράφους 7.9.1 και 7.9.2)

Άρθρο 8

Συνεργασία συνοριακών υπηρεσιών

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10.8

Απορριφθέντα εμπορεύματα (εκτός από την παράγραφο 10.8.2)

Άρθρο 10.9

Προσωρινή εισδοχή εμπορευμάτων και τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή επανεισαγωγή

Άρθρο 11

Ελευθερία διαμετακόμισης (εκτός από τις παραγράφους 11.3, 11.4, 11.5, 11.6, 11.7, 11.8 και 11.10)

ΟΥΡΟΥΓΟΥΑΗ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36) και σύμφωνα με το άρθρο 15 της ενότητας ΙΙ της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου («η συμφωνία»), η Ανατολική Δημοκρατία της Ουρουγουάης ορίζει όλες τις διατάξεις της ενότητας Ι της συμφωνίας ως δεσμεύσεις κατηγορίας Α κατά την έναρξη ισχύος της, με εξαίρεση το άρθρο 7.3 «Διαχωρισμός της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία από τον τελικό καθορισμό των τελωνειακών δασμών, φόρων, τελών και επιβαρύνσεων», το οποίο ορίζεται ως δέσμευση κατηγορίας Β.

ΒΙΕΤΝΑΜ

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2013 (WT/MIN(13)/36, WT/L/911), η Προπαρασκευαστική Επιτροπή για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου που συστάθηκε στο πλαίσιο του Γενικού Συμβουλίου (εφεξής «προπαρασκευαστική επιτροπή») οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των μελών που αφορούν τις δεσμεύσεις κατηγορίας Α στο πλαίσιο της Συμφωνίας για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία»).

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ έχει την τιμή να κοινοποιήσει στην προπαρασκευαστική επιτροπή ότι το Βιετνάμ με το παρόν ορίζει τις ακόλουθες διατάξεις που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ι της συμφωνίας βάσει της κατηγορίας A, οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας:



Άρθρο 1.3

Κέντρα πληροφόρησης

Άρθρο 1.4

Κοινοποίηση

Άρθρο 2.1

Δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και ενημέρωση πριν από τη θέση σε ισχύ

Άρθρο 2.2

Διαβουλεύσεις

Άρθρο 4.1

Δικαίωμα προσφυγής ή επανεξέτασης

Άρθρο 6.1

Γενικοί κανόνες σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή ή που συνδέονται με αυτές

Άρθρο 6.2

Ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ή σχετίζονται με αυτές

Άρθρο 7.8

Ταχείες αποστολές

Άρθρο 9

Κυκλοφορία εμπορευμάτων υπό τελωνειακό έλεγχο που προορίζονται για εισαγωγή

Άρθρο 10.1

Διατυπώσεις και απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 10.2

Αποδοχή αντιγράφων

Άρθρο 10.6

Χρησιμοποίηση εκτελωνιστών

Άρθρο 10.7

Κοινές συνοριακές διαδικασίες και ενιαίες απαιτήσεις τεκμηρίωσης

Άρθρο 11.1-3

Τέλη διαμετακόμισης, κανονισμοί και διατυπώσεις

Άρθρο 11.4

Ενισχυμένη μη διακριτική μεταχείριση διαμετακόμισης

▼B

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΤΟΥ ΜΑΡΑΚΕΣ

που προσαρτάται στη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου του 1994

ΤΑ ΜΕΛΗ

Αφού διενήργησαν διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της GΑΤΤ του 1947, σύμφωνα με την υπουργική δήλωση για το Γύρο της Ουρουγουάης,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. 

Ο πίνακας μέλους που επισυνάπτεται στο παρόν πρωτόκολλο γίνεται πίνακας του μέλους αυτού που επισυνάπτεται στην GΑΤΤ του 1994 την ημερομηνία που αρχίζει να ισχύει η συμφωνία για τον ΠΟΕ έναντι του εν λόγω μέλους. Οποιοσδήποτε πίνακας υποβληθεί σύμφωνα με την υπουργική απόφαση για τα μέτρα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών θεωρείται ότι αποτελεί παράρτημα του παρόντος πρωτοκόλλου.

2. 

Οι δασμολογικές μειώσεις που έχει συμφωνηθεί να παραχωρηθούν από κάθε μέλος πραγματοποιούνται σε πέντε ισομερείς δόσεις, εκτός αν οριστεί διαφορετικά στον πίνακα κάποιου μέλους. Η πρώτη τέτοια μείωση υλοποιείται την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ η καθεμιά από τις επόμενες μειώσεις πραγματοποιείται την 1η Ιανουαρίου καθενός από τα επόμενα έτη, ενώ η τελευταία μείωση όχι αργότερα από τέσσερα χρόνια μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον πίνακα του εν λόγω μέλους. Με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία ορίζεται διαφορετικά στον πίνακά του, κάποιο μέλος που αποδέχεται τη συμφωνία για τον ΠΟΕ μετά τη θέση της σε ισχύ υποχρεούται, κατά την ημερομηνία που η συμφωνία αυτή αρχίζει να ισχύει έναντι αυτού, να πραγματοποιήσει όλες τις μειώσεις που έχουν ήδη διενεργηθεί καθώς και τις μειώσεις που θα ήταν υποχρεωμένο να πραγματοποιήσει, σύμφωνα με την προηγούμενη πρόταση, την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους, και να υλοποιήσει όλες τις εναπομένουσες μειώσεις συντελεστών σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που καθορίζεται στην προηγούμενη πρόταση. Ο μειωμένος συντελεστής στρογγυλοποιείται σε κάθε στάδιο στο πρώτο δεκαδικό ψηφίο. Για τα γεωργικά προϊόντα, σύμφωνα με το άρθρο 2 της συμφωνίας για τη γεωργία, οι σταδιακές μειώσεις εφαρμόζονται με του τρόπο που περιγράφεται στα σχετικά τμήματα των πινάκων.

3. 

Η πραγματοποίηση των παραχωρήσεων και των αναλήψεων υποχρεώσεων που περιέχονται στους πίνακες που επισυνάπτονται στο παρόν πρωτόκολλο υποβάλλεται, μετά σχετική αίτηση, σε πολυμερή εξέταση εκ μέρους των μελών. Αυτό συμβαίνει με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μελών που απορρέουν από τις συμφωνίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

4. 

Μόλις πίνακας μέλους που επισυνάπτεται στο παρόν πρωτόκολλο γίνει πίνακας της GΑΤΤ του 1994 σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, το εν λόγω μέλος είναι ελεύθερο ανά πάσα στιγμή να αναστείλει ή να αποσύρει, εν όλω ή εν μέρει, την παραχώρηση που περιέχεται στον πίνακα αυτό και αφορά προϊόν ο κύριος προμηθευτής του οποίου συμμετείχε στο Γύρο της Ουρουγουάης αλλά ο πίνακάς του δεν έχει ακόμη γίνει πίνακας της GΑΤΤ του 1994. Τούτο, ωστόσο, μπορεί να συμβεί μόνον μετά γραπτή γνωστοποίηση τέτοιας αναστολής ή ανάκλησης παραχώρησης προς το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών και μετά τη διενέργεια διαβουλεύσεων, αφού διατυπωθεί σχετικό αίτημα, με οποιοδήποτε μέλος, του οποίου ο σχετικός πίνακας έχει γίνει πίνακας της GΑΤΤ του 1994 και το οποίο έχει ουσιώδες ενδιαφέρον για το εν λόγω προϊόν. Οι παραχωρήσεις που έχουν ανασταλεί ή ανακληθεί κατ' αυτό τον τρόπο ισχύουν και μετά την ημερομηνία κατά την οποία ο πίνακας του μέλους που έχει ενδιαφέρον κύριου προμηθευτή γίνει πίνακας της GΑΤΤ του 1994.

5. 
α) 

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 2 της συμφωνίας για τη γεωργία, όσον αφορά την ημερομηνία της GΑΤΤ του 1994 που αναφέρεται στο άρθρο II παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ) της εν λόγω συμφωνίας, η ημερομηνία η οποία εφαρμόζεται για κάθε προϊόν το οποίο υποβάλλεται σε παραχώρηση που περιλαμβάνεται στον πίνακα παραχωρήσεων που επισυνάπτεται στο παρόν πρωτόκολλο είναι η ημερομηνία του παρόντος πρωτοκόλλου.

β) 

Όσον αφορά την ημερομηνία της GΑΤΤ του 1994 στην οποία αναφέρεται το άρθρο II παράγραφος 6 στοιχείο α), η ημερομηνία που εφαρμόζεται για τον πίνακα παραχωρήσεων που επισυνάπτεται στο παρόν πρωτόκολλο είναι η ημερομηνία του παρόντος πρωτοκόλλου.

6. 

Σε περίπτωση τροποποίησης ή ανάκλησης παραχωρήσεων που αφορούν μη δασμολογικά μέτρα που περιέχονται στο τμήμα III των πινάκων, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου XXVIII της GΑΤΤ του 1994 και οι «διαπραγματευτικές διαδικασίες βάσει του άρθρου XXVIII» που εγκρίθηκαν στις 10 Νοεμβρίου 1980 (ΒΙSD 27S/26-28). Τούτο συμβαίνει με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μελών που απορρέουν από την GΑΤΤ του 1994.

7. 

Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία κάποιος πίνακας που επισυνάπτεται στο παρόν πρωτόκολλο έχει ως αποτέλεσμα τη μεταχείριση οποιουδήποτε προϊόντος κατά τρόπο λιγότερο ευνοϊκό από αυτόν που προβλεπόταν για το εν λόγω προϊόν στους πίνακες της GΑΤΤ του 1947 πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, το μέλος το οποίο αφορά ο πίνακας θεωρείται ότι ανέλαβε την κατάλληλη δράση που θα ήταν, άλλωστε, αναγκαία σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του άρθρου XXVIII της GΑΤΤ του 1947 ή του 1994. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν μόνο για την Αίγυπτο, το Περού, τη Νότιο Αφρική και την Ουρουγουάη.

8. 

Οι επισυναπτόμενοι στο παρόν πρωτόκολλο πίνακες είναι αυθεντικοί στην αγγλική, γαλλική και ισπανική γλώσσα, όπως ορίζεται σε κάθε πίνακα.

9. 

Η ημερομηνία του παρόντος πρωτοκόλλου είναι η 15η Απριλίου 1994.

[Οι συμφωνηθέντες πίνακες των συμμετεχόντων θα επισυναφθούν στο Πρωτόκολλο του Μαρακές στο αντίγραφο της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.]

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

Έχοντας αποφασίσει να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την έναρξη διαδικασίας μεταρρύθμισης του εμπορίου στον τομέα της γεωργίας, σύμφωνα με τους στόχους των διαπραγματεύσεων όπως ορίζονται στη δήλωση της Πούντα ντελ Έστε,

Υπενθυμίζοντας ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος τους, όπως αποφασίσθηκε κατά την ενδιάμεση επανεξέταση του Γύρου της Ουρουγουάης, συνίσταται στη «θέσπιση δικαίου και βασισμένου στην αγορά συστήματος για το εμπόριο στον τομέα της γεωργίας και ότι η διαδικασία μεταρρύθμισης είναι σκόπιμο να τεθεί σε εφαρμογή μέσω της διαπραγμάτευσης υποχρεώσεων για τις ενισχύσεις και την προστασία και μέσω της καθιέρωσης ενισχυμένων και αποτελεσματικότερων από λειτουργικής απόψεως κανόνων και ρυθμίσεων της GΑΤΤ»,

Υπενθυμίζοντας, επιπλέον, ότι «ο προαναφερόμενος μακροπρόθεσμος στόχος συνίσταται στην εξασφάλιση σημαντικών προοδευτικών μειώσεων των ενισχύσεων και των μέτρων προστασίας στον τομέα της γεωργίας, εντός συμφωνηθέντος χρονικού διαστήματος, οι οποίες θα έχουν ως αποτέλεσμα τη διόρθωση και πρόληψη των περιορισμών και στρεβλώσεων στις παγκόσμιες γεωργικές αγορές»,

Αποφασισμένα να αναλάβουν συγκεκριμένες δεσμευτικές υποχρεώσεις σε έκαστο των ακολούθων τομέων: πρόσβαση στην αγορά, εσωτερικές ενισχύσεις και ανταγωνισμός στις εξαγωγές, και να έλθουν σε συμφωνία επί των υγειονομικών και φυτοΰγειονομικών θεμάτων,

Έχοντας συμφωνήσει ότι, κατά την εφαρμογή των υποχρεώσεων που έχουν αναλάβει όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά, οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις συγκεκριμένες ανάγκες και συνθήκες των αναπτυσσομένων χωρών μελών, παρέχοντας αυξημένες δυνατότητες και βελτιωμένους όρους πρόσβασης για γεωργικά προϊόντα ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος για τα εν λόγω μέλη, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους απελευθέρωσης του εμπορίου των τροπικών γεωργικών προϊόντων, όπως συμφωνήθηκε κατά την ενδιάμεση επανεξέταση, καθώς και για προϊόντα που έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη διαφοροποίηση της παραγωγής και την αντικατάσταση παράνομων καλλιεργειών φυτών με ναρκωτική δράση από άλλες καλλιέργειες,

Σημειώνοντας ότι οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο του προγράμματος μεταρρυθμίσεων επιβάλλεται να κατανέμονται ισομερώς μεταξύ όλων των μελών, αφού ληφθούν υπόψη παράγοντες μη εμπορικού χαρακτήρα, όπως η επισιτιστική ασφάλεια και η ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος· έχοντας υπόψη τη συμφωνία ότι η ειδική και διακριτική μεταχείριση των αναπτυσσομένων χωρών αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των διαπραγματεύσεων και λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις της εφαρμογής του προγράμματος μεταρρύθμισης στις λιγότερο ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν αποκλειστικά είδη διατροφής:

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



ΜΕΡΟΣ I

Άρθρο 1

Ορισμοί

Στην παρούσα συμφωνία, εκτός εάν τα εκάστοτε συμφραζόμενα απαιτούν διαφορετική έννοια:

α) 

Ως «αθροιστική μέτρηση ενισχύσεων» ή «ΑΜΕ» νοούνται οι ετήσιες ενισχύσεις, εκφραζόμενες σε νόμισμα, που παρέχονται για ένα γεωργικό προϊόν στους παραγωγούς του βασικού γεωργικού προϊόντος ή οι ενισχύσεις που δεν αφορούν συγκεκριμένα προϊόντα και παρέχονται σε παραγωγούς γεωργικών προϊόντων εν γένει, εκτός αυτών οι οποίες παρέχονται στο πλαίσιο προγραμμάτων που πληρούν τις προϋποθέσεις εξαίρεσης από την επιβολή μειώσεων, βάσει του παραρτήματος 2 της παρούσας συμφωνίας, οι οποίες:

i) 

όσον αφορά τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά την περίοδο βάσης, καθορίζονται ειδικώς στους σχετικούς πίνακες επεξηγηματικών στοιχείων που ενσωματώνονται διά παραπομπής στο μέρος IV του πίνακα ενός μέλους και,

ii) 

όσον αφορά τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής και εφεξής, υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος 3 της παρούσας συμφωνίας, αφού ληφθούν υπόψη τα σχετικά στοιχεία και η μεθοδολογία που περιλαμβάνονται στους πίνακες επεξηγηματικών στοιχείων που ενσωματώνονται διά παραπομπής στο μέρος IV του συγκεκριμένου μέλους·

β) 

ως «βασικό γεωργικό προϊόν», όσον αφορά τις υποχρεώσεις για τις εσωτερικές ενισχύσεις, ορίζεται το προϊόν το οποίο βρίσκεται όσον το δυνατόν πλησιέστερα στο σημείο της πρώτης πώλησης, όπως καθορίζεται στον πίνακα ενός μέλους και στα σχετικά επεξηγηματικά στοιχεία·

γ) 

οι «δημοσιονομικές δαπάνες» ή «δαπάνες» περιλαμβάνουν τα διαφυγόντα δημοσιονομικά έσοδα·

δ) 

ως «μέτρηση ενισχύσεων ισοδυνάμου χαρακτήρα» νοείται το ετήσιο επίπεδο ενισχύσεων, εκφραζόμενο σε νόμισμα, που παρέχεται σε παραγωγούς βασικών γεωργικών προϊόντων μέσω της εφαρμογής ενός ή περισσότερων μέτρων, ο υπολογισμός των οποίων σύμφωνα με τη μεθοδολογία ΑΜΕ είναι πρακτικώς αδύνατος, εκτός των ενισχύσεων που παρέχονται στο πλαίσιο προγραμμάτων που πληρούν τις προϋποθέσεις εξαίρεσης από την επιβολή μειώσεων, βάσει του παραρτήματος 2 της παρούσας συμφωνίας και οι οποίες:

i) 

όσον αφορά τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά την περίοδο βάσης, καθορίζονται ειδικώς στους σχετικούς πίνακες επεξηγηματικών στοιχείων που ενσωματώνονται διά παραπομπής στο μέρος IV του πίνακα ενός μέλους και,

ii) 

όσον αφορά τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής και εφεξής, υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος 4 της παρούσας συμφωνίας, αφού ληφθούν υπόψη τα σχετικά στοιχεία και η μεθοδολογία που περιλαμβάνονται στους πίνακες επεξηγηματικών στοιχείων οι οποίοι ενσωματώνονται διά παραπομπής στο μέρος IV του πίνακα του συγκεκριμένου μέλους·

ε) 

ο όρος «εξαγωγικές επιδοτήσεις» αναφέρεται σε επιδοτήσεις που εξαρτώνται από τις εξαγωγικές επιδόσεις, συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγικών επιδοτήσεων που περιλαμβάνονται στο άρθρο 9 της παρούσας συμφωνίας·

στ) 

ως «περίοδος εφαρμογής» νοείται το χρονικό διάστημα έξι ετών που αρχίζει το 1995. Ωστόσο, για τους σκοπούς του άρθρου 13, έτσι ορίζεται το χρονικό διάστημα εννέα ετών που αρχίζει το 1995·

ζ) 

οι «παραχωρήσεις που αφορούν την πρόσβαση στην αγορά» περιλαμβάνουν το σύνολο των υποχρεώσεων για την πρόσβαση στην αγορά που αναλαμβάνονται κατ' εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας·

η) 

ως «συνολική αθροιστική μέτρηση ενισχύσεων» ή «συνολική ΑΜΕ» νοείται το άθροισμα όλων των εσωτερικών ενισχύσεων που παρέχονται προς όφελος των παραγωγών γεωργικών προϊόντων, το οποίο υπολογίζεται ως το άθροισμα των συνολικών μετρήσεων ενισχύσεων για τα βασικά γεωργικά προϊόντα, των συνολικών μετρήσεων που δεν αφορούν συγκεκριμένα προϊόντα και των συνολικών μετρήσεων ενισχύσεων για γεωργικά προϊόντα ισοδύναμου χαρακτήρα, το οποίο:

i) 

όσον αφορά τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά την περίοδο βάσης (π.χ. τη «βασική συνολική ΑΜΕ») και το ανώτατο όριο ενισχύσεων που είναι δυνατόν να παρέχεται κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής ή μετέπειτα (π.χ. τα «ετήσια και τελικά παγιοποιημένα επίπεδα υποχρεώσεων»), καθορίζεται ειδικά στο μέρος IV του πίνακα ενός μέλους, και

ii) 

όσον αφορά το επίπεδο ενισχύσεων που παρέχονται στην πράξη κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής και εφεξής (δηλαδή η «τρέχουσα συνολική ΑΜΕ»), υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 6, και βάσει των στοιχείων και της μεθοδολογίας που χρησιμοποιούνται στους πίνακες επεξηγηματικών στοιχείων που ενσωματώνονται διά παραπομπής στο μέρος IV του πίνακα ενός μέλους·

ι) 

ως «έτος» στην ανωτέρω παράγραφο στ) και σε σχέση με τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις ενός μέλους νοείται το ημερολογιακό, οικονομικό έτος ή έτος εμπορίας, όπως ορίζονται στον πίνακα του εν λόγω μέλους.

Άρθρο 2

Προϊόντα που καλύπτονται από τη συμφωνία

Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα 1 αυτής, τα οποία στο εξής καλούνται γεωργικά προϊόντα.



ΜΕΡΟΣ II

Άρθρο 3

Ενσωμάτωση παραχωρήσεων και υποχρεώσεων

1.  
Οι υποχρεώσεις όσον αφορά τις εσωτερικές ενισχύσεις και τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που περιλαμβάνονται στο μέρος IV του πίνακα κάθε μέλους συνιστούν υποχρεώσεις περιορισμού των επιδοτήσεων και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της GΑΤΤ του 1994.
2.  
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6, τα μέλη δεν παρέχουν στήριξη υπέρ των εθνικών παραγωγών ανώτερη από τα επίπεδα υποχρεώσεων που ορίζονται στο τμήμα I του μέρους IV του πίνακά του.
3.  
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 9 παράγραφοι 2 στοιχείο β) και 4 τα μέλη δεν παρέχουν εξαγωγικές επιδοτήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 9 παράγραφος 1, σχετικά με τα γεωργικά προϊόντα ή ομάδες προϊόντων που καθορίζονται στο τμήμα II του μέρους IV του πίνακά τους, ανώτερες από τα καθορισμένα επίπεδα υποχρεώσεων, όσον αφορά τις δημοσιονομικές δαπάνες και τις ποσότητες, και δεν παρέχουν τέτοιου είδους επιδοτήσεις για γεωργικά προϊόντα που δεν αναφέρονται στο σχετικό τμήμα του πίνακά τους.



ΜΕΡΟΣ III

Άρθρο 4

Πρόσβαση στην αγορά

1.  
Οι παραχωρήσεις σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά, που περιλαμβάνονται στους πίνακες, αφορούν παγιοποιήσεις και μειώσεις δασμών και άλλες υποχρεώσεις σχετικές με την πρόσβαση στην αγορά, που ορίζονται στους εν λόγω πίνακες.
2.  
Τα μέλη δεν εξακολουθούν τα εφαρμόζουν μέτρα τα οποία θα έπρεπε να είχαν μετατραπεί σε συνήθεις δασμούς ( 8 ), ούτε προσφεύγουν ή επανέρχονται σε τέτοια μέτρα, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 5 και στο παράρτημα 5.

Άρθρο 5

Ειδικές διατάξεις διασφάλισης

1.  

Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου II παραγραφος 1 στοιχείο β) της GΑΤΤ του 1994, κάθε μέλος δύναται να επικαλεσθεί τις διατάξεις των κατωτέρω παραγράφων 4 και 5 όσον αφορά την εισαγωγή γεωργικού προϊόντος, σε σχέση με το οποίο τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της παρούσας συμφωνίας" έχουν μετατραπεί σε συνήθη δασμό και το οποίο προσδιορίζεται στον πίνακά του με το σύμβολο «ΕΔΔ» δεδομένου ότι αποτελεί αντικείμενο παραχώρησης σχετικά με την οποία δύναται να γίνει επίκληση των διατάξεων του παρόντος άρθρου:

α) 

εάν το ύψος των εισαγωγών του εν λόγω προϊόντος, το οποίο εισέρχεται στο τελωνειακό έδαφος του μέλους που παρέχει την παραχώρηση, κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους, υπερβαίνει ένα επίπεδο ενεργοποίησης που συνδέεται με την υπάρχουσα δυνατότητα πρόσβασης στην αγορά, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4, ή, αλλά όχι συγχρόνως:

β) 

εάν η τιμή με την οποία οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος δύνανται να εισέλθουν στο τελωνειακό έδαφος του μέλος που παρέχει την παραχώρηση, όπως καθορίζεται βάσει της τιμής εισαγωγής cif του συγκεκριμένου φορτίου αποτιμημένης στο εγχώριο νόμισμα, είναι κατώτερη της τιμής ενεργοποίησης που ισούται με τη μέση τιμή αναφοράς ( 9 ) των ετών 1986 έως 1988 για το υπό εξέταση προϊόν.

2.  
Προκειμένου να καθορισθεί ο όγκος των εισαγωγών που απαιτείται για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 στοιχείο α) και της παραγράφου 4, λαμβάνονται υπόψη οι εισαγωγές στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της ισχύουσας και ελάχιστης πρόσβασης. Ωστόσο, οι εισαγωγές βάσει των εν λόγω υποχρεώσεων δεν θίγονται από πρόσθετους δασμούς που επιβάλλονται είτε βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο α) και της παραγράφου 4 είτε βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο β) και της παραγράφου 5 κατωτέρω.
3.  
Οι αποστολές του υπό εξέταση προϊόντος, οι οποίες ήταν καθ' οδόν βάσει σύμβασης που αποτέλεσε αντικείμενο ρύθμισης πριν από την επιβολή του πρόσθετου δασμού, σύμφωνα με την παράγραφο 1 σημείο α) και την παράγραφο 4, απαλλάσσονται από το σχετικό πρόσθετο δασμό, υπό την προϋπόθεση ότι είναι δυνατόν να προστεθούν στον όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά τη διάρκεια του επομένου έτους με στόχο την ενεργοποίηση των διατάξεων της παραγράφου 1 στοιχείο α) κατά το εν λόγω έτος.
4.  

Κάθε πρόσθετος δασμός που επιβάλλεται βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο α) διατηρείται μόνο έως το τέλος του έτους για το οποίο έχει επιβληθεί, και είναι δυνατόν να καθορίζεται μόνο σε επίπεδο που δεν υπερβαίνει το ένα τρίτο του ύψους του συνήθους δασμού που ισχύει κατά το έτος που λαμβάνεται το μέτρο. Το επίπεδο ενεργοποίησης καθορίζεται σύμφωνα με το ακόλουθο διάγραμμα, το οποίο βασίζεται στις δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά, εκφραζόμενες ως το ποσοστό των εισαγωγών ου αντιστοιχεί στην εγχώρια κατανάλωση ( 10 ) κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων ετών για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία:

α) 

στις περιπτώσεις που οι δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά για ένα προϊόν είναι κατώτερες ή ίσες με 10 %, το βασικό επίπεδο ενεργοποίησης ισούται με 125 %·

β) 

στις περιπτώσεις που οι δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά για ένα προϊόν είναι ανώτερες από 10 %, αλλά κατώτερες ή ίσες με 30 %, το βασικό επίπεδο ενεργοποίησης ισούται με 110 %·

γ) 

στις περιπτώσεις που οι δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά για ένα προϊόν υπερβαίνουν το 30 %, το βασικό επίπεδο ενεργοποίησης ισούται με 105 %.

Σε όλες τις περιπτώσεις, ο πρόσθετος δασμός είναι δυνατόν να επιβληθεί σε οποιοδήποτε έτος, κατά τη διάρκεια του οποίου το απόλυτο μέγεθος των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος, που εισέρχεται στο τελωνειακό έδαφος του μέλους που χορηγεί την παραχώρηση, υπερβαίνει το άθροισμα του ανωτέρω βασικού επιπέδου ενεργοποίησης πολλαπλασιαζόμενου με τη μέση ποσότητα εισαγωγών κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων ετών για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία (χ) και του απόλυτου μεγέθους της μεταβολής στην εγχώρια κατανάλωση του υπό εξέταση προϊόντος κατά το πλέον πρόσφατο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (γ), υπό την προϋπόθεση ότι το επίπεδο ενεργοποίησης δεν είναι κατώτερο του 105 % της μέσης ποσότητας εισαγωγών, όπως εκτιμάται στο στοιχείο (χ) ανωτέρω.

5.  

Ο πρόσθετος δασμός που επιβάλλεται βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο β) καθορίζεται ως ακολούθως:

α) 

εάν η διαφορά μεταξύ της τιμής εισαγωγής cif της αποστολής αποτιμούμενης σε εγχώριο νόμισμα (η οποία στο εξής καλείται «τιμή εισαγωγής») και της τιμής ενεργοποίησης, όπως καθορίζεται στο ανωτέρω εδάφιο, είναι μικρότερη ή ίση με το 10 % της τιμής ενεργοποίησης, δεν επιβάλλεται πρόσθετος δασμός·

β) 

εάν η διαφορά μεταξύ της τιμής εισαγωγής και της τιμής ενεργοποίησης (που στο εξής καλείται «διαφορά») είναι ανώτερη του 10 % αλλά κατώτερη ή ίση με το 40 % της τιμής ενεργοποίησης, ο πρόσθετος δασμός ισούται με το 30 % του ποσού κατά το οποίο η διαφορά υπερβαίνει το 10 %·

γ) 

εάν η διαφορά είναι μεγαλύτερη από 40 % αλλά κατώτερη ή ίση με το 60 % της τιμής ενεργοποίησης, ο πρόσθετος δασμός ισούται με το 50 % του ποσού κατά το οποίο η διαφορά υπερβαίνει το 40 %, συν τον πρόσθετο δασμό που επιβάλλεται βάσει του στοιχείου β)·

δ) 

εάν η διαφορά είναι μεγαλύτερη από 60 % αλλά μικρότερη ή ίση με 75 %, ο πρόσθετος δασμός ισούται με το 70 % του ποσού κατά το οποίο η διαφορά υπερβαίνει το 60 % της τιμής ενεργοποίησης, συν τους πρόσθετους δασμούς που επιβάλλονται βάσει των στοιχείων β) και γ)·

ε) 

εάν η διαφορά είναι μεγαλύτερη από το 75 % της τιμής ενεργοποίησης, ο πρόσθετος δασμός ισούται με το 90 % του ποσού κατά το οποίο η διαφορά υπερβαίνει το 75 % της τιμής, συν τους πρόσθετους δασμούς που επιβάλλονται βάσει των στοιχείων β), γ) και δ).

6.  
Όσον αφορά τα ευπαθή και εποχιακά προϊόντα, εφαρμόζονται οι όροι που καθορίζονται ανωτέρω κατά τρόπο ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των σχετικών προϊόντων. Ειδικότερα, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται μικρότερα χρονικά διαστήματα βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο α) και της παραγράφου 4, όσον αφορά τα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα κατά την περίοδο βάσης. Επίσης, βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο β), είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται διαφορετικές τιμές αναφοράς για διαφορετικά χρονικά διαστήματα.
7.  
Η λειτουργία της ειδικής ρήτρας διασφάλισης πραγματοποιείται κατά διαφανή τρόπο. Κάθε μέλος που λαμβάνει μέτρα βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο α), ανωτέρω, ενημερώνει γραπτώς, υποβάλλοντας όλα τα σχετικά στοιχεία, την Επιτροπή Γεωργίας, όσο το δυνατό νωρίτερα και, εν πάση περιπτώσει, εντός 10 ημερών από την ημερομηνία εφαρμογής των εν λόγω μέτρων. Σε περιπτώσεις που οι μεταβολές στα μεγέθη κατανάλωσης πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ διαφορετικών δασμολογικών κλάσεων που αποτελούν αντικείμενο των δράσεων που περιγράφονται στην παράγραφο 4, στα σχετικά στοιχεία περιλαμβάνονται οι πληροφορίες και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την κατανομή αυτών των μεταβολών. Οποιοδήποτε μέλος που λαμβάνει μέρος βάσει της παραγράφου 4 παρέχει στα ενδιαφερόμενα μέλη την ευκαιρία να έρθουν σε συνεννόηση μαζί του σχετικά με τους όρους εφαρμογής των εν λόγω μέτρων. Κάθε μέλος που λαμβάνει μέτρα στο πλαίσιο της ανωτέρω παραγράφου 1 στοιχείο β) ενημερώνει γραπτώς, υποβάλλοντας όλα τα σχετικά στοιχεία, την Επιτροπή Γεωργίας εντός 10 ημερών από την εφαρμογή του πρώτου σχετικού μέτρου ή, όσον αφορά τα ευπαθή και εποχιακά προϊόντα, του πρώτου μέτρου σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα. Τα μέλη αναλαμβάνουν, στο μέτρο του δυνατού, την υποχρέωση να μην επικαλούνται τις διατάξεις της παραγράφου 1 στοιχείο β) σε περίπτωση που μειώνεται ο όγκος των εισαγωγών των εν λόγω προϊόντων. Και στις δύο περιπτώσεις, ένα μέλος που λαμβάνει τέτοιου είδους μέτρα παρέχει στα ενδιαφερόμενα μέλη την ευκαιρία να έρθουν σε συνεννόηση μαζί του σχετικά με τους όρους εφαρμογής των εν λόγω μέτρων.
8.  
Σε περίπτωση που τα μέτρα λαμβάνονται σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους 1 έως 7, τα μέλη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να μην προσφεύγουν, όσον αφορά τα εν λόγω μέτρα, στις διατάξεις του άρθρου XIX παράγραφοι 1 στοιχείο α) και 3 της GΑΤΤ του 1994 ή του άρθρου 8 παράγραφος 2 της συμφωνίας για τα μέτρα διασφάλισης.
9.  
Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου παραμένουν σε ισχύ κατά τη διάρκεια της διαδικασίας μεταρρυθμίσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 20.



ΜΕΡΟΣ IV

Άρθρο 6

Υποχρεώσεις σχετικές με τις εσωτερικές ενισχύσεις

1.  
Οι υποχρεώσεις όσον αφορά τη μείωση των εσωτερικών ενισχύσεων κάθε μέλους, που περιλαμβάνονται στο μέρος IV του πίνακα, εφαρμόζονται στο σύνολο των μέτρων εσωτερικών ενισχύσεων υπέρ των παραγωγών γεωργικών προϊόντων, με εξαίρεση τα εγχώρια μέτρα που δεν υπόκεινται σε μείωση βάσει των κριτηρίων που καθορίζονται στο παρόν άρθρο καθώς και στο παράρτημα 2 της παρούσας συμφωνίας. Οι αναλήψεις υποχρεώσεων εκφράζονται βάσει της συνολικής αθροιστικής μέτρησης ενισχύσεων και των «ετησίων και τελικών επιπέδων παγιοποιημένων υποχρεώσεων».
2.  
Σύμφωνα με τις αποφάσεις που ελήφθησαν κατά την ενδιάμεση επανεξέταση, ήτοι ότι τα κρατικά μέτρα ενισχύσεων, άμεσα ή έμμεσα, για την ενθάρρυνση της γεωργικής και αγροτικής ανάπτυξης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των αναπτυξιακών προγραμμάτων των αναπτυσσομένων χωρών, οι επιδοτήσεις επενδύσεων που διατίθενται, εν γένει, για τον τομέα της γεωργίας στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη και οι επιδοτήσεις γεωργικών εισροών που διατίθενται, γενικά, σε παραγωγούς με χαμηλό εισόδημα ή με περιορισμένους πόρους σε αναπτυσσόμενες χώρες μέλη απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις μείωσης των εσωτερικών ενισχύσεων που θα εφαρμόζονταν διαφορετικά για τα εν λόγω μέτρα. Το ίδιο ισχύει για τις εσωτερικές ενισχύσεις που παρέχονται στους παραγωγούς αναπτυσσομένων χωρών μελών προκειμένου να ενθαρρυνθεί η αντικατάσταση της παράνομης καλλιέργειας φυτών με ναρκωτική δράση από άλλη καλλιέργεια. Οι εσωτερικές ενισχύσεις που πληρούν τα κριτήρια της παρούσας παραγράφου δεν απαιτείται να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό της τρέχουσας συνολικής αθροιστικής μέτρησης ενισχύσεων ενός μέλους.
3.  
Κάποιο μέλος θεωρείται ότι τηρεί τις υποχρεώσεις του όσον αφορά τη μείωση των εσωτερικών ενισχύσεων κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους στο οποίο οι εσωτερικές ενισχύσεις που χορηγεί σε παραγωγούς γεωργικών προϊόντων, αποτιμημένες σε τρέχουσα συνολική ΑΜΕ, δεν υπερβαίνουν το αντίστοιχο ετήσιο ή τελικό επίπεδο παγιοποιημένων υποχρεώσεων, που καθορίζεται στο μέρος IV του πίνακα του εν λόγω μέλους.
4.  
α) 

Ένα μέλος δεν υποχρεούται να συμπεριλάβει στον υπολογισμό της τρέχουσας συνολικής ΑΜΕ ούτε να μειώσει:

i) 

τις εσωτερικές ενισχύσεις κατά προϊόν που θα απαιτείτο διαφορετικά να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό της τρέχουσας αθροιστικής μέτρησης ενισχύσεων ενός μέλους, όταν οι εν λόγω ενισχύσεις δεν υπερβαίνουν το 5 % της συνολικής αξίας παραγωγής ενός βασικού γεωργικού προϊόντος του εν λόγω μέλους, κατά. τη διάρκεια του σχετικού έτους, και

ii) 

τις εσωτερικές ενισχύσεις που δεν αφορούν ένα συγκεκριμένο προϊόν και που θα απαιτείτο διαφορετικά να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό της τρέχουσας ΑΜΕ ενός μέλους, όταν οι σχετικές ενισχύσεις δεν υπερβαίνουν το 5 % της αξίας της συνολικής γεωργικής παραγωγής του εν λόγω μέλους.

β) 

Για αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, το ελάχιστο ποσοστό βάσει της παρούσας παραγράφου ανέρχεται σε 10 %.

5.  
α) 

Οι άμεσες πληρωμές, στο πλαίσιο προγραμμάτων περιορισμού της παραγωγής, δεν υπόκεινται στην υποχρέωση μείωσης των εσωτερικών ενισχύσεων εάν:

i) 

oι σχετικές πληρωμές βασίζονται σε καθορισμένες εκτάσεις και αποδόσεις, ή

ii) 

οι σχετικές πληρωμές πραγματοποιούνται σε ποσοστό 85 % το πολύ του βασικού επιπέδου παραγωγής, ή

iii) 

οι πληρωμές που αφορούν το ζωικό κεφάλαιο πραγματοποιούνται βάσει καθορισμένου αριθμού κεφαλών.

β) 

Η απαλλαγή από την υποχρέωση μείωσης για άμεσες πληρωμές που πληρούν τα ανωτέρω κριτήρια εκφράζεται με την εξαίρεση της αξίας των άμεσων αυτών πληρωμών από τον υπολογισμό της τρέχουσας συνολικής ΑΜΕ ενός μέλους.

Άρθρο 7

Γενικές ρυθμίσεις σχετικές με τις εσωτερικές ενισχύσεις

1.  
Κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι τα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων υπέρ των παραγωγών γεωργικών προϊόντων που δεν υπόκεινται σε υποχρεώσεις μείωσης, δεδομένου ότι πληρούν τα κριτήρια που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 2 της παρούσας συμφωνίας, εξακολουθούν να ισχύουν σύμφωνα με το εν λόγω παράρτημα.
2.  
α) 

Τα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων υπέρ των παραγωγών γεωργικών προϊόντων συμπεριλαμβανομένων των τροποποιήσεων των σχετικών μέτρων και τα μέτρα που εισάγονται σε μεταγενέστερο στάδιο και για τα οποία δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι πληρούν τα κριτήρια του παραρτήματος 2 της παρούσας συμφωνίας ή ότι δύνανται να εξαιρεθούν από την υποχρέωση μείωσης βάσει των λοιπών διατάξεων της παρούσας συμφωνίας συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό της τρέχουσας συνολικής ΑΜΕ του συγκεκριμένου μέλους.

β) 

Σε περιπτώσεις που δεν υφίσταται υποχρέωση σχετική με τη συνολική ΑΜΕ στο μέρος IV του πίνακα ενός μέλους, το συγκεκριμένο μέλος δεν παρέχει ενισχύσεις σε παραγωγούς γεωργικών προϊόντων πέραν του σχετικού ελάχιστου επιπέδου που καθορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 4.



ΜΕΡΟΣ V

Άρθρο 8

Υποχρεώσεις σχετικές με τον ανταγωνισμό κατά τις εξαγωγές

Κάθε μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να παρέχει εξαγωγικές επιδοτήσεις μόνο. βάσει της παρούσας συμφωνίας και των αναλήψεων υποχρεώσεων, όπως καθορίζονται στον πίνακά του.

Άρθρο 9

Υποχρεώσεις εξαγωγικών επιδοτήσεων

1.  

Οι ακόλουθες εξαγωγικές επιδοτήσεις αποτελούν αντικείμενο αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση βάσει της παρούσας συμφωνίας:

α) 

η χορήγηση από τις δημόσιες αρχές ή τις υπηρεσίες τους άμεσων επιδοτήσεων, συμπεριλαμβανομένων πληρωμών σε είδος, προς επιχείρηση, κλάδο παραγωγής, παραγωγούς ενός γεωργικού προϊόντος, συνεταιρισμό ή άλλη ένωση παραγωγών ή σε φορέα εμπορίας, ανάλογα με τις εξαγωγικές επιδόσεις·

β) 

η πώληση ή διάθεση για εξαγωγή από δημόσιες αρχές ή τις υπηρεσίες τους αποθεμάτων γεωργικών προϊόντων για μη εμπορικούς σκοπούς, σε τιμή χαμηλότερη από την αντίστοιχη τιμή που επιβάλλεται για ομοειδή προϊόντα σε αγοραστές, στην εσωτερική αγορά·

γ) 

πληρωμές κατά την εξαγωγή γεωργικού προϊόντος που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο κυβερνητικών δράσεων, οι οποίες είτε αποτελούν δημοσιονομική επιβάρυνση είτε όχι, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών που χρηματοδοτούνται από το προϊόν των εισφορών που επιβάλλονται στο συγκεκριμένο γεωργικό προϊόν ή σε γεωργικό προϊόν από το οποίο προέρχεται το εξαγόμενο προϊόν·

δ) 

η παροχή επιδοτήσεων που αποσκοπούν στη μείωση του κόστους εμπορίας εξαγωγών γεωργικών προϊόντων (εκτός των υπηρεσιών προώθησης των εξαγωγών και παροχής συμβουλών που διατίθενται ευρέως), συμπεριλαμβανομένων των δαπανών διαχείρισης, βελτίωσης της ποιότητας και λοιπών δαπανών μεταποίησης καθώς και των δαπανών διεθνών μεταφορών και ναύλων·

ε) 

η κάλυψη εξόδων εσωτερικής μεταφοράς και ναύλων φορτίων που προορίζονται για εξαγωγή, εκ μέρους ή με εντολή του Δημοσίου υπό ευνοϊκότερους όρους από αυτούς που ισχύουν για τα φορτία που προορίζονται για την εσωτερική αγορά·

στ) 

επιδοτήσεις για γεωργικά προϊόντα που εξαρτώνται από την ενσωμάτωση των εν λόγω προϊόντων σε εξαγόμενα προϊόντα.

2.  
α) 

Με, εξαίρεση τις διατάξεις του στοιχείου β) ανωτέρω, τα επίπεδα αναλήψεων υποχρεώσεων που αφορούν τις εξαγωγικές επιδοτήσεις, για κάθε έτος της περιόδου εφαρμογής, όπως καθορίζονται στον πίνακα μέλους, αντιπροσωπεύουν όσον αφορά τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου:

i) 

στην περίπτωση αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση των δημοσιονομικών δαπανών, το ανώτατο επίπεδο δαπανών για τις σχετικές επιδοτήσεις που είναι δυνατόν να προβλεφθούν ή να πραγματοποιηθούν κατά το συγκεκριμένο έτος, σε σχέση με το υπό εξέταση γεωργικό προϊόν ή ομάδα προϊόντων και,

ii) 

στην περίπτωση αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση της ποσότητας των εξαγωγών, την ανώτατη ποσότητα ενός γεωργικού προϊόντος ή ομάδας προϊόντων σε σχέση με την οποία είναι δυνατόν να χορηγηθούν οι εν λόγω εξαγωγικές επιδοτήσεις κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους.

β) 

Κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής, από το δεύτερο έως το πέμπτο, ένα μέλος δύναται να χορηγεί, εντός δεδομένου έτους, εξαγωγικές επιδοτήσεις ανώτερες από τα αντίστοιχα ετήσια επίπεδα αναλήψεων υποχρεώσεων, όσον αφορά τα προϊόντα ή τις ομάδες προϊόντων που καθορίζονται στο μέρος IV του πίνακα του εν λόγω μέλους, υπό την προϋπόθεση ότι:

i) 

τα συγκεντρωτικά ποσά των δημοσιονομικών δαπανών για τις εν λόγω επιδοτήσεις, από την αρχή της περιόδου υλοποίησης έως το υπό εξέταση έτος, δεν υπερβαίνουν τα συγκεντρωτικά ποσά που θα ήταν δυνατόν να προκύψουν από την απόλυτη τήρηση των σχετικών ετησίων επιπέδων αναλήψεων υποχρεώσεων για τις δαπάνες που καθορίζονται στον πίνακα του μέλους σε ποσοστό ανώτερο του 3 % των σχετικών δημοσιονομικών δαπανών, κατά την περίοδο βάσης,

ii) 

οι συνολικές ποσότητες που υπάγονται στο ευνοϊκό καθεστώς των σχετικών εξαγωγικών επιδοτήσεων, από την αρχή της περιόδου εφαρμογής έως το υπό εξέταση έτος, δεν υπερβαίνουν τις συνολικές ποσότητες που θα ήταν δυνατόν να προκύψουν από την πλήρη τήρηση των σχετικών ετησίων επιπέδων αναλήψεων υποχρεώσεων για τις ποσότητες που καθορίζονται στον πίνακα του μέλους σε ποσοστό ανώτερο του 1,75 % των ποσοτήτων κατά την περίοδο βάσης,

iii) 

τα συνολικά αθροιστικά ποσά των δημοσιονομικών δαπανών για τις σχετικές εξαγωγικές επιδοτήσεις και οι ποσότητες που απολαύουν των εν λόγω επιδοτήσεων κατά τη διάρκεια της συνολικής περιόδου εφαρμογής δεν υπερβαίνουν τα συνολικά ποσά που θα προέκυπταν αν υπήρχε πλήρης συμμόρφωση με τα σχετικά επίπεδα των ετησίων αναλήψεων υποχρεώσεων που καθορίζονται στον πίνακα του συγκεκριμένου μέλους, και

iv) 

οι δημοσιονομικές δαπάνες του συγκεκριμένου μέλους για εξαγωγικές επιδοτήσεις και οι ποσότητες που απολαύουν των σχετικών επιδοτήσεων κατά τη λήξη της περιόδου εφαρμογής δεν υπερβαίνουν αντίστοιχα το 64 και το 79 % των επιπέδων της περιόδου βάσης, από το 1986 έως το 1990. Όσον αφορά τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, τα ποσοστά αυτά ανέρχονται σε 76 και 86 %, αντίστοιχα.

3.  
Οι αναλήψεις υποχρεώσεων σχετικά με τους περιορισμούς όσον αφορά τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των εξαγωγικών επιδοτήσεων είναι αυτές που ορίζονται στους πίνακες.
4.  
Κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής, οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη δεν υποχρεούνται να αναλαμβάνουν υποχρεώσεις σχετικές με τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 στοιχεία δ) και ε), υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω επιδοτήσεις δεν εφαρμόζονται έτσι ώστε να καταστρατηγούνται οι αναλήψεις υποχρεώσεων για μείωση.

Άρθρο 10

Πρόληψη της καταστρατήγησης των αναλήψεων υποχρεώσεων όσον αφορά τις εξαγωγικές επιδοτήσεις

1.  
Οι εξαγωγικές επιδοτήσεις που δεν αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 δεν εφαρμόζονται κατά τρόπο ώστε να προκαλούν ή να υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν την καταστρατήγηση των αναλήψεων υποχρεώσεων, όσον αφορά τις εξαγωγικές επιδοτήσεις. Επίσης, δεν χρησιμοποιούνται συναλλαγές μη εμπορικού χαρακτήρα για την καταστρατήγηση των εν λόγω αναλήψεων υποχρεώσεων.
2.  
Τα μέλη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να καταβάλλουν προσπάθειες για τη θέσπιση ρυθμίσεων σε διεθνές επίπεδο, οι οποίες θα διέπουν την παροχή εξαγωγικών πιστώσεων, εγγυήσεων εξαγωγικών πιστώσεων ή τα προγράμματα ασφάλισης και, εφόσον επιτευχθεί συμφωνία σχετική με τις εν λόγω ρυθμίσεις, να παρέχουν εξαγωγικές πιστώσεις, εγγυήσεις εξαγωγικών πιστώσεων ή προγράμματα ασφάλισης, μόνο σύμφωνα με αυτές.
3.  
Κάθε μέλος που ισχυρίζεται ότι δεν έχει επιδοτηθεί οποιαδήποτε ποσότητα εξαγωγών καθ' υπέρβαση του επιπέδου αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση, οφείλει να αποδείξει ότι δεν έχει χορηγηθεί εξαγωγική επιδότηση σχετικά με την εν λόγω ποσότητα εξαγωγών, ανεξάρτητα από το αν αυτή αναφέρεται ή όχι στο άρθρο 9.
4.  

Τα μέλη, τα οποία είναι χορηγοί διεθνούς επισιτιστικής βοήθειας εξασφαλίζουν:

α) 

ότι η παροχή διεθνούς επισιτιστικής βοήθειας δεν συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με εμπορικές εξαγωγές γεωργικών προϊόντων σε δικαιούχες χώρες·

β) 

ότιοι συναλλαγές που αφορούν τη διεθνή επισιτιστική βοήθεια, συμπεριλαμβανομένης της διμερούς επισιτιστικής βοήθειας εκφραζόμενης σε χρηματικά ποσά, πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις «αρχές του FΑΟ επί θεμάτων διάθεσης των πλεονασμάτων και των συμβουλευτικών υποχρεώσεων», συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, του συστήματος των συνήθων απαιτήσεων εμπορίας (ΣΑΕ), και

γ) 

ότι η σχετική βοήθεια παρέχεται, στο μέτρο του δυνατού, υπό μορφή μη επιστρεπτέας χορήγησης ή υπό όρους όχι λιγότερο ευνοϊκούς από αυτούς που προβλέπονται στο άρθρο IV της σύμβασης επισιτιστικής βοήθειας του 1986.

Άρθρο 11

Ενσωματωμένα προϊόντα

Σε καμία περίπτωση η κατά μονάδα επιδότηση, που χορηγείται σε ενσωματωμένο γεωργικό πρωτογενές προϊόν, δεν δύναται να υπερβαίνει την κατά μονάδα εξαγωγική επιδότηση που θα ήταν δυνατόν να χορηγηθεί για τις εξαγωγές του πρωτογενούς προϊόντος.



ΜΕΡΟΣ VI

Άρθρο 12

Ρυθμίσεις για τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς των εξαγωγών

1.  

Σε περίπτωση που ένα μέλος επιβάλλει νέα απαγόρευση ή περιορισμό επί των εξαγωγών όσον αφορά τα είδη διατροφής, σύμφωνα με το άρθρο XI παράγραφος 2 στοιχείο α) της GΑΤΤ του 1994, το μέλος αυτό τηρεί τις ακόλουθες διατάξεις:

α) 

το μέλος που επιβάλλει την απαγόρευση ή τον περιορισμό επί των εξαγωγών λαμβάνει δεόντως υπόψη τις επιπτώσεις της σχετικής απαγόρευσης ή περιορισμού στην επισιτιστική ασφάλεια των μελών εισαγωγέων·

β) 

προτού οποιοδήποτε μέλος επιβάλει απαγόρευση ή περιορισμό στις εξαγωγές, υποβάλλει το συντομότερο δυνατό γραπτή ανακοίνωση στην Επιτροπή Γεωργίας, στην οποία περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικές με τη φύση και τη διάρκεια του εν λόγω μέτρου και, όταν του ζητηθεί, διενεργεί διαβουλεύσεις με κάθε άλλο μέλος το οποίο, ως εισαγωγέας, έχει ουσιαστικό ενδιαφέρον για θέματα που αφορούν το συγκεκριμένο μέτρο. Το μέλος το οποίο επιβάλλει τη σχετική απαγόρευση ή περιορισμό στις εξαγωγές παρέχει, κατόπιν αιτήσεως, στο εν λόγω μέλος όλες τις αναγκαίες πληροφορίες.

2.  
Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, εκτός αν το μέτρο λαμβάνεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος η οποία εισάγει αποκλειστικά το συγκεκριμένο προϊόν διατροφής.



ΜΕΡΟΣ VII

Άρθρο 13

Δέουσα μετριοπάθεια

Κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της GΑΤΤ του 1994 και της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα (που καλείται στο παρόν άρθρο «συμφωνία για τις επιδοτήσεις»):

α) 

τα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων που βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με τις διατάξεις του παραρτήματος 2 της παρούσας συμφωνίας:

i) 

συνιστούν επιδοτήσεις για τις οποίες δεν είναι δυνατόν να ζητηθεί έννομη προστασία με στόχο την εφαρμογή των αντισταθμιστικών δασμών ( 11 ),

ii) 

εξαιρούνται από δράσεις που βασίζονται στο άρθρο XVI της GΑΤΤ του 1994 και στο μέρος III της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις, και

iii) 

εξαιρούνται από δράσεις που βασίζονται στην ολική ή μερική αναίρεση, χωρίς παραβίαση, των οφελών που αφορούν δασμολογικές παραχωρήσεις που ισχύουν για άλλο μέλος, βάσει του άρθρου II της GΑΤΤ του 1994, κατά την έννοια του άρθρου XXIII παράγραφος 1 στοιχείο β) της GΑΤΤ του 1994·

β) 

τα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων, που βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με τις διατάξεις του άρθρου 6 της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων πληρωμών που πληρούν τους όρους της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, όπως εμφανίζονται στον πίνακα κάθε μέλους, καθώς και οι εσωτερικές ενισχύσεις εντός των ελαχίστων ορίων και σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2:

i) 

εξαιρούνται από την επιβολή αντισταθμιστικών δασμών, εκτός εάν διαπιστωθεί σοβαρή ζημία ή κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας, σύμφωνα με το άρθρο VI της GΑΤΤ του 1994 και το μέρος V της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις. Όσον αφορά την έναρξη έρευνας για τους αντισταθμιστικούς δασμούς, θα πρέπει να επιδεικνύεται μετριοπάθεια,

ii) 

εξαιρούνται από δράσεις που βασίζονται στο άρθρο XVI παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994 ή στα άρθρα 5 και 6 της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι στο πλαίσιο των εν λόγω μέτρων δεν χορηγούνται ενισχύσεις σε συγκεκριμένο εμπόρευμα ανώτερες από το επίπεδο που αποφασίσθηκε κατά τη διάρκεια του έτους εμπορίας 1992,

iii) 

εξαιρούνται από δράσεις που βασίζονται στην ολική ή μερική αναίρεση, χωρίς παραβίαση, των οφελών που αφορούν δασμολογικές παραχωρήσεις υπέρ άλλου μέλους βάσει του άρθρου II της GΑΤΤ του 1994, κατά την έννοια του άρθρου XXIII παράγραφος 1 στοιχείο β) της GΑΤΤ του 1994, υπό την προϋπόθεση ότι στο πλαίσιο των εν λόγω μέτρων δεν χορηγούνται ενισχύσεις σε συγκεκριμένο εμπόρευμα ανώτερες από το επίπεδο που αποφασίσθηκε κατά τη διάρκεια του έτους εμπορίας 1992·

γ) 

οι εξαγωγικές επιδοτήσεις που βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με τις διατάξεις του μέρους V της παρούσας συμφωνίας, που περιλαμβάνεται στον πίνακα κάθε μέλους:

i) 

υπόκεινται στην επιβολή αντισταθμιστικών δασμών μόνον κατά τη διαπίστωση σοβαρής ζημίας ή κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας, βάσει του μεγέθους, των επιπτώσεων στις τιμές ή της συνεπαγόμενης επίδρασης σύμφωνα με το άρθρο VI της GΑΤΤ του 1994 και του μέρους V της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις, ενώ για την έναρξη έρευνας σχετικής με τους αντισταθμιστικούς δασμούς θα πρέπει να επιδεικνύεται μετριοπάθεια, και

ii) 

εξαιρούνται από δράσεις που βασίζονται στο άρθρο XVI της GΑΤΤ του 1994 ή στα άρθρα 3, 5 και 6 της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις.



ΜΕΡΟΣ VIII

Άρθρο 14

Υγειονομικά και φυτοΰγειονομικά μέτρα

Τα μέλη συμφωνούν να θέσουν σε ισχύ τη συμφωνία για την εφαρμογή υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων.



ΜΕΡΟΣ IX

Άρθρο 15

Ειδική και διακριτική μεταχείριση

1.  
Λαμβάνοντας υπόψη την παραδοχή ότι η διακριτική και ευνοϊκότερη μεταχείριση των αναπτυσσομένων χωρών μελών αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διαπραγμάτευσης, παρέχεται ειδική και διακριτική μεταχείριση, όσον αφορά τις αναλήψεις υποχρεώσεων, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και τους πίνακες παραχωρήσεων και αναλήψεων υποχρεώσεων.
2.  
Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη έχουν τη δυνατότητα να υλοποιήσουν τις αναλήψεις υποχρεώσεων για μειώσεις εντός προθεσμίας έως και 10 ετών. Δεν απαιτείται από τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη να αναλάβουν υποχρεώσεις για μειώσεις.



ΜΕΡΟΣ Χ

Άρθρο 16

Λιγότερο ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν αποκλειστικά είδη διατροφής

1.  
Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη προβαίνουν στις ενέργειες που προβλέπονται στο πλαίσιο της απόφασης για τα μέτρα πού αφορούν τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις του προγράμματος μεταρρυθμίσεων για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες και τις αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν αποκλειστικά είδη διατροφής.
2.  
Η Επιτροπή Γεωργίας παρακολουθεί, όπως αρμόζει, τη συνέχεια που δίνεται σ' αυτήν την απόφαση.



ΜΕΡΟΣ XI

Άρθρο 17

Επιτροπή Γεωργίας

Συστήνεται Επιτροπή Γεωργίας.

Άρθρο 18

Επανεξέταση της εφαρμογής των αναλήψεων υποχρεώσεων

1.  
Η Επιτροπή Γεωργίας εξετάζει την πρόοδο εφαρμογής των αναλήψεων υποχρεώεων που αποτέλεσαν το αντικείμενο διαπραγματεύσεων, στο πλαίσιο του προγράμματος μεταρρυθμίσεων του Γύρου της Ουρουγουάης.
2.  
Η διαδικασία επανεξέτασης διεξάγεται βάσει γνωστοποιήσεων που υποβάλλονται από μέλη σχετικά με τα εν λόγω θέματα και σε χρονικά διαστήματα που θα καθορισθούν καθώς και βάσει της τεκμηρίωσης που ενδέχεται να ζητηθεί από τη Γραμματεία, προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία επανεξέτασης.
3.  
Εκτός από τις γνωστοποιήσεις που υποβάλλονται βάσει της παραγράφου 2, γνωστοποιούνται εγκαίρως τυχόν νέα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων ή τροποποιήσεις υφιστάμενων μέτρων, για τα οποία ζητείται εξαίρεση από την επιβολή μειώσεων. Στη γνωστοποίηση αυτή περιλαμβάνονται στοιχεία σχετικά με τα νέα ή τα τροποποιημένα μέτρα καθώς και με τη συμβατότητα αυτών με τα συμφωνηθέντα κριτήρια, όπως ορίζονται στο άρθρο 6 ή στο παράρτημα 2.
4.  
Κατά τη διαδικασία επανεξέτασης, τα μέλη λαμβάνουν δεόντως υπόψη την επίδραση των εξαιρετικά υψηλών ποσοστών πληθωρισμού στη δυνατότητα των μελών να τηρούν τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τις εσωτερικές ενισχύσεις.
5.  
Τα μέλη συμφωνούν να προβαίνουν ετησίως σε διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της Επιτροπής Γεωργίας σχετικά με τη συμμετοχή τους στον κανονικό ρυθμό αύξησης του παγκοσμίου εμπορίου γεωργικών προϊόντων στο πλαίσιο των αναλήψεων υποχρεώσεων για τις εξαγωγικές επιδοτήσεις βάσει της παρούσας συμφωνίας.
6.  
Η διαδικασία επανεξέτασης παρέχει τη δυνατότητα στα μέλη να θίγουν οποιοδήποτε θέμα σχετικό με την εφαρμογή των αναλήψεων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο του προγράμματος μεταρρυθμίσεων, όπως ορίζεται στην παρούσα συμφωνία.
7.  
Κάθε μέλος δύναται να θέσει υπόψη της Επιτροπής Γεωργίας οποιοδήποτε μέτρο θεωρεί ότι όφειλε να έχει γνωστοποιηθεί από άλλο μέλος.

Άρθρο 19

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

Οι διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται βάσει της συμφωνίας σχετικά με την επίλυση διαφορών, ισχύουν για τη διενέργεια διαβουλεύσεων και την επίλυση των διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.



ΜΕΡΟΣ XII

Άρθρο 20

Συνέχιση της διαδικασίας μεταρρυθμίσεων

Αναγνωρίζοντας ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος των ουσιαστικών προοδευτικών μειώσεων, όσον αφορά τις ενισχύσεις και την προστασία που συνεπάγονται σημαντικές μεταρρυθμίσεις, αποτελεί συνεχιζόμενη διαδικασία, τα μέλη συμφωνούν να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για τη συνέχιση της διαδικασίας, ένα έτος πριν από τη λήξη της περιόδου εφαρμογής, λαμβάνοντας υπόψη:

α) 

τη μέχρι τότε εμπειρία από την εφαρμογή των αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση·

β) 

τις επιπτώσεις των αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση στο διεθνές εμπόριο στον τομέα της γεωργίας·

γ) 

θέματα που δεν αφορούν το εμπόριο, την ειδική και διακριτική μεταχείριση των αναπτυσσομένων χωρών μελών και το στόχο καθιέρωσης δίκαιου και βασισμένου στην αγορά καθεστώτος συναλλαγών στον τομέα της γεωργίας, καθώς και τους λοιπούς στόχους και θέματα που αναφέρονται στο προοίμιο της παρούσας συμφωνίας, και

δ) 

τις περαιτέρω αναλήψεις υποχρεώσεων που απαιτούνται για την επίτευξη των προαναφερομένων μακροπρόθεσμων στόχων.



ΜΕΡΟΣ XIII

Άρθρο 21

Τελικές διατάξεις

1.  
Εφαρμόζονται οι διατάξεις της GΑΤΤ του 1994 και άλλων πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστα μέρη αυτής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΕΙ H ΣΥΜΦΩΝΙΑ

1. 

H παρούσα συμφωνία καλύπτει τα εξής προϊόντα:

i) 

Κεφάλαια 1 έως 24 του ΕΣ εκτός των ψαριών και των προϊόντων αλιείας, συν ( *1 )

ii) 



Κωδικός ΕΣ

2905.43

(μαννιτόλη)

Κωδικός ΕΣ

2905.44

(σορβιτόλη)

Κλάση ΕΣ

33.01

(αιθέρια έλαια)

Κλάσεις ΕΣ

35.01 έως 3505

(λευκωματώδεις ύλες, προϊόντα με βάση τα τροποποιημένα άμυλα, κάθε είδους κόλλες)

Κωδικός ΕΣ

3809.10

(προϊόντα για το κολλάρισμα ή το τελείωμα)

Κωδικός ΕΣ

3823.60

(σορβιτόλη άλλη από εκείνη της διάκρισης 2905.44)

Κλάσεις ΕΣ

41.01 έως 4103

(δέρματα)

Κλάση ΕΣ

43.01

(γουνοδέρματα ακατέργαστα)

Κλάσεις ΕΣ

50.01 έως 50.03

(μετάξι ακατέργαστο και απορρίμματα από μετάξι)

Κλάσεις ΕΣ

51.01 έως 51.03

(μαλλί και τρίχες)

Κλάσεις ΕΣ

52.01 έως 52.03

(βαμβάκι ακατέργαστο, απορρίμματα από βαμβάκι, βαμβάκι λαναρισμένο ή χτενισμένο)

Κλάση ΕΣ

53.01

(λινάρι ακατέργαστο)

Κλάση ΕΣ

53.02

(κάνναβις ακατέργαστη)

2. 

Τα ανωτέρω δεν περιορίζουν τον αριθμό προϊόντων που καλύπτονται από τη συμφωνία για την εφαρμογή υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ: Η ΒΑΣΗ ΠΑ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΜΕΙΩΣΕΩΝ

1. 

Τα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων για τα οποία ζητείται εξαίρεση από τις υποχρεώσεις επιβολής μειώσεων πληρούν το βασικό όρο, ήτοι ότι οι επιπτώσεις τους στη στρέβλωση των εμπορικών συναλλαγών ή στην παραγωγή είναι μηδενικές ή, το πολύ, ελάχιστες. Συνεπώς, όλα τα μέτρα για τα οποία ζητείται εξαίρεση πληρούν τα ακόλουθα βασικά κριτήρια:

α) 

οι σχετικές ενισχύσεις παρέχονται στο πλαίσιο κυβερνητικού προγράμματος που χρηματοδοτείται από πόρους του δημοσίου (συμπεριλαμβανομένων των διαφυγόντων δημοσιονομικών εσόδων) μη περιλαμβανομένων μεταβιβάσεων από καταναλωτές·

β) 

οι σχετικές ενισχύσεις δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη στήριξη τιμών υπέρ των παραγωγών.

Επίσης, τα εν λόγω μέτρα πληρούν τα συγκεκριμένα για κάθε πολιτική κριτήρια και όρους που αναφέρονται στη συνέχεια.

Προγράμματα δημοσίων υπηρεσιών

2.    Γενικές υπηρεσίες

Οι πολιτικές της συγκεκριμένης κατηγορίας αφορούν δαπάνες (ή διαφυγόντα έσοδα) σχετικά με προγράμματα, στο πλαίσιο των οποίων παρέχονται υπηρεσίες ή οφέλη στον τομέα της γεωργίας ή στους αγρότες. Δεν περιλαμβάνουν άμεσες πληρωμές σε παραγωγούς ή μεταποιητές. Τα εν λόγω προγράμματα, τα οποία περιλαμβάνουν αλλά δεν περιορίζονται στον ακόλουθο κατάλογο, ικανοποιούν τα γενικά κριτήρια της ανωτέρω παραγράφου 1 και, ενδεχομένως, τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις για κάθε πολιτική που ορίζονται στη συνέχεια:

α) 

έρευνα, συμπεριλαμβανομένης της γενικής έρευνας, έρευνα σχετική με περιβαλλοντικά προγράμματα και ερευνητικά προγράμματα που αφορούν συγκεκριμένα προϊόντα·

β) 

έλεγχος παρασίτων και νόσων συμπεριλαμβανομένων των γενικών και ειδικών για κάθε προϊόν μέτρων ελέγχου παρασίτων και νόσων, όπως τα συστήματα έγκαιρης διάγνωσης, η θέση σε απομόνωση και εξάλειψη·

γ) 

υπηρεσίες κατάρτισης, συμπεριλαμβανομένων των γενικών και εξειδικευμένων προγραμμάτων κατάρτισης·

δ) 

υπηρεσίες γενικών εφαρμογών και παροχής συμβουλών συμπεριλαμβανομένης της παροχής μέσων για τη διευκόλυνση της μεταβίβασης πληροφοριών και ερευνητικών αποτελεσμάτων στους παραγωγούς και στους καταναλωτές·

ε) 

υπηρεσίες επιθεώρησης περιλαμβανομένων των γενικών υπηρεσιών επιθεώρησης και του ελέγχου συγκεκριμένων προϊόντων για λόγους υγείας, ασφάλειας, ελέγχου της ποιότητας ή τυποποίησης·

στ) 

υπηρεσίες εμπορίας και προώθησης, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών των σχετικών με τις αγορές της παροχής συμβουλών και της προώθησης συγκεκριμένων προϊόντων, αλλά εξαιρουμένων των δαπανών για μη καθορισμένους λόγους που θα ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθούν από τους πωλητές για τη μείωση της τιμής πώλησης ή για την παροχή άμεσου οικονομικού οφέλους σε αγοραστές, και

ζ) 

υπηρεσίες υποδομών, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων ηλεκτροδότησης, των οδών και άλλων μέσων μεταφοράς των εγκαταστάσεων αγοράς και των λιμενικών εγκαταστάσεων, των δικτύων ύδρευσης, των φραγμάτων και συστημάτων αποχέτευσης, καθώς και έργα υποδομών που συνδέονται με προγράμματα προστασίας του περιβάλλοντος. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι δαπάνες προορίζονται μόνο για την παροχή ή κατασκευή βασικού εξοπλισμού και δεν περιλαμβάνουν την επιδοτούμενη παροχή εγκαταστάσεων γεωργικών εκμεταλλεύσεων εκτός αυτών που προορίζονται για τη δικτύωση εγκαταστάσεων κοινής ωφελείας. Δεν περιλαμβάνονται επιδοτήσεις για εισροές ή λειτουργικές δαπάνες, ή η επιβολή προτιμησιακών τελών στους παραγωγούς.

3.    Δημόσια αποθέματα για λόγους επισιτιστικής ασφάλειας ( 12 )

Δαπάνες (ή διαφυγόντα έσοδα) σχετικές με τη σώρευση και κατοχή αποθεμάτων προϊόντων που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος ενός προγράμματος επισιτιστικής βοήθειας το οποίο καθορίζεται στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας. Στο πλαίσιο του εν λόγω προγράμματος, είναι δυνατόν να περιλαμβάνεται η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων για την ιδιωτική αποθήκευση προϊόντων.

Ο όγκος και η σώρευση των σχετικών αποθεμάτων αντιστοιχεί σε προκαθορισμένους στόχους, που συνδέονται αποκλειστικά με την επισιτιστική ασφάλεια. Η διαδικασία σώρευσης και διάθεσης αποθεμάτων είναι από χρηματοδοτικής απόψεως διαφανής. Οι αγορές ειδών διατροφής από δημόσιες αρχές πραγματοποιούνται σε τρέχουσες τιμές αγοράς και οι πωλήσεις από τα αποθέματα επισιτιστικής ασφάλειας πραγματοποιούνται σε τιμές όχι κατώτερες από τις τιμές που ισχύουν στην εσωτερική αγορά για το υπό εξέταση προϊόν και ποιότητα.

4.    Εσωτερική επισιτιστική βοήθεια ( 13 )

Δαπάνες (ή διαφυγόντα έσοδα) σχετικά με τη χορήγηση εσωτερικής επισιτιστικής βοήθειας σε τμήματα του πληθυσμού που βρίσκονται σε ανάγκη.

Το δικαίωμα απολαβής επισιτιστικής βοήθειας βασίζεται σε σαφώς καθορισμένα κριτήρια που αφορούν τους στόχους διατροφής. Η εν λόγω βοήθεια συνίσταται στην απευθείας χορήγηση τροφίμων στους δικαιούχους ή στην παροχή των αναγκαίων μέσων προκειμένου να καταστεί δυνατό στους αποδέκτες που πληρούν τα κριτήρια να αγοράσουν τρόφιμα σε τιμές αγοράς ή σε επιδοτούμενες τιμές. Οι αγορές τροφίμων από τις δημόσιες αρχές πραγματοποιούνται σε τρέχουσες τιμές αγοράς, ενώ η χρηματοδότηση και η διαχείριση της βοήθειας συνιστούν διαφανείς διαδικασίες.

5.    Άμεσες πληρωμές σε παραγωγούς

Οι ενισχύσεις που παρέχονται μέσω άμεσων πληρωμών (ή διαφυγόντων εσόδων, συμπεριλαμβανομένων πληρωμών σε είδος) για τις οποίες ζητείται εξαίρεση από την επιβολή μειώσεων ικανοποιούν τα βασικά κριτήρια που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο 1, πέραν των συγκεκριμένων κριτηρίων που εφαρμόζονται σε μεμονωμένες κατηγορίες άμεσων πληρωμών, όπως ορίζονται στις κατωτέρω παραγράφους 6 έως 13. Στις περιπτώσεις που ζητείται εξαίρεση από την επιβολή μειώσεων για υφιστάμενες ή νέες άμεσες πληρωμές, εκτός αυτών που αναφέρονται στις παραγράφους 6 έως 13, είναι αναγκαίο να πληρούνται τα κριτήρια β) έως ε) της παραγράφου 6, πέρα των γενικών κριτηρίων που καθορίζονται στην παράγραφο 1.

6.    Ενίσχυση ανεξάρτητη τον εισοδήματος

α) 

Η επιλεξιμότητα για τις εν λόγω πληρωμές βασίζεται σε σαφώς καθορισμένα κριτήρια όπως το εισόδημα, η ιδιοκτησία του δικαιούχου ως παραγωγού ή γαιοκτήμονα, η χρησιμοποίηση των συντελεστών παραγωγής ή το επίπεδο παραγωγής σε καθορισμένη και σταθερή περίοδο βάσης.

β) 

Το ύψος των σχετικών πληρωμών, σε ένα δεδομένο έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στον τύπο ή όγκο της παραγωγής (συμπεριλαμβανομένων των κτηνοτροφικών μονάδων) που αναλαμβάνεται από τον παραγωγό σε οποιοδήποτε έτους μετά την περίοδο βάσης.

γ) 

Το ύψος των σχετικών πληρωμών, σε οποιοδήποτε έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στις τιμές, εγχώριες ή διεθνείς, που εφαρμόζονται στην παραγωγή προϊόντων, κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους μετά την περίοδο βάσης.

δ) 

Το ύψος των σχετικών πληρωμών δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στους συντελεστές παραγωγής που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους μετά την περίοδο βάσης.

ε) 

Για την απολαβή των σχετικών πληρωμών δεν απαιτείται η παραγωγή προϊόντων.

7.    Χρηματοδοτική συμμετοχή της κυβέρνησης σε προγράμματα εγγύησης των εισοδημάτων και σε προγράμματα τα οποία θεσπίζουν μηχανισμό ασφάλειας των εισοδημάτων

α) 

Η επιλεζιμότητα για τις εν λόγω πληρωμές καθορίζεται βάσει της απώλειας εισοδήματος, λαμβανομένου υπόψη μόνο του εισοδήματος που προέρχεται από τη γεωργία, που υπερβαίνει το 30 % του μέσου ακαθάριστου εισοδήματος ή του ισοδύναμου σε όρους καθαρού εισοδήματος (εξαιρουμένων τυχόν πληρωμών από τα ίδια ή παρόμοια προγράμματα) κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων ετών ή ενός μέσου όρου τριών ετών που εκτιμάται βάσει των προηγουμένων πέντε ετών, αποκλειoμένης της μεγαλύτερης και της μικρότερης τιμής. Όλοι οι παραγωγοί που πληρούν αυτή την προϋπόθεση έχουν δικαίωμα να απολαβής των σχετικών πληρωμών.

β) 

Το ποσό των σχετικών πληρωμών αντισταθμίζει σε ποσοστό κατώτερο του 70 % την απώλεια εισοδήματος του παραγωγού κατά το έτος για το οποίο ο παραγωγός αποκτά το δικαίωμα απολαβής της σχετικής βοήθειας.

γ) 

Το ύψος των σχετικών πληρωμών εξαρτάται αποκλειστικά από το εισόδημα. Δεν συνδέεται με τον τύπο ή τον όγκο παραγωγής (συμπεριλαμβανομένων των κτηνοτροφικών μονάδων) που αναλαμβάνεται από τον παραγωγό ούτε με τις εγχώριες και διεθνείς τιμές που εφαρμόζονται στην εν λόγω παραγωγή ούτε με τους χρησιμοποιούμενους συντελεστές παραγωγής.

δ) 

Στην περίπτωση που καταβάλλονται σε ένα παραγωγό, κατά το ίδιο έτος, πληρωμές βάσει τόσο της παρούσας παραγράφου όσο και της παραγράφου 8 (ενισχύσεις για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών), το ύψος του συνόλου των σχετικών καταβολών επιβάλλεται να είναι κατώτερο από το 100 % της συνολικής απώλειας του παραγωγού.

8.    Πληρωμές (που πραγματοποιούνται είτε απευθείας είτε μέσω χρηματοδοτικής συμμετοχής του κράτους σε προγράμματα ασφάλειας καλλιεργειών) με στόχο την ανακούφιση από τις φυσικές καταστροφές

α) 

Η επιλεξιμότητα για τις εν λόγω πληρωμές βασίζεται στην επίσημη αναγνώριση από πλευράς των δημοσίων αρχών ότι έχει πραγματοποιηθεί ή πραγματοποιείται φυσική ή παρόμοια καταστροφή (συμπεριλαμβανομένων των επιδημιών, της προσβολής από παράσιτα, των πυρηνικών ατυχημάτων και πολεμικών συγκρούσεων στα εδάφη του συγκεκριμένου μέλους) και καθορίζεται βάσει απώλειας παραγωγής που υπερβαίνει το 30 % της μέσης παραγωγής κατά την προηγούμενη τριετή περίοδο ή του μέσου όρου τριών ετών που βασίζεται στην προηγούμενη πενταετή περίοδο, αποκλειoμένης της υψηλότερης και χαμηλότερης τιμής.

β) 

Η καταβολή πληρωμών ύστερα από μια καταστροφή πραγματοποιείται μόνον όσον αφορά τις απώλειες εισοδήματος, ζωικού κεφαλαίου (συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών που αφορούν την κτηνιατρική περίθαλψη των ζώων), γης ή άλλων συντελεστών παραγωγής, εξαιτίας της εν λόγω φυσικής καταστροφής.

γ) 

Οι πληρωμές δεν παρέχουν αντισταθμιστικά ανώτερο από το συνολικό κόστος αποκατάστασης των σχετικών απωλειών, και δεν απαιτούν ούτε προσδιορίζουν τον τύπο ή την ποσότητα της μελλοντικής παραγωγής.

δ) 

Οι πληρωμές που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια μιας καταστροφής δεν υπερβαίνουν το επίπεδο που απαιτείται για την πρόληψη ή άμβλυνση των περαιτέρω απωλειών όπως ορίζονται στο ανωτέρω κριτήριο β).

ε) 

Σε περίπτωση που καταβάλλονται σε έναν παραγωγό, κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, πληρωμές τόσο βάσει της παρούσας παραγράφου όσο και της παραγράφου 7 (προγράμματα εγγύησης εισοδημάτων και της δημιουργίας μηχανισμών προστασίας εισοδημάτων), το σύνολο των εν λόγω πληρωμών επιβάλλεται να είναι κατώτερο του 100 % της συνολικής ζημίας του παραγωγού.

9.    Ενίσχυση διαρθρωτικών προσαρμογών που παρέχεται μέσω των προγραμμάτων συνταξιοδότησης των παραγωγών

α) 

Η επιλεξιμότητα για τέτοιου είδους πληρωμές καθορίζεται βάσει σαφώς καθορισμένων κριτηρίων, στο πλαίσιο προγραμμάτων που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της συνταξιοδότησης ατόμων που απασχολούνται στην παραγωγή γεωργικών προϊόντων για εμπορικούς σκοπούς, ή τη μετακίνησή τους σε μη γεωργικές δραστηριότητες.

β) 

Προϋπόθεση της πραγματοποίησης των πληρωμών είναι η ολοκληρωτική και μόνιμη αποχώρηση των δικαιούχων από τη γεωργική παραγωγή για εμπορικούς σκοπούς.

10.    Ενίσχυση διαρθρωτικών προσαρμογών που παρέχεται στο πλαίσιο προγραμμάτων απόσυρσης παραγωγικών πόρων

α) 

Η επιλεξιμότητα για τις σχετικές πληρωμές καθορίζεται βάσει σαφώς καθορισμένων κριτηρίων, στο πλαίσιο προγραμμάτων που αποσκοπούν στην απόσυρση των γαιών και άλλων πόρων συμπεριλαμβανομένου του ζωικού κεφαλαίου, από την παραγωγή γεωργικών προϊόντων για εμπορικούς σκοπούς.

β) 

Προϋπόθεση για την πραγματοποίηση των πληρωμών είναι η απόσυρση των γαιών από τη γεωργική παραγωγή για εμπορικούς σκοπούς για ελάχιστο διάστημα τριών ετών και, στην περίπτωση του ζωικού κεφαλαίου, η σφαγή ή η οριστική διάθεσή του.

γ) 

Η πραγματοποίηση των πληρωμών δεν απαιτεί ούτε καθορίζει τυχόν εναλλακτική χρήση των σχετικών εκτάσεων ή άλλων πόρων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή γεωργικών προϊόντων για εμπορικούς σκοπούς.

δ) 

Οι πληρωμές δεν συνδέονται με το είδος ή την ποσότητα παραγωγής ούτε με τις τιμές, εγχώριες ή διεθνείς, που ισχύουν για την παραγωγή που πραγματοποιείται με χρήση των εκτάσεων και των λοιπών πόρων που παραμένουν στην παραγωγή.

11.    Βοήθεια για διαρθρωτικές προσαρμογές που παρέχεται μέσω ενισχύσεων για τις επενδύσεις

α) 

Η επιλεξιμότητα των εν λόγω πληρωμών βασίζεται σε σαφώς καθορισμένα κριτήρια, στο πλαίσιο κυβερνητικών προγραμμάτων που αποσκοπούν στη χρηματοδοτική ή υλική αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων ενός παραγωγού για την αντιμετώπιση αντικειμενικά αποδεδειγμένων διαρθρωτικών μειονεκτημάτων. Η επιλεξιμότητα για τα εν λόγω προγράμματα μπορεί να βασίζεται, επίσης, σε σαφώς καθορισμένο κυβερνητικό πρόγραμμα επανιδιωτικοποίησης των γεωργικών εκτάσεων.

β) 

Το ύψος των εν λόγω πληρωμών, σε οποιοδήποτε δεδομένο έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στο είδος ή τον όγκο παραγωγής (συμπεριλαμβανομένων των κτηνοτροφικών μονάδων) που αναλαμβάνεται από τον παραγωγό σε οποιοδήποτε έτος μετά την περίοδο βάσης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του κατωτέρω κριτηρίου ε).

γ) 

Το ύψος των εν λόγω πληρωμών, σε οποιοδήποτε δεδομένο έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στις τιμές, εγχώριες ή διεθνείς, που εφαρμόζονται στην παραγωγή οποιουδήποτε έτους μετά την περίοδο βάσης.

δ) 

Οι πληρωμές πραγματοποιούνται μόνο κατά το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την υλοποίηση των επενδύσεων για τις οποίες παρέχονται.

ε) 

Για την πραγματοποίηση των πληρωμών δεν επιβάλλονται ούτε ορίζονται σε καμία περίπτωση τα γεωργικά προϊόντα τα οποία οφείλουν να παράγουν οι αποδέκτες, με εξαίρεση την περίπτωση που ζητείται από αυτούς να μην παράγουν κάποιο συγκεκριμένο προϊόν.

στ) 

Οι πληρωμές περιορίζονται στο ποσό που είναι αναγκαίο για την αντιστάθμιση του διαρθρωτικού μειονεκτήματος.

12.    Πληρωμές στο πλαίσιο προγραμμάτων προστασίας του περιβάλλοντος

α) 

Η επιλεξιμότητα των σχετικών πληρωμών καθορίζεται ως τμήμα σαφώς καθορισμένου κυβερνητικού προγράμματος προστασίας του περιβάλλοντος ή διατήρησης και εξαρτάται από την τήρηση συγκεκριμένων προϋποθέσεων, στο πλαίσιο του κυβερνητικού προγράμματος, συμπεριλαμβανομένων των προϋποθέσεων που αφορούν τις μεθόδους ή τους συντελεστές παραγωγής.

β) 

Το ποσό των πληρωμών περιορίζεται στις επιπλέον δαπάνες ή τις απώλειες εισοδήματος που απορρέουν από την τήρηση του κυβερνητικού προγράμματος.

13.    Πληρωμές στο πλαίσιο προγραμμάτων περιφερειακών ενισχύσεων

α) 

Δικαίωμα σε τέτοιου είδους πληρωμές έχουν μόνον οι παραγωγοί μειονεκτικών περιοχών. Κάθε σχετική περιοχή πρέπει να συνιστά ευκρινώς καθορισμένη συνεχόμενη γεωγραφική περιφέρεια με σαφή οικονομική και διοικητική ταυτότητα, η οποία θεωρείται μειονεκτική βάσει ουδετέρων και αντικειμενικών κριτηρίων που ορίζονται σαφώς στους νόμους ή κανονισμούς και τα οποία αποδεικνύουν ότι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εν λόγω περιοχές δεν οφείλονται μόνο σε προσωρινές συνθήκες.

β) 

Το ύψος των σχετικών πληρωμών, σε ένα δεδομένο έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στο είδος ή τον όγκο παραγωγής (συμπεριλαμβανομένων των κτηνοτροφικών μονάδων) που αναλαμβάνεται από τον παραγωγό σε οποιοδήποτε έτος μετά την περίοδο βάσης, εκτός εάν πρόκειται για μείωση της εν λόγω παραγωγής.

γ) 

Το ύψος των σχετικών πληρωμών, σε οποιοδήποτε δεδομένο έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στις τιμές, εγχώριες ή διεθνείς, που ισχύουν για προϊόντα που παράγονται κατά τη διάρκεια οιουδήποτε έτους μετά την περίοδο βάσης.

δ) 

Οι πληρωμές διατίθενται αποκλειστικά σε παραγωγούς των επιλέξιμων περιοχών. Ωστόσο, δικαίωμα στις εν λόγω πληρωμές έχει το σύνολο των παραγωγών των σχετικών περιοχών.

ε) 

Στις περιπτώσεις που συνδέονται με τους συντελεστές παραγωγής, οι πληρωμές πραγματοποιούνται βάσει προοδευτικά μειούμενου συντελεστή, πέραν του καθορισμένου για το συγκεκριμένο συντελεστή ορίου.

στ) 

Οι πληρωμές περιορίζονται στις επιπλέον δαπάνες ή στην απώλεια εισοδήματος κατά την παραγωγή γεωργικών προϊόντων στην καθορισμένη περιοχή.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΑΘΡΟΙΣΤΙΚΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6, η αθροιστική μέτρηση ενισχύσεων (ΑΜΕ) υπολογίζεται ξεχωριστά για κάθε βασικό γεωργικό προϊόν που δικαιούται στήριξης της τιμής αγοράς μη εξαιρουμένων των άμεσων πληρωμών ή άλλων επιδοτήσεων που απαλλάσσονται από την επιβολή μειώσεων («λοιπές μη αποκλειόμενες πολιτικές»). Οι ενισχύσεις που δεν αφορούν συγκεκριμένα ένα προϊόν αθροίζονται σε μία ΑΜΕ, που δεν είναι συγκεκριμένη για κάθε προϊόν, αποτιμώμενη σε συνολικούς νομισματικούς όρους.

2. Οι επιδοτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν δημοσιονομικές δαπάνες και διαφυγόντα έσοδα από δημόσιες αρχές ή τις υπηρεσίες τους.

3. Περιλαμβάνονται ενισχύσεις σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο κατώτερο του εθνικού.

4. Αφαιρούνται από την ΑΜΕ οι συγκεκριμένες γεωργικές εισφορές ή τα τέλη που καταβάλλονται από παραγωγούς.

5. Η ΑΜΕ που υπολογίζεται όπως περιγράφεται στη συνέχεια για την περίοδο βάσης αποτελεί τη βάση για την εφαρμογή της ανάληψης υποχρέωσης για μειώσεις.

6. Για κάθε βασικό γεωργικό προϊόν καθορίζεται συγκεκριμένη ΑΜΕ που εκφράζεται σε συνολικούς όρους νομισματικής αξίας.

7. Η ΑΜΕ υπολογίζεται όσο το δυνατόν εγγύτερα στο σημείο της πρώτης πώλησης του υπό εξέταση γεωργικού προϊόντος. Περιλαμβάνονται μέτρα που απευθύνονται σε μεταποιητικές γεωργικών προϊόντων στο βαθμό που τα εν λόγω μέτρα ευνοούν τους παραγωγούς των βασικών γεωργικών προϊόντων.

8. Στήριξη των τιμών της αγοράς: Η στήριξη των τιμών της αγοράς υπολογίζεται βάσει της διαφοράς μεταξύ μιας πάγιας εξωτερικής τιμής αναφοράς και της προκαθορισμένης τιμής πολλαπλασιαζόμενης με την ποσότητα παραγωγής που δικαιούται της ισχύουσας προκαθορισμένης τιμής. Οι δημοσιονομικές δαπάνες που πραγματοποιούνται για τη διατήρηση της εν λόγω διαφοράς, όπως το κόστος αγοράς ή αποθήκευσης, δεν περιλαμβάνονται στην ΑΜΕ.

9. Η πάγια εξωτερική τιμή αναφοράς βασίζεται στα έτη 1986 έως 1988 και ισούται γενικά με τη μέση κατά μονάδα αξία fob για το υπό εξέταση βασικό γεωργικό προϊόν σε μια καθαρά εξαγωγική χώρα και τη μέση κατά μονάδα αξία cif για το υπό εξέταση γεωργικό προϊόν σε χώρα που αποτελεί καθαρό εισαγωγέα κατά την περίοδο βάσης. Εφόσον χρειασθεί, υπάρχει δυνατότητα προσαρμογής της πάγιας τιμής αναφοράς, προκειμένου να ληφθούν υπόψη τυχόν διαφορές όσον αφορά την ποιότητα.

10. Μη απαλλασσόμενες άμεσες πληρωμές: οι μη απαλλασσόμενες πληρωμές που εξαρτώνται από τη διαφορά τιμής υπολογίζονται είτε βάσει της διαφοράς μεταξύ της πάγιας τιμής αναφοράς και της προκαθορισμένης τιμής πολλαπλασιαζόμενης με την ποσότητα παραγωγής που δικαιούται της προκαθορισμένης τιμής είτε βάσει των δημοσιονομικών δαπανών.

11. Η πάγια τιμή αναφοράς βασίζεται στα έτη 1986 έως 1988 και ισούται, γενικά, με την τρέχουσα τιμή που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό των συντελεστών πληρωμών.

12. Οι μη απαλλασσόμενες άμεσες πληρωμές που βασίζονται σε παράγοντες εκτός των τιμών υπολογίζονται βάσει των δημοσιονομικών δαπανών.

13. Λοιπά μη απαλλασσόμενα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων για τις εισροές και άλλα μέτρα, όπως τα μέτρα μείωσης του κόστους εμπορίας. Η αξία των εν λόγω μέτρων υπολογίζεται χρησιμοποιώντας κρατικές δημοσιονομικές δαπάνες ή, όταν η χρήση των δημοσιονομικών δαπανών δεν εκφράζει το συνολικό μέγεθος της σχετικής επιδότησης, η βάση για τον υπολογισμό της επιδότησης συνίσταται στη διαφορά μεταξύ της τιμής του επιδοτουμένου αγαθού ή υπηρεσίας και μιας αντιπροσωπευτικής τιμής αγοράς για ένα παρόμοιο αγαθό ή υπηρεσία πολλαπλασιαζόμενης με την ποσότητα του αγαθού ή της υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4

ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΙΣΟΔΥΝΑΜΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6, οι ισοδύναμες μετρήσεις ενισχύσεων υπολογίζονται για όλα τα βασικά γεωργικά προϊόντα για τα οποία υφίσταται στήριξη της τιμής αγοράς, όπως ορίζεται στο παράρτημα 3, αλλά για τα οποία είναι πρακτικώς αδύνατος ο υπολογισμός της συνιστώσας αυτής της ΑΜΕ. Όσον αφορά τα εν λόγω προϊόντα, το επίπεδο βάσης για την εφαρμογή των αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση των εσωτερικών ενισχύσεων συνίσταται, αφενός, στη στήριξη των τιμών αγοράς υπό μορφή ισοδυνάμων μέτρων στήριξης βάσει της κατωτέρω παραγράφου 2 και, αφετέρου, σε μη απαλλασσόμενες άμεσες πληρωμές και λοιπές μη απαλλασσόμενες ενισχύσεις, που εκτιμώνται βάσει των διατάξεων της κατωτέρω παραγράφου. Συμπεριλαμβάνονται οι ενισχύσεις σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο κατώτερο του εθνικού.

2. Οι ισοδύναμες μετρήσεις ενισχύσεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 1, υπολογίζονται για κάθε προϊόν χωριστά, όσον αφορά το σύνολο των βασικών γεωργικών προϊόντων, όσο το δυνατόν πλησιέστερα στο σημείο της πρώτης πώλησης με στήριξη των τιμών αγοράς, για την οποία ο υπολογισμός της συνιστώσας της ΑΜΕ που αφορά τη στήριξη των τιμών αγοράς είναι πρακτικώς αδύνατος. Για τα συγκεκριμένα βασικά γεωργικά προϊόντα πραγματοποιούνται ισοδύναμες μετρήσεις των τιμών αγοράς με εφαρμογή της ισχύουσας προκαθορισμένης τιμής και της ποσότητας παραγωγής που δικαιούται να λάβει τη συγκεκριμένη τιμή, ή, όταν αυτό δεν είναι εφικτό, των δημοσιονομικών δαπανών που χρησιμοποιούνται για τη διατήρηση της τιμής αγοράς.

3. Στις περιπτώσεις που τα βασικά γεωργικά προϊόντα που εμπίπτουν στην παράγραφο 1 αποτελούν αντικείμενο μη απαλλασσομένων άμεσων πληρωμών ή άλλων πληρωμών ή λοιπών κατά προϊόν ενισχύσεων που δεν εξαιρούνται από την ανάληψη υποχρέωσης για μείωση, η βάση για τις ισοδύναμες μετρήσεις ενισχύσεων, όσον αφορά τα συγκεκριμένα μέτρα, συνίσταται σε υπολογισμούς, όπως και για τις αντίστοιχες συνιστώσες της ΑΜΕ (που καθορίζονται στις παραγράφους 10 έως 13 του παραρτήματος 3).

4. Οι ισοδύναμες μετρήσεις ενισχύσεων υπολογίζονται επί του ποσού των επιδοτήσεων όσο το δυνατόν πλησιέστερα στο σημείο πρώτης πώλησης του υπό εξέταση βασικού γεωργικού προϊόντος. Μέτρα που απευθύνονται σε μεταποιητές γεωργικών προϊόντων περιλαμβάνονται στο μέτρο που ευνοούν τους παραγωγούς των βασικών γεωργικών προϊόντων. Οι συγκεκριμένες γεωργικές εισφορές ή τα τέλη που καταβάλλονται από παραγωγούς μειώνουν τις ισοδύναμες μετρήσεις ενισχύσεων κατά ένα αντίστοιχο ποσό.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5

ΕΙΔΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 4 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τμήμα Α

1. Από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, οι διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 2 δεν εφαρμόζονται σε πρωτογενή γεωργικά προϊόντα ή σε παράγωγα επεξεργασμένα ή μεταποιημένα προϊόντα (καθορισμένα προϊόντα), για τα οποία πληρούνται οι ακόλουθοι όροι (που στο εξής καλούνται «ειδική μεταχείριση»):

α) 

κατά την περίοδο βάσης 1986-1988 («περίοδος βάσης») οι εισαγωγές των καθορισμένων προϊόντων αντιστοιχούσαν σε ποσοστό κάτω του 3 % της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης

β) 

από την έναρξη της περιόδου βάσης δεν χορηγήθηκαν εξαγωγικές επιδοτήσεις για τα καθορισμένα προϊόντα·

γ) 

όσον αφορά το πρωτογενές γεωργικό προϊόν εφαρμόζονται αποτελεσματικά μέτρα περιορισμού της παραγωγής·

δ) 

τα εν λόγω προϊόντα προσδιορίζονται με το σύμβολο «ΕΜ Παράρτημα 5» στο τμήμα Ι-Β του μέρους I του πίνακα μέλους που επισυνάπτεται στο πρωτόκολλο του Μαρακές, δεδομένου ότι αποτελούν αντικείμενο ειδικής μεταχείρισης που ανταποκρίνεται σε ανάγκες μη εμπορικού χαρακτήρα, όπως η επισιτιστική ασφάλεια και η προστασία του περιβάλλοντος· και

ε) 

οι δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης, όσον αφορά τα καθορισμένα προϊόντα, αντιστοιχούν, όπως ορίζεται στο τμήμα 1Β του μέρους I του πίνακα του ενδιαφερόμενου μέλους, στο 4 % της εγχώριας κατανάλωσης των καθορισμένων προϊόντων κατά την περίοδο βάσης, από την αρχή του πρώτου έτους της περιόδου εφαρμογής και, στη συνέχεια, αυξάνονται κατά 0,8 % της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης της περιόδου βάσης, ετησίως, για το υπόλοιπο της περιόδου εφαρμογής.

2. Στις αρχές οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής, οποιοδήποτε μέλος δύναται να διακόψει την εφαρμογή της ειδικής μεταχείρισης, σχετικά με τα καθορισμένα προϊόντα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6. Στην περίπτωση αυτή, το εν λόγω μέλος διατηρεί τις δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης που ήδη ισχύουν τη δεδομένη στιγμή, και αυξάνει τις δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης κατά 0,4 % της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης της περιόδου βάσης, ετησίως, για το υπόλοιπο της περιόδου εφαρμογής. Στη συνέχεια, διατηρείται στον πίνακα του εν λόγω μέλους το επίπεδο των δυνατοτήτων ελάχιστης πρόσβασης που προκύπτει από το συγκεκριμένο τύπο κατά το τελευταίο έτος της περιόδου εφαρμογής.

3. Τυχόν διαπραγματεύσεις σχετικές με το αν θα υπάρχει δυνατότητα συνέχισης της ειδικής μεταχείρισης, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, μετά το πέρας της περιόδου εφαρμογής ολοκληρώνονται εντός του χρονικού πλαισίου της περιόδου εφαρμογής, ως μέρος των διαπραγματεύσεων που ορίζονται στο άρθρο 20 της παρούσας συμφωνίας, λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων μη εμπορικού χαρακτήρα.

4. Εάν, σε συνέχεια των διαπραγματεύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3, αποφασισθεί ότι ένα μέλος δύναται να συνεχίσει την εφαρμογή της ειδικής μεταχείρισης, το μέλος αυτό παρέχει πρόσθετες και αποδεκτές παραχωρήσεις, που καθορίζονται στις σχετικές διαπραγματεύσεις.

5. Στην περίπτωση που η ειδική μεταχείριση δεν πρόκειται να συνεχισθεί μετά το πέρας της περιόδου εφαρμογής, το εν λόγω μέλος εφαρμόζει τις διατάξεις της παραγράφου 6. Στην περίπτωση αυτή, μετά το πέρας της περιόδου εφαρμογής, οι δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης για τα καθορισμένα προϊόντα διατηρούνται στο επίπεδο του 8 % της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης κατά την περίοδο βάσης στον πίνακα του ενδιαφερόμενου μέλους.

6. Τα μέτρα που λαμβάνονται στα σύνορα, εκτός των συνήθων δασμών που εφαρμόζονται όσον αφορά τα καθορισμένα προϊόντα, υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 2 από την αρχή του έτους κατά το οποίο διακόπτεται η εφαρμογή της ειδικής μεταχείρισης. Τα προϊόντα αυτά υπόκεινται σε συνήθεις δασμούς που έχουν παγιοποιηθεί στον πίνακα του ενδιαφερομένου μέλους, και εφαρμόζονται από την αρχή του έτους κατά το οποίο διακόπτεται η ειδική μεταχείριση και στη συνέχεια σε συντελεστές που θα ίσχυαν αν εφαρμόζετο μείωση τουλάχιστον 15 % κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής, σε ίσες ετήσιες δόσεις. Οι δασμοί αυτοί καθορίζονται βάσει ισοδυνάμων δασμών που υπολογίζονται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που περιγράφονται στο παρόν προσάρτημα.

Τμήμα Β

7. Οι διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 2 δεν εφαρμόζονται, επίσης, από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για την ΠΟΕ, όσον αφορά πρωτογενή γεωργικά προϊόντα που αποτελούν το βασικό παραδοσιακό είδος διατροφής αναπτυσσομένων χωρών μελών και για τα οποία τηρούνται οι ακόλουθοι όροι πέραν αυτών που καθορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως δ), σχετικά με τα υπό εξέταση προϊόντα:

α) 

οι δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης, όσον αφορά τα υπό εξέταση προϊόντα, όπως καθορίζονται στο τμήμα 1Β του μέρους I του πίνακα της ενδιαφερόμενης αναπτυσσόμενης χώρας μέλους, αντιστοιχούν στο 1 % της εγχώριας κατανάλωσης της περιόδου βάσης των σχετικών προϊόντων, από την αρχή του πρώτου έτους της περιόδου εφαρμογής, και αυξάνονται σε ίσες ετήσιες δόσεις στο 2 % της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης της περιόδου βάσης στην αρχή του πέμπτου έτους της περιόδου εφαρμογής. Από την αρχή του έκτου έτους της περιόδου εφαρμογής, οι δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης όσον αφορά τα υπό εξέταση προϊόντα αντιστοιχούν στο 2 % της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης κατά την περίοδο βάσης και αυξάνονται σε ίσες ετήσιες δόσεις στο 4 % της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης της περιόδου βάσης μέχρι τις αρχές του δέκατου έτους. Στη συνέχεια, το επίπεδο δυνατοτήτων ελαχίστης πρόσβασης που προκύπτει από το συγκεκριμένο τύπο για το δέκατο έτος παραμένει σε ισχύ στον πίνακα της ενδιαφερόμενης αναπτυσσόμενης χώρας μέλους·

β) 

κατάλληλες δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά έχουν προβλεφθεί για άλλα προϊόντα που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία.

8. Τυχόν διαπραγματεύσεις σχετικά με το αν θα υπάρχει δυνατότητα συνέχισης της ειδικής μεταχείρισης, όπως ορίζεται στην παράγραφο 7, μετά το πέρας του δέκατου έτους από την έναρξη της περιόδου εφαρμογής αρχίζουν και ολοκληρώνονται εντός του χρονικού πλαισίου του δέκατου έτους από την έναρξη της περιόδου εφαρμογής.

9. Εάν, σε συνέχεια των διαπραγματεύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 8, αποφασισθεί ότι ένα μέλος δύναται να συνεχίσει την εφαρμογή της ειδικής μεταχείρισης, το μέλος αυτό παρέχει πρόσθετες και αποδεκτές παραχωρήσεις, όπως ορίζονται στις σχετικές διαπραγματεύσεις.

10. Στην περίπτωση που δεν πρόκειται να συνεχισθεί η ειδική μεταχείριση βάσει της παραγράφου 7 μετά το δέκατο έτος από την έναρξη της περιόδου εφαρμογής, τα υπό εξέταση προϊόντα υποβάλλονται σε συνήθεις δασμούς οι οποίοι θεσπίζονται βάσει ισοδυνάμου δασμών, που υπολογίζεται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται στο παρόν προσάρτημα και που παγιοποιείται στον πίνακα του εν λόγω μέλους. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου 6, όπως έχουν τροποποιηθεί από τη σχετική ειδική και διακριτική μεταχείριση που παρέχεται σε αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.

Προσάρτημα τον παραρτήματος 5

Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό ισοδυνάμων δασμών για το συγκεκριμένο σκοπό που αναφέρεται στις παραγράφους 6 και 10 του παρόντος παραρτήματος

1. Ο υπολογισμός των ισοδυνάμων δασμών, είτε εκφράζονται κατ' αξία είτε με συγκεκριμένους συντελεστές, πραγματοποιείται με διαφανή τρόπο, βάσει της πραγματικής διαφοράς μεταξύ των εσωτερικών και εξωτερικών τιμών. Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται αναφέρονται στα έτη 1986 έως 1988. Τα ισοδύναμα δασμών:

α) 

καθορίζονται κυρίως σε επίπεδο τετραψηφιου κωδικού του ΕΣ·

β) 

καθορίζονται σε επίπεδο εξαψηφίου κωδικού του ΕΣ ή σε αναλυτικότερο επίπεδο, οποτεδήποτε κρίνεται σκόπιμο·

γ) 

καθορίζονται, εν γένει, για επεξεργασία ή/και μεταποιημένα προϊόντα, με πολλαπλασιασμό του συγκεκριμένου ισοδυνάμου δασμών για το πρωτογενές γεωργικό προϊόν με το ποσοστό, κατ' αξία ή σε πραγματικούς όρους, κατά περίπτωση, του πρωτογενούς γεωργικού προϊόντος που περιέχεται στα επεξεργασμένα ή/και στα μεταποιημένα προϊόντα, και λαμβανομένων υπόψη, όπου είναι αναγκαίο, πρόσθετων στοιχείων τα οποία παρέχουν, επί του παρόντος, προστασία στον κλάδο παραγωγής.

2. Οι εξωτερικές τιμές ισούνται, εν γένει, με τις πραγματικές μέσες κατά μονάδα αξίες cif για τη χώρα εισαγωγής. Στις περιπτώσεις που οι μέσες κατά μονάδα αξίες cif δεν είναι διαθέσιμες ή κατάλληλες, οι εξωτερικές τιμές είτε:

α) 

ισούνται με τις αντίστοιχες μέσες κατά μονάδα αξίες cif μιας γειτονικής χώρας, είτε

β) 

εκτιμώνται βάσει των μέσων κατά μονάδα αξιών fob σχετικού βασικού εξαγωγέα, οι οποίες προσαρμόζονται με προσθήκη του εκτιμώμενου κόστους ασφάλειας, μεταφοράς και άλλων σχετικών δαπανών στη χώρα εισαγωγής.

3. Οι εξωτερικές τιμές μετατρέπονται εν γένει σε εγχώρια νομίσματα με εφαρμογή της μέσης ετήσιας επίσημης τιμής συναλλάγματος που ισχύει για την ίδια περίοδο όπως και για τα στοιχεία τιμών.

4. Η εσωτερική τιμή συνίσταται, εν γένει, σε μια αντιπροσωπευτική τιμή χονδρικής πώλησης που ισχύει στην εγχώρια αγορά ή σε εκτίμηση της τιμής αυτής όπου δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.

5. Τα αρχικά ισοδύναμα δασμών είναι δυνατόν να προσαρμοσθούν, εφόσον χρειαστεί, για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές στην ποιότητα ή την ποικιλία, με εφαρμογή του κατάλληλου συντελεστή.

6. Στις περιπτώσεις που το ισοδύναμο δασμών που προκύπτει από τις συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές είναι αρνητικό ή κατώτερο του ισχύοντος παγιοποιημένου δασμού, το αρχικό ισοδύναμο δασμών δύναται να καθορισθεί βάσει του ισχύοντος παγιοποιημένου δασμού ή βάσει εθνικών προσφορών για το εν λόγω προϊόν.

7. Σε περίπτωση προσαρμογής του επιπέδου ισοδυνάμου δασμών που θα ήταν δυνατόν να προκύψει από τις ανωτέρω κατευθυντήριες γραμμές, το ενδιαφερόμενο μέλος παρέχει, όταν ζητηθεί, κάθε δυνατότητα διαβουλεύσεων με στόχο τη διαπραγμάτευση πρόσφορων λύσεων.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΜΕΤΡΩΝ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΦΥΤΟΫΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

Επιβεβαιώνοντας εκ νέου ότι κανένα μέλος δεν πρέπει να εμποδίζεται να εγκρίνει ή να επιβάλει μέτρα που είναι αναγκαία για την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα δεν εφαρμόζονται κατά τρόπον ο οποίος θα αποτελούσε αυθαίρετη ή αδικαιολόγητη διάκριση μεταξύ των μελών στα οποία επικρατούν οι ίδιες συνθήκες ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό των διεθνών συναλλαγών,

Επιθυμώντας να βελτιώσουν την υγειονομική και φυτοΰγειονομική κατάσταση σε όλα τα μέλη,

Σημειώνοντας ότι τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας εφαρμόζονται συχνά βάσει διμερών συμφωνιών ή πρωτοκόλλων,

Επιθυμώντας τη θέσπιση πολυμερούς πλαισίου κανόνων και υποχρεώσεων το οποίο να διέπει την κατάρτιση, έγκριση και επιβολή των μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειόνομικής προστασίας προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές επιπτώσεις τους στις συναλλαγές,

Αναγνωρίζοντας τη σημαντική συνεισφόρα των διεθνών προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων στο εν λόγω θέμα,

Επιθυμώντας να ευνοήσουν τη χρήση εναρμονισμένων μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας μεταξύ των μελών, βάσει των διεθνων προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων που έχουν καταρτισθεί από τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, συμπεριλαμβάνομένης της Επιτροπής Κώδικα Τροφίμων, του Διεθνούς Γραφείου Επιζωοτιών, και των σχετικών διεθνών και περιφερειακών οργανισμών που ενεργούν στο πλαίσιο της διεθνούς σύμβασης προστασίας των φυτών, χωρίς να απαιτείται από τα μέλη να αλλάξουν το επίπεδο προστασίας της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, που θεωρούν κατάλληλο,

Αναγνωρίζοντας ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη μπορεί να αντιμετωπίσουν ιδιαίτερες δυσκολίες στην τήρηση των μέτρων υγειονομικής και φυτογϋειονομικής προστασίας των ειοαγόντων μελών και, κατά συνέπεια, στην πρόσβαση των αγορών, καθώς και στη χάραξη και εφαρμογή μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας εντός των εδαφών τους, και επιθυμώντας να τα συνδράμουν στις σχετικές προσπάθειές τους,

Επιθυμώντας, κατά συνέπεια, να θεσπίσουν κανόνες για την εφαρμογή των διατάξεων της GΑΤΤ του 1994 οι οποίες αφορούν τη χρήση μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας, και ιδίως τις διατάξεις του άρθρου XX παράγραφος β) ( 14 ),

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



Άρθρο 1

Γενικές διατάξεις

1.  
Η παρούσα συμφωνία ισχύει για όλα τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας τα οποία μπορούν, άμεσα ή έμμεσα, να επηρεάσουν τις διεθνείς συναλλαγές. Μέτρα τέτοιου είδους καταρτίζονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Για τους σκοπούς τις παρούσας συμφωνίας, ισχύουν οι ορισμοί που προβλέπονται στο παράρτημα Α.
3.  
Τα παραρτήματα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας συμφωνίας.
4.  
Ουδεμία από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν επηρεάζει τα δικαιώματα των μελών που απορρέουν από τη συμφωνία για τα τεχνικά εμπόδια στο εμπόριο, όσον αφορά τα μέτρα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 2

Βασικά δικαιώματα και υποχρεώσεις

1.  
Τα μέλη έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας που είναι αναγκαία για την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτού του είδους είναι συμβατά με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι όλα τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας εφαρμόζονται αποκλειστικά στο βαθμό που απαιτείται για την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, ότι βασίζονται σε επιστημονικές αρχές και ότι δεν διατηρούνται χωρίς επαρκή επιστημονική αιτιολόγηση, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 7.
3.  
Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας δεν επιφέρουν αυθαίρετη ή αδικαιολόγητη διακριτική μεταχείριση μεταξύ των μελών στα οποία επικρατούν ταυτόσημες ή παρόμοιες συνθήκες, όπως και μεταξύ του εδάφους τους και άλλων μελών. Τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να μην αποτελούν συγκεκαλυμμένο περιορισμό των διεθνών συναλλαγών.
4.  
Τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας τα οποία συμφωνούν με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εκλαμβάνονται ως ανταποκρινόμενα στις υποχρεώσεις του μέλους στο πλαίσιο των διατάξεων της GΑΤΤ του 1994, οι οποίες αφορούν τη χρήση μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας, και ιδίως τις διατάξεις του άρθρου XX παράγραφος β).

Άρθρο 3

Εναρμόνιση

1.  
Προκειμένου να εναρμονίσουν τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας σε όσο το δυνατόν ευρύτερη βάση, τα μέλη θεσπίζουν τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας με βάση διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, όπου αυτές υπάρχουν, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στην παρούσα συμφωνία, και ιδίως στην παράγραφο 3.
2.  
Τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας τα οποία συμφωνούν με διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις θεωρούνται ως αναγκαία για την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, καθώς και ως συμβατά με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και της GΑΤΤ του 1994.
3.  
Τα μέλη δύνανται να εισαγάγουν ή να διατηρήσουν μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγεινομικής προστασίας τα οποία επιφέρουν υψηλότερο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας από αυτό που ενδεχομένως επιτυγχάνεται με μέτρα που βασίζονται στα σχετικά διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, σε περίπτωση που υπάρχει επιστημονική αιτιολόγηση, ή ως αποτέλεσμα του επιπέδου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας το οποίο καθορίζεται από ένα μέλος ως κατάλληλο σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των παραγράφων 1 έως 8 του άρθρου 5 ( 15 ). Κατά παρέκκλιση των ανωτέρω, όλα τα μέτρα που έχουν ως αποτέλεσμα επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας διαφορετικό από αυτό το οποίο θα επιτυγχάνετο με μέτρα βασισμένα σε διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις είναι συμβατά με όλες τις λοιπές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
4.  
Τα μέλη συμμετέχουν πλήρως, εντός των ορίων των διαθεσίμων πόρων τους, στους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς και τα επικουρικά όργανά τους, και ιδίως την Επιτροπή Κώδικα Τροφίμων, το Διεθνές Γραφείο Επιζωοτιών, και τους διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς που ενεργούν στο πλαίσιο της διεθνούς σύμβασης προστασίας των φυτών, για την προώθηση μέσω των οργανισμών αυτών της κατάρτισης και της περιοδικής επανεξέτασης προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων σε σχέση με όλες τις πτυχές των μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας.
5.  
Η Επιτροπή Μέτρων Υγειονομικής και Φυτοϋγειονομικής Προστασίας που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 4 του άρθρου 12 (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία η «επιτροπή») καθιερώνει διαδικασία για την παρακολούθηση της πορείας της διεθνούς εναρμόνισης και το συντονισμό των προσπαθειών για το εν λόγω θέμα με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς.

Άρθρο 4

Ισοδυναμία

1.  
Τα μέλη αποδέχονται τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας άλλων μελών ως ισοδύναμα, ακόμα και αν τα εν λόγω μέτρα διαφέρουν από τα δικά τους ή από αυτά που εφαρμόζονται από άλλα μέλη για το εμπόριο του ιδίου προϊόντος, σε περίπτωση που το εξάγον μέλος αποδεικνύει αντικειμενικά στο εισάγον μέλος ότι με τα μέτρα του επιτυγχάνεται το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας του εισάγοντος μέλους. Για το σκοπό συτό, δίδεται εύλογη πρόσβαση, μετά από αίτηση, στο εισάγον μέλος για έλεγχο, δοκιμές και άλλες σχετικές διαδικασίες.
2.  
Τα μέλη, μετά από αίτησή τους, προβαίνουν σε διαβουλεύσεις με σκοπό τη σύναψη διμερών και πολυμερών συμφωνιών για την αναγνώριση της ισοδυναμίας συγκεκριμένων μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας.

Άρθρο 5

Εκτίμηση κινδύνων και καθορισμός του κατάλληλου επιπέδου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας

1.  
Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα τους υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας βασίζονται σε εκτίμηση, ανάλογα με τις συνθήκες, των κινδύνων για τη ζωή και την υγεία των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, αφού λάβουν υπόψη τις τεχνικές εκτίμησης κινδύνων που έχουν αναπτύξει οι σχετικοί διεθνείς οργανισμοί.
2.  
Κατά την εκτίμηση των κινδύνων, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη τα διαθέσιμα επιστημονικά αποδεικτικά στοιχεία, τις σχετικές διαδικασίες και τις μεθόδους παραγωγής, τις σχετικές μεθόδους ελέγχου, δειγματοληψίας και δοκιμής, τον επιπολασμό συγκεκριμένων νόσων ή παρασίτων, την ύπαρξη ζωνών απαλλαγμένων από παράσιτα ή νόσους, τις σχετικές οικολογικές και περιβαλλοντικές συνθήκες, και την εφαρμογή υγειονομικής απομόνωσης ή άλλης θεραπείας·
3.  
Κατά την εκτίμηση των κινδύνων για τη ζωή και την υγεία των ζώων ή των φυτών και κατά τον καθορισμό των μέτρων πον πρέπει να εφαρμοσθούν ώστε να επιτευχθεί το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας από τον εν λόγω κίνδυνο, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη ως σχετικούς οικονομικούς παράγοντες τα εξής: τις ενδεχόμενες ζημίες όσον αφορά την απώλεια παραγωγής ή πωλήσεων σε περίπτωση εισόδου, εμφάνισης ή εξάπλωσης παρασίτων ή νόσου το κόστος ελέγχου ή εξάλειψης στο έδαφος του εισάγοντος μέλους και τη σχετική αποδοτικότητα των εναλλακτικών προσεγγίσεων για τον περιορισμό των κινδύνων.
4.  
Κατά τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη το στόχο ελαχιστοποίησης των αρνητικών επιπτώσεων στις συναλλαγές.
5.  
Προκειμένου να υπάρξει συνεκτικότητα κατά την εφαρμογή της εννοίας του κατάλληλου επιπέδου υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας κατά των κινδύνων για τη ζωή και την υγεία των ανθρώπων καθώς και των ζώων ή των φυτών, τα μέλη αποφεύγουν αυθαίρετες ή αδικαιολόγητες διακρίσεις όσον αφορά τα επίπεδα τα οποία θεωρούν ότι είναι κατάλληλα σε διαφορετικές καταστάσεις, εφόσον οι εν λόγω διακρίσεις επιφέρουν διακριτική μεταχείριση ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό των διεθνών συναλλαγών. Τα μέλη συνεργάζονται στο πλαίσιο της επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφοι 1, 2 και 3, για την κατάρτιση κατευθυντηρίων γραμμών προκειμένου να ευνοηθεί η πρακτική εφαρμογή της παρούσας διάταξης. Για την κατάρτιση των κατευθυντηρίων γραμμών, η επιτροπή λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, περιλαμβανομένου του ιδιαίτερου χαρακτήρα των κινδύνων για την υγεία των προσώπων στους οποίους ο πληθυσμός εκτίθεται εκουσίως.
6.  
Με την επιφύλαξη του άρθρου 3 παράγραφος 2, κατά τη λήψη ή τη διατήρηση μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, προκειμένου να επιτευχθεί το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα αυτού του είδους δεν είναι περισσότερο περιοριστικά για τις συναλλαγές από όσο απαιτείται για να επιτευχθεί το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, αφού λάβουν υπόψη την τεχνική και οικονομική σκοπιμότητα ( 16 ).
7.  
Στις περιπτώσεις όπου τα σχετικά επιστημονικά αποδεικτικά στοιχεία είναι ανεπαρκή, οποιοδήποτε μέλος δύναται να εγκρίνει προσωρινά μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας βάσει των διαθεσίμων σχετικών πληροφοριών, περιλαμβανομένων των προερχόμενων από τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς καθώς και από μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που εφαρμόζονται από άλλα μέλη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα μέλη επιδιώκουν να αποκτήσουν τις αναγκαίες πρόσθετες πληροφορίες, ώστε να προβούν σε περισσότερο αντικειμενική εκτίμηση των κινδύνων και να επανεξετάσουν αναλόγως το μέτρο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας εντός ευλόγου προθεσμίας.
8.  
Όταν ένα μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι συγκεκριμένο μέτρο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που έχει εισαχθεί ή διατηρείται από άλλο μέλος περιορίζει, ή μπορεί να περιορίσει, τις εξαγωγές του και ότι το εν λόγω μέτρο δεν βασίζεται στα σχετικά διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, ή όταν δεν υφίστανται τέτοια πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, μπορεί να ζητήσει εξήγηση των αιτιών λήψης τέτοιου μέτρου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, την οποία πρέπει να δώσει το μέλος που διατηρεί το μέτρο.

Άρθρο 6

Προσαρμογή στις περιφερειακές συνθήκες, περιλαμβανομένων των ζωνών των απαλλαγμένων από παράσιτα ή νόσους και των ζωνών με χαμηλό βαθμό επιπολασμού παρασίτων ή νόσων

1,  
Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας είναι προσαρμοσμένα στα υγειονομικά ή φυτοϋγειονομικά χαρακτηριστικά της περιοχής (είτε πρόκειται για το σύνολο της χώρας, τμήμα της χώρας, ή το σύνολο ή τμήματα πολλών χωρών) από την οποία προέρχεται το προϊόν και αυτής για την οποία προορίζεται το προϊόν. Για την εκτίμηση των υγειονομικών ή φυτοϋγειονομικών χαρακτηριστικών μιας περιοχής, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, το βαθμό επιπολασμού συγκεκριμένων νόσων ή παρασίτων, την ύπαρξη προγραμμάτων εξάλειψης ή ελέγχου, και τα κατάλληλα κριτήρια ή κατευθυντήριες γραμμές, που έχουν ενδεχομένως καθοριστεί από τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς.
2.  
Τα μέλη αναγνωρίζουν, ιδώς, τις έννοιες των ζωνών που είναι απαλλαγμένες από παράσιτα ή νόσους και των ζωνών με χαμηλό βαθμό επιπολασμού παρασίτων ή νόσων. Ο καθορισμός τέτοιου είδους ζωνών βασίζεται σε παράγροντες όπως η γεωγραφική θέση, τα οικοσυστήματα, η επιδημιολογική επιτήρηση και η αποτελεσματικότητα των υγειονομικών ή φυτοϋγειονομικών ελέγχων.
3.  
Τα μέλη τα οποία πραγματοποιούν εξαγωγές και τα οποία υποστηρίζουν ότι ζώνες των εδαφών τους αποτελούν ζώνες απαλλαγμένες από παράσιτα ή νόσους, ή ζώνες χαμηλού βαθμού επιπολασμού παρασίτων ή νόσων, παρέχουν τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία προκειμένου να αποδείξουν αντικειμενικά στο εισάγον μέλος ότι τέτοιου είδους ζώνες αποτελούν, και κατά πάσα πιθανότητα θα παραμείνουν, ζώνες απαλλαγμένες από παράσιτα ή νόσους, ή ζώνες χαμηλού βαθμού επιπολασμού παρασίτων ή νόσων αντιστοίχως. Για το σκοπό αυτό, επιτρέπεται σε εύλογο βαθμό, μετά από αίτηση, στο εισάγον μέρος η επιθεώρηση, η δοκιμασία ή άλλη σχετική διαδικασία.

Άρθρο 7

Διαφάνεια

Τα μέλη γνωστοποιούν τις μεταβολές των μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας και παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος Β.

Άρθρο 8

Διαδικασίες ελέγχου, επιθεώρησης και έγκρισης

Τα μέλη τηρούν τις διατάξεις του παραρτήματος Γ κατά την εφαρμογή των διαδικασιών ελέγχου, επιθεώρησης και έγκρισης, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών συστημάτων για την έγκριση της χρήσης προσθέτων ή για τη θέσπιση ορίων ανοχής των προσμείξεων σε τρόφιμα, ποτά ή ζωοτροφές, και κατά τα άλλα εξασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες τους είναι συμβατές με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 9

Τεχνική βοήθεια

1.  
Τα μέλη συμφωνούν να διευκολύνουν την παροχή τεχνικής βοήθειας σε άλλα μέλη, ιδίως σε αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, είτε διμερώς είτε μέσω των καταλλήλων διεθνών οργανισμών. Τέτοιου είδους βοήθεια μπορεί να παρασχεθεί, μεταξύ άλλων, στους τομείς των τεχνολογιών μεταποίησης, έρευνας και υποδομής, περιλαμβανομένης της θέσπισης εθνικών κανονιστικών φορέων, και μπορεί να λάβει τη μορφή συμβουλών, πιστώσεων, δωρεών και μη επιστρεπτέων ενισχύσεων, περιλαμβανομένου του στόχου της αναζήτησης τεχνικής πραγματογνωμοσύνης, κατάρτισης και εξοπλισμού που να επιτρέπει στις χώρες αυτές να ευθυγραμμισθούν και να συμμορφωθούν με τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειυνομικής προστασίας που είναι απαραίτητα για την επίτευξη του καταλλήλου επιπέδου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας στις αγορές εξαγωγών τους.
2.  
Στις περιπτώσεις όπου απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις προκειμένου μια εξάγουσα αναπτυσσόμενη χώρα μέλος να τηρεί τις υγειονομικές ή φυτοϋγειονομικές προϋποθέσεις ενός εισάγοντος μέλους, το τελευταίο πρέπει να εξετάζει την παροχή τέτοιας τεχνικής βοήθειας η οποία θα επιτρέπει στην αναπτυσσόμενη χώρα μέλος να διατηρήσει και να διευρύνει τις ευκαιρίες πρόσβασης στην αγορά για το σχετικό προϊόν.

Άρθρο 10

Ειδική και διακριτική μεταχείριση

1.  
Κατά την κατάρτιση και την εφαρμογή των μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών μελών και, ιδίως, των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.
2.  
Στις περιπτώσεις όπου το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας δίνει τη δυνατότητα για τη σταδιακή εισαγωγή νέων μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, θα πρέπει να παρέχονται μεγαλύτερες προθεσμίες για συμμόρφωση σχετικά με προϊόντα τα οποία ενδιαφέρουν τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη προκειμένου αυτές να διατηρήσουν τις εξαγωγικές τους δυνατότητες.
3.  
Προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη δύνανται να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, η επιτροπή εξουσιοδοτείται να παραχωρεί στις χώρες αυτές, μετά από αίτηση, συγκεκριμένες εξαιρέσεις περιορισμένου χρονικού διαστήματος για το σύνολο ή για μέρος των υποχρεώσεων δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, λαμβανομένων υπόψη των χρηματοδοτικών, εμπορικών και αναπτυξιακών αναγκών τους.
4.  
Τα μέλη οφείλουν να ενθαρρύνουν και να διευκολύνουν την ενεργό συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών μελών στους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς.

Άρθρο 11

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

1.  
Οι διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών, ισχύουν για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση διαφορών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά και συγκεκριμένα σ' αυτή.
2.  
Σε περίπτωση διαφοράς, δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, η οποία περιλαμβάνει επιστημονικά ή τεχνικά θέματα, ειδική ομάδα (πάνελ) ζητεί τη συμβουλή εμπειρογνωμόνων οι οποίοι έχουν επιλεγεί από την εν λόγω ομάδα μετά από διαβουλεύσεις με τα μέρη της διαφοράς. Για το σκοπό αυτό, η ειδική ομάδα μπορεί, όταν το κρίνει απαραίτητο, να συστήσει συμβουλευτική ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων ή να συμβουλευθεί τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, μετά από αίτηση ενός εκ των μερών της διαφοράς ή με δική της πρωτοβουλία.
3.  
Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν θίγει τα δικαιώματα των μελών δυνάμει άλλων διεθνών συμφωνιών, περιλαμβανομένου του δικαιώματος της προσφυγής στις υπηρεσίες διαμεσολάβησης ή τους μηχανισμούς επίλυσης διαφορών άλλων διεθνών οργανισμών, ή που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο οποιασδήποτε διεθνούς συμφωνίας.

Άρθρο 12

Διοίκηση

1.  
Συστήνεται Επιτροπή Μέτρων Υγειονομικής και Φυτοϋγειονομικής Προστασίας για να αποτελέσει τακτική συνέλευση για διαβουλεύσεις. Η επιτροπή επιτελεί τα καθήκοντα που απαιτούνται για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας και την προώθηση των στόχων της, ιδίως όσον αφορά την εναρμόνιση. Η επιτροπή αποφασίζει σε συναινετική βάση.
2.  
Η επιτροπή ενθαρρύνει και διευκολύνει τις διαβουλεύσεις ή τις διαπραγματεύσεις ad hoc μεταξύ των μελών για συγκεκριμένα υγειονομικά ή φυτοΰγειονομικά θέματα. Η επιτροπή ενθαρρύνει τη χρήση διεθνών προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών ή συστάσεων από όλα τα μέλη και, για το σκοπό αυτό, υποστηρίζει τις τεχνικές διαβουλεύσεις και μελέτες με στόχο το μεγαλύτερο συντονισμό και ολοκλήρωση των διεθνών και εθνικών συστημάτων και προσεγγίσεων για την έγκριση της χρήσης των προσθέτων στα τρόφιμα ή για τον καθορισμό ανοχών για τις προσμείξεις σε τρόφιμα, ποτά ή ζωοτροφές.
3.  
Η επιτροπή τηρεί στενή επαφή με τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς στον τομέα της υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας, ιδίως με την Επιτροπή Κώδικα Τροφίμων, το Διεθνές Γραφείο Επιζωοτιών, και τη γραμματεία της διεθνούς σύμβασης προστασίας των φυτών με σκοπό την εξασφάλιση των καλυτέρων δυνατόν διαθεσίμων επιστημονικών και τεχνικών συμβουλών για τη διαχείριση της παρούσας συμφωνίας και προκειμένου να αποφευχθεί η περιττή αλληλεπικάλυψη των προσπαθειών.
4.  
Η επιτροπή θεσπίζει διαδικασία για την παρακολούθηση της διεθνούς εναρμόνισης και της χρήσης των διεθνών προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων. Για το σκοπό αυτό, η επιτροπή οφείλει, από κοινού με τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, να καταρτίσει κατάλογο των διεθνών προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών ή συστάσεων που έχουν σχέση με τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, τα οποία η επιτροπή διαπιστώνει ότι έχουν τις σημαντικότερες εμπορικές επιπτώσεις. Ο κατάλογος θα πρέπει να περιλαμβάνει ένδειξη των κρατών μελών σχετικά με τα διεθνή πρότυπα, τις κατευθυντήριες γραμμές ή τις συστάσεις τις οποίες εφαρμόζουν ως όρους για την εισαγωγή ή βάσει των οποίων τα εισαγόμενα προϊόντα που ανταποκρίνονται στα εν λόγω πρότυπα τυγχάνουν πρόσβασης στις αγορές τους. Στις περιπτώσεις που ένα μέλος δεν εφαρμόζει διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις ως όρους για την εισαγωγή, το μέλος οφείλει να αναφέρει τους λόγους για τη μη εφαρμογή και, ιδίως, το αν θεωρεί ότι το πρότυπο δεν είναι αρκετά αυστηρό ώστε να επιτευχθεί το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας. Εάν κάποιο μέλος αναθεωρήσει τη θέση του, μετά την παροχή ένδειξης για τη χρήση ενός προτύπου, κατευθυντήριας γραμμής ή συστάσεως ως όρου για την εισαγωγή, οφείλει να αιτιολογήσει την αλλαγή αυτή και να ενημερώσει τη γραμματεία καθώς και τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, εκτός εάν η γνωστοποίηση και η αιτιολόγηση αυτού του είδους δίδεται σύμφωνα με τις διαδικασίες του παραρτήματος Β.
5.  
Προκειμένου να αποφευχθεί περιττή αλληλεπικάλυψη, η επιτροπή δύναται να αποφασίσει, κατά περίπτωση, να χρησιμοποιήσει τις πληροφορίες που προέρχονται από τις διαδικασίες, ιδίως γνωστοποίησης, οι οποίες ισχύουν στους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς.
6.  
Η επιτροπή δύναται, βάσει πρωτοβουλίας ενός εκ των μελών, μέσω καταλλήλων διαύλων να καλέσει τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς ή τα επικουρικά τους όργανα να εξετάσουν συγκεκριμένα θέματα σχετικά με κάποιο πρότυπο, κατευθυντήρια γραμμή ή σύσταση, περιλαμβανομένης της αιτιολόγησης για μη χρήση η οποία δίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 4.
7.  
Η επιτροπή εξετάζει τη λειτουργία και την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας τρία έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και στη συνέχεια όταν προκύψει ανάγκη. Κατά περίπτωση, η επιτροπή μπορεί να υποβάλει στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών προτάσεις για τροποποίηση του κειμένου της παρούσας συμφωνίας λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την εμπειρία που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή της.

Άρθρο 13

Εφαρμογή

Τα μέλη είναι πλήρως υπεύθυνα δυνάμει της παρούσας συμφωνίας για την τήρηση όλων των υποχρεώσεων που ορίζονται σε αυτήν. Τα μέλη καταρτίζουν και εφαρμόζουν θετικά μέτρα και μηχανισμούς για την ενίσχυση της τήρησης των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας από τους άλλους φορείς εκτός της κεντρικής διοίκησης. Τα μέλη λαμβάνουν εύλογα μέτρα στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας τους προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι μη κυβερνητικές οντότητες εντός του εδάφους τους, καθώς και περιφερειακοί φορείς των οποίων είναι μέλη σχετικές οντότητες εντός του εδάφους τους συμμορφώνονται με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Επιπλέον, τα μέλη δεν λαμβάνουν μέτρα τα οποία έχουν ως αποτέλεσμα, άμεσα ή έμμεσα, να υποχρεώνουν ή να ενθαρρύνουν τις περιφερειακές ή μη κυβερνητικές οντότητες, ή τους φορείς της τοπικής διοίκησης να ενεργούν κατά τρόπο μη συμβατό με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα μέλη εξασφαλίζουν την εφαρμογή των μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας από τις υπηρεσίες μη κυβερνητικών οντοτήτων μόνον εφόσον οι εν λόγω οντότητες συμμορφώνονται με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 14

Τελικές διατάξεις

Οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη μπορούν να αναβάλουν την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνί ας για περίοδο πέντε ετών μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ σε σχέση με τα ισχύοντα σ' αυτές μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που επηρεάζουν τις εισαγωγές ή τα εισαγόμενα προϊόντα. Άλλες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη μπορούν να αναβάλουν την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, εκτός του άρθρου 5 παραγραφος 8 και του άρθρου 7, για δύο έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ σε σχέση με τα δικά τους υφιστάμενα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που επηρεάζουν τις εισαγωγές ή τα εισαγόμενα προϊόντα, εφόσον η εφαρμογή αυτή εμποδίζεται λόγω έλλειψης τεχνικών γνώσεων, τεχνικής υποδομής ή πόρων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α

ΟΡΙΣΜΟΙ ( 17 )

1. 

Μέτρο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας — Κάθε μέτρο που εφαρμόζεται για:

α) 

την προστασία της ζωής και της υγείας των ζώων ή των φυτών εντός του εδάφους του μέλους από κινδύνους που προκύπτουν λόγω της εισόδου, εγκατάστασης ή μετάδοσης παρασίτων, νόσων, οργανισμών φορέων νόσων ή παθογόνων οργανισμών

β) 

την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων ή των ζώων εντός του εδάφους του μέλους από κινδύνους που προκύπτουν λόγω της παρουσίας προσθέτων, προσμείξεων, τοξινών ή παθογόνων οργανισμών στα τρόφιμα, στα ποτά ή τις ζωοτροφές·

γ) 

την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων εντός του εδάφους του μέλους από κινδύνους που προκύπτουν λόγω νόσων που μεταφέρονται από τα ζώα, τα φυτά ή τα προϊόντα των φυτών, ή από την είσοδο, την εγκατάσταση ή μετάδοση παρασίτων ή

δ) 

την πρόληψη ή τον περιορισμό λοιπών ζημιών εντός του εδάφους του μέλους λόγω της εισόδου, εγκατάστασης ή μετάδοσης παρασίτων.

Τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειoνομικής προστασίας περιλαμβάνουν όλους τους σχετικούς νόμους, διατάγματα, κανονισμούς, προϋποθέσεις και διαδικασίες, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των κριτηρίων τελικού προϊόντος· τις· διεργασίες και τις μεθόδους παραγωγής· τις διαδικασίες δοκιμής, ελέγχου, πιστοποίησης και έγκρισης· την υγειονομική απομόνωση, περιλαμβανομένων των σχετικών προϋποθέσεων που αφορούν τη μεταφορά ζώων ή φυτών, ή τα υλικά που απαιτούνται για την επιβίωσή τους κατά τη διάρκεια της μεταφοράς· τις διατάξεις περί σχετικών στατιστικών μεθόδων, διαδικασιών δειγματοληψίας και μεθόδων αξιολόγησης κινδύνων και τις προϋποθέσεις συσκευασίας και σήμανσης που έχουν άμεση σχέση με την ασφάλεια των τροφίμων.

2. 

Εναρμόνιση — Η κατάρτιση, αναγνώριση και εφαρμογή κοινών μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας από διαφορετικά μέλη.

3. 

Διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις

α) 

όσον αφορά την ασφάλεια των τροφίμων, τα πρότυπα, οι κατευθυντήριες γραμμές και οι συστάσεις που έχουν θεσπισθεί από την Επιτροπή Κώδικα Τροφίμων σε σχέση με τα πρόσθετα τροφίμων, τα υπολείμματα των κτηνιατρικών φαρμάκων και των φυτοφαρμάκων, τιςπροσμείξεις, τις μεθόδους ανάλυσης και δειγματοληψίας, καθώς και οι κώδικες και οι κατευθυντήριες γραμμές υγιεινής·

β) 

όσον αφορά την υγεία των ζώων και τις ζωονόσους, τα πρότυπα, οι κατευθυντήριες γραμμές και οι συστάσεις που έχουν καταρτισθεί υπό την αιγίδα του Διεθνούς Γραφείου Επιζωοτιών

γ) 

όσον αφορά την υγεία των φυτών, τα διεθνή πρότυπα, οι κατευθυντήριες γραμμές και οι συστάσεις που έχουν καταρτισθεί υπό την αιγίδα της γραμματείας της διεθνούς σύμβασης προστασίας των φυτών σε συνεργασία με περιφερειακούς οργανισμούς, οι οποίοι λειτουργούν στο πλαίσιο της εν λόγω σύμβασης· και

δ) 

όσον αφορά θέματα που δεν καλύπτονται από τους ανωτέρω οργανισμούς, τα κατάλληλα πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις που εγκρίνονται από άλλους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους δύνανται να συμμετέχουν όλα τα μέλη, όπως έχουν προσδιοριστεί από την επιτροπή.

4. 

Αξιολόγηση κινδύνων — Η εκτίμηση πιθανότητας εισόδου, εγκατάστασης ή μετάδοσης παρασίτων ή νόσων εντός του εδάφους ενός εισάγοντος μέλους σύμφωνα με τα μέτρα υγειονομικής ή φυτούγειονομικής προστασίας τα οποία μπορεί να ισχύουν, καθώς και των σχετικών δυνητικών βιολογικών και οικονομικών επιπτώσεων ή η εκτίμηση των πιθανοτήτων για δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων που προκύπτουν από την παρουσία προσθέτων, προσμείξεων, τοξινών ή παθογόνων οργανισμών στα τρόφιμα, στα ποτά ή τις ζωοτροφές.

5. 

Κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φντοϋγειονομικής προστασίας — Το επίπεδο προστασίας που κρίνεται κατάλληλο από το μέλος το οποίο θεσπίζει μέτρο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας προκειμένου να προστατεύσει τη ζωή και την υγεία των προσώπων, των ζώων ή των φυτών εντός του εδάφους του.

Σημείωση: Πολλά μέλη, εξάλλου, αναφέρονται στην έννοια αυτή με τον όρο «αποδεκτό επίπεδο κινδύνου».

6. 

Ζώνη απαλλαγμένη από παράσιτα ή νόσους — Η ζώνη, ανεξαρτήτως αν πρόκειται για το σύνολο της χώρας, μέρος της χώρας, ή το σύνολο ή μέρη ορισμένων χωρών, όπως έχει προσδιοριστεί από τις αρμόδιες αρχές, στην οποία δεν εμφανίζεται κρούσμα παρασίτων ή συγκεκριμένης νόσου.

Σημείωση: Μια ζώνη απαλλαγμένη από παράσιτα ή νόσους μπορεί να περιβάλλει, να περιβάλλεται ή να γειτνιάζει με περιοχή (είτε εντός μέρους χώρας ή εντός γεωγραφικής περιοχής η οποία περιλαμβάνει μέρη ή το σύνολο ορισμένων χωρών), στην οποία είναι γνωστό ότι έχει εμφανισθεί κρούσμα παρασίτων ή συγκεκριμένης νόσου αλλά υπόκειται σε περιφερειακά μέτρα ελέγχου, όπως η δημιουργία ζωνών προστασίας, επιτήρησης και παρεμβολής οι οποίες θα περιορίσουν ή θα εξαλείψουν τα εν λόγω παράσιτα ή νόσο.

7. 

Ζώνη χαμηλού επιπολασμού παρασίτων ή νόσων — Η ζώνη, ανεξάρτητα αν πρόκειται για χώρα, μέρος χώρας ή το σύνολο ή μέρη ορισμένων χωρών, όπως έχει καθοριστεί από τις αρμόδιες αρχές, στην οποία τα εμφανιζόμενα κρούσματα παρασίτων ή συγκεκριμένης νόσου βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα και η οποία υπόκειται σε αποτελεσματικά μέτρα επιτήρησης, ελέγχου ή εξάλειψης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΦΥΤΟΫΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Δημοσίευση κανονισμών

1. Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι εκδιδόμενοι κανονισμοί υγειονομικής και φυτοϋγεωνομικής προστασίας ( 18 ) δημοσιεύονται αμέσως έτσι ώστε να διευκολύνουν τα ενδιαφερόμενα μέλη να ενημερώνονται σχετικά.

2. Εκτός από επείγουσες περιστάσεις, τα μέλη επιτρέπουν να παρέλθει ένα λογικό χρονικό διάστημα μεταξύ της δημοσίευσης ενός κανονισμού υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας και της έναρξης ισχύος του, προκειμένου να δώσουν χρόνο στους παραγωγούς των μελών με εξαγωγική δραστηριότητα, και ιδίως των αναπτυσσομένων χωρών μελών, να προσαρμόσουν τα προϊόντα τους και τις μεθόδους παραγωγής στις απαιτήσεις του εισάγοντος μέλους.

Κέντρα πληροφόρησης

3. Κάθε μέλος εξασφαλίζει την ύπαρξη κέντρων πληροφόρησης υπεύθυνων να δίδουν απαντήσεις σε όλες τις εύλογες ερωτήσεις των ενδιαφερομένων μελών καθώς και να παρέχουν τα σχετικά έγγραφα όσον αφορά:

α) 

κανονισμούς υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που έχουν εκδοθεί ή προταθεί εντός του εδάφους του·

β) 

τις διαδικασίες ελέγχου και επιθεώρησης, την παραγωγή και την υγειονομική απομόνωση, τις ανοχές στα φυτοφάρμακα και τις διαδικασίες έγκρισης των προσθέτων τροφίμων, οι οποίες εφαρμόζονται εντός του εδάφους του·

γ) 

τις διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνων, τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη, καθώς και τον προσδιορισμό του κατάλληλου επιπέδου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας·

δ) 

την εγγραφή και τη συμμετοχή του μέλους, ή σχετικών φορέων εντός του εδάφους του, σε διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς και συστήματα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας, καθώς και σε διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες και ρυθμίσεις εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, και τα κείμενα αυτών των συμφωνιών και ρυθμίσεων.

4. Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι η τεκμηρίωση που ζητούν τα ενδιαφερόμενα μέλη τους χορηγείται στην ίδια τιμή (εάν ενδεχομένως υπάρχει), εκτός από το κόστος παράδοσης, που ισχύει για τους υπηκόους ( 19 ) του ενδιαφερομένου μέλους.

Διαδικασίες γνωστοποίησης

5. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται διεθνές πρότυπο, κατευθυντήριος γραμμή ή σύσταση ή το περιεχόμενο προτεινόμενου κανονισμού υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας δεν είναι ουσιαστικά το ίδιο με το περιεχόμενο ενός διεθνούς προτύπου, κατευθυντηρίου γραμμής ή συστάσεως, και αν ο κανονισμός δύναται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στις συναλλαγες των άλλων μελών, τα μέλη:

α) 

δημοσιεύουν εντός συντόμου χρονικού διαστήματος κοινοποίηση κατά τρόπον ώστε να διευκολύνουν τα ενδιαφερόμενα μέλη να λάβουν γνώση της πρότασης για τη θέσπιση συγκεκριμένου κανονισμού·

β) 

γνωστοποιούν στα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, τα προϊόντα τα οποία θα καλύπτει ο κανονισμός μαζί με συνοπτική αναφορά του σκοπού και της αιτιολόγησης του προτεινόμενου κανονισμού. Γνωστοποιήσεις τέτοιου είδους πραγματοποιούνται κατά τα αρχικά στάδια, όταν ακόμα είναι δυνατόν να γίνουν τροποποιήσεις και να ληφθούν υπόψη τα σχόλια·

γ) 

παρέχουν, κατόπιν αιτήσεως, στα λοιπά μέλη αντίγραφα του προτεινόμενου κανονισμού και, όταν είναι δυνατόν, προσδιορίζουν τα τμήματα τα οποία στην ουσία παρεκκλίνουν από τα διεθνή πρότυπα, τις κατευθυντήριες γραμμές ή τις συστάσεις·

δ) 

χωρίς διακρίσεις, χορηγούν λογικό χρονικό διάστημα στα λοιπά μέλη προκειμένου αυτά να εκφράσουν γραπτώς τα σχόλιά τους, συζητούν τα εν λόγω σχόλια μετά από αίτηση και λαμβάνουν υπόψη τα σχόλια και τα αποτελέσματα των συζητήσεων.

6. Εντούτοις, σε περίπτωση που προκύπτουν ή ενδέχεται να προκύψουν επείγοντα προβλήματα προστασίας της υγείας για ένα μέλος, το εν λόγω μέλος δύναται να παραλείψει κάποια στάδια από αυτά που απαριθμούνται στην παράγραφο 5 του παρόντος παραρτήματος, όπως κρίνει αναγκαίο, υπό την προϋπόθεση ότι το μέλος:

α) 

ενημερώνει αμέσως τα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, για το συγκεκριμένο κανονισμό και τα προϊόντα που καλύπτονται, με συνοπτική αναφορά του σκοπού και της αιτιολόγησης του κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των λόγων χαρακτηρισμού των προβλημάτων ως επειγόντων·

β) 

παρέχει, μετά από αίτηση, αντίγραφα του κανονισμού στα λοιπά μέλη·

γ) 

επιτρέπει στα λοιπά μέλη να προβαίνουν σε σχόλια γραπτώς, συζητά τα εν λόγω σχόλια μετά από αίτηση και λαμβάνει υπόψη τα σχόλια και τα αποτελέσματα των συζητήσεων.

7. Οι γνωστοποιήσεις προς τη γραμματεία γίνονται στην αγγλική, γαλλική ή ισπανική γλώσσα.

8. Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη παρέχουν, εάν ζητηθεί από άλλο μέλος, αντίγραφα των εγγράφων ή, σε περίπτωση ογκώδους τεκμηρίωσης, σύνοψης των εγγράφων τα οποία αφορούν συγκεκριμένη γνωστοποίηση στην αγγλική, γαλλική ή ισπανική γλώσσα.

9. Η γραμματεία κοινοποιεί αμέσως αντίγραφα της γνωστοποίησης σε όλα τα μέλη και τους ενδιαφερόμενους διεθνείς οργανισμούς και εφιστά την προσοχή των αναπτυσσομένων χωρών μελών σε κάθε γνωστοποίηση σχετικά με προϊόντα τα οποία έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτές.

10. Τα μέλη ορίζουν μία και μόνη κεντρική κυβερνητική αρχή υπεύθυνη για την εφαρμογή, σε εθνικό επίπεδο, των διατάξεων που αφορούν τις διαδικασίες γνωστοποίησης σύμφωνα με τις παραγράφους 5, 6, 7 και 8 του παρόντος παραρτήματος.

Γενικές επιφυλάξεις

11. Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν ερμηνεύεται ως απαίτηση:

α) 

για την παροχή στοιχείων ή αντιγράφων των σχεδίων ή για τη δημοσίευση των κειμένων σε γλώσσα άλλη από τη γλώσσα του μέλους, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 8 του παρόντος παραρτήματος· ή

β) 

για αποκάλυψη από τα μέλη εμπιστευτικών πληροφοριών οι οποίες θα μπορούσαν να εμποδίσουν την επιβολή της νομοθεσίας υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας ή οι οποίες θα έθεταν σε κίνδυνο τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρήσεων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ, ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ( 20 )

1. Τα μέλη διασφαλίζουν, σε σχέση με κάθε διαδικασία ελέγχου και εξασφάλισης της τήρησης των μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, ότι:

α) 

οι διαδικασίες αυτές αναλαμβάνονται και ολοκληρώνονται χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις και κατά τον ίδιο τουλάχιστον ευνοϊκό τρόπο τόσο για τα εισαγόμενα προϊόντα όσο και για τα παρόμοια εγχώρια προϊόντα·

β) 

το σύνηθες διάστημα διεκπεραίωσης κάθε διαδικασίας δημοσιεύεται ή ότι το προβλεπόμενο διάστημα διεκπεραίωσης κοινοποιείται στον αιτούντα μετά από αίτησή του. Μόλις παραλάβει μια αίτηση, ο αρμόδιος φορέας εξετάζει αμέσως την πληρότητα των εγγράφων και ενημερώνει τον αιτούντα κατά ακριβή και πλήρη τρόπο για όλες τις ελλείψεις· ο αρμόδιος φορέας διαβιβάζει, το συντομότερο δυνατόν, τα αποτελέσματα της διαδικασίας, κατά ακριβή και πλήρη τρόπο, στον αιτούντα ούτως ώστε να γίνουν διορθωτικές ενέργειες, εάν είναι αναγκαίο· ακόμα και όταν η αίτηση παρουσιάζει ελλείψεις, ο αρμόδιος φορέας συνεχίζει τη διαδικασία, όσον αυτό είναι εφικτό, εάν το ζητήσει ο αιτών και ότι, μετά από αίτησή του, ο αιτών ενημερώνεται για τη φάση που βρίσκεται η διαδικασία και αιτιολογείται κάθε ενδεχόμενη καθυστέρηση·

γ) 

οι αιτήσεις για πληροφορίες περιορίζονται σε ό,τι είναι αναγκαίο για την καταλληλότητα των διαδικασιών ελέγχου, επιθεώρησης και έγκρισης, περιλαμβανομένης της έγκρισης της χρήσης προσθέτων ή του καθορισμού ανοχών για τις προσμείξεις σε τρόφιμα, ποτά ή ζωοτροφές·

δ) 

ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών σχετικά με εισαγόμενα προϊόντα, οι οποίες προκύπτουν από τον έλεγχο, την επιθεώρηση και την έγκριση, ή παρέχονται στο πλαίσιο αυτών, διασφαλίζεται το ίδιο τουλάχιστον ευνοϊκά όπως για τα εγχώρια προϊόντα και έτσι ώστε να προστατεύονται τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα·

ε) 

οι αιτήσεις για έλεγχο, επιθεώρηση και έγκριση μεμονωμένων δειγμάτων προϊόντος περιορίζονται σε ό,τι είναι εύλογο και αναγκαίο·

στ) 

κάθε εισφορά που επιβάλλεται για τις διαδικασίες επί των εισαγομένων προϊόντων είναι δίκαιη σε σχέση με αυτές που επιβάλλονται σε παρόμοια εγχώρια προϊόντα ή προϊόντα που κατάγονται από άλλο μέλος και όχι υψηλότερη από το πραγματικό κόστος της υπηρεσίας·

ζ) 

τα ίδια κριτήρια επιβάλλεται να χρησιμοποιούνται κατά τον καθορισμό της τοποθεσίας των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται στις διαδικασίες και κατά την επιλογή των δειγμάτων τόσο των εισαγομένων προϊόντων όσο και των εγχωρίων προϊόντων, ούτως ώστε να ελαχιστοποιούνται οι δυσχέρειες για τους αιτούντες, τους εισαγωγείς, τους εξαγωγείς ή τους αντιπροσώπους τους·

η) 

όταν οι προδιαγραφές ενός προϊόντος τροποποιούνται μετά τον έλεγχο και την επιθεώρησή του στο πλαίσιο των ισχυόντων κανονισμών, η διαδικασία για το τροποποιημένο προϊόν περιορίζεται σε ό,τι είναι αναγκαίο ώστε να καθορισθεί εάν υπάρχει επαρκής εξασφάλιση ότι το προϊόν εξακολουθεί να πληροί τους όρους των σχετικών κανονισμών και

θ) 

υπάρχει διαδικασία για την εξέταση των παραπόνων σχετικά με τη λειτουργία αυτών των διαδικασιών και για την ανάληψη διορθωτικών ενεργειών σε περίπτωση που κάποια καταγγελία είναι αιτιολογημένη.

Όταν εισάγον μέλος εφαρμόζει σύστημα για την έγκριση της χρήσης των προσθέτων στα τρόφιμα ή για τον καθορισμό ανοχών για τις προσμείξεις στα τρόφιμα, στα ποτά ή τις ζωοτροφές, το οποίο απαγορεύει ή περιορίζει την πρόσβαση προϊόντων στις εγχώριες αγορές εξαιτίας της έλλειψης έγκρισης, το εισάγον μέλος εξετάζει την περίπτωση να χρησιμοποιήσει διεθνές πρότυπο ως βάση για να επιτρέψει την πρόσβαση, έως ότου ληφθεί η τελική απόφαση.

2. Όταν ένα μέτρο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας προβλέπει έλεγχο στο επίπεδο της παραγωγής, το μέλος στου οποίου το έδαφος πραγματοποιείται ή παραγωγή παρέχει την αναγκαία βοήθεια για να διευκολυνθεί ο έλεγχος αυτός και οι εργασίες των αρχών ελέγχου.

3. Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει τα μέλη να διενεργήσουν εύλογη επιθεώρηση εντός των εδαφών τους.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΑ ΚΛΩΣΤΟΫΦΑΝΤΟΥΡΠΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΙΔΗ ΕΝΔΥΣΗΣ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

Υπενθυμίζοντας ότι οι υπουργοί συμφώνησαν στην Punta del Este ότι «οι διαπραγματεύσεις στον τομέα των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης έχουν στόχο να ορίσουν τις λεπτομέρειες που θα επέτρεπαν την ενδεχόμενη ενσωμάτωση του εν λόγω τομέα στην GΑΤΤ βάσει των ενισχυμένων κανόνων και υποχρεώσεων της GΑΤΤ, συνεισφέροντας κατά συνέπεια και στο στόχο της περαιτέρω απελευθέρωσης του εμπορίου»,

Υπενθυμίζοντας επίσης ότι, με την απόφαση του Απριλίου 1989 της Επιτροπής Εμπορικών Διαπραγματεύσεων, συνεφωνήθη ότι η διαδικασία ενσωμάτωσης ήταν ανάγκη να αρχίσει μετά την ολοκλήρωση των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης και ήταν σκόπιμο να έχει σταδιακό χαρακτήρα,

Υπενθυμίζοντας, εξάλλου, ότι συνεφωνήθη ότι οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη επιβαλλόταν να τύχουν ιδιαίτερης μεταχείρισης,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



Άρθρο 1

1.  
Η παρούσα συμφωνία ορίζει τις διατάξεις που θα ισχύσουν στα μέλη κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου για την ενσωμάτωση του τομέα των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης στην GΑΤΤ του 1994.
2.  
Τα μέλη συμφωνούν να χρησιμοποιήσουν τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 18 και του άρθρου 6 παράγραφος 6 στοιχείο β) κατά τρόπον ώστε να επιτρέψουν σημαντικές αυξήσεις των δυνατοτήτων πρόσβασης για τους μικρούς προμηθευτές και τη δημιουργία σημαντικών εμπορικών ευκαιριών για τους νεοεισερχόμενους στον τομέα του εμπορίου κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης ( 21 ).
3.  
Τα μέλη δίνουν τη δέουσα προσοχή στην κατάσταση των μελών τα οποία δεν έχουν αποδεχθεί τα πρωτόκολλα για την παράταση της ισχύος της συμφωνίας για το διεθνές εμπόριο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων (καλούμενης στην παρούσα συμφωνία «ΣΠΙ») του 1986 και, στο μέτρο του δυνατού, τους παρέχουν ειδική μεταχείριση κατ' εφαρμογή των διατάξεων την παρούσας συμφωνίας.
4.  
Τα μέλη συμφωνούν ότι, κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, θα πρέπει να εκφράζονται, μετά από διαβουλεύσεις, τα επιμέρους συμφέροντα των βαμβακοπαραγωγών των εξαγόντων μελών.
5.  
Προκειμένου να διευκολυνθεί η ενσωμάτωση του τομέα των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης στην GΑΤΤ του 1994, τα μέλη οφείλουν να δώσουν τις δυνατότητες για συνεχή και αυτοδύναμη βιομηχανική προσαρμογή και αυξημένο ανταγωνισμό στις αγορές τους.
6.  
Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν επηρεάζουν, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σ' αυτή, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών, δυνάμει των διατάξεων της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών.
7.  
Τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης για τα οποία ισχύει η παρούσα συμφωνία απαριθμούνται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

1.  
Όλοι οι ποσοτικοί περιορισμοί στο πλαίσιο διμερών συμφωνιών που διατηρούνται δυνάμει του άρθρου 4 ή γνωστοποιούνται δυνάμει του άρθρου 7 ή 8 της ΣΠΙ, εν ισχύι την ημέρα πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, γνωστοποιούνται με λεπτομέρειες, εντός 60 ημερών από την εν λόγω θέση σε ισχύ, περιλαμβανομένων των περιοριστικών επιπέδων, των συντελεστών αύξησης και των διατάξεων ευελιξίας, από τα μέλη που διατηρούν τέτοιου είδους περιορισμόνς, στο εποπτικό όργανο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 8 (καλούμενο στην παρούσα συμφωνία το «ΕΟΚΠ»). Τα μέλη συμφωνούν ότι, από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, όλοι οι περιορισμοί αυτού του είδους που διατηρούνται μεταξύ των συμβαλλομένων μερών της GΑΤΤ του 1947, και που έχουν τεθεί σε εφαρμογή την ημέρα πριν από την εν λόγω θέση σε ισχύ, διέπονται από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Το ΕΟΚΠ διαβιβάζει τις εν λόγω γνωστοποιήσεις σε όλα τα μέλη προς πληροφόρησή τους. Όλα τα μέλη δύνανται να θέσουν υπόψη του ΕΟΚΙΙ, εντός 60 ημερών από τη διαβίβαση των γνωστοποιήσεων, τις παρατηρήσεις που κρίνουν αρμόζουσες σχετικά με αυτές. Οι εν λόγω παραρηρήσεις διαβιβάζονται στα λοιπά μέλη για πληροφόρησή τους. Το ΕΟΚΙΙ δύναται να προβαίνει σε συστάσεις, κατά περίπτωση, στα ενδιαφερόμενα μέλη.
3.  
Σε περίπτωση που η δωδεκάμηνη περίοδος των περιορισμών που γνωστοποιούνται δυνάμει της παραγράφου 1 δεν συμπίπτει με τη δωδεκάμηνη περίοδο που προηγείται της ημερομηνίας θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα ενδιαφερόμενα μέλη οφείλουν να συμφωνήσουν αμοιβαίως σχετικά με τους διακανονισμούς που απαιτούνται για να ευθυγραμμισθεί η περίοδος των περιορισμών με το έτος εφαρμογής της συμφωνίας ( 22 ); και να θεσπίσουν τις εθνικές βάσεις αυτών των περιορισμών προκειμένου να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του παρόντος άρθρου. Τα ενδιαφερόμενα μέλη συμφωνούν να προβούν σε διαβουλεύσεις αμέσως μόλις τους ζητηθεί προκειμένου να καταλήξουν σε τέτοια αμοιβαία συμφωνία. Αυτού του είδους οι διακανονισμοί λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τις εποχιακές τάσεις των αποστολών εμπορευμάτων κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. Τα αποτελέσματα των εν λόγω διαβουλεύσεων γνωστοποιούνται στο ΕΟΚΙΙ, το οποίο προβαίνει σε συστάσεις, όποτε το κρίνει απαραίτητο, προς τα ενδιαφερόμενα μέλη.
4.  
Οι περιορισμοί που γνωστοποιούνται δυνάμει της παραγράφου 1 θεωρείται ότι αποτελούν το σύνολο τέτοιου είδους περιορισμών που εφαρμόζονται από τα αντίστοιχα μέλη την ημέρα πριν τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Δεν εισάγονται νέοι περιορισμοί σχετικά με προϊόντα ή μέλη, εκτός αν αυτοί επιβάλλονται κατ' εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας ή σχετικών διατάξεων της GΑΤΤ του 1994 ( 23 ). Οι περιορισμοί που δεν γνωστοποιούνται εντός 60 ημερών από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ λήγουν πάραυτα.
5.  
Όλα τα μονομερή μέτρα, που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 3 της ΣΠΙ πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, δύναται να παραμείνουν σε ισχύ για ορισμένη διάρκεια, που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες, εάν έχουν εξετασθεί από το Όργανο Επιτήρησης των Κλωστοϋφαντουργικών (καλούμενο στην παρούσα συμφωνία «ΟΕΚ») που θεσπίζεται δυνάμει της ΣΠΙ. Εάν το ΟΕΚ δεν είχε την ευκαιρία να εξετάσει τα εν λόγω μονομερή μέτρα, αυτά εξετάζονται από το ΕΟΚΠ σύμφωνα με τους κανόνες και διαδικασίες που διέπουν τα μέτρα του άρθρου 3 στο πλαίσιο της ΣΠΙ. Τα μέτρα που εφαρμόζονται στο πλαίσιο συμφωνίας βάσει του άρθρου 4 της ΣΠΙ πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και αποτελούν αντικείμενο διαφοράς, την οποία το ΟΕΚ δεν είχε την ευκαιρία να εξετάσει, εξετάζονται επίσης από το ΕΟΚΠ σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες της ΣΠΙ που ισχύουν για τέτοιου είδους εξέταση.
6.  
Την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, κάθε μέλος ενσωματώνει στην GΑΤΤ του 1994 τα προϊόντα τα οποία αντιπροσωπεύουν πάνω από το 16 % του συνολικού όγκου των εισαγωγών του μέλους κατά το 1990 των προϊόντων που αναφέρονται στο παράρτημα, σε σχέση με τις θέσεις ή κατηγορίες του ΕΣ. Τα προϊόντα που πρόκειται να ενσωματωθούν περιλαμβάνουν προϊόντα κάθε μιας από τις ακόλουθες τέσσερις ομάδες: ταινίες προπαρασκευής και νήματα, υφάσματα, έτοιμα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης·
7.  

Οι πλήρεις λεπτομέρειες σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν δυνάμει της παραγράφου 6 κοινοποιούνται από τα ενδιαφερόμενα μέλη σύμφωνα με τα ακόλουθα:

α) 

τα μέλη που διατηρούν περιορισμούς οι οποίοι εμπίπτουν στο πλαίσιο της παραγράφου 1 αναλαμβάνουν, κατά παρέκκλιση της ημερομηνίας της θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, να γνωστοποιήσουν τις λεπτομέρειες αυτές στη γραμματεία της GΑΤΤ το αργότερο την ημερομηνία που καθορίζεται με την υπουργική απόφαση της 15ης Απριλίου 1994. Η γραμματεία της GΑΤΤ διαβιβάζει αμέσως τις εν λόγω γνωστοποιήσεις στους λοιπούς συμμετέχοντες για πληροφόρησή τους. Οι εν λόγω γνωστοποιήσεις θα παραδοθούν στο ΕΟΚΠ, όταν αυτό συσταθεί, για τους σκοπούς της παραγράφου 21·

β) 

τα μέλη τα οποία, δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1, διατήρησαν το δικαίωμα της χρήσης των διατάξεων του άρθρου 6, κοινοποιούν τις εν λόγω λεπτομέρειες στο ΕΟΚΠ εντός 60 ημερών το αργότερο μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ή, στην περίπτωση των μελών που καλύπτονται από το άρθρο 1 παράγραφος 3, το αργότερο στο τέλος του δωδέκατου μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας. Το ΕΟΚΠ διαβιβάζει τις εν λόγω κοινοποιήσεις στα λοιπά μέλη για πληροφόρηση και τις εξετάζει όπως προβλέπεται στην παράγραφο 21.

8.  

Τα εναπομένοντα προϊόντα, ήτοι τα προϊόντα που δεν έχουν ενσωματωθεί στην GΑΤΤ του 1994 δυνάμει της παραγράφου 6, ενσωματώνονται, σε σχέση με τις θέσεις ή κατηγορίες του εναρμονισμένου συστήματος, σε τρία στάδια, ως ακολούθως:

α) 

την πρώτη ημέρα του 37ου μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα προϊόντα τα οποία αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 17 τοις εκατό του συνολικού όγκου των εισαγωγών του μέλους το 1990 για τα προϊόντα του παραρτήματος. Τα προϊόντα που ενσωματώνονται από τα μέλη περιλαμβάνουν προϊόντα κάθε μιας από τις ακόλουθες τέσσερις κατηγορίες: ταινίες προπαρασκευής και νήματα, υφάσματα, έτοιμα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης·

β) 

την πρώτη ημέρα του 85ου μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα προϊόντα τα οποία αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 18 τοις εκατό του συνολικού όγκου των εισαγωγών του μέλους το 1990 για τα προϊόντα του παραρτήματος. Τα προϊόντα που ενσωματώνονται από τα μέλη περιλαμβάνουν προϊόντα κάθε μιας από τις ακόλουθες τέσσερις κατηγορίες: ταινίες προπαρασκευής και νήματα, υφάσματα, έτοιμα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης·

γ) 

την πρώτη ημέρα του 121ου μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ο τομέας των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης παραμένει ενσωματωμένος στην GΑΤΤ του 1994, αφού έχουν καταργηθεί όλοι οι περιορισμοί δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

9.  
Τα μέλη τα οποία έχουν γνωστοποιήσει, δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1, την πρόθεσή τους να μη διατηρήσουν το δικαίωμα της χρήσης των διατάξεων του άρθρου 6, κρίνεται, για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ότι έχουν ενσωματώσει τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης στην GΑΤΤ του 1994. Αυτά τα μέλη, κατά συνέπεια, εξαιρούνται από την τήρηση των διατάξεων των παραγράφων 6 έως 8 και 11.
10.  
Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει τα μέλη, τα οποία έχουν υποβάλει πρόγραμμα ενσωμάτωσης δυνάμει της παραγράφου 6 ή 8, να ενσωματώσουν προϊόντα στην GΑΤΤ του 1994 νωρίτερα απ' ό,τι προβλέπεται στο εν λόγω πρόγραμμα. Εντούτοις, μια τέτοια ενσωμάτωση προϊόντων αρχίζει να ισχύει στην αρχή του έτους εφαρμογής της συμφωνίας, και οι λεπτομέρειες γνωστοποιούνται στο ΕΟΚΠ τουλάχιστον τρεις μήνες νωρίτερα, για διαβίβαση προς όλα τα μέλη.
11.  
Τα αντίστοιχα προγράμματα ενσωμάτωσης, δυνάμει της παράγραφου 8, γνωστοποιούνται με λεπτομέρειες στο ΕΟΚΠ τουλάχιστον 12 μήνες πριν τη θέση τους σε ισχύ, και διαβιβάζονται από το ΕΟΚΠ σε όλα τα μέλη.
12.  
Τα επίπεδα βάσης των περιορισμών των εναπομενόντων προϊόντων, που αναφέρονται στην παράγραφο 8, αποτελούν τα επίπεδα περιορισμού που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
13.  
Κατά τη διάρκεια του σταδίου 1 της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας (από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ έως και τον 36ο μήνα μετά τη θέση της σε ισχύ) το επίπεδο κάθε περιορισμού δυνάμει των διμερών συμφωνιών της ΣΠΙ που βρίσκονταν σε ισχύ κατά τη 12μηνη περίοδο πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ αυξάνεται ετησίως κατά ποσοστό τουλάχιστον ίσο του συντελεστή αύξησης που έχει καθορισθεί για τους αντίστοιχους περιορισμούς, επαυξημένου κατά 16 %.
14.  

Εκτός από τις περιπτώσεις όπου το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών ή το όργανο επίλυσης διαφορών αποφασίζει διαφορετικά δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 12, το επίπεδο κάθε εναπομένοντος περιορισμού αυξάνεται ετησίως κατά τη διάρκεια των μεταγενεστέρων σταδίων της παρούσας συμφωνίας κατά ποσοστό τουλάχιστον ίσο των ακολούθων:

α) 

όσον αφορά το στάδιο 2 (από τον 37ο έως και τον 84ο μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ), του συντελεστή αύξησης για τους αντίστοιχους περιορισμούς κατά τη διάρκεια του σταδίου 1, επαυξημένου κατά 25 τοις εκατό·

β) 

όσον αφορά το στάδιο 3 (από τον 85ο έως και τον 120ό μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ), του συντελεστή αύξησης για τους αντίστοιχους περιορισμούς κατά τη διάρκεια του σταδίου 2, επαυξημένου κατά 27 τοις εκατό.

15.  
Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει τα μέλη να καταργήσουν περιορισμούς που διατηρούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου, με ισχύ από τις αρχές κάθε έτους εγαρμογής της συμφωνίας κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, υπό την προϋπόθεση ότι το ενδιαφερόμενο εξάγον μέλος και το ΕΟΚΠ ενημερώνονται τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την έναρξη ισχύος της κατάργησης. Η προθεσμία για προηγούμενη γνωστοποίηση δύναται να μειωθεί στις 30 ημέρες, με τη συγκατάθεση του μέλους το οποίο αφορά ο περιορισμός. Το ΕΟΚΠ διαβιβάζει αυτές τις γνωστοποιήσεις σε όλα τα μέλη. Κατά την εξέταση της κατάργησης περιορισμών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, τα ενδιαφερόμενα μέλη λαμβάνουν υπόψη τη μεταχείριση παρομοίων εξαγωγών άλλων μελών.
16.  
Οι διατάξεις ευελιξίας, ήτοι μεταβίβαση, μεταφορά και πρότερη χρήση, που ισχύουν για όλους τους περιορισμούς που διατηρούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου, είναι οι ίδιες με αυτές που προβλέπονται στις διμερείς συμφωνίες της ΣΠΙ για τη 12μηνη περίοδο πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Δεν τίθενται ούτε διατηρούνται ποσοτικά όρια σχετικά με τη συνδυασμένη χρήση της μεταβίβασης, μεταφοράς και πρότερης χρήσης·
17.  
Οι διοικητικές ρυθμίσεις που κρίνονται απαραίτητες σε σχέση με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου αποτελούν αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών. Οι ρυθμίσεις αυτές γνωστοποιούνται στο ΕΟΚΠ.
18.  
Όσον αφορά τα μέλη των οποίων οι εξαγωγές υπόκεινται σε περιορισμούς την ημέρα πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και των οποίων οι περιορισμοί αντιπροσωπεύουν έως και 1,2 τοις εκατό του συνολικού όγκου των περιορισμών, που ισχύουν σε εισάγον μέλος κατά την 31η Δεκεμβρίου 1991 και που έχουν κοινοποιηθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου, παρέχονται σημαντικές βελτιώσεις στην πρόσβαση των εξαγωγών τους, κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και κατά τη διάρκεια ισχύος της παρούσας συμφωνίας, μέσω της προώθησης κατά ένα στάδιο των συντελεστών αύξησης που ορίζονται στις παραγράφους 13 και 14, ή μέσω τουλάχιστον ισοδυνάμων μεταβολών όπως συμφωνούνται αμοιβαίως, σε σχέση με διαφορετικό συνδυασμό των επιπέδων βάσης, των συντελεστών αύξησης και των διατάξεων ευελιξίας. Οι βελτιώσεις αυτές κοινοποιούνται στο ΕΟΚΠ.
19.  
Κατά τη διάρκεια ισχύος της παρούσας συμφωνίας, σε κάθε περίπτωση που εισάγεται μέτρο διασφάλισης από μέλος δυνάμει του άρθρου XIX της GΑΤΤ του 1994 σε σχέση με συγκεκριμένο προϊόν κατά τη διάρκεια περιόδου ενός έτους αμέσως μετά την ενσωμάτωση του εν λόγω προϊόντος στην GΑΤΤ του 1994 σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου XIX, όπως ερμηνεύονται από τη συμφωνία για τις ρήτρες διασφάλισης, εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 20.
20.  
Σε περίπτωση που το εν λόγω μέτρο εφαρμόζεται με τη χρήση μη δασμολογικών μέσων, το ενδιαφερόμενο εισάγον μέλος εφαρμόζει το μέτρο με τον τρόπο που καθορίζεται στο άρθρο XIII παράγραφος 2 στοιχείο δ) της GΑΤΤ του 1994 μετά από αίτηση οποιουδήποτε εξάγοντος μέλους, του οποίου οι εξαγωγές των προϊόντων αυτών υπέκειντο σε περιορισμούς δυνάμει της παρούσας συμφωνίας οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια του αμέσως προηγουμένου έτους πριν από την εισαγωγή του μέτρου διασφάλισης. Το ενδιαφερόμενο εξάγον μέλος εφαρμόζει το μέτρο αυτό. Το εφαρμοζόμενο επίπεδο δεν μειώνει τις σχετικές εξαγωγές κάτω από το επίπεδο προσφάτου αντιπροσωπευτικής περιόδου, που συνήθως είναι ο μέσος όρος των εξαγωγών του ενδιαφερομένου μέλους κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών αντιπροσωπευτικών ετών για τα οποία διατίθενται στατιστικά στοιχεία. Επιπλέον, όταν το μέτρο διασφάλισης εφαρμόζεται για περισσότερα του ενός έτη, το εφαρμοζόμενο επίπεδο ελευθερώνεται σταδιακά σε τακτικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το εξάγον ενδιαφερόμενο μέλος δεν ασκεί το δικαίωμα της αναστολής ουσιαστικά ισοδυνάμων παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων δυνάμει του άρθρου XIX παράγραφος 3 στοιχείο α) της GΑΤΤ του 1994.
21.  
Το ΕΟΚΠ ελέγχει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους, εξετάζει κάθε συγκεκριμένο θέμα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Προβαίνει στη διατύπωση κατάλληλων συστάσεων ή πορισμάτων εντός 30 ημερών προς τα ενδιαφερόμενα μέλη, αφού καλέσει τα μέλη αυτά να συμμετάσχουν στις εργασίες του.

Άρθρο 3

1.  
Εντός 60 ημερών μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα μέλη που διατηρούν περιορισμούς ( 24 ) για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης (διαφορετικούς από αυτούς που διατηρούνται δυνάμει της ΣΠΙ και καλύπτονται από τις διατάξεις του άρθρου 2), είτε αυτοί είναι συμβατοί με την GΑΤΤ του 1994 είτε όχι: α) τους γνωστοποιούν με λεπτομέρειες στο ΕΟΚΠ ή β) διαβιβάζουν στο ΕΟΚΠ τις σχετικές με αυτούς γνωστοποιήσεις, οι οποίες έχουν υποβληθεί σε άλλο όργανο του ΠΟΕ. Οι γνωστοποιήσεις είναι σκόπιμο, όταν είναι δυνατόν, να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με κάθε αιτιολόγηση των περιορισμών της GΑΤΤ του 1994, περιλαμβανομένων των διατάξεων της GΑΤΤ του 1994 στις οποίες βασίζονται οι εν λόγω περιορισμοί.
2.  

Τα μέλη που διατηρούν περιορισμούς που εμπίπτουν στο πλαίσιο της παραγράφου 1, άλλους από αυτούς οι οποίοι αιτιολογούνται δυνάμει διατάξεως της GΑΤΤ του 1994:

α) 

είτε τους προσαρμόζουν στην GΑΤΤ του 1994 εντός ενός έτους μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και γνωστοποιούν την εν λόγω ενέργεια στο ΕΟΚΠ για πληροφόρησή του·

β) 

είτε τους καταργούν σταδιακά σύμφωνα με πρόγραμμα που υποβάλλεται στο ΕΟΚΠ από το μέλος που διατηρεί τους περιορισμούς το αργότερο εντός έξι μηνών μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Το εν λόγω πρόγραμμα προβλέπει τη σταδιακή κατάργηση όλων των περιορισμών εντός περιόδου η οποία δεν υπερβαίνει τη διάρκεια της παρούσας συμφωνίας. Το ΕΟΚΠ δύναται να προβεί σέ συστάσεις προς το ενδιαφερόμενο μέλος σχετικά με αυτό το πρόγραμμα.

3.  
Κατά τη διάρκεια ισχύος της παρούσας συμφωνίας, τα μέλη παρέχουν στο ΕΟΚΠ, για πληροφόρησή του, τις κοινοποιήσεις που έχουν υποβληθεί στα άλλα όργανα του ΠΟΕ σχετικά με κάθε νέο περιορισμό ή μεταβολή των υφιστάμενων περιορισμών για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης, που έχουν ληφθεί δυνάμει οποιασδήποτε διάταξης της GΑΤΤ του 1994, εντός 60 ημερών από την έναρξη ισχύος τους.
4.  
Τα μέλη είναι ελεύθερα να προβαίνουν σε αντικοινοποιήσεις προς το ΕΟΚΠ, για πληροφόρησή του, σχετικά με την αιτιολόγηση περιορισμού όσον αφορά την GΑΤΤ του 1994 ή σχετικά με οιουσδήποτε περιορισμούς, οι οποίοι μπορεί να μην έχουν γνωστοποιηθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Όλα τα μέλη δύνανται να προβαίνουν σε ενέργειες σχετικά με αυτές τις γνωστοποιήσεις δυνάμει των σχετικών διατάξεων ή διαδικασιών της GΑΤΤ του 1994 στο πλαίσιο του κατάλληλου οργάνου του ΠΟΕ.
5.  
Το ΕΟΚΠ διαβιβάζει τις γνωστοποιήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου σε όλα τα μέλη για πληροφόρησή τους.

Άρθρο 4

1.  
Οι περιορισμοί που αναφέρονται στο άρθρο 2, και αυτοί που ισχύουν δυνάμει του άρθρου 6, εφαρμόζονται από τα εξάγοντα μέλη. Τα εισάγοντα μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να αποδεχθούν αποστολές εμπορευμάτων που υπερβαίνουν τους περιορισμούς που έχουν γνωστοποιηθεί δυνάμει του άρθρου 2 ή τους περιορισμούς που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 6.
2.  
Τα μέλη συμφωνούν ότι η εισαγωγή μεταβολών, όπως μεταβολές των πρακτικών, των κανόνων, των διαδικασιών και της ταξινόμησης των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης, περιλαμβανομένων των μεταβολών σχετικά με το εναρμονισμένο σύστημα, κατά την εφαρμογή ή τη διαχείριση των εν λόγω περιορισμών που έχουν κοινοποιηθεί ή εφαρμόζονται δυνάμει της παρούσας συμφωνίας δεν είναι σκόπιμο: να διαταράσσει την ισορροπία των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας· να επηρεάζει αρνητικά την πρόσβαση που διαθέτει κάποιο μέλος· να εμποδίζει την πλήρη χρησιμοποίηση της εν λόγω πρόσβασης· ή να διακόπτει τις συναλλαγές δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.
3.  
Εάν ένα προϊόν, το οποίο αποτελεί ένα μόνον τμήμα ενός περιορισμού, κοινοποιηθεί προκειμένου να ενσωματωθεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 2, τα μέλη συμφωνούν ότι κάθε μεταβολή του επιπέδου του εν λόγω περιορισμού δεν διαταράσσει την ισορροπία των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.
4.  
Εντούτοις, όταν οι μεταβολές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 είναι απαραίτητες, τα μέλη συμφωνούν ότι το μέλος που εισάγει τέτοιου είδους μεταβολές οφείλει να πληροφορεί και, όταν είναι δυνατόν, να προβαίνει σε διαβουλεύσεις με τα θιγόμενα μέλη, πριν από την εφαρμογή των εν λόγω μεταβολών, προκειμένου να εξευρεθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση σχετικά με την κατάλληλη και δίκαιη προσαρμογή. Τα μέλη συμφωνούν περαιτέρω ότι, όπου οι διαβουλεύσεις πριν από την εφαρμογή δεν είναι εφικτές, το μέλος που εισάγει τέτοιου είδους μεταβολές προβαίνει, μετά από αίτηση του επηρεαζόμενου μέλους, σε διαβουλεύσεις, ει δυνατόν εντός 60 ημερών, με τα ενδιαφερόμενα μέλη προκειμένου να εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση σχετικά με τις κατάλληλες και δίκαιες προσαρμογές. Εάν δεν εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση, τα ενδιαφερόμενα μέλη δύνανται να παραπέμψουν το θέμα στο ΕΟΚΠ για συστάσεις, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8. Εάν το ΕΟΚΠ δεν έχει την ευκαιρία να εξετάσει κάποια διαφορά σχετικά με τις εν λόγω μεταβολές που έχουν εισαχθεί πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, η εν λόγω διαφορά εξετάζεται από το ΕΟΚΠ σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες της ΣΠΙ που ισχύουν για εξέταση αυτού του είδους.

Άρθρο 5

1.  
Τα μέλη συμφωνούν ότι η καταστρατήγηση των διατάξεων μέσω μεταφόρτωσης, αλλαγής δρομολογίου, ψευούς δήλωσης σχετικά με τη χώρα ή τον τόπο καταγωγής, και παραποίησης επισήμων εγγράφων, εμποδίζει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας για την ενσωμάτωση των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης στην GΑΤΤ του 1994. Κατά συνέπεια, τα μέλη οφείλουν να θεσπίσουν τις αναγκαίες νομοθετικές διατάξεις ή/και τις διοικητικές διαδικασίες για να εξετάσουν τις εν λόγω καταστρατηγήσεις και να λάβουν μέτρα κατά αυτών. Τα μέλη συμφωνούν περαιτέρω ότι, ενώ εξακολουθούν να εφαρμόζουν τους εθνικούς τους νόμους και διαδικασίες, θα συνεργασθούν πλήρως για να εξετάσουν τα προβλήματα που προκύπτουν από την καταστρατήγηση των διατάξεων.
2.  
Σε περίπτωση που κάποιο μέλος φρονεί ότι η παρούσα συμφωνία έχει καταστρατηγηθεί μέσω μεταφόρτωσης, αλλαγής δρομολογίου, ψευδούς δήλωσης σχετικά με τη χώρα ή τον τόπο καταγωγής, ή παραποίησης επισήμων εγγράφων, και ότι δεν έχει εφαρμοσθεί κανένα μέτρο ή έχουν εφαρμοσθεί ακατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπισθεί η καταστρατήγηση τέτοιου είδους, ή/και να γίνουν ενέργειες κατά αυτής, το εν λόγω μέλος οφείλει να προβαίνει σε διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέλη προκειμένου να εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση. Οι διαβουλεύσεις αυτού του είδους επιβάλλεται να διενεργούνται άμεσα, και, ει δυνατόν, εντός 30 ημερών. Εάν δεν εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση, το θέμα μπορεί να παραπεμφθεί από οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέλος στο ΕΟΚΠ για συστάσεις.
3.  
Τα μέλη συμφωνούν να προβαίνουν στις απαραίτητες ενέργειες που είναι συνεπείς με την εγχώρια νομοθεσία τους και διαδικασίες, για την πρόληψη, τη διερεύνηση και, κατά περίπτωση, τη λήψη νομικών ή/και διοικητικών μέτρων κατά των πρακτικών καταστρατήγησης εντός του εδάφους τους. Τα μέλη συμφωνούν να συνεργάζονται πλήρως, ενώ παραμένουν συνεπή με την εγχώρια νομοθεσία και διαδικασίες, στις περιπτώσεις καταστρατήγησης ή υποτιθέμενης καταστρατήγησης της παρούσας συμφωνίας, για την απόδειξη των σχετικών γεγονότων στους τόπους εισαγωγής, εξαγωγής και, κατά περίπτωση, μεταφόρτωσης. Συμφωνείται ότι η εν λόγω συνεργασία, που είναι συνεπής με τους εγχώριους νόμους και διαδικασίες, θα περιλαμβάνει: διερεύνηση των πρακτικών καταστρατήγησης που αυξάνουν τις εξαγωγές που υπόκεινται σε περιορισμούς προς το μέλος που διατηρεί τέτοιου είδους περιορισμούς· ανταλλαγή εγγράφων, αλληλογραφίας, εκθέσεων και άλλων σχετικών πληροφοριών στο βαθμό του δυνατού και διευκόλυνση των επισκέψεων στις εγκαταστάσεις, και των επαφών, μετά από αίτηση και κατά περίπτωση. Τα μέλη οφείλουν να προσπαθούν για τη διευκρίνιση των περιστάσεων κάθε τέτοιας περίπτωσης καταστρατήγησης ή υποτιθέμενης καταστρατήγησης, περιλαμβανομένων των αντιστοίχων ρόλων των εξαγωγέων ή των εισαγωγέων που εμπλέκονται.
4.  
Σε περίπτωση που, ως αποτέλεσμα διερεύνησης, υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ότι υπήρξε καταστρατήγηση (π.χ. όπου υπάρχουν αποδείξεις σχετικά με τη χώρα ή τον τόπο της πραγματικής καταγωγής και τις περιστάσεις της εν λόγω καταστρατήγησης), τα μέλη συμφωνούν ότι πρέπει να αναλαμβάνεται η κατάλληλη δράση, στο βαθμό που είναι αναγκαίος, ώστε να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα. Τέτοιου είδους δράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν την άρνηση εισόδου εμπορευμάτων ή, σε περίπτωση που τα εμπορεύματα έχουν ήδη εισέλθει, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των πραγματικών περιστάσεων και της εμπλοκής της χώρας ή του τόπου της πραγματικής καταγωγής, την προσαρμογή των επιβαρύνσεων στα επίπεδα περιορισμών, ώστε να αντικατοπτρίζουν τη χώρα ή τον τόπο της πραγματικής καταγωγής. Επίσης, στις περιπτώσεις που υπάρχουν αποδείξεις της εμπλοκής των εδαφών των μελών, μέσω των οποίων τα εμπορεύματα μεταφορτώθηκαν, τέτοιου είδους δράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν την εισαγωγή περιορισμών σε σχέση με τα εν λογω μέλη. Οι εν λόγω δράσεις, μαζί με το χρονοδιάγραμμα και το πεδίο εφαρμογής τους, μπορούν να αναληφθούν μετά από διαβουλεύσεις που διενεργούνται με σκοπό την εξεύρεση αμοιβαίως ικανοποιητικής λύσης μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών και γνωστοποιούνται στο ΕΟΚΠ πλήρως αιτιολογημένες. Τα ενδιαφερόμενα μέλη μπορούν να συμφωνούν μετά από διαβουλεύσεις σχετικά με άλλους τρόπους αντιμετώπισης. Οι εν λόγω συμφωνίες γνωστοποιούνται και αυτές στο ΕΟΚΠ, και το ΕΟΚΠ μπορεί να προβαίνει σε συστάσεις, προς τα ενδιαφερόμενα μέλη, όπως κρίνει δέον. Εάν δεν εξευρεθεί αμοιβαίως ικανοποιητική λύση, κάθε ενδιαφερόμενο μέλος μπορεί να παραπέμψει το θέμα στο ΕΟΚΠ για άμεση εξέταση και συστάσεις.
5.  
Τα μέλη σημειώνουν ότι ορισμένες περιπτώσεις καταστρατήγησης μπορεί να αφορούν αποστολές υπό διαμετακόμιση μέσω χωρών ή τόπων χωρίς τα εμπορεύματα που περιλαμβάνονται σε τέτοιες αποστολές να υφίστανται μεταβολές ή αλλοιώσεις στους τόπους διαμετακόμισης. Τα μέλη σημειώνουν ότι μπορεί να μην είναι, εν γένει, εφικτό για τους τόπους αυτούς διαμετακόμισης να διενεργούν ελέγχους σε τέτοιου είδους αποστολές.
6.  
Τα μέλη συμφωνούν ότι οι ψευδείς δηλώσεις σχετικά με την περιεκτικότητα σε ίνες, τις ποσότητες, την περιγραφή ή την κατάταξη των εμπορευμάτων εμποδίζουν επίσης την επίτευξη του στόχου της παρούσας συμφωνίας. Σε περιπτώσεις που υπάρχουν αποδείξεις ότι έχει γίνει ψευδής δήλωση με σκοπό την καταστρατήγηση, τα μέλη συμφωνούν ότι είναι ανάγκη να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα, συνεπή με την εγχώρια νομοθεσία και τις διαδικασίες, κατά των εξαγωγέων ή εισαγωγέων που εμπλέκονται. Εάν κάποιο μέλος φρονεί ότι η παρούσα συμφωνία έχει καταστρατηγηθεί με τέτοιου είδους ψευδή δήλωση και ότι δεν έχει εφαρμοστεί κανένα μέτρο ή έχουν εφαρμοσθεί ακατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπιστεί η εν λόγω καταστρατήγηση ή/και να αναληφθεί δράση κατά αυτής, το εν λόγω μέλος θα πρέπει να προβαίνει αμέσως σε διαβουλεύσεις με το ενδιαφερόμενο μέλος προκειμένουν να εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση. Εάν τέτοιου είδους λύση δεν εξευρεθεί, το θέμα μπορεί να παραπεμφθεί από οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέλος στο ΕΟΚΠ για συστάσεις. Η παρούσα διάταξη δεν έχει σκοπό να εμποδίσει τα μέλη να προβαίνουν σε τεχνικές προσαρμογές σε περίπτωση που έχουν γίνει ακούσια σφάλματα στις δηλώσεις.

Άρθρο 6

1.  
Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου μπορεί να αποδειχθεί αναγκαίο να εφαρμοσθεί ειδικός μεταβατικός μηχανισμός διασφάλισης (καλούμενος στην παρούσα συμφωνία «μεταβατική διασφάλιση»). Η μεταβατική διασφάλιση μπορεί να εφαρμοσθεί από κάθε μέλος για προϊόντα που καλύπτονται από το παράρτημα) εκτός από αυτά που έχουν ενσωματωθεί στην GΑΤΤ του 1994 δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 2. Τα μέλη τα οποία δεν διατηρούν περιορισμούς που εμπίπτουν στο πλαίσιο του άρθρου 2 ενημερώνουν το ΕΟΚΠ εντός 60 ημερών μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, για το εάν επιθυμούν να διατηρήσουν το δικαίωμα της χρήσης των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Τα μέλη που δεν έχουν αποδεχθεί τα πρωτόκολλα παράτασης της ΣΠΙ μετά το 1986, προβαίνουν σε τέτοιου είδους γνωστοποίηση εντός 6 μηνών μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Η μεταβατική διασφάλιση είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται με τη μεγαλύτερη δυνατή φειδώ, και σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και την αποτελεσματική εφαρμογή διαδικασίας ενσωμάτωσης δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Είναι δυνατόν να αναληφθούν δράσεις διασφάλισης δυνάμει του παρόντος άρθρου σε περίπτωση που, βάσει απόφασης ενός μέλους ( 25 ), αποδεικνύεται ότι συγκεκριμένο προϊόν εισάγεται στο έδαφός του, σε ποσότητες τέτοιου μεγέθους ώστε να δημιουργεί σοβαρές ζημίες ή πραγματική απειλή για σοβαρές ζημίες στην εγχώρια βιομηχανία, η οποία παράγει παρόμοια ή/και άμεσα ανταγωνιστικά προϊόντα. Οι σοβαρές ζημίες ή η πραγματική απειλή για σοβαρές ζημίες απαιτείται να προκαλείται αποδεδειγμένα από τις εν λόγω αυξημένες ποσότητες του συνόλου των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος και όχι από άλλους παράγοντες, όπως οι τεχνολογικές αλλαγές ή αλλαγές στις προτιμήσεις των καταναλωτών.
3.  
Κατά τον προσδιορισμό σοβαρών ζημιών ή πραγματικής απειλής για σοβαρές ζημίες όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, το μέλος εξετάζει τις επιπτώσεις των εν λόγω εισαγωγών στην κατάσταση της συγκεκριμένης βιομηχανίας, όπως αυτές αντικατοπτρίζονται στις μεταβολές σχετικών οικονομικών μεταβλητών όπως η παραγωγή, η παραγωγικότητα, η χρήση της παραγωγικής, ικανότητας, τα αποθέματα, το μερίδιο της αγοράς, οι εξαγωγές, οι μισθοί, η απασχόληση, οι εγχώριες τιμές, τα κέρδη και οι επενδύσεις· κανένα από τα προηγούμενα, είτε μόνο του είτε σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, δεν έχει απαραιτήτως αποφασιστικό χαρακτήρα.
4.  
Κάθε μέτρο του οποίου γίνεται επίκληση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται για κάθε μέλος χωριστά. Το μέλος ή τα μέλη στα οποία αποδίδονται οι σοβαρές ζημίες ή η πραγματική απειλή για σοβαρές ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 προσδιορίζονται βάσει μεγάλης και ουσιαστικής αύξησης των εισαγωγών, τρέχουσας ή επικείμενης ( 26 ), από το εν λόγω μέλος ή μέλη, υπολογιζόμενης ξεχωριστά, και βάσει του επιπέδου των εισαγωγών σε σύγκριση με εισαγωγές από άλλες πηγές, του μεριδίου της αγοράς και των τιμών εισαγωγής και των εγχωρίων τιμών σε συγκρίσιμο στάδιο εμπορικών συναλλαγών κανείς από τους ανωτέρω παράγοντες, είτε μόνος του είτε σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, δεν έχει απαραιτήτως αποφασιστικό χαρακτήρα. Τέτοιου είδους μέτρα διασφάλισης δεν εφαρμόζονται στις εξαγωγές κανενός μέλους του οποίου οι εξαγωγές του συγκεκριμένου προϊόντος υπόκεινται ήδη σε περιορισμό δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.
5.  
Η περίοδος ισχύος του προσδιορισμού σοβαρών ζημιών ή πραγματικής απειλής για σοβαρές ζημίες με σκοπό την επίκληση μέτρων διασφάλισης δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες από την ημερομηνία της αρχικής γνωστοποίησης όπως ορίζεται στην παράγραφο 7.
6.  

Κατά την εφαρμογή της μεταβατικής διασφάλισης, λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη τα συμφέροντα των εξαγόντων μελών όπως καθορίζεται κατωτέρω:

α) 

οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη τυγχάνουν σημαντικά ευνοϊκότερης μεταχείρισης από αυτήν που παρέχεται σε άλλες ομάδες μελών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, κατά προτίμηση για όλα τα στοιχεία της, οπωσδήποτε όμως τουλάχιστον σε γενικές γραμμές·

β) 

τα μέλη των οποίων ο συνολικός όγκος των εξαγωγών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης είναι χαμηλός σε σύγκριση με το συνολικό όγκο εξαγωγών άλλων μελών και αντιπροσωπεύει ένα μικρό ποσοστό του συνόλου των εισαγωγών του εν λόγω προϊόντος στο εισάγον μέλος τυγχάνουν διαφοροποιημένης και ευνοϊκότερης μεταχείρισης κατά τον καθορισμό των οικονομικών όρων που προβλέπονται στις παραγράφους 8, 13 και 14. Όσον αφορά τους εν λόγω προμηθευτές, θα ληφθούν δεόντως υπόψη, δυνάμει του άρθρου 1 οι παράγραφοι 2 και 3, οι μελλοντικές δυνατότητες ανάπτυξης του εμπορίου τους και η ανάγκη να επιτραπεί η εισαγωγή εμπορικών ποσοτήτων από αυτά·

γ) 

όσον αφορά τα μάλλινα προϊόντα που προέρχονται από αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που παράγουν μαλλί και των οποίων η οικονομία και το εμπόριο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης εξαρτώνται από τον τομέα του μαλλιού, των οποίων το σύνολο των εξαγωγών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από μάλλινα προϊόντα, και των οποίων ο όγκος του εμπορίου κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης είναι συγκριτικά χαμηλός στις αγορές των εισαγόντων μελών, δίδεται ιδιαίτερη σημασία στις εξαγωγικές ανάγκες των εν λόγω μελών κατά την εξέταση των επιπέδων των ποσοστώσεων, των συντελεστών αύξησης και των ορίων ευελιξίας·

δ) 

τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης οι επανεισαωγγές, ενός μέλους, κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης τα οποία το εν λόγω μέλος έχει εξαγάγει σε άλλο μέλος για μεταποίηση και επακόλουθη επανεισαγωγή, όπως καθορίζεται από τους νόμους και τις πρακτικές του εισάγοντος μέλους, και υπό την προϋπόθεση διενέργειας ικανοποιητικού ελέγχου και τήρησης διαδικασιών πιστοποίησης, όταν τα εν λόγω προϊόντα εισάγονται από μέλος για το οποίο αυτό το είδος συναλλαγών αντιπροσωπεύει σημαντικό μέρος του συνόλου των εξαγωγών του σε κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης.

7.  
Το μέλος που προτείνει τη λήψη μέτρων διασφάλισης επιδιώκει διαβουλεύσεις με το μέλος ή τα μέλη τα οποία θα επηρεασθούν ενδεχομένως από τέτοιου είδους μέτρα. Η αίτηση για διαβουλεύσεις συνοδεύεται από συγκεκριμένες και σχετικές με τα γεγονότα πληροφορίες, όσον το δυνατόν πιο ενημερωμένες, ιδίως όσον αφορά τα ακόλουθα: α) τους παράγοντες, που αναφέρονται στην παράγραφο 3, βάσει των οποίων το μέλος που επικαλείται τα μέτρα προσδιόρισε την ύπαρξη σοβαρών ζημιών ή πραγματικής απειλής για σοβαρές ζημίες και β) τους παράγοντες, που αναφέρονται στην παράγραφο 4, βάσει των οποίων προτείνει την προσφυγή σε μέτρα διασφάλισης σχετικά με το ενδιαφερόμενο ή τα ενδιαφερόμενα μέλη. Όσον αφορά τις αιτήσεις που γίνονται δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οι πληροφορίες αφορούν, όσο το δυνατόν σαφέστερα, προσδιορίσιμα τμήματα της παραγωγής και την περίοδο αναφοράς που σημειώνεται στην παράγραφο 8. Το μέλος το οποίο προσφεύγει στα μέτρα σημειώνει επίσης το συγκεκριμένο επίπεδο στο οποίο προτείνει να περιορισθούν οι εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος από το ενδιαφερόμενο ή τα ενδιαφερόμενα μέλη. Το επίπεδο αυτό δεν είναι κατώτερο του επιπέδου που σημειώνεται στην παράγραφο 8. Το μέλος το οποίο επιδιώκει διαβουλεύσεις κοινοποιεί ταυτόχρονα στον πρόεδρο του ΕΟΚΠ την αίτηση για διαβουλεύσεις, περιλαμβανομένων όλων των σχετικών με τα γεγονότα στοιχείων που περιγράφονται στις παραγράφους 3 και 4, μαζί με το προτεινόμενο επίπεδο περιορισμού. Ο πρόεδρος ενημερώνει τα μέλη του ΕΟΚΠ σχετικά με την αίτηση για διαβουλεύσεις, αναφέροντας το αιτών μέλος, το προϊόν υπό εξέταση και το μέλος που έλαβε την αίτηση. Το ενδιαφερόμενο ή τα ενδιαφερόμενα μέλη απαντούν στην εν λόγω αίτηση αμέσως, ενώ οι διαβουλεύσεις διενεργούνται χωρίς καθυστέρηση και κανονικά ολοκληρώνονται εντός 60 ημερών από την ημέρα που παρελήφθη η αίτηση.
8.  
Εάν, κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων υπάρξει κοινή αντίληψη ότι η κατάσταση απαιτεί περιορισμό των εξαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος από το ενδιαφερόμενο ή τα ενδιαφερόμενα μέλη, το επίπεδο του περιορισμού αυτού καθορίζεται σε επίπεδο υψηλότερο ή ίσο με το τρέχον επίπεδο των εξαγωγών ή των εισαγωγών από το ενδιαφερόμενο μέλος κατά τη διάρκεια της δωδεκάμηνης περιόδου που λήγει δύο μήνες πριν από το μήνα κατά τον οποίο έγινε η αίτηση για διαβουλεύσεις.
9.  
Οι λεπτομέρειες σχετικά με το περιοριστικό μέτρο που συναποφασίσθηκε κοινοποιούνται στο ΕΟΚΠ εντός 60 ημέρων από την ημερομηνία της σύναψης της συμφωνίας. Το ΕΟΚΠ προσδιορίζει εάν η συμφωνία είναι αιτιολογημένη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Προκειμένουν να προβεί στον προσδιορισμό αυτόν, το ΕΟΚΠ έχει στην διάθεσή του τα στοιχεία των γεγονότων που έχουν παρασχεθεί στον πρόεδρο του ΕΟΚΠ, και που αναφέρονται στην παράγραφο 7, καθώς και κάθε άλλη σχετική πληροφορία που έχει παρασχεθεί από τα ενδιαφερόμενα μέλη. Το ΕΟΚΠ δύναται να προβεί σε συστάσεις προς τα ενδιαφερόμενα μέλη, όπως κρίνει ότι είναι αρμόζον.
10.  
Εάν, εντούτοις, μετά τη λήξη της περιόδου των 60 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία παρελήφθη η αίτηση για διαβουλεύσεις, δεν υπάρξει καμία συμφωνία μεταξύ των μελών, το μέλος το οποίο πρότεινε τη λήψη μέτρων διασφάλισης μπορεί να εφαρμόσει τον περιορισμό με βάση την ημερομηνία εισαγωγής ή την ημερομηνία εξαγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εντός 30 ημερών μετά την περίοδο των 60 ημερών των διαβουλεύσεων, και ταυτόχρονα να παραπέμψει το θέμα στο ΕΟΚΠ. Οποιοδήποτε μέλος μπορεί να παραπέμψει το θέμα στο ΕΟΚΠ πριν από τη λήξη της περιόδου των 60 ημερών. Σε κάθε περίπτωση, το ΕΟΚΠ προβαίνει αμέσως σε εξέταση του θέματος, περιλαμβανομένου του προσδιορισμού των σοβαρών ζημιών ή της πραγματικής απειλής για σοβαρές ζημίες, και των αιτιών, και προβαίνει σε κατάλληλες συστάσεις προς τα ενδιαφερόμενα μέλη εντός 30 ημερών. Προκειμένου να προβεί στην εν λόγω εξέταση, το ΕΟΚΠ έχει στη διάθεσή του τα στοιχεία σχετικά με τα γεγονότα που έχουν παρασχεθεί στον πρόεδρο του ΕΟΚΠ, και που αναφέρονται στην παράγραφο 7, καθώς και κάθε άλλη σχετική πληροφορία που έχει παρασχεθεί από τα ενδιαφερόμενα μέλη.
11.  
Σε ιδιαίτερα ασυνήθεις και κρίσιμες περιστάσεις, κατά τις οποίες η καθυστέρηση θα προκαλούσε ζημίες που θα ήταν δύσκολο να αποκατασταθούν,-είναι δυνατόν να αναληφθεί προσωρινή δράση δυνάμει της παραγράφου 10, υπό τον όρο ότι η αίτηση για διαβουλεύεις και η γνωστοποίηση προς το ΕΟΚΠ πραγματοποιούνται το αργότερο εντός 5 εργασίμων ημερών μετά την ανάληψη δράσης. Στην περίπτωση κατά την οποία οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε συμφωνία, το ΕΟΚΠ ενημερώνεται σχετικά με τα συμπεράσματα των διαβουλεύσεων, αλλά οπωσδήποτε όχι αργότερα από 60 ημέρες από την ημερομηνία εφαρμογής των μέτρων. Το ΕΟΚΠ προβαίνει αμέσως σε εξέταση του θέματος, και διατυπώνει κατάλληλες συστάσεις προς τα ενδιαφερόμενα μέλη εντός 30 ημερών. Σε περίπτωση που οι διαβουλεύσεις καταλήξουν σε συμφωνία, τα μέλη ενημερώνουν το ΕΟΚΠ σχετικά με τα συμπεράσματα αλλά, οπωσδήποτε, το αργότερο σε 90 ημέρες μετά την ημερομηνία εφαρμογής της δράσης. Το ΕΟΚΠ δύναται να προβεί σε συστάσεις προς τα ενδιαφερόμενα μέλη όπως κρίνει δέον.
12.  
Τα μέλη δύνανται να διατηρήσουν μέτρα στα οποία έχουν προσφύγει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου: α) επί τρία έτη το πολύ χωρίς παράταση ή β) μέχρις ότου το προϊόν ενσωματωθεί στην GΑΤΤ του 1994, ανάλογα με το τι θα επέλθει νωρίτερα.
13.  
Εάν το περιοριστικό μέτρο παραμείνει σε ισχύ για περίοδο η οποία υπερβαίνει το ένα έτος, το επίπεδο για τα επόμενα έτη είναι αυτό που έχει καθορισθεί για το πρώτο έτος επαυξημένο κατά συντελεστή αύξησης όχι μικρότερο από 6 τοις εκατό ετησίως, εκτός εάν έχει δοθεί διαφορετική αιτιολογία στο ΕΟΚΠ. Το επίπεδο περιορισμού για το σχετικό προϊόν δύναται να υπερκαλυφθεί κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε από τα δύο επόμενα έτη μέσω πρότερης χρήσης ή/και μεταφοράς ύψους 10 τοις εκατό εκ των οποίων η πρότερη χρήση δεν αντιπροσωπεύει περισσότερο του 5 τοις εκατό. Δεν τίθενται ποσοτικά όρια στη συνδυασμένη εφαρμογή της πρότερης χρήσης και της μεταφοράς, και της διάταξης της παραγράφου 14.
14.  
Όταν ένα μέλος θέσει περιορισμό για περισσότερα από ένα προϊόντα ενός άλλους μέλους δυνάμει του παρόντος άρθρου, το επίπεδο του συμφωνηθέντος περιορισμού, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, για καθένα από τα προϊόντα μπορεί να υπερκαλυφθεί κατά 7 τοις εκατό, υπό την προϋπόθεση ότι το σύνολο των εξαγωγών που υπόκεινται στον περιορισμό δεν υπερβαίνει το σύνολο των επιπέδων όλων των προϊόντων που υπόκεινται σε περιορισμό δυνάμει του παρόντος άρθρου, βάσει συμφωνηθειοών κοινών μονάδων. Σε περίπτωση που οι περίοδοι εφαρμογής των περιορισμών των εν λόγω προϊόντων δεν συμπίπτουν μεταξύ τους, η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται για κάθε επικαλυπτόμενη περίοδο κατ' αναλογία.
15.  

Εάν εφαρμόζεται μέτρο διασφάλισης δυνάμει του παρόντος άρθρου σε προϊόν για το οποίο έχει τεθεί προηγουμένως περιορισμός δυνάμει της ΣΠΙ κατά τη διάρκεια της δωδεκάμηνης περιόδου πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 2 ή 6, το επίπεδο του νέου περιορισμού είναι αυτό που προβλέπεται στην παράγραφο 8, εκτός αν ο νέος περιορισμός τεθεί σε ισχύ εντός ενός έτους από:

α) 

την ημερομηνία της γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 15 για την κατάργηση του προηγούμενου περιορισμού· ή

β) 

την ημερομηνία της κατάργησης του προηγούμενου περιορισμού που έχει τεθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή της ΣΠΙ,

στην περίπτωση δε αυτή το επίπεδο δεν είναι χαμηλότερο από το μεγαλύτερο: i) επίπεδο του περιορισμού για την τελευταία δωδεκάμηνη περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας το προϊόν υπέκειτο σε περιορισμό ή ii) επίπεδο του περιορισμού που προβλέπεται στην παράγραφο 8.

16.  
Όταν ένα μέλος, το οποίο δεν διατηρεί περιορισμό δυνάμει του άρθρου 2, αποφασίσει να εφαρμόσει περιορισμό δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, συνάπτει κατάλληλους διακανονισμούς οι οποίοι: α) λαμβάνουν πλήρως υπόψη παράγοντες όπως η δασμολογική κατάταξη και οι ποσοτικές μονάδες που έχουν θεσπιισθεί βάσει συνήθων εμπορικών πρακτικών κατά τις εξαγωγές και εισαγωγές, τόσο όσον αφορά τη σύνθεση των ινών όσο και τους όρους ανταγωνισμού στο ίδιο τμήμα της εγχώριας αγοράς και β) αποφεύγουν το διαχωρισμό σε υπερβολικό αριθμό κατηγοριών. Η αίτηση για διαβουλεύσεις, που αναφέρεται στις παραγράφους 7 ή 11, περιλαμβάνει πλήρεις πληροφορίες σχετικά με τέτοιους διακανονισμούς.

Άρθρο 7

1.  

Ως τμήμα της διαδικασίας ενσωμάτωσης και αναφορικά με τις ειδικές αναλήψεις υποχρεώσεων στις οποίες έχουν προβεί τα μέλη ως αποτέλεσμα του Γύρου της Ουρουγουάης, όλα τα μέλη αναλαμβάνουν δράσεις που κρίνουν αναγκαίες για να συμμορφωθούν με τους κανόνες και τις υποχρεώσεις της GΑΤΤ του 1994 προκειμένου:

α) 

να επιτύχουν μεγαλύτερη πρόσβαση στις αγορές για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης μέσω μέτρων όπως οι δασμολογικές μειώσεις και παγιοποιήσεις, η μείωση ή η κατάργηση των μη δασμολογικών φραγμών και η απλοποίηση των τελωνειακών και διοικητικών διατυπώσεων και των διατυπώσεων έκδοσης αδειών·

β) 

να εξασφαλίσουν την εφαρμογή πολιτικών σχετικά με τις ορθές και δίκαιες συνθήκες συναλλαγών, όσον αφορά τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης, σε τομείς όπως οι κανόνες και οι διαδικασίες ντάμπινγκ και αντιντάμπινγκ, οι επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα και η προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και

γ) 

να αποφύγουν τη διακριτική μεταχείριση των εισαγωγών των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης κατά τη λήψη μέτρων για λόγους γενικής εμπορικής πολιτικής.

Οι δράσεις αυτές δεν θίγουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών δυνάμει της GΑΤΤ του 1994.

2.  
Τα μέλη γνωστοποιούν στο ΕΟΚΠ τις δράσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίες έχουν επιπτώσεις στην εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας. Στο βαθμό που οι ανωτέρω δράσεις έχουν γνωστοποιηθεί σε άλλο φορέα του ΠΟΕ, είναι αρκετή η συνοπτική περιγραφή, με αναφορά στην αρχική γνωστοποίηση, για να πληρούνται οι προϋποθέσεις δυνάμει της παρούσας παραγράφου. Όλα τα μέλη είναι ελεύθερα να προβαίνουν σε αντικοινοποιήσεις προς το ΕΟΚΠ.
3.  
Σε περίπτωση που κάποιο μέλος θεωρεί ότι ένα άλλο μέλος δεν έχει αναλάβει τις δράσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και ότι έχει διαταραχθεί η ισορροπία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, το εν λόγω μέλος μπορεί να παραπέμψει το θέμα στους σχετικούς φορείς του ΠΟΕ και να ενημερώσει το ΕΟΚΠ. Ενδεχόμενα πορίσματα ή συμπεράσματα των σχετικών φορέων του ΠΟΕ αποτελούν μέρος της συνολικής έκθεσης του ΕΟΚΠ.

Άρθρο 8

1.  
Συστήνεται το εποπτικό όργανο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων («ΕΟΚΠ»), προκειμένου να εποπτεύει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, να εξετάζει όλα τα λαμβανόμενα δυνάμει της παρούσας συμφωνίας μέτρα και τη συμφωνία τους με τις διατάξεις αυτές, και να αναλαμβάνει τις δράσεις που απαιτούνται συγκεκριμένα από την παρούσα συμφωνία. Το ΕΟΚΠ αποτελείται από τον πρόεδρο και 10 μέλη. Η σύνθεσή του είναι ισορροπημένη και ευρέως αντιπροσωπευτική των μελών και προβλέπεται η εναλλαγή των μελών σε εύθετα διαστήματα. Τα μέλη του οργάνου διορίζονται από τα μέλη που έχουν ορισθεί από το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών για να υπηρετήσουν στο ΕΟΚΠ, όπου εκτελούν τα καθήκοντά τους σε προσωποπαγή βάση.
2.  
Το ΕΟΚΠ θεσπίζει οικείες διαδικασίες εργασίας. Εντούτοις, εννοείται ότι για την ύπαρξη συναίνεσης στο πλαίσιο του ΕΟΚΠ δεν απαιτείται η έγκριση ή η σύμφωνη γνώμη μελών του οργάνου που έχουν διορισθεί από μέλη που εμπλέκονται σε εκκρεμή υπόθεση την οποία εξετάζει το ΕΟΚΠ.
3.  
Το ΕΟΚΠ θεωρείται μόνιμο όργανο και συνεδριάζει όταν κρίνεται αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων που έχει αναλάβει δυνάμει της παρούσας συμφωνίας. Το ΕΟΚΠ βασίζεται στις γνωστοποιήσεις και στις πληροφορίες που παρέχουν τα μέλη δυνάμει των σχετικών άρθρων της παρούσας συμφωνίας, οι οποίες συμπληρώνονται με οποιαδήποτε πρόσθετη πληροφορία ή απαραίτητες λεπτομέρειες που ενδεχομένως υποβάλλονται ή τις οποίες το ΕΟΚΠ αποφασίζει να ζητήσει από αυτά. Είναι δυνατόν να βασίζεται επίσης σε κοινοποιήσεις και σε εκθέσεις άλλων φορέων του ΠΟΕ και άλλων πηγών, οι οποίες κρίνονται, ενδεχομένως, κατάλληλες.
4.  
Τα μέλη παρέχουν σε αλλήλους τις κατάλληλες δυνατότητες για διαβουλεύσεις σχετικά με κάθε θέμα που επηρεάζει τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας.
5.  
Σε περίπτωση απουσίας οιασδήποτε αμοιβαίως συμφωνηθείσας λύσεως κατά τη διάρκεια των διμερών διαβουλεύσεων που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία, το ΕΟΚΠ, μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους, και μετά από λεπτομερή και άμεση εξέταση του θέματος, προβαίνει σε συστάσεις προς τα ενδιαφερόμενα μέλη.
6.  
Μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους, το ΕΟΚΠ εξετάζει αμέσως κάθε συγκεκριμένο θέμα το οποίο, το εν λόγω μέλος, θεωρεί ως ζημιογόνο για τα συμφέροντά του δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, καθώς και στις περιπτώσεις όπου οι διαβουλεύσεις μεταξύ αυτού και του ενδιαφερόμενου ή ενδιαφερομένων μελών απέτυχαν να καταλήξουν σε αμοιβαίως ικανοποιητική λύση. Όσον αφορά τα εν λόγω θέματα, το ΕΟΚΠ μπορεί να προβαίνει σε παρατηρήσεις που κρίνει δέουσες προς τα ενδιαφερόμενα μέλη, καθώς και για τους σκοπούς της εξέτασης που προβλέπεται στην παράγραφο 11.
7.  
Πριν από τη διατύπωση των συστάσεων ή των παρατηρήσεών του, το ΕΟΚΠ καλεί τα μέλη, τα οποία είναι δυνατόν να θίγονται άμεσα από το εν λόγω θέμα, να συμμετάσχουν στη διαδικασία.
8.  
Κάθε φορά που το ΕΟΚΠ καλείται να διατυπώσει συστάσεις ή να εκδώσει πορίσματα, είναι επιθυμητό να ενεργήσει εντός περιόδου 30 ημερών, εκτός εάν καθορίζεται διαφορετικό χρονικό διάστημα από την παρούσα συμφωνία. Όλες οι εν λόγω συστάσεις ή πορίσματα κοινοποιούνται στα άμεσα ενδιαφερόμενα μέλη. Όλες οι εν λόγω συστάσεις ή πορίσματα κοινοποιούνται επίσης στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών για πληροφόρησή του.
9.  
Τα μέλη επιδιώκουν την πλήρη αποδοχή των συστάσεων του ΕΟΚΠ, το οποίο ασκεί τη δέουσα εποπτεία της εφαρμογής των εν λόγω συστάσεων.
10.  
Εάν κάποιο μέλος θεωρεί ότι δεν είναι σε θεση να συμμορφωθεί με τις συστάσεις του ΕΟΚΠ, εκθέτει τις σχετικές αιτίες στο ΕΟΚΠ το αργότερο ένα μήνα μετά την παραλαβή των εν λόγω συστάσεων. Μετά από λεπτομερή εξέταση των αιτιών που προβάλλονται, το ΕΟΚΠ προβαίνει σε περαιτέρω συστάσεις τις οποίες κρίνει ως δέουσες. Εάν μετά από τις εν λόγω περαιτέρω συστάσεις το θέμα παραμένει ανεπίλυτο, κάθε μέλος δύναται να παραπέμψει το θέμα στο όργανο επίλυσης διαφορών και να επικαλεσθεί το άρθρο XXIII παράγραφος 2 της GΑΤΤ του 1994 και τις σχετικές διατάξεις της συμφωνίας επίλυσης διαφορών.
11.  
Προκειμένου να επιβλέπει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών προβαίνει σε μείζονα εξέταση πριν από το τέλος κάθες φάσης της διαδικασίας ενσωμάτωσης. Το ΕΟΚΠ, προκειμένου να συμβάλει στην εν λόγω εξέταση, διαβιβάζει, τουλάχιστον πέντε μήνες πριν από το τέλος κάθε φάσης, στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, λεπτομερή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση φάσης, ιδίως για θέματα σχετικά με τη διαδικασία ενσωμάτωσης, την εφαρμογή του μεταβατικού μηχανισμού διασφάλισης, και σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων και των υποχρεώσεων της GΑΤΤ του 1994 όπως καθορίζονται στα άρθρα 2, 3, 6 και 7 αντιστοίχως. Η εμπεριστατωμένη έκθεση του ΕΟΚΠ δύναται να περιλαμβάνει συστάσεις, που το ΕΟΚΠ θεωρεί κατάλληλες, προς το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών.
12.  
Λαμβανομένης υπόψη της εξέτασης αυτής, το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών λαμβάνει συναινετικές αποφάσεις, όπως κρίνεται δέον, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι δεν διαταράσσεται η ισορροπία των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στην παρούσα συμφωνία. Για την επίλυση διαφορών που μπορεί να προκύψουν σχετικά με τα θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 7, το όργανο επίλυσης διαφορών μπορεί να επιτρέπει, με την επιφύλαξη της καταληκτικής ημερομηνίας που αναφέρεται στο άρθρο 9, προσαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 14, για την επόμενη της εξέτασης φάση, όσον αφορά οποιοδήποτε μέλος το οποίο θεωρείται ότι δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 9

Η παρούσα συμφωνία και όλοι οι περιορισμοί που επιβάλλονται βάσει αυτής παύουν να ισχύουν την πρώτη ημέρα του 121ου μήνα από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ημερομηνία κατά την οποία ο τομέας των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης ενσωματώνεται πλήρως στην GΑΤΤ του 1994. Η παρούσα συμφωνία δεν παρατείνεται.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ

1. Το παρόν παράρτημα απαριθμεί κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης που ορίζονται από εξαψήφιους κωδικούς του εναρμονισμένου συστήματος περιγραφής και κωδικοποίησης των εμπορευμάτων (ΕΣ).

2. Τα μέτρα δυνάμει των διατάξεων διασφάλισης του άρθρου 6 λαμβάνονται σε σχέση με συγκεκριμένα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης και όχι βάσει των ιδίων των θέσεων του ΕΣ.

3. Τα μέτρα δυνάμει των διατάξεων διασφάλισης του άρθρου 6 της παρούσας συμφωνίας δεν ισχύουν για:

α) 

τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που εξάγουν χειροποίητα υφάσματα βιοτεχνίας ή χειροποίητα προϊόντα βιοτεχνίας από τέτοια χειροποίητα υφάσματα, ή παραδοσιακά βιοτεχνικά κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω προϊόντα πιστοποιούνται καταλλήλως, δυνάμει διακανονισμών που έχουν συναφθεί μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών·

β) 

τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα που αποτελούσαν παραδοσιακά αντικείμενο εμπορίου και τα οποία ευρίσκοντο στο εμπόριο σε σημαντικές εμπορικά ποσότητες πριν από το 1982 όπως τσάντες, σάκκες, βάσεις ταπήτων, σχοινιά, αποσκευές, ψάθες, ψάθινα χαλιά και τάπητες κατασκευασμένοι συνήθως από γιούτα, ίνες κοκκοφοίνικα, σιζάλ, άβακα, maguey και χενεκουέν·

γ) 

τα ολομέταξα προϊόντα.

Για τέτοιου είδους προϊόντα ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου XIX της GΑΤΤ του 1994, όπως ερμηνεύεται από τη συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης.



Προϊόντα του τμήματος XI (κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη) της ονοματολογίας του Εναρμονισμένου συστήματος (ΕΣ) περιγραφής και κωδικοποίησης των εμπορευμάτων

Αριθ. ΕΣ

Περιγραφή εμπορεύματος

Κεφ. 50

Μετάξι

5004 00

Νήματα από μετάξι (άλλα από τα νήματα από απορρίμματα από μετάξι), μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5005 00

Νήματα από απορρίμματα από μεταξί, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5006 00

Νήματα από μετάξι ή από απορρίμματα από μετάξι, συσκευασμένα για τη λιανική πώληση. Τρίχες αλιείας (μεσσηνέζες)

5007 10

Υφάσματα από κατάλοιπα απορριμμάτων από μετάξι

5007 20

Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % μετάξι ή απορρίμματα από μετάξι, άλλα από τα κατάλοιπα απορριμμάτων από μετάξι

5007 90

Άλλα υφάσματα από μετάξι

Κεφ. 51

Μαλλί, τρίχες εκλεκτής ποιότητας ή χονδροειδείς, νήματα και υφάσματα από χοντρότριχες

5105 10

Μαλλί λαναρισμένο

5105 21

Μαλλί χτενισμένο χύμα

5105 29

Μαλλί χτενισμένο άλλο από το μαλλί χτενισμένο χύμα

5105 30

Τρίχες εκλεκτής ποιότητας, λαναρισμένες ή χτενισμένες

5106 10

Νήματα από μαλλί λαναρισμένο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος μαλλί

5106 20

Νήματα από μαλλί λαναρισμένο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος μαλλί

5107 10

Νήματα από μαλλί χτενισμένο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος μαλλί

5107 20

Νήματα από μαλλί χτενισμένο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος μαλλί

5108 10

Νήματα από τρίχες εκλεκτής ποιότητας, λαναρισμένα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5108 20

Νήματα από τρίχες εκλεκτής ποιότητας, χτενισμένα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5109 10

Νήματα από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5109 90

Νήματα από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5110 00

Νήματα από τρίχες χοντροειδείς ή από χοντρότριχες

5111 11

Υφάσματα από μαλλί λαναρισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 300 g/m2

5111 19

Υφάσματα από μαλλί λαναρισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας με βάρος που υπερβαίνει τα 300 g/m2

5111 20

Υφάσματα από μαλλί λαναρισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5111 30

Υφάσματα από μαλλί λαναρισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες μη συνεχείς

5111 90

Υφάσματα από μαλλί λαναρισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, άλλα

5112 11

Υφάσματα από μαλλί χτενισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας χτενισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5112 19

Υφάσματα από μαλλί χτενισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας χτενισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2

5112 20

Υφάσματα από μαλλί χτενισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας χτενισμένες, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5112 30

Υφάσματα από μαλλί χτενισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας χτενισμένες, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες μη συνεχείς

5112 90

Υφάσματα από μαλλί χτενισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας χτενισμένες, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, άλλα

5113 00

Υφάσματα από τρίχες χοντροειδείς ή από χοντρότριχές

Κεφ. 52

Βαμβάκι

5204 11

Νήματα για ράψιμο από βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι

5204 19

Νήματα για ράψιμο από βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι

5204 20

Νήματα για ράψιμο από βαμβάκι, συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5205 11

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο 714,29 decitex ή περισσότερο

5205 12

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5205 13

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5205 14

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5205 15

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 125 decitex

5205 21

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο 714,29 decitex ή περισσότερο

5205 22

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5205 23

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5205 24

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5205 25

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 125 decitex

5205 31

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα 714,29 decitex ή περισσότερο

5205 32

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5205 33

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5205 34

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5205 35

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 125 decitex

5205 41

Νήματα στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα 714,29 decitex ή περισσότερο

5205 42

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5205 43

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5205 44

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5205 45

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 125 decitex

5206 11

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες με χτενισμένες, με τίτλο 714,29 decitex ή περισσότερο

5206 12

Με τίτλο κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5206 13

Με τίτλο κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5206 14

Με τίτλο κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5206 15

Με τίτλο κατώτερο των 125 decitex

5206 21

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο 714,29 decitex ή περισσότερο

5206 22

Με τίτλο κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5206 23

Με τίτλο κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5206 24

Με τίτλο κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5206 25

Με τίτλο κατώτερο των 125 decitex

5206 31

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, πολλαπλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα 714,29 decitex ή περισσότερο

5206 32

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 714,29 (decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5206 33

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5206 34

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5206 35

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 125 decitex

5206 41

Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, πολλαπλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα 714,29 decitex ή περισσότερο

5206 42

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5206 43

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5206 44

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5206 45

Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 125 decitex

5207 10

Νήματα από βαμβάκι (άλλα από τα νήματα για ράψιμο) συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι

5207 90

Νήματα από βαμβάκι (άλλα από τα νήματα για ράψιμο) συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι

5208 11

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, αλεύκαστα, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 g/m2

5208 12

Με βάρος που υπερβαίνει τα 100 g/m2 αλλά όχι τα 200 g/m2

5208 13

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, αλεύκαστα, διαγώνιας ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208 19

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, αλεύκαστα, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208 21

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, λευκασμένα, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 g/m2

5208 22

Με βάρος που υπερβαίνει τα 100 g/m2 αλλά όχι τα 200 g/m2

5208 23

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος λαμβάκι, λευκασμένα, διαγώνιας ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208 29

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, λευκασμένα, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208 31

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, βαμμένα, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 g/m2

5208 32

Με βάρος που υπερβαίνει τα 100 g/m2 αλλά όχι τα 200 g/m2

5208 33

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, βαμμένα, διαγώνιας ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208 39

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, βαμμένα, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208 41

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 g/m2

5208 42

Με βάρος που υπερβαίνει τα 100 g/m2 αλλά όχι τα 200 g/m2

5208 43

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, διαγώνιας ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208 49

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208 51

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, τυπωτά, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 g/m2

5208 52

Με βάρος που υπερβαίνει τα 100 g/m2 αλλά όχι τα 200 g/m2

5208 53

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, τυπωτά, διαγώνιας ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208 59

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, τυπωτά, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5209 11

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, απλής ύφανσης

5209 12

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, διαγώνιας ύφανσης

5209 19

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5209 21

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, απλής ύφανσης

5209 22

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, διαγώνιας ύφανσης

5209 29

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5209 31

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, απλής νσης

5209 32

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, διαγώνιας ύφανσης

5209 39

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα

5209 41

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, απλής ύφανσης

5209 42

Υφάσματα με την ονομασία «denim», που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2

5209 43

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, διαγώνιας ύφανσης εκτός των «denim»

5209 49

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5209 51

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχοιυν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, απλής ύφανσης

5209 52

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, διαγώνιας ύφανσης

5209 59

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά

5210 11

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, απλής ύφανσης

5208 12

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, διαγώνιας ύφανσης

5210 19

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5210 21

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, απλής ύφανσης

5210 22

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, διαγώνιας ύφανσης

5210 29

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5210 31

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, απλής ύφανσης

5210 32

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, διαγώνιας ύφανσης

5210 39

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα

5210 41

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, απλής ύφανσης

5210 42

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, διαγώνιας ύφανσης

5210 49

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5210 51

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, απλής ύφανσης

5210 52

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, διαγώνιας ύφανσης

5210 59

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά

5211 11

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, απλής ύφανσης

5211 12

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, διαγώνιας ύφανσης

5211 19

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5211 21

Υφάσματα από β αμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, απλής ύφανσης

5211 22

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, διαγώνιας ύφανσης

5211 29

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5211 31

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, απλής ύφανσης

5211 32

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, διαγώνιας ύφανσης

5211 39

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα

5211 41

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, απλής ύφανσης

5211 42

Υφάσματα με την ονομασία «denim», που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2

5211 43

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι,– σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, διαγώνιας ύφανσης εκτός των «denim»

5211 49

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5211 51

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, απλής ύφανσης

5211 52

Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τύπωτά, διαγώνιας ύφανσης

5211 59

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85 % κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά

5212 11

Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα

5212 12

Λευκασμένα

5212 13

Βαμμένα

5212 14

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5212 15

Τυπωτά

5212 21

Με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2

5212 21

Αλεύκαστα

5212 22

Λευκασμένα

5212 23

Βαμμένα

5212 24

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5212 25

Τυπωτά

Κεφ. 53

Άλλες φυτικές υφαντικές ίνες. Νήματα από χαρτί και υφάσματα από νήματα από χαρτί

5306 10

Νήματα από λινάρι, απλά

5306 20

Στριμμένα ή κορδονωτά

5307 10

Νήματα από γιούτα ή άλλες υφαντικές ίνες που προέρχονται από το εσωτερικό του φλοιού (βίβλος) ορισμένης κατηγορίας φυΐών, απλά

5307 20

Στριμμένα ή κορδονωτά

5308 20

Νήματα από καννάβι

5308 30

Νήματα από χαρτί

5308 90

Νήματα από άλλες φυτικές υφαντικές ίνες

5309 11

Υφάσματα από λινάρι, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος λινάρι, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5309 19

Άλλα

5309 21

Που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος λινάρι, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5309 29

Άλλα

5310 10

Υφάσματα από γιούτα ή άλλες υφαντικές ίνες που προέρχονται από το εσωτερικό του φλοιού (βίβλος) ορισμένης κατηγορίας φυτών, αλεύκαστα

5310 90

Άλλα

5311 00

Υφάσματα από άλλες φυτικές υφαντικές ίνες. Υφάσματα από νήματα από χαρτί

Κεφ. 54

Συνθετικές ή τεχνητές ίνες, συνεχείς

5401 10

Νήματα για ράψιμο από ίνες συνθετικές συνεχείς

5401 20

Από ίνες τεχνητές συνεχείς

5402 10

Νήματα μεγάλης αντοχής από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, από ίνες συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 20

Νήματα μεγάλης αντοχής από πολυεστέρες, από ίνες συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 31

Νήματα ελαστικοποιημένα, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, με τίτλο σε απλά νήμα 50 tex ή κατώτερο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 32

Από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, με τίτλο σε απλά νήματα ανώτερο των 50 tex, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 33

Από πολυεστέρες, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 39

Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 41

Άλλα νήματα, απλά, χωρίς στρίψιμο, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 42

Από πολυεστέρες, με ίνες μερικώς προσανατολισμένες, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 43

Από πολυεστέρες, άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 49

Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 51

Άλλα νήματα, απλά, με στρίψιμο που υπερβαίνει τις 50 στροφές το μέτρο, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 52

Από πολυεστέρες, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 59

Άλλα

5402 61

Άλλα νήματα, στριμμένα ή κορδονωτά, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 62

Από πολυεστέρες, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402 69

Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5403 10

Νήματα μεγάλης αντοχής από τεχνητές υφαντικές ίνες βισκόζης συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5403 20

Νήματα ελαστικοποιημένα

5403 31

Άλλα νήματα, απλά, από τεχνητές υφαντικές ίνες βισκόζης, χωρίς στρίψιμο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5403 32

Από τεχνητές υφαντικές ίνες βισκόζης, με στρίψιμο που υπερβαίνει τις 120 στροφές το μέτρο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5403 33

Από οξική κυτταρίνη

5403 39

Άλλα

5403 41

Άλλα νήματα, στριμμένα ή κορδονωτά

5403 42

Από οξική κυτταρίνη

5403 49

Άλλα

5404 10

Νήματα μονόινα συνθετικά 67 decitex ή περισσότερο και των οποίων η μεγαλύτερη διάσταση της εγκάρσιας τομής δεν υπερβαίνει το 1 mm

5404 90

Λουρίδες και παρόμοιες μορφές, από συνθετικές υφαντικές ύλες, των οποίων το ορατό πλάτος δεν υπερβαίνει τα 5 mm

5405 00

Νήματα μονόινα συνθετικά 67 decitex ή περισσότερο και των οποίων η μεγαλύτερη διάσταση της εγκάρσιας τομής δεν υπερβαίνει το 1 mm. Λουρίδες από συνθετικές υφαντικές ύλες, των οποίων το ορατό πλάτος δεν υπερβαίνει τα 5 mm

5406 10

Νήματα από συνθετικές ίνες, συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5406 20

Νήματα από ίνες τεχνητές συνεχείς

5407 10

Υφάσματα που κατασκευάζονται από νήματα μεγάλης αντοχής από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια ή πολυεστέρες

5407 20

Υφάσματα που κατασκευάζονται από λουρίδες ή παρόμοιες μορφές

5407 30

«Υφάσματα» που αναφέρονται στη σημείωση 9 του τμήματος XI

5407 41

Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος ίνες συνεχείς από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5407 42

Βαμμένα

5407 43

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5407 44

Τυπωτά

5407 51

Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος ίνες συνεχείς από πολυεστέρα ελαστικοποιημένες, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5407 52

Βαμμένα

5407 53

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5407 54

Τυπωτά

5407 60

Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος ίνες συνεχείς από πολυεστέρα μη ελαστικοποιημένες

5407 71

Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος συνθετικές ίνες συνεχείς, αλύκαστα ή λευκασμένα

5407 72

Βαμμένα

5407 73

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5407 74

Τυπωτά

5407 81

Άλλα υφάσματα, που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος συνθετικές ίνες συνεχείς και είναι σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5407 82

Βαμμένα

5407 83

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5407 84

Τυπωτά

5407 91

Άλλα υφάσματα, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5407 92

Βαμμένα

5407 93

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5407 94

Τυπωτά

5408 10

Υφάσματα που κατασκευάζονται από νήματα μεγάλης αντοχής από τεχνητές υφαντικές ίνες βισκόζης

5408 21

Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος ίνες συνεχείς ή λουρίδες, ή παρόμοιες μορφές τεχνητές, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5408 22

Βαμμένα

5408 23

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5408 24

Τυπωτά

5408 31

Άλλα υφάσματα, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5408 32

Βαμμένα

5408 33

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5408 34

Τυπωτά

Κεφ. 55

Συνθετικές ή τεχνητές ίνες, μη συνεχείς

5501 10

Δέσμες από συνθετικές ίνες συνεχείς, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια

5501 20

Από πολυεστέρες

5501 30

Ακρυλικές ή μοντακρυλικές

5501 90

Άλλες

5502 00

Δέσμες από τεχνητές ίνες συνεχείς

5503 10

Συνθετικές ίνες μη συνεχείς, που δεν είναι λαναρισμένες, χτενισμένες ή με άλλο τρόπο παρασκευασμένες για νηματοποίηση, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια

5503 20

Από πολυεστέρες

5503 30

Ακρυλικές ή μοντακρυλικές

5503 40

Από πολυπροπυλένιο

5503 90

Άλλες

5504 10

Τεχνητές ίνες μη συνεχείς, που δεν είναι λαναρισμένες, χτενισμένες ή με άλλο τρόπο παρασκευασμένες για νηματοποίηση, από τεχνητό μετάξι βισκόζης

5504 90

Άλλες

5505 10

Απορρίμματα από συνθετικές ίνες

5505 20

Από τεχνητές ίνες

5506 10

Συνθετικές ίνες μη συνεχείς, που είναι λαναριαμένες, χτενισμένες ή με άλλο τρόπο παρασκευασμένες για νηματοποίηση, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια

5506 20

Από πολυεστέρες

5506 30

Ακρυλικές ή μοντακρυλικές

5506 90

Άλλες

5507 00

Τεχνητές ίνες μη συνεχείς, που δεν είναι λαναρισμένες, χτενισμένες ή με άλλο τρόπο παρασκευασμένες για νηματοποίηση

5508 10

Νήματα για ράψιμο από συνθετικές ίνες μη συνεχείς

5508 20

Από τεχνητές ίνες μη συνεχείς

5509 11

Νήματα από συνθετικές ίνες που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος ίνες μη συνεχείς από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά

5509 12

Στριμμένα ή κορδονωτά, πολλαπλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 21

Που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 22

Στριμμένα ή κορδονωτά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 31

Που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος ίνες μη συνεχείς ακρυλικές ή μοντακρυλικές, απλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 32

Στριμμένα ή κορδονωτά, πολλαπλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 41

Άλλα νήματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος συνθετικές ίνες μη συνεχείς, απλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 42

Στριμμένα ή κορδονωτά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 51

Άλλα νήματα, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με τεχνητές ίνες μη συνεχείς, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 52

Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 53

Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 59

Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 61

Άλλα νήματα, από ίνες μη συνεχείς ακρυλικές ή μοντακρυλικές, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 62

Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 69

Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 91

Άλλα νήματα, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 92

Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509 99

Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5510 11

Νήματα από τεχνητές ίνες μη συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος τεχνητές ίνες, μη συνεχείς, απλά

5510 12

Στριμμένα ή κορδονωτά, πολλαπλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5510 20

Άλλα νήματα, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5510 30

Άλλα νήματα, σύμμεικτα κυρίως μόνο με βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5510 90

Άλλα νήματα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5511 10

Νήματα από συνθετικές ίνες, μη συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος από τις ίνες αυτές

5511 20

Από συνθετικές ίνες μη συνεχείς, που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος από τις ίνες αυτές

5511 30

Από τεχνητές ίνες μη συνεχείς

5512 11

Υφάσματα από συνθετικές ίνες μη συνεχείς, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος συνθετικές ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5512 19

Άλλα

5512 21

Που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος ίνες μη συνεχείς ακρυλικές ή μοντακρυλικές, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5512 29

Άλλα από αλεύκαστα ή λευκασμένα

5512 91

Άλλα, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5512 99

Άλλα

5513 11

Υφάσματα από συνθετικές ίνες μη συνεχείς, που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος από τις ίνες αυτές, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 170 g/m2, αλεύκαστα ή λευκασμένα, από ίνες από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5513 12

Από ίνες από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5513 13

Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5513 19

Άλλα υφάσματα

5513 21

Βαμμένα, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5513 22

Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5513 23

Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5513 29

Άλλα υφάσματα

5513 31

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5513 32

Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5513 33

Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5513 39

Άλλα υφάσματα

5513 41

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5513 42

Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5513 43

Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5513 49

Άλλα υφάσματα

5514 11

Υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος από τις ίνες αυτές, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 170 g/m2, αλεύκαστα ή λευκασμένα, από ίνες, απλής ύφανσης

5514 12

Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5514 13

Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5514 19

Άλλα υφάσματα

5514 21

Βαμμένα, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5514 22

Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5514 23

Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5514 29

Άλλα υφάσματα

5514 31

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5514 32

Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5514 33

Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5514 39

Άλλα υφάσματα

5514 41

Τυπωτά, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5514 42

Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5514 43

Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5514 49

Άλλα υφάσματα

5515 11

Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με ίνες μη συνεχείς από τεχνητό μετάξι βισκόζης

5515 12

Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο από συνθετικές ή τεχνητές ίνες συνεχείς

5515 13

Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5515 19

Άλλα

5515 21

Από ίνες μη συνεχείς ακρυλικές ή μοντακρυλικές, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες συνεχείς

5515 22

Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5515 29

Άλλα

5515 91

Άλλα υφάσματα, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες συνεχείς

5515 92

Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5515 99

Άλλα

5516 11

Υφάσματα από τεχνητές ίνες μη συνεχείς, που περιέχουν τουλάχιστον 85 % κατά βάρος τεχνητές ίνες μη συνεχείς, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5516 12

Βαμμένα

5516 13

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5516 14

Τυπωτά

5516 21

Που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος τεχνητές ίνες μη συνεχείς, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες συνεχείς, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5516 22

Βαμμένα

5516 23

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5516 24

Τυπωτά

5516 31

Που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος τεχνητές ίνες μη συνεχείς, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5516 32

Βαμμένα

5516 33

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5516 34

Τυπωπά

5516 41

Που περιέχουν λιγότερο του 85 % κατά βάρος τεχνητές ίνες μη συνεχείς, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5516 42

Βαμμένα

5516 43

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5516 44

Τυπωτά

5516 91

Άλλα, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5516 92

Βαμμένα

5516 93

Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5516 94

Τυπωτά

Κεφ. 56

Βάτες, πιλήματα και υφάσματα μη υφασμένα, νήματα ειδικά, σπιάγκοι, σχοινιά και χοντρά σχοινιά, είδη σχοινοποιίας

5601 10

Βάτες από υφαντικές ύλες και είδη από τις βάτες αυτές. Πετσέτες (σερβιέτες) και ταμπόν υγείας

5601 21

Βάτες. Άλλα είδη από βάτες, από βαμβάκι

5601 22

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5601 29

Άλλα

5601 30

Χνούδι από την επεξεργασία των υφασμάτων, κόμποι και σφαιρίδια από υφαντικές ύλες

5602 10

Πιλήματα που γίνονται με βελονάκι και προϊόντα ραμμένα-πλεγμένα

5602 21

Άλλα πιλήματα, μη εμποτισμένα, επιχρισμένα, επικαλυμμένα ή με απανωτές στρώσεις, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5602 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

5602 90

Άλλα

5603 00

Υφάσματα μη υφασμένα, έστω και εμποτισμένα, επιχρισμένα, επικαλυμμένα ή με απανωτές στρώσεις

5604 10

Νήματα και σχοινιά από καουτσούκ, επικαλυμμένα με υφαντικά

5604 20

Νήματα μεγάλης αντοχής από πολυεστέρες, νάυλον ή άλλα πολυαμίδια ή από τεχνητές υφαντικές ίνες βισκόζης, εμποτισμένα ή επιχρισμένα

5604 90

Άλλα

5605 00

Μεταλλικές κλωστές και νήματα επιμεταλλωμένα, έστω και περιτυλιγμένα με άλλα νήματα από υφαντικές ίνες, που αποτελούνται από υφαντικά νήματα, λουρίδες ή παρόμοιες μορφές, συνδυασμένα με μέταλλο με μορφή νημάτων, λουρίδων ή σκόνης, ή επικαλυμμένα με μέταλλο

5606 00

Νήματα περιτυλιγμένα, άλλα. Νήματα σενίλλης. Νήματα με την ονομασία «αλυσιδίτσα»

5607 10

Σπάγκοι, σχοινιά και χοντρά σχοινιά, πλεκτά ή όχι, από γιούτα ή άλλες υφαντικές ίνες που προέρχονται από το εσωτερικό του φλοιού ορισμένης κατηγορίας φυτών (βίβλος)

5607 21

Σπάγκοι για δεσίματα ή δεματιάσματα, από σιζάλ ή άλλες υφαντικές ίνες του είδους Agave

5607 29

Άλλα

5607 30

Από αβάκα (καννάβι της Μανίλας ή Musa textilis Nee) ή από άλλες σκληρές ίνες (από φύλλα)

5607 41

Σπάγκοι για δεσίματα ή δεματιάσματα, από πολυαιθυλένιο ή πολυπροπυλένιο

5607 49

Άλλα

5607 50

Από άλλες συνθετικές ίνες

5607 90

Άλλα

5608 11

Δίχτυα έτοιμα για την αλιεία και άλλα δίχτυα έτοιμα, από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5608 19

Δίχτυα με δεμένους κόμπους από σπάγκους, σχοινιά ή χοντρά σχοινιά και άλλα δίχτυα έτοιμα, από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5608 90

Άλλα

5609 00

Άλλα είδη από νήματα, λουρίδες, σπάγκους, σχοινιά ή χοντρά σχοινιά

Κεφ. 57

Τάπητες και άλλες επενδύσεις δαπέδου από υφαντικές ύλες

5701 10

Τάπητες από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας με κόμπους

5701 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

5702 10

Τάπητες με την ονομασω «κιλίμια», «σουμάκ», «καραμανίας» και παρόμοιοι τάπητες υφασμένοι με το χέρι

5702 20

Επενδύσεις δαπέδου από κοκοφοίνικα

5702 31

Άλλα, με βελουδωτή κατασκευή, όχι έτοιμα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5702 32

Από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5702 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

5702 41

Άλλα, με βελουδωτή κατασκευή, όχι έτοιμα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5702 42

Από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5702 49

Από άλλες υφαντικές ύλες

5702 51

Άλλα, χωρίς βελουδωτή κατασκευή, όχι έτοιμα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5702 52

Από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5702 59

Από άλλες υφαντικές ύλες

5702 91

Άλλα, χωρίς βελουδωτή κατασκευή, έτοιμα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5702 92

Από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5702 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

5703 10

Τάπητες από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, φουντωτοί

5703 20

Από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια

5703 30

Από άλλες συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5703 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

5704 10

Τετράγωνα στα οποία η επιφάνεια δεν υπερβαίνει τα 03 m2

5704 90

Άλλα

5705 00

Άλλοι τάπητες και επενδύσεις δαπέδου από υφαντικές ύλες

Κεφ. 58

Υφάσματα ειδικά, υφαντικές φουντωτές επιφάνειες, δαντέλες, είδη επίστρωσης, είδη ταινιοπλεκτικής, κεντήματα

5801 10

Βελούδα και πλούσες από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, άλλα από τα είδη κορδελοποιίας

5801 21

Βελούδα και πλούσες υφαδιού, άκοπα, από βαμβάκι

5801 22

Βελούδα και πλούσες υφαδιού, κομμένα, με ραβδώσεις (κοτλέ)

5801 23

Άλλα βελούδα και πλούσες υφαδιού

5801 24

Βελούδα και πλούσες στημονιού, με ελαφρές ραβδώσεις (e'pingle's)

5801 25

Βελούδα και πλούσες στημονιού, κομμένα

5801 26

Υφάσματα σενίλλης

5801 31

Βελούδα και πλούσες υφαδιού, άκοπα, από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5801 32

Βελούδα και πλούσες υφαδιού, κομμένα, με ραβδώσεις (κοτλέ)

5801 33

Άλλα βελούδα και πλούσες υφαδιού

5801 34

Βελούδα και πλούσες στημονιού, με ελαφρές ραβδώσεις (e'pingle's)

5801 35

Βελούδα και πλούσες στημονιού, κομμένα

5801 36

Υφάσματα σενίλλης

5801 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

5802 11

Υφάσματα φλοκωτά σπογγώδους μορφής, άλλα από τα είδη κορδελοποιίας, από βαμβάκι, αλεύκαστα

5802 19

Άλλα

5802 20

Υφάσματα φλοκωτά σπογγώδους μορφής, από άλλες υφαντικές ύλες

5802 30

Φουντωτές υφαντικές επιφάνειες

5803 10

Υφάσματα με ύφανση γάζας, άλλα από τα είδη κορδελοποιίας, από βαμβάκι

5803 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

5804 10

Τούλια κάθε είδους και υφάσματα βροχιδωτά με κόμπους

5804 21

Δαντέλες με τη μηχανή, από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5804 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

5804 30

Δαντέλες με το χέρι

5805 00

Είδη επίστρωσης υφασμένα με το χέρι και είδη επίστρωσης κεντημένα με βελόνα, έστω και έτοιμα

5806 10

Είδη κορδελοποιίας από βελούδα, από πλούσες, από υφάσματα σενίλλης ή από υφάσματα φλοκωτά σπογγώδους μορφής

5806 20

Άλλα είδη κορδελοποιίας, που περιέχουν κατά βάρος 5 % ή περισσότερο νήματα ελαστομερή ή νήματα από καουτσούκ

5806 31

Άλλα είδη κορδελοποιίας, από βαμβάκι

5806 32

Από συνθετικές ή υφαντικές ίνες

5806 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

5806 40

Ταινίες χωρίς υφάδι, από νήματα ή ίνες παραλληλισμένα και κολλημένα (bolducs)

5807 10

Ετικέτες, εμβλήματα και παρόμοια είδη από υφαντικές ύλες, υφασμένα

5807 90

Άλλα

5808 10

Ταινιοπλεγματα σε τόπια

5808 90

Άλλα

5809 00

Υφάσματα από νήματα από. μέταλλο και υφάσματα από νήματα από μέταλλο συνδυασμένα με νήματα από υφαντικές ίνες ή από επιμεταλλωμένα υφαντικά νήματα κ.λπ., άλλα

5810 10

Κεντήματα χημικά ή αστήρικτα και κεντήματα με τη βάση αποκομμένη

5810 91

Άλλα κεντήματα

5810 91

Από βαμβάκι

5810 92

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5810 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

5811 00

Υφαντουργικά προϊόντα σε τόπια

Κεφ. 59

Υφάσματα εμποτισμένα, επιχρισμένα, επικαλυμμένα ή με απανωτές στρώσεις. Είδη για τεχνικές χρήσεις από υφαντικές ύλες

5901 10

Υφάσματα επιχρισμένα με κόλλα ή με αμυλώδεις ουσίες, των τύπων που χρησιμοποιούνται για τη βιβλιοδεσία, χαρτοδεσία, κατασκευή θηκών ή παρόμοιες χρήσεις

5901 90

Άλλα

5902 10

Φύλλα υφασμένα για επίσωτρα με πεπιεσμένο αέρα, που λαμβάνονται από νήματα υψηλής αντοχής από νάυλον ή από άλλα πολυαμίδια

5902 20

Από πολυεστέρες

5902 90

Άλλα

5903 00

Υφάσματα εμποτισμένα, επιχρισμένα ή επικαλυμμένα με πλαστική ύλη ή με απανωτές στρώσεις από πλαστική ύλη, άλλα, με πολυχλωριούχο βινύλιο

5903 20

Με πολυουρεθάνη

5903 90

Άλλα

5904 10

Λινοτάπητες, έστω και κομμένοι

5904 91

Επενδύσεις δαπέδων των οποίων το υπόθεμα αποτελείται από πίλημα με βελόνα ή μη υφασμένο ύφασμα

5904 92

Στα οποία το υπόθεμα από υφαντική ύλη έχει άλλη σύσταση

5905 00

Επενδύσεις τοίχων από υφαντικές ύλες

5906 10

Υφάσματα συνδυασμένα με καουτσούκ, ταινίες συγκολλητικές, πλάτους που δεν υπερβαίνει τα 20 cm

5906 91

Άλλα, πλεκτά

5906 99

Άλλα

5907 00

Άλλα υφάσματα εμποτισμένα, επιχρισμένα ή επικαλυμμένα. Υφάσματα ζωγραφισμένα για σκηνικά θεάτρων, παραπετάσματα εργαστηρίων ή για ανάλογες χρήσεις

5908 00

Φιτίλια υφασμένα, πλεγμένασε πλεξούδες ή πλεκτά, από υφαντικές ύλες, για λάμπες, καμινέτα, αναπτήρες, κεριά ή παρόμοια. Αμίαντα φωτισμού και σωληνοειδή υφάσματα πλεκτά που χρησιμεύουν για την κατασκευή τους, έστω και εμποτισμένα

5909 00

Σωλήνες για αντιλίες και παρόμοιοι σωλήνες, από υφαντικές ύλες, έστω και με εξοπλισμό ή εξαρτήματα από άλλες ύλες

5910 00

Ιμάντες μεταφοράς ή μετάδοσης κίνησης από υφαντικές ύλες, έστω και ενισχυμένοι με μέταλλο ή άλλες ύλες

5911 10

Υφάσματα, πιλήματα και υφάσματα επενδυμένα με πίλημα, συνδυασμένα με μία ή περισσότερες στρώσεις από καουτσούκ, από δέρμα ή άλλες ύλες, των τύπων που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή επενδύσεων λαναριών, και ανάλογα προϊόντα για άλλες τεχνικές χρήσεις

5911 20

Γάζες και υφάσματα για κόσκινα, έστω και έτοιμα

5911 31

Υφάσματα και πιλήματα ατέρμονα ή εφοδιασμένα με μέσα συνένωσης, των τύπων που χρησιμοποιούνται στις χαρτοποιητικές μηχανές ή σε παρόμοιες μηχανές, βάρους κατά m2 κατώτερου των 650 g

5911 32

Βάρους κατά m2 ίσου ή ανώτερου των 650 g

5911 40

Φίλτρα και χοντρά υφάσματα των τύπων που χρησιμοποιούνται στα ελαιοπιεστήρια ή για ανάλογες τεχνικές χρήσεις, στα οποία περιλαμβάνονται και εκείνα που γίνονται από ανθρώπινες τρίχες κεφαλής

5911 90

Άλλα

Κεφ. 60

Υφάσματα πλεκτά

6001 10

Υφάσματα με την ονομασία «με μακρύ τρίχωμα»

6001 21

Υφάσματα βροχιδωτά, από βαμβάκι

6001 22

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6001 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6001 91

Άλλα, από βαμβάκι

6001 92

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6001 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6002 10

Άλλα πλεκτά υφάσματα, πλάτους που δεν υπερβαίνει τα 30 cm, που περιέχουν κατά βάρος 5 % ή περισσότερο νήματα ελαστομερή ή νήματα από καουτσούκ

6002 20

Άλλα, πλάτους που δεν υπερβαίνει τα 30 cm

6002 30

Πλάτους που υπερβαίνει τα 30 cm, που περιέχουν κατά βάρος 5 % ή περισσότερο νήματα ελαστομερή ή νήματα από καουτσούκ

6002 41

Άλλα, πλεκτά στημονιού (στα οποία περιλαμβάνονται και εκείνα που γίνονται σε μηχανές κατασκευής σειρητιών), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6002 42

Από βαμβάκι

6002 43

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6002 49

Άλλα

6002 91

Άλλα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6002 92

Από βαμβάκι

6002 93

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6002 99

Άλλα

Κεφ. 61

Ενδύματα και συμπληρώματα του ενδύματος πλεκτά

6101 10

Παλτά, κοντά παλτά, κάπες, άνορακ, μπλουζόν και παρόμοια είδη, από πλεκτό, για άντρες ή αγόρια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6101 20

Από βαμβάκι

6101 30

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6101 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6102 10

Παλτά, κοντά παλτά, κάπες, άνορακ, μπλουζόν και παρόμοια είδη, από πλεκτό, για γυναίκες ή κορίτσια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6102 20

Από βαμβάκι

6102 30

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6102 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6103 11

Κοστούμια για άντρες ή αγόρια, από πλεκτό, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6103 12

Από συνθετικές ίνες

6103 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6103 21

Σύνολα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6103 22

Από βαμβάκι

6103 23

Από συνθετικές ίνες

6103 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6103 31

Σακάκια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6103 32

Από βαμβάκι

6103 33

Από συνθετικές ίνες

6103 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

6103 41

Παντελόνια, φόρμες με τιράντες (σαλοπέτ), παντελόνια μέχρι το γόνατο και παντελόνια κοντά (σορτς), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6103 42

Από βαμβάκι

6103 43

Από συνθετικές ίνες

6103 49

Από άλλες υφαντικές ύλες

6104 11

Κοστούμια-ταγιέρ, από πλεκτό, για γυναίκες ή κορίτσια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104 12

Από βαμβάκι

6104 13

Από συνθετικές ίνες

6104 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6104 21

Σύνολα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104 22

Από βαμβάκι

6104 23

Από συνθετικές ίνες

6104 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6104 31

Ζακέτες, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104 32

Από βαμβάκι

6104 33

Από συνθετικές ίνες

6104 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

6104 41

Φορέματα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104 42

Από βαμβάκι

6104 43

Από συνθετικές ίνες

6104 44

Από τεχνητές ίνες

6104 49

Από άλλες υφαντικές ύλες

6104 51

Φούστες, φούστες-παντελόνια (ζιπ-κιλότ), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104 52

Από βαμβάκι

6104 53

Από συνθετικές ίνες

6104 59

Από άλλες υφαντικές ύλες

6104 61

Παντελόνια, φόρμες με τιράντες (σαλοπέτ), παντελόνια μέχρι το γόνατο και παντελόνια κοντά (σορτς), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104 62

Από βαμβάκι

6104 63

Από συνθετικές ίνες

6104 69

Από άλλες υφαντικές ύλες

6105 10

Πουκάμισα και πουκαμισάκια, από πλεκτό, για άντρες ή αγόρια, από βαμβάκι

6105 20

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6105 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6106 10

Φορέματα-πουκάμισα (σεμιζιέ), μπλούζες, μπλούζες-πουκάμισα και πουκαμισάκια, από πλεκτό, για γυναίκες ή κορίτσια, από βαμβάκι

6106 20

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6106 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6107 10

Σλιπ και σώβρακα, από πλεκτό, για άντρες ή αγόρια, από βαμβάκι

6107 12

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6107 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6107 21

Νυχτικά και πιτζάμες, από βαμβάκι

6107 22

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6107 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6107 91

Άλλα, από βαμβάκι

6107 92

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6107 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6108 11

Κομπινεζόν ή μεσοφόρια, μισά μεσοφόρια, από πλεκτό, για γυναίκες ή κορίτσια, από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6108 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6108 21

Σλιπ και κιλότες, από βαμβάκι

6108 22

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6108 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6108 31

Νυχτικά και πιτζάμες, από βαμβάκι

6108 32

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6108 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

6108 91

Άλλα

6108 91

Από βαμβάκι

6108 92

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6108 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6109 10

Τι-σερτ και φανελάκια, από πλεκτό, από βαμβάκι

6109 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6110 10

Σαντάιγ, πουλόβερ, κάρντιγκαν, γιλέκα και παρόμοια είδη, από πλεκτό, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6110 20

Από βαμβάκι

6110 30

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6110 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6111 10

Ενδύματα και συμπληρώματα της ένδυσης, από πλεκτό, για βρέφη, από μαλλί η τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6111 20

Από βαμβάκι

6111 30

Από συνθετικές ίνες

6111 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6112 11

Φόρμες αθλητικές (προπόνησης), από πλεκτό, από βαμβάκι

6112 12

Από συνθετικές ίνες

6112 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6112 20

Κοστούμια και σύνολα του σκι

6112 31

Μαγιό, κιλότες και σλιπ μπάνιου, για άντρες ή αγόρια, από συνθετικές ίνες

6112 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

6112 41

Μαγιό, κιλότες και σλιπ μπάνιου, για γυναίκες ή κορίτσια, από συνθετικές ίνες

6112 49

Από άλλες υφαντικές ύλες

6113 00

Ενδύματα κατασκευασμένα από πλεκτά υφάσματα των κλάσεων 5903, 5906 ή 5907

6114 10

Άλλα ενδύματα πλεκτά, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6114 20

Από βαμβάκι

6114 30

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6114 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6115 11

Κολάν (κάλτσες-κιλότες), από πλεκτό, από συνθετικές ίνες, με τίτλο σε απλά νήματα λιγότερο των 67 decitex

6115 12

Από συνθετικές ίνες, με τίτλο σε απλά νήματα 67 decitex ή περισσότερο

6115 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6115 20

Κάλτσες και μιαές-κάλτσες, για γυναίκες, με τίτλο σε απλά νήματα λιγότερο των 67 decitex

6115 91

Άλλα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6115 92

Από βαμβάκι

6115 93

Από συνθετικές ίνες

6115 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6116 10

Γάντια εμποτισμένα, επιχρισμένα ή επικαλυμμένα από πλαστική ύλη ή καουτσούκ

6116 91

Άλλα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6116 92

Από βαμβάκι

6116 93

Από συνθετικές ίνες

6116 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6117 10

Σάλια, σάρπες, μαντίλια λαιμού (φουλάρια), ρινοσκεπές, κασκόλ, μαντίλες, βέλα, βελάκια και παρόμοια είδη

611720

Γραβάτες, παπιγιόν και φουλάρια-γραβάτες

6117 80

Άλλα εξαρτήματα

6117 90

Μέρη

Κεφ. 62

Ενδύματα και συμπληρώματα του ενδύματος άλλα από τα πλεκτά

6201 11

Παλτά, αδιάβροχα, κοντά παλτά, κάπες και παρόμοια είδη, για άντρες ή αγόρια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6201 12

Από βαμβάκι

6201 13

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6201 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6201 91

Άλλα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6201 92

Από βαμβάκι

6201 93

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6201 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6202 11

Παλτά, κοντά παλτά, κάπες, άνορακ, μπλουζόν και παρόμοια είδη, για γυναίκες ή κορίτσια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6202 12

Από βαμβάκι

6202 13

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6202 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6202 91

Άλλα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6202 92

Από βαμβάκι

6202 93

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6202 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6203 11

Κοστούμια, για άντρες ή αγόρια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6203 12

Από συνθετικές ίνες

6203 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6203 21

Σύνολα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6203 22

Από βαμβάκι

6203 23

Από συνθετικές ίνες

6203 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6203 31

Σακάκια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6203 32

Από βαμβάκι

6203 33

Από συνθετικές ίνες

6203 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

6203 41

Παντελόνια, φόρμες με τιράντες (σαλοπέτ), παντελόνια μέχρι το γόνατο και παντελόνια κοντ (σορτς), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6203 42

Από βαμβάκι

6203 43

Από συνθετικές ίνες

6203 49

Από άλλες υφαντικές ύλες

6204 11

Κοστούμια-ταγιέρ, για γυναίκες ή κορίτσια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204 12

Από βαμβάκι

6204 13

Από συνθετικές ίνες

6204 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6204 21

Σύνολα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204 22

Από βαμβάκι

6204 23

Από συνθετικές ίνες

6204 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6204 31

Ζακέτες, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204 32

Από βαμβάκι

6204 33

Από συνθετικές ίνες

6204 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

6204 41

Φορέματα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204 42

Από βαμβάκι

6204 43

Από συνθετικές ίνες

6204 44

Από τεχνητές ίνες

6204 49

Από άλλες υφαντικές ύλες

6204 51

Φούστες, φούστες-παντελόνια (ζιπ-κιλότ), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204 52

Από βαμβάκι

6204 53

Από συνθετικές ίνες

6204 59

Από άλλες υφαντικές ύλες

6204 61

Παντελόνια, φόρμες με τιράντες (σαλοπέτ), παντελόνια μέχρι το γόνατο και παντελόνια κοντά (σορτς), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204 62

Από βαμβάκι

6204 63

Από συνθετικές ίνες

6204 69

Από άλλες υφαντικές ύλες

6205 10

Πουκάμισα και πουκαμισάκια, για άντρες ή αγόρια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6205 20

Από βαμβάκι

6205 30

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6205 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6206 10

Φορέματα-πουκάμισα (σεμιζιέ), μπλούζες, μπλούζες-πουκάμισα και πουκαμισάκια για γυναίκες ή κορίτσια, από μετάξι ή από απορρίμματα από μετάξι

6206 20

Από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6206 30

Από βαμβάκι

6206 40

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6206 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6207 11

Σλιπ και σώβρακα, για άντρες ή αγόρια, από βαμβάκι

6207 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6207 21

Νυχτικά και πιτζάμες, από βαμβάκι

6207 22

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6207 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6207 91

Άλλα, από βαμβάκι

6207 92

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6207 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6208 11

Κομπινεζόν ή μεσοφόρια και μισά μεσοφόρια, για γυναίκες ή κορίτσια, από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6208 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6208 21

Νυχτικά και πιτζάμες, από βαμβάκι

6208 22

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6208 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6208 91

Άλλα, από βαμβάκι

6208 92

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6208 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6209 10

Ενδύματα και συμπληρώματα του ενδύματος για βρέφη, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6209 20

Από βαμβάκι

6209 30

Από συνθετικές ίνες

6209 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6210 10

Ενδύματα κατασκευασμένα από προϊόντα των κλάσεων 5602, 5603, 5903, 5906 ή 5907, από προϊόντα των κλάσεων 5602 ή 5603

6210 20

Άλλα ενδύματα των τύπων που αναφέρονται στις διακρίσεις 620111 μέχρι 620119

6210 30

Άλλα ενδύματα των τύπων που αναφέρονται στις διακρίσεις 620211 μέχρι 620219

6210 40

Άλλα ενδύματα για άντρες ή αγόρια

6210 50

Άλλα ενδύματα για γυναίκες ή κορίτσια

6211 11

Μαγιό, κιλότες και σλιπ μπάνιου, για άντρες ή αγόρια

6211 12

Για γυναίκες ή κορίτσια

6211 20

Κουστούμια του σκι

6211 31

Άλλα ενδύματα για άντρες ή αγόρια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6211 32

Από βαμβάκι

6211 33

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6211 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

6211 41

Άλλα ενδύματα για γυναίκες ή κορίτσια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6211 42

Από βαμβάκι

6211 43

Από συνθετικές ίνες

6211 49

Από άλλες υφαντικές ύλες

6212 10

Στηθόδεσμοι και τα μέρη τους

6212 20

Κορσέδες χωρίς ελάσματα (λαστέξ) και κορσέδες-κιλότες

6212 30

Συνδυασμοί

6212 90

Άλλα

6213 10

Μαντίλια και μαντιλάκια τσέπης, από μετάξι ή από απορρίμματα από μετάξι

6213 20

Από βαμβάκι

6213 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6214 10

Σάλια, σάρπες, μαντίλια του λαιμού (φουλάρια), καλύμματα μύτης, κασκόλ, μαντίλες, βέλα, βελάκια και παρόμοια είδη, από μετάξι ή από απορρίμματα από μετάξι

6214 20

Από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6214 30

Από συνθετικές ίνες

6214 40

Από τεχνητές ίνες

6214 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6215 10

Γραβάτες, παπιγιόν και φουλάρια-γραβάτες, από μετάξι ή από απορρίμματα από μετάξι

6215 20

Από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6215 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6216 00

Είδη γαντοποιίας

6217 10

Άλλα έτοιμα συμπληρώματα του ενδύματος

6217 90

Μέρη ενδυμάτων ή συμπληρωμάτων του ενδύματος

Κεφ. 63

Άλλα έτοιμα υφαντουργικά είδη, συνδυασμοί, μεταχειρισμένα ενδύματα και άλλα μεταχειρισμένα είδη και ράκη

6301 10

Κλινοσκεπάσματα που θερμαίνονται με ηλεκτρισμό

6301 20

Κλινοσκεπάσματα (άλλα από τα κλινοσκεπάσματα που θερμαίνονται με ηλεκτρισμό) από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6301 30

Κλινοσκεπάσματα (άλλα από τα κλινοσκεπάσματα που θερμαίνονται με ηλεκτρισμό) από βαμβάκι

6301 40

Κλινοσκεπάσματα (άλλα από τα κλινοσκεπάσματα που θερμαίνονται με ηλεκτρισμό) από συνθετικές ίνες

6301 90

Άλλα κλινοσκεπάσματα

6302 10

Πανικά κρεβατιού πλεκτά

6302 21

Άλλα πανικά κρεβατιού, τυπωτά

6302 21

Από βαμβάκι

6302 22

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6302 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6302 31

Άλλα πανικά κρεβατιού, από βαμβάκι

6302 32

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6302 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

6302 40

Πανικά τραπεζιού πλεκτά

6302 51

Άλλα πανικά τραπεζιού, από βαμβάκι

6302 52

Από λινάρι

6302 53

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6302 59

Από άλλες υφαντικές ύλες

6302 60

Πανικά καθαριότητας ή κουζίνας, βοστρυχωτά σπογγώδους είδους, από βαμβάκι.

6302 91

Άλλα, από βαμβάκι

6302 92

Από λινάρι

6302 93

Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6302 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6303 11

Παραπετάσματα εσωτερικά κάθε είδους για πόρτες και παράθυρα, πλεκτά, από βαμβάκι

6303 12

Από συνθετικές ίνες

6303 19

Από άλλες υφαντικές ύλες

6303 91

Άλλα, από βαμβάκι

6303 92

Από συνθετικές ίνες

6303 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6304 11

Καλύμματα κρεβατιού, πλεκτά

6304 19

Άλλα

6304 91

Άλλα, πλεκτά

6304 92

Άλλα από τα πλεκτά, από βαμβάκι

6304 93

Άλλα από τα πλεκτά, από συνθετικές ίνες

6304 99

Άλλα από τα πλεκτά, από άλλες υφαντικές ύλες

6305 10

Σάκοι και σακίδια συσκευασίας, από γιούτα ή άλλες υφαντικές ίνες

6305 20

Από βαμβάκι

6305 31

Από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες, που κατασκευάζονται από λουρίδες ή παρόμοιες μορφές από πολυαιθυλένιο ή από πολυπροπυλένιο

6305 39

Άλλα

6305 90

Από άλλες υφαντικές ύλες

6306 11

Καλύμματα εμπορευμάτων, οχημάτων κ.λπ. και εξωτερικά προπετάσματα (τέντες), από βαμβάκι

6306 22

Από συνθετικές ίνες

6306 29

Από άλλες υφαντικές ύλες

6306 31

Ιστία, από συνθετικές ίνες

6306 39

Από άλλες υφαντικές ύλες

6306 41

Στρώματα που φουσκώνουν με αέρα, από βαμβάκι

6306 49

Από άλλες υφαντικές ύλες

6306 91

Άλλα, από βαμβάκι

6306 99

Από άλλες υφαντικές ύλες

6307 10

Υφάσματα για τον καθαρισμό πατωμάτων, πιατόπανα, ξεσκονιστήρια τύπου δέρματος και παρόμοια είδη καθαρισμού

6307 20

Σωσίβιες ζώνες και σωσίβια γιλέκα

6307 90

Άλλα

6308 00

Συνδυασμοί (σετ) που αποτελούνται από τεμάχια υφασμάτων και νήματα, για την κατασκευή ταπήτων, ειδών επίστρωσης (ταπετσαρίες), κεντημένων τραπεζομάνδηλων ή πετσετών ή παρόμοιων υφαντουργικών ειδών, σε συσκευασίες για τη λιανική πώληση

6309 00

Μεταχειρισμένα ενδύματα και άλλα μεταχειρισμένα είδη



Κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης των κεφαλαίων 30 έως 49, 64 έως 96

Αριθ. ΕΣ

Περιγραφή εμπορεύματος

3005 90

Βαμβάκι, γάζες, ταινίες, και ανάλογα είδη

ex 3921 12

ex3921 13

ex 3921 90

right accolade Υφάσματα υφασμένα, πλεκτά ή μη πλεκτά, επιχρισμένα, επικαλυμμένα ή επιστρωμένα με πλαστικές ύλες

ex 4202 12

ex 4202 22

ex 4202 32

ex 4202 92

right accolade Αποσκευές, σακκίδια χεριού και επίπεδα είδη με εξωτερική επιφάνεια κυρίως από υφαντικές ύλες

ex 6405 20

Υποδήματα με πέλματα και πάνω μέρη από μάλλινο πίλημα

ex 6406 10

Πάνω μέρη υποδημάτων των οποίων το 50 % και άνω της εξωτερικής επιφάνειας αποτελείται από υφαντικές ύλες

ex 6406 99

Περιβλήματα της κνήμης και γκέτες από υφαντικές ύλες

6501 00

Καμπάνες για καπέλα, αδιαμόρφωτες και με ασήκωτο το γύρο, δίσκοι και κύλινδροι για καπέλα από πίλημα

6502 00

Καμπάνες ή τύποι για καπέλα, πλεγμένα ή κατασκευασμένα με συναρμολόγηση ταινιών, από κάθε ύλη

6503 00

Καπέλα και άλλα καλύμματα κεφαλής από πίλημα

6504 00

Καπέλα και άλλα καλύμματα κεφαλής, πλεγμένα ή κατασκευασμένα με συναρμολόγηση ταινιών από κάθε ύλη

6505 90

Καπέλα και άλλα καλύμματα κεφαλής, πλεγμένα με δαντέλες ή άλλες υφαντικές ύλες

6601 10

Ομπρέλες για τη βροχή και τον ήλιο κήπου

6601 91

Άλλες ομπρέλες με τηλεσκοπική λαβή

6601 99

Άλλες ομπρέλες

ex7019 10

Ίνες από υαλοβάμβακα

ex 7019 20

Υφάσματα από υαλοβάμβακα

8708 21

Ζώνες ασφαλείας για οχήματα με κινητήρα

8804 00

Αλεξίπτωτα, τα μέρη και τα εξαρτήματά τους

9113 90

Βραχιόλια (μπρασελέ) ρολογιών από υφαντικές ύλες

ex 9404 90

Προσκεφάλια και μαξιλάρια από βαμβάκι, καλύμματα ποδιών, παπλώματα και παρόμοια είδη από υφαντικές ύλες

9502 91

Ενδύματα για κούκλες

ex9612 10

Υφασμάτινες μελανοταινίες, από χειροποίητες ίνες άλλες από αυτές που έχουν πλάτος λιγότερο από 30 χιλ. τοποθετημένες μονίμως σε κασέτες

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΑ ΤΕΧΝΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

Έχοντας υπόψη τις πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης,

Επιθυμώντας την προώθηση των στόχων της GΑΤΤ του 1994,

Αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα της συνδρομής που τα διεθνή πρότυπα και τα συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης δύνανται να προσφέρουν, ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα της παραγωγής και διευκολύνοντας το διεθνές εμπόριο,

Επιθυμώντας, κατά συνέπεια, την ενθάρρυνση της ανάπτυξης των διεθνών προτύπων και των συστημάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης,

Επιθυμώντας, εντούτοις, να εξασφαλίσουν ότι οι τεχνικοί κανονισμοί και τα πρότυπα, περιλαμβανομένων και των προδιαγραφών στον τομέα συσκευασίας, σήμανσης και επικόλλησης ετικετών, και οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης προς τους τεχνικούς κανονισμούς και τα πρότυπα δεν δημιουργούν περιττά εμπόδια στο διεθνές εμπόριο,

Αναγνωρίζοντας ότι τίποτα δεν είναι δυνατόν να εμποδίσει μια χώρα να λάβει τα αναγκαία μέτρα προς εξασφάλιση της ποιότητας των εξαγωγών της, ή για την προστασία της υγείας και της ζωής ανθρώπων, ζώων και φυτών, την προστασία του περιβάλλοντος ή την πρόληψη της απάτης, στα επίπεδα που θεωρεί αρμόζοντα, υπό την επιφύλαξη ότι τα μέτρα αυτά δεν εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αποτελούν είτε μέσο αυθαιρέτου ή αδικαιολογήτου διακρίσεως μεταξύ χωρών όπου κυριαρχούν οι αυτές συνθήκες, είτε συγκαλυμμένο περιορισμό του διεθνούς εμπορίου, και τα οποία είναι εξάλλου σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας,

Αναγνωρίζοντας ότι τίποτα δεν είναι δυνατόν να εμποδίσει μια χώρα να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των βασικών συμφερόντων ασφαλείας της,

Αναγνωρίζοντας τη συνεισφορά που η διεθνής τυποποίηση δύναται να προσφέρει στη μεταφορά της τεχνολογίας των ανεπτυγμένων χωρών προς τις αναπτυσσόμενες χώρες,

Αναγνωρίζοντας ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες δύνανται να συναντήσουν ειδικές δυσκολίες στην εκπόνηση και εφαρμογή τεχνικών κανονισμών, προτύπων και μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης προς τους τεχνικούς κανονισμούς και τα πρότυπα, και επιθυμώντας να τις βοηθήσουν στις προσπάθειες τους στο θέμα αυτό,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



Άρθρο 1

Γενικές διατάξεις

1.1.  
Οι γενικοί όροι για την τυποποίηση και τη διαπίστωση της συμμόρφωσης έχουν την έννοια που τους έχει δοθεί από τους ορισμούς που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών και από τους διεθνείς οργανισμούς της τυποποίησης, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου τους και του αντικειμένου της παρούσας συμφωνίας.
1.2.  
Εντούτοις, για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ισχύουν οι όροι που καθορίζονται στο παράρτημα I όπως ερμηνεύονται σ' αυτό.
1.3.  
Όλα τα προϊόντα, περιλαμβανομένων των βιομηχανικών και των γεωργικών, υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
1.4.  
Οι προδιαγραφές σε θέματα αγοράς που έχουν εκπονηθεί από κυβερνητικούς οργανισμούς για τις ανάγκες της παραγωγής ή της κατανάλωσης κυβερνητικών οργανισμών δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, αλλά διέπονται από τη συμφωνία περί των δημοσίων συμβάσεων, στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της.
1.5.  
Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν ισχύουν για τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας, όπως καθορίζονται στο παράρτημα Α της συμφωνίας για την εφαρμογή των μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας.
1.6.  
Όλες οι παραπομπές της παρούσας συμφωνίας σε τεχνικούς κανονισμούς, πρότυπα και μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης ερμηνεύονται ως περιέχουσες τροποποιήσεις και προσθήκες στους κανόνες ή στα προϊόντα που αναφέρονται, εκτός των τροποποιήσεων ή των προσθηκών μικρής σημασίας.



ΤΕΧΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΤΥΠΑ

Άρθρο 2

Εκπόνηση, έκδοση και εφαρμογή τεχνικών κανονισμών από όργανα της κεντρικής κυβέρνησης

Όσον αφορά τα όργανα της κεντρικής τους κυβέρνησης:

2.1. 

Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι, σχετικά με τους τεχνικούς κανονισμούς, τα προϊόντα που εισάγονται από έδαφος οποιουδήποτε μέλους τυγχάνουν μεταχείρισης τουλάχιστον το ίδιο ευνοϊκής με την εφαρμοζoμενη σε παρόμοια προϊόντα εθνικής καταγωγής και σε ομοειδή προϊόντα καταγωγής οποιασδήποτε άλλης χώρας.

2.2. 

Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τεχνικοί κανονισμοί δεν εκπονούνται, εκδίδονται ή εφαρμόζονται με σκοπό ή με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν περιττά εμπόδια στο διεθνές εμπόριο. Για το σκοπό αυτό, οι τεχνικοί κανονισμοί δεν περιορίζουν το εμπόριο σε βαθμό μεγαλύτερο από τον απαιτούμενο για την επίτευξη θεμιτού στόχου, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που θα δημιουργούσε η αποτυχία του στόχου. Τέτοιου είδους θεμιτοί στόχοι είναι, μεταξύ άλλων, οι επιταγές της εθνικής ασφάλειας, η πρόληψη της απάτης, η προστασία της υγείας ή ασφαλείας των ανθρώπων, της ζωής ή της υγείας ζώων και των φυτών, ή το περιβάλλον. Κατά την εκτίμηση των κινδύνων αυτών, τα σχετικά στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη είναι, μεταξύ άλλων, οι διαθέσιμες επιστημονικές και τεχνικές πληροφορίες, η σχετική τεχνολογία μεταποίησης ή η μελετώμενη τελική χρήση των προϊόντων.

2.3. 

Οι τεχνικοί κανονισμοί δεν διατηρούνται, εφόσον οι περιστάσεις ή οι στόχοι, οι οποίοι επέβαλαν τη θέσπιση τους, πάψουν να υφίστανται ή εφόσον οι μεταβληθείσες περιστάσεις ή στόχοι μποροιύν να καλυφθούν κατά τρόπο λιγότερο περιοριστικό για το εμπόριο.

2.4. 

Όταν απαιτούνται τεχνικοί κανονισμοί, ενώ υπάρχουν διεθνή πρότυπα ή επίκειται η τελική τους διαμόρφωση, τα μέλη χρησιμοποιούν τα διεθνή αυτά πρότυπα ή τα βασικά στοιχεία τους ως βάση για τους τεχνικούς κανονισμούς τους εκτός των περιπτώσεων που τα διεθνή αυτά πρότυπα ή τα στοιχεία αυτά είναι αναποτελεσματικά ή ακατάλληλα για την επίτευξη των επιδιωκόμενων θεμιτών στόχων, πλαραδείγματος χάριν λόγω θεμελιωδών κλιματικών ή γεωγραφικών παραγόντων ή βασικών τεχνολογικών προβλημάτων.

2.5. 

Κάθε μέλος που εκπονεί, εκδίδει ή εφαρμόζει τεχνικό κανονισμό ο οποίος μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο εμπόριο των λοιπών μελών εκθέτει, μετά από αίτηση άλλου μέλους, την αιτιολόγηση που αφορά τον εν λόγω τεχνικό κανονισμό σε σχέση με τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 4. Κάθε φορά που εκπονείται, εκδίδεται ή εφαρμόζεται τεχνικός κανονισμός για έναν από τους θεμιτούς στόχους που αναφέρονται σαφώς στην παράγραφο 2, ο οποίος είναι σύμφωνος με τα σχετικά διεθνή πρότυπα, υπάρχει μαχητό τεκμήριο ότι δεν δημιουργεί περιττά εμπόδια στο διεθνές εμπόριο.

2.6. 

Προκειμένου να εναρμονίσουν μεταξύ τους κατά το δυνατόν ευρύτερα τους τεχνικούς τους κανονισμούς, τα μέλη συμμετέχουν πλήρως, εντός των ορίων των δυνατοτήτων τους στην εκπόνηση, από τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης, των διεθνών προτύπων που αναφέρονται σε προϊόντα, για τα οποία έχουν θεσπίσει ή προβλέπουν να θεσπίσουν τεχνικούς κανονισμούς.

2.7. 

Τα μέλη εξετάζουν θετικά την αποδοχή ως ισοδυνάμων των τεχνικών κανονισμών άλλων μελών, ακόμα και αν οι εν λόγω κανονισμοί διαφέρουν από τους δικούς τους, υπό την προϋπόθεση ότι είναι πεπεισμένα ότι οι εν λόγω κανονισμοί ανταποκρίνονται καταλλήλως στους στόχους των δικών τους κανονισμών.

2.8. 

Κάθε φορά που αυτό θεωρείται αρμόζον, τα μελή καθορίζουν τους τεχνικούς κανονισμούς βάσει των προδιαγραφών απόδοσης του προϊόντος μάλλον, παρά βάσει της μορφής του ή των περιγραφικών χαρακτηριστικών του.

2.9. 

Κάθε φορά που δεν υφίστανται σχετικά διεθνή πρότυπα ή που το τεχνικό περιεχόμενο σχεδιαζόμενου τεχνικού κανονισμού δεν είναι σύμφωνο με το τεχνικό περιεχόμενο των σχετικών διεθνών προτύπων, και αν ο τεχνικός κανονισμός δύναται να επηρεάσει σημαντικά τις συναλλαγές των λοιπών μελών, τα μέλη:

2.9.1. 

προβαίνουν στη δημοσίευση, αρκετά έγκαιρα ώστε να επιτραπεί στα ενδιαφερόμενα μέρη άλλων μελών να λάβουν γνώση, ανακοίνωσης, σύμφωνα με την οποία σχεδιάζουν τη θέσπιση συγκεκριμένου τεχνικού κανονισμού·

2.9.2. 

γνωστοποιούν προς τα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, τα προϊόντα που θα καλύπτει ο προτεινόμενος τεχνικός κανονισμός, αναφέροντας συνοπτικά τον αντικειμενικό σκοπό και την αιτιολογία. Οι γνωστοποιήσεις αυτές πραγματοποιούνται έγκαιρα ώστε να μπορούν ακόμα να γίνουν τροποποιήσεις και να ληφθούν υπόψη τα σχόλια·

2.9.3. 

παρέχουν, κατόπιν αιτήσεως στα λοιπά μέλη, λεπτομέρειες ή αντίγραφα του σχεδιαζόμενου τεχνικού κανονισμού και, κάθε φορά που είναι δυνατόν, προσδιορίζουν τα στοιχεία τα οποία ουσιαστικά παρεκκλίνουν από τα σχετικά διεθνή πρότυπα·

2.9.4. 

χορηγούν στα λοιπά μέλη εύλογη προθεσμία, χωρίς να κάνουν διάκριση, για την υποβολή των παρατηρήσεων τους εγγράφως, συζητούν επί των παρατηρήσεων αυτών μετά από σχετική αίτηση και λαμβάνουν υπόψη τις συγκεκριμένες γραπτές παρατηρήσεις και τα αποτελέσματα των συζητήσεων αυτών.

2.10. 

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εισαγωγικού μέρους της παραγράφου 9, όταν δημιουργούνται ή υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθούν, για κάποιο μέλος, επείγοντα προβλήματα ασφαλείας, υγείας, προστασίας του περιβάλλοντος ή εθνικής ασφαλείας, τούτο δύνατει, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, να παραλείψει τις απαριθμούμενες στην παράγραφο 9 ενέργειες, με την επιφύλαξη ότι τη στιγμή που θεσπίζει τεχνικό κανονισμό το μέλος:

2.10.1. 

γνωστοποιεί αμέσως στα λοιπά μέλη μέσω της γραμματείας τον εν λόγω τεχνικό κανονισμό και τα προϊόντα τα οποία αυτός αφορά, αναγράφοντας συνοπτικά τον αντικειμενικό σκοπό και την αιτιολογία του τεχνικού κανονισμού ως και τη φύση των επειγόντων προβλημάτων·

2.10.2. 

χορηγεί, κατόπιν αιτήσεως, στα λοιπά μέλη αντίγραφα του τεχνικού κανονισμού·

2.10.3. 

παρέχει, αδιακρίτως, στα λοιπά μέλη τη δυνατότητα υποβολής γραπτών παρατηρήσεων, συζητεί επί των παρατηρήσεων αυτών εάν υποβληθεί σχετικό αίτημα, και λαμβάνει υπόψη τις γραπτές αυτές παρατηρήσεις και τα αποτελέσματα των εν λόγω συζητήσεων.

2.11. 

Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τεχνικοί κανονισμοί που έχουν εκδοθεί δημοσιεύονται αμέσως ή τίθενται με διαφορετικό τρόπον στη διάθεση των ενδιαφερομένων μερών των λοιπών μελών για να λάβουν γνώση.

2.12. 

Εκτός από τις επείγουσες περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 10, τα μέλη παρέχουν εύλογη προθεσμία μεταξύ της δημοσίευσης των τεχνικών κανονισμών και της θέσης τους σε ισχύ, προκειμένου να δοθεί ο χρόνος στους παραγωγούς, που είναι εγκατεστημένοι στις χώρες μέλη εξαγωγής, και ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, να προσαρμόσουν τα προϊόντα τους ή τις μεθόδους παραγωγής στις απαιτήσεις της χώρας μέλους εισαγωγής.

Άρθρο 3

Εκπόνηση, έκδοση και εφαρμογή τεχνικών κανονισμών από όργανα τοπικής διοίκησης και μη κυβερνητικά όργανα

Όσον αφορά τα όργανα τοπικής διοίκησης και τα μη κυβερνητικά όργανα εντός του εδάφους των:

3.1. 

Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου τα εν λόγω όργανα να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του άρθρου 2, εκτός της υποχρέωσης για γνωστοποίηση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφοι 9.2 και 10.1.

3.2. 

Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τεχνικοί κανονισμοί των τοπικών διοικήσεων σε επίπεδο αμέσως κατώτερο της κεντρικής διοίκησης στα μέλη γνωστοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφοι 9.2 και 10.1, με τη σημείωση ότι δεν απαιτείται γνωστοποίηση για τεχνικούς κανονισμούς, το τεχνικό περιεχόμενο των οποίων είναι ουσιαστικά το ίδιο με προγενέστερα γνωστοποιηθέντες τεχνικούς κανονισμούς οργάνων της κεντρικής κυβέρνησης του ενδιαφερομένου μέλους.

3.3. 

Τα μέλη μπορεί να ζητήσουν επαφές με τα λοιπά μέλη, περιλαμβανομένων των γνωστοποιήσεων, της παροχής πληροφοριών, των σχολίων και των συζητήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφοι 9 και 10, οι οποίες πραγματοποιούνται μέσω της κεντρικής κυβέρνησης.

3.4. 

Τα μέλη δεν προβαίνουν σε λήψη μέτρων τα οποία απαιτούν από τα όργανα τοπικής διοίκησης ή τα μη κυβερνητικά όργανα εντός των εδαφών των, ή τους ενθαρρύνουν, να ενεργήσουν κατά τρόπο ασύμφωνο με τις διατάξεις του άρθρου 2.

3.5. 

Τα μέλη είναι πλήρως υπεύθυνα δυνάμει της παρούσας συμφωνίας για την τήρηση όλων των διατάξεων του άρθρου 2. Τα μέλη εκπονούν και εφαρμόζουν θετικά μέτρα και μηχανισμούς για τη στήριξη της τήρησης των διατάξεων του άρθρου 2 από άλλα όργανα εκτός αυτών της κεντρικής κυβέρνησης.

Άρθρο 4

Εκπόνηση, έκδοση και εφαρμογή προτύπων

4.1.  
Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης με δραστηριότητα τυποποίησης αποδέχονται και τηρούν τον κώδικα δεοντολογίας για την εκπόνηση, έκδοση και εφαρμογή προτύπων του παραρτήματος 3 της παρούσας συμφωνίας (αναφερόμενο στην παρούσα συμφωνία ως «κώδικα δεοντολογίας»). Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου τα όργανα τοπικής διοίκησης και τα μη κυβερνητικά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης εντός του εδάφους τους, καθώς και τα περιφερειακά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης των οποίων τα ίδια τα μέλη ή ένα ή περισσότερα όργανα εντός του εδάφους τους είναι μέλη, να αποδέχονται και να τηρούν τον εν λόγω κώδικα δεοντολογίας. Επιπλέον, τα μέλη δεν προβαίνουν στη λήψη μέτρων που έχουν ως αποτέλεσμα, άμεσα ή έμμεσα, την υποχρέωση ή την ενθάρρυνση των εν λόγω οργάνων με δραστηριότητα τυποποίησης να ενεργούν κατά τρόπο ασύμφωνο με τον κώδικα δεοντολογίας. Οι υποχρεώσεις των μελών, σε σχέση με την τήρηση εκ μέρους των οργάνων με δραστηριότητα τυποποίησης των διατάξεων του κώδικα δεοντολογίας, ισχύουν ανεξαρτήτως του εάν το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης έχει αποδεχθεί ή όχι τον κώδικα δεοντολογίας.
4.2.  
Τα όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης που έχουν αποδεχθεί και τηρούν τον κώδικα δεοντολογίας αναγνωρίζονται από τα μέλη ως συμμορφούμενα με τις αρχές της παρούσας συμφωνίας.



ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ

Άρθρο 5

Μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης που εφαρμόζονται από τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης

5.1.  

Στις περιπτώσεις που απαιτείται θετική εξασφάλιση ότι τα προϊόντα είναι σύμφωνα με τεχνικούς κανονισμούς ή με πρότυπα, τα μέλη ενεργούν κατά τρόπον ώστε τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης να εφαρμόζουν τις ακόλουθες διατάξεις στα προϊόντα που προέρχονται από έδαφος άλλων μελών:

5.1.1. 

οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης εκπονούνται, εκδίδονται και εφαρμόζονται εις τρόπον ώστε να παρέχουν πρόσβαση σε προμηθευτές ομοειδών προϊόντων καταγόμενων από το έδαφος άλλων μελών με όρους όχι λιγότερο ευνοϊκούς εκείνων που παραχωρούνται σε προμηθευτές ομοειδών προϊόντων εθνικής καταγωγής ή καταγόμενων από οποιαδήποτε άλλη χώρα, σε παρεμφερή κατάσταση η πρόσβαση συνεπάγεται το δικαίωμα του προμηθευτή για διαπίστωση της συμμόρφωσης δυνάμει των κανόνων και μεθόδων, περιλαμβανομένης, όταν προβλέπεται από την εν λόγω μέθοδο, της δυνατότητας να ασκεί δραστηριότητες διαπίστωσης της συμμόρφωσης στις εγκαταστάσεις και να λαμβάνει το σήμα του συστήματος·

5.1.2. 

οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης δεν εκπονούνται, εκδίδονται ή εφαρμόζονται με σκοπό ή με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν περιττά εμπόδια στο διεθνές εμπόριο. Το ανωτέρω σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης δεν είναι αυστηρότερες ή δεν εφαρμόζονται σε αυστηρότερο βαθμό από αυτόν που απαιτείται ώστε να παρέχεται στο εισάγον μέλος η δέουσα βεβαιότητα ότι τα προϊόντα πληρούν τους ισχύοντες τεχνικούς κανονισμούς ή πρότυπα, λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου που θα δημιουργούσε η έλλειψη συμμόρφωσης.

5.2.  

Κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 τα μέλη εξασφαλίζουν ότι:

5.2.1. 

οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης αναλαμβάνονται και ολοκληρώνονται όσον το δυνατόν ταχύτερα και σε σειρά όχι λιγότερο ευνοϊκή για προϊόντα που προέρχονται από εδάφη των λοιπών μελών από αυτή που ισχύει για ομοειδή εγχώρια προϊόντα·

5.2.2. 

η συνήθης περίοδος διεκπεραίωσης κάθε μεθόδου διαπίστωσης της συμμόρφωσης δημοσιεύεται ή ότι η προβλεπόμενη περίοδος διεκπεραίωσης κοινοποιείται στον αιτούντα μετά από αίτησή του- όταν παραλαμβάνει μία αίτηση, το αρμόδιο όργανο εξετάζει αμέσως την πληρότητα της τεκμηρίωσης και πληροφορεί τον αιτούντα κατά τρόπο ακριβή και πλήρη για όλες τις ατέλειες. Το αρμόδιο όργανο διαβιβάζει το συντομότερο δυνατόν τα αποτελέσματα της εκτίμησης κατά τρόπο ακριβή και πλήρη στον αιτούντα, ώστε να γίνουν αν χρειάζεται διαρθρωτικές ενέργειες· ακόμα και στην περίπτωση που η αίτηση παρουσιάζει ατέλειες, το αρμόδιο όργανο προβαίνει, στο βαθμό που είναι εφικτό, στη διαπίστωση της συμμόρφωσης, εάν το ζητήσει ο αιτών και ότι, μετά από αίτηση, ο αιτών ενημερώνεται για το στάδιο της διαδικασίας, και για τους λόγους κάθε ενδεχόμενης καθυστέρησης·

5.2.3. 

οι αιτήσεις για πληροφορίες περιορίζονται σε ό,τι είναι αναγκαίο για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης και του καθορισμού των αμοιβών·

5.2.4. 

ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα που κατάγονται από τα εδάφη των λοιπών μελών, οι οποίες προκύπτουν ή παρέχονται σε σχέση με τις εν λόγω μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης, τηρείται κατά τον ίδιο τρόπο όπως για τα εγχώρια προϊόντα και εις τρόπον ώστο να προστατεύονται τα θεμιτά εμπορικά συμφέροντα·

5.2.5. 

οι αμοιβές που καταβάλλονται για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης προϊόντων που κατάγονται από τα εδάφη άλλων μελών είναι ισοδύναμες σε σχέση με αμοιβές που καταβάλλονται για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης ομοειδών προϊόντων εθνικής καταγωγής ή καταγωγής άλλης χώρας, λαμβανομένου υπόψη του κόστους επικοινωνιών, μεταφοράς και άλλων παραγόντων που προκύπτουν από διαφορές που υπάρχουν μεταξύ της τοποθεσίας των εγκαταστάσεων του αιτούντος και του οργάνου διαπίστωσης της συμμόρφωσης·

5.2.6. 

η επιλογή της τοποθεσίας των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται στις μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης και η επιλογή δειγμάτων δεν είναι φύσεως τέτοιας ώστε να δημιουργούν περιττές δυσχέρειες στους αιτούντες ή τους αντιπροσώπους τους·

5.2.7. 

όταν οι προδιαγραφές ενός προϊόντος μεταβάλλονται μετά τη διαπίστωση της συμμόρφωσής του με τους ισχύοντες τεχνικούς κανονισμούς ή πρότυπα, η μέθοδος διαπίστωσης της συμμόρφωσης για το τροποποιηθέν προϊόν περιορίζεται σε ό,τι είναι αναγκαίο για να καθορισθεί εάν υφίσταται η δέουσα βεβαιότητα ότι το προϊόν πληροί ακόμα τους σχετικούς τεχνικούς κανονισμούς ή πρότυπα·

5.2.8. 

υφίσταται διαδικασία για την εξέταση των καταγγελιών σχετικά με τη λειτουργία κάποιας μεθόδου διαπίστωσης της συμμόρφωσης και την ανάληψη διορθωτικών ενεργειών σε περίπτωση που κάποια καταγγελία είναι αιτιολογημένη.

5.3.  
Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εμποδίζουν κατ' ουδένα τρόπο τα μέλη να πραγματοποιούν ενλογους δειγματοληπτικούς ελέγχους στο έδαφός τους.
5.4.  
Στις περιπτώσεις που απαιτείται θετική διαβεβαίωση ότι τα προϊόντα είναι σύμφωνα με τεχνικούς κανονισμούς ή με πρότυπα, και υπάρχουν ή πρόκειται να ολοκληρωθούν σχετικοί οδηγοί ή συστάσεις που έχουν συνταχθεί από διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης, τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης χρησιμοποιούν τους εν λόγω οδηγούς ή συστάσεις, ή τμήματα τους, ως βάση για τις μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες, όπως αιτιολογείται δεόντως μετά από αίτηση, οι εν λόγω οδηγοί ή συστάσεις ή τα σχετικά μέρη είναι ακατάλληλα για τα ενδιαφερόμενα μέλη αυτό μπορεί να συμβαίνει για λόγους όπως, μεταξύ άλλων, οι επιταγές εθνικής ασφαλείας, η πρόληψη της απάτης, η προστασία της υγείας ή ασφάλειας των ανθρώπων, της ζωής ή της υγείας των ζώων και των φυτών, η προστασία του περιβάλλοντος, βασικοί κλιματολογικοί ή λοιποί γεωγραφικοί παράγοντες, βασικά τεχνολογικά προβλήματα ή προβλήματα υποδομής.
5.5.  
Προκειμένου να εναρμονίσουν κατά το δυνατόν ευρύτερα τις μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης, τα μέλη συμμετέχουν πλήρως, εντός των ορίων των δυνατοτήτων τους, στην εκπόνηση από τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς με δραστηριότητες τυποποίησης, οδηγών και συστάσεων για μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης.
5.6.  

Κάθε φορά που δεν υφίσταται σχετικός οδηγός ή σύσταση που έχει εκδοθεί από διεθνή οργανισμό με δραστηριότητες τυποποίησης ή που το τεχνικό περιεχόμενο προτεινόμενης μεθόδου διαπίστωσης της συμμόρφωσης δεν είναι σύμφωνο με τους σχετικούς οδηγούς και συστάσεις που εκδίδονται από διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης, και αν η μέθοδος διαπίστωσης της συμμόρφωσης δύναται να επηρεάσει σημαντικά τις εμπορικές συναλλαγές των λοιπών μελών, τα μέλη:

5.6.1. 

προβαίνουν στη δημοσίευση, αρκετά έγκαιρα ώστε να επιτραπεί στα ενδιαφερόμενα μέρη άλλων μελών να λάβουν γνώση, ανακοίνωσης για την πρόθεσή τους να θεσπίσουν συγκεκριμένη μέθοδο διαπίστωσης της συμμόρφωσης·

5.6.2. 

γνωστοποιούν προς τα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, τα προϊόντα που θα καλύπτει η προτεινόμενη μέθοδος διαπίστωσης της συμμόρφωσης, αναφέροντας συνοπτικά τον αντικειμενικό σκοπό και την αιτιολογία της. Οι γνωστοποιήσεις αυτές πραγματοποιούνται έγκαιρα, ώστε να μπορούν ακόμα να γίνουν τροποποιήσεις και να ληφθούν υπόψη τα σχόλια·

5.6.3. 

παρέχουν, κατόπιν αιτήσεως στα λοιπά μέλη, λεπτομέρειες ή αντίγραφα της προτεινόμενης μεθόδου διαπίστωσης της συμμόρφωσης και, κάθε φορά που είναι δυνατόν, προσδιορίζουν τα στοιχεία τα οποία ουσιαστικά παρεκκλίνουν από τα σχετικά διεθνή πρότυπα·

5.6.4. 

χορηγούν στα λοιπά μέλη εύλογη προθεσμία, χωρίς να κάνουν διάκριση, για την υποβολή γραπτών παρατηρήσεων, συζητούν επί των παρατηρήσεων αυτών μετά από αίτηση και λαμβάνουν υπόψη τις συγκεκριμένες γραπτές παρατηρήσεις και τα αποτελέσματα των εν λόγω συζητήσεων.

5.7.  

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εισαγωγικού μέρους της παραγράφου 6, όταν δημιουργούνται ή υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθούν για ένα μέλος επείγοντα προβλήματα ασφαλείας, υγείας, προστασίας του περιβάλλοντος ή εθνικής ασφαλείας, τούτο δύναται, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, να παραλείψει τις απαριθμούμενες στην παράγραφο 6 ενέργειες, με την επιφύλαξη ότι κατά τη στιγμή που το μέλος θεσπίζει μέθοδο διαπίστωσης της συμμόρφωσης:

5.7.1. 

γνωστοποιεί αμέσως στα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, την εν λόγω μέθοδο διαπίστωσης της συμμόρφωσης και τα προϊόντα τα οποία αυτή καλύπτει, αναγράφοντας συνοπτικά τον αντικειμενικό σκοπό και την αιτιολογία της μεθόδου καθώς και τη φύση των επειγόντων προβλημάτων·

5.7.2. 

χορηγεί, κατόπιν αιτήσεως, στα λοιπά μέλη αντίγραφα των κανόνων της μεθόδου·

5.7.3. 

παρέχει, αδιακρίτως, στα λοιπά μέλη τη δυνατότητα υποβολής γραπτών παρατηρήσεων, συζητεί επί των παρατηρήσεων αυτών εάν υποβληθεί σχετικό αίτημα και λαμβάνει υπόψη τις γραπτές αυτές παρατηρήσεις και τα αποτελέσματα των εν λόγω συζητήσεων.

5.8.  
Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης που έχουν εκδοθεί δημοσιεύονται αμέσως ή τίθενται με διαφορετικό τρόπο στη διάθεση των ενδιαφερομένων μερών των λοιπών μελών για να λάβουν γνώση.
5.9.  
Εκτός από τις επείγουσες περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 7, τα μέλη παρέχουν εύλογη προθεσμία μεταξύ της δημοσίευσης των απαιτήσεων σχετικά με τις μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης και της θέσης τους σε ισχύ προκειμένου να δοθεί ο χρόνος στους παραγωγούς που είναι εγκατεστημένοι στις εξάγουσες χώρες μέλη, και ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, να προσαρμόσουν τα προϊόντα τους ή τις μεθόδους παραγωγής στις απαιτήσεις της εισάγουσας χώρας μέλους.

Άρθρο 6

Αναγνώριση της διαπίστωσης της συμμόρφωσης από όργανα της κεντρικής κυβέρνησης

Όσον αφορά τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησής τους:

6.1. 

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4, τα μέλη εξασφαλίζουν, οποτεδήποτε είναι δυνατόν, ότι τα αποτελέσματα των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης σε άλλα μέλη είναι αποδεκτά ακόμα και όταν οι εν λόγω μέθοδοι διαφέρουν από τις δικές τους, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω μέθοδοι κρίνονται ικανοποιητικές, όσον αφορά την εξασφάλιση συμμόρφωσης, με τους ισχύοντες τεχνικούς κανονισμούς ή πρότυπα σε ισοδύναμο βαθμό με τις δικές τους μεθόδους. Εκτιμάται ότι είναι δυνατόν να απαιτηθούν προηγούμενες διαβουλεύσεις προκειμένου να επιτευχθεί αμοιβαία ικανοποιητική συμφωνία σχετικά, ιδίως, με τα εξής:

6.1.1. 

την κατάλληλη και διαρκή τεχνική αρμοδιότητα των σχετικών οργάνων διαπίστωσης της συμμόρφωσης στο εξάγον μέλος, ώστε να είναι δυνατόν να υπάρξει εμπιστοσύνη όσον αφορά τη συνεχή αξιοπιστία των αποτελεσμάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης· σχετικά με αυτό, η επαλήθευση της συμμόρφωσης, π.χ. μέσω διαπίστευσης, με τους σχετικούς οδηγούς ή συστάσεις που εκδίδονται από διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης λαμβάνεται υπόψη ως ένδειξη της δέουσας τεχνικής αρμοδιότητας·

6.1.2. 

την αποδοχή εκείνων μόνο των αποτελεσμάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης που προκύπτουν από εντεταλμένα όργανα στο εξάγον μέλος.

6.2. 

Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης που εφαρμόζουν επιτρέπουν, όσον αυτό είναι εφικτό, την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1.

6.3. 

Τα μελη ενθαρρύνονται, μετά από αίτηση άλλων μελών, να είναι πρόθυμα να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνιών επί της αμοιβαίας αναγνώρισης των αποτελεσμάτων των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης που εφαρμόζουν. Τα μέλη μπορεί να απαιτήσουν αυτού του είδους οι συμφωνίες να πληρούν τα κριτήρια της παραγράφου 1 και να παρέχουν αμοιβαία ικανοποίηση σχετικά με τις δυνατότητες που προσφέρουν για διευκόλυνση του εμπορίου των σχετικών προϊόντων.

6.4. 

Τα μέλη ενθαρρύνονται να επιτρέπουν τη συμμετοχή οργάνων διαπίστωσης της συμμόρφωσης που εδρεύουν στο έδαφος άλλων μελών στις οικείες μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης με όρους όχι λιγότερο ευνοϊκούς από αυτούς που παρέχονται στα όργανα που εδρεύουν εντός του εδάφους τους ή στο έδαφος άλλης χώρας.

Άρθρο 7

Μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης από όργανα τοπικής διοίκησης

Όσον αφορά τα όργανα τοπικής διοίκησης εντός του εδάφους των:

7.1. 

Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους προκειμένου τα εν λόγω όργανα να συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6, εκτός της υποχρέωσης για γνωστοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 6.2 και 7.1.

7.2. 

Τα μέλη εξασφαλίξουν ότι οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης των τοπικών διοικήσεων σε επίπεδο αμέσως κατώτερο της κεντρικής διοίκησης στα μέλη γνωστοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφοι 6.2 και 7.1, με τη σημείωση ότι δεν απαιτείται γνωστοποίηση για μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης, το τεχνικό περιεχόμενο των οποίων είναι ουσιαστικά το ίδιο με προγενέστερα κοινοποιηθείσες μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης οργάνων της κεντρικής κυβέρνησης των ενδιαφερομένων μελών.

7.3. 

Τα μέλη μπορεί να ζητήσουν επαφές με τα λοιπά μέλη, περιλαμβανομένων των γνωστοποιήσεων, της παροχής πληροφοριών, των σχολίων και των συζητήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 6 και 7, οι οποίες πραγματοποιούνται μέσω της κεντρικής κυβέρνησης.

7.4. 

Τα μέλη δεν προβαίνουν σε λήψη μέτρων, τα οποία απαιτούν από τα όργανα τοπικής διοίκησης εντός των εδαφών των ή τους ενθαρρύνουν να ενεργήσουν κατά τρόπο ασύμφωνο με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6.

7.5. 

Τα μέλη είναι πλήρως υπεύθυνα δυνάμει της παρούσας συμφωνίας για την τήρηση όλων των διατάξεων των άρθρων 5 και 6. Τα μέλη εκπονούν και εφαρμόζουν θετικά μέτρα και μηχανισμούς για τη στήριξη της τήρησης των διατάξεων των άρθρων 5 και 6 από άλλα όργανα εκτός αυτών της κεντρικής κυβέρνησης.

Άρθρο 8

Μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης από μη κυβερνητικά όργανα

8.1.  
Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι τα μη κυβερνητικά όργανα τα οποία εφαρμόζουν μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6, εκτός της υποχρέωσης για γνωστοποίηση των προτεινομένων μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης. Επιπλέον τα μέλη δεν προβαίνουν σε λήψη μέτρων τα οποία απαιτούν άμεσα ή έμμεσα από τα εν λόγω όργανα ή τα ενθαρρύνουν να ενεργούν κατά τρόπο ασύμφωνο με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6.
8.2.  
Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα όργανα της κεντρικής τους διοίκησης βασίζονται στις μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης τις οποίες εφαρμόζουν μη κυβερνητικά όργανα μόνον εάν τα τελευταία συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6, εκτός της υποχρέωσης για γνωστοποίηση των προτεινομένων μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 9

Διεθνή και περιφερειακά συστήματα

9.1.  
Στις περιπτώσεις που απαιτείται θετική διαβεβαίωση για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης με τεχνικούς κανονισμούς ή με πρότυπα, τα μέλη εκπονούν και εγκρίνουν, όταν είναι εφικτό, διεθνή συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης και γίνονται μέλη τούτων ή συμμετέχουν σ' αυτά.
9.2.  
Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους προκειμένου τα διεθνή και περιφερειακά συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης, των οποίων είναι μέλη ή στα οποία συμμετέχουν αρμόδια όργανα που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους, να συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6. Επιπλέον, τα μέλη δεν προβαίνουν σε λήψη μέτρων τα οποία απαιτούν, άμεσα ή έμμεσα, από τα εν λόγω συστήματα ή τα ενθαρρύνουν να ενεργούν κατά τρόπο ασύμφωνο με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6.
9.3.  
Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα όργανα της κεντρικής τους διοίκησης βασίζονται στα διεθνή ή περιφερειακά συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης μόνο στο βαθμό που τα εν λόγω συστήματα συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6, κατά περίπτωση.



ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗ

Άρθρο 10

Πληροφορίες επί των τεχνικών κανονισμών, των προτύπων και των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης

10.1.  

Κάθε μέλος φροντίζει ώστε να υπάρχει κάποιο κέντρο πληροφόρησης που θα είναι σε θέση να δίδει απαντήσεις σε όλα τα λογικά ερωτήματα που υποβάλλονται από άλλα μέλη και από ενδιαφερόμενα μέρη άλλων μελών, καθώς και να παρέχει τα σχετικά έγγραφα, όσον αφορά:

10.1.1. 

όλους τους τεχνικούς κανονισμούς που έχουν εκδώσει ή σχεδιάζουν να εκδώσουν στο έδαφός του τα όργανα κεντρικής κυβέρνησης ή τα δημόσια τοπικά όργανα, μη κυβερνητικά όργανα που είναι νομίμως εξουσιοδοτημένα για την εφαρμογή τεχνικού κανονισμού, ή περιφερειακά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης, των οποίων τα όργανα αυτά είναι μέλη ή στα οποία συμμετέχουν·

10.1.2. 

κάθε πρότυπο που έχουν θεσπίσει ή προτείνει στο έδαφος του τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης, τα όργανα τοπικής διοίκησης ή τα περιφερειακά όργανα τυποποίησης, των οποίων είναι μέλη τα όργανα αυτά ή στα οποία συμμετέχουν·

10.1.3. 

κάθε μέθοδο διαπίστωσης της συμμόρφωσης που υφίσταται ή προτείνεται, και την οποία εφαρμόζουν στο έδαφός του τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης, τα όργανα τοπικής διοίκησης ή τα μη κυβερνητικά όργανα τα νομίμως εξουσιοδοτημένα για την εφαρμογή τεχνικού κανονισμού ή οι περιφερειακοί οργανισμοί, των οποίων τα όργανα αυτά είναι μέλη ή στους οποίους συμμετέχουν·

10.1.4. 

την προσχώρηση και τη συμμετοχή του μέλους, ή των σχετικών οργάνων κεντρικής κυβέρνησης και οργάνων τοπικής διοίκησης στο έδαφος του, σε διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς τυποποίησης και σε συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης, καθώς και σε διμερείς και πολυμερείς διακανονισμούς εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας· οφείλει επίσης να είναι σε θέση να παρέχει τις ενδεδειγμένες πληροφορίες σχετικά με τις διατάξεις αυτών των συστημάτων και των διακανονισμών·

10.1.5. 

τον εντοπισμό των δημοσιευμένων, σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία, ανακοινώσεων ή ένδειξη σχετικά με το πού δύνανται να ληφθούν οι πληροφορίες αυτές· και

10.1.6. 

τα σημεία όπου ευρίσκονται τα κέντρα πληροφόρησης περί των οποίων γίνεται μνεία στην παράγραφο 3.

10.2.  
Εάν, εντούτοις, για νομικούς ή διοικητικούς λόγους δημιουργούνται περισσότερα του ενός κέντρα πληροφόρησης από κάποιο μέλος, το εν λόγω μέλος παρέχει στα λοιπά μέλη πλήρεις και σαφείς πληροφορίες σχετικά με το πεδίο αρμοδιοτήτων καθενός εξ αυτών των κέντρων πληροφόρησης. Επιπλέον, το εν λόγω μέλος εξασφαλίζει ότι όλες οι αιτήσεις που απευθύνονται σε αναρμόδιο κέντρο πληροφόρησης διαβιβάζονται αμέσως στο αρμόδιο κέντρο πληροφόρησης.
10.3.  

Κάθε μέλος προβαίνει στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχει στη διάθεσή του, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι υπάρχουν ένα ή περισσότερα κέντρα πληροφόρησης τα οποία είναι σε θέση να δίδουν απαντήσεις σε όλα τα λογικά ερωτήματα που υποβάλλονται από τα άλλα μέλη και από ενδιαφερόμενα μέρη των άλλων μελών καθώς και να παρέχουν τα σχετικά έγγραφα ή πληροφορίες σχετικά με το πού μπορούν αυτά να ληφθούν όσον αφορά:

10.3.1. 

κάθε πρότυπο που έχουν θεσπίσει ή σχεδιάζουν να θεσπίσουν, στο έδαφος του, τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης, τα όργανα τοπικής διοίκησης ή τα περιφερειακά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης, των οποίων είναι μέλη τα όργανα αυτά ή στα οποία συμμετέχουν και

10.3.2. 

κάθε μέθοδο διαπίστωσης της συμμόρφωσης που υφίσταται ή προτείνεται, και την οποία εφαρμόζουν, στο έδαφός του τα μη κυβερνητικά όργανα ή οι περιφερειακοί οργανισμοί, των οποίων τα όργανα αυτά είναι μέλη ή στους οποίους συμμετέχουν·

10.3.3. 

την προσχώρηση και τη συμμετοχή των σχετικών μη κυβερνητικών οργάνων, στο έδαφός του, σε διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς τυποποίησης και σε συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης, καθώς και σε διμερείς και πολυμερείς διακανονισμούς εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας· οφείλουν επίσης να παρέχουν τις ενδεδειγμένες πληροφορίες σχετικά με τις διατάξεις αυτών των συστημάτων και των διακανονισμών.

10.4.  
Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των εύλογων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου, όταν ζητούνται αντίγραφα των εγγράφων από τα λοιπά μέλη ή από τα ενδιαφερόμενα μέρη των λοιπών μελών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, τα αντίγραφα αυτά να παρέχονται στους αιτούντες στην ίδια τιμή (εφόσον επιβάλλεται τιμή), εξαιρουμένου του πραγματικού κόστους παράδοσης, στην οποία αυτά παρέχονται και στους υπηκόους ( 27 ) του ενδιαφερομένου μέλους ή οποιουδήποτε άλλου μέλους.
10.5.  
Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη παρέχουν, εάν τους ζητηθεί από τα λοιπά μέλη, μεταφράσεις στην αγγλική, γαλλική ή ισπανική γλώσσα των εγγράφων που καλύπτονται από συγκεκριμένη γνωστοποίηση ή περίληψη των εγγράφων σε περίπτωση μεγάλου όγκου των.
10.6.  
Όταν η γραμματεία λαμβάνει γνωστοποιήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, διαβιβάζει αντίγραφα αυτών σε όλα τα μέλη και στους ενδιαφερόμενους διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης και διαπίστωσης της συμμόρφωσης, και επισύρει την προσοχή των αναπτυσσομένων χωρών μελών σε κάθε γνωστοποίηση σχετικά με τα προϊόντα που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτές.
10.7.  
Όταν κάποιο μέλος έχει καταλήξει σε συμφωνία με άλλη χώρα ή χώρες σε θέματα σχετικά με τεχνικούς κανονισμούς, πρότυπα ή μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης που μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά τις συναλλαγές, τουλάχιστον ένα από τα μέλη που αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας γνωστοποιεί στα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, τα προϊόντα που καλύπτονται από τη συμφωνία περιλαμβανομένης συνοπτικής περιγραφής της συμφωνίας. Τα ενδιαφερόμενα μέλη ενθαρρύνονται να προβούν, μετά από αίτηση, σε διαβουλεύσεις με τα λοιπά μέλη προκειμένου να συνάψουν παρόμοιες συμφωνίες ή να ρυθμίσουν τη συμμετοχή τους σε τέτοιου είδους συμφωνίες.
10.8.  

Ουδεμία από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί ότι επιβάλλει:

10.8.1. 

τη δημοσίευση των κειμένων σε άλλη γλώσσα από τη γλώσσα του μέλους·

10.8.2. 

την παροχή λεπτομερειών ή αντιγράφων των σχεδίων σε άλλη γλώσσα από τη γλώσσα του μέλους, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5. ή

10.8.3. 

την κοινοποίηση από τα μέλη πληροφοριών των οποίων η γνωστοποίηση θα ήταν αντίθετη, κατά την άποψή τους, προς τα ουσιώδη συμφέροντα της ασφαλείας τους.

10.9.  
Οι γνωστοποιήσεις που απευθύνονται στη γραμματεία συντάσσονται στη γαλλική, αγγλική ή ισπανική γλώσσα.
10.10.  
Τα μέλη καθορίζουν μία και μοναδική αρχή της κεντρικής κυβέρνησης, η οποία είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο των διατάξεων σχετικά με διαδικασίες γνωστοποίησης δυνάμει της παρούσας συμφωνίας εκτός από αυτές που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 3.
10.11.  
Εάν, εντούτοις, για νομικούς ή διοικητικούς λόγους η ευθύνη για τις διαδικασίες γνωστοποίησης κατανέμεται μεταξύ δύο ή περισσοτέρων αρχών της κεντρικής κυβέρνησης, το ενδιαφερόμενο μέλος παρέχει στα λοιπά μέλη πλήρεις και σαφείς πληροφορίες σχετικά με το πεδίο αρμοδιότητας κάθε μίας από αυτές τις αρχές.

Άρθρο 11

Τεχνική βοήθεια στα λοιπά μέλη

11.1.  
Κατόπιν υποβολής αιτήσεως, τα μέλη συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, και ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, στο θέμα της εκπονήσεως τεχνικών κανονισμών.
11.2.  
Κατόπιν υποβολής αιτήσεως, τα μέλη συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, και τους παρέχουν τεχνική βοήθεια σύμφωνα με τον τρόπο και τους όρους που καθορίζονται με κοινή συμφωνία, όσον αφορά τη σύσταση εθνικών οργανισμών τυποποίησης και τη συμμετοχή τους σε εργασίες διεθνών οργανισμών τυποποίησης. Αυτά ενθαρρύνουν τους εθνικούς τους οργανισμούς με δραστηριότητα υποποίησης να πράξουν το ίδιο.
11.3.  

Κατόπιν υποβολής αιτήσεως, τα μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα που έχουν στη διάθεσή τους, ούτως ώστε οι κανονιστικοί οργανισμοί στο έδαφός τους να συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, και να τους προσφέρουν την τεχνική τους βοήθεια, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες και τους όρους που συμφωνούνται από κοινού, όσον αφορά:

11.3.1. 

τη σύσταση κανονιστικών οργανισμών ή οργάνων διαπίστωσης της συμμόρφωσης προς τους τεχνικούς κανονισμούς·

11.3.2. 

τις μεθόδους που επιτρέπουν την πληρέστερη δυνατόν συμμόρφωση με τους τεχνικούς τους κανονισμούς.

11.4.  
Εάν υποβληθεί αίτηση, τα μέλη προβαίνουν στη λήψη εύλογων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους για την παροχή συμβουλών στα λοιπά μέλη, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, και την παροχή τεχνικής βοήθειας, σύμφωνα με τον τρόπο και τους όρους που καθορίζονται με κοινή συμφωνία, όσον αφορά τη σύσταση οργάνων διαπίστωσης της συμμόρφωσης προς τα πρότυπα που ισχύουν στο έδαφος του μέρους που υπέβαλε την αίτηση.
11.5.  
Εάν υποβληθεί αίτηση, τα μέλη συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, και παρέχουν τεχνική βοήθεια, σύμφωνα με τον τρόπο και τους όρους που καθορίζονται με κοινή συμφωνία, όσον αφορά τα μέτρα που οι παραγωγοί τους θα πρέπει να λάβουν εάν επιθυμούν να συμμετάσχουν σε συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης που εφαρμόζονται από όργανα, κυβερνητικά ή μη, στο έδαφος του μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
11.6.  
Εάν υποβληθεί αίτηση, τα μέλη που είναι μέλη διεθνών ή περιφερειακών συστημάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης ή συμμετέχουν σ' αυτά συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, και τους παρέχουν τεχνική βοήθεια, κατά τον τρόπο και τους όρους που καθορίζονται με κοινή συμφωνία, όσον αφορά τη σύσταση των οργάνων και του νομικού πλαισίου, που θα καταστήσουν δυνατή την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που συνεπάγεται η ιδιότης μέλους των συστημάτων αυτών ή η συμμετοχή σ' αυτά.
11.7.  
Εάν υποβληθεί αίτηση, τα μέλη ενθαρρύνουν τα όργανα διαπίστωσης της συμμόρφωσης στο έδαφός τους, εάν τα όργανα αυτά είναι μέλη διεθνών ή τοπικών συστημάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης ή συμμετέχουν σ' αυτά, να συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, και οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τα αιτήματά τους για τεχνική βοήθεια όσον αφορά στη σύσταση οργάνων που καθιστούν δυνατή στους αρμοδίους οργανισμούς στο έδαφός τους να εκπληρούν τις υποχρεώσεις που περιλαμβάνει η ιδιότης μέλους των συστημάτων αυτών ή η συμμετοχή στα συστήματα αυτά.
11.8.  
Όταν τα μέλη παρέχουν συμβουλές και τεχνική βοήθεια στα λοιπά μέλη βάσει των παραγράφων 1 έως 7, τα μέλη δίδουν προτεραιότητα στις ανάγκες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.

Άρθρο 12

Ειδική και διακριτική μεταχείριση υπέρ των αναπτυσσομένων χωρών μελών

12.1.  
Τα μέλη χορηγούν στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που είναι μέλη της παρούσας συμφωνίας· διακριτική και περισσότερο ευνοϊκή μεταχείριση με την εφαρμογή των ακολούθων διατάξεων και των αναλόγων διατάξεων των λοιπών άρθρων της παρούσας συμφωνίας.
12.2.  
Τα μέλη δίδουν ιδιαίτερη προσοχή στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας που αναφέρονται σε δικαιώματα και υποχρεώσεις των αναπτυσσομένων χωρών μελών και λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές αναπτυξιακές, χρηματοδοτικές και εμπορικές ανάγκες των χωρών αυτών, κατά τη θέση σε εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και κατά την εφαρμογή των θεσμικών διατάξεων που προβλέπονται σ' αυτή.
12.3.  
Κατά την εκπόνηση και εφαρμογή τεχνικών κανονισμών, προτύπων και μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές αναπτυξιακές, χρηματοδοτικές και εμπορικές ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών μελών, προκειμένου οι τεχνικοί αυτοί κανονισμοί, τα πρότυπα και οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης να μη δημιουργήσουν περιττά εμπόδια στις εξαγωγές των αναπτυσσομένων χωρών μελών.
12.4.  
Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι, αν και είναι δυνατόν να υπάρχουν διεθνή πρότυπα, οδηγίες ή συστάσεις, υπό τις ιδιάζουσες τεχνολογικές και κοινωνικοοικονομικές συνθή κες των αναπτυσσομένων χωρών μελών, οι τελευταίες αυτές θεσπίζουν ορισμένους τεχνικούς κανονισμούς, πρότυπα ή μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης με σκοπό να συμβιβάσουν τις εγχώριες τεχνολογίες και τις μεθόδους και διαδικασίες παραγωγής με τις αναπτυξιακές τους ανάγκες. Τα μέλη αναγνωρίζουν, κατά συνέπεια, ότι δεν πρέπει να αναμένεται από τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη να εφαρμόσουν, ως βάση των τεχνικών τους κανονισμών και των προτύπων τους, περιλαμβανομένων και των μεθόδων δοκιμής, διεθνή πρότυπα που δεν είναι κατάλληλα για τις αναπτυξιακές, χρηματοδοτικές και εμπορικές τους ανάγκες.
12.5.  
Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των εύλογων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου η διάρθρωση και η λειτουργία των διεθνών οργανισμών τυποποίησης και των διεθνών συστημάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης να είναι φύσεως τέτοιας, ώστε να διευκολύνεται η ενεργή και αντιπροσωπευτική συμμετοχή των αρμοδίων οργάνων όλων των μελών, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών προβλημάτων των αναπτυσσομένων χωρών μελών.
12.6.  
Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη όλων των εύλογων μέτρων, που. έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου, μετά από αίτηση των αναπτυσσομένων χωρών μελών, οι διεθνείς οργανισμοί τυποποίησης να εξετάζουν τη δυνατότητα εκπονήσεως, ει δυνατόν, διεθνών προτύπων όσον αφορά τα προϊόντα που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις χώρες αυτές.
12.7.  
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11, τα μέλη παρέχουν τεχνική βοήθεια στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, προκειμένου η εκπόνηση και εφαρμογή των τεχνικών κανονισμών, των προτύπων και των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης να μη δημιουργούν περιττά εμπόδια στην επέκταση και διαφοροποίηση των εξαγωγών των χωρών αυτών. Για να καθορισθούν οι λεπτομέρειες και οι όροι της τεχνικής αυτής βοήθειας, λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός αναπτύξεως των αιτούντων μελών και ιδίως των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.
12.8.  
Αναγνωρίζεται ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη δύνανται να προσκρούσουν σε ειδικά προβλήματα, περιλαμβανομένων των θεσμικών προβλημάτων και των προβλημάτων υποδομής, όσον αφορά την εκπόνηση και εφαρμογή τεχνικών κανονισμών, προτύπων και μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης. Αναγνωρίζεται, επίσης, ότι οι ειδικές αναπτυξιακές και εμπορικές τους ανάγκες, όπως και ο βαθμός της τεχνολογικής τους ανάπτυξης, δύνανται να μειώσουν την ικανότητά τους να ανταποκριθούν πλήρως στις υποχρεώσεις τους που πηγάζουν από την παρούσα συμφωνία. Τα μέλη λοιπόν, λαμβάνουν πλήρως υπόψη το γεγονός αυτό. Κατά συνέπεια, προκειμένου οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη να είναι σε θέση να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας η Επιτροπή Τεχνικών Εμποδίων στο Εμπόριο που προβλέπεται στο άρθρο 13 (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία η «επιτροπή») εξουσιοδοτείται να χορηγήσει, μετά από αίτηση, ειδικές εξαιρέσεις, περιορισμένες χρονικά, για το σύνολο ή μέρος των υποχρεώσεων που πηγάζουν από τη συμφωνία, Όταν εξετάζει τις αιτήσεις αυτές, η επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα ειδικά προβλήματα που αναφέρονται στην εκπόνηση και εφαρμογή των τεχνικών κανονισμών, των προτύπων και των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης, και τις ειδικές αναπτυξιακές και εμπορικές ανάγκες της αναπτυσσόμενης χώρας μέλους, όπως και το βαθμό της τεχνολογικής της ανάπτυξης, που είναι δυνατόν να μειώσουν την ικανότητα της εν λόγω χώρας να ανταποκριθεί πλήρως στις υποχρεώσεις της βάσει της παρούσας συμφωνίας. Η επιτροπή λαμβάνει υπόψη, ιδίως, τα ειδικά προβλήματα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.
12.9.  
Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη έχουν πάντοτε υπόψη τις ιδιαίτερες δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν οι αναπτυσσόμενες χώρες κατά την εκπόνηση και εφαρμογή των προτύπων, των τεχνικών κανονισμών και των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης. Εξάλλου, επιθυμώντας να βοηθήσουν τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη στις προσπάθειές τους στο αντικείμενο αυτό, οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές χρηματοδοτικές, εμπορικές και αναπτυξιακές ανάγκες των πρώτων.
12.10.  
Η επιτροπή εξετάζει περιοδικά την ειδική και διακριτική μεταχείριση που προβλέπεται από την παρούσα συμφωνία και που παραχωρείται στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.



ΟΡΓΑΝΑ, ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 13

Επιτροπή Τεχνικών Εμποδίων στο Εμπόριο

13.1.  
Συστήνεται Επιτροπή Τεχνικών Εμποδίων στο Εμπόριο που αποτελείται από εκπροσώπους κάθε μέλους. Η επιτροπή εκλέγει η ίδια τον πρόεδρό της και συνέρχεται, όταν είναι αναγκαίο, αλλά τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, για να δοθεί η δυνατότητα στα μέλη να διενεργούν διαβουλεύσεις για κάθε θέμα που αφορά την εφαρμογή της συμφωνίας ή την επίτευξη των σκοπών της και ασκεί τις αρμοδιότητες που της έχουν ανατεθεί βάσει της, παρούσας συμφωνίας ή από τα μέλη.
13.2.  
Η επιτροπή συστήνει ομάδες εργασίας ή λοιπά όργανα, κατά περίπτωση, που ασκούν τις αρμοδιότητες που είναι δυνατόν να τους ανατεθούν από την επιτροπή σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
13.3.  
θεωρείται δεδομένο ότι πρέπει να αποφευχθεί περιττή επανάληψη των εργασιών που έχουν ανατεθεί, αφενός, βάσει της παρούσας συμφωνίας και, αφετέρου, από τις κυβερνήσεις σε άλλα τεχνικά όργανα. Η επιτροπή εξετάζει το πρόβλημα αυτό προκειμένου να μειώσει στο ελάχιστο την εν λόγω επανάληψη.

Άρθρο 14

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

14.1.  
Οι διαβουλεύσεις και η επίλυση διαφορών σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα που επηρεάζει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του οργάνου επίλυσης διαφορών και τηρούν, κατ' αναλογία, τις διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΟΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση διαφορών.
14.2.  
Μετά από αίτηση μέρους της διαφοράς, ή με δική της πρωτοβουλία, η ειδική ομάδα (πάνελ) δύναται να συστήσει ομάδα εμπειρογνωμόνων η οποία βοηθά σε θέματα τεχνικής φύσεως που απαιτούν λεπτομερή εξέταση από εμπειρογνώμονες.
14.3.  
Οι ομάδες των τεχνικών εμπειρογνωμόνων διέπονται από τις διαδικασίες που προβλέπονται στο παράρτημα 2.
14.4.  
Είναι δυνατόν να γίνει επίκληση των διατάξεων περί επίλυσης των διαφορών που αναφέρονται ανωτέρω, στις περιπτώσεις που ένα μέλος κρίνει ότι ένα άλλο μέλος δεν έχει επιτύχει ικανοποιητικά αποτελέσματα βάσει των άρθρων 3, 4, 7, 8, και 9 και ότι τα εμπορικά του συμφέροντα θίγονται καίρια. Προς το σκοπό αυτό, τα αποτελέσματα αυτά πρέπει να είναι ισοδύναμα με εκείνα που θα προέκυπταν εάν το εν λόγω όργανο αποτελούσε μέλος.



ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 15

Τελικές διατάξεις

Επιφυλάξεις

15.1.  
Δεν είναι δυνατή η διατύπωση επιφυλάξεων όσον αφορά τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας χωρίς τη συγκατάθεση των λοιπών μελών.

Εξέταση

15.2.  
Το συντομότερο δυνατό μετά την ημερομηνία κατά την οποία η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει για ένα μέλος, το μέλος αυτό πληροφορεί την επιτροπή για τα μέτρα που ισχύουν ή που θα λάβει για να εξασφαλίσει την εφαρμογή και τη διαχείριση της παρούσας συμφωνίας. Το μέλος γνωστοποιεί επίσης στην επιτροπή κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των μέτρων.
15.3.  
Η επιτροπή προβαίνει κάθε χρόνο σε εξέταση της εφαρμογής και της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τους αντικειμενικούς της στόχους.
15.4.  
Το αργότερο κατά την εκπνοή του τρίτου έτους από της θέσης σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας και εν συνεχεία στο τέλος κάθε περιόδου τριών ετών, η επιτροπή εξετάζει τη λειτουργία και την εφαρμογή της συμφωνίας τυτής, περιλαμβανομένων και των διατάξεων περί διαφάνειας, προκειμένου να προτείνει την προσαρμογή των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που πηγάζουν απ' αυτή, εάν αυτό είναι αναγκαίο, για να εξασφαλισθεί το αμοιβαίο οικονομικό πλεονέκτημα και η ισορροπία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αυτών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 12. Λαμβανομένης κυρίως υπόψη της πείρας από την εφαρμογή της συμφωνίας, η επιτροπή μεταξύ άλλων προτείνει, όταν χρειάζεται, τροποποιήσεις του κειμένου της συμφωνίας προς το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών.

Παραρτήματα

15.5.  
Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελού αναπόσπαστο μέρος αυτής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΠΑ ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

Οι όροι που παρατίθενται στην έκτη έκδοση του οδηγού 2 του ISO/IEC του 1991 (Γενικοί όροι και ορισμοί σχετικά με την τυποποίηση και τις συναφείς δραστηριότητες), έχουν, όταν χρησιμοποιούνται στην παρούσα συμφωνία, την ίδια έννοια με αυτή η οποία δίδεται στους ορισμούς του εν λόγω οδηγού λαμβανομένου υπόψη ότι υπηρεσίες εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, εντούτοις, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1.    Τεχνικός κανονισμός

Έγγραφο το οποίο καθορίζει τα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή τις σχετικές διεργασίες και μεθόδους παραγωγής, περιλαμβανομένων των ισχυουσών διοικητικών διατάξεων, των οποίων η τήρηση είναι υποχρεωτική. Δυνατόν επίσης να περιλαμβάνει ή να αφορά αποκλειστικά προδιαγραφές ορολογίας, συμβόλων, συσκευασίας, σήμανσης ή επικόλλησης ετικετών οι οποίες ισχύουν για ένα προϊόν, διεργασία ή μέθοδο παραγωγής.

Επεξηγηματική σημείωση

Ο ορισμός του οδηγού 2 ISO/IEC δεν είναι ανεξάρτητος, αλλά βασίζεται στο σύστημα, το αποκαλούμενο «παίγνιο κατασκευών».

2.    Πρότυπο

Έγγραφο εγκεκριμένο από αναγνωρισμένο όργανο, το οποίο προβλέπει, για συνήθη και επαναλαμβανόμενη χρήση, κανόνες, κατευθυντήριες γραμμές ή χαρακτηριστικά προϊόντων ή σχετικές διεργασίες και μεθόδους παραγωγής, των οποίων η τήρηση δεν είναι υποχρεωτική. Δυνατόν επίσης να περιλαμβάνει ή να αφορά αποκλειστικά προδιαγραφές ορολογίας, συμβόλων, συσκευασίας, σήμανσης ή επικόλλησης ετικετών οι οποίες ισχύουν για ένα προϊόν, διεργασία ή μέθοδο παραγωγής.

Επεξηγηματική σημείωση

Οι όροι, όπως περιγράφονται στον οδηγό 2 του ISO/IEC, καλύπτουν προϊόντα, διεργασίες και υπηρεσίες. Η παρούσα συμφωνία αφορά μόνο τεχνικούς κανονισμούς, πρότυπα και μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης σε σχέση με προϊόντα ή διεργασίες και μεθόδους παραγωγής. Τα πρότυπα, όπως ορίζονται από τον οδηγό 2 του ISO/IEC, μπορεί να είναι υποχρεωτικά ή προαιρετικά. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας τα πρότυπα ορίζονται ως προαιρετικά και οι τεχνικοί κανονισμοί ως υποχρεωτικά έγγραφα. Τα πρότυπα που εκπονούνται από τη διεθνή κοινότητα τυποποίησης βασίζονται στη συναίνεση. Η παρούσα συμφωνία καλύπτει επίσης έγγραφα τα οποία δεν βασίζονται σε συναίνεση.

3.    Μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης

Κάθε μέθοδος που χρησιμοποιείται, άμεσα ή έμμεσα, για την εξακρίβωση της τήρησης των σχετικών προδιαγραφών τεχνικών κανονισμών ή προτύπων.

Επεξηγηματική σημείωση

Οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, μεθόδους δειγματοληψίας, δοκιμής και επιθεώρησης, αξιολόγησης, επαλήθευσης και εξασφάλισης της συμμόρφωσης, καταχώρισης, διαπίστευσης και έγκρισης, καθώς και συνδυασμούς αυτών.

4.    Διεθνής οργανισμός ή σύστημα

Οργανισμός ή σύστημα, η προσχώρηση στο οποίο είναι ανοικτή για τους αρμόδιους οργανισμούς τουλάχιστον όλων των μελών.

5.    Περιφερειακός οργανισμός ή σύστημα

Οργανισμός ή σύστημα, στο οποίο δύνανται να προσχωρήσουν τα αρμόδια όργανα μόνο μερικών μελών.

6.    Όργανο κεντρικής κυβέρνησης

Η κεντρική κυβέρνηση, τα υπουργεία της ή οι υπηρεσίες της και οποιοδήποτε άλλο όργανο που υπόκειται στον έλεγχο της κεντρικής κυβέρνησης για ό,τι αφορά την εν λόγω δραστηριότητα.

Επεξηγηματική σημείωση

Στην περίπτωση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζονται οι διατάξεις που διέπουν τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης. Εντούτοις, οι περιφερειακοί οργανισμοί ή τα συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης δύνανται να εγκρίνονται στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, οπότε υπάγονται στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας τις σχετικές με τους περιφερειακούς οργανισμούς ή τα συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης.

7.    Όργανο τοπικής διοίκησης

Δημόσιες αρχές, εκτός της κεντρικής κυβέρνησης (π.χ. οι αρχές των κρατών, επαρχιών, Länder, καντονιών, κοινοτήτων κ.λπ.), τα υπουργεία τους ή οι υπηρεσίες τους ή οποιοδήποτε όργανο που υπάγεται στον έλεγχο των δημοσίων αυτών αρχών για ό,τι αφορά την εν λόγω δραστηριότητα.

8.    Μη κυβερνητικό όργανο

Όργανο άλλο από όργανο κεντρικής κυβέρνησης ή όργανο τοπικής διοίκησης συμπεριλαμβανομένου και του μη κυβερνητικού οργάνου το οποίο σύμφωνα με το νόμο έχει αρμοδιότητα να επιβλέπει την τήρηση τεχνικού κανονισμού.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

ΟΜΑΔΕΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ

Οι ακόλουθες διαδικασίες εφαρμόζονται στις ομάδες τεχνικών εμπειρογνωμόνων που συνιστώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14.

1. 

Οι ομάδες τεχνικών εμπειρογνωμόνων υπόκεινται στη δικαιοδοσία των ειδικών ομάδων. Η εντολή καθώς και οι λεπτομερείς μέθοδοι εργασίας αποφασίζονται από την ειδική ομάδα. Οι ομάδες τεχνικών εμπειρογνωμόνων αναφέρονται στην ειδική ομάδα.

2. 

Η συμμετοχή στις εργασίες ομάδων τεχνικών εμπειρογνωμόνων περιορίζεται σε πρόσωπα τα οποία έχουν αναγνωρισμένες αρμοδιότητες και επαγγελματική πείρα στο συγκεκριμένο τομέα.

3. 

Κανένας υπήκοος χωρών που είναι διάδικο μέρος σε διαφορά δεν δύναται να είναι μέλος ομάδας τεχνικών εμπειρογνωμόνων χωρίς την από κοινού συμφωνία των μερών της διαφοράς, εκτός από εξαιρετικές περιστάσεις κατά τις οποίες η ειδική ομάδα θεωρεί ότι η ανάγκη για ειδικές επιστημονικές γνώσεις δεν μπορεί να καλυφθεί με άλλον τρόπο. Τα κυβερνητικά στελέχη των μερών της διαφοράς δεν δύνανται να είναι μέλη ομάδας τεχνικών εμπειρογνωμόνων. Τα μέλη των ομάδων τεχνικών εμπειρογνωμόνων συμμετέχουν σε προσωπική βάση και όχι υπό την ιδιότητα εκπροσώπου κυβερνήσεως ή οργανισμού. Οι κυβερνήσεις και οι οργανισμοί δεν τους δίδουν εντολές, όσον αφορά τα θέματα των οποίων επιλαμβάνεται η ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων.

4. 

Οι ομάδες τεχνικών εμπειρογνωμόνων δύνανται να συμβουλεύονται και να αναζητούν πληροφορίες και τεχνικές συμβουλές σε οποιαδήποτε πηγή θεωρούν κατάλληλη. Πριν αναζητήσουν τέτοιου είδους πληροφορίες ή συμβουλές σε πηγή της δικαιοδοσίας ενός μέλους, οι ομάδες τεχνικών εμπειρογνωμόνων ενημερώνουν την κυβέρνηση του εν λόγω μέλους. Κάθε μέλος ανταποκρίνεται αμέσως και πλήρως σε κάθε αίτηση που υποβάλλεται από ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων για πληροφορίες τις οποίες η ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων θεωρεί αναγκαίες και κατάλληλες.

5. 

Τα μέρη διαφοράς έχουν πρόσβαση σε οποιαδήποτε σχετική πληροφορία που έχει παρασχεθεί σε ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων, εκτός αν είναι εμπιστευτικής φύσεως. Οι πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα που έχουν παρασχεθεί σε ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων δεν ανακοινώνονται χωρίς τη ρητή έγκριση της κυβέρνησης, του οργανισμού ή του προσώπου που τις παρέσχε. Εφόσον οι πληροφορίες αυτές ζητούνται από ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων, αλλά δεν εγκρίνεται η ανακοίνωσή τους, τότε παρέχεται περίληψη αυτών μη εμπιστευτικού χαρακτήρα, από την κυβέρνηση, τον οργανισμό ή το πρόσωπο που τις παρέσχε.

6. 

Η ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων υποβάλλει σχέδιο έκθεσης στα ενδιαφερόμενα μέλη προκειμένου να λάβει τα σχόλιά τους, και να τα λάβει υπόψη της, κατά περίπτωση, στην τελική έκθεση, η οποία διαβιβάζεται επίσης στα ενδιαφερόμενα μέλη όταν υποβληθεί στην ειδική ομάδα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ, ΕΚΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΠΡΟΤΎΠΩΝ

Γενικές διατάξεις

Α Για τους σκοπούς του παρόντος κώδικα ισχύουν οι ορισμοί του παραρτήματος 1 της παρούσας συμφωνίας.

Β. Η αποδοχή του παρόντος κώδικα είναι ελεύθερη για κάθε όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης στο έδαφος μέλους του ΠΟΕ, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για όργανο κεντρικής κυβέρνησης, όργανο τοπικής διοίκησης ή μη κυβερνητικό όργανο· για όλα τα κυβερνητικά περιφερειακά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης, των οποίων ένα ή περισσότερα μέλη αποτελούν μέλη του ΠΟΕ· και για όλα τα μη κυβερνητικά περιφερειακά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης, των οποίων ένα ή περισσότερα μέλη εδρεύουν στην επικράτεια ενός μέλους του ΠΟΕ (αναφέρονται στον παρόντα κώδικα συνολικά ως «όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης» και μεμονωμένα ως «το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης»).

Γ. Τα όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης τα οποία αποδέχονται ή απορρίπτουν τον παρόντα κώδικα γνωστοποιούν το γεγονός στο κέντρο πληροφοριών του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης ΙSΟ/ΙΕC στη Γενεύη. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει την επωνυμία και τη διεύθυνση του σχετικού οργάνου καθώς και το πεδίο εφαρμογής των τρεχουσών και αναμενoμένων δραστηριοτήτων τυποποίησης. Η γνωστοποίηση είναι δυνατόν να αποστέλλεται απευθείας στο κέντρο πληροφοριών ΙSΟ/ΙΕC, ή μέσω του εθνικού οργανισμού μέλους του ΙSΟ/ΙΕC ή, κατά προτίμηση, μέσω του αρμόδιου εθνικού μέλους ή διεθνούς συνδρομητή του δικτύου Isonet κατά περίπτωση.

Διατάξεις επί της ουσίας

Δ. Όσον αφορά τα πρότυπα, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης παρέχει στα προϊόντα που κατάγονται από το έδαφος των λοιπών μελών του ΠΟΕ μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από αυτή που παρέχει σε ομοειδή προϊόντα εθνικής καταγωγής και σε ομοειδή προϊόντα που κατάγονται από οποιαδήποτε άλλη χώρα.

Ε. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης εξασφαλίζει ότι τα πρότυπα δεν εκπονούνται, εκδίδονται ή εφαρμόζονται με σκοπό ή με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν περιττά εμπόδια στο διεθνές εμπόριο.

ΣΤ. 'Οταν υπάρχουν διεθνή πρότυπα ή επίκειται η τελική τους διαμόρφωση, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης χρησιμοποιεί τα διεθνή αυτά πρότυπα ή τα βασικά στοιχεία τους ως βάση για τα πρότυπα που εκπονεί, εκτός των περιπτώσεων που τα διεθνή αυτά πρότυπα ή τα στοιχεία αυτών είναι αναποτελεσματικά ή ακατάλληλα, παραδείγματος χάριν λόγω θεμελιωδών κλιματικών ή γεωγραφικών παραγόντων ή. βασικών τεχνολογικών προβλημάτων.

Ζ. Προκειμένου να εναρμονίσει τα πρότυπα μεταξύ τους κατά το δυνατόν ευρύτερα, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης συμμετέχει με τον κατάλληλο τρόπο, πλήρως, εντός των ορίων των δυνατοτήτων του στην εκπόνηση, από τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης, των διεθνών προτύπων που αναφέρονται σε προϊόντα για τα οποία έχει θεσπίσει ή προβλέπει να θεσπίσει τεχνικούς κανονισμούς. Όσον αφορά τα όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης στο έδαφος ενός μέλους, η συμμετοχή σε συγκεκριμένη διεθνή δραστηριότητα τυποποίησης πραγματοποιείται, όταν είναι δυνατόν, μέσω αντιπροσωπείας όλων των οργάνων με δραστηριότητα τυποποίησης στο έδαφός του που έχουν εγκρίνει, ή αναμένεται να εγκρίνουν, πρότυπα στον τομέα τον οποίο αφορά η διεθνής δραστηριότητα τυποποίησης.

Η. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης στο έδαφος ενός μέλους καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να αποφευχθεί η επανάληψη ή η αλληλεπικάλυψη με τις εργασίες άλλων οργάνων με δραστηριότητα τυποποίησης της εθνικής επικράτειας ή με τις εργασίες αρμοδίων διεθνών ή περιφερειακών οργανισμών τυποποίησης. Καταβάλλουν επίσης κάθε προσπάθεια για να επιτευχθεί εθνική συναίνεση για τα πρότυπα που εκπονούν. Παρομοίως το περιφερειακό όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να αποφευχθεί η επανάληψη ή η αλληλεπικάλυψη με τις εργασίες αρμοδίων διεθνών οργανισμών τυποποίησης.

Θ. Κάθε φορά που αυτό θεωρείται αρμόζον, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης καθορίζει τα πρότυπα βάσει των προδιαγραφών απόδοσης του προϊόντος μάλλον, παρά βάσει της μορφής του ή των περιγραφικών χαρακτηριστικών του.

I. Κάθε εξάμηνο τουλάχιστον, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης δημοσιεύει πρόγραμμα εργασιών που περιλαμβάνει την επωνυμία του και τη διεύθυνσή του, τα πρότυπα που εκπονεί τη στιγμή εκείνη και τα πρότυπα τα οποία έχει εκδώσει την προηγούμενη περίοδο. Ένα πρότυπο θεωρείται υπό εκπόνηση από τη στιγμή που έχει ληφθεί απόφαση για την εκπόνησή του μέχρι τη στιγμή που θα εκδοθεί. Οι τίτλοι συγκεκριμένων σχεδίων προτύπων παρέχονται, μετά από αίτηση, στην αγγλική, γαλλική ή ισπανική γλώσσα. Δημοσιεύεται ανακοίνωση σχετικά με την ύπαρξη τoυ προγράμματος εργασιών σε εθνικό ή, κατά πάσα πιθανότητα, περιφερειακό έντυπο για τις δραστηριότητες τυποποίησης.

Το πρόγραμμα εργασιών αναφέρει για κάθε πρότυπο, σύμφωνα με όλους τους κανόνες Isonet, την κατάταξη σχετικά με το αντικείμενο, το στάδιο όπου βρίσκεται η εκπόνηση του προτύπου και τα στοιχεία διεθνών προτύπων που έχουν ληφθεί ως βάση. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης γνωστοποιεί, όχι αργότερα από τη στιγμή της δημοσίευσης του προγράμματος εργασιών, την ύπαρξή του στο κέντρο πληροφόρησης ΙSO/ΙΕC στη Γενεύη.

Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει την επωνυμία και τη διεύθυνση του οργάνου με δραστηριότητα τυποποίησης, το όνομα και το τεύχος της έκδοσης στο οποίο δημοσιεύεται το πρόγραμμα εργασιών, την περίοδο που καλύπτει το πρόγραμμα εργασιών, την τιμή του (αν υπάρχει), καθώς και τον τρόπο και τον τόπο που μπορεί να βρεθεί. Η γνωστοποίηση είναι δυνατόν να αποσταλεί απευθείας στο κέντρο πληροφόρησης ΙSO/ΙΕC, κατά προτίμηση, μέσω του αρμοδίου εθνικού οργανισμού μέλους ή διεθνούς οργανισμού συνδρομητού του Isonet, κατά περίπτωση.

ΙΑ. Ο εθνικός οργανισμός μέλος του ΙSO/ΙΕC προβαίνει oε κάθε αναγκαία ενέργεια, ώστε να γίνει μέλος του Isonet ή να ορίσει άλλο όργανο για να γίνει μέλος, καθώς και για να αποκτήσει το καλύτερο καθεστώς μέλους του Isonet. Τα λοιπά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης προβαίνουν σε κάθε απαραίτητη ενέργεια ώστε να συνδεθούν με το μέλος του Isonet.

ΙΒ. Πριν από τη θέσπιση ενός προτύπου, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης χορηγεί προθεσμία τουλάχιστον εξήντα ημερών για την υποβολή των σχολίων επί του σχεδίου του προτύπου από τα ενδιαφερόμενα μέρη εντός της επικρατείας του μέλους του ΠΟΕ. Η εν λόγω προθεσμία δύναται, εντούτοις, να μειωθεί σε περιπτώσεις όπου προκύπτουν ή υπάρχει κίνδυνος να προκύψουν επείγοντα προβλήματα ασφάλειας, υγείας ή περιβάλλοντος. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης δημοσιεύει, όχι αργότερα από την αρχή της περιόδου υποβολής των σχολίων, ανακοίνωση σχετικά με την περίοδο της υποβολής σχολίων στη δημοσίευση που αναφέρεται στην παράγραφο I. Η εν λόγω ανακοίνωση περιλαμβάνει, στο βαθμό του εφικτού, την περίπτωση κατά την οποία το σχέδιο του προτύπου παρεκκλίνει από σχετικά διεθνή πρότυπα.

ΙΓ. Μετά από αίτηση ενός ενδιαφερομένου μέρους εντός της επικρατείας ενός μέλους του ΠΟΕ, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης παρέχει αμέσως, ή κανονίζει να παρασχεθεί, αντίγραφο του σχεδίου προτύπου το οποίο έχει υποβάλει για σχόλια. Τυχόν αντίτιμο που χρεώνεται για την υπηρεσία αυτή είναι, εκτός από το πραγματικό κόστος παράδοσης, το ίδιο για μέρη του εξωτερικού και του εσωτερικού.

ΙΔ. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης λαμβάνει υπόψη, κατά την περαιτέρω επεξεργασία του προτύπου, τα σχόλια που παρέλαβε κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής σχολίων. Στα σχόλια που έχουν παραληφθεί μέσω των οργάνων με δραστηριότητα τυποποίησης, τα οποία έχουν αποδεχθεί τον παρόντα κώδικα, δίνεται απάντηση, αν έχει ζητηθεί, όσον το δανατόν συντομότερα. Η απάντηση περιλαμβάνει επεξηγήσεις για τους λόγους που επιβάλλουν την παρέκκλιση από σχετικά διεθνή πρότυπα.

ΙΕ. Πρότυπο το οποίο εκδίδεται δημοσιεύεται αμέσως.

ΙΣΤ. Μετά από αίτηση ενός ενδιαφερομένου μέρους εντός της επικρατείας ενός μέλους του ΠΟΕ, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης παρέχει αμέσως ή κανονίζει να παρασχεθεί αντίγραφο του περισσότερο προσφάτου προγράμματος εργασιών ή ενός προτύπου που εξεπόνησε. Τυχόν αντίτιμο που χρεώνεται για την εν λόγω υπηρεσία είναι, εκτός από το πραγματικό κόστος παράδοσης, το ίδιο για μέρη του εξωτερικού και του εσωτερικού.

ΙΖ. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης εξετάζει ευμενώς και δίνει την κατάλληλη ευκαιρία για διαβουλεύσεις σχετικά με καταγγελίες όσον αφορά τη λειτουργία του παρόντος κώδικα, που υποβάλλονται από όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης τα οποία έχουν αποδεχθεί τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας. Ο οργανισμός τυποποίησης προσπαθεί να εξετάσει αντικειμενικά τυχόν καταγγελίες.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

Εκτιμώντας ότι οι υπουργοί συνεφώνησαν στη δήλωση της Punta del Este ότι «μετά από εξέταση της λειτουργίας των άρθρων της GΑΤΤ που αφορούν τον περιορισμό και τη στρέβλωση του εμπορίου που προκαλούν τα επενδυτικά μέτρα, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων θα πρέπει να συζητηθούν, κατά περίπτωση, πρόσθετες διατάξεις που απαιτούνται, ενδεχομένως, για να αποφεύγονται τέτοιου είδους αρνητικές επιπτώσεις στο εμπόριο»,

Επιθυμώντας να προωθήσουν την επέκταση και τη σταδιακή απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου και να διευκολύνουν τις επενδύσεις πέραν των διεθνών συνόρων προκειμένου να αυξήσουν την οικονομική αύξηση όλων των εμπορικών εταίρων, και ιδίως των αναπτυσσομένων χωρών μελών, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα τον ελεύθερο ανταγωνισμό,

Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εμπορικές, αναπτυξιακές και χρηματοδοτικές ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών μελών, και ιδίως των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών,

Αναγνωρίζοντας ότι ορισμένα επενδυτικά μέτρα μπορεί να επιφέρουν περιορισμό και στρέβλωση του εμπορίου,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα συμφωνία ισχύει για επενδυτικά μέτρα που συνδέονται αποκλειστικά με τις εμπορευματικές συναλλαγές (καλούμενα στην παρούσα συμφωνία «Trim»).

Άρθρο 2

Εθνική μεταχείριση και ποσοτικοί περιορισμοί

1.  
Με την επιφύλαξη των λοιπών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων στο πλαίσιο της GΑΤΤ του 1994, τα μέλη δεν εφαρμόζουν Trim που δεν συμφωνούν με τις διατάξεις του άρθρου III ή του άρθρου XI της GΑΤΤ του 1994.
2.  
Στο παράρτημα της παρούσας συμφωνίας περιλαμβάνεται επεξηγηματικός κατάλογος των Trim, τα οποία δεν είναι συμβατά με την υποχρέωση της εθνικής μεταχείρισης η οποία προβλέπεται στο άρθρο III παράγραφος 4 της GΑΤΤ του 1994 και την υποχρέωση της γενικής κατάργησης των ποσοστικών περιορισμών που προβλέπεται στο άρθρο XI παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994.

Άρθρο 3

Εξαιρέσεις

Όλες οι εξαιρέσεις στο πλαίσιο της GΑΤΤ του 1994 ισχύουν, ανάλογα, και για τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 4

Αναπτυσσόμενες χώρες μέλη

Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη έχουν τη δυνατότητα να παρεκκλίνουν προσωρινά από τις διατάξεις του άρθρου 2 στο βαθμό και με τον τρόπο που το άρθρο XVIII της GΑΤΤ του 1994, το μνημόνιο συμφωνίας για τις διατάξεις του ισοζυγίου πληρωμών της GΑΤΤ του 1994 και η δήλωση σχετικά με τα μέτρα για το εμπόριο που λαμβάνονται για τους σκοπούς του ισοζυγίου πληρωμών, η οποία εξεδόθη στις 28 Νοεμβρίου 1979 (BISD 26S/205-209), επιτρέπουν στα μέλη να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις των άρθρων III και XI της GΑΤΤ του 1994.

Άρθρο 5

Γνωστοποίηση και μεταβατικοί διακανονισμοί

1.  
Τα μέλη, εντός 90 ημερών από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, γνωστοποιούν στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών όλα τα Trim που εφαρμόζουν και που δεν συμφωνούν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα Trim αυτού του είδους γενικής ή ειδικής εφαρμογής γνωστοποιούνται μαζί με τα κύρια χαρακτηριστικά τους ( 28 ).
2.  
Όλα τα μέλη καταργούν το σύνολο των Trim τα οποία γνωστοποιούνται δυνάμει της παραγράφου 1 εντός δύο ετών από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για το ΠΟΕ στην περίπτωση ανεπτυγμένης χώρας μέλους, εντός πέντε ετών στην περίπτωση αναπτυσσόμενης χώρας μέλους και εντός επτά ετών στην περίπτωση λιγότερο ανεπτυγμένης χώρας μέλους.
3.  
Μετά από αίτηση, το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών δύναται να παρατείνει τη μεταβατική περίοδο για την κατάργηση των Trim που έχουν γνωστοποιηθεί δυνάμει της παραγράφου 1 για αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, περιλαμβανομένων των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών, οι οποίες αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες στην εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας. Κατά την εξέταση της εν λόγω αίτησης, το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών λαμβάνει υπόψη τις επιμέρους αναπτυξιακές, χρηματοδοτικές και εμπορικές ανάγκες των εν λόγω μελών.
4.  
Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, τα μέλη δεν τροποποιούν τους όρους των Trim τα οποία κοινοποιούν δυνάμει της παραγράφου 1 σε σχέση με αυτούς που ισχύουν κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ώστε να μην αυξηθεί ο βαθμός της ανακολουθίας με τις διατάξεις του άρθρου 2. Τα Trim που έχουν θεσπισθεί εντός λιγότερο των 180 ημερών πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ δεν ωφελούνται από τους μεταβατικούς διακανονισμούς που προβλέπονται στην παράγραφο 2.
5.  
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2, τα μέλη, προκειμένου να μην φέρουν σε μειονεκτική θέση υφιστάμενες επιχειρήσεις οι οποίες υπόκεινται σε Trim που έχει γνωστοποιηθεί δυνάμει της παραγράφου 1, μπορούν να εφαρμόζουν κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου το ίδιο Trim σε νέα επένδυση i) στην περίπτωση που τα προϊόντα-στόχος της εν λόγω επένδυσης είναι ομοειδή προϊόντα με αυτά των υφισταμένων επιχειρήσεων, και ii) στην περίπτωση που είναι αναγκαίο να αποφευχθεί η στρέβλωση των όρων ανταγωνισμού μεταξύ της νέας επένδυσης και των υφισταμένων επιχειρήσεων. Τα Trim που εφαρμόζονται κατ' αυτόν τον τρόπο στις νέες επενδύσεις γνωστοποιούνται στο Συμβούλιο, Εμπορευματικών Συναλλαγών. Οι όροι ενός τέτοιου Trim είναι ισοδύναμοι, όσον αφορά τις επιπτώσεις τους στον ανταγωνισμό με αυτούς που ισχύουν για τις υφιστάμενες επιχειρήσεις, και παύουν να ισχύουν την ίδια στιγμή.

Άρθρο 6

Διαφάνεια

1.  
Τα μέλη επαναβεβαιώνουν, σε σχέση με τα Trim, ότι αναλαμβάνουν την υποχρέωση να τηρήσουν τις υποχρεώσει σχετικά με τη διαφάνεια και τη γνωστοποίηση που απορρέουν από το άρθρο Χ της GΑΤΤ του 1994, από τη δέσμευση για τις γνωστοποιήσεις που περιλαμβάνεται στο μνημόνιο συμφωνίας σχετικά με τη γνωστοποίηση, τις διαβουλεύσεις, την επίλυση διαφορών και την εποπτεία, που εξεδόθη στις 28 Νοεμβρίου 1979, και από την υπουργική απόφαση σχετικά με τις διαδικασίες γνωστοποίησης που εξεδόθη στις 15 Απριλίου 1994.
2.  
Κάθε μέλος γνωστοποιεί στη γραμματεία τις δημοσιεύσεις όπου μπορούν να βρεθούν τα Trim, περιλαμβανομένων αυτών που εφαρμόζονται από περιφερειακές και τοπικές διοικήσεις και αρχές εντός της επικρατείας τους.
3.  
Κάθε μέλος εξετάζει θετικά τις αιτήσεις για πληροφορίες, και είναι διαθέσιμο για διαβουλεύσεις, για κάθε θέμα που προκύπτει από την παρούσα συμφωνία και που θίγεται από κάποιο άλλο μέλος. Σύμφωνα με το άρθρο Χ της GΑΤΤ του 1994 δεν ζητείται από τα μέλη να κοινοποιήσουν πληροφορίες των οποίων η αποκάλυψη θα εμπόδιζε την εφαρμογή του νόμου ή θα ήταν αντίθετη με το δημόσιο συμφέρον ή θα έθετε σε κίνδυνο τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα επιχειρήσεων του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα.

Άρθρο 7

Επιτροπή Επενδυτικών Μέτρων στον Τομέα του Εμπορίου

1.  
Συστήνεται Επιτροπή Επενδυτικών Μέτρων στον Τομέα του Εμπορίου στην οποία δύνανται να συμμετέχουν όλα τα μέλη (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία «η επιτροπή»). Η επιτροπή εκλέγει η ίδια τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρ της και συνεδρόιάζει τουλάχιστον άπαξ του έτους και οπωσδήποτε μετά από αίτηση κάποιου μέλους.
2.  
Η επιτροπή εκτελεί καθήκοντα τα οποία της έχουν ανατεθεί από το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών και παρέχει στα μέλη την ευκαιρία να προβαίνουν σε διαβουλεύσεις για όλα τα θέματα τα σχετικά με τη λειτουργία και την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.
3.  
Η επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή και τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας και υποβάλλει σχετικές ετήσιες εκθέσεις στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών.

Άρθρο 8

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

Οι διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται στο πλαίσιο της συμφωνίας επίλυσης διαφορών, ισχύουν για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση διαφορών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 9

Εξέταση από το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών

Εντός το αργότερο πέντε ετών από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών εξετάζει τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας και, κατά περίπτωση, προτείνει στην υπουργική συνδιάσκεψη τροποποιήσεις του κειμένου της. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης αυτής, το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών μελετά κατά πόσον η συμφωνία πρέπει να συμπληρωθεί με διατάξεις σχετικά με την επενδυτική πολιτική και την πολιτική ανταγωνισμού.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ

1. Τα Trim που δεν είναι σύμφωνα με την υποχρέωση της εθνικής μεταχείρισης που προβλέπεται στο άρθρο III παράγραφος 4 της GΑΤΤ του 1994 περιλαμβάνουν τα μέτρα τα οποία είναι υποχρεωτικά ή εκτελεστά δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας ή δυνάμει διοικητικών αποφάσεων, ή με τα οποία απαιτείται συμμόρφωση προκειμένου να επιτευχθεί πλεονέκτημα, και τα οποία απαιτούν:

α) 

την αγορά ή τη χρήση εκ μέρους μιας επιχείρησης προϊόντων εγχώριας καταγωγής ή οποιασδήποτε εγχώριας πηγής, που ορίζεται σε σχέση είτε με συγκεκριμένα προϊόντα, είτε με τον όγκο ή την αξία των προϊόντων, είτε με ποσοστό του όγκου ή της αξίας της τοπικής της παραγωγής· ή

β) 

οι αγορές ή η χρήση εκ μέρους επιχείρησης εισαγομένων προϊόντων να περιορίζεται σε ορισμένη ποσότητα σε σχέση με τον όγκο ή την αξία των τοπικών προϊόντων που εξάγει.

2. Τα Trim που δεν είναι σύμφωνα με την υποχρέωση της γενικής κατάργησης των ποσοτικών περιορισμών που προβλέπεται στο άρθρο XI παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994 περιλαμβάνουν τα μέτρα τα οποία είναι υποχρεωτικά ή εκτελεστά δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας ή δυνάμει διοικητικών αποφάσεων, ή με τα οποία απαιτείται συμμόρφωση προκειμένου να επιτευχθεί πλεονέκτημα, και τα οποία περιορίζουν:

α) 

την εισαγωγή εκ μέρους επιχείρησης προϊόντων που χρησιμοποιούνται στην τοπική παραγωγή της ή σχετίζονται με αυτή, εν γένει ή σε ποσότητα που συνδέεται με τον όγκο ή την αξία της τοπικής παραγωγής που εξάγει·

β) 

την εισαγωγή, εκ μέρους επιχείρησης, προϊόντων που χρησιμοποιούνται στην τοπική παραγωγή της ή σχετίζονται με αυτή, περιορίζοντας την πρόσβασή της σε συνάλλαγμα, σε ποσότητα ανάλογη με τις εισροές συναλλάγματος που αποδίδονται στην επιχείρηση· ή

γ) 

την εξαγωγή ή την πώληση για εξαγωγές, εκ μέρους επιχείρησης, προϊόντων που ορίζονται σε σχέση είτε με συγκεκριμένα προϊόντα, είτε με τον όγκο ή την αξία προϊόντων, είτε με το ποσοστό του όγκου της αξίας της τοπικής της παραγωγής.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ VI ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

ΤΑ ΜΕΛΗ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

ΜΕΡΟΣ I

Άρθρο 1

Αρχές

Η επιβολή μέτρου αντιντάμπινγκ επιτρέπεται μόνο υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο VI της GΑΤΤ του 1994 και κατόπιν σχετικών ερευνών που έχουν αρχίσει ( 29 ) και διεξαχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Η εφαρμογή του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994 διέπεται από τις ακόλουθες διατάξεις, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες λαμβάνονται μέτρα κατ' εφαρμογήν νόμων και κανονισμών αντιντάμπινγκ.

Άρθρο 2

Καθορισμός του ντάμπινγκ

2.1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ένα προϊόν θεωρείται ότι αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, δηλαδή ότι εισάγεται στην αγορά μιας άλλης χώρας σε τιμή κατώτερη της κανονικής του αξίας, αν η τιμή εξαγωγής του προϊόντος που εξάγεται από μία χώρα σε μια άλλη είναι κατώτερη της αντίστοιχης τιμής που εφαρμόζεται υπό κανονικές συνθήκες εμπορίας για ομοειδές προϊόν, όταν το τελευταίο προορίζεται για κατανάλωση στη χώρα εξαγωγής.

2.2. Όταν δεν υπάρχουν πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος υπό κανονικές συνθήκες εμπορίας στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής, ή όταν υπάρχουν μεν τέτοιες πωλήσεις, αλλά δεν επιτρέπουν τη διεξαγωγή ορθής σύγκρισης, είτε λόγω των ειδικών συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί στην αγορά είτε λόγω του μικρού όγκου των πωλήσεων στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής ( 30 ), τότε το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίζεται με μέτρο σύγκρισης μια ανάλογη τιμή ομοειδούς προϊόντος κατά την εξαγωγή του σε κατάλληλη τρίτη χώρα, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω τιμή είναι αντιπροσωπευτική, ή το κόστος παραγωγής στη χώρα καταγωγής, προσαυξημένο κατά ένα εύλογο ποσό που αντιπροσωπεύει τα διοικητικά και γενικά έξοδα, τα έξοδα πωλήσεων και το κέρδος.

2.2.1. 

Οι πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής ή οι πωλήσεις προς μια τρίτη χώρα σε τιμές κατώτερες του κόστους παραγωγής ανά μονάδα (πάγιου και μεταβλητού), προσαυξημένου κατά τα έξοδα πωλήσεων και τα γενικά και διοικητικά έξοδα, είναι δυνατό να θεωρηθούν ως μη ανταποκρινόμενες σε κανονικές συνθήκες εμπορίας εξαιτίας της τιμής τους και κατά συνέπεια να μη ληφθούν υπόψη για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, μόνο εφόσον οι αρχές ( 31 ) καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι εν λόγω πωλήσεις πραγματοποιούνται για ικανό χρονικό διάστημα ( 32 ) σε αξιόλογες ποσότητες ( 33 ) και σε τιμές που δεν επιτρέπουν την ολοσχερή κάλυψη του κόστους εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Αν οι τιμές υπολείπονται μεν του κόστους ανά μονάδα κατά το χρόνο πώλησης, αλλά είναι ανώτερες του μέσου σταθμισμένου κόστους ανά μονάδα κατά την περίοδο έρευνας, γίνεται δεκτό ότι οι εν λόγω τιμές επιτρέπουν την κάλυψη του κόστους εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.

2.2.1.1. 

Για την εφαρμογή της παραγράφου 2, το κόστος υπολογίζεται κανονικά με βάση τα στοιχεία που τηρεί ο εξαγωγέας ή ο παραγωγός τον οποίον αφορά η έρευνα, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω στοιχεία ανταποκρίνονται στους γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες της λογιστικής που ισχύουν στη χώρα εξαγωγής και αντανακλούν σε ικανοποιητικό βαθμό τις δαπάνες τις σχετικές με την παραγωγή και την πώληση του υπό εξέταση προϊόντος. Οι αρχές συνεκτιμούν όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία για τον ορθό καταλογισμό των δαπανών, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων που έχει υποβάλει ο εξαγωγέας ή ο παραγωγός κατά τη διάρκεια της έρευνας, υπό την προϋπόθεση ότι ο συγκεκριμένος τρόπος καταλογισμού είναι αυτός που χρησιμοποιείται παγίως από τον εκάστοτε εξαγωγέα ή παραγωγό, ιδίως όταν πρέπει να προσδιοριστούν κατάλληλοι χρόνοι αποπληρωμής και απόσβεσης ή να ληφθούν υπόψη οι κεφαλαιακές δαπάνες και οι λοιπές δαπάνες ανάπτυξης. Σε περίπτωση και μόνο που δεν έχουν ήδη ληφθεί υπόψη για τον καταλογισμό των δαπανών βάσει της παρούσας παραγράφου, οι δαπάνες πρέπει να αναπροσαρμόζονται καταλλήλως, ώστε να αντανακλούν από τα έκτακτα έξοδα εκείνα τα οποία ευνοούν τη μελλοντική ή/και την τρέχουσα παραγωγή ή να λαμβσνουν υπόψη τυχόν περιστάσεις, που έχουν ως αποτέλεσμα τα έξοδα κατά την περίοδο έρευνας να επηρεάζονται από πράξεις που εκτελεί δεδομένη επιχείρηση σε αρχικό στάδιο της λειτουργίας της ( 34 ).

2.2.2. 

Για την εφαρμογή της παραγράφου 2, τα ποσά που αντιστοιχούν στα γενικά και διοικητικά έξοδα, στα έξοδα πωλήσεων και στα κέρδη υπολογίζονται με βάση τα πραγματικά στοιχεία τα σχετικά με την παραγωγή και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος υπό κανονικές συνθήκες εμπορίας από τον εξαγωγέα ή τον παραγωγο τον οποίον αφορά η έρευνα. Σε περίπτωση που τα εν λόγω ποσά δεν είναι δυνατό να υπολογιστούν με τον ανωτέρω τρόπο, αυτά είναι δυνατό να υπολογίζονται με βάση:

i) 

τα πραγματικά ποσά για τα οποία έχει δεσμευθεί και τα οποία έχει εισπράξει ο εκάστοτε εξαγωγέας ή παραγωγός σε σχέση με την παραγωγή και τις πωλήσεις στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής για την ίδια γενική κατηγορία προϊόντων·

ii) 

το σταθμισμένο μέσο όρο των πραγματικών ποσών για τα οποία έχουν δεσμευθεί και τα οποία έχουν εισπράξει άλλοι εξαγωγείς ή παραγωγοί τους οποίους αφορά η έρευνα σε σχέση με την παραγωγή και τις πωλήσεις ομοειοούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής·

iii) 

οποιαδήποτε άλλη εύλογη μέθοδο, υπό την προϋπόθεση ότι η τιμή που προκύπτει με τον τόπο αυτό για το κέρδος δεν υπερβαίνει το κερδος που πραγματοποιείται κανονικά από άλλους εξαγωγείς ή παραγωγούς επί πωλήσεων προϊόντων της ίδιας γενικής κατηγορίας στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής.

2.3. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν υπάρχει τιμή εξαγωγής ή οι αρμόδιες αρχές έχουν ενδείξεις ότι η τιμή εξαγωγής δεν μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση λόγω της ύπαρξης κάποιας σύνδεσης ή κάποιας αντισταθμιστικής συμφωνίας μεταξύ του εκάστοτε εξαγωγέα και του εισαγωγέα ή ενός τρίτου, η τιμή εξαγωγής είναι δυνατό να κατασκευάζεται με βάση την τιμή στην οποία τα εισαγόμενα προϊόντα μεταπωλούνται για πρώτη φορά σε ανεξάρτητο αγοραστή ή, σε περίπτωση που τα προϊόντα δεν μεταπωλούνται προς κάποιον ανεξάρτητο αγοραστή ή δεν μεταπωλούνται στην κατάσταση που είχαν κατά την εισαγωγή τους, με βάση οποιανδήποτε εύλογη μέθοδο που δύνανται να καθορίζουν οι αρχές.

2.4. Μεταξύ της τιμής εξαγωγής και της κανονικής αξίας διεξάγεται εύλογη σύγκριση. Η σύγκριση αυτή αφορά το ίδιο στάδιο εμπορίας, και συνήθως το στάδιο εξόδου εκ του εργοστασίου, και πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν σε χρόνο όσο γίνεται πλησιέστερο. Για κάθε περίπτωση λαμβάνονται δεόντως υπόψη, με βάση τα ατομικά στοιχεία της υπόθεσης, διαφορές που επηρεάζουν τη συγκρισμότητα των τιμών, συμπεριλαμβανομένων των διαφορών που υφίστανται όσον αφορά τους γενικούς και ειδικούς ορονς και προϋποθέσεις πώλησης, τη φορολογία, τα στάδια εμπορίας, τις ποσότητες, τα φυσικά χαρακτηριστικά και οποιεσδήποτε άλλες διαφορές οι οποίες αποδεδειγμένα επηρεάζουν ομοίως τη συγκρισιμότητα των τιμών ( 35 ). Στις περιπτώσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο 3, πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα που ανακύπτουν μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης (συμπεριλαμβανομένων των δασμών και των φόρων) και τα αντίστοιχα πραγματοποιούμενα κέρδη. Εαν, στις περιπτώσεις αυτές, έχει επηρεασθεί η συγκρισιμότητα των τιμών, οι αρχές καθορίζουν την κανονική αξία για στάδιο εμπορίας αντίστοιχο του σταδίου εμπορίας που ισχύει για την κατασκευασμένη τιμή εξαγωγής ή συνεκτιμούν δεόντως τους παράγοντες που προβλέπονται από την παρούσα παράγραφο. Οι αρχές οφείλουν να ενημερώνουν τους ενδιαφερομένους σχετικά με τα στοιχεία που απαιτούνται για τη διασφάλιση δίκαιων όρων σύγκρισης, ενώ το βάρος της απόδειξης που επιβάλλουν στους ενδιαφερομένους δεν πρέπει να είναι υπέρμετρο.

2.4.1. 

Οταν για τη σύγκριση βάσει της παραγράφου 4 είναι απαραίτητη η μετατροπή των νομισμάτων, η μετατροπή αυτή πρέπει να γίνεται με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει κατά την ημερομηνία πώλησης ( 36 ), υπό την προϋπόθεση ότι, όταν μια πράξη πώλησης συναλλάγματος σε προθεσμιακές αγορές συνδέεται άμεσα με την αντίστοιχη πράξη αγοράς προς εξαγωγή, λαμράνεται υπόψη η συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει για την προθεσμιακή πώληση. Οι διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών δεν λαμβάνονται υπόψη, ενώ στο πλαίσιο μιας έρευνας οι αρχές τάσσουν στους εξαγωγείς προθεσμία 60 ημερών τουλάχιστον, προκειμένου να αναπροσαρμόσουν τις τιμές εξαγωγής που εφαρμόζουν, με βάση τις μη πρόσκαιρου χαρακτήρα αυξομειώσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών που έχουν σημειωθεί κατά την περίοδο έρευνας.

2.4.2. 

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4, που διέπουν τα σχετικά με τη δίκαιη σύγκριση, η ύπαρξη περιθωρίων ντάμπινγκ κατά το στάδιο της έρευνας κρίνεται καταρχήν με βάση τη σύγκριση κάποιας σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας με το σταθμισμένο μέσο όρο των τιμών που έχουν ισχύσει για όλες τις ανάλογες εξαγωγικές πράξεις ή με βάση τη σύγκριση της κανονικής αξίας με τις τιμές εξαγωγής για κάθε συναλλαγή ξεχωριστά. Η κανονική αξία, η οποία έχει προκύψει από τη στάθμιση των μέσων όρων, είναι δυνατό να συγκρίνεται με τις τιμές των επιμέρους εξαγωγικών πράξεων, εφόσον οι αρχές διαπιστώνουν ότι οι τιμές εξαγωγής διαφέρουν συστηματικά και σε μεγάλο βαθμό αναλογα με την ταυτότητα του αγοραστή, την περιφέρεια ή τη χρονική περίοδο και εφόσον εξηγείται ο λόγος για τον οποίον οι διαφορές αυτού του είδους δεν είναι δυνατό να ληφθούν καταλλήλως-υπόψη μέσω της σύγκρισης των σταθμισμένων μέσων ορων μεταξύ τους ή μεσω της σύγκρισης της μίας συναλλαγής με την άλλη.

2.5. Όταν δεδομένα προϊόντα δεν εισάγονται απευθείας από τη χώρα καταγωγής, αλλά εξάγονται προς το εισάγον μέλος από κάποια ενδιάμεση χώρα, η τιμή στην οποία πωλούνται τα προϊόντα από τη χώρα εξαγωγης στο εισάγον μέλος συγκρίνεται κατά κανόνα με την αντίστοιχη τιμή στη χώρα εξαγωγής. Εντούτοις, η τιμή είναι δυνατό να συγκρίνεται με την τιμή στη χώρα καταγωγής εάν, για παράδειγμα, τα εν λόγω προϊόντα διέρχονται απλώς από τη χώρα εξαγωγής υπό καθεστώς διαμετακόμισης ή αν τέτοιου είδους προϊόντα δεν παράγονται στη χώρα εξαγωγής ή αν δεν υπάρχει γι' αυτά συγκρίσιμη τιμή στη χώρα εξαγωγής.

2.6. Οπουδήποτε γίνεται χρήση στην παρούσα συμφωνία του όρου «ομοειδές προϊόν» («like product», «produit simi-laire»), αυτός νοείται ως αναφερόμενος σε ένα όμοιο προϊόν, δηλαδή προϊόν που μοιάζει από κάθε άποψη με το υπό εξέταση προϊόν, ή, όταν δεν υπάρχει κάποιο τέτοιο προϊόν, σε ένα άλλο προϊόν το οποίο, αν και δεν του μοιάζει από κάθε άποψη, ωστόσο έχει χαρακτηριστικά που μοιάζουν στενά με εκείνα του υπο εξέταση προϊόντος.

2.7. Το παρόν άρθρο ισχύει υπό την επιφύλαξη της δεύτερης συμπληρωματικής διάταξης του άρθρου VI παράγραφος 1 του παραρτήματος I της GΑΤΤ του 1994.

Άρθρο 3

Προσδιορισμός της ζημίας ( 37 )

3.1. Ο προσδιορισμός της ζημίας στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994 βασίζεται σε θετικά αποδεικτικά στοιχεία και προϋποθέτει την αντικειμενική αξιολόγηση τόσο α) του όγκου των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και των συνεπειών των εν λόγω εισαγωγών για τις τιμές των ομοειδών προϊόντων στην εγχώρια αγορά όσο και β) των επακόλουθων συνεπειών των εν λόγω εισαγωγών για τους εγχώριους παραγωγούς τέτοιων προϊόντων.

3.2. Προκειμένου περί του όγκου των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι αρχές που διεξάγουν τις σχετικές έρευνες εξετάζουν κατά πόσον έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση του όγκου των εν λόγω εισαγωγών, είτε σε απόλυτα μεγέθη είτε σε συνάρτηση με την παραγωγή ή την κατανάλωση στο εισάγον μέλος. Προκειμένου περί της επίδρασης των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ επί των τιμών, οι αρχές που διεξάγουν τις σχετικές έρευνες εξετάζουν κατά πόσον έχουν πραγματοποιηθεί εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ σε τιμές αισθητά κατώτερες της τιμής ομοειδών προϊόντων του εισάγοντος μέλους και κατά πόσον εισαγωγές αυτού του είδους προκαλούν με οποιονδήποτε τρόπο σημαντική συμπίεση των τιμών ή θέτουν σημαντικά εμπόδια σε αυξήσεις των τιμών που θα είχαν σημ,ειωθεί σε αντίθετη περίπτωση. Κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες, ούτε περισσότεροι εξ αυτών από κοινού δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθούν βαρύνουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

3.3. Όταν διεξάγονται ταυτοχρόνως έρευνες αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές συγκεκριμένου προϊόντος από διάφορες χώρες, οι αρχές που διεξάγουν τις έρευνες δύνανται να προσμετρούν σωρευτικώς τις συνέπειες των εισαγωγών αυτών μόνο εφόσον βεβαιωθούν ότι: α) το περιθώριο ντάμπινγκ που προκύπτει για τις εισαγωγές από κάθε χώρα είναι αρκετά υψηλό ώστε να θεωρείται ότι έχει νομικές συνέπειες, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 8, ενώ ο όγκος των εισαγωγών από κάθε χώρα δεν είναι αμελητέος· και β) ότι η σωρευτική αξιολόγηση των συνεπειών των εισαγωγών είναι η ενδεδειγμένη λαμβανομένων υπόψη των όρων του ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων, καθώς και των όρων του ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγομένων προϊόντων και των ομοειδών εγχώριων προϊόντων.

3.4. Η εξέταση των συνεπειών των εισαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ για τον εκάστοτε εγχώριο κλάδο παραγωγής περιλαμβάνει αξιολόγηση όλων των συναφών οικονομικών παραγόντων, καθώς και των δεικτών που έχουν σημασία για την κατάσταση του αντίστοιχου κλάδου παραγωγής, στους οποίους περιλαμβάνονται: η πραγματική ή ενδεχομενη μείωση των πωλήσεων, των κερδών, της παραγωγής, του μεριδίου αγοράς, της παραγωγικότητας, της αποδοτικότητας των επενδύσεων ή της χρησιμοποίησης της ικανότητας, οι παράγοντες που επηρεάζουν τις εγχώριες τιμές, το μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ, οι πραγματικές ή ενδεχόμενες επιπτώσεις για τις ταμειακές ροές, τα αποθέματα, την απασχόληση, τους μισθούς, την ανάπτυξη, την ικανότητα άντλησης κεφαλαίων ή τις επενδύσεις. Η ανωτέρω απαρίθμηση έχει ενδεικτικό χαρακτήρα και κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες, ούτε περισσότεροι εξ αυτών από κοινού δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθούν βαρύνουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

3.5. Πρέπει να αποδεικνύεται ότι, εξαιτίας των συνεπειών του ντάμπινγκ, όπως ορίζεται στις παραγράφους 2 και 4, οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ προκαλούν ζημία κατά την έννοια της παρούσας συμφωνίας. Για να διαπιστωθεί κατά πόσον υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της ζημίας που υφίσταται ο εγχώριος κλάδος παραγωγής, οι αρχές συνεκτιμούν όλα τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους. Οι αρχές εξετάζουν ακόμη τυχόν άλλους γνωστούς παράγοντες, πέραν των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι οποίοι προκαλούν κατά τον ίδιο χρόνο ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής, και η ζημία που προξενείται από αυτούς τους άλλους παράγοντες πρέπει να μην είναι δυνατό να αποδοθεί στις εισαγωγές με πρακτικες ντάμπινγκ. Στους παράγοντες που ενδέχεται να έχουν σημασία από αυτή την άποψη είναι δυνατό να συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ο όγκος και οι τιμές των εισαγωγών των οποίων οι τιμές δεν είναι αποτέλεσμα πρακτικών ντάμπινγκ, η συρρίκνωση της ζήτησης ή οι μεταβολές των δεδομένων κατανάλωσης, οι περιοριστικές εμπορικές πρακτικές που εφαρμόζουν οι ξένοι και οι εγχώριοι παραγωγοί, καθώς και ο ανταγωνισμός μεταξύ τους, οι τεχνολογικές εξελίξεις και, τέλος, οι εξαγωγικές επιδόσεις και η παραγωγικότητα του εγχώριου κλάδου παραγωγής.

3.6. Οι συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ αξιολογούνται σε σχέση με την εγχώρια παραγωγή ομοειδούς προϊόντος, εφόσον τα διαθέσιμα στοιχεία επιτρέπουν τον ξεχωριστό προσδιορισμό της εν λόγω παραγωγής βάσει ορισμένων κριτηρίων, όπως είναι η μέθοδος παραγωγής, οι πωλήσεις και τα κέρδη των παραγωγών. Αν δεν είναι δυνατός ο χωριστός προσδιορισμός της εν λόγω παραγωγής, οι συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ αξιολογούνται μέσω της εξέτασης της παραγωγής της πλέον περιορισμένης ομάδας ή φάσματος προϊόντων, που περιλαμβάνει το ομοειδές προϊόν, για την οποία είναι δυνατό να συγκεντρωθούν οι αναγκαίες πληροφορίες.

3.7. Για να διαπιστωθεί η ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας λαμβάνονται υπόψη τα πραγματικά περιστατικά, και όχι μόνο τυχόν ισχυρισμοί, εικασίες ή μεμακρυσμένες πιθανότητες. Οποιαδήποτε μεταβολή των περιστάσεων, που θα δημιουργούσε κατάσταση υπό την οποία είναι πιθανή η πρόκληση ζημίας από το ντάμπινγκ, πρέπει να είναι δυνατό να προβλεφθεί με βεβαιότητα και να είναι επικείμενη ( 38 ). Προκειμένου να αποφανθούν σχετικά με την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας, οι αρχές οφείλουν να συνεκτιμούν, μεταξύ άλλων, τους ακόλουθους παράγοντες:

i) 

τυχόν αύξηση σε σημαντικό ποσοστό των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στην εγχώρια αγορά, η οποία αποτελεί ένδειξη για την πιθανότητα ουσιαστικής αύξησης των εισαγωγών·

ii) 

την ύπαρξη ελεύθερα διαθέσιμης ικανότητας ή την πιθανότητα επικείμενης σημαντικής αύξησης της ικανότητας του εξαγωγέα, από την οποία προκύπτει ως πιθανή σημαντική αύξηση των εξαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ προς την αγορά του εισάγοντος μέλους, λαμβανομένης υπόψη της ύπαρξης άλλων εξαγωγικών αγορών, οι οποίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να απορροφήσουν τυχόν πρόσθετες εξαγωγές·

iii) 

το κατά πόσον τα εισαγόμενα προϊόντα εισέρχονται στη χώρα σε τιμές που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική συμπίεση ή την παρεμπόδιση της αύξησης των εγχώριων τιμών και οι οποίες είναι πιθανό να οδηγήσουν σε αύξηση της ζήτησης για επιπλέον εισαγωγές· και

iv) 

τα αποθέματα του υπό διερεύνηση προϊόντος.

Κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες από μόνος του δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθεί βαρύνουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων, αλλά όλοι οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη σωρευτικά πρέπει να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι επίκειται η πραγματοποίηση περαιτέρω εξαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ και ότι υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας σε περίπτωση που δεν ληφθούν προστατευτικά μέτρα.

3.8. Σε περιπτώσεις, εξάλλου, κατά τις οποίες επαπειλείται η πρόκληση ζημίας από εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ, εξετάζεται το ενδεχόμενο επιβολής μέτρων αντιντάμπινγκ και η σχετική απόφαση λαμβάνεται με ιδιαίτερη περίσκεψη.

Άρθρο 4

Καθορισμός του εγχώριου κλάδου παραγωγής

4.1 Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ο όρος «εγχώριος κλάδος παραγωγής» θεωρείται ότι περιλαμβάνει το σύνολο των εγχώριων παραγωγών ομοειδών προϊόντων ή εκείνους εξ αυτών των οποίων αθροιστικά η παραγωγή των υπό εξέταση προϊόντων αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής εγχώριας παραγωγής των εν λόγω προϊόντων, με τις ακόλουθες εξαιρέσεις:

i) 

όταν κάποιοι παραγωγοί συνδέονται ( 39 ) με τους εξαγωγείς ή τους εισαγωγείς ή είναι οι ίδιοι εισαγωγείς του προϊόντος που υποτίθεται ότι αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, ο όρος «εγχώριος κλάδος παραγωγής» είναι δυνατό να θεωρείται ότι περιλαμβάνει μόνο τους υπόλοιπους παραγωγούς·

ii) 

σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το έδαφος ενός μέλους είναι δυνατό εις ό,τι αφορά την υπό εξέταση παραγωγή να διαιρεθεί σε δύο ή περισσότερες ανταγωνιστικές αγορές, και οι παραγωγοί κάθε επιμέρους αγοράς είναι δυνατό να θεωρηθούν ως ξεχωριστός κλάδος παραγωγής εφόσον: α) οι παραγωγοί κάθε επιμέρους αγοράς πωλούν το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο των ποσοτήτων του υπό εξέταση προϊόντος που παράγουν στη συγκεκριμένη αγορά, και β) η ζήτηση στη συγκεκριμένη αγορά δεν καλύπτεται σε αξιόλογο ποσοστό από παραγωγούς του υπό εξέταση προϊόντος οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε διαφορετικό τμήμα του εθνικού εδάφους. Όταν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, είναι δυνατό να γίνει δεκτό ότι προκαλείται ζημία ακόμη και αν μεγάλο μέρος του συνολικού εγχώριου κλάδου παραγωγής δεν υφίσταται ζημία, υπό την προϋπόθεση ότι παρατηρείται συγκέντρωση των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ σε μια τόσο απομονωμένη αγορά και επιπροσθέτως ότι οι επίμαχες εισαγωγές προξενούν ζημία στους παραγωγούς του συνόλου ή σχεδόν του συνόλου της παραγωγής στη συγκεκριμένη αγορά.

4.2. Όταν έχει οριστεί ότι τον εγχώριο κλάδο παραγωγής αποτελούν οι παραγωγοί συγκεκριμένης περιοχής, πράγμα που συμβαίνει όταν για τον ορισμό της αγοράς έχει εφαρμοστεί η ανωτέρω παράγραφος 1 περίπτωση ii), οι επιβαλλόμενοι ( 40 ) δασμοί αντιντάμπινγκ αφορούν μόνο τις ποσότητες των υπό εξέταση προϊόντων οι οποίες προορίζονται για τελική κατανάλωση στην εν λόγω περιοχή. Όταν το συνταγματικό δίκαιο του εισάγοντος μέλους δεν επιτρέπει μια τέτοιου είδους επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ, το εισάγον μέλος δύναται να επιβάλλει δασμούς αντιντάμπινγκ χωρίς περιορισμό μόνο εφόσον: α) έχει παρασχεθεί η δυνατότητα στους οικείους εξαγωγείς να διακόψουν τις εξαγωγές σε τιμές που απορρέουν από πρακτικές ντάμπινγκ προς τη συγκεκριμένη περιοχή ή έστω να παράσχουν διαβεβαιώσεις, όπως προβλέπει το άρθρο 8, και δεν παρεσχέθησαν αμελλητί ικανοποιητικές διαβεβαιώσεις σχετικά· και β) τέτοιου είδους δασμοί δεν είναι δυνατό να επιβληθούν μόνο στα προϊόντα συγκεκριμένων παραγωγών, οι οποίοι διοχετεύουν την παραγωγή τους στη συγκεκριμένη περιοχή.

4.3. Όταν δύο η περισσότερες χώρες έχουν, βάσει των διατάξεων του άρθρου XXIV παράγραφος 8 στοιχείο α) της GΑΤΤ του 1994, επιτύχει τέτοιο βαθμό οικονομικής ολοκλήρωσης, ώστε να φέρουν τα χαρακτηριστικά μίας ενιαίας, ενοποιημένης αγοράς, ως εγχώριος κλάδος παραγωγής κατά την έννοια της παραγράφου 1 νοείται ο κλάδος παραγωγής στο σύνολο της περιοχής την οποία καλύπτει η οικονομική ολοκλήρωση.

4.4. Για το παρόν άρθρο εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 6.

Άρθρο 5

Έναρξη και διεξαγωγή της έρευνας

5.1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, η έναρξη έρευνας για να διαπιστωθούν η ύπαρξη, η έκταση και οι συνέπειες των τυχόν καταγγελλόμενων πρακτικών ντάμπινγκ προϋποθέτει γραπτή αίτηση εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής.

5.2. Η αίτηση που υποβάλλεται βάσει της ανωτέρω παραγράφου 1 πρέπει να περιλαμβάνει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα εξής: α) το ντάμπινγκ, β) τη ζημία, κατά την έννοια του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994, όπως ερμηνεύεται από την παρούσα συμφωνία, και γ) την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της υποτιθέμενης ζημίας. Οι απλοί ισχυρισμοί, οι οποίοι δεν τεκμηριώνονται με τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία, δεν αρκούν για την τήρηση των προϋποθέσεων της παρούσας παραγράφου. Η αίτηση περιέχει τα στοιχεία που μπορεί ευλόγως να συγκεντρώσει ο αιτών σχετικά με τα εξής θέματα:

i) 

την ταυτότητα του αιτούντος και στοιχεία για τον όγκο και την αξία της εγχώριας παραγωγής ομοειδούς προϊόντος από τον αιτούντα. Όταν η γραπτή αίτηση υποβάλλεται για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής, η αίτηση πρέπει να προσδιορίζει τον κλάδο παραγωγής για λογαριασμό του οποίου υποβάλλεται η αίτηση, με την απαρίθμηση όλων των γνωστών εγχώριων παραγωγών ομοειδούς προϊόντος (ή των ενώσεων που έχουν συστήσει οι εγχώριοι παραγωγοί ομοειδούς προϊόντος)· επίσης, πρέπει στο μέτρο του δυνατού να περιέχει στοιχεία για τον όγκο και την αξία του τμήματος της εγχώριας παραγωγής ομοειδούς προϊόντος, το οποίο αντιπροσωπεύουν οι συγκεκριμένοι παραγωγοί·

ii) 

πλήρη περιγραφή του προϊόντος, το οποίο κατά την αίτηση αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, το όνομα της εμπλεκόμενης χώρας ή χωρών καταγωγής ή εξαγωγής, την ταυτότητα όλων των γνωστών εξαγωγέων ή αλλοδαπών παραγωγών, καθώς και κατάλογο των προσώπων που είναι γνωστό ότι εισάγουν το συγκεκριμένο προϊόν·

iii) 

στοιχεία για τις τιμές στις οποίες το συγκεκριμένο προϊόν πωλείται, όταν προορίζεται για κατανάλωση στις εγχώριες αγορές της χώρας ή των χωρών καταγωγής ή εξαγωγής (ή, κατά περίπτωση, στοιχεία για τις τιμές στις οποίες το συγκεκριμένο προϊόν πωλείται από τη χώρα ή τις χώρες καταγωγής ή εξαγωγής προς κάποια τρίτη χώρα ή τρίτες χώρες, ή για την κατασκευασμένη αξία του εν λόγω προϊόντος)· επίσης, στοιχεία για τις τιμές εξαγωγής και, κατά περίπτωση, για τις τιμές στις οποίες το προϊόν μεταπωλείται για πρώτη φορά προς ανεξάρτητο αγοραστή στο έδαφος του εισάγοντος μέλους·

iv) 

στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη του όγκου των εισαγωγών που υποτίθεται ότι αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, σχετικά με τις συνέπειες των εν λόγω εισαγωγών για τις τιμές ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά και τις επακόλουθες συνέπειες των εισαγωγών για τον εγχώριο κλάδο παραγωγής, όπως αυτές προκύπτουν από τα σχετικά μεγέθη και τους δείκτες στα οποία αποτυπώνεται η κατάσταση του εγχώριου κλάδου παραγωγής, όπως εκείνα που απαριθμούνται στο άρθρο 3 παραγραφοι 2 και 4.

5.3. Οι αρχές εξετάζουν την ακρίβεια και την πληρότητα των αποδεικτικών στοιχείων που περιέχονται στην αίτηση, προκειμένου να διαπιστώσουν κατά πόσον υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.

5.4. Έρευνα αρχίζει κατ' εφαρμογήν της παραγράφου 1 μόνον εφόσον οι αρχές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα, μετά από αξιολόγηση του βαθμού στήριξης της αίτησης ή αντίθεσης προς αυτήν που έχουν εκφράσει ( 41 ) οι εγχώριοι παραγωγοί ομοειδούς προϊόντος, ότι η αίτηση έχει υποβληθεί εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής ( 42 ). Γίνεται δεκτό ότι η αίτηση έχει υποβληθεί «εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής», αν υποστηρίζεται από εγχώριους παραγωγούς των οποίων η αθροιστική παραγωγή αντιπρσωπεύει ποσοστό άνω του 50 % της συνολικής παραγωγής ομοειδούς προϊόντος που πραγματοποιεί εκείνο το τμήμα του εγχώριου κλάδου παραγωγής το οποίο είτε εκφράζει την υποστήριξή του προς την αίτηση είτε αντιτίθεται σε αυτήν. Παρ' όλα αυτά, η έναρξη έρευνας δεν είναι δυνατή, όταν οι εγχώριοι παραγωγοί που υποστηρίζουν ρητώς την αίτηση αντιπροσωπεύουν ποσοστό κατώτερο του 25 % της συνολικής παραγωγής ομοειδούς προϊόντος που πραγματοποιεί ο εγχώριος κλάδος παραγωγής.

5.5. Οι αρχές αποφεύγουν, εκτός αν έχει ληφθεί απόφαση για την έναρξη έρευνας, να δίνουν οποιαδήποτε δημοσιότητα στην αίτηση για την έναρξη έρευνας. Εντούτοις, αφού λάβουν μια δεόντως τεκμηριωμένη αίτηση και πριν προχωρήσουν στην έναρξη σχετικής έρευνας, οι αρχές ενημερώνουν σχετικά την κυβέρνηση του οικείου εξάγοντος μέλους.

5.6. Αν σε ειδικές περιπτώσεις οι αρμόδιες αρχές αποφασίσουν την έναρξη έρευνας χωρίς να έχουν λάβει σχετική γραπτή αίτηση εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής για την έναρξη τέτοιας έρευνας, προχωρούν στα επόμενα στάδια της διαδικασίας μόνο εφόσον διαθέτουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το ντάμπινγκ, τη ζημία και την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2, τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.

5.7. Τα αποδεικτικά στοιχεία τα σχετικά τόσο με το ντάμπινγκ όσο και με τη ζημία αξιολογούνται συγχρόνως: α) για την απόφαση περί ενάρξεως ή μη έρευνας, και β) στη συνέπεια, κατά τη διάρκεια της έρευνας, με αφετηρία ημερομηνία που δεν επιτρέπεται να είναι μεταγενέστερη της ενωρίτερης ημερομηνίας κατά την οποία είναι δυνατή η θέσπιση προσωρινών μέτρων με βάση τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

5.8. Αίτηση που υποβάλλεται βάσει της παραγράφου 1 είναι απορριπτέα, και τυχόν έρευνα που εχει αρχίσει περατούται πάραυτα, από τη στιγμή που οι αρμόδιες αρχές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το ντάμπινγκ ή τη ζημία, τα οποία να δικαιολογούν τη συνέχιση της υπόθεσης. Η υπόθεση περατούται αμέσως, όταν οι αρχές διαπιστώσουν ότι το περιθώριο ντάμπινγκ είναι αμελητέο ή ότι ο όγκος των πραγματικών ή δυνητικών εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή η ζημία είναι άνευ σημασίας. Το περιθώριο ντάμπινγκ θεωρείται αμελητέο αν υπολείπεται του 2 % της τιμής εξαγωγής. Ο όγκος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ θεωρείται κατά κανόνα αμελητέος, αν διαπιστωθεί ότι ο όγκος των επίμαχων εισαγωγών από συγκεκριμένη χώρα αντιπροσωπεύει ποσοστό κατώτερο του 3 % του συνόλου των εισαγωγών ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος, εκτός αν υπάρχει ενας αριθμός χωρών, καθεμία από τις οποίες αντιπροσωπεύει ποσοστό κατώτερο του 3 % των εισαγωγών ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος, αλλά όλες μαζί αντιπροσωπεύουν ποσοστό ανώτερο του 7 % των εισαγωγών ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος.

5.9. Το γεγονός ότι ενδεχομένως βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία αντιντάμπινγκ δεν αποτελεί εμπόδιο για την ομαλή εξέλιξη των διαδικασιών εκτελωνισμού.

5.10. Πλην ειδικών περιπτώσεων, οι έρευνες ολοκληρώνονται εντός έτους, και σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν η διάρκειά τους να υπερβεί τους 18 μήνες από την έναρξή τους.

Άρθρο 6

Αποδεικτικά στοιχεία

6.1. Όλες οι πλευρές που εξαρτούν συμφέροντα από συγκεκριμένη έρευνα αντιντάμπινγκ ενημερώνονται σχετικά με τα στοιχεία που χρειάζονται οι αρμόδίες αρχές, και τους παρέχεται πλήρης ευχέρεια να υποβάλουν γραπτώς όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που θεωρούν ότι έχουν σημασία για την έρευνα.

6.1.1. 

Στους εξαγωγείς ή τους αλλοδαπούς παραγωγούς που λαμβάνουν τα ερωτηματολόγια που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο έρευνας αντιντάμπινγκ τάσσεται προθεσμία 30 ημερών τουλάχιστον, για να απαντήσουν ( 43 ). Οποιοδήποτε αίτημα για παράταση της ανωτέρω προθεσμίας των 30 ημερών τυγχάνει της προσήκουσας σημασίας, και, εφόσον αποδεικνύεται ότι συντρέχει λόγος, πρέπει να αποφασίζεται η παράταση της προθεσμίας, όποτε αυτό είναι πρακτικώς δυνατό.

6.1.2. 

Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης διασφάλισης της εμπιστευτικότητας ορισμένων στοιχείων, τα αποδεικτικά στοιχεία που εχει υποβάλει γραπτώς κάποιο ενδιαφερόμενο μέρος κοινοποιούνται αμελλητί στα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη που μετέχουν στη σχετική έρευνα.

6.1.3. 

Αφ' ης στιγμής αρχίσει έρευνα, οι αρχές κοινοποιούν το πλήρες κείμενο της γραπτής αίτησης που έχει παραληφθεί κατ' εφαρμογήν του άρθρου 5 παράγραφος 1 στους γνωστούς εξαγωγείς ( 44 ) και στις αρχές του εξάγοντος μέλους· επίσης το κοινοποιούν σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος διατυπώσει σχετικό αίτημα. Λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα για την τήρηση της υποχρέωσης προστασίας ορισμένων στοιχείων εμπιστευτικού χαρακτήρα, όπως προβλέπει η παράγραφος 5.

6.2. Καθ' όλη τη διάρκεια μιας έρευνας αντιντάμπινγκ, παραχωρείται σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη πλήρης δυνατότητα να υπερασπισθούν τα συμφέροντά τους. Για το σκοπό αυτό, οι αρχές παρέχουν, εφόσον τους ζητηθεί, τη δυνατότητα σε όλους τους ενδιαφερόμενους να έρθουν σε επαφή με τις πλευρές που προωθούν αντίθετα συμφέροντα, ούτως ώστε να είναι δυνατή η ανάπτυξη των αντιτιθέμενων απόψεων και η προβολή από κάθε πλευρά επιχειρημάτων προς αντίκρουση των ισχυρισμών της άλλης πλευράς. Κατά την παραχώρηση των ανωτέρω δυνατοτήτων, λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη προστασίας του απορρήτου και διευκόλυνσης των ενδιαφερομένων. Κανένα μέρος δεν είναι υποχρεωμένο να παρίσταται σε συγκεκριμένη συνάντηση, ενώ η μη συμμετοχή σε κάποια συνάντηση δεν έχει αρνητικές συνέπειες για τη θέση του απόντος μέρους. Επίσης, οι ενδιαφερόμενοι έχουν το δικαίωμα, εφόσον επικαλούνται και αποδεικνύουν σχετικό λόγο, να υποβάλλουν τυχόν πρόσθετα στοιχεία προφορικώς.

6.3. Τα στοιχεία που παρέχονται προφορικώς βάσει της παραγράφου 2 λαμβάνονται υπόψη από τις αρχές μόνο στο μέτρο που έχουν υποβληθεί εκ νέου και γραπτώς σε μεταγενέστερη φάση και έχουν κοινοποιηθεί στους λοιπούς ενδιαφερομένους, όπως προβλέπει η παράγραφος 1.2.

6.4. Οι αρχές παρέχουν όποτε είναι εφικτό σε όλους τους ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να εξετάσουν εγκαίρως το σύνολο των στοιχείων τα οποία είναι δυνατό να χρησιμεύσουν για την παρουσίαση των απόψεών τους, δεν έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα κατά την έννοια της παραγράφου 6 και τα οποία χρησιμοποιούν οι αρχές στο πλαίσιο έρευνας αντιντάμπινγκ. Ομοίως, τους παρέχουν την ευκαιρία να αξιοποιήσουν τα εν λόγω στοιχεία για να προετοιμάσουν την παρουσίαση των απόψεων τους.

6.5. Οι αρχές, όταν αποδεικνύεται η ύπαρξη σοβαρού λόγου, αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτικού χαρακτήρα κάθε στοιχείο το οποίο από τη φύση του έχει τέτοιον χαρακτήρα (παραδείγματος χάρη, επειδή η αποκάλυψή του θα προσπόριζε ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε έναν ανταγωνιστή ή επειδή η αποκάλυψή του θα είχε αξιόλογες αρνητικές συνέπειες για το πρόσωπο που έχει προσκομίσει το συγκεκριμένο στοιχείο ή για το πρόσωπο από το οποίο προήλθε το συγκεκριμένο στοιχείο) ή το οποίο έχει υποβληθεί από κάποια πλευρά που μετέχει στην έρευνα, με την επεξήγηση ότι πρόκειται για στοιχείο εμπιστευτικού χαρακτήρα. Απαγορεύεται η αποκάλυψη στοιχείων εμπιστευτικού χαρακτήρα αν δεν υπάρχει σχετική ρητή συγκατάθεση της πλευράς που τα έχει προσκομίσει ( 45 ).

6.5.1. 

Ο αρχές ζητούν από τους ενδιαφερομένους που προσκομίζουν εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίες να υποβάλουν μη εμπιστευτικού χαρακτήρα περιλήψεις των ίδιων πληροφοριών. Οι εν λόγω περιλήψεις πρέπει να είναι αρκούντως περιεκτικές, ώστε να επιτρέπουν τη σε ικανοποιητικό βαθμό κατανόηση της ουσίας της εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίας που υποβάλλεται. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα μέρη που υποβάλλουν κάποια εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορία επιτρέπεται συγχρόνως να δηλώνουν ότι η εν λόγω πληροφορία δεν είναι δυνατό να παρουσιάσθεί σε περιληπτική μορφή. Στις εξαιρετικές αυτές περιπτώσεις πρέπει να επισημαίνονται οι λόγοι για τους οποίους η περιληπτική παρουσίαση της πληροφορίας δεν είναι δυνατή.

6.5.2. 

Σε περίπτωση που οι αρχές κρίνουν ότι η αίτηση παροχής εμπιστευτικής μεταχείρισης είναι απορριπτέα, και ο παρέχων την πληροφορία δεν είναι διατεθειμένος ούτε να καταστήσει ευρύτερα γνωστή την πληροφορία ούτε να επιτρέψει την κοινοποίησή της σε γενικόλογη ή περιληπτική μορφή, οι αρχές δύνανται να μη λαμβάνουν υπόψη τους την πληροφορία αυτή, εκτός αν πείθονται, βάσει αξιόπιστων στοιχείων, ότι η πληροφορία ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ( 46 ).

6.6. Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 8, οι αρχές σχηματίζουν κατά τη διάρκεια της έρευνας πεποίθηση όσον αφορά την ακρίβεια των στοιχείων που έχουν προσκομίσει οι ενδιαφερόμενοι και τα οποία αποτελούν τη βάση των συμπερασμάτων τους.

6.7. Προκειμένου να ελέγξουν την ακρίβεια των προσκομισθέντων στοιχείων ή να συγκεντρώσουν λεπτομερέστερα στοιχεία, οι αρχές δύνανται να διενεργούν έρευνες στο έδαφος άλλων μελών, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, υπό την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζουν τη σχετική συγκατάθεση των εμπλεκομένων εταιρειών, ότι ειδοποιούν σχετικά τους εκπροσώπους της κυβέρνησης του μέλους στο οποίο πρόκειται να διεξαχθεί έρευνα και ότι το εν λόγω μέλος δεν εκφράζει αντιρρήσεις για τη διεξαγωγή της έρευνας. Για τις έρευνες που διενεργούνται στο έδαφος άλλων μελών εφαρμόζονται οι διαδικασίες που ορίζονται στο παράρτημα I. Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων στοιχείων, οι αρχές δίδουν στη δημοσιότητα τα πορίσματα των ερευνών που έχουν ενδεχομένως διενεργήσει ή τα γνωστοποιούν, βάσει της παραγράφου 9, στις εταιρείες στις οποίες αυτά αναφέρονται, ενώ είναι δυνατό να κοινοποιούν τα πορίσματα αυτά στα πρόσωπα που υπέβαλαν την αίτηση.

6.8. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος αρνείται να επιτρέψει την πρόσβαση στα απαραίτητα στοιχεία ή γενικά δεν προβαίνει στη γνωστοποίησή τους εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ή παρεμποδίζει σε σημαντικό βαθμό την έρευνα, είναι δυνατό να διατυπώνονται προκαταρκτικά και τελικά συμπεράσματα, είτε καταφατικά είτε αποφατικά, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων. Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου τηρούνται οι διατάξεις του παραρτήματος II.

6.9. Πριν τη διατύπωση τελικού συμπεράσματος, οι αρχές ενημερώνουν όλους τους ενδιαφερόμενους σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία πρόκειται να λάβουν υπόψη τους και στα οποία στηρίζεται η απόφαση για την εφαρμογή ή μη οριστικών μέτρων. Η ενημέρωση αυτή πρέπει να πραγματοποιείται αρκετά ενωρίς, ώστε τα μέρη να έχουν το χρόνο για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους.

6.10. Οι αρχές καθορίζουν, κατά κανόνα, ένα ξεχωριστό περιθώριο ντάμπινγκ για καθέναν από τους γνωστούς ενδιαφερόμενους εξαγωγείς ή παραγωγούς του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας. Όταν ο αριθμός των εξαγωγέων, των παραγωγών, των εισαγωγέων ή των τύπων προϊόντων που έχουν σημασία για την υπόθεση είναι τόσο μεγάλος, ώστε να καθιστά πρακτικώς ανέφικτο τον προαναφερθέντα ατομικό καθορισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ, οι αρχές δύνανται να λαμβάνουν υπόψη για τους σκοπούς της εξέτασης είτε εύλογο αριθμό ενδιαφερομένων ή προϊόντων, με δειγματοληψίες που ανταποκρίνονται στις αρχές της στατιστικής και λαμβάνοντας ως βάση τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι αρχές κατά το χρόνο επιλογής του δείγματος, είτε το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό του όγκου των εξαγωγών από την εκάστοτε χώρα για το οποίο μπορεί λογικά να διεξαχθεί έρευνα.

6.10.1. 

Οποιαδήποτε επιλογή εξαγωγέων, παραγωγών, εισαγωγέων ή τύπων προϊόντων βάσει της παρούσας παραγράφου διενεργείται, εφόσον είναι δυνατόν, κατόπιν διαβουλεύσεων με τους εκάστοτε εξαγωγείς, παραγωγούς ή εισαγωγείς και με τη συγκατάθεσή τους.

6.10.2. 

Όταν οι αρχές έχουν περιστείλει το αντικείμενο της εξέτασης που διενεργούν, όπως προβλέπει η παρούσα παράγραφος, δεν παύουν να είναι υποχρεωμένες να καθορίσουν ξεχωριστό περιθώριο ντάμπινγκ ως προς κάθε εξαγωγέα ή παραγωγό, ο οποίος δεν συμπεριελήφθη στην αρχική επιλογή, αλλά ο οποίος έχει υποβάλει τα απαραίτητα στοιχεία και μάλιστα εγκαίρως, ώστε να είναι δυνατή η συνεκτίμησή τους κατά τη διάρκεια της έρευνας, εκτός αν ο αριθμός των εξαγωγέων ή των παραγωγών είναι τόσο μεγάλος, ώστε η ατομική εξέταση των δεδομένων καθενός να καθίσταται υπέρμετρα επαχθής για τις αρχές και να παρεμποδίζεται η έγκαιρη ολοκλήρωση της έρευνας. Οι ενέργειες που αναλαμβάνονται με ιδίαν πρωτοβουλία δεν αποθαρρύνονται.

6.11. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ο όρος «ενδιαφερόμενα μέρη» περιλαμβάνει:

i) 

τους εξαγωγείς, τους αλλοδαπούς παραγωγούς ή τους εισαγωγείς του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας ή τις εμπορικές και επιχειρηματικές ενώσεις, η πλειονότης των μελών των οποίων αποτελείται από παραγωγούς, εξαγωγείς ή εισαγωγείς του συγκεκριμένου προϊόντος·

ii) 

την κυβέρνηση του εξάγοντος μέλους· και

iii) 

τους παραγωγούς ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος ή τις εμπορικές και επιχειρηματικές ενώσεις, η πλειονότης των μελών των οποίων αποτελείται από παραγωγούς ομοειδούς προϊόντος στο έδαφος του εισάγοντος μέλους.

Η ανωτέρω απαρίθμηση δεν σημαίνει ότι τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να συμπεριλάβουν στα ενδιαφερόμενα μέρη και κάποια άλλα μέρη, είτε ημεδαπά είτε αλλοδαπά, τα οποία ενδεχομένως δεν καλύπτονται από τον ανωτέρω ορισμό.

6.12. Οι αρχές παρέχουν τη δυνατότητα σε βιομηχανικούς χρήστες του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας και σε αντιπροσωπευτικές οργανώσεις καταναλωτών, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το προϊόν αυτό πωλείται συνήθως στο λιανεμπόριο, να προσκομίσουν τυχόν στοιχεία που θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη κατά τη διερεύνηση των θεμάτων των σχετικών με το ντάμπινγκ, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια.

6.13. Οι αρχές λαμβάνουν δεόντως υπόψη τυχόν δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα ενδιαφερόμενα μέρη, ιδιαίτερα οι περιορισμένου μεγέθους εταιρείες, για τη συγκέντρωση των στοιχείων που τους έχουν ζητηθεί, και παρέχουν κάθε δυνατή βοήθεια σχετικά.

6.14. Οι διαδικασίες που καθορίζονται παραπάνω δεν σημαίνουν ότι οι αρχές κάποιου μέλους δεν έχουν το δικαίωμα να διενεργούν με ταχύτητα τις διάφορες πράξεις που αναφέρονται στην έναρξη της έρευνας, τη διατύπωση προκαταρκτικών ή τελικών συμπερασμάτων, είτε καταφατικών είτε αποφατικών, ή να θεσπίζουν προσωρινά ή οριστικά μέτρα κατ' εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 7

Προσωρινά μέτρα

7.1. Η εφαρμογή προσωρινών μέτρων επιτρέπεται μόνο εφόσον:

i) 

έχει αρχίσει έρευνα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5, έχει εκδοθεί σχετική δημόσια ανακοίνωση και εχει παρασχεθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη κατάλληλη δυνατότητα για να υποβάλουν τυχόν στοιχεία και να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους·

ii) 

έχει διατυπωθεί προκαταρκτικό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη του ντάμπινγκ και την επακόλουθη πρόκληση ζημίας στον εγχώριο κλάδο παραγωγής· και

iii) 

οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι τα εν λόγω μέτρα είναι αναγκαία προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση ζημίας κατά τη διάρκεια της έρευνας.

7.2. Τα προσωρινά μέτρα είναι δυνατό να έχουν τη μορφή προσωρινού δασμού ή, πράγμα που είναι και προτιμότερο, παροχής εγγύησης υπό μορφή κατάθεσης σε μετρητά ή χορήγησης έγγραφης εγγυητικής δήλωσης· το ύψος της εγγύησης πρεπεινα είναι ίσο με το ύψος του δασμού αντινταμπινγκ, όπως αυτό έχει υπολογισθεί προσωρινά, και να μην υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ το οποίο έχει προκύψει από τους προσωρινούς υπολογισμούς. Η αναστολή του καθορισμού της δασμολογητέας αξιας αποτελεί ενδεδειγμένο προσωρινό μέτρο, υπό την προϋπόθεση ότι προσδιορίζεται οι δασμός που ισχύει κανονικά και το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ που είναι επιβλητέος σύμφωνα με τους υπολογισμούς και ότι το μέτρο της αναστολής του καθορισμού της δασμολογητέας αξίας διέπεται από τις ίδιες προϋποθέσεις, όπως και τα υπόλοιπα προσωρινά μέτρα.

7.3. Δεν επιτρέπεται η επιβολή προσωρινών μέτρων πριν από την πάροδο 60 ημερών από την ημερομηνία έναρξης της έρευνας.

7.4. Η ισχύς τυχόν προσωρινών μέτρων πρέπει να έχει τη συντομότερη δυνατή χρονική διάρκεια, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τέσσερις μήνες· μετά από απόφαση των αρμόδιων αρχών και εφόσον διατυπωθεί σχετικό αίτημα εκ μέρους εξαγωγέων που αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό του όγκου του εμπορίου για το συγκεκριμένο προϊόν, είναι δυνατόν η διάρκεια ισχύος των εν λόγω μέτρων να είναι έξι μήνες κατά μέγιστο. Όταν οι αρχές, κατά τη διάρκεια έρευνας, εξετάζουν κατά πόσον η επιβολή δασμού χαμηλότερου από το περιθώριο ντάμπινγκ θα ήταν αρκετή για την άρση της ζημίας, οι ανωτέρω χρονικές περίοδοι είναι δυνατό να είναι έξι και εννιά μήνες, αντιστοίχως.

7.5. Η εφαρμογή προσωρινών μέτρων διέπεται από τις συναφείς διατάξεις του άρθρου 9.

Άρθρο 8

Αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές

8.1. Η πρόοδος της διαδικασίας είναι δυνατό ( 47 ) να αναστέλλεται ή να περατούται χωρίς να επιβληθούν προσωρινά μέτρα ή δασμοί αντιντάμπινγκ σε περίπτωση που υποβληθούν οικειοθελώς από οποιονδήποτε εξαγωγέα ικανοποιητικές αναλήψεις υποχρεώσεων με αντικείμενο την αναπροσαρμογή των τιμών που αυτός εφαρμόζει ή τη διακοπή των εξαγωγών προς τη συγκεκριμένη περιοχή σε τιμές που απορρέουν από πρακτικές ντάμπινγκ και εφόσον οι αρχές πεισθούν ότι με τον τρόπο αυτό πρόκειται να εξαλειφθούν οι ζημιογόνες συνέπειες του ντάμπινγκ. Οι αυξήσεις τιμών που προβλέπονται από τέτοιου είδους αναλήψεις υποχρεώσεων δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες από αυτές που χρειάζονται για την άρση του περιθωρίου ντάμπινγκ. Οι αυξήσεις τιμών είναι προτιμότερο να υπολείπονται του περιθωρίου ντάμπινγκ, εφόσον οι αυξήσεις αυτής της κλίμακας είναι αρκετές για την άρση της ζημίας που προξενείται στον εγχώριο κλάδο παραγωγής.

8.2. Δεν επιτρέπεται να ζητείται ή να γίνεται δεκτή η ανάληψη υποχρεώσεων ως προς τις τιμές εκ μέρους εξαγωγέων, παρά μόνο εφόσον οι αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν καταλήξει, στο πλαίσιο των προκαταρκτικών συμπερασμάτων τους, στη διαπίστωση ότι όντως υπάρχει ντάμπινγκ και ότι το ντάμπινγκ αυτό έχει ζημιογόνες συνέπειες.

8.3. Οι προτεινόμενες αναλήψεις υποχρεώσεων είναι δυνατό να μη γίνονται δεκτές, αν οι αρχές εκτιμούν ότι η αποδοχή τους θα δημιουργούσε πρακτικές δυσκολίες, παραδείγματος χάρη αν ο αριθμός των πραγματικών ή δυνητικών εξαγωγέων είναι υπερβολικά μεγάλος ή για άλλους λόγους, συμπεριλαμβανομένων λόγων που ανάγονται στην ακολουθούμενη συνολική πολιτική. Όταν παρίσταται ανάγκη και εφόσον είναι πρακτικώς δυνατόν, οι αρχές εξηγούν στον εξαγωγέα τους λόγους για τους οποίους έκριναν ως μη ενδεδειγμένη την αποδοχή κάποιας ανάληψης υποχρέωσης και παρέχουν, στο μέτρο του δυνατού, στον εξαγωγέα τη δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του σχετικά.

8.4. Όταν γίνεται δεκτή μια ανάληψη υποχρέωσης, η έρευνα η σχετική με το ντάμπινγκ και τη ζημία ολοκληρώνεται παρά την αποδοχή, εφόσον το επιθυμεί ο εξαγωγέας ή εφόσον ληφθεί σχετική απόφαση από τις αρχές. Στην περίπτωση αυτή, αν διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει ντάμπινγκ ή ζημία, η ανάληψη υποχρέωσης παύει να ισχύει αυτοδικαίως, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η διαπίστωση της μη ύπαρξης ντάμπινγκ ή ζημίας είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της ύπαρξης ανάληψης υποχρέωσης ως προς τις τιμές. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι αρχές δύνανται να απαιτούν τη διατήρηση σε ισχύ της ανάληψης υποχρέωσης για εύλογο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι όντως υπάρχει ντάμπινγκ και ζημία, η αναληφθείσα υποχρέωση παραμένει σε ισχύ με βάση το περιεχόμενο της και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

8.5. Οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να εισηγούνται την ανάληψη υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, αλλά κανείς εξαγωγέας δεν είναι δυνατό να υποχρεωθεί να αναλάβει κάποια υποχρέωση αυτής της μορφής. Το γεγονός ότι κάποιος εξαγωγέας δεν προσφέρεται να αναλάβει τέτοιου είδους υποχρεώσεις ή δεν ανταποκρίνεται στην πρόσκληση που του έχουν απευθύνει οι αρχές για το σκοπό αυτό δεν προδικάζει με κανέναν τρόπο την αξιολόγηση των δεδομένων της υπόθεσης. Παρ' όλα αυτά, οι αρχές έχουν την ευχέρεια να καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η επέλευση του κινδύνου πρόκλησης ζημίας είναι πιθανότερη σε περίπτωση συνέχισης των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

8.6. Οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να απαιτούν από οποιονδήποτε εξαγωγέα, από τον οποίον έχει προταθεί και γίνει δεκτή ανάληψη υποχρέωσης, να υποβάλλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα στοιχεία σχετικά με την τήρηση της αναληφθείσας υποχρέωσης και να επιτρέπει την επαλήθευση των συναφών στοιχείων. Σε περίπτωση παράβασης της αναληφθείσας υποχρέωσης, οι αρχές του εισαγοντος μέλους δύνανται να λαμβάνουν μέτρα με ταχείες διαδικασίες, στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας και σύμφωνα ρε τις διατάξεις της· τα μέτρα αυτα είναι δυνατό να συνίστανται στην άμεση εφαρμογή προσωρινών μέτρων, βάσει της καλύτερης διαθέσιμης τεκμηρίωσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, επιτρέπεται η επιβολή συμφώνως προς την παρούσα συμφωνία οριστικών δασμών επί προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε κατανάλωση όχι περισσότερες από 90 ημέρες πριν από την εφαρμογή των προσωρινών μέτρων, με εξαίρεση τα προϊόντα που ετέθησαν σε κατανάλωση πριν απο την παςάβαση της αναληφθείσας υποχρέωσης, ως προς τα οποία δεν ισχύει η αναδρομική αυτή μεταχείριση.

Άρθρο 9

Επιβολή και είσπραξη των δασμών αντιντάμπινγκ

9.1. Η απόφαση περί της επιβολής ή μη δασμού αντιντάμπινγκ σε περιπτώσεις κατά τις οποίες συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις για την επιβολή, καθώς και η απόφαση περί του κατά πόσον το ύψος του επιβλητέου δασμού αντιντάμπινγκ πρέπει να ισούται με ολόκληρο το περιθώριο ντάμπινγκ ή με ποσοστό αυτού είναι αποφάσεις τις οποίες λαμβάνουν οι αρχές του εισάγοντος μέλους. Καλό είναι η επιβολή να έχει προαιρετικό χαρακτήρα στο έδαφος όλων των μελών και ο δασμός να υπολείπεται του περιθωρίου, αν ο μικρότερος αυτός δασμός κρίνεται επαρκής για την άρση της ζημίας που προξενείται στον εγχώριο κλάδο παραγωγής.

9.2. Όταν επιβάλλεται δασμός αντιντάμπινγκ σε σχέση με οποιοδήποτε προϊόν, ο δασμός αυτός εισπράττεται κάθε φορά μέχρι του προβλεπόμενου ποσού για όλες χωρίς διάκριση τις εισαγωγές του συγκεκριμένου προϊόντος, όποια και αν είναι η προέλευσή τους, εφόσον διαπιστώνεται ότι οι εισαγωγές αυτές αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και προκαλούν ζημία, με εξαίρεση τις εισαγωγές που προέρχονται από εταιρείες για τις οποίες έχουν γίνει δεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές συμφώνως προς τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Οι αρχές κατονομάζουν αυτόν ή αυτούς που προμηθεύουν το συγκεκριμένο προϊόν. Αν, παρ' όλα αυτά, η υπόθεση αφορά περισσότερους προμηθευτές από την ίδια χώρα και είναι πρακτικώς αδύνατο να κατονομασθούν οι προμηθευτές αυτοί στο σύνολό τους, οι αρχές δύνανται να κατονομάζουν τη συγκεκριμένη προμηθεύτρια χώρα. Αν η υπόθεση αφορά περισσότερους προμηθευτές από διάφορες χώρες, οι αρχές δύνανται να κατονομάζουν είτε όλους τους εμπλεκόμενους προμηθευτές, είτε, αν αυτό είναι πρακτικώς αδύνατο, όλες τις προμηθεύτριες χώρες.

9.3. Το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ, όπως αυτό έχει υπολογισθεί βάσει του άρθρου 2.

9.3.1. 

Όταν το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ καθορίζεται βάσει παρελθόντων στοιχείων, ο υπολογισμός της τελικής οφειλής που πρέπει να καταβληθεί λογω των δασμών αντιντάμπινγκ διενεργείται το συντομότερο δυνατόν, και καταρχήν εντός δωδεκαμήνου, ενώ σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να μεσολαβήσει μέχρι τη διενέργειά του χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος για τον οριστικό προσδιορισμό του ποσού που αντιπροσωπεύουν οι δασμοί αντιντάμπινγκ ( 48 ). Οποιαδήποτε επιστροφή πραγματοποιείται αμελλητί και κατά κανόνα εντός 90 ημερών το αργότερο από τον προσδιορισμό της τελικής οφειλής κατ' εφαρμογήν της παρούσας παραγράφου. Σε κάθε περίπτωση, αν η επιστροφή δεν πραγματοποιηθεί εντός 90 ημερών, οι αρχές είναι υποχρεωμένες, εφόσον τους ζητηθεί, να παράσχουν σχετικές εξηγήσεις.

9.3.2. 

Όταν το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ υπολογίζεται βάσει προβλέψεων, λαμβάνεται υπόψη το ενδεχόμενο άμεσης επιστροφής, μετά από διατύπωση σχετικού αιτήματος, τυχόν δασμών που έχουν καταβληθεί και οι οποίοι υπερβαίνουν το περιθώριο ντάμπινγκ. Η επιστροφή οποιουδήποτε δασμού, που έχει καταβληθεί και ο οποίος υπερβαίνει το πραγματικό περιθώριο ντάμπινγκ, πρέπει κανονικά να πραγματοποιείται εντός 12 μηνών και οπωσδήποτε εντός 18 μηνών το αργότερο από την ημερομηνία κατά την οποία κάποιος εισαγωγέας του προϊόντος στο οποίο έχει επιβληθεί ο δασμός αντιντάμπινγκ υπέβαλε αίτηση επιστροφής, η οποία συνοδεύεται από τη δέουσα τεκμηρίωση. Η εγκριθείσα επιστροφή πρέπει κανονικά να πραγματοποιείται εντός 90 ημερών από τη λήψη της προμνημονευθείσας απόφασης.

9.3.3. 

Για να αποφασισθεί εάν και σε ποια έκταση είναι σκόπιμη η επιστροφή κάποιου ποσού σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η τιμή εξαγωγής έχει κατασκευασθεί κατ' εφαρμογήν του άρθρου 2 παράγραφος 3, οι αρχές οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη ενδεχόμενες αυξομειώσεις της κανονικής αξίας, ενδεχόμενες μεταβολές των δαπανών που ανακύπτουν μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης, καθώς και τις τυχόν αυξομειώσεις της τιμής μεταπώλησης, οι οποίες έχουν την αναμενόμενη επίδραση επί των κατοπινών τιμών πώλησης· επίσης οφείλουν να υπολογίζουν την τιμή εξαγωγής χωρίς να αφαιρούν το ποσό που αντιστοιχεί στους καταβληθέντες δασμούς αντιντάμπινγκ, εφόσον έχουν προσκομιστεί πειστικά αποδεικτικά στοιχεία για το θέμα αυτό.

9.4. Όταν οι αρχές έχουν περιστείλει το αντικείμενο της εξέτασης πον διενεργούν σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 10 δεύτερο εδάφιο, οποιοσδήποτε δασμός αντιντάμπινγκ, ο οποίος επιβάλλεται στις εισαγωγές που προέρχονται από εξαγωγείς ή παραγωγούς μη συμπεριλαμβανομενους στην εξέταση, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει:

i) 

το μέσο σταθμισμένο περιθώριο ντάμπινγκ που έχει καθοριστεί σε σχέση με τους επιλεγέντες εξαγωγείς ή παραγωγούς· ή,

ii) 

όταν η οφειλή που προκύπτει από τους δασμούς αντιντάμπινγκ υπολογίζεται με βάση κάποια προβλεπόμενη κανονική αξία, τη διαφορα μεταξύ της σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας που αντιστοιχεί στους επιλεγέντες εξαγωγείς ή παραγωγούς και των τιμών εξαγωγής που εφαρμόζουν οι εξαγωγείς ή οι παραγωγοί που δεν ελήφθησαν ξεχωριστά υπόψη για τους σκοπούς της εξέτασης,

υπό την προϋπόθεση ότι οι αρχές δεν λαμβάνουν υπόψη για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου τυχόν περιθώρια που είτε είναι μηδενικά είτε αμελητέα καθώς και τυχόν περιθώρια που έχουν καθοριστεί υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 8. Οι αρχές επιβάλλουν μεμονωμένους δασμούς ή κανονικές αξιες για τις εισαγωγές που προέρχονται από οποιονδήποτε εξαγωγέα ή παραγωγό που δεν εχει συμπεριληφθεί στην εξέταση, εφόσον αυτός έχει προσκομίσει τα απαραίτητα στοιχεία κατά τη διάρκεια της έρευνας, όπως προβλέπει το άρθρο 6 παράγραφος 10.2.

9.5. Αν σε ένα προϊόν έχουν επιβληθεί δασμοί αντιντάμπινγκ από κάποιο μέλος που το εισάγει, οι αρχές διενεργούν αμελλητί επανεξέταση, προκειμένου να καθορίσουν ξεχωριστά περιθώρια ντάμπινγκ για τυχόν εξαγωγείς ή παραγωγούς της εμπλεκόμενης χώρας εξαγωγής, οι οποίοι δεν πραγματοποίησαν εξαγωγές του εν λόγω προϊόντος στο εισάγον μέλος κατά την περίοδο έρευνας, υπό την προϋπόθεση οτι οι εν λόγω εξαγωγείς ή παραγωγοί είναι σε θέση να αποδείξουν ότι δεν συνδέονται με κανέναν από τους εξαγωγείς ή παραγωγούς της χώρας εξαγωγής, στους οποίους έχουν επιβληθεί οι δασμοί αντινταμπινγκ που επιβαρύνουν το συγκεκριμένο προϊόν. Η επανεξέταση αυτή εγκαινιάζεται και διενεργείται με συνοπτικές διαδικασίες εν συγκρίσει με τις συνήθεις διαδικασίες που ακολουθούνται στο εισάγον μέλος για τον καθορισμό και την επανεξέταση των δασμών. Στις εισαγωγές, οι οποίες προέρχονται από τους προαναφερθέντες εξαγωγείς ή παραγωγούς, δεν επιτρέπεται να επιβάλλονται δασμοί αντιντάμπινγκ όσο βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία επανεξέτασης. Ωστόσο, οι αρχές δύνανται να αναστέλλουν τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας ή/και να απαιτούν την παροχή εγγυήσεων, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι, σε περίπτωση που διαπιστωθεί από την επανεξέταση ότι οι συγκεκριμένοι εξαγωγείς ή παραγωγοι εφαρμόζουν πρακτικές ντάμπινγκ, θα είναι δυνατή η επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ με αναδρομική ισχύ μέχρι την ημερομηνία έναρξης της επανεξέτασης.

Άρθρο 10

Αναδρομική ισχύς

10.1. Προσωρινά μέτρα και δασμοί αντιντάμπινγκ εφαρμόζονται μόνο ως προς προϊόντα που τίθενται σε κατανάλωση μετά το χρόνο θέσης σε ισχύ της απόφασης που λαμβάνεται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 και του άρθρου 9 παράγραφος 1, αντιστοίχως, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

10.2. Όταν διατυπώνεται οριστικό συμπέρασμα, το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη ζημίας (αλλά όχι την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης ζημίας ούτε τη σημαντική επιβράδυνση της δημιουργίας κλάδου παραγωγής) ή, σε περίπτωση που συμπεραίνεται οριστικά" ότι υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης ζημίας, όταν διαπιστώνεται ότι αν δεν εφαρμόζονταν προσωρινά μέτρα οι συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ θα είχαν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει πρόκληση ςημίας, οι δασμοί αντιντάμπινγκ είναι δυνατό να έχουν αναδρομική ισχύ, ώστε να καλύπτεται και η περίοδος εφαρμογής τυχόν προσωρινών μέτρων.

10.3. Αν ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ είναι υψηλότερος από τον καταβληθέντα ή καταβλητέο προσωρινό δασμό ή από το ποσο που έχει υπολογισθεί ότι πρέπει να καταβληθεί υπό μορφή εγγύησης, δεν επιτρέπεται η είσπραξη της προκύπτουσας διαφοράς. Αν ο οριστικός δασμός είναι μικρότερος από τον καταβληθέντα ή καταβλητέο προσωρινό δασμό ή από το ποσό πόυ έχει υπολογισθεί ότι πρέπει να καταβληθεί υπό μορφή εγγύησης, επιβάλλεται η επιστροφή της διαφοράς ή ο εκ νέου υπολογισμός του δασμού, ανάλογα με την περίπτωση.

10.4. Με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στην παράγραφο 2, όταν διαπιστώνεται η ύπαςξη κινδύνου πρόκλησης ζημίας ή σημαντικής επιβράδυνσης της δημιουργίας κλάδου παραγωγής (αλλά ακόμη δεν έχει προκληθεί ζημία), η επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ μπορεί να αφορά μόνο το χρόνο μετά τη διαπίστωση της ύπαρξης κινδύνου πρόκλησης ζημίας ή της σημαντικής επιβράδυνσης στην περίπτωση αυτή, τυχόν μετρητά που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση κατά τη διάρκεια εφαρμογής των προσωρινών μέτρων είναι επιστρεπτέα, ενώ, αν έχει χορηγηθεί έγγραφη εγγυητική δήλωση, αυτή πρέπει να αποδοθεί το ταχύτερο δυνατόν.

10.5. Όταν το οριστικό συμπέρασμα είναι αποφατικό, τυχόν μετρητά που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση κατά τη διάρκεια εφαρμογής των προσωρινών μέτρων είναι επιστρεπτέα, ενώ, αν έχει χορηγηθεί έγγραφη εγγυητική δήλωση, αυτή πρέπει να αποδοθεί το ταχύτερο δυνατόν.

10.6. Επιτρέπεται η επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ ως προς προϊόντα που ετέθησαν σε κατανάλωση το πολύ 90 ημέρες πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των προσωρινών μέτρων, όταν οι αρχές καταλήγουν στα εξής συμπεράσματα όσον αφορά το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο του ντάμπινγκ:

i) 

ότι κατά το παρελθόν παρατηρήθηκε άσκηση πρακτικών ντάμπινγκ από την οποία προκλήθηκε ζημία ή ότι ο εισαγωγέας γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι ο εξαγωγέας πρακτικες ντάμπινγκ και ότι οι πρακτικές αυτές εμπεριείχαν τον κίνδυνο πρόκλησης ζημίας· και

ii) 

ότι η ζημία προκαλείται από την πραγματοποίηση σε σχετικά βραχύ χρονικό διάστημα εκτεταμένων εισαγωγών κάποιου προϊόντος σε τιμές που είναι αποτέλεσμα ντάμπινγκ, οι οποίες εισαγωγές, λαμβανομένου υπόψη του χρόνου κατά τον οποίον πραγματοποιήθηκαν, του όγκου τους και των λοιπών περιστάσεων (παραδείγματος χάρη, της ταχείας αύξησης των αποθεμάτων του εισαγόμενου προϊόντος), είναι πιθανό να εξουδετερώσουν σε μεγάλο βαθμό την επανορθωτική επίδραση του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που πρόκειται να επιβληθεί, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενοι εισαγωγείς είχαν την ευκαιρία να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

10.7. Μετά την έναρξη της έρευνας, οι αρχές δύνανται να προβαίνουν στη θέσπιση μέτρων, όπως η αναστολή του καθορισμού της δασμολογητέας αξίας ή της εκτίμησης του ύψους του δασμού, τα οποία κρίνονται απαραίτητα για την είσπραξη των δασμών αντιντάμπινγκ με αναδρομική ισχύ, όπως προβλέπει η παράγραφος 6, αφ' ης στιγμής έχουν συγκεντρώσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην εν λόγω παράγραφο.

10.8. Δεν επιτρέπεται η επιβολή δασμών με αναδρομική ισχύ, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 6, ως προς προϊόντα που τίθενται σε κατανάλωση πριν από την ημερομηνία έναρξης της έρευνας.

Άρθρο 11

Διάρκεια ισχύος και επανεξέταση των δασμών αντινταμπινγκ και των αναλήψεων υποχρεώσεων ως προς τις τιμές

11.1. Οι δασμοί αντιντάμπινγκ παραμένουν σε ισχύ μόνο για όσο χρόνο και στην έκταση που χρειάζεται για την εξουδετέρωση των ζημιογόνων συνεπειών του ντάμπινγκ.

11.2. Όποτε το κρίνουν σκόπιμο, οι αρχές επανεξετάζουν κατά πόσον επιβάλλεται η συνέχιση της επιβολής του δασμού, είτε με δική τους πρωτοβουλία είτε εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο, υπό την προϋπόθεση ότι από την επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ έχει παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα και ότι η αίτηση συνοδεύεται από θετικά αποδεικτικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι είναι επιβεβλημένη η ζητούμενη επανεξέταση ( 49 ). Τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να ζητούν από τις αρχές να εξετάσουν κατά πόσον η συνέχιση της επιβολής του δασμού είναι αναγκαία για την εξουδετέρωση των συνεπειών του ντάμπινγκ και κατά πόσον είναι πιθανή η συνέχιση ή επανάληψη της πρόκλησης ζημίας σε περίπτωση ανάκλησης ή/και διαφοροποίησης του δασμού. Αν, βάσει της επανεξέτασης που έχει πραγματοποιηθεί δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οι αρχές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ δεν είναι πλέον απαραίτητος, ο δασμός καταργείται αμέσως.

11.3. Κατά καρέκκλιση των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2, κάθε οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ καταργείται το αργότερο πέντε έτη από την επιβολή του (ή από την ημερομηνία της πλέον πρόσφατης επανεξέτασής του, βάσει της παραγράφου 2, σε περίπτωση που αντικείμενο της επανεξέτασης ήταν τόσο το ντάμπινγκ όσο και η ζημία, ή βάσει της παρούσας παραγράφου), εκτός αν οι αρχές καταλήξουν στο συμπέρασμα, στο πλαίσιο επανεξέτασης που άρχισαν πριν από την ανωτέρω ημερομηνία, είτε με δική τους πρωτοβουλία είτε μετά τη διατύπωση σχετικού και δεόντως τεκμηριωμένου αιτήματος εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής σε προγενέστερο χρόνο που δεν απέχει υπερβολικά από την ανωτέρω ημερομηνία, ότι η λήξη ισχύος του δασμού θα είχε ως πιθανή συνέπεια τη συνέχιση ή την επανάληψη του ντάμπινγκ και της εξ αυτού προκαλούμενης ζημίας ( 50 ). Ο δασμός είναι δυνατό να διατηρείται σε ισχύ μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας επανεξέτασης.

11.4. Οι διατάξεις του άρθρου 6 σχετικά με τις αποδείξεις και τη διαδικασία εφαρμόζονται για κάθε επανεξέταση, η οποία διενεργείται βάσει του παρόντος άρθρου. Κάθε τέτοια επανεξέταση διενεργείται χωρίς καθυστερήσεις και πρέπει κανονικά να ολοκληρώνεται εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξης της επανεξέτασης.

11.5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν και για τις αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, οι οποίες έχουν γίνει δεκτές βάσει του άρθρου 8.

Άρθρο 12

Δημόσια ανακοίνωση και ανάπτυξη του σκεπτικού στο οποίο στηρίζεται

12.1. Όταν οι αρχές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας αντιντάμπινγκ βάσει του άρθρου 5, ενημερώνουν σχετικά το μέλος ή τα μέλη στα οποία παράγονται τα προϊόντα που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας, καθώς και τα άλλα τυχόν ενδιαφερόμενα μέρη, για τα οποία οι αρμόδιες για τη διεξαγωγή της έρευνας αρχές γνωρίζουν ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση, και εκδίδουν σχετική δημόσια ανακοίνωση.

12.1.1. 

Η δημόσια ανακοίνωση η σχετική με την έναρξη της έρευνας περιλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο ( 51 ), επαρκή στοιχεία σχετικά με τα ακόλουθα θέματα:

i) 

το όνομα της χώρας ή των χωρών εξαγωγής και το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της διαδικασίας·

ii) 

την ημερομηνία έναρξης της έρευνας·

iii) 

τους λόγους που διαλαμβάνονται στην αίτηση προς επίρρωση του ισχυρισμού ότι υπάρχει ντάμπινγκ·

iv) 

συνοπτική παρουσίαση των στοιχείων επί των οποίων στηρίζεται ο ισχυρισμός ότι προκαλείται ζημία·

v) 

τη διεύθυνση στην οποία τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να αποστέλλουν τυχόν στοιχεία ή παρατηρήσεις τους·

vi) 

τις προθεσμίες που τάσσονται στα ενδιαφερόμενα μέρη για τη γνωστοποίηση των απόψεών τους.

12.2. Δημόσια ανακοίνωση εκδίδεται για κάθε προκαταρκτικό ή οριστικό συμπέρασμα, είτε καταφατικό είτε αποφατικό, για κάθε απόφαση με την οποία γίνεται δεκτή ανάληψη υποχρέωσης κατ' εφαρμογήν του άρθρου 8, για τη λήξη ισχύος κάποιας ανάληψης υποχρέωσης και για την κατάργηση οποιουδήποτε οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ. Κάθε δημόσια ανακοίνωση αυτού του είδους αναφέρει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, με τη δέουσα σαφήνεια τα πορίσματα και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι αρχές πού διενεργούν την έρευνα σχετικά με όλες τις αποφασιστικής σημασίας πραγματικές ή νομικές παραμέτρους της υπόθεσης. Κάθε τέτοια ανακοίνωση ή έκθεση διαβιβάζεται στο μέλος ή τα μέλη που παράγουν το προϊόν στο οποίο αναφέρεται το συμπέρασμα ή η ανάληψη υποχρέωσης, καθώς και στα λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη για τα οποία είναι γνωστό ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση.

12.2.1. 

Για την επιβολή προσωρινών μέτρων εκδίδεται δημόσια ανακοίνωση στην οποία εξηγούνται, ή η οποία τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, με τη δέουσα λεπτομέρεια τα προκαταρκτικά συμπεράσματα για το ντάμπινγκ και τη ζημία, και αναφέρονται τα νομικά και πραγματικά δεδομένα με βάση τα οποία αποφασίστηκε η αποδοχή ή η απόρριψη των προβαλλόμενων επιχειρημάτων. Κάθε τέτοια ανακοίνωση ή έκθεση περιέχει, χωρίς να παραγνωρίζεται η υποχρέωση προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων πληροφοριών, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

i) 

τα ονόματα των προμηθευτών ή, όταν αυτό είναι πρακτικώς αδύνατο, των εμπλεκόμενων προμηθευτριών χωρών·

ii) 

περιγραφή του προϊόντος αρκετά πλήρη, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες του εκτελωνισμού·

iii) 

τα καθοριζόμενα περιθώρια ντάμπινγκ και πλήρη ανάλυση του σκεπτικού στο οποίο βασίστηκε η επιλογή της μεθόδου που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό και τη σύγκριση της τιμής εξαγωγής με την κανονική αξία, κατ' εφαρμογή του άρθρου 2·

iv) 

το σκεπτικό βάσει του οποίου διαπιστώθηκε η πρόκληση ή μη ζημίας κατά τα προβλεπόμενα από το άρθρο 3·

v) 

τους βασικούς λόγους στους οποίους στηρίζεται το συμπέρασμα.

12.2.2. 

Η δημόσια ανακοίνωση με την οποία περατούται ή αναστέλλεται η έρευνα σε περίπτωση διατύπωσης καταφατικού συμπεράσματος, με βάση το οποίο επιβάλλεται οριστικός δασμός ή γίνεται δεκτή ανάληψη υποχρέωσης ως προς τις τιμές, διαλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, όλα τα συναφή στοιχεία τα σχετικά με τα πραγματικά και νομικά δεδομένα της υπόθεσης, καθώς και τους λόγους που οδήγησαν στην επιβολή των οριστικών μέτρων ή την αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης ως προς τις τιμές, λαμβανομένης υπόψη της υποχρέωσης προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων πληροφοριών. Ειδικότερα, η ανακοίνωση ή η έκθεση περιέχει τα στοιχεία που περιγράφονται στην παράγραφο 2.1, καθώς και τους λόγους για τους οποίους έγιναν δεκτά ή απορρίφθηκαν τα σχετικά επιχειρήματα ή οι ισχυρισμοί των εξαγωγέων και των εισαγωγέων, όπως επίσης το σκεπτικό τυχόν απόφασης που λαμβάνεται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 10.2.

12.2.3. 

Η δημόσια ανακοίνωση με την οποία περατούται ή αναστέλλεται η έρευνα μετά την αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης κατ' εφαρμογήν του άρθρου 8 περιλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, το μη εμπιστευτικού χαρακτήρα σκέλος της εν λόγω ανάληψης υποχρέωσης.

12.3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν και για την έναρξη και περάτωση των επανεξετάσεων που διενεργούνται βάσει του άρθρου 11, καθώς και για τις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 10 και αφορούν την επιβολή δασμών με αναδρομική ισχύ.

Άρθρο 13

Δικαστικός έλεγχος

Κάθε μέλος, η εσωτερική νομοθεσία του οποίου προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης μέτρων αντιντάμπινγκ, φροντίζει για την ύπαρξη και λειτουργία τακτικών, διαιτητικών ή διοικητικών δικαιοδοτικών οργάνων, καθώς και για τη θέσπιση των σχετικών διαδικασιών, ώστε να είναι δυνατός, μεταξύ άλλων, ο άμεσος έλεγχος των πράξεων της Διοίκησης που αναφέρονται στη διατύπωση των οριστικών συμπερασμάτων και την επανεξέταση των συμπερασμάτων κατά την έννοια του άρθρου 11. Τα εν λόγω δικαιοδοτικά όργανα και οι διαδικασίες πρέπει να χαρακτηρίζονται από ανεξαρτησία έναντι των αρχών που φέρουν την ευθύνη για το επίμαχο συμπέρασμα ή την επίμαχη επανεξέταση.

Άρθρο 14

Μέτρα αντιντάμπινγκ για λογαριασμό τρίτης χώρας

14.1. Η αίτηση για τη λήψη μέτρων αντιντάμπινγκ για λογαριασμό τρίτης χώρας υποβάλλεται από τις αρχές της τρίτης χώρας που ζητεί τη λήψη μέτρων.

14.2. Η ανωτέρω αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από στοιχεία σχετικά με τις τιμές, από τα οποία να προκύπτει ότι οι επίμαχες εισαγωγές αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, καθώς και από λεπτομερή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι υποτιθέμενες πρακτικές ντάμπινγκ προκαλούν ζημία στον οικείο κλάδο παραγωγής της τρίτης χώρας. Η κυβέρνηση της τρίτης χώρας παρέχει κάθε δυνατή συνδρομή στις αρχές της χώρας εισαγωγής, με σκοπό τη συγκέντρωση τυχόν συμπληρωματικών στοιχείων που κρίνονται απαραίτητα από αυτή την τελευταία.

14.3. Κατά την εξέταση κάθε σχετικής αίτησης, οι αρχές της χώρας εισαγωγής συνεκτιμούν τις συνέπειες των υποτιθέμενων πρακτικών ντάμπινγκ για τον οικείο κλάδο παραγωγής της τρίτης χώρας στο σύνολό του αυτό σημαίνει ότι για την αξιολόγηση της ζημίας δεν λαμβάνονται μόνο υπόψη οι συνέπειες των υποτιθέμενων πρακτικών ντάμπινγκ για τις εξαγωγές που πραγματοποιεί ο οικείος κλάδος παραγωγής προς τη χώρα εισαγωγής, ούτε καν μόνο οι συνέπειές τους για τις συνολικές εξαγωγές του οικείου κλάδου παραγωγής.

14.4. Η απόφαση περί της προόδου ή μη της διαδικασίας σε σχέση με συγκεκριμένη υπόθεση λαμβάνεται από τη χώρα εισαγωγής. Αν η χώρα εισαγωγής αποφασίσει ότι είναι διατεθειμένη να προβεί στη λήψη μέτρων, η πρωτοβουλία για την παραπομπή του θέματος στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, με αίτημα τη χορήγηση έγκρισης εκ μέρους του για τη λήψη μέτρων, ανήκει στη χώρα εισαγωγής.

Άρθρο 15

Αναπτυσσόμενες χώρες μέλη

Γίνεται δεκτό ότι κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων για τη θέσπιση μέτρων αντιντάμπινγκ βάσει της παρούσας συμφωνίας, οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη οφείλουν να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τις ειδικές ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών μελών. Πριν από την επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ διερευνώνται οι δυνατότητες λήψης εποικοδομητικών μέτρων για τη διευθέτηση του προβλήματος, όπως τα προβλεπόμενα από την παρούσα συμφωνία, εφόσον τυχόν επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ θα είχε επιπτώσεις για τα θεμελιώδη συμφέροντα των αναπτυσσομένων χωρών μελών.

ΜΕΡΟΣ II

Άρθρο 16

Επιτροπή Πρακτικών Αντιντάμπινγκ

16.1. Συστήνεται Επιτροπή Πρακτικών Αντιντάμπινγκ (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία «η επιτροπή»), απαρτιζόμενη από τους αντιπροσώπους όλων των μελών. Η επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της και συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο, καθώς και στις λοιπές περιπτώσεις που προβλέπονται από συναφείς διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους. Η επιτροπή φροντίζει για την εκτέλεση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί βάσει της παρούσας συμφωνίας ή από τα μέλη και παρέχει στα μέλη τη δυνατότητα να διενεργούν διαβουλεύσεις σχετικά με το σύνολο των θεμάτων που άπτονται της λειτουργίας της συμφωνίας και της προαγωγής των στόχων της. Η γραμματεία του ΠΟΕ εκτελεί χρέη γραμματείας της επιτροπής.

16.2. Όταν κρίνεται σκόπιμο, η επιτροπή δύναται να συστήνει όργανα που θα την υποβοηθούν στο έργο της.

16.3. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, η επιτροπή και τα τυχόν όργανα που την επικουρούν δύνανται να έρχονται σε συνεννόηση με οποιονδήποτε κρίνουν σκόπιμο και να ζητούν αντίστοιχα πληροφορίες από οποιαδήποτε πηγή. Παρ' όλα αυτά, πριν η επιτροπή ή ένα από τα όργανα που την επικουρούν διατυπώσει αίτημα για την παροχή πληροφοριών από κάποιον φορέα που υπάγεται στη δικαιοδοσία ενός μέλους, οφείλει να ενημερώσει το οικείο μέλος. Για το σκοπό αυτό, είναι απαραίτητη η συγκατάθεση του εν λόγω μέλους και κάθε εταιρείας με την οποία πρόκειται να επιδιωχθούν συνεννοήσεις.

16.4. Τα μέλη γνωστοποιούν αμελλητί στην επιτροπή όλα τα προκαταρκτικά ή οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ που θεσπίζουν. Τα στοιχεία που έχουν γνωστοποιηθεί με αυτόν τον τρόπο φυλάσσονται στη γραμματεία, όπου και μπορούν να τα εξετάζουν τα λοιπά μέλη. Τα μέλη υποβάλλουν επίσης ανά εξάμηνο εκθέσεις για τα μέτρα αντιντάμπινγκ που ενδεχομένως θέσπισαν κατά τη διάρκεια του προηγηθέντος εξαμήνου. Για την υποβολή των εξαμηνιαίων εκθέσεων χρησιμοποιείται το συμφωνηθέν τυποποιημένο έντυπο.

16.5. Κάθε μέλος ενημερώνει την επιτροπή σχετικά με τα εξής: α) τις αρχές που είναι αρμόδιες για την έναρξη και διεξαγωγή των ερευνών που προβλέπονται στο άρθρο 5, και β) τις εσωτερικές διαδικασίες που εφαρμόζονται για την έναρξη και διεξαγωγή των σχετικών ερευνών.

Άρθρο 17

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

17.1. Με την επιφύλαξη τυχόν αντίθετων ρυθμίσεων της παρούσας συμφωνίας, το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών εφαρμόζεται για τη διενέργεια διαβουλεύσεων και για την επίλυση των διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.

17.2. Κάθε μέλος λαμβάνει υπόψη του με πνεύμα καλής θέλησης τις απόψεις που έχει εκφράσει ένα άλλο μέλος σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που άπτεται της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας και παρέχει τις κατάλληλες ευκαιρίες για τη διενέργεια σχετικών διαβουλεύσεων.

17.3. Αν ένα μέλος θεωρεί ότι οποιοδήποτε όφελος, το οποίο απορρέει για αυτό, είτε άμεσα είτε έμμεσα, από την παρούσα συμφωνία εξουδετερώνεται ολικώς ή μερικώς, ή ότι παρεμποδίζεται η επίτευξη οιουδήποτε στόχου, εξαιτίας ενεργειών κάποιου άλλου μέλου ή μελών, έχει το δικαίωμα να ζητήσει γραπτώς τη διενέργεια διαβουλεύσεων με το εκάστοτε μέλος ή μέλη, προκειμένου να εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση στο πρόβλημα. Κάθε μέλος λαμβάνει υπόψη του με πνεύμα καλής θέλησης τις αιτήσεις που υποβάλλουν τα άλλα μέλη για τη διενέργεια διαβουλεύσεων.

17.4. Σε περίπτωση που το μέλος το οποίο ζήτησε τη διενέργεια διαβουλεύσεων θεωρεί ότι οι διαβουλεύσεις που διενεργήθηκαν βάσει της παραγράφου 3 δεν έχουν επιτρέψει την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης και εφόσον οι αρμόδιες αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν προβεί στη λήψη μέτρων οριστικού χαρακτήρα, τα οποία αφορούν την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ ή την αποδοχή αναλήψεων υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, δύναται να παραπέμψει το θέμα στο όργανο επίλυσης διαφορών («ΟΕΔ»). Όταν ένα προσωρινό μέτρο έχει σοβαρές συνέπειες, και το μέλος που ζήτησε τη διενέργεια διαβουλεύσεων θεωρεί ότι το εν λόγω μέτρο ελήφθη κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 7 παράγραφος 1, και στην περίπτωση αυτή το εν λόγω μέλος δύναται να παραπέμψει το θέμα στο ΟΕΔ.

17.5. Κατόπιν αιτήσεως του καταγγέλλοντος μέρους, το ΟΕΔ προβαίνει στη σύσταση ειδικής ομάδας (πάνελ) για την εξέταση της υπόθεσης. Εν προκειμένω λαμβάνονται υπόψη:

i) 

γραπτή δήλωση του μέλους που έχει υποβάλει την αίτηση, στην οποία επεξηγείται ο τρόπος με τον οποίον κάποιο όφελος, το οποίο απορρέει για αυτό είτε άμεσα είτε έμμεσα από την παρούσα συμφωνία, εξουδετερώνεται ολικώς ή μερικώς ή με τον οποίον παρεμποδίζεται η επίτευξη των στόχων της συμφωνίας· και

ii) 

τα στοιχεία που έχουν προσκομιστεί στις αρχές του εισάγοντος μέλους σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται για το σκοπό αυτό από την εσωτερική του νομοθεσία.

17.6. Για την εξέταση του θέματος περί του οποίου γίνεται λόγος στην παράγραφος 5 ισχύουν τα εξής:

i) 

κατά την αξιολόγηση των δεδομένων της υπόθεσης, η ειδική ομάδα αποφαίνεται κατά πόσον είναι ορθά τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι αρχές, όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, και κατά πόσον η αξιολόγηση των εν λόγω πραγματικών περιστατικών εκ μέρους των αρχών έγινε με τρόπο αμερόληπτο και αντικειμενικό. Αν κρίνεται ότι τα συμπεράσματα τα σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά είναι ορθά και ότι η αξιολόγησή τους έγινε με τρόπο αμερόληπτο και αντικειμενικό, η ισχύς της αξιολόγησης δεν ανατρέπεται, ακόμη και αν η ειδική ομάδα έχει καταλήξει σε διαφορετικά συμπεράσματα·

ii) 

η ειδική ομάδα ερμηνεύει τις σχετικές διατάξεις της συμφωνίας σύμφωνα με τους εθιμικούς ερμηνευτικούς κανόνες που ισχύουν στο δημόσιο διεθνές δίκαιο. Όταν η ειδική ομάδα διαπιστώνει ότι κάποια συναφής διάταξη της συμφωνίας επιδέχεται περισσοτέρων επιτρεπτών ερμηνειών, οφείλει να συμπεράνει ότι το συγκεκριμένο μέτρο που έχει ληφθεί από τις αρχές είναι σύμφωνο με τη συμφωνία, υπό την προϋπόθεση ότι η λήψη του μέτρου στηρίζεται σε κάποια από τις εν λόγω επιτρεπτές ερμηνείες.

17.7. Οι εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίες που έχουν τεθεί στη διάθεση της ειδικής ομάδας δεν επιτρέπεται να δίδονται στη δημοσιότητα χωρίς τη ρητή έγκριση του προσώπου, του φορέα ή της αρχής που έχει προσκομίσει την εκάστοτε πληροφορία. Όταν η ειδική ομάδα έχει λάβει αίτηση για την κοινοποίηση μιας τέτοιου είδους πληροφορίας, αλλά δεν εξασφαλίζει την έγκριση που απαιτείται για την κοινοποίηση, τότε παρέχεται αντί της πληροφορίας μη εμπιστευτικού χαρακτήρα περίληψή της, για την οποία έχει χορηγήσει της έγκρισή του το πρόσωπο, ο φορέας ή η αρχή που την έχει προσκομίσει.

ΜΕΡΟΣ III

Άρθρο 18

Τελικές διατάξεις

18.1. Δεν επιτρέπεται η λήψη συγκεκριμένων μέτρων έναντι των εξαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ που πραγματοποιεί ένα άλλο μέλος παρά μόνο συμφώνως προς τις διατάξεις της GΑΤΤ του 1994, όπως αυτή ερμηνεύεται από την παρούσα συμφωνία ( 52 ).

18.2. Η διατύπωση επιφυλάξεων σε σχέση με οποιαδήποτε διάταξη της παρούσας συμφωνίας προϋποθέτει τη συγκατάθεση των υπολοίπων μελών.

18.3. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 3.1 και 3.2, οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εφαρμόζονται για τις έρευνες και τις διαδικασίες επανεξέτασης μέτρων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ, οι οποίες κινούνται μετά από αίτηση που υπεβλήθη κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος ως προς ένα μέλος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ή μετά από αυτήν.

18.3.1. 

Για τον υπολογισμό των περιθωρίων ντάμπινγκ στο πλαίσιο διαδικασιών επιστροφής χρηματικών ποσών δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 3, εφαρμόζονται οι κανόνες που ίσχυαν κατά τον τελευταίο καθορισμό ή την τελευταία επανεξέταση του ντάμπινγκ.

18.3.2. 

Για τους σκοπούς του άρθρου 11 παράγραφος 3, τεκμαίρεται ότι τα ήδη ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ επεβλήθησαν σε χρόνο που δεν είναι μεταγενέστερος της ημερομηνίας έναρξης ισχύος ως προς ένα μέλος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ισχύουσα κατά την εν λόγω ημερομηνία εσωτερική νομοθεσία κάποιου μέλους συμπεριελάμβανε ήδη διάταξη με περιεχόμενο ανάλογο της διάταξης της προαναφερθείσας παραγράφου.

18.4. Κάθε μέλος λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα γενικής ή ειδικής φύσεως, ώστε να διασφαλίσει ότι, το αργότερο κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος ως προς αυτό της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, οι εσωτερικοί του νόμοι, κανονισμοί και διοικητικές διαδικασίες θα συνάδουν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, όπως ενδεχομένως ισχύουν σε σχέση με το εκάστοτε μέλος.

18.5. Κάθε μέλος τηρεί ενήμερη την επιτροπή σχετικά με οποιαδήποτε μεταβολή των εσωτερικών του νόμων και κανονισμών που άπτονται του αντικειμένου της παρούσας συμφωνίας, καθώς και σχετικά με τυχόν μεταβολές, όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω νόμων και κανονισμών.

18.6. Η επιτροπή εξετάζει ανά έτος την εφαρμογή και λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, έχοντας ως γνώμονα τους στόχους της. Η επιτροπή ενημερώνει ανά έτος το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών σχετικά με τις τυχόν εξελίξεις που σημειώθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που κάλυψε η εξέταση.

18.7. Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΤΟΠΙΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 6 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

1. Κατά την έναρξη κάθε έρευνας, οι αρχές του εξάγοντος μέλους και οι εταιρείες για τις οποίες είναι γνωστό ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με την πρόθεση διεξαγωγής επιτoπιων ερευνών.

2. Εάν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, προγραμματίζεται η συμμετοχή στο κλιμάκιο που πρόκειται να διενεργήσει τις έρευνες και κάποιων εμπειρογνωμόνων που δεν υπηρετούν στο Δημόσιο, πρέπει να ενημερώνονται σχετικά οι εταιρείες και οι αρχές του μέλους εξαγωγής. Οι εμπειρογνώμονες που δεν υπηρετούν στο Δημόσιο υπέχουν καθήκον εχεμύθειας, ενώ για περιπτώσεις παραβίασης του καθήκοντος αυτού πρέπει να προβλέπονται ουσιαστικές κυρώσεις.

3. Πρέπει να αποτελεί πάγια πρακτική η εξασφάλιση της ρητής συγκατάθεσης των ενδιαφερομένων εταιρειών στο εξάγον μέλος, πριν από τον οριστικό προγραμματισμό της επίσκεψης.

4. Αφ' ης στιγμής εξασφαλίζεται η συγκατάθεση των ενδιαφερομένων εταιρειών, οι αρμόδιες για τη διεξαγωγή της έρευνας αρχές γνωστοποιούν στις αρχές του εξάγοντος μέλους τα ονόματα και τις διευθύνσεις των εταιρειών τις οποίες αφορά η επίσκεψη, καθώς και τις συμφωνηθείσες για το σκοπό αυτό ημερομηνίες.

5. Οι εταιρείες τις οποίες αφορά η επίσκεψη ειδοποιούνται σχετικά ικανό χρονικό διάστημα πριν από την πραγματοποίηση της επίσκεψης.

6. Επισκέψεις με αντικείμενο την παροχή εξηγήσεων σχετικά με το ερωτηματολόγιο πραγματοποιούνται μόνο μετά τη διατύπωση σχετικού αιτήματος από εξαγωγό εταιρεία. Οι επισκέψεις αυτού του είδους επιτρέπονται μόνο εφόσον: α) οι αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν ενημερώσει σχετικά τους εκπροσώπους του οικείου μέλους, και β) αυτοί οι τελευταίοι δεν έχουν αντίρρηση για την πραγματοποίηση της επίσκεψης.

7. Δεδομένου ότι βασικός σκοπός μιας επιτόπιας έρευνας είναι η επαλήθευση των προσκομισθέντων στοιχείων ή η συγκέντρωση κάποιων λεπτομερέστερων στοιχείων, η επιτόπια έρευνα πρέπει να διεξάγεται μετά τη λήψη της απάντησης στο ερωτηματολόγιο, εκτός αν η ενδιαφερόμενη εταιρεία δεν έχει αντίρρηση για το αντίθετο και επιπλέον η κυβέρνηση του εξάγοντος μέλους έχει ενημερωθεί από τις αρμόδιες για τη διεξαγωγή της έρευνας αρχές σχετικά με τη σκοπούμενη επίσκεψη και δεν προβάλλει σχετικές αντιρρήσεις. Επίσης, πρέπει να αποτελεί πάγια πρακτική να ενημερώνονται οι ενδιαφερόμενες εταιρείες, πριν από την επίσκεψη, σχετικά με το γενικό χαρακτήρα των στοιχείων που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο του ελέγχου, καθώς και σχετικά με οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία κρίνεται αναγκαία, αν και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι δυνατό να ζητούνται κατά τη διάρκεια των επιτόπιων ερευνών περαιτέρω στοιχεία που κρίνονται χρήσιμα με βάση το υλικό που έχει ήδη συγκεντρωθεί.

8. Τυχόν απορίες ή ερωτήσεις τις οποίες διατυπώνουν οι αρχές ή οι εταιρείες των εξαγόντων μελών και οι οποίες έχουν σημασία για την επιτυχή διεξαγωγή επιτόπιας έρευνας απαιτείται, στο μέτρο του δυνατού, να απαντώνται πριν από την πραγματοποίηση της επίσκεψης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

H ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ «ΚΑΛΥΤΕΡΩΝ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ» ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 6 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

1. Το συντομότερο δυνατόν μετά την έναρξη της έρευνας, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα παρέχουν λεπτομερείς διευκρινίσεις σχετικά με τα στοιχεία που ζητούνται από κάθε ενδιαφερόμενο, καθώς και με τη μορφή υπό την οποία κάθε ενδιαφερόμενος οφείλει να υποβάλει τα ζητούμενα στοιχεία. Οι αρχές οφείλουν ακόμη να φροντίζουν, ώστε να γίνεται σαφές στον ενδιαφερόμενο ότι, σε περίπτωση που τα ζητούμενα στοιχεία δεν προσκομιστούν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, οι αρχές αποκτούν το δικαίωμα να διατυπώσουν συμπεράσματα βάσει των στοιχείων που έχουν στη διάθεσή τους, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα στοιχεία πον περιέχονται στην υποβληθείσα από τον εγχώριο κλάδο παραγωγής αίτηση, με την οποία ζητήθηκε η έναρξη έρευνας.

2. Οι αρχές δύνανται επίσης να ζητούν από οιονδήποτε ενδιαφερόμενο να παράσχει την απάντησή του υπό κάποια συγκεκριμένη μορφή (π.χ. ταινία ηλεκτρονικού υπολογιστή) ή σε συγκεκριμένη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή. Όταν ζητείται κάτι τέτοιο, οι αρχές οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις δυνατότητες που θα ήταν εύλογο να αναμένει κανείς από κάποιον ενδιαφερόμενο, ο οποίος καλείται να παράσχει στοιχεία υπό καθορισμένη μορφή ή σε συγκεκριμένη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή. Το σύστημα πληροφορικής που ζητείται να χρησιμοποιηθεί για την απάντηση του ενδιαφερομένου δεν επιτρέπεται να είναι διαφορετικό από αυτό που χρησιμοποιεί ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος. Οι αρχές δεν θα πρέπει να επιμένουν για την παροχή μηχανογραφημένης απάντησης, αν ο εκάστοτε ενδιαφερόμενος δεν διαθέτει μηχανογραφημένο σύστημα λογιστικής και αν η παρουσίαση των στοιχείων με τη μορφή που ζητούν οι αρχές συνεπάγεται υπέρμετρη πρόσθετη επιβάρυνση για τον ενδιαφερόμενο, π.χ. απαιτεί υπέρμετρο επιπλέον κόστος και κόπο. Οι αρχές δεν πρέπει να εμμένουν στο αίτημά τους για την παροχή στοιχείων με συγκεκριμένο μέσο ή σε συγκεκριμένη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή, αν ο ενδιαφερόμενος δεν διαθέτει μηχανογραφημένο σύστημα λογιστικής, το οποίο να στηρίζεται στη χρήση του εν λόγω μέσου ή της συγκεκριμένης γλώσσας ηλεκτρονικού υπολογιστή και αν η παρουσίαση των στοιχείων με τη μορφή που ζητούν οι αρχές συνεπάγεται υπέρμετρη πρόσθετη επιβάρυνση για τον ενδιαφερόμενο, π.χ. απαιτεί υπέρμετρο επιπλέον κόστος και κόπο.

3. Κατά τη διατύπωση των συμπερασμάτων λαμβάνονται υπόψη όλα τα στοιχεία τα οποία είναι δυνατό να επαληθευτούν, τα οποία πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις, ώστε να είναι δυνατή η χρησιμοποίησή τους στο πλαίσιο της έρευνας χωρίς υπερβολικές δυσχέρειες, τα οποία προσκομίστηκαν εγκαίρως και τα οποία, κατά περίπτωση, υποβάλλονται με τη μορφή ή στη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή που καθόρισαν οι αρχές. Σε περίπτωση που κάποιoς ενδιαφερόμενος δεν προσκομίσει τα ζητούμενα στοιχεία με τη μορφή ή στη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή που έχουν υποδείξει οι αρχές, αλλά οι αρχές διαπιστώνουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 2, γίνεται δεκτό ότι η αδυναμία παροχής της απάντησης με τη μορφή ή στη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή που έχουν υποδείξει οι αρχές δεν αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για την πρόοδο της έρευνας.

4. Όταν οι αρχές δεν διαθέτουν τη δυνατότητα επεξεργασίας κάποιων στοιχείων που υποβάλλονται με συγκεκριμένο μέσο (π.χ. ταινία ηλεκτρονικού υπολογιστή), τα εν λόγω στοιχεία απαιτείται να προσκομίζονται υπό μορφή έγγραφου υλικού ή υπό οιαδήποτε άλλη μορφή κρίνεται κατάλληλη από τις αρχές.

5. Ακόμη και όταν τα προσκομιζόμενα στοιχεία δεν κρίνονται ως απολύτως ενδεδειγμένα από κάθε άποψη, οι αρχές δεν δύνανται εξ αυτού του λόγου να αρνούνται να τα λάβουν υπόψη, υπό την προϋπόθεση ότι o ενδιαφερόμενος επέδειξε κάθε δυνατή επιμέλεια για την προσήκουσα υποβολή των στοιχείων.

6. Σε περίπτωση που δεν γίνονται δεκτά κάποια αποδεικτικά στοιχεία ή κάποιες πληροφορίες, η πλευρά που υπέβαλε τα εν λόγω στοιχεία ή τις εν λόγω πληροφορίες ενημερώνεται αμέσως σχετικά με τους λόγους της απόρριψης και της παραχωρείται η δυνατότητα να παράσχει συμπληρωματικές εξηγήσεις εντός εύλογης προθεσμίας, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των προθεσμιών που ισχύουν για την έρευνα. Αν οι εξηγήσεις δεν κρίνονται ικανοποιητικές από τις αρχές, οι λόγοι της απόρριψης των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων ή πληροφοριών απαιτείται να αναφέρονται κατά τη δημοσίευση των συμπερασμάτων επί της υπόθεσης.

7. Όταν οι αρχές είναι υποχρεωμένες να στηρίξουν τα συμπεράσματά τους, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών με την κανονική αξία, σε στοιχεία που έχουν προέλθει από κάποια πηγή δευτερεύουσας σημασίας, όπως είναι τα στοιχεία που διαλαμβάνονται στην αίτηση για την έναρξη της έρευνας, ενεργούν με ιδιαίτερη περίσκεψη. Στις περιπτώσεις αυτές, οι αρχές οφείλουν, στο μέτρο του δυνατού, να επαληθεύουν τα εν λόγω στοιχεία με βάση τα στοιχεία που διαθέτουν από άλλες, ανεξάρτητες πηγές, όπως είναι οι δημοσιευμένοι τιμοκατάλογοι, τα επίσημα στοιχεία για τις εισαγωγές και τις τελωνειακές στατιστικές, καθώς και τα στοιχεία που έχουν προσκομίσει άλλοι ενδιαφερόμενοι κατά τη διάρκεια της έρευνας. Είναι πάντως σαφές ότι, αν κάποιος ενδιαφερόμενος αρνείται να συνεργασθεί, με αποτέλεσμα οι αρχές να στερούνται τη δυνατότητα πρόσβασης σε χρήσιμα στοιχεία, η κατάσταση αυτή ενδέχεται να συμβάλει στη διαμόρφωση κάποιου αποτελέσματος, το οποίο θα ήταν περισσότερο ευνοϊκό για τη συγκεκριμένη πλευρά αν αυτή είχε επιδείξει διάθεση συνεργασίας.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ VII ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1993

ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Η πρώτη βάση για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας είναι η «συναλλακτική αξία» όπως ορίζεται στο άρθρο 1. Το άρθρο αυτό πρέπει να συνδυάζεται με το άρθρο 8, το οποίο προβλέπει, μεταξύ άλλων, προσαρμογές της πράγματι πληρωθείσας ή πληρωτέας τιμής, όταν ορισμένα ειδικά στοιχεία, τα οποία θεωρούνται ότι αποτελούν μέρος της δασμολογητέας αξίας, βαρύνουν τον αγοραστή αλλά δεν περιλαμβάνονται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εισαγόμενα εμπορεύματα τιμή. Το άρθρο 8 προβλέπει ομοίως ότι περιλαμβάνονται στη συναλλακτική αξία ορισμένες παροχές του αγοραστή προς όφελος του πωλητή υπό μορφή συγκεκριμένων εμπορευμάτων ή υπηρεσιών και όχι υπό μορφή χρημάτων. Τα άρθρα 2 μέχρι και 7 αναφέρουν τις μεθόδους που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας, αν ο καθορισμός αυτός δεν μπορεί να γίνει κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1.

2. 'Οταν η δασμολογητέα αξία δεν μπορεί να καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1, η τελωνειακή υπηρεσία και ο εισαγωγέας οφείλουν κανονικά να διαβουλεύονται για να προσδιορίσουν τη βάση της αξίας, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 2 ή 3. Είναι δυνατό να συμβεί, παραδείγματος χάρη, να κατέχει ο εισαγωγέας πληροφορίες που αφορούν τη δασμολογητέα αξία πανομοιότυπων ή ομοειδών εισαγομένων εμπορευμάτων, οι οποίες δεν παρέχονται αμέσως στην τελωνειακή υπηρεσία του τόπου εισαγωγής. Αντίθετα, η τελωνειακή υπηρεσία μπορεί να έχει πληροφορίες που αφορούν τη δασμολογητέα αξία πανομοιότυπων ή ομοειδών εισαγομένων εμπορευμάτων στις οποίες ο εισαγωγέας δεν έχει εύκολα πρόσβαση. Η διενέργεια διαβουλεύσεων μεταξύ των δύο μερών καθιστά δυνατή την ανταλλαγή πληροφοριών, με τήρηση των υποχρεώσεων περί του εμπορικού απορρήτου, ώστε να καθοριστεί η ορθή βάση για τον υπολογισμό της δασμολογητέας αξίας.

3. Τα άρθρα 5 και 6 παρέχουν δύο βάσεις καθορισμού της δασμολογητέας αξίας, όταν η αξία αυτή δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί με βάση τη συναλλακτική αξία των εισαγομένων εμπορευμάτων ή πανομοιότυπων ή ομοειδών εισαγομένων εμπορευμάτων. Δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1, η δασμολογητέα αξία καθορίζεται με βάση την τιμή στην οποία πωλούνται τα εμπορεύματα στην κατάσταση που εισήχθησαν στη χώρα εισαγωγής σε αγοραστή ο οποίος δεν συνδέεται με τον πωλητή. Ο εισαγωγέας έχει ομοίως το δικαίωμα, με αίτησή του, να ζητήσει να γίνει εκτίμηση, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5, των εμπορευμάτων τα οποία αποτελούν αντικείμενο περαιτέρω επεξεργασίας μετά την εισαγωγή. Δυνάμει του άρθρου 6 η δασμολογητέα αξία καθορίζεται βάσει της υπολογιζoμένης αξίας. Οι δύο αυτές μέθοδοι παρουσιάζουν ορισμένες δυσκολίες και, για το λόγο αυτό, ο εισαγωγέας έχει το δικαίωμα, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4, να επιλέξει τη σειρά με την οποία θα γίνει χρήση των δύο μεθόδων.

4. Το άρθρο 7 αναφέρει τον τρόπο καθορισμού της δασμολογητέας αξίας στις περιπτώσεις που κανένα από τα προηγούμενα άρθρα δεν το επιτρέπει.



ΤΑ ΜΕΛΗ,

Έχοντας υπόψη τις πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις,

Επιθυμώντας να επιτύχουν τους στόχους της GΑΤΤ του 1994 και να εξασφαλίσουν συμπληρωματικά πλεονεκτήματα για το διεθνές εμπόριο των αναπτυσσομένων χωρών,

Αναγνωρίζοντας τη σημασία των διατάξεων του άρθρου VII της GΑΤΤ του 1994 και επιθυμώντας να επεξεργασθούν κανόνες για την εφαρμογή τους, ώστε να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη ομοιομορφία και βεβαιότητα στην υλοποίησή τους,

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη για ένα δίκαιο, ομοιόμορφο και ουδέτερο σύστημα καθορισμού της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων, το οποίο να αποκλείει τη χρήση αυθαίρετων ή πλασματικών δασμολογητέων αξιών,

Αναγνωρίζοντας ότι η βάση του καθορισμού της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων θα πρέπει να είναι, κατά το δυνατό, η συναλλακτική αξία των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων,

Αναγνωρίζοντας ότι η δασμολογητέα αξία είναι ανάγκη να καθορίζεται με κριτήρια απλά και δίκαια, σύμφωνα με την εμπορική πρακτική, και ότι οι διαδικασίες καθορισμού της επιβάλλεται να είναι γενικής εφαρμογής, χωρίς διακρίσεις μεταξύ πηγών εφοδιασμού,

Αναγνωρίζοντας ότι οι διαδικασίες καθορισμού της δασμολογητέας αξίας δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του ντάμπινγκ,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



ΜΕΡΟΣ I

ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΔΑΣΜΟΛΟΓΗΤΕΑΣ ΑΞΙΑΣ

Άρθρο 1

1.  

Η δασμολογητέα αξία των εισαγομένων εμπορευμάτων είναι η συναλλακτική αξία, δηλαδή η πράγματι πληρω-θείσα ή πληρωτέα για τα εμπορεύματα τιμή, όταν αυτά πωλούνται προς εξαγωγή με προορισμό τη χώρα εισαγωγής μετά από προσαρμογή που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 8, εφόσον:

α) 

δεν υφίστανται περιορισμοί, όσον αφορά τη μεταβίβαση ή τη χρησιμοποίηση των εμπορευμάτων από τον αγοραστή, εκτός από τους περιορισμούς, οι οποίοι:

i) 

επιβάλλονται ή απαιτούνται από το νόμο ή από τις δημόσιες αρχές της χώρας εισαγωγής,

ii) 

περιορίζουν τη γεωγραφική ζώνη στην οποία δύνανται να μεταπωληθούν τα εμπορεύματα, ή

iii) 

δεν επηρεάζουν ουσιωδώς την αξία των εμπορευμάτων

β) 

η πώληση ή η τιμή δεν εξαρτάται από προϋποθέσεις ή παροχές, των οποίων η αξία δεν είναι δυνατό να καθοριστεί, όσον αφορά τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα

γ) 

κανένα μέρος του προϊόντος κάθε μεταγενέστερης μεταπώλησης, μεταβίβασης ή χρησιμοποίησης των εμπορευμάτων από τον αγοραστή δεν περιέρχεται αμέσως ή εμμέσως στον πωλητή, εκτός αν είναι δυνατό να γίνει κατάλληλη προσαρμογή δυνάμει του άρθρου 8· και

δ) 

ο αγοραστής και ο πωλητής δεν συνδέονται μεταξύ τους, ή, εάν συνδέονται, η συναλλακτική αξία είναι αποδεκτή για δασμολογικούς σκοπούς δυνάμει της παραγράφου 2.

2.  
α) 

Για να καθοριστεί αν η συναλλακτική αξία είναι αποδεκτή για την εφαρμογή της παραγράφου 1, το γεγονός ότι ο αγοραστής και ο πωλητής συνδέονται, μεταξύ τους κατά την έννοια του άρθρου 15 δεν συνιστά αυτό καθεαυτό επαρκή αιτία ώστε να θεωρηθεί η συναλλακτική αξία ως απαράδεκτη. Σε τέτοια περίπτωση, εξετάζονται οι περιστάσεις περί την πώληση και η συναλλακτική αξία γίνεται δεκτή, εφόσον οι σχέσεις αυτές δεν έχουν επηρεάσει την τιμή. Αν, αφού ληφθούν υπόψη οι πληροφορίες που παρέχει ο εισαγωγέας ή οι οποίες επιτυγχάνονται από άλλες πηγές, η τελωνειακή υπηρεσία έχει λόγους να θεωρεί ότι οι σχέσεις αυτές επηρέασαν την τιμή, ανακοινώνει τους λόγους αυτούς στον εισαγωγέα και του παρέχει εύλογη δυνατότητα απάντησης. Κατόπιν αιτήσεως του εισαγωγέα, οι λόγοι του ανακοινώνονται εγγράφως.

β) 

Σε μια πώληση μεταξύ συνδεομένων μεταξύ τους προσώπων, η συναλλακτική αξία γίνεται αποδεκτή και τα εμπορεύματα εκτιμώνται σύμφωνα με την παράγραφο 1, όταν ο εισαγωγέας αποδεικνύει ότι η εν λόγω αξία προσεγγίζει πολύ μια από τις κατωτέρω αναφερόμενες αξίες, οι οποίες υφίστανται κατά την ίδια χρονική στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή:

i) 

συναλλακτική αξία όσον αφορά πωλήσεις, προς αγοραστές μη συνδεόμενους, πανομοιότυπων ή ομοειδών εμπορευμάτων προς εξαγωγή με προορισμό την ίδια χώρα εισαγωγής·

ii) 

δασμολογητέα αξία πανομοιότυπων ή ομοειδών εμπορευμάτων, όπως καθορίζεται κατ' εφαρμογή του άρθρου 5·

iii) 

δασμολογητέα αξία πανομοιότυπων ή ομοειδών εμπορευμάτων, όπως καθορίζεται κατ' εφαρμογή του άρθρου 6.

Κατά την εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι αποδεικνυόμενες διαφορές εμπορικών επιπέδων, ποσοτήτων, στοιχείων που απαριθμούνται στο άρθρο 8, εξόδων που βαρύνουν τον πωλητή, όσον αφορά πωλήσεις στις οποίες δεν συνδέονται μεταξύ τους ο αγοραστής και ο πωλητής, και εξόδων που δεν βαρύνουν τον πωλητή, όσον αφορά πωλήσεις στις οποίες συνδέονται μεταξύ τους ο αγοραστής και ο πωλητής.

γ) 

Τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) πρέπει να χρησιμοποιούνται με πρωτοβουλία του εισαγωγέα και μόνο για σκοπούς σύγκρισης. Δεν δύναται να καθιερωθούν. αξίες υποκατάστασης δυνάμει της παραγράφου 2 στοιχείο β).

Άρθρο 2

1.  
α) 

Αν η δασμολογητέα αξία των εισαγομένων εμπορευμάτων δεν μπορεί να καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1, η δασμολογητέα αξία είναι η συναλλακτική αξία πανομοιότυπων εμπορευμάτων, τα οποία πωλούνται για εξαγωγή με προορισμό την ίδια χώρα εισαγωγής και εξάγονται κατά την ίδια χρονική στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα.

β) 

Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η δασμολογητέα αξία καθορίζεται βάσει της συναλλακτικής αξίας πανομοιότυπων εμπορευμάτων, τα οποία πωλούνται στο ίδιο εμπορικό επίπεδο και στην ίδια ουσιαστικώς ποσότητα με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα. Ελλείψει τέτοιων πωλήσεων, θα πρέπει να γίνεται χρήση της συναλλακτικής αξίας πανομοιότυπων εμπορευμάτων, τα οποία πωλούνται σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο ή/και σε διαφορετική ποσότητα, προσαρμοζόμενη ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που είναι δυνατό να οφείλονται στο εμπορικό επίπεδο ή/και στην ποσότητα, υπό την προϋπόθεση ότι οι προσαρμογές αυτές, ανεξάρτητα από το αν καταλήγουν σε αύξηση ή μείωση της αξίας, είναι δυνατό να βασίζονται σε προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία να αποδεικνύουν σαφώς ότι οι προσαρμογές είναι εύλογες και ακριβείς.

2.  
Όταν τα έξοδα που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 περιλαμβάνονται στη συναλλακτική αξία, η αξία αυτή προσαρμόζεται για να ληφθούν υπόψη σημαντικές διαφορές που είναι δυνατό να υπάρχουν μεταξύ των εξόδων που αφορούν, αφενός, τα εισαγόμενα εμπορεύματα και, αφετέρου, τα πανομοιότυπα μ' αυτά εμπορεύματα, συνεπεία διαφορών στις αποστάσεις και στους τρόπους μεταφοράς.
3.  
Αν κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου διαπιστωθούν περισσότερες από μία συναλλακτικές αξίες πανομοιότυπων εμπορευμάτων, λαμβάνεται υπόψη η κατώτερη συναλλακτική αξία για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας των εισαγομένων εμπορευμάτων.

Άρθρο 3

1.  
α) 

Αν η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων δεν μπορεί να καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 και 2, η δασμολογητέα αξία είναι η συναλλακτική αξία ομοειδών εμπορευμάτων, τα οποία πωλούνται προς εξαγωγή με προορισμό την ίδια χώρα εισαγωγής και τα οποία εξάγονται κατά την ίδια χρονική στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα.

β) 

Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η δασμολογητέα αξία καθορίζεται βάσει της συναλλακτικής αξίας ομοειδών εμπορευμάτων που πωλούνται στο ίδιο εμπορικό επίπεδο και στην ίδια ουσιαστικώς ποσότητα με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα. Ελλείψει τέτοιων πωλήσεων, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η συναλλακτική αξία ομοειδών εμπορευμάτων που πωλούνται σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο ή/και σε διαφορετική ποσότητα, προσαρμοζόμενη ώστε να ληφθούν υπόψη διαφορές που είναι δυνατό να οφείλονται στο εμπορικό επίπεδο ή/και στην ποσότητα, υπό την προϋπόθεση ότι οι προσαρμογές αυτές, ανεξάρτητα από το αν καταλήγουν σε αύξηση ή σε μείωση της αξίας, είναι δυνατό να βασίζονται σε προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν σαφώς ότι οι προσαρμογές είναι εύλογες και ακριβείς.

2.  
Όταν τα έξοδα που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 περιλαμβάνονται στη συναλλακτική αξία, η αξία αυτή προσαρμόζεται για να ληφθούν υπόψη σημαντικές διαφορές που είναι δυνατό να υπάρχουν μεταξύ των εξόδων που αφορούν, αφενός, τα εισαγόμενα εμπορεύματα και, αφετέρου, τα ομοειδή μ' αυτά, συνεπεία διαφορών στις αποστάσεις και στους τρόπους μεταφοράς.
3.  
Αν, κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, διαπιστωθούν περισσότερες από μία συναλλακτικές αξίες ομοειδών εμπορευμάτων, λαμβάνεται υπόψη η κατώτερη συναλλακτική αξία για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας των εισαγόμενων εμπορευμάτων.

Άρθρο 4

Αν η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων δεν μπορεί να καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1, 2 και 3, η δασμολογητέα αξία καθορίζεται κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5 ή, όταν η δασμολογητέα αξία δεν μπορεί να καθοριστεί κατ' εφαρμογή του άρθρου αυτού, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6· ωστόσο, κατόπιν αιτήσεως του εισαγωγέα, η σειρά εφαρμογής των άρθρων 5 και 6 αντιστρέφεται.

Άρθρο 5

1.  
α) 

Αν τα εισαγόμενα εμπορεύματα ή πανομοιότυπα ή ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα πωλούνται στη χώρα εισαγωγής στην κατάσταση που εισήχθησαν, η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων, η οποία καθορίζεται κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου, βασίζεται στην τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στις πωλήσεις των εισαγόμενων εμπορευμάτων ή πανομοιότυπων ή ομοειδών εισαγόμενων εμπορευμάτων, οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα και γίνονται προς πρόσωπα που δεν συνδέονται με τους πωλητές, κατά τη χρονική στιγμή ή περίπου κατά τη χρονική στιγμή εισαγωγής των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, με την επιφύλαξη της αφαίρεσης των παρακάτω στοιχείων:

i) 

των συνήθως καταβαλλόμενων ή συμφωνούμενων προμηθειών ή περιθωρίων που ισχύουν γενικά για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα για πωλήσεις στη χώρα αυτή εισαγόμενων εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους·

ii) 

των συνήθων εξόδων μεταφοράς και ασφάλισης, καθώς και των συναφών εξόδων που γίνονται στη χώρα εισαγωγής·

iii) 

κατά περίπτωση, εξόδων που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2· και

iv) 

των δασμών και λοιπών εθνικών φορολογικών επιβαρύνσεων που καταβάλλονται στη χώρα εισαγωγής λόγω της εισαγωγής ή της πώλησης των εμπορευμάτων.

β) 

Αν ούτε τα εισαγόμενα εμπορεύματα, ούτε πανομοιότυπα ή ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα πωλούνται κατά τη χρονική στιγμή ή περίπου κατά τη χρονική στιγμή εισαγωγής των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, η δασμολογητέα αξία βασίζεται, με την επιφύλαξη κατά τα λοιπά της παραγράφου 1 στοιχείο α), στην τιμή μονάδας, στην οποία πωλούνται τα εισαγόμενα εμπορεύματα ή πανομοιότυπα ή ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα στη χώρα εισαγωγής στην κατάσταση που εισήχθησαν κατά την πιο πρόσφατη, μετά την εισαγωγή των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, ημερομηνία, οπωσδήποτε όμως εντός 90 ημερών από την εισαγωγή αυτή.

2.  
Αν ούτε τα εισαγόμενα εμπορεύματα, ούτε πανομοιότυπα ή ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα πωλούνται στη χώρα εισαγωγής, στην κατάσταση που εισήχθησαν, η δασμολογητέα αξία βασίζεται, κατόπιν αιτήσεως του εισαγωγέα, στην τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στις πωλήσεις εισαγόμενων εμπορευμάτων, οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα και γίνονται, κατόπιν περαιτέρω επεξεργασίας, προς πρόσωπα, στη χώρα εισαγωγής, που δεν συνδέονται με τους πωλητές, αφού ληφθεί δεόντως υπόψη η αξία που προστίθεται λόγω της επεξεργασίας και οι αφαιρέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α).

Άρθρο 6

1.  

Η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων που καθορίζεται κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου βασίζεται σε υπολογιζόμενη αξία. Η υπολογιζόμενη αξία ισούται προς το άθροισμα:

α) 

του κόστους ή της αξίας των υλών και των εργασιών κατασκευής ή άλλων εργασιών που υπεισέρχονται στην παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων·

β) 

ενός ποσού για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα ίσου προς το ποσό που υπεισέρχεται γενικά στις πωλήσεις εμπορευμάτων της ίδιας φύσης ή του ίδιου είδους με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, οι οποίες γίνονται από παραγωγούς της χώρας εξαγωγής προς εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής·

γ) 

του κόστους ή της αξίας κάθε άλλης δαπάνης, η οποία πρέπει να ληφθεί υπόψη ανάλογα με την επιλογή ως προς την εκτίμηση, στην οποία προβαίνει κάθε μέλος δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2.

2.  
Κανένα μέλος δεν μπορεί να απαιτεί ή να υποχρεώνει ένα πρόσωπο που δεν κατοικεί στο έδαφός του να προσκομίζει προς εξέταση λογιστικά στοιχεία ή άλλα έγγραφα ή νά επιτρέπει την εξέταση λογιστικών στοιχείων ή άλλων εγγράφων, για τον καθορισμό της υπολογιζoμένης αξίας. Εντούτοις, οι πληροφορίες που παρέχονται από τον παραγωγό των εμπορευμάτων για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου είναι δυνατό να επαληθεύονται σε άλλη χώρα από τις αρχές της χώρας εισαγωγής, με τη σύμφωνη γνώμη του παραγωγού και υπό την προϋπόθεση ότι οι αρχές αυτές προειδοποιούν εντός επαρκούς προθεσμίας την κυβέρνηση της εν λόγω χώρας, η κυβέρνηση δε αυτή δεν αντιτίθεται στην έρευνα.

Άρθρο 7

1.  
Αν η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων δεν μπορεί να καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 μέχρι και 6, καθορίζεται με εύλογα μέσα, σύμφωνα με τις αρχές και τις γενικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και του άρθρου VIII της GΑΤΤ του 1994 και βάσει των διαθέσιμων στη χώρα εισαγωγής στοιχείων.
2.  

Η δασμολογητέα αξία που καθορίζεται κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου δεν βασίζεται:

α) 

στην τιμή πώλησης, στη χώρα εισαγωγής, εμπορευμάτων που παράγονται στη χώρα αυτή·

β) 

σε σύστημα που προβλέπει την αποδοχή για δασμολογικούς σκοπούς της υψηλότερης μεταξύ δύο εναλλακτικών αξιών·

γ) 

στην τιμή εμπορευμάτων στην εσωτερική αγορά της χώρας·

δ) 

στο κόστος παραγωγής, διάφορο από τις υπολογιζόμενες αξίες που έχουν καθοριστεί για πανομοιότυπα ή ομοειδή εμπορεύματα σύμφωνα με το άρθρο 6·

ε) 

στην τιμή εμπορευμάτων που πωλούνται προς εξαγωγή με προορισμό άλλη χώρα εκτός από τη χώρα εισαγωγής·

στ) 

σε ελάχιστες δασμολογητέες αξίες· ή

ζ) 

σε αυθαίρετες ή πλασματικές αξίες.

3.  
Κατόπιν αιτήσεώς του, ο εισαγωγέας ενημερώνεται εγγράφως για τη δασμολογητέα αξία που έχει καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και για τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της.

Άρθρο 8

1.  

Για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας κατ' εφαρμογή του άρθρου 1, στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εισαγόμενα εμπορεύματα τιμή προστίθενται:

α) 

τα ακόλουθα στοιχεία, στο μέτρο που βαρύνουν τον αγοραστή αλλά δεν έχουν περιληφθεί στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εμπορεύματα τιμή:

i) 

προμήθειες και έξοδα μεσιτείας, με εξαίρεση τις προμήθειες αγοράς,

ii) 

κόστος των ειδών συσκευασίας, τα οποία από τελωνειακής πλευράς θεωρούνται ότι αποτελούν ένα σύνολο με το εμπόρευμα,

iii) 

κόστος της συσκευασίας, το οποίο περιλαμβάνει τόσο τα εργατικά όσο και τα υλικά·

β) 

η αξία, επιμεριζόμενη με τον κατάλληλο τρόπο, των παρακάτω προϊόντων και υπηρεσιών, εφόσον παρέχονται άμεσα η έμμεσα από τον αγοραστή, αδαπάνως ή με μειωμένο κόστος, και χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή και την πώληση προς εξαγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων, εφόσον η αξία αυτή δεν έχει περιληφθεί στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή:

i) 

ύλες, συστατικά, μέρη και παρόμοια στοιχεία που έχουν ενσωματωθεί στα εισαγόμενα εμπορεύματα,

ii) 

εργαλεία, μήτρες, καλούπια και παρόμοια είδη που χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων,

iii) 

ύλες που έχουν καταναλωθεί κατά την παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων,

iv) 

εργασίες μηχανικής ή μηχανολογίας, μελέτης, τέχνης, σχεδιασμού, σχεδίων και ιχνογραφημάτων οι οποίες γίνονται εκτός της χώρας εισαγωγής και είναι αναγκαίες για την παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων·

γ) 

τα πάσης φύσεως δικαιώματα από παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης σχετικά με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, τα οποία, κατά τους όρους της πώλησης των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, υποχρεούται να καταβάλει ο αγοραστής είτε άμεσα είτε έμμεσα, στο μέτρο που αυτά τα δικαιώματα δεν έχουν περιληφθεί στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή·

δ) 

η αξία κάθε μέρους του προϊόντος μεταγενέστερης μεταπώλησης, μεταβίβασης ή χρησιμοποίησης των εισαγόμενων εμπορευμάτων που περιέρχεται άμεσα ή έμμεσα στον πωλητή.

2.  

Κατά την κατάρτιση της νομοθεσίας του, κάθε μέρος λαμβάνει μέτρα για να περιλάβει στη δασμολογητέα αξία ή για να αποκλείσει από αυτήν εν όλω ή εν μέρει τα εξής στοιχεία:

α) 

τα έξοδα μεταφοράς των εισαγόμενων εμπορευμάτων μέχρι το λιμένα ή τον τόπο εισαγωγής·

β) 

τγα έξοδα φόρτωσης, εκφόρτωσης και εργασιών διαφύλαξης των εμπορευμάτων που είναι συναφή με τη μεταφορά των εισαγόμενων εμπορευμάτων, μέχρι το λιμένα ή τον τόπο εισαγωγής· και

γ) 

το κόστος της ασφάλισης.

3.  
Κάθε στοιχείο που προστίθεται κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή βασίζεται αποκλειστικά σε αντικειμενικά δεδομένα που είναι δυνατό να αποτιμηθούν.
4.  
Για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας, κανένα στοιχείο δεν προστίθεται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή, με εξαίρεση τα στοιχεία που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 9

1.  
Όταν είναι αναγκαία η μετατροπή ενός νομίσματος για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξία, η τιμή συναλλάγματος που χρησιμοποιείται είναι η τιμή η οποία έχει δημοσιευθεί δεόντως από τις αρμόδιες αρχές της ενδιαφερόμενης χώρας εισαγωγής και αντιπροσωπεύει, κατά τρόπο όσο το δυνατό ακριβέστερο, για κάθε περίοδο που καλύπτεται από μια τέτοια δημοσίευση, την τρέχουσα αξία του νομίσματος αυτού στις εμπορικές συναλλαγές, εκφραζόμενη στο νόμισμα της χώρας εισαγωγής.
2.  
Η τιμή μετατροπής που χρησιμοποιείται είναι η ισχύουσα κατά το χρόνο εξαγωγής ή το χρόνο εισαγωγής, ανάλογα με ρύθμιση που προβλέπεται από κάθε μέλος.

Άρθρο 10

Κάθε πληροφορία εμπιστευτικού χαρακτήρα ή η οποία παρέχεται εμπιστευτικά για τον υπολογισμό της δασμολογητέας αξίας χρησιμοποιείται ως αυστηρά εμπιστευτική από τις ενδιαφερόμενες αρχές, οι οποίες δεν την κοινολογούν χωρίς ρητή άδεια του προσώπου ή της κυβέρνησης που την παρέσχε, παρά μόνο στα μέτρο που είναι υποχρεωμένες να πράξουν τούτο στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών.

Άρθρο 11

1.  
Η νομοθεσία κάθε μέρους προβλέπει, για τoν εισαγωγέα ή κάθε άλλο πρόσωπο υπόχρεο προς καταβολή των δασμών, δικαίωμα προσφυγής που δεν επισύρει καμία ποινή και αφορά κάθε καθορισμό της δασμολογητέας αξίας.
2.  
Είναι δυνατό να προβλεφθεί αρχικό δικαίωμα προσφυγής που δεν επισύρει καμία ποινή ενώπιον τελωνειακής υπηρεσίας ή ενώπιον ανεξάρτητου οργάνου, αλλά η νομοθεσία κάθε μέλους υποχρεούται να προβλέπει δικαίωμα προσφυγής που δεν επισύρει καμία ποινή ενώπιον δικαστικής αρχής.
3.  
Η απόφαση που λαμβάνεται όσον αφορά την προσφυγή κοινοποιείται στον προσφεύγοντα και η αιτιολόγηση της απόφασης διατυπώνεται γραπτώς. Ο προσφεύγων ενημερώνεται επίσης για ενδεχόμενο δικαίωμα για μεταγενέστερη προσφυγή.

Άρθρο 12

Οι νόμοι, οι κανονιστικές διατάξεις, οι δικαστικές και οι διοικητικές αποφάσεις γενικής ισχύος με τις οποίες τίθεται σε εφαρμογή η παρούσα συμφωνία δημοσιεύονται από την ενδιαφερόμενη χώρα εισαγωγής σύμφωνα με το άρθρο Χ της GΑΤΤ του 1994.

Άρθρο 13

Αν, Κατά τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας εισαγόμενων εμπορευμάτων, καθίσταται αναγκαία η αναβολή του οριστικού καθορισμού της αξίας αυτής, ο εισαγωγέας μπορεί, παρά ταύτα, να παραλάβει τα εμπορεύματά του από το τελωνείο, υπό τον όρο ότι θα παράσχει, αν του ζητηθεί, επαρκή ασφάλεια με τη μορφή εγγύησης, χρηματικής παρακαταθήκης ή άλλης κατάλληλης μορφής ασφάλειας, η οποία να καλύπτει την οριστική καταβολή των δασμών που είναι δυνατό να οφείλονται τελικά για τα εμπορεύματα. Η νομοθεσία κάθε μέλους προβλέπει διατάξεις που εφαρμόζονται στις περιπτώσεις αυτές.

Άρθρο 14

Οι σημειώσεις που παρατίθενται στο παράρτημα I της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής και τα άρθρα της παρούσας συμφωνίας πρέπει να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες σημειώσεις. Τα παραρτήματα II και III αποτελούν επίσης αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 15

1.  

Στην παρούσα συμφωνία:

α) 

ως «δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων» νοείται η αξία των εμπορευμάτων που καθορίζεται με σκοπό την είσπραξη δασμών κατ' αξία για τα εισαγόμενα εμπορεύματα·

β) 

ως «χώρα εισαγωγής» νοείται η χώρα ή το τελωνειακό έδαφος εισαγωγής·

γ) 

ως «παραγόμενα» νοούνται επίσης καλλιεργούμενα, κατασκευαζόμενα και εξορυσσόμενα.

2.  

Στην παρούσα σημφωνία:

α) 

ως «πανομοιότυπα εμπορεύματα» νοούνται εμπορεύματα τα οποία είναι όμοια από κάθε άποψη, περιλαμβανομένων και των φυσικών χαρακτηριστικών, της ποιότητας και της φήμης. Δευτερεύουσες διαφορές δεν παρακωλύουν το χαρακτηρισμό των εμπορευμάτων, που είναι κατά τα λοιπά σύμφωνα με τον ορισμό, ως πανομοιότυπων·

β) 

ως «ομοειδή εμπορεύματα» νοούνται εμπορεύματα τα οποία, χωρίς να είναι όμοια από κάθε άποψη, παρουσιάζουν παρόμοια χαρακτηριστικά και αποτελούνται από παρόμοιες ύλες, πράγμα που τους επιτρέπει να επιτελούν τις ίδιες λειτουργίες και να είναι δυνατό να εναλλάσσονται από εμπορικής πλευράς. Η ποιότητα των εμπορευμάτων, η φήμη τους και η ύπαρξη βιομηχανικού ή εμπορικού σήματος περιλαμβάνονται στα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για να καθοριστεί αν τα εμπορεύματα είναι ομοειδή·

γ) 

οι εκφράσεις «πανομοιότυπα εμπορεύματα» και «ομοειδή εμπορεύματα» δεν εφαρμόζονται στα εμπορεύματα που ενσωματώνουν ή περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, εργασίες μηχανικής ή μηχανολογίας, μελέτης, τέχνης ή σχεδιασμού ή σχέδια και ιχνογραφήματα, για τα οποία δεν έχει γίνει καμία προσαρμογή κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) περίπτωση iv) λόγω του ότι οι εργασίες αυτές πραγματοποιήθηκαν στη χώρα εισαγωγής·

δ) 

εμπορεύματα θεωρούνται ως «πανομοιότυπα εμπορεύματα» ή «ομοειδή εμπορεύματα» μόνο αν έχουν παραχθεί στην ίδια χώρα με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα·

ε) 

εμπορεύματα παραγόμενα από διαφορετικό πρόσωπο λαμβάνονται υπόψη μόνο αν δεν υπάρχουν, κατά περίπτωση, πανομοιότυπα ή ομοειδή εμπορεύματα παραγόμενα από το ίδιο πρόσωπο με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα.

3.  
Στην παρούσα συμφωνία, ως «εμπορεύματα της αυτής φύσης ή του αυτού είδους» νοούνται τα εμπορεύματα που κατατάσσονται σε μια ομάδα ή μια σειρά εμπορευμάτων, τα οποία παράγονται από ένα ειδικό τομέα ενός κλάδου παραγωγής και περιλαμβάνουν τα πανομοιότυπα ή ομοειδή εμπορεύματα.
4.  

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, πρόσω πα θεωρούνται ως συνδεόμενα μεταξύ τους, μόνον αν:

α) 

το ένα μετέχει στη διεύθυνση ή στο διοικητικό συμβούλιο της επιχείρησης του άλλου και αντιστρόφως·

β) 

έχουν από νομική άποψη την ιδιότητα των εταίρων·

γ) 

το ένα είναι εργοδότης του άλλου·

δ) 

ένα οποιοδήποτε πρόσωπο έχει στην κυριότητά του, ελέγχει ή κατέχει άμεσα ή έμμεσα το 5 % ή περισσότερο των μετοχών ή μεριδίων με δικαίωμα ψήφου, του ενός και του άλλου·

ε) 

το ένα από αυτά ελέγχει το άλλο άμεσα ή έμμεσα·

στ) 

και τα δύο ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από ένα τρίτο πρόσωπο·

ζ) 

και τα δύο μαζί ελέγχουν άμεσα ή εμμεσα ένα τρίτο πρόσωπο· ή

η) 

είναι μέλη της ίδιας οικογένειας.

5.  
Τα πρόσωπα που συνδέονται οικονομικά μεταξύ τους λόγω του ότι το ένα είναι ο αποκλειστικός αντιπρόσωπος, διανομεύς ή κατ' αποκλειστικότητα εμπορευόμενος του άλλου, ανεξάρτητα από το πώς κατονομάζεται το άλλο τούτο πρόσωπο, θεωρούνται ως συνδεόμενα μόνο αν εμπίπτουν σε ένα από τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 4.

Άρθρο 16

Μετά από έγγραφη αίτηση, ο εισαγωγέας έχει το δικαίωμα να ζητήσει από την τελωνειακή υπηρεσία της χώρας εισαγωγής έγγραφες διευκρινίσεις για τον τρόπο καθορισμού της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων που εισήγαγε.

Άρθρο 17

Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν θεωρείται ότι περιορίζει ή θέτει υπό αμφισβήτηση το δικαίωμα τελωνειακής υπηρεσίας να βεβαιωθεί για το αληθές ή το ακριβές κάθε βεβαίωσης, εγγράφου ή δήλωσης που υποβάλλεται για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας.



ΜΕΡΟΣ II

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ, ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 18

Όργανα

1.  
Δημιουργείται Επιτροπή Δασμολογητέας Αξίας (καλούμενη «η επιτροπή»), η οποία αποτελείται από εκπροσώπους καθενός από τα μέλη. Η επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της και συνέρχεται κανονικά μία φορά κατ' έτος ή όπως ορίζεται στις αντίστοιχες διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, ώστε να παρέχει στα μέλη τη δυνατότητα διεξαγωγής διαβουλεύσεων στα θέματα που αφορούν τη διαχείριση από κάθε μέλος του συστήματος καθορισμού της δασμολογητέας αξίας, στο μέτρο που η διαχείριση θα ήταν δυνατό να επηρεάσει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας ή την επίτευξη των στόχων της και ασκεί όποιες άλλες αρμοδιότητες της αναθέσουν, ενδεχομένως, τα μέλη. Η γραμματεία της επιτροπής εξυπηρετείται από τη γραμματεία του ΠΟΕ.
2.  
Δημιουργείται Τεχνική Επιτροπή Δασμολογητέας Αξίας (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία «η τεχνική επιτροπή»), που τίθεται υπό την αιγίδα του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας, το οποίο αποκαλείται στην παρούσα συμφωνία «ΣΤΣ», η οποία ασκεί τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο παράρτημα II της παρούσας συμφωνίας και λειτουργεί σύμφωνα με τους διαδικαστικούς κανόνες που προβλέπονται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 19

Διαβουλεύσεις και επίλυση των διαφορών

1.  
Με εξαίρεση την περίπτωση που προβλέπεται κάτι διαφορετικό στην παρούσα συμφωνία, η συμφωνία για την επίλυση των διαφορών εφαρμόζεται στις διαβουλεύσεις και την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν από την παρούσα συμφωνία.
2.  
Σε περίπτωση που ένα μέλος θεωρεί ότι ένα πλεονέκτημα που προκύπτει γι' αυτό άμεσα ή έμμεσα από την παρούσα συμφωνία αναιρείται εν όλω ή εν μέρει, ή ότι κινδυνεύει η πραγματοποίηση ενός από τους στόχους της εν λόγω συμφωνίας, λόγω ενεργειών ενός ή περισσοτέρων μελών, δύναται, με σκοπό την επίτευξη αμοιβαίως ικανοποιητικής λύσης του θέματος, να ζητήσει τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων με το ή τα εν λόγω μέλη. Κάθε μέλος εξετάζει με κατανόηση κάθε αίτηση διαβουλεύσεων ενός άλλου μέλους.
3.  
Η τεχνική επιτροπή παρέχει, κατόπιν αιτήσεως, συμβουλές και βοήθεια στα μέλη που διεξάγουν διαβουλεύσεις.
4.  
Κατόπιν αιτήσεως κάποιου διαδίκου ή με δική της πρωτοβουλία η ειδική ομάδα (πάνελ), που συνιστάται για να εξετάσει κάποια διαφορά όσον αφορά τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, μπορεί να ζητήσει από την τεχνική επιτροπή να εξετάσει τα θέματα που απαιτούν τεχνικές γνώσεις. Η ειδική ομάδα καθορίζει τις αρμοδιότητες της τεχνικής επιτροπής, όσον αφορά τη συγκεκριμένη διαφορά και τάσσει προθεσμία για την υποβολή της έκθεσης της τεχνικής επιτροπής, την οποία λαμβάνει δεόντως υπόψη. Σε περίπτωση που η τεχνική επιτροπή δεν είναι σε θέση να επιτύχει συναίνεση επί θέματος που υποβάλλεται σ' αυτή σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η ειδική ομάδα επιτρέπει στους διαδίκους να εκθέσουν ενώπιον της τις απόψεις τους,
5.  
Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που παρέχονται στην ειδική ομάδα δεν κοινολογούνται χωρίς επίσημη σχετική άδεια εκ μέρους του προσώπου, του φορέα ή της αρχής που τις παρέσχε. 'Οταν οι πληροφορίες αυτές ζητούνται από την ειδική ομάδα, ενώ απαγορεύεται η διάδοσή τους από αυτή, παρέχεται μια εμπιστευτική περίληψη αυτών μετά από άδεια του προσώπου, του φορέα ή της αρχής που τις παρέσχε.



ΜΕΡΟΣ III

ΕΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ

Άρθρο 20

1.  
Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που δεν αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου, της 12ης Απριλίου 1979 δύνανται να αναβάλουν την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη από την ημέρα έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς τα εν λόγω μέλη. Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που θα επιλέξουν την αναβολή εφαρμογής της εν λόγω συμφωνίας γνωστοποιούν την απόφασή τους στο γενικό διευθυντή του ΠΟΕ.
2.  
Πέραν των διατάξεων της παραγράφου 1, οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που δεν αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου, της 12ης Απριλίου 1979, δύνανται να αναβάλουν την εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) περίπτωση iii) και του άρθρου 6 για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη από την ημέρα θέσης σε εφαρμογή όλων των άλλων διατάξεων της συμφωνίας. Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη της συμφωνίας που θα επιλέξουν την αναβολή της εφαρμογής των διατάξεων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο γνωστοποιούν την απόφασή τους στο γενικό διευθυντή του ΠΟΕ.
3.  
Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη της παρούσας συμφωνίας παρέχουν τεχνική βοήθεια κατά τρόπο που συμφωνείται από κοινού, στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη οι οποίες ζητούν τη βοήθεια αυτή. Σ' αυτό το πλαίσιο οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη της συμφωνίας καταρτίζουν προγράμματα τεχνικής βοήθειας, τα οποία δύνανται να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την εκπαίδευση του προσωπικού, βοήθεια για την κατάρτιση των μέτρων εφαρμογής, πρόσβαση σε πληροφοριακές πηγές σχετικά με τις μεθόδους στο θέμα καθορισμού της δασμολογητέας αξίας και συμβουλές στο θέμα εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.



ΜΕΡΟΣ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 21

Επιφυλάξεις

Δεν επιτρέπεται να διατυπωθούν επιφυλάξεις για τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας χωρίς τη συναίνεση των λοιπών μελών.

Άρθρο 22

Εθνική νομοθεσία

1.  
Κάθε μέλος εξασφαλίζει, το αργότερο μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος ως προς αυτό της παρούσας συμφωνίας, ότι οι νόμοι, οι κανονιστικές διατάξεις και οι διοικητικές διαδικασίες του συμφωνούν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Κάθε μέλος ενημερώνει την επιτροπή για κάθε τροποποίηση των νόμων και των κανονιστικών διατάξεών του σε σχέση με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, καθώς και για την εφαρμογή αυτών των νόμων και κανονιστικών διατάξεων.

Άρθρο 23

Επανεξέταση

Η επιτροπή προβαίνει κατ' έτος σε επανεξέταση της λειτουργίας και της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της. Η επιτροπή ενημερώνει κατ' έτος το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών για τα γεγονότα που μεσολάβησαν κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου που καλύπτει η εξέταση αυτή.

Άρθρο 24

Γραμματεία

Η γραμματεία της παρούσας συμφωνίας εξασφαλίζεται από τη γραμματεία του ΠΟΕ, εκτός ως προς ό,τι αφορά τις αρμοδιότητες που ανατίθενται ειδικά στην τεχνική επιτροπή, της οποίας η γραμματεία εξασφαλίζεται από τη γραμματεία του ΣΤΣ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Γενική σημείωση

Διαδοχική εφαρμογή των μεθόδων εκτίμησης

1. Τα άρθρα 1 μέχρι και 7 ορίζουν τον τρόπο, κατά τον οποίο πρέπει να καθορίζεται η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας. Οι μέθοδοι εκτίμησης αναφέρονται κατά τη σειρά εφαρμογής τους. Η πρώτη μέθοδος για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας ορίζεται στο άρθρο 1 και τα εισαγόμενα εμπορεύματα πρέπει να εκτιμώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού όποτε πληρούνται οι προβλεπόμενες προϋποθέσεις.

2. Όταν η δασμολογητέα αξία δεν μπορεί να καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1, συντρέχει περίπτωση εφαρμογής διαδοχικά των επόμενων άρθρων, μέχρι το πρώτο μεταξύ αυτών άρθρο που θα καταστήσει δυνατό τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 4, μόνο όταν η δασμολογητέα αυτή αξία δεν μπορεί να καθοριστεί κατ' εφαρμογή ενός ορισμένου άρθρου, επιτρέπεται η εφαρμογή των διατάξεων του αμέσως επομένου άρθρου κατά τη σειρά εφαρμογής.

3. Σε περίπτωση που ο εισαγωγέας δεν ζητεί αντιστροφή της σειράς των άρθρων 5 και 6, πρέπει να τηρείται η κανονική σειρά εφαρμογής. Αν διατυπωθεί τέτοιo αίτημα, αλλά αποδεικνύεται στη συνέχεια αδύνατος ο καθορισμός της δασμολογητέας αξίας κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6, η δασμολογητέα αξία πρέπει να καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5 αν τούτο είναι δυνατό.

4. Αν η δασμολογητέα αξία δεν μπορεί να καθοριστεί κατ' εφαρμογή κανενός από τα άρθρα 1 μέχρι και 6, πρέπει να καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7.

Εφαρμογή γενικά αποδεκτών λογιστικών αρχών

1. Οι «γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές» είναι εκείνες για τις οποίες, σε μια χώρα και σε μια δεδομένη στιγμή, υφίσταται αναγνωρισμένη συναίνεση ή σημαντική υποστήριξη από έγκυρες πηγές και βάσει των οποίων καθορίζεται ποιοι οικονομικοί πόροι και υποχρεώσεις θα καταχωρίζονται ως ενεργητικό και παθητικό, ποιες μεταβολές του παθητικού και του ενεργητικού πρέπει να καταχωρίζονται, πώς πρέπει να γίνεται η μέτρηση του ενεργητικού και του παθητικού, καθώς και των επερχόμενων μεταβολών, ποιες πληροφορίες πρέπει να ανακοινώνονται και με ποιον τρόπο, και ποια δημοσιονομικά δελτία πρέπει να συντάσσονται. Οι κανόνες αυτοί είναι δυνατό να αποτελούν ευρείες κατευθυντήριες αρχές γενικής εφαρμογής, καθώς και λεπτομερείς πρακτικές και διαδικασίες.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας η τελωνειακή υπηρεσία κάθε μέλους χρησιμοποιεί πληροφορίες που διαμορφώνονται κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές στην αντίστοιχη χώρα ενόψει του οικείου άρθρου. Παραδείγματος χάρη, τα συνήθη κέρδη και γενικά έξοδα, κατά την έννοια των διατάξεων τοιυ άρθρου 5, καθορίζονται βάσει πληροφοριών που διαμορφώνονται κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές στη χώρα εισαγωγής. Αντίθετα, τα συνήθη κέρδη και γενικά έξοδα, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 6, καθορίζονται βάσει πληροφοριών που διαμορφώνονται κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές στη χώρα παραγωγής. Άλλο παράδειγμα: ο προσδιορισμός ενός στοιχείου αναφερομένου στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) περίπτωση ii), ο οποίος πραγματοποιείται στη χώρα εισαγωγής γίνεται βάσει πληροφοριών που χρησιμοποιούνται κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές στη χώρα αυτή.

Σημείωση για το άρθρο 1

Πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή

1. Η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή είναι η συνολική πληρωμή που έγινε ή πρόκειται να γίνει από τον αγοραστή προς τον πωλητή, ή υπέρ του πωλητή, για τα εισαγόμενα εμπορεύματα. Η πληρωμή δεν είναι αναγκαίο να γίνεται σε χρήμα. Είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί με πιστωτικούς τίτλους ή αξιόγραφα. Μπορεί να πραγματοποιηθεί άμεσα ή έμμεσα. Ένα παράδειγμα έμμεσης πληρωμής είναι η ολική ή μερική εξόφληση από τον αγοραστή ενός χρέους του πωλητή.

2. Οι δραστηριότητες τις οποίες αναλαμβάνει ο αγοραστής για δικό του λογαριασμό, εκτός από τις δραστηριότητες για τις οποίες προβλέπεται προσαρμογή στο άρθρο 8, δεν θεωρούνται ως έμμεση πληρωμή στον πωλητή, έστω και αν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι ο πωλητής επωφελείται από αυτές. Από αυτό προκύπτει ότι για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας το κόστος των δραστηριοτήτων αυτών δεν προστίθεται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή.

3. Η δασμολογητέα αξία δεν περιλαμβάνει τα έξοδα ή τις επιβαρύνσεις που αναφέρονται κατωτέρω, υπό τον όρο ότι διακρίνονται από την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εισαγόμενα εμπορεύματα τιμή:

α) 

έξοδα σχετικά με εργασίες κατασκευής, εγκατάστασης, συναρμολόγησης, συντήρησης ή τεχνικής βοήθειας, οι οποίες πραγματοποιούνται μετά την εισαγωγή όσον αφορά τα εισαγόμενα εμπορεύματα, όπως εγκαταστάσεις, μηχανές ή εξοπλισμός·

β) 

κόστος μεταφοράς μετά την εισαγωγή·

γ) 

δασμοί και φορολογικές επιβαρύνσεις της χώρας εισαγωγής.

4. Η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή νοείται ως η τιμή των εισαγόμενων εμπορευμάτων. Έτσι, η μεταφορά από τον αγοραστή στον πωλητή μερισμάτων και άλλες πληρωμές που δεν αφορούν τα εισαγόμενα εμπορεύματα δεν αποτελούν μέρος της δασμολογητέας αξίας.

Παράγραφος 1 στοιχείο α) περίπτωση iii)

Μεταξύ των περιορισμών που δεν καθιστούν απαράδεκτη μια πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή περιλαμβάνονται και οι περιορισμοί που δεν επηρεάζουν ουσιωδώς την αξία των εμπορευμάτων. Τούτο μπορεί να συμβεί, παραδείγματος χάρη, όταν ένας πωλητής ζητεί από ένα αγοραστή αυτοκινήτων να μη τα μεταπωλήσει ή να μη τα εκθέσει πριν από ορισμένη ημερομηνία, η οποία χαρακτηρίζει την έναρξη του έτους για τα αντίστοιχα μοντέλα αυτοκινήτων.

Παράγραφος 1 στοιχείο β)

1. Αν η πώληση ή η τιμή εξαρτώνται από όρους ή παρυχρς των οποίων η αξία, στην περίπτωση των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, δεν είναι δυνατό να κα6υα, η συναλλακτική αξία δεν γίνεται αποδεκτή για δασμολογικούς σκοπούς. Είναι δυνατό να πρόκειται, παραδείγματος χάρη, για τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) 

ο πωλητής καθορίζει την τιμή των εισαγόμενων εμπορευμάτων σε συνάρτηση με τον όρο ότι ο αγοραστής θα αγοράσει και άλλα εμπορεύματα σε ορισμένες ποσότητες·

β) 

η τιμή των εισαγόμενων εμπορευμάτων εξαρτάται από την ή τις τιμές, στις οποίες ο αγοραστής των εισαγόμενων εμπορευμάτων πωλεί άλλα εμπορεύματα στον πωλητή των εν λόγω εισαγόμενων εμπορευμάτων·

γ) 

η τιμή καθορίζεται βάσει ενός τροίπου πληρωμής που δεν έχει σχέση με τα εισαγόμενα εμπορεύματα: παραδείγματος χάρη, όταν τα εισαγόμενα εμπορεύματα είναι ημιτελή προϊόντα, τα οποία διατίθενται από τον πωλητή υπό τον όρο ότι θα δεχθεί ορισμένη ποσότητα ετοίμων προϊόντων.

2. Ωστόσο, όροι ή παροχές σχετικά με την παραγωγή ή την εμπορία των εισαγόμενων εμπορευμάτων δεν έχουν σαν αποτέλεσμα την απόρριψη της συναλλακτικής αξίας. Παραδείγματος χάρη, το γεγονός ότι ο αγοραστής παρέχει στον πωλητή εργασίες μηχανικής ή μηχανολογίας ή σχέδια εκτελούμενα στη χώρα εισαγωγής δεν έχει σαν αποτέλεσμα την απόρριψη της συναλλακτικής αξίας για την εφαρμογή του άρθρου 1. Ομοίως, αν ο αγοραστής αναλαμβάνει για δικό του λογαριασμό, έστω και στο πλαίσιο συμφωνίας με τον πωλητή, δραστηριότητες που αφορούν την εμπορία των εισαγόμενων εμπορευμάτων, η αξία των δραστηριοτήτων αυτών δεν αποτελεί μέρος της δασμολογητέας αξίας και οι εν λόγω δραστηριότητες δεν έχουν σαν αποτέλεσμα την απόρριψη της συναλλακτικής αξίας.

Παράγραφος 2

1. Η παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) προβλέπει διάφορα μέσα για να προσδιορίζεται αν μια συναλλακτική αξία μπορεί να γίνει αποδεκτή.

2. Η παράγραφος 2 στοιχείο α) προβλέπει ότι, όταν ο αγοραστής και ο πωλητής συνδέονται μεταξύ τους, εξετάζονται οι περιστάσεις περί την πώληση και η συναλλακτική αξία γίνεται δεκτή ως δασμολογητέα αξία, εφόσον οι σχέσεις αυτές δεν έχουν επηρεάσει την τιμή. Τούτο δεν σημαίνει ότι οι περιστάσεις της πώλησης απαιτείται να εξετάζονται κάθε φορά που ο αγοραστής και ο πωλητής συνδέονται μεταξύ τους. Η εξέταση αυτή απαιτείται μόνο όταν υπάρχει αμφιβολία ως προς το αν πρέπει να γίνει αποδεκτή η τιμή. Όταν η τελωνειακή υπηρεσία δεν έχει καμία αμφιβολία ότι η τιμή πρέπει να γίνει αποδεκτή, η τιμή αυτή πρέπει να γίνει αποδεκτή χωρίς υποχρέωση για τον εισαγωγέα παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών. Παραδείγματος χάρη, η τελωνειακή υπηρεσία είναι δυνατό να έχει εξετάσει προγενέστερα το ζήτημα των σχέσεων ή να κατέχει ήδη λεπτομερείς πληροφορίες ως προς τον αγοραστή και τον πωλητή και να έχει ήδη πειστεί, βάσει της εξέτασης αυτής ή των πληροφοριών αυτών, ότι οι σχέσεις δεν έχουν επηρεάσει την τιμή.

3. Όταν η τελωνειακή υπηρεσία δεν είναι σε θέση να αποδεχθεί τη συναλλακτική αξία χωρίς συμπληρωματική έρευνα, πρέπει να δίδει στον εισαγωγέα τη δυνατότητα παροχής όλων των άλλων λεπτομερών πληροφοριών που θα ήταν δυνατό να χρειασθούν προκειμένου να καταστεί δυνατή η εξέταση των περιστάσεων της πώλησης. Από την άποψη αυτή, η τελωνειακή υπηρεσία πρέπει να είναι έτοιμη να εξετάσει τις κρίσιμες όψεις της συναλλαγής, περιλαμβανομένου και του τρόπου, κατά τον οποίο ο αγοραστής και ο πωλητής οργανώνουν τις εμπορικές τους σχέσεις και του τρόπου κατά τον οποίο καθορίστηκε η εν λόγω τιμή, με σκοπό να προσδιορίσει αν οι σχέσεις έχουν επηρεάσει την τιμή. Αν είναι δυνατό να αποδειχθεί ότι ο αγοραστής και ο πωλητής, αν και συνδεόμενοι κατά την έννοια του άρθρου 15, αγοράζουν και πωλούν ο ένας στον άλλον σαν να μην είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους, αποδεικνύει ότι οι σχέσεις δεν έχουν επηρεάσει την τιμή. Παραδείγματος χάρη, αν η τιμή διαμορφωθεί κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις κανονικές πρακτικές καθορισμού των τιμών στον εν λόγω κλάδο παραγωγής ή με τον τρόπο κατά τον οποίο ο πωλητής διαμορφώνει τις τιμές του για πωλήσεις προς αγοραστές που δεν συνδέονται μ' αυτόν, τούτο αποδεικνύει ότι οι σχέσεις δεν έχουν επηρεάσει την τιμή. Ομοίως, εφόσον αποδειχθεί ότι η τιμή επαρκεί για την κάλυψη όλων των εξόδων και για την εξασφάλιση κέρδους αντιπροσωπευτικού του συνολικού κέρδους το οποίο πραγματοποιεί η επιχείρηση κατά τη διάρκεια αντιπροσωπευτικής περιόδου (παραδείγματος χάρη σε ετήσια βάση) για πωλήσεις εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους, αποδεικνύεται ότι δεν έχει επηρεαστεί η τιμή.

4. Η παράγραφος 2 στοιχείο β) προβλέπει ότι ο εισαγωγέας έχει τη δυνατότητα να αποδείξει ότι η συναλλακτική αξία προσεγγίζει πολύ μια αξία «κριτήριο», την οποία έχει αποδεχθεί προγενέστερα η τελωνειακή υπηρεσία, και ότι, κατά συνέπεια, είναι αποδεκτή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1. Όταν πληρούται ένα από τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) δεν είναι αναγκαίο να εξεταστεί το ζήτημα της επιρροής που προβλέπεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α). Αν η τελωνειακή υπηρεσία κατέχει ήδη επαρκείς πληροφορίες ώστε να έχει πειστεί, χωρίς λεπτομερέστερες έρευνες, ότι πληρούται ένα από τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β), δεν υπάρχει λόγος να απαιτήσει από τον εισαγωγέα ν' αποδείξει ότι πληρούται το κριτήριο αυτό. Στην παράγραφο 2 στοιχείο β), η έκφραση «αγοραστές μη συνδεόμενοι» σημαίνει αγοραστές που δεν συνδέονται με τον πωλητή σε καμία ειδική περίπτωση.

Παράγραφος 2 στοιχείο β)

Πρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένα στοιχεία για να καθοριστεί αν μια αξία «προσεγγίζει πολύ» μια άλλη αξία. Τέτοια στοιχεία είναι ιδίως η φύση των εισαγόμενων εμπορευμάτων, η φύση του οικείου κλάδου παραγωγής, η εποχή κατά τη διάρκεια της οποίας εισάγονται τα εμπορεύματα και αν η διαφορά αξίας είναι εμπορικώς σημαντική. Επειδή τα στοιχεία αυτά είναι δυνατό να ποικίλλουν από τη μια περίπτωση στην άλλη, θα ήταν αδύνατο να εφαρμοστεί σε όλες τις περιπτώσεις ένας ομοιόμορφος κανόνας, όπως ο κανόνας ενός σταθερού ποσοστού. Παραδείγματος χάρη, για να προσδιοριστεί αν η συναλλακτική αξία προσεγγίζει πολύ τις αξίες «κριτήρια» που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β), μια μικρή διαφορά αξίας θα ήταν δυνατό να είναι απαράδεκτη σε περίπτωση ορισμένου τύπου εμπορευμάτων, ενώ μια σημαντική διαφορά θα ήταν ίσως δυνατό να γίνει αποδεκτή σε περίπτωση άλλου τύπου εμπορευμάτων.

Σημείωση για το άρθρο 2

1. Κατά την εφαρμογή του άρθρου 2, η τελωνειακή υπηρεσία αναφέρεται, όποτε είναι δυνατό, σε πώληση πανομοιότυπων εμπορευμάτων, η οποία πραγματοποιείται στο ίδιο εμπορικό επίπεδο και αφορά την ίδια ουσιαστικώς ποιότητα με την πώληση των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων. Ελλείψει τέτοιων πωλήσεων, είναι δυνατό να γίνει αναφορά σε πώληση πανομοιότυπων εμπορευμάτων, η οποία πραγματοποιείται σε μια από τις ακόλουθες τρεις περιπτώσεις:

α) 

πώληση στο ίδιο εμπορικό επίπεδο, αλλά που αφορά διαφορετική ποσότητα·

β) 

πώληση σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο, αλλά που αφορά την ίδια ουσιαστικώς ποσότητα ή

γ) 

πώληση σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο, που αφορά διαφορετική ποσότητα.

2. Αν διαπιστώθηκε πώληση σε οποιαδήποτε από τις τρεις αυτές περιπτώσεις, γίνονται προσαρμογές για να ληφθεί υπόψη, κατά περίπτωση:

α) 

αποκλειστικά ο παράγοντας ποσότητα·

β) 

αποκλειστικά ο παράγοντας εμπορικό επίπεδο· ή

γ) 

ταυτόχρονα ο παράγοντας εμπορικό επίπεδο και ο παράγοντας ποσότητα.

3. Η έκφραση «ή/και» παρέχει την ευχέρεια αναφοράς σε πωλήσεις και διενέργειας των αναγκαίων προσαρμογών σε οποιαδήποτε από τις τρεις περιπτώσεις που περιγράφονται παρακάτω.

4. Για την εφαρμογή του άρθρου 2, η συναλλακτική αξία πανομξοιότυπων εισαγόμενων εμπορευμάτων νοείται ως η δασμολογητέα αξία, προσαρμοζόμενη σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 στοιχείο β) και 2, η οποία έχει γίνει ήδη αποδεκτή δυνάμει του άρθρου 1.

5. Προϋπόθεση κάθε προσαρμογής που πραγματοποιείται λόγω διαφορών εμπορικού επιπέδου ή ποσότητας είναι ότι η προσαρογή αυτή, ανεξάρτητα από το αν συνεπάγεται την αύξηση ή τη μείωση της αξίας, γίνεται μόνο βάσει προσκομιζόμενων αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία αποδεικνύουν σαφώς ότι η προσαρμογή είναι εύλογη και ακριβής, παραδείγματος χάρη, γίνεται με βάση ισχύοντες τιμοκαταλόγους, στους οποίους περιλαμβάνονται τιμές που αφορούν διαφορετικά επίπεδα ή διαφορετικές ποσότητες. Παραδείγματος χάρη, αν τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα αποτελούν μια αποστολή δέκα μονάδων, ενώ τα μόνα πανομοιότυπα εισαχθέντα εμπορεύματα, για τα οποία υπάρχει συναλλακτική αξία, πωλήθηκαν σε ποσότητες των 500 μονάδων, αναγνωρίζεται δε ότι ο πωλητής χορηγεί εκπτώσεις λόγω ποσότητας, η αναγκαία προσαρμογή είναι δυνατό να γίνει με αναφορά στον τιμοκατάλογο του πωλητή και με χρήση της τιμής που ισχύει για πώληση δέκα μονάδων. Δεν είναι απαραίτητη, για το σκοπό αυτό, η ύπαρξη πώλησης δέκα μονάδων, εφόσον αποδεικνύεται, από πωλήσεις που αφορούν διαφορετικές ποσότητες, ότι ο τιμοκατάλογος είναι ειλικρινής. Ελλείψει πάντως τέτοιου αντικειμενικού κριτηρίου, δεν μπορεί να καθοριστεί η δασμολογητέα αξία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2.

Σημείωση για το άρθρο 3

1. Κατά την εφαρμογή του άρθρου 3, η τελωνειακή υπηρεσία αναφέρεται, όποτε είναι τούτο δυνατό, σε πώληση ομοειδών εμπορευμάτων, η οποία πραγματοποιείται στο ίδιο εμπορικό επίπεδο και αφορά την ίδια ουσιαστικώς ποσότητα με την πώληση των υπό εκτίμηση προϊόντων. Ελλείψει τέτοιων πωλήσεων, είναι δυνατό να γίνει αναφορά σε πώληση ομοειδών εμπορευμάτων, η οποία πραγματοποιείται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες τρεις περιπτώσεις:

α) 

πώληση στο ίδιο εμπορικό επίπεδο, αλλά που αφορά διαφορετική ποσότητα·

β) 

πώληση σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο. αλλά που αφορά την ίδια ουσιαστικώς ποσότητα·

γ) 

πώληση σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο, που αφορά διαφορετική ποσότητα.

2. Αν διαπιστώθηκε πώληση σε οποιαδήποτε από τις τρεις αυτές περιπτώσεις, γίνονται προσαρμογές για να ληφθεί υπόψη, κατά περίπτωση:

α) 

αποκλειστικώς ο παράγοντας ποσότητα·

β) 

αποκλειστικώς ο παράγοντας εμπορικό επίπεδο·

γ) 

ταυτόχρονα ο παράγοντας εμπορικό επίπεδο και ο παράγοντας ποσότητα.

3. Η έκφραση «ή/και» παρέχει την ευχέρεια αναφοράς σε πωλήσεις και διενέργειας των αναγκαίων προσαρμογών σε οποιαδήποτε από τις τρεις περιπτώσεις που περιγράφονται παραπάνω.

4. Για την εφαρμογή του άρθρου 3, η συναλλακτική αξία ομοειδών εισαγόμενων εμπορευμάτων νοείται ως η δασμολογητέα αξία, προσαρμοζόμενη σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 στοιχείο β) και 2, η οποία έχει γίνει ήδη αποδεκτή δυνάμει του άρθρου 1.

5. Προϋπόθεση κάθε προσαρμογής που πραγματοποιείται λόγω διαφορών εμπορικού επιπέδου ή ποσότητας είναι ότι η προσαρμογή αυτή, ανεξάρτητα από το αν συνεπάγεται την αύξηση ή τη μείωση της αξίας, γίνεται μόνο βάσει προσκομιζόμενων αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία αποδεικνύουν σαφώς ότι ή προσαρμογή είναι εύλογη και ακριβής, παραδείγματος χάρη, γίνεται με βάση ισχύοντες τιμοκαταλόγους στους οποίους περιλαμβάνονται τιμές που αφορούν διαφορετικά επίπεδα ή διαφορετικές ποσότητες.

Παραδείγματος χάρη, αν τα υπό εκτίμηση εισαγόμενα εμπορεύματα αποτελούν μια αποστολή δέκα μονάδων, ενώ τα μόνα ομοειδή εισαχθέντα εμπορεύματα, για τα οποία υπάρχει συναλλακτική αξία, πωλήθηκαν σε ποσότητες των 500 μονάδων, αναγνωρίζεται δε ότι ο πωλητής χορηγεί εκπτώσεις λόγω ποσότητας, η αναγκαία προσαρμογή θα είναι δυνατό να γίνει με αναφορά στον τιμοκατάλογο του πωλητή και με χρήση της τιμής που ισχύει για πώληση 10 μονάδων. Δεν είναι απαραίτητη, για το σκοπό αυτό, η ύπαρξη πώλησης δέκα μονάδων, εφόσον αποδεικνύεται, από πωλήσεις που αφορούν διαφορετικές ποσότητες, ότι ο τιμοκατάλογος είναι ειλικρινής. Ελλείψει, πάντως, τέτοιου αντικειμενικού κριτηρίου, δεν μπορεί να καθοριστεί η δασμολογητέα αξία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3.

Σημείωση για το άρθρο 5

1. Ως «τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στις πωλήσεις..., οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα» νοείται η τιμή στην οποία πωλείται ο μεγαλύτερος αριθμός μονάδων επί πωλήσεων προς πρόσωπα που δεν συνδέονται με τα πρόσωπα από τα οποία αγοράζουν τα εν λόγω εμπορεύματα, στο πρώτο μετά την εισαγωγή εμπορικό επίπεδο στο οποίο πραγματοποιούνται οι πωλήσεις αυτές.

2. Παραδείγματος χάρη: εμπορεύματα πωλούνται βάσει τιμοκαταλόγου, ο οποίος περιλαμβάνει ευνοϊκές τιμές μονάδας για αγορές σχετικά μεγάλων ποσοτήτων.



Ποσότητα κατά πώληση

Τιμή μονάδας

Αριθμός πωλήσεων

Συνολική ποσότητα πωλουμενη σε καθε τιμή

1 έως 10 μονάδες

100

10 πωλήσεις 5 μονάδων

5 πωλήσεις 3 μονάδων

65

11 έως 25 μονάδες

95

5 πωλήσεις 11 μονάδων

55

πλέον των 25 μονάδων

90

1 πώληση 30 μονάδων

1 πώληση 50 μονάδων

80

Ο μεγαλύτερος αριθμός μονάδων που πωλούνται σε δεδομένη τιμή είναι 80 κατά συνέπεια, η τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στις πωλήσεις οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα είναι 90.

3. Άλλο παράδειγμα: πραγματοποιούνται δύο πωλήσεις. Στην πρώτη, πωλούνται 500 μονάδες με τιμή 95 νομισματικών μονάδων η κάθε μια. Στη δεύτερη, 400 μονάδες πωλούνται με τιμή 90 νομισματικών μονάδων η κάθε μια. Στο παράδειγμα αυτό, ο μεγαλύτερος αριθμός μονάδων που πωλούνται σε δεδομένη τιμή είναι 500 κατά συνέπεια, η τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στην πώληση η οποία αντιπροσωπεύει συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα είναι 95.

4. Τρίτο παράδειγμα: στην ακόλουθη περίπτωση, διάφορες ποσότητες πωλούνται σε διάφορες τιμές:

α) 

Πωλήσεις



Ποσότητα κατά την πώληση

Τιμή μονάδας

40 μονάδες

100

30 μονάδες

90

15 μονάδες

100

50 μονάδες

95

25 μονάδες

105

35 μονάδες

90

5 μονάδες

100

β) 

Συνολικά ποσά



Συνολική πωληθείσα ποσότητα

Τιμή μονάδας

65

90

50

95

60

100

25

105

Στο παράδειγμα αυτό, ο μεγαλύτερος αριθμός μονάδων που πωλούνται σε δεδομένη τιμή είναι 65· κατά συνέπεια, η τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στις πωλήσεις οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα είναι 90.

5. Πώληση που πραγματοποιείται στη χώρα εισαγωγής, Όπως περιγράφεται στην ανωτέρω παράγραφο 1, προς πρόσωπο που παρέχει άμεσα ή έμμεσα και αδαπάνως ή με μειωμένο κόστος οποιοδήποτε από τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β), προκειμένου να χρησιμοποιηθεί τούτο στην παραγωγή και την πώληση προς εξαγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων, δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τον προσδιορισμό της τιμής μονάδας για την εφαρμογή του άρθρου 5.

6. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα «κέρδη και γενικά έξοδα» που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 πρέπει να νοούνται ως ένα σύνολο. Το ποσό που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από την αφαίρεση αυτή θα πρέπει να καθορίζεται βάσει των πληροφοριών που παρέχονται από τον εισαγωγέα ή εξ ονόματός του, εκτός αν τα ποσά του εισαγωγέα δεν συμφωνούν με τα ποσά που αντιστοιχούν κανονικά στις πωλήσεις στη χώρα εισαγωγής εισαγόμενων εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους. Όταν τα ποσά του εισαγωγέα δεν συμφωνούν με τα τελευταία αυτά ποσά, το ποσό που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα μπορεί να βασίζεται σε κατάλληλες πληροφορίες, εκτός από εκείνες οι οποίες έχουν παρασχεθεί από τον εισαγωγέα ή εξ ονόματος του.

7. Τα «γενικά έξοδα» περιλαμβάνουν το άμεσο και έμμεσο κόστος εμπορίας των εν λόγω εμπορευμάτων.

8. Οι τοπικοί φόροι, οι οποίοι καταβάλλονται λόγω της πώλησης των εμπορευμάτων και για τους οποίους δεν γίνεται αφαίρεση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5 παράγραφος 1 στοιχείο α) περίπτωση iv), πρέπει να αφαιρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 1 στοιχείο α) περίπτωση i).

9. Για να προσδιορισθούν οι προμήθειες ή τα συνήθη κέρδη και τα γενικά έξοδα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 1, το ζήτημα αν ορισμένα εμπορεύματα είναι «της αυτής φύσης ή του αυτού είδους» με άλλα εμπορεύματα πρέπει να επιλύεται σε κάθε περίπτωση χωριστά, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων. Θα πρέπει να γίνεται εξέταση των πωλήσεων, στη χώρα εισαγωγής, της πιο περιορισμένης ομάδας ή σειράς εισαγόμενων εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους, στην οποία περιλαμβάνονται και τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, για τα οποία δύνανται να παρασχεθούν οι αναγκαίες πληροφορίες. Για την εφαρμογή του άρθρου 5, τα «εμπορεύματα της αυτής φύσης ή του αυτού είδους» περιλαμβάνουν τα εμπορεύματα που εισάγονται από την ίδια χώρα με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, καθώς και τα εμπορεύματα που εισάγονται από άλλες χώρες.

10. Για την εφαρμογή του άροθρου 5 παράγραφος 1 στοιχείο β), η «πιο πρόσφατη ημερομηνία» είναι η ημερομηνία κατά την οποία τα εισαγόμενα εμπορεύματα ή πανομοιότυπα ή ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα πωλούνται σε ποσότητα επαρκή, ώστε να είναι δυνατός ο προσδιορισμός της τιμής μονάδας.

11. Όταν γίνεται χρήση της μεθόδου εκτίμησης του άρθρου 5 παράγραφος 2, οι αφαιρέσεις που γίνονται για να ληφθεί υπόψη η προστιθέμενη, λόγω περαιτέρω κατεργασίας αξία, βασίζονται σε δεδομένα αντικειμενικά και δυνάμενα ν' αποτιμηθούν σχετικά με το κόστος της εργασίας αυτής. Οι υπολογισμοί πραγματοποιούνται βάσει των τύπων, τρόπων και μεθόδων κατασκευής που γίνονται δεκτοί στον οικείο κλάδο παραγωγής καθώς και βάσει των λοιπών πρακτικών του κλάδου αυτού.

12. Αναγνωρίζεται ότι η μέθοδος εκτίμησης που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 δεν μπορεί κανονικά να εφαρμοστεί σε περίπτωση που, μετά από περαιτέρω κατεργασία, τα εισαγόμενα εμπορεύματα απώλεσαν την ταυτότητά τους. Ωστόσο, είναι δυνατό να υφίστανται περιπτώσεις κατά τις οποίες, αν και τα εισαγόμενα εμπορεύματα απώλεσαν την ταυτότητά τους, η προστιθέμενη, λόγω κατεργασίας αξία μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια χωρίς υπερβολική δυσκολία. Αντίθετα, είναι δυνατό να παρουσιαστούν περιπτώσεις, κατά τις οποίες τα εισαγόμενα εμπορεύματα διατηρούν την ταυτότητά τους, αλλά αποτελούν τόσο ασήμαντο μέρος των εμπορευμάτων που πωλούνται στη χώρα εισαγωγής, ώστε να μη δικαιολογείται η χρήση αυτής της μεθόδου εκτίμησης. Βάσει των προαναφερθέντων, τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να εξετάζονται χωριστά.

Σημείωση για το άρθρο 6

1. Κατά γενικό κανόνα, η δασμολογητέα αξία καθορίζεται δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, βάσει πληροφοριών αμέσως διαθέσιμων στη χώρα εισαγωγής. Εντούτοις, για να καθοριστεί μια υπολογιζόμενη αξία, είναι δυνατό να καταστεί αναγκαία η εξέταση εξόδων παραγωγής των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων και άλλων πληροφοριών που επιβάλλεται να ληφθούν εκτός της χώρας εισαγωγής. Εξάλλου, στις περισσότερες περιπτώσεις, ο παραγωγός των εμπορευμάτων δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία των αρχών της χώρας εισαγωγής. Η χρήση της μεθόδου της υπολογιζόμενης αξίας περιορίζεται, γενικώς, στις περιπτώσεις όπου ο αγοραστής και ο πωλητής συνδέονται μεταξύ τους και ο παραγωγός είναι διατεθειμένος να ανακοινώσει στις αρχές της χώρας εισαγωγής τα απαραίτητα στοιχεία για τον προσδιορισμό των εξόδων και να τους παράσχει διευκολύνσεις για κάθε μεταγενέστερο έλεγχο που θα ήταν δυνατό ν' απαιτηθεί.

2. Το «κόστος ή η αξία» που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) πρέπει να καθορίζεται βάσει πληροφοριών σχετικά με την παραγωγή των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, οι οποίες παρέχονται από τον παραγωγό ή εξ ονόματός του. Βασίζεται στα εμπορικά λογιστικά στοιχεία του παραγωγού, υπό τον όρο ότι τα λογιστικά αυτά στοιχεία συμβιβάζονται με τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές που εφαρμόζονται στη χώρα παραγωγής των εμπορευμάτων.

3. Το «κόστος ή η αξία» περιλαμβάνει το κόστος των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) περιπτώσεις ii) και iii). Περιλαμβάνει επίσης την αξία, επιμεριζόμενη δεόντως με τις πρέπουσες αναλογίες σύμφωνα με τη σημείωση για το άρθρο 8, κάθε στοιχείου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) του εν λόγω άρθρου το οποίο έχει παρασχεθεί, άμεσα ή έμμεσα, από τον αγοραστή για να χρησιμοποιηθεί κατά την παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων. Η αξία των εργασιών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) περίπτωση iv), οι οποίες εκτελούνται εντός της χώρας εισαγωγής, περιλαμβάνεται μόνο στο μέτρο που οι εργασίες αυτές επιβαρύνουν τον παραγωγό. Εννοείται ότι δεν πρέπει να υπολογίζεται δύο φορές, κατά τον καθορισμό της υπολογιζόμενης αξίας, το κόστος ή η αξία κανενός από τα στοιχεία που προβλέπονται στην παράγραφο αυτή.

4. Το «ποσό για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα» που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) καθορίζεται βάσει πληροφοριών που παρέχονται από τον παραγωγό ή εξ ονόματός του, εκτός αν τα ποσά που αυτός ανακοινώνει δεν συμφωνούν με εκείνα που αντιστοιχούν κανονικά στις πωλήσεις εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, οι οποίες πραγματοποιούνται από παραγωγούς της χώρας εξαγωγής προς εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής.

5. Πρέπει να σημειωθεί, ως προς το θέμα αυτό, ότι το «ποσό για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα» πρέπει να θεωρείται ως σύνολο. Κατά συνέπεια, αν σε μια ειδική περίπτωση το κέρδος του παραγωγού είναι ασήμαντο και τα γενικά του έξοδα μεγάλα, το κέρδος του και τα γενικά του έξοδα, λαμβανόμενα ως σύνολο, δύνανται παρά ταύτα να είναι σύμφωνα με εκείνα που αντιστοιχούν κανονικά στις πωλήσεις εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους. Τούτο θα ήταν δυνατό να συμβεί, παραδείγματος χάρη, αν ένα προϊόν εισάγεται για πρώτη φορά στην αγορά της χώρας εισαγωγής και ο παραγωγός αρκείται σε κέρδος μηδενικό ή ασήμαντο να αντισταθμίσει τα υψηλά γενικά έξοδα που προκαλούνται από, την εισαγωγή αυτή. Όταν ο παραγωγός δύναται να αποδείξει ότι έχει ασήμαντο κέρδος επί των πωλήσεων των εισαγόμενων εμπορευμάτων λόγω ειδικών εμπορικών περιστάσεων, λαμβάνονται υπόψη τα ποσά των πραγματικών κερδών του, υπό τον όρο ότι ο παραγωγός προβάλλει βάσιμους εμπορικούς λόγους για τη δικαιολόγησή τους και η πολιτική τιμών που ακολουθεί εκφράζει τη συνήθη πολιτική τιμών του οικείου κλάδου παραγωγής. Τούτο μπορεί να συμβεί, παραδείγματος χάρη, σε περίπτωση που οι παραγωγοί αναγκάζονται να μειώσουν προσωρινά τις τιμές τους λόγω απρόβλεπτης ελάττωσης της ζήτησης ή σε περίπτωση που πωλούν εμπορεύματα για να συμπληρώσουν μια σειρά εμπορευμάτων παραγόμενων στη χώρα εισαγωγής, αρκούνται δε σε ασήμαντο κέρδος για να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους.

Όταν τα ποσά των κερδών και των γενικών εξόδων που παρέχονται από τον παραγωγό δεν είναι σύμφωνα με εκείνα που αντιστοιχούν κανονικά στις πωλήσεις εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, οι οποίες πραγματοποιούνται από παραγωγούς της χώρας εξαγωγής προς εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής, το ποσό των κερδών και γενικών εξόδων μπορεί να βασίζεται σε κατάλληλες πληροφορίες πλην εκείνων που παρέχονται από τον παραγωγό των εμπορευμάτων ή εξ ονόματός του.

6. Όταν για τον καθορισμό της υπολογιζόμενης αξίας γίνεται χρήση άλλων πληροφοριών, εκτός από εκείνες που έχουν παρασχεθεί από τον παραγωγό ή για λογαριασμό του, οι αρχές της χώρας εισαγωγής ενημερώνουν τον εισαγωγέα, κατόπιν αιτήσεώς του, για την πηγή των πληροφοριών αυτών, για τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν και για τους υπολογισμούς που πραγματοποιήθηκαν βάσει των στοιχείων αυτών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 10.

7. Τα «γενικά έξοδα» που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) περιέχουν το άμεσο και έμμεσο κόστος παραγωγής και πώλησης των προς εξαγωγή εμπορευμάτων που δεν περιλαμβάνονται βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α).

8. Για να προσδιορισθεί αν ορισμένα εμπορεύματα είναι «της αυτής φύσης ή του αυτού είδους» με άλλα εμπορεύματα πρέπει να εξετάζεται κάθε περίπτωση χωριστά, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων. Για να καθοριστούν τα συνήθη κέρδη και τα γενικά έξοδα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6, γίνεται εξέταση των πωλήσεων προς εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής της πιο περιορισμένης ομάδας ή σειράς εμπορευμάτων, στην οποία περιλαμβάνονται τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, για τα οποία είναι δυνατό να παρασχεθούν οι αναγκαίες πληροφορίες. Για την εφαρμογή του άρθρου 6, τα «εμπορεύματα της αυτής φύσης ή του αυτού είδους» πρέπει να προέρχονται από την ίδια χώρα με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα.

Σημείωση για το άρθρο 7

1. Οι δασμολογητέες αξίες που καθορίζονται κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 είναι ανάγκη να βασίζονται όσο το δυνατό περισσότερο σε δασμολογητέες αξίες που έχουν καθοριστεί προγενέστερα.

2. Οι μέθοδοι εκτίμησης των οποίων πρέπει να γίνεται χρήση δυνάμει του άρθρου 7 επιβάλλεται να είναι οι οριζόμενες στα άρθρα 1 μέχρι και 6, αλλά μια εύλογη ελαστικότητα κατά την εφαρμογή των μεθόδων αυτών θα ήταν σύμφωνη με τους στόχους και τις διατάξεις του άρθρου 7.

3. Μερικά παραδείγματα θα καταδείξουν τι σημαίνει εύλογη ελαστικότητα:

α) 

Εμπορεύματα πανομοιότυπα: Η διάταξη, κατά την οποία τα πανομοιότυπα εμπορεύματα πρέπει να εξάγονται κατά την ίδια χρονική στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα θα ήταν δυνατό να ερμηνευθεί με ελαστικότητα· πανομοιότυπα εισαγόμενα εμπορεύματα, τα οποία παράγονται σε άλλη χώρα, πλην της χώρας εξαγωγής των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, θα ήταν δυνατό να αποτελέσουν τη βάση καθορισμού της δασμολογητέας αξίας· θα ήταν δυνατό να γίνει χρήση της δασμολογητέας αξίας πανομοιότυπων εισαγόμενων εμπορευμάτων, η οποία έχει ήδη καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 5 ή 6.

β) 

Εμπορεύματα ομοειδή: Η διάταξη, κατά την οποία τα ομοειδή εμπορεύματα πρέπει να εξάγονται κατά την ίδια χρονική στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα θα ήταν δυνατό να ερμηνευθεί με ελαστικότητα· ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα παραγόμενα σε άλλη χώρα πλην της χώρας εξαγωγής των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων θα ήταν δυνατό ν' αποτελέσουν τη βάση καθορισμού της δασμολογητέας αξίας· Θα ήταν δυνατό να γίνει χρήση της δασμολογητέας αξίας ομοειδών εισαγόμενων εμπορευμάτων, η οποία έχει ήδη καθοριστεί κατ' εφαρμογή των άρθρων 5 ή 6.

γ) 

Επαγωγική μέθοδος: Η διάταξη, κατά την οποία τα εμπορεύματα πρέπει να έχουν πωληθεί στην κατάσταση που εισήχθησαν, η οποία περιλαμβάνεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α) θα ήταν δυνατό να ερμηνεύεται με ελαστικότητα· η προθεσμία των «90 ημερών» θα ήταν δυνατό να εφαρμόζεται με ελαστικότητα.

Σημείωση για το άρθρο 8

Παράγραφος 1 στοιχείο α) περίπτωση i)

Ως «προμήθειες αγοράς» νοούνται τα ποσά που καταβάλλονται από έναν εισαγωγέα στον αντιπρόσωπό του για τις υπηρεσίες που συνίστανται στην αντιπροσώπευσή του στο εξωτερικό για την αγορά των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων.

Παράγραφος 1 στοιχείο β) περίπτωση ii)

1. Δύο. παράγοντες υπεισέρχονται στον επιμερισμό των στοιχείων που καθορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) περίπτωση ii) επί των εισαγόμενων εμπορευμάτων, δηλαδή η αξία του ίδιου του στοιχείου και ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να επιμερίζεται η αξία αυτή επί των εισαγόμενων εμπορευμάτων. Ο επιμερισμός των στοιχείων αυτών πρέπει να γίνεται με εύλογο τρόπο, κατάλληλο για τις περιστάσεις και σύμφωνο με τις γενικές αποδεκτές λογιστικές αρχές.

2. Όσον αφορά την αξία του στοιχείου, αν ο εισαγωγέας αποκτά το εν λόγω στοιχείο από έναν πωλητή, με τον οποίο δεν συνδέεται, αντί ορισμένης τιμής, η τιμή αυτή συνιστά την αξία του στοιχείου. Αν το στοιχείο παρήχθη από τον εισαγωγέα ή από πρoσωπο συνδεόμενο με αυτόν, την αξία του στοιχείου αυτού αποτελεί το κόστος της παραγωγής του. Αν το στοιχείο έχει χρησιμοποιηθεί προγενέστερα από τον εισαγωγέα, ανεξάρτητα από το αν το απέκτησε ή το παρήγαγε ο ίδιος ή όχι, το αρχικό κόστος κτήσης ή παραγωγής θα πρέπει να μειωθεί για να ληφθεί υπόψη η χρησιμοποίηση αυτή, προκειμένου να προσδιορισθεί η αξία του στοιχείου.

3. Μετά τον καθορισμό της αξίας του στοιχείου, καθίσταται αναγκαίος ο επιμερισμός της στα εισαγόμενα εμπορεύματα. Υπάρχουν πολλές δυνατότητες γ' αυτό. Παραδείγματος χάρη, η αξία θα ήταν δυνατό να καταλογισθεί εξ ολοκλήρου στην πρώτη αποστολή, αν ο εισαγωγέας επιθυμεί να πληρώσει τους δασμούς εφάπαξ, για το σύνολο της αξίας. Άλλο παράδειγμα: ο εισαγωγέας μπορεί να ζητήσει τον επιμερισμό της αξίας στον αριθμό των μονάδων που παρήχθησαν μέχρι τη χρονική στιγμή της πρώτης αποστολής. Άλλο ένα παράδειγμα: ο εισαγωγέας μπορεί να ζητήσει τον επιμερισμό της αξίας στο σύνολο της προβλεπόμενης παραγωγής, αν υφίστανται συμβάσεις ή οριστικές αναλήψεις υποχρεώσεων για την παραγωγή αυτή. Η μέθοδος επιμερισμού, της οποίας γίνεται χρήση, εξαρτάται από τα έγγραφα στοιχεία που παρέχει ο εισαγωγέας.

4. Προς διευκρίνιση των προαναφερομένων, δύναται να ληφθεί υπόψη η περίπτωση ενός εισαγωγέα ο οποίος παρέχει στον παραγωγό καλούπι προς χρησιμοποίηση για την παραγωγή εμπορευμάτων προς εισαγωγή και ο οποίος συνάπτει με αυτόν σύμβαση αγοράς που αφορά 10 000 μονάδες. Κατά τη χρονική στιγμή άφιξης της πρώτης αποστολής, που περιλαμβάνει 1 000 μονάδες, ο παραγωγός έχει ήδη παραγάγει 4 000 μονάδες. Ο εισαγωγέας μπορεί να ζητήσει από την τελωνειακή υπηρεσία να επιμερίσει την αξία του καλουπιού σε 1 000 , 4 000 ή 10 000 μονάδες.

Παράγραφος 1 στοιχείο β) περίπτωση iv)

1. Οι αξίες που πρέπει να προστίθενται για τα στοιχεία που καθορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) περίπτωση iv) βασίζονται σε δεδομένα αντικειμενικά που δύνανται να αποτιμηθούν. Για να περιορισθεί στο ελάχιστο η εργασία, τόσο του εισαγωγέα όσο και της τελωνειακής υπηρεσίας, όσον αφορά τον καθορισμό των αξιών που πρέπει να προστεθούν, επιβάλλεται να χρησιμοποιούνται, όσο είναι δυνατό, δεδομένα αμέσως διαθέσιμα στο πλαίσιο του συστήματος εμπορικών βιβλίων του αγοραστή.

2. Για τα στοιχεία που παρέχονται από τον αγοραστή και τα οποία αυτός έχει αγοράσει ή μισθώσει, η αξία που πρέπει να προστεθεί είναι το κόστος της αγοράς ή της μίσθωσης. Για τα στοιχεία που ανήκουν στην περιουσία του Δημοσίου δεν συντρέχει περίπτωση καμίας άλλης προσθήκης εκτός από την προσθήκη του κόστους των αντιγράφων.

3. Η ευκολία με την οποία μπορεί να επιτευχθεί ο υπολογισμός των αξιών που πρέπει να προστεθούν εξαρτάται από τη δομή της συγκεκριμένης επιχείρησης, τη διαχειριστική πρακτική της και τις λογιστικές της μεθόδους.

4. Παραδείγματος χάρη, είναι δυνατό μια επιχείρηση που εισάγει διάφορα προϊόντα από πολλές χώρες να τηρεί λογιστικά στοιχεία για το κέντρο σχεδιασμού της, το οποίο βρίσκεται εκτός της χώρας εισαγωγής, έτσι ώστε να έχει ακριβή εικόνα των εξόδων που πρέπει να επιμερισθούν σε δεδομένο προϊόν. Σε τέτοια περίπτωση, είναι δυνατό να γίνει άμεση προσαρμογή με κατάλληλο τρόπο, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 8.

5. Αφετέρου, είναι δυνατό μια επιχείρηση να καταχωρίζει τα έξοδα του κέντρου σχεδιασμού της, το οποίο βρίσκεται εκτός της χώρας εισαγωγής, στα γενικά έξοδα, χωρίς να τα επιμερίζει σε ορισμένα προϊόντα. Σε τέτοια περίπτωση, θα ήταν δυνατό να γίνει, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 8, κατάλληλη προσαρμογή όσον αφορά τα εισαγόμενα εμπορεύματα, με καταλογισμό του συνολικού ποσού εξόδων του κέντρου σχεδιασμού στο σύνολο της παραγωγής που απολαύει των υπηρεσιών του κέντρου αυτού και με πρόσθεση των καταλογισθέντων με τον τρόπο αυτό εξόδων στην τιμή των εισαγόμενων εμπορευμάτων ανάλογα με τον αριθμό των μονάδων.

6. Σε περίπτωση παραλλαγών των περιστάσεων που προαναφέρθηκαν, είναι αυτονόητο ότι καθίσταται αναγκαίο να ληφθούν υπόψη διαφορετικοί παράγοντες για τον προσδιορισμό της κατάλληλης μεθόδου επιμερισμού.

7. Σε περίπτωση που στην παραγωγή του εν λόγω στοιχείου υπεισέρχεται ορισμένος αριθμός χωρών και η παραγωγή αυτή κλιμακώνεται σε ορισμένη χρονική περίοδο, η προσαρμογή περιορίζεται στην αξία που πράγματι προστίθεται στο στοιχείο αυτό εκτός της χώρας εισαγωγής.

Παράγραφος 1 στοιχείο γ)

1. Τα πάσης φύσεως δικαιώματα από αρπαχώρηση άδειας εκμετάλλευσης που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ) δύνανται να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις πληρωμές που πραγματοποιούνται βάσει διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικών ή εμπορικών σημάτων και δικαιωμάτων αναπαραγωγής. Εντούτοις, κατά τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας, τα έξοδα τα σχετικά με το δικαίωμα αναπαραγωγής των εισαγόμενων εμπορευμάτων στη χώρα εισαγωγής δεν προστίθενται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή για τα εισαγόμενα εμπορεύματα.

2. Οι πληρωμές που γίνονται από τον αγοραστή σε αντιπαροχή του δικαιώματος διανομής ή μεταπώλησης των εισαγόμενων εμπορευμάτων δεν προστίθενται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εισαγόμενα εμπορεύματα τιμή, αν οι πληρωμές αυτές δεν αποτελούν όρο της πώλησης προς εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής των εισαγόμενων εμπορευμάτων.

Παράγραφος 3

Όταν δεν υφίστανται δεδομένα αντικειμενικά και δυνάμενα ν' αποτιμηθούν όσον αφορά τα στοιχεία τα οποία πρέπει να προστεθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, η συναλλακτική αξία δεν είναι δυνατό να καθοριστεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1. Τούτο δύναται να συμβεί, παραδείγματος χάρη, στην ακόλουθη περίπτωση: καταβάλλεται δικαίωμα από παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης βάσει της τιμής πώλησης ενός λίτρου δεδομένου προϊόντος στη χώρα εισαγωγής, το οποίο εισήχθη σε χιλιόγραμμα και μεταποιήθηκε σε διάλυμα μετά την εισαγωγή. Αν το δικαίωμα αυτό βασίζεται εν μέρει σε άλλα στοιχεία που δεν έχουν καμία σχέση με τα εν λόγω εμπορεύματα (παραδείγματος χάρη, όταν τα εισαγόμενα εμπορεύματα αναμειγνύονται σε συστατικά εθνικής καταγωγής και δεν είναι πια δυνατό ν' αναγνωρισθεί χωριστά η ταυτότητα του καθενός ή όταν το συγκεκριμένο δικαίωμα δεν είναι δυνατό να διαχωρισθεί από ειδικούς οικονομικούς διακανονισμούς μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή), δεν θα πρέπει να προστεθεί στοιχείο αντίστοιχο προς το δικαίωμα αυτό. Ωστόσο, αν το ποσό του δικαιώματος από παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης βασίζεται μόνο στα εισαγόμενα εμπορεύματα και μπορεί να αποτιμηθεί ευχερώς είναι δυνατό να προστεθεί ένα στοιχείο στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή.

Σημείωση για το άρθρο 9

Για την εφαρμογή του άρθρου 9, η «χρονική στιγμή της εισαγωγής» μπορεί να είναι η χρονική στιγμή της διασάφησης.

Σημείωση για το άρθρο 11

1. Το άρθρο 11 παρέχει στον εισαγωγέα δικαίωμα προσφυγής για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας που έγινε από την τελωνειακή υπηρεσία, όσον αφορά τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα. Μπορεί να ασκηθεί προσφυγή αρχικά ενώπιον μιας ανώτερης αρχής της τελωνειακής υπηρεσίας αλλά ο εισαγωγέας έχει το δικαίωμα, σε τελευταίο βαθμό, να ασκεί περαιτέρω προσφυγή ενώπιον των δικαστικών αρχών.

2. «Που δεν επισύρει καμία ποινή» σημαίνει ότι ο εισαγωγέας δεν υπόκειται σε πρόστιμο ούτε απειλείται με πρόστιμο απλώς και μόνο διότι επέλεξε την άσκηση του δικαιώματός του για προσφυγή. Τα κανονικά δικαστικά έξοδα και οι δικηγορικές αμοιβές δεν θεωρούνται ως πρόστιμο.

3. Ωστόσο, καμία από τις διατάξεις του άρθρου 11 δεν εμποδίζει κάποιο μέλος να απαιτήσει την ολοσχερή εξόφληση των επιβληθέντων δασμών πριν από την άσκηση της προσφυγής.

Σημείωση για το άρθρο 15

Παράγραφος 4

Για την εφαρμογή του άρθρου 15, ο όρος «πρόσωπα» εφαρμόζεται, κατά περίπτωση, και στα νομικά πρόσωπα.

Παράγραφος 4 στοιχείο ε)

Για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, ένα πρόσωπο θεωρείται ότι ελέγχει ένα άλλο όταν είναι, de jure ή de facto, σε θέση να ασκεί επί του άλλου τούτου προσώπου εξουσία καταναγκασμού ή κατεύθυνσης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΗΤΕΑΣ ΑΞΙΑΣ

1. Σύμφωνα με το άρθρο 18 της παρούσας συμφωνίας, η τεχνική επιτροπή συγκροτείται υπό την αιγίδα του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας με σκοπό να εξασφαλίσει, στο τεχνικό επίπεδο, ομοιομορφία ερμηνείας και εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

2. Η τεχνική επιτροπή είναι αρμόδια:

α) 

να εξετάζει τα ειδικά τεχνικά προβλήματα που παρουσιάζονται στην τρέχουσα διαχείριση των συστημάτων καθορισμού της δασμολογητέας αξίας των μελών και να γνωμοδοτεί συμβουλευτικά όσον αφορά τις κατάλληλες λύσεις, βάσει των παρουσιαζόμενων περιστατικών·

β) 

να μελετά, κατόπιν αιτήσεως, τους νόμους, τις διαδικασίες και την πρακτική όσον αφορά τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας που υπάγονται στην παρούσα συμφωνία και να συντάσσει εκθέσεις για τα αποτελέσματα των μελετών αυτών·

γ) 

να συντάσσει και να διανέμει ετήσιες εκθέσεις για τις τεχνικές πτυχές της εφαρμογής και της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας·

δ) 

να παρέχει, για κάθε ζήτημα που αφορά τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας των εισαγόμενων εμπορευμάτων, πληροφορίες και γνώμες που είναι δυνατό να ζητηθούν από κάθε μέλος ή από την επιτροπή. Αυτές οι πληροφορίες και γνώμες είναι δυνατό να πάρουν τη μορφή συμβουλευτικών γνωμοδοτήσεων, σχολίων ή επεξηγηματικών σημειώσεων·

ε) 

να διευκολύνει, κατόπιν αιτήσεως, τη χορήγηση τεχνικής βοήθειας στα μέλη με σκοπό την προώθηση της αποδοχής της παρούσας συμφωνίας σε διεθνές επίπεδο· και

στ) 

να ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που είναι δυνατό να της ανατεθεί από την επιτροπή·

ζ) 

να εξετάζει τα θέματα τα οποία υποβάλλονται σ' αυτή από την ειδική ομάδα, σύμφωνα με το άρθρο 19 της παρούσας συμφωνίας.

Γενικά

3. Η τεχνική επιτροπή προσπαθεί να φέρει σε πέρας, εντός ευλόγως συντόμου προθεσμίας, τις εργασίες της επί ειδικών θεμάτων, ιδίως δε επί θεμάτων που της έχουν υποβληθεί από τα μέλη, από την επιτροπή ή από την ειδική ομάδα. Όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 4, η ειδική ομάδα τάσσει προθεσμία για την παραλαβή της έκθεσης της τεχνικής επιτροπής και η τεχνική επιτροπή υποχρεούται να υποβάλει την έκθεση εντός της εν λόγω προθεσμίας.

4. Κατά τις δραστηριότητές της, η τεχνική επιτροπή επικουρείται δεόντως από τη γραμματεία του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας (ΣΤΣ).

Εκπροσώπηση

5. Κάθε μέλος έχει το δικαίωμα να εκπροσωπείται στην τεχνική επιτροπή. Κάθε μέλος μπορεί να ορίσει έναν τακτικό αντιπρόσωπο και έναν ή περισσότερους αναπληρωματικούς αντιπροσώπους για να το εκπροσωπούν στην τεχνική επιτροπή. Κάθε μέλος που εκπροσωπείται έτσι στην τεχνική επιτροπή καλείται στη συνέχεια «μέλος της τεχνικής επιτροπής». Οι εκπρόσωποι των μελών της τεχνικής επιτροπής δύνανται να επικουρούνται από συμβούλους. Η γραμματεία του ΠΟΕ μπορεί επίσης να παρίσταται στις συνεδριάσεις της επιτροπής με την ιδιότητα του παρατηρητή.

6. Τα μέλη του ΣΤΣ που δεν είναι μέλη του ΠΟΕ δύνανται να εκπροσωπούνται στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής από έναν τακτικό αντιπρόσωπο και έναν ή περισσότερους αναπληρωματικούς αντιπροσώπους. Οι αντιπρόσωποι αυτοί παρίστανται ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής.

7. Με την επιφύλαξη της έγκρισης από τον πρόεδρο της τεχνικής επιτροπής, ο γενικός γραμματέας του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας (καλούμενος στη συνέχεια «ο γενικός γραμματέας») μπορεί να καλεί εκπροσώπους κυβερνήσεων που δεν είναι ούτε μέλη του ΠΟΕ, ούτε μέλη του ΣΤΣ, καθώς και εκπροσώπους διεθνών κυβερνητικών και εμπορικών οργανώσεων, για να παρίστανται ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής.

8. Οι πράξεις ορισμού εκπροσώπων, αναπληρωτών και συμβούλων στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής απευθύνονται στο γενικό γραμματέα.

Συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής

9. Η τεχνική επιτροπή συνεδριάζει όποτε τούτο είναι αναγκαίο, αλλά τουλάχιστον δύο φορές κατ' έτος. Η ημερομηνία κάθε συνεδρίασης ορίζεται από την τεχνική επιτροπή κατά την προηγούμενή της σύνοδο. Η ημερομηνία της συνεδρίασης μπορεί να τροποποιηθεί, είτε κατόπιν αιτήσεως ενός μέλους της τεχνικής επιτροπής που υποστηρίζεται από την πλειοψηφία των μελών της επιτροπής αυτής είτε, για επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν αιτήσεως του προέδρου. Παρά τις διατάξεις της πρώτης πρότασης της παρούσας παραγράφου, η τεχνική επιτροπή συνεδριάζει, όταν χρειάζεται, για να εξετάσει θέματα που υποβάλλονται σ' αυτή από την ειδική ομάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 της παρούσας συμφωνίας.

10. Οι συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής πραγματοποιούνται στην έδρα του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας εκτός αν υπάρχει αντίθετη απόφαση.

11. Εκτός από επείγουσες περιπτώσεις, ο γενικός γραμματέας ειδοποειεί, 30 ημέρες τουλάχιστον πριν από την έναρξη κάθε συνόδου της τεχνικής επιτροπής, όλα τα μέλη της επιτροπής και τους συμμετέχοντες που προβλέπονται στις παραγράφους 6 και 7.

Ημερήσια διάταξη

12. Από το γενικό γραμματέα καταρτίζεται προσωρινή ημερήσια διάταξη κάθε συνόδου, η οποία κοινοποιείται στα μέλη της τεχνικής επιτροπής και στους συμμετέχοντες που προβλέπονται στις παραγράφους 6 και 7 τριάντα ημέρες τουλάχιστον πριν από την έναρξη της συνόδου, εκτός από επείγουσες περιπτώσεις. Η ημερήσια αυτή διάταξη περιλαμβάνει όλα τα θέματα των οποίων η εγγραφή έχει εγκριθεί από την τεχνική επιτροπή κατά την προηγούμενή της σύνοδο, όλα τα θέματα που έχουν εγγραφεί από τον πρόεδρο με δική του πρωτοβουλία και όλα τα θέματα των οποίων ζητείται η εγγραφή από το γενικό γραμματέα, από την επιτροπή ή από κάθε μέλος της τεχνικής επιτροπής.

13. Η τεχνική επιτροπή καταρτίζει την ημερήσια διάταξη κατά την έναρξη κάθε συνόδου, Κατά τη διάρκεια της συνόδου, η ημερήσια διάταξη μπορεί να τροποποιηθεί οποτεδήποτε από την τεχνική επιτροπή.

Σύνθεση τον προεδρείου και εσωτερικός κανονισμός

14. Η τεχνική επιτροπή επιλέγει μεταξύ των εκπροσώπων των μελών της έναν πρόεδρο και έναν ή περισσοτέρους αντιπροέδρους. Η θητεία του προέδρου και των αντιπροέδρων είναι ετήσια. Ο πρoέδρος και οι αντιπρόεδροι, των οποίων λήγει η θητεία, δύναται να επανεκλεγούν. Η θητεία του προέδρου ή του αντιπροέδρου που παύει να είναι εκπρόσωπος ενός μέλους της τεχνικής επιτροπής λήγει αυτομάτως.

15. Αν ο πρόεδρος είναι απών κατά τη διάρκεια μιας συνόδου ή μέρος συνόδου, η προεδρία εξασφαλίζεται από έναν αντιπρόεδρο που έχει τις ίδιες εξουσίες και τα ίδια καθήκοντα με τον πρόεδρο.

16. Ο πρόεδρος της συνόδου μετέχει στις συζητήσεις της τεχνικής επιτροπής υπό την ιδότητα του προέδρου και όχι υπό την ιδιότητα του αντιπροσώπου ενός μέλους της τεχνικής επιτροπής.

17. Πέρα από την άσκηση των εξουσιών που του ανατίθενται με άλλες διατάξεις του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, ο πρόεδρος κηρύσσει την έναρξη και τη λήξη κάθε συνόδου, διευθύνει τις συζητήσεις, δίδει το λόγο και, σύμφωνα με τον παρόντα εσωτερικό κανονισμό, κατευθύνει τις εργασίες. Ο πρόεδρος μπορεί επίσης να ανακαλέσει στην τάξη έναν ομιλητή, αν οι παρατηρήσεις του τελευταίου τούτου δεν είναι οι αρμόζουσες.

18. Κατά τη συζήτηση για οποιοδήποτε θέμα, κάθε αντιπροσωπεία μπορεί να εγείρει θέμα διαδικασίας. Στην περίπτωση αυτή, ο πρόεδρος αποφαίνεται αμέσως. Αν αμφισβητείται η απόφασή του, ο πρόεδρος τη θέτει σε ψηφοφορία. Διατηρείται ως έχει αν δεν ανατραπεί.

19. Ο γενικός γραμματέας ή τα μέλη της γραμματείας που ορίζει ο ίδιος εξασφαλίζουν τη γραμματεία των συνεδριάσεων της τεχνικής επιτροπής.

Απαρτία και ψηφοφορία

20. Υπάρχει απαρτία όταν παρίστανται οι εκπρόσωποι που αποτελούν την πλειοψηφία των μελών της τεχνικής επιτροπής.

21. Κάθε μέλος της τεχνικής επιτροπής διαθέτει μία ψήφο. Όλες οι αποφάσεις της τεχνικής επιτροπής λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων τουλάχιστον των παρόντων μελών. Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας επί ορισμένου θέματος, η τεχνική επιτροπή έχει την ευχέρεια να υποβάλει πλήρη έκθεση επί του θέματος αυτού στην επιτροπή και στο ΣΓΣ, αναφέροντας τις διάφορες απόψεις που διατυπώθηκαν κατά τη διάρκεια των σχετικών συζητήσεων. Παρά τις προαναφερθείσες διατάξεις της παρούσας παραγράφου, όταν πρόκειται για θέματα που υποβάλλει στην τεχνική επιτροπή κάποια ειδική ομάδα, αυτή λαμβάνει απόφαση με συναίνεση. Όταν δεν επιτυγχάνεται συμφωνία στην τεχνική επιτροπή για θέμα που έχει υποβάλει ειδική ομάδα, η τεχνική επιτροπή συντάσσει έκθεση στην οποία αναφέρει λεπτομερώς τα πραγματικά περιστατικά και τις απόψεις των μελών.

Γλώσσες και έγγραφα

22. Οι επίσημες γλώσσες της τεχνικής επιτροπής είναι η γαλλική, η αγγλική και η ισπανική. Οι ομιλίες ή οι δηλώσεις που γίνονται σε μια από τις τρεις αυτές γλώσσες μεταφράζονται αμέσως στις άλλες επίσημες γλώσσες, εκτός αν συμφωνήσουν όλες οι αντιπροσωπείες να παραιτηθούν από τη μετάφραση αυτή. Οι ομιλίες ή οι δηλώσεις που γίνονται σε άλλη γλώσσα μεταφράζονται στη γαλλική, στην αγγλική και την ισπανική με την επιφύλαξη των ίδιων προϋποθέσεων, αλλά, στην περίπτωση αυτή, τη μετάφραση στη γαλλική, στην αγγλική και την ισπανική παρέχει η ενδιαφερόμενη αντιπροσωπεία. Η γαλλική, η αγγλική και η ισπανική είναι οι μόνες γλώσσες που χρησιμοποιούνται στα επίσημα έγγραφα της τεχνικής επιτροπής. Τα υπομνήματα και η αλληλογραφία που υποβάλλονται στην τεχνική επιτροπή προς εξέταση πρέπει να συντάσσονται σε μια από τις επίσημες γλώσσες.

23. Η τεχνική επιτροπή συντάσσει έκθεση για κάθε σύνοδό της και, αν ο πρόεδρος το κρίνει αναγκαίο, πρακτικό ή αναλυτικό υπολογισμό των συνεδριάσεών της. Ο πρόεδρος ή το πρόσωπο που ορίζεται από αυτόν υποβάλλει έκθεση για τις εργασίες της τεχνικής επιτροπής σε κάθε σύνοδο της επιτροπής και σε κάθε σύνοδο του ΣΤΣ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

1. Η προθεσμία των πέντε ετών που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 για την εφαρμογή της συμφωνίας από τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη θα ήταν δυνατό, στην πράξη, να αποδειχθεί ανεπαρκής για ορισμένες από αυτές. Στην περίπτωση αυτή, μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος μπορεί, πριν από το τέλος της χρονικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1, να ζητήσει την παράτασή της. Εννοείται ότι τα μέλη εξετάζουν ένα τέτοιο αίτημα με κατανόηση, αν η αναπτυσσόμενη χώρα μέλος για την οποία πρόκειται δύναται να δικαιολογήσει δεόντως το διάβημά της.

2. Οι αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες εκτιμούν σήμερα τα εμπορεύματα βάσει ελαχίστων αξιών που καθορίζονται επίσημα είναι δυνατό να επιθυμούν να διατυπώσουν επιφύλαξη που να τους επιτρέπει τη διατήρηση των αξιών αυτών σε περιορισμένη έκταση και μεταβατικό επίπεδο σύμφωνα με ρήτρες και όρους που συμφωνούν τα μέλη.

3. Οι αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες κρίνουν ότι η αντιστροφή όσον αφορά τη σειρά της εφαρμογής που προβλέπεται στο άρθρο 4 της συμφωνίας, αν το ζητήσει ο εισαγωγέας, μπορεί να τους δημιουργήσει πραγματικές δυσκολίες, είναι δυνατό να επιθυμούν να διατυπώσουν επιφύλαξη στο άρθρο 4, με την εξής διατύπωση:

«Η κυβέρνηση (...) διατηρεί το δικαίωμα να αποφασίσει ότι η αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 4 της συμφωνίας εφαρμόζεται μόνο εφόσον οι τελωνειακές αρχές είναι σύμφωνες ως προς την αίτηση αντιστροφής της σειράς εφαρμογής των άρθρων 5 και 6.»

Αν αναπτυσσόμενες χώρες διατυπώσουν τέτοια επιφύλαξη, τα μέλη συναινούν σ' αυτήν βάσει του άρθρου 21 της συμφωνίας.

4. Οι αναπτυσσόμενες χώρες είναι δυνατόν να επιθυμούν να διατυπώσουν επιφύλαξη όσον αφορά το άρθρο 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας, με την εξής διατύπωση:

«Η κυβέρνηση (...) διατηρεί το δικαίωμα να αποφασίσει ότι οι διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας εφαρμόζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της σχετικής με αυτές σημείωσης, ανεξάρτητα από την ύπαρξη αίτησης ή μη του εισαγωγέως.»

Αν οι αναπτυσσόμενες χώρες διατυπώσουν τέτοια επιφύλαξη, τα μέλη συναινούν σ' αυτήν βάσει των διατάξεων του άρθρου 21 της συμφωνίας.

5. Ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες είναι δυνατό να αντιμετωπίζουν προβλήματα όσον αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1 της συμφωνίας όταν πρόκειται για εισαγωγές που πραγματοποιούνται στις χώρες αυτές από αποκλειστικούς αντιπροσώπους, διανομείς ή κατ' αποκλειστικότητα εμπορευόμενους. Τα μέλη της συμφωνίας συμφωνούν ότι, αν δημιουργηθούν στην πράξη προβλήματα τέτοιας φύσης στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που εφαρμόζουν τη συμφωνία, θα μελετηθεί το θέμα, κατόπιν αιτήσεως των εν λόγω μελών, για να εξευρεθούν οι κατάλληλες λύσεις.

6. Το άρθρο 17 αναγνωρίζει ότι, για την εφαρμογή της συμφωνίας, οι τελωνειακές υπηρεσίες είναι δυνατό να χρειάζονται να ερευνήσουν την αλήθεια ή την ακρίβεια εγγράφου ή δήλωσης που τους υποβάλλεται με σκοπό τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας. Το άρθρο αναγνωρίζει ότι δύνανται να διεξαχθούν έρευνες για να εξακριβωθεί, παραδείγματος χάρη, ότι τα στοιχεία εκτίμησης της αξίας που δηλώθηκαν ή προσκομίσθηκαν στο τελωνείο για το σκοπό καθορισμού της δασμολογητέας αξίας είναι πλήρη και ακριβή. Τα μέλη, επιφυλασσομένων των νόμων και των εθνικών τους διαδικασιών, έχουν δικαίωμα να υπολογίζουν στην πλήρη συνεργασία των εισαγωγέων για τις έρευνες αυτές.

7. Η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή περιλαμβάνει όλες τις πληρωμές που γίνονται ή πρόκειται να γίνουν, ως όροι της πώλησης των εισαγόμενων εμπορευμάτων, από τον αγοραστή στον πωλητή ή από τον αγοραστή σε τρίτο πρόσωπο προς εκπλήρωση υποχρέωσης του πωλητή.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

Έχοντας υπόψη ότι οι υπουργοί συμφώνησαν, στις 20 Σεπτεμβρίου 1986, ότι οι πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης αποβλέπουν στην επίτευξη μεγαλύτερης απελευθέρωσης και επέκτασης του παγκόσμιου εμπορίου, στην ενίσχυση του ρόλου της GΑΤΤ και στην αύξηση της ικανότητας του συστήματος της GΑΤΤ να προσαρμόζεται στις εξελίξεις του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος,

Έχοντας υπόψη ότι ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη εφαρμόζουν ελέγχους πριν από την αποστολή,

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη των αναπτυσσομένων χωρών να ελέγχουν στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την ποιότητα, την ποσότητα ή τις τιμές των εισαγόμενων προϊόντων,

Γνωρίζοντας ότι τέτοια προγράμματα είναι ανάγκη να εφαρμόζονται χωρίς να δημιουργούν περιττές καθυστερήσεις ή άνιση μεταχείριση,

Έχοντας υπόψη ότι ο εν λόγω έλεγχος διενεργείται εξ ορισμού στο έδαφος του μέλους εξαγωγής,

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη δημιουργίας εγκεκριμένου διεθνούς πλαισίου δικαιωμάτων και υποχρεώσεων τόσο των μελών χρηστών όσο και των μελών εξαγωγέων,

Αναγνωρίζοντας ότι οι αρχές και οι υποχρεώσεις της GΑΤΤ του 1994 ισχύουν για τις δραστηριότητες των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή, οι οποίοι έχουν εξουσιοδοτηθεί σχετικά από τις κυβερνήσεις των μελών του ΠΟΕ,

Αναγνωρίζοντας ότι είναι σκόπιμο να υπάρξει διαφάνεια των πράξεων των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή καθώς και των εφαρμοζόμενων σχετικά νόμων και ρυθμίσεων,

Επιθυμώντας να επιδιώξουν την ταχεία, αποτελεσματική και δίκαιη επίλυση των διαφορών μεταξύ των εξαγωγέων και των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή, που απορρέουν από την παρούσα συμφωνία,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής — Ορισμοί

1.  
Η παρούσα συμφωνία ισχύει για όλες τις δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή που διενεργούνται στο έδαφος των μελών, όταν οι δραστηριότητες αυτές έχουν ανατεθεί με σύμβαση ή με εντολή από την κυβέρνηση ή οποιοδήποτε δημόσιο φορέα μέλους.
2.  
Με τον όρο «μέλος χρήστης» νοείται το μέλος του οποίου η κυβέρνηση ή κάποιος δημόσιος φορέας αναθέτει με σύμβαση ή με εντολή τη διενέργεια δραστηριοτήτων ελέγχου πριν από την αποστολή.
3.  
Οι δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή περιλαμβάνουν τον έλεγχο της ποιότητας, της ποσότητας, των τιμών, συμπεριλαμβανομένης της τιμής συναλλάγματος και των οικονομικών όρων ή/και τη δασμολογική κατάταξη εμπορευμάτων που πρόκειται να εξαχθούν στο έδαφος του μέλους χρήστη.
4.  
Με τον όρο «φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή» νοείται οποιοσδήποτε φορέας στον οποίο ανατίθεται με σύμβαση ή με εντολή από κάποιο μέλος η διενέργεια δραστηριοτήτων ελέγχου πριν από την αποστολή ( 53 ).

Άρθρο 2

Υποχρεώσεις των μελών χρηστών

Μη διακριτική μεταχείριση

1.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή διενεργούνται με τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις και ότι τα σχετικά κριτήρια και οι διαδικασίες εφαρμόζονται αντικειμενικά και ισχύουν κατά τον ίδιο τρόπο για όλους τους εξαγωγείς, οι οποίοι θίγονται από τις δραστηριότητες αυτές. Υποχρεούνται ακόμη να εξασφαλίζουν την ομοιόμορφη διεξαγωγή του ελέγχου από όλους τους ελεγκτές των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή, στους οποίους αυτά έχουν αναθέσει το συγκεκριμένο έργο με σύμβαση ή με εντολή.

Κυβερνητικές απαιτήσεις

2.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι κατά τη διάρκεια του ελέγχου πριν από την αποστολή εφαρμόζονται, στον απαιτούμενο βαθμό, όσον αφορά τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις απαιτήσεις τους, οι διατάξεις του άρθρου III παράγραφος 4 της GΑΤΤ του 1994.

Τόπος διενέργειας τον ελέγχου

3.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης έκθεσης απολογισμού ή σημειώματος που γνωστοποιεί τη μη έκδοση τέτοιας έκθεσης, διενεργούνται στο τελωνειακό έδαφος από το οποίο εξάγονται τα εμπορεύματα ή, αν δεν μπορεί να διενεργηθεί έλεγχος στο εν λόγω τελωνειακό έδαφος λόγω της πολύπλοκης φύσης των σχετικών εμπορευμάτων, ή αν και τα δύο μέρη συμφωνούν, στο τελωνειακό έδαφος στο οποίο κατασκευάζονται τα εμπορεύματα.

Πρότυπα

4.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι έλεγχοι της ποσότητας και της ποιότητας διενεργούνται σύμφωνα με τα πρότυπα που καθορίζουν ο πωλητής και ο αγοραστής στη σύμβαση αγοράς και ότι, σε περίπτωση που αυτά δεν υπάρχουν, ισχύουν τα σχετικά διεθνή πρότυπα ( 54 ).

Διαφάνεια

5.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι ο έλεγχος πριν από την αποστολή γίνεται με τρόπο που ν εγγυάται τη διαφάνεια.
6.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, όταν έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με τους εξαγωγείς, παρέχουν σα αυτούς όλες τις αναγκαίες πληροφορίες που απαιτούνται για τη συμμόρφωση τους με τις απαιτήσεις του ελέγχου. Η εν λόγω παροχή των πληροφοριών πραγματοποιείται μετά από σχετική αίτηση των εξαγωγέων. Οι πληροφορίες αυτές αναφέρουν τους νόμους και τις ρυθμίσεις των μελών χρηστών, όσον αφορά τις δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή, και περιλαμβάνουν επίσης τις διαδικασίες και τα κριτήρια που εφαρμόζονται για τον έλεγχο και την επαλήθευση των τιμών και της τιμής συναλλάγματος, τα δικαιώματα των εξαγωγέων έναντι των φορέων ελέγχου και τις διαδικασίες άσκησης ένδικων μέσων που καθορίζονται στην παράγραφο 21. Οι αποστολές δεν υπόκεινται σε πρόσθετες διαδικαστικές απαιτήσεις ή σε αλλαγές των ισχυουσών διαδικασιών, εφόσον ο ενδιαφερόμενος εξαγωγέας δεν ενημερωθεί σχετικά κατά τον καθορισμό της ημερομηνίας διεξαγωγής του ελέγχου. Ωστόσο, σε επείγουσες περιπτώσεις, όπως αυτές που αναφέρονται στα άρθρα XX και XXI της GΑΤΤ του 1994, τέτοιες πρόσθετες απαιτήσεις ή αλλαγές είναι δυνατό να επιβληθούν σε κάποια αποστολή προτού ενημερωθεί σχετικά ο εξαγωγέας. Αυτή η ευνοϊκή μεταχείριση δεν απαλλάσσει, ωστόσο, τους εξαγωγείς από τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους με τις ρυθμίσεις των μελών χρηστών για την εισαγωγή.
7.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 6 παρέχονται στους εξαγωγείς με τον κατάλληλο τρόπο και ότι τα γραφεία ελέγχου πριν από την αποστολή που διατηρούν οι φορείς ελέγχου λειτουργούν ως κέντρα παροχής πληροφοριών, όταν υπάρχουν τέτοιες πληροφορίες.
8.  
Τα μέλη χρήστες υποχρεούνται να δημοσιεύουν αμέσως όλους τους ισχύοντες νόμους και τις ρυθμίσεις για τις δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή, έτσι ώστε να παρέχουν τη δυνατότητα στα άλλα μέλη και τους εμπόρους να ενημερώνονται σχετικά.

Προστασία εμπιστευτικών εμπορικών πληροφοριών

9.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή αντιμετωπίζουν όλες τις πληροφορίες που λαμβάνονται κατά τη διενέργεια του ελέγχου πριν από την αποστολή ως εμπορικό απόρρητο, εφόσον αυτές δεν έχουν ήδη δημοσιευθεί, διαδοθεί γενικά σε τρίτα μέρη ή κατά κάποιο τρόπο δημοσιοποιηθεί. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή τηρούν διαδικασίες για το σκοπό αυτό.
10.  
Τα μέλη χρήστες παρέχουν, μετά από σχετική αίτηση, πληροφορίες στα μέλη για τα μέτρα που λαμβάνουν με σκοπό την εφαρμογή της παραγράφου 9. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν υποχρεώνουν τα μέλη να αποκαλύπτουν εμπιστευτικές πληροφορίες, η αποκάλυψη των οποίων θα έθετε σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων ελέγχου πριν από την αποστολή ή θα έθιγε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρήσεων του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα.
11.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή δεν διαδίδουν εμπιστευτικές εμπορικές πληροφορίες σε τρίτους· οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή έχουν το δικαίωμα, κατ' εξαίρεση, να ανακοινώνουν τις πληροφορίες αυτές στους κυβερνητικούς φορείς οι οποίοι τους ανέθεσαν, με σύμβαση ή εντολή, τον έλεγχο. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες λαμβάνουν από φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, στους οποίους έχουν αναθέσει με σύμβαση ή εντολή τον έλεγχο, φυλάσσονται με τον κατάλληλο τρόπο. Οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή ανακοινώνουν εμπιστευτικές εμπορικές πληροφορίες στις κυβερνήσεις που τους έχουν αναθέσει, με σύμβαση ή εντολή, τον έλεγχο μόνο εφόσον οι πληροφορίες αυτές απαιτούνται συνήθως για την έκδοση πιστωτικών τίτλων ή για άλλους τύπους πληρωμής, καθώς, και για τελωνειακούς σκοπούς, την έκδοση αδειών εισαγωγής ή τον έλεγχο συναλλάγματος.
12.  

Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή δεν ζητούν από τους εξαγωγείς την παροχή πληροφοριών για:

α) 

στοιχεία κατασκευής που αφορούν μεθόδους για τις οποίες υπάρχει δικαίωμα ευρεσιτεχνίας, υποχρέωση μη αποκάλυψης ή έχει εκδοθεί άδεια, ή μεθόδους για τις οποίες εκκρεμεί η αναγνώριση δικαιώματος ευρεσιτεχνίας·

β) 

μη δημοσιευθέντα τεχνικά στοιχεία άλλα από αυτά που απαιτούνται για την απόδειξη της συμμόρφωσης με τεχνικούς κανόνες και πρότυπα·

γ) 

εσωτερικά στοιχεία καθορισμού της τιμής, συμπεριλαμβανομένου του κόστους κατασκευής·

δ) 

τα επίπεδα κέρδους·

ε) 

τους όρους των συμβολαίων μεταξύ των εξαγωγέων και των προμηθευτών τους, εκτός αν ο φορέας δεν είναι διαφορετικά σε θέση να πραγματοποιήσει τον εν λόγω έλεγχο. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, ο φορέας ζητεί απλώς τις πληροφορίες που απαιτούνται για το σκοπό αυτό.

13.  
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 12, τις οποίες οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή δεν ζητούν, είναι δυνατό να παρέχονται οικειοθελώς από τον εξαγωγέα με σκοπό τη διαλεύκανση κάποιας συγκεκριμένης περίπτωσης.

Σύγκρουση συμφερόντων

14.  

Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, γνωρίζοντας τις διατάξεις για την προστασία των εμπιστευτικών εμπορικών πληροφοριών που αναφέρονται στις παραγράφους 9 έως 13, εφαρμόζουν διαδικασίες προς αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων:

α) 

μεταξύ των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή και οποιουδήποτε φορέα που συνδέεται με τους εν λόγω φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, συμπεριλαμβανομένων των φορέων από τους οποίους οι τελευταίοι εξαρτούν οικονομικό ή εμπορικό συμφέρον ή εκείνων οι οποίοι εξαρτούν οικονομικό ή εμπορικό συμφέρον από τους φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, και των οποίων τα φορτία πρόκειται να ελέγξουν οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή·

β) 

μεταξύ φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή και οποιουδήποτε άλλου φορέα, συμπεριλαμβανομένων άλλων φορέων που υπόκεινται σε έλεγχο πριν από την αποστολή, εξαιρουμένων των δημοσίων φορέων που αναθέτουν με σύμβαση ή με εντολή τη διενέργεια των ελέγχων·

γ) 

με τμήματα των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή που έχουν αναλάβει δραστηριότητες άλλες από αυτές που απαιτούνται για τη διενέργεια των ελέγχων.

Καθυστερήσεις

15.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή αποφεύγουν τις αδικαιολόγητες καθυστερήσεις κατά τον έλεγχο των αποστολών. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, μόλις κάποιος φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή και κάποιος εξαγωγέας συμφωνήσουν για την ημερομηνία ελέγχου, ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή διενεργεί τον έλεγχο τη συγκεκριμένη ημερομηνία, εκτός αν αυτός προγραμματιστεί εκ νέου από κοινού από τον εξαγωγέα και το φορέα ελέγχου πριν από την αποστολή ή αν ο εξαγωγέας εμποδίσει το φορέα ελέγχου να διενεργήσει τον έλεγχο ή λόγω ανωτέρας βίας ( 55 ).
16.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, μετά την παραλαβή των τελικών εγγράφων και την ολοκλήρωση του ελέγχου, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, εντός πέντε εργασίμων ημερών, είτε συντάσσουν έκθεση απολογισμού είτε παρέχουν εμπεριστατωμένες γραπτές διευκρινήσεις για τους λόγους μη σύνταξης αυτής. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι στη δεύτερη περίπτωση οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή προσφέρουν στους εξαγωγείς τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους γραπτώς και, εφόσον αυτοί το επιθυμούν, να ζητήσουν τη διενέργεια νέου ελέγχου την πλησιέστερη αμοιβαία αποδεκτή ημερομηνία.
17.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, εφόσον το ζητούν οι εξαγωγείς, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή διενεργούν, πριν από την ημερομηνία του υλικού ελέγχου, προκαταρκτικό έλεγχο των τιμών και, ενδεχομένως, της τιμής συναλλάγματος, βάσει της σύμβασης μεταξύ του εξαγωγέα και του εισαγωγέα, του προτιμολογίου και, κατά περίπτωση, της αίτησης για την έκδοση άδειας εισαγωγής. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι η τιμή ή τιμή συναλλάγματος που έγιναν αποδεκτές από το φορέα ελέγχου πριν από την αποστολή βάσει αυτού του προκαταρκτικού ελέγχου δεν ανακαλείται υπό την προϋπόθεση ότι τα εμπορεύματα είναι σύμφωνα με τα έγγραφα εισαγωγής ή/και την άδεια εισαγωγής. Αυτά διασφαλίζουν ότι μετά την ολοκλήρωση του προκαταρκτικού ελέγχου οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή ενημερώνουν αμέσως γραπτώς τους εξαγωγείς είτε για την αποδοχή είτε για τη μη αποδοχή, δικαιολογημένη λεπτομερώς, της τιμής ή/και της τιμής συναλλάγματος.
18.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, για να αποφευχθούν οι καθυστερήσεις κατά την πληρωμή, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή διαβιβάζουν στους εξαγωγείς ή στους ορισθέντες αντιπροσώπους των εξαγωγέων έκθεση απολογισμού το ταχύτερο δυνατό.
19.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση τυπογραφικού λάθους στην έκθεση απολογισμού, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή διορθώνουν το λάθος και διαβιβάζουν τις διορθωμένες πληροφορίες στους ενδιαφερομένους το ταχύτερο δυνατό.

Έλεγχος των τιμών

20.  

Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, για να αποφευχθούν η υπερτιμολόγηση, η υποτιμολόγηση και οι περιπτώσεις απάτης, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή ελέγχουν την τιμή του εμπορεύματος ( 56 ) σύμφωνα με τις παρακάτω κατευθυντήριες γραμμές:

α) 

οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή έχουν τη δυνατότητα να απορρίψουν συμβατική τιμή που συμφωνήθηκε μεταξύ κάποιου εξαγωγέα και κάποιου εισαγωγέα, αν είναι σε θέση να αποδείξουν ότι το συμπέρασμα για μη ικανοποιητική τιμή βασίζεται σε διαδικασία ελέγχου που είναι σύμφωνη με τα κριτήρια που καθορίζονται στα στοιχεία β) έως ε)·

β) 

ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή βασίζει τη σύγκριση των τιμών για τον έλεγχο της τιμής εξαγωγής στην τιμή (στις τιμές) πανομοιότυπων ή ομοειδών εμπορευμάτων που προορίζονται για εξαγωγή από την ίδια χώρα εξαγωγής κατά τον ίδιο χρόνο ή περίπου κατά τον ίδιο χρόνο, υπό ανταγωνιστικές και συγκρίσιμες συνθήκες πώλησης, σύμφωνα με τις συνήθεις εμπορικές πρακτικές και χωρίς εκπτώσεις. Η σύγκριση αυτή βασίζεται στα εξής:

i) 

εφαρμόζονται μόνον οι τιμές που εξασφαλίζουν έγκυρη βάση σύγκρισης, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών οικονομικών συνθηκών που ισχύουν στη χώρα εισαγωγής και στη χώρα ή στις χώρες που χρησιμοποιούνται για τη σύγκριση των τιμών,

ii) 

ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή δεν βασίζεται στην τιμή εμπορευμάτων που προορίζονται για εξαγωγή σε διάφορες χώρες εισαγωγής για να επιβάλει αυθαίρετα τη χαμηλότερη τιμή στο φορτίο,

iii) 

ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή λαμβάνει υπόψη τα ειδικά στοιχεία που αναφέρονται στο στοιχείο γ),

iv) 

σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας που περι-γράφηκε παραπάνω, ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή παρέχει στον εξαγωγέα τη δυνατότητα να δικαιολογήσει την τιμή·

γ) 

κατά τη διενέργεια του ελέγχου, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή λαμβάνουν δεόντως υπόψη τους όρους της σύμβασης πώλησης και τους γενικά ισχύοντες παράγοντες προσαρμογής όσον αφορά τη συναλλαγή· οι παράγοντες αυτοί περιλαμβάνουν, χωρίς όμως να περιορίζονται σ' αυτά, το εμπορικό επίπεδο και την ποσότητα της πώλησης, τις περιόδους και τους όρους παράδοσης, τις ρήτρες κλιμάκωσης των τιμών, τις προδιαγραφές ποιότητας, τα ειδικά χαρακτηριστικά του σχεδιασμού, τις ειδικές προδιαγραφές συσκευασίας ή αποστολής, το μέγεθος της παραγγελίας, τις πωλήσεις μικρής έκτασης, τις εποχιακές τάσεις, τα τέλη για την έκδοση άδειας ή για άλλα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τις υπηρεσίες που παρέχονται στο πλαίσιο της σύμβασης, αν αυτές δεν τιμολογούνται, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική, χωριστά· περιλαμβάνου επίσης ορισμένα στοιχεία για την τιμή που εφαρμόζει ο εξαγωγέας, όπως η συμβατική σχέση μεταξύ του εισαγωγέα και του εξαγωγέα·

δ) 

ο έλεγχος των εξόδων μεταφοράς συνδέεται μόνο με τη συμφωνηθείσα τιμή για το μεταφορικό μέσο στη χώρα εξαγωγής, όπως αναφέρεται στη σύμβαση πώλησης·

ε) 

τα παρακάτω στοιχεία δεν χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο της τιμής:

i) 

η τιμή πώλησης στη χώρα εισαγωγής των εμπορευμάτων που παράγονται στην εν λόγω χώρα,

ii) 

η τιμή των εμπορευμάτων που προορίζονται για εξαγωγή από χώρα άλλη από τη χώρα εξαγωγής,

iii) 

το κόστος παραγωγής,

iv) 

αυθαίρετες ή πλασματικές τιμές ή αξίες.

Διαδικασίες προσφυγής

21.  
Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή θεσπίζουν διαδικασίες για την υποβολή και την εξέταση παραπόνων που διατυπώνουν οι εξαγωγείς και τη λήψη σχετικών αποφάσεων, οι πληροφορίες δε για τις διαδικασίες αυτές παρέχονται στους εξαγωγείς σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 7. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν επίσης ότι οι διαδικασίες εξελίσσονται και τηρούνται σύμφωνα με τις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:
α) 

οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή ορίζουν έναν ή περισσότερους υπαλλήλους διαθέσιμους κατά τη διάρκεια των κανονικών ωρών λειτουργίας σε κάθε πόλη ή λιμένα, όπου διατηρούν γραφείο ελέγχου πριν από την αποστολή, να παραλαμβάνουν και να εξετάζουν τις προσφυγές και τα παράπονα των εξαγωγέων καθώς και να λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις·

β) 

οι εξαγωγείς γνωστοποιούν γραπτώς στον αρμόδιο υπάλληλο τα γεγονότα για τη συγκεκριμένη συναλλαγή, τη φύση του παραπόνου και την προτεινόμενη λύση·

γ) 

ο αρμόδιος υπάλληλος εξετάζει ευνοϊκά τα παράπονα των εξαγωγέων και λαμβάνει σχετική απόφαση το ταχύτερο δυνατό, αφού λάβει τα στοιχεία τεκμηρίωσης που αναφέρονται στο στοιχείο β).

Παρέκκλιση

22.  
Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 2, τα μέλη χρήστες προβλέπουν ότι, με εξαίρεση τις τμηματικές αποστολές, οι αποστολές των οποίων η αξία είναι μικρότερη από την ελάχιστη αξία που ισχύει για τέτοιες αποστολές, όπως ορίζονται από το μέλος χρήστη, ελέγχονται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Αυτή η ελάχιστη αξία περιλαμβάνεται στις πληροφορίες που παρέχουν οι εξαγωγείς βάσει των διατάξεων της παραγράφου 6.

Άρθρο 3

Υποχρεώσεις των μελών εξαγωγής

Μη διακριτική μεταχείριση

1.  
Τα μέλη εξαγωγής διασφαλίζουν ότι οι νόμοι και οι κανονιστικές διατάξεις τους για τον έλεγχο πριν από την αποστολή εφαρμόζονται κατά τρόπο που δεν δημιουργεί διακρίσεις.

Διαφάνεια

2.  
Τα μέλη εξαγωγής δημοσιεύουν αμέσως όλους τους ισχύοντες νόμους και τις κανονιστικές διατάξεις για τις δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή, έτσι ώστε να επιτρέπουν στις λοιπές κυβερνήσεις και στους εμπόρους να ενημερώνονται σχετικά.

Τεχνική βοήθεια

3.  
Τα μέλη εξαγωγής προτείνουν στα μέλη χρήστες την παροχή, μετά από σχετική αίτηση, τεχνικής βοήθειας με σκοπό την επίτευξη των στόχων της παρούσας συμφωνίας στο πλαίσιο αμοιβαία αποδεκτών όρων ( 57 ).

Άρθρο 4

Διαδικασίες ανεξάρτητης εξέτασης

Τα μέλη ενθαρρύνουν τους φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή και τους εξαγωγείς να επιλύουν αμοιβαία τις διαφορές τους. Ωστόσο, δύο εργάσιμες ημέρες μετά την υποβολή του παραπόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 21 οποιοδήποτε από τα μέρη μπορεί να υποβάλει τη διαφορά σε ανεξάρτητη εξέταση. Τα μέλη λαμβάνουν, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων τους, τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσουν την καθιέρωση και την τήρηση των παρακάτω διαδικασιών:

α) 

οι διαδικασίες αυτές διευθύνονται από ανεξάρτητο φορέα του οποίου η σύσταση πραγματοποιείται από κοινού από οργάνωση που αντιπροσωπεύει τους φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή και οργάνωση που αντιπροσωπεύει τους εξαγωγείς για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας·

β) 

ο ανεξάρτητος φορέας που αναφέρεται στο στοιχείο α) καταρτίζει κατάσταση εμπειρογνωμόνων που περιλαμβάνει:

i) 

ομάδα μελών που ορίζεται από οργάνωση που εκπροσωπεί τους φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή·

ii) 

ομάδα μελών που ορίζεται από οργάνωση που εκπροσωπεί τους εξαγωγείς·

iii) 

ομάδα ανεξάρτητων εμπορικών εμπειρογνωμόνων που ορίζεται από τον ανεξάρτητο φορέα που αναφέρεται στο στοιχείο α).

Η γεωγραφική κατανομή των εμπειρογνωμόνων της κατάστασης αυτής πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να επιτρέπει την επίλυση το ταχύτερο δυνατό των διαφορών που δημιουργούνται στο πλαίσιο των διαδικασίων αυτών. Η κατάσταση αυτή καταρτίζεται εντός δύο μηνών από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και ενημερώνεται μία φορά το έτος. Η κατάσταση τίθεται στη διάθεση του κοινού. Κοινοποιείται στη γραμματεία και διαβιβάζεται σε όλα τα μέλη·

γ) 

ο εξαγωγέας ή ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή που επιθυμεί να υποβάλει κάποια διαφορά προς εξέταση έρχεται σε επαφή με τον ανεξάρτητο φορέα που αναφέρεται στο στοιχείο α) και ζητεί τη σύσταση ειδικής ομάδας (πάνελ). 0 ανεξάρτητος φορέας είναι υπεύθυνος για τη σύσταση της ειδικής ομάδας η οποία αποτελείται από τρία μέλη. Τα μέλη της ειδικής ομάδας επιλέγονται έτσι ώστε να αποφεύγονται περιττά έξοδα και καθυστερήσεις. Το πρώτο μέλος επιλέγεται από την ομάδα i) της προαναφερθείσας κατάστασης από τον ενδιαφερόμενο φορέα ελέγχου πριν από την αποστολή, υπό τον όρο ότι το μέλος αυτό δεν συνδέεται με τον εν λόγω φορέα. Το δεύτερο μέλος επιλέγεται από την ομάδα η) της προαναφερθείσας κατάστασης από τον ενδιαφερόμενο εξαγωγέα, υπό τον όρο ότι το μέλος αυτό δεν συνδέεται με τον εξαγωγέα. Το τρίτο μέλος επιλέγεται από την ομάδα iii) της προαναφερθείσας κατάστασης από τον ανεξάρτητο φορέα που αναφέρεται στο στοιχείο α). Δεν επιτρέπεται η προβολή αντιρρήσεων για οποιονδήποτε από τους εμπορικούς εμπειρογνώμονες που επιλέγεται από την ομάδα iii) της προαναφερθείσας κατάστασης·

δ) 

ο ανεξάρτητος εμπορικός εμπειρογνώμονας που επιλέγεται από την ομάδα iii) της προαναφερθείσας κατάστασης εκτελεί χρέη προέδρου της ειδικής ομάδας. Ο ανεξάρτητος εμπορικός εμπειρογνώμονας λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις για να εξασφαλίσει την όσο το δυνατό ταχύτερη επίλυση της διαφοράς από την ειδική ομάδα· για παράδειγμα, αποφασίζει αν συντρέχουν οι λόγοι να συνέλθουν τα μέλη της ομάδας και, αν αυτό συμβαίνει, πού θα πραγματοποιηθεί η συνάντηση, λαμβανομένου υπόψη του τόπου ελέγχου στη συγκεκριμένη περίπτωση·

ε) 

αν οι διάδικοι συμφωνούν, είναι δυνατό να επιλεγεί ανεξάρτητος εμπορικός εμπειρογνώμονας από την ομάδα iii) της προαναφερθείσας κατάστασης από τον ανεξάρτητο φορέα που αναφέρεται στο στοιχείο α), για να εξετάσει τη σχετική διαφορά. Ο εμπειρογνώμονας αυτός λαμβάνει τις αποφάσεις που απαιτούνται για να εξασφαλίσει την όσο το δυνατό ταχύτερη επίλυση της διαφοράς, λαμβάνοντας για παράδειγμα υπόψη τον τόπο ελέγχου στη συγκεκριμένη περίπτωση·

στ) 

στόχος της εξέτασης πρέπει να είναι το αν κατά τη διάρκεια του ελέγχου που δημιούργησε τη διαφορά οι διάδικοι συμμορφώθηκαν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Οι διαδικασίες επιβάλλεται να είναι ταχείες και να παρέχουν τη δυνατότητα και στα δύο μέλη να εκθέσουν τις απόψεις τους προφορικώς ή γραπτώς·

ζ) 

οι αποφάσεις της τριμελούς ειδικής ομάδας λαμβάνονται με πλειοψηφία. Η απόφαση επί της διαφοράς εκδίδεται εντός οκτώ εργασίμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης για ανεξάρτητη εξέταση και κοινοποιείται στους διαδίκους. Η εν λόγω προθεσμία μπορεί να παραταθεί μετά από συμφωνία των διαδίκων. Η ειδική ομάδα ή ο ανεξάρτητος εμπορικός εμπειρογνώμονας κατανέμουν τα έξοδα, βάσει των ιδιαίτερων στοιχείων της υπόθεσης·

η) 

η απόφαση της ειδικής ομάδας είναι δεσμευτική για το φορέα ελέγχου πριν από την αποστολή και τον εξαγωγέα που αποτελούν τους διαδίκους της υπόθεσης.

Άρθρο 5

Γνωστοποίηση

Τα μέλη υποβάλλουν στη γραμματεία αντίγραφα των νόμων και των κανονιστικών τους ρυθμίσεων που θέτουν σε ισχύ την παρούσα συμφωνία, καθώς και αντίγραφα κάθε άλλου νόμου και κανονιστικής διάταξης που έχει σχέση με τον έλεγχο πριν από την αποστολή, όταν αρχίσει να ισχύει η συμφωνία για τον ΠΟΕ έναντι του ενδιαφερομένου μέλους. Δεν επιβάλλονται αλλαγές των νόμων και των κανονιστικών διατάξεων όσον αφορά τον έλεγχο πριν από την αποστολή προτού αυτές δημοσιευθούν επίσημα. Αμέσως μετά τη δημοσίευσή τους οι αλλαγές αυτές ανακοινώνονται στη γραμματεία. Η γραμματεία ενημερώνει τα μέλη για την ύπαρξη των πληροφοριών αυτών.

Άρθρο 6

Επανεξέταση

Κατά το τέλος του δεύτερου έτους από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και στη συνέχεια ανά τριετία, η υπουργική συνδιάσκεψη επανεξετάζει τις διατάξεις, την εφαρμογή και τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της και την πείρα που έχει αποκτηθεί από τη λειτουργία της. Στο πλαίσιο της επανεξέτασης αυτής η υπουργική συνδιάσκεψη έχει τη δυνατότητα να τροποποιεί τις διατάξεις της συμφωνίας.

Άρθρο 7

Διαβουλεύσεις

Τα μέλη διενεργούν διαβουλεύσεις με τα λοιπά μέλη μετά από σχετική αίτηση για κάθε θέμα που άπτεται της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας. Σε τέτοιες περιπτώσεις ισχύουν για την παρούσα συμφωνία οι διατάξεις του άρθρου XXII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και ισχύουν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

Άρθρο 8

Επίλυση των διαφορών

Κάθε διαφορά μεταξύ των μελών σχετικά με τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας υποβάλλεται στις διατάξεις του άρθρου XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και ισχύουν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

Άρθρο 9

Τελικές διατάξεις

1.  
Τα μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Τα μέλη διασφαλίζουν ότι οι νόμοι και οι κανονιστικές τους διατάξεις δεν αντιτίθενται στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

Έχοντας υπόψη ότι οι υπουργοί συμφώνησαν, στις 20 Σεπτεμβρίου 1986, ότι οι πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης αποβλέπουν στην επίτευξη μεγαλύτερης απελευθέρωσης και επέκτασης του παγκόσμιου εμπορίου, στην ενίσχυση του ρόλου της GΑΤΤ και στην αύξηση της ικανότητας του συστήματος της GΑΤΤ να προσαρμόζεται στις εξελίξεις του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος,

Επιθυμώντας να προωθήσουν τους στόχους της GΑΤΤ του 1994,

Αναγνωρίζοντας ότι η θέσπιση και η εφαρμογή σαφών και ευπρόβλεπτων κανόνων καταγωγής διευκολύνουν τη ροή του διεθνούς εμπορίου,

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν ότι οι κανόνες καταγωγής δεν δημιουργούν από μόνοι τους περιττά εμπόδια στο εμπόριο,

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν ότι οι κανόνες καταγωγής δεν καταργούν ούτε εξασθενίζουν τα δικαιώματα των μελών στο πλαίσιο της GΑΤΤ του 1994,

Αναγνωρίζοντας ότι είναι σκόπιμο να εξασφαλιστεί η διαφάνεια των νόμων, των κανονισμών και των πρακτικών, όσον αφορά τους κανόνες καταγωγής,

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν ότι οι κανόνες καταγωγής συντάσσονται και εφαρμόζονται με αντικειμενικό, διαφανή, ευπρόβλεπτο, συνεπή και ουδέτερο τρόπο,

Αναγνωρίζοντας την ύπαρξη μηχανισμού διαβουλεύσεων και διαδικασιών για την ταχεία, αποτελεσματική και δίκαιη επίλυση των διαφορών που προκύπτουν στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας,

Επιθυμώντας να εναρμονίσουν και να διευκρινίσουν τους κανόνες καταγωγής,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



ΜΕΡΟΣ I

ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

Κανόνες καταγωγής

1.  
Για την εφαρμογή των μερων I έως IV της παρούσας συμφωνίας, οι κανόνες καταγωγής θεωρούνται ως νόμοι, κανονισμοί και διοικητικές ρυθμίσεις γενικής εφαρμογής, που ισχύουν σε κάθε μέλος για τον προσδιορισμό της χώρας καταγωγής των προϊόντων υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω κανόνες καταγωγής δεν συνδέονται με συμβατικά ή αυτόνομα εμπορικά καθεστώτα που περιλαμβάνουν την παραχώρηση δασμολογικών προτιμήσεων οι οποίες επεκτείνονται πέραν της εφαρμογής του άρθρου 1 παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994.
2.  
Οι κανόνες καταγωγής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν όλους τους κανόνες καταγωγής που περιέχονται σε μη προτιμησιακές πράξεις εμπορικής πολιτικής όπως π.χ.: τη μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους βάσει των άρθρων I, II, III, XI και XIII της GΑΤΤ του 1994, τους δασμούς αντιντάμπινγκ και τους αντισταθμιστικούς δασμούς βάσει του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994, τα μέτρα διασφάλισης βάσει του άρθρου XIX της GΑΤΤ του 1994, τις απαιτήσεις επίθεσης σήματος καταγωγής βάσει του άρθρου IX της GΑΤΤ του 1994, καθώς και κάθε ποσόστωση ή ποσοτικό περιορισμό που δημιουργεί διακρίσεις. Αυτοί περιλαμβάνουν επίσης κανόνες καταγωγής που εφαρμόζονται για τις δημόσιες συμβάσεις και τις εμπορικές στατιστικές ( 58 ).



ΜΕΡΟΣ II

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

Άρθρο 2

Ρυθμίσεις που ισχύουν κατά τη μεταβατική περίοδο

Μέχρις ότου ολοκληρωθεί το πρόγραμμα εργασίας για την εναρμόνιση των κανόνων καταγωγής που παρατίθενται στο μέρος IV, τα μέλη διασφαλίζουν ότι:

α) 

όταν εκδίδουν διοικητικούς κανόνες γενικής εφαρμογής, οι προϋποθέσεις που απαιτείται να πληρούνται καθορίζονται σαφώς Ιδίως:

i) 

σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο μεταβολής της δασμολογικής κατάταξης, ο κανόνας καταγωγής και κάθε εξαίρεση του κανόνα αυτού απαιτείται να καθορίζει σαφώς τις διακρίσεις ή τις κλάσεις της δασμολογικής ονοματολογίας τις οποίες αφορά ο κανόνας,

ii) 

σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο του κατ' αξία ποσοστού, η μέθοδος υπολογισμού του εν λόγω ποσοστού αναφέρεται επίσης στους κανόνες καταγωγής,

iii) 

σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο εργασίας κατασκευής ή μεταποίησης, η εργασία που προσδίδει την καταγωγή στο σχετικό εμπόρευμα ορίζεται σαφώς,

β) 

παρά το μέτρο ή την πράξη εμπορικής πολιτικής προς την οποία συνδέονται, οι κανόνες καταγωγής δεν χρησιμεύουν ως μέσα άμεσης ή έμμεσης επιδίωξης εμπορικών στόχων·

γ) 

οι κανόνες καταγωγής δεν επιφέρουν από μόνοι τους περιορισμούς, στρεβλώσεις ή διακοπές του διεθνούς εμπορίου. Δεν επιβάλλουν αδικαιολόγητα αυστηρές απαιτήσεις ούτε απαιτούν την πλήρωση προϋποθέσεων που δεν συνδέονται με την κατασκευή ή τη μεταποίηση ως προαπαιτούμενο για τον καθορισμό της χώρας καταγωγής. Ωστόσο, το κόστος που δεν συνδέεται αμέσως με την κατασκευή ή τη μεταποίηση μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή κριτηρίου ποσοστού κατ' αξία, σύμφωνα με το στοιχείο α)

δ) 

οι κανόνες καταγωγής που εφαρμόζονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές δεν είναι περισσότερο αυστηροί από τους κανόνες καταγωγής που εφαρμόζονται με σκοπό τον καθορισμό του αν κάποιο εμπόρευμα αποτελεί εγχώριο προϊόν και δεν δημιουργούν διακρίσεις μεταξύ άλλων μελών, ανεξάρτητα από το αν οι κατασκευαστές του σχετικού εμπορεύματος συνδέονται ή όχι μεταξύ τους ( 59

ε) 

οι κανόνες καταγωγής εφαρμόζονται με τρόπο συνεπή, ομοιόμορφο, αντικειμενικό και λογικό·

στ) 

οι κανόνες καταγωγής τους βασίζονται σε θετικά κριτήρια. Οι κανόνες καταγωγής που ορίζουν τι δεν προσδίδει την καταγωγή (αρνητικό κριτήριο) επιτρέπονται μόνον στο πλαίσιο διευκρίνισης θετικού κριτηρίου ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όταν δεν είναι αναγκαίος ο θετικός προσδιορισμός της καταγωγής·

ζ) 

οι νόμοι, κανονισμοί, δικαστικές και διοικητικές αποφάσεις τους γενικής εφαρμογής που έχουν σχέση με κανόνες καταγωγής δημοσιεύονται σαν να υπέκειντο στις διατάξεις του άρθρου Χ παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994, και σύμφωνα με αυτές·

η) 

μετά από αίτηση εξαγωγέα, εισαγωγέα ή άλλου νομιμοποιούμενου προσώπου, οι εκτιμήσεις όσον αφορά την καταγωγή παρέχονται το ταχύτερο δυνατό και οπωσδήποτε όχι αργότερα από 150 ημέρες ( 60 ) μετά την αίτηση για τέτοια εκτίμηση, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν προσκομιστεί όλα τα αναγκαία στοιχεία. Οι αιτήσεις για τις εκτιμήσεις αυτές υποβάλλονται προτού αρχίσει το εμπόριο του σχετικού εμπορεύματος και είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτές σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρονικό σημείο. Οι εκτιμήσεις αυτές εξακολουθούν να ισχύουν επί τρία έτη υπό τον όρο ότι τα πραγματικά περιστατικά και οι συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων καταγωγής, που αποτέλεσαν τη βάση για τη διαμόρφωσή τους παραμένουν σε συγκρίσιμα επίπεδα. Εφόσον ενημερωθούν εγκαίρως τα ενδιαφερόμενα μέρη, οι εκτιμήσεις αυτές παύουν να ισχύουν μόλις εκδοθεί απόφαση αντίθετη προς αυτές στο πλαίσιο επανεξέτασης σύμφωνα με το στοιχείο ι). Οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις δημοσιεύονται με την επιφύλαξη των διατάξεων του στοιχείου κ)·

θ) 

όταν οι κανόνες καταγωγής τροποποιούνται ή όταν θεσπίζονται νέοι κανόνες καταγωγής, δεν τους εφαρμόζουν αναδρομικά όπως ορίζεται στους νόμους και τους κανονισμούς τους και με την επιφύλαξη αυτών·

ι) 

κάθε δράση διοικητικής μορφής την οποία αναλαμβάνουν σε σχέση με τον καθορισμό της καταγωγής επανεξετάζεται αμέσως από τα τακτικά, διαιτητικά ή διοικητικά δικαστήρια ή διαδικασίες, ανεξάρτητα από την αρχή που πραγματοποιεί αυτόν τον καθορισμό, με ενδεχόμενο αποτέλεσμα την τροποποίηση ή την ανατροπή του καθορισμού·

κ) 

όλες οι πληροφορίες οι οποίες είναι εκ φύσεως εμπιστευτικές ή παρέχονται εμπιστευτικά για την εφαρμογή των κανόνων καταγωγής θεωρούνται αυστηρά εμπιστευτικές από τις σχετικές αρχές, οι οποίες υποχρεούνται να μην τις διαδίδουν χωρίς τη συγκεκριμένη άδεια του προσώπου ή της κυβέρνησης που τις παρέσχε, εκτός αν αναγκάζονται να το πράξουν στο πλαίσιο δικαστικής εξέτασης.

Άρθρο 3

Ρυθμίσεις που ισχύουν μετά τη μεταβατική περίοδο

Έχοντας υπόψη το σκοπό όλων των μελών να επιτύχουν, στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση που περιγράφεται στο μέρος IV, τη θέσπιση εναρμονισμένων κανόνων καταγωγής, τα μέλη διασφαλίζουν, κατά την εφαρμογή του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση, ότι:

α) 

εφαρμόζουν κανόνες καταγωγής με ίσους όρους για όλους τους σκοπούς που περιλαμβάνονται στο άρθρο 1·

β) 

σύμφωνα με τους κανόνες καταγωγής τους, η χώρα που πρόκειται να ορισθεί ως χώρα καταγωγής συγκεκριμένων εμπορευμάτων είναι είτε η χώρα όπου τα εμπορεύματα έχουν παραχθεί πλήρως ή, όταν στην παραγωγή του εμπορεύματος συμμετέχουν περισσότερες από μία χώρες, η χώρα στην οποία διενεργείται η τελευταία ουσιαστική μεταποίηση·

γ) 

οι κανόνες καταγωγής που εφαρμόζουν στις εισαγωγές και τις εξαγωγές δεν είναι περισσότερο αυστηροί από τους κανόνες καταγωγής που εφαρμόζονται για να καθοριστεί αν κάποιο εμπόρευμα αποτελεί εγχώριο προϊόν και δεν δημιουργούν διακρίσεις μεταξύ άλλων μελών, ανεξάρτητα από το αν οι κατασκευαστές του σχετικού εμπορεύματος συνδέονται ή όχι μεταξύ τους·

δ) 

οι κανόνες καταγωγής εφαρμόζονται με τρόπο συνεπή, ομοιόμορφο, αντικειμενικό και λογικό·

ε) 

οι νόμοι τους, κανονισμοί, δικαστικές και διοικητικές αποφάσεις γενικής εφαρμογής που έχουν σχέση με κανόνες καταγωγής δημοσιεύονται σαν να υπέκειντο στις διατάξεις του άρθρου Χ παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994, και σύμφωνα με αυτές·

στ) 

μετά από αίτηση εξαγωγέα, εισαγωγέα ή άλλου νομιμοποιούμενου προσώπου, οι εκτιμήσεις όσον αφορά την καταγωγή παρέχονται το ταχύτερο δυνατό και οπωσδήποτε όχι αργότερα από 150 ημέρες μετά την αίτηση για τέτοια εκτίμηση υπό την προϋπόθεση ότι έχουν προσκομιστεί όλα τα αναγκαία στοιχεία. Οι αιτήσεις για τις εκτιμήσεις αυτές υποβάλλονται προτού αρχίσει το εμπόριο του σχετικού εμπορεύματος και είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτές σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρονικό σημείο. Οι εκτιμήσεις αυτές εξακολουθούν να ισχύουν επί τρία έτη υπό τον όρο ότι τα πραγματικά περιστατικά και οι συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων καταγωγής, που αποτέλεσαν τη βάση για τη διαμόρφωση τους παραμένουν σε συγκρίσιμα επίπεδα. Εφόσον ενημερωθούν εγκαίρως τα ενδιαφερόμενα μέρη, οι εκτιμήσεις αυτές παύουν να ισχύουν μόλις εκδοθεί απόφαση αντίθετη προς αυτές στο πλαίσιο επανεξέτασης σύμφωνα με το στοιχείο ι). Οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις δημοσιεύονται με την επιφύλαξη των διατάξεων του στοιχείου κ)·

ζ) 

όταν οι κανόνες καταγωγής τροποποιούνται ή όταν θεσπίζονται νέοι κανόνες καταγωγής, δεν τους εφαρμόζουν αναδρομικά όπως ορίζεται στους νόμους και τους κανονισμούς τους και με την επιφύλαξη αυτών·

η) 

κάθε δράση διοικητικής μορφής την οποία αναλαμβάνουν σε σχέση με τον καθορισμό της καταγωγής επανεξετάζεται αμέσως από τα τακτικά, διαιτητικά ή διοικητικά δικαστήρια ή διαδικασίες, ανεξάρτητα από την αρχή που πραγματοποιεί αυτόν τον καθορισμό, με ενδεχόμενο την τροποποίηση ή την ανατροπή του καθορισμού·

θ) 

όλες οι πληροφορίες οι οποίες είναι εκ φύσεως εμπιστευτικές ή παρέχονται εμπιστευτικά για την εφαρμογή των κανόνων καταγωγής θεωρούνται αυστηρά εμπιστευτικές από τις σχετικές αρχές, οι οποίες υποχρεούνται να μην τις διαδίδουν χωρίς τη συγκεκριμένη άδεια του προσώπου ή της κυβέρνησης που τις παρέσχε, εκτός αν αναγκάζονται να το πράξουν στο πλαίσιο δικαστικής εξέτασης.



ΜΕΡΟΣ III

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ, ΤΗΝ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ, ΤΙΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 4

Όργανα

1.  
Δημιουργείται Επιτροπή Κανόνων Καταγωγής (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία «η επιτροπή») αποτελούμενη από εκπροσώπους κάθε μέλους. Η επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της και συνέρχεται όταν παρίσταται σχετική ανάγκη, τουλάχιστον όμως μία φορά κατ' έτος, με σκοπό την παροχή στα μέλη της δυνατότητας να διενεργούν διαβουλεύσεις επί θεμάτων σχετικών με τη λειτουργία των μερών I, II, III και IV ή με την προώθηση των στόχων που θέτουν αυτά τα μέρη, καθώς και την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων που της έχουν ανατεθεί βάσει της παρούσας συμφωνίας ή από το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών. Η επιτροπή ζητεί, όταν χρειάζεται, πληροφορίες και συμβουλές από την τεχνική επιτροπή που αναφέρεται στην παράγραφο 2 για θέματα σχετικά με την παρούσα συμφωνία. Η επιτροπή μπορεί επίσης να ζητεί από την τεχνική επιτροπή την εκτέλεση και άλλων εργασιών που θεωρεί αναγκαίες για την προώθηση των προαναφερθέντων στόχων της παρούσας συμφωνίας. Η γραμματεία του ΠΟΕ εκτελεί χρέη γραμματείας της επιτροπής.
2.  
Δημιουργείται Τεχνική Επιτροπή Κανόνων Καταγωγής (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία «η τεχνική επιτροπή») υπό την εποπτεία του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας (ΣΤΣ), όπως ορίζεται στο παράρτημα I. Η τεχνική επιτροπή ασχολείται με τις εργασίες τεχνικής μορφής που αναφέρονται στο μέρος IV και περιγράφονται στο παράρτημα I. Η τεχνική επιτροπή ζητεί, όταν χρειάζεται, πληροφορίες και συμβουλές από την επιτροπή για θέματα σχετικά με την παρούσα συμφωνία. Η τεχνική επιτροπή μπορεί επίσης να ζητεί από την επιτροπή την εκτέλεση και άλλων εργασιών που θεωρεί αναγκαίες για την προώθηση των προαναφερθέντων στόχων της συμφωνίας. Η γραμματεία τoυ ΣΤΣ εκτελεί χρέη γραμματείας της τεχνικής επιτροπής.

Άρθρο 5

Πληροφορίες και διαδικασίες για την τροποποίηση και τη θέσπιση νέων κανόνων καταγωγής

1.  
Κάθε μέλος παρέχει στη γραμματεία, εντός 90 ημερών μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ έναντι αυτού, τους κανόνες καταγωγής, τις δικαστικές και διοικητικές αποφάσεις γενικής εφαρμογής που έχουν σχέση με κανόνες καταγωγής και ισχύουν σ' αυτό την εν λόγω ημερομηνία. Αν δεν έχει γνωστοποιηθεί, εκ παραδρομής, κάποιος κανόνας καταγωγής, το ενδιαφερόμενο μέλος υποχρεούται να τον κοινοποιήσει μόλις η έλλειψή του γίνει γνωστή. Η γραμματεία διαβιβάζει στα μέλη καταλόγους με τα λαμβανόμενα διαθέσιμα πληροφοριακά στοιχεία.
2.  
Κατά την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 2, τα μέλη που θεσπίζουν τροποποιήσεις, εκτός από τις ασήμαντες αλλαγές, των κανόνων καταγωγής ή επιβάλλουν νέους κανόνες καταγωγής οι οποίοι περιλαμβάνουν, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, κανόνα καταγωγής που αναφέρεται στην παράγραφο 1, και δεν ενημερώνουν σχετικά τη γραμματεία, δημοσιεύουν σχετική ανακοίνωση 60 τουλάχιστον ημέρες πριν από τη θέση σε ισχύ του τροποποιημένου ή νέου κανόνα, έτσι ώστε τα ενδιαφερόμενα μέρη να είναι σε θέση να γνωρίζουν την πρόθεση τροποποίησης ή θέσπισης νέου κανόνα καταγωγής, εντός αν υπάρχουν ή ενδέχεται να υπάρξουν εξαιρετικές περιστά εις για κάποιο μέλος. Σ' αυτές τις εξαιρετικές περιπτώσεις, τα μέλη δημοσιεύουν τον τροποποιημένο ή το νέο κανόνα το ταχύτερο δυνατό.

Άρθρο 6

Επανεξέταση

1.  
Η επιτροπή επανεξετάζει ετησίως την εφαρμογή και τη λειτουργία των μερών II και III της παρούσας συμφωνίας, όσον αφορά τους στόχους της. Η επιτροπή ενημερώνει ετησίως το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών για τις εξελίξεις κατά την περίοδο που καλύπτει η εν λόγω επανεξέταση.
2.  
Η επιτροπή επανεξετάζει τις διατάξεις των μερών I, II και III και προτείνει τις τροποποιήσεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωση με τα αποτελέσματα του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση.
3.  
Η επιτροπή, σε συνεργασία με την τεχνική επιτροπή, καθορίζει μηχανισμό για την εξέταση και την πρόταση τροποποιήσεων του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους και τις αρχές που περιλαμβάνονται στο άρθρο 9. Πιθανόν να πρόκειται για περιπτώσεις όπου οι κανόνες χρειάζεται να γίνουν περισσότερο λειτουργικοί ή να προσαρμοστούν ώστε να λάβουν υπόψη τις νέες μεθόδους παραγωγής όπως αυτές επηρεάζονται από οποιαδήποτε τεχνολογική αλλαγή.

Άρθρο 7

Διαβουλεύσεις

Οι διατάξεις του άρθρου XXII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και ισχύουν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών, εφαρμόζονται στην παρούσα συμφωνία.

Άρθρο 8

Επίλυση των διαφορών

Οι διατάξεις του άρθρου XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και ισχύουν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών, εφαρμόζονται στην παρούσα συμφωνία.



ΜΕΡΟΣ IV

ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

Άρθρο 9

Στόχοι και αρχές

1.  

Έχοντας ως στόχο την εναρμόνιση των κανόνων καταγωγής και, μεταξύ άλλων, την εξασφάλιση μεγαλύτερης βεβαιότητας κατά τη διεξαγωγή του παγκόσμιου εμπορίου, η υπουργική συνδιάσκεψη εκτελεί από κοινού με το ΣΤΣ το πρόγραμμα εργασίας με βάση τις παρακάτω αρχές:

α) 

οι κανόνες καταγωγής είναι ανάγκη να εφαρμόζονται με τον ίδιο τρόπο για όλους τους σκοπούς που παρατίθενται στο άρθρο 1·

β) 

οι κανόνες καταγωγής απαιτείται να προβλέπουν ότι η χώρα που ορίζεται ως χώρα καταγωγής κάποιου συγκεκριμένου προϊόντος είναι αυτή στην οποία παράγεται πλήρως το εμπόρευμα ή, σε περίπτωση που στην παραγωγή του συμμετέχουν περισσότερες της μίας χώρες, αυτή στην οποία πραγματοποιείται η τελευταία ουσιαστική μεταποίηση·

γ) 

οι κανόνες καταγωγής επιβάλλεται να είναι αντικειμενικοί, κατανοητοί και ευπρόβλεπτοι·

δ) 

παρά το μέτρο ή την πράξη προς την οποία συνδέονται, οι κανόνες καταγωής δεν χρησιμεύουν ως μέσα άμεσης ή έμμεσης επιδίωξης εμπορικών στόχων. Αυτοί δεν επιφέρουν από μόνοι τους περιορισμούς, στρεβλώσεις ή διακοπές του διεθνούς εμπορίου. Δεν επιβάλλουν αδικαιολόγητα αυστηρές απαιτήσεις ούτε απαιτούν την πλήρωση προϋποθέσεων που δεν συνδέονται με την κατασκευή ή τη μεταποίηση για τον καθορισμό της χώρας καταγωγής. Ωστόσο, το κόστος που δεν συνδέεται αμέσως με την κατασκευή ή τη μεταποίηση μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή κριτηρίου ποσοστού κατ' αξία·

ε) 

οι κανόνες καταγωγής εφαρμόζονται με τρόπο συνεπή, ομοιόμορφο, αντικειμενικό και λογικό·

στ) 

οι κανόνες καταγωγής απαιτείται να έχουν συνοχή·

ζ) 

οι κανόνες καταγωγής είναι ανάγκη να βασίζονται σε θετικά κριτήρια. Τα αρνητικά κριτήρια επιτρέπονται μόνον όταν πρόκειται να διευκρινίσουν θετικό κριτήριο.

Πρόγραμμα εργασίας

2.  
α) 

Το πρόγραμμα εργασίας θα αρχίσει να εφαρμόζεται αμέσως μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και θα ολοκληρωθεί εντός τριών ετών από την έναρξη εφαρμογής του.

β) 

Η επιτροπή και η τεχνική επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 4 είναι τα κατάλληλα όργανα για να φέρουν σε πέρας αυτό το έργο.

γ) 

Για να υπάρξει εκτεταμένη συμμετοχή του ΣΤΣ σ' αυτές τις εργασίες, η επιτροπή ζητεί από την τεχνική επιτροπή να της κοινοποιήσει τις ερμηνείες και τις γνώμες της που απορρέουν από τις εργασίες που περιγράφονται παρακάτω, βάσει των αρχών που περιλαμβάνονται στην παράγραφο 1. Για να εξασφαλιστεί η έγκαιρη ολοκλήρωση του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση, η εργασία αυτή είναι ανάγκη να διενεργηθεί με βάση τους τομείς προϊόντων, όπως αυτοί εμφανίζονται στα διάφορα κεφάλαια ή τμήματα της ονοματολογίας του εναρμονισμένου συστήματος (ΕΣ).

i) 

Πλήρως παραχθέντα προϊόντα και ελάχιστες εργασίες ή μεταποιήσεις

Η τεχνική επιτροπή εξασφαλίζει εναρμονισμένους ορισμούς όσον αφορά:

— 
τα εμπορεύματα, τα οποία πρέπει να θεωρούνται ως παραχθέντα πλήρως σε κάποια χώρα. Η εργασία αυτή χρειάζεται να είναι όσο το δυνατό λεπτομερέστερη,
— 
τις ελάχιστες εργασίες ή επεξεργασίες, οι οποίες δεν προσδίδουν από μόνες τους την καταγωγή στα εμπορεύματα.

Τα αποτελέσματα αυτής της εργασίας υποβάλλονται στην επιτροπή εντός τριών μηνών από την παραλαβή της σχετικής αίτησης της επιτροπής.

ii) 

Ουσιαστική μεταποίηση — Μεταβολή της δασμολογικής κατάταξης

— 
Η τεχνική επιτροπή εξετάζει και μελετά, με βάση το κριτήριο της ουσιαστικής μεταποίησης, τη δυνατότητα χρησιμοποίησης της έννοιας της αλλαγής δασμολογικής διάκρισης ή κλάσης κατά την επεξεργασία κανόνων καταγωγής για συγκεκριμένα προϊόντα ή τομέα προϊόντων και, ενδεχομένως, της ελάχιστης αλλαγής στο πλαίσιο της ονοματολογίας, η οποία ανταποκρίνεται σ' αυτό το κριτήριο. Η τεχνική επιτροπή κατανέμει την προαναφερθείσα εργασία κατά τομείς προϊόντων λαμβάνοντας υπόψη τα κεφάλαια ή τα τμήματα της ονοματολογίας του ΕΣ, έτσι ώστε να υποβάλλει τα αποτελέσματα της εργασίας αυτής στην επιτροπή κάθε τρεις μήνες τουλάχιστον. Η τεχνική επιτροπή ολοκληρώνει την εργασία αυτή εντός ενός έτους και τριών μηνών από την παραλαβή της σχετικής αίτησης της επιτροπής.
iii) 

Ουσιαστική μεταποίηση — Συμπληρωματικά κριτήρια

Μόλις ολοκληρωθεί η εργασία που αναφέρεται στην περίπτωση ii) για κάθε τομέα προϊόντων ή κατηγορία μεμονωμένου προϊόντος, όταν η αποκλειστική χρησιμοποίηση της ονοματολογίας του ΕΣ δεν επιτρέπει να υποστηριχθεί ότι πραγματοποιήθηκε ουσιαστική μεταποίηση, η τεχνική επιτροπή:

— 
εξετάζει και επεξεργάζεται, βάσει του κριτηρίου της ουσιαστικής μεταποίησης, τη δυνατότητα χρησιμοποίησης, αποκλειστικά ή συμπληρωματικά, άλλων κριτηρίων, συμπεριλαμβανομένων ποσοστών κατ' αξία ( 61 ) ή/και εργασιών κατασκευής ή μεταποίησης ( 62 ), κατά την επεξεργασία των κανόνων καταγωγής για συγκεκριμένα προϊόντα ή τομέα προϊόντων,
— 
έχει την ευχέρεια να παρέχει διευκρινίσεις όσον αφορά τις προτάσεις της,
— 
χωρίζει τις παραπάνω εργασίες με βάση τα προϊόντα λαμβάνοντας υπόψη τα κεφάλαια ή τα τμήματα της ονοματολογίας του ΕΣ, με σκοπό την υποβολή των αποτελεσμάτων των εργασιών της στην επιτροπή τουλάχιστον ανά τρίμηνο. Η τεχνική επιτροπή ολοκληρώνει την προαναφερθείσα εργασία εντός δύο ετών και τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης της επιτροπής.

Ρόλος της επιτροπής

3.  

Με βάση τις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1:

α) 

η επιτροπή εξετάζει τις ερμηνείες και τις γνώμες της τεχνικής επιτροπής σε περιοδική βάση σύμφωνα με τα χρονοδιαγράμματα που παρέχονται στην παράγραφο 2, στοιχείο γ), περιπτώσεις i), ii) και iii) με σκοπό την υιοθέτηση αυτών των ερμηνειών και γνωμών. Η επιτροπή έχει την ευχέρεια να ζητεί από την τεχνική επιτροπή να επεξεργαστεί περισσότερο τα αποτελέσματα των εργασιών της ή/και να αναπτύξει νέες προσεγγίσεις. Για να βοηθήσει την τεχνική επιτροπή, η επιτροπή θα ήταν σκόπιμο να γνωστοποιεί τους λόγους για τους οποίους ζητεί συμπληρωματικές εργασίες και, ενδεχομένως, να προτείνει εναλλακτικές λύσεις·

β) 

μετά την ολοκλήρωση των εργασιών, που αναφέρονται στην παράγραφο 2, στοιχείο γ), περιπτώσεις i), ii) και iii), η επιτροπή εξετάζει τη γενική συνοχή των αποτελεσμάτων.

Αποτελέσματα του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση και παρεπόμενες εργασίες

4.  
Η υπουργική συνδιάσκεψη διατυπώνει τα αποτελέσματα του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση σε παράρτημα που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας ( 63 ). Η υπουργική συνδιάσκεψη καθορίζει χρονοδιάγραμμα για τη θέση σε ισχύ του εν λόγω παραρτήματος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΝΟΝΩΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

Αρμοδιότητες

1. Οι αρμοδιότητες της τεχνικής επιτροπής περιλαμβάνουν τα εξής:

α) 

μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους της τεχνικής επιτροπής, την εξέταση ειδικών τεχνικών προβλημάτων που προκύπτουν από την καθημερινή εφαρμογή των κανόνων καταγωγής των μελών και την έκδοση γνώμης συμβουλευτικού χαρακτήρα, όσον αφορά τις κατάλληλες λύσεις που βασίζονται επί των γνωστοποιούμενων γεγονότων·

β) 

την παροχή πληροφοριών και συμβουλών επί οποιουδήποτε θέματος για τον προσδιορισμό της καταγωγής των εμπορευμάτων που είναι δυνατό να ζητεί οποιοδήποτε μέλος της επιτροπής·

γ) 

την εκπόνηση και την κοινοποίηση περιοδικών εκθέσεων για τις τεχνικές πτυχές της λειτουργίας και του καθεστώτος της παρούσας συμφωνίας· και

δ) 

την ετήσια επανεξέταση των τεχνικών πτυχών της εφαρμογής και της λειτουργίας των μερών II και III.

2. Η τεχνική επιτροπή ασκεί επίσης τις αρμοδιότητες που της αναθέτει ενδεχομένως η επιτροπή.

3. Η τεχνική επιτροπή προσπαθεί να ολοκληρώσει, σε λογικά σύντομο χρονικό διάστημα, τις εργασίες της επί ειδικών θεμάτων, ιδίως εκείνων που φέρονται ενώπιόν της από τα μέλη της ή την επιτροπή.

Εκπροσώπηση

4. Κάθε μέλος έχει το δικαίωμα να εκπροσωπείται στην τεχνική επιτροπή. Κάθε μέλος μπορεί να ορίζει έναν τακτικό αντιπρόσωπο και έναν ή περισσότερους αναπληρωματικούς αντιπροσώπους για να το εκπροσωπούν στην τεχνική επιτροπή. Το μέλος του εκπροσωπείται κατ' αυτόν τον τρόπο στην τεχνική επιτροπή καλείται στο εξής «μέλος» της τεχνικής επιτροπής. Οι αντιπρόσωποι των μελών της τεχνικής επιτροπής είναι δυνατό να συνοδεύονται από συμβούλους κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων της τεχνικής επιτροπής. Η γραμματεία του ΠΟΕ μπορεί επίσης να παρακολουθεί τις συνεδριάσεις αυτές ως παρατηρητής.

5. Τα μέλη του ΣΤΣ τα οποία δεν αποτελούν μέλη του ΠΟΕ είναι δυνατό να εκπροσωπούνται στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής από έναν τακτικό αντιπρόσωπο και έναν ή περισσότερους αναπληρωματικούς αντιπροσώπους. Οι αντιπρόσωποι αυτοί παρακολουθούν τις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής ως παρατηρητές.

6. Υπό την προϋπόθεση της έγκρισης εκ μέρους του πρόεδρου της τεχνικής επιτροπής, ο γενικός γραμματέας του ΣΤΣ (αποκαλούμενος εφεξής «ο γενικός γραμματέας») έχει την ευχέρεια να καλεί εκπροσώπους των κυβερνήσεων που δεν αποτελούν μέλη του ΠΟΕ ούτε μέλη του ΣΤΣ και εκπροσώπους διεθνών δημοσίων και εμπορικών οργανισμών να συμμετάσχουν στην τεχνική επιτροπή ως παρατηρητές.

7. Ο ορισμός αντιπροσώπων, αναπληρωματικών αντιπροσώπων και συμβούλων που συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής ανακοινώνεται στο γενικό γραμματέα.

Συνεδριάσεις

8. Η τεχνική επιτροπή συνεδριάζει όταν χρειάζεται, τουλάχιστον όμως μία φορά το έτος.

Διαδικασίες

9. Η τεχνική επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της και θεσπίζει τις διαδικασίες της.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΤΙΜΗΣΙΑΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

1. Αναγνωρίζοντας ότι ορισμένα μέλη εφαρμόζουν προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής, διαφορετικούς από τους μη προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής, τα μέλη συμφωνούν τα ακόλουθα.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας κοινής δήλωσης, οι προτιμησιακοί κανόνες καταγωγής θεωρούνται ως νόμοι, κανονισμοί και διοικητικές ρυθμίσεις γενικής εφαρμογής, που ισχύουν σε κάθε μέλος και ορίζουν αν τα εμπορεύματα δύνανται να υπάγονται σε προτιμησιακή μεταχείριση στο πλαίσιο συμβατικών ή αυτόνομων εμπορικών καθεστώτων, που οδηγούν στην παραχώρηση δασμολογικών προτιμήσεων, οι οποίες επεκτείνονται πέραν της εφαρμογής του άρθρου I, παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994.

3. Τα μέλη συμφωνούν να διασφαλίζουν ότι:

α) 

όταν εκδίδουν διοικητικές ρυθμίσεις γενικής εφαρμογής, οι προϋποθέσεις που απαιτείται να πληρούνται καθορίζονται σαφώς. Ιδίως:

i) 

σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο μεταβολής της δασμολογικής κατάταξης, ένας τέτοιος προτιμησιακός κανόνας καταγωγής και κάθε εξαίρεση του κανόνα αυτού, απαιτείται να καθορίζει σαφώς τις διακρίσεις ή τις κλάσεις της δασμολογικής ονοματολογίας, τις οποίες αφορά ο κανόνας·

ii) 

σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο του κατ' αξία ποσοστού, η μέθοδος υπολογισμού του εν λόγω ποσοστού αναφέρεται επίσης στους κανόνες καταγωγής·

iii) 

σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο των εργασιών κατασκευής ή μεταποίησης, η εργασία που προσδίδει την προτιμησιακή καταγωγή ορίζεται σαφώς·

β) 

οι προτιμησιακοί κανόνες καταγωγής τους βασίζονται σε θετικό κριτήριο. Οι προτιμησιακοί κανόνες καταγωγής που ορίζουν τι δεν προσδίδει την καταγωγή (αρνητικό κριτήριο) επιτρέπονται μόνον στο πλαίσιο διευκρίνισης θετικού κριτηρίου ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όταν δεν είναι αναγκαίος ο θετικός προσδιορισμός της προτιμησιακής καταγωγής·

γ) 

οι νόμοι τους, κανονισμοί, δικαστικές και διοικητικές αποφάσεις γενικής εφαρμογής που έχουν σχέση με προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής δημοσιεύονται σαν να υπέκειντο στις διατάξεις του άρθρου Χ, παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994, και σύμφωνα με αυτές·

δ) 

μετά από αίτηση εξαγωγέα, εισαγωγέα ή άλλου νομιμοποιούμενου προσώπου, οι εκτιμήσεις όσον αφορά την προτιμησιακή καταγωγή παρέχονται το ταχύτερο δυνατό και οπωσδήποτε όχι αργότερα από 150 ημέρες ( 64 ) μετά την αίτηση για τέτοια εκτίμηση υπό την προϋπόθεση ότι έχουν προσκομιστεί όλα τα αναγκαία στοιχεία. Οι αιτήσεις για τις εκτιμήσεις αυτές υποβάλλονται προτού αρχίσει το εμπόριο του σχετικού εμπορεύματος και είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτές σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρονικό σημείο. Οι εκτιμήσεις αυτές εξακολουθούν να ισχύουν επί τρία έτη υπό τον όρο ότι τα πραγματικά περιστατικά και οι συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των προτιμησιακών κανόνων καταγωγής, που αποτέλεσαν τη βάση για τη διαμόρφωσή τους παραμένουν σε συγκρίσιμα επίπεδα. Εφαόσον ενημερωθούν εγκαίρως τα ενδιαφερόμενα μέρη οι εκτιμήσεις αυτές παύουν να ισχύουν μόλις εκδοθεί απόφαση αντίθετη προς αυτές στο πλαίσιο επανεξέτασης σύμφωνα με τό στοιχείο (στ). Οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις δημοσιεύονται με την επιφύλαξη των διατάξεων του στοιχείου (ζ),

ε) 

όταν οι κανόνες καταγωγής τροποποιούνται ή όταν θεσπίζονται νέοι κανόνες καταγωγής, αυτά δεν τους εφαρμόζουν αναδρομικά όπως ορίζεται στους νόμους και τις κανονιστικές τους διατάξεις και με την επιφύλαξη αυτών,

στ) 

κάθε δράση διοικητικής μορφής την οποία αναλαμβάνουν σε σχέση με τον καθορισμό της προτιμησιακής καταγωγής επανεξετάζεται αμέσως από τα τακτικά, διαιτητικά ή διοικητικά δικαστήρια ή διαδικασίες, ανεξάρτητα από τη φύση της αρχής που πραγματοποιεί αυτόν τον καθορισμό, με ενδεχόμενο την τροποποίηση ή την ανατροπή του καθορισμού,

ζ) 

όλες οι πληροφορίες οι οποίες είναι εκ φύσεως εμπιστευτικές ή παρέχονται εμπιστευτικά για την εφαρμογή των προτψησιακών κανόνων καταγωγής θεωρούνται αυστηρά εμπιστευτικές από τις σχετικές αρχές, οι οποίες υποχρεούνται να μην τις διαδίδουν χωρίς τη συγκεκριμένη άδεια του προσώπου ή της κυβέρνησης που τις παρέσχε, εκτός αν αναγκάζονται να το πράξουν στο πλαίσιο δικαστικής εξέτασης.

4. Τα μέλη συμφωνούν να παρέχουν αμέσως στη Γραμματεία τους προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής, συμπεριλαμβάνομένης κατάστασης των προτψησιακών διευθετήσεων στις οποίες αυτοί εφαρμόζονται, και τις δικαστικές και τις διοικητικές αποφάσεις γενικής εφαρμογής που συνδέονται με τους προτιμησιακούς τους κανόνες καταγωγής που ισχύουν κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ έναντι του ενδιαφερομένου μέλους. Ακόμη, τα μέλη συμφωνούν να γνωστοποιούν κάθε τροποποίηση των προτψησιακών τους κανόνων καταγωγής ή τους νέους προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής το ταχύτερο δυνατό στη Γραμματεία. Οι καταστάσεις με τις πληροφορίες που λαμβάνονται και είναι διαθέσιμες στη Γραμματεία διαβιβάζονται από αυτή στα μέλη.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΑΔΕΙΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

Έχοντας υπόψη τις πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις,

Επιθυμώντας να προωθήσουν τους στόχους της GΑΤΤ του 1994,

Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εμπορικές, αναπτυξιακές και χρηματοδοτικές ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών,

Αναγνωρίζοντας ότι η αυτόματη έκδοση αδειών εισαγωγής είναι χρήσιμη για ορισμένους σκοπούς και ότι δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για τον περιορισμό του εμπορίου,

Αναγνωρίζοντας ότι οι άδειες εισαγωγής είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή μέτρων όπως εκείνα που λαμβάνονται βάσει των σχετικών διατάξεων της GΑΤΤ του 1994,

Αναγνωρίζοντας ότι οι διατάξεις της GΑΤΤ του 1994 εφαρμόζονται στις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής,

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν ότι οι διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής δεν εφαρμόζονται κατά τρόπο που να αντιβαίνει στις αρχές και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την GΑΤΤ του 1994,

Αναγνωρίζοντας ότι η ακατάλληλη χρήση των διαδικασιών έκδοσης αδειών εισαγωγής μπορεί να εμποδίζει τη ροή του διεθνούς εμπορίου,

Με την πεποίθηση ότι η έκδοση αδειών εισαγωγής, ιδίως η μη αυτόματη έκδοση αδειών εισαγωγής είναι ανάγκη να πραγματοποιείται με διαφανή και ευπρόβλεπτο τρόπο,

Αναγνωρίζοντας ότι οι διαδικασίες μη αυτόματης έκδοσης αδειών εισαγωγής δεν επιτρέπεται να δημιουργούν διοικητικά βάρη μεγαλύτερα από αυτά που είναι απολύτως αναγκαία για την εφαρμογή του αντίστοιχου μέτρου,

Επιθυμώντας να απλουστεύσουν και να καταστήσουν διαφανείς τις δοικητικές διαδικασίες και πρακτικές που εφαρμόζονται στο διεθνές εμπόριο καθώς και να διασφαλίσουν τη δίκαιη και θεμιτή εφαρμογή και διαχείριση τέτοιων διαδικασιών και πρακτικών,

Επιθυμώντας να εξασφαλίσουν ένα μηχανισμό διαβουλεύσεων και την ταχεία, αποτελεσματική και δίκαιη επίλυση των διαφορών που δημιουργούνται στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



Άρθρο 1

Γενικές διατάξεις

1.  
Για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, οι διατυπώσεις έκδοσης αδειών εισαγωγής ορίζονται ως διοικητικές διαδικασίες ( 65 ), που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή των καθεστώτων έκδοσης αδειών εισαγωγής, τα οποία ορίζουν ως προκαταρκτική προϋπόθεση της εισαγωγής στο τελωνειακό έδαφος του μέλους εισαγωγής την υποβολή στο αρμόδιο διοικητικό όργανο αίτησης ή άλλου εγγράφου (διαφορετικού από αυτά που απαιτούνται για τελωνειακούς σκοπούς).
2.  
Τα μέλη διασφαλίζουν ότι οι διοικητικές διαδικασίες, που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή των καθεστώτων έκδοσης αδειών εισαγωγής, είναι σύμφωνες προς τις σχετικές διατάξεις της GΑΤΤ του 1994, των παραρτημάτων της και των πρωτοκόλλων της, όπως ερμηνεύονται από την παρούσα συμφωνία, για να εμποδίζονται οι στρεβλώσεις του εμπορίου, οι οποίες ενδέχεται να προκύψουν από ακατάλληλη εφαρμογή των διαδικασιών αυτών, λαμβανομένων υπόψη των στόχων της οικονομικής ανάπτυξης και των χρηματοδοτικών και εμπορικών αναγκών των αναπτυσσομένων χωρών μελών ( 66 ).
3.  
Οι κανόνες που ισχύουν για τις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής είναι ουδέτεροι στην εφαρμογή τους και εφαρμόζονται με ισότητα και δικαιοσύνη.
4.  
α) 

Οι κανόνες και όλες οι πληροφορίες που αφορούν τις διαδικασίες υποβολής των αιτήσεων, περιλαμβανομένων των όρων υπό τους οποίους πρόσωπα, επιχειρήσεις ή οργανισμοί νομιμοποιούνται να υποβάλλουν τέτοιες αιτήσεις, το αρμόδιο διοικητικό όργανο καθώς και οι κατάλογοι των προϊόντων που υπόκεινται σε καθεστώς άδειας εισαγωγής, δημοσιεύονται κατά τρόπο που γνωστοποιείται στην Επιτροπή Έκδοσης Αδειών Εισαγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 4 (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία «η επιτροπή»), έτσι ώστε να επιτρέπεται στις κυβερνήσεις ( 67 ) και τους εμπόρους να ενημερώνονται σχετικά. Η δημοσίευση αυτή πραγματοποιείται όταν υπάρχει σχετική δυνατότητα στην πράξη, 21 ημέρες πριν από την πραγματική ημερομηνία αυτής της απαίτησης αλλά εν πάση περιπτώσει όχι αργότερα από την ημερομηνία αυτή. Κάθε εξαίρεση, παρέκκλιση ή τροποποίηση των κανόνων έκδοσης αδιεών ή της κατάστασης των προϊόντων που υποβάλλονται σε άδειες εισαγωγής δημοσιεύονται επίσης κατά τον ίδιο τρόπο και εντός των ίδιων προθεσμιών που αναφέρονται παραπάνω. Αντίγραφα των δημοσιευμάτων αυτών απαιτείται επίσης να τίθενται στη διάθεση της Γραμματείας.

β) 

Στα μέλη που επιθυμούν να διατυπώσουν σχόλια εγγράφως παρέχεται η ευκαιρία, μετά από σχετική αίτηση, να συζητήσουν τα εν λόγω σχόλια. Το ενδιαφερόμενο μέλος παρέχει τη δέουσα προσοχή στα σχόλια αυτά καθώς και στα αποτελέσματα της συζήτησης.

5.  
Τα έντυπα αίτησης και, όπου υπάρχει τέτοια περίπτωση, τα έντυπα ανανέωσης είναι όσο το δυνατό πιο απλά. Τα έγγραφα και οι πληροφορίες που κρίνονται απολύτως αναγκαία για την καλή λειτουργία του καθεστώτος έκδοσης αδειών είναι δυνατό να ζητούνται με σχετική αίτηση.
6.  
Οι διαδικασίες υποβολής της αίτησης και, όπου υπάρχει τέτοια περίπτωση, της ανανέωσης είναι όσο το δυνατό πιο απλες. Παρέχεται στους αιτούντες εύλογη προθεσμία για την υποβολή των αιτήσεων προς έκδοση άδειας. Όταν υπάρχει ημερομηνία λήξης, η προθεσμία αυτή ανέρχεται σε 21 τουλάχιστον ημέρες με δυνατότητα παράτασης σε περιπτώσεις κατά τις οποίες παραλήφθηκε μικρός αριθμός αιτήσεων εντός της ταχθείσας περιόδου. Οι αιτούντες απευθύνονται σε ένα μόνο διοικητικό όργανο για την αίτηση. Όταν είναι απολύτως απαραίτητο οι αιτούντες να απευθύνονται σε περισσότερα του ενός διοικητικά όργανα, αυτοί δεν χρειάζεται να απευθύνονται σε περισσότερα από τρία διοικητικά όργανα.
7.  
Καμία αίτηση δεν απορρίπτεται λόγω ύπαρξης ασήμαντων σφαλμάτων στην τεκμηρίωση, τα οποία δεν αλλοιώνουν τις βασικές πληροφορίες που περιέχονται σ' αυτή. Για τις παραλείψεις ή τα σφάλματα στα έγγραφα ή τις διαδικασίες, που είναι προφανές ότι πραγματοποιήθηκαν χωρίς να υπάρχει δόλος ή σοβαρή αμέλεια, δεν επιβάλλεται πρόστιμο μεγαλύτερο από το αναγκαίο ποσό που θα χρησίμευε ως απλή προειδοποίηση.
8.  
Οι εισαγωγές εμπορευμάτων που συνοδεύονται από σχετική άδεια δεν είναι δυνατό να απογορεύονται λόγω ασήμαντων διακυμάνσεων της αξίας, της ποσότητας ή του βάρους σε σχέση με τα στοιχεία της άδειας λόγω διαφορών που προκύπτουν κατά τη μεταφορά, που δημιουργούνται από τη φόρτωση εμπορευμάτων χύμα ή άλλων ασήμαντων διαφορών που συμβιβάζονται με τη συνήθη εμπορική πρακτική.
9.  
Τα αναγκαία ποσά συναλλάγματος για το διακανονισμό των εισαγωγών που υποβάλλονται σε καθεστώς άδειας τίθενται στη διάθεση των κατόχων των αδειών κατά τον ίδιο τρόπο με εκείνον που ισχύει για τους εισαγωγείς εμπορευμάτων για τα οποία δεν απαιτείται άδεια εισαγωγής.
10.  
Όσον αφορά τις εξαιρέσεις για λόγους ασφαλείας, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου XXI της GΑΤΤ του 1994.
11.  
Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν υποχρεώνουν τα μέλη να αποκαλύπτουν εμπιστευτικές πληροφορίες, η γνωστοποίηση των οποίων θα δημιουργούσε εμπoδια στην εφαρμογή των νόμων, θα ήταν αντίθετη στο δημόσιο συμφέρον ή θα ζημίωνε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων δημοσίων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Άρθρο 2

Αυτόματη έκδοση αδειών εισαγωγής ( 68 )

1.  
Αυτόματη έκδοση αδειών εισαγωγής υπάρχει όταν η έγκριση της αίτησης είναι εξασφαλισμένη σε όλες τις περιπτώσεις και πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 στοιχείο α).
2.  

Οι παρακάτω διατάξεις ( 69 ) εφαρμόζονται, μαζί με τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφοι 1 έως 11 και της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, στις διαδικασίες αυτόματης έκδοσης αδειών εισαγωγής:

α) 

η εφαρμογή των διαδικασιών αυτόματης έκδοσης αδειών πραγματοποιείται με τέτοιον. τρόπο ώστε να μην επιβάλλει περιορισμούς στις εισαγωγές που υπόκεινται σε διαδικασίες αυτόματης έκδοσης αδειών εισαγωγής. Οι διαδικασίες αυτόματης έκδοσης αδειών είναι δυνατό να έχουν περιοριστικά αποτελέσματα για το εμπόριο εκτός αν, μεταξύ άλλων:

i) 

κάθε πρόσωπο, επίχειρηση ή οργανισμός, που πληροί τις νόμιμες προϋποθέσεις που επιβάλλει το μέλος εισαγωγής για τη διενέργεια πράξεων εισαγωγής που αφορούν προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε αυτόματη έκδοση αδειών, νομιμοποιούνται εξίσου να ζητήσουν και να λάβουν άδειες εισαγωγής,

ii) 

οι αιτήσεις για χορήγηση αδειών είναι δυνατό να υποβάλλονται οποιαδήποτε εργάσιμη ημέρα πριν από τον εκτελωνισμό των εμπορευμάτων,

iii) 

οι αιτήσεις για έκδοση αδειών που υποβάλλονται σωστά και με όλους τους τύπους εγκρίνονται αμέσως μόλις παραληφθούν, εφόσον αυτό είναι διοικητικά δυνατό, αλλιώς εντός προθεσμίας δέκα εργασίμων ημερών το αργότερο·

β) 

τα μέλη αναγνωρίζουν ότι η αυτόματη έκδοση αδειών είναι δυνατό να είναι αναγκαία, όταν δεν υφίστανται άλλες κατάλληλες διαδικασίες. Η αυτόματη έκδοση αδειών μπορεί να συνεχίζεται εφόσον εξακολουθούν να ισχύουν οι περιστάσεις, οι οποίες οδήγησαν στη θέσπισή της ή εφόσον οι σκοποί της διοίκησης οι οποίοι αποτέλεσαν την αφορμή για τη θέσπισή της δεν είναι δυνατό να επιτευχθούν κατά προσφορότερο τρόπο.

Άρθρο 3

Μη αυτόματη έκδοση αδειών εισαγωγής

1.  
Οι παρακάτω διατάξεις εφαρμόζονται, ταυτόχρονα με αυτές του άρθρου 1 παράγραφοι 1 έως 11, στις διαδικασίες μη αυτόματης έκδοσης αδειών εισαγωγής. Οι διαδικασίες μη αυτόματης έκδοσης αδειών εισαγωγής καθορίζονται ως διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής που δεν εμπίπτουν στον ορισμό που περιέχεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1.
2.  
Η μη αυτόματη έκδοση αδειών απαγορεύεται να ασκεί στο εισαγωγικό εμπόριο περιορισμούς ή στρεβλώσεις πέραν των αποτελεσμάτων που προκαλούνται από την επιβολή του περιορισμού. Οι διαδικασίες μη αυτόματης έκδοσης αδειών αντιστοιχούν ως προς το πεδίο εφαρμογής και τη διάρκεια ισχύος στο μέτρο στην επιβολή του οποίου αποβλέπουν και πρέπει να απαιτούν τη διοικητική επιβάρυνση που είναι απολύτως αναγκαία για την εφαρμογή του μέτρου.
3.  
Στην περίπτωση που απαιτούνται διατυπώσεις έκδοσης αδειών για σκοπούς άλλους από την εφαρμογή ποσοτικών περιορισμών, τα μέλη παρέχουν επαρκείς πληροφορίες στα λοιπά μέλη και στους εμπόρους, ώστε να επιτυγχάνεται ενημέρωση αυτών, όσον αφορά τους λόγους χορήγησης ή/και κατανομής των αδειών.
4.  
Όταν κάποιο μέλος παρέχει τη δυνατότητα σε πρόσωπα, επιχειρήσεις ή όργανα να ζητούν την παραχώρηση εξαιρέσεων ή παρεκκλίσεων όσον αφορά τις διατυπώσεις έκδοσης αδειών, αναφέρει το γεγονός αυτό στις πληροφορίες που παρέχει στο πλαίσιο του άρθρου 1 παράγραφος 4, καθορίζοντας τον τρόπο με τον οποίο διατυπώνεται το σχετικό αίτημα και, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, τις συνθήκες υπό τις οποίες γίνεται η εξέταση των εν λόγω αιτήσεων.
5.  
α) 

Τα μέλη παρέχουν, μετά από σχετική αίτηση οποιουδήποτε μέλους το οποίο ενδιαφέρεται για το εμπόριο του σχετικού προϊόντος, όλες τις σχετικές πληροφορίες για:

i) 

την εφαρμογή των περιορισμών

ii) 

τις άδειες εισαγωγής που χορηγήθηκαν κατά τη διάρκεια μιας πρόσφατης περιόδου·

iii) 

την κατανομή των αδειών αυτών μεταξύ των προμηθευτριών χωρών

iv) 

όταν αυτό είναι πρακτικά δυνατό, στατιστικά στοιχεία για τις εισαγωγές (όσον αφορά την αξία ή/και τον όγκο) όσον αφορά τα προϊόντα για τα οποία απαιτείται η έκδοση άδειας εισαγωγής. Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη δεν υποχρεούνται να αναλάβουν πρόσθετα διοικητικά ή δημοσιονομικά βάρη σχετικά με το θέμα αυτό.

β) 

Τα μέλη που εφαρμόζουν ποσοστώσεις με σύστημα αδειών δημοσιεύουν τη συνολική ποσότητα ή/και αξία των ποσοστώσεων που εφαρμόζουν, τις ημερομηνίες ανοίγματος και κλεισίματος και κάθε τροποποίηση που αναφέρεται σ' αυτές, εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 και με τέτοιο τρόπο ώστε οι κυβερνήσεις και οι έμποροι να ενημερώνονται σχετικά·

γ) 

Στην περίπτωση ποσοστώσεων που έχουν κατανεμηθεί μεταξύ των προμηθευτριών χωρών, το μέλος που εφαρμόζει τον περιορισμό ενημερώνει το συντομότερο δυνατό όλα τα λοιπά μέρη που ενδιαφέρονται να προμηθεύσουν το εν λόγω προϊόν για τα μερίδια της ποσόστωσης που κατανέμονται για την τρέχουσα περίοδο, σε ποσότητα ή σε αξία, στις διάφορες προμηθεύτριες χώρες και ανακοινώνει όλες τις χρήσιμες για το θέμα αυτό πληροφορίες, εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 και με τέτοιο τρόπο, ώστε οι κυβερνήσεις και οι έμποροι να ενημερώνονται σχετικά.

δ) 

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες απαιτείται η πρόβλεψη για άνοιγμα, το ταχύτερο δυνατό, ποσόστωσης, οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 επιβάλλεται να δημοσιεύονται εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 και με τέτοιο τρόπο ώστε οι κυβερνήσεις και οι έμποροι να ενημερώνονται σχετικά.

ε) 

Κάθε πρόσωπο, επιχείρηση ή όργανο που πληροί τις νόμιμες και διοικητικές προϋποθέσεις που επιβάλλει η χώρα εισαγωγής, νομιμοποιείται με ίσους όρους να υποβάλει αίτηση και να λαμβάνεται υπόψη κατά τη χορήγηση των αδειών. Αν κάποια αίτηση για έκδοση άδειας δεν εγκριθεί, ο αιτών μπορεί να ζητήσει να του ανακοινωθούν οι σχετικοί λόγοι και έχει δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή ή να ζητήσει επανεξέταση σύμφωνα με τη νομοθεσία ή τις εσωτερικές διαδικασίες του μέλους εισαγωγής.

στ) 

Ο χρόνος εξέτασης των αιτήσεων, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που αυτό είναι αδύνατο για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται το μέλος, δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες, εφόσον οι αιτήσεις εξετάζονται με βάση τη σειρά παραλαβής τους, δηλ. κατά προτεραιότητα, και τις 60 ημέρες, εφόσον θεωρείται ότι όλες οι αιτήσεις παραλήφθηκαν ταυτόχρονα. Στην τελευταία περίπτωση, ο χρόνος για την εξέταση των αιτήσεων θεωρείται ότι αρχίζει την ημερομηνία που ακολουθεί την ημερομηνία λήξης της ταχθείσας προθεσμίας για την υποβολή των αιτήσεων.

ζ) 

Η διάρκεια ισχύος των αδειών είναι εύλογη και όχι τόσο σύντομη ώστε να παρεμποδίζει τις εισαγωγές. Δεν εμποδίζει τις εισαγωγές εμπορευμάτων που προέρχονται από μεγάλες αποστάσεις, εκτός στις ειδικές περιπτώσεις που οι εισαγωγές είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων βραχυπρόθεσμων αναγκών.

η) 

Κατά τη διαχείριση των ποσοστώσεων, τα μέλη δεν εμποδίζουν την πραγματοποίηση των εισαγωγών σύμφωνα με τις άδειες που έχουν εκδοθεί, και δεν αποθαρρύνουν την πλήρη χρησιμοποίηση των ποσοστώσεων.

θ) 

Κατά την έκδοση των αδειών, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη ότι είναι επιθυμητό να εκδίδονται άδειες που να ανταποκρίνονται σε ποσότητα προϊόντων η οποία παρουσιάζει οικονομικό ενδιαφέρον.

ι) 

Κατά την κατανομή των αδειών, τα μέλη υπoχρεούνται να εξετάζουν τις επιδόσεις του αιτούντα όσον αφορά τις εισαγωγές. Εξετάζεται συγκεκριμένα αν οι άδειες που είχαν χορηγηθεί σε αιτούντες κατά το παρελθόν είχαν χρησιμοποιηθεί στο σύνολό τους κατά τη διάρκεια πρόσφατης αντιπροσωπευτικής περιόδου. Σε περιπτώσεις που οι άδειες δεν χρησιμοποιήθηκαν πλήρως, τα μέλη εξετάζουν τους λόγους που οδήγησαν σ' αυτό και τους λαμβάνουν υπόψη κατά την κατανομή νέων αδειών. Δίδεται επίσης προσοχή στην εξασφάλιση εύλογου αριθμού αδειών υπέρ των νέων εισαγωγέων, λαμβανομένης υπόψη της επιθυμίας έκδοσης αδειών για προϊόντα σε ποσότητες που παρουσιάζουν οικονομικό ενδιαφέρον. Δίδεται σχετικά ιδιαίτερη προσοχή στους εισαγωγείς που εισάγουν προϊόντα καταγωγής αναπτυσσομένων χωρών μελών και, ιδίως, λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.

κ) 

Στην περίπτωση ποσοστώσεων των οποίων η διαχείριση γίνεται με άδειες και οι οποίες δεν έχουν κατανεμηθεί μεταξύ προμηθευτριών χωρών, οι κάτοχοι αδειών ( 70 ) έχουν ελευθερία να επιλέγουν την προέλευση των εισαγόμενων προϊόντων. Στην περίπτωση ποσοστώσεων που έχουν κατανεμηθεί μεταξύ προμηθευτριών χωρών, η άδεια προβλέπει ρητά την ή τις χώρες προέλευσης.

λ) 

Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1 παράγραφος 8, οι μελλοντικές κατανομές αδειών είναι δυνατό να προσαρμόζονται για να συμψηφίζουν τις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν καθ' υπέρβαση ενός προηγούμενου επιπέδου αδειών.

Άρθρο 4

Όργανα

Δημιουργείται Επιτροπή Έκδοσης Αδειών Εισαγωγής αποτελούμενη από εκπροσώπους όλων των μελών. Η επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό και τον αντιπρόεδρό της και συνέρχεται όταν είναι αναγκαίο για να παρέχει στα μέλη τη δυνατότητα να διεξάγουν διαβουλεύσεις για κάθε θέμα σχετικά με τη λειτουργία της συμφωνίας και την επιδίωξη των στόχων της.

Άρθρο 5

Γνωστοποίηση

1.  
Τα μέλη τα οποία καθιερώνουν διαδικασίες έκδοσης αδειών ή τροποποιούν τέτοιες διαδικασίες γνωστοποιούν τις ενέργειές τους στην επιτροπή εντός 60 ημερών από τη σχετική δημοσίευση.
2.  

Οι γνωστοποιήσεις σχετικά με την καθιέρωση διαδικασιών έκδοσης αδειών εισαγωγής περιλαμβάνουν τα παρακάτω στοιχεία:

α) 

κατάσταση των προϊόντων για τα οποία απαιτείται έκδοση άδειας εισαγωγής·

β) 

αρμόδια πρόσωπα για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας·

γ) 

διοικητικό όργανο ή όργανα αρμόδια για την υποβολή των αιτήσεων

δ) 

ημερομηνία και όνομα εντύπου στο οποίο δημοσιεύονται οι διαδικασίες έκδοσης αδειών

ε) 

μνεία σχετικά με το αν πρόκειται για διαδικασία αυτόματης ή μη αυτόματης έκδοσης αδειών, σύμφωνα με τους ορισμούς που δίδονται στα άρθρα 2 και 3·

στ) 

στην περίπτωση των διαδικασιών αυτόματης έκδοσης αδειών, αναφορά των διοικητικών λόγων που την επιβάλλουν

ζ) 

στην περίπτωση διαδικασιών μη αυτόματης έκδοσης αδειών, αναφορά του μέτρου που εφαρμόζεται μέσω της εν λόγω διαδικασίας· και

η) 

αναμενόμενη διάρκεια της διαδικασίας έκδοσης αδειών, εφόσον αυτή μπορεί να υπολογιστεί με κάποια πιθανότητα· σε αντίθετη περίπτωση, αναφορά των λόγων για τους οποίους δεν είναι δυνατή η παροχή αυτής της πληροφορίας.

3.  
Οι γνωστοποιήσεις σχετικά με τροποποίηση των διαδικασιών έκδοσης αδειών εισαγωγής είναι ανάγκη να αναφέρουν τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν εφόσον αυτά τροποποιούνται.
4.  
Τα μέλη γνωστοποιούν στην επιτροπή το έντυπο ή τα έντυπα στα οποία πρόκειται να δημοσιευθούν οι πληροφορίες που ζητούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 4.
5.  
Κάθε ενδιαφερόμενο μέλος που θεωρεί ότι κάποιο άλλο μέλος δεν ανακοίνωσε τη θέσπιση διαδικασίας έκδοσης αδειών ή την τροποποίηση αυτής, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3, μπορεί να γνωστοποιήσει το θέμα στο εν λόγω άλλο μέλος. Αν δεν ακολουθήσει αμέσως μετά γνωστοποίηση, το μέλος αυτό έχει το δικαίωμα να ανακοινώσει το ίδιο τη διαδικασία έκδοσης αδειών ή την τροποποίησή της, συμπεριλαμβανομένης κάθε σχετικής και διαθέσιμης πληροφορίας.

Άρθρο 6

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

Οι διαβουλεύσεις και η επίλυση διαφορών, όσον αφορά οποιοδήποτε θέμα που θίγει τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, υπόκεινται στις διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και ισχυουν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

Άρθρο 7

Επανεξέταση

1.  
Η επιτροπή επανεξετάζει όταν χρειάζεται, αλλά τουλάχιστον μία φορά ανά διετία, την εφαρμογή και τη λει τουργία της παρούσας συμφωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που περιέχονται σ' αυτή.
2.  
Η γραμματεία ετοιμάζει έκθεση για τα πραγματικά περιστατικά βασισμένη σε πληροφορίες που παρέχονται βάσει του άρθρου 5, σε απαντήσεις στα ερωτήματα που περιλαμβάνονται στο ετήσιο ερωτηματολόγιο για τις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής ( 71 ) και σε άλλες σχετικές έγκυρες πληροφορίες τις οποίες διαθέτει· η έκθεση αυτή αποτελεί τη βάση για την επανεξέταση, ενώ προσφέρει περίληψη των προαναφερθεισών πληροφοριών, αναφέροντας ιδίως τις αλλαγές ή τις εξελίξεις κατά την εξεταζόμενη περίοδο, περιλαμβάνει δε και κάθε άλλη πληροφορία που θα συμφωνηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής.
3.  
Τα μέλη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συμπληρώνουν το ετήσιο ερωτηματολόγιο για τις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής αμέσως και στο σύνολό του.
4.  
Η επιτροπή ενημερώνει το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών για τις εξελίξεις κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από αυτή την επανεξέταση.

Άρθρο 8

Τελικές διατάξεις

Επιφυλάξεις

1.  
Δεν είναι δυνατό να διατυπωθούν επιφυλάξεις για καμία από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας χωρίς τη συναίνεση των λοιπών μελών.

Εσωτερική νομοθεσία

2.  
α) 

Κάθε μέλος διασφαλίζει, το αργότερο την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ώς προς αυτό, τη συμμόρφωση των νόμων, κανονισμών και διοικητικών του διαδικασιών με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

β) 

Κάθε μέλος ενημερώνει την επιτροπή για κάθε αλλαγή των νόμων και κανονισμών που βασίζονται στην παρούσα συμφωνία καθώς και για τον τρόπο εφαρμογής των εν λόγω νόμων και κανονισμών.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΓΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

ΤΑ ΜΕΛΗ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

ΜΕΡΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Ορισμός της έννοιας «επιδότηση»

1.1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, γίνεται δεκτό ότι συντρέχει περίπτωση επιδότησης εφόσον:

α) 
1. 

παρέχεται χρηματοδότηση από το Δημόσιο ή από οποιονδήποτε κρατικό φορέα που λειτουργεί στην επικράτεια ενός μέλους (καλούμενο στην παρούσα συμφωνία «το Δημόσιο»), και ειδικότερα στις ακόλουθες περιπτώσεις:

i) 

όταν το Δημόσιο ενεργεί κατά τρόπο που συνεπάγεται άμεση μεταφορά κεφαλαίων (π.χ. υπό μορφή επιχορηγήσεων, δανείων ή εισφοράς στο κεφάλαιο) ή δυνητική άμεση μεταφορά κεφαλαίων ή υποχρεώσεων (π.χ. παροχή εγγύησης για δάνεια),

ii) 

όταν το Δημόσιο παραιτείται από κάποια απαίτηση ή δεν εισπράττει κάποια οφειλή που πρέπει κανονικά να αποδοθεί σε αυτό (π.χ. μέσω της παροχής φορολογικών κινήτρων, όπως είναι ο πιστώσεις φόρου) ( 72 ),

iii) 

όταν το Δημόσιο παρέχει αγαθά ή υπηρεσίες, με εξαίρεση τη γενικότερη υποδομή, ή όταν αγοράζει αγαθά,

iv) 

όταν το Δημόσιο συνεισφέρει ποσά σε κάποιο σύστημα χρηματοδοτήσεων ή όταν αναθέτει ή δίδει εντολή σε έναν ιδιωτικό φορέα να ενεργήσει μία ή περισσότερες από τις πράξεις που περιγράφονται στις περιπτώσεις i) έως iii) ανωτέρω, οι οποίες κανονικά υπάγονται στην αρμοδιότητα του Δημοσίου, και εφόσον η διενέργεια των εν λόγω πράξεων δεν διαφέρει κατ' ουσίαν από τη συνήθη διενέργεια πράξεων εκ μέρους του Δημοσίου·

ή

2. 

όταν παρέχεται στήριξη του εισοδήματος ή των τιμών υπό οιαδήποτε μορφή, κατά την έννοια του άρθρου XVI της GΑΤΤ του 1994·

και

β) 

με τον τρόπο αυτό προσπορίζεται κάποιο όφελος.

1.2. Επιδότηση, η οποία υπάγεται στον ορισμό της παραγράφου 1, υπόκειται στις διατάξεις του μέρους II ή στις διατάξεις του μέρους III ή V μόνο εφόσον η επιδότηση αυτή έχει ατομικό χαρακτήρα με βάση τις διατάξεις του άρθρου 2.

Άρθρο 2

Ατομικός χαρακτήρας

2.1. Προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον μία επιδότηση, η οποία ανταποκρίνεται στον ορισμό του άρθρου 1 παράγραφος 1, παρέχεται ατομικά προς συγκεκριμένη επιχείρηση ή ομάδα επιχειρήσεων ή προς συγκεκριμένο κλάδο παραγωγής ή ομάδα κλάδων παραγωγής (στην παρούσα συμφωνία προς «συγκεκριμένες επιχειρήσεις»), που υπάγεται στην αρμοδιότητα της αρχής που παρέχει την επιδότηση, είναι εφαρμοστέες οι ακόλουθες αρχές:

α) 

μία επιδότηση θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα όταν η αρχή που την παρέχει ή η νομοθετική διάταξη βάσει της οποίας ενεργεί η αρχή που παρέχει την επιδότηση ορίζει ρητώς ότι την επιδότηση είναι δυνατό να λάβουν μόνο συγκεκριμένες επιχειρήσεις·

β) 

γίνεται δεκτό ότι μία επιδότηση δεν έχει ατομικό χαρακτήρα όταν η αρχή που την παρέχει ή η νομοθετική διάταξη βάσει της οποίας ενεργεί η αρχή που παρέχει την επιδότηση θέτει αντικειμενικά κριτήρια ή προϋποθέσεις ( 73 ), με βάση τα οποία αποφασίζεται κατά πόσον δεδομένη επιχείρηση δικαιούται να λάβει την επιδότηση, και ορίζει το ύφος της, υπό την προϋπόθεση όμως ότι το δικαίωμα λήψης της επιδότησης γεννάται αυτομάτως και ότι τα σχετικά κριτήρια και προϋποθέσεις τηρούνται απαρεγκλίτως. Τα εφαρμοζόμενα κριτήρια και προϋποθέσεις πρέπει να καθορίζονται σαφώς στον οκείο νόμο, κανονισμό ή άλλο επίσημο έγγραφο, ούτως ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος της εφαρμογής τους·

γ) 

ακόμη και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες εκ πρώτης όψεως από την εφαρμογή των αρχών που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) προκύπτει ότι δεδομένη επιδότηση δεν έχει ατομικό χαρακτήρα, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι στην πραγματικότητα η επιδότηση έχει ατομικό χαρακτήρα, είναι δυνατό να συνεκτιμηθούν ορισμένοι άλλοι παράγοντες. Τέτοιοι παράγοντες είναι οι εξής: η αξιοποίηση ενός προγράμματος επιδοτήσεων εκ μέρους περιορισμένου αριθμού συγκεκριμένων επιχειρήσεων η σε μεγάλο ποσοστό συμμετοχή σε ένα πρόγραμμα επιδοτήσεων συγκεκριμένων επιχειρήσεων η παροχή δυσανάλογα υψηλών επιδοτήσεων προς συγκεκριμένες επιχειρήσεις· και ο τρόπος με τον οποίο η αρμόδια για την παροχή της επιδότησης αρχή άσκησε τη διακριτική ευχέρεια που διέθετε, προκειμένου να αποφασίσει για την παροχή ή μη επιδότησης ( 74 ). Κατά την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, συνεκτιμάται ο βαθμός διαφοροποίησης των οικονομικών δραστηριοτήτων που υπάγονται στην αρμοδιότητα της αρχής που έχει κάθε φορά την ευθύνη για την παροχή των επιδοτήσεων, καθώς και ο χρόνος που χρειάστηκε για την εφαρμογή του οικείου προγράμματος επιδοτήσεων.

2.2. Έχουν ατομικό χαρακτήρα οι επιδοτήσεις που παρέχονται αποκλειστικά προς συγκεκριμένες επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν την έδρα τους σε καθορισμένη γεωγραφική περιοχή, υπαγόμενη στην αρμοδιότητα της αρχής που παρέχει την επιδότηση. Γίνεται δεκτό ότι, για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, δεν θεωρείται μορφή επιδότησης ατομικού χαρακτήρα ο καθορισμός ή η μεταβολή φορολογικών συντελεστών γενικής ισχύος από διοικητική αρχή οποιασδήποτε βαθμίδας, η οποία διαθέτει τη σχετική εξουσία.

2.3. Γίνεται δεκτό ότι έχει ατομικό χαρακτήρα κάθε επιδότηση η οποία υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 3.

2.4. Κάθε κρίση σχετικά με τον ατομικό ή μη χαρακτήρα μιας επιδότησης, βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πρέπει να τεκμηριώνεται με σαφήνεια βάσει θετικών αποδεικτικών στοιχείων.

ΜΕΡΟΣ II

ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

Άρθρο 3

Απαγόρευση

3.1. Με την επιφύλαξη των προβλεπομένων στη συμφωνία για τη γεωργία, απαγορεύονται οι ακόλουθες μορφές επιδοτήσεων, κατά την έννοια του άρθρου 1:

α) 

οι επιδοτήσεις για την παροχή των οποίων τίθεται, είτε από το νόμο είτε στην πράξη ( 75 ), ως μόνη ή παράλληλη προϋπόθεση η επίτευξη κάποιας εξαγωγικής επίδοσης, συμπεριλαμβανομένων των μορφών επιδοτήσεων που περιγράφονται στο παράρτημα I ( 76

β) 

οι επιδοτήσεις για την παροχή των οποίων τίθεται, είτε ως μόνη είτε ως παράλληλη προϋπόθεση, ότι πρέπει να έχουν χρησιμοποιηθεί εγχώρια και όχι εισαγόμενα προϊόντα.

3.2. Τα μέλη δεν επιτρέπεται να προβαίνουν ή να εμμένουν στη χορήγηση των επιδοτήσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο 1.

Άρθρο 4

Μέσα παροχής έννομης προστασίας

4.1. Όποτε ένα μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι κάποιο άλλο μέλος προβαίνει ή εμμένει στην παροχή μιας απαγορευμένης μορφής επιδότησης, το μέλος αυτό δύναται να ζητήσει τη διενέργεια διαβουλεύσεων με το οικείο άλλο μέλος.

4.2. Στην αίτηση για τη διενέργεια διαβουλεύσεων, η οποία υποβάλλεται βάσει της παραγράφου 1, πρέπει να μνημονεύονται τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία έχουν σχέση με την ύπαρξη και το χαρακτήρα της επίμαχης επιδότησης.

4.3. Εφόσον υποβληθεί αίτηση για τη διενέργεια διαβουλεύσεων βάσει της παραγράφου 1, το μέλος για το οποίο υπάρχουν ενδείξεις ότι προβαίνει ή εμμένει στην παροχή της επίμαχης επιδότησης φροντίζει για την έναρξη των σχετικών διαβουλεύσεων το συντομότερο δυνατόν. Σκοπός των διαβουλεύσεων είναι η αποσαφήνιση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης και η εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

4.4. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση εντός 30 ημερών ( 77 ) από την υποβολή της αίτησης για τη διενέργεια διαβουλεύσεων, οποιοδήποτε από τα μέλη που μετέχουν στις διαβουλεύσεις αυτές δύναται να παραπέμψει το θέμα στο όργανο επίλυσης διαφορών («ΟΕΔ») με αίτημα την άμεση συγκρότηση ειδικής ομάδας (πάνελ), εκτός αν το ΟΕΔ ταχθεί με ομόφωνη απόφασή του κατά της συγκρότησης ειδικής ομάδας.

4.5. Αφ' ης στιγμής συγκροτηθεί, η ειδική ομάδα δύναται να ζητήσει τη συνδρομή της Διαρκούς Ομάδας Εμπειρογνωμόνων ( 78 ) (η οποία καλείται στην παρούσα συμφωνία «ΔΟΕ»), προκειμένου να αποφασισθεί κατά πόσον το επίμαχο μέτρο αποτελεί απαγορευμένη μορφή επιδότησης. Εφόσον της υποβληθεί σχετικό αίτημα, η ΔΟΕ εξετάζει πάραυτα τα αποδεικτικά στοιχεία τα σχετικά με την ύπαρξη και το χαρακτήρα του επίμαχου μέτρου και παρέχει τη δυνατότητα στο μέλος το οποίο προβαίνει ή εμμένει στην εφαρμογή του μέτρου να αποδείξει ότι το εν λόγω μέτρο δεν αποτελεί απαγορευμένη μορφή επιδότησης. Η ΔΟΕ διαβιβάζει τα συμπεράσματά της στην ειδική ομάδα εντός προθεσμίας που έχει καθορίσει αυτή η τελευταία. Τα συμπεράσματα της ΔΟΕ σχετικά με το κατά πόσον το επίμαχο μέτρο αποτελεί ή όχι απαγορευμένη μορφή επιδότησης γίνονται δεκτά από την ειδική ομάδα χωρίς τροποποιήσεις.

4.6. Η ειδική ομάδα υποβάλλει την τελική της έκθεση στα διάδικα μέλη. Η έκθεση κοινοποιείται στο σύνολο των μελών εντός 90 ημερών από την ημερομηνία συγκρότησης της ειδικής ομάδας και καθορισμού των καθηκόντων της.

4.7. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι το επίμαχο μέτρο αποτελεί απαγορευμένη μορφή επιδότησης, η ειδική ομάδα συστήνει στο μέλος που παρέχει την επιδότηση να την καταργήσει αμελλητί. Για το σκοπό αυτό, η ειδική ομάδα καθορίζει, όταν διατυπώνει τη σύστασή της, προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να καταργηθεί το μέτρο.

4.8. Εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της έκθεσης της ειδικής ομάδας προς το σύνολο των μελών, το ΟΕΔ εγκρίνει την έκθεση, εκτός αν κάποιο από τα διάδικα μέλη ενημερώσει επίσημα το ΟΕΔ σχετικά με την απόφασή του να ασκήσει έφεση ή αν το ΟΕΔ αποφασίσει ομόφωνα να μην εγκρίνει την έκθεση.

4.9. Σε περίπτωση άσκησης έφεσης κατά της έκθεσης της ειδικής ομάδας, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εκδίδει την απόφασή του σχετικά εντός 30 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία το οικείο διάδικο μέλος γνωστοποίησε επίσημα την πρόθεσή του να ασκήσει έφεση. Σε περίπτωση που το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο θεωρεί ότι δεν είναι σε θέση να εκδώσει την έκθεσή του εντός 30 ημερών, ενημερώνει γραπτώς το ΟΕΔ σχετικά με τους λόγους της καθυστέρησης, ενώ παράλληλα αναφέρει κατά προσέγγιση το χρονικό διάστημα που θα χρειασθεί μέχρι την υποβολή της έκθεσης. Η διαδικασία δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση να υπερβεί τις 60 ημέρες. Η έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εγκρίνεται από το ΟΕΔ και γίνεται άνευ όρων αποδεκτή από τους διαδίκους εκτός αν το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση να μην εγκρίνει την έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εντός 20 ημερών από την κοινοποίησή της στα μέλη ( 79 ).

4.10. Σε περίπτωση που η σύσταση την οποία έχει διατυπώσει το ΟΕΔ δεν υλοποιηθεί εντός της προθεσμίας που έχει τάξει για το σκοπό αυτό η ειδική ομάδα η οποία άρχεται από την ημερομηνία έγκρισης της έκθεσης της ειδικής ομάδας ή της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, το ΟΕΔ παρέχει έγκριση στο καταγγέλλον μέλος για τη λήψη των κατάλληλων ( 80 ) αντιμέτρων, εκτός αν το ΟΕΔ απορρίψει το σχετικό αίτημα με συναίνεση.

4.11. Σε περίπτωση που ένα διάδικο μέλος ζητεί τη διεξαγωγή διαιτησίας βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 6 του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών («ΜΣΕΔ»), ο διαιτητής αποφαίνεται σχετικά με την καταλληλότητα ή μη των αντιμέτρων ( 81 ).

4.12. Για τους σκοπούς των διαδικασιών επίλυσης διαφορών, οι οποίες διεξάγονται δυνάμει του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων των προθεσμιών που ορίζονται ρητώς στο παρόν άρθρο, οι προθεσμίες που ισχύουν βάσει του ΜΣΕΔ για τη διεξαγωγή των εν λόγω διαδικασιών ισούνται με το ήμισυ των προθεσμιών που καθορίζονται στο προ αναφερθέν κείμενο.

ΜΕΡΟΣ III

ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΗΓΗΘΕΙ ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Άρθρο 5

Αρνητικές συνέπειες

Απαγορεύεται στα μέλη να βλάπτουν τα συμφέροντα των υπολοίπων μελών παρέχοντας οποιαδήποτε από τις επιδοτήσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2. Ειδικότερα, απαγορεύεται στα μέλη:

α) 

να προξενούν ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής κάποιου άλλου μέλους ( 82

β) 

να αναιρούν ολικώς ή μερικώς τα οφέλη που απορρέουν αμέσως ή εμμέσως για τα υπόλοιπα μέλη βάσει της GΑΤΤ του 1994, και ειδικότερα τα οφέλη που προκύπτουν από τις παραχωρήσεις τις οποίες τα μέλη αποδέχονται βάσει του άρθρου II της GΑΤΤ του 1994 ( 83

γ) 

να προξενούν σοβαρή ζημία στα συμφέροντα κάποιου άλλου μέλους ( 84 ).

Το παρόν άρθρο δεν ισχύει προκειμένου περί των επιδοτήσεων που εξακολουθούν να παρέχονται για τα γεωργικά προϊόντα, όπως προβλέπει το άρθρο 13 της συμφωνίας για τη γεωργία.

Άρθρο 6

Σοβαρή ζημία

6.1. Σοβαρή ζημία κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος γ) γίνεται δεκτό ότι προξενείται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) 

όταν η συνολική κατ' αξίαν επιδότηση ( 85 ) ενός προϊόντος υπερβαίνει το 5 % ( 86

β) 

σε περιπτώσεις επιδοτήσεων προς κάλυψη των απωλειών εκμετάλλευσης που έχει υποστεί ένας κλάδος παραγωγής·

γ) 

σε περιπτώσεις επιδοτήσεων προς κάλυψη των απωλειών εκμετάλλευσης που έχει υποστεί μια επιχείρηση, εκτός αν πρόκειται για μέτρα που λαμβάνονται εφάπαξ και έχουν έκτακτο χαρακτήρα, τα οποία δεν είναι δυνατό να εφαρμοσθούν εκ νέου ως προς την ίδια επιχείρηση και τα οποία εφαρμόζονται με αποκλειστικό σκοπό την παραχώρηση χρόνου για την εξεύρεση μακροπρόθεσμων λύσεων και για την αποτροπή οξέων κοινωνικών προβλημάτων·

δ) 

σε περιπτώσεις άμεσης άφεσης χρέους, και συγκεκριμένα άφεσης κάποιου χρέους που οφείλεται στο Δημόσιο ή μη επιστρεπτέων ενισχύσεων που παρέχονται για την αποπληρωμή κάποιου δανείου ( 87 ).

6.2. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 1, γίνεται δεκτό ότι δεν έχει προκληθεί σοβαρή ζημία αν το μέλος που παρέχει την επίμαχη επιδότηση αποδεικνύει ότι η επιδότηση αυτή δεν έχει προκαλέσει καμία από τις συνέπειες που απαριθμούνται στην παράγραφο 3.

6.3. Σοβαρή ζημία κατά την έννοια του άρθρου 5 στοιχείο γ) ενδέχεται να προκαλείται εν πάση περιπτώσει όταν συντρέχει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω περιστάσεις:

α) 

η επιδότηση έχει ως συνέπεια την υποκατάσταση ή την παρεμπόδιση των εισαγωγών κάποιου ομοειδούς προϊόντος από ένα άλλο μέλος στην αγορά του επιδοτούντος μέλους·

β) 

η επιδότηση έχει ως συνέπεια την υποκατάσταση ή την παρεμπόδιση των εισαγωγών κάποιου ομοειδούς προϊόντος ενός άλλου μέλους από την αγορά κάποιας τρίτης χώρας·

γ) 

η επιδότηση έχει ως συνέπεια την πώληση του επιδοτούμενου προϊόντος σε τιμή αισθητά χαμηλότερη από την τιμή κάποιου ομοειδούς προϊόντος ενός άλλου μέλους στην ίδια αγορά ή δυσχεραίνει σημαντικά την αύξηση των τιμών ή οδηγεί σε συμπίεση των τιμών ή σε απώλεια πωλήσεων στην ίδια αγορά·

δ) 

η επιδότηση έχει ως συνέπεια την αύξηση του μεριδίου που κατέχει το επιδοτούν μέλος στην παγκόσμια αγορά ενός συγκεκριμένου επιδοτούμενου προϊόντος ή αγαθού του πρωτογενούς τομέα ( 88 ) εν συγκρίσει με τον μέσο όρο του μεριδίου που το μέλος αυτό κατείχε κατά την προηγούμενη τριετία, ενώ η αύξηση αυτή έχει ακολουθήσει σταθερή πορεία για χρονικό διάστημα κατά το οποίο χορηγούνταν επιδοτήσεις.

6.4. Στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 3, στοιχείο β), στις περιπτώσεις υποκατάστασης ή παρεμπόδισης εξαγωγών υπάγεται και κάθε περίπτωση κατά την οποία, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 7, αποδεικνύεται ότι έχει σημειωθεί μεταβολή των αναλογούντων μεριδίων αγοράς εις βάρος του μη επιδοτούμενου ομοειδούς προϊόντος (για χρονικό διάστημα αρκετά μακρύ, ώστε να είναι αντιπροσωπευτικό και να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για τον σαφή καθορισμό της κατεύθυνσης προς την οποία κινείται η αγορά του εκάστοτε προϊόντος το χρονικό αυτό διάστημα δεν είναι δυνατό, υπό κανονικές συνθήκες, να είναι κατώτερο του ενός έτους). Στον όρο «μεταβολή των αναλογούντων μεριδίων αγοράς» υπάγεται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες καταστάσεις: α) όταν έχει σημειωθεί αύξηση του μεριδίου αγοράς του επιδοτούμενου προϊόντος β) όταν το μερίδιο αγοράς του επιδοτούμενου προϊόντος διατηρείται σταθερό υπό συνθήκες οι οποίες, αν το εν λόγω προϊόν δεν επιδοτείτο, θα είχαν προκαλέσει τη μείωση του μεριδίου αγοράς του γ) όταν το μερίδιο αγοράς του επιδοτούμενου προϊόντος σημειώνει μεν πτώση, αλλά με ρυθμό βραδύτερο από αυτόν που θα ίσχυε αν το εν λόγω προϊόν δεν επιδοτείτο.

6.5. Στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 3 στοιχείο γ), στις περιπτώσεις πραγματοποίησης πωλήσεων σε χαμηλότερες τιμές υπάγεται και κάθε περίπτωση κατά τηνοποία η πραγματοποίηση τέτοιων πωλήσεων αποδεικνύεται μέσω της σύγκρισης των τιμών του επιδοτούμενου προϊόντος με τις τιμές κάποιου μη επιδοτούμενου ομοειδούς προϊόντος, το οποίο διατίθεται στην ίδια αγορά. Η σύγκριση πρέπει να αφορά το ίδιο στάδιο εμπορίας και ανάλογα χρονικά σημεία, λαμβανομένου υπόψη οποιουδήποτε άλλου παράγοντα που επηρεάζει τη συγκρισιμότητα των τιμών. Εντούτοις, αν δεν είναι εφικτή μια τέτοια άμεση σύγκριση, η πραγματοποίηση πωλήσεων σε χαμηλότερες τιμές είναι δυνατό να αποδεικνύεται με βάση τις τιμές μονάδας κατά την εξαγωγή.

6.6. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 του παραρτήματος V, κάθε μέλος στην αγορά του οποίου υποτίθεται ότι έχει προκληθεί σοβαρή ζημία παρέχει στα μέλη που συμμετέχουν σε διαδικασία επίλυσης διαφοράς κατ' εφαρμογήν του άρθρου 7, καθώς και στην ειδική ομάδα που έχει συγκροτηθεί δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 4 όλα τα συναφή στοιχεία που είναι δυνατό να συγκεντρώσει όσον αφορά τις αυξομειώσεις των μεριδίων αγοράς των διαδίκων μελών, καθώς και τις τιμές των οροϊόντων τα οποία αφορά η διαδικασία.

6.7. Γίνεται δεκτό ότι βάσει της παραγράφου 3 δεν έχει προκληθεί σοβαρή ζημία συνεπεία της υποκατάστασης ή παρεμπόδισης εξαγωγών, όταν κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα συντρέχει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιστάσεις ( 89 ):

α) 

απαγόρευση ή θέση περιορισμών επί των εξαγωγών του ομοειδούς προϊόντος από το καταγγέλλον μέλος ή επί των εισαγωγών που προέρχονται από το καταγγέλλον μέλος και προορίζονται για την αγορά της οικείας τρίτης χώρας·

β) 

απόφαση των αρχών του εισάγοντος μέλους, στο οποίο ισχύει εμπορικό μονοπώλιο ή σύστημα κρατικού εμπορίου όσον αφορά το οικείο προϊόν, να υποκαταστήσει για λόγους μη εμπορικούς τις εισαγωγές από το καταγγέλλον μέλος με εισαγωγές από άλλη χώρα ή χώρες·

γ) 

θεομηνίες, απεργίες, προβλήματα στις μεταφορές ή άλλα γεγονότα ανωτέρας βίας, τα οποία έχουν σοβαρές συνέπειες για την παραγωγή, τις ποιότητες, τις ποσότητες ή τις τιμές του προϊόντος που διατίθεται προς εξαγωγή από το καταγγέλλον μέλος·

δ) 

ύπαρξη διακανονισμών για τον περιορισμό των εξαγωγών του καταγγέλλοντος μέλους·

ε) 

εκούσια μείωση των ποσοτήτων του οικείου προϊόντος οι οποίες διατίθενται προς εξαγωγή από το καταγγέλλον μέλος (συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της περίπτωσης κατά την οποία επιχειρήσεις του καταγγέλλοντος μέλους προβαίνουν με ανεξάρτητη απόφασή τους στη διοχέτευση των εξαγωγών του οικείου προϊόντος προς νέες αγορές).

στ) 

αδυναμία συμμόρφωσης προς τα πρότυπα και τις λοιπές απαιτήσεις κανονιστικού χαρακτήρα που ισχύουν στη χώρα εισαγωγής.

6.8. Εφόσον δεν συντρέχει κάποια από τις περιστάσεις που μνημονεύονται στην παράγραφο 7, η πρόκληση ή μη σοβαρής ζημίας διαπιστώνεται με βάση τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί στην ειδική ομάδα ή συγκεντρωθεί από αυτήν, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων που υποβάλλονται δυνάμει των διατάξεων του παραρτήματος V.

6.9. Το παρόν άρθρο δεν ισχύει προκειμένου περί των επιδοτήσεων που εξακολουθούν να παρέχονται για τα γεωργικά προϊόντα, όπως προβλέπει το άρθρο 13 της συμφωνίας για τη γεωργία.

Άρθρο 7

Μέσα παροχής έννομης προστασίας

7.1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 13 της συμφωνίας για τη γεωργία, όποτε ένα μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι ένα άλλο μέλος προβαίνει ή εμμένει στην παροχή οποιασδήποτε από τις επιδοτήσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 1, με αποτέλεσμα την πρόκληση ζημίας στον εγχώριο κλάδο παραγωγής του εν λόγω μέλους, την ολική ή μερική αναίρεση των ωφελειών που απορρέουν γι' αυτό ή την πρόκληση σοβαρής ζημίας, το εν λόγω μέλος δύναται να ζητήσει τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων με το εκάστοτε άλλο μέλος.

7.2. Στην αίτηση για τη διενέργεια διαβουλεύσεων, η οποία υποβάλλεται βάσει της παραγράφου 1, πρέπει να μνημονεύονται τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία έχουν σχέση: α) με την ύπαρξη και το χαρακτήρα της επίμαχης επιδότησης, και β) με τη ζημία που έχει προκληθεί στον εγχώριο κλάδο παραγωγής, την ολική ή μερική αναίρεση των ωφελειών ή την πρόκληση σοβαρής ζημίας ( 90 ) στα συμφέροντα του μέλους που ζητεί τη διενέργεια διαβουλεύσεων.

7.3. Εφόσον υποβληθεί αίτηση για τη διενέργεια διαβουλεύσεων βάσει της παραγράφου 1, το μέλος για το οποίο υπάρχουν ενδείξεις ότι προβαίνει ή εμμένει στην επίμαχη πρακτική επιδοτήσεων φροντίζει για την έναρξη των σχετικών διαβουλεύσεων το συντομότερο δυνατόν. Σκοπός των διαβουλεύσεων είναι η αποσαφήνιση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης και η εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

7.4. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση εντός 60 ημερών ( 91 ), οποιοδήποτε από τα μέλη που μετέχουν στις διαβουλεύσεις αυτές δύνανται να παραπέμψει το θέμα στο ΟΕΔ με αίτημα τη συγκρότηση ειδικής ομάδας, εκτός αν το ΟΕΔ ταχθεί με ομόφωνη απόφασή του κατά της συγκρότησης ειδικής ομάδας. Η σύνθεση της ειδικής ομάδας, καθώς και τα καθήκοντά της αποφασίζονται εντός 15 ημερών από την ημερομηνία συγκρότησής της.

7.5. Η είδική ομάδα εξετάζει την υπόθεση και υποβάλλει την τελική της έκθεση προς τα διάδικα μέλη. Η έκθεση κοινοποιείται στο σύνολο των μελών εντός 120 ημερών από την ημερομηνία συγκρότησης της ειδικής ομάδας και καθορισμού των καθηκόντων της.

7.6. Εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της έκθεσης της ειδικής ομάδας στο σύνολο των μελών, το ΟΕΔ εγκρίνει την έκθεση ( 92 ), εκτός αν κάποιο από τα διάδικα μέλη ενημερώσει επίσημα το ΟΕΔ σχετικά με την απόφασή του να ασκήσει έφεση ή αν το ΟΕΔ αποφασίσει ομόφωνα να μην εγκρίνει την έκθεση.

7.7. Σε περίπτωση άσκησης έφεσης κατά της έκθεσης της ειδικής ομάδας, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εκδίδει την απόφασή του σχετικά εντός 60 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία το οικείο διάδικο μέλος γνωστοποίησε επίσημα την πρόθεσή του να ασκήσει έφεση. Σε περίπτωση που το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο θεωρεί ότι δεν είναι σε θέση να εκδώσει την έκθεσή του εντός 60 ημερών, ενημερώνει γραπτώς το ΟΕΔ σχετικά με τους λόγους της καθυστέρησης, ενώ παράλληλα αναφέρει κατά προσέγγιση το χρονικό διάστημα που θα χρειασθεί μέχρι την υποβολή της έκθεσης. Η διαδικασία δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση να απαιτήσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών. Η έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εγκρίνεται από το ΟΕΔ και γίνεται ανεπιφύλακτα δεκτή από τα διάδικα μέλη, εκτός αν το ΟΕΔ αποφασίσει ομόφωνα να μην εγκρίνει την έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εντός 20 ημερών από την κοινοποίησή της στα μέλη (92) .

7.8. Όταν εγκρίνεται έκθεση της ειδικής ομάδας ή του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, στην οποία διατυπώνεται το συμπέρασμα ότι δεδομένη επιδότηση έχειπροκαλέσει βλάβη στα συμφέροντα κάποιου άλλου μέλους κατά την έννοια του άρθρου 5, το μέλος το οποίο προβαίνει ή εμμένει στην παροχή της επιδότησης λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, ούτως ώστε να εξαλειφθούν οι αρνητικές της συνέπειες ή καταργεί την επιδότηση.

7.9. Σε περίπτωση που το οικείο μέλος δεν έχει λάβει τα κατάλληλα μέτρα με σκοπό την εξάλειψη των αρνητικών συνεπειών της επιδότησης ή δεν έχει προβεί στην κατάργησή της εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έγκρισης της έκθεσης της ειδικής ομάδας ή της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εκ μέρους του ΟΕΔ, και εφόσον δεν υπάρχει κάποια συμφωνία για την καταβολή αποζημίωσης, το ΟΕΔ παρέχει άδεια στο καταγγέλλον μέλος για τη λήψη των κατάλληλων αντιμέτρων, τα οποία πρέπει να είναι ανάλογα της σοβαρότητας και του χαρακτήρα των αρνητικών συνεπειών που έχουν διαπιστωθεί, εκτός αν το ΟΕΔ απορρίψει το σχετικό αίτημα με συναίνεση.

7.10. Σε περίπτωση που ένα διάδικο μέλος έχει προσφυγει σε διαιτησία δυνάμει του άρθρου 22 παράγραφος. 6 του ΜΣΕΔ, ο διαιτητής χρίνει κατά πόσον τα αντίμετρα ανταποκρίνονται στη βαρύτητα και το χαρακτήρα των αρνητικών συνεπειών που έχει διαπιστωθεί ότι προκαλούνται.

ΜΕΡΟΣ IV:

ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΖΗΤΗΘΕΙ ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Άρθρο 8

Καθορισμός των επιδοτήσεων για τις οποίες δεν είναι δυνατό να ζητηθεί έννομη προστασία

8.1. Γίνεται δεκτό ότι δεν είναι δυνατό να ζητηθεί έννομη προστασία σε σχέση με τις ακόλουθες περιπτώσεις επιδοτήσεων ( 93 ):

α) 

επιδοτήσεις που δεν έχουν ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2·

β) 

επιδοτήσεις που έχουν μεν ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2, αλλά οι οποίες ανταποκρίνονται στο σύνολο των προϋποθέσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α), β) ή γ) κατωτέρω.

8.2. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του μέρους III και του μέρους V, δεν είναι δυνατό να ζητηθεί έννομη προστασία έναντι των ακόλουθων περιπτώσεων επιδοτήσεων:

α) 

περιπτώσεις βοήθειας που παρέχεται για ερευνητικές δραστηριότητες επιχειρήσεων ή ανώτερων εκπαιδευτικών ή ερευνητικών ιδρυμάτων, στο πλαίσιο συμβάσεων που έχουν συναφθεί με εταιρείες, υπό την προϋπόθεση ότι ( 94 ), ( 95 ), ( 96 ):

η βοήθεια δεν καλύπτει ( 97 ) ποσοστό μεγαλύτερο του 75 % του συνολικού κόστους της απαιτούμενης βιομηχανικής έρευνας ( 98 ) ή του 50 % του συνολικού κόστους των εργασιών προανταγωνιστικής ανάπτυξης ( 99 ), ( 100 ),

και εφόσον η παρεχόμενη βοήθεια αφορά αποκλειστικά:

i) 

τις δαπάνες μισθοδοσίας (για τους ερευνητές, τους τεχνικούς και το λοιπό προσωπικό υποστήριξης που απασχολείται αποκλειστικά στην εκάστοτε ερευνητική δραστηριότητα),

ii) 

το κόστος των οργάνων, του εξοπλισμού, των γηπέδων και των κτιρίων που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και σε μόνιμη βάση για τις ανάγκες της εκάστοτε ερευνητικής δραστηριότητας (εκτός αν η χρήση τους διέπεται από καθεστώς του ιδιωτικού δικαίου),

iii) 

τα έξοδα για συμβούλους και παρεμφερείς υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τις ανάγκες της εκάστοτε ερευνητικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών έρευνας, των τεχνικών γνώσεων, των ευρεσιτεχνιών κ.λπ., που έχουν αποκτηθεί έναντι ανταλλάγματος από εξωτερικές πηγές,

iv) 

πρόσθετα γενικά έξοδα τα οποία συνδέονται άμεσα με την εκάστοτε ερευνητική δραστηριότητα,

v) 

λοιπά λειτουργικά έξοδα (π.χ. για εξοπλισμό, προμήθεια υλικών κ.λπ.), τα οποία συνδέονται άμεσα με την εκάστοτε ερευνητική δραστηριότητα·

β) 

περιπτώσεις βοήθειας που παρέχεται προς μειονεκτούσες περιφέρειες της επικράτειας ενός μέλους στο πλαίσιο κάποιου συνολικού προγράμματος περιφερειακής ανάπτυξης ( 101 ), η χορήγηση της οποίας στις περιφέρειες που τη δικαιούνται δεν έχει ατομικό χαρακτήρα (κατά την έννοια του άρθρου 2), υπό την προϋπόθεση οτι:

i) 

κάθε μειονεκτούσα περιφέρεια πρέπει να αποτελεί σαφώς καθορισμένη και ενιαία γεωγραφική περιοχή και να έχει καθορίσιμα οικονομικά και διοικητικά χαρακτηριστικά,

ii) 

η εκάστοτε περιφέρεια αξιολογείται ως μειονεκτούσα βάσει ουδέτερων και αντικειμενικών κριτηρίων ( 102 ), από τα οποία προκύπτει ότι οι δυσχέρειες τις οποίες αντιμετωπίζει οφείλονται σε παράγοντες που δεν έχουν απλώς παροδικό χαρακτήρα τα εν λόγω κριτήρια πρέπει να καθορίζονται επακριβώς στο σχετικό νόμο, κανονισμό ή άλλο επίσημο έγγραφο, ούτως ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος της ορθής εφαρμογής τους,

iii) 

τα ανωτέρω κριτήρια πρέπει να συμπεριλαμβάνουν μέτρηση της οικονομικής ανάπτυξης της οικείας περιφέρειας, με βάση τουλάχιστον έναν από τους παρακάτω παράγοντες:

— 
το κατά κεφαλήν εισόδημα ή το κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών ή το κατά κεφαλήν ΑΕγχΙΙ, το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνει το 85 % του μέσου όρου που ισχύει για το σύνολο της επικράτειας του οικείου μέλους,
— 
το ποσοστό της ανεργίας, το οποίο επιβάλλεται να ισούται με το 110 % τουλάχιστον του μέσου όρου που ισχύει για την επικράτεια του οικείου μέλους·

οι τιμές που λαμβάνονται υπόψη βάσει των ανωτέρω είναι αυτές που κατεγράφησαν σε περίοδο τριών ετών πάντως η παραπάνω μέτρηση είναι δυνατό να προκύπτει με τη σύνθεση διαφόρων στοιχείων και να συμπεριλαμβάνει και άλλους παράγοντες,

γ) 

περιπτώσεις βοήθειας για την προώθηση της προσαρμογής υφιστάμενων μονάδων ( 103 ), ώστε αυτές να ανταποκρίνονται σε νέες περιβαλλοντικές απαιτήσεις που έχουν επιβληθεί διά νόμου ή/και κανονισμών και οι οποίες συνεπάγονται μεγαλύτερους περιορισμούς και οικονομική επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι η παρεχόμενη βοήθεια:

i) 

αποτελεί μέτρο που εφαρμόζεται άπαξ και δεν πρόκειται να επαναληφθεί, και

ii) 

αντιπροσωπεύει ποσοστό όχι ανώτερο του 20 % του κόστους της απαιτούμενης προσαρμογής, και

iii) 

δεν καλύπτει το κόστος της αντικατάστασης και εκμετάλλευσης της επένδυσης για την οποία παρέχεται η βοήθεια, το οποίο αναλαμβάνουν υποχρεωτικά και εξ ολοκλήρου οι οικείες επιχειρήσεις, και

iv) 

συνδέεται άμεσα και είναι ανάλογη με τη σχεδιαζόμενη μείωση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης και της ρύπανσης που προκαλείται από τη λειτουργία της εκάστοτε επιχείρησης και δεν καλύπτει την μείωση του κατασκευαστικού κόστους που επιτυγχάνεται ενδεχομένως, και

v) 

είναι δυνατό να χορηγηθεί προς κάθε επιχείρηση η οποία είναι σε θεση να αρχίσει να χρησιμοποιεί τον νέου τύπου εξοπλισμό ή/και τις νέες μεθόδους παραγωγής.

8.3. Όταν γίνεται επίκληση των διατάξεων της παραγράφου 2 σε σχέση με ένα πρόγραμμα επιδοτήσεων, το πρόγραμμα αυτό πρέπει να γνωστοποιείται πριν από την εφαρμογή του στην επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις του μέρους VII. Η γνωστοποίηση αυτή πρέπει να είναι αρκετά εμπεριστατωμένη, ώστε να επιτρέπει στα λοιπά μέλη να εξετάζουν κατά πόσον το πρόγραμμα ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις και τα κριτήρια που προβλέπονται στις σχετικές διατάξεις της παραγράφου 2. Τα μέλη υποβάλλουν επιπλέον στην επιτροπή ετήσιες αναφορές για την πορεία των γνωστοποιηθέντων προγραμμάτων, οι οποίες ειδικότερα περιέχουν στοιχεία για τη συνολική δαπάνη κάθε προγράμματος, καθώς και για πιθανές τροποποιήσεις που έχουν επέλθει σε αυτό. Τα υπόλοιπα μέλη έχουν το δικαίωμα να ζητούν πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένες περιπτώσεις επιδοτήσεων που χορηγούνται στο πλαίσιο ενός γνωστοποιηθέντος προγράμματος ( 104 ).

8.4. Μετά από αίτηση ενός μέλους, η γραμματεία εξετάζει τη γνωστοποίηση που έχει υποβληθεί κατ' εφαρμογήν της παραγράφου 3 και, εφόσον είναι σκόπιμο, είναι δυνατό να ζητεί συμπληρωματικές πληροφορίες από το μέλος που παρέχει την επιδότηση σχετικά με το υπό εξέταση γνωστοποιηθέν πρόγραμμα. Η γραμματεία διαβιβάζει τα συμπεράσματά της στην επιτροπή. Η επιτροπή, εφόσον της ζητηθεί, εξετάζει αμελλητί τα συμπεράσματα στα οποία εχει καταλήξει η γραμματεία (ή, σε περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί αίτηση για εξέταση από τη γραμματεία, την ίδια τη γνωστοποίηση), προκειμένου να αποφανθεί κατά πόσον έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 2. Η διαδικασία που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο ολοκληρώνεται το αργότερο κατά την πρώτη τακτική συνεδρίαση της επιτροπής, η οποία ακολουθεί τη γνωστοποίηση του προγράμματος επιδοτήσεων, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν παρέλθει δύο μήνες τουλάχιστον από την εν λόγω γνωστοποίηση μέχρι την τακτική συνεδρίαση της επιτροπής. Η διαδικασία εξέτασης η οποία καθορίζεται στην παρούσα παράγραφο ακολουθείται επίσης, εφόσον διατυπωθεί σχετικό αίτημα, σε σχέση με ουσιώδεις τροποποιήσεις ενός προγράμματος, οι οποίες γνωστοποιούνται με τις ετήσιες εκθέσεις για την πορεία κάθε προγράμματος που προβλέπονται στην παράγραφο 3.

8.5. Εφόσον το ζητήσει ένα μέλος, η απόφαση της επιτροπής που προβλέπεται στην παράγραφο 4 ή η παράλειψη της επιτροπής να εκδώσει μια τέτοια απόφαση, καθώς και η παραβίαση σε μεμονωμένες περιπτώσεις των προϋποθέσεων που έχουν τεθεί στο πλαίσιο ενός γνωστοποιηθέντος προγράμματος, παραπέμπονται σε διαιτησία· η απόφαση των διαιτητών είναι δεσμευτική για τα διάδικα μέλη. Το διαιτητικό όργανο υποβάλλει τα συμπεράσματά του στα μέλη εντός 120 ημερών από την ημερομηνία παραπομπής της υπόθεσης στο διαιτητικό όργανο. Με την επιφύλαξη τυχόν αντιθέτων διατάξεων της παρούσας παραγράφου, το ΜΣΕΔ εφαρμόζεται για τους σκοπούς των διαδικασιών διαιτησίας που διενεργούνται δυνάμει της παρούσας παραγράφου.

Άρθρο 9

Διαβουλεύσεις και επιτρεπόμενα μέτρα αποκατάστασης

9.1. Εάν, κατά τη διάρκεια εφαρμογής ενός προγράμματος που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 και παρά το γεγονός ότι το εν λόγω πρόγραμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια που καθορίζονται στην ίδια παράγραφο, ένα μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι το πρόγραμμα αυτό έχει προκαλέσει σοβαρές αρνητικές συνέπειες για τον οικείο εγχώριο κλάδο παραγωγής του εν λόγω μέλους, από τις οποίες είναι πιθανό να προξενηθεί ζημία που θα ήταν δύσκολο να αποκατασταθεί, το εν λόγω μέλος δύναται να ζητήσει τη διενέργεια διαβουλεύσεων με το μέλος που προβαίνει ή εμμένει στην παροχή της επίμαχης επιδότησης.

9.2. Σε περίπτωση που έχει ζητηθεί η διενέργεια διαβουλεύσεων δυνάμει της παραγράφου 1, το μέλος που προβαίνει ή εμμένει στην εφαρμογή του επίμαχου προγράμματος επιδοτήσεων φροντίζει για την έναρξη διαβουλεύσεων σχετικά το συντομότερο δυνατόν. Σκοπός των διαβουλεύσεων είναι η αποσαφήνιση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης και η εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

9.3. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση, μέσω των διαβουλεύσεων που έχουν διενεργηθεί βάσει της παραγράφου 2, εντός 60 ημερών από την υποβολή του αιτήματος για τη διενέργεια των διαβουλεύσεων, το μέλος που έχει ζητήσει τη διενέργεια των διαβουλεύσεων δύναται να παραπέμψει την υπόθεση στην επιτροπή.

9.4. Όταν μία υπόθεση παραπέμπεται στην επιτροπή, η επιτροπή εξετάζει πάραυτα τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, καθώς και τα αποδεικτικά στοιχεία που υπάρχουν όσον αφορά τις συνέπειες για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο 1. Σε περίπτωση που η επιτροπή αποφανθεί ότι οι συνέπειες αυτές έχουν όντως προκληθεί, δύναται να συστήσει στο μέλος που παρέχει τις επίμαχες επιδοτήσεις να τροποποιήσει το σχετικό πρόγραμμα κατά τρόπον ώστε να αίρονται οι δαπιστωθείσες συνέπειες του προγράμματος. Η επιτροπή υποβάλλει τα συμπεράσματά της εντός 120 ημερών από την ημερομηνία παραπομπής της υπόθεσης σε αυτήν δυνάμει της παραγράφου 3. Αν δεν υπάρξει συμμόρφωση προς τη σύσταση της επιτροπής εντός εξαμήνου, η επιτροπή παρέχει άδεια στο μέλος που έχει ζητήσει τη διενέργεια των διαβουλεύσεων για τη λήψη των κατάλληλων αντιμέτρων, τα οποία πρέπει να είναι ανάλογα του είδους και της βαρύτητας των συνεπειών που έχει διαπιστωθεί ότι προκλήθηκαν.

ΜΕΡΟΣ V

ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Άρθρο 10

Εφαρμογή του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994 ( 105 )

Τα μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι η επιβολή αντισταθμιστικών δασμών ( 106 ) επί οποιουδήποτε προϊόντος, το οποία προέρχεται από το έδαφος οιουδήποτε μέλους και εισάγεται στο έδαφος κάποιου άλλου μέλους, συνάδει με τις διατάξεις του αρθρου VI της GΑΤΤ του 1994 και με τις ρυθμίσεις της παρούσας συμφωνίας. Αντισταθμιστικοί δασμοί είναι δυνατό να επιβάλλονται μόνο μετά από έρευνες οι οποίες έχουν αρχίσει ( 107 ) και διενεργηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και της συμφωνίας για τη γεωργία.

Άρθρο 11

Έναρξη και συνέχιση της έρευνας

11.1. Με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων της παραγράφου 6, η έναρξη έρευνας για τη διαπίστωση της ύπαρξης, της έκτασης και των συνεπειών οποιασδήποτε υποτιθέμενης επιδότησης προϋποθέτει την υποβολή γραπτής αίτησης εκ μέρους ή για λογαριασμό του οικείου εγχώριου κλάδου παραγωγής.

11.2. Κάθε αίτηση που υποβάλλεται βάσει της παραγράφου 1 πρέπει να περιλαμβάνει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη: α) της υποτιθέμενης επιδότησης, και, εφόσον είναι δυνατόν, του ύψους της, β) της ζημίας, κατά την έννοια του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994 και σύμφωνα με την ερμηνεία που δίδεται στην παρούσα συμφωνία, και γ) αιτιώδους συνάφειας μεταξύ των επιδοτούμενων εισαγωγών και της υποτιθέμενης ζημίας. Απλοί ισχυρισμοί, οι οποίοι δεν τεκμηριώνονται με τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία, δεν αρκούν προκειμένου να γίνει δεκτό ότι έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις που επιβάλλονται από την παρούσα παράγραφο. Κάθε αίτηση πρέπει να διαλαμβάνει τα στοιχεία που είναι ευλόγως δυνατό να συγκεντρώσει ο αιτών σχετικά με τα εξής θέματα:

i) 

την ταυτότητα του αιτούντος, καθώς και ανάλυση του όγκου και της αξίας της παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος που παράγεται εγχωρίως από τον αιτούντα. Όταν υποβάλλεται γραπτή αίτηση για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής, η αίτηση πρέπει να διευκρινίζει τον κλάδο παραγωγής για λογαριασμό του οποίου υποβάλλεται η αίτηση, σύμφωνα με κατάλογο που περιλαμβάνει όλους τους γνωστούς εγχώριους παραγωγούς του ομοειδούς προϊόντος (ή τις ενώσεις εγχώριων παραγωγών του ομοειδούς προϊόντος)· επίσης πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να περιέχει ανάλυση του όγκου και της αξίας της εγχώριας παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος που αντιπροσωπεύουν οι εν λόγω παραγωγοί,

ii) 

πλήρη περιγραφή του προϊόντος που υποτίθεται ότι επιδοτείται, την ονομασία της εκάστοτε χώρας ή των εκάστοτε χωρών καταγωγής ή εξαγωγής, την ταυτότητα όλων των γνωστών εξαγωγών ή αλλοδαπών παραγωγών, καθώς και κατάλογο των προσώπων που είναι γνωστό ότι εισάγουν το οικείο προϊόν,

iii) 

αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη, το ύψος και το χαρακτήρα της επίμαχης επιδότησης,

iv) 

στοιχεία με τα οποία να αποδεικνύεται ότι η υποτιθέμενη ζημία που υφίσταται ο εγχώριος κλάδος παραγωγής προκαλείται από τις επιδοτούμενες εισαγωγές, ως αποτέλεσμα των παρεχόμενων επιδοτήσεων τα αποδεικτικά στοιχεία αυτά πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες για την εξέλιξη του όγκου των εισαγωγών που υποτίθεται ότι λαμβάνουν επιδοτήσεις, για την επίδραση των εισαγωγών αυτών επί των τιμών του ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά, καθώς και για την επακόλουθη επίπτωση των εισαγωγών επί του εγχώριου κλάδου παραγωγής, όπως αυτή αποδεικνύεται με βάση συναφείς παράγοντες και δείκτες, που εκφράζουν την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο εγχώριος κλάδος παραγωγής, όπως αυτοί που απαριθμούνται στο άρθρο 15 παράγραφοι 2 και 4.

11.3. Οι αρχές εξετάζουν την ακρίβεια και πληρότητα των αποδεικτικών στοιχείων που διαλαμβάνονται στην αίτηση, προκειμένου να αποφανθούν κατά πόσον αυτά είναι ικανά να δικαιολογήσουν την έναρξη έρευνας.

11.4. Η έναρξη έρευνας βάσει της παραγράφου 1 δεν είναι δυνατή παρά μόνον εφόσον οι αρχές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα, έπειτα από εξέταση του βαθμού υποστήριξης ή αντίθεσης προς την υποβληθείσα αίτηση την οποία εκφράζουν ( 108 ) οι εγχώριοι παραγωγοί του ομοειδούς προϊόντος, ότι η αίτηση έχει υποβληθεί εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής ( 109 ). Για να γίνει δεκτό ότι η αίτηση έχει υποβληθεί «εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής», πρέπει να υποστηρίζεται από εγχώριους παραγωγούς των οποίων η συνολική παραγωγή αντιπροσωπεύει ποσοστό μεγαλύτερο του 50 % της συνολικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος και παράγεται από το τμήμα εκείνο του εγχώριου κλάδου παραγωγής που έχει εκφράσει είτε την υποστήριξή του είτε την αντίθεση του στην αίτηση. Εντούτοις, δεν επιτρέπεται η έναρξη έρευνας όταν οι εγχώριοι παραγωγοί που υποστηρίζουν ρητώς την αίτηση αντιπροσωπεύουν ποσοστό μικρότερο του 25 % της συνολικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος, την οποία παράγει ο εγχώριος κλάδος παραγωγής.

11.5. Οι αρχές αποφεύγουν να δίδουν οποιαδήποτε δημοσιότητα στις αιτήσεις για την έναρξη έρευνας, εκτός αν έχει ληφθεί απόφαση για την έναρξη έρευνας.

11.6. Αν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές αποφασίσουν να αρχίσουν έρευνα χωρίς να έχουν λάβει γραπτή αίτηση εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής, με την οποία να ζητείται η έναρξη μιας τέτοιας έρευνας, τότε προχωρούν στα επόμενα στάδια της διαδικασίας μόνο εφόσον διαθέτουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη της επιδότησης, την προκαλούμενη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2, τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.

11.7. Τα αποδεικτικά στοιχεία τα σχετικά τόσο με την επιδότηση όσο και με τη ζημία αξιολογούνται ταυτοχρόνως α) για τη λήψη της απόφασης περί έναρξης ή μη έρευνας και β) εν συνεχεία, κατά τη διάρκεια της έρευνας, με αφετηρία ημερομηνία που δεν μπορεί να είναι μεταγενέστερη της νωρίτερης ημερομηνίας κατά την οποία επιτρέπεται η εφαρμογή προσωρινών μέτρων σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

11.8. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα προϊόντα δεν εισάγονται απευθείας από τη χώρα καταγωγής, αλλά εξάγονται στο εισάγον μέλος από κάποια ενδιάμεση χώρα, εφαρμόζονται πλήρως οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, ενώ για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας η επίμαχη συναλλαγή ή συναλλαγές αντιμετωπίζονται σαν να είχαν πραγματοποιηθεί μεταξύ της χώρας καταγωγής και του εισάγοντος μέλους.

11.9. Μια αίτηση, η οποία έχει υποβληθεί βάσει της παραγράφου 1, είναι απορριπτέα και η σχετική έρευνα περατούται πάραυτα αφ' ης στιγμής οι αρμόδιες αρχές πεισθούν ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία αναφορικά είτε με την παροχή της επιδότησης είτε με την πρόκληση ζημίας, τα οποία να δικαιολογούν την περαιτέρω εξέταση της υπόθεσης. Η διαδικασία περατούται πάραυτα σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το ύψος της επιδότησης είναι ασήμαντο από νομική άποψη ή όταν ο όγκος των επιδοτούμενων εισαγωγών, είτε πραγματικών είτε δυνητικών είναι ασήμαντος, ή η ζημία αμελητέα. Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, το ύψος της επιδότησης θεωρείται ασήμαντο από νομική άποψη αν η επιδότηση αντιπροσωπεύει ποσοστό κατώτερο του 1 % κατ' αξίαν.

11.10. Τυχόν έρευνα δεν αποτελεί εμπόδιο για τις διαδικασίες εκτελωνισμού.

11.11. Πέραν εξαιρετικών περιπτώσεων, η έρευνα πρέπει να ολοκληρώνεται εντός ενός έτους και πάντως όχι σε περισσότερους από 18 μήνες από την έναρξή της.

Άρθρο 12

Αποδεικτικά στοιχεία

12.1. Τα ενδιαφερόμενα μέλη και όλοι όσοι ενδιαφέρονται για μια έρευνα η οποία έχει ως αντικείμενο την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού ενημερώνονται για τα στοιχεία τα οποία κρίνουν απαραίτητα οι αρμόδιες αρχές, και τους παραχωρείται πλήρης δυνατότητα να υποβάλουν γραπτώς όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που θεωρούν ότι θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για τη διεξαγόμενη έρευνα.

12.1.1. 

Στους εξαγωγείς, στους αλλοδαπούς παραγωγούς και στα ενδιαφερόμενα μέλη, που λαμβάνουν να ερωτηματολόγια που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο έρευνας με αντικείμενο την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού, τάσσεται προθεσμία 30 ημερών τουλάχιστον για να απαντήσουν ( 110 ). Αν διατυπωθεί αίτημα για παράταση της ανωτέρω τριακονθήμερης προθεσμίας, αυτό λαμβάνεται δεόντως υπόψη και, εφόσον αποδεικνύεται η ύπαρξη λόγου, η ζητούμενη παράταση πρέπει να γίνεται δεκτή όποτε αυτό είναι δυνατό.

12.1.2. 

Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης προστασίας των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, τα αποδεικτικά στοιχεία που έχει υποβάλει γραπτώς ένα ενδιαφερόμενο μέλος ή ένας ενδιαφερόμενος κοινοποιούνται αμελλητί στα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέλη ή στους λοιπούς ενδιαφερομένους που μετέχουν στην έρευνα.

12.1.3. 

Αφ' ης στιγμής αρχίσει έρευνα, οι αρχές κοινοποιούν το πλήρες κείμενο της γραπτής αίτησης που τους έχει υποβληθεί βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 1 στους γνωστούς εξαγωγείς ( 111 ), καθώς καιστις αρχές του εξάγοντος μέλους επίσης το κοινοποιούν, εφόσον τους ζητηθεί, σε άλλους ενδιαφερόμενους που μετέχουν στη διαδικασία. Λαμβάνεται η δέουσα μέριμνα για την προστασία πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4.

12.2. Τα ενδιαφερόμενα μέλη και οι λοιποί ενδιαφερόμενοι έχουν επίσης το δικαίωμα, εφόσον αποδεικνύουν σχετικό λογο, να προσκομίζουν στοιχεία προφορικώς. Όταν προσκομίζονται ορισμένα στοιχεία προφορικώς, τα ενδιαφερόμενα μέλη και οι λοιποί ενδιαφερόρνοι οφείλουν να υποβάλουν σε μεταγενέστερο χρόνο τα ίδια στοιχεία και σε γραπτή μορφή. Κάθε απόφαση των αρχών που διεξάγουν την έρευνα είναι δυνατό να στηρίζεται στα στοιχεία και μονο, καθώς και στα επιχειρήματα τα οποία έχουν υποβληθεί γραπτώς στις αρχές και τα οποία έχουν κοινοποιηθεί στα ενδιαφερόμενα μέλη και στους λοιπούς ενδιαφερόμενους που μετέχουν στην έρευνα, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ανάγκης προστασίας πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα.

12.3. Όποτε είναι εφικτό, οι αρχές παρέχουν εγκαίρως σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέλη και στους λοιπούς ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να λάβουν γνώση του συνόλου των στοιχείων τα οποία παρουσιάζουν κάποια χρησιμότητα για την ανάπτυξη της επιχειρηματολογίας τους, δεν έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα με βάση τον ορισμό που δίδεται στην παράγραφο 4 και τα οποία χρησιμοποιούνται από τις αρχές στο πλαίσιο έρευνας με αντικείμενο την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού επίσης τους παρέχουν τη δυνατότητα να προετοιμάσουν την ανάπτυξη των απόψεών τους βάσει των εν λόγω στοιχείων.

12.4. Οι αρχές, όταν αποδεικνύεται, η ύπαρξη σοβαρού λόγου, αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτικού χαρακτήρα κάθε στοιχείο το οποίο από τη φύση του έχει τέτοιον χαρακτήρα (παραδείγματος χάρη, επειδή η αποκάλυψή του θα προσπόριζε ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε έναν ανταγωνιστή ή επειδή η αποκάλυψή του θα είχε σοβαρές αρνητικές συνέπειες για το πρόσωπο που έχει προσκομίσει το συγκεκριμένο στοιχείο ή για το πρόσωπο από το οποίο πληροφορήθηκε το συγκεκριμένο στοιχείο αυτός που το υποβάλλει) ή το οποίο έχει υποβληθεί από κάποια πλευρά που μετέχει στην έρευνα με την επεξήγηση ότι πρόκειται για στοιχείο εμπιστευτικού χαρακτήρα. Τα στοιχεία εμπιστευτικού χαρακτήρα γνωστοποιούνται τότε μόνο, όταν η πλευρά που τα έχει προσκομίσει συγκατανεύσει ρητώς προς το σκοπό αυτό ( 112 ).

12.4.1. 

Οι αρχές ζητούν από τα ενδιαφερόμενα μέλη ή από τους λοιπούς ενδιαφερομένους που προσκομίζουν εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίες να υποβάλουν μη εμπιστευτικού χαρακτήρα περιλήψεις των ίδιων πληροφοριών. Οι εν λόγω περιλήψεις πρέπει να είναι αρκούντως περιεκτικές, ώστε να επιτρέπουν τη σε ικανοποιητικό βαθμό κατανόηση της ουσίας της εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίας που υποβάλλεται. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το μέλος ή η πλευρά που υποβάλλει κάποια εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορία επιτρέπεται συγχρόνως να δηλώνει ότι η εν λόγω πληροφορία δεν είναι δυνατό να παρουσιασθεί σε περιληπτική μορφή. Στις εξαιρετικές αυτές περιπτώσεις πρέπει να επισημαίνονται οι λόγοι για τους οποίους δεν είναι δυνατή η περιληπτική παρουσίαση της πληροφορίας.

12.4.2. 

Σε περίπτωση που οι αρχές κρίνουν ότι η αίτηση παροχής εμπιστευτικής μεταχείρισης είναι απορριπτέα και ο παρέχων την πληροφορία δεν είναι διατεθειμένος ούτε να καταστήσει ευρύτερα γνωστή την πληροφορία ούτε να επιτρέψει την κοινοποίηση της σε γενικόλογη ή περιληπτική μορφή, οι αρχές δύναντι να μη λαμβάνουν υπόψη τους την πληροφορία αυτή, εκτός αν πείθονται βάσει αξιόπιστων αποδεικτικών στοιχείων ότι η πληροφορία ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ( 113 ).

12.5. Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 7, οι αρχές βεβαιώνονται κατά τη διάρκεια της έρευνας για την ακρίβεια των στοιχείων που έχουν προσκομίσει τα ενδιαφερόμενα μέλη και οι λοιποί ενδιαφερόμενοι και τα οποία χρησιμεύουν ως βάση των συμπερασμάτων τους.

12.6. Οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα δύνανται, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, να διενεργούν έρευνες στο έδαφος άλλων μελών, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν ειδοποιήσει εγκαίρως το οικείο μέλος σχετικά και ότι το εν λόγω μέλος δεν έχει αντίρρηση για τη διενέργεια έρευνας στο έδαφός του. Επιπλέον, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα δύνανται να διενεργούν έρευνες στις εγκαταστάσεις εταιρειών και να εξετάζουν τα βιβλία εταιρειών, υπό την προϋπόθεση ότι: α) η εκάστοτε εταιρεία είναι σύμφωνη, και β) το οικείο μέλος έχει ειδοποιηθεί σχετικά και δεν προβάλλει αντιρρήσεις. Για τις έρευνες που διενεργούνται στις εγκαταστάσεις εταιρειών είναι εφαρμοστέες οι διαδικασίες που προβλέπονται στο παράρτημα VI. Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων στοιχείων, οι αρχές δίδουν στη δημοσιότητα τα πορίσματα των ερευνών που έχουν ενδεχομένως διενεργήσει ή τα γνωστοποιούν βάσει της παραγράφου 8 στις εταιρείες στις οποίες αυτά αναφέρονται, ενώ είναι δυνατό να κοινοποιούν τα πορίσματα αυτά στους αιτούντες.

12.7. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέλος ή κάποιος ενδιαφερόμενος αρνείται να επιτρέψει την πρόσβαση στα απαραίτητα στοιχεία ή γενικά δεν προβαίνει στη γνωστοποίησή τους εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ή παρεμποδίζει σε σημαντικό βαθμό την έρευνα, είναι δυνατό να διατυπώνονται προκαταρκτικά και τελικά συμπεράσματα, είτε καταφατικά είτε αποφατικά, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων.

12.8. Πριν από τη διατύπωση τελικού συμπεράσματος, οι αρχές ενημερώνουν όλα τα ενδιαφερόμενα μέλη και τους λοιπούς ενδιαφερομένους σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία πρόκειται να λάβουν υπόψη τους και στα οποία θα στηρίζεται η απόφαση για την εφαρμογή ή μη οριστικών μέτρων. Η ενημέρωση αυτή πρέπει να πραγματοποιείται αρκετά ενωρίς, ώστε τα μέρη να έχουν το χρόνο για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους.

12.9. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ο όρος «ενδιαφερόμενοι» περιλαμβάνει:

i) 

τους εξαγωγείς, τους αλλοδαπούς παραγωγούς και τους εισαγωγείς του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας ή τις εμπορικές και επιχειρηματικές ενώσεις η πλειονότης των μελών των οποίων αποτελείται από παραγωγούς, εξαγωγείς ή εισαγωγείς του συγκεκριμένου προϊόντος, και

ii) 

τους παραγωγούς του ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος ή τις εμπορικές και επιχειρηματικές ενώσεις η πλειονότης των μελών των οποίων παράγει το ομοειδές προϊόν στο έδαφος του εισάγοντος μέλους.

Η ανωτέρω απαρίθμηση δεν σημαίνει ότι τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να συμπεριλάβουν στους ενδιαφερομένους και κάποια άλλα μέρη, είτε ημερδαπά είτε αλλοδαπά, τα οποία ενδεχομένως δεν καλύπτονται από τον ανωτέρω ορισμό.

12.10. Οι αρχές παρέχουν τη δυνατότητα σε βιομηχανικούς χρήστες του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας και σε αντιπροσωπευτικές οργανώσεις καταναλωτών, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το προϊόν αυτό πωλείται συνήθως στο λιανεμπόριο, να προσκομίσουν τυχόν στοιχεία που θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη κατά τη διερεύνηση των θεμάτων των σχετικών με την παροχή επιδοτήσεων, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια.

12.11. Οι αρχές λαμβάνουν δεόντως υπόψη τυχόν δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ενδιαφερόμενοι, ιδιαίτερα οι περιορισμένου μεγέθους εταιρείες, για τη συγκέντρωση των στοιχείων που έχουν ζητηθεί, και παρέχουν κάθε δυνατή βοήθεια σχετικά.

12.12. Οι διαδικασίες που καθορίζονται παραπάνω δεν σημαίνουν ότι οι αρχές ενός μέλους δεν έχουν το δικαίωμα να διενεργούν με ταχύτητα τις διάφορες πράξεις που αναφέρονται στην έναρξη της έρευνας, τη διατύπωση προκαταρκτικών ή τελικών συμπερασμάτων, είτε καταφατικών είτε αποφατικών, ή να θεσπίζουν προσωρινά ή οριστικά μέτρα κατ' εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 13

Διαβουλεύσεις

13.1. Το συντομότερο δυνατό από την αποδοχή μιας αίτησης που έχει υποβληθεί βάσει του άρθρου 11 και πάντως πριν από την έναρξη οιασδήποτε έρευνας, τα μέλη, τα προϊόντα των οποίων ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας, καλούνται να συμμετάσχουν σε διαβουλεύσεις, με σκοπό την αποσαφήνιση της κατάστασης όσον αφορά τα θέματα για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 11 παράγραφος 2 και την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

13.2. Επιπλέον, καθ' όλη τη διάρκεια της έρευνας, στα μέλη τα προϊόντα των οποίων αποτελούν αντικείμενο της έρευνας παρέχονται κατάλληλες δυνατότητες για τη συνέχιση των διαβουλεύσεων, με σκοπό την αποσαφήνιση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης και την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης ( 114 ).

13.3. Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης παραχώρησης των κατάλληλων ευκαιριών για τη διενέργεια διαβουλεύσεων, οι παρούσες διατάξεις, οι οποίες αναφέρονται στο θέμα των διαβουλεύσεων, δεν σημαίνουν ότι οι αρχές ενός μέλους δεν έχουν το δικαίωμα να διενεργούν με ταχύτητα τις διάφορες πράξεις που αναφέρονται στην έναρξη της έρευνας, τη διατύπωση προκαταρκτικών ή τελικών συμπερασμάτων, είτε καταφατικών είτε αποφατικών, ή να θεσπίζουν προσωρινά ή οριστικά μέτρα σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

13.4. Το μέλος που σκοπεύει να αρχίσει έρευνα ή το οποίο διεξάγει ήδη έρευνα επιτρέπει, εφόσον του ζητηθεί, στο μέλος ή τα μέλη, τα προϊόντα των οποίων αποτελούν αντικείμενο της εν λόγω έρευνας, να λάβουν γνώση των μη εμπιστευτικού χαρακτήρα αποδεικτικών στοιχείων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι μη εμπιστευτικές περιλήψεις πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα και τα οποία χρησιμοποιούνται για την έναρξη ή τη διεξαγωγή της έρευνας.

Άρθρο 14

Υπολογισμός του ύψους της επιδότησης με βάση το όφελος που προκύπτει για τον αποδέκτη της επιδότησης

Για τους σκοπούς του μέρους V, η μέθοδος την οποία χρησιμοποιεί η αρχή που διεξάγει την έρευνα προκειμένου να υπολογίσει το όφελος που προκύπτει για τον αποδέκτη με βάση το άρθρο 1 παράγραφος 1 πρέπει να προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία ή από τους κανονισμούς εφαρμογής του οικείου μέλους, ενώ η εφαρμογή της σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να χαρακτηρίζεται από διαφάνεια και να επεξηγείται επαρκώς. Επιπλέον, η χρησιμοποιούμενη μέθοδος πρέπει να ανταποκρίνεται στις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:

α) 

γίνεται δεκτό ότι η εισφορά στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών εκ μέρους του Δημοσίου δεν προσπορίζει όφελος, εκτός αν η επενδυτική απόφαση είναι δυνατό να θεωρηθεί ως μη ανταποκρινόμενη στη συνήθη επενδυτική πρακτική (συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης επιχειρηματικών κεφαλαίων), την οποία ακολουθούν οι ιδιώτες επενδυτές στην επικράτεια του οικείου μέλους·

β) 

γίνεται δεκτό ότι η χορήγηση δανείου εκ μέρους του Δημοσίου δεν προσπορίζει όφελος, εκτός αν υφίσταται διαφορά μεταξύ του ποσού που καταβάλλει η δανειολήπτρια εταιρεία για το δάνειο που της έχει χορηγήσει το Δημόσιο και του ποσού το οποίο θα ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει η εταιρεία για ένα ανάλογο εμπορικό δάνειο, το οποίο η εταιρεία θαήταν πράγματι σε θέση να εξασφαλίσει στην αγορά. Στην περίπτωση αυτή, το όφελος ισούται με τη διαφορά μεταξύ των δύο αυτών ποσών·

γ) 

γίνεται δεκτό ότι η παροχή εγγύησης εκ μέρους του Δημοσίου για κάποιο δάνειο δεν προσπορίζει όφελος, εκτός αν υφίσταται διαφορά μεταξύ του ποσού που καταβάλλει η εταιρεία, υπέρ της οποίας παρεσχέθη η εγγύηση, για το δάνειο που έχει συνομολογήσει με την εγγύηση του Δημοσίου και του ποσού που θα ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει η εταιρεία για ένα ανάλογο εμπορικό δάνειο, σε περίπτωση που δεν υπήρχε η εγγύηση του Δημοσίου. Στην περίπτωση αυτή, το όφελος ισούται με τη διαφορά μεταξύ των δύο αυτών ποσών, αφού γίνουν οι αναγκαίες αναπροσαρμογές, για να ληφθούν υπόψη τυχόν διαφορές στις προμήθειες·

δ) 

γίνεται δεκτό ότι η διάθεση αγαθών ή υπηρεσιών ή η αγορά αγαθών απο το Δημόσιο δεν προσπορίζει όφελος, εκτός αν η διάθεση πραγματοποιείται έναντι μικρότερου από το κανονικό τιμήματος ή αν για την αγορά καταβάλλεται τίμημα μεγαλύτερο από το κανονικό. Για να κριθεί κατα πόσον το τίμημα είναι το κανονικό, εξετάζονται οι συνθήκες που επικρατούν στην αγορά της χώρας όπου πραγματοποιείται η διάθεση ή η αγορά, όσον αφορά το συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία (στις συνθήκες αυτές συμπεριλαμβάνονται η τιμή, η ποιότητα, η διαθεσιμότητα, η εμπορευσιμότητα, η μεταφορά και οι λοιποί οροι αγοράς ή πώλησης).

Άρθρο 15

Προσδιορισμός της ζημίας ( 115 )

15.1. Ο προσδιορισμός της ζημίας στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994 πρέπει να στηρίζεται σε θετικά αποδεικτικά στοιχεία και προϋποθέτει αντικειμενική εξέταση τόσο α) του όγκου των επιδοτούμενων εισαγωγών και των συνεπειών των επιδοτούμενων εισαγωγών για τις τιμές των ομοειδών προϊόντων ( 116 ) στην εγχώρια αγορά όσο και β) των επακόλουθων συνεπειών των εν λόγω εισαγωγών για τους εγχώριους παραγωγούς των αντίστοιχων προϊόντων.

15.2. Προκειμένου περί του όγκου των επιδοτούμενων εισαγωγών, οι αρχές που διεξάγουν τις σχετικές έρευνες εξετάζουν κατά πόσον έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση του όγκου των εν λόγω εισαγωγών, είτε σε απόλυτες τιμές είτε σε συνάρτηση με την παραγωγή ή την κατανάλωση στο εισάγον μέλος. Όσον αφορά την επίδραση των επιδοτούμενων εισαγωγών επί των τιμών, οι αρχές που διεξάγουν τις σχετικές έρευνες εξετάζουν κατά πόσον έχουν πραγματοποιηθεί επιδοτούμενες εισαγωγές σε τιμές αισθητά κατώτερες της τιμής των ομοειδών προϊόντων του εισάγοντος μέλους ή κατα πόσον εισαγωγές αυτού του είδους προκαλούν με οποιονδήποτε τρόπο σημαντική συμπίεση των τιμών ή παρεμποδίζουν σε σημαντικό βαθμό την αύξηση των τιμών που θα είχε σημειωθεί σε αντίθετη περίπτωση. Κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες, ούτε περισσότεροι εξ αυτών από κοινού δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθούν βαρύνουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

15.3. Όταν διεξάγονται ταυτοχρόνως έρευνες με αντικείμενο την επιβολή αντισταθμιστικών δασμών σχετικά με τις εισαγωγές συγκεκριμένου προϊόντος από διαφορετικές χώρες, οι αρχές που διεξάγουν τις έρευνες δύνανται να προσμετρούν σωρευτικώς τις συνέπειες των εισαγωγών αυτών μόνο εφόσον βεβαιωθούν ότι: α) το ύψος της επιδότησης που προκύπτει για τις εισαγωγές από κάθε χώρα είναι αρκετά υψηλό ώστε να μη θεωρείται ασήμαντο από νομική άποψη, σύμφωνα με οσα προβλέπει το άρθρο 11 παράγραφος 9, ενώ ο όγκος των εισαγωγών από κάθε χώρα δεν είναι αμελητέος· και β) η σωρευτική αξιολόγηση των συνεπειών των εισαγωγών είναι η ενδεδειγμένη λαμβανομένων υπόψη των όρων του ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων, καθώς και των όρων του ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγομένων προϊόντων και του ομοειδούς εγχωρίου προϊόντος.

15.4. Η εξέταση των συνεπειών των επιδοτούμενων εισαγωγών επί του εκάστοτε εγχώριου κλάδου παραγωγής περιλαμβάνει αξιολόγηση όλων των συναφών οικονομικών παραγόντων, καθώς και των δεικτών που αντανακλούν την κατάσταση του οικείου κλάδου παραγωγής, στους οποίους περιλαμβάνονται: η πραγματική ή ενδεχόμενη μείωση της παραγωγής, των πωλήσεων, του μεριοίου αγοράς, των κερδών, της παραγωγικότητας, της απόδοσης των επενδύσεων ή της χρησιμοποίησης της ικανότητας· οι παράγοντες που επηρεάζουν τις εγχώριες τιμές· οι πραγματικές ή δυνητικές επιπτώσεις για τις ταμειακές ροές, τα αποθέματα, την απασχόληση, τους μισθούς, την ανάπτυξη, την ικανότητα άντλησης κεφαλαίων ή τις επενδύσεις, καθώς και, όταν πρόκειται για το γεωργικό τομέα, το κατά πόσον έχει προκύψει αύξηση της επιβάρυνσης για τα κρατικά προγράμματα στήριξης. Η ανωτέρω απαρίθμηση έχει ενδεικτικό χαρακτήρα, και κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες, ούτε περισσότεροι εξ αυτών από κοινού δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθούν βαρύνουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

15.5. Πρέπει να αποδεικνύεται ότι, εξαιτίας των συνεπειών ( 117 ) των επιδοτήσεων, οι επιδοτούμενες εισαγωγές προκαλούν ζημία κατά την έννοια της παρούσας συμφωνίας. Για να διαπιστωθεί κατά πόσον υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των επιδοτούμενων εισαγωγών και της ζημίας που υφίσταται ο εγχώριος κλάδος παραγωγής, οι αρχές συνεκτιμούν όλα τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους. Οι αρχές εξετάζουν ακόμη τυχόν άλλους γνωστούς παράγοντες, πέραν των επιδοτούμενων εισαγωγών, οι οποίοι προκαλούν κατά τον ίδιο χρόνο ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής, ενώ η ζημία που προξενείται από αυτούς τους άλλους παράγοντες πρέπει να μην είναι δυνατό να αποδοθεί στις επιδοτούμενες εισαγωγές. Στους παράγοντες που ενδέχεται να έχουν σημασία από αυτή την άποψη είναι δυνατό να συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ο όγκος και οι τιμές εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος για τις οποίες δεν έχει παρασχεθεί επιδότηση, η συρρίκνωση της ζήτησης ή οι μεταβολές των δεδομένων κατανάλωσης, οι περιοριστικές εμπορικές πρακτικές που εφαρμόζουν οι ξένοι και οι εγχώριοι παραγωγοί, καθώς και ο ανταγωνισμός μεταξύ τους, οι τεχνολογικές εξελίξεις και, τέλος, οι εξαγωγικές επιδόσεις και η παραγωγικότητα του εγχώριου κλάδου παραγωγής.

15.6. Οι συνέπειες των επιδοτούμενων εισαγωγών αξιολογούνται σε σχέση με την εγχώρια παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος, εφόσον τα διαθέσιμα στοιχεία επιτρέπουν το χωριστό προσδιορισμό της εν λόγω παραγωγής βάσει ορισμένων κριτηρίων, όπως είναι η μέθοδος παραγωγής, οι πωλήσεις και τα κέρδη των παραγωγών. Αν δεν είναι δυνατός ο χωριστός προσδιορισμός της εν λόγω παραγωγής, οι συνέπειες των επιδοτούμενων εισαγωγών αξιολογούνται μέσω της εξέτασης της παραγωγής της πλέον περιορισμένης ομάδας ή φάσματος προϊόντων, που περιλαμβάνει το ομοειδές προϊόν, για το οποία είναι δυνατό να συγκεντρωθούν τα απαραίτητα στοιχεία.

15.7. Για να διαπιστωθεί η ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας λαμβάνονται υπόψη τα πραγματικά περιστατικά, και όχι μόνο τυχόν ισχυρισμοί, εικασίες ή πιθανότητες. Οποιαδήποτε μεταβολή των περιστάσεων, που θα δημιουργούσε κατάσταση υπό την οποία είναι πιθανή η πρόκληση ζημίας από τις παρεχόμενες επιδοτήσεις, πρέπει να έχει προβλεφθεί με βεβαιότητα και να είναι επικείμενη. Προκειμένου να αποφανθούν σχετικά με την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα συνεκτιμούν, μεταξύ άλλων, τους ακόλουθους παράγοντες:

i) 

το χαρακτήρα της επίμαχης επιδότησης ή των επίμαχων επιδοτήσεων και τις συνέπειες που είναι πιθανό να ανακύψουν από αυτές για το εμπόριο,

ii) 

τυχόν αύξηση σε σημαντικό ποσοστό των επιδοτούμενων εισαγωγών στην εγχώρια αγορά, η οποία αποτελεί ένδειξη για την πιθανότητα αξιόλογης αύξησης των εισαγωγών,

iii) 

την ύπαρξη επαρκούς και ελεύθερα διαθέσιμης ικανότητας ή την πιθανότητα σημαντικής αύξησης της ικανότητας στο άμεσο μέλλον εκ μέρους του εξαγωγέα, από την οπόια προκύπτει ως πιθανή σημαντική αύξηση των επιδοτούμενων εξαγωγών προς την αγορά του εισάγοντος μέλους, λαμβανομένης υπόψη της ύπαρξης άλλων εξαγωγικών αγορών, οι οποίες θα μπορούσαν να απορροφήσουν τυχόν πρόσθετες εξαγωγές,

iv) 

το κατά πόσον οι εισαγωγές εισέρχονται στη χώρα σε τιμές που θα έχουν ως αποτέλεσμα είτε τη σημαντική συμπίεση είτε την παρεμπόδιση της αύξησης των εγχώριων τιμών, και οι οποίες είναι πιθανό να οδηγήσουν σε αύξηση της ζήτησης για επιπλέον εισαγωγές, και

v) 

τα αποθέματα του υπό διερεύνηση προϊόντος.

Κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες από μόνος του δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθεί βαρύνουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων, αλλά οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη στο σύνολό τους πρέπει να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι επίκειται η πραγματοποίηση περαιτέρω επιδοτούμενων εξαγωγών και ότι υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας σε περίπτωση που δεν ληφθούν προστατευτικά μέτρα.

15.8. Σε περιπτώσεις, εξάλλου, κατά τις οποίες επαπειλείται η πρόκληση ζημίας από επιδοτούμενες εισαγωγές, το ενδεχόμενο επιβολής αντισταθμιστικών μέτρων εξετάζεται και η σχετική απόφαση λαμβάνεται με ιδιαίτερη περίσκεψη.

Άρθρο 16

Ορισμός του εγχώριου κλάδου παραγωγής

16.1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας και με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στην παράγραφο 2, ο όρος «εγχώριος κλάδος παραγωγής» νοείται ως περιλαμβάνων τους εγχώριους παραγωγούς ομοειδών προϊόντων στο σύνολό τους ή εκείνους εξ αυτών των οποίων αθροιστικά η παραγωγή των υπό εξέταση προϊόντων αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής εγχώριας παραγωγής των εν λόγω προϊόντων, εκτός από την περίπτωση κατά την οποία κάποιοι παραγωγοί συνδέονται ( 118 ) με τους εξαγωγείς ή τους εισαγωγείς ή είναι οι ίδιοι εισαγωγείς του προϊόντος που υποτίθεται ότι αποτελεί αντικείμενο επιδότησης ή κάποιου ομοειδούς προϊόντος από άλλες χώρες, οπότε ο όρος «εγχώριος κλάδος παραγωγής» είναι δυνατό να νοείται ως περιλαμβάνων μόνο τους υπόλοιπους παραγωγούς.

16.2. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το έδαφος ενός μέλους είναι δυνατό εις ό,τι αφορά την υπό εξέταση παραγωγή να διαιρεθεί σε δύο ή περισσότερες ανταγωνιστικές αγορές, και οι παραγωγοί κάθε επιμέρους αγοράς είναι δυνατό να θεωρηθούν ως χωριστός κλάδος παραγωγής εφόσον: α) οι παραγωγοί κάθε επιμέρους αγοράς πωλούν το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο των ποσοτήτων του υπό εξέταση προϊόντος που παράγουν στη συγκεκριμένη αγορά, και β) η ζήτηση στη συγκεκριμένη αγορά δεν καλύπτεται σε αξιόλογο ποσοστό από παραγωγούς του υπό εξέταση προϊόντος οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε διαφορετικό τμήμα του οικείου εδάφους. Όταν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, είναι δυνατό να γίνει δεκτό ότι προκαλείται ζημία ακόμη και αν μεγάλο μέρος του συνολικού εγχώριου κλάδου παραγωγής δεν υφίσταται ζημία, υπό την προϋπόθεση ότι παρατηρείται συγκέντρωση των επιδοτούμενων εισαγωγών σε μια τέτοια μεμονωμένη αγορά και επιπροσθέτως ότι οι επιδοτούμενες εισαγωγές προξενούν ζημία στους παραγωγούς του συνόλου ή σχεδόν του συνόλου της παραγωγής στη συγκεκριμένη αγορά.

16.3. Όταν ο εγχώριος κλάδος παραγωγής έχει ερμηνευθεί ως οι παραγωγοί συγκεκριμένης περιοχής, δηλαδή ως οι παραγωγοί μιας επιμέρους αγοράς κατά την έννοια της παραγράφου 2, οι επιβαλλόμενοι αντισταθμιστικοί δασμοί αφορούν μόνο τις ποσότητες των υπό εξέταση προϊόντων οι οποίες προορίζονται για τελική κατανάλωση στην εν λόγω περιοχή. Όταν το συνταγματικό δίκαιο του εισάγοντος μέλους δεν επιτρέπει μια τέτοιου είδους επιβολή αντισταθμιστικών δασμών, το εισάγον μέλος δύναται να επιβάλλει αντισταθμιστικούς δασμούς χωρίς περιορισμό μόνο εφόσον: α) έχει παρασχεθεί η δυνατότητα στους οικείους εξαγωγείς να διακόψουν τις εξαγωγές προς τη συγκεκριμένη περιοχή σε τιμές που απορρέουν από την παροχή επιδοτήσεων ή έστω να παράσχουν σχετικές διαβεβαιώσεις, όπως προβλέπει το άρθρο 18, και δεν παρεσχέθησαν αμελλητί ικανοποιητικές διαβεβαιώσεις σχετικά και β) τέτοιου είδους δασμοί δεν επιτρέπεται να επιβάλλονται μόνο στα προϊόντα συγκεκριμένων παραγωγών, οι οποίοι διοχετεύουν την παραγωγή τους στη συγκεκριμένη περιοχή.

16.4. Όταν δύο ή περισσότερες χώρες έχουν, βάσει των διατάξεων του άρθρου XXIV παράγραφος 8 στοιχείο α) της GΑΤΤ του 1994, επιτύχει τέτοιο βαθμό οικονομικής ολοκλήρωσης, ώστε να φέρουν τα χαρακτηριστικά μίας, ενοποιημένης, αγοράς, στην περίπτωση αυτή ως εγχώριος κλάδος παραγωγής κατά την έννοια των παραγράφων 1 και 2 νοείται ο κλάδος παραγωγής στο σύνολο της περιοχής την οποία καλύπτει η οικονομική ολοκλήρωση.

16.5. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 15 παράγραφος 6.

Άρθρο 17

Προσωρινά μέτρα

17.1. Η εφαρμογή προσωρινών μέτρων επιτρέπεται μόνο εφόσον:

α) 

έχει αρχίσει έρευνα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11, έχει εκδοθεί σχετική δημόσια ανακοίνωση και έχουν παρασχεθεί στα ενδιαφερόμενα μέλη και στους λοιπούς ενδιαφερομένους οι κατάλληλες δυνατότητες για να υποβάλουν τυχόν στοιχεία και να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους·

β) 

έχει διατυπωθεί προκαταρκτικό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη της επιδότησης και το γεγονός οτι οι επιδοτούμενες εισαγωγές προξενούν ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής και

γ) 

οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι τα εν λόγω μέτρα είναι αναγκαία προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση ζημίας κατά τη διάρκεια της έρευνας.

17.2. Τα προσωρινά μέτρα είναι δυνατό να έχουν τη μορφή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού για τον οποίο παρέχεται εγγύηση υπό μορφή κατάθεσης σε μετρητά ή χορήγησης έγγραφης εγγυητικής δήλωσης· το ύφος της εγγύησης πρέπει να είναι ίσο με το ύφος της επιδότησης, οπως αυτό έχει υπολογισθεί προσωρινά.

17.3. Δεν επιτρέπεται η επιβολή προσωρινών μέτρων πριν από την πάροδο 60 ημερών από την ημερομηνία έναρξης της έρευνας.

17.4. Η ισχύς τυχόν προσωρινών μέτρων πρέπει να έχει τη συντομότερη δυνατή χρονική διάρκεια, η οποία δεν μπορεί να υπερραίνει τους τέσσερις μήνες.

17.5. Για την εφαρμογή προσωρινών μέτρων τηρούνται οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 19.

Άρθρο 18

Αναλήψεις υποχρεώσεων

18.1. Η διαδικασία είναι δυνατό ( 119 ) να αναστέλλεται ή να περατούται χωρίς να επιβάλλονται προσωρινά μέτρα ή αντισταθμιστικοί δασμοί, σε περίπτωση που προτείνονται οικειοθελώς ικανοποιητικές αναλήψεις υποχρεώσεων, βάσει των οποίων:

α) 

η κυβέρνηση του εξάγοντος μέλους συμφωνεί να καταργήσει ή να μειώσει την επιδότηση ή να λάβει άλλου είδους μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της ή

β) 

ο εξαγωγέας συμφωνεί να αναπροσαρμόσει τις τιμές που εφαρμόζει, και οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα πείθονται ότι με τον τρόπο αυτό πρόκειται να εξαλειφθούν οι ζημιογόνες συνέπειες της επιδότησης. Οι αυξήσεις τιμών που προβλέπονται από τέτοιου είδους αναλήψεις υποχρεώσεων δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες από αυτές που χρειάζονται για την αντιστάθμιση του ύψους της επιδότησης. Οι αυξήσεις τιμών είναι προτιμότερο να υπολείπονται του ύψους της επιδότησης, εφόσον αυξήσεις αυτής της κλίμακας θα ήταν αρκετές για την άρση της ζημίας που προξενείται στον εγχώριο κλάδο παραγωγής.

18.2. Δεν επιτρέπεται να ζητηθεί ή να γίνει δεκτή η ανάληψη υποχρεώσεων, παρά μόνο εφόσον οι αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν καταλήξει, στο πλαίσιο των προκαταρκτικών συμπερασμάτων τους, στη διαπίστωση ότι όντως παρέχεται επιδότηση και ότι η επιδότηση αυτή έχει ζημιογόνες συνέπειες, και επιπλέον, στην περίπτωση αναλήψεων υποχρεώσεων εκ μέρους εξαγωγέων, εφόσον εξασφαλίζεται η συγκατάθεση του εξάγοντος μέλους.

18.3. Οι προτεινόμενες αναλήψεις υποχρεώσεων είναι δυνατό να μη γίνονται δεκτές, αν οι αρχές του εισάγοντος μέλους εκτιμούν ότι η αποδοχή τους θα δημιουργούσε πρακτικές δυσκολίες, παραδείγματος χάρη αν ο αριθμός των πραγματικών ή δυνητικών εξαγωγέων είναι υπερβολικά μεγάλος ή για άλλους λόγους, συμπεριλαμβανομένων λόγων που ανάγονται στην ακολουθούμενη συνολική πολιτική. Όταν παρίσταται ανάγκη και εφόσον είναι πρακτικώς δυνατόν, οι αρχές γνωστοποιούν στον εξαγωγέα τους λόγους για τους οποίους έκριναν ως μη ενδεδειγμένη την αποδοχή κάποιας ανάληψης υποχρέωσης και παρέχουν στο μέτρο του δυνατού στον εξαγωγέα τη δυνατότητα να υποβάλει τυχόν παρατηρήσεις του σχετικά.

18.4. Όταν γίνεται δεκτή μια ανάληψη υποχρέωσης, η έρευνα η σχετική με την παροχή της επιδότησης και τη ζημία ολοκληρώνεται παρά την αποδοχή, εφόσον το επιθυμεί το εξάγον μέλος ή εφόσον ληφθεί σχετική απόφαση από το εισάγον μέλος. Στην περίπτωση αυτή, αν διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει επιδότηση ή ζημία, η ανάληψη υποχρέωσης παύει να ισχύει αυτοδικαίως, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η διαπίστωση της μη ύπαρξης επιδότησης ή ζημίας είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της ύπαρξης της ανάληψης υποχρέωσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να απαιτούν τη διατήρηση σε ισχύ της ανάληψης υποχρέωσης για εύλογο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι όντως υπάρχει επιδότηση και ζημία, η αναληφθείσα υποχρέωση παραμένει σε ισχύ με βάση το περιεχόμενό της και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

18.5. Οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να εισηγούνται την ανάληψη υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, αλλά κανείς εξαγωγέας δεν είναι δυνατό να υποχρεωθεί να αναλάβει μια υποχρέωση αυτής της μορφής. Το γεγονός ότι οι αρχές ενός μέλους ή ένας εξαγωγέας δεν προσφέρονται να αναλάβουν τέτοιου είδους υποχρεώσεις ή δεν ανταποκρίνονται σε σχετική πρόσκληση που τους έχει απευθυνθεί δεν προδικάζει με κανέναν τρόπο την αξιολόγηση των δεδομένων της υπόθεσης. Παρ' όλα αυτά, οι αρχές έχουν την ευχέρεια να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η επέλευση του κινδύνου πρόκλησης ζημίας είναι πιθανότερη σε περίπτωση συνέχισης των επιδοτούμενων εισαγωγών.

18.6. Όταν έχει προταθεί και γίνει δεκτή ανάληψη υποχρέωσης εκ μέρους μιας κυβέρνησης ή ενός εξαγωγέα, οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να απαιτούν από την εν λόγω κυβέρνηση ή τον εξαγωγέα να υποβάλλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα στοιχεία σχετικά με την εκπλήρωση της αναληφθείσας υποχρέωσης και να επιτρέπει την επαλήθευση των συναφών στοιχείων. Σε περίπτωση παράβασης της αναληφθείσας υποχρέωσης, οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να λαμβάνουν μέτρα με ταχείες διαδικασίες, στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας και σύμφωνα με τις διατάξεις της· τα μέτρα αυτά είναι δυνατό να συνίστανται στην άμεση εφαρμογή προσωρινών μέτρων, βάσει της καλύτερης διαθέσιμης τεκμηρίωσης. Σε τέτοιεςπεριπτώσεις, επιτρέπεται η επιβολή συμφώνως προς την παρούσα συμφωνία οριστικών δασμών επί προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε κατανάλωση όχι περισσότερες από 90 ημέρες πριν από την εφαρμογή των αντίστοιχων προσωρινών μέτρων, με εξαίρεση τα εισαχθέντα προϊόντα που ετέθησαν σε κατανάλωση πριν από την παράβαση της αναληφθείσας υποχρέωσης, ως προς τα οποία δεν ισχύει η αναδρομική αυτή μεταχείριση.

Άρθρο 19

Επιβολή και είσπραξη των αντισταθμιστικών δασμών

19.1. Σε περίπτωση που, μετά την ανάληψη εύλογων προσπαθειών για την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων, ένα μέλος καταλήγει σε οριστικό συμπέρασμα σχετικά με την ύπαρξη της επιδότησης και το ύψος της και διαπιστώνει ότι η παροχή της επιδότησης έχει ως αποτέλεσμα να προξενείται ζημία από τις επιδοτούμενες εισαγωγές, το εν λόγω μέλος δύναται να επιβάλλει αντισταθμιστικό δασμό σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εκτός αν υπάρξει κατάργηση της επιδότησης ή των επιδοτήσεων.

19.2. Η απόφαση περί της επιβολής ή μη αντισταθμιστικού δασμού σε περιπτώσεις κατά τις οποίες συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις για την επιβολή, καθώς και η απόφαση περί του κατά πόσον το ύψος του επιβλητέου αντισταθμιστικού δασμού πρέπει να ισούται με ολόκληρο το ύψος της επιδότησης ή με μέρος αυτού είναι αποφάσεις τις οποίες λαμβάνουν οι αρχές του εισάγοντος μέλους. Καλό είναι η επιβολή να έχει προαιρετικό χαρακτήρα στο έδαφος όλων των μελών και ο δασμός να είναι μικρότερος του συνολικού ύψους της επιδότησης, αν ο μικρότερος αυτός δασμός κρίνεται επαρκής για την άρση της ζημίας που προξενείται στον εγχώριο κλάδο παραγωγής. Επίσης είναι σκόπιμο να καθιερωθούν διαδικασίες που να επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις απόψεις που έχουν εκφράσει διάφοροι ημεδαποί ενδιαφερόμενοι ( 120 ), των οποίων τα συμφέροντα ενδέχεται να θιγούν σε περίπτωση επιβολής αντισταθμιστικού δασμού.

19.3. Όταν επιβάλλεται αντισταθμιστικός δασμός σε σχέση με δεδομένο προϊόν, ο αντισταθμιστικός αυτός δασμός εισπράττεται κάθε φορά μέχρι του προβλεπόμενου ποσού για όλες χωρίς διάκριση τις εισαγωγές του συγκεκριμένου προϊόντος, όποια και αν είναι η προέλευση τους, εφόσον διαπιστώνεται ότι οι εισαγωγές αυτές αποτελούν αντικείμενο επιδότησης και προκαλούν ζημία, με εξαίρεση τις εισαγωγές που προέρχονται από πηγές οι οποίες έχουν προβεί στην κατάργηση των επίμαχων επιδοτήσεων ή για τις οποίες έχουν γίνει δεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων συμφώνως προς τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Καθε εξαγωγέας, οι εξαγωγές του οποίου υπόκεινται μεν σε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό αλλά δεν συμπεριλήφθησαν στην πραγματικότητα στο αντικείμενο της διεξαχθεί-σας έρευνας για κάποιον λόγο, πλην της άρνησης συνεργασίας, δικαιούται να ζητήσει να επανεξετασθούν με ταχείες διαδικασίες τα δεδομένα που τον αφορούν, προκειμένου οι αρμόδιες για τη διεξαγωγή της έρευνας αρχές να καθορίσουν το συντομότερο δυνατό αντισταθμιστικό δασμό διαφορετικού ύψους για τον εν λόγω εξαγωγέα.

19.4. Το ύψος του αντισταθμιστικού δασμού που επιβάλλετα ( 121 ) για τα εισαγόμενα προϊόντα δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το διαπιστωθέν ύψος της επιδότησης, όπως αυτο έχει υπολογισθεί με βάση το ποσό της επιδότησης ανά μονάδα επιδοτούμενου και εξαγόμενου προϊόντος.

Άρθρο 20

Αναδρομική ισχύς

20.1. Προσωρινά μέτρα και αντισταθμιστικοί δασμοί εφαρμόζονται μόνο ως προς προϊόντα που τίθενται σε κατανάλωση μετά το χρόνο θέσης σε ισχύ της απόφασης που λαμβάνεται βάσει του άρθρου 17 παράγραφος 1 και του άρθρου 19 παράγραφος 1, αντιστοίχως, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

20.2. Όταν διατυπώνεται τελικό συμπέρασμα, το οποίο επιβεβαιώνει την πρόκληση ζημίας (αλλά όχι την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης ζημίας ούτε τη σημαντική επιβράδυνση της δημιουργίας κλάδου παραγωγής) ή, σε περίπτωση που συμπεραίνεται οριστικά ότι υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης ζημίας, όταν διαπιστώνεται ότι αν δεν εφαρμόζονταν προσωρινά μέτρα οι συνέπειες των επιδοτούμενων εισαγωγών θα είχαν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει πρόκληση ζημίας, τότε οι αντισταθμιστικοί δασμοί είναι δυνατό να έχουν αναδρομική ισχύ, ώστε να καλύπτεται και η περίοδος εφαρμογής τυχόν προσωρινών μέτρων.

20.3. Αν ο οριστικός αντισταθμιστικός δασμός είναι υψηλότερος από το ποσό για το οποίο έχει παρασχεθεί εγγύηση υπό μορφή κατάθεσης σε μετρητά ή έγγραφης εγγυητικής δήλωσης, δεν επιτρέπεται η είσπραξη της προκύπτουσας διαφοράς. Αν ο οριστικός δασμός είναι μικρότερος από το ποσό για το οποίο έχει παρασχεθεί εγγύηση υπό μορφή κατάθεσης σε μετρητά η έγγραφης εγγυητικής δήλωσης, το υπερβάλλον ποσό επιστρέφεται ή η έγγραφη εγγυητική δήλωση αποδίδεται το ταχύτερο δυνατό.

20.4. Με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στην παράγραφο 2, όταν διαπιστώνεται η ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης ζημίας ή σημαντική επιβράδυνση της δημιουργίας κλάδου παραγωγής (αλλά ακόμη δεν έχει προκληθεί ζημία), η επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού επιτρέπεται μόνο αφού διαπιστωθεί η ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης ζημίας ή σημαντική επιβράδυνση· στην περίπτωση αυτή, τυχόν μετρητά που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση κατά τη διάρκεια εφαρμογής των προσωρινών μέτρων είναι επιστρεπτέα, ενώ αν έχει χορηγηθεί έγγραφη εγγυητική δήλωση, αυτή πρέπει να αποδοθεί το ταχύτερο δυνατόν.

20.5. Όταν το τελικό συμπέρασμα είναι αποφατικό, τυχόν μετρητά που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση κατά τη διάρκεια εφαρμογής των προσωρινών μέτρων είναι επιστρεπτέα, ενώ αν έχει χορηγηθεί έγγραφη εγγυητική δήλωση, αυτή πρέπει να αποδοθεί το ταχύτερο δυνατόν.

20.6. Σε κρίσιμες περιπτώσεις, όταν προκειμένου περί του οικείου επιδοτούμενου προϊόντος οι αρχές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι έχουν πραγματοποιηθεί σε σχετικά βραχύ χρονικό διάστημα μαζικές εισαγωγές ενός προϊόντος, υπέρ του οποίου καταβάλλονται ή χορηγούνται επιδοτήσεις κατά παράβαση των διατάξεων της GΑΤΤ του 1994 και της παρούσας συμφωνίας, με αποτέλεσμα να προκαλείται ζημία που θα ήταν δύσκολο να αποκατασταθεί, και παράλληλα κρίνεται σκόπιμη η επιβολή στις εν λόγω εισαγωγές αντισταθμιστικών δασμών με αναδρομική ισχύ, προκειμένου να αποκλειστεί η περίπτωση εκ νέου πρόκλησης της ζημίας, στην περίπτωση αυτή οι επιβαλλόμενοι οριστικοί αντισταθμιστικοί δασμοί είναι δυνατό να αφορούν τις εισαγωγές προϊόντων που ετέθησαν σε κατανάλωση όχι περισσότερες από 90 ημέρες πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των προσωρινών μέτρων.

Άρθρο 21

Διάρκεια ισχύος και επανεξέταση των αντισταθμιστικών δασμών και των αναλήψεων υποχρεώσεων

21.1. Οι αντισταθμιστικοί δασμοί παραμένουν σε ισχύ μόνο για όσο χρόνο και στην έκταση που χρειάζεται γιατην εξουδετέρωση των ζημιογόνων συνεπειών της παροχής επιδοτήσεων.

21.2. Όποτε το κρίνουν σκόπιμο, οι αρχές επανεξετάζουν κατά πόσον επιβάλλεται η συνέχιση της επιβολής του δασμού, είτε με δική τους πρωτοβουλία είτε εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο, υπό την προϋπόθεση ότι από την επιβολή του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού έχει παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα και ότι η αίτηση συνοδεύεται από θετικά αποδεικτικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι είναι απαραίτητη η επανεξέταση. Οι ενδιαφερόμενοι έχουν το δικαίωμα να ζητούν από τις αρχές να εξετάσουν κατά πόσον η συνέχιση της επιβολής του δασμού είναι αναγκαία για την εξουδετέρωση των συνεπειών των επιδοτήσεων και κατά πόσον είναι πιθανή η συνέχιση ή επανάληψη της πρόκλησης ζημίας σε περίπτωση ανάκλησης ή/και διαφοροποίησης του δασμού. Αν, βάσει της επανεξέτασης που έχει πραγματοποιηθεί δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οι αρχές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο αντισταθμιστικός δασμός δεν είναι πλέον απαραίτητος, ο δασμός καταργείται αμέσως.

21.3. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2, καθε οριστικός αντισταθμιστικός δασμός καταργείται το αργότερο πέντε έτη από την επιβολή του (ή από την ημερομηνία της πλέον πρόσφατης επανεξέτασης βάσει της παραγράφου 2, εφόσον αντικείμενο της επανεξέταση ήταν τόσο η παροχή επιδοτήσεων όσο και η ζημία, ή βάσει της παρούσας παραγράφου), εκτός αν οι αρχές καταλήξουν στο συμπέρασμα, στο πλαίσιο επανεξέτασης που άρχισαν πριν από την ανωτέρω ημερομηνία με δική τους πρωτοβουλία ή μετά τη διατύπωση σχετικού και δεόντως τεκμηριωμένου αιτήματος εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής σε προγενέστερο χρόνο που δεν απέχει υπερβολικά από την ανωτέρω ημερομηνία, ότι η λήξη ισχύος του δασμού θα είχε ως πιθανή συνέπεια τη συνέχιση ή την επανάληψη της παροχής επιδοτήσεων και της εξ αυτής προκαλούμενης ζημίας ( 122 ). Ο δασμός είναι δυνατό να διατηρείται σε ισχύ μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας επανεξέτασης.

21.4. Οι διατάξεις του άρθρου 12 σχετικά με τα αποδεικτικά στοιχεία και τη διαδικασία εφαρμόζονται για κάθε επανεξέταση η οποία διενεργείται βάσει του παρόντος άρθρου. Κάθε τέτοια επανεξέταση διενεργείται με ταχείες διαδικασίες και πρέπει κανονικά να ολοκληρώνεται εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξης της επανεξέτασης.

21.5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν και για τις αναλήψεις υποχρεώσεων που γίνονται δεκτές βάσει του άρθρου 18.

Άρθρο 22

Δημόσια ανακοίνωση και ανάπτυξη του σκεπτικού στο οποίο στηρίζεται

22.1. Όταν οι αρχές έχουν σχηματίσει την πεποίθηση ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας βάσει του άρθρου 11, ενημερώνουν σχετικά το μέλος ή τα μέλη στα οποία παράγονται τα προϊόντα που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας, καθώς και τους λοιπούς ενδιαφερόμενους, για τους οποίους οι αρμόδιες για τη διεξαγωγή της έρευνας αρχές γνωρίζουν ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση, και εκδίδουν σχετική δημόσια ανακοίνωση.

22.2. Η δημόσια ανακοίνωση η σχετική με την έναρξη της έρευνας περιλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο ( 123 ), επαρκή στοιχεία σχετικά με τα ακόλουθα θέματα:

i) 

το όνομα της χώρας ή των χωρών εξαγωγής και το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας,

ii) 

την ημερομηνία έναρξης της έρευνας,

iii) 

περιγραφή της πρακτικής ή των πρακτικών επιδοτήσεων που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας,

iv) 

συνοπτική παρουσίαση των δεδομένων επί των οποίων στηρίζεται ο ισχυρισμός ότι προκαλείται ζημία,

v) 

τη διεύθυνση στην οποία τα ενδιαφερόμενα μέλη και οι λοιποί ενδιαφερόμενοι πρέπει να αποστέλλουν τυχόν στοιχεία ή παρατηρήσεις τους, και

vi) 

τις προθεσμίες που τάσσονται στα ενδιαφερόμενα μέλη και στους λοιπούς ενδιαφερομένους για τη γνωστοποίηση των απόψεών τους.

22.3. Δημόσια ανακοίνωση εκδίδεται για κάθε προκαταρκτικό ή τελικό συμπέρασμα, είτε καταφατικό είτε απο-φατικό, για κάθε απόφαση με την οποία γίνεται δεκτή ανάληψη υποχρέωσης κατ' εφαρμογήν του άρθρου 18, για τη λήξη ισχύος κάποιας ανάληψης υποχρέωσης και για την κατάργηση οποιουδήποτε οριστικού αντισταθμιστικού δασμού. Κάθε ανακοίνωση αυτού του είδους αναφέρει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, με τη δέουσα λεπτομέρεια τα πορίσματα και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι αρχές που διενεργούν την έρευνα σχετικά με όλες τις αποφασιστικής σημασίας πραγματικές ή νομικές παραμέτρους της υπόθεσης. Κάθε τέτοια ανακοίνωση ή έκθεση διαβιβάζεται στο μέλος ή στα μέλη που παράγουν το προϊόν το οποίο αφορά το εκάστοτε συμπέρασμα ή η εκάστοτε ανάληψη υποχρέωσης, καθώς και στους λοιπούς ενδιαφερόμενους για τους οποίους είναι γνωστό ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση.

22.4. Για την επιβολή προσωρινών μέτρων εκδίδεται δημόσια ανακοίνωση στην οποία εξηγούνται, ή η οποία τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, με τη δέουσα λεπτομέρεια τα προκαταρκτικά συμπεράσματα τα σχετικά με την ύπαρξη της επιδότησης και τη ζημία, και παρατίθενται τα νομικά και πραγματικά δεδομένα, με βάση τα οποία αποφασίστηκε η αποδοχή ή η απόρριψη των προβαλλόμενων επιχειρημάτων. Κάθε τέτοια ανακοίνωση ή έκθεση περιέχει, χωρίς να παραγνωρίζεται η υποχρέωση προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων πληροφοριών, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

i) 

τα ονόματα των προμηθευτών, ή, όταν αυτό είναι πρακτικώς αδύνατο, των εμπλεκόμενων προμηθευτριών χωρών,

ii) 

περιγραφή του προϊόντος αρκετά πλήρη, ώστε να επιτρέπει την αξιολόγηση των τελωνειακών παραμέτρων,

iii) 

το διαπιστωθέν ύψος της επιδότησης και ανάλυση των δεδομένων που ελήφθησαν υπόψη για τη διαπίστωση της ύπαρξης της επιδότησης,

iv) 

το σκεπτικό με βάση το οποίο διαπιστώθηκε η πρόκληση μη ζημίας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15,

v) 

τους βασικούς λόγους στους οποίους στηρίζεται το συμπέρασμα.

22.5. Η δημόσια ανακοίνωση με την οποία περατούται ή αναστέλλεται η έρευνα σε περίπτωση διατύπωσης καταφατικού συμπεράσματος, με βάση το οποίο επιβάλλεται οριστικός δασμός ή γίνεται δεκτή ανάληψη υποχρέωσης, διαλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, όλα τα συναφή στοιχεία τα σχετικά με τα πραγματικά και νομικά δεδομένα της υπόθεσης, καθώς και τους λόγους που οδήγησαν στην επιβολή των οριστικών μέτρων ή στην αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης, χωρίς να παραγνωρίζεται η υποχρέωση προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων πληροφοριών. Ειδικότερα, η ανακοίνωση ή η έκθεση περιέχει τα στοιχεία που περιγράφονται στην παράγραφο 4, καθώς και τους λόγους για τους οποίους έγιναν δεκτά ή απορρίφθηκαν τα σχετικά επιχειρήματα ή οι ισχυρισμοί των ενδιαφερομένων μελών, των εξαγωγέων και των εισαγωγέων.

22.6. Η δημόσια ανακοίνωση με την οποία περατούται ή αναστέλλεται η έρευνα μετά την αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης κατ' εφαρμογήν του άρθρου 18 διαλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, το μη εμπιστευτικού χαρακτήρα σκέλος της εν λόγω ανάληψης υποχρέωσης.

22.7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν και για την έναρξη και περάτωση των επανεξετάσεων που διενεργούνται βάσει του άρθρου 21, καθώς και για τις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 20 και αφορούν την επιβολή δασμών με αναδρομική ισχύ.

Άρθρο 23

Δικαστικός έλεγχος

Κάθε μέλος, η εσωτερική νομοθεσία του οποίου προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης μέτρων υπό μορφή επιβολής αντισταθμιστικών δασμών, φροντίζει για την ύπαρξη και λειτουργία δικαιοδοτικών οργάνων, της τακτικής δικαιοσύνης ή διαιτητικά ή διοικητικά, καθώς και για τη θέσπιση των σχετικών διαδικασιών, ώστε να είναι, μεταξύ άλλων, δυνατός ο άμεσος έλεγχος των πράξεων της διοίκησης που αναφέρονται στα τελικά συμπεράσματα και τις επανεξετάσεις των συμπερασμάτων κατα την έννοια του άρθρου 21. Τα εν λόγω δικαιοδοτικό όργανα και οι διαδικασίες πρέπει να χαρακτηρίζονται από ανεξαρτησία έναντι των αρχών που φέρουν την ευθύνη για το εκάστοτε συμπέρασμα ή την εκάστοτε επανεξέταση, καθώς επίσης να παρέχουν στο σύνολο των ενδιαφερομένων, οι οποίοι έλαβαν μέρος στη διοικητική διαδικασία και θίγονται άμεσα ή έμμεσα από τις πράξεις της διοίκησης, το δικαίωμα να κινήσουν τη διαδικασία δικαστικού ελέγχου.

ΜΕΡΟΣ VI

ΟΡΓΑΝΑ

Άρθρο 24

Επιτροπή για τις Επιδοτήσεις και τα Αντισταθμιστικά Μέτρα και επικουρικά όργανα

24.1. Συστήνεται Επιτροπή για τις Επιδοτήσεις και τα Αντισταθμιστικά Μέτρα, η οποία απαρτίζεται από εκπροσώπους όλων των μελών. Η επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της και συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο, καθώς και στις λοιπές περιπτώσεις που προβλέπονται από συναφείς διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους. Η επιτροπή φροντίζει για την εκτέλεση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί βάσει της παρούσας συμφωνίας ή από τα μέλη και παρέχει στα μέλη τη δυνατότητα να διενεργούν διαβουλεύσεις σχετικά με όλα τα θέματα που άπτονται της λειτουργίας της συμφωνίας και της προαγωγής των στόχων της. Η γραμματεία του ΠΟΕ εκτελεί χρέη γραμματείας της επιτροπής.

24.2. Όταν κρίνεται σκόπιμο, η επιτροπή δύναται να συστήνει όργανα που την επικουρούν στο έργο της.

24.3. Η επιτροπή προβαίνει στη σύσταση Διαρκούς Ομάδας Εμπειρογνωμόνων («ΔΟΕ»), η οποία απαρτίζεται από πέντε ανεξάρτητα πρόσωπα με υψηλού επιπέδου κατάρτιση στους τομείς των επιδοτήσεων και των εμπορικών σχέσεων. Οι εμπειρογνώμονες εκλέγονται από την επιτροπή, και κάθε χρόνο αντικαθίσταται ένας από αυτούς. Η ΔΟΕ είναι δυνατό να κληθεί να επικουρήσει κάποια ειδική ομάδα (πάνελ), κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 5. Η επιτροπή δύναται επίσης να συμβουλεύεται τη γνώμη της όσον αφορά την ύπαρξη και το χαρακτήρα δεδομένης επιδότησης.

24.4. Κάθε μέλος δύναται να θέτει ερωτήματα στη ΔΟΕ και να συμβουλεύεται τη γνώμη της αναφορικά με το χαρακτήρα δεδομένης επιδότησης, την οποία το εν λόγω μέλος προτίθεται να θεσπίσει ή παρέχει ήδη. Αυτού του είδους οι γνωμοδοτήσεις συμβουλευτικού χαρακτήρα θεωρούνται εμπιστευτικές, και τα μέρη δεν έχουν το δικαίωμα να τις επικαλούνται στο πλαίσιο των διαδικασιών που προβλέπει το άρθρο 7.

24.5. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, η επιτροπή και τα τυχόν όργανα που την επικουρούν δύνανται να έρχονται σε συνεννόηση με οποιονδήποτε κρίνουν σκόπιμο και να ζητούν αντίστοιχα πληροφορίες από οποιαδήποτε πηγή. Παρ' όλα αυτά, πριν η επιτροπή ή κάποιο από τα όργανα που την επικουρούν διατυπώσει αίτημα για την παροχή πληροφοριών από κάποιον φορέα που υπάγεται στη δικαιοδοσία ενός μέλους, οφείλει να ενημερώνει το οικείο μέλος.

ΜΕΡΟΣ VII

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ

Άρθρο 25

Γνωστοποιήσεις

25.1. Τα μέλη συμφωνούν ότι, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου XVI παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994, οι γνωστοποιήσεις επιδοτήσεων πρέπει να υποβάλλονται από αυτά το αργότερο μέχρι τις 30 Ιουνίου κάθε έτους και να είναι σύμφωνες με τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 6.

25.2. Τα μέλη γνωστοποιούν κάθε περίπτωση επιδότησης κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 1, η οποία έχει ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2 και η οποία χορηγείται ή διατηρείται στην επικράτεια τους.

25.3. Το περιεχόμενο των γνωστοποιήσεων πρέπει να είναι αρκούντως αναλυτικό, ώστε να επιτρέπει στα υπόλοιπα μέλη να αξιολογούν τις συνέπειες που προκύπτουν για τo εμπόριο και να αντιλαμβάνονται τον τρόπο εφαρμογής των γνωστοποιούμενων προγραμμάτων επιδοτήσεων. Για το σκοπό αυτό και χωρίς να θίγεται το περιεχόμενο και η μορφή του ερωτηματολογίου για τις επιδοτήσεις ( 124 ), τα μέλη λαμβάνουν πρόνοια ώστε οι γνωστοποιήσεις που υποβάλλουν να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία:

i) 

το είδος της επιδότησης (δηλαδή μη επιστρεπτέα ενίσχυση, δάνειο, φορολογική απαλλαγή κ.λπ.),

ii) 

το ύψος της επιδότησης ανά μονάδα ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατό, το συνολικό ποσό της επιδότησης ή το ποσό που έχει προϋπολογισθεί για την επιδότηση σε ετήσια βάση (με στοιχεία, εφόσον είναι δυνατό, σχετικά με τη μέση επιδότηση ανά μονάδα κατά το προηγούμενο έτος),

iii) 

το γενικό στόχο που επιδιώκεται με την επιδότηση ή/και τον σκοπό της,

iv) 

τη διάρκεια παροχής της επιδότησης ή/και τους λοιπούς χρονικούς περιορισμούς που ενδεχομένως ισχύουν σε σχέση με αυτήν,

v) 

στατιστικά δεδομένα τα οποία επιτρέπουν την αξιολόγηση των συνεπειών της επιδότησης για το εμπόριο.

25.4. Σε περίπτωση που μια γνωστοποίηση δεν περιέχει στοιχεία σχετικά με ένα ή περισσότερα από τα επιμέρους θέματα για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 3, σχετικές εξηγήσεις παρέχονται στην ίδια τη γνωστοποίηση.

25.5. Σε περίπτωση παροχής επιδοτήσεων για συγκεκριμένα προϊόντα ή προς συγκεκριμένους κλάδους, τα σχετικά στοιχεία στις γνωστοποιήσεις πρέπει να παρατίθενται ανά προϊόν ή ανά κλάδο.

25.6. Τα μέλη που θεωρούν ότι στην επικράτειά τους δεν ισχύει κανένα μέτρο για το οποίο να υφίσταται υποχρέωση γνωστοποίησης βάσει του άρθρου XVI παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994 και της παρούσας συμφωνίας ενημερώνουν γραπτώς τη γραμματεία σχετικά.

25.7. Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι η γνωστοποίηση ενός μέτρου δεν προδικάζει ούτε τη νομική του ισχύ βάσει της GΑΤΤ του 1994 και της παρούσας συμφωνίας, ούτε τις συνέπειές του βάσει της παρούσας συμφωνίας, ούτε το χαρακτήρα του μέτρου καθαυτόν.

25.8. Κάθε μέλος δύναται ανά πάσα στιγμή να ζητήσει γραπτώς να του διαβιβασθούν στοιχεία σχετικά με το χαρακτήρα και την έκταση οιασδήποτε επιδότησης, τη χορήγηση της οποίας αποφασίζει ή συνεχίζει ένα άλλο μέλος (συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στο μέρος IV), ή να του παρασχεθούν εξηγήσεις σχετικά με τους λόγους για τους οποίους εκρίθη ότι δεδομένο μέτρο δεν καλύπτεται από την υποχρέωση γνωστοποίησης.

25.9. Τα μέλη που λαμβάνουν σχετικό αίτημα παρέχουν τα ζητούμενα στοιχεία το συντομότερο δυνατόν και φροντίζουν αυτά να είναι πλήρη· επίσης, επιδεικνύουν προθυμία για την παροχή, εφόσον τους ζητηθεί, συμπληρωματικών στοιχείων στο μέλος που έχει διατυπώσει σχετικό αίτημα. Ειδικότερα, τα στοιχεία που παρέχουν τα μέλη πρέπει να είναι αρκετά λεπτομερή, ώστε το εκάστοτε άλλο μέλος να είναι σε θέση να εκτιμήσει κατά πόσον αυτά τηρούν τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Κάθε μέλος το οποίο πιστεύει ότι δεν έχουν γνωστοποιηθεί τα ανωτέρω στοιχεία δύναται να επισημάνει το θέμα στην επιτροπή.

25.10. Κάθε μέλος, το οποίο θεωρεί ότι ένα άλλο μέλος έχει παραλείψει να γνωστοποιήσει κάποιο μέτρο, το οποίο έχει συνέπειες ανάλογες με εκείνες μιας επιδότησης, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου XVI παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994 και του παρόντος άρθρου, δύναται να επισημάνει το θέμα στο εν λόγω άλλο μέλος. Σε περίπτωση που εν συνεχεία το άλλο μέλος δεν γνωστοποιήσει αμελλητί την επίμαχη περίπτωση επιδότησης, το πρώτο μέλος δύναται να ενημερώσει το ίδιο την επιτροπή σχετικά με την περίπτωση επιδότησης που ισχυρίζεται ότι παρέχεται.

25.11. Τα μέλη γνωστοποιούν αμελλητί στην επιτροπή όλα τα προκαταρκτικά και οριστικά μέτρα τα οποία λαμβάνουν σε σχέση με αντισταθμιστικούς δασμούς. Οι σχετικές εκθέσεις φυλάσσονται στη γραμματεία, όπου και μπορούν να τις εξετάζουν τα υπόλοιπα μέλη. Επίσης τα μέλη υποβάλλουν ανά εξάμηνο εκθέσεις σχετικές με τα μέτρα που έχουν ενδεχομένως λάβει κατά τη διάρκεια του προηγηθέντος εξαμήνου στον τομέα των αντισταθμιστικών δασμών. Για τις εξαμηνιαίες εκθέσεις χρησιμοποιείται συμφωνηθέν τυποποιημένο έντυπο.

25.12. Κάθε μέλος γνωστοποιεί στην επιτροπή: α) ποια αρχή του εκάστοτε μέλους είναι αρμόδια για την έναρξη και διεξαγωγή των ερευνών που προβλέπονται στο άρθρο 11 και β) τις εσωτερικές του διαδικασίες οι οποίες διέπουν την έναρξη και διεξαγωγή των εν λόγω ερευνών.

Άρθρο 26

Επιτήρηση

26.1. Η επιτροπή εξετάζει τις νέες και πλήρεις γνωστοποιήσεις που της υποβάλλονται κατ' εφαρμογήν του άρθρου XVI παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994 και του άρθρου 25 παράγραφος 1 της παρούσας συμφωνίας σε ειδικές συνεδριάσεις της οι οποίες πραγματοποιούνται ανά τριετία. Οι γνωστοποιήσεις οι οποίες υποβάλλονται κατά τα έτη που μεσολαβούν (γνωστοποιήσεις σχετικά με την πορεία προγραμμάτων επιδοτήσεων) εξετάζονται κατά τις τακτικές συνεδριάσεις της επιτροπής.

26.2. Η επιτροπή εξετάζει τις εκθέσεις που της υποβάλλονται βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 11 κατά τις τακτικές της συνεδριάσεις.

ΜΕΡΟΣ VIII

ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ ΜΕΛΗ

Άρθρο 27

Ειδική και διακριτική μεταχείριση των αναπτυσσόμενων χωρών μελών

27.1. Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι οι επιδοτήσεις είναι δυνατό να επιτελούν σημαντική λειτουργία στο πλαίσιο των προγραμμάτων οικονομικής ανάπτυξης των αναπτυσσόμενων χωρών μελών.

27.2. Η απαγόρευση της παραγράφου 1 στοιχείο α) του άρθρου 3 δεν ισχύει προκειμένου περί:

α) 

των αναπτυσσόμενων χωρών μελών που αναφέρονται στο παράρτημα VII·

β) 

των υπολοίπων αναπτυσσόμενων χωρών μελών, επί μία οκταετία από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν τηρηθεί οι διατάξεις της παραγράφου 4.

27.3. Η απαγόρευση του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) δεν ισχύει για τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη επί μία πενταετία· επίσης δεν ισχύει για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη επί μία οκταετία από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

27.4. Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που μνημονεύονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) καταργούν τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που παρέχουν εντός οκταετούς περιόδου και κατά προτίμηση κατά τρόπο σταδιακό. Εντούτοις, μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος δεν δύναται να αυξήσει το ύψος των εξαγωγικών επιδοτήσεων που παρέχει ( 125 ) και οφείλει να τις καταργήσει εντός χρονικής περιόδου βραχύτερης αυτής που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο, όταν η παροχή των εν λόγω εξαγωγικών επιδοτήσεων δεν ανταποκρίνεται στις αναπτυξιακές της ανάγκες. Σε περίπτωση που μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος θεωρεί σκόπιμη την παροχή τέτοιου είδους επιδοτήσεων και πέραν της προβλεπόμενης οκταετούς περιόδου, φροντίζει για την έναρξη διαβουλεύσεων με την επιτροπή το αργότερο ένα έτος πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου· η επιτροπή αποφασίζει τότε κατά πόσον δικαιολογείται παράταση της προβλεπόμενης περιόδου, αφού εξετάσει το σύνολο των συναφών οικονομικών, χρηματοοικονομικών και αναπτυξιακών αναγκών της συγκεκριμένης αναπτυσσόμενης χώρας μέλους. Σε περίπτωση που η επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η παράταση είναι δικαιολογημένη, η οικεία αναπτυσσόμενη χώρα μέλος πραγματοποιεί κάθε χρόνο διαβουλεύσεις με την επιτροπή, προκειμένου να εξετασθεί η αναγκαιότητα διατήρησης των επιδοτήσεων. Σε περίπτωση που η επιτροπή καταλήξει σε διαφορετικό συμπέρασμα, η οικεία αναπτυσσόμενη χώρα μέλος καταργεί σταδιακά τις εναπομένουσες εξαγωγικές επιδοτήσεις εντός διετίας από τη λήξη της τελευταίας περιόδου για την οποία έχει χορηγηθεί σχετική άδεια.

27.5. Όταν οι εξαγωγές ορισμένου προϊόντος, τις οποίεςπραγματοποιεί μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, έχουν καταστεί ανταγωνιστικές, η εν λόγω χώρα μέλος οφείλει να καταργήσει σταδιακά τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που παρέχει για το συγκεκριμένο προϊόν εντός διετίας. Εντούτοις, όταν πρόκειται για μία από τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που μνημονεύονται στο παράρτημα VII, η οποία έχει επιτύχει να καταστήσει ανταγωνιστικές τις εξαγωγές της σε ένα ή περισσότερα προϊόντα, η εν λόγω χώρα οφείλει να καταργήσει σταδιακά εντός οκταετούς περιόδου τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που παρέχει για τα συγκεκριμένα προϊόντα.

27.6. Οι εξαγωγές δεδομένου προϊόντος που πραγματοποιεί μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος θεωρούνται ανταγωνιστικές όταν έχουν αυξηθεί μέχρι του σημείου να αντιπροσωπεύουν ποσοστό 3,25 % τουλάχιστον του παγκόσμιου εμπορίου για το συγκεκριμένο προϊόν επί δύο συναπτά ημερολογιακά έτη. Η ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών κρίνεται είτε α) μετά από γνωστοποίηση της αναπτυσσόμενης χώρας μέλους, οι εξαγωγές της οποίας έχουν καταστεί ανταγωνιστικές, είτε β) με βάση σχετικό υπολογισμό τον οποίον διενεργεί η γραμματεία μετά από αίτηση οιουδήποτε μέλους. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως προϊόν νοείται μια κλάση της συνδυασμένης ονοματολογίας. Η επιτροπή εξετάζει την εφαρμογή της παρούσας διάταξης πέντε έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

27.7. Οι διατάξεις του άρθρου 4 δεν ισχύουν ως προς τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη όταν πρόκειται για εξαγωγικές επιδοτήσεις οι οποίες συνάδουν με τις διατάξεις τωνπαραγράφων 2 έως 5. Στις περιπτώσεις αυτές είναι εφαρμοστέες οι διατάξεις του άρθρου 7.

27.8. Σε περιπτώσεις επιδοτήσεων που παρέχει μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος δεν ισχύει το τεκμήριο που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, ότι δηλαδή οι επιδοτήσεις προκαλούν σοβαρή ζημία κατά την έννοια της παρούσας συμφωνίας. Η πρόκληση σοβαςής ζημίας, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 9, αποδεικνύεται επί τη βάσει θετικών αποδεικτικών στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφοι 3 έως 8.

27.9. Όσον αφορά περιπτώσεις επιδοτήσεων για τις οποίες είναι δυνατό να ζητηθεί η παροχή έννομης προστασίας και στη χορήγηση των οποίων προβαίνει ή εμμένει μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, πλην εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, δεν επιτρέπεται η χορήγηση άδειας για τη λήψη μέτρων ή η λήψη μέτρων βάσει του άρθρου 7, εκτός αν διαπιστώνεται ότι η επίμαχη επιδότηση έχει ως αποτέλεσμα την ολική ή μερική αποδυνάμωση τελωνειακών παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων που ισχύουν βάσει της GΑΤΤ του 1994, κατά τέτοιον τρόπο ώστε να υποκαθίστανται ή να παρεμποδίζονται οι εισαγωγές ομοειδούς προϊόντος από κάποιο άλλο μέλος στην αγορά της αναπτυσσόμενης χώρας μέλους που χορηγεί την επιδότηση ή εκτός αν προξενείται ζημία σε εγχώριο κλάδο παραγωγής στην αγορά εισάγοντος μέλους.

27.10. Κάθε έρευνα η οποία αφορά την επιβολή αντισταθμιστικών δασμών σε σχέση με ένα προϊόν που κατάγεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος περατούται αφ' ης στιγμής οι αρμόδιες αρχές διαπιστώσουν ότι:

α) 

το συνολικό ύψος των επιδοτήσεων που παρέχονται για το συγκεκριμένο προϊόν δεν υπερβαίνει το 2 % της αξίας του υπολογιζoμένης ανά μονάδα· ή

β) 

ο όγκος των επιδοτούμενων εισαγωγών αντιπροσωπεύει ποσοστό κατώτερο του 4 % των συνολικών εισαγωγών του ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος, εκτός αν πραγματοποιούνται εισαγωγές από αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, καθεμιά από τις οποίες συμβάλλει στις εισαγωγές κατά ποσοστό κατώτερο του 4 % επί του συνόλου, αλλά όλες μαζί αντιπροσωπεύουν ποσοστό ανώτερο του 9 % του συνόλου των εισαγωγών του ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος.

27.11. Η τιμή που προβλέπεται στην παράγραφο 10 στοιχείο α) καθορίζεται στο 3 % αντί του 2 % όσον αφορά τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 2 στοιχείο β), οι οποίες έχουν καταργήσει τις εξαγωγικές επιδοτήσεις πριν από την πάροδο της οκταετούς περιόδου από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, καθώς και όσον αφορά τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη στις οποίες αναφέρεται το παράρτημα VII. Η παρούσα διάταξη ισχύει από την ημερομηνία κατά την οποία η κατάργηση των εξαγωγικών επιδοτήσεων γνωστοποιήθηκε στην επιτροπή και για όσον χρόνο η αναπτυσσόμενη χώρα μέλος που πραγματοποίησε τη γνωστοποίηση δεν προβαίνει στη χορήγηση εξαγωγικών επιδοτήσεων. Η παρούσα διάταξη παύει να ισχύει οκτώ έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

27.12. Οι διατάξεις των παραγράφων 10 και 11 είναι εφαρμοστέες όταν εξετάζεται κατά ποσoν δεδομένη επιδότηση είναι ασήμαντη από νομική άποψη, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15 παράγραφος 3.

27.13. Οι διατάξεις του μέρους III δεν ισχύουν προκειμένου περί περιπτώσεων άμεσης άφεσης χρέους, επιδοτήσεων που παρέχονται υπό οιαδήποτε μορφή για την κάλυψη κοινωνικού κόστους, συμπεριλαμβανομένης της παραίτησης του Δημοσίου από ποσα που του οφείλονται, καθώςκαι άλλων περιπτώσεων μεταβίβασης υποχρεώσεων, εφόσον οι εν λόγω επιδοτήσεις χορηγούνται στο πλαίσιο προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων που εφαρμόζει αναπτυσσόμενη χώρα μέλος και συνδέονται άμεσα με αυτό, και υπό την προϋπόθεση ότι το εν λόγω πρόγραμμα εφαρμόζεται και οι σχετικές επιδοτήσεις χορηγούνται για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ότι έχουν γνωστοποιηθεί στην επιτροπή και επιπλέον ότι απώτερος στόχος του προγράμματος είναι η ιδιωτικοποίηση της οικείας επιχείρησης.

27.14. Μετά από αίτηση ενός ενδιαφερομένου μέλους, η επιτροπή προβαίνει στην εξέταση δεδομένης πρακτικής εξαγωγικών επιδοτήσεων, την οποία εφαρμόζει μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, προκειμένου να αποφανθεί κατά πόσον η πρακτική αυτή ανταποκρίνεται στις αναπτυξιακές ανάγκες της εν λόγω χώρας.

27.15. Εφόσον το ζητήσει μια ενδιαφερόμενη αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, η επιτροπή προβαίνει στην εξέταση δεδομένου αντσταθμιστικού μέτρου, προκειμένου να αποφανθεί κατά πόσον αυτό συμβιβάζεται με τις διατάξεις των παραγράφων 10 και 11, όπως αυτές ισχύουν έναντι της οικείας αναπτυσσόμενης χώρας μέλους.

ΜΕΡΟΣ IX

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Άρθρο 28

Υφιστάμενα προγράμματα

28.1. Τα προγράμματα επιδοτήσεων, τα οποία έχουν τεθεί σε εφαρμογή στην επικράτεια ενός μέλους πριν από την ημερομηνία υπογραφής της συμφωνίας για τον ΠΟΕ από το εν λόγω μέλος και τα οποία έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, επιβάλλεται να:

α) 

γνωστοποιούνται στην επιτροπή το αργότερο 90 ημέρες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς το εν λόγω μέλος· και

β) 

να τροποποιούνται ώστε να συμφωνούν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εντός τριετίας από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς το εν λόγω μέλος, ενώ μέχρι τότε δεν ισχύουν ως προς αυτά οι διατάξεις του μέρους II.

28.2. Τα μέλη δεν δύνανται να διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω προγραμμάτων ούτε να αποφασίζουν την παράτασή τους μετά τη λήξη τους.

Άρθρο 29

Μετασχηματισμός σε οικονομία αγοράς

29.1. Τα μέλη τα οποία διανύουν περίοδο μετασχηματισμού της οικονομίας τους από τον κεντρικό σχεδιασμό σε μια οικονομία της αγοράς, η οποία θα διέπεται από την αρχή της ελεύθερης επιχειρηματικής δραστηριότητας, δύναται να εφαρμόζουν προγράμματα και μέτρα που είναι απαραίτητα για την πραγματοποίηση του μετασχηματισμού.

29.2. Ως προς τα προαναφερθέντα μέλη, τα προγράμματα επιδοτήσεων, τα οποία υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 και έχουν γνωστοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3, καταργούνται σταδιακά ή τροποποιούνται, ώστε να συνάδουν με το άρθρο 3 εντός επταετούς περιόδου από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Στην περίπτωση αυτή, το άρθρο 4 δεν εφαρμόζεται. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της προαναφερθείσας περιόδου:

α) 

δεν επιτρέπεται να ζητηθεί η παροχή έννομης προστασίας βάσει του άρθρου 7 σε σχέση με προγράμματα επιδοτήσεων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο δ)·

β) 

για τις υπόλοιπες μορφές επιδοτήσεων, ως προς τις οποίες είναι δυνατό να ζητηθεί η παροχή έννομης προστασίας, είναι εφαρμοστέες οι διατάξεις του άρθρου 27 παράγραφος 9.

29.3. Τα προγράμματα επιδοτήσεων τα οποία υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 γνωστοποιούνται στην επιτροπή το συντομότερο δυνατόν μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Περαιτέτω γνωστοποιήσεις επιδοτήσεων αυτού του είδους είναι δυνατό να πραγματοποιούνται εντός χρονικού διαστήματος που δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διετία από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

29.4. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα μέλη για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 δύνανται να λαμβάνουν από την επιτροπή την άδεια να παρεκκλίνουν από τα γνωστοποιηθέντα προγράμματα και μέτρα που εφαρμόζουν, καθώς και απο τα σχετικά χρονοδιαγράμματα, εφόσον οι παρεκκλίσεις αυτές κρίνονται απαραίτητες για τη διαδικασία μετασχηματισμού της οικονομίας τους.

ΜΕΡΟΣ Χ

ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 30

Εάν δεν προβλέπεται ρητώς κάτι διαφορετικό στην παρούσα συμφωνία, για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση των διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως έχουν αναπτυχθεί και ισχύουν βάσει του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

ΜΕΡΟΣ XI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 31

Προσωρινή εφαρμογή

Οι διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 1 και οι διατάξεις των άρθρων 8 και 9 ισχύουν για περίοδο πέντε ετών, με αφετηρία την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Το αργότερο 180 ημέρες πριν από τη λήξη της προαναφερθείσας περιόδου, η επιτροπή προβαίνει σε εξέταση της εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων, προκειμένου να αποφασίσει κατά πόσον είναι σκόπιμη η παράταση της ισχύος τους για κάποιο επιπλέον χρονικό διάστημα, είτε υπό τη σημερινή τους μορφή είτε αφού υποστούν ορισμένες τροποποιήσεις.

Άρθρο 32

Λοιπές τελικές διατάξεις

32.1. Δεν επιτρέπεται η λήψη συγκεκριμένων μέτρων έναντι των επιδοτήσεων που παρέχει κάποιο άλλο μέλος παρά μόνο συμφώνως προς τις διατάξεις της GΑΤΤ του 1994, οπως αυτές ερμηνεύονται από την παρούσα συμφωνία ( 126 ).

32.2. Η διατύπωση επιφυλάξεων σε σχέση με οποιαδήποτε διάταξη της παρούσας συμφωνίας προϋποθέτει τη συγκατάθεση των υπολοίπων μελών.

32.3. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εφαρμόζονται για τις έρευνες και τις διαδικασίες εξέτασης μέτρων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ, οι οποίες κινούνται μετά από αίτηση που υπεβλήθη κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς το οικείο μέλος ή μετά από αυτήν.

32.4. Για την εφαρμογή του άρθρου 21 παράγραφος 3, τεκμαίρεται ότι τα ισχύοντα αντισταθμιστικά μέτρα επεβλήθησαν σε ημερομηνία που δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς το οικείο μέλος, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ισχύουσα κατά την εν λόγω ημερομηνία εσωτερική νομοθεσία ενός μέλους συμπεριελάμβανε ήδη διάταξη με περιεχόμενο ανάλογο της διάταξης της προαναφερθείσας παραγράφου.

32.5. Κάθε μέλος λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα γενι κού ή ειδικού χαρακτήρα, ώστε να διασφαλίσει ότι, το αργότερο κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος ως προς αυτό της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, οι εσωτερικοί του νόμοι, κανονισμοί και διοικητικές διαδικασίες θα συνάδουν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, οι οποίες ενδεχομένως ισχύουν ως προς το οικείο μέλος.

32.6. Κάθε μέλος τηρεί ενήμερη την επιτροπή σχετικά με οποιαδήποτε μεταβολή των εσωτερικών του νόμων και κανονισμών που άπτονται του αντικειμένου της παρούσας συμφωνίας, καθώς και σχετικά με τυχόν μεταβολές όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω νόμων και κανονισμών.

32.7. Η επιτροπή εξετάζει ανά έτος την εφαρμογή και λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, έχοντας ως γνώμονα τους στόχους της. Η επιτροπή ενημερώνει ανά έτος το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών σχετικά με τις τυχόν εξελίξεις που σημειώθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που κάλυψε η εξέταση.

32.8. Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΞΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΩΝ

α) 

Η παροχή από το Δημόσιο άμεσων επιδοτήσεων προς μια επιχείρηση ή προς έναν κλάδο παραγωγής ανάλογα με τις εξαγωγικές τους επιδόσεις.

β) 

Συστήματα επανακράτησης συναλλάγματος και κά6ε ανάλογη πρακτική που συνίσταται στην πριμοδότηση των εξαγωγών.

γ) 

Η κάλυψη εκ μέρους ή με εντολή του Δημοσίου των εξόδων για την εσωτερική μεταφορά και των ναύλων φορτίων που προορίζονται για εξαγωγή υπό όρους ευνοϊκότερους από εκείνους που ισχύουν για τα εμπορεύματα που προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση.

δ) 

Η παροχή από το Δημόσιο ή από κρατικούς φορείς, είτε αμέσως είτε εμμέσως στο πλαίσιο προγραμμάτων που εφαρμόζονται με εντολή του Δημοσίου, εισαγόμενων ή εγχώριων προϊόντων ή υπηρεσιών, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αγαθών προς εξαγωγή, υπό ευνοϊκότερους γενικούς ή ειδικούς όρους εν συγκρίσει με τους γενικούς ή ειδικούς όρους που ισχύουν για την παροχή ομοειδών ή ευθέως ανταγωνιστικών προϊόντων ή υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αγαθών τα οποία προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση, υπό την προϋπόθεση (όταν πρόκειται για προϊόντα) ότι οι εν λόγω γενικοί ή ειδικοί όροι είναι ευνοϊκότεροι από τους εμπορικούς όρους ( 127 ) που είναι σε θέση να εξασφαλίζουν οι εξαγωγείς του οικείου κράτους στις διεθνείς αγορές.

ε) 

Η ολοσχερής ή μερική απαλλαγή, διαγραφή ή αναστολή πληρωμής, η οποία παραχωρείται ειδικώς για εξαγωγές και αφορά άμεσους φόρους ( 128 ) ή εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που έχουν καταβληθεί ή οφείλονται από βιομηχανικές ή εμπορικές επιχειρήσεις ( 129 ).

στ) 

Η πρόβλεψη για ειδικές μειώσεις οι οποίες συναρτώνται άμεσα με τις εξαγωγές ή τις εξαγωγικές επιδόσεις και οι οποίες, κατά τον υπολογισμό της βάσης επί της οποίας επιβάλλονται οι άμεσοι φόροι, υπερβαίνουν τις μειώσεις που προβλέπονται για την παραγωγή προϊόντων τα οποία προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση.

ζ) 

Η απαλλαγή ή διαγραφή έμμεσων φόρων (128) , οι οποίοι οφείλονται για την παραγωγή και διακίνηση εξαγόμενων προϊόντων, πέραν του ύψους των ίδιων φόρων που επιβάλλονται για την παραγωγή και τη διακίνηση ομοειδών προϊόντων που πωλούνται με προορισμό την εγχώρια κατανάλωση.

η) 

Η απαλλαγή, διαγραφή ή αναστολή πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους (128)  επί προϊόντων ή υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή εξαγόμενων προϊόντων, σε έκταση μεγαλύτερη της απαλλαγής, διαγραφής ή αναστολής πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με ανάλογους προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους επί προϊόντων ή υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ομοειδών προϊόντων, τα οποία πωλούνται με προορισμό την εγχώρια κατανάλωση· πάντως, η απαλλαγή από προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους, η διαγραφή τους ή η αναστολή της πληρωμής τους επιτρέπεται σε σχέση με εξαγόμενα προϊόντα ακόμη και αν κάτι τέτοιο δεν ισχύει για τα ομοειδή προϊόντα που πωλούνται με προορισμό την εγχώρια κατανάλωση, υπό την προϋπόθεση ότι οι προανακύψαντες σωρευτικοί έμμεσοι φόροι επιβάλλονται στους συντελεστές παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (λαμβανομένων υπόψη των συνήθων απωλειών) ( 130 ). Η παρούσα διάταξη ερμηνεύεται με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές για την κατανάλωση των συντελεστών παραγωγής στην παραγωγική διαδικασία, οι οποίες περιέχονται στο παράρτημα II.

θ) 

Η διαγραφή ή επιστροφή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών (128) , καθ' υπέρβαση των επιβαρύνσεων επί των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (λαμβανομένων υπόψη των συνήθων απωλειών)· γίνεται, ωστόσο, δεκτό ότι σε ειδικές περιπτώσεις μια επιχείρηση δύναται να χρησιμοποιεί ορισμένη ποσότητα συντελεστών παραγωγής τους οποίους έχει προμηθευτεί στην εγχώρια αγορά, προκειμένου με αυτούς να υποκαταστήσει ίδια ποσότητα εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής, της ίδιας ποιότητας και με τα ίδια χαρακτηριστικά, και με τον τρόπο αυτό να επωφεληθεί της παρούσας διάταξης, υπό την προϋπόθεση ότι τόσο η εισαγωγή όσο και οι αντίστοιχες εξαγωγικές πράξεις πραγματοποιούνται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, που δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα δύο έτη. Η παρούσα διάταξη ερμηνεύεται με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές για την κατανάλωση των συντελεστών παραγωγής στην παραγωγική διαδικασία, οι οποίες περιέχονται στο παράρτημα II, καθώς και με τις κατευθυντήριες γραμμές που περιέχονται στο παράρτημα III και οι οποίες ακολουθούνται, όταν κρίνεται κατά πόσον ένα σύστημα επιστροφής φόρου σε περιπτώσεις υποκατάστασης ισοδυναμεί με την παροχή εξαγωγικών επιδοτήσεων.

ι) 

Η θέση σε εφαρμογή από το Δημόσιο (ή από εξειδικευμένους φορείς που ελέγχονται από το Δημόσιο) προγραμμάτων εγγύησης ή ασφάλισης εξαγωγικών πιστώσεων, προγραμμάτων παροχής εγγύησης ή ασφάλισης έναντι αυξήσεων του κόστους εξαγόμενων προϊόντων ή προγραμμάτων παροχής κάλυψης έναντι συναλλαγματικών κινδύνων, σε ποσοστά που δεν επαρκούν για την κάλυψη των μακροπρόθεσμων εξόδων λειτουργίας και των απωλειών των προγραμμάτων.

κ) 

Η χορήγηση από το Δημόσιο (ή από εξειδικευμένους φορείς που ελέγχονται από το Δημόσιο ή/και τελούν υπό την εξουσία του Δημοσίου) εξαγωγικών πιστώσεων, με επιτόκια κατώτερα από αυτά που πρέπει στην πραγματικότητα να καταβάλει για να συγκεντρώσει τα κεφάλαια που παρέχει (ή από αυτά που θα υποχρεούτο να καταβάλει αν για τη συγκέντρωση των κεφαλαίων συνήπτε δάνεια στις διεθνείς κεφαλαιαγορές με την ίδια ημερομηνία λήξης, ίδιους όρους δανεισμού γενικότερα και στο ίδιο νόμισμα στο οποίο παρέχεται η εξαγωγική πίστωση)· επίσης, η καταβολή εκ μέρους τους του συνόλου ή μέρους των εξόδων που επιβαρύνουν τους εξαγωγείς ή τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για την εξεύρεση των πιστώσεων, στο μέτρο που σκοπός των εν λόγω πράξεων είναι η εξασφάλιση σημαντικού πλεονεκτήματος όσον αφορά τους όρους υπό τους οποίους παρέχεται η εξαγωγική πίστωση.

Γίνεται, ωστόσο, δεκτό ότι αν ένα μέλος έχει αναλάβει από κοινού με άλλες χώρες διεθνή υποχρέωση στον τομέα των επίσημων εξαγωγικών πιστώσεων, την οποία έχουν επίσης αναλάβει δώδεκα τουλάχιστον από τα αρχικά μέλη της παρούσας συμφωνίας την 1η Ιανουαρίου 1979 (ή άλλη, διάδοχο υποχρέωση, την οποία έχουν αποδεχθεί τα εν λόγω αρχικά μέλη), ή σε περίπτωση που ένα μέλος στην πράξη εφαρμόζει τις σχετικές με τα επιτόκια διατάξεις της οικείας υποχρέωσης, τότε δεδομένη πρακτική παροχής εξαγωγικών πιστώσεων, η οποία συνάδει με τις προαναφερθείσες διατάξεις, δεν θεωρείται μορφή εξαγωγικής επιδότησης από αυτές που απαγορεύονται βάσει της παρούσας συμφωνίας.

λ) 

Κάθε άλλη επιβάρυνση για το λογαριασμό του Δημοσίου, η Οποία αποτελεί εξαγωγική επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου XVI της GΑΤΤ του 1994.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΠΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ( 131 )

I   

1. Τα συστήματα μείωσης έμμεσων φόρων είναι δυνατό να προβλέπουν την παραχώρηση απαλλαγής, διαγραφής ή αναστολής πληρωμής σε σχέση με προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους επί συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (λαμβανομένων υπόψη των συνήθων απωλειών). Παρομοίως, τα συστήματα επιστροφής είναι δυνατό να προβλέπουν τη διαγραφή ή την επιστροφή επιβαρύνσεων οι οποίες επιβάλλονται για την εισαγωγή συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (λαμβανομένων υπόψη των συνήθων απωλειών).

2. Στον «Επεξηγηματικό κατάλογο εξαγωγικών επιδοτήσεων» του παραρτήματος I της παρούσας συμφωνίας και ειδικότερα στις παραγράφους η) και θ) γίνεται χρήση του όρου «συντελεστές παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος». Σύμφωνα με την παράγραφο η), τα συστήματα μείωσης έμμεσων φόρων είναι δυνατό να αποτελούν περιπτώσεις εξαγωγικών επιδοτήσεων στο μέτρο που συνεπάγονται την απαλλαγή, διαγραφή ή αναστολή πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους πέραν του ποσού των αντίστοιχων φόρων που όντως επιβάλλονται επί των συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος. Σύμφωνα με την παράγραφο θ), τα συστήματα επιστροφών είναι δυνατό να αποτελούν περιπτώσεις εξαγωγικών επιδοτήσεων στο μέτρο που συνεπάγονται τη διαγραφή ή επιστροφή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών, η οποία αφορά ποσά μεγαλύτερα των επιβαρύνσεων, οι οποίες όντως επιβάλλονται επί των συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος. Και οι δύο παράγραφοι ορίζουν ότι, κατά την αξιολόγηση της κατανάλωσης συντελεστών παραγωγής για την παραγωγή του εξαγόμένου προϊόντος, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι συνήθεις απώλειες. Η παράγραφος θ) προβλέπει ακόμη τη δυνατότητα υποκατάστασης στις κατάλληλες περιπτώσεις.

II   

Όταν οι αρχές που διεξάγουν έρευνα σχετικά με την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού δυνάμει της παρούσας συμφωνίας εξετάζουν κατά πόσον συντελεστές παραγωγής καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος, οφείλουν να ενεργούν με τον ακόλουθο τρόπο:

1. Όταν προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι ένα σύστημα μείωσης έμμεσου φόρου ή ένα σύστημα επιστροφής φόρου ισοδυναμεί με την παροχή επιδότησης εξαιτίας της υπέρμετρης μείωσης ή της επιστροφής σε μεγαλύτερη απο την κανονική έκταση έμμεσων φόρων ή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών που επιβάλλονται στους συντελεστές παραγωγής οι οποίοι καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα οφείλουν πρώτα να εξετάσουν κατά πόσον οι αρχές του εξάγοντος μέλους έχουν καθιερώσει και εφαρμόζουν κάποιο σύστημα ή μία διαδικασία, προκειμένου να εξακριβώνουν ποιοι συντελεστές παραγωγής καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος και σε ποιες ποσότητες. Όταν διαπιστώνεται ότι πράγματι εφαρμόζεται ένα τέτοιο σύστημα ή διαδικασία, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα πρέπει στη συνέχεια να εξετάζουν το εν λόγω σύστημα ή την εν λόγω διαδικασία για να κρίνουν αν είναι εύλογα και κατάλληλα για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από αυτά στόχου, καθώς και κατά πόσον στηρίζονται στις γενικώς παραδεδεγμένες εμπορικές πρακτικές που ισχύουν στη χώρα εξαγωγής. Οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα δύνανται να θεωρήσουν σκόπιμη τη διενέργεια ορισμένων πρακτικών δοκιμών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παράγραφος 6, προκειμένου να ελέγξουν την ακρίβεια ορισμένων στοιχείων ή για να βεβαιωθούν ότι το σύστημα ή η διαδικασία εφαρμόζεται κατά τρόπο αποτελεσματικό.

2. Όταν δεν υπάρχει κάποιο τέτοιο σύστημα ή διαδικασία, όταν υπάρχει μεν αλλά δεν κρίνεται εύλογο ή όταν έχει καθιερωθεί και κριθεί εύλογο, αλλά διαπιστώνεται είτε ότι δεν εφαρμόζεται καθόλου είτε ότι δεν εφαρμόζεται κατά τρόπο αποτελεσματικό, τότε το εξάγον μέλος είναι σκόπιμο να προβαίνει σε συμπληρωματική εξέταση με βάση τους πραγματικούς συντελεστές παραγωγής που έχουν χρησιμοποιηθεί, προκειμένου να διαπιστώνεται κατά πόσον έχει καταβληθεί ποσό μεγαλύτερο του κανονικού. Αν οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα το κρίνουν σκόπιμο, είναι δυνατή η διενέργεια συμπληρωματικής εξέτασης βάσει της παραγράφου 1.

3. Οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα αντιμετωπίζουν τους συντελεστές παραγωγής ως φυσικώς ενσωματωμένους, εφόσον αυτοί χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγική διαδικασία και έχουν ενταχθεί υλικώς στο εξαγόμενο προϊόν. Τα μελη σημειώνουν ότι είναι δυνατόν ένας συντελεστής παραγωγής να μην απαντά στο τελικό προϊόν με την ίδια μορφή υπό την οποία εισήλθε στην παραγωγική διαδικασία.

4. Για τον προσδιορισμό της ποσότητας δεδομένου συντελεστή παραγωγής, ο οποίος καταναλώνεται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος, πρέπει να συνυπολογίζονται οι «συνήθεις απώλειες», οι οποίες πρέπει να αντιμετωπίζονται ως καταναλωθείσες για την παραγωγή του εξαγόμενου πτοϊόντος. Ο όρος «απώλειες» αναφέρεται σε εκείνο το μέρος δεδομένου συντελεστή παραγωγής, το οποίο δεν εξυπηρετεί κάποια ανεξάρτητη λειτουργία στο πλαίσιο της παραγωγικής διαδικασίας, δεν καταναλώνεται κατα την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (λόγω προβλημάτων αναποτελεσματικότητας ή για άλλους λόγους) και το οποίο δεν ανακτάται, χρησιμοποιείται ή πωλείται από τον ίδιο κατασκευαστή.

5. Όταν η αρχή που διεξάγει την έρευνα εξετάζει κατά πόσον οι απώλειες που προτείνεται να ληφθούν υπόψη είναι «οι συνήθεις», οφείλει να συνεκτιμά τη μέθοδο παραγωγής, τη μέση πείρα του κλάδου παραγωγής στη χώρα εξαγωγής, καθώς και άλλους τεχνικούς παράγοντες, ανάλογα με την περίπτωση. Η αρχή που διεξάγει την έρευνα οφείλει να αποδίδει την πρέπουσα σημασία στο θέμα του κατά πόσον οι αρχές του εξάγοντος μέλους έχουν υπολογίσει με τον ορθό τρόπο το ποσό που αντιπροσωπεύουν οι απώλειες, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το ποσό αυτό πρόκειται να συνυπολογισθεί στο ποσό της μείωσης ή διαγραφής του οφειλόμενου φόρου ή δασμού.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝΤΑΙ ΟΤΑΝ ΚΡΙΝΕΤΑΙ ΚΑΤΑ ΠΟΣΟΝ ΕΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΙΣΟΔΥΝΑΜΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΕΞΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΩΝ

I   

Ένα σύστημα επιστροφής φόρου είναι δυνατό να προβλέπει την απόδοση ή επιστροφή επιβαρύνσεων οι οποίες έχουν επιβληθεί στις εισαγωγές συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται κατά τη διαδικασία παραγωγής ενός άλλου προϊόντος, εφόσον το εν λόγω άλλο προϊόν κατά την εξαγωγή του περιέχει εγχώριους συντελεστές παραγωγής της ίδιας ποιότητας και με τα ίδια χαρακτηριστικά όπως και εκείνοι που υποκατέστησαν τους εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής. Σύμφωνα με την παράγραφο θ) του «Επεξηγηματικού καταλόγου εξαγωγικών επιδοτήσεων» του παραρτήματος I, ένα σύστημα επιστροφής φορου σε περιπτώσεις υποκατάστασης ενδέχεται να αποτελεί εξαγωγική επιδότηση στο βαθμό που συνεπάγεται την επιστροφή σε έκταση μεγαλύτερη από το κανονικό των επιβαρύνσεων που επεβλήθησαν αρχικα στις εισαγωγές των συντελεστών παραγωγής, σε σχέση με τους οποίους ζητείται η επιστροφή.

II   

Όταν οι αρχές, οι οποίες διεξάγουν έρευνα σχετικά με τη επιβολή αντισταθμιστικού δασμού δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, εξετάζουν δεδομένο σύστημα επιστροφής φόρου σε περιπτώσεις υποκατάστασης, οφείλουν να ενεργούν με τον ακόλουθο τρόπο:

1. Στην παράγραφο θ) του επεξηγηματικού καταλόγου ορίζεται ότι συντελεστές παραγωγής προερχόμενοι από την εγχώρια αγορά είναι δυνατό να υποκαταστήσουν εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής για την παραγωγή ενός προϊόντος που προορίζεται για εξαγωγή, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω συντελεστές παραγωγής είναι της ίδιας ποσότητας και της ίδιας ποιότητας και έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τους υποκαθιστάμενους εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής. Η ύπαρξη συστήματος ή διαδικασίας επαλήθευσης είναι σημαντική, διότι επιτρέπει στις αρχές του εξάγοντος μέλους να εξασφαλίζει και να είναι σε θέση να αποδείξει ότι η ποσότητα συντελεστών παραγωγής για την οποία ζητείται η επιστροφή δεν υπερβαίνει την ποσότητα ομοειδών προϊόντων που εξάγονται υπό οιαδήποτε μορφή και ότι δεν σημειώνεται επιστροφή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών πέραν εκείνων που επεβλήθησαν αρχικά στους εκάστοτε εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής.

2. Όταν προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι ένα σύστημα επιστροφής φόρου σε περιπτώσεις υποκατάστασης ισοδυναμεί με την παροχή επιδοτήσεων, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα οφείλουν πρώτα να εξετάσουν κατά πόσον οι αρχές του εξάγοντος μέλους έχουν καθιερώσει και εφαρμόζουν κάποιο σύστημα ή διαδικασία επαλήθευσης. Εφόσον διαπιστώνεται ότι πράγματι εφαρμόζεται ένα τέτοιο σύστημα ή διαδικασία, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα πρέπει στη συνέχεια να εξετάζουν τις σχετικές διαδικασίες επαλήθευσης, για να κρίνουν κατά πόσον αυτές είναι εύλογες και κατάλληλες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από αυτές στόχου, καθώς και αν στηρίζονται στις γενικώς παραδεδεγμένες εμπορικές πρακτικές που ισχύουν στη χώρα εξαγωγής. Αν διαπιστωθεί ότι οι διαδικασίες πληρούν τις ανωτέρω προϋποθέσεις και επιπλέον ότι εφαρμόζονται κατά τρόπο αποτελεσματικό, τότε τεκμαίρεται ότι δεν παρέχεται επιδότηση. Οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα δύνανται να θεωρήσουν σκόπιμη τη διενέργεια ορισμένων πρακτικών δοκιμών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παράγραφος 6, προκειμένου να ελέγξουν την ακρίβεια ορισμένων στοιχείων ή για να βεβαιωθούν ότι οι εκάστοτε διαδικασίες επαλήθευσης εφαμόζονται κατά τρόπο αποτελεσματικό.

3. Όταν δεν προβλέπονται διαδικασίες επαλήθευσης, όταν προβλέπονται μεν αλλά δεν κρίνονται εύλογες ή όταν τέτοιου είδους διαδικασίες προβλέπονται και έχουν κριθεί εύλογες, αλλά διαπιστώνεται είτε ότι στην πραγματικότητα δεν εφαρμόζονται είτε ότι δεν εφαρμόζονται κατά τρόπο αποτελεσματικό, τότε ενδέχεται να συντρέχει περίπτωση επιδότησης. Στις περιπτώσεις αυτές το εξάγον μέλος είναι σκόπιμο να προβεί σε συμπληρωματική εξέταση με βάση τις συναλλαγές που πράγματι πραγματοποιήθηκαν, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον έχει καταβληθεί ποσό μεγαλύτερο του κανονικού. Αν οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα το κρίνουν σκόπιμο, είναι δυνατή η διενέργεια συμπληρωματικής εξέτασης κατ' εφαρμογήν της παραγράφου 2.

4. Το γεγονός ότι στο πλαίσιο καθεστώτος επιστροφής φόρου σε περιπτώσεις υποκατάστασης περιλαμβάνεται και η πρόβλεψη ότι οι εξαγωγείς δικαιούνται να επιλέξουν το συγκεκριμένο φορτίο εισαγόμενων προϊόντων για το οποίο θα ζητήσουν την επιστροφή του φόρου δεν ισοδυναμεί από μόνο του με την παροχή επιδότησης.

5. Γίνεται δεκτό ότι έχει σημειωθεί καθ' υπέρβασιν επιστροφή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών, κατά την έννοια της παραγράφου θ), όταν το Δημόσιο έχει καταβαλει τόκους για τα ποσά που έχει ενδεχομένως επιστρέψει στο πλαίσιο των συστημάτων επιστροφής φόρου που εφαρμόζει η υπέρβαση ισούται με το ποσό του πράγματι καταβληθέντος ή του οφειλόμενου τόκου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΟΛΙΚΗΣ ΚΑΤ' ΑΞΙΑΝ ΕΠΙΔΟΤΗΣΗΣ [ΑΡΘΡΟ 6 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΣΤΟΙΧΕΙΟ α)] ( 132 )

1. Ο υπολογισμός του ύψους μιας επιδότησης στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) γίνεται με βάση το κόστος της για το Δημόσιο.

2. Με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στις παραγράφους 3 έως 5, όταν εξετάζεται κατά πόσον το συνολικό ποσοστό μιας επιδότησης ξεπερνά το 5 % της αξίας του προϊόντος, ως αξία του προϊόντος λαμβάνεται η συνολική αξία των πωλήσεων της αποδέκτριας επιχείρησης ( 133 ) κατά το πλέον πρόσφατο δωδεκάμηνο πριν από τη χρονική περίοδο παροχής της επιδότησης, για το οποίο είναι διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις πωλήσεις ( 134 ).

3. Όταν η παροχή μιας επιδότησης συναρτάται με την παραγωγή ή την πώληση συγκεκριμένου προϊόντος, ως αξία του προϊόντος λαμβάνεται η συνολική αξία των πωλήσεων του εν λόγω προϊόντος από την αποδέκτρια επιχείρηση κατά το πλέον πρόσφατο δωδεκάμηνο πριν από τη χρονική περίοδο παροχής της επιδότησης, για το οποίο είναι διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις πωλήσεις.

4. Όταν η αποδέκτρια επιχείρηση διέρχεται το αρχικό στάδιο λειτουργίας της, γίνεται δεκτό ότι προκαλείται σοβαρή ζημία εφόσον το συνολικό ποσοστό της επιδότησης υπερβαίνει το 15 % των συνολικών επενδεδυμένων κεφαλαίων. Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου γίνεται δεκτό ότι το αρχικό στάδιο λειτουργίας μιας επιχείρησης διαρκεί κατά μέγιστο ένα χρόνο από την έναρξη της παραγωγής ( 135 ).

5. Όταν η αποδέκτρια επιχείρηση είναι εγκατεστημένη σε χώρα η οικονομία της οποίας χαρακτηρίζεται από υψηλό πληθωρισμό, ως αξία του προϊόντος λαμβάνονται οι συνολικές πωλήσεις της αποδέκτριας επιχείρησης(ή οι πωλήσεις ενός προϊόντος, όταν η παροχή της επιδότησης συναρτάται με συγκεκριμένο προϊόν) κατά το προηγηθέν ημερολογιακό έτος, αποπληθωρισμένες κατά το ποσοστό πληθωρισμού που σημειώθηκε το δωδεκάμηνο πριν από το μήνα κατά τον οποίο προβλέπεται να χορηγηθεί η επιδότηση.

6. Για να καθοριστεί το συνολικό ποσοστό που αντιπροσωπεύουν οι επιδοτήσεις που έχουν χορηγηθεί κατά τη διάρκεια συγκεκριμένου έτους, συνυπολογίζονται οι επιδοτήσεις που έχουν χορηγηθεί στο πλαίσιο διαφορετικώνπρογραμμάτων και από διαφορετικές αρχές στην επικράτεια τον οικείου μέλους.

7. Στο συνολικό ποσοστό της παρασχεθείσας επιδότησης περιλαμβάνονται επιδοτήσεις που έχουν χορηγηθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, το όφελος από. τις οποίες προορίζεται για μελλοντική παραγωγή.

8. Οι επιδοτήσεις, για τις οποίες δεν προβλέπεται η δυνατότητα παροχής έννομης προστασίας βάσει των σχετικών διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, δεν λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του ύψους της επιδότησης στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΣΧΕΉΚΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΣΟΒΑΡΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

1. Κάθε μέλος συνεργάζεται για τη συγκέντρωση των αποδεικτικών στοιχείων που εξετάζονται από την ειδική ομάδα στο πλαίσιο των διαδικασιών του άρθρου 7 παράγραφοι 4 έως 6. Αφ' ης στιγμής γίνει επίκληση των διατάξεων του άρθρου 7 παράγραφος 4, οι διάδικοι καθώς και κάθε τρίτη ενδιαφερόμενη χώρα μέλος γνωστοποιούν στο ΟΕΔ το φορέα που είναι υπεύθυνος για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης στην επικράτειά τους, καθώς και τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται για την ικανοποίηση αιτημάτων για παροχή πληροφοριών.

2. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ορισμένα θέματα παραπέμπονται στο ΟΕΔ δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 4, το ΟΕΔ κινεί, εφόσον του ζητηθεί, την προβλεπόμενη δαδικασία, προκειμένου να λάβει από τις αρχές του επιδοτούντος μέλους τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη διαπίστωση της ύπαρξης η μη επιδότησης και για τον καθορισμό του ύψους της επιδότησης και της αξίας των συνολικών πωλήσεων που έχουν πραγματοποιήσει οι επιδοτούμενες επιχειρήσεις· το ίδιο ισχύει για στοιχεία που απαιτούνται για την ανάλυση των αρνητικών συνεπειών που προκαλεί το επιδοτούμενο προϊόν ( 136 ). Η ανωτέρω διαδικασία είναι δυνατό να περιλαμβάνει, ανάλογα με την περίπτωση, την υποβολή ερωτημάτων στις αρχές του επιδοτούντος μέλους και του καταγέλλοντος μέλους, με σκοπό τη συγκέντρωση στοιχείων, όπως επίσης την παροχή επεξηγήσεων και διευκρινίσεων σχετικά με στοιχεία που τίθενται στη διάθεση των διαδίκων στο πλαίσιο των διαδικασιών γνωστοποίησης που προβλέπει το μέρος VII ( 137 ).

3. Σε περιπτώσεις που υπάρχουν συνέπειες για τις αγορές τρίτων χωρών, οι διάδικοι δύνανται, καταφεύγοντας εν ανάγκη στην υποβολή ερωτημάτων προς τις αρχές της οικείας τρίτης χώρας μέλους, να συγκεντρώνουν τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάλυση των τυχόν αρνητικών συνεπειών, εφόσον δεν είναι ευλόγως δυνατό να ληφθούν τα εν λόγω στοιχεία από το καταγγέλλον ή από το επιδοτούν μέλος. Η προσφυγή στην ανωτέρω δυνατότητα πρέπει να γίνεται με τέτοιον τρόπο, ώστε να μη συνεπάγεται υπέρμετρη επιβάρυνση για την εκάστοτε τρίτη χώρα μέλος. Ειδικότερα, το εν λόγω μέλος δεν μπορεί να υποχρεωθεί να διενεργήσει ανάλυση της αγοράς ή των τιμών ειδικά για το σκοπό αυτόν. Η υποχρέωση υποβολής αφορά στοιχεία που είναι ήδη διαθέσιμα ή τα οποία μπορούν ευκόλως να συγκεντρωθούν από το οικείο μέλος (π.χ. τελευταία στατιστικά στοιχεία που έχουν ήδη συλλεγεί από τις αρμόδιες στατιστικές υπηρεσίες αλλά δεν έχουν δημοσιευθεί ακόμη, στοιχεία που έχουν συγκεντρώσει τα τελωνεία και αναφέρονται στις εισαγωγές και στις δηλωθείσες αξίες των σχετικών προϊόντων κ.λπ.). Εντούτοις, όταν ένα διάδικο μέλος προβαίνει στη διενέργεια λεπτομερούς έρευνας αγοράς με δικά του έξοδα, οι αρχές της οικείας τρίτης χώρας μέλους οφείλουν να διευκολύνουν το έργο του προσώπου ή της εταιρείας που διενεργεί την ανάλυση και να του παρέχουν πρόσβαση στο σύνολο των στοιχείων που δεν θεωρούνται κανονικά εμπιστευτικά από τις εν λόγω αρχές.

4. Το ΟΕΔ ορίζει έναν εκπρόσωπο, έργο του οποίου είναι η διευκόλυνση της διαδικασίας συγκέντρωσης στοιχείων. Μοναδικός στόχος του εκπροσώπου είναι να εξασφαλίζει την έγκαιρη συγκέντρωση των στοιχείων που χρειάζονται προκειμένου να καθίσταται ευχερέστερη η ταχεία ολοκλήρωση της κατοπινής πολυμερούς διαδικασίας εξέτασης της διαφοράς. Ειδικότερα, ο εκπρόσωπος δύναται να προτείνει τρόπους για την πλέον αποτελεσματική αναζήτηση των απαραίτητων στοιχείων, όπως επίσης να ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ των μερών.

5. Η διαδικασία συγκέντρωσης στοιχείων, η αποία περιγράφεται στις παραγράφους 2 έως 4, ολοκληρώνεται εντός 60 ημερών από την ημερομηνία παραπομπής του θέματος στο ΟΕΔ βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 4. Τα στοιχεία που προκύπτουν από την εν λόγω διαδικασία υποβάλλονται στην ειδική ομάδα την οποία έχει συγκροτήσει το ΟΕΔ κατ' εφαρμογή των διατάξεων του μέρους Χ. Τα στοιχεία αυτά είναι σκόπιμο να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, στοιχεία σχετικά με: το ύψος της επίμαχης επιδότησης (και, κατά περίπτωση, την αξία των συνολικών πωλήσεων των επιχειρήσεων που λαμβάνουν την επιδότηση)· τις τιμές του επιδοτούμενου προϊόντος· τις τιμές του μη επιδοτούμενου προϊόντος· τις τιμές που εφαρμόζουν άλλοι προμηθευτές στην αγορά τυχόν μεταβολές της προσφοράς του επιδοτούμενου προϊόντος στην εκάστοτε αγορά· και μεταβολές των μεριδίων αγοράς. Επίσης πρέπει να περιλαμβάνουν αποδεικτικά στοιχεία που οι διάδικοι προσκομίζουν προς αντίκρουση των ισχυρισμών του αντιδίκου τους, καθώς και τυχόν συμπληρωματικές πληροφορίες τις οποίες η ειδική ομάδα θεωρεί χρήσιμες για την εξαγωγή των συμπερασμάτων της.

6. Σε περίπτωση που το επιδοτούν μέλον ή/και η τρίτη χώρα μέλος αρνείται να συνεργαστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας συγκέντρωσης στοιχείων, το καταγέλλον μέλος αναπτύσσει τις απόψεις του αναφορικά με την πρόκληση σοβαρής ζημίας, θεμελιώνοντας τις στα αποδεικτικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του επίσης παραθέτει τα πραγματικά περιστατικά και τις περιστάσεις που αναφέρονται στη μη συνεργασία του επιδοτούντος μέλους ή/και της οικείας τρίτης χώρας μέλους. Όταν η απόκτηση ορισμένων στοιχείων είναι αδύνατη εξαιτίας της άρνησης συνεργασίας του επιδοτούντος μέλους ή/και της οικείας τρίτης χώρας μέλους, η ειδική ομάδα δύναται να συμπληρώσει το σχετικό φάκελο όπως η ίδια κρίνει σκόπιμο, στηριζόμενη στην καλύτερη δυνατή τεκμηρίωση που έχει προκύψει από άλλες πηγές.

7. Κατά τη διαμόρφωση της απόφασής της, η ειδική ομάδα οφείλει να λαμβάνει υπόψη της το γεγονός της άρνησης συνεργασίας εκ μέρους κάποιας πλευράς που συμμετέχει στη διαδικασία συγκέντρωσης στοιχείων και να συνάγει από αυτό συμπεράσματα που επιβαρύνουν τη θέση της εν λόγω πλευράς.

8. Όταν αποφασίζει να χρησιμοποιήσει την καλύτερη διαθέσιμη τεκμηρίωση ή να συναγάγει συμπεράσματα που επιβαρύνουν τη θέση μιας πλευράς, η ειδική ομάδα λαμβάνει υπόψη την άποψη του εκπροσώπου του ΟΕΔ, ο οποίος έχει ορισθεί βάσει της παραγράφου 4, σχετικά με το κατά πόσον είναι εύλογα τα αιτήματα για την παροχή στοιχείων, καθώς και σχετικά με τις προσπάθειες που τα μέρη έχουν καταβάλει για να ανταποκριθούν στα αιτήματα αυτά εγκαίρως και με πθνεύμα συνεργασίας.

9. Η ανωτέρω διαδικασία συγκέντρωσης στοιχείων δεν περιορίζει με κανέναν τρόπο τη δυνατότητα της ειδικής ομάδας να ζητεί συμπληρωματικά στοιχεία τα οποία θεωρεί ουσιώδη για την ορθή επίλυση της διαφοράς και τα οποία δεν ζητήθηκαν ούτε παρεσχέθησαν καταλλήλως στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας. Εντούτοις, η ειδική ομάδα δεν πρέπει κατ' αρχή να ζητεί πρόσθετα στοιχεία προς συμπλήρωση του φακέλου, όταν τα στοιχεία αυτά αναμένεται να ενισχύσουν τη θέση συγκεκριμένης πλευράς και η απουσία των εν λόγω στοιχείων από το φάκελο οφείλεται στην άνευ λόγου άρνηση της εν λόγω πλευράς να συνεργαστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας συγκέντρωσης στοιχείων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΠΑ TIΣ ΕΠΙΤΟΠΙΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 12 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

1. Όταν έχει ξεκινήσει έρευνα, οι αρχές του εξάγοντος μέλους και οι επιχειρήσεις που είναι γνωστό ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με την πρόθεση διενέργειας επιτόπιων ερευνών.

2. Αν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, σχεδιάζεται να συμπεριληφθούν στο κλιμάκιο που πρόκειται να διενεργήσει την έρευνα και εμπειρογνώμονες που δεν υπηρετούν στο Δημόσιο, οι επιχειρήσεις και οι αρχές του εξάγοντος μέλους πρέπει να ενημερώνονται σχετικά. Είναι σκόπιμη η θέσπιση αποτελεσματικών κυρώσεων για περιπτώσεις αθέτησης εκ μέρους των εμπειρογνωμόνων που δεν υπηρετούν στο Δημόσιο των υποχρεώσεων που υπέχουν όσον αφορά την εμπιστευτική μεταχείριση ορισμένων στοιχείων.

3. Πρέπει να αποτελεί πάγια πρακτική η εξασφάλιση της ρητής συγκατάθεσης των εμπλεκομένων επιχειρήσεων του εξάγοντος μέλους πριν από τον οριστικό προγραμματισμό της επίσκεψης.

4. Μόλις εξασφαλισθεί η συγκατάθεση των εμπλεκομένων επιχειρήσεων, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα γνωστοποιούν στις αρχές του εξάγοντος μέλους τα ονόματα και τις διευθύνσεις των επιχειρήσεων τις οποίες αφορά η επίσκεψη, καθώς και τις συμφωνηθείσες ημερομηνίες.

5. Οι επιχειρήσεις τις οποίες αφορά η επίσκεψη πρέπει να ειδοποιούνται σχετικά ικανό χρονικό διάστημα πριν από την πραγματοποίησή της.

6. Επισκέψεις με σκοπό την παροχή επεξηγήσεων για το ερωτηματολόγιο πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο μετά από αίτηση της εξάγουσας επιχείρησης. Σε περιπτώσεις παρόμοιων αιτήσεων, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα δύνανται να τίθενται στη διάθεση της εκάστοτε επιχείρησης. Η πραγματοποίηση επίσκεψης στις περιπτώσεις αυτές απιτρέπεται τότε μόνο, εφόσον: α) οι αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν ενημερώσει τους εκπροσώπους της κυβέρνησης του οικείου μέλους και β) οι τελευταίοι δεν έχουν αντίρρηση για την πραγματοποίηση της επίσκεψης.

7. Δεδομένου ότι βασικός σκοπός μιας επιτόπιας έρευνας είναι ο έλεγχος της ακρίβειας στοιχείων που έχουν προσκομιστεί ή η περαιτέρω διευκρίνιση ορισμένων θεμάτων, η επιτόπια έρευνα πρέπει να διενεργείται μετά τη λήψη της απάντησης στο αποσταλέν ερωτηματολόγιο, εκτός αν η οικεία επιχείρηση συμφωνεί να μην ισχύσει κάτι τέτοιο, ενώ η κυβέρνηση του εξάγοντος μέλους ενημερώνεται από τις αρχές που διεξάγουν την έρευνα σχετικά με την προγραμματιζόμενη επίσκεψη και δεν εκφράζει σχετικές αντιρρήσεις· επιπλέον, πρέπει να αποτελεί πάγια πρακτική να ενημερώνονται πριν από την επίσκεψη οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις σχετικά με το γενικό χαρακτήρα των στοιχείων που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο του ελέγχου, όπως επίσης σχετικά με οποιοδήποτε πρόσθετο στοιχείο το οποίο πρέπει να προσκομιστεί, αν και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται να ζητείται επιτόπου η παροχή και περαιτέρω διευκρινίσεων, υπό το φως στοιχείων που έχουν ήδη συγκεντρωθεί.

8. Τα στοιχεία που ζητούν οι αρχές ή οι επιχειρήσεις των εξαγόντων μελών και οι απαντήσεις σε τυχόν ερωτήματα που διατυπώνουν, τα οποία είναι ουσιώδη για την επιτυχή διεξαγωγή επιτόπιας έρευνας, πρέπει όποτε είναι δυνατό να δίνονται πριν από την πραγματοποίηση της επίσκεψης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ ΜΕΛΗ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 27 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΣΤΟΙΧΕΙΟ α)

Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη έναντι των οποίων δεν ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) κατ' εφαρμογήν του άρθρου 27 παράγραφος 2 στοιχείο α) είναι οι εξής:

α) 

Οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, τις οποίες καθορίζει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και οι οποίες είναι μέλη του ΠΟΕ.

β) 

Για καθεμιά από τις ακόλουθες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη του ΠΟΕ είναι εφαρμοστέες οι διατάξεις που ισχύουν για τις υπόλοιπες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 2 στοιχείο β) από τη στιγμή που το ετήσιο ΑΕΠ ανά κεφαλή έχει φθάσει τα USD 1 000  ( 138 ): Αίγυπτος, Ακτή Ελεφαντοστού, Βολιβία, Γκάνα, Γουατεμάλα, Γουιάνα, Δομινικανή Δημοκρατία, Ζιμπάμπουε, Ινδία, Ινδονησία, Καμερούν, Κένυα, Κονγκό, Μαρόκο, Νιγηρία, Νικαράγουα, Πακιστάν, Σενεγάλη, Σρι Λάνκα και Φιλιππίνες.

▼M2

Συμφωνια για τισ επιδοτησεισ στον τομεα τησ αλιειασ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στις επιδοτήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 1.1 της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα («συμφωνία ΕΑΜ»), οι οποίες έχουν ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2 της εν λόγω συμφωνίας, σε αλιευτικές δραστηριότητες θαλάσσιων άγριων αλιευμάτων και σε συναφείς με την αλιεία δραστηριότητες στη θάλασσα ( 139 ), ( 140 ), ( 141 ).

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) 

«ιχθύες»: όλα τα είδη έμβιων θαλάσσιων πόρων, μεταποιημένα ή μη·

β) 

«αλιεία»: η αναζήτηση, η προσέλκυση, ο εντοπισμός, η αλίευση, η λήψη ή η συλλογή ιχθύων ή κάθε δραστηριότητα η οποία εύλογα αναμένεται να οδηγήσει στην προσέλκυση, στον εντοπισμό, στην αλίευση, στη λήψη ή στη συλλογή ιχθύων·

γ) 

«συναφείς με την αλιεία δραστηριότητες»: οποιεσδήποτε εργασίες υποστήριξης ή προπαρασκευής αλιείας, μεταξύ των οποίων η εκφόρτωση, η συσκευασία, η μεταποίηση, η μεταφόρτωση ή η μεταφορά αλιευμάτων που δεν έχουν εκφορτωθεί προηγουμένως σε λιμένα, καθώς και η παροχή πληρώματος, καυσίμων, εργαλείων και λοιπού ανεφοδιασμού στη θάλασσα·

δ) 

«σκάφος»: κάθε σκάφος, πλοίο άλλου τύπου ή βάρκα που χρησιμοποιείται ή είναι εξοπλισμένη για να χρησιμοποιηθεί ή προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για αλιεία ή για συναφείς με την αλιεία δραστηριότητες·

ε) 

«διαχειριστής»: ο ιδιοκτήτης σκάφους ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο είναι υπεύθυνο, διευθύνει ή ελέγχει το σκάφος.

Άρθρο 3

Επιδοτήσεις που συμβάλλουν στην παράνομη, αδήλωτη και ανεξέλεγκτη αλιεία ( 142 )

3.1  
Κανένα μέλος δεν χορηγεί ούτε διατηρεί επιδότηση σε σκάφος ή διαχειριστή ( 143 ) που επιδίδεται σε παράνομη, αδήλωτη και ανεξέλεγκτη (ΠΑΑ) αλιεία ή σε συναφείς με την αλιεία δραστηριότητες προς στήριξη της ΠΑΑ αλιείας.
3.2  

Για τους σκοπούς του άρθρου 3.1, ένα σκάφος ή ένας διαχειριστής θεωρείται ότι επιδίδεται σε ΠΑΑ αλιεία εάν διατυπώνεται σχετικό θετικό συμπέρασμα από οποιοδήποτε από τα ακόλουθα μέλη ( 144 ), ( 145 ):

α) 

παράκτιο μέλος, για δραστηριότητες σε περιοχές που υπάγονται στη δικαιοδοσία του· ή

β) 

κράτος μέλος σημαίας, για δραστηριότητες σκαφών που φέρουν τη σημαία του· ή

γ) 

σχετική περιφερειακή οργάνωση ή ρύθμιση διαχείρισης της αλιείας (ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ), σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες των ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ και των συναφών διατάξεων του διεθνούς δικαίου, μεταξύ άλλων μέσω της παροχής έγκαιρης κοινοποίησης και σχετικών πληροφοριών, στις περιοχές και για τα είδη που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της.

3.3  
α) 

Ένα θετικό συμπέρασμα ( 146 ) βάσει του άρθρου 3.2 αναφέρεται στο τελικό συμπέρασμα που διατυπώνει μέλος και/ή στον τελικό κατάλογο που συντάσσει ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ βάσει του οποίου ένα σκάφος ή ένας διαχειριστής επιδίδεται σε ΠΑΑ αλιεία.

β) 

Για τους σκοπούς του άρθρου 3.2 στοιχείο α), η απαγόρευση βάσει του άρθρου 3.1 εφαρμόζεται όταν το συμπέρασμα παράκτιου μέλους βασίζεται σε σχετικές πραγματικές πληροφορίες και το παράκτιο μέλος έχει παράσχει στο κράτος μέλος σημαίας και, εάν είναι γνωστό, στο επιδοτούμενο μέλος τα ακόλουθα:

i) 

έγκαιρη κοινοποίηση, μέσω κατάλληλων διαύλων, ότι ένα σκάφος ή ένας διαχειριστής έχει τεθεί προσωρινά υπό κράτηση εν αναμονή περαιτέρω έρευνας για συμμετοχή σε ΠΑΑ αλιεία ή ότι το παράκτιο μέλος έχει κινήσει έρευνα για ΠΑΑ αλιεία, συμπεριλαμβανομένης παραπομπής σε τυχόν σχετικές πραγματικές πληροφορίες, εφαρμοστέες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις, διοικητικές διαδικασίες ή άλλα σχετικά μέτρα·

ii) 

δυνατότητα ανταλλαγής σχετικών πληροφοριών ( 147 ) πριν από τη διατύπωση συμπεράσματος, ώστε να είναι δυνατή η συνεκτίμηση των εν λόγω πληροφοριών στο τελικό συμπέρασμα. Το παράκτιο μέλος δύναται να καθορίζει τόσο τον τρόπο με τον οποίο όσο και τη χρονική περίοδο κατά την οποία θα πρέπει να πραγματοποιείται η εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών· και

iii) 

κοινοποίηση του τελικού συμπεράσματος και τυχόν επιβληθεισών κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της διάρκειας ισχύος τους. Το παράκτιο μέλος κοινοποιεί θετικό συμπέρασμα στην επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 9.1 (αναφερόμενη στην παρούσα συμφωνία ως «επιτροπή»).

3.4  
Το επιδοτούμενο μέλος λαμβάνει υπόψη τη φύση, τη σοβαρότητα και τον επαναλαμβανόμενο χαρακτήρα της ΠΑΑ αλιείας που τελείται από σκάφος ή διαχειριστή κατά τον καθορισμό της διάρκειας εφαρμογής της απαγόρευσης του άρθρου 3.1. Η απαγόρευση του άρθρου 3.1 εφαρμόζεται τουλάχιστον για όσο χρονικό διάστημα εξακολουθεί να ισχύει η κύρωση ( 148 ) που προκύπτει από το συμπέρασμα το οποίο ενεργοποιεί την απαγόρευση, ή τουλάχιστον για όσο χρονικό διάστημα το σκάφος ή ο διαχειριστής περιλαμβάνεται στον κατάλογο ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ, ανάλογα με το ποιο χρονικό διάστημα είναι μεγαλύτερο.
3.5  
Το επιδοτούμενο μέλος κοινοποιεί τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 3.1 στην επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 8.3.
3.6  
Όταν ένα κράτος μέλος λιμένα κοινοποιεί σε επιδοτούμενο μέλος ότι έχει σαφείς λόγους να πιστεύει ότι ένα σκάφος σε έναν από τους λιμένες του επιδίδεται σε ΠΑΑ αλιεία, το επιδοτούμενο μέλος λαμβάνει δεόντως υπόψη τις πληροφορίες που έλαβε και λαμβάνει τα κατάλληλα, κατά την κρίση του, μέτρα όσον αφορά τις επιδοτήσεις του.
3.7  
Κάθε μέλος διαθέτει νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις και/ή διοικητικές διαδικασίες με τις οποίες διασφαλίζεται ότι δεν χορηγούνται ούτε διατηρούνται επιδοτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.1, συμπεριλαμβανομένων επιδοτήσεων αυτού του είδους που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας.
3.8  
Για περίοδο 2 ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας, οι επιδοτήσεις που χορηγούνται ή διατηρούνται από αναπτυσσόμενες χώρες-μέλη, συμπεριλαμβανομένων των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών (ΛΑΧ)-μελών, έως και εντός της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) εξαιρούνται από μέτρα που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 3.1 και του άρθρου 10 της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 4

Επιδοτήσεις σχετικά με τα υπεραλιευόμενα αποθέματα

4.1  
Κανένα μέλος δεν χορηγεί ούτε διατηρεί επιδοτήσεις για αλιευτικές ή συναφείς με την αλιεία δραστηριότητες όσον αφορά υπεραλιευόμενο απόθεμα.
4.2  
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ένα απόθεμα ιχθύων υπεραλιεύεται εάν αναγνωρίζεται ως υπεραλιευόμενο από το παράκτιο μέλος υπό τη δικαιοδοσία του οποίου πραγματοποιείται η αλιεία ή από σχετική ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ στις περιοχές και για είδη που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της, με βάση τα βέλτιστα επιστημονικά στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους.
4.3  
Παρά τις διατάξεις του άρθρου 4.1, ένα μέλος δύναται να χορηγεί ή να διατηρεί επιδοτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4.1, εάν οι εν λόγω επιδοτήσεις ή άλλα μέτρα εφαρμόζονται για την ανασύσταση του αποθέματος σε βιολογικά βιώσιμο επίπεδο ( 149 ).
4.4  
Για περίοδο 2 ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας, οι επιδοτήσεις που χορηγούνται ή διατηρούνται από αναπτυσσόμενες χώρες-μέλη, συμπεριλαμβανομένων των ΛΑΧ-μελών, έως και εντός της ΑΟΖ εξαιρούνται από μέτρα που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 4.1 και του άρθρου 10 της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 5

ΛΟΙΠΕΣ επιδοτήσεις

5.1  
Κανένα μέλος δεν χορηγεί ούτε διατηρεί επιδοτήσεις που παρέχονται σε αλιευτικές ή συναφείς με την αλιεία δραστηριότητες εκτός της δικαιοδοσίας παράκτιου μέλους ή παράκτιου μη μέλους και εκτός της αρμοδιότητας σχετικής ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ.
5.2  
Τα μέλη λαμβάνουν ειδική μέριμνα και επιδεικνύουν τη δέουσα μετριοπάθεια κατά τη χορήγηση επιδοτήσεων σε σκάφη τα οποία δεν φέρουν τη σημαία τους.
5.3  
Τα μέλη λαμβάνουν ειδική μέριμνα και επιδεικνύουν τη δέουσα μετριοπάθεια κατά τη χορήγηση επιδοτήσεων σε αλιευτικές ή συναφείς με την αλιεία δραστηριότητες όσον αφορά αποθέματα των οποίων η κατάσταση είναι άγνωστη.

Άρθρο 6

Ειδικές διατάξεις για τις ΛΑΧ-μέλη

Τα μέλη επιδεικνύουν τη δέουσα μετριοπάθεια όταν θέτουν ζητήματα τα οποία αφορούν μια ΛΑΧ-μέλος, και οι λύσεις που διερευνώνται, εάν υπάρχουν, λαμβάνουν υπόψη την ειδική κατάσταση της εμπλεκόμενης ΛΑΧ-μέλους.

Άρθρο 7

Τεχνική βοήθεια και ανάπτυξη ικανοτήτων

Στις αναπτυσσόμενες χώρες-μέλη, συμπεριλαμβανομένων των ΛΑΧ-μελών, παρέχεται στοχευμένη τεχνική βοήθεια και συνδρομή για την ανάπτυξη ικανοτήτων με σκοπό την εφαρμογή των κανόνων στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας. Για την υποστήριξη της βοήθειας αυτής, θεσπίζεται εθελοντικός μηχανισμός χρηματοδότησης του ΠΟΕ σε συνεργασία με σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, όπως ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) και το Διεθνές Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Οι συνεισφορές των μελών του ΠΟΕ στον μηχανισμό πραγματοποιούνται αποκλειστικά σε εθελοντική βάση και δεν χρησιμοποιούνται τακτικοί πόροι από τον προϋπολογισμό.

Άρθρο 8

Κοινοποίηση και διαφάνεια

8.1  

Με την επιφύλαξη του άρθρου 25 της συμφωνίας ΕΑΜ και για την ενίσχυση και την προώθηση των κοινοποιήσεων επιδοτήσεων στον τομέα της αλιείας, και προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματικότερη εποπτεία της εφαρμογής των δεσμεύσεων σχετικά με τις επιδοτήσεις στον τομέα της αλιείας, κάθε μέλος:

α) 

παρέχει, στο πλαίσιο της τακτικής κοινοποίησης επιδοτήσεων στον τομέα της αλιείας σύμφωνα με το άρθρο 25 της συμφωνίας ΕΑΜ, τις ακόλουθες πληροφορίες ( 150 ), ( 151 ): τον τύπο ή το είδος της αλιευτικής δραστηριότητας για την οποία χορηγείται η επιδότηση·

β) 

στο μέτρο του δυνατού, παρέχει, στο πλαίσιο της τακτικής κοινοποίησης επιδοτήσεων στον τομέα της αλιείας σύμφωνα με το άρθρο 25 της συμφωνίας ΕΑΜ, τις ακόλουθες πληροφορίες (150) , (151) :

i) 

την κατάσταση των ιχθυαποθεμάτων στον τύπο αλιείας για τον οποίο χορηγείται η επιδότηση (π.χ. υπεραλιευόμενα, αλιευόμενα με μέγιστο βιώσιμο τρόπο ή υποαλιευόμενα) και τα χρησιμοποιούμενα σημεία αναφοράς, καθώς και αν τα εν λόγω αποθέματα αποτελούν κοινά αποθέματα ( 152 ) με οποιοδήποτε άλλο μέλος ή τελούν υπό τη διαχείριση ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ·

ii) 

τα μέτρα διατήρησης και διαχείρισης που εφαρμόζονται για το σχετικό απόθεμα ιχθύων·

iii) 

την αλιευτική ικανότητα του στόλου στον τύπο αλιείας για τον οποίο χορηγείται η επιδότηση·

iv) 

το όνομα και τον αριθμό ταυτοποίησης του αλιευτικού σκάφους ή των αλιευτικών σκαφών που επωφελούνται από την επιδότηση· και

v) 

δεδομένα αλιευμάτων ανά είδος ή ανά ομάδα ειδών στον τύπο αλιείας για τον οποίο χορηγείται η επιδότηση ( 153 ).

8.2  
Κάθε μέλος κοινοποιεί γραπτώς στην επιτροπή, σε ετήσια βάση, κατάλογο των σκαφών και των διαχειριστών για τα οποία/τους οποίους έχει διατυπώσει θετικό συμπέρασμα ότι επιδίδονται σε ΠΑΑ αλιεία.
8.3  
Εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας, κάθε μέλος ενημερώνει την επιτροπή για τα μέτρα που υφίστανται ή λαμβάνονται για τη διασφάλιση της εφαρμογής και της διαχείρισης της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που λαμβάνονται για την εφαρμογή των απαγορεύσεων που προβλέπονται στα άρθρα 3, 4 και 5. Κάθε μέλος ενημερώνει επίσης αμέσως την επιτροπή για τυχόν μεταγενέστερες αλλαγές στα εν λόγω μέτρα, καθώς και για νέα μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή των απαγορεύσεων που προβλέπονται στο άρθρο 3.
8.4  
Εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας, κάθε μέλος παρέχει στην επιτροπή περιγραφή του αλιευτικού καθεστώτος του με παραπομπές στις οικείες νομοθετικές, κανονιστικές διατάξεις και διοικητικές διαδικασίες που αφορούν την παρούσα συμφωνία και ενημερώνει αμέσως την επιτροπή για τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις τους. Τα μέλη δύνανται να εκπληρώνουν την υποχρέωση αυτή υποβάλλοντας στην επιτροπή επικαιροποιημένο ηλεκτρονικό σύνδεσμο προς την επίσημη ιστοσελίδα του μέλους ή άλλη κατάλληλη επίσημη ιστοσελίδα που περιέχει τις πληροφορίες αυτές.
8.5  
Τα μέλη δύνανται να ζητούν από το κοινοποιούν μέλος πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τις κοινοποιήσεις και τις πληροφορίες που παρέχονται δυνάμει του παρόντος άρθρου. Το κοινοποιούν μέλος ανταποκρίνεται γραπτώς στο εν λόγω αίτημα το ταχύτερο δυνατόν και με ολοκληρωμένο τρόπο. Εάν ένα μέλος θεωρεί ότι δεν έχει παρασχεθεί κοινοποίηση ή πληροφορία δυνάμει του παρόντος άρθρου, το μέλος δύναται να επιστήσει την προσοχή του εν λόγω άλλου μέλους ή της επιτροπής επί του θέματος αυτού.
8.6  
Με την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας, τα μέλη κοινοποιούν γραπτώς στην επιτροπή ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ στην οποία είναι συμβαλλόμενα μέρη. Η κοινοποίηση αυτή περιλαμβάνει, κατ’ ελάχιστο, το κείμενο της νομικής πράξης για την ίδρυση της ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ, την περιοχή και τα είδη που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της, τις πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση των υπό διαχείριση ιχθυαποθεμάτων, περιγραφή των μέτρων διατήρησης και διαχείρισής της, τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν τα συμπεράσματά της σχετικά με την ΠΑΑ αλιείας, καθώς και τους επικαιροποιημένους καταλόγους σκαφών και/ή διαχειριστών για τα οποία/τους οποίους έχει διατυπώσει το συμπέρασμα ότι επιδίδονται σε ΠΑΑ αλιεία. Η κοινοποίηση αυτή μπορεί να υποβληθεί είτε σε μεμονωμένη βάση είτε από ομάδα μελών ( 154 ). Οποιαδήποτε μεταβολή στις εν λόγω πληροφορίες κοινοποιείται αμέσως στην επιτροπή. Η γραμματεία της επιτροπής τηρεί κατάλογο των ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ που κοινοποιούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου.
8.7  
Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι η κοινοποίηση ενός μέτρου δεν προδικάζει α) το νομικό καθεστώς του βάσει της GATT του 1994, της συμφωνίας ΕΑΜ ή της παρούσας συμφωνίας· β) τα αποτελέσματα του μέτρου βάσει της συμφωνίας ΕΑΜ· ή γ) τη φύση του ίδιου του μέτρου.
8.8  
Καμία από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν απαιτεί την παροχή εμπιστευτικών πληροφοριών.

Άρθρο 9

Θεσμικές ρυθμίσεις

9.1  
Συγκροτείται επιτροπή για τις επιδοτήσεις στον τομέα της αλιείας, η οποία απαρτίζεται από εκπροσώπους όλων των μελών. Η επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της και συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές ετησίως, καθώς και στις λοιπές περιπτώσεις που προβλέπονται από συναφείς διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε μέλους. Η επιτροπή μεριμνά για την εκτέλεση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί βάσει της παρούσας συμφωνίας ή από τα μέλη και παρέχει στα μέλη τη δυνατότητα να προβαίνουν σε διαβουλεύσεις σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που άπτεται της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας και της προαγωγής των στόχων της. Η γραμματεία του ΠΟΕ εκτελεί χρέη γραμματείας της επιτροπής.
9.2  
Η επιτροπή εξετάζει όλες τις πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 8 και το παρόν άρθρο τουλάχιστον ανά διετία.
9.3  
Η επιτροπή εξετάζει ετησίως την εφαρμογή και τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, έχοντας ως γνώμονα τους στόχους της. Η επιτροπή ενημερώνει ετησίως το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών σχετικά με τις εξελίξεις που σημειώθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που κάλυψε η εξέταση.
9.4  
Το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας και στη συνέχεια ανά τριετία, η επιτροπή επανεξετάζει τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας με σκοπό τον προσδιορισμό όλων των αναγκαίων τροποποιήσεων για τη βελτίωση της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας, λαμβανομένων υπόψη των στόχων της. Κατά περίπτωση, η επιτροπή δύναται να υποβάλλει στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών προτάσεις τροποποίησης του κειμένου της παρούσας συμφωνίας λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την πείρα που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή της.
9.5  
Η επιτροπή διατηρεί στενή επαφή με τον FAO και άλλους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς στον τομέα της διαχείρισης της αλιείας, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ.

Άρθρο 10

Επίλυση διαφορών

10.1  
Οι διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GATT του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας σχετικά με την επίλυση των διαφορών, ισχύουν για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας, εκτός εάν ορίζεται ρητώς διαφορετικά σε αυτήν ( 155 ).
10.2  
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, οι διατάξεις του άρθρου 4 της συμφωνίας ΕΑΜ ( 156 ) εφαρμόζονται στις διαβουλεύσεις και στην επίλυση διαφορών βάσει των άρθρων 3, 4 και 5 της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 11

Τελικές διατάξεις

11.1  

Εξαιρουμένων των οριζομένων στα άρθρα 3 και 4, καμία από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει τα μέλη να χορηγούν επιδότηση με σκοπό την παροχή αρωγής για την αντιμετώπιση καταστροφών ( 157 ), υπό τον όρο ότι η επιδότηση:

α) 

περιορίζεται στην παροχή αρωγής για την αντιμετώπιση συγκεκριμένης καταστροφής·

β) 

περιορίζεται στην πληγείσα γεωγραφική περιοχή·

γ) 

είναι χρονικά περιορισμένη· και

δ) 

στην περίπτωση επιδοτήσεων ανασυγκρότησης, περιορίζεται στην αποκατάσταση του πληγέντος τύπου αλιείας και/ή του πληγέντος στόλου στο προ της καταστροφής επίπεδο.

11.2  
α) 

Η παρούσα συμφωνία, συμπεριλαμβανομένων τυχόν συμπερασμάτων, συστάσεων και αναθέσεων σε σχέση με την παρούσα συμφωνία, δεν έχει νομικές επιπτώσεις όσον αφορά εδαφικές αξιώσεις ή την οριοθέτηση θαλάσσιων συνόρων.

β) 

Ειδική ομάδα που συγκροτείται δυνάμει του άρθρου 10 της παρούσας συμφωνίας δεν διατυπώνει συμπεράσματα σχετικά με αξιώσεις για τις οποίες θα ήταν υποχρεωμένη να στηρίξει τα συμπεράσματά της σε τυχόν προβαλλόμενες εδαφικές αξιώσεις ή στην οριοθέτηση θαλάσσιων συνόρων ( 158 ).

11.3  
Καμία από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν ερμηνεύεται ούτε εφαρμόζεται κατά τρόπο που θίγει τη δικαιοδοσία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών, όπως απορρέουν από το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του δικαίου της θάλασσας ( 159 ).
11.4  
Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά, καμία από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν συνεπάγεται ότι ένα μέλος δεσμεύεται από μέτρα ή από αποφάσεις ή αναγνωρίζει οποιαδήποτε ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ των οποίων δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος ή συνεργαζόμενο μη συμβαλλόμενο μέρος.
11.5  
Η παρούσα συμφωνία δεν τροποποιεί ούτε ακυρώνει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στη συμφωνία ΕΑΜ.

Άρθρο 12

Λύση της συμφωνίας σε περίπτωση μη έγκρισης συνολικών κανόνων

Εάν δεν εγκριθούν συνολικοί κανόνες εντός τεσσάρων ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας, και εκτός εάν ληφθεί διαφορετική απόφαση από το Γενικό Συμβούλιο, η παρούσα συμφωνία παύει αμέσως να ισχύει.

▼B

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

Αναλογιζόμενα το συνολικό στόχο των μελών σχετικά με τη βελτίωση και την ενίσχυση του διεθνούς εμπορικού συστήματος, με βάση την GΑΤΤ του 1994,

Αναγνωρίζοντας ότι είναι ανάγκη να αποσαφηνισθούν και να ενισχυθούν οι ρυθμίσεις της GΑΤΤ του 1994, και ειδικότερα εκείνες που περιέχονται στο άρθρο XIX (Έκτακτα μέτρα για τις εισαγωγές συγκεκριμένων προϊόντων), καθώς και να ανασυσταθούν μηχανισμοί για τον πολυμερή έλεγχο των μέτρων διασφάλισης και να εξαλειφθούν τα μέτρα που δεν υπάγονται σε πολυμερή έλεγχο,

Αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα της διαρθρωτικής προσαρμογής και την ανάγκη που υφίσταται για προώθηση μάλλον παρά για περιορισμό του ανταγωνισμού στις διεθνείς αγορές, και

Αναγνωρίζοντας επίσης ότι, για τους ανωτέρω λόγους, επιβάλλεται η εφαρμογή ολοκληρωμένης συμφωνίας, η οποία θα ισχύει έναντι όλων των μελών και θα στηρίζεται στις θεμελιώδεις αρχές της GΑΤΤ του 1994,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



Άρθρο 1

Γενική διάταξη

Με την παρούσα συμφωνία θεσπίζονται οι κανόνες που διέπουν την εφαρμογή μέτρων διασφάλισης ως μέτρα διασφάλισης νοούνται τα μέτρα που ορίζονται στο άρθρο XIX της GΑΤΤ του 1994.

Άρθρο 2

Προϋποθέσεις

1.  
Ένα μέλος ( 160 ) δύναται να εφαρμόζει μέτρα διασφάλισης έναντι συγκεκριμένου προϊόντος μόνο εφόσον έχει καταλήξει στο συμπέρασμα, κατ' εφαρμογήν των διατάξεων που ακολουθούν, ότι το εν λόγω προϊόν εισάγεται στο έδαφός του σε τόσο μεγάλες ποσότητες, είτε σε απόλυτα μεγέθη είτε εν συγκρίσει με την εγχώρια παραγωγή, και υπό τέτοιες συνθήκες, ώστε να προκαλείται ή να δημιουργείται ο κίνδυνος να προκληθεί σοβαρή ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής ομοειδών ή ευθέως ανταγωνιστικών προϊόντων.
2.  
Για την εφαρμογή μέτρων διασφάλισης έναντι ενός εισαγόμενου προϊόντος δεν έχει σημασία η προέλευση του προϊόντος.

Άρθρο 3

Έρευνα

1.  
Η εφαρμογή μέτρου διασφάλισης από ένα μέλος επιτρέπεται μόνο εφόσον έχει διεξαχθεί έρευνα από τις αρμόδιες αρχές του εν λόγω μέλους, σύμφωνα με διαδικασίες που έχουν θεσπισθεί από προηγουμένως και στις οποίες έχει δοθεί η δέουσα δημοσιότητα, όπως προβλέπει το άρθρο Χ της GΑΤΤ του 1994. Η προαναφερθείσα έρευνα περιλαμβάνει δημόσια ανακοίνωση με την οποία παρέχεται η κατάλληλη πληροφόρηση σε κάθε ενδιαφερόμενο, καθώς και δημόσιες ακροάσεις ή άλλες ενδεδειγμένες διαδικασίες, με τις οποίες να παρέχεται στους εισαγωγείς, στους εξαγωγείς και τους λοιπούς ενδιαφερομένους η δυνατότητα να υποβάλουν αποδεικτικά στοιχεία και να αναπτύξουν τις απόψεις τους. Επίσης πρέπει να τους παρέχεται η δυνατότητα να απαντούν στα επιχειρήματα των άλλων πλευρών και να εκθέτουν τις απόψεις τους όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον η εφαρμογή μέτρου διασφάλισης είναι ή όχι σκόπιμη για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος. Οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν έκθεση στην οποία αναπτύσσουν τα πορίσματα της έρευνας που διεξήγαγαν και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν αναφορικά με όλες τις πραγματικές και νομικές παραμέτρους της υπόθεσης, παραθέτοντας παράλληλα το σκεπτικό στο οποίο στηρίζονται τα συμπεράσματα αυτά.
2.  
Οι αρμόδιες αρχές, όταν αποδεικνύεται η ύπαρξη κάποιου λόγου, αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτικού χαρακτήρα κάθε στοιχείο το οποίο από τη φύση του έχει τέτοιον χαρακτήρα ή το οποίο έχει υποβληθεί με την επεξήγηση ότι πρόκειται για στοιχείο εμπιστευτικού χαρακτήρα. Απαγορεύεται η αποκάλυψη οποιουδήποτε στοιχείου εμπιστευτικού χαρακτήρα χωρίς σχετική άδεια της πλευράς που το υπέβαλε. Από τα μέρη που έχουν προσκομίσει κάποια εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορία είναι δυνατό να ζητηθεί να υποβάλουν μη εμπιστευτικού χαρακτήρα περίληψη της ίδιας πληφορίας, ή, αν τα εν λόγω μέρη υποστηρίζουν ότι η εν λόγω πληροφορία δεν είναι είναι δυνατό να παρουσιασθεί σε περιληπτική μορφή, να αναπτύξουν τους λόγους για τους οποίους είναι αδύνατη η περιληπτική παρουσίαση της πληροφορίας. Ωστόσο, σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι η αίτηση παροχής εμπιστευτικής μεταχείρισης είναι απορριπτέα, και το μέρος που υπέβαλε την πληροφορία δεν είναι διατεθειμένο ούτε να καταστήσει ευρύτερα γνωστή την πληροφορία ούτε να επιτρέψει την κοινοποίησή της σε γενικόλογη ή περιληπτική μορφή, οι αρχές δύνανται να μη λαμβάνουν υπόψη τους την πληροφορία αυτή, εκτός αν πείθονται βάσει αξιόπιστων αποδεικτικών στοιχείων ότι η πληροφορία ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Άρθρο 4

Συμπέρασμα σχετικά με την πρόκληση σοβαρής ζημίας ή την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας

1.  

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας:

α) 

με τον όρο «σοβαρή ζημία» νοείται κάθε σημαντική συνολική επιβάρυνση της θέσης του οικείου εγχώριου κλάδου παραγωγής·

β) 

με τον όρο «κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας» νοείται κάθε σοβαρή ζημία η οποία είναι επικείμενη πέραν αμφιβολίας, βάσει των διατάξεων της παραγράφου 2. Το συμπέρασμα που αναφέρεται στην ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας πρέπει να στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα και όχι απλώς σε ισχυρισμούς, εικασίες ή μεμακρυσμένες πιθανότητες· και

γ) 

για να διαπιστωθεί κατά πόσον υπάρχει ζημία ή κίνδυνος πρόκλησης ζημίας, ο όρος «εγχώριος κλάδος παραγωγής» θεωρείται ότι περιλαμβάνει το σύνολο των παραγωγών που παράγουν ομοειδή ή ευθέως ανταγωνιστικά προϊόντα και οι οποίοι δραστηριοποιούνται στο έδαφος ενός μέλους, ή εκείνους τους παραγωγούς των οποίων αθροιζόμενη η παραγωγή ομοειδών ή ευθέως ανταγωνιστικών προϊόντων αντιπροσωπεύει μεγάλο ποσοστό της συνολικής εγχώριας παραγωγής των εν λόγω προϊόντων.

2.  
α) 

Στο πλαίσιο της έρευνας που διεξάγεται προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον η αύξηση των εισαγωγών έχει προκαλέσει ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει σοβαρή ζημία στον οικείο εγχώριο κλάδο παραγωγής βάσει των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, οι αρμόδιες αρχές συνεκτιμούν όλα τα συναφή στοιχεία, τα οποία είναι αντικειμενικά και δυνάμενα να εκφραστούν με ποσοτικά μεγέθη και τα οποία απεικονίζουν την κατάσταση του εκάστοτε κλάδου παραγωγής· πρόκειται, ιδίως, για το ρυθμό και το ποσοτικό μέγεθος της αύξησης των εισαγωγών του εκάστοτε προϊόντος, τόσο σε απόλυτα μεγέθη όσο και συγκριτικά, το μερίδιο της εγχώριας αγοράς που έχει αποσπασθεί συνεπεία της αύξησης των εισαγωγών, τυχόν μεταβολές του ύφους των πωλήσεων, την παραγωγή, την παραγωγικότητα, τη χρησιμοποίηση ικανότητας, τα κέρδη και τις απώλειες και την απασχόληση.

β) 

Το συμπέρασμα για το οποίο γίνεται λόγος στο στοιχείο α) διατυπώνεται τότε μόνο όταν από την έρευνα έχει προκύψει βάσει αντικειμενικών αποδεικτικών στοιχείων οτι υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της αύξησης των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος και της σοβαρής ζημίας ή του κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας. Σε περίπτωση που ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής προκαλείται ταυτοχρόνως και από άλλους παράγοντες πλην της αύξησης των εισαγωγών, η εξ αυτών προκαλούμενη ζημία δεν επιτρέπεται να αποδίδεται στην αύξηση των εισαγωγών.

γ) 

Οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν αμελλητί, κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 3, εμπεριστατωμένη ανάλυση της υπόθεσης που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, καθώς και τεκμηρίωση της αξιοπιστίας των στοιχείων που έλαβαν υπόψη.

Άρθρο 5

Εφαρμογή μέτρων διασφάλισης

1.  
Η εφαρμογή μέτρων διασφάλισης από κάποιο μέλος επιτρέπεται μόνο στο βαθμό που κρίνεται αναγκαία για την αποτροπή της πρόκλησης σοβαρής ζημίας ή την άρση των επιπτώσεων της και για τη διευκόλυνση της απαραίτητης προσαρμογής. Όταν το μέτρο έχει τη μορφή ποσοτικού περιορισμού, το ύψος των εισαγωγών δεν είναι δυνατό να περιορίζεται σε επίπεδο κατώτερο αυτού που αντιστοιχεί σε πρόσφατη χρονική περίοδο· το επίπεδο αυτό είναι ο μέσος όρος των εισαγωγών κατά τα τελευταία τρία αντιπροσωπευτικά έτη, ως προς τα οποία είναι διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία, εκτός αν παρέχονται σαφή στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι, για να αποτραπεί η πρόκληση σοβαρής ζημίας ή να αρθούν οι επιπτώσεις της, είναι απαραίτητος ο καθορισμός διαφορετικού επιπέδου. Τα μέλη οφείλουν να επιλέγουν τα μέτρα που προσφέρονται περισσότερο για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων.
2.  
α) 

Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες καθορίζονται ποσοστώσεις για τις διάφορες προμηθεύτριες χώρες, το μέλος που επιβάλλει τους περιορισμούς δύναται να επιδιώκει την επίτευξη συμφωνίας όσον αφορά τον επιμερισμό της ποσόστωσης με όλα τα υπόλοιπα μέλη που εξαρτούν σημαντικά συμφέροντα από την πώληση του συγκεκριμένου προϊόντος. Όταν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι που καθιστούν πρακτικώς ανέφικτη την εφαρμογή της ανωτέρω μεθόδου, το οικείο μέλος ορίζει για κάθε μέλος που εξαρτά σημαντικά συμφέροντα από την πώληση του προϊόντος κάποιο μερίδιο, το οποίο είναι ανάλογο του ποσοστού κατά το οποίο συνέβαλε κάθε τέτοιο μέλος στο συνολικό όγκο ή στη συνολική αξία των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος κατά τη διάρκεια παλαιότερης αντιπροσωπευτικής περιόδου στο πλαίσιο αυτό, λαμβάνονται δεόντως υπόψη τυχόν ειδικοί παράγοντες οι οποίοι ενδέχεται να έχουν επηρεάσει κατά το παρελθόν ή να εξακολουθούν να επηρεάζουν τις συναλλαγές με αντικείμενο το συγκεκριμένο προϊόν.

β) 

Ένα μέλος δύναται να παρεκκλίνει από τις διατάξεις του στοιχείου α) υπό την προϋπόθεση ότι διεξάγονται διαβουλεύσεις βάσει του άρθρου 12 παράγραφος 3 στο πλαίσιο της Επιτροπής Μέτρων Διασφάλισης, η σύσταση της οποίας προβλέπεται από το άρθρο 13 παράγραφος 1, και ότι η επιτροπή έχει λάβει σαφή αποδεικτικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι: i) οι εισαγωγές από ορισμένα μέλη έχουν αυξηθεί σε δυσανάλογο ποσοστό εν συγκρίσει με τη συνολική αύξηση των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος κατά την αντιπροσωπευτική περίοδο· ii) οι λόγοι τους οποίους επικαλείται το μέλος προκειμένου να παρεκκλίνει από τις διατάξεις του στοιχείου α) κρίνονται βάσιμοι· και iii) οι προϋποθέσεις της παρέκκλισης αυτής εφαρμόζονται κατά τρόπο ακριβοδίκαιο για όλους τους προμηθευτές του συγκεκριμένου προϊόντος. Η διάρκεια ισχύος οποιουδήποτε μέτρου αυτής της μορφής δεν μπορεί να παρατείνεται πέραν της αρχικής περιόδου ισχύος που προβλέπεται από το άρθρο 7 παράγραφος 1. Η παρέκκλιση που προβλέπεται παραπάνω δεν επιτρέπεται, όταν υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας.

Άρθρο 6

Προσωρινά μέτρα διασφάλισης

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες τυχόν καθυστέρηση είναι πιθανό να προκαλέσει ζημία που θα ήταν δύσκολο να επανορθωθεί, είναι δυνατή η θέσπιση προσωρινού μέτρου διασφάλισης από ένα μέλος βάσει προκαταρκτικού συμπεράσματος περί της υπαρξης αναμφισβήτητων στοιχείων με τα οποία αποδεικνύεται ότι η αύξηση των εισαγωγών έχει προκαλέσει ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει σοβαρή ζημία. Η διάρκεια ισχύος του προσωρινού μέτρου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 200 ημέρες· κατά τη διάρκεια ισχύος του μέτρου είναι εφαρμοστέες οι σχετικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στα άρθρα 2 έως 7 και 12. Τα προσωρινά μέτρα πρέπει να έχουν τη μορφή δασμολογικών αυξήσεων τα ποσά που προκύπτουν από τις εν λόγω αυξήσεις επιβάλλεται να επιστρέφονται αμελλητί, αν από την έρευνα που διενεργείται σε μεταγενέστερο χρόνο κατ' εφαρμογήν του άρθρου 4 παράγραφος 2 δεν προκύψει το συμπέρασμα ότι η αύξηση των εισαγωγών έχει προκαλέσει ή υπήρχε κίνδυνος να προκαλέσει σοβαρή ζημία στον οικείο εγχώριο κλάδο παραγωγής. Η διάρκεια ισχύος κάθε προσωρινού μέτρου συνυπολογίζεται στην αρχική χρονική περίοδο, καθώς και σε οποιαδήποτε παράταση που αποφασίζεται βάσει του άρθρου 7 παράγραφοι 1, 2 και 3.

Άρθρο 7

Διάρκεια ισχύος και επανεξέταση των μέτρων διασφάλισης

1.  
Η εφαρμογή μέτρων διασφάλισης από ένα μέλος επιτρέπεται μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητη προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση σοβαρής ζημίας ή να αρθούν οι αρνητικές της συνέπειες ή να διευκολυνθεί η αναγκαία προσαρμογή. Η διάρκεια ισχύος οποιουδήποτε μέτρου διασφάλισης δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα τέσσερα έτη, εκτός από τις περιπτώσεις παράτασής της βάσει της παραγράφου 2.
2.  
Η χρονική περίοδος για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 είναι δυνατό να παρατείνεται, υπό την προϋπόθεση ότι οι αρμόδιες αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα, με βάση τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 2, 3, 4 και 5, ότι το συγκεκριμένο μέτρο διασφάλισης εξακολουθεί να είναι αναγκαίο προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση σοβαρής ζημίας ή να αρθούν οι αρνητικές της συνέπειες και ότι αποδεικνύεται βάσει στοιχείων ότι ο οικείος κλάδος παραγωγής διέρχεται φάση προσαρμογής, καθώς και υπό την προϋπόθεση ότι έχουν τηρηθεί οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 8 και 12.
3.  
Η συνολική περίοδος εφαρμογής ενός μέτρου διασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εφαρμογής του προσωρινού μέτρου που έχει ενδεχομένως ληφθεί, της αρχικής περιόδου εφαρμογής και οποιασδήποτε παράτασης της εν λόγω περιόδου, δεν είναι δυνατό να υπερβεί τα οκτώ έτη.
4.  
Προκειμένου να διευκολυνθεί η προσαρμογή σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η προβλεπόμενη διάρκεια ισχύος κάποιου μέτρου διασφάλισης, η οποία γνωστοποιείται βάσει των διατάξεων του άρθρου 12 παράγραφος 1, υπερβαίνει το ένα έτος, το μέλος που εφαρμόζει το εν λόγω μέτρο οφείλει να το άρει σταδιακά ανά τακτά χρονικά διαστήματα μέχρι τη λήξη της ισχύος του. Σε περίπτωση που η διάρκεια ισχύος του μέτρου υπερβαίνει τα τρία έτη, το μέλος που το εφαρμόζει οφείλει να προβεί σε επανεξέταση του μέτρου το αργότερο όταν συμπληρωθεί ο μισός χρόνος ισχύος του μέτρου και, ανάλογα με τις συνθήκες, να το ανακαλέσει ή να επιταχύνει το ρυθμό της σταδιακής του άρσης. Μέτρο, η ισχύς του οποίου παρατείνεται βάσει της παραγράφου 2, δεν επιτρέπεται να συνεπάγεται μεγαλύτερους περιορισμούς εν συγκρίσει με ό,τι ίσχυε κατά τη λήξη της αρχικής περιόδου, ούτε επιτρέπεται η διακοπή της σταδιακής του άρσης.
5.  
Κανένα μέτρο διασφάλισης δεν είναι δυνατό να εφαρμοσθεί εκ νέου σε σχέση με την εισαγωγή κάποιου προϊόντος για την οποία έχει ήδη εφαρμοσθεί κάποιο μέτρο διασφάλισης που επεβλήθη μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, επί χρονικό διάστημα που ισούται με τη διάρκεια εφαρμογής του αρχικού μέτρου, υπό την προϋπόθεση ότι η μη εφαρμογή αφορά χρονικό διάστημα δύο ετών τουλάχιστον.
6.  

Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 5, ένα μέτρο διασφάλισης, του οποίου η διάρκεια ισχύος δεν υπερβαίνει τις 180 ημερες, είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί εκ νέου για την εισαγωγή κάποιου προϊόντος, υπό την προϋπόθεση ότι:

α) 

έχει παρέλθει ένα έτος τουλάχιστον από την ημερομηνία θέσπισης μέτρου διασφάλισης για την εισαγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος· και

β) 

το εν λόγω μέτρο διασφάλισης δεν έχει εφαρμοσθεί για το ίδιο προϊόν περισσότερες από δύο φορές κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγούνται ακριβώς της ημερομηνίας θέσπισης του μέτρου.

Άρθρο 8

Ύψος των παραχωρήσεων και λοιπές υποχρεώσεις

1.  
Κάθε μέλος που σκοπεύει να εφαρμόσει ένα μέτρο διασφάλισης ή επιζητεί την παράταση της ισχύος ενός μέτρου διασφάλισης καταβαλλει προσπάθειες για τη διατήρηση σε ισχύ παραχωρήσεων και άλλων υποχρεώσεων η έκταση των οποίων να συμβαδίζει σε μεγάλο βαθμό με αυτήν που προβλέπεται από την GΑΤΤ του 1994 και οι οποίες θα ισχύουν μεταξύ του ιδίου και των μελών εξαγωγής που αναμένεται να θιγούν από την εφαρμογή του μέτρου, συμφώνως προς τις διατάξεις του άρθρου 12 παράγραφος 3. Για την επίτευξη του ανωτέρω στόχου, τα ενδιαφερόμενα μέλη δύνανται να έλθουν σε συμφωνία για την παροχή του κατάλληλου εμπορικού ανταλλάγματος με το οποίο να αντισταθμίζονται οι αρνητικές συνέπειες του μέτρου για την εμπορική τους δραστηριότητα.
2.  
Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας εντός 30 ημερών κατά τις διαβουλεύσεις που πραγματοποιούνται βάσει του άρθρου 12 παράγραφος 3, τότε τα θιγόμενα εξάγοντα μέλη αποκτούν το δικαίωμα, το αργότερο 90 ημέρες από τη θέση σε ισχύ του μέτρου, να αναστείλουν την εφαρμογή ανάλογης ουσιαστικά έκτασης παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων που ισχύουν βάσει της GΑΤΤ του 1994 για το εμπόριο που διεξάγουν με το μέλος που προέβη στην εφαρμογή του μέτρου διασφάλισης. Η αναστολή άρχεται αφού παρέλθουν 30 ημέρες από την ημερομηνία κατά την οποία αυτή γνωστοποιείται γραπτώς στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών και εφόσον αυτό το τελευταίο δεν εκφράζει σχετικές αντιρρήσεις.
3.  
Η άσκηση του δικαιώματος αναστολής που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεν επιτρέπεται κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων ετών ισχύος του μέτρου διασφάλισης, υπό την προϋπόθεση ότι το μέτρο διασφάλισης θεσπίστηκε για να αντιμετωπιστεί η αύξηση σε απόλυτα μεγέθη των εισαγωγών και ότι το συγκεκριμένο μέτρο συμβαδίζει με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 9

Αναπτυσσόμενες χώρες μέλη

1.  
Δεν επιτρέπεται η εφαρμογή μέτρων διασφάλισης έναντι προϊόντος που κατάγεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι οι ποσότητες του συγκεκριμένου προϊόντος που εξάγει η εν λόγω αναπτυσσόμενη χώρα στο εισάγον μέλος δεν αντιπροσωπεύουν ποσοστό ανω του 3 % των συνολικών εισαγωγών και επιπλέον ότι όλες μαζί οι εισαγωγές των αναπτυσσομένων χωρών μελών, καθεμία από τις οποίες συμβάλλει κατά ποσοστό κατώτερο του 3 % στις συνολικές εισαγωγές, δεν αντιπροσωπεύουν ποσοστό άνω του 9 % των συνολικών εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος ( 161 ).
2.  
Μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος έχει το δικαίωμα να παρατείνει τη διάρκεια εφαρμογής μέτρου διασφάλισης για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο χρόνια επιπλέον της μέγιστης διάρκειας που επιτρέπεται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 7 παράγραφος 5, μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος εχει το δικαίωμα να εφαρμόζει εκ νεου μέτρο διασφάλισης για την εισαγωγή δεδομένου προϊόντος, για την οποία έχει ήδη εφαρμοσθεί κάποιο μέτρο διασφάλισης που θεσπίστηκε μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, μετά την πάροδο χρονικού διαστήματος που ισούται με τη μισή χρονική διάρκεια εφαρμογής του αρχικού μέτρου, υπό την προϋπόθεση ότι η μη εφαρμογή αφορά περίοδο δύο ετών τουλάχιστον.

Άρθρο 10

Προϊσχύοντα μέτρα βάσει του άρθρου ΧΙΧ

Τα μέλη προβαίνουν στην κατάργηση όλων των μέτρων διασφάλισης που έχουν θεσπίσει βάσει του άρθρου XIX της GΑΤΤ του 1947 και τα οποία βρίσκονταν σε ισχύ κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, το αργότερο οκτώ έτη από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής τους ή πέντε έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

Άρθρο 11

Απαγόρευση και άρση ορισμένων μέτρων

1.  
α) 

Τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν ή να επιδιώκουν τη λήψη μέτρων έκτακτης ανάγκης έναντι των εισαγωγών συγκεκριμένων προϊόντων, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο XIX της GΑΤΤ του 1994, παρά μόνον εφόσον τα εν λόγω μέτρα συμβαδίζουν με τις διατάξεις του προαναφερθέντος άρθρου, όπως αυτό ισχύει βάσει της παρούσας συμφωνίας.

β) 

Επιπλέον, τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να επιδιώκουν, να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ εθελοντικούς περιορισμούς για τις εξαγωγές, συμφωνίες με τις οποίες τα μέρη αναλαμβάνουν να τηρήσουν συγκεκριμένη συμπεριφορά στην αγορά ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο μέτρο, είτε όσον αφορά την εξαγωγή είτε όσον αφορά την εισαγωγή ( 162 ) ( 163 ). Στα ανωτέρω μέτρα συγκαταλέγονται μέτρα που θεσπίζει ένα μόνο μέλος καθώς και μέτρα που απορρέουν από συμφωνίες, διακανονισμούς ή μνημόνια συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μελών. Κάθε μέτρο αυτής της μορφής, το οποίο ισχύει κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ευθυγραμμίζεται με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας ή καταργείται σταδιακά, όπως προβλέπει η παράγραφος 2.

γ) 

Η παρούσα συμφωνία δεν εφαρμόζεται σε σχέση με τα μέτρα τα οποία επιδιώκει, θεσπίζει ή διατηρεί σε ισχύ ένα μέλος κατ' εφαρμογήν άλλων διατάξεων της GΑΤΤ του 1994 πλην του άρθρου XIX ή κατ' εφαρμογήν των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που αναφέρονται στο παράρτημα 1Α, πλην της παρούσας συμφωνίας, ή δυνάμει πρωτοκόλλων και συμφωνιών ή ρυθμίσεων που συνάπτονται στο πλαίσιο της GΑΤΤ του 1994.

2.  
Η σταδιακή κατάργηση των μέτρων για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 στοιχείο β) πραγματοποιείται βάσει χρονοδιαγραμμάτων τα οποία υποβάλλονται από τα ενδιαφερόμενα μέλη στην Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης το αργότερο 180 ημέρες από την ημερομηνία έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Τα εν λόγω χρονοδιαγράμματα προβλέπουν τη σταδιακή κατάργηση όλων των μέτρων για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 ή την ευθυγράμμισή τους με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εντός περιόδου που δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα τέσσερα έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, με εξαίρεση μόνο ένα επιμέρους μέτρο ανά εισάγον μέλος ( 164 ), η διάρκεια ισχύος του οποίου πρεπει υποχρεωτικά να έχει λήξει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1999. Οποιαδήποτε εξαίρεση αυτής της μορφής πρέπει να αποτελεί αντικείμενο αμοιβαίας συμωνίας μεταξύ των άμεσα ενδιαφερομένων μελών και να γνωστοποιείται στην Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης, η οποία πρέπει να το εξετάσει και να το εγκρίνει εντός 90 ημερών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Στο παράρτημα της παρούσας συμφωνίας αναφέρεται ένα μέτρο για το οποίο συμφωνείται ότι υπάγεται στην προαναφερθείσα εξαίρεση.
3.  
Τα μέλη δεν ενθαρρύνουν ούτε υποστηρίζουν τη θέσπιση ή διατήρηση σε ισχύ εκ μέρους δημόσιων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων μέτρων που δεν απορρέουν από την άσκηση δημόσιας εξουσίας και τα οποία ισοδυναμούν με κάποιο από τα μέτρα που μνημονεύονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 12

Γνωστοποίηση και διαβουλεύσεις

1.  

Τα μέλη ενημερώνουν πάραυτα την Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης σχετικά με τα εξής:

α) 

την κίνηση διαδικασίας για τη διερεύνηση του κατά ποσoν έχει προκληθεί ή υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί σοβαρή ζημία, καθώς και τους σχετικούς λόγους·

β) 

τη διατύπωση συμπεράσματος με το οποίο επιβεβαιώνεται ότι η αύξηση των εισαγωγών προκαλεί ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει σοβαρή ζημία· και

γ) 

τη λήψη απόφασης για την εφαρμογή ή την παράταση της ισχύος μέτρου διασφάλισης.

2.  
Κατά τη γνωστοποίηση των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ), το μέλος που σκοπεύει να θεσπίσει ένα μέτρο διασφάλισης ή να παρατείνει την ισχύ του παρέχει στην Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης όλα τα σχετικά στοιχεία στα οποία συμπεριλαμβάνονται μεταξύ άλλων στοιχεία με τα οποία αποδεικνύεται η πρόκληση ή ο κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας συνεπεία της αύξησης των εισαγωγών, λεπτομερής περιγραφή του προϊόντος το οποίο αφορά το μέτρο και του ίδιου του προτεινόμενου μέτρου, η προτεινόμενη ημερομηνία έναρξης ισχύος του μέτρου, η προβλεπόμενη διάρκεια ισχύος του μέτρου και χρονοδιάγραμμα για τη σταδιακή του άρση. Στην περίπτωση παράτασης της ισχύος μέτρου πρέπει επίσης να προσκομίζονται στοιχεία με τα οποία να αποδεικνύεται ότι ο οικείος κλάδος παραγωγής διέρχεται διαδικασίας προσαρμογής. Το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών και η Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης δύνανται να ζητούν οποιαδήποτε συμπληρωματικά στοιχεία, τα οποία ενδεχομένως κρίνουν απαραίτητα, από το μέλος που έχει δηλώσει την πρόθεσή του να εφαρμόσει το μέτρο ή να παρατείνει την ισχύ του.
3.  
Κάθε μέλος το οποίο σκοπεύει να θεσπίσει ένα μέτρο διασφάλισης ή να παρατείνει την ισχύ του παρέχει τις κατάλληλες δυνατότητες για την προηγούμενη διεξαγωγή διαβουλεύσεων με εκείνα τα μέλη τα οποία εξαρτούν σημαντικά συμφέροντα από την εξαγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος· αντικείμενο των διαβουλεύσεων αυτών είναι, μεταξύ άλλων, η εξέταση των στοιχείων που έχουν υποβληθεί βάσει της παραγράφου 2, η ανταλλαγή απόψεων σχετικά με το μέτρο και η επίτευξη συμφωνίας για τους τρόπους επίτευξης του στόχου που καθορίζει το άρθρο 8 παράγραφος 1.
4.  
Τα μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης πριν από τη θέσπιση οποιουδήποτε προσωρινού μέτρου διασφάλισης από αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 6. Σχετικές διαβουλεύσεις αρχίζουν αμέσως μετά τη θέσπιση του μέτρου.
5.  
Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που προβλέπονται από το παρόν άρθρο, καθώς και των ενδιάμεσων επανεξετάσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 7 παράγραφος 4, οποιοδήποτε αντισταθμιστικό αντάλλαγμα που παρέχεται βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1 και κάθε περίπτωση αναστολής παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 γνωστοποιούνται πάραυτα από το εκάστοτε μέλος στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών.
6.  
Τα μέλη ενημερώνουν αμελλητί την Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης σχετικά με τους νόμους, τους κανονισμούς και τις διοικητικές διαδικασίες που ισχύουν σε αυτά για την εφαρμογή μέτρων διασφάλισης, καθώς και σχετικά με οποιαδήποτε τροποποίηση αυτών.
7.  
Κάθε μέλος που διατηρεί σε ισχύ κάποιο από τα μέτρα που ορίζονται στο άρθρο 10 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1, το οποίο ισχύει ήδη κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, γνωστοποιεί το εν λόγω μέτρο στην Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης, το αργότερο 60 ημέρες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.
8.  
Κάθε μέλος δύναται να ενημερώνει την Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης σχετικά με το σύνολο των νόμων, των κανονισμών και των διοικητικών διαδικασιών, καθώς και σχετικά με οποιοδήποτε μέτρο ή ενέργεια που ρυθμίζεται από την παρούσα συμφωνία, τα οποία δεν έχει γνωστοποιήσει κάποιο άλλο μέλος που υποχρεούται κανονικά σε τέτοια γνωστοποίηση βάσει της παρούσας συμφωνίας.
9.  
Κάθε μέλος δύναται να ενημερώνει την Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης σχετικά με οποιοδήποτε μέτρο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3, η θέσπιση του οποίου δεν απορρέει από την άσκηση δημόσιας εξουσίας.
10.  
Κάθε γνωστοποίηση προς το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών, η οποία προβλέπεται από την παρούσα συμφωνία, πρέπει κανονικά να πραγματοποιείται μέσω της Επιτροπής Μέτρων Διασφάλισης.
11.  
Οι σχετικές με την υποχρέωση γνωστοποίησης διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν συνεπάγονται ότι οποιοδήποτε μέλος είναι υποχρεωμένο να αποκαλύψει κάποια εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορία, όταν η αποκάλυψη της εν λόγω πληροφορίας θα έθετε εμπόδια στην επιβολή του νόμου ή θα αντέβαινε με οιονδήποτε τρόπο στη δημόσια τάξη ή θα μπορούσε να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρήσεων, είτε δημόσιων είτε ιδιωτικών.

Άρθρο 13

Επιτήρηση

1.  

Συστήνεται Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης, η οποία τίθεται υπό την ευθύνη του Συμβουλίου Εμπορευματικών Συναλλαγών. Στην επιτροπή δύναται να συμμετάσχει κάθε μέλος που εκφράζει σχετική επιθυμία. Η επιτροπή είναι επιφορτισμένη με τα εξής καθήκοντα:

α) 

παρακολουθεί τη συνολική εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, υποβάλλει ανά έτος σχετική έκθεση στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών και διατυπώνει συστάσεις για τη βελτίωσή της·

β) 

κρίνει, μετά από αίτηση κάποιου θιγόμενου μέλους, κατά ποσoν, στο πλαίσιο εφαρμογής μέτρου διασφάλισης, έχουν τηρηθεί ή όχι οι διαδικαστικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και αναφέρει τα συμπεράσματά της στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών·

γ) 

παρέχει βοήθεια προς τα μέλη, εφόσον της το ζητήσουν, για τους σκοπούς των διαβουλεύσεων που πραγματοποιούνται βάσει των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας·

δ) 

εξετάζει τα μέτρα που υπάγονται στο άρθρο 10 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1, παρακολουθεί τη σταδιακή κατάργηση των εν λόγω μέτρων και αναφέρεται σχετικά στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών·

ε) 

εξετάζει, μετά από αίτηση του μέλους που θεσπίζει κάποιο μέτρο διασφάλισης, κατά πόσον οι υποβληθείσες προτάσεις με αντικείμενο την αναστολή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων είναι «ουσιαστικά ανάλογες» και αναφέρεται σχετικά στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών·

στ) 

παραλαμβάνει και εξετάζει όλα τα στοιχεία που γνωστοποιούνται κατ' εφαρμογήν της παρούσας συμφωνίας και αναφέρεται σχετικά στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών· και

ζ) 

εκτελεί κάθε άλλο καθήκον σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, το οποίο ενδεχομένως της αναθέτει το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών.

2.  
Προκειμένου να βοηθηθεί η επιτροπή για την εκτέλεση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί σε σχέση με την παρακολούθηση της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, η γραμματεία καταρτίζει ανά έτος έκθεση στην οποία παρουσιάζονται τα πραγματικά δεδομένα τα σχετικά με τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας· για την έκθεση λαμβάνονται ως βάση τα στοιχεία που έχουν γνωστοποιηθεί καθώς και κάθε άλλο αξιόπιστο στοιχείο που έχει περιέλθει στη γνώση της επιτροπής.

Άρθρο 14

Επίλυση διαφορών

Για τη διενέργεια των διαβουλεύσεων και την επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως επεξηγούνται και τίθενται σε ισχύ με το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 11 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2



Μέλη τα οποία αφορά

Προϊόν

Λήξη ισχύος

ΕΚ/Ιαπωνία

Επιβατηγά αυτοκίνητα, οχήματα παντός εδάφους, ελαφρά οχήματα επαγγελματικής χρήσης, ελαφρά φορτηγά οχήματα (μέχρι 5 τόνους), και οι ίδιοι τύποι οχημάτων σε αμιγώς μη συναρμολογημένη μορφή (σύνολα CΚD).

31 Δεκεμβρίου 1999

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 B

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΜΕΡΟΣ I

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο I

Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

ΜΕΡΟΣ II

ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Άρθρο II

Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους

Άρθρο III

Διαφάνεια

Άρθρο IIIα)

Αποκάλυψη εμπιστευτικών πληροφοριών

Άρθρο IV

Αυξανόμενη συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών

Άρθρο V

Οικονομική ολοκλήρωση

Άρθρο Vα)

Συμφωνίες ενοποίησης των αγορών εργασίας

Άρθρο VI

Εσωτερικές ρυθμίσεις

Άρθρο VII

Αναγνώριση

Άρθρο VIII

Μονοπωλιακή και κατ' αποκλειστικότητα παροχή υπηρεσιών

Άρθρο IX

Επιχειρηματικές πρακτικές

Άρθρο X

Επείγοντα μέτρα διασφάλισης

Άρθρο XI

Πληρωμές και μεταβιβάσεις

Άρθρο XII

Περιορισμοί για τη διασφάλιση του ισοζυγίου πληρωμών

Άρθρο XIII

Δημόσιες συμβάσεις

Άρθρο XIV

Γενικές εξαιρέσεις

Άρθρο XIVα)

Εξαιρέσεις για λόγους ασφαλείας

Άρθρο XV

Επιδοτήσεις

ΜΕΡΟΣ III

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΛΗΨΕΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

Άρθρο XVI

Πρόσβαση στην αγορά

Άρθρο XVII

Εθνική μεταχείριση

Άρθρο XVIII

Πρόσθετες αναλήψεις υποχρεώσεων

ΜΕΡΟΣ IV

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

Άρθρο XIX

Διαπραγμάτευση συγκεκριμένων αναλήψεων υποχρεώσεων

Άρθρο XX

Πίνακες συγκεκριμένων υποχρεώσεων

Άρθρο XXI

Τροποποίηση των πινάκων

ΜΕΡΟΣ V

ΘΕΣΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο XXII

Διαβουλεύσεις

Άρθρο XXIII

Επίλυση διαφορών και εκτέλεση των υποχρεώσεων

Άρθρο XXIV

Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών

Άρθρο XXV

Τεχνική συνεργασία

Άρθρο XXVI

Σχέση με άλλους διεθνείς οργανισμούς

ΜΕΡΟΣ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο XXVII

Άρνηση χορήγησης οφελών

Άρθρο XXVIII

Ορισμοί

Άρθρο XXIX

Παραρτήματα

Παράρτημα για τις απαλλαγές από της υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο II

Παράρτημα για την κυκλοφορία φυσικών προσώπων πού παρέχουν υπηρεσίες βάσει της συμφωνίας

Παράρτημα για τις υπηρεσίες αεροπορικών μεταφορών

Παράρτημα για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες

Δεύτερο παράρτημα για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες

Παράρτημα για τις διαπραγματεύσεις στον τομέα των υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών

Παράρτημα για τις τηλεπικοινωνίες

Παράρτημα για τις διαπραγματεύσεις στον τομέα των βασικών τηλεπικοινωνιών

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤIΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ την αυξανόμενη σπουδαιότητα των συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών για την ανάπτυξη της παγκοσμίου οικονομίας,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να θεσπίσουν πολυμερές πλαίσιο αρχών και κανόνων για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, ως μέσο προώθησης της οικονομικής ανάπτυξης όλων των εμπορικών εταίρων και της ανάπτυξης των αναπτυσσομένων χωρών με στόχο την επέκταση των εν λόγω συναλλαγών υπό συνθήκες διαφάνειας και προοδευτικής απελευθέρωσης,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ την ταχεία επίτευξη, σταδιακά, υψηλότερων επιπέδων απελευθέρωσης των συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών μέσω διαδοχικών γύρων πολυμερών διαπραγματεύσεων που αποσκοπούν στην προώθηση των συμφερόντων όλων των συμμετεχόντων, υπό αμοιβαία ευνοϊκούς όρους, και στην εξασφάλιση γενικότερης ισορροπίας μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, λαμβάνοντας, ωστόσο, δεόντως υπόψη τους στόχους εθνικής πολιτικής,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ το δικαίωμα των μελών να ρυθμίξoυν και να εισάγουν νέες ρυθμίσεις σχετικές με την παροχή υπηρεσιών.στην επικράτειά τους και, δεδομένης της ανισότητας που υφίσταται όσον αφορά το βαθμό ανάπτυξης των ρυθμίσεων για την παροχή υπηρεσιών σε διάφορες χώρες, την ιδιαίτερη ανάγκη των αναπτυσσομένων χωρών να ασκούν το εν λόγω δικαίωμα,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να διευκολύνουν την αυξανόμενη συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών στις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών και την αύξηση των εξαγωγών τους όσον αφορά τον εν λόγω τομέα, μέσω, μεταξύ άλλων, της ενίσχυσης των δυνατοτήτων, της αποδοτικότητας και της ανταγωνιστικότητας του εγχωρίου τομέα των υπηρεσιών,

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ιδιαιτέρως υπόψη τις σοβαρές δυσκολίες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών εξαιτίας των ειδικών οικονομικών συνθηκών που αντιμετωπίζουν καθώς και των αναπτυξιακών, εμπορικών και χρηματοδοτικών τους αναγκών,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



ΜΕΡΟΣ I

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο I

Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

1.  
Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται σε μέτρα που λαμβάνονται από τα μέλη για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών.
2.  

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, οι συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών ορίζονται ως η παροχή υπηρεσιών:

α) 

από το έδαφος ενός μέλους στο έδαφος άλλου μέλους·

β) 

εντός του εδάφους ενός μέλους προς χρήστη υπηρεσιών άλλου μέλους·

γ) 

από φορέα παροχής υπηρεσιών ενός μέλους μέσω εμπορικής παρουσίας στο έδαφος άλλου μέλους·

δ) 

από φορέα παροχής υπηρεσιών ενός μέλους μέσω παρουσίας φυσικών προσώπων ενός μέλους εντός του εδάφους άλλου μέλους.

3.  

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας:

α) 

ως «μέτρα που λαμβάνονται από τα μέλη» νοούνται τα μέτρα που λαμβάνονται από:

i) 

κεντρικές, περιφερειακές ή τοπικές διοικήσεις και αρχές, και

ii) 

μη κυβερνητικά όργανα κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που μεταβιβάζονται από κεντρικές, περιφερειακές ή τοπικές διοικήσεις και αρχές.

Κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων και δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία, τα μέλη λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου να εξασφαλισθεί η τήρηση αυτών από τις περιφερειακές και τοπικές διοικήσεις και αρχές καθώς και από τα μη κυβερνητικά όργανα εντός της επικράτειάς τους·

β) 

ο όρος «υπηρεσίες» περιλαμβάνει το σύνολο των υπηρεσιών σε όλους τους τομείς, με εξαίρεση τις υπηρεσίες που παρέχονται κατά την άσκηση κρατικής εξουσίας·

γ) 

ως «υπηρεσίες που παρέχονται κατά την άσκηση κρατικής εξουσίας» νοούνται οι υπηρεσίες που δεν παρέχονται ούτε σε εμπορική βάση ούτε ανταγωνιστικά σε σχέση με έναν ή πλερισσότερους φορείς παροχής υπηρεσιών.



ΜΕΡΟΣ II

ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Άρθρο II

Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους

1.  
Όσον αφορά το σύνολο των μέτρων που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία, κάθε κράτος παρέχει αμέσως και άνευ όρων σε υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών των άλλων μελών όχι λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση από αυτή που παρέχει σε παρεμφερείς υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών οποιασδήποτε άλλης χώρας.
2.  
Οποιοδήποτε μέλος έχει το δικαίωμα να εφαρμόζει μέτρα που αντιβαίνουν στην παράγραφο 1 υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα αναγράφονται στο παράρτημα του άρθρου II για τις απαλλαγές και πληρούν τις σχετικές προϋποθέσεις.
3.  
Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν σημαίνουν ότι απαγορεύεται σε μέλος να εφαρμόζει ευνοϊκές ρυθμίσεις υπέρ γειτονικών χωρών, με σκοπό τη διευκόλυνση των συναλλαγών που περιορίζονται σε συνεχόμενες παραμεθόριες ζώνες και αφορούν υπηρεσίες οι οποίες παράγονται και καταναλώνονται επιτόπου.

Άρθρο III

Διαφάνεια

1.  
Κάθε μέλος δημοσιεύει, το συντομότερο δυνατό, και, εκτός επειγουσών περιπτώσεων, το αργότερο κατά την έναρξη ισχύος τους, όλα τα σχετικά μέτρα γενικής εφαρμογής που αφορούν ή επηρεάζουν τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας. Δημοσιεύονται επίσης διεθνείς συμφωνίες που αφορούν ή επηρεάζουν τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, τις οποίες έχει υπογράψει κάποιο μέλος.
2.  
Στις περιπτώσεις που η δημοσίευση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι πρακτικά αδύνατη, τέτοιου είδους πληροφορίες δημοσιοποιούνται με άλλον τρόπο.
3.  
Κάθε μέλος ενημερώνει τακτικά και, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σχετικά με την εισαγωγή νέων ή την τροποποίηση των υφισταμένων νόμων, ρυθμίσεων ή διοικητικών οδηγιών που επηρεάζουν σημαντικά τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, οι οποίες καλύπτονται από τις συγκεκριμένες δεσμεύσεις του στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.
4.  
Κάθε μέλος ανταποκρίνεται αμέσως σε αιτήματα που υποβάλλονται από άλλα μέλη για συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα γενικής εφαρμογής και τις διεθνείς συμφωνίες, κατά την έννοια της παραγράφου 1. Κάθε μέλος ορίζει, επίσης, ένα ή περισσότερα κέντρα πληροφόρησης για την παροχή στοιχείων σε άλλα μέλη, κατόπιν αιτήσεώς τους, σχετικά με τα εν λόγω θέματα καθώς και με αυτά που υπόκεινται στην υποχρέωση γνωστοποίησης της παραγράφου 3. Τα εν λόγω κέντρα πληροφόρησης ιδρύονται εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για την ίδρυση του ΠΟΕ (που καλείται στην παρούσα συμφωνία «η συμφωνία για τον ΠΟΕ»)· για μεμονωμένες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη υπάρχει δυνατότητα έγκρισης κάποιου βαθμού ευελιξίας σχετικά με το χρονικό περιθώριο εντός του οποίου πρέπει να δημιουργηθούν τα κέντρα πληροφόρησης. Τα κέντρα πληροφόρησης δεν απαιτείται να αποτελούν θεματοφύλακες νόμων και κανονισμών.
5.  
Κάθε μέλος δύναται να γνωστοποιεί στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών τα μέτρα που λαμβάνονται από άλλο μέλος και τα οποία θεωρεί ότι επηρεάζουν τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο ΙΙΙα)

Αποκάλυψη εμπιστευτικών πληροφοριών

Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν υποχρεώνει τα μέλη να παρέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες, η αποκάλυψη των οποίων θα εμπόδιζε την επιβολή των νόμων ή θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή θα έβλαπτε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων δημοσίων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Άρθρο IV

Αυξανόμενη συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών

1.  

Η αυξανόμενη συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών μελών στις παγκόσμιες συναλλαγές διευκολύνεται μέσω συγκεκριμένων δεσμεύσεων που έχουν διαπραγματευθεί διάφορα μέλη, σύμφωνα με τα μέρη III και IV της παρούσας συμφωνίας, οι οποίες αφορούν:

α) 

την ενίσχυση της ικανότητας, αποδοτικότητας και ανταγωνιστικότητας των εγχώριων υπηρεσιών των εν λόγω χωρών μέσω, μεταξύ άλλων, της δυνατότητας πρόσβασης στην τεχνολογία, σε εμπορική βάση·

β) 

τη βελτίωση της πρόσβασης των χωρών αυτών σε δίκτυο διανομής και πληροφοριών και

γ) 

την απελευθέρωση της πρόσβασης στην αγορά όσον αφορά τομείς και τρόπους προμήθειας με εξαγωγικό ενδιαφέρον για τις εν λόγω χώρες.

2.  

Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη και, στο μέτρο του δυνατού, άλλα μέλη συστήνουν κέντρα επικοινωνίας εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση φορέων παροχής υπηρεσιών από αναπτυσσόμενες χώρες μέλη σε πληροφορίες σχετικές με τις αντίστοιχες αγορές τους, όσον αφορά:

α) 

τις εμπορικές και τεχνικές πλευρές της παροχής υπηρεσιών·

β) 

την καταγραφή, αναγνώριση και απόκτηση επαγγελματικών προσόντων και

γ) 

τη δυνατότητα καθιέρωσης τεχνολογίας υπηρεσιών.

3.  
Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, προτεραιότητα δίνεται στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη. Λαμβάνεται ιδιαιτέρως υπόψη η σοβαρή δυσκολία των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών να αποδεχθούν τις ειδικές δεσμεύσεις που αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγματεύσεων λόγω των ιδιαίτερων οικονομικών συνθηκών καθώς και των αναπτυξιακών, εμπορικών και χρηματοδοτικών αναγκών τους.

Άρθρο V

Οικονομική ολοκλήρωση

1.  

Η παρούσα συμφωνία δεν εμποδίζει τα μέλη της να αποτελούν μέρος ή να συνάπτουν συμφωνία για την απελευθέρωση των συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μερών της εν λόγω συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι η συμφωνία αυτή:

α) 

καλύπτει σημαντικό αριθμό τομέων ( 165 ) και

β) 

προβλέπει την απουσία ή κατάργηση ουσιαστικά κάθε μορφής διακριτικής μεταχείρισης, με την έννοια του άρθρου XVII, μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μερών, στους τομείς που καλύπτει το στοιχείο α), μέσω:

i) 

της κατάργησης υφισταμένων μέτρων που εισάγουν διακριτική μεταχείριση, ή/και

ii) 

της απαγόρευσης νέων ή περισσοτέρων μέτρων που εισάγουν διακριτική μεταχείριση,

είτε κατά την έναρξη ισχύος της εν λόγω συμφωνίας ή βάσει λογικού χρονοδιαγράμματος, με εξαίρεση τα μέτρα που επιτρέπονται σύμφωνα με τα άρθρα XI, XII, XIV και ΧΙVα).

2.  
Προκειμένου να εξεταστεί αν πληρούνται οι όροι της παραγράφου 1 στοιχείο β), είναι δυνατό να ληφθεί υπόψη η σχέση της εν λόγω συμφωνίας με την ευρύτερη διαδικασία οικονομικής ολοκλήρωσης ή απελευθέρωσης των συναλλαγών των υπό εξέταση χωρών.
3.  
α) 

Όταν οι αναπτυσσόμενες χώρες αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη συμφωνίας του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, παρέχεται ευελιξία όσον αφορά τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 και, ειδικότερα, στο στοιχείο β), ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξης των εν λόγω χωρών, τόσο συνολικά όσο και σε επίπεδο επιμέρους τομέων και υποδιαιρέσεων αυτών.

β) 

Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 6, στην περίπτωση συμφωνίας του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η οποία αφορά αποκλειστικά αναπτυσσόμενες χώρες, είναι δυνατόν να παρασχεθεί ευνοϊκότερη μεταχείριση σε νομικά πρόσωπα που ανήκουν ή ελέγχονται από φυσικά πρόσωπα των συμβαλλομένων μερών της εν λόγω συμφωνίας.

4.  
Οι συμφωνίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αποσκοπούν στη διευκόλυνση των συναλλαγών μεταξύ των συμβαλλομένων μερών τους και, όσον αφορά τα μέλη που δεν συμμετέχουν σ' αυτές, δεν αυξάνουν τα εμπόδια στις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, εντός των επιμέρους τομέων ή υποδιαιρέσεων αυτών, σε σχέση με το επίπεδο που ίσχυε πριν από τις εν λόγω συμφωνίες.
5.  
Αν κατά τη σύναψη, διεύρυνση ή σημαντική τροποποίηση των συμφωνιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ένα μέλος προτίθεται να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει συγκεκριμένη δέσμευση κατά παρέκκλιση των ειδικών και γενικών όρων που αναφέρονται στον πίνακά του, υποχρεούται να υποβάλει προειδοποίηση τουλάχιστον 90 ημέρες πριν από την σχετική τροποποίηση ή ανάκληση και εφαρμόζεται η διαδικασία που παρατίθεται στο άρθρο XXI παράγραφοι 2, 3 και 4.
6.  
Οι φορείς παροχής υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους που αποτελούν νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν συσταθεί βάσει της νομοθεσίας συμβαλλόμενου μέρους συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, δικαιούνται μεταχείρισης που παρέχεται στο πλαίσιο της εν λόγω συμφωνίας, υπό τον όρο ότι αναλαμβάνουν σημαντικές επιχειρηματικές δραστηριότητες στο έδαφος των μερών της σχετικής συμφωνίας.
7.  
α) 

Τα μέλη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 γνωστοποιούν αμέσως την εν λόγω συμφωνία ή τη πιθανή διεύρυνση ή σημαντική τροποποίηση αυτής στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών. Παρέχουν, επίσης, στο συμβούλιο κάθε σχετική πληροφορία που μπορεί να ζητηθεί. Το συμβούλιο δύναται να προβεί στη σύσταση οιμάδας εργασίας για την εξέταση της εν λόγω συμφωνίας ή της πιθανής διεύρυνσης ή σημαντικής τροποποίησης αυτής και την υποβολή αναφοράς σχετικά με τη συμβατότητα της συμφωνίας με το παρόν άρθρο.

β) 

Τα μέλη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η οποία εφαρμόζεται βάσει χρονοδιαγράμματος, υποβάλλουν σε τακτά διαστήματα έκθεση στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σχετικά με την εφαρμογή της εν λόγω συμφωνίας. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, το συμβούλιο έχει τη δυνατότητα να συστήσει ομάδα εργασίας για την εξέταση των σχετικών εκθέσεων.

γ) 

Με βάση τις εκθέσεις των ομάδων εργασίας που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β), το συμβούλιο, αν το κρίνει σκόπιμο, έχει τη δυνατότητα να υποβάλει συστάσεις στα μέρη.

8.  
Ένα μέλος, το οποίο αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, δεν δύναται να ζητήσει αντισταθμιστικό αντάλλαγμα για εμπορικά οφέλη που ενδέχεται να προκύψουν υπέρ οποιουδήποτε άλλου μέλους από την εν λόγω συμφωνία.

Άρθρο να)

Συμφωνίες ενοποίησης των αγορών εργασίας

Η παρούσα συμφωνία δεν εμποδίζει τα μέλη της να αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη συμφωνίας για την καθιέρωση της πλήρους ενοποίησης ( 166 ) των αγορών εργασίας μεταξύ δύο ή περισσοτέρων συμβαλλομένων μερών, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω συμφωνία:

α) 

απαλλάσσει τους πολίτες των συμβαλλομένων μερών της συμφωνίας από υποχρεώσεις σχετικές με τον τόπο διαμονής και τις άδειες εργασίας·

β) 

γνωστοποιείται στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών.

Άρθρο VI

Εσωτερικές ρυθμίσεις

1.  
Σε τομείς στους οποίους αναλαμβάνονται συγκεκριμένες υποχρεώσεις, κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι, όλα τα μέτρα γενικής εφαρμογής που αφορούν τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών εφαρμόζονται με τρόπο λογικό, αντικειμενικό και αμερόληπτο.
2.  
α) 

Κάθε μέλος διατηρεί ή θεσπίζει το ταχύτερο δυνατό τακτικά, διαιτητικά ή διοικητικά δικαστήρια και διαδικασίες που εξασφαλίζουν, κατόπιν αιτήσεως θιγόμενου παρόχου υπηρεσιών, ταχεία επανεξέταση των διοικητικών αποφάσεων που επηρεάζουν τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών και, εφόσον δικαιολογείται, την επιβολή των κατάλληλων λύσεων. Στις περιπτώσεις που οι εν λόγω διαδικασίες δεν είναι ανεξάρτητες από την υπηρεσία στην οποία έχει ανατεθεί η σχετική διοικητική απόφαση, το μέλος εξασφαλίζει ότι οι εν λόγω διαδικασίες όντως παρέχουν δυνατότητα αντικειμενικής και αμερόληπτης επανεξέτασης.

β) 

Οι διατάξεις του στοιχείου α) δεν σημαίνουν ότι απαιτείται από τα μέλη να προβαίνουν στη σύσταση των εν λόγω δικαστηρίων και στη θέσπιση των σχετικών διαδικασιών σε περίπτωση που αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη συνταγματική δομή των μελών ή τη φύση του νομικού τους συστήματος.

3.  
Σε περιπτώσεις που απαιτείται άδεια για την παροχή υπηρεσίας για την οποία έχει αναληφθεί συγκεκριμένη υποχρέωση, οι αρμόδιες αρχές μέλους, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα μετά την υποβολή αίτησης που θεωρείται πλήρης βάσει της εσωτερικής νομοθεσίας και ρυθμίσεων, γνωρίζουν στον αιτούντα την απόφαση σχετικά με την αίτηση. Όταν ζητηθεί από τον αιτούντα, οι αρμόδιες αρχές του μέλους παρέχουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, πληροφορίες σχετικές με την τύχη της αίτησης.
4.  

Προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τα μέτρα που αφορούν τις απαιτήσεις σχετικά με τα προσόντα και τις διαδικασίες, τα τεχνικά πρότυπα και τους όρους έκδοσης αδειών δεν αποτελούν περιττά εμπόδια στις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών προβαίνει, μέσω κατάλληλων οργάνων που δύναται να συστήσει, στη θέσπιση των αναγκαίων ρυθμίσεων. Οι ρυθμίσεις αυτές αποσκοπούν στην εξασφάλιση ότι οι σχετικές απαιτήσεις, μεταξύ άλλων:

α) 

βασίζονται σε αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια, όπως τα προσόντα και η ικανότητα παροχής υπηρεσιών·

β) 

δεν είναι πλέον του δέοντος επαχθή για την εξασφάλιση της ποιότητας των υπηρεσιών·

γ) 

στην περίπτωση των διαδικασιών έκδοσης αδειών, δεν συνιστούν οι ίδιες περιοριστικούς παράγοντες για την παροχή υπηρεσιών.

5.  
α) 

Σε τομείς στους οποίους ένα μέλος έχει αναλάβει συγκεκριμένες υποχρεώσεις, και μέχρι την έναρξη εφαρμογής των ρυθμίσεων που θεσπίσθηκαν για τους τομείς αυτούς βάσει της παραγράφου 4, το μέλος δεν επιβάλλει όρους σχετικά με την έκδοση αδειών και με τα προσόντα, καθώς και τεχνικά πρότυπα που αναιρούν εν όλω ή εν μέρει τις εν λόγω συγκεκριμένες υποχρεώσεις κατά τρόπο:

i) 

αντίθετο με τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχεία α), β) ή γ), και

ii) 

που δεν αναμένετο λογικά από το εν λόγω μέλος κατά τη στιγμή της ανάληψης των συγκεκριμένων υποχρεώσεων στους σχετικούς τομείς.

β) 

Προκειμένου να καθορισθεί κατά πόσον κάποιο μέλος πληροί την υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχείο α), λαμβάνονται υπόψη διεθνή πρότυπα σχετικών διεθνών οργανισμών ( 167 ) που εφαρμόζονται από το εν λόγω μέλος.

6.  
Σε τομείς στους οποίους αναλαμβάνονται συγκεκριμένες υποχρεώσεις όσον αφορά τις υπηρεσίες ελεύθερων επαγγελματιών, κάθε μέλος προβλέπει κατάλληλες διαδικασίες για την επαλήθευση των προσόντων των ελεύθερων επαγγελματιών των άλλων μελών.

Άρθρο VII

Αναγνώριση

1.  
Για τους σκοπούς της ικανοποίησης, εν όλω ή εν μέρει, των προτύπων ή κριτηρίων εξουσιοδότησης, έκδοσης αδειών ή πιστοποίησης φορέων παροχής υπηρεσιών και λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της παραγράφου 3, τα μέλη δύνανται να αναγνωρίζουν την αποκτηθείσα παιδεία ή εμπειρία, την εκπλήρωση των υποχρεώσεων ή την έκδοση αδειών και πιστοποιητικών σε συγκεκριμένη χώρα. Η αναγνώριση αυτή που επιτυγχάνεται με εναρμόνιση ή με άλλον τρόπο είναι δυνατόν να βασίζεται σε συμφωνία ή διακανονισμό με την ενδιαφερόμενη χώρα ή να χορηγείται αυτόνομα.
2.  
Ένα μέλος που αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος συμφωνίας ή διακανονισμού του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, υφιστάμενου ή μελλοντικού, παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες σε άλλα ενδιαφερόμενα μέλη να διαπραγματεύονται είτε την προσχώρησή τους στις εν λόγω συμφωνίες ή διακανονισμούς είτε τη σύναψη παρόμοιων συμφωνιών με αυτό. Όταν κάποιο μέλος χορηγεί αναγνώριση αυτόνομα, παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες σε άλλα μέλη να αποδείξουν ότι επιβάλλεται να αναγνωρισθεί η παιδεία και η εμπειρία που αποκτήθηκαν, οι άδειες ή τα πιστοποιητικά που εκδόθηκαν καθώς και οι υποχρεώσεις που εκπληρώθηκαν στο έδαφός τους.
3.  
Ένα μέλος δεν παρέχει αναγνώριση κατά τρόπο που θα εισήγαγε διακριτική μεταχείριση μεταξύ χωρών κατά την εφαρμογή των προτύπων ή κριτηρίων για την έκδοση εγκρίσεων, αδειών ή πιστοποιητικών εκ μέρους των φορέων παροχής υπηρεσιών, ή θα αποτελούσε καλυμμένο περιορισμό στις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών.
4.  

Κάθε μέλος:

α) 

εντός 12 μηνών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ενημερώνει το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σχετικά με τα υφιστάμενα μέτρα αναγνώρισης και αναφέρει κατά πόσον τέτοιου, είδους μέτρα βασίζονται σε συμφωνίες ή διακανονισμούς του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

β) 

ενημερώνει αμελλητί το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σχετικά με την έναρξη διαπραγματεύσεων για συμφωνία ή διακανονισμό του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, προκειμένου να παρασχεθούν κατάλληλες ευκαιρίες σε άλλα μέλη να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους για συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις προτού αυτές εισέλθουν σε ουσιαστική φάση·

γ) 

ενημερώνουν αμελλητί το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών, κατά την έγκριση νέων μέτρων αναγνώρισης ή κατά την τροποποίηση σε σημαντικό βαθμό των υφιστάμενων μέτρων και δηλώνουν κατά πόσον τα μέτρα βασίζονται σε συμφωνία ή διακανονισμό του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

5.  
Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η αναγνώριση πρέπει να βασίζεται σε κριτήρια που αποφασίζονται πολυμερώς. Σε κατάλληλες περιπτώσεις, τα μέλη συνεργάζονται με τους σχετικούς διακυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς για τον καθορισμό και την υιοθέτηση κοινών διεθνών προτύπων και κριτηρίων αναγνώρισης καθώς και κοινών διεθνών προτύπων για την άσκηση σχετικών εργασιών και επαγγελμάτων στον τομέα των υπηρεσιών.

Άρθρο VIII

Μονοπωλιακή και κατ' αποκλειστικότητα παροχή υπηρεσιών

1.  
Κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι οι φορείς μονοπωλιακής παροχής υπηρεσιών στο έδαφός του, κατά την παροχή των συγκεκριμένων υπηρεσιών στις σχετικές αγορές, δεν ενεργούν κατά τρόπο αντίθετο προς τις υποχρεώσεις βάσει του άρθρου II και τις αναλήψεις υποχρεώσεων του εν λόγω μέλους.
2.  
Όταν ο φορέας μονοπωλιακής παροχής υπηρεσιών ενός μέλους ασκεί ανταγωνισμό, είτε άμεσα είτε μέσω θυγατρικής εταιρείας, στον τομέα παροχής υπηρεσιών εκτός του πεδίου των μονοπωλιακών δικαιωμάτων του και υπόκειται σε συγκεκριμένες υποχρεώσεις που επιβάλλει το εν λόγω μέλος, το μέλος αυτό εξασφαλίζει ότι ο σχετικός φορέας δεν προβαίνει σε κατάχρηση της μονοπωλιακής του θέσης για να ενεργεί στο έδαφός του κατά τρόπο αντίθετο με τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις.
3.  
Το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών, κατόπιν αιτήσεως μέλους που έχει λόγο να πιστεύει ότι φορέας μονοπωλιακής παροχής υπηρεσίας άλλου μέλους ενεργεί κατά τρόπο αντίθετο με την παράγραφο 1 ή 2, δύναται να ζητήσει από το μέλος που συστήνει, διατηρεί ή εξουσιοδοτεί τον εν λόγω φορέα να του παράσχει συγκεκριμένα στοιχεία όσον αφορά τις σχετικές λειτουργίες.
4.  
Αν, μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, κάποιο μέλος χορηγεί μονοπωλιακά δικαιώματα σχετικά με την παροχή υπηρεσίας που καλύπτεται από συγκεκριμένες υποχρεώσεις, το εν λόγω μέλος ενημερώνει το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών το αργότερο τρεις μήνες πριν από την προβλεπόμενη εφαρμογή της χορήγησης μονοπωλιακών δικαιωμάτων και εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και του άρθρου XXI.
5.  
Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται, επίσης, σε περιπτώσεις κατ' αποκλειστικότητα παροχής υπηρεσιών, όταν ένα μέλος τυπικά ή ουσιαστικά α) εξουσιοδοτεί ή συστήνει μικρό αριθμό φορέων παροχής υπηρεσιών και β) εμποδίζει σε σημαντικό βαθμό τον ανταγωνισμό μεταξύ των φορέων παροχής υπηρεσιών στο έδαφός του.

Άρθρο IX

Επιχειρηματικές πρακτικές

1.  
Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι ορισμένες επιχειρηματικές πρακτικές φορέων παροχής υπηρεσιών, εκτός αυτών που εμπίπτουν στο άρθρο VIII, δύνανται να συγκρατήσουν τον ανταγωνισμό και, κατά συνέπεια, να περιορίσουν τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών.
2.  
Κάθε μέλος, κατόπιν αιτήσεως άλλου μέλους, αρχίζει διαβουλεύσεις με στόχο την άρση των πρακτικών που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Το μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση εξετάζει με κατανόηση και λαμβάνει πλήρως υπόψη την εν λόγω αίτηση και συνεργάζεται μέσω της παροχής κοινοποιήσιμων μη εμπιστευτικών πληροφοριών, σχετικών με το υπό εξέταση θέμα. Το μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση παρέχει τυχόν άλλα στοιχεία που είναι διαθέσιμα στο μέλος που υποβάλλει την αίτηση, με την επιφύλαξη της εσωτερικής του νομοθεσίας και της επίτευξης ικανοποιητικής συμφωνίας όσον αφορά τη διασφάλιση του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών από το μέλος που υποβάλλει την αίτηση.

Άρθρο Χ

Επείγοντα μέτρα διασφάλισης

1.  
Διεξάγονται πολυμερείς διαπραγματεύσεις σχετικά με το θέμα επειγόντων μέτρων διασφάλισης που βασίζονται στην αρχή της μη εισαγωγής διακρίσεων. Τα αποτελέσματα των εν λόγω διαπραγματεύσεων τίθενται σε εφαρμογή το αργότερο τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.
2.  
Κατά το χρονικό διάστημα που προηγείται της θέσης σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των διαπραγματεύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κάθε μέλος δύναται, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου XXI παράγραφος 1, να ενημερώνει το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σχετικά με την πρόθεσή του να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει συγκεκριμένη δέσμευση σε διάστημα ενός έτους από τη θέση σε εφαρμογή της εν λόγω δέσμευσης, υπό την προϋπόθεση ότι το μέλος αυτό δύναται να αποδείξει στο συμβούλιο ότι για την τροποποίηση ή την ανάκληση δεν είναι δυνατόν να αναμένεται η παρέλευση τριών ετών, όπως προβλέπεται στο άρθρο XXI παράγραφος 1.
3.  
Οι διατάξεις της παραγράφου 2 παύουν να ισχύουν τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

Άρθρο XI

Πληρωμές και μεταβιβάσεις

1.  
Εκτός των περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο XII, τα μέλη δεν επιβάλλουν περιορισμούς στις διεθνείς μεταβιβάσεις και πληρωμές όσον αφορά τις τρέχουσες συναλλαγές, τις σχετικές με τις συγκεκριμένες δεσμεύσεις.
2.  
Καμία διάταξη στην παρούσα συμφωνία δεν θίγει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που περιέχονται στα άρθρα της συμφωνίας του ταμείου, συμπεριλαμβανομένης της χρησιμοποίησης πράξεων σε συνάλλαγμα, σύμφωνα με τα άρθρα της συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέλη δεν επιβάλλουν περιορισμούς σε πράξεις κεφαλαίου κατά παρέκκλιση των συγκεκριμένων δεσμεύσεών τους αναφορικά με τις εν λόγω πράξεις, με εξαίρεση τις διατάξεις του άρθρου XII ή αν ζητηθεί από το Ταμείο.

Άρθρο XII

Περιορισμοί για τη διασφάλιση του ισοζυγίου πληρωμών

1.  
Σε περίπτωση σοβαρών δυσχερειών του ισοζυγίου πληρωμών και εξωτερικών δημοσιονομικών δυσχερειών ή σχετικών κινδύνων, τα μέλη δύνανται να επιβάλλουν ή να διατηρούν περιορισμούς στις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών για τους οποίους έχουν αναλάβει συγκεκριμένες υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών με τις πληρωμές ή μεταβιβάσεις για συναλλαγές που συνδέονται με τις εν λόγω υποχρεώσεις. Αναγνωρίζεται ότι ιδιαίτερες πιέσεις στο ισοζύγιο πληρωμών μελών κατά τη διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης ή οικονομικής μετάβασης είναι δυνατών να απαιτήσουν την εφαρμογή περιορισμών προκειμένου να εξασφαλισθεί, μεταξύ άλλων, η διατήρηση επαρκούς επιπέδου χρηματοδοτικών αποθεμάτων για την εφαρμογή των προγραμμάτων οικονομικής ανάπτυξης ή οικονομικής μετάβασης των εν λόγω μελών.
2.  

Όσον αφορά τους περιορισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1, αυτοί:

α) 

δεν εισάγουν διακρίσεις μεταξύ των μελών·

β) 

είναι σύμφωνοι με τα άρθρα της συμφωνίας για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο·

γ) 

αποφεύγουν να βλάψουν άνευ λόγου τα εμπορικά, οικονομικά και χρηματοδοτικά συμφέροντα των άλλων μελών·

δ) 

περιορίζονται στο βαθμό που είναι αναγκαίος για την αντιμετώπιση των περιπτώσεων που περιγράφονται στην παράγραφο 1·

ε) 

είναι προσωρινοί και καταργούνται σταδιακά καθόσον βελτιώνονται οι συνθήκες που περιγράφονται στην παράγραφο 1.

3.  
Κατά τον προσδιορισμό των επιπτώσεων των εν λόγω περιορισμών, τα μέλη δύνανται να δίδουν προτεραιότητα στην παροχή υπηρεσιών που είναι βασικές για τα οικονομικά ή αναπτυξιακά τους προγράμματα. Ωστόσο, οι σχετικοί περιορισμοί δεν επιβάλλονται ούτε διατηρούνται για την προστασία ενός συγκεκριμένου τομέα υπηρεσιών.
4.  
Οι περιορισμοί που επιβάλλονται ή διατηρούνται βάσει της παραγράφου 1 ή οι σχετικές τροποποιήσεις γνωστοποιούνται άμεσα στο Γενικό Συμβούλιο.
5.  
α) 

Τα μέλη που εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διενεργούν το συντόμότερo δυνατό, διαβουλεύσεις με την Επιτροπή Περιορισμών του Ισοζυγίου Πληρωμών σχετικά με τους περιορισμούς που επιβάλλονται βάσει του παρόντος άρθρου.

β) 

Η υπουργική συνδιάσκεψη καθιερώνει διαδικασίες ( 168 ) για τη διεξαγωγή τακτικών διαβουλεύσεων, με στόχο τη διατύπωση συστάσεων στο ενδιαφερόμενο μέλος, όταν κρίνεται σκόπιμο.

γ) 

Στο πλαίσιο των εν λόγω διαβουλεύσεων, εκτιμάται η κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών του ενδιαφερόμενου μέλους καθώς και οι περιορισμοί που επιβάλλονται ή διατηρούνται βάσει του παρόντος άρθρου, λαμβανομένων υπόψη, μεταξύ άλλων, παραγόντων όπως:

i) 

της φύσης και της έκτασης των δυσχερειών του ισοζυγίου πληρωμών καθώς και των εξωτερικών δημοσιονομικών δυσχερειών,

ii) 

των εξωτερικών οικονομικών και εμπορικών συνθηκών του μέλους που ζητεί τη διενέργεια διαβουλεύσεων,

iii) 

εναλλακτικών διορθωτικών μέτρων που είναι δυνατόν να ληφθούν.

δ) 

Στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων, εξετάζεται η συμφωνία των περιορισμών με την παράγραφο 2 και, ειδικότερα, η προοδευτική κατάργηση των περιορισμών, σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο ε).

ε) 

Κατά τις εν λόγω διαβουλεύσεις, γίνονται αποδεκτά όλα τα πορίσματα σχετικά με στατιστικά και άλλα στοιχεία που υποβάλλονται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για το συνάλλαγμα, τα νομισματικά αποθεματικά και το ισοζύγιο πληρωμών. Τα συμπεράσματα βασίζονται στην εκτίμηση του ταμείου όσον αφορά το ισοζύγιο πληρωμών και την εξωτερική δημοσιονομική κατάσταση του μέλους που ζητεί τη διενέργεια διαβουλεύσεων.

6.  
Σε περίπτωση που ένα μέλος, το οποίο δεν αποτελεί μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, επιθυμεί να εφαρμόσει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, η υπουργική συνδιάσκεψη θεσπίζει διαδικασία επανεξέτασης καθώς και άλλες αναγκαίες διαδικασίες.

Άρθρο XIII

Δημόσιες συμβάσεις

1.  
Τα άρθρα II, XVI και XVII δεν εφαρμόζονται σε νόμους, κανονισμούς ή όρους που διέπουν την προμήθεια από δημόσιους φορείς υπηρεσιών που αγοράζονται για να χρησιμοποιηθούν από της δημόσιες αρχές και όχι για να μεταπωληθούν στο εμπορικό κύκλωμα ή για να χρησιμοποιηθούν στην παροχή υπηρεσιών που προορίζονται για εμπορική πώληση.
2.  
Στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας, διεξάγονται πολυμερείς διαπραγματεύσεις σχετικές με τις δημόσιες συμβάσεις στον τομέα των υπηρεσιών, εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

Άρθρο XIV

Γενικές εξαιρέσεις

Υπό τον όρο ότι τα σχετικά μέτρα δεν εφαρμόζονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να συνιστούν μέσο αυθαίρετης ή αδικαιολόγητης διακριτικής μεταχείρισης μεταξύ χωρών στις οποίες επικρατούν παρεμφερείς συνθήκες ή καλυμμένο περιορισμό των συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών, καμία διάταξη στην παρούσα συμφωνία δεν σημαίνει ότι απαγορεύεται η λήψη ή επιβολή από οποιοδήποτε μέλος μέτρων:

α) 

που είναι αναγκαία για την προστασία της δημόσιας ηθικής ή τη διατήρηση της δημόσιας τάξης ( 169

β) 

που είναι αναγκαία για την προστασία της ζωής ή της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών·

γ) 

που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς νόμους και κανονισμούς που δεν αντιβαίνουν στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αναφέρονται:

i) 

στην πρόληψη δόλιων και απατηλών πρακτικών ή στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πλημμελούς εκτέλεσης συμβάσεων υπηρεσιών,

ii) 

στην προστασία της ιδιωτικής ζωής των ατόμων, όσον αφορά την επεξεργασία και τη διάδοση προσωπικών στοιχείων, και στην προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα ατομικών στοιχείων και λογαριασμών·

iii) 

στην ασφάλεια·

δ) 

αντίθετα με το άρθρο XVII, υπό τον όρο ότι η διαφορά στη μεταχείριση αποσκοπεί στην εξασφάλιση της δίκαιας ή αποτελεσματικής ( 170 ) επιβολής ή συλλογής άμεσων φόρων, όσον αφορά τις υπηρεσίες ή τους φορείς παροχής υπηρεσιών άλλων μελών·

ε) 

που αντιβαίνουν στο άρθρο II, υπό τον όρο ότι η διαφορά στη μεταχείριση είναι αποτέλεσμα συμφωνίας για την αποφυγή διπλής φορολογίας ή διατάξεων για την αποφυγή διπλής φορολογίας που περιλαμβάνονται σε οποιαδήποτε άλλη συμφωνία ή διακανονισμό που έχει δεσμευθεί να τηρήσει το εν λόγω μέλος.

Άρθρο ΧΙVα)

Εξαιρέσεις για λόγους ασφαλείας

1.  

Καμία διάταξη στην παρούσα συμφωνία δεν σημαίνει ότι:

α) 

απαιτείται από τα μέλη να παρέχουν πληροφορίες των οποίων τη διάδοση θεωρούν αντίθετη στα βασικά τους συμφέροντα για λόγους ασφαλείας· ή

β) 

απαγορεύεται στα μέλη να λαμβάνουν μέτρα που θεωρούν αναγκαία για την προστασία των βασικών τους συμφερόντων για λόγους ασφαλείας:

i) 

σχετικά με την άμεση ή έμμεση παροχή υπηρεσιών με στόχο τον εφοδιασμό στρατιωτικών εγκαταστάσεων,

ii) 

που αφορούν σχάσιμα ή συντήξιμα υλικά ή τα υλικά από τα οποία αυτά παράγονται,

iii) 

που λαμβάνονται σε περίοδο πολέμου ή σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης σε διεθνές επίπεδο· ή

γ) 

απαγορεύεται στα μέλη να λαμβάνουν μέτρα κατ' εφαρμογή των υποχρεώσεών τους βάσει του χάρτη των Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.

2.  
Το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών ενημερώνεται όσο το δυνατόν πληρέστερα, σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει της παραγράφου 1 στοιχεία β) και γ) καθώς και σχετικά με τη λήξη της ισχύος αυτών.

Άρθρο XV

Επιδοτήσεις

1.  
Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, οι επιδοτήσεις δύνανται να προκαλέσουν στρέβλωση των συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών. Τα μέλη αναλαμβάνουν διαπραγματεύσεις με στόχο τη θέσπιση των αναγκαίων πολυμερών ρυθμίσεων για την αποφυγή των σχετικών επιπτώσεων ( 171 ). Στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων εξετάζεται επίσης η σκοπιμότητα των αντισταθμιστικών διαδικασιών. Επίσης, αναγνωρίζεται ο ρόλος των επιδοτήσεων σε σχέση με τα αναπτυξιακά προγράμματα των αναπτυσσομένων χωρών και λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των μελών, ειδικότερα των αναπτυσσομένων χωρών, για την εξασφάλιση ευελιξίας στο σχετικό τομέα. Για το σκοπό των συγκεκριμένων διαπραγματεύσεων, τα μέλη ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικές με το σύνολο των επιδοτήσεων που αφορούν τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, οι οποίες παρέχονται στους φορείς παροχής υπηρεσιών σε εθνικό επίπεδο.
2.  
Κάθε μέλος που θεωρεί ότι θίγεται από επιδοτήσεις άλλου μέλους δύναται να ζητήσει την έναρξη διαβουλεύσεων με το εν λόγω μέλος για το σχετικό θέμα. Τα αιτήματα αυτά εξετάζονται με κατανόηση.



ΜΕΡΟΣ III

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΛΗΨΕΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

Άρθρο XVI

Πρόσβαση στην αγορά

1.  
Όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά μέσω των τρόπων παροχής υπηρεσιών που ορίζονται στο άρθρο I, κάθε μέλος παρέχει στις υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν που προβλέπεται κατ' εφαρμογή των όρων, περιορισμών και προϋποθέσεων που έχουν συμφωνηθεί και καθορισθεί στον πίνακα υποχρεώσεών του ( 172 ).
2.  

Σε τομείς στους οποίους αναλαμβάνονται υποχρεώσεις πρόσβασης στην αγορά, τα μέτρα τα οποία δεν διατηρούνται ούτε υιοθετούνται από μέλος είτε σε επίπεδο περιφερειακής υποδιαίρεσης είτε στο σύνολο του εδάφους του, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον πίνακα των υποχρεώσεων του, είναι τα εξής:

α) 

περιορισμοί ως προς τον αριθμό των φορέων παροχής υπηρεσιών, υπό μορφή είτε αριθμητικών ποσοστώσεων, μονοπωλίων, αποκλειστικής παροχής υπηρεσιών είτε εξέτασης των οικονομικών αναγκών·

β) 

περιορισμοί ως προς τη συνολική αξία πράξεων ή αγαθών στον τομέα των υπηρεσιών, υπό μορφή αριθμητικών ποσοστώσεων ή εξέτασης των οικονομικών αναγκών·

γ) 

περιορισμοί ως προς το συνολικό αριθμό πράξεων στον τομέα των υπηρεσιών ή ως προς τη συνολική ποσότητα των παραγομένων υπηρεσιών, οι οποίοι εκφράζονται με καθορισμένες αριθμητικές μονάδες υπό μορφή ποσοστώσεων ή εξέτασης των οικονομικών αναγκών ( 173

δ) 

περιορισμοί ως προς το συνολικό αριθμό φυσικών προσώπων που μπορούν να απασχοληθούν σε συγκεκριμένο τομέα υπηρεσιών ή που είναι δυνατό να απασχολήσει φορέας παροχής υπηρεσιών, οι οποίοι είναι αναγκαίοι για την παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας και συνδέονται άμεσα με αυτή, υπό μορφή αριθμητικών ποσοστώσεων ή εξέτασης των οικονομικών αναγκών·

ε) 

μέτρα που επιβάλλουν περιορισμούς ή υποχρεώσεις όσον αφορά την ύπαρξη συγκεκριμένης μορφής νομικών προσώπων ή κοινών επιχειρήσεων, μέσω των οποίων είναι δυνατόν να παρέχεται υπηρεσία από φορέα παροχής υπηρεσιών και·

στ) 

περιορισμοί όσον αφορά τη συμμετοχή ξένου κεφαλαίου υπό μορφή ανώτατων ποσοστιαίων περιορισμών στις μετοχές που κατέχουν αλλοδαποί ή τη συνολική αξία μεμονωμένων ή συνολικών ξένων επενδύσεων.

Άρθρο XVII

Εθνική μεταχείριση

1.  
Όσον αφορά το σύνολο των μέτρων των σχετικών με την παροχή υπηρεσιών στους τομείς που περιλαμβάνονται στον πίνακά του και λαμβάνοντας υπόψη τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται σ' αυτόν, κάθε μέλος παρέχει σε υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από τη μεταχείριση που παρέχει στις οικείες παρεμφερείς υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών ( 174 ).
2.  
Κάποιο μέλος είναι δυνατό να πληροί τον όρο της παραγράφου 1 παραχωρώντας σε υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους είτε τυπικά όμοια μεταχείριση είτε τυπικά διαφορετική μεταχείριση από αυτή που παρέχει στις οικείες παρεμφερείς υπηρεσίες και στους δικούς του φορείς παροχής υπηρεσιών.
3.  
Η τυπικά όμοια ή τυπικά διαφορετική μεταχείριση θεωρείται ότι είναι λιγότερο ευνοϊκή εάν τροποποιεί τους όρους ανταγωνισμού υπέρ των υπηρεσιών ή φορέων παροχής υπηρεσιών του συγκεκριμένου μέλους, σε σύγκριση με παρεμφερείς υπηρεσίες ή φορείς παροχής υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους.

Άρθρο XVIII

Πρόσθετες αναλήψεις υποχρεώσεων

Τα μέλη δύνανται να διαπραγματεύονται αναλήψεις υποχρεώσεων σχετικές με μέτρα που αφορούν συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, οι οποίες δεν καταχωρούνται σε πίνακες, βάσει των άρθρων XVI ή XVII, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν θέματα σχετικά με τα προσόντα, τα πρότυπα και την έκδοση αδειών. Οι εν λόγω αναλήψεις υποχρεώσεων δεν καταχωρούνται σε πίνακα μέλους.



ΜΕΡΟΣ IV

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

Άρθρο XIX

Διαπραγμάτευση συγκεκριμένων αναλήψεων υποχρεώσεων

1.  
Κατά την επιδίωξη των στόχων της παρούσας συμφωνίας, τα μέλη αναλαμβάνουν διαδοχικούς γύρους διαπραγματεύσεων που αρχίζουν το αργότερο πέντε έτη μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και διεξάγονται στη συνέχεια σε τακτικά διαστήματα, προκειμένου να επιτευχθεί προοδευτικά υψηλότερο επίπεδο απελευθέρωσης. Οι εν λόγω διαπραγματεύσεις αποσκοπούν στη μείωση ή εξάλειψη των αρνητικών επιπτώσεων μέτρων στις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών ως μέσο παροχής αποτελεσματικής πρόσβασης στην αγορά. Η σχετική διαδικασία ακολουθείται με στόχο την προώθηση των συμφερόντων όλων των συμμετεχόντων σε αμοιβαία ευνοϊκή βάση και την εξασφάλιση γενικότερης ισορροπίας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.
2.  
Η διαδικασία απελευθέρωσης πραγματοποιείται αφού ληφθούν δεόντως υπόψη οι στόχοι της εθνικής πολιτικής και ο βαθμός ανάπτυξης μεμονωμένων μελών, τόσο σε γενικότερο επίπεδο όσο και σε επιμέρους τομείς. Εξασφαλίζεται ο κατάλληλος βαθμός ευελιξίας για μεμονωμένες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη όσον αφορά το άνοιγμα μικρότερου αριθμού τομέων, την απελευθέρωση μικρότερου αριθμού κατηγοριών συναλλαγών, την προοδευτική επέκταση της πρόσβασης στην αγορά, ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξής της και, όταν επιτρέπεται η πρόσβαση αλλοδαπών φορέων παροχής υπηρεσιών στις αγορές της, τη θέσπιση ορισμένων όρων που αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο IV.
3.  
Για κάθε γύρο καθορίζονται οδηγίες και διαδικασίες διαπραγματεύσεων. Για τον καθορισμό των σχετικών οδηγιών, το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών, πραγματοποιεί αξιολόγηση των συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σε γενικότερο επίπεδο και σε τομεακή βάση σε σχέση με τους στόχους της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων αυτών που ορίζονται στο άρθρο IV παράγραφος 1. Στο πλαίσιο των διαπραγματευτικών οδηγιών, καθορίζονται τρόποι αντιμετώπισης της διαδικασίας απελευθέρωσης που έχουν θέσει σε εφαρμογή αυτόνομα τα μέλη από τις προηγούμενες διαπραγματεύσεις καθώς και της ειδικής μεταχείρισης των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών βάσει των διατάξεων του άρθρου IV παράγραφος 3.
4.  
Η διαδικασία προοδευτικής απελευθέρωσης προωθείται σε κάθε σχετικό γύρο μέσω διμερών ή πολυμερών διαπραγματεύσεων που αποσκοπούν στην αύξηση του γενικού επιπέδου συγκεκριμένων υποχρεώσεων που αναλαμβάνουν τα μέλη βάσει της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο XX

Πίνακες συγκεκριμένων υποχρεώσεων

1.  

Κάθε μέλος καθορίζει σε πίνακα τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις που αναλαμβάνει στο πλαίσιο του μέρους III της παρούσας συμφωνίας. Όσον αφορά τους τομείς στους οποίους αναλαμβάνονται οι συγκεκριμένες υποχρεώσεις, σε κάθε πίνακα προσδιορίζονται:

α) 

οι όροι, οι περιορισμοί και οι προϋποθέσεις πρόσβασης στην αγορά·

β) 

οι όροι και οι περιορισμοί όσον αφορά την εθνική μεταχείριση·

γ) 

οι δεσμεύσεις σχετικά με τις πρόσθετες αναλήψεις υποχρεώσεων·

δ) 

κατά περίπτωση, το χρονικό πλαίσιο εφαρμογής των εν λόγω υποχρεώσεων·

ε) 

η ημερομηνία έναρξης ισχύος των εν λόγω υποχρεώσεων.

2.  
Τα μέτρα που έρχονται σε αντίθεση με τα άρθρα XVI και XVII εγγράφονται στη στήλη που αναφέρεται στο άρθρο XVI. Στην περίπτωση αυτή, η εγγραφή θεωρείται ότι εισάγει όρο ή περιορισμό όσον αφορά επίσης το άρθρο XVII.
3.  
Οι πίνακες των συγκεκριμένων υποχρεώσεων επισυνάπτονται στην παρούσα συμφωνία και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

Άρθρο XXI

Τροποποίηση των πινάκων

1.  
α) 

Οποιοδήποτε μέλος που αναφέρεται στο παρόν άρθρο ως «το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις» δύναται να τροποποιεί ή να ανακαλεί τις αναλήψεις υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στον πίνακά του, οποτεδήποτε, μετά την παρέλευση τριών ετών από την έναρξη ισχύος των σχετικών υποχρεώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

β) 

Το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις γνωστοποιεί στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών την πρόθεσή του να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει ανάληψη υποχρέωσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το αργότερο τρεις μήνες πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία εφαρμογής της τροποποίησης ή της ανάκλησης.

2.  
α) 

Κατόπιν αιτήσεως μέλους, του οποίου τα οφέλη που απορρέουν από την παρούσα συμφωνία είναι δυνατόν να θιγούν από προτεινόμενη τροποποίηση ή ανάκληση που γνωστοποιείται βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο β) (το οποίο αναφέρεται στο παρόν άρθρο ως «θιγόμενο μέλος»), το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις αρχίζει διαπραγματεύσεις που αποσκοπούν στην επίτευξη συμφωνίας σχετικά με τις αναγκαίες αντισταθμιστικές αναπροσαρμογές. Κατά τις εν λόγω διαπραγματεύσεις και συμφωνίες, τα ενδιαφερόμενα μέλη προσπαθούν να διατηρήσουν ένα γενικό επίπεδο αμοιβαίως επωφελών υποχρεώσεων όχι λιγότερο ευνοϊκών για τις συναλλαγές από αυτές που προβλέπονταν στους πίνακες συγκεκριμένων υποχρεώσεων πριν από τις σχετικές διαπραγματεύσεις.

β) 

Οι αντισταθμιστικές προσαρμογές πραγματοποιούνται βάσει της αρχής του μάλλον ευνοουμένου κράτους.

3.  
α) 

Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του μέλους που προβαίνει σε τροποποιήσεις και των θιγομένων μελών πριν από τη λήξη της περιόδου που προβλέπεται για διαπραγματεύσεις, τα εν λόγω θιγόμενα μέλη δύνανται να παραπέμψουν το θέμα σε διαιτησία. Τα θιγόμενα μέλη που επιθυμούν να επιβάλουν δικαίωμα που ενδεχομένως έχουν για τη χορήγηση αντισταθμιστικού ανταλλάγματος οφείλουν να συμμετέχουν στη διαιτησία.

β) 

Αν κανένα από τα θιγόμενα μέλη δεν ζητήσει την προσφυγή σε διαιτησία, το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις είναι ελεύθερο να εφαρμόσει την προτεινόμενη τροποποίηση ή ανάκληση.

4.  
α) 

Το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις δεν δύναται να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει την υποχρέωσή του μέχρις ότου πραγματοποιήσει αντισταθμιστικές αναπροσαρμογές, σύμφωνα με τα πορίσματα της διαιτησίας.

β) 

Αν το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις θέτει σε εφαρμογή την προτεινόμενη τροποποίηση ή ανάκληση και δεν συμμορφούται με τα πορίσματα της διαιτησίας, τα θιγόμενα μέλη που συμμετείχαν στη διαιτησία δύνανται να τροποποιήσουν ή να ανακαλέσουν κατ' ουσία ισοδύναμα οφέλη, σύμφωνα με τα εν λόγω πορίσματα. Κατά παρέκκλιση του άρθρου II, η σχετική τροποποίηση ή ανάκληση είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί αποκλειστικά σε σχέση με το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις.

5.  
Το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών καθορίζει διαδικασίες διόρθωσης ή τροποποίησης των πινάκων υποχρεώσεων. Τα μέλη τα οποία προέβησαν στην τροποποίηση ή ανάκληση, βάσει του παρόντος άρθρου, υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στους πίνακες τροποποιούν τους πίνακές τους σύμφωνα με τις σχετικές διαδικασίες.



ΜΕΡΟΣ V

ΘΕΣΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο XXII

Διαβουλεύσεις

1.  
Κάθε μέλος εξετάζει με κατανόηση τις παραστάσεις στις οποίες προβαίνει κάθε άλλο μέλος σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που άπτεται της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας και παρέχει τις κατάλληλες ευκαιρίες για τη διεξαγωγή σχετικών διαβουλεύσεων. Στις εν λόγω διαβουλεύσεις εφαρμόζεται το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση διαφορών (ΜΣΕΔ).
2.  
Το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών ή το όργανο επίλυσης διαφορών (ΟΕΔ) δύνανται, κατόπιν αιτήσεως μέλους, να προβαίνουν σε συνεννόηση με μέλος ή μέλη σχετικά με θέματα για τα οποία δεν κατέστη δυνατό να βρεθεί ικανοποιητική λύση μέσω της διαδικασίας διαβουλεύσεων που αναφέρεται στην παράγραφο 1.
3.  
Ένα μέλος δύναται να μην επικαλεσθεί το άρθρο XVIII, είτε βάσει του παρόντος άρθρου είτε βάσει του άρθρου XXIII, όσον αφορά μέτρα που λαμβάνονται από άλλο μέλος, τα οποία καλύπτονται από διεθνή συμφωνία που έχει συναφθεί μεταξύ τους, σχετικά με την αποφυγή διπλής φορολογίας. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ μελών σχετικά με το κατά πόσον ένα μέτρο εμπίπτει στο πλαίσιο της σχετικής συμφωνίας, τα μέλη έχουν το δικαίωμα να παραπέμψουν το θέμα στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών ( 175 ). Το συμβούλιο παραπέμπει το ζήτημα σε διαιτησία. Η απόφαση του διαιτητή είναι τελική και δεσμευτική για τα μέλη.

Άρθρο XXIII

Επίλυση διαφορών και εκτέλεση των υποχρεώσεων

1.  
Στην περίπτωση που ένα μέλος θεωρεί ότι οποιοδήποτε άλλο μέλος δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του ή στις συγκεκριμένες δεσμεύσεις βάσει της παρούσας συμφωνίας δύναται, προκειμένου να επιτευχθεί αμοιβαία ικανοποιητική επίλυση του θέματος, να προσφύγει στο μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση διαφορών.
2.  
Αν το ΟΕΔ θεωρεί ότι οι περιστάσεις είναι αρκετά σοβαρές ώστε να δικαιολογούν την εν λόγω ενέργεια, δύναται να επιτρέψει σε μέλος ή μέλη την αναστολή της εφαρμογής υποχρεώσεων και συγκεκριμένων δεσμεύσεων έναντι οποιουδήποτε άλλου μέλους ή μελών, σύμφωνα με το άρθρο 22 του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση διαφορών.
3.  
Αν κάποιο μέλος θεωρεί ότι κάποιο όφελος που ανέμενε λογικά να προκύψει υπέρ αυτού, βάσει συγκεκριμένης υποχρέωσης άλλου μέλους στο πλαίσιο του μέρους III της παρούσας συμφωνίας, εξουδετερώνεται ή τίθεται σε κίνδυνο ως αποτέλεσμα της εφαρμογής μέτρων που δεν αντιβαίνουν στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, δύνανται να προσφύγει στο μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση διαφορών. Αν το ΟΕΔ θεωρεί ότι τα συγκεκριμένα μέτρα έχουν αναιρέσει εν όλω ή εν μέρει σχετικά οφέλη, το θιγόμενο μέλος έχει το δικαίωμα να προσφύγει σε αμοιβαία ικανοποιητική διευθέτηση, βάσει του άρθρου XXI παράγραφος 2, η οποία είναι δυνατόν να περιλαμβάνει την τροποποίηση ή ανάκληση του μέτρου. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών, εφαρμόζεται το άρθρο 22 του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση διαφορών.

Άρθρο XXIV

Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών

1.  
Το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών εκτελεί τα καθήκοντα που του ανατίθενται για τη διευκόλυνση της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας και την προώθηση των στόχων της. Το συμβούλιο δύναται, αν το κρίνει σκόπιμο, να συστήσει επικουρικά όργανα για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων του.
2.  
Στο συμβούλιο και, εκτός αν αυτό αποφασίσει διαφορετικά, στα επικουρικά όργανα, δύνανται να συμμετέχουν εκπρόσωποι όλων των μελών.
3.  
Ο πρόεδρος του συμβουλίου εκλέγεται από τα μέλη.

Άρθρο XXV

Τεχνική συνεργασία

1.  
Οι φορείς παροχής υπηρεσιών μελών που χρειάζονται τέτοια βοήθεια έχουν δυνατότητα πρόσβασης στις υπηρεσίες επικοινωνίας που αναφέρονται στο άρθρο IV παράγραφος 2.
2.  
Η τεχνική βοήθεια προς τις αναπτυσσόμενες χώρες παρέχεται σε πολυμερές επίπεδο από τη γραμματεία και αποφασίζεται από το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών.

Άρθρο XXVI

Σχέση με άλλους διεθνείς οργανισμούς

Το Γενικό Συμβούλιο προβαίνει στις κατάλληλες διευθετήσεις για την έναρξη διαβουλεύσεων και συνεργασίας με τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών και τις ειδικευμένες υπηρεσίες αυτού, καθώς και με άλλους διακυβερνητικούς οργανισμούς σχετικούς με τον τομέα των υπηρεσιών.



ΜΕΡΟΣ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο XXVII

Άρνηση χορήγησης των οφελών

Οποιοδήποτε μέλος δύναται να αρνηθεί τα οφέλη της παρούσας συμφωνίας:

α) 

όσον αφορά την παροχή υπηρεσίας, αν αποδείξει ότι η υπηρεσία παρέχεται από ή στο έδαφος μη μέλους ή μέλους έναντι του οποίου το αρνούμενο μέλος δεν εφαρμόζει τη συμφωνία για τον ΠΟΕ·

β) 

στην περίπτωση παροχής υπηρεσίας θαλάσσιων μεταφορών, αν αποδείξει ότι η υπηρεσία παρέχεται:

i) 

από πλοίο που έχει νηολογηθεί βάσει της νομοθεσίας μη μέλους ή μέλους έναντι του οποίου το αρνούμενο μέλος δεν εφαρμόζει τη συμφωνία για τον ΠΟΕ, και

ii) 

από πρόσωπο το οποίο εκμεταλλεύεται ή και χρησιμοποιεί πλοίο, εν όλω ή εν μέρει, αλλά που προέρχεται από μη μέλος ή από μέλος έναντι του οποίου το αρνούμενο μέλος δεν εφαρμόζει τη συμφωνία για τον ΠΟΕ·

γ) 

σε φορέα παροχής υπηρεσιών, ο οποίος είναι νομικό πρόσωπο, εάν αποδείξει ότι δεν είναι φορέας παροχής υπηρεσιών άλλου μέλους ή ότι είναι φορέας παροχής υπηρεσιών μέλους έναντι του οποίου το αρνούμενο μέλος δεν εφαρμόζει τη συμφωνία για τον ΠΟΕ.

Άρθρο XXVIII

Ορισμοί

Για το σκοπό της παρούσας συμφωνίας:

α) 

ως «μέτρο» νοείται κάθε μέτρο που λαμβάνεται από μέλος υπό μορφή νόμου, κανονισμού, κανόνα, διαδικασίας, απόφασης, διοικητικής πράξης ή υπό οποιαδήποτε άλλη μορφή·

β) 

ο όρος «παροχή υπηρεσίας» περιλαμβάνει την παραγωγή, διανομή, εμπορία, πώληση και διάθεση υπηρεσίας·

γ) 

η έκαφραση «μέτρα που λαμβάνονται από μέλη και τα οποία επηρεάζουν τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών» περιλαμβάνει μέτρα σχετικά με:

i) 

την αγορά, πληρωμή ή χρήση υπηρεσίας,

ii) 

όσον αφορά την παροχή υπηρεσίας, τη δυνατότητα πρόσβασης και χρήσης υπηρεσιών που απαιτούνται από τα εν λόγω μέλη προκειμένου να διατεθούν εν γένει στο κοινό,

iii) 

την παρουσία, συμπεριλαμβανομένης της εμπορικής παρουσίας, προσώπων ενός μέλους για την παροχή υπηρεσίας στο έδαφος άλλου μέλους·

δ) 

ως «εμπορική παρουσία» νοείται κάθε τύπος επιχειρηματικής ή επαγγελματικής δραστηριότητας, εκτός των άλλων, μέσω:

i) 

της σύστασης, αγοράς ή διατήρησης νομικού προσώπου, ή

ii) 

της δημιουργίας ή διατήρησης υποκαταστήματος ή υπηρεσίας εκπροσώπησης,

στο έδαφος μέλους με σκοπό την παροχή υπηρεσίας·

ε) 

ως «τομέας» υπηρεσίας νοείται,

i) 

όσον αφορά συγκεκριμένη υποχρέωση, ένας ή περισσότεροι ή το σύνολο των επιμέρους τομέων της συγκεκριμένης υπηρεσίας, όπως προσδιορίζονται σε πίνακα ενός μέλους,

ii) 

σε αντίθετη περίπτωση, το σύνολο του συγκεκριμένου τομέα υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων όλων των επιμέρους τομέων·

στ) 

«ο όρος υπηρεσία άλλου μέλους» σημαίνει υπηρεσία που παρέχεται,

i) 

από ή στο έδαφος του συγκεκριμένου άλλου μέλους, ή στην περίπτωση θαλάσσιων μεταφορών από πλοίο που έχει νηολογηθεί βάσει της νομοθεσίας του άλλου μέλους, ή από πρόσωπο που προέρχεται από το άλλο μέλος, το οποίο παρέχει την υπηρεσία μέσω της εκμετάλλευσης πλοίου ή/και της χρησιμοποίησής του εν όλω ή εν μέρει, ή

ii) 

στην περίπτωση παροχής υπηρεσίας μέσω εμπορικής παρουσίας ή μέσω της παρουσίας φυσικών προσώπων, από φορέα παροχής υπηρεσιών του συγκεκριμένου άλλου μέλους·

ζ 

ως «φορέας παροχής υπηρεσιών» νοείται κάθε πρόσωπο που παρέχει υπηρεσία ( 176

η) 

ως «φορέας μονοπωλιακής παροχής υπηρεσιών» νοείται κάθε πρόσωπο του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα, το οποίο στη σχετική αγορά του εδάφους μέλους έχει εξουσιοδοτηθεί ή αναγνωρισθεί, επισήμως ή στην πράξη από το εν λόγω μέλος, ως αποκλειστικός φορέας παροχής της εν λόγω υπηρεσίας·

θ) 

ως «χρήστης υπηρεσίας» νοείται κάθε πρόσωπο που λαμβάνει ή χρησιμοποιεί υπηρεσία·

ι) 

ως «πρόσωπο» νοείται είτε φυσικό είτε νομικό πρόσωπο·

κ) 

ως «φυσικό πρόσωπο άλλου μέλους» νοείται κάθε φυσικό πρόσωπο που κατοικεί στο έδαφος του συγκεκριμένου άλλου μέλους ή οποιουδήποτε άλλου μέλους και το οποίο, βάσει της νομοθεσίας του συγκεκριμένου άλλου μέλους:

i) 

είναι υπήκοος του συγκεκριμένου άλλου μέλους, ή

ii) 

έχει δικαίωμα μόνιμης διαμονής στο εν λόγω άλλο μέλος, στην περίπτωση μέλους που

1. 

δεν έχει υπηκόους· ή

2. 

παρέχει, κατ' ουσία, την ίδια μεταχείριση στους μόνιμους κατοίκους όπως και στους υπηκόους του, όσον αφορά τα μέτρα που επηρεάζουν τις εμπορικές συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, όπως ορίζονται στην αποδοχή ή προσχώρησή του στη συμφωνία για τον ΠΟΕ, υπό την προϋπόθεση ότι κανένα μέλος δεν υποχρεούται να παρέχει σε μόνιμους κατοίκους περισσότερο ευνοϊκή μεταχείριση από αυτή που παρέχει το συγκεκριμένο άλλο μέλος στους μόνιμους κατοίκους. Στη σχετική γνωστοποίηση περιλαμβάνεται η διασφάλιση ότι αναλαμβάνονται, σε σχέση με τους μόνιμους κατοίκους σύμφωνα με τη νομοθεσία και τους κανονισμούς του, οι ίδιες υποχρεώσεις που έχει το εν λόγω άλλο μέλος έναντι των υπηκόων του·

λ) 

ως «νομικό πρόσωπο» νοείται κάθε νομική οντότητα που έχει δεόντως συσταθεί ή οργανωθεί, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, κερδοκοπικού ή μη χαρακτήρα, η οποία ανήκει στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών, των οικονομικών συνασπισμών μεγάλων επιχειρήσεων, των προσωπικών εταιρειών, των κοινών επιχειρήσεων, των ατομικών επιχειρήσεων ή των ενώσεων·

μ) 

ως «νομικό πρόσωπο άλλου μέλους» νοείται το νομικό πρόσωπο το οποίο είτε:

i) 

έχει συσταθεί ή οργανωθεί βάσει της νομοθεσίας του συγκεκριμένου άλλου μέλους και έχει αναλάβει ουσιαστικές επιχειρηματικές δραστηριότητες στο έδαφος αυτού του μέλους ή άλλων μελών, ή

ii) 

στην περίπτωση παροχής υπηρεσιών μέσω εμπορικής παρουσίας, που ανήκει σε ή ελέγχεται από:

1. 

φυσικά πρόσωπα του συγκεκριμένου μέλους· ή

2. 

νομικά πρόσωπα του συγκεκριμένου άλλου μέλους, όπως προσδιορίζονται στο σημείο (i)·

ν) 

ένα νομικό πρόσωπο

i) 

«ανήκει» σε πρόσωπα ενός μέλους εάν πάνω από το 50 % του μετοχικού κεφαλαίου του ανήκει κατά πλήρη κυριότητα σε πρόσωπα του εν λόγω μέλους,

ii) 

«ελέγχεται» από πρόσωπα ενός μέλους εάν αυτά έχουν το δικαίωμα να ορίζουν την πλειοψηφία των διευθυντών του ή να διευθύνουν νομίμως τις δραστηριότητές του,

iii) 

«συνδέεται» με άλλο πρόσωπο όταν ελέγχει ή ελέγχεται από το συγκεκριμένο άλλο πρόσωπο ή όταν αυτό και το άλλο πρόσωπο ελέγχονται από το ίδιο πρόσωπο·

ο) 

ο όρος «άμεσοι φόροι» περιλαμβάνει το σύνολο των φόρων επί του συνολικού εισοδήματος ή των συνολικών στοιχείων εισοδήματος ή κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των φόρων επί των κερδών από τις μεταβιβάσεις κυριότητας, των φόρων περιουσίας, κληρονομιών και δωρεών και των φόρων επί των συνολικών ποσών μισθών ή αμοιβών που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις καθώς και των φόρων ανατίμησης κεφαλαίου.

Άρθρο XXIX

Παραρτήματα

Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέλος αυτής.

Παράρτημα για τις απαλλαγές από τις υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο II

Πεδίο εφαρμογής

1. Στο παρόν παράρτημα καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος, κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας, απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου II παράγραφος 1.

2. Τυχόν νέες απαλλαγές που εφαρμόζονται μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ περιλαμβάνονται στο άρθρο IX παράγραφος 3 της εν λόγω συμφωνίας.

Επανεξέταση

3. Το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών επανεξετάζει το σύνολο των απαλλαγών που χορηγούνται για χρονικό διάστημα ανώτερο των πέντε ετών. Η πρώτη σχετική αναθεώρηση πραγματοποιείται το αργότερο πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

4. Κατά την αναθεώρηση, το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών:

α) 

εξετάζει κατά πόσον ισχύουν ακόμη οι συνθήκες που κατέστησαν αναγκαίες τις απαλλαγές· και

β) 

καθορίζει την ημερομηνία ενδεχόμενης μελλοντικής επανεξέτασης.

Λήξη

5. Η απαλλαγή ενός μέλους από τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου II παράγραφος 1 της συμφωνίας, όσον αφορά ένα συγκεκριμένο μέτρο, λήγει κατά την ημερομηνία που προβλέπεται στην απαλλαγή.

6. Κατ' αρχήν, οι εν λόγω απαλλαγές δεν θα πρέπει να ισχύουν για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών. Εν πάση περιπτώσει, αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο μεταγενέστερων γύρων για την απελευθέρωση των εμπορικών συναλλαγών.

7. Κατά τη λήξη του χρονικού διαστήματος ισχύος των απαλλαγών, το ενδιαφερόμενο μέλος πληροφορεί το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών ότι το ασυμβίβαστο μέτρο αναπροσαρμόστηκε ώστε να συμφωνεί με το άρθρο II παράγραφος 1 της συμφωνίας.

Κατάλογοι των απαλλαγών από τις υποχρεώσεις του άρθρου II

[Οι εγκεκριμένοι κατάλογοι των απαλλαγών βάσει του άρθρου II παράγραφος 2 επισυνάπτονται στο παρόν αντίγραφο της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.]

Παράρτημα για την κυκλοφορία φυσικών προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες βάσει της συμφωνίας

1. Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται σε μέτρα που έχουν σχέση με την παροχή υπηρεσίας και αφορούν φυσικά πρόσωπα τα οποία αποτελούν φορείς παροχής υπηρεσιών ενός μέλους και φυσικά πρόσωπα ενός μέλους τα οποία απασχολούνται από φορέα παροχής υπηρεσιών ενός μέλους.

2. H συμφωνία δεν εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν φυσικά πρόσωπα τα οποία επιζητούν πρόσβαση στην αγορά εργασίας ενός μέλους, ούτε σε μέτρα που αφορούν θέματα σχετικά με την υπηκόοτητα, διαμονή ή απασχόληση σε μόνιμη βάση.

3. Σύμφωνα με τα μέρη III και IV της συμφωνίας, τα μέλη δύνανται να διαπραγματεύονται συγκεκριμένες υποχρεώσεις που εφαρμόζονται στην κυκλοφορία όλων των κατηγοριών φυσικών προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες βάσει της συμφωνίας. Σε φυσικά πρόσωπα που καλύπτονται από συγκεκριμένη υποχρέωση δίνεται το δικαίωμα να παρέχουν τις σχετικές υπηρεσίες σύμφωνα με τους όρους της υποχρέωσης.

4. H συμφωνία δεν απαγορεύει σε μέλος να εφαρμόζει μέτρα για τη ρύθμιση της εισόδου ή της προσωρινής διαμονής φυσικών προσώπων στο έδαφός του, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που είναι αναγκαία για την προστασία της ακεραιότητας φυσικών προσώπων και την εξασφάλιση της ομαλής κυκλοφορίας αυτών διά μέσου των συνόρων, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα δεν εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αναιρούν εν όλω ή εν μέρει τα οφέλη που απορρέουν για οποιοδήποτε μέλος από τους όρους της συγκεκριμένης υποχρέωσης ( 177 ).

Παράρτημα για τις υπηρεσίες αεροπορικών μεταφορών

1. Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών αεροπορικών μεταφορών, τακτικών ή μη τακτικών, καθώς και των συναφών υπηρεσιών. Επιβεβαιώνεται ότι οι συγκεκριμένες δεσμεύσεις ή υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται βάσει της παρούσας συμφωνίας δεν μειώνουν ούτε επηρεάζουν τυχόν υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει τα μέλη στο πλαίσιο διμερών ή πολυμερών συμφωνιών οι οποίες ισχύουν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

2. Η συμφωνία, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών επίλυσης διαφορών, δεν εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν:

α) 

μεταφορικά δικαιώματα τα οποία έχουν παραχωρηθεί καθ' οιονδήποτε τρόπο· ή

β) 

υπηρεσίες που συνδέονται άμεσα με την άσκηση των μεταφορικών δικαιωμάτων

με εξαίρεση τις διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος παραρτήματος.

3. Η συμφωνία εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν:

α) 

υπηρεσίες επισκευής και συντήρησης αεροσκαφών

β) 

την πώληση και την προώθηση στην αγορά των υπηρεσιών αερομεταφορών

γ) 

υπηρεσίες σχετικές με το ηλεκτρονικό σύστημα κρατήσεων (ΗΣΚ).

4. Η προσφυγή στις διαδικασίες επίλυσης διαφορών που προβλέπονται στη συμφωνία επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση που έχουν αναληφθεί υποχρεώσεις ή συγκεκριμένες δεσμεύσεις από τα ενδιαφερόμενα μέλη ή έχουν εξαντληθεί οι διαδικασίες επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο διμερών και άλλων πολυμερών συμφωνιών ή διακανονισμών.

5. Το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών εξετάζει κατά τακτά διαστήματα και το λιγότερο κάθε πέντε χρόνια τις εξελίξεις στον τομέα των αερομεταφορών καθώς και την εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος, με στόχο την εκτίμηση της δυνατότητας περαιτέρω εφαρμογής της συμφωνίας στον εν λόγω τομέα.

6. Ορισμοί:

α) 

ως «υπηρεσίες επισκευής και συντήρησης αεροσκαφών» νοούνται οι σχετικές εργασίες που εκτελούνται σε αεροσκάφος ή τμήμα αυτού το οποίο έχει αποσυρθεί από τη γραμμή και δεν περιλαμβάνουν τις λεγόμενες εργασίες συντήρησης γραμμής πτήσεων

β) 

ως «πώληση και μάρκετινγκ υπηρεσιών αερομεταφορών» νοούνται οι δυνατότητες του ενδιαφερόμενου αερομεταφορέα να πωλεί και να διαθέτει ελεύθερα στην αγορά υπηρεσίες αερομεταφορών, συμπεριλαμβανομένων όλων των θεμάτων που άπτονται του μάρκετινγκ όπως: έρευνα αγοράς, διαφήμιση και διανομή. Οι εν λόγω δραστηριότητες δεν περιλαμβάνουν τον καθορισμό τιμών των υπηρεσιών αερομεταφορών ούτε τους ισχύοντες όρους·

γ) 

ως «υπηρεσίες ηλεκτρονικού συστήματος κρατήσεων» (ΗΣΚ) νοούνται οι υπηρεσίες που παρέχονται μέσω μηχανογραφικών συστημάτων τα οποία περιέχουν πληροφορίες σχετικές με τα προγραμματισμένα δρομολόγια των αερομεταφορέων, τη διαθεσιμότητα αυτών, τους ναύλους και τους κανόνες που ισχύουν για τους ναύλους και βάσει των οποίων είναι δυνατόν να γίνονται κρατήσεις και να εκδίδονται εισιτήρια

δ) 

ως «μεταφορικά δικαιώματα» νοούνται τα δικαιώματα για την εκμετάλλευση τακτικών και μη τακτικών αεροπορικών γραμμών ή/και τη μεταφορά, έναντι αμοιβής ή/και μίσθωσης, επιβατών, φορτίου και ταχυδρομείου από, προς, εντός ή πάνω από το έδαφος μέλους, συμπεριλαμβανομένων των σημείων που εξυπηρετούνται, των δρομολογίων που εκτελούνται, των κατηγοριών μεταφερόμενου φορτίου, της μεταφορικής ικανότητας που παρέχεται, των ναύλων που επιβάλλονται και των σχετικών όρων, καθώς και των κριτηρίων ανάθεσης της εκμετάλλευσης σε αερομεταφορείς, όπως ο αριθμός, η κυριότητα και η μορφή ελέγχου.

Παράρτημα για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες

1.    Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

α) 

Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν την παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Στο παρόν παράρτημα, ως παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών νοείται η παροχή υπηρεσιών όπως ορίζεται στο άρθρο I παράγραφος 2 της συμφωνίας.

β) 

Για τους σκοπούς του άρθρου I παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας, ως «υπηρεσίες που παρέχονται κατά την εκτέλεση κρατικής εξουσίας» νοούνται:

i) 

δραστηριότητες που εκτελούνται από κεντρική τράπεζα ή νομισματική αρχή η οποιοδήποτε οργανισμό του δημοσίου τομέα κατά την εφαρμογή νομισματικών ή συναλλαγματικών πολιτικών,

ii) 

δραστηριότητες που αποτελούν τμήμα θεσπισμένου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης ή κρατικών συνταξιοδοτικών καθεστώτων,

iii) 

άλλες δραστηριότητες που εκτελούνται από δημόσιο φορέα για λογαριασμό ή με την εγγύηση ή τη χρήση κρατικών χρηματοδοτικών πόρων.

γ) 

Για τους σκοπούς του άρθρου I παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας, σε περίπτωση που ένα μέλος επιτρέπει την ανάληψη οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στις περιπτώσεις ii) και iii) της ανωτέρω παραγράφου από τους δικούς του φορείς παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, υπό συνθήκες ανταγωνισμού με δημόσιο φορέα ή φορέα παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, ο όρος «υπηρεσίες» περιλαμβάνει τις εν λόγω δραστηριότητες.

δ) 

Το άρθρο I παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας δεν εφαρμόζεται σε υπηρεσίες που καλύπτονται από το παρόν παράρτημα.

2.    Εσωτερικές ρυθμίσεις

α) 

Κατά παρέκκλιση των λοιπών διατάξεων της συμφωνίας, δεν απαγορεύεται στα μέλη να λαμβάνουν μέτρα για λόγους προληπτικής εποπτείας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας επενδυτών, καταθετών, ασφαλιζομένων ή προσώπων, στα οποία οι παρέχοντες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες καταβάλλουν αμοιβή για υπηρεσίες θεματοφύλακα, ή για τη διασφάλιση της ακεραιότητας και σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Όταν τα εν λόγω μέτρα βρίσκονται σε αντίθεση με τις διατάξεις της συμφωνίας, δεν χρησιμοποιούνται ως μέσο αποφυγής των δεσμεύσεων και υποχρεώσεων που έχουν αναλάβει τα μέλη βάσει της συμφωνίας.

β) 

Ουδεμία διάταξη της συμφωνίας δεν σημαίνει ότι υποχρεούται μέλος να αποκαλύψει πληροφορίες σχετικές με τις υποθέσεις και τους λογαριασμούς μεμονωμένων πελατών ή πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα ή σχετικές με την ιδιοκτησία που βρίσκονται στην κατοχή δημοσίων φορέων.

3.    Αναγνώριση

α) 

Κατά τον καθορισμό των μέσων εφαρμογής των μέτρων που αφορούν τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ένα μέλος δύναται να αναγνωρίζει, για λόγους προληπτικής εποπτείας, μέτρα άλλων χωρών. Η αναγνώριση αυτή, η οποία δύναται να επιτυγχάνεται μέσω εναρμόνισης ή με άλλον τρόπο, είναι δυνατόν να βασιζεται σε συμφωνία ή διακανονισμό με την ενδιαφερόμενη χώρα ή να χορηγείται αυτόνομα.

β) 

Ένα μέλος που αποτελεί μέρος σε συμφωνίες ή διακανονισμούς που αναφέρονται στο στοιχείο α) και υφίστανται ή προβλέπονται για το μέλλον παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες σε άλλα ενδιαφερόμενα μέλη να διαπραγματεύονται την προσχώρησή τους στις σχετικές συμφωνίες ή διακανονισμούς ή τη σύναψη παρεμφερών συνθηκών και διακανονισμών με αυτό, που θα εξασφάλιζαν ισοδύναμες ρυθμίσεις, μηχανισμούς εποπτείας, διαδικασίες εφαρμογής και ενδεχομένως, διαδικασίες σχετικές με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των συμβαλλομένων μερών της συμφωνίας ή του διακανονισμού. Σε περίπτωση που ένα μέλος πραγματοποιεί την αναγνώριση αυτόνομα, παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες στα υπόλοιπα μέλη να αποδείξουν ότι ισχύουν οι σχετικές προϋποθέσεις.

γ) 

Σε περίπτωση που ένα μέλος σχεδιάζει την αναγνώριση μέτρων προληπτικής εποπτείας άλλων χωρών δεν εφαρμόζεται το άρθρο VII παράγραφος 4 στοιχείο β).

4.    Επίλυση διαφορών

Οι ειδικές ομάδες (πάνελ) για τις διαφορές σε θέματα προληπτικής εποπτείας και άλλα χρηματοπιστωτικά ζητήματα διαθέτουν τις αναγκαίες γνώσεις σχετικά με τη συγκεκριμένη χρηματοπιστωτική υπηρεσία που αποτελεί αντικείμενο διαφοράς.

5.    Ορισμοί

Για τους σκοπούς τον παρόντος παραρτήματος:

α) 

ως χρηματοπιστωτική υπηρεσία νοείται οποιαδήποτε υπηρεσία χρηματοπιστωτικής φύσεως που προσφέρεται από φορέα παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών ενός μέλους. Στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες περιλαμβάνονται όλες οι ασφαλιστικές και οι σχετικές με ασφάλειες υπηρεσίες καθώς και οι τραπεζικές και λοιπές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (εκτός των ασφαλιστικών). Στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες περιλαμβάνονται οι εξής δραστηριότητες:

Ασφαλιστικές υπηρεσίες και υπηρεσίες σχετικές με ασφάλειες

i) 

πρωτασφάλιση (συμπεριλαμβανομένης της συνασφάλισης):

Α) 

ζωής,

Β) 

ζημιών,

ii) 

αντασφάλιση και επανεκχώρηση,

iii) 

διαμεσολάβηση στον ασφαλιστικό τομέα, όπως μεσιτεία και πρακτορεία,

iv) 

επικουρικές ασφαλιστικές υπηρεσίες, όπως παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, αναλογιστικές μελέτες, εκτίμηση του κινδύνου και υπηρεσίες διακανονισμού αποζημιώσεων,

Τραπεζικές και λοιπές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (εκτός των ασφαλιστικών)

v) 

αποδοχή καταθέσεων και άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό,

vi) 

κάθε μορφής δανειοδότηση, συμπεριλαμβανομένης της καταναλωτικής πίστης, των ενυπόθηκων πιστώσεων, της διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων και της χρηματοδότησης εμπορικών συναλλαγών,

vii) 

χρηματοδοτική μίσθωση,

viii) 

όλες οι υπηρεσίες πληρωμής και μεταφοράς χρηματικών ποσών, συμπεριλαμβανομένων των πιστωτικών και χρεωστικών καρτών, των ταξιδιωτικών επιταγών και των τραπεζικών επιταγών,

ix) 

εγγυήσεις και αναλήψεις υποχρεώσεων,

χ) 

συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών, είτε στο χρηματιστήριο ή σε εξωχρηματιστηριακές αγορές ή με άλλο τρόπο επί:

Α) 

μέσων χρηματαγοράς (συμπεριλαμβανομένων επιταγών, συναλλαγματικών, πιστοποιητικών καταθέσεων),

Β) 

συναλλάγματος,

Γ) 

παράγωγων προϊόντων συμπεριλαμβανομένων, αλλά όχι αποκλειστικά, προθεσμιακών συμβολαίων και συμβολαίων με δικαίωμα προαίρεσης,

Δ) 

μέσων συναλλαγματικών ισοτιμιών και επιτοκίου, συμπεριλαμβανομένων προϊόντων όπως οι συμφωνίες ανταλλαγής και οι προθεσμιακές συμφωνίες επιτοκίου,

Ε) 

μεταβιβάσιμων κινητών αξιών,

ΣΤ) 

άλλων διαπραγματεύσιμων μέσων και χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων συμπεριλαμβανομένων των ράβδων χρυσού ή αργύρου,

xi) 

συμμετοχή σε εκδόσεις κάθε μορφής χρεογράφων, συμπεριλαμβανομένης της αναδοχής και της διάθεσης (στο κοινό ή σε ιδιώτες) και παροχή υπηρεσιών που συνδέονται με τις σχετικές εκδόσεις,

xii) 

υπηρεσίες χρηματιστού,

xiii) 

διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, όπως διαχείριση ρευστών διαθεσίμων ή χαρτοφυλακίου, κάθε μορφή διαχείρισης συλλογικών επενδύσεων, διαχείριση κεφαλαίων συνταξιοδοτικών ταμείων, υπηρεσίες φύλαξης, θεματοφύλακα και καταπιστευματοδόχου,

xiv) 

υπηρεσίες εκκαθάρισης και συμψηφισμού για χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των κινητών αξιών, των παράγωγων προϊόντων και άλλων διαπραγματεύσιμων μέσων,

xv) 

παροχή και μεταβίβαση πληροφοριών χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα και επεξεργασία χρηματοπιστωτικών δεδομένων και σχετικού λογισμικού από φορείς παροχής άλλων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών,

xvi) 

υπηρεσίες παροχής συμβουλών, διαμεσολάβησης και άλλες συμπληρωματικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, σχετικές με το σύνολο των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα σημεία ν) έως xv), συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης και της ανάλυσης πιστοληπτικής ικανότητας, της έρευνας και των συμβουλών για επενδύσεις και συγκρότηση χαρτοφυλακίων, της παροχής συμβουλών για εξαγορές καθώς και για αναδιάρθρωση και στρατηγική επιχειρήσεων.

β) 

ως φορέας παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ενός μέλους που επιθυμεί να παράσχει ή που παρέχει χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Ωστόσο, ο όρος «φορέας παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών» δεν συμπεριλαμβάνει δημόσιους φορείς·

γ) 

ως «δημόσιος φορέας» νοείται:

i) 

διοικητική αρχή, κεντρική τράπεζα ή νομισματική αρχή ενός μέλους, ή οντότητα που ανήκει ή ελέγχεται από μέλος, η οποία έχει επιφορτισθεί κυρίως με την εκτέλεση διοικητικών λειτουργιών ή δραστηριοτήτων για χρήση των δημοσίων υπηρεσιών, μη συμπεριλαμβανομένης αυτής που ασχολείται, βασικά, με την παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών με εμπορικούς όρους, ή

ii) 

ιδιωτικός φορέας επιφορτισμένος με λειτουργίες οι οποίες εκτελούνται κανονικά από κεντρική τράπεζα ή νομισματική αρχή, όταν ασκεί αυτές τις λειτουργίες.

Δεύτερο παράρτημα για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες

1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου II της συμφωνίας και των παραγράφων 1 και 2 του παραρτήματος για τις απαλλαγές από τις υποχρεώσεις του άρθρου II, οποιοδήποτε μέλος δύναται κατά τη διάρκεια περιόδου 60 ημερών, που αρχίζει τέσσερις μήνες μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, να συμπεριλάβει στο προαναφερόμενο παράρτημα μέτρα σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που είναι ασυμβίβαστα με το άρθρο II παράγραφος 1 της συμφωνίας.

2. Κατά παρέκκλιση του άρθρου XXI της συμφωνίας, οποιοδήποτε μέλος δύναται, κατά τη διάρκεια περιόδου 60 ημερών που αρχίζει τέσσερις μήνες μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, να βελτιώσει, να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει το σύνολο ή μέρος των συγκεκριμένων υποχρεώσεων επί των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στον πίνακά του.

3. Το Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών καθορίζει τις διαδικασίες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2.

Παράρτημα για τις διαπραγματεύσεις στον τομέα των υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών

1. Το άρθρο II και το παράρτημα σχετικά με τις απαλλαγές από τις υποχρεώσεις του άρθρου II, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης καταγραφής στο παράρτημα των μέτρων που βρίσκονται σε αντίθεση με την αρχή της μεταχείρισης του μάλλον ευνοούμενου κράτους που θα εξακολουθήσει να εφαρμόζει ένα μέλος, τίθενται σε ισχύ, όσον αφορά τις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές, τις βοηθητικές υπηρεσίες και τη δυνατότητα πρόσβασης και χρησιμοποίησης των λιμενικών εγκαταστάσεων, όχι πριν από:

α) 

την ημερομηνία υλοποίησης που καθορίζεται στην παράγραφο 4 της υπουργικής απόφασης για τις διαπραγματεύσεις στον τομέα των υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών ή,

β) 

σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, την ημερομηνία της οριστικής έκθεσης της ομάδας διαπραγματεύσεων για τις υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών που προβλέπεται στην εν λόγω απόφαση.

2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται σε συγκεκριμένες αναλήψεις υποχρεώσεων όσον αφορά υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών που περιλαμβάνονται σε πίνακα κάποιου μέλους.

3. Μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και πριν από την ημερομηνία υλοποίησης, οποιοδήποτε μέλος δύναται να βελτιώσει, να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει το σύνολο ή μέρος των συγκεκριμένων αναλήψεων υποχρεώσεών του στο σχετικό τομέα χωρίς να χορηγήσει αντισταθμιστικά ανταλλάγματα, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου XXI.

Παράρτημα για τις τηλεπικοινωνίες

1.    Στόχοι

Αναγνωρίζοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και, ειδικότερα, το διττό του ρόλο ως ξεχωριστού τομέα οικονομικής δραστηριότητας και ως σημαντικού μέσου για τη μεταφορά άλλων οικονομικών δραστηριοτήτγων, τα μέλη συνεφώνησαν στο ακόλουθο παράρτημα με στόχο την περαιτέρω επεξεργασία των διατάξεων της συμφωνίας, όσον αφορά τα μέτρα για την πρόσβαση και χρήση δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Συνεπώς, το παρόν παράρτημα περιλαμβάνει σημειώσεις και συμπληρωματικές διατάξεις σχετικές με τη συμφωνία.

2.    Πεδίο εφαρμογής

α) 

Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται στο σύνολο των μέτρων ενός μέλους, τα οποία επηρεάζουν την πρόσβαση και χρήση δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ( 178 ).

β) 

Το παρόν παράρτημα δεν εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν την καλωδιακή ή ραδιοκυματική διανομή ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών προγραμμάτων.

γ) 

Ουδεμία διάταξη στο παρόν παράρτημα δεν σημαίνει:

i) 

ότι ζητείται από μέλη να εξουσιοδοτήσουν φορείς παροχής υπηρεσιών άλλων μελών να εγκαταστήσουν, να κατασκευάσουν, να αποκτήσουν, να μισθώσουν, να θέσουν σε λειτουργία ή να διαθέσουν δίκτυα μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών εκτός αυτών που προβλέπονται στον πίνακα υποχρεώσεών τους, ή

ii) 

ότι ζητείται από μέλη (ή ότι ζητείται από μέλη να υποχρεώσουν φορείς παροχής υπηρεσιών που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους) να εγκαταστήσουν, να κατασκευάσουν, να αποκτήσουν, να μισθώσουν, να θέσουν σε λειτουργία ή να διαθέσουν δίκτυα μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών που δεν παρέχονται εν γένει στο κοινό.

3.    Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος:

α) 

ως «τηλεπικοινωνίες» νοούνται η εκπομπή και λήψη σημάτων μέσω ηλεκτρομαγνητικών μέσων

β) 

ως «δημόσια μεταφορά τηλεπικοινωνιακής υπηρεσίας» νοείται κάθε μεταφορά τηλεπικοινωνιακής υπηρεσίας που απαιτείται, ρητώς ή στην πράξη, να διατεθεί από μέλος στο κοινό. Οι υπηρεσίες αυτές είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την τηλεγραφική, τηλεφωνική και τηλετυπική μετάδοση καθώς και τη μετάδοση δεδομένων που περιλαμβάνει, βασικά, τη μετάδοση σε πραγματικό χρόνο πληροφοριών που παρέχονται από πελάτες μεταξύ δύο ή περισσοτέρων σημείων χωρίς καμία διατερματική μεταβολή στη μορφή ή το περιεχόμενο των σχετικών πληροφοριών

γ) 

ως «δημόσιο δίκτυο μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακής υπηρεσίας» νοείται η δημόσια υποδομή τηλεπικοινωνιακής μεταφοράς που καθιστά δυνατές τις τηλεπικοινωνίες μεταξύ δύο ή περισσοτέρων καθορισμένων σημείων απόληξης δικτύου·

δ) 

ως «ενδοεπιχειρησιακές επικοινωνίες» νοούνται οι τηλεπικοινωνίες μέσω των οποίων μια επιχείρηση επικοινωνεί στο εσωτερικό της ή με τις θυγατρικές της εταιρείες, τα υποκαταστήματα και, με την επιφύλαξη των εσωτερικών νόμων και κανονισμών, με τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις. Για τους λόγους αυτούς, οι «θυγατρικές εταιρείες», τα «υποκαταστήματα» και, όταν είναι σκόπιμο, οι «συνδεδεμένες επιχειρήσεις» ορίζονται από κάθε μέλος. Ο όρος «ενδοεπιχειρησιακές επικοινωνίες», όπως χρησιμοποιείται στο παρόν παράρτημα, δεν περιλαμβάνει τις εμπορικές ή μη εμπορικές υπηρεσίες που παρέχονται σε επιχειρήσεις οι οποίες δεν αποτελούν θυγατρικές εταιρείες, υποκαταστήματα ή συνδεδεμένες επιχειρήσεις, ή που παρέχονται σε υφιστάμενους ή μελλοντικούς πελάτες·

ε) 

τυχόν αναφορές σε παράγραφο ή εδάφιο του παρόντος παραρτήματος συμπεριλαμβάνουν όλες τις σχετικές υποδιαιρέσεις.

4.    Διαφάνεια

Κατά την εφαρμογή του άρθρου III της συμφωνίας, κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι παρέχονται στο κοινό οι σχετικές πληροφορίες όσον αφορά τους όρους πρόσβασης και χρησιμοποίησης των δημόσιων δικτύων μεταφοράς και παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών συμπεριλαμβανομένων: του καθορισμού τιμών και άλλων ειδικών και γενικών όρων παροχής υπηρεσιών των προδιαγραφών των τεχνικών διεπαφών με τα εν λόγω δίκτυα και υπηρεσίες· πληροφοριών σχετικών με φορείς που είναι υπεύθυνοι για την προετοιμασία και υιοθέτηση προτύπων που εφαρμόζονται στην εν λόγω πρόσβαση και χρησιμοποίηση· των όρων που εφαρμόζονται στην προσάρτηση τερματικού και λοιπού εξοπλισμού και τυχόν απαιτήσεων σχετικών με κοινοποιήσεις, καταχώριση και έκδοση αδειών.

5.    Πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα και υπηρεσίες τηλεπικοινωνιακής υποδομής και χρησιμοποίηση αυτών

α) 

Κάθε μέλος εξασφαλίζει σε φορείς παροχής υπηρεσιών των άλλων μελών τη δυνατότητα πρόσβασης και χρησιμοποίησης των δημοσίων δικτύων μεταφοράς ή παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών βάσει ευλόγων και αμερόληπτων ειδικών και γενικών όρων για την παροχή υπηρεσίας που περιλαμβάνεται στον πίνακά του. Η υποχρέωση αυτή εφαρμόζεται, μεταξύ άλλων, μέσω των παραγράφων β) έως στ) ( 179 ).

β) 

Κάθε μέλος εξασφαλίζει σε φορείς παροχής υπηρεσιών άλλων μελών τη δυνατότητα πρόσβασης και χρησιμοποίησης των δημοσίων δικτύων ή υπηρεσιών τηλεπικοινωνιακής μεταφοράς που παρέχονται εντός ή διά μέσου των συνόρων του συγκεκριμένου μέλους, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικών μισθωμένων κυκλωμάτων, και για το σκοπό αυτό εξασφαλίζει, με την επιφύλαξη των παραγράφων ε) και στ), ότι επιτρέπεται στους εν λόγω φορείς παροχής υπηρεσιών:

i) 

να αγοράζουν ή να μισθώνουν και να προσαρτούν τερματικό ή άλλο εξοπλισμό που έρχεται σε ιεπαφή με το δίκτυο και που είναι αναγκαίος για τους φορείς παροχής υπηρεσιών,

ii) 

να διασυνδέουν ιδιωτικά μισθωμένα ή ιδιόκτητα κυκλώματα με δημόσια δίκτυα και υπηρεσίες τηλεπικοινωνιακής υποδομής ή με κυκλώματα που μισθώνονται ή ανήκουν σε άλλους φορείς παροχής υπηρεσιών, και

iii) 

να κάνουν χρήση, κατά την παροχή υπηρεσίας, πρωτοκόλλων λειτουργίας που επιλέγονται από το φορέα παροχής υπηρεσιών, εκτός αυτών που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της προσφοράς δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στο κοινό γενικότερα.

γ) 

Κάθε μέλος εξασφαλίζει στους φορείς παροχής υπηρεσιών των άλλων μελών τη δυνατότητα χρησιμοποίησης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών για τη διάδοση πληροφοριών εντός και διά μέσου των συνόρων, συμπεριλαμβανομένων των ενδοεπιχειρησιακών επικοινωνιών των συγκεκριμένων φορέων παροχής υπηρεσιών και της πρόσβασης σε πληροφορίες που περιέχονται σε βάσεις δεδομένων ή που είναι κατ' άλλον τρόπο αποθηκευμένες σε αναγνώσιμη από μηχανή μορφή στην επικράτεια οποιουδήποτε μέλος. Τα νέα ή τροποποιημένα μέτρα ενός μέλους τα οποία επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό τη σχετική χρήση γνωστοποιούνται και αποτελούν αντικείμενο διαβουλεύσεων, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της συμφωνίας.

δ) 

Κατά παρέκκλιση της προηγούμενης παραγράφου, οποιοδήποτε μέλος δύναται να λάβει μέτρα που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της ασφάλειας και του εμπιστευτικού χαρακτήρα των μηνυμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι τα σχετικά μέτρα δεν εφαρμόζονται κατά τρόπο που να αποτελεί μέσο αυθαίρετης και αδικαιολόγητες διάκρισης ή καλυμμένο περιορισμό των συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών.

ε) 

Κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι δεν επιβάλλεται κανένας όρος όσον αφορά τη δυνατότητα πρόσβασης και χρησιμοποίησης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών εκτός αυτών που είναι αναγκαίοι για:

i) 

την προστασία των καθηκόντων, των σχετικών με δημόσιες υπηρεσίες, των φορέων εξασφάλισης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και ειδικότερα της δυνατότητας προσφοράς εν γένει στο κοινό των δικτύων και των υπηρεσιών τους,

ii) 

την προστασία της τεχνικής αρτιότητας των δημοσίων δικτύων μεταφοράς ή παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, ή

iii) 

την εξασφάλιση ότι οι φορείς παροχής υπηρεσιών άλλων μελών παρέχουν υπηρεσίες μόνον εφόσον επιτρέπεται, σύμφωνα με τις αναλήψεις υποχρεώσεων που περιέχονται σε πίνακα μέλους.

στ) 

Υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο ε), οι όροι πρόσβασης και χρησιμοποίησης των δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν:

i) 

περιορισμούς ως προς τη μεταπώληση και την από κοινού χρησιμοποίηση των εν λόγω υπηρεσιών,

ii) 

υποχρέωση χρησιμοποίησης συγκεκριμένων τεχνικών διεπαφών, συμπεριλαμβανομένων πρωτοκόλλων διεπαφής για διασύνδεση με τα σχετικά δίκτυα και υπηρεσίες,

iii) 

απαιτήσεις, όπου κρίνεται αναγκαίο, για τη διαλειτουργικότητα των σχετικών υπηρεσιών και την προώθηση των στόχων που αναφέρονται στην παράγραφο 7 στοιχείο α),

iv) 

έγκριση τύπου τερματικού ή άλλου εξοπλισμού που έρχεται σε διεπαφή με το δίκτυο και τεχνικές υποχρεώσεις σχετικές με την προσάρτηση αυτού του εξοπλισμού στα εν λόγω δίκτυα,

v) 

περιορισμοί ως προς τη διασύνδεση των ιδιωτικών μισθωμένων ή ιδιόκτητων κυκλωμάτων με τα εν λόγω δίκτυα ή υπηρεσίες ή με κυκλώματα που μισθώνονται από ή ανήκουν σε άλλο φορέα παροχής υπηρεσιών, ή

vi) 

διαδικασίες γνωστοποίησης, καταχώρισης και έκδοσης αδειών.

ζ) 

Κατά παρέκκλιση των προηγουμένων παραγράφων αυτού του κεφαλαίου, μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος δύναται, ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξής της, να θέτει εύλογους όρους πρόσβασης και χρησιμοποίησης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών που απαιτούνται για την ενίσχυση της εσωτερικής τηλεπικοινωνιακής υποδομής και των σχετικών δυνατοτήτων παροχής υπηρεσιών καθώς και για την αύξηση της συμμετοχής της χώρας αυτής σε διεθνείς συναλλαγές στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Οι όροι αυτοί καθορίζονται στον πίνακα του συγκεκριμένου μέλους.

6.    Τεχνική συνεργασία

α) 

Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι η ύπαρξη αποτελεσματικής και προηγμένης τηλεπικοινωνιακής υποδομής στις χώρες, ειδικότερα στις αναπτυσσόμενες χώρες, είναι καθοριστικής σημασίας για την επέκταση των συναλλαγών τους στον τομέα των υπηρεσιών. Προς τούτο, τα μέλη εγκρίνουν και προωθούν τη συμμετοχή, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεπτυγμένων και αναπτυσσομένων χωρών και των φορέων εξασφάλισης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών καθώς και άλλων οντοτήτων των χωρών αυτών στα αναπτυξιακά προγράμματα διεθνών και περιφερειακών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της Διεθνούς Ενώσεως Τηλεπικοινωνιών, του αναπτυξιακού προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών και της Διεθνούς Τράπεζας για την Ανασυγκρότηση και Ανάπτυξη.

β) 

Τα μέλη ενθαρρύνουν και υποστηρίζουν τη συνεργασία στον τομέα των τηλεπικοινωνιών μεταξύ αναπτυσσομένων χωρών σε διεθνές, περιφερειακό και κατώτερο του περιφερειακού επίπεδο.

γ) 

Σε συνεργασία με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, τα μέλη παρέχουν, όταν είναι εφικτό, σε αναπτυσσόμενες χώρες στοιχεία σχετικά με τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες και τις εξελίξεις στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και της τεχνολογίας πληροφοριών, για να συμβάλουν στην ενίσχυση του τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών των εν λόγω χωρών.

δ) 

Τα μέλη δίνουν ιδιαίτερη σημασία στη δημιουργία δυνατοτήτων για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες προκειμένου να παροτρύνουν αλλοδαπούς φορείς παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών να συμβάλουν στη μεταφορά τεχνολογίας, στην επιμόρφωση και σε άλλες δραστηριότητες που στηρίζουν την ανάπτυξη της τηλεπικοινωνιακής τους υποδομής και την επέκταση των συναλλαγών τους στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών.

7.    Σχέσεις με διεθνείς οργανισμούς και συμφωνίες

α) 

Τα μέλη αναγνωρίζουν τη σημασία των διεθνών προτύπων για τη συνολική εναρμόνιση και διαλειτουργικότητα των τηλεπικοινωνιακών δικτύων και υπηρεσιών και αναλαμβάνουν την προώθηση αυτών των προτύπων μέσω των εργασιών των σχετικών διεθνών φορέων, συμπεριλαμβανομένης της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών και του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης.

β) 

Τα μέλη αναγνωρίζουν το ρόλο των διακυβερνητικών και μη κυβερνητικών οργανισμών και συμφωνιών, όσον αφορά την εξασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και, ειδικότερα, της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών. Όταν κρίνεται σκόπιμο, τα μέλη μεριμνούν για την έναρξη διαβουλεύσεων με τους εν λόγω οργανισμούς επί θεμάτων που ανακύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος.

Παράρτημα για τις διαπραγματεύσεις στον τομέα των βασικών τηλεπικοινωνιών

1. Το άρθρο II και το παράρτημα για τις απαλλαγές από τις υποχρεώσεις του άρθρου II, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης για καταγραφή στο παράρτημα τυχόν μέτρων που έρχονται σε αντίθεση με τη μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους και διατηρούνται σε ισχύ από κάποιο μέλος, τίθενται σε εφαρμογή, όσον αφορά τις βασικές τηλεπικοινωνίες μόνον:

α) 

κατά την ημερομηνία υλοποίησης που καθορίζεται στην παράγραφο 5 της υπουργικής απόφασης για τις διαπραγματεύσεις στον τομέα των βασικών τηλεπικοινωνιών· ή

β) 

σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, κατά την ημερομηνία της τελικής έκθεσης της ομάδας διαπραγματεύσεων στον τομέα των βασικών τηλεπικοινωνιών, που προβλέπεται στην προαναφερθείσα απόφαση.

2. H παράγραφος 1 δεν ισχύει για συγκεκριμένες υποχρεώσεις, σχετικές με τις βασικές τηλεπικοινωνίες που έχουν καταγραφεί στον πίνακα ενός μέλους.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 Γ

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

ΜΕΡΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΧΕΣ

ΜΕΡΟΣ II

ΠΡΟΤΥΠΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΣΗ, ΤΗΝ ΕΚΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ

1.

Δικαιώματα δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα

2.

Εμπορικά σήματα

3.

Γεωγραφικές ενδείξεις

4.

Βιομηχανικά σχέδια

5.

Διπλώματα ευρεσιτεχνίας

6.

Διατάξεις (τοπογραφίες) ολοκληρωμένων κυκλωμάτων

7.

Προστασία μη αποκαλυφθεισών πληροφοριών

8.

Έλεγχος πρακτικών που συνεπάγονται στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στο πλαίσιο αδειών εκμετάλλευσης

ΜΕΡΟΣ III

ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ

1.

Γενικές υποχρεώσεις

2.

Διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης του αστικού και του διοικητικού δικαίου

3.

Προσωρινά μέτρα

4.

Ειδικές προϋποθέσεις για τα διασυνοριακά μέτρα

5.

Ποινικές διαδικασίες

ΜΕΡΟΣ IV

ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΜΕΡΩΝ

ΜΕΡΟΣ V

ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΜΕΡΟΣ VI

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

ΜΕΡΟΣ VII

ΘΕΣΜΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ



ΤΑ ΜΕΛΗ,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να περιορίσουν τα φαινόμενα που συνεπάγονται στρεβλώσεις και εμπόδια για το διεθνές εμπόριο και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να προωθηθεί η αποτελεσματική και επαρκής προστασία τωλ δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς επίσης να διασφαλισθεί ότι τα μέτρα και οι διαδικασίες για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας δεν καταλήγουν να αποτελούν από μόνα τους φραγμούς για το νόμιμο εμπόριο,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ, στο πλαίσιο αυτό, την αναγκαιότητα να καθιερωθούν νέοι κανόνες και ρυθμίσεις σχετικά με τα ακόλουθα θέματα:

α) 

το πεδίο εφαρμογής εν προκειμένω των θεμελιωδών αρχών της GΑΤΤ του 1994 και των σχετικών διεθνών συμφωνιών και συμβάσεων που ρυθμίζουν θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας·

β) 

την καθιέρωση επαρκών προτύπων και αρχών όσον αφορά τη θεσμοθέτηση, την έκταση και τη χρήστ δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στο τομέα του εμπορίου·

γ) 

την καθιέρωση αποτελεσματικών και πρόσφορων μέσων για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, λαμβανομένων υπόψη των διαφορών που υφίστανται σχετικά στις έννομες τάξεις των διαφόρων χωρών·

δ) 

την καθιέρωση αποτελεσματικών και μη χρονοβόρων διαδικασιών για την πολυμερή πρόληψη και επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν μεταξύ κυβερνήσεων· και

ε) 

τη θέσπιση μεταβατικών ρυθμίσεων, ώστε να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή στα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ την ανάγκη θεσμοθέτησης ενός πολυμερούς συστήματος αρχών, κανόνων και ρυθμίσεων για την αντιμετώπιση του διεθνούς εμπορίου προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο απομίμησης ή παραποίησης,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας είναι δικαιώματα του ιδιωτικού δικαίου,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τους επιδιωκόμενους από τις εθνικές έννομες τάξεις στόχους για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, οι οποίοι εντάσσονται στην ανάγκη προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και στους οποίους περιλαμβάνονται οι στόχοι στον τομέα της ανάπτυξης και της τεχνολογίας,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ επίσης τις ιδιαίτερες ανάγκες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών, οι οποίες χρειάζονται τη μέγιστη δυνατή ευελιξία κατά την εφαρμογή στην εσωτερική τους έννομη τάξη των σχετικών νόμων και κανονισμών, προκειμένου να οικοδομήσουν μια υγιή και βιώσιμη τεχνολογική βάση,

ΤΟΝΙΖΟΝΤΑΣ τη σπουδαιότητα της άμβλυνσης των εντάσεων μέσω της ανάληψης αυστηρότερων δεσμεύσεων όσον αφορά την επίλυση με πολυμερείς διαδικασίες των διαφορών που άπτονται δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ την καθιέρωση σχέσης αμοιβαίας υποστήριξης μεταξύ του ΠΟΕ και του Παγκόσμιου Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας (που καλείται στην παρούσα συμφωνία: «ΠΟΠΙ»), καθώς και άλλων συναφών διεθνών οργανισμών,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:



ΜΕΡΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΜΕΛΙΩΛΕΙΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 1

Φύση και έκταση των υποχρεώσεων

1.  
Τα μέλη θέτουν σε ισχύ τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα μέλη δικαιούνται, χωρίς να είναι υποχρεωμένα, να παρέχουν στην εσωτερική τους έννομη τάξη μεγαλύτερο βαθμό προστασίας από αυτήν που επιβάλλεται βάσει της παρούσας συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι η μεγαλύτερη αυτή προστασία δεν αντιβαίνει στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα μέλη είναι ελεύθερα να επιλέγουν τη μέθοδο που κρίνουν κατάλληλη για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας στο πλαίσιο της εσωτερικής τους έννομης τάξης και πρακτικής.
2.  
Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ο όρος «πνευματική ιδιοκτησία» καλύπτει όλα τα είδη πνευματικής ιδιοκτησίας στα οποία αναφέρονται τα τμήματα 1 έως 7 του μέρους II.
3.  
Τα μέλη επιφυλάσσουν τη μεταχείριση που προβλέπεται στην παρούσα συμφωνία στους υπηκόους των υπολοίπων μελών ( 180 ). Όταν πρόκειται για την άσκηση κάποιου δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, με τον όρο «υπήκοοι των υπολοίπων μελών» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης της προστασίας, οι οποίες καθορίζονται από τη σύμβαση των Παρισίων (1967), τη σύμβαση της Βέρνης (1971), τη σύμβαση της Ρώμης και τη συνθήκη για την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων, εφόσον όλα τα μέλη του ΠΟΕ είναι συγχρόνως συμβαλλόμενα μέρη των εν λόγω συμβάσεων ( 181 ). Κάθε μέλος, το οποίο κάνει χρήση κάποιας από τις δυνατότητες που παρέχει το άρθρο 5 παράγραφος 3 ή το άρθρο 6 παράγραφος 2 της σύμβασης της Ρώμης, προβαίνει στην προβλεπόμενη από τις εν λόγω διατάξεις γνωστοποίηση προς το Συμβούλιο για τα Δικαιώματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας στον Τομέα του Εμπορίου («συμβούλιο για τα ΤRIP»).

Άρθρο 2

Συμβάσεις σχετικές με την πνευματική ιδιοκτησία

1.  
Για τους σκοπούς των μερών II, III και IV της παρούσας συμφωνίας, τα μέλη εφαρμόζουν τα άρθρα 1 έως 12 και το άρθρο 19 της σύμβασης των Παρισίων (1967).
2.  
Καμία διάταξη των μερών I έως IV της παρούσας συμφωνίας δεν επιτρέπεται να έρχεται σε αντίθεση με τις υφιστάμενες υποχρεώσεις που τα μέλη ενδέχεται να έχουν αναλάβει έναντι αλλήλων βάσει της σύμβασης των Παρισίων, της σύμβασης της Βέρνης, της σύμβασης της Ρώμης και της συνθήκης για την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων.

Άρθρο 3

Εθνική μεταχείριση

1.  
Κάθε μέλος παρέχει στους υπηκόους των υπολοίπων μελών μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν που παρέχει στους δικούς του υπηκόους όσον αφορά την προστασία ( 182 ) της πνευματικής ιδιοκτησίας, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που ισχύουν ήδη δυνάμει, αντιστοίχως, της σύμβασης των Παρισίων (1967), της σύμβασης της Βέρνης (1971), της σύμβασης της Ρώμης ή της συνθήκης για την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων. Προκειμένου περί των καλλιτεχνών ερμηνευτών, των παραγωγών φωνογραφημάτων και των οργανισμών ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, η προαναφερθείσα υποχρέωση υφίσταται μόνο ως προς τα δικαιώματα που προβλέπει η παρούσα συμφωνία. Κάθε μέλος, το οποίο κάνει χρήση κάποιας από τις δυνατότητες που παρέχει το άρθρο 6 της σύμβασης της Βέρνης (1971) ή το άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο (β) της σύμβασης της Ρώμης προβαίνει στην προβλεπόμενη από τις εν λόγω διατάξεις γνωστοποίηση προς το συμβούλιο για τα ΤRΙΡ.
2.  
Τα μέλη δύνανται να προσφεύγουν στις εξαιρέσεις που επιτρέπονται βάσει της παραγράφου 1 προκειμένου περί διαδικασιών παροχής δικαστικής προστασίας ή διοικητικών διαδικασιών, συμπεριαμβανομένης της επιλογής νόμιμης διεύθυνσης ή του διορισμού εντολοδόχου στην έννομη τάξη ενός μέλους, μόνο όταν η προσφυγή στην εκάστοτε εξαίρεση είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς νόμους και κανονισμούς που δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και υπό την προϋπόθεση ότι οι πρακτικές αυτού του είδους δεν ασκούνται κατά τρόπο που να συνεπάγεται συγκεκαλυμμένους περιορισμούς για το εμπόριο.

Άρθρο 4

Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους

Προκειμένου περί της προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, κάθε πλεονέκτημα, ευεργέτημα, προνόμιο ή ασυλία που αναγνωρίζεται από ένα μέλος στους υπηκόους οποιασδήποτε άλλης χώρας παραχωρείται αυτομάτως και άνευ όρων στους υπηκόους όλων των υπολοίπων μελών. Η ανωτέρω υποχρέωση δεν καλύπτει κατ' εξαίρεση κάθε πλεονέκτημα, ευεργέτημα, προνόμιο ή ασυλία που παραχωρείται από κάποιο μέλος και που:

α) 

απορρέει από διεθνείς συμφωνίες για την παροχή δικαστικής συνδρομής ή την επιβολή του νόμου, εφόσον έχει γενικό χαρακτήρα και δεν περιορίζεται ειδικά σε θέματα προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας·

β) 

παραχωρείται δυνάμει των διατάξεων της σύμβασης της Βέρνης (1971) ή της σύμβασης της Ρώμης, οι οποίες προβλέπουν ότι η παρεχόμενη μεταχείριση δεν είναι υποχρεωτικό να ανταποκρίνεται στην εθνική μεταχείριση, αλλά στη μεταχείριση που παρέχεται σε κάποια άλλη χώρα·

γ) 

αφορά τα δικαιώματα των καλλιτεχνών ερμηνευτών, των παραγωγών φωνογραφημάτων και των οργανισμών ραδιοφωνίας και τηλεόρασης που δεν προβλέπονται από την παρούσα συμφωνία·

δ) 

απορρέει από διεθνείς συμφωνίες σχετικές με την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, οι οποίες ετέθησαν σε ισχύ πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω συμφωνίες έχουν γνωστοποιηθεί στο συμβούλιο για τα ΤRΙΡ και ότι δεν εισάγουν αυθαίρετες ή αδικαιολόγητες διακρίσεις σε βάρος των υπηκόων των υπολοίπων μελών.

Άρθρο 5

Πολυμερείς συμφωνίες για την απόκτηση ή τη διατήρηση της προστασίας

Οι υποχρεώσεις που προβλέπονται από τα άρθρα 3 και 4 δεν ισχύουν ως προς διαδικασίες οι οποίες προβλέπονται από πολυμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο λειτουργίας του ΠΟΠΙ και ρυθμίζουν θέματα απόκτησης και διατήρησης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Άρθρο 6

Εξάντληση

Στο πλαίσιο των διαδικασιών επίλυσης των διαφορών βάσει της παρούσας συμφωνίας και με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 3 και 4, καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για ρύθμιση του θέματος της εξάντλησης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Άρθρο 7

Στόχοι

Η προστασία και η επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας πρέπει να συμβάλλουν στην προώθηση των τεχνολογικών καινοτομιών, καθώς και στη μεταφορά και διάδοση των τεχνολογικών γνώσεων, κατά τρόπον ώστε να ωφελούνται αμοιβαία αυτοί που παράγουν και αυτοί που χρησιμοποιούν τις τεχνολογικές γνώσεις, να προάγεται η κοινωνική και οικονομική ευημερία και να επιτυγχάνεται ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.

Άρθρο 8

Αρχές

1.  
Κατά την κατάρτιση ή τροποποίηση των νόμων και των κανονισμών τους, τα μέλη δύνανται να θεσπίζουν μέτρα τα οποία κρίνονται αναγκαία για την προστασία της δημόσιας υγείας και της ποιότητας των τροφίμων, καθώς επίσης για την προαγωγή του δημόσιου συμφέροντος σε τομείς ζωτικής σημασίας για την κοινωνικοοικονομική και τεχνολογική τους ανάπτυξη, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Σε ορισμένες περιπτώσεις και υπό την προϋπόθεση ότι δεν παραβιάζονται οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, είναι δυνατό να απαιτείται η λήψη πρόσφορων μέτρων για την αποτροπή της καταχρηστικής άσκησης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας από τους δικαιούχους ή της προσφυγής σε πρακτικές που συνεπάγονται υπέρμετρους περιορισμούς για το εμπόριο ή έχουν αρνητική επίδραση στη διεθνή μεταφορά τεχνολογίας.



ΜΕΡΟΣ II

ΠΡΟΤΥΠΑ ΣΧΕΉΚΑ ΜΕ ΤΗ ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΣΗ, ΤΗΝ ΕΚΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ



Τμήμα 1

Δικαιώματα δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα

Άρθρο 9

Σχέση με τη σύμβαση της Βέρνης

1.  
Τα μέλη οφείλουν να εφαρμόζουν τα άρθρα 1 έως 21 της σύμβασης της Βέρνης (1971), καθώς και το προσάρτημα της ίδιας σύμβασης. Παρ' όλα αυτά, τα μέλη δεν αποκτούν δικαιώματα ούτε υποχρεώσεις βάσει της παρούσας συμφωνίας αναφορικά με τα δικαιώματα που παραχωρούνται βάσει του άρθρου 6α της προαναφερθείσας σύμβασης και με τα δικαιώματα που απορρέουν από την εν λόγω διάταξη.
2.  
Η προστασία των δικαιωμάτων δημιουργού καλύπτει τις δημιουργίες, αλλά όχι τις ιδέες, τις διαδικασίες, τις μεθόδους λειτουργίας ή τις μαθηματικές έννοιες καθαυτές.

Άρθρο 10

Προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή και μεταγλωττίσεις δεδομένων

1.  
Τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή, είτε σε πρωτογενή κώδικα είτε σε καταληκτικό κώδικα, χαίρουν της ίδιας προστασίας όπως και τα λογοτεχνικά έργα βάσει της σύμβασης της Βέρνης (1971).
2.  
Οι μεταγλωττίσεις δεδομένων και κάθε άλλο υλικό, είτε είναι σε μορφή αναγνώσιμη από μηχανή είτε όχι, που εξαιτίας της επιλογής ή της διάταξης των περιεχομένων τους αποτελούν πνευματικές δημιουργίες χαίρουν προστασίας ως τέτοιες. Η εν λόγω προστασία, η οποία δεν εκτείνεται και στα ίδια τα δεδομένα ή στο ίδιο το υλικό, δεν θίγει τυχόν δικαιώματα δημιουργού που υφίστανται ως προς τα δεδομένα ή το υλικό.

Άρθρο 11

Μισθωτικά δικαιώματα

Σε σχέση, τουλάχιστον, με τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή και τα κινηματογραφικά έργα, τα μέλη παρέχουν το δικαίωμα στους δημιουργούς και στα πρόσωπα που τους έχουν διαδεχθεί στο εκάστοτε δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν την εμπορική μίσθωση στο κοινό των πρωτότυπων έργων που καλύπτονται από δικαίωμα δημιουργού ή αντιγράφου τους. Από την ανωτέρω υποχρέωση είναι δυνατό να απαλλαγεί ένα μέλος ως προς τα κινηματογραφικά έργα, εκτός αν η μίσθωση του εκάστοτε έργου έχει οδηγήσει σε εκτεταμένες πρακτικές αντιγραφής του, οι οποίες συνεπάγονται σοβαρή ζημία για το αποκλειστικό δικαίωμα αναπαραγωγής που η έννομη τάξη του συγκεκριμένου μέλους απονέμει στους δημιουργούς και στα πρόσωπα που τους έχουν διαδεχθεί στο δικαίωμα. Όσον αφορά τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή, η προαναφερθείσα υποχρέωση δεν υφίσταται σε περιπτώσεις μίσθωσης κατά τις οποίες η μίσθωση δεν έχει ως κύριο αντικείμενο το ίδιο το πρόγραμμα.

Άρθρο 12

Χρόνος προστασίας

Όταν ο χρόνος προστασίας ενός έργου, εξαιρουμένων των φωτογραφικών έργων και των έργων των εφαρμοσμένων τεχνών, δεν καθορίζεται με βάση τη ζωή κάποιου φυσικού προσώπου, τότε ο χρόνος προστασίας είναι τουλάχιστον 50 έτη από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο σημειώθηκε η δημοσίευση του έργου κατόπιν αδείας ή, σε περίπτωση που δεν υπήρξε τέτοια δημοσίευση του έργου κατόπιν αδείας εντός 50 ετών από τη δημιουργία του, 50 έτη από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο δημιουργήθηκε το έργο.

Άρθρο 13

Περιορισμοί και εξαιρέσεις

Τα μέλη δύνανται να θεσπίζουν περιορισμούς και εξαιρέσεις στα αποκλειστικά δικαιώματα, αλλά μόνο για ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι δεν παρακωλύεται η κανονική εκμετάλλευση του έργου και δεν βλάπτονται σε υπερβολικό βαθμό τα νόμιμα συμφέροντα του δικαιούχου.

Άρθρο 14

Προστασία των καλλιτεχνών ερμηνευτών, των παραγωγών φωνογραφημάτων (ηχογραφήσεων) και των οργανισμών ραδιοφωνίας και τηλεόρασης

1.  
Προκειμένου περί της εγγραφής της ερμηνείας τους σε κάποιο μέσο ηχογράφησης, οι καλλιτέχνες ερμηνευτές έχουν τη δυνατότητα να εμποδίζουν τις ακόλουθες πράξεις, όταν αυτές επιχειρούνται χωρίς την άδειά τους: την εγγραφή κάποιας ερμηνείας που δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο εγγραφής, καθώς και την αναπαραγωγή της εγγραφής αυτής. Οι καλλιτέχνες ερμηνευτές έχουν επίσης τη δυνατότητα να εμποδίζουν τις ακόλουθες πράξεις, όταν αυτές επιχειρούνται χωρίς την άδειά τους: την αναμετάδοση διά ασυρμάτων μέσων και τη διάθεση στο κοινό κάποιας ζωντανής ερμηνείας τους.
2.  
Οι παραγωγοί φωνογραφημάτων έχουν το δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν την άμεση ή έμμεση αναπαραγωγή των φωνογραφημάτων τους.
3.  
Οι οργανισμοί ραδιοφωνίας και τηλεόρασης έχουν το δικαίωμα να απαγορεύουν τις ακόλουθες πράξεις, όταν αυτές επιχειρούνται χωρίς την άδειά τους: την εγγραφή, την αναπαραγωγή των εγγραφών και την επαναμετάδοση διά ασυρμάτων μέσων των εκπομπών τους, καθώς και τη διάθεση στο κοινό τηλεοπτικών εκπομπών με αντικείμενο τα ανωτέρω. Σε περίπτωση που ένα μέλος δεν αναγνωρίζει τα προαναφερθέντα δικαιώματα στους οργανισμούς ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, οφείλει να παρέχει τη δυνατότητα στα πρόσωπα στα οποία ανήκουν τα δικαιώματα δημιουργού, που αφορούν έργα δυνάμενα να αποτελέσουν αντικείμενο εκπομπής, να εμποδίζουν τις προαναφερθείσες πράξεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων της σύμβασης της Βέρνης (1971).
4.  
Οι διατάξεις του άρθρου 11 οι σχετικές με τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν και ως προς τους παραγωγούς φωνογραφημάτων, καθώς και γενικότερα ως προς τα πρόσωπα που έχουν δικαίωμα σε κάποιο φωνογράφημα, όπως αυτά ορίζονται από τη νομοθεσία κάθε μέλους. Εάν σε ένα μέλος στις 15 Απριλίου 1994 υπάρχει σε ισχύ σύστημα καταβολής εύλογης αμοιβής στους δικαιούχους για τη μίσθωση φωνογραφημάτων, το εν λόγω μέλος δύναται να διατηρήσει σε ισχύ το σύστημα αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι η εμπορική μίσθωση των φωνογραφημάτων δεν συνεπάγεται την πρόκληση σοβαρής ζημίας στα αποκλειστικά δικαιώματα αναπαραγωγής των δικαιούχων.
5.  
Η διάρκεια της προστασίας που παρέχεται βάσει της παρούσας συμφωνίας στους καλλιτέχνες ερμηνευτές και στους παραγωγούς φωνογραφημάτων φθάνει τουλάχιστον μέχρι τη λήξη πεντηκονταετίας, με χρονικό σημείο εκκίνησης τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η εγγραφή ή η ερμηνεία. Η διάρκεια της προστασίας που παρέχεται βάσει της παραγράφου 3 ορίζεται σε μία εικοσαετία τουλάχιστον από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η εκπομπή.
6.  
Κάθε μέλος δύναται να θεσπίζει σε σχέση με τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται βάσει των παραγράφων 1, 2 και 3 προϋποθέσεις, περιορισμούς, εξαιρέσεις και επιφυλάξεις, στο μέτρο που κάτι τέτοιο επιτρέπεται βάσει της σύμβασης της Ρώμης. Εντούτοις, οι διατάξεις του άρθρου 18 της σύμβασης της Βέρνης (1971) εφαρμόζονται επίσης κατ' αναλογίαν για τα δικαιώματα επί των φωνογραφημάτων που αναγνωρίζονται στους καλλιτέχνες ερμηνευτές και στους παραγωγούς φωνογραφημάτων.



Τμήμα 2

Εμπορικά σήματα

Άρθρο 15

Αντικείμενο της προστασίας

1.  
Κάθε σήμα και κάθε συνδυασμός σημάτων, που παρέχει τη δυνατότητα να διακρίνονται τα αγαθά ή οι υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα αγαθά ή τις υπηρεσίες των άλλων επιχειρήσεων, είναι δυνατό να αποτελέσει εμπορικό σήμα. Τα σήματα αυτού του είδους, και ειδικότερα οι λέξεις που αποδίδουν ονόματα προσώπων, τα γράμματα, οι αριθμητικές παραστάσεις, οι παραστάσεις γενικώς και οι συνδυασμοί χρωμάτων, καθώς και οποιοσδήποτε συνδυασμός των ανωτέρω σημάτων είναι δυνατό να καταχωρηθούν ως εμπορικά σήματα. Σε περίπτωση κατά την οποία ένα σήμα δεν παρέχει από τη φύση του τη δυνατότητα να διακριθεί συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία, τα μέλη δύνανται να εξαρτήσουν τη δυνατότητα καταχώρισής του από την απόκτηση της δυνατότητας διαφοροποίησης του αγαθού ή της υπηρεσίας μέσω της χρήσης. Τα μέλη δύνανται να θέτουν ως προϋπόθεση για την καταχώριση ότι το σήμα πρέπει να μπορεί να γίνει αντιληπτό διά της όρασης.
2.  
Η παράγραφος 1 δεν σημαίνει ότι τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να αρνούνται την καταχώριση κάποιου εμπορικού σήματος επικαλούμενα άλλους λόγους, υπό τον όρο να μην παρεκκλίνουν από τις διατάξεις της σύμβασης των Παρισίων (1967).
3.  
Τα μέλη δύνανται να εξαρτούν τη δυνατότητα καταχώρισης από τη χρήση. Εντούτοις, το γεγονός ότι ένα εμπορικό σήμα έχει όντως χρησιμοποιηθεί δεν επιτρέπεται να τίθεται ως προϋπόθεση για την υποβολή αίτησης προς καταχώριση του εν λόγω σήματος. Δεν επιτρέπεται η απόρριψη μιας αίτησης με μόνη τη δικαιολογία ότι η σκοπούμενη χρήση του σήματος δεν έχει πραγματοποιηθεί πριν από την πάροδο τριετούς περιόδου από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
4.  
Ο χαρακτήρας των αγαθών ή των υπηρεσιών για τα οποία προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ένα εμπορικό σήμα δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρείται ως εμπόδιο για την καταχώριση του εκάστοτε εμπορικού σήματος.
5.  
Τα μέλη καθιστούν γνωστό στο κοινό κάθε εμπορικό σήμα, είτε πριν από την καταχώρησή του είτε αμέσως μετά από αυτήν, και παρέχουν στους ενδιαφερόμενους τις κατάλληλες δυνατότητες να ζητήσουν ενδεχομένως την ακύρωση της καταχώρισης. Επιπλέον, τα μέλη δύνανται να παρέχουν στους ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να εκφράζουν αντιρρήσεις για την καταχώριση συγκεκριμένου εμπορικού σήματος.

Άρθρο 16

Απονεμόμενα δικαιώματα

1.  
Ο κύριος ενός καταχωρημένου εμπορικού σήματος έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να απαγορεύει σε πάντα τρίτο να χρησιμοποιεί χωρίς τη συγκατάθεσή του στο πλαίσιο της εμπορικής του δραστηριότητας όμοια ή παρεμφερή σήματα για υπηρεσίες ή αγαθά όμοια ή παρεμφερή με εκείνα τα οποία αφορά το καταχωρηθέν εμπορικό σήμα, εφόσον η χρήση των εν λόγω σημάτων είναι πιθανό να οδηγήσει σε σύγχυση. Όταν χρησιμοποιείται το ίδιο σήμα για κάποιο όμοιο αγαθό ή υπηρεσία, τεκμαίρεται ότι είναι πιθανή η πρόκληση σύγχυσης. Τα δικαιώματα που καθορίζονται παραπάνω δεν θίγουν τυχόν άλλα προϋφιστάμενα δικαιώματα, ούτε τη δυνατότητα που έχουν τα μέλη να απονέμουν δικαιώματα με προϋπόθεση τη χρήση.
2.  
Το άρθρο 6α της σύμβασης των Παρισίων (1967) εφαρμόζεται κατ' αναλογίαν και ως προς τις υπηρεσίες. Για να αποφανθούν κατά πόσον ένα εμπορικό σήμα είναι ευρέως γνωστό, τα μέλη εξετάζουν πόσο γνωστό είναι το εν λόγω εμπορικό σήμα στο τμήμα του κοινού που κρίνεται κατάλληλο για την περίπτωση, καθώς και το βαθμό γνώσης του εμπορικού σήματος στο συγκεκριμένο μέλος, ο οποίος είναι απόρροια των προσπαθειών προώθησης του σήματος.
3.  
Το άρθρο 6α της σύμβασης των Παρισίων (1967) εφαρμόζεται κατ' αναλογίαν και για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που δεν μοιάζουν με αγαθά ή υπηρεσίες σε σχέση με τα οποία έχει καταχωρηθεί ένα εμπορικό σήμα, υπό τον όρο ότι η χρήση του συγκεκριμένου εμπορικού σήματος σε σχέση με το συγκεκριμένο αγαθό ή τη συγκεκριμένη υπηρεσία ενδέχεται να ερμηνευθεί ως δηλούσα κάποια σχέση μεταξύ του εν λόγω αγαθού ή της εν λόγω υπηρεσίας και του προσώπου στο οποίο ανήκει το καταχωρηθέν εμπορικό σήμα και εφόσον η χρήση αυτή ενέχει τον κίνδυνο να θιγούν τα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο ανήκει το καταχωρηθέν εμπορικό σήμα.

Άρθρο 17

Εξαιρέσεις

Τα μέλη δύνανται να θεσπίζουν περιορισμένης έκτασης εξαιρέσεις στα δικαιώματα που απορρέουν από ένα εμπορικό σήμα, όπως είναι λόγου χάρη η θεμιτή χρήση περιγραφικών όρων, υπό την προϋπόθεση ότι οι θεσπιζόμενες εξαιρέσεις δεν αντιβαίνουν στα νόμιμα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο ανήκει το εμπορικό σήμα και των τρίτων ενδιαφερομένων.

Άρθρο 18

Διάρκεια της προστασίας

Η αρχική καταχώριση ενός εμπορικού σήματος, καθώς και κάθε ανανέωση αυτής ισχύει για επτά έτη τουλάχιστον. Η καταχώριση κάποιου εμπορικού σήματος είναι ανανεώσιμη εις το διηνεκές.

Άρθρο 19

Η χρήση ως προϋπόθεση

1.  
Αν για τη διατήρηση της καταχώρισης απαιτείται η χρήση του εμπορικού σήματος, η ανάκληση της καταχώρισης επιτρέπεται μόνο αν έχουν μεσολαβήσει τουλάχιστον τρία έτη αδιάλειπτης αχρησίας, εκτός αν το πρόσωπο στο οποίο ανήκει το εμπορικό σήμα επικαλείται και αποδεικνύει την ύπαρξη κάποιού σοβαρού λόγου που συνιστά εμπόδιο για τη χρήση του σήματος. Γίνεται δεκτό ότι στους σοβαρούς λόγους της αδυναμίας χρήσης συγκαταλέγονται ορισμένες περιστάσεις που δεν εξαρτώνται από τη θέληση του προσώπου στο οποίο ανήκει το εμπορικό σήμα και οι οποίες θέτουν εμπόδια στη χρήση του, όπως είναι οι περιορισμοί που επιβάλλονται στις εισαγωγές αγαθών ή υπηρεσιών που προστατεύονται από το εμπορικό σήμα ή ορισμένες άλλες υποχρεωτικές ρυθμίσεις που θεσπίζονται από το κράτος σε σχέση με αυτά.
2.  
Προκειμένου να αποφασισθεί η διατήρηση ή μη σε ισχύ της καταχώρισης ενός εμπορικού σήματος, η χρήση του από κάποιον τρίτο αναγνωρίζεται ως χρήση του εμπορικού σήματος, υπό τον όρο ότι η χρήση αυτή παραμένει υπό τον έλεγχο του προσώπου στο οποίο ανήκει το εμπορικό σήμα.

Άρθρο 20

Λοιπές προϋποθέσεις

Η χρήση ενός εμπορικού σήματος στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας δεν επιτρέπεται να παρακωλύεται σε αδικαιολόγητο βαθμό με την επιβολή ειδικών προϋποθέσεων, όπως είναι η χρήση εκ παραλλήλου με κάποιο άλλο εμπορικό σήμα, η χρήση του υπό συγκεκριμένη μορφή ή η χρήση του κατά τρόπον ο οποίος αναιρεί την ικανότητα του σήματος να διαφοροποιεί τα αγαθά ή τις υπηρεσίες μίας επιχείρησης από τα αγαθά ή τις υπηρεσίες των υπολοίπων επιχειρήσεων. Η ανωτέρω διάταξη δεν σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται να απαιτείται η χρήση του εμπορικού σήματος που εξατομικεύει την επιχείρηση που παράγει τα εκάστοτε αγαθά ή υπηρεσίες εκ παραλλήλου, αλλά όχι σε συνάρτηση με το εμπορικό σήμα που διαφοροποιεί τα συγκεκριμένα αγαθά ή τις συγκεκριμένες υπηρεσίες της εν λόγω επιχείρησης.

Άρθρο 21

Άδειες εκμετάλλευσης και εκχώρηση εμπορικών σημάτων

Τα μέλη δύνανται να θεσπίζουν προϋποθέσεις για τη χορήγηση αδειών εκμετάλλευσης και την εκχώρηση εμπορικών σημάτων, ενώ γίνεται δεκτό ότι δεν επιτρέπεται η χορήγηση υποχρεωτικών αδειών για τα εμπορικά σήματα και ότι το πρόσωπο στο οποίο ανήκει ένα καταχωρημένο εμπορικό σήμα έχει το δικαίωμα εκχώρησης του εμπορικού σήματος χωρίς αναγκαστικά να απαιτείται εκ παραλλήλου η μεταβίβαση της επιχείρησης στην οποία ανήκει το εμπορικό σήμα.



Τμήμα 3

Γεωγραφικές ενδείξεις

Άρθρο 22

Προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων

1.  
Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως γεωγραφικές ενδείξεις νοούνται οι ενδείξεις με τις οποίες επισημαίνεται ότι ένα αγαθό κατάγεται από το έδαφος κάποιου μέλους ή από συγκεκριμένη περιοχή της επικράτειας ενός μέλους ή ακόμη από συγκεκριμένο τόπο σε κάποιο μέλος, εφόσον από τη γεωγραφική καταγωγή του προϊόντος συναρτώνται σε μεγάλο βαθμό η ποιότητα, η φήμη και τα λοιπά χαρακτηριστικά του εν λόγω αγαθού.
2.  

Προκειμένου περί των γεωγραφικών ενδείξεων, τα μέλη θέτουν στη διάθεση των ενδιαφερομένων τα έννομα μέσα, με τα οποία να αποτρέπεται:

α) 

η χρήση οποιουδήποτε μέσου για την περιγραφή ή την παρουσίαση ενός αγαθού, με το οποίο δηλώνεται ή υπονοείται ότι το εν λόγω αγαθό κατάγεται από γεωγραφική περιοχή που δεν συμπίπτει με τον πραγματικό τόπο καταγωγής του, εφόσον με τον τρόπο αυτό το κοινό σχηματίζει εσφαλμένη αντίληψη όσον αφορά τη γεωγραφική καταγωγή του αγαθού·

β) 

κάθε χρήση η οποία συνιστά πράξη αθέμιτου ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 10α της σύμβασης των Παρισίων (1967).

3.  
Τα μέλη, είτε αυτεπαγγέλτως εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στη νομοθεσία τους ή κατόπιν αιτήσεως κάποιου ενδιαφερομένου, αρνούνται ή ακυρώνουν την καταχώριση ενός εμπορικού σήματος το οποίο είτε περιλαμβάνει είτε συνίσταται σε μία γεωγραφική ένδειξη αναφορικά με αγαθά που δεν κατάγονται από το έδαφος που δηλώνεται με την ένδειξη, εάν η χρήση της συγκεκριμένης ένδειξης στο εμπορικό σήμα που χρησιμοποιείται για τα εν λόγω αγαθά στο συγκεκριμένο μέλος εμπεριέχει τον κίνδυνο να δοθεί εσφαλμένη εντύπωση στο κοινό ως προς τον πραγματικό τόπο καταγωγής.
4.  
Η προστασία που παρέχεται βάσει των παραγράφων 1, 2 και 3 αναγνωρίζεται επίσης έναντι γεωγραφικών ενδείξεων οι οποίες, ακόμη και αν ακριβολογούν όσον αφορά το έδαφος, την περιοχή ή τον τόπο καταγωγής των αγαθών, δίδουν στο κοινό την εσφαλμένη εντύπωση ότι τα εν λόγω αγαθά κατάγονται από κάποιο άλλο έδαφος.

Άρθρο 23

Επιπρόσθετη προστασία για τις γεωγραφικές ενδείξεις που χρησιμοποιούνται για τα κρασιά και τα οινοπνευματώδη ποτά

1.  
Κάθε μέλος παρέχει στους ενδιαφερόμενους τα έννομα μέσα για την αποτροπή της χρήσης γεωγραφικών ενδείξεων προκειμένου περί κρασιών που δεν κατάγονται από τον τόπο που δηλώνεται με τη χρησιμοποιούμενη γεωγραφική ένδειξη ή προκειμένου περί οινοπνευματωδών ποτών που δεν κατάγονται από τον τόπο που δηλώνεται με τη χρησιμοποιούμενη γεωγραφική ένδειξη, ακόμη και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η πραγματική καταγωγή των αγαθών ή η γεωγραφική ένδειξη αναγράφεται σε μετάφραση ή συνοδεύεται από εκφράσεις όπως «είδος», «τύπου», «με χαρακτηριστικά», «απομίμηση» ή ανάλογες εκφράσεις ( 183 ).
2.  
Η καταχώριση εμπορικού σήματος αναφερόμενου σε κάποιο κρασί, το οποίο περιλαμβάνει ή συνίσταται σε γεωγραφική ένδειξη με την οποία εξατομικεύονται κρασιά, ή εμπορικού σήματος αναφερόμενου σε κάποιο οινοπνευματώδες ποτό, το οποίο περιλαμβάνει ή συνίσταται σε γεωγραφική ένδειξη με την οποία εξατομικεύονται οινοπνευματώδη ποτά, δεν γίνεται δεκτή ή ακυρώνεται, είτε αυτεπαγγέλτως από τις αρχές του εκάστοτε μέλους, εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στη νομοθεσία του, είτε εφόσον το ζητήσει κάποιος ενδιαφερόμενος, όταν το συγκεκριμένο κρασί ή οινοπνευματώδες ποτό είναι διαφορετικής καταγωγής.
3.  
Σε περίπτωση που συμπίπτουν οι γεωγραφικές ενδείξεις που χρησιμοποιούνται για συγκεκριμένα κρασιά, η παρεχόμενη προστασία καλύπτει όλες τις ενδείξεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 22 παράγραφος 4. Κάθε μέλος καθορίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες που διέπουν τη διαφοροποίηση των κατά περίπτωση πανομοιότυπων ενδείξεων μεταξύ τους, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να διασφαλίζεται η δίκαιη αντιμετώπιση των οικείων παραγωγών και να αποτρέπονται οι παρανοήσεις εκ μέρους των καταναλωτών.
4.  
Προκειμένου να διευκολυνθεί η προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων που χρησιμοποιούνται για τα κρασιά, πρόκειται να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του συμβουλίου για τα ΤRΙΡ, με αντικείμενο την καθιέρωση πολυμερούς συστήματος γνωστοποίησης και καταχώρισης των γεωγραφικών ενδείξεων, οι οποίες χρησιμοποιούνται για τα κρασιά που πληρούν τις προϋποθέσεις παροχής προστασίας στα μέλη που μετέχουν στο εν λόγω σύστημα.

Άρθρο 24

Διεθνείς διαπραγματεύσεις και εξαιρέσεις

1.  
Τα μέλη συμφωνούν να διεξαγάγουν διαπραγματεύσεις με σκοπό την αύξηση της προστασίας που παρέχεται στις επιμέρους γεωγραφικές ενδείξεις βάσει του άρθρου 23. Ένα μέλος δεν δύναται να επικαλεστεί τις διατάξεις των παραγράφων 4 έως 8 κατωτέρω για να αρνηθεί τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων ή τη σύναψη διμερών ή πολυμερών συμφωνιών. Στο πλαίσιο των ανωτέρω διαπραγματεύσεων, τα μέλη δέχονται να εξετάσουν τη δυνατότητα συνέχισης της εφαρμογής των προαναφερθεισών διατάξεων ως προς επιμέρους γεωγραφικές ενδείξεις, των οποίων η χρήση έχει αποτελέσει αντικείμενο παρόμοιων διαπραγματεύσεων.
2.  
Το συμβούλιο για τα ΤRΙΡ εξετάζει περιοδικά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος τμήματος· η πρώτη εξέταση αυτής της μορφής διενεργείται εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Το συμβούλιο ενημερώνεται σχετικά με οποιοδήποτε ζήτημα που άπτεται της τήρησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις εν λόγω διατάξεις το συμβούλιο για τα ΤRΙΡ, κατόπιν αιτήσεως κάποιου μέλους, έρχεται σε συνεννοήσεις με οποιοδήποτε μέλος ή μέλη σχετικά με οποιοδήποτε ζήτημα για το οποίο δεν έχει καταστεί δυνατό να εξευρεθεί ικανοποιητική λύση μέσω διμερών ή πλειομερών διαβουλεύσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών. Το συμβούλιο προβαίνει στις ενέργειες οι οποίες αποφασίζονται από κοινού, με σκοπό τη διευκόλυνση της εφαρμογής του παρόντος τμήματος και την προώθηση των στόχων που αυτό θέτει.
3.  
Κατά την εφαρμογή του παρόντος τμήματος, ένα μέλος δεν επιτρέπεται να παρέχει στις γεωγραφικές ενδείξεις μικρότερη προστασία από αυτήν που προβλεπόταν στο εν λόγω μέλος αμέσως πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.
4.  
Καμία διάταξη του παρόντος τμήματος δεν συνεπάγεται ότι τα μέλη οφείλουν να εμποδίζουν τη συνέχιση της χρήσης κατά τρόπο ομοιόμορφο μίας συγκεκριμένης γεωγραφικής ενδείξεως κάποιου άλλου μέλους, η οποία χρησιμοποιείται για την εξατομίκευση κρασιών ή οινοπνευματωδών ποτών, προκειμένου περί αγαθών ή υπηρεσιών, εκ μέρους ενός υπηκόου τους ή κάποιου προσώπου που έχει τη νόμιμη κατοικία του στην επικράτειά τους, εφόσον το πρόσωπο αυτό έχει κάνει συστηματική χρήση της εν λόγω γεωγραφικής ενδείξεως σε σχέση με όμοια ή παρεμφερή αγαθά ή υπηρεσίες στην επικράτεια του εν λόγω μέλους, είτε α) επί δεκαετία τουλάχιστον πριν από τις 15 Απριλίου 1994, είτε β) καλοπίστως, πριν από την προαναφερθείσα ημερομηνία.
5.  

Όταν ένα εμπορικό σήμα έχει υποβληθεί προς καταχώριση ή έχει καταχωρηθεί καλοπίστως ή όταν έχουν αποκτηθεί δικαιώματα σε ένα εμπορικό σήμα μέσω της χρήσης του καλοπίστως, είτε:

α) 

πριν από την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή των παρουσών διατάξεων στο οικείο μέλος, όπως αυτή καθορίζεται στο μέρος VI, είτε

β) 

πριν θεσπιστεί η προστασία της γεωγραφικής ενδείξεως στη χώρα από την οποία προέρχεται,

τότε τα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος τμήματος δεν θίγουν τη δυνατότητα καταχώρισης ή την ισχύ της καταχώρισης κάποιου εμπορικού σήματος ή το δικαίωμα χρήσης κάποιου εμπορικού σήματος, με βάση το σκεπτικό ότι το εν λόγω εμπορικό σήμα είναι πανομοιότυπο ή παρεμφερές με συγκεκριμένη γεωγραφική ένδειξη.

6.  
Καμία διάταξη του παρόντος τμήματος δεν συνεπάγεται ότι τα μέλη οφείλουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις του σε σχέση με μια γεωγραφική ένδειξη η οποία χρησιμοποιείται σε οποιοδήποτε άλλο μέλος για αγαθά ή υπηρεσίες, όταν η αρμόζουσα ένδειξη για τα εν λόγω αγαθά ή υπηρεσίες ταυτίζεται με τον όρο που χρησιμοποιείται συνήθως στην καθομιλουμένη και αποτελεί την κοινή ονομασία των εν λόγω αγαθών ή υπηρεσιών στο εδαφους του μέλους αυτού. Καμία διάταξη του παρόντος τμήματος δεν συνεπάγεται ότι τα μέλη οφείλουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις του σε σχέση με κάποια γεωγραφική ένδειξη η οποία χρησιμοποιείται σε οποιοδήποτε άλλο μέλος για προϊόντα που προέρχονται από είδος αμπέλου, για την οποία η αρμόζουσα ένδειξη ταυτίζεται με την κοινή ονομασία ποικιλίας σταφυλιών που απαντά στο έδαφος του εν λόγω μέλους κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.
7.  
Ένα μέλος δύναται να θεσπίζει ρύθμιση σύμφωνα με την οποία οι αιτήσεις που υποβάλλονται δυνάμει του παρόντος τμήματος σε σχέση με τη χρήση ή την καταχώριση ενός εμπορικού σήματος πρέπει να έχουν παραληφθεί εντός πενταετίας είτε από τη στιγμή που η αντικανονική χρήση της προστατευόμενης ενδείξεως έχει γίνει ευρέως γνωστή στο εν λόγω μέλος, είτε από την ημερομηνία καταχώρισης του εμπορικού σήματος στο εν λόγω μέλος, υπό τον όρο ότι το εμπορικό σήμα έχει δημοσιευθεί μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, σε περίπτωση που η ημερομηνία αυτή είναι προγενέστερη της ημερομηνίας κατά την οποία η αντικανονική χρήση του σήματος έγινε ευρέως γνωστή στο συγκεκριμένο μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι η γεωγραφική ένδειξη δεν χρησιμοποιείται ή δεν έχει καταχωρηθεί κακή τη πίστει.
8.  
Οι διατάξεις του παρόντος τμήματος δεν θίγουν με κανέναν τρόπο το δικαίωμα οποιουδήποτε προσώπου να χρησιμοποιεί στο πλαίσιο της εμπορικής του δραστηριότητας το όνομά του ή το όνομα του προκατόχου του στην επιχείρηση, εκτός αν το όνομα αυτό χρησιμοποιείται με τέτοιον τρόπο, ώστε να δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις στο κοινό.
9.  
Βάσει της παρούσας συμφωνίας δεν υφίσταται υποχρέωση παροχής προστασίας σε γεωγραφικές ενδείξεις οι οποίες είτε δεν χαίρουν προστασίας είτε έχουν παύσει να χαίρουν προστασίας στη χώρα από την οποία προέρχονται ή οι οποίες έχουν περιέλθει σε αχρησία στην εν λόγω χώρα.



Τμήμα 4

Βιομηχανικά σχέδια

Άρθρο 25

Προϋποθέσεις προστασίας

1.  
Τα μέλη θεσπίζουν ρυθμίσεις για την προστασία νέων ή πρωτότυπων βιομηχανικών σχεδίων που έχουν δημιουργηθεί κατά τρόπο ανεξάρτητο. Τα μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι ένα σχέδιο δεν θεωρείται νέο ή πρωτότυπο, αν δεν διαφέρει ουσιωδώς από άλλα γνωστά σχέδια ή από συνδυασμούς επιμέρους στοιχείων άλλων γνωστών σχεδίων. Τα μέλη δύνανται να καθιερώνουν την πρόβλεψη ότι η προστασία αυτή δεν εκτείνεται σε σχέδια που στην ουσία αποτελούν απόρροια τεχνικών ή λειτουργικών παραμέτρων.
2.  
Κάθε μέλος λαμβάνει μέτρα, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι προϋποθέσεις που τάσσονται για την εξασφάλιση της προστασίας των σχεδίων της κλωστοϋφαντουργίας, και ειδικότερα εκείνες που αναφέρονται στις σχετικές δαπάνες, την εξέταση και τη δημοσίευσή τους, δεν αίρουν σε υπερβολικό βαθμό τη δυνατότητα των ενδιαφερομένων να ζητήσουν και να λάβουν τη σχετική προστασία. Τα μέλη έχουν την ευχέρεια να συμμορφώνονται προς την ανωτέρω υποχρέωση είτε με τη θέσπιση νομοθεσίας στον τομέα των βιομηχανικών σχεδίων είτε με τη θέσπιση νομοθεσίας στον τομέα των δικαιωμάτων δημιουργού.

Άρθρο 26

Προστασία

1.  
Ο κύριος ενός προστατευόμενου βιομηχανικού σχεδίου έχει το δικαίωμα να εμποδίζει τρίτους να προβαίνουν χωρίς τη συγκατάθεσή του στην παραγωγή, στην πώληση ή την εισαγωγή ειδών που φέρουν ή ενσωματώνουν ένα σχέδιο το οποίο είναι είτε εξ ολοκλήρου είτε σε μεγάλο βαθμό αντίγραφο του προστατευόμενου σχεδίου, υπό την προϋπόθεση ότι οι ανωτέρω πράξεις επιχειρούνται για εμπορικούς λόγους.
2.  
Τα μέλη δύνανται να καθιερώνουν περιορισμένης έκτασης εξαιρέσεις στην προστασία των βιομηχανικών σχεδίων, υπό τον όρο ότι οι εξαιρέσεις αυτές δεν συνεπάγονται υπέρμετρους περιορισμούς για την κανονική εκμετάλευση των προστατευομένων βιομηχανικών σχεδίων και δεν θίγουν σε υπερβολικό βαθμό τα νόμιμα συμφέροντα του κυρίου του προστατευόμενου σχεδίου, λαμβανομένων υπόψη των νόμιμων συμφερόντων τυχόν τρίτων.
3.  
Η διάρκεια της παρεχόμενης προστασίας δεν είναι δυνατό να είναι συντομότερη από 10 έτη.



Τμήμα 5

Διπλώματα ευρεσιτεχνίας

Άρθρο 27

Αντικείμενο των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας

1.  
Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3, διπλώματα ευρεσιτεχνίας είναι δυνατό να απονέμονται για οποιαδήποτε εφεύρεση, είτε αυτή αφορά κάποιο προϊόν είτε αφορά κάποια μέθοδο, σε όλους τους τομείς της τεχνολογίας, υπό την προϋπόθεση ότι η εφεύρεση είναι νέα, ότι στηρίζεται σε κάποια επινόηση και ότι είναι ικανή να αποτελέσει αντικείμενο βιομηχανικής εφαρμογής ( 184 ). Με την επιφύλαξη του άρθρου 65 παράγραφος 4, του άρθρου 70 παράγραφος 8 και της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, η απονομή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και η αναγνώριση των δικαιωμάτων που απορρέουν από διπλώματα ευρεσιτεχνίας πραγματοποιούνται χωρίς διακρίσεις όσον αφορά τον τόπο εφεύρεσης, τον τεχνολογικό τομέα ή το κατά πόσον τα οικεία προϊόντα είναι εισαγόμενα ή εγχωρίως παραγόμενα.
2.  
Τα μέλη δύνανται να αρνούνται την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας αναφορικά με μια εφεύρεση, όταν η παρεμπόδιση της εμπορικής εκμετάλλευσης της εφεύρεσης αυτής στο έδαφός τους επιβάλλεται για λόγους προστασίας της δημόσιας τάξης ή ηθικής, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης προστασίας της ζωής ή της υγείας των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών ή της αποτροπής πρόκλησης σοβαρής ζημίας στο περιβάλλον, υπό την προϋπόθεση ότι η άρνηση αυτή δεν στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός ότι η εκμετάλλευση της εφεύρεσης απαγορεύεται βάσει της νομοθεσίας του οικείου μέλους.
3.  

Τα μέλη δύνανται επίσης να αρνούνται την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας αναφορικά με:

α) 

διαγνωστικές, θεραπευτικές και χειρουργικές μεθόδους, οι οποίες προορίζονται για ανθρώπους ή ζώα·

β) 

φυτά και ζώα, πλην των μικροοργανισμών, καθώς και βιολογικών κατά βάση μεθόδων για την παραγωγή φυτών ή ζώων, με εξαίρεση τις μη βιολογικές και τις μικροβιολογικές μεθόδους. Εντούτοις, τα μέλη παρέχουν προστασία σε φυτικές ποικιλίες, είτε με την απονομή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας είτε με την εφαρμογή κάποιου αποτελεσματικού συστήματος που καθιερώνουν ειδικά για τον σκοπό αυτό, ή ακόμη με συνδυασμό των ανωτέρω. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου επανεξετάζονται τέσσερα έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

Άρθρο 28

Απονεμόμενα δικαιώματα

1.  

Κάθε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας παρέχει στον κύριό του τα ακόλουθα αποκλειστικά δικαιώματα:

α) 

όταν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αφορά κάποιο προϊόν, ο κύριος του διπλώματος δικαιούται να εμποδίζει τρίτους να προβαίνουν χωρίς τη συγκατάθεσή του στην παραγωγή, τη χρησιμοποίηση, την προσφορά προς πώληση, την πώληση ή την εισαγωγή ( 185 ) για τους προαναφερθέντες σκοπούς του συγκεκριμένου προϊόντος·

β) 

όταν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αφορά κάποια μέθοδο, ο κύριος του διπλώματος δικαιούται να εμποδίζει τρίτους να προβαίνουν χωρίς τη συγκατάθεσή του στη χρησιμοποίηση της μεθόδου, καθώς και στη χρησιμοποίηση, προσφορά προς πώληση, πώληση ή εισαγωγή για τους προαναφερθέντες σκοπούς τουλάχιστον των προϊόντων που παράγονται απευθείας με τη συγκεκριμένη μέθοδο.

2.  
Οι κύριοι των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας έχουν επίσης το δικαίωμα να εκχωρούν ή να μεταβιβάζουν διά διαδοχής το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, καθώς επίσης να συνομολογούν συμβάσεις εκμετάλλευσης.

Άρθρο 29

Προϋποθέσεις απονομής διπλώματος ευρεσιτεχνίας

1.  
Τα μέλη απαιτούν από τα πρόσωπα που υποβάλλουν κάποια εφεύρεση με αίτημα την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας να περιγράφουν την εφεύρεση κατά τρόπο αρκετά σαφή και ολοκληρωμένο, ώστε να είναι δυνατή η θέση σε εφαρμογή της εφεύρεσης από πρόσωπο που διαθέτει την αναγκαία ειδική κατάρτιση· επίσης δύνανται να απαιτούν από τους ενδιαφερομένους να επισημαίνουν τον καλύτερο τρόπο θέσης σε εφαρμογή της εφεύρεσης, τον οποίον γνωρίζει ο εφευρέτης κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή, αν διεκδικείται προτεραιότητα, κατά την ημερομηνία προτεραιότητας που αναφέρεται στην αίτηση.
2.  
Τα μέλη δύνανται να ζητούν από τα πρόσωπα που υποβάλλουν αίτηση για την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας να προσκομίζουν στοιχεία σχετικά με ανάλογες αιτήσεις που έχουν ενδεχομένως καταθέσει στο εξωτερικό και με τυχόν διπλώματα ευρεσιτεχνίας που τους έχουν χορηγηθεί εκεί.

Άρθρο 30

Εξαιρέσεις στα απονεμόμενα δικαιώματα

Τα μέλη δύνανται να θεσπίζουν περιορισμένης έκτασης εξαιρέσεις στα αποκλειστικά δικαιώματα που απορρέουν από τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, υπό τον όρο ότι οι εξαιρέσεις αυτές δεν συνεπάγονται υπέρμετρους περιορισμούς για την κανονική εκμετάλλευση της ευρεσιτεχνίας και δεν θίγουν σε υπερβολικό βαθμό τα νόμιμα συμφέροντα του κυρίου του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, λαμβανομένων υπόψη των νόμιμων συμφερόντων τυχόν τρίτων.

Άρθρο 31

Λοιπές χρήσεις χωρίς την άδεια του δικαιούχου

Όταν η νομοθεσία ενός μέλους επιτρέπει ορισμένες άλλες χρήσεις ( 186 ) του προϊόντος ή της μεθόδου που αποτελεί αντικείμενο του διπλώματος ευρεσσιτεχνίας χωρίς την άδεια του δικαιούχου, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης από τις κρατικές αρχές ή της χρήσης από τρίτους με την έγκριση των κρατικών αρχών, είναι εφαρμοστέες οι ακόλουθες διατάξεις:

α) 

η δυνατότητα χορήγησης έγκρισης για την εκάστοτε χρήση εξετάζεται με βάση τα ατομικά στοιχεία της συγκεκριμένης περίπτωσης·

β) 

η χρήση αυτή επιτρέπεται μόνο εφόσον, πριν προβεί σε αυτήν, ο ενδιαφερόμενος έχει καταβάλει προσπάθειες να εξασφαλίσει την άδεια του δικαιούχου υπό εύλογους οικονομικούς όρους και προϋποθέσεις, και οι προσπάθειες αυτές δεν έχουν ευοδωθεί μεσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Ένα μέλος δύναται να μην απαιτεί τη συνδρομή της ανωτέρω προϋπόθεσης σε περιπτώσεις εθνικής έκτακτης ανάγκης ή αν συντρέχει κάποια άλλη περίσταση εξαιρετικά επείγοντος χαρακτήρα ή σε περιπτώσεις που γίνεται χρήση εκ μέρους των κρατικών αρχών για σκοπούς μη εμπορικούς. Ακόμη, όμως, και σε περιπτώσεις εθνικής έκτακτης ανάγκης ή όταν συντρέχει κάποια άλλη περίσταση εξαιρετικά επείγοντος χαρακτήρα, ο δικαιούχος πρέπει να ενημερώνεται σχετικά το συντομότερο δυνατό. Σε περιπτώσεις που γίνεται χρήση εκ μέρους των κρατικών αρχών για σκοπούς μη εμπορικούς και όταν οι κρατικές αρχές ή η επιχείρηση, χωρίς να έχουν διενεργήσει έρευνα σχετικά με τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, γνωρίζουν ή έχουν υπόψη τους αποδεδειγμένα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι ένα έγκυρο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας χρησιμοποιείται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθεί από τις κρατικές αρχές, ο δικαιούχος ενημερώνεται σχετικά αμελλητί·

γ) 

η έκταση και η διάρκεια της χρήσης περιορίζεται στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο παρεσχέθη η σχετική έγκριση, ενώ όταν πρόκειται για τεχνολογία στον τομέα των ημιαγωγών, επιτρέπεται μόνο η χρήση από κρατικές αρχές για σκοπούς μη εμπορικούς ή για την άρση των συνεπειών μιας πρακτικής που έχει κριθεί ως αντιβαίνουσα στον ανταγωνισμό μετά από σχετική δικαστική ή διοικητική διαδικασία·

δ) 

η χρήση δεν έχει αποκλειστικό χαρακτήρα·

ε) 

δεν επιτρέπεται η εκχώρηση του δικαιώματος χρήσης σε τρίτο, παρά μόνον από κοινού με το τμήμα της επιχείρησης ή της πελατείας στο οποίο επιτρέπεται η χρήση·

στ) 

σε κάθε περίπτωση η χρήση επιτρέπεται κατά κύριο λόγο για την κάλυψη της ζήτησης στην εγχώρια αγορά του μέλους που παρέχει την έγκριση γι' αυτήν·

γ) 

με την επιφύλαξη της επαρκούς προστασίας των νόμιμων συμφερόντων των προσώπων που λαμβάνουν τη σχετική έγκριση, η έγκριση είναι δυνατό να ανακαλείται αν και όποτε εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους παρεσχέθη και υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι πιθανό να ανακύψουν εκ νέου οι λόγοι αυτοί. Η αρμόδια αρχή, εάν της υποβληθεί σχετική αιτιολογημένη αίτηση, έχει την εξουσία να εξετάζει κατά πόσον εξακολουθούν να υφίστανται οι λόγοι για τους οποίους παρεσχέθη η έγκριση·

η) 

στην δικαιούχο καταβάλλεται οικονομικό αντάλλαγμα το οποίο κρίνεται εύλογο με βάση τα δεδομένα κάθε περίπτωσης και αφού ληφθεί υπόψη η οικονομική αξία της έγκρισης·

θ) 

η νομιμότητα οποιασδήποτε απόφασης που αφορά την παροχή έγκρισης για τέτοιου είδους χρήσεις υπόκειται στον έλεγχο των δικαστηρίων ή κάποιου άλλου λειτουργικά ανεξάρτητου ανώτερου οργάνου στο οικείο μέλος·

ι) 

κάθε απόφαση η οποία αφορά το οικονομικό αντάλλαγμα που παρέχεται για τη χρήση υπόκειται στον έλεγχο των δικαστηρίων ή κάποιου άλλου λειτουργικά ανεξάρτητου ανώτερου οργάνου στο οικείο μέλος·

κ) 

τα μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να εφαρμόζουν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα στοιχεία β) και στ), όταν η έγκριση της χρήσης παρέχεται για την άρση των συνεπειών μιας πρακτικής που έχει κριθεί ως αντιβαίνουσα στον ανταγωνισμό μετά από σχετική δικαστική ή διοικητική διαδικασία. Για τον καθορισμό του ύψους του οικονομικού ανταλλάγματος σε τέτοιες περιπτώσεις είναι δυνατό να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη καταστολής πρακτικών που νοθεύουν τον ανταγωνισμό. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αρνούνται την ανάκληση της έγκρισης αν και όποτε κρίνουν ότι είναι πιθανό να ανακύψουν εκ νέου οι λόγοι για τους οποίους παρεσχέθη η έγκριση·

λ) 

όταν παρέχεται έγκριση για κάποια χρήση με σκοπό να καταστεί δυνατή η εκμετάλλευση ενός διπλώματος ευρεσιτεχνίας («δεύτερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας»), η εκμετάλλευση του οποίου είναι αδύνατη χωρίς την παραβίαση κάποιου άλλου διπλώματος ευρεσιτεχνίας («πρώτο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας»), είναι επιπλέον εφαρμοστέες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i) 

η εφεύρεση που κατοχυρώνεται με το δεύτερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας πρέπει να στηρίζεται σε σημαντική τεχνική πρόοδο μεγάλης οικονομικής σπουδαιότητας σε σχέση με την εφεύρεση που κατοχυρώνεται με το πρώτο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας·

ii) 

ο κύριος του πρώτου διπλώματος ευρεσιτεχνίας δικαιούται να λάβει παράλληλη άδεια υπό εύλογους όρους για τη χρήση της εφεύρεσης που κατοχυρώνεται με το δεύτερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας· και

iii) 

η χρήση που επιτρέπεται σε σχέση με το πρώτο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν επιτρέπεται να παραχωρηθεί σε τρίτο, παρά μόνο εφόσον παράλληλα εκχωρείται και το δεύτερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

Άρθρο 32

Ανάκληση/Αφαίρεση

Παρέχεται η δυνατότητα δικαστικού ελέγχου οποιασδήποτε απόφασης η οποία αφορά την ανάκληση ή την αφαίρεση ενός διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

Άρθρο 33

Διάρκεια της προστασίας

Η παρεχόμενη προστασία διαρκεί τουλάχιστον μέχρι την πάροδο εικοσαετίας από την ημερομηνία κατάθεσης της σχετικής αίτησης ( 187 ).

Άρθρο 34

Διπλώματα ευρεσιτεχνίας με αντικείμενο μεθόδους: βάρος της απόδειξης

1.  

Για τους σκοπούς τυχόν διαδικασιών ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων με αντικείμενο την παραβίαση των δικαιωμάτων του κυρίου, για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 28 παράγραφος 1 στοιχείο β), όταν μεν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αφορά κάποια μέθοδο παραγωγής συγκεκριμένου προϊόντος, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να απαιτήσουν από τον εναγόμενο να αποδείξει ότι η μέθοδος παραγωγής κάποιου πανομοιότυπου προϊόντος διαφέρει από τη μέθοδο η οποία κατοχυρώνεται με το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Συνεπώς, τα μέλη καθιερώνουν πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία, σε μία τουλάχιστον από τις κατωτέρω περιπτώσεις, όταν κάποιο πανομοιότυπο προϊόν παράγεται χωρίς τη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο ανήκει η αντίστοιχη ευρεσιτεχνία, τεκμαίρεται, εκτός αν αποδεικνύεται το αντίθετο, ότι το προϊόν έχει παραχθεί με τη μέθοδο που κατοχυρώνεται με το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας:

α) 

σε περίπτωση που το προϊόν που παράγεται με τη μέθοδο, η οποία κατοχυρώνεται με το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, είναι καινούργιο·

β) 

εφόσον υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το πανομοιότυπο προϊόν να έχει παραχθεί με τη συγκεκριμένη μέθοδο, ενώ το πρόσωπο στο οποίο ανήκει η ευρεσιτεχνία έχει καταβάλει εύλογη προσπάθεια χωρίς να μπορέσει να προσδιορίσει τη μέθοδο παραγωγής που όντως χρησιμοποιήθηκε.

2.  
Τα μέλη είναι ελεύθερα να προβλέπουν ότι το βάρος της απόδειξης που ορίζεται στην παράγραφο 1 ανήκει στην πλευρά που κατηγορείται για παραβίαση του δικαιώματος μόνο εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση που ορίζεται στο στοιχείο α) ή μόνο εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση που ορίζεται στο στοιχείο β).
3.  
Κατά την προσαγωγή αποδεικτικών στοιχείων περί του αντιθέτου, λαμβάνονται υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα των εναγομένων σχετικά με την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου και των μυστικών περί τις μεθόδους παραγωγής.



Τμήμα 6

Διατάξεις (τοπογραφίες) ολοκληρωμένων κυκλωμάτων

Άρθρο 35

Σχέση με τη συνθήκη ΙΡΙC

Τα μέλη συμφωνούν να παρέχουν προστασία στις διατάξεις (τοπογραφίες) ολοκληρωμένων κυκλωμάτων (οι οποίες στην παρούσα συμφωνία καλούνται «διατάξεις») βάσει των άρθρων 2 έως 7 (πλην του άρθρου 6 παράγραφος 3), του άρθρου 12 και του άρθρου 16 παράγραφος 3 της συνθήκης για την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων («συνθήκη ΙΡΙC») και, επιπλέον, να εφαρμόζουν τις διατάξεις που ακολουθούν.

Άρθρο 36

Έκταση της προστασίας

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 37 παράγραφος 1, τα μέλη θεωρούν παράνομες τις ακόλουθες ενέργειες, εφόσον επιχειρούνται χωρίς την άδεια του δικαιούχου ( 188 ): την εισαγωγή, πώληση ή διακίνηση με οιονδήποτε τρόπο και για εμπορικούς σκοπούς μιας προστατευόμενης διάταξης, ενός ολοκληρωμένου κυκλώματος στο οποίο είναι ενσωματωμένη μια προστατευόμενη διάταξη ή οποιουδήποτε προϊόντος στο οποίο είναι ενσωματωμένο ένα τέτοιο ολοκληρωμένο κύκλωμα, μόνο στο βαθμό που η διάταξη, το ολοκληρωμένο κύκλωμα ή το προϊόν για το οποίο πρόκειται σε κάθε περίπτωση εξακολουθεί να περιλαμβάνει μια παρανόμως αναπαραχθείσα διάταξη.

Άρθρο 37

Πράξεις για τις οποίες δεν είναι απαραίτητη η άδεια του δικαιούχου

1.  
Κατά παρέκκλιση του άρθρου 36, τα μέλη δεν δύνανται να θεωρούν παράνομη τη διενέργεια καμίας από τις πράξεις που μνημονεύονται στο προαναφερθέν άρθρο προκειμένου περί ενός ολοκληρωμένου κυκλώματος, στο οποίο είναι ενσωματωμένη μια παρανόμως αναπαραχθείσα διάταξη, ή οποιουδήποτε προϊόντος, στο οποίο είναι ενσωματωμένο ένα τέτοιο ολοκληρωμένο κύκλωμα, όταν το πρόσωπο που την επιχειρεί ή που ζητεί την εκτέλεσή της δεν γνώριζε και δεν μπορούσε λογικά να γνωρίζει κατά την απόκτηση του ολοκληρωμένου κυκλώματος ή τους προϊόντος στο οποίο είναι ενσωματωμένο ένα τέτοιο ολοκληρωμένο κύκλωμα ότι αυτό περιλάμβανε μια παρανόμως αναπαραχθείσα διάταξη. Τα μέλη προβλέπουν ότι από τη στιγμή που το εν λόγω πρόσωπο έχει ενημερωθεί καταλλήλως σχετικά με την παράνομη αναπαραγωγή της διάταξης, δύναται να επιχειρεί οποιαδήποτε από τις προαναφερθείσες πράξεις σε σχέση με τα προϊόντα που έχει ήδη παραλάβει ή έχει παραγγείλει από προηγουμένως, αλλά παράλληλα υποχρεούται να καταβάλει στο δικαιούχο κάποιο ποσό, που να αντιστοιχεί σε εύλογου ύψους δικαίωμα εκμετάλλευσης, το οποίο θα ήταν κανονικά καταβλητέο, αν οι δύο πλευρές είχαν συνάψει κατόπιν ελεύθερων διαπραγματεύσεων συμφωνία εκμετάλλευσης της εν λόγω διάταξης.
2.  
Οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 31 στοιχεία α) έως κ) εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν και σε περιπτώσεις εκούσιας παραχώρησης αδείας σε σχέση με κάποια διάταξη ή με τη χρήση της εκ μέρους ή για λογαριασμό των κρατικών αρχών χωρίς την άδεια του δικαιούχου.

Άρθρο 38

Διάρκεια της προστασίας

1.  
Στα μέλη στα οποία η καταχώριση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την παροχή προστασίας, η προστασία που παρέχεται στις διατάξεις ολοκληρωμένων κυκλωμάτων διαρκεί τουλάχιστον μέχρι την παρέλευση 10 ετών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρισης ή από την πρώτη εμπορική εκμετάλλευση της διάταξης, σε οποιοδήποτε σημείο του κόσμου και αν έχει πραγματοποιηθεί αυτή.
2.  
Στα μέλη στα οποία η καταχώριση δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την παροχή προστασίας, η προστασία που παρέχεται στις διατάξεις ολοκληρωμένων κυκλωμάτων διαρκεί τουλάχιστον 10 έτη από την ημερομηνία της πρώτης εμπορικής εκμετάλλευσης της διάταξης, σε οποιοδήποτε σημείο του κόσμου και αν έχει πραγματοποιηθεί αυτή.
3.  
Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2, τα μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι η προστασία παύει 15 έτη μετά τη δημιουργία της προστατευoμένης διάταξης.



Τμήμα 7

Προστασία μη αποκαλυφθεισών πληροφοριών

Άρθρο 39

1.  
Στο πλαίσιο της διασφάλισης της αποτελεσματικής προστασίας έναντι πρακτικών που συνεπάγονται αθέμιτο ανταγωνισμό, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 10α της σύμβασης των Παρισίων (1967), τα μέλη παρέχουν προστασία, αφενός, στις μη αποκαλυφθείσες πληροφορίες, όπως προβλέπει η παράγραφος 2, και, αφετέρου, στα στοιχεία που έχουν τεθεί στη διάθεση των κρατικών αρχών ή κρατικών φορέων, όπως προβλέπει η παράγραφος 3.
2.  

Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να εμποδίσει την αποκάλυψη σε τρίτους πληροφοριών οι οποίες έχουν περιέλθει στην κατοχή του με νόμιμο τρόπο, καθώς και την απόκτηση ή τη χρήση τέτοιων πληροφοριών εκ μέρους τρίτων χωρίς τη συγκατάθεσή του και κατά τρόπο που να αντιβαίνει σε θεμιτές επιχειρηματικές πρακτικές ( 189 ), υπό την προϋπόθεση ότι οι εκάστοτε πληροφορίες:

α) 

είναι απόρρητες, υπό την έννοια ότι, είτε ως σύνολο, είτε από την άποψη του ακριβούς περιεχομένου και της διάταξης των επιμέρους στοιχείων που τις αποτελούν, δεν είναι ευρέως γνωστές, ούτε μπορούν να γίνουν ευκόλως γνωστές σε πρόσωπα ανήκοντα σε κύκλους που ασχολούνται συνήθως με το οικείο είδος πληροφοριών·

β) 

έχουν εμπορική αξία, η οποία απορρέει από τον απόρρητο χαρακτήρα τους· και

γ) 

το πρόσωπο που έχει αποκτήσει με νόμιμο τρόπο τον έλεγχο επί των εν λόγω πληροφοριών έχει καταβάλει εύλογες προσπάθειες, λαμβανομένων υπόψη των όλων συνθηκών, για τη διαφύλαξη του απόρρητου χαρακτήρα τους.

3.  
Τα μέλη, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες εξαρτούν την παροχή έγκρισης για τη διάθεση στην αγορά φαρμακευτικών προϊόντων ή χημικών προϊόντων που χρησιμοποιούνται στη γεωργία και για τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί νέες χημικές ενώσεις από την υποβολή των αποτελεσμάτων δοκιμών, τα οποία δεν έχουν προηγουμένως δοθεί στη δημοσιότητα, ή άλλου είδους στοιχείων, η συγκέντρωση των οποίων απαιτεί μεγάλη προσπάθεια, οφείλουν να προστατεύουν τα εν λόγω στοιχεία έναντι αθέμιτων επιχειρηματικών πρακτικών. Επιπλέον, τα μέλη διαφυλάσσουν τον απόρρητο χαρακτήρα των εν λόγω στοιχείων, εκτός αν η αποκάλυψή τους είναι αναγκαία για την προστασία του κοινού ή εκτός αν λαμβάνονται μέτρα για την προστασία των στοιχείων έναντι αθέμιτων επιχειρηματικών πρακτικών.



Τμήμα 8

Έλεγχος πρακτικών που συνεπάγονται στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στο πλαίσιο αδειών εκμετάλλευσης

Άρθρο 40

1.  
Τα μέλη συμφωνούν ότι ορισμένες πρακτικές που εφαρμόζονται ή όροι που επιβάλλονται στο πλαίσιο παραχώρησης αδειών εκμετάλλευσης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ενδέχεται να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις συναλλαγές και να παρεμποδίζουν τη μεταφορά και διάδοση τεχνολογικών γνώσεων.
2.  
Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει τα μέλη να προσδιορίζουν στο πλαίσιο της νομοθεσίας τους τις πρακτικές παραχώρησης αδειών εκμετάλλευσης ή τις συναφείς προϋποθέσεις οι οποίες είναι πιθανό σε ορισμένες περιπτώσεις να αποτελούν κατάχρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, με αρνητικές συνέπειες για τον ανταγωνισμό στις εκάστοτε αγορές. Όπως ορίζεται και παραπάνω, τα μέλη δύνανται, σεβόμενα τις υπόλοιπες διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, να θεσπίζουν τα κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή ή τον έλεγχο τέτοιου είδους πρακτικών, οι οποίες είναι δυνατόν, επί παραδείγματι, νά έχουν τη μορφή αποκλειστικών ρητρών αντιπαραχώρησης, όρων με τους οποίους απαγορεύεται η προσβολή της ισχύος μιας πράξης ή της αναγκαστικής εκμετάλλευσης περισσοτέρων προϊόντων, με βάση τους σχετικούς νόμους και κανονισμούς του οικείου μέλους.
3.  
Κάθε μέλος, εφόσον του υποβληθεί σχετικό αίτημα, αρχίζει διαβουλεύσεις με κάποιο άλλο μέλος, που έχει λόγους να πιστεύει ότι ένα πρόσωπο, στο οποίο ανήκει κάποιο δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και το οποίο έχει την υπηκοότητα του μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση διεξαγωγής διαβουλεύσεων ή έχει τη νόμιμη κατοικία του σε αυτό, επιχειρεί να εφαρμόσει πρακτικές οι οποίες έρχονται σε σύγκρουση με τους νόμους και τους κανονισμούς του αιτούντος μέλους, τους σχετικούς με τα θέματα που ρυθμίζονται από το παρόν τμήμα· στην περίπτωση αυτή το αιτούν μέλος επιθυμεί να εξασφαλίσει την τήρηση της νομοθεσίας του, χωρίς να θίγεται η δυνατότητα λήψης μέτρων από εκάτερα τα μέρη βάσει της νομοθεσίας τους και χωρίς να περιστέλλεται καθόλου η ελευθερία τους να λάβουν κάποια οριστική απόφαση. Το μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση εξετάζει με πνεύμα πλήρους κατανόησης τη δυνατότητα διεξαγωγής διαβουλεύσεων με το αιτούν μέλος και παρέχει τις κατάλληλες ευκαιρίες τι' αυτό τον σκοπό. Επίσης επιδεικνύει διάθεση συνεργασίας, παρέχοντας μη εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίες, οι οποίες είναι προσιτές στο ευρύ κοινό και έχουν σχέση με την υπόθεση, καθώς και τυχόν άλλα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, με την επιφύλαξη της εσωτερικής του νομοθεσίας και της σύναψης αμοιβαία αποδεκτών συμφωνιών με αντικείμενο τη διαφύλαξη της εμπιστευτικότητας των εν λόγω στοιχείων εκ μέρους του αιτούντος μέλους.
4.  
Όταν σε ένα μέλος εκκρεμούν διαδικασίες σε βάρος προσώπων που έχουν την υπηκοότητα κάποιου άλλου μέλους ή έχουν τη νόμιμη κατοικία τους σε αυτό το τελευταίο, με την κατηγορία ότι έχουν παραβιάσει τους νόμους και τους κανονισμούς του πρώτου μέλους που άπτονται των θεμάτων που ρυθμίζονται από τα παρόν τμήμα, το μέλος αυτό παρέχει, εφόσον του ζητηθεί, στο άλλο μέλος τη δυνατότητα διεξαγωγής διαβουλεύσεων υπό τις ίδιες προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3.



ΜΕΡΟΣ III

ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ



Τμήμα 1

Γενικές υποχρεώσεις

Άρθρο 41

1.  
Τα μέλη μεριμνούν ώστε η νομοθεσία τους να προβλέπει τις διαδικασίες επιβολής που ορίζονται στο παρόν μέρος, προκειμένου να είναι δυνατή η αποτελεσματική λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση κάθε πράξης παραβίασης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας που κατοχυρώνονται από την παρούσα συμφωνία στα μέτρα αυτά συμπεριλαμβάνονται κατασταλτικά μέτρα τα οποία είναι δυνατό να εφαρμόζονται γρήγορα για να αποτραπούν τυχόν παραβιάσεις, καθώς και κατασταλτικά μέτρα, με τα οποία αποθαρρύνεται η διάπραξη περαιτέρω παραβιάσεων. Οι εν λόγω διαδικασίες εφαρμόζονται με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποφεύγεται η ανόρθωση εμποδίων για το νόμιμο εμπόριο και να καθιερώνονται μηχανισμοί για την εξασφάλιση της μη καταχρηστικής προσφυγής σε αυτές.
2.  
Οι διαδικασίες για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας πρέπει να είναι εύλογες και δίκαιες. Επίσης δεν πρέπει να είναι υπερβολικά περίπλοκες ούτε υπερβολικά δαπανηρές και να μη συνεπάγονται αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Ακόμη, οι προθεσμίες που τάσσονται για την εφαρμογή τους πρέπει να είναι εύλογες.
3.  
Οι αποφάσεις που εκδίδονται επί της ουσίας κάθε υπόθεσης πρέπει, εφόσον είναι δυνατό, να είναι γραπτές και αιτιολογημένες και να κοινοποιούνται τουλάχιστον στους διαδίκους χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Οι αποφάσεις που εκδίδονται επί της ουσίας κάθε υπόθεσης πρέπει να είναι θεμελιωμένες σε εκείνα τα αποδεικτικά στοιχεία και μόνο, επί των οποίων είχαν τη δυνατότητα να εκφρασθούν οι διάδικοι.
4.  
Στα μέρη που μετέχουν σε μια διαδικασία παραχωρείται η δυνατότητα να ζητήσουν την εξέταση της ορθότητας των οριστικών αποφάσεων της Διοίκησης από δικαστικό όργανο, καθώς και των νομικών, τουλάχιστον, πτυχών των αρχικών δικαστικών αποφάσεων επί της ουσίας της υπόθεσης, με την επιφύλαξη τυχόν δικονομικών διατάξεων της νομοθεσίας του οικείου μέλους σχετικά με τη σπουδαιότητα των υποθέσεων. Εντούτοις, δεν υφίσταται υποχρέωση παροχής της δυνατότητας να ζητείται η εξέταση της ορθότητας των αθωωτικών αποφάσεων που εκδίδονται στο πλαίσιο ποινικών δικών.
5.  
Γίνεται δεκτό ότι το παρόν μέρος δεν δημιουργεί καμία υποχρέωση για την καθιέρωση στο πλαίσιο του δικαιοδοτικού συστήματος των μελών ειδικού μηχανισμού για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, πέραν αυτού που υφίσταται για την επιβολή του νόμου εν γένει, και ότι δεν θίγει τη δυνατότητα των μελών να επιβάλλουν την τήρηση του νόμου γενικώς. Καμία διάταξη του παρόντος μέρους δεν δημιουργεί οποιαδήποτε υποχρέωση για τα μέλη να κατανείμουν με συγκεκριμένο τρόπο τα μέσα που διαθέτουν για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, αφενός, και την επιβολή του νόμου εν γένει, αφετέρου.



Τμήμα 2

Διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης του αστικού και του διοικητικού δικαίου

Άρθρο 42

Εύλογες και δίκαιες διαδικασίες

Τα μέλη καθιερώνουν και θέτουν στη διάθεση των προσώπων στα οποία ανήκουν τα διάφορα δικαιώματα ( 190 ) δικαιοδοτικές διαδικασίες του αστικού δικαίου για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας που κατοχυρώνονται από την παρούσα συμφωνία. Οι εναγόμενοι έχουν το δικαίωμα να ενημερώνονται γραπτώς, εγκαίρως και με τη δέουσα διεξοδικότητα σχετικά με την υπόθεση, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επί των οποίων ερείδονται οι ισχυρισμοί του αντιδίκου. Οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να παρίστανται διά ανεξάρτητου συνηγόρου, ενώ οι διαδικασίες δεν επιτρέπεται να επιβάλλουν υπερβολικά επαχθείς υποχρεώσεις όσον αφορά την αυτοπρόσωπη παρουσία των διαδίκων. Όλα τα μέρη που μετέχουν στις σχετικές διαδικασίες έχουν το δικαίωμα να επικαλεστούν στοιχεία προς επίρρωση των ισχυρισμών τους και να προσκομίσουν όλες τις σχετικές αποδείξεις. Στο πλαίσιο της διαδικασίας λαμβάνεται μέριμνα για την επισήμανση των στοιχείων εμπιστευτικού χαρακτήρα και την προστασία της εμπιστευτικότητάς τους, εκτός αν κάτι τέτοιο προσκρούει σε υφιστάμενες συνταγματικές επιταγές.

Άρθρο 43

Απόδειξη

1.  
Όταν ένας διάδικος έχει προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία κατέστη δυνατό να συγκεντρώσει και τα οποία αρκούν για τη θεμελίωση των ισχυρισμών του, ενώ παράλληλα επισημαίνει κάποια άλλα στοιχεία, τα οποία επίσης θα ήταν χρήσιμα για τη θεμελίωση των ισχυρισμών του, αλλά τα οποία βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου του, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να απαιτήσουν από τον αντίδικο να προσκομίσει αυτά τα δεύτερα αποδεικτικά στοιχεία, υπό την επιφύλαξη στις κατάλληλες περιπτώσεις των προϋποθέσεων που τάσσονται για την προστασία της εμπιστευτικότητας ορισμένων στοιχείων.
2.  
Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας διάδικος αρνείται εσκεμμένα και χωρίς να επικαλείται κάποιο βάσιμο λόγο να επιτρέψει την πρόσβαση ή γενικώς δεν παρέχει τα απαραίτητα στοιχεία εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ή θέτει σημαντικά εμπόδια σε διαδικασία που εκκρεμεί μετά από την κατάθεση αγωγής για την επιβολή κάποιου δικαιώματος, το οικείο μέλος δύναται να παραχωρεί στις δικαστικές αρχές την εξουσία να διατυπώνουν προκαταρκτικά ή οριστικά συμπεράσματα, καταφατικά ή αποφατικά, βάσει των στοιχείων που τους έχουν υποβληθεί, στα οποία είναι δυνατό να συμπεριλαμβάνονται η καταγγελία και οι ισχυρισμοί του διαδίκου κατά του οποίου στρέφονται οι συνέπειες της άρνησης παραχώρησης πρόσβασης στα στοιχεία, χωρίς να θίγεται η δυνατότητα που ενδεχομένως παρέχεται στα μέρη να εκφράζονται επί των προβαλλόμενων ισχυρισμών ή των προσκομισθέντων αποδεικτικών στοιχείων.

Άρθρο 44

Προσωρινά μέτρα

1.  
Οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάξουν ένα διάδικο να παύσει να παραβιάζει κάποιο δικαίωμα· η διαταγή είναι δυνατό να αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στην αποτροπή της εισόδου στα υπαγόμενα στη δικαιοδοσία τους δίκτυα εμπορίας εισαγόμενων προϊόντων, τα οποία συνδέονται με κάποια παραβίαση δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, αμέσως μετά τον εκτελωνισμό των εν λόγω προϊόντων. Τα μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να παρέχουν την ανωτέρω εξουσία όταν το αντικείμενο της προστασίας έχει αποκτηθεί ή παραγγελθεί από κάποιο πρόσωπο, το οποίο είτε δεν γνώριζε ακόμη είτε αγνοούσε δικαιολογημένα ότι οι επίμαχες συναλλαγές συνεπάγονταν ενδεχομένως την παραβίαση δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.
2.  
Κατά παρέκκλιση των υπολοίπων διατάξεων του παρόντος μέρους και υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι διατάξεις του μέρους II, οι οποίες ρυθμίζουν ρητώς το θέμα της χρήσης εκ μέρους των κρατικών αρχών ή εκ μέρους τρίτων με την έγκριση των κρατικών αρχών, οταν δεν υπάρχει σχετική έγκριση του δικαιούχου, τα μέλη δύνανται να μη θεσπίζουν άλλα μέτρα αποκατάστασης για την άρση των συνεπειών παρόμοιων μορφών χρήσης, πέραν της καταβολής χρηματικής αποζημίωσης κατ' εφαρμογήν του άρθρου 31 στοιχείο η). Στις λοιπές περιπτώσεις, είναι δυνατή η προσφυγή στα μέτρα αποκατάστασης που προβλέπονται από το παρόν μέρος, εκτός αν τα μέτρα αυτά προσκρούουν στη νομοθεσία του οικείου μέλους, οπότε επιτρέπεται η έκδοση αναγνωριστικής αποφάσεως και η απαίτηση καταβολής επαρκούς αποζημίωσης.

Άρθρο 45

Αποζημίωση

1.  
Οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν το πρόσωπο που έχει παραβιάσει ένα δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας να καταβαλει στο πρόσωπο στο οποίο ανήκει το εν λόγω δικαίωμα εύλογη αποζημίωση προς αποκατάσταση της ζημίας που το πρόσωπο αυτό έχει υποστεί λόγω της παραβίασης του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας που του ανήκει εκ μέρους κάποιου προσώπου, το οποίο είτε γνώριζε είτε όφειλε κανονικά να γνωρίζει ότι η επιχειρούμενη από αυτό πράξη ήταν παράνομη.
2.  
Οι δικαστικές αρχές έχουν επίσης την εξουσία να διατάσσουν το πρόσωπο που έχει παραβιάσει ένα δικαίωμα να αποζημιώσει το δικαιούχο για τυχόν έξοδα που κατέβαλε για την υπόθεση, συμπεριλαμβανομένης ενδεχομένως εύλογης αμοιβής δικηγόρου. Στις κατάλληλες περιπτώσεις, τα μέλη δύνανται να παρέχουν στις δικαστικές αρχές την εξουσία να διατάσσουν την απόδοση των κερδών ή/και την καταβολή προκαθορισθείσας αποζημίωσης, ακόμη και αν ο διαπράξας την παραβίαση δεν εγνώριζε ή αγνοούσε δικαιολογημένα ότι η επιχειρούμενη από αυτόν πράξη συνεπάγεται παραβίαση δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.

Άρθρο 46

Λοιπά μέτρα αποκατάστασης

Προκειμένου να υφίστανται αποτελεσματικά μέσα αποτροπής των παραβιάσεων, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν την απόσυρση από τα δίκτυα εμπορίας των αγαθών που έχει διαπιστωθεί ότι συνδέονται με την παραβίαση κάποιου δικαιώματος, χωρίς να είναι αναγκαία η καταβολή οιασδήποτε αποζημιώσεως, κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η πρόκληση βλάβης στο δικαιούχο ακόμη είναι δυνατό, εναλλακτικά, να διατάσσεται η καταστροφή των επίμαχων αγαθών, εκτός αν κάτι τέτοιο έρχεται σε αντίθεση με υφιστάμενες συνταγματικές επιταγές. Οι δικαστικές αρχές έχουν επίσης των εξουσία να διατάσσουν την απόσυρση από τα δίκτυα εμπορίας των υλικών και των εργαλείων που χρησιμοποιούνται κατά κύριο λόγο για την παραγωγή των αγαθών που έχει διαπιστωθεί ότι συνδέονται με την παραβίαση κάποιου δικαιώματος, χωρίς να είναι αναγκαία η καταβολή οιασδήποτε αποζημιώσεως, κατά τρόπον ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος επανάληψης των παραβιάσεων. Όταν οι αρχές εξετάζουν αιτήσεις με τις οποίες τους ζητείται να διατάξουν κάτι από τα προαναφερθέντα, συνεκτιμούν την ανάγκη να υπάρχει σχέση αναλογικότητας μεταξύ της σοβαρότητας της παραβίασης και των διατασσομένων μέτρων αποκατάστασης, καθώς επίσης τα τυχόν συμφέροντα τρίτων. Όταν πρόκειται για προϊόντα που παρανόμως φέρουν ένα εμπορικό σήμα, η απλή αφαίρεση του εμπορικού σήματος που έχει παρανόμως τεθεί στα προϊόντα δεν αρκεί, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, προκειμένου να θεωρηθούν τα προϊόντα κατάλληλα προς διάθεση στα δίκτυα εμπορίας.

Άρθρο 47

Δικαίωμα ενημέρωσης

Τα μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν αυτόν που έχει διαπράξει μια παραβίαση να γνωστοποιήσει στο δικαιούχο την ταυτότητα τυχόν τρίτων, οι οποίοι ενέχονται στην παραγωγή και διακίνηση των παράνομων αγαθών ή υπηρεσιών, καθώς και τα δίκτυα διανομής που χρησιμοποιούν, εκτός αν κάτι τέτοιο δεν κρίνεται δικαιολογημένο με βάση τη σοβαρότητα της παραβίασης.

Άρθρο 48

Αποζημίωση του εναγομένου

1.  
Οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν την πλευρά με αίτηση της οποίας ελήφθησαν μέτρα και η οποία έχει προσφύγει κατά τρόπο καταχρηστικό στις διαδικασίες επιβολής των δικαιωμάτων να καταβάλει στην πλευρά που έχει παρανόμως υποχρεωθεί σε πράξη ή παράλειψη εύλογη αποζημίωση για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη συνεπεία της εν λόγω καταχρηστικής προσφυγής. Οι δικαστικές αρχές έχουν ακόμη την εξουσία να διατάσσουν τον ενάγοντα να καταβάλει στον εναγόμενο τις σχετικές δαπάνες, συμπεριλαμβανομένης ενδεχομένως εύλογης αμοιβής δικηγόρου.
2.  
Σε σχέση με την εφαρμογή του συνόλου της νομοθεσίας που άπτεται της προστασίας ή της επιβολής των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, τα μέλη δύνανται να απαλλάσσουν τόσο τις κρατικές αρχές, όσο και τους κρατικούς λειτουργούς από την ευθύνη που υπέχουν για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων αποκατάστασης μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι κρατικές αρχές ή οι κρατικοί λειτουργοί ενήργησαν ή σκόπευαν να ενεργήσουν καλοπίστως στο πλαίσιο της εφαρμογής του εκάστοτε νόμου.

Άρθρο 49

Διοικητικές διαδικασίες

Στο μέτρο που είναι δυνατό να διαταχθεί οποιοδήποτε μέτρο αποκατάστασης του αστικού δικαίου στο πλαίσιο της εφαρμογής διοικητικών διαδικασιών και μετά την εξέταση της ουσίας της υπόθεσης, οι εν λόγω διαδικασίες πρέπει να διέπονται από αρχές ανάλογες κατ' ουσίαν προς αυτές που ορίζονται στο παρόν τμήμα.



Τμήμα 3

Προσωρινά μέτρα

Άρθρο 50

1.  

Οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν την άμεση και αποτελεσματική εφαρμογή προσωρινών μέτρων:

α) 

προκειμένου να αποτραπεί η παραβίαση κάποιου δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και ειδικότερα για να αποτραπεί η είσοδος στα υπαγόμενα στη δικαιοδοσία τους δίκτυα εμπορίας αγαθών, συμπεριλαμβανομένων εισαγόμενων αγαθών αμέσως μετά τον εκτελωνισμό τους·

β) 

προκειμένου να διαφυλαχθούν αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στην υποτιθέμενη παραβίαση.

2.  
Όταν κρίνεται αναγκαίο, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να θεσπίζουν προσωρινά μέτρα χωρίς πρώτα να ακούσουν τις απόψεις της άλλης πλευράς, ιδίως όταν πιθανολογείται ότι τυχόν καθυστέρηση ενδέχεται να προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στο πρόσωπο στο οποίο ανήκει το σχετικό δικαίωμα, ή όταν αποδεικνύεται ότι υπάρχει κίνδυνος καταστροφής συναφών αποδεικτικών στοιχείων.
3.  
Οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να ζητούν από τον ενάγοντα να προσκομίσει τυχόν αποδεικτικά στοιχεία τα οποία είνα ευλόγως δυνατό να συγκεντρώσει, προκειμένου να βεβαιωθούν σε ικανοποιητικό βαθμό ότι ο ενάγων είναι το πρόσωπο στο οποίο ανήκει το εκάστοτε δικαίωμα και ότι η υποτιθέμενη παραβίαση αφορά το δικαίωμα του ενάγοντα ή ότι επίκειται παραβίαση ενός τέτοιου δικαιώματος· επίσης έχουν την εξουσία να ζητούν από τον ενάγοντα να καταβάλει εύλογη εγγύηση ή κάποια ισοδύναμη ασφάλεια, με σκοπό την προστασία του εναγομένου και την αποτροπή καταχρήσεων.
4.  
Όταν έχουν αποφασισθεί προσωρινά μέτρα χωρίς πρώτα να ακουστούν οι απόψεις της άλλης πλευράς, τα θιγόμενα μέρη πρέπει να ενημερώνονται σχετικά αμελλητί και πάντως το αργότερο μετά την εκτέλεση των μέτρων. Με αίτηση του εναγομένου διενεργείται επανεξέταση των μέτρων, οπότε ο εναγόμενος έχει το δικαίωμα να εκθέσει τις απόψεις του σκοπός της επανεξέτασης είναι να αποφασισθεί, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από τη γνωστοποίηση των μέτρων, κατά πόσον είναι σκόπιμη η τροποποίηση, ανάκληση ή διατήρηση σε ισχύ των εκάστοτε μέτρων.
5.  
Είναι δυνατό να ζητείται από τον ενάγοντα να προσκομίσει τυχόν άλλα στοιχεία, τα οποία είναι απαραίτητα, προκειμένου η αρμόδια για την εκτέλεση των προσωρινών μέτρων αρχή να μπορέσει να εντοπίσει τα προϊόντα στα οποία αυτά αναφέρονται.
6.  
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, τα προσωρινά μέτρα τα οποία λαμβάνονται δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 ανακαλούνται ή έστω παύουν να ισχύουν μετα από αίτηση του εναγομένου, αν δεν κινηθούν μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα οι προβλεπόμενες διαδικασίες για την έκδοση απόφασης επί της ουσίας της υπόθεσης· το κρίσιμο χρονικό διάστημα καθορίζεται από τη δικαστική αρχή που έχει διατάξει την εκτέλεση των μέτρων, σε περίπτωση που κάτι τέτοιο επιτρέπεται από τη νομοθεσία του οικείου μέλους. Αν δεν υπάρχει ρητός καθορισμός του κρίσιμου χρονικού διαστήματος, αυτό δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο των 20 εργασίμων ημερών ή των 31 ημερολογιακών ημερών, ανάλογα με το ποιο χρονικό διάστημα είναι το μεγαλύτερο.
7.  
Όταν τα προσωρινά μέτρα ανακαλούνται ή όταν η ισχύς τους παύει εξαιτίας κάποιας πράξης ή παράλειψης του ενάγοντος ή όταν διαπιστώνεται εκ των υστέρων ότι δεν έχει υπάρξει παραβίαση ή κίνδυνος παραβίασης ενός δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάξουν τον ενάγοντα, μετά από αίτηση του εναγομένου, να καταβάλει στον εναγόμενο εύλογη αποζημίωση για τη ζημία που έχει ενδεχομένως υποστεί εξαιτίας των εν λόγω μέτρων.
8.  
Στο μέτρο που είναι δυνατό να διαταχθεί οποιοδήποτε προσωρινό μέτρο στο πλαίσιο της εφαρμογής διοικητικών διαδικασιών, οι εν λόγω διαδικασίες πρέπει να διέπονται από αρχές ανάλογες κατ' ουσίαν προς αυτές που ορίζονται στο παρόν τμήμα.



Τμήμα 4

Ειδικές προϋποθέσεις για τα διασυνοριακά μέτρα ( 191 )

Άρθρο 51

Αναστολή της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία με απόφαση των τελωνειακών αρχών

Τα μέλη, τηρώντας τις διατάξεις που ακολουθούν, θεσπίζουν τις κατάλληλες διαδικασίες ( 192 ), ώστε το πρόσωπο στο οποίο ανήκει ένα δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας, το οποίο έχει βάσιμους λόγους να υποψιάζεται ότι είναι πιθανή η εισαγωγή προϊόντων που φέρουν εμπορικά σήματα τα οποία αποτελούν αντικείμενο παραποίησης ή απομίμησης ή συνδέονται με την παράνομη εκμετάλλευση κάποιου δικαιώματος δημιουργού ( 193 ), να έχει τη δυνατότητα να υποβάλει σχετική γραπτή αίτηση προς τις αρμόδιες αρχές, διοικητικές ή δικαστικές, με αντικείμενο την αναστολή εκ μέρους των τελωνειακών αρχών της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία των επίμαχων προϊόντων. Τα μέλη δύνανται να επιτρέπουν την υποβολή παρόμοιων αιτήσεων όταν πρόκειται για εμπορεύματα που συνδέονται με άλλου είδους παραβιάσεις δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν τμήμα. Τα μέλη δύνανται επίσης να καθιερώνουν αντίστοιχες διαδικασίες για την αναστολή με απόφαση των τελωνειακών αρχών της παράδοσης παράνομων εμπορευμάτων, τα οποία προορίζονται για εξαγωγή από το έδαφός τους.

Άρθρο 52

Αίτηση

Κάθε πρόσωπο στο οποίο ανήκει ένα δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και το οποίο κινεί τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 51 οφείλει να προσκομίσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, με βάση τα οποία οι αρμόδιες αρχές να πείθονται ότι, βάσει της νομοθεσίας της χώρας εισαγωγής, υπάρχει εκ πρώτης όψεως παραβίαση του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας του αιτούντος· επίσης ο αιτών οφείλει να θέσει στη διάθεση των αρχών αρκούντως λεπτομερή περιγραφή των σχετικών προϊόντων, ώστε αυτά να είναι εύκολα αναγνωρίσιμα από τις τελωνειακές αρχές. Οι αρμόδιες αρχές γνωστοποιούν στον αιτούντα εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος κατά πόσον κάνουν δεκτή την αίτηση, καθώς και το χρονικό διάστημα κατά το οποίο πρόκειται να εφαρμόσουν μέτρα οι τελωνειακές αρχές, εφόσον η διάρκεια εφαρμογής των μέτρων καθορίζεται από τις ίδιες τις αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 53

Παροχή εγγύησης ή ισοδύναμης ασφάλειας

1.  
Οι αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να ζητούν από τον ενάγοντα να παράσχει εγγύηση ή άλλη ισοδύναμη ασφάλεια, η οποία να αρκεί για την κατοχύρωση του εναγομένου και των αρμόδιων αρχών και για την αποτροπή καταχρήσεων. Η εν λόγω εγγύηση ή η ισοδύναμη ασφάλεια απαιτείται να μην αποθαρρύνει αδικαιολόγητα την προσφυγή στις προβλεπόμενες διαδικασίες.
2.  
Όταν οι τελωνειακές αρχές αναστέλλουν τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, τα οποία έχουν σχέση με βιομηχανικά σχέδια, δικαιώματα ευρεσιτεχνίας, διατάξεις (ολοκληρωμένων κυκλωμάτων) ή μη γνωστοποιηθέντα στοιχεία, μετά την υποβολή σχετικής αίτησης βάσει του παρόντος τμήματος και ενεργώντας βάσει αποφάσεως την οποία δεν έχει λάβει κάποια δικαστική ή άλλη ανεξάρτητη αρχή, ενώ παράλληλα έχει παρέλθει η προθεσμία που τάσσεται στο άρθρο 55, χωρίς να εγκριθεί η εφαρμογή προσωρινών μέτρων αποκατάστασης εκ μέρους της προς τούτο αρμόδιας αρχής, και έχουν τηρηθεί όλες οι λοιπές προϋποθέσεις που ισχύουν για την εισαγωγή, ο κύριος, ο εισαγωγέας ή ο παραλήπτης των εν λόγω εμπορευμάτων δικαιούται να ζητήσει τη θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία, αφού καταβάλει εγγύηση αρκετά μεγάλη, ώστε να εξασφαλίζεται το πρόσωπο στο οποίο ανήκει το σχετικό δικαίωμα έναντι οιασδήποτε παραβίασης. Η καταβολή μιας τέτοιας εγγύησης δεν θίγει τη δυνατότητα του δικαιούχου να ζητήσει τη λήψη οιουδήποτε άλλου προβλεπόμενου μέτρου αποκατάστασης, ενώ εξυπακούεται ότι η παρασχεθείσα εγγύηση αποδεσμεύεται αν ο δικαιούχος δεν φροντίσει να προσφύγει στη δικαιοσύνη εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.

Άρθρο 54

Ειδοποίηση περί της αναστολής

Ο εισαγωγέας και ο ενάγων ενημερώνονται πάραυτα σχετικά με την αναστολή της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων κατ' εφαρμογήν του άρθρου 51.

Άρθρο 55

Διάρκεια της αναστολής

Εάν, εντός χρονικού διαστήματος που δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει τις 10 εργάσιμες ημέρες από τη γνωστοποίηση της αναστολής στον ενάγοντα, οι τελωνειακές αρχές δεν έχουν ειδοποιηθεί ότι έχουν κινηθεί εκ μέρους κάποιου άλλου μέρους πλην του εναγομένου οι διαδικασίες που απαιτούνται για την έκδοση απόφασης επί της ουσίας της υπόθεσης ή ότι η προς τούτο αρμόδια αρχή έχει λάβει προσωρινά μέτρα για την παράταση της αναστολής της θέσης των οικείων εμπορευμάτων σε ελεύθερη κυκλοφορία, τότε τα εν λόγω εμπορεύματα τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν τηρηθεί όλες οι λοιπές προϋποθέσεις που τάσσονται για την εισαγωγή ή την εξαγωγή· όταν κρίνεται αναγκαίο, η ανωτέρω προθεσμία είναι δυνατό να παρατείνεται κατά 10 εργάσιμες ημέρες επιπλέον. Σε περίπτωση που έχουν κινηθεί οι διαδικασίες που απαιτούνται για την έκδοση απόφασης επί της ουσίας της απόφασης, διενεργείται με αίτηση του εναγομένου επανεξέταση των μέτρων, όποτε ο εναγόμενος έχει το δικαίωμα να εκθέσει τις απόψεις του σκοπός της επανεξέτασης είναι να αποφασισθεί, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, κατά πόσον είναι σκόπιμη η τροποποίηση, ανάκληση ή διατήρηση σε ισχύ των εκάστοτε μέτρων. Κατά παρέκκλιση των ανωτέρω, όταν η αναστολή της θέσης των εμπορευμάτων σε ελεύθερη κυκλοφορία εφαρμόζεται ή παρατείνεται κατ' εφαρμογήν προσωρινού δικαστικού μέτρου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 50 παράγραφος 6.

Άρθρο 56

Αποζημίωση του εισαγωγέα και του κυρίου των εμπορευμάτων

Οι αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να διατάσουν τον ενάγοντα να καταβάλει στον εισαγωγέα, στον παραλήπτη και στον κύριο των εμπορευμάτων εύλογη αποζημίωση για τυχόν ζημία που υπέστησαν εξαιτίας της παράνομης δέσμευσης των εμπορευμάτων ή εξαιτίας της δέσμευσης εμπορευμάτων που εν συνεχεία ετέθησαν σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει του άρθρου 55.

Άρθρο 57

Δικαίωμα ελέγχου και ενημέρωσης

Με την επιφύλαξη της ανάγκης προστασίας πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, τα μέλη παραχωρούν στις αρμόδιες αρχές την εξουσία να παρέχουν τις κατάλληλες δυνατότητες στο δικαιούχο, ώστε αυτός να μπορεί να ζητήσει να διενεργηθεί έλεγχος των εμπορευμάτων που έχουν δεσμεύσει οι τελωνειακές αρχές, προκειμένου να συγκεντρωθούν στοιχεία προς επίρρωση των ισχυρισμών του δικαιούχου. Οι αρμόδιες αρχές έχουν ακόμη την εξουσία να παραχωρούν ανάλογη δυνατότητα στον εισαγωγέα να ζητήσει τη διενέργεια ελέγχου επί των εμπορευμάτων που έχουν ενδεχομένως δεσμευθεί. Όταν επί της ουσίας της υπόθεσης έχει εκδοθεί καταφατική απόφαση, τα μέλη δύνανται να παραχωρούν στις αρμόδιες αρχές την εξουσία να γνωστοποιούν στο δικαιούχο τα ονόματα και τις διευθύνσεις του αποστολέα, του εισαγωγέα και του παραλήπτη, καθώς και τις ποσότητες των επίμαχων προϊόντων.

Άρθρο 58

Αυτεπάγγελτη ενέργεια

Όταν τα μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να ενεργούν με ιδίαν πρωτοβουλία και να αναστέλλουν τη θέση των εμπορευμάτων σε ελεύθερη κυκλοφορία όταν έχουν συγκεντρώσει αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία εκ πρώτης όψεως προκύπτει ότι τα εν λόγω εμπορεύματα συνδέονται με την παραβίαση κάποιου δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, στην περίπτωση αυτή:

α) 

οι αρμόδιες αρχές δύνανται ανά πάσα στιγμή να ζητούν από το δικαιούχο οποιαδήποτε πληροφορία η οποία ενδέχεται να φανεί χρήσιμη για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί·

β) 

ο εισαγωγέας και ο δικαιούχος ενημερώνονται αμελλητί σχετικά με την αναστολή. Σε περίπτωση που ο εισαγωγέας έχει ασκήσει έφεση ενώπιον των αρμόδιων αρχών κατά της απόφασης περί αναστολής, η αναστολή υπόκειται στις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 55, οι οποίες εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν·

γ) 

τα μέλη δύνανται να απαλλάσσουν τόσο τις κρατικές αρχές όσο και τους κρατικούς λειτουργούς από την ευθύνη που υπέχουν για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων αποκατάστασης μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι κρατικές αρχές ή οι κρατικοί λειτουργοί ενήργησαν ή σκόπευαν να ενεργήσουν καλοπίστως.

Άρθρο 59

Μέτρα αποκατάστασης

Με την επιφύλαξη τυχόν άλλων δικαιωμάτων άμυνας που αναγνωρίζονται στο πρόσωπο στο οποίο ανήκει το εκάστοτε δικαίωμα και χωρίς να θίγεται το δικαίωμα του εναγομένου να ζητήσει την επανεξέταση από δικαστική αρχή των μέτρων που έχουν ληφθεί, οι αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν την καταστροφή ή την απόσυρση των παράνομων εμπορευμάτων σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 46. Προκειμένου περί προϊόντων που φέρουν εμπορικό σήμα το οποίο αποτελεί αντικείμενο παραποίησης ή απομίμησης, οι αρχές δεν επιτρέπουν την επανεξαγωγή των παράνομων προϊόντων ως έχουν, ούτε τα υποβάλλουν σε ξεχωριστή τελωνειακή διαδικασία, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις.

Άρθρο 60

Εισαγωγές αμελητέων ποσοτήτων

Τα μέλη δύνανται να εξαιρούν από την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων μικρές ποσότητες προϊόντων που δεν προορίζονται για εμπορικό σκοπό και περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές των ταξιδιωτών ή αποστέλλονται ως μικροδέματα.



Τμήμα 5

Ποινικές διαδικασίες

Άρθρο 61

Τα μέλη καθιερώνουν ποινικές διαδικασίες και ποινές, οι οποίες είναι δυνατό να εφαρμοσθούν τουλάχιστον σε περιπτώσεις εκ προθέσεως απομίμησης/παραποίησης εμπορικών σημάτων ή παράνομης εκμετάλλευσης δικαιώματος δημιουργού σε εμπορική κλίμακα. Οι επαπειλούμενες ποινές περιλαμβάνουν τη φυλάκιση ή/και χρηματικά πρόστιμα, τα οποία πρέπει να είναι αρκετά υψηλά, ώστε να αποθαρρύνονται οι παραβιάσεις· γενικά οι επαπειλούμενες ποινές πρέπει να αντιστοιχούν ως προς την αυστηρότητά τους στις ποινές που επισύρονται για ποινικά αδικήματα ανάλογης σοβαρότητας. Στις κατάλληλες περιπτώσεις, οι προβλεπόμενες ποινές είναι δυνατό να περιλαμβάνουν την κατάσχεση, τη δήμευση ή την καταστροφή των παράνομων εμπορευμάτων, καθώς και οποιωνδήποτε υλικών ή εργαλείων που έχουν χρησιμοποιηθεί κατά κύριο λόγο για τη διάπραξη του αδικήματος. Τα μέλη δύνανται να καθιερώνουν ποινικές διαδικασίες και ποινές οι οποίες είναι δυνατό να εφαρμόζονται και σε άλλες περιπτώσεις παραβιάσεων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, ιδίως σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι παραβιάσεις διαπράττονται εκ προθέσεως και σε εμπορική κλίμακα.



ΜΕΡΟΣ IV

ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΜΕΡΩΝ

Άρθρο 62

1.  
Τα μέλη δύνανται να. θέτουν ως προϋπόθεση για την απόκτηση ή τη διατήρηση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας που προβλέπονται στο τμήματα 2 έως 6 του μέρους II την τήρηση εύλογων διαδικασιών και διατυπώσεων. Οι εν λόγω διαδικασίες και διατυπώσεις πρέπει να συνάδουν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Όταν η απόκτηση ενός δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας εξαρτάται από την αναγνώριση ή την καταχώριση του δικαιώματος, τα μέλη λαμβάνουν πρόνοια, ώστε οι διαδικασίες που διέπουν την αναγνώριση ή την καταχώριση αυτή να επιτρέπουν την αναγνώριση ή την καταχώριση του δικαιώματος εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος και να αποτρέπεται η αδικαιολόγητη συρρίκνωση της περιόδου προστασίας, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν τηρηθεί οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που ισχύουν για την απόκτηση του δικαιώματος.
3.  
Το άρθρο 4 της σύμβασης των Παρισίων (1967) εφαρμόζεται κατ' αναλογίαν για τα σήματα που αναφέρονται σε υπηρεσίες.
4.  
Οι διαδικασίες που εφαρμόζονται για την απόκτηση ή τη διατήρηση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς επίσης στις περιπτώσεις που η νομοθεσία του οικείου μέλους προβλέπει τέτοιου είδους διαδικασίες, η διαδικασία ανάκλησης με διοικητική απόφαση και οι διαδικασίες που ισχύουν μεταξύ των μερών, όπως είναι η προβολή ένστασης, η ανάκληση και η ακύρωση, διέπονται από τις γενικές αρχές που ορίζονται στο άρθρο 41 παράγραφοι 2 και 3.
5.  
Οι οριστικές διοικητικές αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο οποιασδήποτε από τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παράγραφο 4 υπόκεινται σε επανεξέταση από δικαστική ή οιωνεί δικαστική αρχή. Εντούτοις, η υποχρέωση να παρέχονται τα μέσα ώστε να είναι δυνατή η επανεξέταση των εν λόγω αποφάσεων δεν ισχύει σε περιπτώσεις ανεπιτυχούς προβολής ένστασης ή ανάκλησης με διοικητική απόφαση, υπό τον όρο ότι οι λόγοι επί των οποίων στηρίζονται οι εν λόγω διαδικασίες είναι δυνατό να αποτελέσουν αντικείμενο ακυρωτικών διαδικασιών.



ΜΕΡΟΣ V

ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 63

Διαφάνεια

1.  
Οι νόμοι, οι κανονισμοί, καθώς επίσης οι οριστικές δικαστικές αποφάσεις και οι διοικητικές αποφάσεις γενικής εφαρμογής που κηρύσσονται εκτελεστές από ένα μέλος και άπτονται του αντικειμένου της παρούσας συμφωνίας (δηλαδή της θεσμοθέτησης, έκτασης, απόκτησης, επιβολής και αποτροπής της καταχρηστικής χρησιμοποίησης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας) πρέπει υποχρεωτικά να δημοσιεύονται ή, αν η δημοσίευσή τους δεν είναι πρακτικώς δυνατή, να γίνονται γνωστά στο κοινό, σε επίσημη γλώσσα του εκάστοτε μέλους και κατά τέτοιον τρόπο, ώστε οι κυβερνήσεις και τα πρόσωπα στα οποία ανήκουν τα διάφορα δικαιώματα να έχουν την ευχέρεια να λαμβάνουν γνώση αυτών. Τυχόν συμφωνίες σχετικές με τα θέματα που ρυθμίζονται από την παρούσα συμφωνία, οι οποίες ισχύουν μεταξύ της κυβέρνησης ή κάποιου κρατικού φορέα ενός μέλους και της κυβέρνησης ή κάποιου κρατικού φορέα ενός άλλου μέλους, πρέπει επίσης να δημοσιεύονται.
2.  
Τα μέλη γνωστοποιούν τους νόμους και τους κανονισμούς για τους οποίους γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 στο συμβούλιο για τα ΤRΙΡ, ούτως ώστε να διευκολύνεται το έργο της παρακολούθησης της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, το οποίο έχει ανατεθεί στο συμβούλιο. Το συμβούλιο καταβάλλει προσπάθειες για την ελαχιστοποίηση της επιβάρυνσης που συνεπάγεται για τα μέλη η εκπλήρωση της προαναφερθείσας υποχρεώσεως και δύναται να αποφασίζει την απαλλαγή από την υποχρέωση γνωστοποίησης των νόμων και των κανονισμών απευθείας στο συμβούλιο, εφόσον ευοδωθούν οι διαβουλεύσεις με τον ΠΟΠΙ για τη δημιουργία κοινού μητρώου, το οποίο θα περιέχει τους εν λόγω νόμους και κανονισμούς. Το συμβούλιο εξετάζει επίσης προς την ίδια κατεύθυνση τη σκοπιμότητα λήψης μέτρων όσον αφορά τα στοιχεία που γνωστοποιούνται στο πλαίσιο των σχετικών υποχρεώσεων που θεσπίζονται στην παρούσα συμφωνία και απορρέουν από τις διατάξεις του άρθρου 6β της σύμβασης των Παρισίων (1967).
3.  
Κάθε μέλος είναι διατεθειμένο να παράσχει, μετά από σχετική γραπτή αίτηση κάποιου άλλου μέλους, στοιχεία ανάλογα εκείνων για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1. Όταν ένα μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι συγκεκριμένη δικαστική ή διοικητική απόφαση ή μια διμερής συμφωνία σχετική με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας έχει συνέπειες για τα δικαιώματά του βάσει της παρούσας συμφωνίας, το εν λόγω μέλος δύναται ακόμη να ζητήσει γραπτώς να λάβει γνώση της εκάστοτε δικαστικής ή διοικητικής απόφασης ή της συγκεκριμένης διμερούς συμφωνίας, ή, τουλάχιστον, να πληροφορηθεί το περιεχόμενό τους με τη δέουσα λεπτομέρεια.
4.  
Καμία διάταξη των παραγράφων 1, 2 και 3 δεν συνεπάγεται για τα μέλη την υποχρέωση να αποκαλύψουν πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα, όταν κάτι τέτοιο θα έθετε εμπόδια στην επιβολή του νόμου ή θα ερχόταν με οποιονδήποτε τρόπο σε αντίθεση με το δημόσιο συμφέρον ή θα έβλαπτε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρήσεων, είτε δημόσιων είτε ιδιωτικών.

Άρθρο 64

Επίλυση διαφορών

1.  
Οι διατάξεις των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως επεξηγούνται και ισχύουν βάσει του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση διαφορών, είναι εφαρμοστέες για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση των διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας, εκτός αν η ίδια η συμφωνία περιέχει αντίθετη ρητή πρόβλεψη.
2.  
Η παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του άρθρου XXIII της GΑΤΤ του 1994 δεν είναι εφαρμοστέα για την επίλυση των διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας επί μία πενταετία από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ·
3.  
Κατά το χρονικό διάστημα που μνημονεύεται στην παράγραφο 2, το συμβούλιο για τα ΤRΙΡ ασχολείται με τα θέματα τα οποία είναι δυνατό να αφορούν οι καταγγελίες του τύπου που προβλέπεται από την παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) του άρθρου XXIII της GΑΤΤ του 1994 και οι οποίες υποβάλλονται δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, καθώς και με τις λεπτομέρειες υποβολής των καταγγελιών αυτών το συμβούλιο υποβάλλει τις συστάσεις του σχετικά στην υπουργική συνδιάσκεψη προς έγκριση. Για οποιαδήποτε απόφαση της υπουργικής συνδιάσκεψης με αντικείμενο την έγκριση των συστάσεων του συμβουλίου ή την παράταση της χρονικής περιόδου που προβλέπεται στην παράγραφο 2 απαιτείται οπωσδήποτε ομοφωνία, ενώ οι εγκεκριμένες συστάσεις ισχύουν για το σύνολο των μελών, χωρίς να είναι απαραίτητη κάποια περαιτέρω τυπική διαδικασία αποδοχής.



ΜΕΡΟΣ VI

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Άρθρο 65

Μεταβατικές ρυθμίσεις

1.  
Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 3 και 4, κανένα μέλος δεν υποχρεούται να εφαρμόσει τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας πριν από τη λήξη καθολικής περιόδου ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.
2.  
Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη έχουν το δικαίωμα να μεταθέτουν κατά τέσσερα επιπλέον έτη την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, η οποία καθορίζεται στην παράγραφο 1, με εξαίρεση τα άρθρα 3, 4 και 5.
3.  
Κάθε άλλο μέλος, το οποίο διανύει περίοδο μεταρρυθμίσεων με σκοπό τη μετάβαση από μια κεντρικά σχεδιαζόμενη οικονομία σε μια οικονομία της αγοράς, η οποία θα διέπεται από την αρχή της ελεύθερης επιχειρηματικής δραστηριότητας, και το οποίο καταβάλλει προσπάθειες για την αναμόρφωση των δομών του συστήματος προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας που εφαρμόζει και αντιμετωπίζει ειδικά προβλήματα για την κατάρτιση και εφαρμογή νόμων και κανονισμών στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας, δύναται ομοίως να μεταθέσει την έναρξη εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας για ορισμένο χρονικό διάστημα, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2.
4.  
Στο βαθμό που μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος είναι υποχρεωμένη βάσει της παρούσας συμφωνίας να επεκτείνει την προστασία των ευρεσιτεχνιών που παρέχει σε σχέση με διάφορα προϊόντα και σε τεχνολογικούς τομείς για τους οποίους κανονικά δεν προβλέπεται τέτοια προστασία στο έδαφος της εν λόγω χώρας κατά την ημερομηνία που έχει ορισθεί γενικά για την έναρξη εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας ως προς τη συγκεκριμένη χώρα, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2, η εν λόγω χώρα μέλος δύναται να αναβάλει ως προς τους συγκεκριμένους τεχνολογικούς τομείς για επιπλέον περίοδο 5 ετών την εφαρμογή των διατάξεων του τμήματος 5 του μέρους II, οι οποίες αναφέρονται στα διπλώματα ευρεσιτεχνίας που απονέμονται για προϊόντα.
5.  
Όταν ένα μέλος κάνει χρήση μεταβατικής περιόδου βάσει των παραγράφων 1, 2, 3 ή 4, μεριμνά ώστε οι τυχόν μεταβολές που υφίστανται οι νόμοι, οι κανονισμοί και οι πρακτικές του κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου να μην αποδυναμώνουν τη συμφωνία τους με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 66

Λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη

1.  
Λόγω των ειδικών αναγκών και απαιτήσεων των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών, των οικονομικών, χρηματοοικονομικών και διοικητικών περιορισμών που αντιμετωπίζουν, καθώς και λόγω της ανάγκης ευελιξίας που υφίσταται σε σχέση με την ανάπτυξη από αυτές μιας βιώσιμης τεχνολογικής βάσης, οι εν λόγω χώρες μέλη δεν υποχρεούνται να εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, πλην των άρθρων 3, 4 και 5, για δεκαετή περίοδο από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής, η οποία προβλέπεται από το άρθρο 65 παράγραφος 1. Μετά από δεόντως αιτιολογημένη αίτηση εκ μέρους μιας λιγότερο ανεπτυγμένης χώρας μέλους, το συμβούλιο για τα ΤRΙΡ παρέχει έγκριση για την παράταση της εν λόγω περιόδου.
2.  
Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη θεσμοθετούν κίνητρα για επιχειρήσεις και φορείς που δραστηριοποιούνται στην επικράτειά τους, με σκοπό την προώθηση και την ενθάρρυνση της μεταφοράς τεχνολογίας προς τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη, ούτως ώστε αυτές να μπορέσουν να συγκροτήσουν μια υγιή και βιώσιμη τεχνολογική βάση.

Άρθρο 67

Τεχνική συνεργασία

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη παρέχουν, εφόσον τους ζητηθεί και βάσει κοινά αποδεκτών όρων και προϋποθέσεων, τεχνική και χρηματοδοτική συνεργασία προς τις αναπτυσσόμενες και τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη. Η συνεργασία αυτή είναι δυνατό να περιλαμβάνει βοήθεια για την κατάρτιση νόμων και κανονισμών με αντικείμενο την προστασία και επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς και την αποτροπή της καταχρηστικής τους άσκησης· επίσης είναι δυνατό να έχει τη μορφή της παροχής βοήθειας για τη δημιουργία ή την ενίσχυση υπηρεσιών και οργάνων στις οικείες χώρες με συναφείς αρμοδιότητες, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισης προσωπικού.



ΜΕΡΟΣ VII

ΘΕΣΜΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 68

Το Συμβούλιο για τα Δικαιώματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας στον Τομέα του Εμπορίου

Το Συμβούλιο για τα Δικαιώματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας στον Τομέα του Εμπορίου («συμβούλιο για τα ΤRΙΡ») παρακολουθεί την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας και, ειδικότερα, την τήρηση από τα μέλη των υποχρεώσεων που υπέχουν βάσει της συμφωνίας· επίσης παρέχει στα μέλη τη δυνατότητα να διεξάγουν διαβουλεύσεις επί θεμάτων που άπτονται των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου. Το συμβούλιο εκτελεί και οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα του αναθέτουν ενδεχομένως τα μέλη και, ειδικότερα, παρέχει τη συνδρομή που τα μέλη ενδεχομένως ζητούν από αυτό σε σχέση με διαδικασίες επίλυσης διαφορών. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, το συμβούλιο για τα ΤRΙΡ δύναται να έρχεται σε συνεννόηση ή να ζητά πληροφορίες από οιανδήποτε πηγή κρίνει σκόπιμο. Σε συνεννόηση με τον ΠΟΠΙ, το συμβούλιο καταβάλλει προσπάθειες για την καθιέρωση εντός ενός έτους από την εναρκτήρια συνεδρίαση του των κατάλληλων ρυθμίσεων για την υλοποίηση συνεργασίας με τα όργανα του εν λόγω οργανισμού.

Άρθρο 69

Διεθνής συνεργασία

Τα μέλη συμφωνούν να συνεργάζονται μεταξύ τους με σκοπό την εξάλειψη των διεθνών εμπορευματικών συναλλαγών που πραγματοποιούνται κατά παράβαση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Προς την κατεύθυνση αυτή, τα μέλη ορίζουν κάποια αρμόδια αρχή στο πλαίσιο του διοικητικού τους μηχανισμού, με την οποία είναι δυνατό να έρχονται σε επαφή τα υπόλοιπα μέλη, και ενημερώνουν τα υπόλοιπα μέλη σχετικά. Επίσης, είναι πρόθυμα προς ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με το εμπόριο παράνομων αγαθών. Ειδικότερα, τα μέλη προωθούν την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνεργασία μεταξύ των τελωνειακών υπηρεσιών όσον αφορά τις συναλλαγές με αντικείμενο προϊόντα που φέρουν κάποιο εμπορικό σήμα το οποίο αποτελεί αντικείμενο παραποίησης ή απομίμησης και προϊόντα που συνδέονται με την παράνομη εκμετάλλευση κάποιου δικαιώματος δημιουργού.

Άρθρο 70

Προστασία υφιστάμενων αγαθών

1.  
Η παρούσα συμφωνία δεν δημιουργεί υποχρεώσεις σε σχέση με πράξεις που επιχειρήθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής της συμφωνίας ως προς το οικείο μέλος.
2.  
Με την επιφύλαξη τυχόν αντίθετων διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, η παρούσα συμφωνία δημιουργεί υποχρεώσεις σε σχέση με το σύνολο των αγαθών που υφίστανται κατά την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας ως προς το εκάστοτε μέλος και καλύπτονται από την παρεχόμενη προστασία στο οικείο μέλος κατά την ίδια ημερομηνία ή τα οποία πληρούν, είτε εξαρχής είτε σε μεταγενέστερο στάδιο, τις προϋποθέσεις παροχής προστασίας που ορίζονται από την παρούσα συμφωνία. Στο πλαίσιο εφαρμογής της παρούσας παραγράφου, καθώς και των παραγράφων 3 και 4, οι υποχρεώσεις στον τομέα των δικαιωμάτων δημιουργού, οι οποίες υφίστανται σε σχέση με έργα που έχουν ήδη ζημιουργηθεί, καθορίζονται με αποκλειστική βάση το άρθρο 18 της σύμβασης της Βέρνης (1971), ενώ οι υποχρεώσεις οι οποίες αφορούν τα δικαιώματα των παραγωγών φωνογραφημάτων και των καλλιτεχνών ερμηνευτών σε υφιστάμενα φωνογραφήματα καθορίζονται με αποκλειστική βάση το άρθρο 18 της σύμβασης της Βέρνης (1971), όπως είναι εφαρμοστέο βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 6 της παρούσας συμφωνίας.
3.  
Τα μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να επεκτείνουν εκ νέου την παρεχόμενη προστασία σε ύλη η οποία κατά την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας ως προς το εκάστοτε μέλος έχει περιέλθει στην αρμοδιότητα του κράτους.
4.  
Προκειμένου περί πράξεων που αφορούν συγκεκριμένα αντικείμενα, σε σχέση με τα οποία υφίστανται προστατευόμενα δικαιώματα, οι οποίες καθίστανται παράνομες βάσει νομοθεσίας συνάδουσας με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και επιχειρήθηκαν το πρώτον πριν από την ημερομηνία αποδοχής της συμφωνίας για τον ΠΟΕ από το οικείο μέλος ή σε σχέση με τις οποίες πραγματοποιήθηκε κάποια σημαντική επένδυση πριν από την προαναφερθείσα ημερομηνία, τα μέλη δύνανται να περιορίζουν τα μέτρα αποκατάστασης που τίθενται στη διάθεση του δικαιούχου όσον αφορά τη συνέχιση της διενέργειας τέτοιου είδους πράξεων μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας ως προς το εκάστοτε μέλος. Στις περιπτώσεις αυτές, πάντως, το οικείο μέλος καθιερώνει τουλάχιστον πρόβλεψη για την καταβολή δίκαιου οικονομικού ανταλλάγματος.
5.  
Τα μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να εφαρμόζουν τις διατάξεις του άρθρου 11 και του άρθρου 14 παράγραφος 4 σε σχέση με πρωτότυπα έργα ή αντίγραφα τα οποία έχουν αγορασθεί πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας ως προς το εκάστοτε μέλος.
6.  
Τα μέλη δεν οφείλουν να εφαρμόζουν το άρθρο 31, ούτε να συμμορφώνονται στην υποχρέωση που καθιερώνεται με το άρθρο 27 παράγραφος 1 (όπου ορίζεται ότι τα δικαιώματα δημιουργού χαίρουν προστασίας χωρίς διακρίσεις ανάλογα με τον τομέα της τεχνολογίας) αναφορικά με περιπτώσεις χρήσης χωρίς την άδεια του δικαιούχου, εφόσον για τη συγκεκριμένη χρήση έχει χορηγηθεί έγκριση από κρατική αρχή πριν απο την ημερομηνία κατά την οποία έγινε γνωστή η παρούσα συμφωνία.
7.  
Στις πλεριπτώσεις κατά τις οποίες η προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας εξαρτάται από προηγούμενη πράξη καταχώρισης, οι αιτήσεις για την παροχή προστασίας, οι οποίες ενδεχομένως εκκρεμούν κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας ως προς το εκάστοτε μέλος, είναι δυνατό να τροποποιούνται, ούτως ώστε με αυτές να ζητείται πλέον η αυξημένη προστασία που προβλέπεται βάσει των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας. Οι τροποποιήσεις αυτές δεν επιτρέπεται να διευρύνουν το αντικείμενο της προστασίας.
8.  

Αν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ένα μέλος δεν παρέχει στις ευρεσιτεχνίες που αφορούν χημικά προϊόντα του φαρμακευτικού ή του γεωργικού τομέα ανάλογο βαθμό προστασίας με αυτόν που απορρέει από τις υποχρεώσεις που ισχύουν γι' αυτό βάσει του άρθρου 27, τότε το εν λόγω μέλος:

α) 

καθιερώνει, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και κατά παρέκκλιση των διατάξεων του μέρους VI κάποιον μηχανισμό, ώστε να είναι δυνατή η υποβολή αιτήσεων με αντικείμενο ευρεσιτεχνίες που αφορούν τέτοιου είδους εφευρέσεις·

β) 

εφαρμόζει για τις εν λόγω αιτήσεις, από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας, τις προϋποθέσεις απονομής διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας που προβλέπονται από την παρούσα συμφωνία, ενεργώντας όπως θα ενεργούσε αν οι εν λόγω προϋποθέσεις εφαρμόζονταν κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης στο συγκεκριμένο μέλος ή, αν προβλέπεται και διεκδικείται προτεραιότητα, κατά την ημερομηνία προτεραιότητας που αναφέρεται στην αίτηση· και

γ) 

παρέχει προστασία στις ευρεσιτεχνίες, κατά τα προβλεπόμενα από την παρούσα συμφωνία, από την απονομή του διπλώματος ευρεσιτεχνίας και για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα κατά το οποίο εκτείνεται η κατοχύρωση της ευρεσιτεχνίας, με χρονικό σημείο εκκίνησης την ημερομηνία υποβολής της αίτησης βάσει του άρθρου 33 της παρούσας συμφωνίας, προκειμένου περί εκείνων από τις εν λόγω αιτήσεις οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις παροχής προστασίας που προβλέπει το στοιχείο β).

9.  
Όταν σε ένα μέλος έχει υποβληθεί αίτηση για την κατοχύρωση ευρεσιτεχνίας σε σχέση με συγκεκριμένο προϊόν κατ' εφαρμογήν της παραγράφου 8 στοιχείο α), παρέχονται δικαιώματα αποκλειστικής εμπορίας του εν λόγω προϊόντος, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του μέρους VI, για μία πενταετία από τη λήψη της έγκρισης για την εμπορία στο συγκεκριμένο μέλος ή για το χρονικό διάστημα μέχρι την απονομή ή την άρνηση απονομής διπλώματος ευρεσιτεχνίας για το εν λόγω προϊόν στο ίδιο μέλος, ανάλογα με το ποια από τις δύο χρονικές περιόδους είναι βραχύτερη, υπό την προϋπόθεση ότι μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ έχει υποβληθεί και γίνει δεκτή αίτηση για την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας για το συγκεκριμένο προϊόν σε κάποιο άλλο μέλος και έχει χορηγηθεί στο εν λόγω άλλο μέλος έγκριση σχετικά με την εμπορία του προϊόντος.

Άρθρο 71

Επανεξέταση και τροποποίηση

1.  
Το συμβούλιο για τα ΤRΙΡ προβαίνει στην επανεξέταση της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 65, παράγραφος 2. Με γνώμονα την πείρα που αποκτάται στο πλαίσιο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, το συμβούλιο για τα ΤRΙΡ προβαίνει στην επανεξέτασή της δύο έτη μετά την ανωτέρω ημερομηνία, καθώς και στη συνέχεια, ανά χρονικά διαστήματα της ίδιας διάρκειας. Το συμβούλιο δύναται επίσης να πραγματοποιεί επανεξετάσεις υπό το φως νέων εξελίξεων που έχουν ενδεχομένως σημειωθεί στο συγκεκριμένο τομέα και οι οποίες είναι πιθανό να δικαιολογούν την τροποποίηση της παρούσας συμφωνίας.
2.  
Τυχόν τροποποιήσεις, οι οποίες αποσκοπούν απλώς και μόνο στην ευθυγράμμιση με καθεστώτα αναγνώρισης μεγαλύτερου βαθμού προστασίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, που έχουν επιτευχθεί και ισχύουν βάσει άλλων πολυμερών συμφωνιών και έχουν γίνει δεκτά στο πλαίσιο των εν λόγω συμφωνιών από όλα τα μέλη του ΠΟΕ, είναι δυνατό να παραπέμπονται στην υπουργική συνδιάσκεψη με ομόφωνη πρόταση του συμβουλίου για τα ΤRΊΡ· στην περίπτωση αυτή η υπουργική συνδιάσκεψη λαμβάνει ενδεχομένως μέτρα δυνάμει του άρθρου Χ παράγραφος 6 της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

Άρθρο 72

Επιφυλάξεις

Για τη διατύπωση επιφυλάξεων σχετικά με οποιαδήποτε διάταξη της παρούσας συμφωνίας απαιτείται η συγκατάθεση των υπολοίπων μερών.

Άρθρο 73

Εξαιρέσεις για λόγους ασφαλείας

Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν έχει την έννοια ότι:

α) 

ένα μέλος είναι υποχρεωμένο να καταστήσει γνωστή οποιαδήποτε πληροφορία, όταν κατά την άποψή του η αποκάλυψη της πληροφορίας αυτής θα αντέβαινε σε θεμελιώδη συμφέροντα ασφαλείας του εν λόγω μέλους· ή

β) 

ένα μέλος δεν δύναται να λαμβάνει μέτρα τα οποία κρίνει απαραίτητα για την προάσπιση των θεμελιωδών συμφερόντων ασφαλείας του, και συγκεκριμένα:

i) 

όσον αφορά τα σχάσιμα υλικά ή τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή σχάσιμων υλικών,

ii) 

όσον αφορά το εμπόριο όπλων, πυρομαχικών και λοιπού πολεμικού υλικού, καθώς και τις συναλλαγές με αντικείμενο άλλα προϊόντα και υλικά, οι οποίες αποσκοπούν αμέσως ή εμμέσως στον εφοδιασμό ενόπλων δυνάμεων,

iii) 

όταν τα μέτρα λαμβάνονται σε καιρό πολέμου ή άλλης έκτακτης κατάστασης στις διεθνείς σχέσεις· ή

γ) 

ένα μέλος δεν δύναται να λαμβάνει μέτρα στο πλαίσιο των υποχρεώσεων που του αναλογούν για τη διαφύλαξη της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας βάσει του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑ ΜΕΛΗ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.  
Οι κανόνες και οι διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας εφαρμόζονται σε διαφορές που ανακύπτουν στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων για τη διενέργεια διαβουλεύσεων και την επίλυση των διαφορών που περιέχονται στις συμφωνίες που παρατίθενται στο προσάρτημα 1 του παρόντος μνημονίου συμφωνίας (εφεξής καλούμενες «καλυπτόμενες συμφωνίες»). Οι κανόνες και οι διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας εφαρμόζονται, επίσης, για τη διενέργεια διαβουλεύσεων και την επίλυση διαφορών μεταξύ μελών, όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο των διατάξεων της συμφωνίας για τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (που εφεξής καλείται «συμφωνία για τον ΠΟΕ») καθώς και του παρόντος μνημονίου συμφωνίας, λαμβανομένων υπόψη ξεχωριστά ή σε συνδυασμό με οποιαδήποτε από τις λοιπές καλυπτόμενες συμφωνίες.
2.  
Οι κανόνες και οι διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των ειδικών ή πρόσθετων κανόνων και διαδικασιών επίλυσης διαφορών, που περιλαμβάνονται στις καλυπτόμενες συμφωνίες, όπως ορίζονται στο προσάρτημα 2 του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. Σε περίπτωση που υφίσταται διαφορά μεταξύ των κανόνων και των διαδικασιών του παρόντος μνημονίου συμφωνίας και των ειδικών ή πρόσθετων κανόνων και διαδικασιών που παρατίθενται στο προσάρτημα 2, υπερέχουν οι ειδικοί η πρόσθετοι κανόνες και διαδικασίες του προσαρτήματος 2. Σε περιπτώσεις διαφορών, όσον αφορά κανόνες και διαδικασίες βάσει περισσοτέρων της μιας καλυπτομένων συμφωνιών, εάν υπάρχει αντίθεση μεταξύ των ειδικών ή πρόσθετων κανόνων και διαδικασιών των εν λόγω υπό εξέταση συμφωνιών και εάν οι διάδικοι δεν δύνανται να αποφασίσουν σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες εντός είκοσι ημερών από τη σύσταση της ειδικής ομάδας (πάνελ), ο πρόεδρος του οργάνου επίλυσης διαφορών που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 (που καλείται εφεξής «ΟΕΔ») σε συνεννόηση με τους διαδίκους, καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες που απαιτείται να τεθούν σε εφαρμογή εντός δέκα ημερών από την υποβολή αίτησης από οποιοδήποτε μέλος. Ο πρόεδρος βασίζεται στην αρχή ότι οι ειδικοί η πρόσθετοι κανόνες και διαδικασίες πρέπει να χρησιμοποιούνται στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό και ότι οι κανόνες και οι διαδικασίες που καθορίζονται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας είναι σκόπιμο να χρησιμοποιούνται στο βαθμό που απαιτείται για την αποφυγή των συγκρούσεων.

Άρθρο 2

Διαχείριση

1.  
Συστήνεται το όργανο επίλυσης διαφορών με αρμοδιότητα τη διαχείριση των σχετικών κανόνων και διαδικασιών και, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε καλυπτόμενη συμφωνία, των διατάξεων των καλυπτόμενων συμφωνιών που αφορούν τις διαβουλεύσεις και την επίλυση των διαφορών. Συνεπώς, το ΟΕΔ έχει το δικαίωμα να συγκροτεί ειδικές ομάδες, να εγκρίνει εκθέσεις της ειδικής ομάδας και του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, να εξασφαλίζει την παρακολούθηση της εφαρμογής των συστάσεων και των αποφάσεων και να επιτρέπει την αναστολή των παραχωρήσεων και άλλων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο των καλυπτόμενων συμφωνιών. Όσον αφορά τις διαφορές που ανακύπτουν στο πλαίσιο καλυπτόμενης συμφωνίας που αποτελεί πλειομερή εμπορική συμφωνία, με τον όρο «μέλος», όπως χρησιμοποιείται στο παρόν μνημόνιο, νοούνται μόνον τα μέλη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της σχετικής πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας. Σε περιπτώσεις που το ΟΕΔ ρυθμίζει τις διατάξεις επίλυσης διαφορών μιας πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας, μόνον τα μέλη που είναι συμβαλλόμενα μέρη της εν λόγω συμφωνίας δύνανται να συμμετέχουν στις αποφάσεις ή στις ενέργειες του ΟΕΔ σχετικά με τη συγκεκριμένη διαφορά.
2.  
Το ΟΕΔ ενημερώνει τα αρμόδια συμβούλια και επιτροπές του ΠΟΕ σχετικά με την εξέλιξη των διαφορών που συνδέονται με τις διατάξεις των αντίστοιχων καλυπτόμενων συμφωνιών.
3.  
Το ΟΕΔ συνεδριάζει τόσο συχνά όσο απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων του, εντός των χρονικών πλαισίων που καθορίζονται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας.
4.  
Σε περίπτωση που στο πλαίσιο των κανόνων και διαδικασιών του παρόντος μνημονίου συμφωνίας προβλέπεται η λήψη απόφασης από το ΟΕΔ, το τελευταίο αυτό λαμβάνει απόφαση με συναίνεση ( 194 ).

Άρθρο 3

Γενικές διατάξεις

1.  
Τα μέλη επιβεβαιώνουν την προσήλωσή τους στις αρχές ρύθμισης διαφορών που προηγουμένως εφαρμόζονταν βάσει των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1947, καθώς και στους κανόνες και τις διαδικασίες, που αποτέλεσαν αντικείμενο περαιτέρω επεξεργασίας και τροποποιήσεων στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας.
2.  
Το σύστημα επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ αποτελεί καθοριστικό στοιχείο για την παροχή ασφάλειας και την εξασφάλιση της δυνατότητας πρόβλεψης σε ένα πολυμερές εμπορικό σύστημα. Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι συμβάλλει στη διατήρηση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των μελών στο πλαίσιο των καλυπτόμενων συμφωνιών και στην αποσαφήνιση των υφιστάμενων διατάξεων των συγκεκριμένων συμφωνιών, βάσει των συνήθων κανόνων ερμηνείας του δημοσίου διεθνούς δικαίου. Οι συστάσεις και οι αποφάσεις του ΟΕΔ δεν είναι δυνατόν να αυξήσουν ή να μειώσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις καλυπτόμενες συμφωνίες.
3.  
Η ταχεία ρύθμιση των καταστάσεων, κατά τις οποίες ένα μέλος θεωρεί ότι οποιαδήποτε ωφέλεια η οποία απορρέει γι' αυτό άμεσα ή έμμεσα από τις καλυπτόμενες συμφωνίες θίγεται εξαιτίας μέτρων που λαμβάνονται από άλλο μέρος, είναι ουσιαστική για την αποτελεσματική λειτουργία του ΠΟΕ και τη διατήρηση της δέουσας ισορροπίας μεταξύ των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μελών.
4.  
Οι συστάσεις ή οι αποφάσεις του ΟΕΔ αποσκοπούν στην επίτευξη ικανοποιητικής διευθέτησης του θέματος, σύμφωνα με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το παρόν μνημόνιο συμφωνίας και τις καλυπτόμενες συμφωνίες.
5.  
Όλες οι λύσεις που δίδονται σε θέματα τα οποία προκύπτουν στο πλαίσιο των διατάξεων των καλυπτόμενων συμφωνιών για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση διαφορών, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων διαιτησίας, συνάδουν με τις εν λόγω συμφωνίες και δεν αναιρούν εν όλω ή εν μέρει οφέλη που απορρέουν για οποιοδήποτε μέλος από τις συμφωνίες αυτές, ούτε παρεμποδίζουν την επίτευξη των στόχων των εν λόγω συμφωνιών.
6.  
Οι αμοιβαία αποδεκτές λύσεις σε θέματα που θίγονται επισήμως, στο πλαίσιο των διατάξεων των καλυπτόμενων συμφωνιών για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση διαφορών, γνωστοποιούνται στο ΟΕΔ και στα σχετικά συμβούλια και επιτροπές, ενώπιον των οποίων τα μέλη δύνανται να θέσουν οποιοδήποτε σχετικό θέμα.
7.  
Προτού να ασκηθεί προσφυγή, τα μέλη εξετάζουν τη σκοπιμότητα ανάληψης δράσεων στο πλαίσιο των σχετικών διαδικασιών. Στόχος του μηχανισμού επίλυσης διαφορών είναι η εξασφάλιση της θετικής επίλυσης των διαφορών. Προτιμούνται σαφώς λύσεις αμοιβαία αποδεκτές στους διαδίκους και σύμφωνες με τις καλυπτόμενες συμφωνίες. Ελλείψει αμοιβαία αποδεκτών λύσεων, πρώτος στόχος του μηχανισμού επίλυσης διαφορών είναι, συνήθως, η εξασφάλιση της ανάκλησης των σχετικών μέτρων, εάν αυτά αποδεικνύεται ότι αντιβαίνουν στις διατάξεις οποιασδήποτε από τις καλυπτόμενες συμφωνίες. Η προσφυγή στις διατάξεις παροχής αντισταθμιστικού ανταλλάγματος είναι δυνατή μόνο σε περίπτωση που η άμεση ανάκληση του μέτρου είναι πρακτικώς αδύνατη, και προσωρινή, μέχρις ότου ανακληθεί το μέτρο που αντιβαίνει σε καλυπτόμενη συμφωνία. Η τελευταία δυνατότητα που παρέχεται βάσει του παρόντος μνημονίου συμφωνίας στο μέρος που επικαλείται τις διαδικασίες επίλυσης διαφορών είναι το δικαίωμα αναστολής της εφαρμογής παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων στο πλαίσιο των καλυπτομένων συμφωνιών σε διακριτική βάση εις βάρος του άλλου μέλους, υπό τον όρο χορήγησης σχετικής άδειας από το ΟΕΔ.
8.  
Σε περιπτώσεις παραβίασης των υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο καλυπτόμενων συφμωνιών, το προβλεπόμενο μέτρο θεωρείται εκ πρώτης όψεως ότι αποτελεί περίπτωση μερικής ή ολικής αναίρεσης των οφελών. Αυτό σημαίνει ότι υφίσταται συνήθως η υπόθεση ότι η παραβίαση των κανόνων έχει αρνητικές επιπτώσεις στα άλλα μέλη, που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη σχετική καλυπτόμενη συμφωνία, και ότι σε αυτές τις περιπτώσεις εναπόκειται στο μέλος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία να προβάλει στοιχεία προς αντίκρουση των σχετικών ισχυρισμών.
9.  
Οι διατάξεις του παρόντος μνημονίου συμφωνίας δεν θίγουν το δικαίωμα των μελών να ζητούν επίσημη ερμηνεία των διατάξεων καλυπτόμενης συμφωνίας μέσω διαδικασίας λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ή καλυπτόμενης συμφωνίας που συνιστά πλειομερή εμπορική συμφωνία.
10.  
Εννοείται ότι οι αιτήσεις για συμβιβασμό ή για προσφυγή σε διαδικασίες επίλυσης διαφορών δεν πρέπει να θεωρούνται ως πράξεις που δημιουργούν αντιπαραθέσεις και ότι, όταν προκύψει διαφορά, όλα τα μέλη οφείλουν να συμμετέχουν στις σχετικές διαδικασίες καλοπίστως επιδιώκοντας την επίλυση της διαφοράς. Είναι, επίσης, σαφές ότι είναι σκόπιμο να μη συνδέονται τα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια ένδικα μέσα σε περίπτωση διαφορετικών θεμάτων.
11.  
Το παρόν μνημόνιο συμφωνίας εφαρμόζεται μόνον όσον αφορά νέες αιτήσεις για διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των διατάξεων των καλυπτομένων συμφωνιών για τις διαβουλεύσεις που υποβάλλονται κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ή μετέπειτα. Όσον αφορά τις διαφορές για τις οποίες η αίτηση για την έναρξη διαβουλεύσεων υπεβλήθη βάσει της GΑΤΤ του 1947, ή βάσει οποιασδήποτε άλλης συμφωνίας που προηγείτο των καλυπτομένων συμφωνιών πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι σχετικοί κανόνες και διαδικασίες επίλυσης διαφορών που ίσχυαν αμέσως πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ( 195 ).
12.  
Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 11, σε περίπτωση που αναπτυσσόμενη χώρα μέλος ασκεί καταγγελία βασιζόμενη σε οποιαδήποτε από τις καλυπτόμενες συμφωνίες κατά ανεπτυγμένης χώρας μέλους, ο καταγγέλλων έχει το δικαίωμα να επικαλείται αντί για τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα 4, 5, 6 και 12 του μνημονίου συμφωνίας, τις αντίστοιχες διατάξεις της απόφασης της 5ης Απριλίου 1966 (ΒΙSD 14S/18), εκτός εάν η ειδική ομάδα (πάνελ) θεωρεί ότι η προθεσμία που προβλέπεται στην παράγραφο 7 της σχετικής απόφασης δεν επαρκεί για τη σύνταξη της έκθεσης και ότι με τη σύμφωνη γνώμη του καταγγέλλοντος υπάρχει δυνατότητα παράτασης. Στο βαθμό που υφίσταται διαφορά μεταξύ των κανόνων και διαδικασιών που προβλέπονται στα άρθρα 4, 5, 6 και 12 και των αντίστοιχων κανόνων και διαδικασιών της απόφασης, υπερέχουν οι κανόνες και οι διαδικασίες της απόφασης.

Άρθρο 4

Διαβουλεύσεις

1.  
Τα μέλη επιβεβαιώνουν την απόφασή τους να ενισχύσουν και να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών διαβούλευσης που εφαρμόζονται από τα μέλη.
2.  
Κάθε μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξετάζει με πνεύμα κατανόησης τις ενέργειες άλλου μέλους σχετικά με τα μέτρα που επηρεάζουν τη λειτουργία οποιασδήποτε καλυπτόμενης συμφωνίας που συνάπτεται εντός του εδάφους του πρώτου μέλους και παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες για τη διεξαγωγή σχετικών διαβουλεύσεων ( 196 ).
3.  
Εάν η αίτηση για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων υποβάλλεται στο πλαίσιο καλυπτόμενης συμφωνίας, το μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, εκτός εάν συμφωνηθεί αμοιβαία διαφορετικά, απαντά στην αίτηση εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής και προσέρχεται σε διαβουλεύσεις, καλοπίστως, το αργότερο εντός τριάντα ημερών μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης, με στόχο την επίτευξη αμοιβαία ικανοποιητικής λύσης. Εάν το εν λόγω μέρος δεν απαντήσει εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης ή δεν προσέλθει σε διαβουλεύσεις το αργότερο εντός τριάντα ημερών, ή εντός διαφορετικού αμοιβαία συμφωνηθέντος χρονικού διαστήματος μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης, το μέλος που ζήτησε τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων δύναται να προβεί άμεσα στη σύσταση ειδικής ομάδας.
4.  
Το μέλος που ζητεί τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων κοινοποιεί όλες τις σχετικές αιτήσεις στο ΟΕΔ και στα αρμόδια συμβούλια και επιτροπές. Οι. αιτήσεις για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων υποβάλλονται εγγράφως και περιέχουν τους λόγους υποβολής της αίτησης, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων σχετικών με τα υπό εξέταση μέτρα και τη νομική βάση της καταγγελίας.
5.  
Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων που διεξάγονται σύμφωνα με τις διατάξεις καλυπτόμενης συμφωνίας και πριν να προσφύγουν σε περαιτέρω ενέργειες στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας, τα μέλη πρέπει να επιδιώκουν την ικανοποιητική διευθέτηση του ζητήματος.
6.  
Οι διαβουλεύσεις έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα και διεξάγονται χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα των μελών σε περίπτωση που συνεχίζεται, ενδεχομένως, η διαδικασία.
7.  
Εάν οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε επίλυση της διαφοράς εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης διαβουλεύσεων ο καταγγέλλων δύναται να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας. Ο καταγγέλλων δύναται να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας εντός του διαστήματος των εξήντα ημερών, εάν τα μέρη που συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις εκτιμούν από κοινού ότι οι διαβουλεύσεις δεν κατέληξαν στην επίλυση της διαφοράς.
8.  
Σε επείγουσες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν ευπαθή προϊόντα, τα μέλη προβαίνουν σε διαβουλεύσεις το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης. Ο καταγγέλλων δύναται να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας σε περίπτωση που οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε επίλυση της διαφοράς εντός 20 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης.
9.  
Σε επείγουσες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αφορούν ευπαθή προϊόντα, οι διάδικοι, οι ειδικές ομάδες και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για την επιτάχυνση των εργασιών, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό.
10.  
Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, τα μέλη οφείλουν να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στα ειδικά προβλήματα και συμφέροντα των αναπτυσσομένων χωρών μελών.
11.  
Οποτεδήποτε ένα μέλος εκτός των μελών που συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις θεωρεί ότι έχει ουσιαστικό εμπορικό ενδιαφέρον για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων σύμφωνα με το άρθρο XXII παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994, το άρθρο XXIII παράγραφος 1 της ΟΑΤS ή με τις αντίστοιχες διατάξεις σε άλλες καλυπτόμενες συμφωνίες ( 197 ), το μέλος αυτό δύναται να γνωστοποιεί στα μέλη που συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις και στο ΟΕΔ εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης της αίτησης για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων βάσει του εν λόγω άρθρου, την επιθυμία του να συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις. Το μέλος αυτό συμμετέχει στις διαβουλεύσεις υπό την προϋπόθεση ότι το μέλος στο οποίο απευθύνθηκε η αίτηση διαβουλεύσεων συμφωνεί ότι το επιχείρημα σχετικά με την ύπαρξη ουσιαστικού ενδιαφέροντος είναι καλά θεμελιωμένο. Στην περίπτωση αυτή, ενημερώνουν σχετικά το ΟΕΔ. Σε περίπτωση που η αίτηση συμμετοχής στις διαβουλεύσεις δεν γίνεται αποδεκτή, το μέλος που υποβάλλει την αίτηση έχει το δικαίωμα να ζητήσει τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων βάσει του άρθρου XXII παράγραφος 1· ή του άρθρου XXIII παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994, του άρθρου XXII παράγραφος 1 ή του άρθρου XXIII παράγραφος 1 της GΑΤS ή βάσει των αντίστοιχων διατάξεων σε άλλες καλυπτόμενες συμφωνίες.

Άρθρο 5

Καλές υπηρεσίες, συμβιβασμός και διαμεσολάβηση

1.  
Οι καλές υπηρεσίες, ο συμβιβασμός και η διαμεσολάβηση αποτελούν διαδικασίες που αναλαμβάνονται εκουσίως, εάν συμφωνήσουν σχετικά οι διάδικοι.
2.  
Οι διαδικασίες παροχής καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού και διαμεσολάβησης και, ειδικότερα, οι θέσεις που λαμβάνονται από τους διαδίκους έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα και δεν θίγουν τα δικαιώματα εκάστου των δύο μερών όσον αφορά περαιτέρω ενέργειες, στο πλαίσιο των σχετικών διαδικασιών.
3.  
Οι διαδικασίες καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού και διαμεσολάβησης είναι δυνατόν να ζητηθούν οποτεδήποτε από τους διαδίκους. Οι διαδικασίες αυτές δύνανται να αρχίσουν και να τελειώσουν ανά πάσα στιγμή. Εφόσον ολοκληρωθούν οι διαδικασίες καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού και διαμεσολάβησης, ο καταγγέλλων δύναται να υποβάλει αίτηση για τη σύσταση ειδικής ομάδας.
4.  
Εφόσον οι διαδικασίες καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού και διαμεσολάβησης αναλαμβάνονται εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης διαβουλεύσεων, ο καταγγέλλων οφείλει να αναμείνει την πάροδο εξήντα ημερών μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης για να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας. Ο καταγγέλλων δύναται να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας κατά τη διάρκεια του διαστήματος εξήντα ημερών, εάν οι διάδικοι θεωρούν από κοινού ότι η διαδικασία καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού ή διαμεσολάβησης δεν κατέληξε στην επίλυση της διαφοράς.
5.  
Κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων είναι δυνατόν να συνεχίζονται οι διαδικασίες καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού και διαμεσολάβησης καθόσον διεξάγονται οι εργασίες της ειδικής ομάδας.
6.  
Ο γενικός διευθυντής δύναται, ενεργώντας αυτεπαγγέλτως, να προσφέρει καλές υπηρεσίες καθώς και υπηρεσίες συμβιβασμού και διαμεσολάβησης, προκειμένου να βοηθήσει τα μέλη να επιλύσουν τη διαφορά.

Άρθρο 6

Σύσταση ειδικών ομάδων (πάνελ)

1.  
Κατόπιν αιτήσεως του καταγγέλλοντος, συστήνεται ειδική ομάδα, το αργότερο κατά τη συνεδρίαση του ΟΕΔ που έπεται της συνεδρίασης κατά την οποία η σχετική αίτηση εγγράφεται για πρώτη φορά στην ημερήσια διάταξη του ΟΕΔ, εκτός εάν κατά τη συνεδρίαση αυτή το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση να μη συστήσει ειδική ομάδα ( 198 )
2.  
Η αίτηση για τη σύσταση της ειδικής ομάδας υποβάλλεται εγγράφως. Στην εν λόγω αίτηση αναφέρεται κατά πόσον έχουν διεξαχθεί διαβουλεύσεις, προσδιορίζονται τα συγκεκριμένα υπό εξέταση μέτρα και παρέχεται συνοπτική περίληψη της νομικής βάσης της καταγγελίας, στην οποία δίνεται σαφής περιγραφή του προβλήματος. Σε περίπτωση που ο αιτών ζητεί τη σύσταση ειδικής ομάδας με αρμοδιότητες διαφορετικές από τις συνήθεις, στη γραπτή αίτηση περιλαμβάνονται οι προτεινόμενες ειδικές αρμοδιότητες.

Άρθρο 7

Αρμοδιότητες των ειδικών ομάδων

1.  

Εκτός εάν οι διάδικοι αποφασίσουν διαφορετικά, εντός είκοσι ημερών από τη σύσταση των ειδικών ομάδων, οι τελευταίες αυτές έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

«Να εξετάζουν υπό το φως των σχετικών διατάξεων της... (καλυπτόμενη συμφωνία ή συμφωνίες που αναφέρονται από τους διαδίκους), το θέμα που παραπέμφθηκε στο ΟΕΔ από... (όνομα του μέρους) με το έγγραφο... και να διατυπώνουν συμπεράσματα κατάλληλα να βοηθήσουν το ΟΕΔ να προβαίνει σε συστάσεις και να λαμβάνει αποφάσεις, όπως προβλέπεται στην ή στις εν λόγω συμφωνίες.»

2.  
Οι ειδικές ομάδες εξετάζουν τις σχετικές διατάξεις σε οποιαδήποτε καλυπτόμενη συμφωνία ή συμφωνίες που αναφέρονται από τους διαδίκους.
3.  
Κατά τη σύσταση ειδικής ομάδας το ΟΕΔ δύναται να εξουσιοδοτεί τον πρόεδρό του να ορίζει τις αρμοδιότητες της ειδικής ομάδας σε συνεννόηση με τους διαδίκους, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1. Οι κατ' αυτόν τον τρόπο καθοριζόμενες αρμοδιότητες κοινοποιούνται σε όλα τα μέλη. Σε περίπτωση που συμφωνηθούν αρμοδιότητες διαφορετικές από τις συνήθεις, τα μέλη έχουν το δικαίωμα να φέρουν οποιοδήποτε σχετικό θέμα ενώπιον του ΟΕΔ.

Άρθρο 8

Σύνθεση των ειδικών ομάδων

1.  
Οι ειδικές ομάδες αποτελούνται από δημόσιους και/ή μη δημόσιους υπαλλήλους με υψηλά προσόντα, συμπεριλαμβανομένων προσώπων που έχουν διατελέσει μέλη ειδικής ομάδας ή έχουν φέρει υπόθεση ενώπιόν της, που έχουν διατελέσει εκπρόσωποι ενός μέλους ή ενός συμβαλλόμενου μέρους της GΑΤΤ του 1947 ή εκπρόσωποι στο συμβούλιο ή στην επιτροπή οποιασδήποτε καλυπτόμενης συμφωνίας ή της προηγούμενης από αυτή συμφωνίας ή που έχουν αποτελέσει μέλη της γραμματείας, που έχουν διδάξει ή υποβάλει δημοσιεύσεις σε θέματα διεθνούς εμπορικού δικαίου και πολιτικής ή που έχουν υπηρετήσει ως ανώτεροι υπάλληλοι ενός μέλους στον τομέα εμπορικής πολιτικής.
2.  
Τα μέλη των ειδικών ομάδων επιβάλλεται να επιλέγονται με στόχο την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας των μελών, της συμμετοχής ατόμων με διαφορετικές ειδικότητες και ευρύ φάσμα εμπειριών.
3.  
Υπήκοοι χωρών μελών των οποίων η κυβέρνηση ( 199 ) είναι διάδικος ή τρίτο μέρος, όπως ορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2, δεν δύνανται να είναι μέλη ειδικής ομάδας, η οποία ασχολείται με τη διαφορά αυτή, εκτός εάν οι διάδικοι αποφασίσουν διαφορετικά.
4.  
Προκειμένου να διευκολυνθεί η επιλογή των μελών των ειδικών ομάδων, η γραμματεία καταρτίζει ενδεικτικό κατάλογο δημοσίων και μη δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι διαθέτουν τα προσόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, από τον οποίο επιλέγονται, κατά περίπτωση, τα μέλη των ειδικών ομάδων. Στον κατάλογο περιλαμβάνεται ο πίνακας των δημοσίων υπαλλήλων, μελών ειδικών ομάδων που καταρτίσθηκε στις 30 Νοεμβρίου 1984 (BISD 31S/9), και άλλοι πίνακες και ενδεικτικοί κατάλογοι που καταρτίσθηκαν στο πλαίσιο των καλυπτόμενων συμφωνιών, και αναφέρονται τα ονόματα των προσώπων που παρατίθενται στους σχετικούς πίνακες και ενδεικτικούς καταλόγους κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Τα μέλη δύνανται κατά τακτά διαστήματα να υποδεικνύουν ονόματα δημοσίων και μη δημοσίων υπαλλήλων που θα ήταν δυνατόν να συμπεριληφθούν στον ενδεικτικό κατάλογο, παρέχοντας πληροφορίες σχετικές με τις γνώσεις τους σε θέματα διεθνούς εμπορίου και σε τομείς ή θέματα που αποτελούν αντικείμενο των καλυπτόμενων συμφωνιών. Τα ονόματα αυτά προστίθενται στο σχετικό κατάλογο ύστερα από έγκριση του ΟΕΔ. Για κάθε άτομο που περιέχεται στον κατάλογο, προσδιορίζονται τα συγκεκριμένα πεδία εμπειρίας ή ειδικευμένων γνώσεων στους τομείς ή τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο των καλυπτομένων συμφωνιών.
5.  
Οι ειδικές ομάδες αποτελούνται από τρία μέλη, εκτός εάν οι διάδικοι αποφασίσουν, εντός δέκα ημερών από τη σύσταση αυτών, ότι θα αποτελούνται από πέντε μέλη. Τα μέλη ενημερώνονται αμελλητί σχετικά με τη σύνθεση της ειδικής ομάδας.
6.  
Η γραμματεία προτείνει στους διαδίκους υποψηφίους για την ειδική ομάδα. Οι διάδικοι δύνανται να διατυπώσουν αντιρρήσεις για τους εν λόγω υποψηφίους μόνο για επιτακτικούς λόγους.
7.  
Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία σχετικά με τη σύνθεση της ειδικής ομάδας εντός είκοσι ημερών από την ημερομηνία σύστασης αυτής, κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των δύο μερών, ο γενικός διευθυντής, σε συνεννόηση με τον πρόεδρο του ΟΕΔ και τον πρόεδρο του αρμόδιου συμβουλίου ή επιτροπής, καθορίζει τη σύνθεση της ειδικής ομάδας, διορίζοντας ως μέλη αυτής τα άτομα που θεωρεί πλέον κατάλληλα, βάσει των σχετικών ειδικών ή πρόσθετων κανόνων ή διαδικασιών της καλυπτόμενης συμφωνίας ή των καλυπτόμενων συμφωνιών που αποτελούν αντικείμενο της διαφοράς, κατόπιν διαβουλεύσεων με τους διαδίκους. Ο πρόεδρος του ΟΕΔ ενημερώνει τα μέλη σχετικά με τη σύνθεση της ειδικής ομάδας το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής αίτησης από τον πρόεδρο.
8.  
Τα μέλη επιτρέπουν, κατά γενικό κανόνα, στους δημοσίους υπαλλήλους τους να αποτελούν μέλη των ειδικών ομάδων.
9.  
Τα μέλη των ειδικών ομάδων συμμετέχουν σε ατομική βάση και όχι υπό την ιδιότητα των εκπροσώπων κυβέρνησης ή οργανισμού. Συνεπώς, τα μέλη δεν τους δίνουν οδηγίες ούτε επιδιώκουν να τα επηρεάσουν ως άτομα, όσον αφορά τα θέματα τα οποία έχουν τεθεί ενώπιον της ειδικής ομάδας.
10.  
Σε περίπτωση που η διαφορά υφίσταται μεταξύ αναπτυσσόμενης χώρας μέλους και ανεπτυγμένης χώρας μέλους, και εάν ζητηθεί από την αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, τουλάχιστον ένα μέλος της ειδικής ομάδας προέρχεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος.
11.  
Οι δαπάνες των μελών των ειδικών ομάδων, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων ταξιδιον και των ημερησίων αποζημιώσεων, καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του ΠΟΕ σύμφωνα με τα κριτήρια που εγκρίνονται από το Γενικό Συμβούλιο και τα οποία βασίζονται σε συστάσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμού, Οικονομικών και Διοίκησης.

Άρθρο 9

Διαδικασίες που ισχύουν σε περίπτωση πολλών καταγγελλόντων

1.  
Σε περίπτωση που περισσότερα από ένα μέλη ζητούν τη σύσταση ειδικής ομάδας σχετικά με το ίδιο θέμα, υπάρχει δυνατότητα σύστασης ενιαίας ειδικής ομάδας που εξετάζει τις συγκεκριμένες καταγγελίες λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα όλων των ενδιαφερομένων μελών. Οποτεδήποτε υπάρχει δυνατότητα, είναι σκόπιμο να συστήνεται ενιαία ειδική ομάδα για την εξέταση των σχετικών καταγγελιών.
2.  
Η ενιαία ειδική ομάδα οργανώνει την εξέτασή της και υποβάλλει τα πορίσματά της στο ΟΕΔ κατά τρόπον ώστε να μη θίγονται τα δικαιώματα που θα είχαν οι διάδικοι εάν ξεχωριστές ειδικές ομάδες εξέταζαν τις καταγγελίες τους. Εάν ζητηθεί από έναν από τους διαδίκους, η ειδική ομάδα υποβάλλει ξεχωριστές εκθέσεις αναφορικά με τις σχετικές διαφορές. Τα στοιχεία που υποβάλλονται εγγράφως από έκαστο των καταγγελλόντων τίθενται στη διάθεση των λοιπών καταγγελλόντων και κάθε καταγγέλλων έχει το δικαίωμα να παρίσταται όταν οποιοσδήποτε από τους λοιπούς καταγγέλλοντες εκθέτει τις απόψεις του στην ειδική ομάδα.
3.  
Σε περίπτωση σύστασης περισσοτέρων της μιας ειδικών ομάδων για την εξέταση των καταγγελιών που αφορούν το ίδιο θέμα, τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, σε κάθε μια από τις ξεχωριστές ειδικές ομάδες, ενώ το χρονοδιάγραμμα των εργασιών των ειδικών ομάδων, όσον αφορά τις εν λόγω διαφορές, αποτελεί αντικείμενο εναρμόνισης.

Άρθρο 10

Τρίτα μέρη

1.  
Κατά τη διάρκεια των εργασιών της ειδικής ομάδας, λαμβάνονται υπόψη τόσο τα συμφέροντα των διαδίκων όσο και τα συμφέροντα άλλων μελών καλυπτόμενης συμφωνίας που αποτελούν αντικείμενο της διαφοράς.
2.  
Κάθε μέλος που έχει ουσιώδες ενδιαφέρον για ένα θέμα που τίθεται ενώπιον ειδικής ομάδας και που έχει γνωστοποιήσει το ενδιαφέρον του στο ΟΕΔ (που στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας καλείται «τρίτο μέρος») έχει τη δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις του και να υποβάλει εγγράφως στοιχεία στην ειδική ομάδα. Τα στοιχεία αυτά τίθενται, επίσης, στη διάθεση των διαδίκων και συμπεριλαμβάνονται στην έκθεση της ειδικής ομάδας.
3.  
Τα τρίτα μέρη λαμβάνουν τα στοιχεία που υποβάλλουν οι διάδικοι κατά την πρώτη συνεδρίαση της ειδικής ομάδας.
4.  
Εάν ένα τρίτο μέρος κρίνει ότι ένα μέτρο, που έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο των εργασιών ειδικής ομάδας, αναιρεί εν όλω ή εν μέρει οφέλη που απορρέουν για αυτό από τις καλυπτόμενες συμφωνίες, το μέλος αυτό δύναται να προσφύγει στις κανονικές διαδικασίες επίλυσης διαφορών, στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. Όταν είναι δυνατόν, η διαφορά αυτή παραπέμπεται στην αρχική ειδική ομάδα.

Άρθρο 11

Έργο των ειδικών ομάδων

Βασικό καθήκον της ειδικής ομάδας είναι η παροχή επικουρικών υπηρεσιών προς το ΟΕΔ κατά την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων του στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας και των καλυπτόμενων συμφωνιών. Κατά συνέπεια, η ειδική ομάδα οφείλει αφενός να πραγματοποιεί αντικειμενική αξιολόγηση του θέματος που φέρεται ενώπιόν της, συμπεριλαμβανομένης της αντικειμενικής εκτίμησης των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης, της δυνατότητας εφαρμογής των σχετικών καλυπτόμενων συμφωνιών και της συμμόρφωσης προς αυτές, και, αφετέρου, να διατυπώνει συμπεράσματα κατάλληλα να βοηθήσουν το ΟΕΔ κατά τη διατύπωση συστάσεων ή τη λήψη αποφάσεων, όπως προβλέπεται στις καλυπτόμενες συμφωνίες. Οι ειδικές ομάδες οφείλουν να προβαίνουν τακτικά σε διαβουλεύσεις με τους διαδίκους και να τους παρέχουν δυνατότητες για την επίτευξη αμοιβαίως ικανοποιητικής λύσης.

Άρθρο 12

Διαδικασίες των ειδικών ομάδων

1.  
Οι ειδικές ομάδες ακολουθούν τις διαδικασίες λειτουργίας που καθορίζονται στο προσάρτημα 3 εκτός εάν η ειδική ομάδα αποφασίσει διαφορετικά κατόπιν διαβουλεύσεων με τους διαδίκους.
2.  
Οι διαδικασίες των ειδικών ομάδων παρέχουν επαρκή βαθμό ευελιξίας προκειμένου να εξασφαλίζουν υψηλή ποιότητα των εκθέσεων των ειδικών ομάδων χορίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση των εργασιών αυτών.
3.  
Κατόπιν διαβουλεύσεων με τους διαδίκους, τα μέλη των ειδικών ομάδων καθορίζουν, το συντομότερο δυνατό και εάν είναι εφικτό εντός μιας εβδομάδας από την απόφαση για τη σύνθεση και τις αρμοδιότητες της ειδικής ομάδας, το χρονοδιάγραμμα των εργασιών των εν λόγω ομάδων, λαμβάνοντας υπόψη, εάν είναι σκόπιμο, τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 9.
4.  
Κατά τον καθορισμό τoυ χρονοδιαγράμματος των εργασιών της, η ειδική ομάδα παρέχει επαρκή χρόνο στους διαδίκους για την προετοιμασία των προς υποβολή στοιχείων.
5.  
Οι ειδικές ομάδες οφείλουν να θέτουν ακριβείς προθεσμίες για την γραπτή υποβολή στοιχείων από τα μέρη, τα οποία οφείλουν να τις τηρούν.
6.  
Κάθε διάδικος υποβάλλει εγγράφως στοιχεία στη γραμματεία τα οποία αυτή διαβιβάζει αμέσως στην ειδική ομάδα και στους λοιπούς διαδίκους. Ο καταγγέλλων υποβάλλει για πρώτη φορά στοιχεία προτού ο καθού να υποβάλει τα δικά του, εκτός εάν η ειδική ομάδα αποφασίσει, κατά τον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος που αναφέρεται στην παράγραφο 3 και κατόπιν διαβουλεύσεων με τους διαδίκους, ότι οι διάδικοι πρέπει να υποβάλουν για πρώτη φορά στοιχεία συγχρόνως. Σε περίπτωση, που προβλέπεται η διαδοχική υποβολή στοιχείων, η ειδική ομάδα θέτει αυστηρή προθεσμία για την υποβολή των στοιχείων από τον καθού. Τα επόμενα στοιχεία υποβάλλονται εγγράφως ταυτόχρονα.
7.  
Εάν οι διάδικοι δεν καταλήξουν σε αμοιβαία ικανοποιητική λύση, η ειδική ομάδα υποβάλλει τα πορίσματά της υπό μορφή έκθεσης στο ΟΕΔ. Στις περιπτώσεις αυτές, στην έκθεση της ειδικής ομάδας αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά, η δυνατότητα εφαρμογής των σχετικών διατάξεων και η βασική αιτιολόγηση των διαπιστώσεων και συστάσεων στις οποίες αυτή προβαίνει. Σε περίπτωση που έχει επιτευχθεί επίλυση της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων, η έκθεση της ειδικής ομάδας περιορίζεται σε συνοπτική περιγραφή της υπόθεσης και στη διαπίστωση ότι έχει βρεθεί λύση.
8.  
Προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών, το χρονικό διάστημα κατά το οποίο η ειδική ομάδα πραγματοποιεί την εξέταση, από την ημερομηνία της απόφασης για τη σύνθεση και τις αρμοδιότητες της ειδικής ομάδας έως την ημερομηνία υποβολής της οριστικής έκθεσης στους διαδίκους, δεν υπερβαίνει, κατά γενικό κανόνα, τους έξι μήνες. Σε επείγουσες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν τα ευπαθή προϊόντα, η ειδική ομάδα καταβάλλει προσπάθειες για την υποβολή της έκθεσης στους διαδίκους εντός προθεσμίας τριών μηνών.
9.  
Όταν η ειδική ομάδα εκτιμά ότι δεν είναι δυνατόν να υποβάλει την έκθεσή της εντός έξι μηνών ή εντός τριών μηνών σε επείγουσες περιπτώσεις, ενημερώνει εγγράφως το ΟΕΔ σχετικά με τους λόγους της καθυστέρησης παρέχοντας, συγχρόνως, εκτίμηση του χρονικού διαστήματος εντός του οποίου θα υποβάλει την αίτηση. Σε καμία περίπτωση, το χρονικό διάστημα από τη σύσταση της ειδικής ομάδας έως τη διανομή της έκθεσης στα μέλη δεν υπερβαίνει τους εννέα μήνες.
10.  
Στο πλαίσιο διαβουλεύσεων σχετικών με μέτρο που λαμβάνεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, τα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν να παρατείνουν τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 7 και 8. Εάν, μετά την εκπνοή του σχετικού χρονικού διαστήματος, τα μέρη που συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις δεν είναι δυνατόν να συμφωνήσουν ότι έχουν περατωθεί οι διαβουλεύσεις, ο πρόεδρος του ΟΕΔ αποφασίζει, κατόπιν διαβουλεύσεων με τα μέρη, εάν θα παραταθεί το χρονικό διάστημα, και για πόσο. Επίσης, κατά την εξέταση καταγγελίας που στρέφεται κατά αναπτυσσόμενης χώρας μέλους η ειδική ομάδα παρέχει επαρκή χρόνο στην αναπτυσσόμενη χώρα μέλος προκειμένου αυτή να ετοιμάσει την επιχειρηματολογία της. Οι διατάξεις του άρθρου 20 παράγραφος 1 και του άρθρου 21 παράγραφος 4 δεν θίγονται από τη λήψη μέτρων σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.
11.  
Σε περίπτωση που ένα ή περισσότερα από τα μέρη είναι αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, στην έκθεση της ειδικής ομάδας ορίζεται ρητώς ο τρόπος κατά τον οποίο ελήφθησαν υπόψη οι σχετικές διατάξεις που αφορούν τη διακριτική και περισσότερο ευνοϊκή μεταχείριση που παρέχεται στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, οι οποίες αποτελούν μέρος των καλυπτόμενων συμφωνιών που εθίγησαν από την αναπτυσσόμενη χώρα μέλος κατά τη διάρκεια των διαδικασιών επίλυσης διαφορών.
12.  
Η ειδική ομάδα μπορεί αποτεδήποτε να αναστείλει τις εργασίες της μετά από αίτηση του καταγγέλλοντος και για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες. Σε περίπτωση τέτοιας αναστολής, τα χρονικά πλαίσια που τίθενται στο παρόν άρθρο, στις παραγράφους 8 και 9, στο άρθρο 20 παράγραφος 1 και στο άρθρο 21 παράγραφος 4, επεκτείνονται κατά το χρόνο αναστολής των εργασιών. Αν οι εργασίες της ειδικής ομάδας ανασταλούν για περισσότερους από 12 μήνες, εκλείπει η εξουσία για τη σύσταση ειδικής ομάδας.

Άρθρο 13

Δικαίωμα υποβολής αιτήματος για πληροφορίες

1.  
Κάθε ειδική ομάδα έχει το δικαίωμα να ζητεί πληροφορίες και τεχνικές συμβουλές από οποιοδήποτε άτομο ή οργανισμό θεωρεί κατάλληλο. Ωστόσο, πριν ζητήσει τέτοιες πληροφορίες ή συμβουλές από άτομο ή οργανισμό που υπάγεται στη δικαιοδοσία μέλους, η ειδική ομάδα ενημερώνει σχετικά τις αρχές του μέλους αυτού. Κάθε μέλος απαντά το συντομότερο δυνατό και κατά σαφή τρόπο σε κάθε αίτημα για πληροφορίες που υποβάλλεται από ειδική ομάδα, η οποία κρίνει ως απαραίτητες και κατάλληλες τις πληροφορίες αυτές. Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που κοινοποιούνται σε ειδική ομάδα δεν ανακοινώνονται χωρίς τη ρητή έγκριση του προσώπου, οργανισμού ή της αρχής που τις παρέσχε.
2.  
Οι ειδικές ομάδες δύνανται να ζητούν πληροφορίες από οποιαδήποτε σχετική πηγή και να συμβουλεύονται εμπειρογνώμονες προκειμένου να έχουν τις απόψεις τους επί ορισμένων πλευρών του θέματος. Όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά σχετικά με επιστημονικά ή άλλα τεχνικής φύσεως θέματα που θίγονται από διάδικο, η ειδική ομάδα δύναται να ζητεί γραπτή συμβουλευτική έκθεση από συμβουλευτική ειδική ομάδα. Οι κανόνες για τη σύσταση της ομάδας αυτής και των διαδικασιών της παρατίθενται στο προσάρτημα 4.

Άρθρο 14

Εμπιστευτικός χαρακτήρας

1.  
Οι εργασίες των ειδικών ομάδων έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα.
2.  
Οι εκθέσεις των ειδικών ομάδων συντάσσονται χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι, βάσει των παρεχομένων στοιχείων και των δηλώσεων.
3.  
Οι απόψεις που εκφράζονται στην έκθεση της ειδικής ομάδας από επιμέρους εμπειρογνώμονες που συμμετέχουν σ' αυτή είναι ανώνυμες.

Άρθρο 15

Στάδιο ενδιάμεσης επανεξέτασης

1.  
Σε συνέχεια της εξέτασης των υποβαλλομένων αντικρούσεων και προφορικών επιχειρημάτων, η ειδική ομάδα υποβάλλει στους διαδίκους το περιγραφικό μέρος του σχεδίου έκθεσής της (πραγματικά περιστατικά και επιχειρήματα). Εντός χρονικού διαστήματος που καθορίζεται από την ειδική ομάδα, οι διάδικοι υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους εγγράφως.
2.  
Μετά την εκπνοή της καθορισμένης ημερομηνίας για την υποβολή των παρατηρήσεων εκ μέρους των διαδίκων, η ειδική ομάδα υποβάλλει σε αυτούς ενδιάμεση έκθεση στην οποία περιλαμβάνονται, αφενός, το περιγραφικό μέρος και, αφετέρου, οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα της εν λόγω ομάδας. Εντός προθεσμίας που καθορίζεται από την ειδική ομάδα, οποιοδήποτε μέρος δύναται να της υποβάλλει εγγράφως αίτημα για επανεξέταση συγκεκριμένων θεμάτων της ενδιάμεσης έκθεσης πριν από τη διαβίβαση της τελικής έκθεσης στα μέλη. Κατόπιν αιτήσεως μέλους, η ειδική ομάδα συνεδριάζει εκ νέου με τα μέρη σχετικά με τα θέματα που προδιορίζονται στις γραπτές παρατηρήσεις. Εάν, εντός της προθεσμίας υποβολής παρατηρήσεων, δεν υποβάλλεται καμία παρατήρηση από τα μέλη, η ενδιάμεση έκθεση θεωρείται ως η τελική έκθεση της ειδικής ομάδας και διανέμεται το συντομότερο δυνατό στα μέλη.
3.  
Στα πορίσματα της τελικής έκθεσης της ειδικής ομάδας περιλαμβάνεται συζήτηση των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκε κατά το στάδιο της ενδιάμεσης επανεξέτασης. Το στάδιο ενδιάμεσης επανεξέτασης ολοκληρωνεται εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 12 παράγραφος 8.

Άρθρο 16

Έγκριση των εκθέσεων των ειδικών ομάδων

1.  
Προκειμένου να παρασχεθεί επαρκής χρόνος στα μέλη να εξετάσουν τις εκθέσεις της ειδικής ομάδας, το ΟΕΔ προβαίνει σε εξέταση των σχετικών εκθέσεων ενόψει της έγκρισής τους είκοσι ημέρες μετά την υποβολή τους στα μέλη.
2.  
Τα μέλη, τα οποία δεν συμφωνούν με κάποια έκθεση της ειδικής ομάδας, κοινοποιούν εγγράφως τους λόγους των αντιρρήσεών τους, τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν από τη συνεδρίαση του ΟΕΔ κατά την οποία εξετάζεται η σχετική έκθεση της ειδικής ομάδας.
3.  
Οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν ως πλήρη μέλη κατά την εξέταση της έκθεσης της ειδικής ομάδας από το ΟΕΔ και οι απόψεις τους καταγράφονται στο σύνολό τους.
4.  
Εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης της έκθεσης της ειδικής ομάδας στα μέλη, η έκθεση αυτή εγκρίνεται κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του ΟΕΔ ( 200 ), εκτός εάν διάδικο μέρος γνωστοποιήσει επισήμως στο ΟΕΔ την απόφασή του να προσβάλει την έκθεση ή εάν το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση την απόρριψή της. Εάν κάποιος διάδικος έχει γνωστοποιήσει την απόφασή του να ασκήσει έφεση, η έκθεση της ειδικής ομάδας υποβάλλεται στο ΟΕΔ για έγκριση μόνο μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας έφεσης. Η συγκεκριμένη διαδικασία έγκρισης δεν θίγει το δικαίωμα των μελών να εκφράζουν τις απόψεις τους επί της έκθεσης ειδικής ομάδας.

Άρθρο 17

Κατ' έφεση εξέταση της υπόθεσης

Μόνιμο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο

1.  
Το ΟΕΔ συστήνει μόνιμο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο. Στο εν λόγω όργανο υποβάλλονται εφέσεις που αφορούν υποθέσεις ειδικών ομάδων. Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο αποτελείται από επτά πρόσωπα εκ των οποίων τρία παρίστανται σε όλες τις υποθέσεις. Τα πρoσωπα που είναι μέλη του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου συμμετέχουν εκ περιτροπής, Το εκ περιτροπής αυτό σύστημα καθορίζεται στις διαδικασίες λειτουργίας του εν λόγω οργάνου.
2.  
Το ΟΕΔ διορίζει τα μέλη του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου. Η θητεία του κάθε μέλους είναι τετραετής και υπάρχει δυνατότητα ανανέωσης για μία φορά. Ωστόσο, η θητεία τριών από τα επτά πρόσωπα που διορίζονται αμέσως μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ λήγει μετά την πάροδο διετίας. Η επιλογή των τριών αυτών προσώπων γίνεται με κλήρωση. Οι θέσεις πληρούνται όταν κενώνονται. Το πρόσωπο που ορίζεται να αντικαταστήσει μέλος του οποίου η θητεία δεν έχει λήξει παραμένει στη θέση του μέχρις ότου λήξει η θητεία του προκατόχου του.
3.  
Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο αποτελείται από πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους, με αποδεδειγμένη εμπειρία στους τομείς δικαίου διεθνούς εμπορίου και, γενικώς, σε θέματα που αποτελούν αντικείμενο των καλυπτομένων συμφωνιών. Τα μέλη του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Η σύνθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου είναι, σε γενικέζ γραμμέζ, αντιπροσωπευτική τηξ σύνθεσηξ τoν ΠΟΕ. Όλα τα πρόσωπα που αποτελούν μέλη του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή και χωρίς καθυστέρηση και είναι διαρκώς ενημερωμένα για τις δραστηριότητες που αποτελούν αντικείμενο επίλυσης διαφορών, καθώς και για άλλες σχετικές δραστηριότητες του ΠΟΕ. Τα πρόσωπα αυτά δεν συμμετέχουν στην εξέταση διαφορών που θα ήταν δυνατόν να προκαλέσουν, άμεσα ή έμμεσα, σύγκρουση συμφερόντων.
4.  
Μόνον οι διάδικοι και όχι τρίτα μέρη έχουν δικαίωμα να προσβάλουν έκθεση ειδικής ομάδας. Τα τρίτα μέρη που έχουν γνωστοποιήσει στο ΟΕΔ το ουσιώδες ενδιαφέρον τους ως προς το θέμα, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2, δύνανται να υποβάλουν εγγράφως στοιχεία και να εκθέσουν τις απόψεις τους στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο.
5.  
Κατά γενικό κανόνα, η διάρκεια της διαδικασίας, από την ημερομηνία κατά την οποία διάδικος ανακοινώνει επισήμως την απόφασή του να ασκήσει έφεση έως την ημερομηνία που το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο κοινοποιεί την έκθεσή του, δεν υπερβαίνει τις εξήντα ημέρες. Κατά τον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος των εργασιών του, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο, εάν κρίνει σκόπιμο, λαμβάνει υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 9. Σε περίπτωση που το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο κρίνει ότι δεν δύναται να υποβάλει την έκθεσή του εντός εξήντα ημερών, ενημερώνει εγγράφως το ΟΕΔ σχετικά με τους λόγους της καθυστέρησης και παρέχει, συγχρόνως, εκτίμηση του χρονικού διαστήματος εντός του οποίου θα υποβάλει την έκθεσή του. Σε καμία περίπτωση η σχετική διαδικασία δεν υπερβαίνει τις ενενήντα ημέρες.
6.  
Η έφεση περιορίζεται σε νομικά ζητήματα που θίγονται στην έκθεση της ειδικής ομάδας, καθώς και στην ερμηνεία των νομικών εννοιών την οποία πραγματοποιεί η ειδική ομάδα.
7.  
Στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο παρέχεται η κατάλληλη διοικητική και νομική στήριξη.
8.  
Τα έξοδα των προσώπων που είναι μέλη του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων ταξιδιων και των ημερησίων αποζημιώσεων, καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του ΠΟΕ, σύμφωνα με τα κριτήρια που πρόκειται να υιοθετηθούν από το Γενικό Συμβούλιο, βάσει των συστάσεων της Επιτροπής Προϋπολογισμού, Οικονομικών και Διαχείρισης.

Διαδικασίες κατ' έφεση εξέτασης

9.  
Οι διαδικασίες εργασίας καθορίζονται από το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο, σε συνεννόηση με τον πρόεδρο του ΟΕΔ και το Γενικό Διευθυντή και ανακοινώνονται στα μέλη προς ενημέρωσή τους.
10.  
Οι εργασίες του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα. Οι εκθέσεις του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου συντάσσονται χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και βάσει των παρεχομένων στοιχείων και δηλώσεών τους.
11.  
Οι απόψεις που εκτίθενται στην έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου από άτομα που αποτελούν μέλη αυτού είναι ανώνυμες.
12.  
Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εξετάζει κάθε θέμα που θίγεται κατά τη διάρκεια της κατ' έφεση διαδικασίας, σύμφωνα με την παράγραφο 6.
13.  
Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο δύναται να υποστηρίζει, να τροποποιεί ή να αναιρεί τις νομικές διαπιστώσεις και πορίσματα της ειδικής ομάδας.

Έγκριση των εκθέσεων του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου

14.  
Η έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εγκρίνεται από το ΟΕΔ και γίνεται αποδεκτή άνευ όρων από τους διαδίκους, εκτός εάν το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση να μην εγκρίνει την έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εντός τριάντα ημερών από την υποβολή της στα μέλη ( 201 ). Η διαδικασία αυτή έγκρισης δεν θίγει το δικαίωμα των μελών να εκφέρουν τις απόψεις τους επί της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου.

Άρθρο 18

Ανακοινώσεις στην ειδική ομάδα και στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο

1.  
Δεν πραγματοποιούνται ανακοινώσεις ex parte στην ειδική ομάδα ή στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο όσον αφορά θέματα που εξετάζονται από την ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο.
2.  
Τα στοιχεία που υποβάλλονται εγγράφως στην ειδική ομάδα ή στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο αντιμετωπίζονται ως εμπιστευτικά, αλλά τίθενται στη διάθεση των διαδίκων. Καμία διάταξη στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας δεν απαγορεύει σε διάδικο να κοινοποιήσει τις απόψεις του. Τα μέλη αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτικού χαρακτήρα τα στοιχεία που υποβάλλονται από άλλο μέλος στην ειδική ομάδα ή στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο και που το εν λόγω μέλος έχει χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικού χαρακτήρα. Επίσης οι διάδικοι υποβάλλουν μη εμπιστευτικού χαρκτήρα περιλήψεις των πληροφοριών που περιέχονται στις γραπτές ανακοινώσεις τους, οι οποίες δύνανται να κοινοποιηθούν.

Άρθρο 19

Συστάσεις που διατυπώνονται από την ειδική ομάδα και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο

1.  
Σε περίπτωση που μια ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο συμπεραίνει ότι ένα μέτρο είναι ασυμβίβαστο με καλυπτόμενη συμφωνία συστήνει στο ενδιαφερόμενο μέλος ( 202 ) να αναπροσαρμόσει το μέτρο ώστε να συμβαδίζει προς τη σχετική συμφωνία ( 203 ). Πέραν των συστάσεών τους, η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο δύνανται να προτείνουν τρόπους κατά τους οποίους το ενδιαφερόμενο μέλος θα ήταν δυνατόν να υλοποιήσει τις συστάσεις.
2.  
Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2, στο πλαίσιο των διαπιστώσεων και συστάσεών τους, η ειδική ομάδα και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο δεν δύνανται να αυξήσουν ή να μειώσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις καλυπτόμενες συμφωνίες,

Άρθρο 20

Χρονοδιάγραμμα των αποφάσεων του ΟΕΔ

Εκτός εάν οι διάδικοι αποφασίσουν διαφορετικά, το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας από το ΟΕΔ έως την ημερομηνία εξέτασης από αυτό της έκθεσης της ειδικής ομάδας ή του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου προς έγκριση δεν υπερβαίνει, κατά γενικό κανόνα, εννέα μήνες εάν δεν ασκηθεί έφεση κατά της έκθεσης της ειδικής ομάδας, ή δώδεκα μήνες αν ασκηθεί έφεση κατά της εν λόγω έκθεσης. Σε περίπτωση που είτε η ειδική ομάδα είτε το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο έχουν ζητήσει, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 9 ή το άρθρο 17 παράγραφος 5, παράταση της προθεσμίας υποβολής της έκθεσής του, ο επιπλέον χρόνος που παρέχεται προστίθεται στα ανωτέρω χρονικά διαστήματα.

Άρθρο 21

Παρακολούθηση της εφαρμογής των συστάσεων και αποφάσεων

1.  
Η ταχεία συμμόρφωση με τις συστάσεις ή αποφάσεις του ΟΕΔ είναι ουσιαστικής σημασία προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική επίλυση των διαφορών προς όφελος όλων των μελών.
2.  
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί σε θέματα που θίγουν τα συμφέροντα των αναπτυσσομένων χωρών μελών, όσον αφορά τα μέτρα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο της διαδικασίας επίλυσης διαφορών.
3.  

Στο πλαίσιο συνεδρίασης του ΟΕΔ που πραγματοποιείται εντός 30 ημερών (201)  μετά την ημερομηνία έγκρισης της έκθεσης της ειδικής ομάδας ή του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, το ενδιαφερόμενο μέλος ενημερώνει το ΟΕΔ σχετικά με τις προθέσεις του, όσον αφορά την υλοποίηση των συστάσεων και αποφάσεων του ΟΕΔ. Εάν η άμεση συμμόρφωση με τις συστάσεις και αποφάσεις είναι πρακτικώς αδύνατη, παρέχεται για το σκοπό αυτό εύλογο χρονικό διάστημα στο ενδιαφερόμενο μέλος. Το εύλογο χρονικό διάστημα συνίσταται:

α) 

στο χρονικό διάστημα που προτείνεται από το ενδιαφερόμενο μέλος, υπό τον όρο ότι το σχετικό διάστημα εγκρίνεται από το ΟΕΔ· ή ελλείψει της έγκρισης αυτής,

β) 

σε χρονικό διάστημα που συμφωνείται αμοιβαία από τους διαδίκους εντός σαρανταπέντε ημερών από την ημερομηνία έγκρισης των συστάσεων και αποφάσεων ή, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας,

γ) 

σε χρονικό διάστημα που καθορίζεται μέσω υποχρεωτικής διαιτησίας εντός ενενήντα ημερών μετά την ημερομηνία έγκρισης των συστάσεων και αποφάσεων ( 204 ). Κατά την εν λόγω διαιτησία, μια αρχή που θα πρέπει να κατευθύνει τις εργασίες του διαιτητή ( 205 ) είναι ότι το εύλογο χρονικό διάστημα για την υλοποίηση των συστάσεων της ειδικής ομάδας ή του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου δεν είναι σκόπιμο να υπερβαίνει τους δεκαπέντε μήνες από την ημερομηνία έγκρισης της έκθεσης ειδικής ομάδας ή δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου. Ωστόσο, το σχετικό χρονικό διάστημα ενδέχεται να είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο, ανάλογα με τις εκάστοτε περιστάσεις.

4.  
Εκτός εάν η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο παρατείνει την προθεσμία υποβολής της έκθεσης, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 9 ή το άρθρο 17 παράγραφος 5, το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας από το ΟΕΔ έως την ημερομηνία καθορισμού του εν λόγω χρονικού διαστήματος δεν υπερβαίνει τους δεκαπέντε μήνες, εκτός εάν αποφασίσουν διαφορετικά οι διάδικοι. Σει περίπτωση που είτε η ειδική ομάδα είτε το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο έχουν ενεργήσει για την παράταση της προθεσμίας υποβολής της έκθεσης, ο επιπλέον χρόνος που παρέχεται προστίθεται στο διάστημα των δεκαπέντε μηνών, υπό τον όρο ότι, μόνον εφόσον οι διάδικοι αποφασίσουν ότι υφίστανται εξαιρετικές περιστάσεις, ο συνολικός χρόνος υπερβαίνει τους δεκαοχτών μήνες.
5.  
Σε περίπτωση διαφωνίας ως προς την ύπαρξη μέτρων ή ως προς το αν συμβιβάζονται με καλυπτόμενη συμφωνία μέτρα που λαμβάνονται προς συμμόρφωση με τις συστάσεις και αποφάσεις, η εν λόγω διαφορά ρυθμίζεται σύμφωνα με τις σχετικές διαδικασίες επίλυσης διαφορών, με προσφυγή, όταν είναι δυνατόν, στην αρχική ειδική ομάδα. Η ειδική ομάδα υποβάλλει την έκθεσή της εντός ενενήντα ημερών από την ημερομηνία παραπομπής τους θέματος σε αυτή. Σε περίπτωση που η ειδική ομάδα εκτιμά ότι δεν δύναται να υποβάλει την έκθεσή της εντός καθορισμένης προθεσμίας, γνωστοποιεί εγγράφως στο ΟΕΔ τους λόγους της καθυστέρησης, παρέχοντας ταυτόχρονα εκτίμηση του χρονικού διαστήματος εντός του οποίου θα υποβάλει την έκθεσή της.
6.  
Το ΟΕΔ παρακολουθεί την εφαρμογή των εγκεκριμένων συστάσεων ή αποφάσεων. Το θέμα της εφαρμογής των συστάσεων ή αποφάσεων ενδέχεται να θιγεί στο ΟΕΔ από κάθε μέλος και οποτεδήποτε μετά την έγκρισή τους. Εκτός εάν το ΟΕΔ αποφασίσει διαφορετικά, το θέμα της εφαρμογής των συστάσεων και αποφάσεων εγγράφεται στην ημερήσια διάταξη της συνεδρίασης του ΟΕΔ έξι μήνες μετά την ημερομηνία καθορισμού του εν λόγω χρονικού διαστήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 3, και παραμένει στην ημερήσια διάταξη του ΟΕΔ μέχρις ότου επιλυθεί. Τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν από κάθε σχετική συνεδρίαση του ΟΕΔ, το ενδιαφερόμενο μέλος υποβάλλει εγγράφως στο ΟΕΔ έκθεση σχετική με την πρόοδο εφαρμογής των συστάσεων και αποφάσεων.
7.  
Σε περίπτωση που το θέμα έχει θιγεί από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, το ΟΕΔ εξετάζει τις περαιτέρω ενέργειες που θα ήταν δυνατόν να αναλάβει και οι οποίες θα ήταν κατάλληλες για τις περιστάσεις.
8.  
Εάν ασκείται έφεση από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, κατά την εξέταση των μέτρων που αρμόζει να ληφθούν, το ΟΕΔ λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τις συναλλαγές που προβλέπονται στο πλαίσιο των εν λόγω μέτρων αλλά, επίσης, τις επιπτώσεις τους στην οικονομία των ενδιαφερομένων αναπτυσσομένων χωρών μελών.

Άρθρο 22

Παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων και αναστολή των παραχωρήσεων

1.  
Η παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων και η αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων αποτελούν προσωρινά μέτρα που λαμβάνονται σε περίπτωση που οι συστάσεις και οι αποφάσεις δεν εφαρμόζονται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Ωστόσο, ούτε η παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων ούτε η αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων δεν προτιμώνται έναντι της πλήρους εφαρμογής σύστασης για τη συμμόρφωση μέτρου με τις καλυπτόμενες συμφωνίες. Τα αντισταθμιστικά ανταλλάγματα αποτελούν εθελοντικά μέτρα και, όταν παρέχονται, είναι σύμφωνα με τις καλυπτόμενες συμφωνίες.
2.  
Εάν το ενδιαφερόμενο μέλος δεν επιτύχει τη συμμόρφωση ενός μέτρου που απεδείχθη ασυμβίβαστο με καλυπτόμενη συμφωνία, ή τη συμμόρφωση του με τις συστάσεις και αποφάσεις εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος που καθορίζεται βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 3, το μέλος αυτό, εάν ζητηθεί, και όχι αργότερα από το πέρας του ευλόγου χρονικού διαστήματος, προβαίνει σε διαβουλεύσεις με οποιοδήποτε μέρος έχει επικαλεσθεί τις διαδικασίες επίλυσης διαφορών, προκειμένου να συμφωνηθούν αμοιβαία αποδεκτά αντισταθμιστικά ανταλλάγματα. Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία για την παροχή ικανοποιητικού αντισταθμιστικού ανταλλάγματος, εντός είκοσι ημερών από το πέρας του ευλόγου χρονικού διαστήματος, κάθε μέλος που έχει επικαλεσθεί τις διαδικασίες επίλυσης διαφορών δύναται να ζητήσει τη χορήγηση άδειας από το ΟΕΔ για να αναστείλει έναντι του ενδιαφερόμενου μέλους την εφαρμογή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων που απορρέουν από τις καλυπτόμενες συμφωνίες.
3.  

Προκειμένου να επιλέξει τις παραχωρήσεις ή άλλες υποχρεώσεις που θα αναστείλει, ο καταγγέλλων εφαρμόζει τις ακόλουθες αρχές και διαδικασίες:

α) 

η γενική αρχή είναι η εξής: ο καταγγέλλων οφείλει κατ' αρχήν να προβεί στην αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων όσον αφορά τον ίδιο τομέα με αυτόν, στον οποίο η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο διαπίστωσε παράβαση ή τυχόν μερική ή ολική αναίρεση των οφελών·

β) 

σε περίπτωση που το εν λόγω μέλος θεωρεί ότι δεν είναι εφικτή ή αποτελεσματική η αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων όσον αφορά τον ίδιο τομέα, δύναται να προβεί σε αναστολή των παραχωρήσεων ή λοιπών υποχρεώσεων στο πλαίσιο άλλων τομέων που καλύπτονται από την ίδια συμφωνία·

γ) 

εάν το εν λόγω μέλος θεωρεί ότι δεν είναι εφικτή ή αποτελεσματική η αναστολή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων όσον αφορά τους λοιπούς τομείς στο πλαίσιο της ίδιας συμφωνίας, και ότι οι περιστάσεις είναι αρκετά σοβαρές, δύναται να επιδιώξει την αναστολή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων στο πλαίσιο άλλης καλυπτόμενης συμφωνίας·

δ) 

κατά την εφαρμογή των ανωτέρω αρχών, το εν λόγω μέρος λαμβάνει υπόψη:

i) 

τις συναλλαγές στο πλαίσιο του τομέα ή της συμφωνίας ως προς την οποία η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο διαπίστωσε παράβαση ή τυχόν μερική ή ολική αναίρεση. οφελών, και τη σημασία αυτών των συναλλαγών για το εν λόγω μέρος,

ii) 

τα ευρύτερα οικονομικά στοιχεία που συνοδεύονται από την αναίρεση ή μείωση των προνομίων και τις ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις της αναστολής των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων·

ε) 

εάν το εν λόγω μέρος αποφασίσει να ζητήσει άδεια για την αναστολή των παραχωρήσεων ή λοιπών υποχρεώσεων, σύμφωνα με τα στοιχεία β) ή γ), αναφέρει στην αίτησή του τους σχετικούς λόγους. Ταυτόχρονα με την αποστολή της στο ΟΕΔ η αίτηση διαβιβάζεται επίσης στα αρμόδια συμβούλια καθώς και, σε περίπτωση αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με το στοιχείο β), στα αρμόδια τομεακά όργανα·

στ) 

για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως «τομέας» νοείται:

i) 

όσον αφορά τα εμπορεύματα, το σύνολο των εμπορευμάτων,

ii) 

όσον αφορά τις υπηρεσίες, ένας βασικός τομέας όπως καθορίζεται στον ισχύοντα «κατάλογο τομεακής κατάταξης των υπηρεσιών», στον οποίο παρατίθενται οι εν λόγω τομείς ( 206 ),

iii) 

όσον αφορά τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, εκάστη των κατηγοριών δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (ΤRΙΡ)·

ζ) 

για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως «συμφωνία» νοείται:

i) 

όσον αφορά τα εμπορεύματα, οι συμφωνίες που παρατίθενται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, στο σύνολό τους, καθώς και οι πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες στο μέτρο που οι ενδιαφερόμενοι διάδικοι είναι μέρη στις εν λόγω συμφωνίες,

ii) 

όσον αφορά τις υπηρεσίες, η GΑΤS,

iii) 

όσον αφορά τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, η συμφωνία για τα ΤRΙΡ.

4.  
Το επίπεδο της αναστολής των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων για το οποίο χορηγείται άδεια από το ΟΕΔ αντιστοιχεί στο επίπεδο μερικής ή ολικής αναίρεσης των οφελών.
5.  
Το ΟΕΔ δεν χορηγεί άδεια για την αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων σε περίπτωση που μια καλυπτόμενη συμφωνία απαγορεύει τη σχετική αναστολή.
6.  
Σε περίπτωση που ισχύουν οι συνθήκες που περιγράφονται στην παράγραφο 2, το ΟΕΔ, κατόπιν αιτήσεως, χορηγεί άδεια για την αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων εντός τριάντα ημερών από το πέρας του ευλόγου χρονικού διαστήματος, εκτός εάν το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση την απόρριψη της αίτησης. Ωστόσο, εάν το ενδιαφερόμενο μέλος έχει αντιρρήσεις ως προς το προτεινόμενο επίπεδο αναστολής, ή ισχυρίζεται ότι δεν τηρήθηκαν οι αρχές και οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 όταν ο καταγγέλλων ζήτησε άδεια αναστολής των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων, βάσει της παραγράφου 3 στοιχεία β) ή γ), το θέμα παραπέμπεται σε διαιτησία. Η διαδικασία της διαιτησίας αναλαμβάνεται από την αρχική ειδική ομάδα, σε περίπτωση που είναι διαθέσιμα τα μέλη, ή από διαιτητή ( 207 ) που ορίζεται από το γενικό διευθυντή, και ολοκληρώνεται εντός εξήντα ημερών μετά το πέρας του ευλόγου χρονικού διαστήματος. Οι παραχωρήσεις ή άλλες υποχρεώσεις δεν αναστέλλονται κατά τη διάρκεια της διαιτησίας. 120 προσδιορίζονται ένδεκα τομείς.
7.  
Ο διαιτητής ( 208 ), ενεργώντας σύμφωνα με την παράγραφο 6, δεν εξετάζει τη φύση των παραχωρήσεων ή των άλλων υποχρεώσεων που θα ανασταλούν, αλλά κρίνει κατά πόσον το επίπεδο των εν λόγω παραχωρήσεων αντιστοιχεί στο επίπεδο ολικής ή μερική αναίρεσης οφελών. Ο διαιτητής δύναται, επίσης, να προσδιορίζει εάν η προτεινόμενη αναστολή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων επιτρέπεται στο πλαίσιο της καλυπτόμενης συμφωνίας. Ωστόσο, εάν το θέμα που παραπέμπεται σε διαιτησία περιλαμβάνει καταγγελία ότι δεν έχουν τηρηθεί οι αρχές και οι διαδικασίες που ορίζονται στην παράγραφο 3, ο διαιτητής εξετάζει τη σχετική καταγγελία. Σε περίπτωση που ο διαιτητής εκτιμά ότι οι εν λόγω αρχές και διαδικασίες δεν έχουν τηρηθεί, ο καταγγέλλων τις εφαρμόζει σύμφωνα με την παράγραφο 3. Τα μέρη δέχονται την απόφαση του διαιτητή ως οριστική και τα μέλη δεν προβαίνουν σε δεύτερη διαιτησία. Το ΟΕΔ ενημερώνεται, αμελλητί, σχετικά με την απόφαση του διαιτητή και χορηγεί κατόπιν αίτησης άδεια για την αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων, όταν η αίτηση είναι σύμφωνη με την απόφαση του διαιτητή, εκτός εάν το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση την απόρριψη της αίτησης.
8.  
Η αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων είναι προσωρινή και εφαρμόζεται μόνον έως ότου καταργηθεί το μέτρο που απεδείχθη ότι δεν είναι σύμφωνο με καλυπτόμενη συμφωνία ή έως ότου το μέλος, το οποίο οφείλει να εφαρμόσει συστάσεις ή αποφάσεις, εξεύρει λύση ως προς το θέμα της μερικής ή ολικής αναίρεσης οφελών, ή επιτευχθεί αμοιβαίως ικανοποιητική λύση. Σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 6, το ΟΕΔ συνεχίζει να παρακολουθεί την εφαρμογή εγκεκριμένων συστάσεων ή αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που έχουν παρασχεθεί αντισταθμιστικά ανταλλάγματα ή που έχουν ανασταλεί παραχωρήσεις ή άλλες υποχρεώσεις, αλλά δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή συστάσεις για τη συμμόρφωση του μέτρου με τις καλυπτόμενες συμφωνίες.
9.  
Η επίκληση των διατάξεων επίλυσης διαφορών των καλυπτομένων συμφωνιών είναι δυνατή μόνο όσον αφορά μέτρα που επηρεάζουν την τήρησή τους και που λαμβάνονται από περιφερειακές ή τοπικές διοικήσεις ή αρχές εντός του εδάφους μέλους. Σε περίπλτωση που το ΟΕΔ αποφανθεί ότι δεν έχει τηρηθεί διάταξη καλυπτόμενης συμφωνίας, το αρμόδιο μέλος λαμβάνει όλα τα μέτρα που έχει στη διάθεσή του για την εξασφάλιση της εν λόγω τήρησης. Οι διατάξεις των καλυπτομένων συμφωνιών και του παρόντος μνημονίου συμφωνίας όσον αφορά την παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων και την αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων εφαρμόζονται σε περιπτώσεις που δεν κατέστη δυνατή η εξασφάλιση της σχετικής τήρησης ( 209 ).

Άρθρο 23

Ενίσχυση του πολυμερούς συστήματος

1.  
Όταν τα μέλη επιδιώκουν την αποκατάσταση της παραβίασης των υποχρεώσεων ή τυχόν μερικής ή ολικής αναίρεσης των οφελών στο πλαίσιο των καλυπτομένων συμφωνιών, ή ενός εμποδίου στην επίτευξη στόχων των καλυπτομένων συμφωνιών, προσφεύγουν ή/και συμμορφούνται προς τους κανόνες και διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας.
2.  

Στις περιπτώσεις αυτές τα μέλη:

α) 

δεν καθορίζουν ότι υπήρξε παράβαση ή ότι έχουν αναιρεθεί εν όλω ή εν μέρει τα οφέλη ή ότι έχει εμποδισθεί ή επίτευξη οποιουδήποτε στόχου των καλυπτομένων συμφωνιών, παρά μόνον αφού προσφύγουν στη διαδικασία επίλυσης διαφορών, σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας, προβαίνουν δε στη σχετική διαπίστωση σύμφωνα με τα πορίσματα που περιέχονται στην έκθεση της ειδικής ομάδας ή του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, η οποία έχει εγκριθεί από το ΟΕΔ ή σύμφωνα με την απόφαση διαιτησίας που εκδίδεται στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας·

β) 

ακολουθούν τις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 21 για τον καθορισμό του εύλογου χρονικού διαστήματος που παρέχεται στα ενδιαφερόμενα μέλη για την εφαρμογή των συστάσεων και αποφάσεων και

γ) 

ακολουθούν τις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 22, για τον καθορισμό του επιπέδου αναστολής παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων και τη χορήγηση άδειας από το ΟΕΔ, σύμφωνα με τις εν λόγω διαδικασίες, πριν να προβούν στην αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο των καλυπτομένων συμφωνιών, εξαιτίας της αδυναμίας του ενδιαφερόμενου μέλους να εφαρμόσει τις σχετικές συστάσεις και αποφάσεις εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.

Άρθρο 24

Ειδικές διαδικασίες όσον αφορά τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη

1.  
Σε όλα τα στάδια του καθορισμού των αιτιών μιας διαφοράς και των διαδικασιών επίλυσης διαφορών που αφορούν μια λιγότερη ανεπτυγμένη χώρα μέλος, ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην ιδιάζουσα κατάσταση των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών. Τα μέλη επιδεικνύουν σχετικά την αρμόζουσα μετριοπάθεια όταν θίγουν θέματα, στο πλαίσιο των σχετικών διαδικασιών, που αφορούν μια λιγό ερο ανεπτυγμένη χώρα μέλος. Σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι ένα μέτρο που λαμβάνεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος έχει ως συνέπεια την ολική ή μερική αναίρεση των οφελών, οι καταγγέλλοντες επιδεικνύουν την αρμόζουσα μετριοπάθεια όταν ζητούν την παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων ή τη χορήγηση αδείας για την αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων, βάσει των σχετικών διαδικασιών.
2.  
Σε υποθέσεις επίλυσης διαφορών που αφορούν μια λιγότερο ανεπτυγμένη χώρα, όταν δεν έχει εξευρεθεί ικανοποιητική λύση κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, ο γενικός διευθυντής ή ο πρόεδρος του ΟΕΔ, κατόπιν αιτήσεως μιας λιγότερο ανεπτυγμένης χώρας μέλους, προσφέρει τις καλές του υπηρεσίες καθώς και υπηρεσίες συμβιβασμού και διαμεσολάβησης με στόχο την παροχή βοήθειας στα μέρη για την επίλυση της διαφοράς, προτού υποβληθεί αίτηση για τη σύσταση ειδικής ομάδας. Κατά την παροχή της ανωτέρω βοήθειας, ο γενικός διευθυντής ή ο πρόεδρος του ΟΕΔ δύναται να συμβουλεύεται οποιαδήποτε πηγή κρίνει κατάλληλη.

Άρθρο 25

Διαιτησία

1.  
Η ταχεία διαδικασία διαιτησίας στο πλαίσιο του ΠΟΕ ως εναλλακτικό μέσο επίλυσης διαφορών δύναται να διευκολύνει την επίλυση ορισμένων διαφορών που αφορούν θέματα σαφώς καθορισμένα από αμφότερα τα μέρη.
2.  
Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας, η προσφυγή στη διαιτησία είναι δυνατή μόνον κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας των μερών τα οποία αποφασίζουν, επίσης, τις διαδικασίες που θα ακολουθηθούν. Οι συμφωνίες οι σχετικές με την προσφυγή σε διαιτησία γνωστοποιούνται σε όλα τα μέλη αρκετά πριν από την ουσιαστική έναρξη της εν λόγω διαδικασίας.
3.  
Η συμμετοχή άλλων μελών στη διαδικασία διαιτησίας είναι δυνατή μόνον κατόπιν συμφωνίας των μερών που έχουν αποφασίσει να προσφύγουν σε αυτή. Τα μέρη που συμμετέχουν στη σχετική διαδικασία συμφωνούν να συμμορφωθούν προς την απόφαση διαιτησίας. Οι αποφάσεις διαιτησίας γνωστοποιούνται στο ΟΕΔ και στο συμβούλιο ή στην επιτροπή οποιασδήποτε σχετικής συμφωνίας, στο πλαίσιο των οποίων κάθε μέλος δύναται να θίξει οποιοδήποτε σχετικό θέμα.
4.  
Τα άρθρα 21 και 22 του παρόντος μνημονίου συμφωνίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις αποφάσεις διαιτησίας.

Άρθρο 26

1.  
Καταγγελίες που δεν αφορούν περιπτώσεις παραβιάσεων του τύπου που περιγράφεται στο άρθρο XXIII της GΑΤΤ του 1994 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Σε περίπτωση που οι διατάξεις του άρθρου XXIII παράγραφος 1 στοιχείο β) της GΑΤΤ του 1994 εφαρμόζονται σε καλυπτόμενη συμφωνία, μια ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο δύνανται να προβαίνουν σε αποφάσεις ή συστάσεις μόνον όταν ένας διάδικος θεωρεί ότι οποιαδήποτε ωφέλεια που απορρέει υπέρ αυτού, είτε άμεσα είτε έμμεσα, από τη σχετική καλυπτόμενη συμφωνία αναιρείται εν όλω ή εν μέρει ή ότι παρεμποδίζεται η επίτευξη οποιουδήποτε στόχου της εν λόγω συμφωνίας εξαιτίας της εφαρμογής από μέλος οποιουδήποτε μέτρου, ανεξάρτητα από το αν αυτό αντιτίθεται ή όχι στις διατάξεις της συμφωνίας. Όταν ο διάδικος αυτός θεωρεί και η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο αποφαίνονται ότι μια υπόθεση αφορά μέτρο το οποίο δεν αντιβαίνει στις διατάξεις καλυπτόμενης συμφωνίας για την οποία ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου XXIII παράγραφος 1 στοιχείο β) της GΑΤΤ 1994, εφαρμόζονται οι διαδικασίες του παρόντος ρψονίου συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι:

α) 

ο καταγγέλλων υποβάλλει εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση για τη στήριξη οποιασδήποτε καταγγελίας που αφορά μέτρο το οποίο δεν αντιβαίνει στη σχετική καλυπτόμενη συμφωνία·

β) 

σε περίπτωση που ένα μέτρο απεδείχθη ότι αναιρεί εν όλω ή εν μέρει οφέλη που απορρέουν από τη σχετική καλυπτόμενη συμφωνία ή ότι παρεμποδίζει την επίτευξη των στόχων αυτής χωρίς να υφίσταται παράβαση, η ανάκληση του συγκεκριμένου μέτρου δεν είναι υποχρεωτική. Ωστόσο, σε τέτοιες περιπτώσεις, η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εισηγείται την πραγματοποίηση αμοιβαίως ικανοποιητικής προσαρμογής από το ενδιαφερόμενο μέλος·

γ) 

κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των δύο μερών, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 21, η διαδικασία διαιτησίας που προβλέπεται στο άρθρο 21 παράγραφος 3 μπορεί να περιλαμβάνει τον καθορισμό του ύφους των οφελών που έχουν αναιρεθεί εν όλω ή εν μέρει, καθώς, επίσης να προτείνει τρόπους και μέσα επίτευξης αμοιβαίως ικανοποιητικής προσαρμογής. Οι προτάσεις αυτές δεν είναι δεσμευτικές για τους διαδίκους·

δ) 

κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 22 παράγραφος 1, η παροχή αντισταθμιστικού ανταλλάγματος δύναται να αποτελεί μέρος αμοιβαίως ικανοποιητικής προσαρμογής που οδηγεί σε οριστική επίλυση της διαφοράς.

2.  
Καταγγελίες του τύπου που περιγράφονται στο άρθρο XXIII παράγραφος 1 στοιχείο γ) της GΑΤΤ 1994

Σε περιπτώσεις που οι διατάξεις του άρθρου XXIII παράγραφος 1 στοιχείο γ) της GΑΤΤ του 1994 ισχύουν για καλυπτόμενες συμφωνίες, μια ειδική ομάδα δύναται να προβαίνει σε αποφάσεις ή συστάσεις μόνον όταν ένα διάδικος θεωρεί ότι οποιαδήποτε ωφέλεια η οποία απορρέει υπέρ αυτού, είτε άμεσα είτε έμμεσα, από τη σχετική καλυπτόμενη συμφωνία αναιρείται εν όλω ή εν μέρει ή ότι παρεμποδίζεται η επίτευξη οποιουδήποτε στόχου της εν λόγω συμφωνίας, εξαιτίας της ύπαρξης συνθηκών διαφορετικών από τις συνθήκες υπό τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου XXIII παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) της GΑΤΤ του 1994. Εάν ο εν λόγω διάδικος θεωρεί και η ειδική ομάδα κρίνει ότι το υπό εξέταση θέμα καλύπτεται από την παρούσα παράγραφο, οι διαδικασίες που προβλέπονται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας εφαρμόζονται μόνον μέχρι και το στάδιο της διαδικασίας κατά το οποίο η έκθεση της ειδικής ομάδας κοινοποιείται στα μέλη. Οι κανόνες και οι διαδικασίες για την επίλυση διαφορών που περιλαμβάνονται στην απόφαση της 12ης Απριλίου 1989 (ΒΙSD 36S/61-67) εφαρμόζονται κατά την εξέταση της σχετικής έκθεσης ενόψει της έγκρισής της καθώς και κατά την παρακολούθηση και εφαρμογή των συστάσεων και των αποφάσεων. Ισχύουν επίσης, τα ακόλουθα:

α) 

ο καταγγέλλων υποβάλλει εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση για τη στήριξη οποιουδήποτε ισχυρισμού αναφορικά με θέματα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο·

β) 

σε υποθέσεις που αφορούν ζητήματα τα οποία καλύπτονται από την παρούσα παράγραφο, εάν μια ειδική ομάδα διαπιστώσει ότι οι υποθέσεις αυτές αφορούν και άλλα ζητήματα επίλυσης διαφορών εκτός αυτών που καλύπτονται από την παρούσα παράγραφο, διαβιβάζει στο ΟΕΔ δύο ξεχωριστές εκθέσεις, μία για τα εν λόγω ζητήματα και μία για τα ζητήματα που εμπίπτουν στην παρούσα παράγραφο.

Άρθρο 27

Αρμοδιότητες της γραμματείας

1.  
Η γραμματεία έχει καθήκον να παρέχει βοήθεια στις ειδικές ομάδες ειδικότερα όσον αφορά τις νομικές, ιστορικές και διαδικαστικές πλευρές των υπό εξέταση θεμάτων και να παρέχει γραμματειακή και τεχνική υποστήριξη.
2.  
Ενώ η γραμματεία παρέχει βοήθεια στα μέλη, κατόπιν αιτήσεών τους, σε ό,τι αφορά την επίλυση των διαφορών, ενδέχεται να υπάρξει ανάγκη πρόσθετης παροχής νομικών συμβουλών και βοήθειας σχετικά με την επίλυση διαφορών σε αναπτυσσόμενες χώρες μέλη. Για το σκοπό αυτό, η γραμματεία θέτει στη διάθεση οποιασδήποτε αναπτυσσόμενης χώρας μέλους το ζητήσει εμπειρογνώμονα ειδικευμένο σε νομικά θέματα από τις υπηρεσίες τεχνικής συνεργασίας του ΠΟΕ. Ο εμπειρογνώμονας αυτός παρέχει βοήθεια στην αναπτυσσόμενη χώρα μέλος κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται η διαρκής αμεροληψία της γραμματείας.
3.  
Η γραμματεία οργανώνει ειδικές σειρές μαθημάτων για τα ενδιαφερόμενα μέλη, όσον αφορά τις συγκεκριμένες διαδικασίες και πρακτικές επίλυσης διαφορών, προκειμένου οι εμπειρογνώμονες των μελών να ενημερώνονται πληρέστερα σχετικά με το θέμα.

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 1

ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

Α) 

Συμφωνία για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου

Β) 

Πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες

Παράρτημα 1Α : Πολυμερείς συμφωνίες για το εμπόριο αγαθών

Παράρτημα 1Β : Γενική Συμφωνία για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών

Παράρτημα 1Γ : Συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου

Παράρτημα 2 : Μνημόνιο συμφωνίας σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών

Γ) 

Πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες



Παράρτημα 4:

Συμφωνία για το εμπόριο αεροσκαφών πολιτικής αεροπορίας

Συμφωνία για τις δημόσιες συμβάσεις

Διεθνής συμφωνία για τα γαλακτοκομικά προϊόντα

Διεθνής συμφωνία για το βόειο κρέας

Η εφαρμογή του παρόντος μνημονίου συμφωνίας στις πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες υπόκειται στη σχετική απόφαση των συμβαλλομένων μερών κάθε συμφωνίας, στην οποία θα ορίζονται οι όροι εφαρμογής του μνημονίου συμφωνίας στις επιμέρους συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένων τυχόν ειδικών ή πρόσθετων κανόνων ή διαδικασιών που θα συμπεριληφθούν στο προσάρτημα 2, και θα γνωστοποιηθούν στο ΟΕΔ.

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 2

ΕΙΔΙΚΟΙ Ή ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΉΣ ΚΑΛΥΠΤΟΜΕΝΕΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ



Συμφωνία

Κανόνες και διαδικασίες

Συμφωνία για την εφαρμογή υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων

11.2

Συμφωνία για κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης

2.14, 2.21, 4.4, 5.2, 5.4, 5.6, 6.9, 6.10, 6.11, 8.1 έως 8.12

Συμφωνία για τα τεχνικά εμπόδια στο εμπόριο

14.2 έως 14.4, παράρτημα 2

Συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994

17.4 έως 17.7

Συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VII της GΑΤΤ του 1994

19.3 έως 19.5, παράρτημα ΙΙ.2(στ), 3, 9, 21

Συμφωνία για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα

4.2 έως 4.12, 6.6, 7.2 έως 7.10, 8.5, υποσημείωση 35, 24.4, 27.7 παράρτημα V

Γενική Συμφωνία για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών

XXII:3, XXIII:3

Παράρτημα για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες

4

Παράρτημα για τις υπηρεσίες στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών

4

Απόφαση για ορισμένες διαδικασίες επίλυσης διαφορών για τη Γενική Συμφωνία Συναλλαγών στον Τομέα του Εμπορίου (GΑΤS)

1 έως 5

O καταλογος κανόνων και διαδικασιών στο παρόν προσαρτημα περιλαμβάνει διαταξεις των οποίων ένα μέρος μόνο δύναται να είναι σχετικό με τα υπό εξέταση θέματα.

Ειδικοί ή πρόσθετοι κανόνες και διαδικασίες των πλειομερών εμπορικών συμφωνιών καθορίζονται από τα αρμόδια όργανα για κάθε μία από τις συμφωνίες και γνωστοποιούνται στο ΟΕΔ.

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 3

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

1. Κατά τις εργασίες της, η ειδική ομάδα τηρεί τις σχετικές διατάξεις του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. Επιπροσθέτως, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διαδικασίες λειτουργίας.

2. Η ειδική ομάδα συνεδριάζει κεκλεισμένων των θυρών. Οι διάδικοι και τα ενδιαφερόμενα μέρη παρίστανται στις συνεδριάσεις μόνον εφόσον προσκληθούν για το σκοπό αυτό από την ειδική ομάδα.

3. Οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας και τα έγγραφα που υποβάλλονται σε αυτή έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα. Καμία διάταξη στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας δεν εμποδίζει ένα διάδικο να κοινοποιήσει δηλώσεις των δικών του θέσεων. Τα μέλη αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτικού χρακτήρα τις πληροφορίες που υποβάλλονται στην ειδική ομάδα από άλλο μέλος και για τις οποίες το εν λόγω μέλος έχει δηλώσει ότι είναι εμπιστευτικού χαρακτήρα. Όταν ένας διάδικος υποβάλλει εγγράφως εμπιστευτικού χαρακτήρα εκθέσεις στην ειδική ομάδα, παρέχει, επίσης, κατόπιν αιτήσεως ενός μέλους, μη εμπιστευτικού χαρακτήρα περιλήψεις των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτές τις εκθέσεις, οι οποίες είναι κοινοποιήσιμες.

4. Πριν από την πρώτη επί της ουσίας συνεδρίαση της ειδικής ομάδας, οι διάδικοι υποβάλλουν σε αυτή γραπτές εκθέσεις στις οποίες παραθέτουν τα περιστατικά της υπόθεσης και τα επιχειρήματά τους.

5. Κατά την πρώτη επί της ουσίας συνεδρίαση με τους διαδίκους, η ειδική ομάδα ζητεί από το διάδικο που υπέβαλε την καταγγελία να παρουσιάσει την υπόθεση. Στην συνέχεια, ακόμη και κατά την ίδια συνεδρίαση, ο διάδικος κατά του οποίου υπεβλήθη η καταγγελία καλείται να εκθέσει τις απόψεις του.

6. Όλα τα τρίτα μέρη που έχουν γνωστοποιήσει στο ΟΕΔ το ενδιαφέρον τους για τη διαφορά προσκαλούνται εγγράφως να εκθέσουν τις απόψεις τους, κατά τη διάρκεια συζήτησης, στο πλαίσιο της πρώτης επί της ουσίας συνεδρίασης της ειδικής ομάδας που προορίζεται για το σκοπό αυτό. Όλα τα εν λόγω τρίτα μέρη δύνανται να παρίστανται καθ' όλη τη διάρκεια της εν λόγω συνόδου.

7. Οι επίσημες αντικρούσεις πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της δεύτερης επί της ουσίας συνεδρίασης της ειδικής ομάδας. Ο καθού έχει το δικαίωμα να λάβει πρώτος το λόγο ακολουθούμενος από τον καταγγέλλοντα. Πριν από την εν λόγω συνεδρίαση, τα μέρη υποβάλλουν εγγράφως αντικρούσεις στην ειδική ομάδα.

8. Η ειδική ομάδα δύναται οποτεδήποτε να θέσει ερωτήματα στα μέρη και να τους ζητήσει εξηγήσεις, είτε κατά τη διάρκεια συσκέψεων με αυτά είτε εγγράφως.

9. Οι διάδικοι και ια φα μέοη που καλούνται να εκθέσουν τις απόψεις τους, σύμφωνα με το άρθρο 10, θέτουν στη διάθεση της ειδικής ομάδας γραπτό κείμενο των προφορικών τους δηλώσεων.

10. Προκειμένου να εξασφαλισθεί πλήρης διαφάνεια, οι παρουσιάσεις, αντικρούσεις και δηλώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5 έως 9 πραγματοποιούνται παρουσία των μερών. Επίσης, τα στοιχεία που υποβάλλονται εγγράφως από κάθε μέρος, συμπεριλαμβανομένων τυχόν παρατηρήσεων επί του περιγραφικού μέρους της έκθεσης και των απαντήσεων σε ερωτήματα που τέθηκαν από την ειδική ομάδα, τίθενται στη διάθεση του άλλου μέρους ή μερών.

11. Κάθε επιπλέον διαδικασία που αφορά συγκεκριμένα την ειδική ομάδα.

12. Προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα εργασιών των ειδικών ομάδων:



α)  Παραλαβή των πρώτων εγγράφων στοιχείων των μερών:

 

1)  από τον καταγγέλλοντα:

3-6 εβδομάδες

2)  από τον καθού:

2-3 εβδομάδες

β)  Ημερομηνία, χρόνος και τόπος της πρώτης επί της ουσίας συνεδρίασης με τους διαδίκους* σύσκεψη με τα τρίτα μέρη:

1-2 εβδομάδες

γ)  Παραλαβή των εγγράφων αντικρούσεων των μερών:

2-3 εβδομάδες

δ)  Ημερομηνία, χρόνος και τόπος της δεύτερης επί της ουσίας συνεδρίασης με τους διαδίκους:

1-2 εβδομάδες

ε)  Υποβολή του περιγραφικού μέρους της έκθεσης στους διαδίκους:

2-4 εβδομάδες

στ)  Παραλαβή παρατηρήσεων από τους διαδίκους επί του περιγραφικού μέρους της έκθεσης:

2 εβδομάδες

ζ)  Υποβολή της ενδιάμεσης έκθεσης, συμπεριλαμβανομένων των διαπιστώσεων και των πορισμάτων στους διαδίκους:

2-4 εβδομάδες

η)  Προθεσμία που παρέχεται στους διαδίκους για να ζητήσουν επανεξέταση τμήματος της έκθεσης:

1 εβδομάδα

θ)  Χρονικό διάστημα επανεξέτασης από την ειδική ομάδα συμπεριλαμβανομένης πιθανής επιπλέον συνάντησης με τους διαδίκους:

2 εβδομάδες

ι)  Υποβολή τελικής έκθεσης στα μέλη:

2 εβδομάδες

κ)  Κοινοποίηση της τελικής έκθεσης στα μέρη:

3 εβδομάδες

Το ανωτέρω χρονοδιάγραμμα είναι δυνατόν να μεταβληθεί υπό το φως απρόβλεπτων εξελίξεων. Εάν χρειασθεί, προγραμματίζονται επιπλέον συνεδριάσεις με τους διαδίκους.

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 4

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ

Οι ακόλουθοι κανόνες και διαδικασίες εφαρμόζονται στις συμβουλευτικές ομάδες εμπειρογνωμόνων, οι οποίες συστήνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 παράγραφος 2.

1. Οι συμβουλευτικές ομάδες εμπειρογνωμόνων υπάγονται στη δικαιοδοσία της ειδικής ομάδας. Οι αρμοδιότητες και λεπτομερείς διαδικασίες εργασίας τους καθορίζονται από την ειδική ομάδα στην οποία και αναφέρονται.

2. Η συμμετοχή σε συμβουλευτικές ομάδες εμπειρογνωμόνων περιορίζεται αε άτομα που διαθέτoυν επαγγελματικές ικανότητες και εμπειρία στον υπό εξέταση τομέα.

3. Οι υπήκοοι χωρών των οποίων η κυβέρνηση είναι διάδικος δύνανται να αποτελούν μέλη συμβουλευτικών ομάδων εμπειρογνωμόνων μόνον κατόπιν κοινής συμφωνίας των διαδίκων, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων κατά τις οποίες, η ειδική ομάδα θεωρεί ότι δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθεί με άλλο τρόπο η ανάγκη για εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις. Δημόσιοι υπάλληλοι χωρών των οποίων οι κυβερνήσεις είναι διάδικοι δεν συμμετέχουν σε συμβουλευτικές ομάδες εμπειρογνωμόνων. Τα μέλη συμβουλευτικών ομάδων εμπειρογνωμόνων συμμετέχουν σε ατομική βάση και όχι υπό την ιδιότητα εκπροσώπων κυβέρνησης ή οργανισμού. Οι κυβερνήσεις ή οι οργανισμοί δεν τους δίνουν επομένως οδηγίες όσον αφορά τα θέματα τα οποία εξετάζει η ειδική ομάδα.

4. Οι συμβουλευτικές ομάδες εμπειρογνωμόνων δύνανται να συμβουλεύονται οποιαδήποτε πηγή κρίνουν κατάλληλη και να ζητούν από αυτή πληροφορίες και συμβουλές τεχνικής φύσεως. Πριν ζητήσει τέτοιες πληροφορίες ή συμβουλές από πηγή που υπάγεται στη δικαιοδοσία μέλους, η συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων ενημερώνει σχετικά την κυβέρνηση αυτού του μέλους. Κάθε μέλος απαντά το συντομότερο δυνατό και εμπεριστατωμένα σε οποιοδήποτε αίτημα για πληροφορίες που υποβάλλεται από συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων, η οποία κρίνει ως απαραίτητες και κατάλληλες τις πληροφορίες αυτές.

5. Οι διάδικοι έχουν πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες που παρέχονται σε συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων, εκτός εάν αυτές είναι εμπιστευτικές. Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που παρέχονται σε συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων δεν ανακοινώνονται χωρίς τη ρητή έγκριση της κυβέρνησης, που οργανισμού ή του προσώπου που τις παρέσχε. Όταν οι πληροφορίες αυτές ζητούνται από τη συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων αλλά αυτή δεν εγκρίνει την ανακοίνωσή τους, εκδίδεται περίληψη μη εμπιστευτικού χαρακτήρα από την κυβέρνηση, τον οργανισμό ή το πρόσωπο που τις παρέσχε.

6. Η συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων υποβάλλει σχέδιο της έκθεσης στους διαδίκους με σκοπό να συγκεντρώσει τις απόψεις τις και να του λάβει δεόντως υπόψη στην τελική έκθεση, η οποία, ταυτόχρονα με την υποβολή της στην ειδική ομάδα, κοινοποιείται και στους διαδίκους. Η τελική έκθεση της συμβουλευτικής ομάδας εμπρειρογνωμόνων έχει αποκλειστικά συμβουλευτικό χαρακτήρα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ

ΤΑ ΜΕΛΗ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

Α.    Στόχοι

i) 

Σκοπός του μηχανισμού ελέγχου εμπορικών πολιτικών («ΜΕΕΠ») είναι να συνεισφέρει στη βελτίωση της τήρησης από όλα τα μέλη των κανόνων, των ρυθμίσεων και των αναλήψεων υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στις εμπορικές πολυμερείς συμφωνίες και, ενδεχομένως, στις πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες, και συνεπώς στην ομαλότερη λειτουργία του πολυμερούς εμπορικού συστήματος, επιτυγχάνοντας μεγαλύτερη διαφάνεια και κατανόηση των εμπορικών πολιτικών και πρακτικών των μελών. Ομοίως, ο μηχανισμός ελέγχου επιτρέπει την τακτική συλλογική εκτίμηση και αξιολόγηση του συνόλου των επιμέρους εμπορικών πολιτικών και πρακτικών των μελών και των επιπτώσεών τους στη λειτουργία του πολυμερούς εμπορικού συστήματος. Εντούτοις, δεν προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως βάση για την επιβολή συγκεκριμένων υποχρεώσεων που απορρέουν από τις συμφωνίες ή για διαδικασίες επίλυσης των διαφορών, ούτε για να επιβάλει νέες υποχρεώσεις στα μέλη όσον αφορά την πολιτική τους.

ii) 

Η αξιολόγηση που πραγματοποιείται δυνάμει του μηχανισμού ελέγχου τοποθετείται, στον αναγκαίο βαθμό, επί του ιστορικού των ευρύτερων οικονομικών και αναπτυξιακών αναγκών, πολιτικών και στόχων του ενδιαφερόμενου μέλους, καθώς και του εξωτερικού του περιβάλλοντος. Εντούτοις, ο ρόλος του μηχανισμού ελέγχου είναι να εξετάζει τις επιπτώσεις των εμπορικών πολιτικών και πρακτικών του μέλους στο πολυμερές εμπορικό σύστημα.

Β.    Εσωτερική διαφάνεια

Τα μέλη αναγνωρίζουν την εγγενή αξία της εσωτερικής διαφάνειας της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της κυβέρνησης για θέματα εμπορικής πολιτικής τόσο για την οικονομία των μελών όσο και για το πολυμερές εμπορικό σύστημα και συμφωνούν να ενθαρρύνουν και να προωθήσουν μεγαλύτερη διαφάνεια στο πλαίσιο των οικείων συστημάτων, παραδεχόμενοι ότι η εσωτερική διαφάνεια επιβάλλεται να πραγματοποιείται σε εθελοντική βάση και να λαμβάνει υπόψη το νομοθετικό και πολιτικό σύστημα κάθε μέλους.

Γ.    Διαδικασίες ελέγχου

i) 

Συστήνεται το όργανο ελέγχου εμπορικών πολιτικών (καλούμενο «ΟΕΕΠ») για τη διενέργεια ελέγχου εμπορικών πολιτικών.

ii) 

Οι εμπορικές πολιτικές και πρακτικές όλων των μελών υπόκεινται σε περιοδικό έλεγχο. Η σημασία των επιμέρους μελών για τη λειτουργία του πολυμερούς εμπορικού συστήματος, εκφραζόμενη με το μερίδιο τους στο διεθνές εμπόριο κατά τη διάρκεια προσφάτου αντιπροσωπευτικής περιόδου, αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα για τον προσδιορισμό συχνότητας των ελέγχων. Οι πρώτες τέσσερις εμπορικές οντότητες που έχουν προσδιοριστεί κατ' αυτόν τον τρόπο (η Ευρωπαϊκή Κοινότητα υπολογίζεται ως ενότητα) υπόκεινται σε έλεγχο κάθε δύο έτη. Οι επόμενες δεκαέξι ελέγχονται κάθε τέσσερα έτη. Τα λοιπά μέλη ελέγχονται κάθε έξι έτη, εκτός από την περίπτωση καθορισμού μεγαλύτερης περιόδου για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη. Εννοείται ότι ο έλεγχος οντοτήτων, οι οποίες ασκούν κοινή εξωτερική πολιτική που καλύπτει περισσότερα από ένα μέλη, αφορά όλες τις συνιστώσες της πολιτικής που επηρεάζουν τις συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών πολιτικών και πρακτικών των επιμέρους μελών. Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση μεταβολών των εμπορικών πολιτικών ή πρακτικών ενός μέλους, οι οποίες μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στους εμπορικούς εταίρους του, το ΟΕΕΠ μπορεί να ζητήσει από το ενδιαφερόμενο μέλος, μετά από διαβουλεύσεις, να επισπεύσει τον επόμενο έλεγχό του.

iii) 

Οι συζητήσεις κατά τις συνεδριάσεις του ΟΕΕΠ διέπονται από τους στόχους που ορίζονται στην παράγραφο Α. Οι εν λόγω συζητήσεις επικεντρώνονται στις εμπορικές πολιτικές και πρακτικές του μέλους, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο της αξιολόγησης δυνάμει του μηχανισμού ελέγχου.

iv) 

Το ΟΕΕΠ καταρτίζει γενικό σχέδιο για τη διεξαγωγή των ελέγχων. Δύναται επίσης να συζητήσει κα να λάβει υπόψη πρόσφατες εκθέσεις των μελών. Το ΟΕΕΠ καταρτίζει πρόγραμμα ελέγχων για κάθε έτος μετά από διαβουλεύσεις με τα άμεσα ενδιαφερόμενα μέλη. Μετά από διαβουλεύσεις με τα μέλη που υπόκεινται σε έλεγχο, ο πρόεδρος μπορεί να επιλέξει εισηγητές οι οποίοι, ενεργούντες εξ ιδίας πρωτοβουλίας, φέρουν το θέμα προς συζήτηση στο ΟΕΕΠ.

v) 

Το ΟΕΕΠ έχει στη διάθεσή του για τις εργασίες του την ακόλουθη τεκμηρίωση:

α) 

πλήρη έκθεση, που αναφέρεται στην παράγραφο Δ, την οποία υποβάλλουν τα μέλη που υπόκεινται σε έλεγχο·

β) 

έκθεση, που συντάσσει η γραμματεία με δική της ευθύνη, η οποία βασίζεται στις πληροφορίες που διαθέτει η ίδια καθώς και σε αυτές που παρέχονται από τα ενδιαφερόμενα μέλη. Η γραμματεία ζητά αποσαφηνίσεις από τα ενδιαφερόμενα μέλη σχετικά με τις εμπορικές τους πολιτικές και πρακτικές.

vi) 

Οι εκθέσεις που υποβάλλονται από το μέλος που υπόκειται σε έλεγχο και από τη γραμματεία, μαζί με τα πρακτικά της αντίστοιχης συνεδρίασης του ΟΕΕΠ, δημοσιεύονται αμέσως μετά τον έλεγχο.

vii) 

Τα έγγραφα αυτά διαβιβάζονται στην υπουργική συνδιάσκεψη, η οποία τα λαμβάνει υπόψη.

Δ.    Υποβολή εκθέσεων

Προκειμένου να επιτευχθεί ο μεγαλύτερος δυνατόν βαθμός διαφάνειας, κάθε μέλος υποβάλλει τακτικές εκθέσεις στο ΟΕΕΠ. Οι πλήρεις αυτές εκθέσεις περιγράφουν τις εμπορικές πολιτικές και πρακτικές που ακολουθούν τα ενδιαφερόμενα μέλη, βάσει συμφωνημένου υποδείγματος που καθορίζεται από το ΟΕΕΠ. Το εν λόγω υπόδειγμα αρχικά βασίζεται στις γενικές γραμμές του υποδείγματος των εκθέσεων των χωρών που καταρτίσθηκε με την απόφαση της 19ης Ιουλίου 1989 (ΒΙSD 36S/406-409), τροποποιημένου όπως απαιτείται ώστε να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής των εκθέσεων για όλες τις πτυχές των εμπορικών πολιτικών που καλύπτονται από τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες στο παράρτημα I και, ενδεχομένως, των πλειομερών εμπορικών συμφωνιών. Το εν λόγω υπόδειγμα μπορεί να αναθεωρηθεί από το ΟΕΕΠ με βάση την εμπειρία που θα αποκτηθεί. Στο ενδιάμεσο των εκθέσεων διάστημα, τα μέλη υποβάλλουν συνοπτικές εκθέσεις όταν υπάρξουν σημαντικές μεταβολές στις εμπορικές πολιτικές τους, και παρέχεται ετήσια ενημέρωση των στατιστικών στοιχείων σύμφωνα με το συμφωνημένο υπόδειγμα. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη για τη σύνταξη των εκθέσεων λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη. Η γραμματεία θέτει, μετά από αίτηση, στη διάθεση των αναπτυσσομένων χωρών μελών, και ιδιαίτερα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών, τεχνική βοήθεια. Οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στις εκθέσεις επιβάλλεται να είναι συντονισμένες στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό με τις γνωστοποιήσεις που πραγματοποιούνται δυνάμει των διατάξεων των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών και, ενδεχομένως, των πλειομερών εμπορικών συμφωνιών.

Ε.    Σχέση με τις διατάξεις για το ισοζύγιο πληρωμών της GΑΤΤ του 1994 και της SΑΤS

Τα μέρη αναγνωρίζουν την ανάγκη να ελαχιστοποιηθεί η επιβάρυνση των κυβερνήσεων που προβαίνουν επίσης σε πλήρεις διαβουλεύσεις δυνάμει των διατάξεων για το ισοζύγιο πληρωμών της GΑΤΤ του 1994 ή της GΑΤS. Για το σκοπό αυτό, ο πρόεδρος του ΟΕΕΠ, μετά από διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέλη, και με τον πρόεδρο της Επιτροπής για τους Περιορισμούς του Ισοζυγίου Πληρωμών, καταρτίζουν διοικητικές ρυθμίσεις οι οποίες εναρμονίζουν τον κανονικό ρυθμό των ελέγχων εμπορικής πολιτικής με το χρονοδιάγραμμα για τις διαβουλεύσεις επί του ισοζυγίου πληρωμών, αλλά δεν αναβάλλουν τον έλεγχο της εμπορικής πολιτικής για περισσότερο από 12 μήνες.

ΣΤ.    Αξιολόγηση του μηχανισμού

Το ΟΕΕΠ αναλαμβάνει την αξιολόγηση της λειτουργίας του ΜΕΕΠ το αργότερο πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τη σύσταση του ΠΟΕ. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης υποβάλλονται στην υπουργική συνδιάσκεψη. Κατά συνέπεια, το ΟΕΕΠ μπορεί να αναλάβει αξιολογήσεις του ΜΕΕΠ σε διαστήματα που καθορίζονται από το ίδιο ή όταν ζητείται από την υπουργική συνδιάσκεψη.

Ζ.    Επισκόπηση των εξελίξεων στο διεθνές εμπορικό περιβάλλον

Το ΟΕΕΠ αναλαμβάνει επίσης ετήσια επισκόπηση των εξελίξεων στο διεθνές εμπορικό περιβάλλον, οι οποίες έχουν επιπτώσεις στο πολυμερές εμπορικό σύστημα. Η εν λόγω επισκόπηση ενισχύεται και με ετήσια έκθεση του γενικού διευθυντή που παραθέτει τις βασικές δραστηριότητες του ΠΟΕ και επισημαίνει σημαντικά θέματα πολιτικής που επηρεάζουν το εμπορικό σύστημα.

ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΑΞΗ

που περιλαμβάνει τα αποτελέσματα των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης

Μαρακές, 15 Απριλίου 1994

1. Κατά τη συνάντησή τους για την ολοκλήρωση των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης, εκπρόσωποι των κυβερνήσεων και των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, μέλη της Επιτροπής Εμπορικών Διαπραγματεύσεων συμφωνούν ότι η συμφωνία για τη θέσπιση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), καλούμενη στην παρούσα τελική πράξη «συμφωνία για τον ΠΟΕ» και οι υπουργικές δηλώσεις και αποφάσεις, που περιέχονται στα παραρτήματα που επισυνάπτονται, περιλαμβάνουν τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων που αυτοί διενήργησαν και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας τελικής πράξης.

2. Υπογράφοντας την παρούσα τελική πράξη, οι εκπρόσωποι συμφωνούν:

α) 

να υποβάλουν, με τον κατάλληλο τρόπο, προς εξέταση στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές τους τη συμφωνία για τον ΠΟΕ επιδιώκοντας την έγκριση της συμφωνίας με βάση τις ισχύουσες σ' αυτά διαδικασίες· και

β) 

να υιοθετήσουν τις υπουργικές δηλώσεις και αποφάσεις.

3. Οι εκπρόσωποι συμφωνούν ότι αποτελεί επιθυμία όλων η αποδοχή της συμφωνίας για τον ΠΟΕ από όλους τους συμμετέχοντες στις πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης (καλούμενους στην παρούσα τελική πράξη «συμμετέχοντες») και η θέση της σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1995 ή το ταχύτερο δυνατό μετά την εν λόγω ημερομηνία. Όχι αργότερα από το τέλος του 1994 οι υπουργοί θα συναντηθούν σύμφωνα με την τελευταία παράγραφο της υπουργικής δήλωσης της Punta del Este, για να ρυθμίσουν τα θέματα σχετικά με την εφαρμογή των αποτελεσμάτων σε διεθνές επίπεδο καθώς και το χρονοδιάγραμμα για τη θέση τους σε ισχύ.

4. Οι εκπρόσωποι συμφωνούν ότι η συμφωνία για τον ΠΟΕ υποβάλλεται προς αποδοχή στο σύνολό της, με υπογραφή ή άλλο τρόπο, εκ μέρους όλων των συμμετεχόντων σύμφωνα με το άρθρο XIV. Η αποδοχή και η θέση σε ισχύ πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας, που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 4 της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, διέπονται από τις διατάξεις της εκάστοτε πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας.

5. Προτού αποδεχθούν τη συμφωνία για τον ΠΟΕ, οι συμμετέχοντες που δεν αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου υποχρεούνται να έχουν πρώτα ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις για την προσχώρησή τους στη γενική συμφωνία και να έχουν γίνει συμβαλλόμενα μέρη αυτής. Όσον αφορά τους συμμετέχοντες οι οποίοι δεν αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της γενικής συμφωνίας κατά την ημερομηνία υπογραφής της τελικής πράξης, οι πίνακες δεν είναι οριστικοί και θα συμπληρωθούν αργότερα με σκοπό την προσχώρησή τους στη γενική συμφωνία και την αποδοχή της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

6. Η παρούσα τελική πράξη και τα κείμενα που περιέχουν τα συνημμένα σ' αυτή παραρτήματα κατατίθενται στο γενικό διευθυντή των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου, ο οποίος διαβιβάζει, χωρίς καθυστέρηση, σε κάθε συμμετέχοντα κυρωμένο αντίγραφο αυτών.

Έγινε στο Μαρακές στις δεκαπέντε Απριλίου χίλια εννιακόσια ενενήντα τέσσερα σε ένα μόνον αντίτυπο, στην αγγλική, γαλλική και ισπανική γλώσσα, και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

(Κατάλογος υπογραφών που πρέπει να περιληφθούν στο αντίγραφο της τελικής πράξης προς υπογραφή.)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΑ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΑΝΕΠΤΥΓΜΕΝΩΝ ΧΩΡΩΝ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ,

Αναγνωρίζοντας τη δυσχερή θέση των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών και την ανάγκη να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική συμμετοχή τους στο διεθνές εμπορικό σύστημα, και να λάβουν περαιτέρω μέτρα για την αύξηση των εμπορικών τους ευκαιριών,

Αναγνωρίζοντας τις ιδιαίτερες ανάγκες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών στον τομέα της πρόσβασης της αγοράς όπου η συνέχιση της προτιμησιακής πρόσβασης παραμένει ουσιαστικό μέσο για την αύξηση των εμπορικών τους ευκαιριών,

Επαναβεβαιώνοντας ότι δεσμεύονται να εφαρμόζουν πλήρως τις διατάξεις σχετικά με τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 στοιχείο δ), 6 και 8 της απόφασης της 28ης Νοεμβρίου 1979 για την κριτική και περισσότερο ευνοϊκή μεταχείριση, την αμοιβαιότητα και την πληρέστερη συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών,

Έχοντας υπόψη τη δέσμευση των συμμετεχόντων όπως ορίζεται στο τμήμα Β σημείο vii) του μέρους I της δήλωσης της Punta del Este,

1. ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ότι, εάν δεν προβλέπεται ήδη στα έγγραφα που απετέλεσαν αντικείμενο διαπραγματεύσεων κατά τη διάρκεια του Γύρου της Ουρουγουάης, παρά την εκ μέρους τους αποδοχή των εν λόγω εγγράφων, οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, και για όσο διάστημα παραμένουν στην κατηγορία αυτή, ενώ συμμορφώνονται με τους γενικούς κανόνες που ορίζονται στα προαναφερόμενα έγγραφα, θα κληθούν να προβούν σε αναλήψεις υποχρεώσεων και παραχωρήσεις μόνο σε βαθμό που συμβιβάζεται με τις επιμέρους αναπτυξιακές, χρηματοδοτικές και εμπορικές ανάγκες τους, ή με τις διοικητικές και θεσμικές ικανότητές τους. Στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες θα δοθεί πρόσθετη προθεσμία ενός έτους αρχομένου από την 15η Απριλίου 1994 προκειμένου να υποβάλουν τους πίνακες που απαιτούνται στο άρθρο XI της συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

2. ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΟΤΙ:

i) 

η ταχεία εφαρμογή όλων των ειδικών και διαφοροποιημένων μέτρων που έχουν ληφθεί υπέρ των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών, περιλαμβανομένων αυτών που ελήφθησαν στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης, εξασφαλίζεται μέσω, μεταξύ άλλων, τακτικών ελέγχων,

ii) 

στο μέτρο του δυνατού, οι παραχωρήσεις στο πλαίσιο της ρήτρας του μάλλον ευνοουμένου κράτους για δασμολογικά και μη δασμολογικά μέτρα που συνεφωνήθησαν στο Γύρο της Ουρουγουάης για προϊόντα εξαγωγικού ενδιαφέροντος για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μπορούν να εφαρμόζονται αυτόνομα, εκ των προτέρων και χωρίς κλιμάκωση. Θα εξετασθεί η περαιτέρω βελτίωση του συστήματος γενικευμένων προτιμήσεων και άλλων συστημάτων για προϊόντα ιδιαιτέρου εξαγωγικού ενδιαφέροντος" για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες,

iii) 

οι κανόνες που ορίζονται στις διάφορες συμφωνίες και έγγραφα και οι μεταβατικές διατάξεις του Γύρου της Ουρουγουάης είναι σκόπιμο να εφαρμόζονται με ευέλικτο και ευνοϊκό τρόπο για τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες. Για το σκοπό αυτόν, εξετάζονται θετικά οι ειδικές και αιτιολογημένες ανησυχίες που εκφράζονται από τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες στα αρμόδια συμβούλια και επιτροπές,

iv) 

κατά την εφαρμογή των μέτρων απαλλαγών κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο XXXVII παράγραφος 3 στοιχείο γ) της GΑΤΤ του 1947 και στις αντίστοιχες διατάξεις της GΑΤΤ του 1994, δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στα εξαγωγικά συμφέροντα των λιγότερο εναπτυγμένων χωρών,

v) 

παρέχεται σημαντικά αυξημένη τεχνική βοήθεια στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες για την ανάπτυξη, την ενίσχυση και τη διαφοροποίηση της παραγωγικής και εξαγωγικής βάσης τους περιλαμβανομένης αυτής των υπηρεσιών, καθώς και για την προώθηση του εμπορίου, προκειμένου να τους επιτρέψει να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη από την ελεύθερη πρόσβαση στις αγορές.

3. ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ να διατηρήσουν υπό έλεγχο τις ιδιαίτερες ανάγκες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών και να συνεχίσουν να αναζητούν τη θέσπιση θετικών μέτρων τα οποία διευκολύνουν τη διεύρυνση των εμπορικών ευκαιριών υπέρ των χωρών αυτών.

ΔΗΛΩΣΗ ΠΑ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΕΥΞΗ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ ΣΤΗ ΧΑΡΑΞΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

1. Οι υπουργοί αναγνωρίζουν ότι ο παγκόσμιος χαρακτήρας που απέκτησε η οικονομία οδήγησε σε ολοένα αυξανόμενες αλληλεπιδράσεις μεταξύ των οικονομικών πολιτικών που ασκούν οι επιμέρους χώρες, περιλαμβανομένων των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των διαρθρωτικών, μακροοικονομικών, εμπορικών, χρηματοδοτικών και αναπτυξιακών πτυχών της χάραξης οικονομικής πολιτικής. Το καθήκον της επίτευξης ισορροπίας μεταξύ των εν λόγω πολιτικών ανήκει πρωτίστως στις κυβερνήσεις σε εθνικό επίπεδο, αλλά η συνοχή των εν λόγω πολιτικών σε διεθνές επίπεδο αποτελεί σημαντικό και πολύτιμο στοιχείο για την αύξηση της αποτελεσματικότητάς τους σε εθνικό επίπεδο. Οι συμφωνίες που συνήφθησαν στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης δεικνύουν ότι όλες οι συμμετέχουσες κυβερνήσεις αναγνωρίζουν τη συνεισφορά που μπορούν να παράσχουν οι φιλελεύθερες εμπορικές πολιτικές στην υγιή μεγέθυνση και ανάπτυξη των οικονομιών τους και στο σύνολο της παγκοσμίου οικονομίας.

2. Η επιτυχής συνεργασία σε κάθε τομέα της οικονομικής πολιτικής συνεισφέρει στην πρόοδο άλλων τομέων. Η μεγαλύτερη σταθερότητα των συναλλαγματικών ισοτιμιών, που βασίζεται σε ομαλότερες οικονομικές και χρηματοδοτικές συνθήκες, αναμένεται ότι θα συνεισφέρει στην επέκταση του εμπορίου, τη βιώσιμη μεγέθυνση και ανάπτυξη, και τη διόρθωση των εξωτερικών ανισορροπιών. Υπάρχει επίσης ανάγκη για κατάλληλη και έγκαιρη ροή χρηματοδοτικών πόρων υπό ευνοϊκούς και μη όρους και πόρων για πραγματικές επενδύσεις προς τις αναπτυσσόμενες χώρες και για περαιτέρω προσπάθειες αντιμετώπισης των προβλημάτων χρέους, προκειμένου να εξασφαλισθεί η οικονομική αύξηση και ανάπτυξη. Η απελευθέρωση του εμπορίου συμβάλλει ολοένα και περισσότερο στην επιτυχία των προγραμμάτων προσαρμογής που αναλαμβάνουν πολλές χώρες, τα οποία περικλείουν σημαντικό μεταβατικό κοινωνικό κόστος. Σε σχέση με αυτό, οι υπουργοί επισημαίνουν το ρόλο της Διεθνούς Τραπέζης και του ΔΝΤ στη στήριξη της προσαρμογής μέσω της απελευθέρωσης του εμπορίου, περιλαμβανομένης της ενίσχυσης των αναπτυσσομένων χωρών που εισάγουν αποκλειστικά τρόφιμα και αντιμετωπίζουν βραχυπρόθεσμο κόστος που προκύπτει από τις μεταρρυθμίσεις του εμπορίου γεωργικών προϊόντων.

3. Το θετικό αποτέλεσμα του Γύρου της Ουρουγουάης συνεισφέρει σημαντικά στη χάραξη συνεκτικότερων και συμπληρωματικών διεθνών οικονομικών πολιτικών. Τα αποτελέσματα του Γύρου της Ουρουγουάης εξασφαλίζουν διεύρυνση της πρόσβασης στην αγορά προς όφελος όλων των χωρών, καθώς και πλαίσιο ενισχυμένων πολυμερών υποχρεώσεων για το εμπόριο. Εγγυώνται επίσης ότι η εμπορική πολιτική θα ασκηθεί κατά τρόπον περισσότερο διαφανή και με μεγαλύτερη επίγνωση των οφελών που προκύπτουν για την εγχώρια ανταγωνιστικότητα από ένα ανοικτό εμπορικό περιβάλλον. Το ενισχυμένο πολυμερές εμπορικό σύστημα που προκύπτει από το Γύρο της Ουρουγουάης έχει την ικανότητα να παράσχει βελτιωμένο πλαίσιο για την απελευθέρωση, να συνεισφέρει στην αποτελεσματικότερη εποπτεία και να εξασφαλίσει την αυστηρή τήρηση των πολυμερώς συμφωνηθέντων κανόνων και υποχρεώσεων. Οι εν λόγω βελτιώσεις σημαίνουν ότι η εμπορική πολιτική μπορεί στο μέλλον να διαδραματίσει σημαντικότερο ρόλο στην εξασφάλισης της συνοχής στη χάραξη παγκόσμιας οικονομικής πολιτικής.

4. Εντούτοις, οι υπουργοί αναγνωρίζουν ότι οι δυσκολίες των οποίων η προέλευση βρίσκεται εκτός του εμπορικού τομέα δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν με μέτρα που λαμβάνονται μόνο στον εμπορικό τομέα. Το ανωτέρω υπογραμμίζει τη σημασία των προσπαθειών για τη βελτίωση των λοιπών στοιχείων της χάραξης παγκόσμιας οικονομικής πολιτικής προκειμένου να συμπληρωθεί η αποτελεσματική εφαρμογή των αποτελεσμάτων που επετεύχθησαν στον Γύρο της Ουρουγουάης.

5. Οι διασυνδέσεις μεταξύ των διαφόρων πτυχών της οικονομικής πολιτικής απαιτούν από τους διεθνείς οργανισμούς με αρμοδιότητες σε κάθε έναν από αυτούς τους τομείς να ακολουθούν συνεκτικές πολιτικές που αλληλοστηρίζονται. Ο ΠΟΕ οφείλει συνεπώς να επιδιώξει και να αναπτύξει τη συνεργασία με τους διεθνείς οργανισμούς οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για νομισματικά και χρηματοδοτικά θέματα, σεβόμενος ταυτόχρονα την εντολή, τις απαιτήσεις εμπιστευτικότητας και την απαραίτητη αυτονομία κάθε οργανισμού κατά τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, αποφεύγοντας την επιβολή διασταυρούμενων προϋποθέσεων ή προσθέτων όρων στις κυβερνήσεις. Οι υπουργοί καλούν στη συνέχεια το γενικό διευθυντή του ΠΟΕ να εξετάσει με το διευθύνοντα σύμβουλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και τον πρόεδρο της Διεθνούς Τραπέζης τη σημασία των αρμοδιοτήτων του ΠΟΕ για τη συνεργασία του με τα όργανα του Bretton Woods, καθώς και τις μορφές που μπορεί να λάβει η εν λόγω συνεργασία, προκειμένου να επιτευχθεί μεγαλύτερη συνοχή στη χάραξη παγκόσμιας οικονομικής πολιτικής.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΑ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

Οι υπουργοί συνιστούν στην υπουργική συνδιάσκεψη να εκδώσει την απόφαση για τη βελτίωση και τον έλεγχο των διαδικασιών γνωστοποίησης που ορίζεται κατωτέρω.

ΤΑ ΜΕΛΗ,

Επιθυμώντας να βελτιώσουν τη λειτουργία των διαδικασιών γνωστοποίησης δυνάμει της συμφωνίας για την ίδρυση του ΠΟΕ (εφεξής καλούμενης «συμφωνίας για τον ΠΟΕ») και να συνεισφέρουν έτσι στη διαφάνεια των εμπορικών πολιτικών των μελών και στην αποτελεσματικότητα των διακανονισμών εποπτείας που θεσπίζονται για τον σκοπό αυτόν,

Υπενθυμίζοντας τις υποχρεώσεις δημοσίευσης και γνωστοποίησης δυνάμει της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, περιλαμβανομένων των υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται δυνάμει των όρων συγκεκριμένων πρωτοκόλλων προσχώρησης, απαλλαγών και άλλων συμφωνιών που έχουν συνάψει τα μέλη,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

I.    Γενική υποχρέωση γνωστοποίησης

Τα μέλη βεβαιώνουν ότι δεσμεύονται να τηρήσουν τις υποχρεώσεις στο πλαίσιο των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών και, ενδεχομένως, των πλειομερών εμπορικών συμφωνιών, σχετικά με τη δημοσίευση και τη γνωστοποίηση.

Τα μέλη υπενθυμίζουν τις υποχρεώσεις τους που ορίζονται στο μνημόνιο συμφωνίας σχετικά με τη γνωστοποίηση, τις διαβουλεύσεις, την επίλυση διαφορών και την εποπτεία που εκδόθηκε την 28η Νοεμβρίου 1979 (BISD 268/210). Όσον αφορά την υποχρέωσή τους να γνωστοποιούν, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, τη θέσπιση εμπορικών μέτρων που επηρεάζουν τη λειτουργία της GΑΤΤ του 1994, γνωστοποίηση η οποία γίνεται με την επιφύλαξη των απόψεων σχετικά με τη συμβατότητα των μέτρων ή με τη σχέση τους με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις δυνάμει των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών και, ενδεχομένως, των πλειομερών εμπορικών συμφωνιών, τα μέλη συμφωνούν να λαμβάνουν υπόψη τους, κατά περίπτωση, το συνημμένο κατάλογο μέτρων. Τα μέλη συμφωνούν συνεπώς ότι η εισαγωγή ή η τροποποίηση τέτοιων μέτρων υπόκειται στις απαιτήσεις γνωστοποίησης του μνημονίου συμφωνίας του 1979.

II.    Κεντρικό μητρώο γνωστοποιήσεων

Συστήνεται κεντρικό μητρώο γνωστοποιήσεων υπό την ευθύνη της γραμματείας. Ενώ τα μέλη θα συνεχίσουν να ακολουθούν τις υπάρχουσες διαδικασίες γνωστοποίησης, η γραμματεία εξασφαλίζει ότι η υπηρεσία κεντρικού μητρώου καταχωρεί στοιχεία από τις πληροφορίες που παρέχονται σχετικά με το μέτρο από το ενδιαφερόμενο μέλος, όπως το σκοπό του, τις συναλλαγές που καλύπτει και την απαίτηση στο πλαίσιο της οποίας γνωστοποιήθηκε. Η υπηρεσία κεντρικού μητρώου αρχειοθετεί τους φακέλους των γνωστοποιήσεων κατά μέλος και υποχρέωση.

Η υπηρεσία κεντρικού μητρώου ενημερώνει ετησίως κάθε μέλος σχετικά με τις υποχρεώσεις τακτικής γνωστοποίησης, στις οποίες αναμένεται να ανταποκριθεί το μέλος κατά τη διάρκεια του επομένου έτους.

Η υπηρεσία κεντρικού μητρώου επισημαίνει στα επιμέρους μέλη τις απαιτήσεις τακτικής γνωστοποίησης, οι οποίες παραμένουν ανεκπλήρωτες.

Οι πληροφορίες του κεντρικού μητρώου σχετικά με τις επιμέρους γνωστοποιήσεις τίθενται, μετά από αίτηση, στη διάθεση οποιουδήποτε μέλους το οποίο είναι εξουσιοδοτημένο να λάβει τη σχετική γνωστοποίηση.

III.    Έλεγχος των υποχρεώσεων και των διαδικασιών γνωστοποίησης

Το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών θα αναλάβει τον έλεγχο των υποχρεώσεων και των διαδικασιών κοινοποίησης δυνάμει των συμφωνιών του παραρτήματος 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Ο έλεγχος θα πραγματοποιηθεί από ομάδα εργασίας στην οποία μπορούν να συμμετάσχουν όλα τα μέλη. Η ομάδα θα συσταθεί αμέσως μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

Οι αρμοδιότητες της ομάδας εργασίας θα είναι οι εξής:

— 
να αναλάβει λεπτομερή έλεγχο όλων των υφισταμένων υποχρεώσεων γνωστοποίησης των μελών που θεσπίζονται από τις συμφωνίες του παραρτήματος 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, με σκοπό να απλοποιήσει, να τυποποιήσει και να ενοποιήσει τις εν λόγω υποχρεώσεις στο μέγιστο εφικτό βαθμό, καθώς και να βελτιώσει τη συμμόρφωση με αυτές τις υποχρεώσεις, έχοντας υπόψη το σφαιρικό στόχο της βελτίωσης της διαφάνειας των εμπορικών πολιτικών των μελών και της αποτελεσματικότητας των διακανονισμών εποπτείας που έχουν θεσπισθεί για τον σκοπό αυτόν, και έχοντας επίσης υπόψη την πιθανή ανάγκη για παροχή βοήθειας σε ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη για την τήρηση των υποχρεώσεων γνωστοποίησης,
— 
να προβαίνει σε συστάσεις προς το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών το αργότερο δύο έτη μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ( 210 ) ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΙΜΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Δασμοί (περιλαμβανομένου του εύρους και τους πεδίου εφαρμογής των παγιοποιήσεων, των διατάξεων του ΣΓΠ, των συντελεστών που εφαρμόζονται σε μέλη ζωνών ελευθέρων συναλλαγών/τελωνειακών ενώσεων, και λοιπών προτιμήσεων)

Δασμολογικές ποσοστώσεις και πρόσθετες επιβαρύνσεις

Ποσοτικοί περιορισμοί, περιλαμβανομένων των αυτοπεριορισμών κατά την εξαγωγή και των διακανονισμών ομαλής εμπορίας που επηρεάζουν τις εισαγωγές

Λοιπά μη δασμολογικά μέτρα όπως η χορήγηση αδειών και οι απαιτήσεις για μείγματα· διάφορες εισφορές

Δασμολογητέα αξία

Κανόνες καταγωγής

Δημόσιες συμβάσεις

Τεχνικά εμπόδια

Μέτρα διασφάλισης

Μέτρα αντινταμπινγκ

Αντισταθμιστικά μέτρα

Φόροι κατά την εξαγωγή

Εξαγωγικές επιδοτήσεις, φορολογικές απαλλαγές και προνομιακή χρηματοδότηση των εξαγωγών

Ζώνες ελευθέρων συναλλαγών, περιλαμβανομένης της παραγωγής εντός τελωνειακού εδάφους

Περιορισμοί των εξαγωγών, περιλαμβανομένων των αυτοπεριορισμών των εξαγωγών και των διακανονισμών ομαλής εμπορίας

Λοιπές κρατικές ενισχύσεις, περιλαμβανομένων των επιδοτήσεων, φορολογικές απαλλαγές

Ο ρόλος των κρατικών εμπορικών επιχειρήσεων

Συναλλαγματικός έλεγχος σχετικά με τις εισαγωγές και τις εξαγωγές

Εμπόριο με ανταλλαγή προϊόντων με εντολή της κυβέρνησης

Λοιπά μέτρα που καλύπτονται από τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες του παραρτήματος 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ

ΔΗΛΩΣΗ ΠΑ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ,

Σημειώνοντας τη στενή σχέση μεταξύ των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ της GΑΤΤ του 1947 και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, καθώς και τις διατάξεις της GΑΤΤ του 1947 που διέπουν την εν λόγω σχέση, και ιδίως το άρθρο XV της GΑΤΤ του 1947,

Αναγνωρίζοντας την επιθυμία των συμμετεχόντων να βασίσουν τη σχέση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όσον αφορά τους τομείς που καλύπτονται από τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες του παραρτήματος 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, στις διατάξεις που διέπουν τη σχέση των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ της GΑΤΤ του 1947 με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο,

Επαναβεβαιώνουν ότι, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στην τελική πράξη, η σχέση του ΠΟΕ με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όσον αφορά τους τομείς του καλύπτονται από τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες του παραρτήματος 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, θα βασίζεται στις διατάξεις που διέπουν την σχέση των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ της GΑΤΤ του 1947 με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΕΣ ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΤΙΣ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΑΝΕΠΤΥΓΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΕΙΔΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

1. Οι υπουργοί αναγνωρίζουν ότι η προοδευτική εφαρμογή των αποτελεσμάτων του Γύρου της Ουρουγουάης στο σύνολό τους θα δημιουργήσει πολλαπλασιαζόμενες ευκαιρίες για την επέκταση του εμπορίου και την οικονομική αύξηση προς όφελος όλων των συμμετεχόντων.

2. Οι υπουργοί αναγνωρίζουν ότι, κατά τη διάρκεια του μεταρρυθμιστικού προγράμματος που οδηγεί σε μεγαλύτερη απελευθέρωση του εμπορίου γεωργικών προϊόντων, οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες και οι αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν αποκλειστικά είδη διατροφής μπορεί να αντιμετωπίσουν αρνητικές συνθήκες σε σχέση με τη δυνατότητα προμήθειας βασικών τροφίμων από εξωτερικές πηγές με λογικούς γενικούς και ειδικούς όρους, περιλαμβανομένων και των βραχυπροθέσμων δυσκολιών για τη χρηματοδότηση των κανονικών επιπέδων των εμπορικών εισαγωγών βασικών τροφίμων.

3. Οι υπουργοί, κατά συνέπεια, συμφωνούν να θεσπίσουν κατάλληλους μηχανισμούς προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι η εφαρμογή των αποτελεσμάτων του Γύρου της Ουρουγουάης για το εμπόριο γεωργικών προϊόντων δεν επηρεάζει αρνητικά τη διαθεσιμότητα της επισιτιστικής βοήθειας σε επίπεδα που είναι επαρκή για τη συνέχιση της παροχής βοήθειας προκειμένου να καλυφθούν οι επισιτιστικές ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών, και ιδίως των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών και των αναπτυσσομένων χωρών που εισάγουν αποκλειστικά είδη διατροφής. Για το σκοπό αυτόν οι υπουργοί συμφωνούν τα εξής:

i) 

να ελέγχουν το επίπεδο της επισιτιστικής βοήθειας που παρέχεται περιοδικά από την Επιτροπή Επισιτιστικής Βοήθειας στο πλαίσιο της σύμβασης επισιτιστικής βοήθειας το 1986 και να αρχίσουν διαπραγματεύσεις στην κατάλληλη συνέλευση για την καθιέρωση επιπέδου αναλήψεων υποχρεώσεων επισιτιστικής βοήθειας επαρκούς για να καλύψει τις θεμιτές ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών κατά τη διάρκεια του μεταρρυθμιστικού προγράμματος,

ii) 

να εκδώσουν κατευθυντήριες γραμμές για να εξασφαλίσουν ότι παρέχεται ένα συνεχώς μεγαλύτερο ποσοστό βασικών τροφίμων στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες και στις αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν αποκλειστικά είδη διατροφής με μορφή εξ ολοκλήρου μη επιστρεπτέας ενίσχυσης η/και με τις αρμόζουντες παραχωρήσεις σύμφωνα με το άρθρο IV της σύμβασης επισιτιστικής βοήθειας του 1986,

iii) 

να λάβουν πλήρως υπόψη, στο πλαίσιο των προγραμμάτων τους βοηθείας, τις αιτήσεις για την παροχή τεχνικής και χρηματοδοτικής βοήθειας στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες και στις αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν αποκλειστικά τρόφιμα προκειμένου οι τελευταίες να βελτιώσουν τη γεωργική παραγωγικότητα και υποδομή.

4. Οι υπουργοί συμφωνούν εξάλλου να διασφαλίσουν ότι κάθε συμφωνία που έχει σχέση με πιστώσεις εξαγωγών γεωργικών προϊόντων περιλαμβάνει τις κατάλληλες διατάξεις για διακριτική μεταχείριση υπέρ των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών και την αναπτυσσομένων χωρών που εισάγουν αποκλειστικά είδη διατροφής.

5. Οι υπουργοί αναγνωρίζουν ότι, ως αποτέλεσμα του Γύρου της Ουρουγουάης, ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες μπορεί να αντιμετωπίσουν βραχυπρόθεσμες δυσκολίες όσον αφορά τη χρηματοδότηση των κανονικών επιπέδων εμπορικών εισαγωγών και ότι οι εν λόγω χώρες μπορεί να είναι επιλέξιμες να λάβουν πόρους των διεθνών χρηματοδοτικών οργανισμών στο πλαίσιο υφισταμένων διευκολύνσεων ή διευκολύνσεων που μπορεί να θεσπισθούν, στο πλαίσιο προγραμμάτων προσαρμογής, προκειμένου να καλύψουν τέτοιου είδους χρηματοδοτικές δυσκολίες. Σχετικά με αυτό, οι υπουργοί σημειώνουν την παράγραφο 37 της έκθεσης του γενικού διευθυντή των συμβαλλομένων μερών της GΑΤΤ του 1947 σχετικά με τις διαβουλεύσεις του με το διευθύνοντα σύμβουλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και των προέδρων της Διεθνούς Τραπέζης (ΜΤΝ.GNG/ΝG14/W/35).

6. Οι διατάξεις της παρούσας απόφασης υπόκεινται σε τακτικό έλεγχο από την υπουργικγή συνδιάσκεψη, και η συνέχεια που δίδεται στην παρούσα απόφαση παρακολουθείται, κατά περίπτωση, από την Επιτροπή Γεωργίας.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΑ ΤΗ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 2 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6 ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΑ ΤΑ ΚΛΩΣΤΟΫΦΑΝΤΟΥΡΠΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΙΔΗ ΕΝΔΥΣΗΣ

Οι υπουργοί συμφωνούν οτι οι συμμετέχοντες που διατηρούν περιορισμούς οι οποίοι εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης γνωστοποιούν τις πλήρεις λεπτομέρειες των ενεργειών που πρέπει να αναληφθούν δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 6 της εν λόγω συμφωνίας προς τη γραμματεία της GΑΤΤ το αργότερο την 1η Οκτωβρίου 1994. Η γραμματεία της GΑΤΤ διαβιβάζει αμέσως τις εν λόγω γνωστοποιήσεις στους λοιπούς συμμετέχοντες για πληροφόρησή τους. Οι εν λόγω γνωστοποιήσεις τίθενται στη διάθεση του εποπτικού οργάνου των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, όταν αυτό συσταθεί, για τους σκοπούς του άρθρου 2 παράγραφος 21 της συμφωνίας για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΑ ΤΟ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΤΟΥ ΠΟΕ-ΙSΟ

Οι υπουργοί συνιστούν στη γραμματεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου να συνάψει μνημόνιο συμφωνίας με το Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης («ISO») για τη δημιουργία συστήματος πληροφοριών στα πλαίσια του οποίου:

1. 

Τα μέλη του Isonet διαβιβάζουν στο κέντρο πληροφοριών ΙSΟ/ΙΕC στη Γενεύη τις γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους Γ και ΙΑ του κώδικα δεοντολογίας για την εκπόνηση, έκδοση και εφαρμογή των προτύπων του παραρτήματος 3 της συμφωνίας για τα τεχνικά εμπόδια στο εμπόριο, με τον τρόπο που αναφέρεται σε αυτό·

2. 

χρησιμοποιούνται τα ακόλουθα συστήματα αλφαριθμητικής κατάταξης για τα προγράμματα εργασιών που αναφέρονται στην παράγραφο ΙΑ:

α) 

σύστημα κατάταξης προτύπων, το οποίο θα επιτρέπει στους οργανισμούς τυποποίησης να προσδίδουν σε κάθε πρότυπο που αναφέρεται στο πρόγραμμα εργασιών μια αλφαριθμητική ένδειξη του αντικειμένου του προτύπου·

β) 

σύστημα κωδικών σταδίου, το οποίο θα επιτρέψει στους φορείς τυποποίησης να προσδίδουν για κάθε πρότυπο που αναφέρεται στο πρόγραμμα εργασιών μια αλφαριθμητική ένδειξη του σταδίου στο οποίο βρίσκεται η εκπόνηση του προτύπου· για το σκοπό αυτόν, είναι σκόπιμο να διακρίνονται τουλάχιστον πέντε στάδια εκπόνησης: 1) το στάδιο κατά το οποίο έχει ληφθεί η απόφαση για την εκπόνηση ενός προτύπου, αλλά οι τεχνικές εργασίες δεν έχουν ακόμα ξεκινήσει· 2) το στάδιο κατά το οποίο οι τεχνικές εργασίες έχουν ξεκινήσει, αλλά η περίοδος για την υποβολή των σχολίων δεν έχει ακόμη ξεκινήσει· 3) το στάδιο κατά το οποίο η περίοδος για την υποβολή σχολίων έχει ξεκινήσει αλλά δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί· 4) το στάδιο κατά το οποίο η περίοδος για την υποβολή σχολίων έχει ολοκληρωθεί, αλλά το πρότυπο δεν έχει ακόμα εκδοθεί και 5) το στάδιο κατά το οποίο το πρότυπο έχει εκδοθεί·

γ) 

σύστημα αναγνώρισης το οποίο θα καλύπτει όλα τα διεθνή πρότυπα και το οποίο θα επιτρέπει στους φορείς τυποποίησης να προσδίδουν σε κάθε πρότυπο που αναφέρεται στο πρόγραμμα εργασιών μια αλφαριθμητική ένδειξη του διεθνούς προτύπου ή προτύπων που έχουν χρησιμοποιηθεί ως βάση·

3. 

το κέντρο πληροφοριών ΙSΟ/ΙΕC διαβιβάζει αμέσως στη γραμματεία αντίγραφα όλων των κοινοποιήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο Γ του κώδικα δεοντολογίας·

4. 

το κέντρο πληροφοριών ΙSΟ/ΙΕC δημοσιεύει τακτικά τις πληροφορίες που λαμβάνει με τις γνωστοποιήσεις οι οποίες του έχουν αποσταλεί δυνάμει των παραγράφων Γ και ΙΑ του κώδικα δεοντολογίας· η εν λόγω δημοσίευση, για την οποία μπορεί να χρεώνεται κάποιο λογικό αντίτιμο, διατίθεται στα μέλη του Isonet και, μέσω της γραμματείας, στα μέλη του ΠΟΕ.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΟΥ ΕΝΤΥΠΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΙΔΕΙ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ISO/IEC

Οι υπουργοί αποφασίζουν ότι, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τα τεχνικά εμπόδια στο εμπόριο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, η Επιτροπή των Τεχνικών Εμποδίων στο Εμπόριο που συστήνεται βάσει αυτού ελέγχει, με την επιφύλαξη των διατάξεων σχετικά με τις διαβουλεύσεις και την επίλυση των διαφορών, τουλάχιστον μία φορά το έτος το έντυπο που εκδίδει το κέντρο πληροφοριών του ΙSΟ/ΙΕC σχετικά με τις πληροφορίες που έχει λάβει σύμφωνα με τον κώδικα δεοντολογίας για την εκπόνηση, έκδοση και εφαρμογή των προτύπων του παραρτήματος 3 της συμφωνίας, προκειμένου να παρασχεθεί στα μέλη η ευκαιρία να συζητήσουν θέματα σχετικά με τη λειτουργία του εν λόγω κώδικα.

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εν λόγω συζήτηση, η γραμματεία του ΠΟΕ παρέχει κατάλογο ανά μέλος όλων των φορέων τυποποίησης, οι οποίοι έχουν αποδεχθεί τον κώδικα, καθώς και κατάλογο των φορέων τυποποίησης οι οποίοι έχουν αποδεχθεί ή απορρίψει τον κώδικα μετά τον τελευταίο έλεγχο.

Η γραμματεία του ΠΟΕ διανέμει επίσης αμέσως στα μέλη αντίγραφα των κοινοποιήσεων που λαμβάνει από το κέντρο πληροφοριών του ΙSΟ/ΙΕC

ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΑΤΗΓΗΣΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ,

Σημειώνοντας ότι, ενώ το πρόβλημα της καταστρατήγησης των μέτρων δασμών αντιντάμπινγκ απετέλεσε μέρος των διαπραγματεύσεων, οι οποίες προηγήθησαν της συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994, οι διαπραγματεύσεις δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε συμφωνία όσον αφορά κάποιο συγκεκριμένο κείμενο,

Έχοντας επίγνωση της επιθυμίας για την εφαρμογή ομοιόμορφων κανόνων στον τομέα αυτόν, το συντομότερο δυνατόν,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ να παραπέμψουν το εν λόγω θέμα στην Επιτροπή Πρακτικών Αντιντάμπινγκ, που έχει συσταθεί δυνάμει της συμφωνίας αυτής, προς επίλυση.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 17 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6 ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ VI ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

Οι υπουργοί αποφασίζουν τα εξής:

Το κριτήριο ελέγχου του άρθρου 17 παράγραφος 6 της συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994 επανεξετάξεται μετά από περίοδο τριών ετών, προκειμένου να μελετηθεί το θέμα της δυνατότητας γενικής εφαρμογής του.

ΔΗΛΩΣΗ ΠΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ VI ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994 Η ΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ V ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΑ ΤΙΣ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Οι υπουργοί αναγνωρίζουν, όσον αφορά την επίλυση διαφορών δυνάμει της συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994 ή του μέρους V της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα, την ανάγκη για συνεκτική λύση των διαφορών που προκύπτουν από τα μέτρα που έχουν ως αντικείμενο την επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικών δασμών.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΟΠΟΥ ΟΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΧΟΥΝ ΛΟΓΟΥΣ ΝΑ ΑΜΦΙΒΑΛΛΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟ ΑΛΗΘΕΣ Ή ΤΗΝ ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΤΗΣ ΔΗΛΩΘΕΙΣΑΣ ΑΞΙΑΣ

Οι υπουργοί καλούν την Επιτροπή Δασμολογητέας Αξίας που έχει συσταθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VII της GΑΤΤ του 1994 να λάβει την ακόλουθη απόφαση:

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΗΤΕΑΣ ΑΞΙΑΣ,

Επιβεβαιώνοντας ότι η συναλλακτική αξία είναι η πρωτεύουσα βάση για τον υπολογισμό της αξίας στο πλαίσιο της συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VII της GΑΤΤ του 1994 (εφεξής καλούμενη η «συμφωνία»),

Αναγνωρίζοντας ότι οι τελωνειακές αρχές μπορεί να αντιμετωπίσουν περιπτώσεις όπου έχουν λόγους να αμφιβάλλουν για το αληθές ή την ακρίβεια των πληροφοριών ή των εγγράφων που προσκομίζουν οι έμποροι ως συνοδευτικά έγγραφα της δηλωθείσας αξίας,

Υπογραμμίζοντας ότι οι τελωνειακές αρχές δεν θα πρέπει με αυτόν τον τρόπο να ζημιώνουν τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα των εμπόρων,

Λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 17 της συμφωνίας, την παράγραφος 6 του παραρτήματος III της συμφωνίας και τις σχετικές αποφάσεις της Τεχνικής Επιτροπής Δασμολογητέας Αξίας,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΤΑ ΕΞΗΣ:

1. Σε περίπτωση που προσκομίζεται διασάφηση και οι τελωνειακές αρχές έχουν λόγους να αμφιβάλλουν για το αληθές ή την ακρίβεια των πληροφοριών ή των εγγράφων που προσκομίζονται ως συνοδευτικά της εν λόγω διασάφησης, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να ζητούν από τον εισαγωγέα να παράσχει περαιτέρω εξηγήσεις, περιλαμβανομένων των εγγράφων ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων, σχετικά με το ότι η δηλωθείσα αξία αντιπροσωπεύει τη συνολική πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή για τα εισαγόμενα εμπορεύματα, προσαρμοσμένη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8. Εάν, αφού λάβουν περαιτέρω πληροφορίες ή ελλείψει απάντησης, οι τελωνειακές αρχές έχουν ακόμη εύλογες αμφιβολίες σχετικά με το αληθές ή την ακρίβεια της δηλωθείσας αξίας, είναι δυνατόν να θεωρηθεί, έχοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 11, ότι η δασμολογητέα αξία των εισαχθέντων εμπορευμάτων δεν μπορεί να προσδιοριστεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 1. Πριν από τη λήψη οριστικής απόφασης, οι τελωνειακές αρχές ανακοινώνουν στον εισαγωγέα, εγγράφως εάν ζητηθεί, τα επιχειρήματα στα οποία βασίζεται η αμφιβολία ως προς το αληθές ή την ακρίβεια των πληροφοριών ή των εγγράφων που προσκομίζονται και δίδει στον εισαγωγέα την εύλογη δυνατότητα να απαντήσει. Όταν ληφθεί η οριστική απόφαση, οι τελωνειακές αρχές ανακοινώνουν εγγράφως στον εισαγωγέα την απόφασή τους και τα επιχειρήματά τους.

2. Είναι απολύτως αρμόζον, κατ' εφαρμογήν της συμφωνίας, ένα μέλος να συνδράμει κάποιο άλλο μέλος βάσει αμοιβαίως συμφωνηθέντων όρων.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΛΑΧΤΣΤΕΣ ΑΞΙΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΑΠΟ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΥΣ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ, ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΥΣ ΔΙΑΝΟΜΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΥΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥΣ

Οι υπουργοί αποφασίζουν να παραπέμψουν τα ακόλουθα κείμενα στην Επιτροπή Δασμολογητέας Αξίας που έχει συσταθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας για την εαφρμογή του άρθρου VII της GΑΤΤ του 1994, προς έγκριση.

I

Όταν αναπτυσσόμενη χώρα εκφράζει επιφυλάξεις σχετικά με τη διατήρηση επισήμως ορισθεισών ελαχίστων αξιών στο πλαίσιο των όρων της παραγράφου 2 του παραρτήματος III και δεικνύει καλή προαίρεση, η επιτροπή εξετάζει θετικά τη σχετική αίτηση.

Όταν η επιφύλαξη γίνει αποδεκτή, οι ειδικοί και γενικοί όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παραρτήματος III λαμβάνουν πλήρως υπόψη τις αναπτυξιακές, χρηματοδοτικές και εμπορικές ανάγκες της ενδιαφερόμενης αναπτυσσόμενης χώρας.

II

1. Ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες ανησυχούν για την ενδεχόμενη ύπαρξη προβλημάτων κατά τον υπολογισμό της αξίας των εισαγωγών από αποκλειστικούς πράκτορες, αποκλειστικούς διανομείς και αποκλειστικούς αντιπροσώπους. Δυνάμει του άρθρου 20 παράγραφος 1, οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη τυγχάνουν προθεσμίας μέχρι πέντε ετών πριν από την εφαρμογή της συμφωνίας. Στο πλαίσιο αυτό, οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που επωφελούνται από την εν λόγω διάταξη θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την περίοδο αυτή για την διενέργεια καταλλήλων μελετών και για την ανάληψη δράσεων που απαιτούνται για τη διευκόλυνση της εφαρμογής.

2. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, η επιτροπή συνιστά στο Συμβούλιο Τελωνειακής Συνεργασίας να συνδράμει τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος II, για την εκπόνηση και την εφαρμογή μελετών σε τομείς οι οποίοι έχει προσδιοριστεί ότι παρουσιάζουν ενδιαφέρον, περιλαμβανομένων των σχετικών με τις εισαγωγές από αποκλειστικούς πράκτορες, αποκλειστικούς διανομείς και αποκλειστικούς αντιπροσώπους.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΑ ΤΟΥΣ ΘΕΣΜΙΚΟΥΣ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΣΧΕΉΚΑ ΜΕ ΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑ ΤΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Οι υπουργοί συνιστούν στο Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών να εγκρίνει, κατά την πρώτη συνεδρίαση του, την απόφαση για τα επικουρικά όργανα που εναφέρονται κατωτέρω.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ,

Ενεργώντας δυνάμει του άρθρου XXIV με σκοπό να διευκολύνει τη λειτουργία και να διευρύνει τους στόχους της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΤΑ ΕΞΗΣ:

1. Όλα τα επικουρικά όργανα, τα οποία συστήνει ενδεχομένως το συμβούλιο, αναφέρονται σε αυτό ετησίως ή συχνότερα εάν απαιτείται. Καθένα από αυτά τα όργανα θεσπίζει το δικό του εσωτερικό κανονισμό και δύναται να προβεί σε σύσταση των δικών του επικουρικών οργάνων κατά περίπτωση.

2. Όλες οι τομεακές επιτροπές αναλαμβάνουν αρμοδιότητες οι οποίες ορίζονται από το συμβούλιο, και παρέχουν στα μέλη τη δυνατότητα να προβαίνουν σε διαβουλεύσεις για κάθε θέμα σχετικά με τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών για το σχετικό κλάδο και τη λειτουργία του τομεακού παραρτήματος στο οποίο αναφέρεται. Οι εν λόγω αρμοδιότητες περιλαμβάνουν τα εξής:

α) 

την τήρηση υπό συνεχή έλεγχο και εποπτεία της εφαρμογής της συμφωνίας σε σχέση με το σχετικό τομέα·

β) 

τη διατύπωση προτάσεων ή συστάσεων προς εξέταση από το συμβούλιο σε σχέση με όλα τα θέματα που αφορούν τις συναλλαγές στο σχετικό τομέα·

γ) 

σε περίπτωση που υπάρχει παράρτημα σχετικό με τον τομέα, την εξέταση προτάσεων τροποποίησης του τομεακού παραρτήματος, και την πραγματοποίηση καταλλήλων συστάσεων προς το συμβούλιο·

δ) 

την εξασφάλιση του πλαισίου για τεχνικές συζητήσεις, για τη διενέργεια μελετών σχετικά με τα μέτρα των μελών και τη διενέργεια εξέτασης οποιουδήποτε τεχνικού θέματος που επηρεάζει τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών στον σχετικό κλάδο·

ε) 

την παροχή τεχνικής βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη και στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες διαπραγματεύονται την προσχώρηση στη συμφωνία για την ίδρυση του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου σε σχέση με την τήρηση των υποχρεώσεων ή με άλλα θέματα που επηρεάζουν τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών στο σχετικό κλάδο· και

στ) 

τη συνεργασία με όλα τα λοιπά επικουρικά όργανα που έχουν συσταθεί δυνάμει της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών ή άλλων διεθνών οργανισμών με δραστηριότητες σε οποιοδήποτε σχετικό κλάδο.

3. Συστήνεται Επιτροπή Συναλλαγών στον Τομέα των Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών η οποία έχει τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΑ ΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΊΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Οι υπουργοί συνιστούν στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον Τομέα των Υπηρεσιών να εγκρίνει κατά την πρώτη συνεδρίασή του την απόφαση που αναφέρεται κατωτέρω.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ,

Λαμβάνοντας υπόψη τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των υποχρεώσεων και των συγκεκριμένων αναλήψεων υποχρεώσεων που απορρέουν από τη συμφωνία, και των συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών, σε σχέση με την επίλυση διαφορών δυνάμει των άρθρων XXII και XXIII,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΓΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. Καταρτίζεται κατάλογος προσώπων που προορίζονται για τις ειδικές ομάδες (πάνελ) που παρέχουν βοήθεια στα μέλη κατά την επιλογή των προσώπων αυτών.

2. Για το σκοπό αυτό, τα μέλη δύναται να προτείνουν ονόματα προσώπων που διαθέτουν τα προσόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 3, ώστε να περιληφθούν στον κατάλογο, και παρέχουν βιογραφικό σημείωμα που περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, τις γνώσεις στο συγκεκριμένο τομέα.

3. Οι ομάδες αποτελούνται από κυβερνητικούς ή/και μη κυβερνητικούς υπαλλήλους υψηλών προσόντων, οι οποίοι έχουν εμπειρία σε θέματα σχετικά με τη Γενική Συμφωνία για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών ή/και στις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, περιλαμβανομένων των σχετικών κανονιστικών θεμάτων. Τα μέλη των ειδικών ομάδων αποσχολούνται ως ιδιώτες και όχι ως εκπρόσωποι κάποιας κυβέρνησης ή οργανισμού.

4. Οι ομάδες που καλούνται νε επιλύσουν διαφορές σχετικά με τομεακά θέματα διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις σχετικά με τους συγκεκριμένους τομείς των υπηρεσιών τους οποίους αφορά η διαφορά.

5. Η γραμματεία τηρεί τον κατάλογο και καθορίζει διαδικασίες για τη διαχείρισή του μετά από διαβουλεύσεις με τον πρόεδρο του συμβουλίου.

ΑΠΟΦΑΣΗ TIΑ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Οι υπουργοί συνιστούν στο Συμβούλιο για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών να εγκρίνει στην πρώτη του συνεδρίαση την απόφαση που ορίζεται κατωτέρω.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ,

Αναγνωρίζοντας ότι τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος μπορεί να είναι αντίθετα με τις διατάξεις της συμφωνίας, και

Σημειώνοντας ότι, εφόσον τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος έχουν κατ' εξοχήν στόχο την προστασία της ζωής ή της υγείας των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών, δεν είναι σαφές ότι υπάρχει ανάγκη να προβλεφθούν περισσότερα από όσα περιλαμβάνονται στο άρθρο XIV παράγραφος β),

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΤΑ ΕΞΗΣ:

1. Προκειμένου να καθοριστεί εάν απαιτείται τροποποίηση του άρθρου XIV της συμφωνίας ώστε να ληφθούν υπόψη αυτά τα μέτρα, συστήνεται Επιτροπή για τη Σχέση μεταξύ των Συναλλαγών στον Τομέα των Υπηρεσιών και του Περιβάλλοντος που εξετάζει και υποβάλλει εκθέσεις, προβαίνοντας σε συστάσεις εάν υπάρχουν, όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών και του περιβάλλοντος περιλαμβανομένου του θέματος της αειφόρου ανάπτυξης. Η επιτροπή εξετάζει επίσης τη σχέση των διακυβερνητικών συμφωνιών με το περιβάλλον καθώς και τις σχέσεις αυτών με τη συμφωνία.

2. Η επιτροπή υποβάλλει εκθέσεις για τα αποτελέσματα των εργασιών της εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΑ ΤΙΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ,

Σημειώνοντας τις αναλήψεις υποχρεώσεων που προκύπτουν από τις διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης σχετικά με την κυκλοφορία των φυσικών προσώπων με σκοπό την παροχή υπηρεσιών,

Έχοντας επίγνωση των στόχων της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών, περιλαμβανομένης της ευρύτερης συμμετοχής των αναπτυσσομένων χωρών στις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών και της διεύρυνσης των εξαγωγών τους στον τομέα των υπηρεσιών,

Αναγνωρίζοντας τη σημασία της επίτευξης υψηλoτερων επιπέδων αναλήψεων υποχρεώσεων όσον αφορά την κυκλοφορία των φυσικών προσώπων, προκειμένου να υπάρξει ισορροπία των οφελών δυνάμει της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

1. Οι διαπραγματεύσεις για την περαιτέρω απελευθέρωση της κυκλοφορίας των φυσικών προσώπων με σκοπό την παροχή υπηρεσιών συνεχίζονται πέραν της ολοκλήρωσης του Γύρου της Ουρουγουάης, προκειμένου να επιτραπεί η επίτευξη υψηλoτερων επιπέδων αναλήψεων υποχρεώσεων από τους συμμετέχοντες δυνάμει της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών.

2. Για τη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων συστήνεται ομάδα που θα διαπραγματευθεί την κυκλοφορία των φυσικών προσώπων. Η ομάδα θεσπίζει τις δικές της διαδικασίες και υποβάλλει περιοδική έκθεση στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον Τομέα των Υπηρεσιών.

3. Η διαπραγματευτική ομάδα πραγματοποιεί την πρώτη της διαπραγματευτική σύνοδο το αργότερο τη 16η Μαΐου 1994. Ολοκληρώνει τις εν λόγω διαπραγματεύσεις και συντάσσει τελική έκθεση το αργότερο έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

4. Οι αναλήψεις υποχρεώσεων που προκύπτουν από αυτές τις διαπραγματεύσεις εντάσσονται στους πίνακες των μελών για συγκεκριμένες αναλήψεις υποχρεώσεων.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΑ ΤΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ,

Σημειώνοντας ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων που έχουν προγραμματισθεί από τους συμμετέχοντες σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες κατά την ολοκλήρωση του Γύρου της Ουρουγουάης αρχίζουν να ισχύουν με βάση τη ρήτρα ΜΕΚ ταυτόχρονα με τη συμφωνία για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (εφεξής καλούμενη η «συμφωνία για τον ΠΟΕ»),

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

1. Με την ολοκλήρωση της περιόδου που λήγει το αργότερο έξι μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα μέλη είναι ελεύθερα να βελτιώσουν, να τροποποιήσουν ή να αποσύρουν το σύνολο ή μέρος των αναλήψεων υποχρεώσεών τους στον εν λόγω τομέα χωρίς να προσφέρουν αντισταθμιστικό αντάλλαγμα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου XXI της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών. Ταυτόχρονα τα μέλη οριστικοποιούν τις θέσεις τους σχετικά με τις απαλλαγές από τη ρήτρα ΜΕΚ στον εν λόγω τομέα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παραρτήματος σχετικά με τις εξαιρέσεις του άρθρου II. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και μέχρι το τέλος της περιόδου που αναφέρεται ανωτέρω, οι εξαιρέσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα σχετικά με τις απαλλαγές από τις υποχρεώσεις του άρθρου II, και οι οποίες εξαρτώνται από το επίπεδο των αναλήψεων υποχρεώσεων άλλων συμμετεχόντων ή από τις απαλλαγές υπέρ άλλων συμμετεχόντων, δεν ισχύουν.

2. Η Επιτροπή Συναλλαγών Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών παρακολουθεί την πρόοδο ενδεχομένων διαπραγματεύσεων που έχουν αναληφθεί δυνάμει των όρων της παρούσας συμφωνίας και υποβάλλουν έκθεση στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον Τομέα των Υπηρεσιών το αργότερο τέσσερις μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ,

Σημειώνοντας ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων που έχουν προγραμματισθεί από τους συμμετέχοντες για τις υπηρεσίες θαλασσίων μεταφορών κατά την ολοκλήρωση του Γύρου της Ουρουγουάης αρχίζουν να ισχύουν με βάση τη ρήτρα ΜΕΚ ταυτόχρονα με τη συμφωνία για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (εφεξής καλομμενη η «συμφωνία για τον ΠΟΕ»),

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

1. Οι διαπραγματεύσεις εντάσσονται σε εθελοντική βάση στον τομέα των υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών στο πλαίσιο της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών. Οι διαπραγματεύσεις έχουν σαφές πεδίο εφαρμογής με σκοπό τις αναλήψεις υποχρεώσεων στη διεθνή ναυτιλία, τις βοηθητικές υπηρεσίες και την πρόσβαση και τη χρήση των λιμενικών εγκαταστάσεων, οδηγώντας έτσι στην κατάργηση των περιορισμών εντός καθορισμένης χρονικής προθεσμίας.

2. Συστήνεται διαπραγματευτική ομάδα για τις υπηρεσίες θαλασσίων μεταφορών (εφεξής καλουμένη η «ΔΟΥΘΜ») για να εκτελέσει την εν λόγω εντολή. Η ΔΟΥΘΜ υποβάλλει περιοδικές εκθέσεις σχετικά με την πρόοδο των εν λόγω διαπραγματεύσεων.

3. Οι διαπραγματεύσεις στη ΔΟΥΘΜ είναι ανοικτές για όλες τις κυβερνήσεις και τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες που δηλώνουν την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν. Μέχρι σήμερα, έχουν δηλώσει την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις τα ακόλουθα κράτη:

Αργεντινή, Καναδάς, Ευρωπαϊκές Κοινότητες και τα κράτη μέλη τους, Φινλανδία, Χονγκ Κονγκ, Ισλανδία, Ινδονησία, Κορέα, Μαλαισία, Μεξικό, Πολωνία, Νέα Ζηλανδία, Νορβηγία, Φιλιππίνες, Ρουμανία, Σιγκαπούρη, Σουηδία, Ελβετία, Ταϊλάνδη, Τουρκία, Ηνωμένες Πολιτείες.

Περαιτέρω ανακοινώσεις πρόθεσης συμμετοχής απευθύνονται στο θεματοφύλακα της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

4. Η ΔΟΥΘΜ πραγματοποιεί την πρώτη διαπραγματευτική σύνοδό της το αργότερο τη 16η Μαΐου 1994. Ολοκληρώνει τις εν λόγω διαπραγματεύσεις και υποβάλλει τελική έκθεση το αργότερο τον Ιούνιο του 1996. Η τελική έκθεση της ΔΟΥΘΜ περιλαμβάνει ημερομηνία για την εφαρμογή των αποτελεσμάτων των εν λόγω διαπραγματεύσεων.

5. Μέχρι την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων, το άρθρο II και οι παράγραφοι 1 και 2 του παραρτήματος σχετικά με τις εξαιρέσεις του άρθρου II αναστέλλονται, όσον αφορά την εφαρμογή τους στον εν λόγω τομέα, και δεν είναι απαραίτητο να απαριθμούνται οι εξαιρέσεις από τη ρήτρα ΜΕΚ. Μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων, τα μέλη είναι ελεύθερα να βελτιώσουν, να τροποποιήσουν ή να αποσύρουν οποιεσδήποτε αναλήψεις υποχρεώσεων οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί στον εν λόγω τομέα κατά τη διάρκεια του Γύρου της Ουρουγουάης χωρίς να προσφέρουν αντισταθμιστικά ανταλλάγματα, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου XXI της συμφωνίας. Ταυτόχρονα τα μέλη οριστικοποιούν τις θέσεις τους σχετικά με τις εξαιρέσεις από τη ρήτρα ΜΕΚ στον εν λόγω τομέα, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του παραρτήματος σχετικά με τις εξαιρέσεις του άρθρου II. Εάν οι διαπραγματεύσεις δεν ολοκληρωθουν με επιτυχία, το Συμβούλιο Συναλλαγών στον Τομέα των Υπηρεσιών αποφασίζει εάν θα συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις σύμφωνα με την παρούσα εντολή.

6. Όλες οι αναλήψεις υποχρεώσεων που προκύπτουν από τις διαπραγματεύσεις, περιλαμβανομένης της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος τους, εγγράφονται στους πίνακες που επισυνάπτονται στη Γενική Συμφωνία για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών και υπόκεινται σε όλες τις διατάξεις της συμφωνίας.

7. Εννοείται ότι, αρχίζοντας αμέσως και συνεχίζοντας μέχρι να καθοριστεί η ημερομηνία εφαρμογής δυνάμει της παραγράφου 4, οι συμμετέχοντες δεν εφαρμόζουν κανένα μέτρο που να επηρεάζει τις συναλλαγές στις υπηρεσίες θαλασσίων μεταφορών εκτός αν κάτι τέτοιο αποτελεί αντίδραση στα μέτρα που εφαρμόζονται από άλλες χώρες και γίνεται με σκοπό να διατηρηθεί ή να βελτιωθεί η ελευθερία παροχής υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να αποβλέπουν οι συμμετέχοντες σε βελτίωση της διαπραγματευτικής τους θέσης ή επιρροής.

8. Η εφαρμογή της παραγράφου 7 υπόκειται στην εποπτεία της ΔΟΥΘΜ. Όλοι οι συμμετέχοντες μπορούν να θέσουν υπόψη της ΔΟΥΘΜ κάθε ενέργεια ή παράλειψη την οποία θεωρούν σχετική με την τήρηση της παραγράφου 7. Οι ανακοινώσεις αυτού του είδους θεωρείται ότι υποβάλλονται στη ΔΟΥΘΜ μόλις παραληφθούν από τη γραμματεία.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΠΑ ΤΙΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

1. Οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται σε εθελοντική βάση με σκοπό τη σταδιακή απελευθέρωση των συναλλαγών στον τομέα των δικτύων μεταφοράς και των υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών (οι οποίες καλούνται εφεξής «βασικές τηλεπικοινωνίες») στο πλαίσιο της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών.

2. Με την επιφύλαξη του αποτελέσματός τους, οι διαπραγματεύσεις έχουν σαφές πεδίο εφαρμογής, χωρίς να αποκλείεται κανένα είδος βασικών τηλεπικοινωνιών εκ των προτέρων.

3. Συστήνεται διαπραγματευτική ομάδα για τις βασικές τηλεπικοινωνίες (εφεξής καλούμενη η «ΔΟΒΤ») για να εκτελέσει την εν λόγω εντολή. Η ΔΟΒΤ υποβάλλει περιοδικές εκθέσεις σχετικά με την πρόοδο των εν λόγω διαπραγματεύσεων.

4. Οι διαπραγματεύσεις στη ΔΟΒΤ είναι ανοικτές για όλες τις κυβερνήσεις και τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες που δηλώνουν την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν. Μέχρι σήμερα, έχουν δηλώσει την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις τα ακόλουθα κράτη:

Αυστραλία, Αυστρία, Καναδάς, Χιλή, Κύπρος, Ευρωπαϊκές Κοινότητες και τα κράτη μέλη τους, Φινλανδία, Χονγκ Κονγκ, Ουγγαρία, Ιαπωνία, Κορέα, Μεξικό, Νέα Ζηλανδία, Νορβηγία, Σλοβακική Δημοκρατία, Σουηδία, Ελβετία, Τουρκία, Ηνωμένες Πολιτείες.

Περαιτέρω ανακοινώσεις πρόθεσης συμμετοχής απευθύνονται στο θεματοφύλακα της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

5. Η ΔΟΒΤ πραγματοποιεί την πρώτη διαπραγματευτική σύνοδό της το αργότερο τη 16η Μαΐου 1994. Ολοκληρώνει τις εν λόγω διαπραγματεύσεις και υποβάλλει τελική έκθεση το αργότερο την 30ή Απριλίου 1996. Η τελική έκθεση της ΔΟΒΤ περιλαμβάνει ημερομηνία για την εφαρμογή των αποτελεσμάτων των εν λόγω διαπραγματεύσεων.

6. Όλες οι αναλήψεις υποχρεώσεων που προκύπτουν από τις διαπραγματεύσεις, περιλαμβανομένης της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος τους, εγγράφονται στους πίνακες που επισυνάπτονται στη Γενική Συμφωνία για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών και υπόκεινται σε όλες τις διατάξεις της συμφωνίας.

7. Εννοείται ότι, αρχίζοντας αμέσως και συνεχίζοντας μέχρι να καθοριστεί η ημερομηνία εφαρμογής δυνάμει της παραγράφου 5, οι συμμετέχοντες δεν εφαρμόζουν κανένα μέτρο που επηρεάζει τις συναλλαγές στον τομέα των βασικών τηλεπικοινωνιών εις τρόπον ώστε να βελτιωθεί η διαπραγματευτική τους θέση και επιρροή. Εννοείται ότι η παρούσα διάταξη δεν εμποδίζει την εφαρμογή εμπορικών και κυβερνητικών διακανονισμών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών βασικών τηλεπικοινωνιών.

8. Η εφαρμογή της παραγράφου 7 υπόκειται στην εποπτεία της ΔΟΒΤ. Όλοι οι συμμετέχοντες μπορούν να θέσουν υπόψη της ΔΟΒΤ κάθε ενέργεια ή παράλειψη την οποία θεωρούν σχετική με την τήρηση της παραγράφου 7. Οι κοινοποιήσεις αυτού του είδους θεωρείται ότι υποβάλλονται στη ΔΟΒΤ μόλις παραληφθούν από τη γραμματεία.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Οι υπουργοί συνιστούν στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον Τομέα των Υπηρεσιών να εγκρίνει κατά την πρώτη συνεδρίασή του την απόφαση που ορίζεται κατωτέρω.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ,

Αναγνωρίζοντας τις επιπτώσεις των κανονιστικών μέτρων, σχετικά με τα επαγγελματικά προσόντα, τα τεχνικά πρότυπα και τη χορήγηση αδειών, στην επέκταση των συναλλαγών στις επαγγελματικές υπηρεσίες,

Επιθυμώντας να θεσπίσουν πολυμερείς υποχρεώσεις προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι, σε περίπτωση που πραγματοποιούνται συγκεκριμένες αναλήψεις υποχρεώσεων, τα κανονιστικά μέτρα αυτού του είδους δεν αποτελούν περιττά εμπόδια για την παροχή επαγγελματικών υπηρεσιών,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΤΑ ΕΞΗΣ:

1. Το πρόγραμμα εργασίας που προβλέπεται στο άρθρο VI παράγραφος 4, σχετικά με τις εγχώριες ρυθμίσεις επιβάλλεται να τεθεί σε ισχύ αμέσως. Για το σκοπό αυτό, συστήνεται ομάδα εργασίας για τις επαγγελματικές υπηρεσίες προκειμένου να εξετάσει και να υποβάλει εκθέσεις, μαζί με συστάσεις, σχετικά με τις υποχρεώσεις που απαιτούνται ώστε να εξασφαλιστεί ότι τα μέτρα σχετικά με τις απαιτήσεις και τις διαδικασίες για τα προσόντα, τα τεχνικά πρότυπα και τις απαιτήσεις χορήγησης αδειών στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών δεν αποτελούν περιττά εμπόδια για το εμπόριο.

2. Κατά προτεραιότητα, η ομάδα εργασίας προβαίνει σε συστάσεις για την κατάρτιση πολυμερών υποχρεώσεων στον τομέα της λογιστικής, προκειμένου να υπάρξουν λειτουργικά αποτελέσματα από συγκεκριμένες αναλήψεις υποχρεώσεων. Κατά τη διατύπωση των συστάσεων αυτών, η ομάδα εργασίας επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στα εξής:

α) 

στην καθιέρωση πολυμερών υποχρεώσεων σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι εγχώριες κανονιστικές απαιτήσεις:

i) 

βασίζονται σε αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια, όπως τα προσόντα και η ικανότητα παροχής υπηρεσιών,

ii) 

δεν είναι περισσότερο επιβαρυντικές από όσο απαιτείται, ώστε να εξασφαλιστεί η ποιότητα των υπηρεσιών, με ταυτόχρονη διευκόλυνση της αποτελεσματικής ελευθέρωσης των λογιστικών υπηρεσιών·

β) 

στη χρήση διεθνών προτύπων και, με τον τρόπο αυτό, στην ενθάρρυνση της συνεργασίας με τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, όπως ορίζεται στο άρθρο VI παράγραφος 5 στοιχείο β), προκειμένου να δοθεί πλήρης ισχύ στο άρθρο VII παράγραφος 5·

γ) 

στη διευκόλυνση της αποτελεσματικής εφαρμογής του άρθρου VI παράγραφος 6 της συμφωνίας μέσω της κατάρτισης κατευθυντηρίων γραμμών για την αναγνώριση των προσόντων.

Κατά την κατάρτιση των εν λόγω υποχρεώσεων, η ομάδα εργασίας λαμβάνει υπόψη τη σημασία των κυβερνητικών και μη κυβερνητικών φορέων που ρυθμίζουν τις επαγγελματικές υπηρεσίες.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ,

ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ την απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 1994, ότι οι υφιστάμενοι κανόνες και οι διαδικασίες της GΑΤΤ του 1947 στον τομέα της επίλυσης διαφορών παραμένουν σε ισχύ έως την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου,

ΚΑΛΟΥΝ τα αρμόδια συμβούλια και επιτροπές να αποφασίσουν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους με σκοπό να αντιμετωπίσουν όλες τις διαφορές για τις οποίες έχει γίνει αίτηση για διαβουλεύσεις πριν από αυτήν την ημερομηνία·

ΚΑΛΟΥΝ την υπουργική συνδιάσκεψη να προβεί σε πλήρη επανεξέταση των κανόνων και των διαδικασιών της επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου εντός τεσσάρων ετών μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, και να αποφασίσει, με την ευκαιρία της πρώτης συνεδριάσεώς της μετά την ολοκλήρωση της επανεξέτασης, εάν θα εξακολουθήσει να εφαρμόζει ή θα τροποποιήσει ή καταργήσει αυτούς τους κανόνες και διαδικασίες επίλυσης διαφορών.

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΛΗΨΕΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Οι συμμετέχοντες στο Γύρο της Ουρουγουάης είχαν τη δυνατότητα να αναλάβουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες δυνάμει της Γενικής Συμφωνίας Συναλλαγών στον Τομέα των Υπηρεσιών (εφεξής καλούμενης «συμφωνίας») βάσει εναλλακτικής προσέγγισης που καλύπτεται από τις διατάξεις του μέρους III της συμφωνίας. Συνεφωνήθη ότι η εν λόγω προσέγγιση θα μπορούσε να εφαρμοστεί με την επιφύλαξη του ακόλουθου μνημονίου συμφωνίας, ήτοι ότι:

i) 

δεν έρχεται σε σύγκρουση με τις διατάξεις της συμφωνίας,

ii) 

δεν αφαιρεί από τα μέλη το δικαίωμα να προγραμματίσουν τις δικές τους συγκεκριμένες αναλήψεις υποχρεώσεων σύμφωνα με την προσέγγιση δυνάμει του μέρους III της συμφωνίας,

iii) 

οι συγκεκριμένες αναλήψεις υποχρεώσεων που προκύπτουν εφαρμόζονται με βάση τη ρήτρα του μάλλον ευνοουμένου κράτους,

iv) 

δεν δημιουργείται καμία υπόθεση όσον αφορά το βαθμό απελευθέρωσης στον οποίο δεσμεύονται τα μέλη δυνάμει της συμφωνίας.

Τα ενδιαφερόμενα μέλη, βάσει των διαπραγματεύσεων, και με την επιφύλαξη, ενδεχομένως, των όρων και των χαρακτηριστικών, έχουν περιλάβει στον προγραμματισμό τους συγκεκριμένες αναλήψεις υποχρεώσεων σύμφωνα με την προσέγγιση που ορίζεται κατωτέρω.

Α.    Αναστολή

Οι όροι, οι περιορισμοί και τα χαρακτηριστικά των αναλήψεων υποχρεώσεων που σημειώνονται κατωτέρω περιορίζονται στα υφιστάμενα μη σύμφωνα μέτρα.

Β.    Πρόσβαση στην αγορά

Μονοπωλιακά δικαιώματα

1. Πέραν του άρθρου VIII της συμφωνίας, ισχύουν και τα ακόλουθα:

Κάθε μέλος περιλαμβάνει στον πίνακά του σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες τα υφιστάμενα μονοπωλιακά δικαιώματα και προσπαθεί να τα καταργήσει ή να μειώσει το πεδίο εφαρμογής τους. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1 στοιχείο β) του παραρτήματος για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, η εν λόγω παράγραφος ισχύει για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) περίπτωση iii) του παραρτήματος.

Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που παρέχονται σε δημόσιους φορείς

2. Κατά παρέκκλιση του άρθρου XIII της συμφωνίας, κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι οι προμηθευτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών κάθε άλλου μέλους που εδρεύει στην επικράτειά του τυγχάνουν μεταχείρισης σύμφωνα με τη ρήτρα του μάλλον ευνοουμένου κράτους και εθνικής μεταχείρισης όσον αφορά την αγορά ή την απόκτηση χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών από δημόσιους φορείς του μέλους της επικρατείας του.

Διασυνοριακές συναλλαγές

3. Όλα τα μέλη επιτρέπουν σε προμηθευτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι να προμηθεύουν, ως κύριοι προμηθευτές με μεσάζοντα, ή ως μεσάζοντες, και με ειδικούς και γενικούς όρους που προσδίδουν εθνική μεταχείριση, τις ακόλουθες υπηρεσίες:

α) 

ασφάλιση έναντι των κινδύνων που έχουν σχέση με:

i) 

τις θαλάσσιες μεταφορές και την εμπορική αεροπορία και τις διαστημικές εκτοξεύσεις και φορτία (περιλαμβανομένων των δορυφόρων), η οποία καλύπτει το σύνολο ή τμήμα από τα ακόλουθα: τα μεταφερόμενα εμπορεύματα, το όχημα μεταφοράς των εμπορευμάτων και όλες τις υποχρεώσεις που προκύπτουν, και

ii) 

τα εμπορεύματα υπό διεθνή διαμετακόμιση·

β) 

αντασφάλιση και εκχώρηση αντασφάλισης και βοηθητικές υπηρεσίες ασφάλισης, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 5 στοιχείο α) περίπτωση iv) του παραρτήματος·

γ) 

παροχή και μεταφορά χρηματοπιστωτικών πληροφοριών και επεξεργασία χρηματοπιστωτικών δεδομένων, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 5, στοιχείο α) περίπτωση xv) του παραρτήματος, καθώς και συμβουλευτικές και άλλες βοηθητικές υπηρεσίες, εξαιρουμένης της μεσολάβησης, σχετικά με τις τραπεζικές και άλλες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 5 στοιχείο α) περίπτωση xvi) του παραρτήματος.

4. Κάθε μέλος επιτρέπει στους κατοίκους του να προμηθευτούν στο έδαφος οποιουδήποτε άλλου μέλους τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που αναφέρονται:

α) 

στην παράγραφο 3 στοιχείο α)·

β) 

στην παράγραφο 3 στοιχείο β)· και

γ) 

στην παράγραφο 5 στοιχείο α) περιπτώσεις ν) έως xvi) του παραρτήματος.

Εμπορική παρουσία

5. Κάθε μέλος παρέχει στους προμηθευτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους το δικαίωμα να συστήσουν ή να επεκτείνουν εντός του εδάφους του, ακόμα και μέσω αγοράς υφισταμένων επιχειρήσεων, εμπορική παρουσία.

6. Κάθε μέλος μπορεί να επιβάλει όρους, προϋποθέσεις και διαδικασίες για τη χορήγηση άδειας σύστασης και επέκτασης εμπορικής παρουσίας, στο βαθμό που δεν καταστρατηγείται η υποχρέωση του μέλους δυνάμει της παραγράφου 5 και εφόσον αυτές συμφωνούν με τις υπόλοιπες υποχρεώσεις της παρούσας συμφωνίας.

Νέες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες

7. Τα μέλη επιτρέπουν στους προμηθευτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους με έδρα εντός του εδάφους τους να παράσχουν εντός του εδάφους τους οποιαδήποτε νέα χρηματοπιστωτική υπηρεσία.

Μεταφορά και επεξεργασία πληροφοριών

8. Κανένα από τα μέλη δεν λαμβάνει μέτρα που εμποδίζουν τη μεταφορά πληροφοριών ή την επεξεργασία χρηματοπιστωτικών πληροφοριών, περιλαμβανομένης της μεταφοράς δεδομένων με ηλεκτρονικά μέσα, ή μέτρα τα οποία, με την επιφύλαξη των κανόνων εισαγωγής σύμφωνα με τις διεθνείς συμφωνίες, εμποδίζουν τη μεταφορά εξοπλισμού, στις περιπτώσεις όπου η μεταφορά πληροφοριών, η επεξεργασία χρηματοπιστωτικών πληροφοριών ή η μεταφορά εξοπλισμού είναι αναγκαία για την άσκηση της συνήθους επιχειρηματικής δραστηριότητας ενός προμηθευτού χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η παρούσα παράγραφος δεν περιορίζει κατ' ουδένα τρόπο το δικαίωμα των μελών να προστατεύσουν στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα, το ιδιωτικό απόρρητο και τον εμπιστευτικό χαρακτήρα μεμονωμένων φακέλων και λογαριασμών καθόσον διάστημα το δικαίωμα αυτό δεν χρησιμοποιείται για την καταστρατήγηση των διατάξεων της συμφωνίας.

Προσωρινή είσοδος προσωπικού

9.

 
α) 

Κάθε μέλος επιτρέπει να εισέρχεται προσωρινά στο έδαφός του το ακόλουθο προσωπικό προμηθευτού χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους, ο οποίος συστήνει ή έχει συστήσει εμπορική παρουσία στο έδαφος του μέλους:

i) 

ανώτερο διοικητικό προσωπικό που κατέχει αποκλειστικές πληροφορίες, οι οποίες είναι ουσιαστικές για τη σύσταση, τον έλεγχο και τη λειτουργία των δραστηριοτήτων του προμηθευτού χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, και

ii) 

ειδικό προσωπικό για τις εργασίες του προμηθευτού χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

β) 

Κάθε μέλος επιτρέπει, με την επιφύλαξη ύπαρξης ειδικευμένου προσωπικού στο έδαφός του, την προσωρινή είσοδο εντός του εδάφους του του ακόλουθου προσωπικού που συνδέεται με την εμπορική παρουσία προμηθευτού χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους:

i) 

ειδικών στις υπηρεσίες πληροφορικής, τις υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών και λογιστικής του προμηθευτού χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, και

ii) 

εμπειρογνωμόνων ασφαλίσεων και νομικών συμβούλων.

Μη διακριτικά μέτρα

10. Κάθε μέλος προσπαθεί να καταργήσει ή να περιορίσει οποιεσδήποτε ουσιαστικές αρνητικές επιπτώσεις στους προμηθευτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους των ακολούθων:

α) 

μη διακριτικών μέτρων που εμποδίζουν τους προμηθευτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών να παράσχουν στο έδαφος του μέλους, σε μορφή που έχει καθοριστεί από το μέλος, όλες τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που επιτρέπονται από το μέλος·

β) 

μη διακριτικών μέτρων που εμποδίζουν την επέκταση των δραστηριοτήτων των προμηθευτών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στο σύνολο του εδάφους του μέλους·

γ) 

μέτρων ενός μέλους, στην περίπτωση που το μέλος αυτό εφαρμόζει τα ίδια μέτρα για την παροχή τόσο τραπεζικών όσο και ασφαλιστικών υπηρεσιών, και κάποιος προμηθευτής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους επικεντρώνει τις δραστηριότητές του στην παροχή ασφαλιστικών υπηρεσιών· και

δ) 

άλλων μέτρων τα οποία, παρόλο που είναι σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, επηρεάζουν αρνητικά την ικανότητα των προμηθευτών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους να λειτουργήσουν, να είναι ανταγωνιστικοί ή να εισέλθουν στην αγορά του μέλους·

υπό την προϋπόθεση ότι οποιαδήποτε ενέργεια που αναλαμβάνεται δυνάμει της παρούσας παραγράφου δεν αποτελεί αθέμιτη διάκριση έναντι των προμηθευτών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών του μέλους που αναλαμβάνει αυτή την ενέργεια.

11. Όσον αφορά τα μη διακριτικά μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 10 στοιχεία α) και β), τα μέλη προσπαθούν να μην περιορίζουν ή να μην περιστέλλουν τον τρέχοντα βαθμό εμπορικών ευκαιριών ούτε τα ήδη υπάρχοντα οφέλη των προμηθευτών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών όλων των άλλων μελών, εκλαμβανομένων ως ομάδα στο έδαφος των μελών, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω δέσμευση δεν επιφέρει αθέμιτη διάκριση εις βάρος των προμηθευτών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών του μέλους που εφαρμόζει τέτοιου είδους μέτρα.

Γ.    Εθνική μεταχείριση

1. Δυνάμει των ειδικών και γενικών όρων για την παροχή εθνικής μεταχείρισης, κάθε μέλος παρέχει στους προμηθευτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους που εδρεύει στο έδαφός του πρόσβαση στα συστήματα πληρωμών και εκκαθαρίσεων που λειτουργούν σε δημόσιους φορείς, και στις επίσημες πηγές χρηματοδότησης και αναχρηματοδότησης που υφίστανται κατά την κανονική διάρκεια της συνήθους επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η παρούσα παράγραφος δεν έχει σκοπό να παράσχει πρόσβαση στις δυνατότητες δανεισμού εσχάτης ανάγκης του μέλους.

2. Όταν ένα μέλος απαιτεί από τους προμηθευτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους υπαγωγή ή συμμετοχή ή προσχώρηση σε οποιονδήποτε αυτενεργούντα ρυθμιστικό φορέα, χρηματιστήριο ή αγορά αξιών ή προθεσμιακών συμβολαίων, γραφεία συμψηφισμού, ή οποιοδήποτε άλλο οργανισμό ή ένωση, προκειμένου οι εν λόγω προμηθευτές να παράσχουν χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες επί ίσοις όροις με τους προμηθευτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών του μέλους ή σε περίπτωση που το μέλος παρέχει άμεσα ή έμμεσα στους εν λόγω φορείς προνόμια και πλεονεκτήματα κατά την παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, το μέλος εξασφαλίζει ότι οι εν λόγω φορείς παρέχουν εθνική μεταχείριση στους προμηθευτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους που κατοικεί στο έδαφος του μέλους.

Δ.    Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας προσέγγισης

1. Μη εγκατεστημένος προμηθευτής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών είναι ο προμηθευτής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών ενός μέλους, ο οποίος παρέχει χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στο έδαφος άλλου μέλους από κατάστημα που εδρεύει στο έδαφος άλλου μέλους, ανεξάρτητα από το εάν ο εν λόγω προμηθευτής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών έχει εμπορική παρουσία στο έδαφος του μέλους στο οποίο παρέχονται οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

2. Ως «εμπορική παρουσία» νοείται η επιχείρηση εντός του εδάφους ενός μέλους για την παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και περιλαμβάνει τις θυγατρικές εταιρείες πλήρους ή μερικής ιδιοκτησίας, τις κοινές επιχειρήσεις, τους συνεταιρισμούς, τις προσωπικές επιχειρήσεις, τις επιχειρήσεις δικαιόχρησης, τα παραρτήματα, τα πρακτορεία, τα γραφεία αντιπροσώπων ή άλλες οντότητες.

3. Νέες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες είναι οι υπηρεσίες χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών που έχουν σχέση με υφιστάμενα και νέα προϊόντα ή με τον τρόπο παράδοσης ενός προϊόντος, οι οποίες δεν παρέχονται από κανέναν προμηθευτή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στο έδαφος συγκεκριμένου μέλους, παρέχονται όμως στο έδαφος άλλου· μέλους.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4

AGREEMENT ON GOVERNMENT PROCUREMENT



PARTIES TO THIS AGREEMENT (hereinafter referred to as «Parties»),

RECOGNIZING the need for an effective multilateral framework of rights and obligations with respect to laws, regulations, procedures and practices regarding government procurement with a view to achieving greater liberalization and expansion of world trade and improving the international framework for the conduct of world trade;

RECOGNIZING that laws, regulations, procedures and practices regarding government procurement should not be prepared, adopted or applied to foreign or domestic products and services and to foreign or domestic suppliers so as to afford protection to domestic products or services or domestic suppliers and should not discriminate among foreign products or services or among foreign suppliers;

RECOGNIZING that it is desirable to provide transparency of laws, regulations, procedures and practices regarding government procurement;

RECOGNIZING the need to establish international procedures on notification, consultation, surveillance and dispute settlement with a view to ensuring a fair, prompt and effective enforcement of the international provisions on government procurement and to maintain the balance of rights and obligations at the highest possible level;

RECOGNIZING the need to take into account the development, financial and trade needs of developing countries, in particular the least-developed countries;

DESIRING, in accordance with paragraph 6(b) of Article IX of the Agreement on Government Procurement done on 12 April 1979, as amended on 2 February 1987, to broaden and improve the Agreement on the basis of mutual reciprocity and to expand the coverage of the Agreement to include service contracts;

DESIRING to encourage acceptance of and accession to this Agreement by governments not party to it;

HAVING UNDERTAKEN further negotiations in pursuance of these objectives;

HEREBY AGREE AS FOLLOWS:



Article I

Scope and Coverage

1.  
This Agreement applies to any law, regulation, procedure or practice regarding any procurement by entities covered by this Agreement, as specified in Appendix I ( 211 ).
2.  
This Agreement applies to procurement by any contractual means, including through such methods as purchase or as lease, rental or hire purchase, with or without an option to buy, including any combination of products and services.
3.  
Where entities, in the context of procurement covered under this Agreement, require enterprises not included in Appendix I to award contracts in accordance with particular requirements, Article III shall apply mutatis mutandis to such requirements.
4.  
This Agreement applies to any procurement contract of a value of not less than the relevant threshold specified in Appendix I.

Article II

Valuation of Contracts

1.  
The following provisions shall apply in determining the value of contracts ( 212 ) for purposes of implementing this Agreement.
2.  
Valuation shall take into account all forms of remuneration, including any premiums, fees, commissions and interest receivable.
3.  
The selection of the valuation method by the entity shall not be used, nor shall any procurement requirement be divided, with the intention of avoiding the application of this Agreement.
4.  

If an individual requirement for a procurement results in the award of more than one contract, or in contracts being awarded in separate parts, the basis for valuation shall be either:

(a) 

the actual value of similar recurring contracts concluded over the previous fiscal year or 12 months adjusted, where possible, for anticipated changes in quantity and value over the subsequent 12 months; or

(b) 

the estimated value of recurring contracts in the fiscal year or 12 months subsequent to the initial contract.

5.  

In cases of contracts for the lease, rental or hire purchase of products or services, or in the case of contracts which do not specify a total price, the basis for valuation shall be:

(a) 

in the case of fixed-term contracts, where their term is 12 months or less, the total contract value for their duration, or, where their term exceeds 12 months, their total value including the estimated residual value;

(b) 

in the case of contracts for an indefinite period, the monthly instalment multiplied by 48.

If there is any doubt, the second basis for valuation, namely (b), is to be used.

6.  
In cases where an intended procurement specifies the need for option clauses, the basis for valuation shall be the total value of the maximum permissible procurement, inclusive of optional purchases.

Article III

National Treatment and Non-discrimination

1.  

With respect to all laws, regulations, procedures and practices regarding government procurement covered by this Agreement, each Party shall provide immediately and unconditionally to the products, services and suppliers of other Parties offering products or services of the Parties, treatment no less favourable than:

(a) 

that accorded to domestic products, services and suppliers; and

(b) 

that accorded to products, services and suppliers of any other Party.

2.  

With respect to all laws, regulations, procedures and practices regarding government procurement covered by this Agreement, each Party shall ensure:

(a) 

that its entities shall not treat a locally-established supplier less favourably than another locally-established supplier on the basis of degree of foreign affiliation or ownership; and

(b) 

that its entities shall not discriminate against locally-established suppliers on the basis of the country of production of the good or service being supplied, provided that the country of production is a Party to the Agreement in accordance with the provisions of Article IV.

3.  
The provisions of paragraphs 1 and 2 shall not apply to customs duties and charges of any kind imposed on or in connection with importation, the method of levying such duties and charges, other import regulations and formalities, and measures affecting trade in services other than laws, regulations, procedures and practices regarding government procurement covered by this Agreement.

Article IV

Rules of Origin

1.  
A Party shall not apply rules of origin to products or services imported or supplied for purposes of government procurement covered by this Agreement from other Parties, which are different from the rules of origin applied in the normal course of trade and at the time of the transaction in question to imports or supplies of the same products or services from the same Parties.
2.  
Following the conclusion of the work programme for the harmonization of rules of origin for goods to be undertaken under the Agreement on Rules of Origin in Annex 1A of the Agreement Establishing the World Trade Organization (hereinafter referred to as «WTO Agreement») and negotiations regarding trade in services, Parties shall take the results of that work programme and those negotiations into account in amending paragraph 1 as appropriate.

Article V

Special and Differential Treatment for Developing Countries

Objectives

1.  

Parties shall, in the implementation and administration of this Agreement, through the provisions set out in this Article, duly take into account the development, financial and trade needs of developing countries, in particular least-developed countries, in their need to:

(a) 

safeguard their balance-of-payments position and ensure a level of reserves adequate for the implementation of programmes of economic development;

(b) 

promote the establishment or development of domestic industries including the development of small-scale and cottage industries in rural or backward areas; and economic development of other sectors of the economy;

(c) 

support industrial units so long as they are wholly or substantially dependent on government procurement; and

(d) 

encourage their economic development through regional or global arrangements among developing countries presented to the Ministerial Conference of the World Trade Organization (hereinafter referred to as the «WTO») and not disapproved by it.

2.  
Consistently with the provisions of this Agreement, each Party shall, in the preparation and application of laws, regulations and procedures affecting government procurement, facilitate increased imports from developing countries, bearing in mind the special problems of least-developed countries and of those countries at low stages of economic development.

Coverage

3.  
With a view to ensuring that developing countries are able to adhere to this Agreement on terms consistent with their development, financial and trade needs, the objectives listed in paragraph 1 shall be duly taken into account in the course of negotiations with respect to the procurement of developing countries to be covered by the provisions of this Agreement. Developed countries, in the preparation of their coverage lists under the provisions of this Agreement, shall endeavour to include entities procuring products and services of export interest to developing countries.

Agreed Exclusions

4.  
A developing country may negotiate with other participants in negotiations under this Agreement mutually acceptable exclusions from the rules on national treatment with respect to certain entities, products or services that are included in its coverage lists, having regard to the particular circumstances of each case. In such negotiations, the considerations mentioned in subparagraphs 1(a) through 1(c) shall be duly taken into account. A developing country participating in regional or global arrangements among developing countries referred to in subparagraph 1 (d) may also negotiate exclusions to its lists, having regard to the particular circumstances of each case, taking into account inter alia the provisions on government procurement provided for in the regional or global arrangements concerned and, in particular, products or services which may be subject to common industrial development programmes.
5.  
After entry into force of this Agreement, a developing country Party may modify its coverage lists in accordance with the provisions for modification of such lists contained in paragraph 6 of Article XXIV, having regard to its development, financial and trade needs, or may request the Committee on Government Procurement (hereinafter referred to as «the Committee») to grant exclusions from the rules on national treatment for certain entities, products or services that are included in its coverage lists, having regard to the particular circumstances of each case and taking duly into account the provisions of subparagraphs 1 (a) through 1 (c). After entry into force of this Agreement, a developing country Party may also request the Committee to grant exclusions for certain entities, products or services that are included in its coverage lists in the light of its participation in regional or global arrangements among developing countries, having regard to the particular circumstances of each case and taking duly into account the provisions of subparagraph 1 (d). Each request to the Committee by a developing country Party relating to modification of a list shall be accompanied by documentation relevant to the request or by such information as may be necessary for consideration of the matter.
6.  
Paragraphs 4 and 5 shall apply mutatis mutandis to developing countries acceding to this Agreement after its entry into force.
7.  
Such agreed exclusions as mentioned in paragraphs 4, 5 and 6 shall be subject to review in accordance with the provisions of paragraph 14 below.

Technical Assistance for Developing Country Parties

8.  
Each developed country Party shall, upon request, provide all technical assistance which it may deem appropriate to developing country Parties in resolving their problems in the field of government procurement.
9.  

This assistance, which shall be provided on the basis of non-discrimination among developing country Parties, shall relate inter alia to:

— 
the solution of particular technical problems relating to the award of a specific contract; and
— 
any other problem which the Party making the request and another Party agree to deal with in the context of this assistance.
10.  
Technical assistance referred to in paragraphs 8 and 9 would include translation of qualification documentation and tenders made by suppliers of developing country Parties into an official language of the WTO designated by the entity, unless developed country Parties deem translation to be burdensome, and in that case explanation shall be given to developing country Parties upon their request addressed either to the developed country Parties or to their entities.

Information Centres

11.  
Developed country Parties shall establish, individually or jointly, information centres to respond to reasonable requests from developing country Parties for information relating to inter alia laws, regulations, procedures and practices regarding government procurement, notices about intended procurements which have been published, addresses of the entities covered by this Agreement, and the nature and volume of products or services procured or to be procured, including available information about future tenders. The Committee may also set up an information centre.

Special Treatment for Least-Developed Countries

12.  
Having regard to paragraph 6 of the Decision of the CONTRACTING PARTIES to GATT 1947 of 28 November 1979 on Differential and More Favourable Treatment, Reciprocity and Fuller Participation of Developing Countries (BLSD 26S/203-205), special treatment shall be granted to least-developed country Parties and to the suppliers in those Parties with respect to products or services originating in those Parties, in the context of any general or specific measures in favour of developing country Parties. A Party may also grant the benefits of this Agreement to suppliers in least-developed countries which are not Parties, with respect to products or services originating in those countries.
13.  
Each developed country Party shall, upon request, provide assistance which it may deem appropriate to potential tenderers in least-developed countries in submitting their tenders and selecting the products or services which are likely to be of interest ot its entities as well as to suppliers in least-developed countries, and likewise assist them to comply with technical regulations and standards relating to products or services which are the subject of the intended procurement.

Review

14.  
The Committee shall review annually the operation and effectiveness of this Article and, after each three years of its operation on the basis of reports to be submitted by Parties, shall carry out a major review in order to evaluate its effects. As part of the three-yearly reviews and with a view to achieving the maximum implementation of the provisions of this Agreement, including in particular Article III, and having regard to the development, financial and trade situation of the developing countries concerned, the Committee shall examine whether exclusions provided for in accordance with the provisions of paragraphs 4 through 6 of this Article shall be modified or extended.
15.  
In the course of further rounds of negotiations in accordance with the provisions of paragraph 7 of Article XXIV, each developing country Party shall give consideration to the possibility of enlarging its coverage lists, having regard to its economic, financial and trade situation.

Article VI

Technical Specifications

1.  
Technical specifications laying down the characteristics of the products or services to be procured, such as quality, performance, safety and dimensions, symbols, terminology, packaging, marking and labelling, or the processes and methods for their production and requirements relating to conformity assessment procedures prescribed by procuring entities, shall not be prepared, adopted or applied with a view to, or with the effect of, creating unnecessary obstacles to international trade.
2.  

Technical specifications prescribed by procuring entities shall, where appropriate:

(a) 

be in terms of performance rather than design or descriptive characteristics; and

(b) 

be based on international standards, where such exist; otherwise, on national technical regulations ( 213 ), recognized national standards ( 214 ), or building codes.

3.  
There shall be no requirement or reference to a particular trademark or trade name, patent, design or type, specific origin, producer or supplier, unless there is no sufficiently precise or intelligible way of describing the procurement requirements and provided that words such as «or equivalent» are included in the tender documentation.
4.  
Entities shall not seek or accept, in a manner which would have the effect of precluding competition, advice which may be used in the preparation of specifications for a specific procurement from a firm that may have a commercial interest in the procurement.

Article VII

Tendering Procedures

1.  
Each Party shall ensure that the tendering procedures of its entities are applied in a non-discriminatory manner and are consistent with the provisions contained in Articles VII through XVI.
2.  
Entities shall not provide to any supplier information with regard to a specific procurement in a manner which would have the effect of precluding competition.
3.  

For the purposes of this Agreement:

(a) 

Open tendering procedures are those procedures under which all interested suppliers may submit a tender.

(b) 

Selective tendering procedures are those procedures under which, consistent with paragraph 3 of Article X and other relevant provisions of this Agreement, those suppliers invited to do so by the entity may submit a tender.

(c) 

Limited tendering procedures are those procedures where the entity contacts suppliers individually, only under the conditions specified in Article XV.

Article VIII

Qualification of Suppliers

In the process of qualifying suppliers, entities shall not discriminate among suppliers of other Parties or between domestic suppliers and suppliers of other Parties. Qualification procedures shall be consistent with the following:

(a) 

any conditions for participation in tendering procedures shall be published in adequate time to enable interested suppliers to initiate and, to the extent that it is compatible with efficient operation of the procurement process, complete the qualification procedures;

(b) 

any conditions for participation in tendering procedures shall be limited to those which are essential to ensure the firm's capability to fulfil the contract in question. Any conditions for participation required from suppliers, including financial guarantees, technical qualifications and information necessary for establishing the financial, commercial and technical capacity of suppliers, as well as the verification of qualifications, shall be no less favourable to suppliers of other Parties than to domestic suppliers and shall not discriminate among suppliers of other Parties. The financial, commercial and technical capacity of a supplier shall be judged on the basis both of that supplier's global business activity as well as of its activity in the territory of the procuring entity, taking due account of the legal relationship between the supply organizations;

(c) 

the process of, and the time required for, qualifying suppliers shall not be used in order to keep suppliers of other Parties off a suppliers' list or from being considered for a particular intended procurement. Entities shall recognize as qualified suppliers such domestic suppliers or suppliers of other Parties who meet the conditions for participation in a particular intended procurement. Suppliers requesting to participate in a particular intended procurement who may not yet be qualified shall also be considered, provided there is sufficient time to complete the qualification procedure;

(d) 

entities maintaining permanent lists of qualified suppliers shall ensure that suppliers may apply for qualification at any time; and that all qualified suppliers so requesting are included in the lists within a reasonably short time;

(e) 

if, after publication of the notice under paragraph 1 of Article IX, a supplier not yet qualified requests to participate in an intended procurement, the entity shall promptly start procedures for qualification;

(f) 

any supplier having requested to become a qualified supplier shall be advised by the entities concerned of the decision in this regard. Qualified suppliers included on permanent lists by entities shall also be notified of the termination of any such lists or of their removal from them;

(g) 

each Party shall ensure that:

(i) 

each entity and its constituent parts follow a single qualification procedure, except in cases of duly substantiated need for a different procedure; and

(ii) 

efforts be made to minimize differences in qualification procedures between entities.

(h) 

nothing in subparagraphs (a) through (g) shall preclude the exclusion of any supplier on grounds such as bankruptcy or false declarations, provided that such an action is consistent with the national treatment and non-discrimination provisions of this Agreement.

Article IX

Invitation to Participate Regarding Intended Procurement

1.  
In accordance with paragraphs 2 and 3, entities shall publish an invitation to participate for all cases of intended procurement, except as otherwise provided for in Article XV (limited tendering). The notice shall be published in the appropriate publication listed in Appendix II.
2.  
The invitation to participate may take the form af a notice of proposed procurement, as provided for in paragraph 6.
3.  
Entities in Annexes 2 and 3 may use a notice of planned procurement, as provided for in paragraph 7, or a notice regarding a qualification system, as provided for in paragraph 9, as an invitation to participate.
4.  
Entities which use a notice of planned procurement as an invitation to participate shall subsequently invite all suppliers who have expressed an interest to confirm their interest on the basis of information which shall include at least the information referred to in paragraph 6.
5.  
Entities which use a notice regarding a qualification system as an invitation to participate shall provide, subject to the considerations referred to in paragraph 4 of Article XVIII and in a timely manner, information which allows all those who have expressed an interest to have a meaningful opportunity to assess their interest in participating in the procurement. This information shall include the information contained in the notices referred to in paragraphs 6 and 8, to the extent such information is available. Information provided to one interested supplier shall be provided in a non-discriminatory manner to the other interested suppliers.
6.  

Each notice of proposed procurement, referred to in paragraph 2, shall contain the following information:

(a) 

the nature and quantity, including any options for further procurement and, if possible, an estimate of the timing when such options may be exercised; in the case of recurring contracts the nature and quantity and, if possible, an estimate of the timing of the subsequent tender notices for the products or services to be procured;

(b) 

whether the procedure is open or selective or will involve negotiation;

(c) 

any date for starting delivery or completion of delivery of goods or services;

(d) 

the address and final date for submitting an application to be invited to tender or for qualifying for the suppliers' lists, or for receiving tenders, as well as the language or languages in which they must be submitted;

(e) 

the address of the entity awarding the contract and providing any information necessary for obtaining specifications and other documents;

(f) 

any economic and technical requirements, financial guarantees and information required from suppliers;

(g) 

the amount and terms of payment of any sum payable for the tender documentation; and

(h) 

whether the entity is inviting offers for purchase, lease, rental or hire purchase, or more than one of these methods.

7.  

Each notice of planned procurement referred to in paragraph 3 shall contain as much of the information referred to in paragraph 6 as is available. It shall in any case include the information referred to in paragraph 8 and;

(a) 

a statement that interested suppliers should express their interest in the procurement to the entity;

(b) 

a contact point with the entity from which further information may be obtained.

8.  

For each case of intended procurement, the entity shall publish a summary notice in one of the official languages of the WTO. The notice shall contain at least the following information:

(a) 

the subject matter of the contract;

(b) 

the time-limits set for the submission of tenders or an application to be invited to tender; and

(c) 

the addresses from wihich documents relating to the contracts may be requested.

9.  

In the case of selective tendering procedures, entities maintaining permanent lists of qualified suppliers shall publish annually in one of the publications listed in Appendix III a notice of the following:

(a) 

the enumeration of the lists maintained, including their headings, in relation to the products or services or categories of products or services to be procured through the lists;

(b) 

the conditions to be fulfilled by suppliers with a view to their inscpription on those lists and the methods according to which each of those conditions will be verified by the entity concerned; and

(c) 

the period of validity of the lists, and the formalities for their renewal.

When such a notice is used as an invitation to participate in accordance with paragraph 3, the notice shall, in addition, include the following information:

(d) 

the nature of the products or services concerned;

(e) 

a statement that the notice constitutes an invitation to participate.

However, when the duration of the qualification system is three years or less, and if the duration of the system is made clear in the notice and it is also made clear that further notices will not be published, it shall be sufficient to publish the notice once only, at the beginning of the system. Such a system shall not be used in a manner which circumvents the provisions of this Agreement.

10.  
If, after publication of an invitation to participate in any case of intended procurement, but before the time set for opening or receipt of tenders as specified in the notices or the tender documentation, it becomes necessary to amend or re-issue the notice, the amendment or the re-issued notice shall be given the same circulation as the original documents upon which the amendment is based. Any significant information given to one supplier with respect to a particular intended procurement shall be given simultaneously to all other suppliers concerned in adequate time to permit the suppliers to consider such information and to respond to it.
11.  
Entities shall make clear, in the notices referred to in this Article or in the publication in which the notices appear, that the procurement is covered by the Agreement.

Article X

Selection Procedures

1.  
To ensure optimum effective international competition under selective tendering procedures, entities shall, for each intended procurement, invite tenders from the maximum number of domestic suppliers and suppliers of other Parties, consistent with the efficient operation of the procurement system. They shall select the suppliers to participate in the procedure in a fair and non-discriminatory manner.
2.  
Entities maintaining permanent lists of qualified suppliers may select suppliers to be invited to tender from among those listed. Any selection shall allow for equitable opportunities for suppliers on the lists.
3.  
Suppliers requesting to participate in a particular intended procurement shall be permitted to submit a tender and be considered, provided, in the case of those not yet qualified, there is sufficient time to complete the qualification procedure under Articles VIII and IX. The number of additional suppliers permitted to participate shall be limited only by the efficient operation of the procurement system.
4.  
Requests to participate in selective tendering procedures may be submitted by telex, telegram or facsimile.

Article XI

Time-limits for Tendering and Delivery

General

1.  
(a) 

Any prescribed time-limit shall be adequate to allow suppliers of other Parties as well as domestic suppliers to prepare and submit tenders before the closing of the tendering procedures. In determining any such time-limit, entities shall, consistent with their own reasonable needs, take into account such factors as the complexity of the intended procurement, the extent of sub-contracting anticipated and the normal time for transmitting tenders by mail from foreign as well as domestic points.

(b) 

Each Party shall ensure that its entities shall take due account of publication delays when setting the final date for receipt of tenders or of applications to be invited to tender.

Deadlines

2.  

Except in so far as provided in paragraph 3,

(a) 

in open procedures, the period for the receipt of tenders shall not be less than 40 days from the date of publication referred to in paragraph 1 of Article IX;

(b) 

in selective procedures not involving the use of a permanent list of qualified suppliers, the period for submitting an application to be invited to tender shall not be less than 25 days from the date of publication referred to in paragraph 1 of Article IX; the period for receipt of tenders shall in no case be less than 40 days from the date of issuance of the invitation to tender;

(c) 

in selective procedures involving the use of a permanent list of qualified suppliers, the period for receipt of tenders shall not be less than 40 days from the date of the initial issuance of invitations to tender, whether or not the date of initial issuance of invitations to tender coincides with the date of the publication referred to in paragraph 1 of Article IX.

3.  

The periods referred to in paragraph 2 may be reduced in the circumstances set out below:

(a) 

if a separate notice has been published 40 days and not more than 12 months in advance and the notice contains at least:

(i) 

as much of the information referred to in paragraph 6 of Article IX as is available;

(ii) 

the information referred to in paragraph 8 of Article IX;

(iii) 

a statement that interested suppliers should express their interest in the procurement to the entity; and

(iv) 

a contact point with the entity from which further information may be obtained,

the 40-day limit for receipt of tenders may be replaced by a period sufficiently long to enable responsive tendering, which, as a general rule, shall not be less than 24 days, but in any case not less than 10 days;

(b) 

in the case of the second or subsequent publications dealing with contracts of a recurring nature within the meaning of paragraph 6 of Article IX, the 40-day limit for receipt of tenders may be reduced to not less than 24 days;

(c) 

where a state of urgency duly substantiated by the entity renders impracticable the periods in question, the periods specified in paragraph 2 may be reduced but shall in no case be less than 10 days from the date of the publication referred to in paragraph 1 of Article IX; or

(d) 

the period referred to in paragraph 2 (c) may, for procurements by entities listed in Annexes 2 and 3, be fixed by mutual agreement between the entity and the selected suppliers. In the absence of agreement, the entity may fix periods which shall be sufficiently long to enable responsive tendering and shall in any case not be less than 10 days.

4.  
Consistent with the entity's own reasonable needs, any delivery date shall take into account such factors as the complexity of the intended procurement, the extent of sub-contracting anticipated and the realistic time required for production, de-stocking and transport of goods from the points of supply or for supply of services.

Article XII

Tender Documentation

1.  
If, in tendering procedures, an entity allows tenders to be submitted in several languages, one of those languages shall be one of the official languages of the WTO.
2.  

Tender documentation provided to suppliers shall contain all information necessary to permit them to submit responsive tenders, including information required to be published in the notice of intended procurement, except for paragraph 6 (g) of Article IX, and the following:

(a) 

the address of the entity to which tenders should be sent;

(b) 

the address where requests for supplementary information should be sent;

(c) 

the language or languages in which tenders and tendering documents must be submitted;

(d) 

the closing date and time for receipt of tenders and the length of time during which any tender should be open for acceptance;

(e) 

the persons authorized to be present at the opening of tenders and the date, time and place of this opening;

(f) 

any economic and technical requirement, financial guarantees and information or documents required from suppliers;

(g) 

a complete description of the products or services required or of any requirements including technical specifications, conformity certification to be fulfilled, necessary plans, drawings and instructional materials;

(h) 

the criteria for awarding the contract, including any factors other than price that are to be considered in the evaluation of tenders and the cost elements to be included in evaluating tender prices, such as transport, insurance and inspection costs, and in the case of products or services of other Parties, customs duties and other import charges, taxes and currency of payment;

(i) 

the terms of payment;

(j) 

any other terms or conditions;

(k) 

in accordance with Article XVII the terms and conditions, if any, under which tenders from coutries not Parties to this Agreement, but which apply the procedures of that Article, will be entertained.

Forwarding of Tender Documentation by the Entities

3.  
(a) 

In open procedures, entities shall forward the tender documentation at the request of any supplier participating in the procedure, and shall reply promptly to any reasonable request for explanations relating thereto.

(b) 

In selective procedures, entities shall forward the tender documentation at the request of any supplier requesting to participate, and shall reply promptly to any reasonable request for explanations relating thereto.

(c) 

Entities shall reply promptly to any reasonable request for relevant information submitted by a supplier participating in the tendering procedure, on condition that such information does not give that supplier an advantage over its competitors in the procedure for the award of the contract.

Article XIII

Submission, Receipt and Opening of Tenders and Awarding of Contracts

1.  

The submission, receipt and opening of tenders and awarding of contracts shall be consistent with the following:

(a) 

tenders shall normally be submitted in writing directly or by mail. If tenders by telex, telegram or facsimile are permitted, the tender made thereby must include all the information necessary for the evaluation of the tender, in particular the definitive price proposed by the tenderer and a statement that the tenderer agrees to all the terms, conditions and provisions of the invitation to tender. The tender must be confirmed promptly by letter or by the despatch of a signed copy of the telex, telegram or facsimile. Tenders presented by telephone shall not be permitted. The content of the telex, telegram or facsimile shall prevail where there is a difference or conflict between that content and any documentation received after the time-limit; and

(b) 

the opportunities that may be given to tenderers to correct unintentional errors of form between the opening of tenders and the awarding of the contract shall not be permitted to give rise to any discriminatory practice.

Receipt of Tenders

2.  
A supplier shall not be penalized if a tender is received in the office designated in the tender documentation after the time specified because of delay due solely to mishandling on the part of the entity. Tenders may also be considered in other exceptional circumstances if the procedures of the entity concerned so provide.

Opening of Tenders

3.  
All tenders solicited under open or selective procedures by entities shall be received and opened under procedures and conditions guaranteeing the regularity of the openings. The receipt and opening of tenders shall also be consistent with the national treatment and non-discriminiation provisions of this Agreement. Information on the opening of tenders shall remain with the entity concerned at the disposal of the government authorities responsible for the entity in order that it may be used if required under the procedures of Articles XVIII, XIX, XX and XXII.

Award of Contracts

4.  
(a) 

To be considered for award, a tender must, at the time of opening, conform to the essential requirements of the notices or tender documentation and be from a supplier which complies with the conditions for participation. If an entity has received a tender abnormally lower than other tenders submitted, it may enquire with the tenderer to ensure that it can comply with the conditions of participation and be capable of fulfilling the terms of the contract.

(b) 

Unless in the public interest an entity decides not to issue the contract, the entity shall make the award to the tenderer who has been determined to be fully capable of undertaking the contract and whose tender, wether for domestic products or services, or products or services of other Parties, is either the lowest tender or the tender which in terms of the specific evaluation criteria set forth in the notices or tender documentation is determined to be the most advantageous.

(c) 

Awards shall be made in accordance with the criteria and essential requirements specified in the tender documentation.

Option Clauses

5.  
Option clauses shall not be used in a manner which circumvents the provisions of the Agreement.

Article XIV

Negotiation

1.  

A Party may provide for entities to conduct negotiations:

(a) 

in the context of procurements in which they have indicated such intent, namely in the notice referred to in paragraph 2 of Article IX (the invitation to suppliers to participate in the procedure for the proposed procurement); or

(b) 

when it appears from evaluation that no one tender is obviously the most advantageous in terms of the specific evaluation criteria set forth in the notices or tender documentation.

2.  
Negotiations shall primarily be used to identify the strengths and weaknesses in tenders.
3.  
Entities shall treat tenders in confidence. In particular, they shall not provide information intended to assist particular participants to bring their tenders up to the level of other participants.
4.  

Entities shall not, in the course of negotiations, discriminate between different suppliers. In particular, they shall ensure that:

(a) 

any elimination of participants is carried out in accordance with the criteria set forth in the notices and tender documentation;

(b) 

all modifications to the criteria and to the technical requirements are transmitted in writing to all remaining participants in the negotiations;

(c) 

all remaining participants are afforded an opportunity to submit new or amended submissions on the basis of the revised requirements; and

(d) 

when negotiations are concluded, all participants remaining in the negotiations shall be permitted to submit final tenders in accordance with a common deadline.

Article XV

Limited Tendering

1.  

The provisions of Articles VII through XIV governing open and selective tendering procedures need not apply in the following conditions, provided that limited tendering is not used with a view to avoiding maximum possible competition or in a manner which would constitute a means of discrimination among suppliers of other Parties or protection to domestic producers or suppliers:

(a) 

in the absence of tenders in response to an open or selective tender, or when the tenders submitted have been collusive, or not in conformity with the essential requirements in the tender, or from suppliers who do not comply with the conditions for participation provided for in accordance with this Agreement, on condition, however, that the requirements of the initial tender are not substantially modified in the contract as awarded;

(b) 

when, for works of art or for reasons connected with protection of exclusive rights, such as patents or copyrights, or in the absence of competition for technical reasons, the products or services can be supplied only by a particular supplier and no reasonable alternative or substitute exists;

(c) 

in so far as is strictly necessary when, for reasons of extreme urgency brought about by events unforeseeable by the entity, the products or services could not be obtained in time by means of open or selective tendering procedures;

(d) 

for additional deliveries by the original supplier which are intended either as parts replacement for existing supplies, or installations, or as the extension of existing supplies, services, or installations where a change of supplier would compel the entity to procure equipment or services not meeting requirements of interchangeability with already existing equipment or services ( 215 );

(e) 

when an entity procures prototypes or a first product or service which are developed at its request in the course of, and for, a particular contract for research, experiment, study or original development. When such contracts have been fulfilled, subsequent procurements of products or services shall be subject to Articles VII through XIV ( 216 );

(f) 

when additional construction services which were not included in the initial contract but which were within the objectives of the original tender documentation have, through unforeseeable circumstances, become necessary to complete the construction services described therein, and the entity need to award contracts for the additional construction services to the contractor carrying out the construction services concerned since the separation of the additional construction services from the initial contract would be difficult for technical or economic reasons and cause significant inconvenience to the entity. However, the total value of contracts awarded for the additional construction services may not exceed 50 per cent of the amount of the main contract;

(g) 

for new construction services consisting of the repetition of similar construction services which conform to a basic project for which an initial contract was awarded in accordance with Articles VII through XIV and for which the entity has indicated in the notice of intended procurement concerning the initial construction service, that limited tendering procedures might be used in awarding contracts for such new construction services;

(h) 

for products purchased on a commodity market;

(i) 

for purchases made under exceptionally advantageous conditions which only arise in the very short term. This provision is intended to cover unusual disposals by firms which are not normally suppliers, or disposal of assets of businesses in liquidation or receivership. It is not intended to cover routine purchases from regular suppliers;

(j) 

in the case of contracts awarded to the winner of a design contest provided that the contest has been organized in a manner which is consistent with the principles of this Agreement, notably as regards the publication, in the sense of Article IX, of an invitation to suitably qualified suppliers, to participate in such a contest which shall be judged by an independent jury with a view to design contracts being awarded to the winners.

2.  
Entities shall prepare a report in writing on each contract awarded under the provisions of paragraph 1. Each report shall contain the name of the procuring entity, value and kind of goods or services procured, country of origin, and a statement of the conditions in this Article which prevailed. This report shall remain with the entities concerned at the disposal of the government authorities responsible for the entity in order that it may be used if required under the procedures of Articles XVIII, XIX, XX and XXII.

Article XVI

Offsets

1.  
Entities shall not, in the qualification and selection of suppliers, products or services, or in the evaluation of tenders and a award of contracts, impose, seek or consider offsets ( 217 ).
2.  
Nevertheless, having regard to general policy considerations, including those relating to development, a developing country may at the time of accession negotiate conditions for the use of offsets, such as requirements for the incorporation of domestic content. Such requirements shall be used only for qualification to participate in the procurement process and not as criteria for awarding contracts. Conditions shall be objective, clearly defined and non-discriminatory. They shall be set forth in the country's Appendix I and may include precise limitations on the imposition of offsets in any contract subject to this Agreement. The existence of such conditions shall be notified to the Committee and included in the notice of intended procurement and other documentation.

Article XVII

Transparency

1.  

Each Party shall encourage entities to indicate the terms and conditions, including any deviations from competitive tendering procedures or access to challenge procedures, under which tenders will be entertained from suppliers situated in countries not Parties to this Agreement but which, with a view to creating transparency in their own contract awards, nevertheless:

(a) 

specify their contracts in accordance with Article VI (technical specifications);

(b) 

publish the procurement notices referred to in Article IX, including, in the version of the notice referred to in paragraph 8 of Article IX (summary of the notice of intended procurement) which is published in an official language of the WTO, an indication of the terms and conditions under which tenders shall be entertained from suppliers situated in countries Parties to this Agreement;

(c) 

are willing to ensure that their procurement regulations shall not normally change during a procurement and, in the event that such change proves unavoidable, to ensure the availability of a satisfactory means of redress.

2.  
Governments not Parties to the Agreement which comply with the conditions specified in paragraphs 1 (a) through 1 (c), shall be entitled if they so inform the Parties to participate in the Committee as observers.

Article XVIII

Information and Review as Regards Obligations of Entities

1.  

Entities shall publish a notice in the appropriate publication listed in Appendix II not later than 72 days after the award of each contract under Articles XIII through XV. These notices shall contain:

(a) 

the nature and quantity of products or services in the contract award;

(b) 

the name and address of the entity awarding the contract;

(c) 

the date of award;

(d) 

the name and address of winning tenderer;

(e) 

the value of the winning award or the highest and lowest offer taken into account in the award of the contract;

(f) 

where appropriate, means of identifying the notice issued under paragraph 1 of Article IX or justification according to Article XV for the use of such procedure; and

(g) 

the type of procedure used.

2.  

Each entity shall, on request from a supplier of a Party, promptly provide:

(a) 

an explanation of its procurement practices and procedures;

(b) 

pertinent information concerning the reasons why the supplier's application to qualify was rejected, why its existing qualification was brought to an end and why it was not selected; and

(c) 

to an unsuccessful tenderer, pertinent information concerning the reasons why its tender was not selected and on the characteristics and relative advantages of the tender selected as well as the name of the winning tenderer.

3.  
Entities shall promptly inform participating suppliers of decisions on contract awards and, upon request, in writing.
4.  
However, entities may decide that certain information on the contract award, contained in paragraphs 1 and 2(c), be withheld where release of such information would impede law enforcement or otherwise be contrary to the public interest or would prejudice the legitimate commercial interest of particular enterprises, public or private, or might prejudice fair competition between suppliers.

Article XIX

Information and Review as Regards Obligations of Parties

1.  
Each Party shall promptly publish any law, regulation, judicial decision, administrative ruling of general application, and any procedure (including standard contract clauses) regarding government procurement covered by this Agreement, in the appropriate publications listed in Appendix IV and in such a manner as to enable other Parties and suppliers to become acquainted with them. Each Party shall be prepared, upon request, to explain to any other Party its government procurement procedures.
2.  
The government of an unsuccessful tenderer which is a Party to this Agreement may seek, without prejudice to the provisions under Article XXII, such additional information on the contract award as may be necessary to ensure that the procurement was made fairly and impartially. To this end, the procuring government shall provide information on both the characteristics and relative advantages of the winning tender and the contract price. Normally this latter information may be disclosed by the government of the unsuccessful tenderer provided it exercises this right with discretion. In cases where release of this information would prejudice competition in future tenders, this information shall not be disclosed except after consultation with and agreement of the Party which gave the information to the government of the unseccessful tenderer.
3.  
Available information concerning procurement by covered entities and their individual contract awards shall be provided, upon request, to any other Party.
4.  
Confidential information provided to any Party which would impede law enforcement or otherwise be contrary to the public interest or would prejudice the legitimate commercial interest of particular enterprises, public or private, or might prejudice fair competition between suppliers shall not be revealed without formal authorization from the party providing the information.
5.  

Each Party shall collect and provide to the Committee on an annual basis statistics on its procurements covered by this Agreement. Such reports shall contain the following information with respect to contracts awarded by all procurement entities covered under this Agreement:

(a) 

for entities in Annex 1, statistics on the estimated value of contracts awarded, both above and below the threshold value, on a global basis and broken down by entities; for entities in Annexes 2 and 3, statistics on the estimated value of contracts awarded above the threshold value on a global basis and broken down by categories of entities;

(b) 

for entities in Annex 1, statistics on the number and total value of contracts awarded above the threshold value, broken down by entities and categories of products and services according to uniform classification systems; for entities in Annexes 2 and 3, statistics on the estimated value of contracts awarded above the threshold value broken down by categories of entities and categories of products and services;

(c) 

for entities in Annex 1, statistics, broken down by entity and by categories of products and services, on the number and total value of contracts awarded under each of the cases of Article XV; for categories of entities in Annexes 2 and 3, statistics on the total value of contracts awarded above the threshold value under each of the cases of Article XV; and

(d) 

for entities in Annex 1, statistics, broken down by entities, on the number and total value of contracts awarded under derogations to the Agreement contained in the relevant Annexes; for categories of entities in Annexes 2 and 3, statistics on the total value of contracts awarded under derogations to the Agreement contained in the relevant Annexes.

To the extent that such information is available, each Party shall provide statistics on the country of origin of products and services purchased by its entities. With a view to ensuring that such statistics are comparable, the Committee shall provide guidance on methods to be used. With a view to ensuring effective monitoring of procurement covered by this Agreement, the Committee may decide unanimously to modify the requirements of subparagraphs (a) through (d) as regards the nature and the extent of statistical information to be provided and the breakdowns and classifications to be used.

Article XX

Challenge Procedures

Consultations

1.  
In the event of a complaint by a supplier that there has been a breach of this Agreement in the context of a procurement, each Party shall encourage the supplier to seek resolution of its complaint in consultation with the procuring entity. In such instances the procuring entity shall accord impartial and timely consideration to any such complaint, in a manner that is not prejudicial to abtaining corrective measures under the challenge system.

Challenge

2.  
Each Party shall provide non-discriminatory, timely, transparent and effective procedures enabling suppliers to challenge alleged breaches of the Agreement arising in the context of procurements in which they have, or have had, an interest.
3.  
Each Party shall provide its challenge procedures in writing and make them generally available.
4.  
Each Party shall ensure that documentation relating to all aspects of the process concerning procurements covered by this Agreement shall be retained for three years.
5.  
The interested supplier may be required to initiate a challenge procedure and notify the procuring entity within specified time-limits from the time when the basis of the complaint is known or reasonably should have been known, but in no case within a period of less than 10 days.
6.  

Challenges shall be heard by a court or by an impartial and independent review body with no interest in the outcome of the procurement and the members of which are secure from external influence during the term of appointment. A review body which is not a court shall either be subject to judicial review or shall have procedures which provide that:

(a) 

participants can be heard before an opinion is given or a decision is reached;

(b) 

participants can be represented and accompanied;

(c) 

participants shall have access to all proceedings;

(d) 

preceedings can take place in public;

(e) 

opinions or decisions are given in writing with a statement describing the basis for the opinions or decisions;

(f) 

witnesses can be presented;

(g) 

documents are disclosed to the review body.

7.  

Challenge procedures shall provide for:

(a) 

rapid interim measures to correct breaches of the Agreement and to preserve commercial opportunities. Such action may result in suspension of the procurement process. However, procedures may provide that overriding adverse consequences for the interests concerned, including the public interest, may be taken into account in deciding whether such measures should be applied. In such circumstances, just cause for not acting shall be provided in writing;

(b) 

an assessment and a possbility for a decision on the justification of the challenge;

(c) 

correction of the breach of the Agreement or compensation for the loss or damages suffered, which may be limited to costs for tender preparation or protest.

8.  
With a view to the preservation of the commercial and other interests involved, the challenge procedure shall normally be completed in a timely fashion.

Article XXI

Institutions

1.  
A Committee on Government Procurement composed of representatives from each of the Parties shall be established. This Committee shall elect its own Chairman and Vice-Chairman and shall meet as necessary but not less than once a year for the purpose of affording Parties the opportunity to consult on any matters relating to the operation of this Agreement or the furtherance of its objectives, and to carry out such other responsibilities as may be assigned to it by the Parties.
2.  
The Committee may establish working parties or other subsidiary bodies which shall carry out such functions as may be given to them by the Committee.

Article XXII

Consultations and Dispute Settlement

1.  
The provisions of the Understanding on Rules and Procedures Governing the Settlement of Disputes under the WTO Agreement (hereinafter referred to as the «Dispute Settlement Understanding») shall be applicable except as otherwise specifically provided below.
2.  
If any Party considers that any benefit accruing to it, directly or indirectly, under this Agreement is being nullified or impaired, or that the attainment of any objective of this Agreement is being impeded as the result of the failure of another Party or Parties to carry out its obligations under this Agreement, or the application by another Party or Parties of any measure, whether or not it conflicts with the provisions of this Agreement, it may with a view to reaching a mutually satisfactory resolution of the matter, make written representations or proposals to the other Party or Parties which it considers to be concerned. Such action shall be promptly notified to the Dispute Settlement Body established under the Dispute Settlement Understanding (hereinafter referred to as «DSB»), as specified below. Any Party thus approached shall give sympathetic consideration to the representations or proposals made to it.
3.  
The DSB shall have the authority to establish panels, adopt panel and Appellate Body reports, make recommendations or give rulings on the matter, maintain surveillance of implementation of rulings and recommendations, and authorize suspension of concessions and other obligations under this Agreement or consultations regarding remedies when withdrawal of measures found to be in contravention of the Agreement is not possible provided that only Members of the WTO Party to this Agreement shall participate in decisions or actions taken by the DSB with respect to disputes under this Agreement.
4.  

Panels shall have the following terms of reference unless the parties to the dispute agree otherwise within 20 days of the establishment of the panel:

«To examine, in the light of the relevant provisions of this Agreement and of (name of any other covered Agreement cited by the parties to the dispute), the matter referred to the DSB by (name of party) in document... and to make such findings as will assist the DSB in making the recommendations or in giving the rulings provided for in this Agreement.»

In the case of a dispute in which provisions both of this Agreement and of one or more other Agreements listed in Appendix 1 of the Dispute Settlement Understanding are invoked by one of the parties to the dispute, paragraph 3 shall apply only to those parts of the panel report concerning the interpretation and application of this Agreement.

5.  
Panels established by the DSB to examine disputes under this Agreement shall include persons qualified in the area of government procurement.
6.  
Every effort shall be made to accelerate the proceedings to the greatest estent possible. Notwithstanding the provisions of paragraphs 8 and 9 of Article 12 of the Dispute Settlement Understanding, the panel shall attempt to provide its final report to the parties to the dispute not later than four months, and in case of delay not later than seven months, after the date on which the composition and terms of reference of the panel are agreed. Consequently, every effort shall be made to reduce also the periods foreseen in paragraph 1 of Article 20 and paragraph 4 of Article 21 of the Dispute Settlement Understanding by two months. Moreover, notwithstanding the provisions of paragraph 5 of Article 21 of the Dispute Settlement Understanding, the panel shall attempt to issue its decision, in case of a disagreement as to the existence or consistency with a covered Agreement of measures taken to comply with the recommendations and rulings, within 60 days.
7.  
Notwithstanding paragraph 2 of Article 22 of the Dispute Settlement Understanding, any dispute arising under any Agreement listed in Appendix 1 to the Dispute Settlement Understanding other than this Agreement shall not result in the suspension of concessions or other obligations under this Agreement, and any dispute arising under this Agreement shall not result in the suspension of concessions or other obligations under any other Agreement listed in the said Appendix 1.

Article XXIII

Exceptions to the Agreement

1.  
Nothing in this Agreement shall be construed to prevent any Party from taking any action or not disclosing any information which it considers necessary for the protection of its essential security interests relating to the procurement of arms, ammunition or war materials, or to procurement indispensable for national security or for national defence purposes.
2.  
Subject to the requirement that such measures are not applied in a manner which would constitute a means of arbitrary or unjustifiable discrimination between countries where the same conditions prevail or a disguised restriction on international trade, nothing in this Agreement shall be construed to prevent any Party from imposing or enforcing measures: necessary to protect public morals, order or safety, human, animal or plant life or health or intellectual property; or relating to the products or services of handicapped persons, of philanthropic institutions or of prison labour.

Article XXIV

Final Provisions

1.   Acceptance and Entry into Force

This Agreement shall enter into force on 1 January 1996 for those governments ( 218 ) whose agreed coverage is contained in Annexes 1 through 5 of Appendix I of this Agreement and which have, by signature, accepted the Agreement on 15 April 1994 or have, by that date, signed the Agreement subject to ratification and subsequently ratified the Agreement before 1 January 1996.

2.   Accession

Any government which is a Member of the WTO, or prior to the date of entry into force of the WTO Agreement which is a contracting party to GATT 1947, and which is not a Party to this Agreement may accede to this Agreement on terms to be agreed between that government and the Parties. Accession shall take place by deposit with the Director-General of the WTO of an instrument of accession which states the terms so agreed. The Agreement shall enter into force for an acceding government on the 30th day following the date of its accession to the Agreement.

3.   Transitional Arrangements

(a) 

Hong Kong and Korea may delay application of the provisions of this Agreement, except Articles XXI and XXII, to a date not later than 1 January 1997. The commencement date of their application of the provisions, if prior to 1 January 1997, shall be notified to the Director-General of the WTO 30 days in advance.

(b) 

During the period between the date of entry into force of this Agreement and the date of its application by Hong Kong, the rights and obligations between Hong Kong and all other Parties in this Agreement which were on 15 April 1994 Parties to the Agreement on Government Procurement done at Geneva on 12 April 1979 as amended on 12 February 1987 (the «1988 Agreement») shall be governed by the substantive ( 219 ) provisions of the 1988 Agreement, including its Annexes as modified or rectified, which provisions are incorporated herein by reference for that purpose and shall remain in force until 31 December 1996.

(c) 

Between Parties to this Agreement which are also Parties to the 1988 Agreement, the rights and obligations of this Agreement shall supersede those under the 1988 Agreement.

(d) 

Article XXII shall not enter into force until the date of entry into force of the WTO Agreement. Until such time, the provisions of Article VII of the 1988 Agreement shall apply to consultations and dispute settlement under this Agreement, which provisions are hereby incorporated in the Agreement by reference for that purpose. These provisions shall be applied under the auspices of the Committee under this Agreement.

(e) 

Prior to the date of entry into force of the WTO Agreement, references to WTO bodies shall be construed as referring to the corresponding GATT body and references to the Director-General of the WTO and to the WTO Secretariat shall be construed as references to, respectively, the Director-General to the CONTRACTING PARTIES to GATT 1947 and to the GATT Secretariat.

4.   Reservations

Reservations may not be entered in respect of any of the provisions of this Agreement.

5.   National Legislation

(a) 

Each government accepting or acceding to this Agreement shall ensure, not later than the date of entry into force of this Agreement for it, the conformity of its laws, regulations and administrative procedures, and the rules, procedures and practices applied by the entities contained in its lists annexed hereto, with the provisions of this Agreement.

(b) 

Each Party shall inform the Committee of any changes in its laws and regulations relevant to this Agreement and in the administration of such laws and regulations.

6.   Rectifications or Modifications

(a) 

Rectifications, transfers of an entity from one Annex to another or, in exceptional cases, other modifications relating to Appendices I through IV shall be notified to the Committee, along with information as to the likely consequences of the change for the mutually agreed coverage provided in this Agreement. If the rectifications, transfers or other modifications are of a purely formal or minor nature, they shall become effective provided there is no objection within 30 days. In other cases, the Chairman of the Committee shall promptly convene a meeting of the Committee. The Committee shall consider the proposal and any claim for compensatory adjustments, with a view to maintaining a balance of rights and obligations and a comparable level of mutually agreed coverage provided in this Agreement prior to such notification. In the event of agreement not being reached, the matter may by pursued in accordance with the provisions contained in Article XXII.

(b) 

Where a Party wishes, in exercise of its rights, to withdraw an entity from Appendix I on the grounds that government control or influence over it has been effectively eliminated that Party shall notify the Committee. Such modification shall become effective the day after the end of the following meeting of the Committee, provided that the meeting is no sooner than 30 days from the date of notification and no objection has. been made. In the event of an objection, the matter may be pursued in accordance with the procedures on consultations and dispute settlement contained in Article XXII. In considering the proposed modification to Appendix I and any consequential compensatory adjustment, allowance shall be made for the market-opening effects of the removal of government control or influence.

7.   Reviews, Negotiations and Future Work

(a) 

The Committee shall review annually the implementation and operation of this Agreement taking into account the objectives thereof. The Committee shall annually inform the General Council of the WTO of developments during the periods covered by such reviews.

(b) 

Not later than the end of the third year from the date of entry into force of this Agreement and periodically thereafter, the Parties thereto shall undertake further negotiations, with a view to improving this Agreement and achieving the greatest possible extension of its coverage among all Parties on the basis of mutual reciprocity, having regard to the provisions of Article V relating to developing countries.

(c) 

Parties shall seek to avoid introducing or prolonging discriminatory measures and practices which distort open procurement and shall, in the context of negotiations under subparagraph (b), seek to eliminate those which remain on the date of entry into force of this Agreement.

8.   Information Technology

With a view to ensuring that the Agreement does not constitute an unnecessary obstacle to technical progress, Parties shall consult regularly in the Committee regarding developments in the use of information technology in government procurement and shall, if necessary, negotiate modifications to the Agreement. These consultations shall in particular aim to ensure that the use of information technology promotes the aims of open, non-discriminatory and efficient government procurement through transparent procedures, that contracts covered under the Agreement are clearly identified and that all available information relating to a particular contract can be identified. When a Party intends to innovate, it shall endeavour to take into account the views expressed by other Parties regarding any potential problems.

9.   Amendments

Parties may amend this Agreement having regard inter alia to the experience gained in its implementation. Such an amendment, once the Parties have concurred in accordance with the procedures established by the Committee, shall not enter into force for any Party until it has been accepted by such Party.

10.   Withdrawal

(a) 

Any Party may withdraw from this Agreement. The withdrawal shall take effect upon the expiration of 60 days from the date on which written notice of withdrawal is received by the Director-General of the WTO. Any Party may upon such notification request an immediate meeting of the Committee.

(b) 

If a Party to this Agreement does not become a Member of the WTO within one year of the date of entry into force of the WTO Agreement or ceases to be a Member of the WTO, it shall cease to be a Party to this Agreement with effect from the same date.

11.   Non-application of this Agreement between Particular Parties

This Agreement shall not apply as between any two Parties if either of the Parties, at the time either accepts or accedes to this Agreement, does not consent to such application.

12.   Notes, Appendices and Annexes

The Notes, Appendices and Annexes to this Agreement constitute an integral part thereof.

13.   Secretariat

This Agreement shall be serviced by the WTO Secretariat.

14.   Deposit

This Agreement shall be deposited with the Director-General of the WTO, who shall promptly furnish to each Party a certified true copy of this Agreement, of each rectification or modification thereto pursuant to paragraph 6 and of each amendment thereto pursuant to paragraph 9, and a notification of each acceptance thereof or accession thereto pursuant to paragraphs 1 and 2 and of each withdrawal therefrom pursuant to paragraph 10 of this Article.

15.   Registration

This Agreement shall be registered in accordance with the provisions of Article 102 of the Charter of the United Nations.

Done at Marrakesh this fifteenth day of April one thousand nine hundred and ninety-four in a single copy, in the English, French and Spanish languages, each text being authentic, except as otherwise specified with respect to the Appendices hereto.

NOTES

The Terms «country» or «countries» as used in this Agreement, including the Appendices, are to be understood to include any separate customs territory Party to this Agreement.

In the case of a separate customs territory Party to this Agreement, where an expression in this Agreement is qualified by the term «national», such expression shall be read as pertaining to that customs territory, unless otherwise specified.

Article 1, paragraph 1

Having regard to general policy considerations relating to tied aid, including the objective of developing countries with respect to the untying of such aid, this Agreement does not apply to procurement made in furtherance of tied aid to developing countries so long as it is practised by Parties.

INTERNATIONAL DAIRY ARRANGEMENT



PREAMBLE

Recognizing the importance of milk and dairy products to the economy of many countries ( 220 ) in terms of production, trade and consumption;

Recognizing the need, in the mutual interests of producers and consumers, and of exporters and importers, to avoid surpluses and shortages, and to maintain prices at an equitable level;

Noting the diversity and interdependence of dairy products;

Noting the situation in the dairy products market, which is characterized by very wide fluctuations and the proliferation of export and import measures;

Considering that improved cooperation in the dairy products sector contributes to the attainment of the objectives of expansion and liberalization of world trade, and the implementation of the principles and objectives concerning developing countries agreed upon in the Tokyo Declaration of Ministers dated 14 September 1973 concerning the Multilateral Trade Negotiations;

Determined to respect the principles and objectives of the General Agreement on Tariffs and Trade (hereinafter referred to as «General Agreement» or «GATT») ( 221 ) and, in carrying out the aims of this Arrangement, effectively to implement the principles and objectives agreed upon in the said Tokyo Declaration;

The participants to the present Arrangement have, through their representatives, agreed as follows:



PART ONE

GENERAL PROVISIONS

Article I

Objectives

The objectives of this Arrangement shall be, in accordance with the principles and objectives agreed upon in the Tokyo Declaration of Ministers dated 14 September 1973 concerning the Multilateral Trade Negotiations,

— 
to achieve the expansion and ever greater liberalization of world trade in dairy products under market conditions as stable as possible, on the basis of mutual benefit to exporting and importing countries;
— 
to further the economic and social development of developing countries.

Article II

Products Coverage

1.  

This Arrangement applies to the dairy products sector. For the purpose of this Arrangement, the term «dairy products» is deemed to include the following products, as defined in the Customs Cooperation Council Nomenclature:



CCCN

(a)  Milk and cream, fresh, not concentrated or sweetened

04.01

(b)  Milk and cream, preserved, concentrated or sweetened

04.02

(c)  Butter

04.03

(d)  Cheese and curd

04.04

(e)  Casein

ex 35.01

2.  
The International Dairy Products Council established in terms of Article VII: 1(a) of this Arrangement (hereinafter referred to as the Council) may decide that the Arrangement is to apply to other products in which dairy products referred to in paragraph 1 of this Article have been incorporated if it deems their inclusion necessary for the implementation of the objectives and provisions of this Arrangement.

Article III

Information

1.  
The participants agree to provide regularly and promptly to the Council the information required to permit it to monitor and assess the overall situation of the world market for dairy products and the world market situation for each individual dairy product.
2.  
Participating developing countries shall furnish the information available to them. In order that these participants may improve their data collection mechanisms, developed participants, and any developing participants able to do so, shall consider sympathetically any request to them for technical assistance.
3.  

The information that the participants undertake to provide pursuant to paragraph 1 of this Article, according to the modalities that the Council shall establish, shall include data on past performance, current situation and outlook regarding production, consumption, prices, stocks and trade, including transactions other than normal commercial transactions, in respect of the products referred to in Article II of this Arrangement, and any other information deemed necessary by the Council. Participants shall also provide information on their domestic policies and trade measures, and on their bilateral, plurilateral or multilateral commitments, in the dairy sector and shall make known, as early as possible, any changes in such policies and measures that are likely to affect international trade in dairy products. The provisions of this paragraph shall not require any participant to disclose confidential information which would impede law enforcement or otherwise be contrary to the public interest or would prejudice the legitimate commercial interests of particular enterprises, public or private.

Note:  It is understood that under the provisions of this Article, the Council instructs the secretariat to draw up, and keep up to date, an inventory of all measures affecting trade in dairy products, including commitments resulting from bilateral, plurilateral and multilateral negotiations.

Article IV

Functions of the International Dairy Products Council and Cooperation between the Participants to this Arrangement

1.  

The Council shall meet in order to:

(a) 

make an evaluation of the situation in and outlook for the world market for dairy products, on the basis of a status report prepared by the secretariat with the documentation furnished by participants in accordance with Article III of this Arrangement, information arising from the operation of the Protocols covered by Article VI of this Arrangement, and any other information available to it;

(b) 

review the functioning of this Arrangement.

2.  
If after an evaluation of the world market situation and outlook referred to in paragraph 1(a) of this Article, the Council finds that a serious market disequilibrium, or threat of such a disequilibrium, which affects or may affect international trade, is developing for dairy products in general or for one or more products, the Council will proceed to identify, taking particular account of the situation of developing countries, possible solution for consideration by governments.
3.  
Depending on whether the Council considers that the situation defined in paragraph 2 of this Article is temporary or more durable, the measures referred to in paragraph 2 of this Article could include short-, medium-or long-term measures to contribute to improve the overall situation of the world market.
4.  
When considering measures that could be taken pursuant to paragraphs 2 and 3 of this Article, due account shall be taken of the special and more favourable treatment, to be provided for developing countries, where this is feasible and appropriate.
5.  
Any participant may raise before the Council any matter affecting this Arrangement inter alia for the same purposes provided for in paragraph 2 of this Article. Each participant shall promptly afford adequate opportunity for consultation regarding such matter ( 222 ) affecting this Arrangement.
6.  
If the matter affects the application of the specific provisions of the Protocols annexed to this Arrangement, any participant which considers that its trade interests are being seriously threatened and which is unable to reach a mutually satisfactory solution with the other participant or participants concerned, may request the Chairman of the Committee for the relevant Protocol established under Article VII:2(a) of this Arrangement, to convene a special meeting of the Committee on an urgent basis so as to determine as rapidly as possible, and within four working days if requested, any measures which may be required to meet the situation. If a satisfactory solution cannot be reached, the Council shall, at the request of the Chairman of the Committee for the relevant Protocol, meet wihin a period of not more than fifteen days to consider the matter with a view to facilitating a satisfactory solution.

Article V

Food Aid and Transactions other than Normal Commercial Transactions

1.  

The participants agree:

(a) 

In cooperation with FAO and other interested organizations, to foster recognition of the value of dairy products in improving nutritional levels and of ways and means through which they may be made available for the benefit of developing countries.

(b) 

In accordance with the objectives of this Arrangement, to furnish, within the limits of their possibilities, dairy products to developing countries by way of food aid. Participants should notify the Council in advance each year, as far as practicable, of the scale, quantities and destinations of their proposed contributions of such food aid. Participants should also give, if possible, prior notification to the Council of any proposed amendments to the notified programme. It would be understood that contributions could be made bilaterally or through joint projects or through multilateral programmes, particularly the World Food Programme.

(c) 

Recognizing the desirability of harmonizing their efforts in this field, as well as the need to avoid harmful interference with normal patterns of production, consumption and international trade, to exchange views in the Council on their arrangements for the supply and requirements of dairy products as food aid or on concessional terms.

2.  
Donated exports to developing countries, exports destined for relief purposes or welfare purposes in developing countries, and other transactions which are not normal commercial transactions shall be effected in accordance with the FAO «Principles of Surplus Disposal and Consultative Obligations». Consequently the Council shall cooperate closely with the Consultative Sub-Committee on Surplus Disposal.
3.  
The Council shall, in accordance with conditions and modalities that it will establish, upon request, discuss, and consult on, all transactions other than normal commercial transactions and other than those covered by the Agreement on Interpretation and Application of Articles VI, XVI and XXIII of the General Agreement on Tariffs and Trade.



PART TWO

SPECIFIC PROVISIONS

Article VI

Protocols

1.  

Without prejudice to the provisions of Articles I to V of this Arrangement, the products listed below shall be subject to the provisions of the Protocols annexed to this Arrangement:

Annex I
— 
Protocol Regarding Certain Milk Powders
Milk powder and cream powder, excluding whey powder
Annex II
— 
Protocol Regarding Milk Fat
Milk fat
Annex III
— 
Protocol Regarding Certain Cheeses
Certain cheeses



PART THREE

Article VII

Administration of the Arrangement

1.   International Dairy Products Council

(a)   An International Dairy Products Council shall be established within the framework of the GATT. The Council shall comprise representatives of all participants to the Arrangement and shall carry out all the functions which are necessary to implement the provisions of the Arrangement. The Council shall be serviced by the GATT secretariat. The Council shall establish its own rules of procedure.

(b)   Regular and special meetings

The Council shall normally meet at least twice each year. However, the Chairman may call a special meeting of the Council either on his own initiative, at the request of the Committees established under paragraph 2 (a) of this Article, or at the request of a participant to this Arrangement.

(c)   Decisions

The Council shall reach its decisions by consensus. The Council shall be deemed to have decided on a matter submitted for its consideration if no member of the Council formally objects to the acceptance of a proposal.

(d)   Cooperation with other organizations

The Council shall make whatever arrangements are appropriate for consultation or cooperation with inter-governmental and non-governmental organizations.

(e)   Admission of observers

(i) 

The Council may invite any non-participating country to be represented at any meeting as an observer.

(ii) 

The Council may also invite any of the organizations referred to in paragraph 1 (d) of this Article to attend any meeting as an observer.

2.   Committees

(a)   The Council shall establish a Committee to carry out all the functions which are necessary to implement the provisions of the Protocol Regarding Certain Milk Powders, a Committee to carry out all the functions which are necessary to implement the provisions of the Protocol Regarding Milk Fat and a Committee to carry out all the functions which are necessary to implement the provisions of the Protocol Regarding Certain Cheeses. Each of these Committees shall comprise representatives of all participants to the relevant Protocol. The Committees shall be serviced by the GATT secretariat. They shall report to the Council on the exercise of their functions.

(b)   Examination of the market situation

The Council shall make the necessary arrangements, determining the modalities for the information to be furnished under Article III of this Arrangement, so that

— 
the Committee of the Protocol Regarding Certain Milk Powders may keep under constant review the situation in and the evolution of the international market for the products covered by this Protocol, and the conditions under which the provisions of this Protocol are applied by participants, taking into account the evolution of prices in international trade in each of the other dairy products having implications for the trade in products covered by this Protocol;
— 
the Committee of the Protocol Regarding Milk Fat may keep under constant review the situation in and the evolution of the international market for the products covered by this Protocol, and the conditions under which the provisions of this Protocol are applied by participants, taking into account the evolution of prices in international trade in each of the other dairy products having implications for the trade in products covered by this Protocol;
— 
The Committee of the Protocol Regarding Certain Cheeses may keep under constant review the situation in and the evolution of the international market for the products covered by this Protocol, and the conditions under which the provisions of this Protocol are applied by participants, taking into account the evolution of prices in international trade in each of the other dairy products having implications for- the trade in products covered by this Protocol.

(c)   Regular and special meetings

Each Committee shall normally meet at least once each quarter. However, the Chairman of each Committee may call a special meeting of the Committee on his own initiative or at the request of any participant.

(d)   Decisions

Each Committee shall reach its decisions by consensus. A committee shall be deemed to have decided on a matter submitted for its consideration if no member of the Committee formally objects to the acceptance of a proposal.



PART FOUR

Article VIII

Final Provisions

1.   Acceptance ( 223 )

(a) 

This Arrangement is open for acceptance, by signature or otherwise, by governments members of the United Nations, or of one of its specialized agencies and by the European Economic Community.

(b) 

Any government ( 224 ) accepting this Arrangement may at the time of acceptance make a reservation with regard to its acceptance of any of the Protocols annexed to the Arrangement. This reservation is subject to the approval of the participants.

(c) 

This Arrangement shall be deposited with the Director-General to the CONTRACTING PARTIES to the GATT who shall promptly furnish a certified copy thereof and a notification of each acceptance thereof to each participant. The texts of this Arrangements in the English, French and Spanish languages shall all be equally authentic.

(d) 

Acceptance of this Arrangement shall carry denunciation of the Arrangement Concerning Certain Dairy Products, done at Geneva on 12 January 1970 which entered into force on 14 May 1970, for participants having accepted that Arrangement and denunciation of the Protocol Relating to Milk Fat, done at Geneva on 2 April 1973 which entered into force on 14 May 1973, for participants having accepted that Protocol. Such denunciation shall take effect on the date of entry into force of this Arrangement.

2.   Provisional application

Any government may deposit with the Director-General to the CONTRACTING PARTIES to the GATT a declaration of provisional application of this Arrangement. Any government depositing such a declaration shall provisionally apply this Arrangement and be provisionally regarded as participating in this Arrangement.

3.   Entry into force

(a) 

This Arrangement shall enter into force, for those participants having accepted it, on 1 January 1980. For participants accepting this Arrangement after that date, it shall be effective from the date of their acceptance.

(b) 

The validity of contracts entered into before the date of entry into force of this Arrangement is not affected by this Arrangement.

4.   Validity

This Arrangement shall remain in force for three years. The duration of this Arrangement shall be extended for further periods of three years at a time, unless the Council at least eighty days prior to each date of expiry, decides otherwise.

5.   Amendment

Except where provision for modification is made elsewhere in this Arrangement the Council may recommend an amendment to the provisions of this Arrangement. The proposed amendment shall enter into force upon acceptance by the governments of all participants.

6.   Relationship between the Arrangement and the Annexes

The following shall be deemed to be an integral part of this Arrangement, subject to the provisions of paragraph l(b) of this Article:

— 
the Protocols mentioned in Article VI of this Arrangement and contained in its Annexes I, II and III;
— 
the lists of reference points mentioned in Article 2 of the Protocol Regarding Certain Milk Powders, Article 2 of the Protocol Regarding Milk Fat, and Article 2 of the Protocol Regarding Certain Cheeses, contained in Annexes I(a), II(a) and III(a) respectively;
— 
the Schedules of price differentials according to milk fat content mentioned in Article 3:4, note 3 of the Protocol Regarding Certain Milk Powders and Article 3:4, note I of the Protocol Regarding Milk Fat, contained in Annexes I(b) and II(b) respectively;
— 
the register of processes and control measures referred to in Article 3:5 of the Protocol Regarding Certain Milk Powders, contained in Annex Ic.

7.   Relationship between the Arrangement and the GATT

Nothing in this Arrangement shall affect the rights and obligations of participants under the GATT ( 225 ).

8.   Withdrawal

(a) 

Any participant may withdraw from this Arrangement. Such withdrawal shall take effect upon the expiration of sixty days from the day on which written notice of withdrawal is received by the Director-General to the CONTRACTING PARTIES to the GATT.

(b) 

Subject to such conditions as may be agreed upon by the participants, any participant may withdraw from any of the Protocols annexed to this Arrangement. Such withdrawal shall take effect upon the expiration of sixty days from the day on which written notice of withdrawal is received by the Director-General to the CONTRACTING PARTIES to the GATT.

Done at Geneva this twelfth day of April nineteen hundred and seventy-nine.

ANNEX I

PROTOCOL REGARDING CERTAIN MILK POWDERS

PART ONE

Article 1

Product Coverage

1.  
This Protocol applies to milk powder and cream powder falling under CCCN heading No 04.02, excluding whey powder.



PART TWO

Article 2

Pilot Products

1.  

For the purpose of this Protocol, minimum export prices shall be established for the pilot products of the following description:

(a) 

Designation: Skimmed-milk powder

Milk fat content: less than or equal to 1,5 per cent by weight Water content: less than or equal to 5 per cent by weight

(b) 

Designation: Whole milk powder

Milk fat content: 26 per cent by weight

Water content: less than or equal to 5 per cent by weight

(c) 

Designation: Buttermilk powder ( 226 )

Milk fat content: less than or equal to 11 per cent by weight Water content: less than or equal to 5 per cent by weight

Packaging: in packages normally used in the trade, of a net content by weight of not less than 25 kg, or 50 Ibs, as appropriate

Terms of sale: f.o.b. ocean-going vessels from the exporting country or free-at-frontier exporting country.

By derogation from this provision, reference points are designated for the countries listed in Annex I (a) ( 227 ). The Committee established in pursuance of Article VII: 2 (a) of the Arrangement (hereinafter referred to as the Committee) may amend the contents of that Annex.

Prompt payment against documents.

Article 3

Minimum Prices

Level and observance of minimum prices

1.  
Participants undertake to take the steps necessary to ensure that the export prices of the products defined in Article 2 of this Protocol shall not be less than the minimum prices applicable under the present Protocol. If the products are exported in the form of goods in which they have been incorporated, participants shall take the steps necessary to avoid the circumvention of the price provisions of this Protocol.
2.  
(a) 

The minimum price levels set in the present Article take account, in particular, of the current market situation, dairy prices in producing participants, the need to ensure an appropriate relationship between the minimum prices established in the Protocols to the present Arrangement, the need to ενσθρε εβθιταβλε πριψεσ το ψονσθμερσ, ανδ τηε δεσιραβιλιτζ οφ μαινταινινγ α μινιμθμ ρετθρν το τηε μοστ εφφιψιεντ προδθψερσ ιν ορδερ το ενσθρε σταβιλιτζ οφ σθππλζ οωερ τηε λονγερ τερμ.

(β) 

Τηε μινιμθμ πριψεσ προωιδεδ φορ ιν παραγραπη 1 οφ τηε πρεσεντ Αρτιψλε αππλιψαβλε ατ τηε δατε οφ εντρζ ιντο φορψε οφ τηισ Προτοψολ αρε φιχεδ ατ:

(ι) 

ΘΣ$ 425 ( 228 ) περ μετριψ τον φορ τηε σκιμμεδ-μιλκ ποςδερ δεφινεδ ιν Αρτιψλε 2 οφ τηισ Προτοψολ.

(ιι) 

ΘΣ $ 725 ( 229 ) περ μετριψ τον φορ τηε ςηολε μιλκ ποςδερ δεφινεδ ιν Αρτιψλε 2 οφ τηισ Προτοψολ.

(ιιι) 

ΘΣ $ 425 ( 230 ) περ μετριψ τον φορ τηε βθττερμιλκ ποςδερ δεφινεδ ιν Αρτιψλε 2 οφ τηισ Προτοψολ.

3.  
(α) 

Τηε λεωελσ οφ τηε μινιμθμ πριψεσ σπεψιφιεδ ιν τηε πρεσεντ Αρτιψλε ψαν βε μοδιφιεδ βζ τηε Ψομμιττεε, τακινγ ιντο αψψοθντ, ον τηε ονε ηανδ, τηε ρεσθλτσ οφ τηε οπερατιον οφ τηε Προτοψολ ανδ, ον τηε οτηερ ηανδ, τηε εωολθτιον οφ τηε σιτθατιον οφ τηε ιντερνατιοναλ μαρκετ.

(β) 

Τηε λεωελσ οφ τηε μινιμθμ πριψεσ σπεψιφιεδ ιν τηε πρεσεντ Αρτιψλε σηαλλ βε σθβξεψτ το ρεωιες ατ λεαστ ονψε α ζεαρ βζ τηε Ψομμιττεε. Τηε Ψομμιττεε σηαλλ μεετ ιν Σεπτεμβερ οφ εαψη ζεαρ φορ τηισ πθρποσε. Ιν θνδερτακινγ τηισ ρεωιες τηε Ψομμιττεε σηαλλ τακε αψψοθντ ιν παρτιψθλαρ, το τηε εχτεντ ρελεωαντ ανδ νεψεσσαρζ, οφ ψοστσ φαψεδ βζ προδθψτσ, οτηερ ρελεωαντ εψονομιψ φαψτορσ οφ τηε ςορλδ μαρκετ, τηε νεεδ το μαινταιν α λονγ-τερμ μινιμθμ ρετθρν το τηε μοστ εψονομιψ προδθψερσ, τηε νεεδ το μαινταιν σταβιλιτζ οφ σθππλζ ανδ το ενσθρε αψψεπταβλε πριψεσ το ψονσθμερσ, ανδ τηε ψθρρεντ μαρκετ σιτθατιον ανδ σηαλλ ηαωε ρεγαρδ το τηε δεσιραβιλιτζ οφ ιμπροωινγ τηε ρελατιονσηιπ βετςεεν τηε λεωελσ οφ τηε μινιμθμ πριψεσ σετ οθτ ιν παραγραπη 2(β) οφ τηε πρεσεντ Αρτιψλε ανδ τηε δαιρζ σθππορτ λεωελσ ιν τηε μαξορ προδθψινγ παρτιψιπαντσ.

Adjustment of minimum prices

4.  

If the products actually exported differ from the pilot products in respect of the fat content, packaging or terms of sale, the minimum prices shall be adjusted so as to protect the minimum prices established in this Protocol for the products specified in Article 2 of this Protocol according to the following provisions:

Milk fat content:
If the milk fat content of the milk powders described in Article 1 of the present Protocol excluding buttermilk powder ( 231 ) differs from the milk fat content of the pilot products as defined in Article 2.1 (a) and (b) of the present Protocol, then for each full percentage point of milk fat as from 2 per cent, there shall be an upward adjustment of the minimum price in proportion to the difference between the minimum prices established for the pilot products defined in Article 2.1 (a) and (b) of the present Protocol ( 232 ).
Packaging:
If the products are offered otherwise than in packages normally used in the trade, of a net content by weight less than 25 kg or 50 lbs, as appropriate, the minimum prices shall be adjusted so as to reflect the difference in the cost of packaging from the type of package specified above.
Terms of sale:
If sold on terms other than f.o.b. from the exporting country or free-at-frontier exporting country ( 233 ), the minimum prices shall be calculated on the basis of the minimum f.o.b. prices specified in paragraph 2 (b) of this Article, plus the real and justified costs of the services provided: if the terms of the sale include credit, this shall be charged for at the prevailing commercial rates in the country concerned.

Exports and imports of skimmed-milk powder and buttermilk powder for purposes of animal feed

5.  
Dy derogation from the provisions of paragraphs 1 to 4 of this Article participants may, under the conditions defined below, export or import, as the case may be, skimmed-milk powder and buttermilk powder for purposes of animal feed at prices below the minimum prices provided for in this Protocol for these products. Participants may make use of this possibility only to the extent that they subject the products exported or imported to the processes and control measures which will be applied in the country of export or destination so as to ensure that the skimmed-milk powder and buttermilk powder thus exported or imported are used exclusively for animal feed. These processes and control measures shall have been βεεν αππροωεδ βζ τηε Ψομμιττεε ανδ ρεψορδεδ ιν α ρεγιστερ εσταβλισηεδ βζ ιτ ( 234 )). Παρτιψιπαντσ ςιτηινγ το μακε θσε οφ τηε προωισιονσ οφ τηισ παραγραπη σηαλλ γιωε αδωανψε νοτιφιψατιον οφ τηειρ ιντεντιον το δο σο το τηε Ψομμιττεε ςηιψη σηαλλ μεετ, ατ τηε ρεβθεστ οφ α παρτιψιπαντ, το εχαμινε τηε μαρκετ σιτθατιον. Τηε παρτιψιπαντσ σηαλλ φθρνιση τηε νεψεσσαρζ ινφορματιον ψονψερνινγ τηειρ τρανσαψτιονσ ιν ρεσπεψτ οφ σκιμμεδ-μιλκ ποςδερ ανδ βθττερμιλκ ποςδερ φορ πθρποσεσ οφ ανιμαλ φεεδ, σο τηατ τηε Ψομμιττεε μαζ φολλος δεωελοπμεντ ιν τηισ σεψτορ ανδ περιοδιψαλλζ μακε φορεψαστσ ψονψερνινγ τηε εωολθτιον οφ τηισ τραδε.

Special conditons of sales

6.  
Participants undertake within the limit of their institutional possibilities to ensure that practices such as those referred to in Article 4 of this Protocol do not have the effect of directly or indirectly bringing the export prices of the producers subject to the minimum price provisions below the agreed minimum prices.

Field of application

7.  
For each participant, this Protocol is applicable to exports of the products specified in Article 1 of this Protocol manufactured or repacked inside its own customs territory.

Transactions other than normal commercial transactions

8.  
The provisions of paragraphs 1 to 7 of this Article shall not be regarded as applying to donated exports to developing countries or to exports destined for relief purposes or food-related development purposes or welfare purposes in developing countries.

Article 4

Provision of Information

1.  
In cases where prices in international trade of the products covered by Article 1 of this Protocol are approaching the minimum prices mentioned in Article 3:2(b) of this Protocol, and without prejudice to the provisions of Article III of the" Arrangement, participants shall notify to the Committee all the relevant elements for evaluating their own market situation and, in particular, credit or loan practices, twinning with other products, barter or three-sided transactions, refunds or rebates, exclusivity contracts packaging costs and details of the packaging, so that the Committee can make a verification.

Article 5

Obligations of Exporting Participants

1.  
Exporting participants agree to use their best endeavours, in accordance with their institutional possibilities, to supply on a priority basis the normal commercial requirements of developing importing participants, especially those used for food-related development purposes and welfare purposes.

Article 6

Cooperation of Importing Participants

1.  

Participants which import products coveral by Article 1 of this Protocol undertake in particular:

(a) 

to cooperate in implementing the minimum prices objective of this Protocol and to ensure, as far as possible, that the products covered by Article 1 of this Protocol are not imported at less than the appropriate customs valuation equivalent to the prescribed minimum prices;

(b) 

without prejudice to the provisions of Article III of the Arrangement and Article 4 of this Protocol, to supply information concerning imports of products covered by Article 1 of this Protocol from non-participants;

(c) 

to consider sympathetically proposals for appropriate remedial action if imports at prices inconsistent with the minimum prices threaten the operation of this Protocol.

2.  
Παραγραπη 1 οφ τηισ Αρτιψλε σηαλλ νοτ αππλζ το ιμπορτσ οφ σκιμμεδ-μιλκ ποςδερ ανδ βθττερμιλκ ποςδερ φορ πθρποσεσ οφ ανιμαλ φεεδ, προωιδεδ τηατ σθψη ιμπορτσ αρε σθβξεψτ το τηε μεασθρεσ ανδ προψεδθρεσ προωιδεδ φορ ιν Αρτιψλε 3:5 οφ τηισ Προτοψολ.



ΠΑΡΤ ΤΗΡΕΕ

Article 7

Derogations

1.  
Upon request by a participant, the Committee shall have the authority to grant derogations from the provisions of Article 3, paragraphs 1 to 5 of this Protocol in order to remedy difficulties which observance of minimum prices could cause certain participants. The Committee shall pronounce on such a request within three months from the date of the request.

Article 8

Emergency Action

1.  
Any participant, which considers that its interests are seriously endangered by a country not bound by this Protocol, can request the Chairman of the Committee to convene an emergency meeting of the Committee within two working days to determine and decide whether measures would be required to meet the situation. If such a meeting cannot be arranged within the two working days and the commercial interests of the participant concerned are likely to be materially prejudiced, that participant may take unilateral action to safeguard its position, on the condition that any other participants likely to be affected are immediately notified. The Chairman of the Committee shall also be formally advised immediately of the full circumstances of the case and shall be requested to call a special meeting of the Committee at the earliest possible moment.

ANNEX II

PROTOCOL REGARDING MILK FAT

PART ONE

Article 1

Product Coverage

1.  
This Protocol applies to milk fat falling under CCCN heading No 04.03, having a milk fat content equal to or greater than 50 per cent by weight.



PART TWO

Article 2

Pilot Products

1.  

For the purpose of this Protocol, minimum export prices shall be established for the pilot products of the following descriptions:

(a) 

Designation: Anhydrous milk fat

Milk fat content: 99,5 per cent by weight

(b) 

Designation: Butter

Milk fat content: 80 per cent by weight

Packaging:
In packages normally used in the trade, of a net content by weight of not less than 25 kg or 50 lbs, as appropriate.
Terms of sale:
F.o.b. from the exporting country or free-at-frontier exporting country. By derogation from this provision, reference points are designated for the countries total in Annex II(a)Annex II(a) is not reproduced. ( 235 ). The Committee established in pursuance of Article VII:2(a) of the Arrangement (hereinafter referred to as the Committee) may amend the contents of that Annex.

Prompt payment against documents.

Article 3

Minimum Prices

Level and observance of minimum prices

1.  
Participants undertake to take the steps necessary to ensure that the export prices of the products defined in Article 2 of this Protocol shall not be less than the minimum prices applicable under the present Protocol. If the products are exported in the form of goods in which they have been incorporated, participants shall take the steps necessary to avoid the circumvention of the price provisions of this Protocol.
2.  
(a) 

The minimum price levels set out in the present Article take account, in particular, of the current market situation, dairy prices in producing participants, the need to ensure an appropriate relationship between the minimum prices established in the Protocols to the present Arrangement, the need to ensure equitable prices to consumers, and the desirability of maintaining a minimum return to the most efficient producers in order to ensure stability of supply over the longer term.

(β) 

Τηε μινιμθμ πριψεσ προωιδεδ φορ ιν παραγραπη 1 οφ τηε πρεσεντ Αρτιψλε αππλιψαβλε αχ τηε δατε οφ εντρζ ιντο φορψε οφ τηισ Προτοψολ αρε φιχεδ ατ:

(ι) 

ΘΣ$ 1 100  ( 236 ) περ μετριψ τον φορ τηε ανηζδροθσ μιλκ φατ δεφινεδ ιν Αρτιψλε 2 οφ τηισ Προτοφολ.

(ιι) 

ΘΣ $ 925 ( 237 ) περ μετριψ τον φορ τηε βθττερ δεφινεδ ιν Αρτιψλε 2 οφ τηισ Προτοψολ.

3.  
(α) 

Τηε λεωελσ οφ τηε μινιμθμ πριψεσ σπεψιφιεδ ιν τηε πρεσεντ Αρτιψλε ψαν βε μοδιφιεδ βζ τηε Ψομμιττεε, τακινγ ιντο αψψοθντ, ον τηε ονε ηανδ, τηε ρεσθλτσ οφ τηε οπερατιον οφ τηε Προτοψολ ανδ, ον τηε οτηερ ηανδ, τηε εωολθτιον οφ τηε σιτθατιον οφ τηε ιντερνατιοναλ μαρκετ.

(β) 

Τηε λεωελσ οφ τηε μινιμθμ πριψεσ σπεψιφιεδ ιν τηε πρεσεντ Αρτιψλε σηαλλ βε σθβξεψτ το ρεωιες ατ λεαστ ονψε α ζεαρ βζ τηε Ψομμιττεε. Τηε Ψομμιττεε σηαλλ μεετ ιν Σεπτεμβερ οφ εαψη ζεαρ φορ τηισ πθρποσε. Ιν θνδερτακινγ τηισ ρεωιες τηε Ψομμιττεε σηαλλ τακε αψψοθντ ιν παρτιψθλαρ, το τηε εχτεντ ρελεωαντ ανδ νεψεσσαρζ, οφ ψοστσ φαψεδ βζ προδθψερσ, οτηερ ρελεωαντ εψονομιψ φαψτορσ οφ τηε ςορλδ μαρκετ, τηε νεεδ το μαινταιν α λονγ-τερμ μινιμθμ ρετθρν το τηε μοστ εψονομιψ προδθψερσ, τηε νεεδ το μαινταιν σταβιλιτζ οφ σθππλζ ανδ το ενσθρε αψψεπταβλε πριψεσ το ψονσθμερσ, ανδ τηε ψθρρεντ μαρκετ σιτθατιον ανδ σηαλλ ηαωε ρεγαρδ το τηε δεσιραβιλιτζ οφ ιμπροωινγ τηε ρελατιονσηιπ βετςεεν τηε λεωελσ οφ τηε μινιμθμ πριψεσ σετ οθτ ιν παραγραπη 2(β) οφ τηε πρεσεντ Αρτιψλε ανδ τηε δαιρζ σθππορτ λεωελσ ιν τηε μαξορ προδθψινγ παρτιψιπαντσ.

Adjustment of minimum prices

4.  

If the products actually exported differ from the pilot products in respect of the fat content, packaging or terms of sale, the minimum prices shall be adjusted so as to protect the minimum prices established in this Protocol for the products specified in Article 2 of this Protocol according to the following provisions:

Milk fat content:
If the milk fat content of the product defined in Article 1 of the present Protocol differs from the milk fat content of the pilot products as defined in Article 2 of the present Protocol then, if the milk fat content is equal to or greater than 82 per cent or less than 80 per cent, the minimum price of this product shall be, for each full percentage point by which the milk fat content is more than or less than 80 per cent, increased or reduced in proportion to the difference between the minimum prices established for the pilot products defined in Article 2 of the present Protocol.
Packaging:
If the products are offered otherwise than in packages normally used in the trade, of a net content by weight of not less than 25 kg or 50 lbs., as appropriate, the minimum prices shall be adjusted so as to reflect the difference in the cost of packaging from the type of package specified above.
Terms of sale:
If sold on terms other than f.o.b. from the exporting country or free-at-frontier exporting country ( 238 ), the minimum prices shall be calculated on the basis of the minimum f.o.b. prices specified in paragraph 2(b) of this Article, plus the real and justified costs of the services provided, if the terms of the sale include credit this shall be charged for at the prevailing commercial rates in the country concerned.

Special conditions of sales

5.  
Participants undertake within the limit of their institutional possibilities to ensure that practices such as those referred to in Article 4 of this Protocol do not have the effect of directly or indirectly bringing the export prices of the products subject to the minimum price provisions below the agreed minimum prices.

Field of application

6.  
For each participant, this Protocol is applicable to exports of the products specified in Article 1 of this Protocol manufactured or repacked inside its own customs territory.

Transactions other than normal commercial transactions

7.  

The provisions of paragraphs 1 to 6 of this Article shall not be regarded as applying to donated exports to developing countries or to exports destined for relief purposes of food-related development purposes or welfare purposes in developing countries.

Article 4

Provision of Information

1.  
In cases where prices in international trade of the products coverd by Article 1 of this Protocol are approaching the minimum prices mentioned in Article 3.2(b) of this Protocol, and without prejudice to the provisions of Article III of the Arrangement, participants shall notify to the Committee all the relevant elements for evaluating their own market-situation and, in particular, credit or loan practices, twinning with other products, barter or three-sided transactions, refunds or rebates, exclusivity contracts, packaging costs and details of the packaging, so that the Committee can make a verification.

Article 5

Obligations of Exporting Participants

1.  
Exporting participants agree to use their best endeavours, in accordance with their institutional possibilities, to supply on a priority basis the normal commercial requirements of developing importing participants, especially those used for food-related development purposes and welfare purposes.

Article 6

Cooperation of Importing Participants

1.  

Participants which import products covered by Article 1 of this Protocol undertake in particular:

(a) 

to cooperate in implementing the minimum prices objective of this Protocol and to ensure, as far as possible, that the products covered by Article 1 of this Protocol are not imported at less than the appropriate customs valuation equivalent to the prescribed minimum prices;

(b) 

without prejudice to the provisions of Article III of the Arrangement and Article 4 of this Protocol, to supply information concerning imports of products covered by Article 1 of this Protocol from non-participants;

(c) 

to consider sympathetically proposals for appropriate remedial action if imports at prices inconsistent with the minimum prices threaten the operation of this Protocol.



PART THREE

Article 7

Derogations

1.  
Upon request by a participant, the Committee shall have the authority to grant derogations from the provisions of Article 3, paragraphs 1 to 4 of this Protocol in order to remedy difficulties which observance of minimum prices could cause certain participants. The Committee shall pronounce on such a request within three months from the date of the request.

Article 8

Emergency Action

1.  
Any participant, which consides that its interests are seriously endangered by a country not bound by this Protocol, can request the Chairman of the Committee to convene an emergency meeting of the Committee within two working days to determine and decide whether measures would be required to meet the situation. If such a meeting cannot be arranged within the two working days and the commercial interests of the participant concerned are likely to be materially prejudiced, that participant may take unilateral action to safeguard its position, on the condition that any other participants likely to be affected are immediately notified. The Chairman of the Committee shall also be formally advised immediately of the full circumstances of the case and shall be requested to call a special meeting of the Committee at the earliest possible moment.

ANNEX III

PROTOCOL REGARDING CERTAIN CHEESES

PART ONE

Article 1

Product Coverage

1.  
This Protocol applies to cheeses falling under CCCN heading No 04.04, having a fat content in dry matter, by weight, equal to or more than 45 per cent and a dry matter content, by weight, equal to or more than 50 per cent.



PART TWO

Article 2

Pilot Product

1.  

For the purpose of this Protocol, a minimum export price shall be established for the pilot product of the following description:

Designation:
Cheese
Packaging:
In packages normally used in the trade of a net content by weight of not less than 20 kg or 40 lbs., as appropriate.
Terms of sale:
F.o.b. from the exporting country or free-at-frontier exporting country.

By derogation from this provision, reference points are designated for the countries listed in Annex III(a) ( 239 ). The Committee established in pursuance of Article VII:2(a) of the Arrangement (hereinafter referred to as the Committee) may amend the contents of that Annex.

Prompt payment against documents.

Article 3

Minimum Price

Level and observance of minimum price

1.  
Participants undertake to take the steps necessary to ensure that the export prices of the products defined in Articles 1 and 2 of this Protocol shall not be less than the minimum price applicable under the present Protocol. If the products are exported in the form of goods in which they have been incorporated, participants shall take the steps necessary to avoid the circumvention of the price provisions of this Protocol.
2.  
(a) 

The minimum price level set out in the present Article takes account, in particular, of the current market situation, dairy prices in producing participants, the need to ensure an appropriate relationship between the minimum prices established in the Protocols to the present Arrangement, the need to ensure equitable prices to consumers, and the desirability of maintaining a minimum return to the most efficient producers in order to ensure stability of supply over the longer term.

(b) 

The minimum price provided for in paragraph 1 of the present Article applicable at the date of entry into force of this Protocol is fixed at US $ 800 ( 240 ) per metric ton.

3.  
(α) 

Τηε λεωελ οφ τηε μινιμθμ πριψε σπεψιφιεδ ιν τηε πρεσεντ Αρτιψλε ψαν βε μοδιφιεδ βζ τηε Ψομμιττεε, τακινγ ιντο αψψοθντ, ον τηε ονε ηανδ, τηε ρεσθλτσ οφ τηε οπερατιον οφ τηε Προτοψολ ανδ, ον τηε οτηερ ηανδ, τηε εωολθτιον οφ τηε σιτθατιον οφ τηε ιντερνατιοναλ μαρκετ.

(β) 

Τηε λεωελ οφ τηε μινιμθμ πριψε σπεψιφιεδ ιν τηε πρεσεντ Αρτιψλε σηαλλ βε σθβξεψτ το ρεωιες ατ λεαστ ονψε α ζεαρ βζ τηε Ψομμιττεε. Τηε Ψομμιττεε σηαλλ μεετ ιν Σεπτεμβερ οφ εαψη ζεαρ φορ τηιο πθρποσε. Ιν θνδερτακινγ τηισ ρεωιες τηε Ψομμιττεε σηαλλ τακε αψψοθντ ιν παρτιψθλαρ, το τηε εχτεντ ρελεωαντ ανδ νεψεσσαρζ, οφ ψοστσ φαψεδ βζ προδθψερσ, οτηερ ρελεωαντ εψονομιψ φαψτορσ οφ τηε ςορλδ μαρκετ, τηε νεεδ το μαινταιν α λονγ-τερμ μινιμθμ ρετθρν το τηε μοστ εψονομιψ προδθψερσ, τηε νεεδ· το μαινταιν σταβιλιτζ οφ σθππλζ ανδ το ενσθρε αψψεπταβλε πριψεσ το ψονσθμερσ, ανδ τηε ψθρρεντ μαρκετ σιτθατιον ανδ σηαλλ ηαωε ρεγαρδ το τηε δεσιραβιλιτζ οφ ιμπροωινγ τηε ρελατιονσηιπ βετςεεν τηε λεωελ οφ τηε μινιμθμ πριψε σετ οθτ ιν παραγραπη 2(β) οφ τηε πρεσεντ Αρτιψλε ανδ τηε δαιρζ σθππορτ λεωελσ ιν τηε μαξορ προδθψινγ παρτιψιπαντσ.

Adjustment of minimum price

4.  

If the products actually exported differ from the pilot products in respect or the packaging or terms of sale, the minimum price shall be adjusted so as to protect the minimum price established in this Protocol according to the following provisions:

Packaging:
If the products are offered otherwise than in packages as specified in Article 2, the minimum price shall be adjusted so as to reflect the difference in the cost of packaging from the type of package specified above.
Terms of sale:
If sold on terms other than f.o.b. from the exporting country or free-at-frontier exporting country ( 241 ), the minimum price shall be calculated on the basis of the minimum f.o.b. price specified in paragraph 2(b) of this Article, plus the real and justified costs of the services provided; if the terms of the sale include credit, this shall be charged for at the prevailing commercial rates in the country concerned.

Special conditions of sale

5.  
Participants undertake within the limit of their institutional possibilities to ensure that practices such as these referred to in Article 4 of this Protocol do not have the effect of directly or indirectly bringing the export prices of the products subject to the minimum price provisions below the agreed minimum price.

Field of application

6.  
For each participant, this Protocol is applicable to exports of the products specified in Article 1 of this Protocol manufactured or repacked inside its own customs territory.

Transactions other than normal commercial transactions

7.  
The provisions of paragraphs 1 to 6 of this Article shall not be regarded as applying to donated exports to developing countries or to exports destined for relief purposes or food-related development purposes or welfare purposes in developing countries.

Article 4

Provision of Information

1.  
In cases where prices in international trade of the products covered by Article 1 of this Protocol are approaching the minimum price mentioned in Article 3:2(b) of this Protocol and without prejudice to the provisions of Article III of the Arrangement participants shall notify to the Committee all the relevant elements for evaluating their own market situation and, in particular, credit or loan practices, twinning with other products, barter or three-sided transactions, refunds or rebates, exclusivity contracts, packaging costs and details of the packaging, so that the Committee can make a verification.

Article 5

Obligations of Exporting Participants

1.  
Exporting participants agree to use their best endeavours, in accordance with their institutional possibilities, to supply on a priority basis the normal commercial requirements of developing importing participants, especially those used for food-related development purposes and welfare purposes.

Article 6

Cooperation of Importing Participants

1.  

Participants which import products. covered by Article 1 of this Protocol undertake in particular:

(a) 

to cooperate in implementing the minimum price objective of this Protocol and to ensure, as far as possible, that the products covered by Article 1 of this Protocol are not imported at less than the appropriate customs valuation equivalent to the prescribed minimum price;

(b) 

without prejudice to the provisions of Article III of the Arrangement and Article 4 of this Protocol, to supply information concerning imports of products covered by Article 1 of this Protocol from non-participants;

(c) 

to consider sympathetically proposals for appropriate remedial action if imports at prices inconsistent with the minimum price threaten the operation of this Protocol.



PART THREE

Article 7

Derogations

1.  
Upon request by a participant, the Committee shall have the authority to grant derogations from the provisions of Article 3, paragraphs 1 to 4 of this Protocol in order to remedy difficulties which observance of minimum prices could cause certain participants. The Committee shall pronounce on such a request within thirty days from the date of the request.
2.  
The provisions of Article 3:1 to 4 shall not apply to exports, in exceptional circumstances, of small quantities of natural unprocessed cheese which would be below normal export quality as a result of deterioration or production faults. Participants exporting such cheese shall notify the GATT secretariat in advance of their intention to do so. Participants shall also notify the Committee quarterly of all sales of cheese effected under the provisions of this paragraph, specifying in respect of each transaction, the quantities, prices and destinations involved.

Article 8

Emergency Action

1  
Any participant, which considers that its interests are seriously endangered by a country not bound by this Protocol, can request the Chairman of the Committee to convene an emergency meeting of the Committee within two working days to determine and decide whether measures would be required to meet the situation. If such a meeting cannot be arranged within the two working days and the commercial interests of the participant concerned are likely to materially prejudiced, that participant may take unilateral action to safeguard its position, on the condition that any other participants likely to be affected are immediately notified. The Chairman of the Committee shall also be formally advised immediately of the full circumstances of the case and shall be requested to call a special meeting of the Committee at the earliest possible moment.

ARRANGEMENT REGARDING BOVINE MEAT



PREAMBLE

Convinced that increased international cooperation should be carried out in such a way as to contribute to the achievement of greater liberalization, stability and expansion in international trade in meat and live animals;

Taking into account the need to avoid serious disturbances in international trade in bovine meat and live animals;

Recognizing the importance of production and trade in bovine meat and live animals for the economies of many countries, especially for certain developed and developing countries;

Mindful of their obligations to the principles and objectives of the General Agreement on Tariffs and Trade (hereinafter referred to as «General Agreement» or «GATT») ( 242 ):

Determined, in carrying out the aims of this Arrangement to implement the principles and objectives agreed upon in the Tokyo Declaration of Ministers, dated 11 September 1973 concerning the Multilateral Trade Negotiations, in particular as concerns special and more favourable treatment for developing countries;

The participants in the present Arrangement have, through their representatives, agreed as follows:



PART ONE

GENERAL PROVISIONS

Article I

Objectives

The objectives of this Arrangement shall be:

(1) 

to promote the expansion, ever greater liberalization and stability of the international meat and livestock market by facilitating the progressive dismantling of obstacles and restrictions to world trade in bovine meat and live animals, including those which compartmentalize this trade, and by improving the international framework of world trade to the benefit of both consumer and producer, importer and exporter;

(2) 

to eucourage greater international cooperation in all aspects affecting the trade in bovine meat and live animals with a view in particular to greater rationalization and more efficient distribution of resources in the international meat economy;

(3) 

to secure additional benefits for the international trade of developing countries in bovine meat and live animals through an improvement in the possibilities for these countries to participate in the expansion of world trade in these products by means of inter alia:

(a) 

promoting long-term stability of prices in the context of an expanding world market for bovine meat and live animals; and

(b) 

promoting the maintenance and improvement of the earnings of developing countries that are exporters of bovine meat and live animals;

the above with a view thus to deriving additional earnings, by means of securing long-term stability of markets for bovine meat and live animals;

(4) 

to further expand trade on a competitive basis taking into account the traditional position of efficient producers.

Article II

Product Coverage

This Arrangement applies to bovine meat. For the purpose of this Arrangement, the term «bovine meat» is considered to include:



CCCN

(a)  Live bovine animals

01.02

(b)  Meat and edible offals of bovine animals, fresh, chilled or frozen

ex 02.01

(c)  Meat and edible offals of bovine animals, salted, in brine, dried or smoked

ex 02.06

(d)  Other prepared or preserved meat or offal of bovine animals

ex 16.02

and any other product that may be added by the International Meat Council, as established under the terms of Article V of this Arrangement, in order to accomplish the objectives and provisions of this Arrangement.

Article III

Information and Market Monitoring

1.  
All participants agree to provide regularly and promptly to the Council, the information which will permit the Council to monitor and access the overall situation of the world market for meat and the situation of the world market for each specific meat.
2.  
Participating developing countries shall furnish the information available to them. In order that these countries may improve their data collection mechanism, developed participants, and any developing participants able to do so, shall consider sympathetically any request to them for technical assistance.
3.  
The information that the participants undertake to provide pursuant to paragraph 1 of this Article, according to the modalities that the Council shall establish, shall include data on past performance and current situation and an assessment of the outlook regarding production (including the evolution of the composition of herds), consumption, prices, stocks of and trade in the products referred to in Article II, and any other information deemed necessary by the Council, in particular on competing products. Participants shall also provide information on their domestic policies and trade measures including bilateral and plurilateral commitments in the bovine sector, and shall notify as early as possible any changes in such policies and measures that are likely to affect international trade in live bovine animals and meat. The provisions of this paragraph shall not require any participant to disclose confidential information which would impede law enforcement or otherwise be contrary to the public interest or would prejudice the legitimate commercial interests of particular enterprises, public or private.
4.  

Thesecretariat of the Arrangement shall monitor variations in market data, in particular herd sizes, stocks, slaughterings and domestic and international prices, so as to permit early detection of the symptoms of any serious imbalance in the supply and demand situation. The secretariat shall keep the Council apprized of significant developments on world markets, as well as prospects for production, consumption, exports and imports.

Note: It is understood that under the provisions of this Article, the Council instructs the secretariat to draw up, and keep up to date, an inventory of all measures affecting trade in bovine meat and live animals, including commitments resulting from bilateral, plurilateral and multilateral negotiations.

Article IV

Functions of the International Meat Council and Cooperation between the Participants to this Arrangement

1.  

The Council shall meet in order to

(a) 

evaluate the world supply and demand situation and outlook on the basis of an interpretative analysis of the present situation and of probable developments drawn up by the secretariat of the Arrangement, on the basis of documentation provided in conformity with Article III of the present Arrangement, including that relating to the operation of domestic and trade policies and of any other information available to the secretariat:

(b) 

proceed to a comprehensive examination of the functioning of the present Arrangement,

(c) 

provide an opportunity for regular consultation on all matters affecting international trade in bovine meat.

2.  
If after evaluation of the world supply and demand situation referred to in paragraph l (a) of this Article, or after examination of all relevant information pursuant to paragraph 3 of Article III, the Council finds evidence of a serious imbalance or a threat thereof in the international meat market the Council will proceed by consensus, taking into particular account the situation in developing countries, to identify, for consideration by governments possible solutions to remedy the situation consistet with the principles and rules of GATT.
3.  
Depending on whether the Council considers that the situation defined in paragraph 2 of this Article is temporary or more durable, the measures referred to in paragraph 2 of this Article could include short-, medium-, or long-term measures taken by importers as well as exporters to contribute to improve the overall situation of the world market consistent with the objectives and aims of the Arrangement, in particular the expansion, ever greater liberalization, and stability of the international meat und livestock markets.
4.  
When considering the suggested measures pursuant to paragraphs 2 and 3 of this Article, due consideration shall be given to special and more favourable treatment to developing countries, where this is feasible and appropriate.
5.  
The participants undertake to contribute to the fullest possible extent to the implementation of the objectives of this Arrangement set forth in Article I. To this end, and consistent with the principles and rules of the General Agreement, participants shall, on a regular basis, enter into the discussions provided in Article IV:1(c) with a view to exploring the possibilities of achieving the objectives of the present Arrangement, in particular the further dismantling of obstacles to world trade in bovine meat and live animals. Such discussions should prepare the way for subsequent consideration of possible solutions of trade problems consistent with the rules and principles of the GATT, which could be jointly accepted by all the parties concerned, in a balanced context of mutual advantages.
6.  
Any participant may raise before the Council any matter affecting this Arrangement inter alia for the same purposes provided for in paragraph 2 of this Article. The Council shall, at the request of a participant meet within a period of not more than fifteen days to consider any matter ( 243 ) affecting the present Arrangement.



PART TWO

Article V

Administration of the Arrangement

1.   International Meat Council

An International Meat Council shall be established within the framework of the GATT. The Council shall comprise representatives of all participants to the Arrangement and shall carry out all the functions which are necessary to implement the provisions of the Arrangement. The Council shall be serviced by the GATT secretariat. The Council shall establish its own rules of procedure, in particular the modalities for consultations provided for in Article IV.

2.   Regular and special meetings

The Council shall normally meet at least twice each year. However the Chairman may call a special meeting of the Council either on his own initiative, or at the request of a participant to this Arrangement.

3.   Decisions

The Council shall reach its decisions by consensus. The Council shall be deemed to have decided on a matter submitted for its consideration if no member of the Council formally objects to the acceptance of a proposal.

4.   Cooperation whith other organizations

The Council shall make whatever arrangements are appropriate for consultation or cooperation with intergovernmental and non-governmental organizations.

5.   Admission of observers

(a) 

The Council may invite any non-participating country to be represented at any of its meetings as an observer.

(b) 

The Council may also invite any of the organizations referred to in paragraph 4 of this Article to attend any of its meetings as an observer.



PART THREE

Article VI

Final Provisions

1.   Acceptance ( 244 )

(a) 

This Arrangement is open for acceptance, by signature or otherwise by governments members of the United Nations or of one of its specialized agencies and by the European Economic Community.

(b) 

Any government ( 245 ) accepting this Arrangement may at the time of acceptance make a reservation with regard to its acceptance of any of the provisions in the present Arrangement. This reservation is subject to the approval of the participants.

(c) 

This Arrangement shall be deposited with the Director-General to the CONTRACTING PARTIES to the GATT who shall promptly furnish a certified copy thereof and a notification of each acceptance thereof to each participant. The texts of this Arrangement in the English, French and Spanish languages shall all be equally authentic.

(d) 

The entry into force of this Arrangement shall entail the aboliton of the International Meat Consultative Group.

2.   Provisional application

Any government may deposit with the Director-General to the CONTRACTING PARTIES to the GATT a declaration of provisional application of this Arrangement. Any government depositing such a declaration shall provisonally apply this Arrangement and be provisonally regarded as participating in this Arrangement.

3.   Entry into force

This Arrangement shall enter into force, for those participants having accepted it, on 1 January 1980. For participants accepting this Arrangement after that date, it shall be effective from the date of their acceptance.

4.   Validity

This Arrangement shall remain in force for three years. The duration of this Arrangement shall be extended for further periods of three years at a time, unless the Council, at least eighty days prior to each date of expiry, decides otherwise.

5.   Amendment

Except where provision for modification is made elsewhere in this Arrangement the Council may recommend an amendment to the provisions of this Arrangement. The proposed amendment shall enter into force upon acceptance by the governments of all participants.

6.   Relationship between the Arrangement and the GATT

Nothing in this Arrangement shall affect the rights and obligations of participants under the GATT ( 246 ).

7.   Withdrawal

Any participant may withdraw from this Arrangement. Such withdrawal shall take effect upon the expiration of sixty days from the date on which written notice of withdrawal is received by the Director-General to the CONTRACTING PARTIES to the GATT.

ANNEX 1

DRAFT EXCHANGE OF LETTERS BETWEEN URUGUAY AND THE EUROPEAN COMMUNITY

The European Community agrees to include in its final offer on market access under the Uruguay Round an additional quantity of two thousand metric tonnes of high-quality beef (0201.30.00 — 0206.10.85 meat of bovine animals, fresh or chilled: 0202.30.90 — 206 29.91 meat of bovine animals, frozen) from Uruguay.

The European Community and Uruguay agree that the provision contained in the Tokyo Round agreement according to which the European Community was prepared to envisage the possibility of Uruguay being able to export additional annual quantities of high-quality beef if the overall quota for such cuts was not fully used by other beneficiary countries shall cease to apply.

The abovementioned provision shall cease to apply on the same date that the additional quantity of two thousand metric tonnes is implemented.



( ) Το εκάστοτε όργανο θεωρείται ότι αποφασίζει με συναίνεση για κάποιο θέμα που υποβάλλεται σ' αυτό προς εξέταση, αν κανένα μέλος παρόν στη συνεδρίαση κατά την οποία λαμβάνεται η απόφαση δεν αντιτίθεται επίσημα στην προτεινόμενη απόφαση.

( ) O αριθμός ψήφων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τον αριθμό των κρατών μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

( ) Οι αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου, όταν αυτό λειτουργεί ως όργανο επίλυσης των διαφορών, λαμβάνονται σύμφωνα μόνο με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράρτημα 4 του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

( ) H απόφαση για την παραχώρηση απαλλαγής από υποχρέωση που συνοδεύεται από μεταβατική περίοδο ή περίοδο σταδιακής εφαρμογής την οποία δεν έχει τηρήσει το ενδιαφερόμενο μέλος κατά το πέρας της σχετικής περιόδου, λαμβάνεται μόνο με συναίνεση.

( ) Οι απαλλαγές τις οποίες καλύπτει η παρούσα διάταξη απαριθμούνται στην υποσημείωση 7 των σελίδων 11 και 12 του μέρους II του εγγράφου για την τελική πράξη (ΜΤΝ/FΑ), της 15ης Δεκεμβρίου 1993. Η υπουργική συνδιάσκεψη καταρτίζει στην πρώτη της σύνοδο αναθεωρημένη κατάσταση των απαλλαγών που καλύπτονται από την παρούσα διάταξη, στην οποία περιλαμβάνονται και οι απαλλαγές που χορηγήθηκαν βάσει της GΑΤΤ του 1947 μετά τις 15 Δεκεμβρίου 1993 και πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, και καταργεί τις απαλλαγές που στο μεταξύ έχουν παύσει να ισχύουν.

( ) Οι δραστηριότητες της εν λόγω ομάδας εργασίας συνδυάζονται με τις δραστηριότητες της ομάδας εργασίας που προβλέπεται στο τμήμα III της υπουργικής απόφασης για τις διαδικασίες γνωστοποίησης, που εκδόθηκε στις 15 Απριλίου 1994.

( ) Καμία διάταξη του παρόντος μνημονίου συμφωνίας δεν τροποποιεί τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών βάσει των άρθρων XII ή ΧVIIΙ:Β της GΑΤΤ του 1994. Είναι δυνατό να γίνει επίκληση των διατάξεων των άρθρων XXII και XXIII της GΑΤΤ του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών όσον αφορά τα θέματα που προκύπτουν από την εφαρμογή περιοριστικών μέτρων κατά την εισαγωγή για σκοπούς που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών.

( ) Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν ποσοτικούς περιορισμούς επί των εισαγωγών, κυμαινόμενες εισφορές κατά την εισαγωγή, ελάχιστες τιμές εισαγωγών, διακριτική έκδοση αδειών εισαγωγής, μη δασμολογικά μέτρα που διατηρούν δημόσιες εμπορικές επιχειρήσεις, εκούσιους περιορισμούς των εξαγωγών και παρεμφερή μέτρα που λαμβάνονται στα σύνορα, εκτός των συνήθων δασμών, ανεξάρτητα από το αν τα μέτρα αυτά διατηρούνται βάσει συγκεκριμένων για κάθε χώρα παρεκκλίσεων από τις διατάξεις της GΑΤΤ του 1947. Δεν περιλαμβάνονται μέτρα τα οποία εφαρμόζονται βάσει διατάξεων του ισοζυγίου πληρωμών ή βάσει άλλων γενικών διατάξεων της GΑΤΤ του 1994 που δεν αφορούν συγκεκριμένα τη γεωργία ή βάσει διατάξεων των λοιπών πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΑ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

( ) Η τιμή αναφοράς που χρησιμοποιείται για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος εδαφίου είναι, κατά γενικό κανόνα, η μέση κατά μονάδα αξία cif του υπό εξέταση προϊόντος ή αλλιώς μία κατάλληλη τιμή από την άποψη της ποιότητας του προϊόντος και του σταδίου επεξεργασίας. Σε συνέχεια της αρχικής της χρήσης, καθορίζεται και γνωστοποιείται δημοσίως στο μέτρο που απαιτείται προκειμένου τα λοιπά μέρη να είναι σε θέση να εκτιμήσουν τον πρόσθετο δασμό που δύναται να επιβληθεί.

( ) Στις περιπτώσεις που δεν λαμβάνεται υπόψη η εγχώρια κατανάλωση, εφαρμόζεται το βασικό επίπεδο ενεργοποίησης βάσει της παραγράφου 4 στοιχείο α).

( ) Ώς «αντισταθμιστικοί δασμοί» όπου αναφέρονται στο παρόν άρθρο, νοούνται οι δασμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο VI της GΑΤΤ 1994 και στο μέρος V της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα.

( *1 ) Οι περιγραφές των προϊοντων εντός των παρενθέσεων είναι ενδεικτικές.

( ) Για τους σκοπούς της παραγράφου 3 του παρόντος παραρτήματος, κρατικά προγράμματα αποθεμάτων που αποσκοπούν στην εξασφάλιση επισιτιστικής ασφάλειας σε αναπτυσσόμενες χώρες, των οποίων η λειτουργία είναι διαφανής και εξασφαλίζεται σύμφωνα με επίσημα δημοσιευμένα αντικειμενικά κριτήρια ή κατευθυντήριες γραμμές, θεωρούνται ότι εμπίπτουν στις διατάξεις της παρούσας παραγράφου συμπεριλαμβανομένων προγραμμάτων στο πλαίσιο των οποίων αποθέματα ειδών διατροφής για σκοπούς επισιτιστικής ασφάλειας αγοράζονται ή διατίθενται σε προκαθορισμένες τιμές, υπό την προϋπόθεση ότι η διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς και της εξωτερικής τιμής αναφοράς λαμβάνονται υπόψη στην εκτίμηση της ΑΜΕ.

( ) Για τους σκοπούς των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος παραρτήματος, η παροχή ειδών διατροφής με επιδοτούμενες τιμές με στόχο την ικανοποίηση των επισιτιστικών αναγκών των φτωχών στις αστικές και αγροτικές περιοχές των αναπτυσσομένων χωρών, σε τακτική βάση και σε λογικές τιμές, θεωρείται ότι συμφωνεί με διατάξεις της παρούσας παραγράφου.

( ) Στην παρούσα συμφωνία, η αναφορά στο άρθρο XX παράγραφος β) περιλαμβάνει επίσης και την εισαγωγική φράση του εν λόγω άρθρου.

( ) Για τους σκοπούς του άρθρου 3 παράγραφος 3, επιστημονική αιτιολόγηση υφίσταται εάν, βάσει εξέτασης και αξιολόγησης των διαθεσίμων επιστημονικών πληροφοριών σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, ένα μέλος διαπιστώσει ότι τα σχετικά διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις δεν είναι επαρκείς για να επιτευχθεί το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας.

( ) Για τους σκοπούς του άρθρου 5 παράγραφος 6, ένα μέτρο δεν είναι περισσότερο περιοριστικό για τις συναλλαγές από όσο απαιτείται, εκτός εάν υπάρχει άλλο μέτρο, εύλογα εφαρμόσιμο, λαμβανομένης υπόψη της τεχνικής και οικονομικής σκοπιμότητας, το οποίο επιτυγχάνει το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας και είναι σε σημαντικό βαθμό λιγότερο περιοριστικό για τις συναλλαγές.

( ) Για το σκοπό των παρόντων ορισμών, ο όρος «ζώα» περιλαμβάνει τα ψάρια και την άγρια πανίδα· ο όρος φυτά περιλαμβάνει τα δάση και την άγρια χλωρίδα ο όρος «παράσιτα» περιλαμβάνει τα ζιζάνια και ο όρος «προσμείξεις» περιλαμβάνει υπολείμματα και ξένα σώματα των φυτοφαρμάκων και των κτηνιατρικών φαρμάκων.

( ) Μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας όπως νόμοι, διατάγματα ή. διατάξεις γενικής εφαρμογής.

( ) Όπου αναφέρεται ο όρος «υπήκοοι» στην παρούσα συμφωνία, στην περίπτωση χωριστού τελωνειακού εδάφους μέλους του ΠΟΕ, σημαίνει τα πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, τα οποία κατοικούν ή τα οποία έχουν πραγματική και ισχύουσα βιομηχανική ή εμπορική έδρα στο εν λόγω τελεωνειακό έδαφος.

( ) Οι διαδικασίες ελέγχου, επιθεώρησης και έγκρισης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις διαδικασίες δειγματοληψίας, δοκιμής και πιστοποίησης.

( ) Στο μέτρο του δυνατού, μπορούν επίση να επωφεληθούν από την παρούσα διάταξη και οι εξαγωγές από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες μέλη.

( ) Ως «έτος εφαρμογής της συμφωνίας» νοείται η δωδεκάμηνη περίοδος που αρχίζει την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ καθώς και τα επόμενα δωδεκάμηνα διαστήματα.

( ) Οι οχετικές διατάξεις της GΑΤΤ του 1994 δεν περιλαμβάνουν το άρθρο XIX σχετικά με τα προϊόντα που δεν έχουν ενσωματωθεί ακόμα στην GΑΤΤ του 1994, εκτός αν προβλέπεται στην παράγραφο 3 του παραρτήματος.

( ) Ως περιορισμοί νοούνται όλοι οι μονομερείς ποσοτικοί περιορισμοί, οι διμερείς διακανονισμοί και άλλα μέτρα παρομοίου αποτελέσματος.

( ) Οποιαδήποτε τελωνειακή ένωση μπορεί να εφαρμόζει μέτρο διασφάλισης ως ενιαία οντότητα ή εξ ονόματος κράτους μέλους. Σε περίπτωση πού η τελωνειακή ένωση εφαρμόζει μέτρο διασφάλισης ως ενιαία οντότητα, όλες οι προϋποθέσεις για τον προσδιορισμό σοβαρών ζημιών ή πραγματικής απειλής για σοβαρές ζημίες, δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, βασίζονται στους υφιστάμενους όρους της τελωνειακής ένωσης στο σύνολό της. Όταν το μέτρο διασφάλισης εφαρμόζεται εξ ονόματος κράτους μέλους, όλες οι προϋποθέσεις για τον προσδιορισμό σοβαρών ζημιών ή πραγματικής απειλής για σοβαρές ζημίες βασίζονται στους υφιστάμενους όρους στο εν λόγω κράτος μέλος και το μέτρο περιορίζεται στο εν λόγω κράτος μέλος.

( ) Η εν λόγω επικείμενη αύξηση είναι μετρήσιμη και η ύπαρξή της δεν προσδιορίζεται βάσει ισχυρισμών, εικασιών ή απλών πιθανοτήτων που προκύπτουν, για παράδειγμα, από την ύπαρξη παραγωγικής ικανότητας στα εξάγοντα μέλη.

( ) «Ως υπήκοοι» στην περίπτωση ξεχωριστού τελωνειακού εδάφους μέλους του ΠΟΕ νοούνται τα πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, που έχουν τόπο διαμονής ή πραγματική και ισχύουσα βιομηχανική ή εμπορική έδρα στο εν λόγω τελωνειακό έδαφος.

( ) Στην περίπτωση των Trim που εφαρμόζονται στο πλαίσιο διακριτικής εξουσίας, γνωστοποιείται κάθε ειδική εφαρμογή. Οι πληροφορίες που θα έθεταν σε κίνδυνο τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρήσεων δεν χρειάζεται να γνωστοποιούνται.

( ) O όρος «έχουν αρχίσει», όπως χρησιμοποιείται στην παρούσα συμφωνία, σημαίνει τη διαδικαστική πράξη με την οποία ένα μέλος εγκαινιάζει επισήμως έρευνα κατ' εφαρμογήν του άρθρου 5.

( ) Οι πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος που προορίζεται για κατανάλωση στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής θεωρούνται καταρχήν αρκούντως υψηλές, ώστε να επιτρέπουν τον καθορισμό της κανονικής αξίας, εφόσον οι εν λόγω πωλήσεις αντιπροσωπεύουν ποσοστό 5% τουλάχιστον των πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος με προορισμό το εισάγον μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι είναι δυνατό να γίνει δεκτό και χαμηλότερο ποσοστό, όταν από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύπτει ότι οι εγχώριες πωλήσεις, παρά τον περιορισμένο όγκο τους, δεν παύουν να αφορούν αρκούντως μεγάλες ποσότητες, ώστε να επιτρέπουν τη διεξαγωγή ορθής σύγκρισης.

( ) Όταν στην παρούσα συμφωνία γίνεται χρήση του ορου «αρχές», αυτός αφορά τις αρχές με την ενδεδειγμένη υψηλή θέση στην ιεραρχία.

( ) Ως «ικανό» θεωρείται κανονικά χρονικό διάστημα ενός έτους, ενώ σε καμία περίπτωση δεν είναι αρκετό χρονικό διάστημα συντομότερο του εξαμήνου.

( ) Οι πωλήσεις σε τιμές κατώτερες του κόστους ανά μονάδα γίνεται δεκτό ότι πραγματοποιούνται σε αξιόλογες ποσότητες, όταν οι αρχές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η μέση σταθμισμένη τιμή πωλήσεως για τις συναλλαγές που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό της κανονικής αξίας είναι χαμηλότερη του μέσου σταθμισμένου κόστους ανά μονάδα ή ότι o όγκος των πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες του κόστους ανά μονάδα αντιπροσωπεύει ποσοστό όχι κατώτερο του 20% του όγκου των πωλήσεων που αποτελούν αντικείμενο των εξεταζομένων για τον καθορισμό της κανονικής αξίας συναλλαγών.

( ) H αναπροσαρμογή που γίνεται για να ληφθούν υπόψη πράξεις που εκτελούνται στην αρχική περίοδο λειτουργίας μιας επιχείρησης πρέπει να αντανακλά τα έξοδα που ισχύουν στο τέλος της αρχικής περιόδου λειτουργίας ή, σε περίπτωση που η περίοδος αυτή εκτείνεται πέραν της περιόδου έρευνας, τις πλέον πρόσφατες δαπάνες που θα μπορούσαν δικαιολογημένα να λάβουν υπόψη οι αρχές κατά την έρευνα.

( ) Γίνεται δεκτό οτι ορισμένοι απο τους ανωτέρω παραγοντες είναι δυνατό να αλληλεπικαλύπτονται, και οι αρχές οφείλουν να μεριμνούν, ώστε να μη λαμβάνονται υπόψη οι ίδιοι παράγοντες πλέον της μίας φοράς για τους σκοπούς της αναπροσαρμογής της τιμής βάσει της παρούσας διάταξης.

( ) Κανονικά, ως ημερομηνία πώλησης θεωρείται η ημερομηνία της συμβάσεως, της εντολής αγοράς, της επιβεβαίωσης εντολής ή του τιμολογίου, ανάλογα με το πού καθορίζονται οι βασικοί οροι της πώλησης.

( ) Βάσει της παςούσας συμφωνίας, o όρος «ζημία» σημαίνει, εφόσον δεν ορίζεται κάτι διαφορετικό, τη σοβαρή ζημία που προκαλείται σε έναν εγχώριο κλάδο παραγωγές, τον κίνδυνο πρόκλησης σοβαρής ζημίας σε έναν εγχώριο κλάδο παραγωγής ή την αισθητή καθυστέρηση της δημιουργίας ενός τέτοιου κλάοου· o ορος ερμηνεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

( ) Ένα παράδειγμα, μεταξύ περισσότερων που θα μπορούσαν να αναφερθούν σχετικά, είναι η ύπαρξη αποχρώντος λόγου που οδηγεί στην υπόθεση ότι πρόκειται να υπάρξει, στο εγγύς μέλλον, σημαντική αύξηση των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

( ) Για τους σκοπούς της παρούσας παραγραφου, γίνεται δεκτό ότι ένας παραγωγός συνδέεται με κάποιον εξαγωγέα ή εισαγωγέα μόνο εφόσον α) o ένας από αυτούς ελέγχει άμεσα ή έμμεσα τον άλλον· ή β) και οι δύο ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από κάποιον τρίτο· ή γ) από κοινού ελέγχουν άμεσα ή έμμεσα κάποιον τρίτο, υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν λόγοι για να πιστεύει ή να υποψιάζεται κανείς ότι η σχέση αυτή έχει ως αποτέλεσμα να συμπεριφέρεται o εκάστοτε παραγωγός διαφορετικά από ό,τι συμπεριφέρονται οι μη συνδεόμενοι παραγωγοί. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, γίνεται δεκτό ότι μία οντότητα ελέγχει κάποιαν άUη όταν η πρώτη έχει τη δυνατότητα, είτε νομικώς είτε λειτουργικός, να θέτει περιορισμούς στη δεύτερη ή να κατευθύνει τις ενέργειες της.

( ) Στην παρούσα συμφωνία o όρος «επιβολή (δασμών)» σημαίνει τον οριστικό ή τελικό νομικό καταλογισμό ενός δασμού ή φόρου, ή την είσπραξή του.

( ) Στην περίπτωση κατακερματισμένων κλάδων παραγωγής, οι οποίοι απαρτίζονται από εξαιρετικά μεγάλο αριθμό παραγωγών, οι αρχές είναι δυνατό να υπολογίζουν την υποστήριξη ή την αντίθεση προς την αίτηση μέσω της χρήσης στατιστικώς παραδεδεγμένων μεθόδων δειγματοληψίας.

( ) Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι στο έδαφος ορισμένων μελών είναι δυνατό οι εργαζόμενοι που απασχολούνται από εγχώριους παραγωγούς ομοειδούς προϊόντος ή εκπρόσωποι των εν λόγω εργαζομένων να έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση για τη διεξαγωγή έρευνας βάσει της παραγράφου 1 ή να εκφράσουν την υποστήριξή τους για μια τέτοια αίτηση.

( ) Κατά κανόνα, η προθεσμία για τους εξαγωγείς άρχεται από την ημερομηνία παραλαβής του ερωτηματολογίου· εν προκείμενο, τεκμαίρεται ότι το ερωτηματολόγιο λαμβάνεται μία εβδομάδα μετά την ημερομηνία αποστολής του προς αυτόν που καλείται να το συμπληρώσει ή διαβίβασης του στον αρμόδιο διπλωματικό εκπρόσωπο του εξάγοντος μέλους ή, αν πρόκειται για ξεχωριστό τελωνειακό έδαφος μέλους του ΠΟΕ, στον επίσημο εκπρόσωπο του εδάφους εξαγωγής.

( ) Γίνεται δεκτό ότι, όταν o αριθμός των εξαγωγέων που εμπλέκονται στην υπόθεση είναι ιδιαιτέρως μεγάλος, το πλήρες κείμενο της γραπτής αίτησης πρέπει να γνωστοποιείται μονο στις αρχές του εξάγοντος μέλους ή στον οικείο επαγγελματικό συλλογικό φορέα.

( ) Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι στο έδαφος ορισμένων μελών είναι δυνατό η διάδοση ορισμένων στοιχείων να είναι υποχρεωτική υπό ορισμένες αυστηρές προϋποθέσεις βάσει δικαστικής απόφασης για τη λήψη συντηρητικών μέτρων.

( ) Τα μέλη συμφωνούν ότι οι αιτήσεις για την παροχή εμπιστευτικής μεταχείρισης δεν πρέπει να απορρίπτονται αυθαίρετα.

( ) O όρος «είναι δυνατό» δεν σημαίνει ότι επιτρέπεται η ταυτόχρονη συνέχιση της διαδικασίας και η τήρηση αναλήψεων υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4.

( ) Γίνεται δεκτό ότι η τήρηση των προθεσμιών που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο καθώς και στην παράγραφο 3.2 ενδέχεται να μην είναι δυνατή σε περίπτωση που για το συγκεκριμένο προϊόν βρίσκονται σε εξέλιξη διαδικασίες παροχής δικαστικής προστασίας.

( ) O καθορισμός του τελικού ποσού που οφείλεται για τους δασμούς αντιντάμπινγκ, όπως προβλέπει το άρθρο 9 παράγραφος 3, δεν αποτελεί από μόνος του επανεξέταση κατά την έννοια του παρόντος άρθρου.

( ) 'Οταν το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ καθορίζεται βάσει παρελθόντων στοιχείων και από την πλέον πρόσφατη διαδικασία καθορισμού βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 3.1 έχει προκύψει ότι δεν είναι σκόπιμη η επιβολή δασμού, το γεγονός αυτό δεν σημαίνει από μόνο του ότι οι αρχές είναι υποχρεωμένες να καταργήσουν τον οριστικό δασμό.

( ) 'Οταν οι αρχές παρέχουν πληροφορίες και διευκρινίσεις δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε ξεχωριστή έκθεση, λαμβάνουν μέτρα ώστε το κοινό να μπορεί εύκολα να λάβει γνώση του περιεχομένου της έκθεσης.

( ) Αυτό δεν σημαίνει ότι απαγορεύεται η λήψη, σε ορισμένες περιπτώσεις, μέτρων βάσει άλλων σχετικών διατάξεων της GATT του 1994.

( ) Εννοείται ότι η διάταξη αυτή δεν υποχρεώνει τα μέλη να επιτρέπουν σε δημόσιους φορείς άλλων μελών να διενεργούν ελέγχους πριν από την αποστολή στο έδαφός τους.

( ) Τα διεθνή πρότυπα είναι αυτά που εγκρίνονται από δημόσιους ή μη δημόσιους φορείς στους οποίους είναι δυνατό να συμμετέχουν όλα τα μέλη και των οποίων μια από τις αναγνωρισμένες δραστηριότητες είναι η τυποποίηση.

( ) Εννοείται ότι για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, ως «ανωτέρα βία» νοείται «ο μη δυνάμενος να αντιμετωπιστεί εξαναγκασμός ή πίεση, η μη δυνάμενη να προβλεφθεί εξέλιξη γεγονότων που δικαιολογεί τη μη εκτέλεση της σύμβασης».

( ) Οι υποχρεώσεις των μελών χρηστών όσον αφορά τις υπηρεσίες των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή σε σχέση με τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας είναι οι υποχρεώσεις που αυτά έχουν αποδεχθεί στο πλαίσιο της GΑΤΤ του 1994 και των άλλων πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

( ) Εννοείται ότι μια τέτοια τεχνική βοήθεια μπορεί να δοθεί σε διμερή, πλειομερή ή πολυμερή βάση.

( ) Εννοείται ότι η διάταξη αυτή δεν θίγει τις αποφάσεις που λαμβάνονται για τον καθορισμό της «εγχώριας βιομηχανίας» ή των «ομοειδών προϊόντων της εγχώριας βιομηχανίας» ή παρόμοιων όρων όταν υπάρχει περίπτωση εφαρμογής τους.

( ) Όσον αφορά τους κανόνες καταγωγής που ισχύουν για τις δημόσιες συμβάσεις, η παρούσα διάταξη δεν δημιουργεί υποχρεώσεις πέραν αυτών που έχουν ήδη αναλάβει τα μέλη στο πλαίσιο της GΑΤΤ του 1994.

( ) Όσον αφορά αιτήσεις που υποβλήθηκαν κατά το πρώτο έτος μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα μέλη υποχρεούνται να αποφαίνονται σχετικά το ταχύτερο δυνατό.

( ) Αν προβλέπεται κριτήριο κατ' αξία, η μέθοδος για τον υπολογισμό του ποσοστού αυτού περιλαμβάνεται επίσης στους κανόνες καταγωγής.

( ) Αν προβλέπεται το κριτήριο εργασιών κατασκευής ή μεταποίησης, καθορίζεται σαφώς η εργασία που προσδίδει την καταγωγή στο σχετικό προϊόν.

( ) Ταυτόχρονα, εξετάζονται οι ρυθμίσεις που αφορούν την επίλυση των διαφορών όσον αφορά τη δασμολογική κατάταξη.

( ) Όον αφορά αιτήσεις που υποβλήθηκαν κατά το πρώτο έτος μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα μέλη υποχρεούνται να εκδίδουν τις εκτιμήσεις αυτές το ταχύτερο δυνατό.

( ) Οι διαδικασίες που περιγράφονται με τον όρο «άδειες» καθώς και άλλες παρόμοιες δοικητικές διαδικασίες.

( ) Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπονοεί ότι η βάση, η έκταση εφαρμογής ή η διάρκεια ισχύος κάποιου μέτρου που εφαρμόζεται στο πλαίσιο διαδικασίας έκδοσης αδειών τίθεται υπό αμφισβήτηση από την παρούσα συμφωνία.

( ) Για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας ο όρος «κυβερνήσεις» θεωρείται ότι περιλαμβάνει τις αρμόδιες αρχές των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

( ) Οι διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής, που απαιτούν τη σύσταση εγγύησης που δεν έχει περιοριστικά αποτελέσματα για τις εισαγωγές, θεωρείται ότι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2.

( ) Κάθε αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, εκτός από αυτές που αποτελούσαν συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας για την έκδοση αδειών εισαγωγής, της 12ης Απριλίου 1979, η οποία αντιμετωπίζει ιδιαίτερα προβλήματα όσον αφορά τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο στοιχείο α), περιπτώσεις ii) και iii) μπορεί, μετά από σχετική ανακοίνωση στην Επιτροπή, να καθυστερήσει την εφαρμογή αυτών των παραγράφων κατά δύο έτη το πολύ από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ έναντι του εν λόγω μέλους.

( ) Αποκαλούμενοι μερικές φορές «κάτοχοι ποσοστώσεων».

( ) Κυκλοφόρησε αρχικά ως έγγραφο της GΑΤΤ του 1947 L/3515, της 23ης Μαρτίου 1971.

( ) Σε συμφωνία με τις διατάξεις του άρθρου XVI της GΑΤΤ του 1994 (σημείωση στο άρθρο XVI) και με τις διατάξεις των παραρτημάτων I έως III της παρούσας συμφωνίας, δεν θεωρείται μορφή επιδότησης η απαλλαγή ενός εξαγόμενου προϊόντος από δασμούς ή φόρους που επιβαρύνουν το ομοειδές προϊόν, όταν αυτό προορίζεται για εγχώρια κατανάλωση, ούτε η παραίτηση από την είσπραξη τέτοιου είδους δασμών ή φόρων μέχρι ενός ποσού που δεν υπερβαίνει το ύψος της αναλογούσας οφειλής.

( ) Με τον όρο «αντικειμενικά κριτήρια ή προϋποθέσεις» νοούνται κριτήρια ή προϋποθέσεις που έχουν ουδέτερο χαρακτήρα, δεν ευνοούν συγκεκριμένες επιχειρήσεις σε βάρος άλλων, στηρίζονται σε οικονομικά δεδομένα και εφαρμόζονται οριζοντίως, όπως είναι π.χ. ο αριθμός των απασχολουμένων ή το μέγεθος της εκάστοτε επιχείρησης.

( ) Για το σκοπό αυτό, λαμβάνονται υπόψη ιδίως στοιχεία σχετικά με τη συχνότητα απόρριψης ή έγκρισης των αιτήσεων παροχής επιδότησης, καθώς και οι λόγοι στους οποίους στηρίζονται οι εν λόγω αποφάσεις.

( ) Η προϋπόθεση αυτή συντρέχει όταν από τα πραγματικά δεδομένα προκύπτει ότι, και αν ακόμη ο νόμος δεν εξαρτά την παροχή της επιδότησης από την επίτευξη κάποιας εξαγωγικής επίδοσης, ωστόσο στην πράξη η παροχή της συναρτάται από κάποιον πραγματικό ή προσδοκώμενο όγκο εξαγωγών ή από την πραγματοποίηση εσόδων ορισμένου ύψους από εξαγωγές. Το γεγονός καθαυτό ότι δεδομένη επιδότηση παρέχεται προς επιχειρήσεις που πραγματοποιούν εξαγωγές δεν αρκεί από μόνο του για να της προσδώσει το χαρακτήρα εξαγωγικής επιδοτήσεως κατά την έννοια της παρούσας διάταξης.

( ) Δεν απαγορεύονται βάσει της παρούσας ή οποιασδήποτε άλλης διάταξης της παρούσας συμφωνίας τα μέτρα για τα οποία ορίζεται στο παράρτημα I ότι δεν αποτελούν μορφές εξαγωγικών επιδοτήσεων.

( ) Κάθε προθεσμία που τάσσεται στο παρόν άρθρο είναι δυνατό να παρατείνεται με αμοιβαία συμφωνία.

( ) Τα σχετικά με τη σύσταση του εν λόγω οργάνου προβλέπονται από το άρθρο 24.

( ) Σε περίπτωση που. δεν έχει προγραμματισθεί κάποια συνεδρίαση του ΟΕΔ για το εν λόγω χρονικό διάστημα, το ΟΕΔ συγκαλείται επί τούτου.

( ) Ο όρος αυτός δεν σημαίνει ότι επιτρέπονται αντίμετρα δυσανάλογης βαρύτητας με βάση το γεγονός ότι οι παρούσες διατάξεις αφορούν απαγορευμένες μορφές επιδοτήσεων.

( ) Ο όρος αυτός δεν σημαίνει ότι επιτρέπονται αντίμετρα δυσανάλογης βαρύτητας με βάση το γεγονός ότι οι παρούσες διατάξεις αφορούν απαγορευμένες μορφές επιδοτήσεων.

( ) Ο όρος «ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής» έχει εδώ την ίδια έννοια με αυτήν που του αποδίδεται στο μέρος V.

( ) Ο όρος «αναιρούν ολικώς ή μερικώς» χρησιμοποιείται στην παρούσα συμφωνία με την ίδια έννοια με την οποία χρησιμοποιείται στις αντίστοιχες διατάξεις της GΑΤΤ του 1994, ενώ για να διαπιστωθεί κατά πόσον υπάρχει ολική ή μερική αναίρεση εφαρμόζεται η ίδια μέθοδος που ακολουθείται και για την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων.

( ) Ο όρος «σοβαρή ζημία στα συμφέροντα κάποιου άλλου μέλους» χρησιμοποιείται στην παρούσα συμφωνία με την ίδια έννοια με την οποία χρησιμοποιείται στο άρθρο XVI παράγραφος 1 της GΑΤΤ του 1994, και περιλαμβάνει την έννοια του κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας.

( ) Η συνολική κατ' αξίαν επιδότηση υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος IV.

( ) Το κατώτατο όριο που καθορίζεται στην παρούσα παράγραφο δεν ισχύει για τα αεροσκάφη πολιτικής αεροπορίας, δεδομένου ότι αυτά αναμένεται να υπαχθούν σε ειδικούς πολυμερείς κανόνες.

( ) Τα μέλη συμφωνούν ότι, όταν ένα δάνειο που έχει χορηγηθεί με ευνοϊκούς όρους για τη χρηματοδότηση προγράμματος του τομέα αεροσκαφών πολιτικής αεροπορίας δεν αποπληρώνεται ολοσχερώς εξαιτίας του ότι οι πραγματικές πωλήσεις υπολείπονται των προβλέψεων που είχαν πραγματοποιηθεί για τις πωλήσεις, το γεγονός αυτό δεν συνεπάγεται από μόνο του την πρόκληση σοβαρής ζημίας στο πλαίσιο εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.

( ) Εκτός αν για τις συναλλαγές με αντικείμενο το συγκεκριμένο προϊόν ή αγαθό είναι εφαρμοστέοι άλλοι ειδικοί κανόνες, οι οποίοι έχουν συμφωνηθεί σε πολυμερές επίπεδο.

( ) Το γεγονός ότι στην παρούσα παράγραφο μνημονεύονται ορισμένες περιστάσεις δεν προσδίδει από μόνο του στις περιστάσεις αυτές κάποια νομική σημασία, είτε βάσει της GΑΤΤ του 1994 είτε βάσει της παρούσας συμφωνίας. Οι περιστάσεις αυτές δεν πρέπει να είναι μεμονωμένες, ούτε να παρατηρούνται ανά αραιά χρονικά διαστήματα, ούτε να στερούνται βαρύτητας για οποιονδήποτε λόγο.

( ) Σε περίπτωση που η αίτηση αφορά κάποια επιδότηση η οποία υποτίθεται ότι προκαλεί σοβαρή ζημία κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1, η υποχρέωση υποβολής των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων αναφορικά με την πρόκληση σοβαρής ζημίας είναι δυνατό να περιορίζεται στα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία τα σχετικά με το κατά πόσον πληρούνται ή όχι οι προϋποθέσεις του άρθρου 6 παράγραφος 1.

( ) Κάθε προθεσμία που τάσσεται στο παρόν άρθρο είναι δυνατό να παρατείνεται με αμοιβαία συμφωνία.

( ) Σε περίπτωση που δεν έχει προγραμματισθεί κάποια συνεδρίαση του ΟΕΔ για το εν λόγω χρονικό διάστημα, το ΟΕΔ συγκαλείται επί τούτου.

( ) Γίνεται δεκτό ότι στα μέλη συνηθίζεται ευρέως η παροχή βοήθειας από το Δημόσιο για διάφορους σκοπούς και ότι το γεγονός και μόνο ότι συγκεκριμένη βοήθεια αυτής της μορφής είναι πιθανό να μην πληροί τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν προκειμένου μία επιδότηση να μην είναι δυνατό να αποτελέσει αντικείμενο αίτησης παροχής έννομης προστασίας βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου δεν περιστέλλει αφ' εαυτού τη δυνατότητα των μελών να παρέχουν βοήθεια αυτής της μορφής.

( ) Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν ισχύουν για τα αεροσκάφη πολιτικής αεροπορίας, δεδομένου ότι αυτά αναμένεται να υπαχθούν σε ειδικούς πολυμερείς κανόνες.

( ) Το αργότερο 18 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, η Επιτροπή για τις Επιδοτήσεις και τα Αντισταθμιστικά Μέτρα, η οποία προβλέπεται απο το άρθρο 24 (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία «η επιτροπή»), προβαίνει σε εξέταση της εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 2 στοιχείο α), σκοπός της οποίας είναι η διενέργεια όλων των απαραίτητων τροποποιήσεων προς την κατεύθυνση της βελτίωσης της εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων. Όταν μελετά το ενδεχόμενο διενέργειας ορισμένων τροποποιήσεων, η επιτροπή εξετάζει προσεκτικά τους ορισμούς των διαφόρων κατηγοριών που δίδονται στην παρούσα παράγραφο, συνεκτιμώντας για τον σκοπό αυτό την πείρα που τα μελη έχουν αποκτήσει όσον αφορά την υλοποίηση ερευνητικών προγραμμάτων, καθώς και το έργο που επιτελείται στο πλαίσιο άλλων συναφών διεθνών οργανισμών.

( ) Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν ισχύουν προκειμένου περί εργασιών βασικής έρευνας που διεξάγονται σε ανεξάρτητη βάση από ανώτερα εκπαιδευτικά ή ερευνητικά ιδρύματα. Ο όρος «βασική έρευνα» σημαίνει τη διεύρυνση επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων γενικού χαρακτήρα, η οποία επιχειρείται ανεξαρτήτως βιομηχανικών ή εμπορικών στόχων.

( ) Τα επιτρεπόμενα επίπεδα βοήθειας βάσει της παρούσας παραγράφου, χωρίς να είναι δυνατό να ζητηθεί η παροχή έννομης προστασίας, καθορίζονται με βάση τις συνολικές επιλέξιμες δαπάνες που έχουν απαιτηθεί μέχρι την ολοκλήρωση του εκάστοτε έργου.

( ) Ο όρος «βιομηχανική έρευνα» σημαίνει τη βάσει προγράμματος ή κριτική έρευνα, η οποία αποσκοπεί στην ανακάλυψη νέων γνώσεων, με απώτερο στόχο την ενδεχόμενη αξιοποίηση των γνώσεων αυτών για την ανάπτυξη νέων προϊόντων, μεθόδων ή υπηρεσιών ή για τη σημαντική βελτίωση υφιστάμενων προϊόντων, μεθόδων ή υπηρεσιών.

( ) Ο όρος «εργασίες προανταγωνιστικής ανάπτυξης» σημαίνει το μετασχηματισμό των πορισμάτων της βιομηχανικής έρευνας σε κάποιο πλάνο, προσχέδιο ή σχέδιο σε σχέση με νεα, τροποποιημένα ή βελτιωμένα προϊόντα, μεθόδους ή υπηρεσίες, είτε αυτά προορίζονται για πώληση είτε για χρήση, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ενός πρωταρχικού προτύπου που δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί για εμπορική χρήση. Επίσης είναι δυνατό να συμπεριλαμβάνει τη θεωρητική επινόηση και σχεδίαση εναλλακτικών προϊόντων, μεθόδων ή υπηρεσιών και την αρχική δοκιμή πρότυπων σχεδίων, υπό τον όρο ότι αυτά δεν μπορούν να υποστούν μετατροπή ή να χρησιμοποιηθούν για τους σκοπούς βιομηχανικής εφαρμογής ή εμπορικής εκμετάλλευσης. Ο όρος δεν συμπεριλαμβάνει συνήθεις ή ανα τακτά χρονικά διαστήματα μετατροπές υφιστάμενων προϊόντων, γραμμών παραγωγής, μεθόδων παραγωγής ή υπηρεσιών, ούτε άλλης μορφής πράξεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, ακόμη και αν οι μετατροπές αυτές είναι πιθανό να αποτελούν βελτιώσεις.

( ) Στην περίπτωση προγραμμάτων που συνδυάζουν βιομηχανική έρευνα και προανταγωνιστική ανάπτυξη, το επιτρεπόμενο επίπεδο βοήθειας για την οποία δεν είναι δυνατή η παροχή έννομης προστασίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τον απλό μέσο όρο των επιτρεπόμενων επιπέδων βοήθειας για την οποία δεν είναι δυνατή η παροχή έννομης προστασίας, τα οποία ισχύουν για τις ανωτέρω δύο κατηγορίες, υπολογιζόμενο με βάση το σύνολο των επιλέξιμων δαπανών, κατά τα οριζόμενα στα σημεία i) έως ν) της παρούσας παραγράφου.

( ) Με τον όρο «συνολικό πρόγραμμα περιφερειακής ανάπτυξης» νοείται ότι πρόκειται για περιφερειακά προγράμματα επιδότησης, τα οποία εντάσσονται σε πολιτική περιφερειακής ανάπτυξης με συνεκτική εσωτερική διάρθρωση και γενική ισχύ, καθώς και ότι οι επιδοτήσεις που παρέχονται για την περιφερειακή ανάπτυξη δεν διοχετεύονται προς μεμονωμένα σημεία της εκάστοτε περιφέρειας, μη ασκώντας με τον τρόπο αυτό καμία ή σχεδόν καμία επίδραση στην ανάπτυξη μιας περιφέρειας.

( ) Με τον όρο «ουδέτερα και αντικειμενικά κριτήρια» νοούνται κριτήρια με τα οποία δεν ευνοούνται ορισμένες περιφέρειες περισσότερο από ό,τι απαιτείται για την εξάλειψη ή τον περιορισμό των περιφερειακών ανισοτήτων, στο πλαίσιο της ακολουθούμενης πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης. Για το σκοπό αυτό, τα περιφερειακά προγράμματα επιδοτήσεων πρέπει να προβλέπουν ανώτατα ποσά βοήθειας που είναι δυνατό να χορηγούνται για κάθε επιμέρους επιδοτούμενο έργο. Τα εν λόγω ανώτατα όρια πρέπει να διαφοροποιούνται με γνώμονα το βαθμό ανάπτυξης καθεμιάς από τις περιφέρειες που λαμβάνουν τη βοήθεια, καθώς επίσης να ανταποκρίνονται στο επενδυτικό κόστος και στο κόστος της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Εντός των εν λόγω ανώτατων ορίων, η κατανομή της βοήθειας πρέπει να είναι αρκούντως ευρεία και ισορροπημένη, ώστε να αποτρέπεται η σε μεγάλο βαθμό αξιοποίηση της επιδότησης από συγκεκριμένες επιχειρήσεις ή η χορήγηση επιδοτήσεων δυσανάλογα μεγάλου ύψους προς συγκεκριμένες επιχειρήσεις, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2.

( ) Ο όρος «υφιστάμενες μονάδες» σημαίνει τις μονάδες που έχουν λειτουργήσει επί δύο έτη τουλάχιστον κατά το χρόνο επιβολής των νέων περιβαλλοντικών απαιτήσεων.

( ) Γίνεται δεκτό ότι η παρούσα διάταξη, η οποία καθιερώνει υποχρέωση γνωστοποίησης, δεν συνεπάγεται με κανέναν τρόπο ότι τα μέλη υποχρεούνται να παρέχουν πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα που αφορούν επιχειρήσεις.

( ) Η επίκληση των διατάξεων του μέρους II ή του μέρους III είναι δυνατό να γίνει εκ παραλλήλου με την επίκληση των διατάξεων του μέρους V· εντούτοις, προκειμένου περι των συνεπειών συγκεκριμένης επιδότησης για την εγχώρια αγορά του εισάγοντος μέλους, είναι δυνατή η προσφυγή σε ένα μόνο είδος μέτρου αποκατάστασης (το οποίο είναι είτε ένας αντισταθμιστικός δασμός, εφόσον πηρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο μέρος V, είτε κάποιο αντίμετρο, κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 4 και 7). Η προσφυγή στις διατάξεις των μερών III και V δεν είναι δυνατή σε σχέση με μέτρα για τα οποία δεν είναι δυνατή η υποβολή αίτησης παροχής έννομης προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του μέρους IV. Παρ' όλα αυτά, επιτρέπεται η διενέργεια έρευνας με αντικείμενο μέτρα τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο α), προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον είναι ή όχι μέτρα ατομικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2. Επιπλέον, στις περιπτώσεις επιδοτήσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 8 παράγραφος 2, οι οποίες χορηγούνται στο πλαίσιο προγράμματος που δεν έχει γνωστοποιηθεί όπως προβλέπει το άςθρο 8 παράγραφος 3, είναι δυνατή η προσφυγή στις διατάξεις του μέρους III ή V, αλλά γίνεται δεκτό ότι δεν είναι δυνατή η υποβολή αίτησης παροχής έννομης προστασίας σε σχέση με μια τέτοια περίπτωση επιδότησης, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή αποδεδειγμένα πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπει το άρθρο 8, παράγραφος 2.

( ) Ο όρος «αντισταθμιστικός δασμός» σημαίνει κάθε ειδικό δασμό ο οποίος επιβάλλεται με σκοπό την εξουδετέρωση των συνεπειών της επιδότησης που έχει ενδεχομένως χορηγηθεί, είτε αμέσως είτε εμμέσως, για την κατασκευή, την παραγωγή ή την εξαγωγή οιουδήποτε εμπορεύματος, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο VI παράγραφος 3 της GΑΤΤ του 1994.

( ) Ο όρος «έχουν αρχίσει», όπως χρησιμοποιείται στη συνέχεια, αναφέρεται στη διαδικαστική πράξη με την οποία ένα μέλος εγκαινιάζει επισήμως έρευνα, όπως προβλέπει το άρθρο 11.

( ) Στην περίπτωση κατακερματισμένων κλάδων παραγωγής, οι οποίοι απαρτίζονται από εξαιρετικά μεγάλο αριθμό παραγωγών, οι αρχές δύνανται να υπολογίζουν το βαθμό υποστήριξης ή αντίθεσης διά της "χρήσης δειγματοληπτικών τεχνικών, οι οποίες ανταποκρίνονται στις αρχές της στατιστικής.

( ) Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι στην επικράτεια ορισμένων μελών οι εργαζόμενοι που απασχολούνται από τους εγχώριους παραγωγούς του ομοειδούς προϊόντος ή οι εκπρόσωποι των εν λόγω εργαζομένων δύνανται να υποβάλουν αίτηση για τη διενέργεια έρευνας βάσει της παραγράφου 1 ή να εκφράσουν την υποστήριξή τους προς μια τέτοια αίτηση.

( ) Ο γενικός κανόνας είναι ότι για τους εξαγωγείς η προθεσμία αρχίζει να τρέχει από την ημερομηνία λήψης του ερωτηματολογίου, το οποίο εν προκειμένω γίνεται δεκτό ότι λαμβάνεται μία εβδομάδα από την ημερομηνία αποστολής του σε αυτόν που καλείται να το συμπληρώσει ή από την ημερομηνία διαβίβασης του στον αρμόδιο διπλωματικό εκπρόσωπο του εξάγοντος μέλους ή σε επίσημο εκπρόσωπο του εξάγοντος εδάφους, εφόσον πρόκειται για χωριστό τελωνειακό έδαφος που συγκαταλέγεται στα μέλη του ΠΟΕ.

( ) Γίνεται δεκτό ότι όταν ο αριθμός των ενδιαφερομένων εξαγωγέων είναι ιδιαίτερα μεγάλος το πλήρες κείμενο της αίτησης πρέπει αντ' αυτού να κοινοποιείται μόνο στις αρχές του εξαγοντος μέλους ή στον οικείο επαγγελματικό συλλογικό φορέα, ο οποίος φέρει την ευθύνη να διαβιβάσει εν συνεχεία αντίγραφα του κειμένου στους ενδιαφερόμενους εξαγωγείς.

( ) Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι στο έδαφος ορισμένων μελών είναι δυνατό η γνωστοποίηση ορισμένων στοιχείων να είναι υποχρεωτική υπό ορισμένες αυστηρές προϋποθέσεις βάσει δικαστικής απόφασης για τη λήψη συντηρητικών μέτρων.

( ) Τα μέλη συμφωνούν ότι οι αιτήσεις για την παροχή εμπιστευτικής μεταχείρισης δεν πρέπει να απορρίπτονται αυθαίρετα. Επιπλέον τα μέλη συμφωνούν ότι η αρχή που διεξάγει την έρευνα δύναται να ζητήσει την άρση της εμπιστευτικής μεταχείρισης μόνο σε σχέση με πληροφορίες που έχουν κάποια χρησιμότητα στο πλαίσιο της διαδικασίας.

( ) Βάσει των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, έχει ιδιαίτερη σημασία ότι η διατύπωση οιουδήποτε καταφατικού συμπεράσματος, είτε προκαταρκτικού είτε οριστικού, δεν είναι δυνατή, αν προηγουμένως δεν έχουν παρασχεθεί στα μέρη οι κατάλληλες δυνατότητες για τη διενέργεια διαβουλεύσεων. Με τις διαβουλεύσεις αυτές είναι δυνατό να καθοριστεί η βάση της απόφασης να συνεχιστεί η διαδικασία δυνάμει των διατάξεων του μέρους II, III ή Χ.

( ) Βάσει της παρούσας συμφωνίας, ο όρος «ζημία» σημαίνει, αν δεν ορίζεται κάτι διαφορετικό, τη σοβαρή ζημία η οποία προκαλείται σε εγχώριο κλάδο παραγωγής, τον κίνδυνο πρόκλησης σοβαρής ζημίας σε εγχώριο κλάδο παραγωγής ή τη σημαντική επιβράδυνση της δημιουργίας εγχώριου κλάδου παραγωγής· η ερμηνεία του εν λόγω όρου διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

( ) Οπουδήποτε γίνεται χρήση στην παρούσα συμφωνία του όρου «ομοειδές προϊόν» («like product», «produit similaire»), αυτός νοείται ως αναφερόμενος σε ένα όμοιο προϊόν, δηλαδή προϊόν που μοιάζει από κάθε άποψη με το υπό εξέταση προϊόν ή, αν δεν υπάρχει κάποιο τέτοιο προϊόν, σε ένα άλλο προϊόν, το οποίο, και αν δεν του μοιάζει από κάθε άποψη, ωστόσο έχει χαρακτηριστικά που μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό με εκείνα του υπο εξέταση προϊόντος.

( ) Κατά τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2 και 4.

( ) Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, γίνεται δεκτό ότι ένας παραγωγός συνδέεται με κάποιον εξαγωγέα ή εισαγωγέα μόνο εφόσον α) ο ένας από αυτούς ελέγχει άμεσα ή έμμεσα τον άλλον ή β) και οι δύο ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από κάποιον τρίτο ή γ) από κοινού ελέγχουν άμεσα ή έμμεσα κάποιον τρίτο, υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν λόγοι για να πιστεύει ή να υποψιάζεται κανείς ότι η σχέση αυτή έχει ως αποτέλεσμα να συμπεριφέρεται ο εκάστοτε παραγωγός διαφορετικά από ό,τι συμπεριφέρονται οι μη συνδεόμενοι παραγωγοί. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, γίνεται δεκτό ότι μία οντότητα ελέγχει κάποιαν άλλη όταν η πρώτη έχει τη δυνατότητα, είτε νομικώς είτε λειτουργικώς, να θέτει περιορισμούς στη δεύτερη ή να κατευθύνει τις ενέργειές της.

( ) Ο όρος «είναι δυνατό» δεν σημαίνει ότι επιτρέπεται η ταυτόχρονη συνέχιση της διαδικασίας και η τήρηση αναλήψεων υποχρεώσεων, εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4.

( ) Στο πλαίσιο εφαρμογής της παρούσας παραγράφου, ο όρος «ημεδαποί ενδιαφερόμενοι» συμπεριλαμβάνει τους καταναλωτές και τους βιομηχανικούς χρήστες του εισαγόμενου προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας.

( ) Στην παρούσα συμφωνία, ο όρος «επιβολή» σημαίνει τη νομική πράξη του οριστικού ή τελικού υπολογισμού του οφειλόμενου δασμού ή φόρου ή της είσπραξης του.

( ) Όταν το ύψος του αντισταθμιστικού δαμού καθορίζεται βάσει παρελθόντων στοχείων και από την πλέον πρόσφατη διαδικασία αξιολόγησης έχει προκύψει ότι δεν είναι σκόπιμη η επιβολή δασμού, το γεγονός αυτό δεν σημαίνει από μόνο του ότι οι αρχές είναι υποχρεωμένες να καταργήσουν τον οριστικό δασμό.

( ) Όταν οι αρχές παρέχουν πληροφορίες και διευκρινίσεις δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε ξεχωριστή έκθεση, λαμβάνουν πρόνοια ώστε το κοινό να μπορεί εύκολα να λάβει γνώση του περιεχομένου της έκθεσης.

( ) Η επιτροπή προβαίνει στη σύσταση ομάδας εργασίας, έργο της οποίας είναι η επανεξέταση του περιεχομένου και της μορφής του ερωτηματολογίου, το οποίο περιλαμβάνεται στα BISD) 9S/193-194.

( ) Προκειμένου περί αναπτυσσομένων χωρών μελών, οι οποίες δεν χορηγούν εξαγωγικές επιδοτήσεις κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται με βάση το ύψος των εξαγωγικών επιδοτήσεων που χορηγήθηκαν κατά το έτος 1986.

( ) Η παρούσα παράγραφος δεν σημαίνει ότι απαγορεύεται η λήψη σε ορισμένες περιπτώσεις μέτρων βάσει άλλων σχετικών διατάξεων της GΑΤΤ του 1994.

( ) Ο όρος «εμπορικοί όροι» σημαίνει ότι η επιλογή μεταξύ εγχωρίων και εισαγόμενων προϊόντων είναι εντελώς ελεύθερη και γίνεται με βάση εμπορικά και μόνο κριτήρια.

( ) Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας: Ο όρος «άμεσοι φόροι» σημαίνει τους φόρους επί των μισθών, των κερδών, των τόκων, των μισθωμάτων, των ποσών που καταβάλλονται για δικαιώματα εκμετάλλευσης και επί όλων των υπολοίπων μορφών εισοδήματος, καθώς και τους φόρους επί της ακινήτου περιουσίας.

Ο όρος «επιβαρύνσεις επί των εισαγωγών» σημαίνει τους πάσης φύσεως δασμούς και τις λοιπές φορολογικές επιβαρύνσεις επί των εισαγωγών, οι οποίες δεν απαριθμούνται σε κάποιο άλλο σημείο της παρούσας υποσημείωσης.

Ο όρος «έμμεσοι φόροι» σημαίνει τους φόρους επί των πωλήσεων, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, τους φόρους κύκλου εργασιών, τους φόρους προστιθέμενης αξίας, τους φόρους επί των προνομίων, τα τέλη χαρτοσήμου, τους φόρους μεταβίβασης, τους φόρους επί των αποθεμάτων και του εξοπλισμού, τους φόρους που επιβάλλονται στα σύνορα, καθώς και όλους τους άλλους φόρους πλην των άμεσων φόρων και των επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών.

Ο όρος «προανακύψαντες έμμεσοι φόροι» σημαίνει τους έμμεσους φόρους που επιβάλλονται επί των προϊόντων ή των υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται αμέσως ή εμμέσως για την παραγωγή δεδομένου προϊόντος.

Ο όρος «σωρευτικοί έμμεσοι φόροι» σημαίνει τους κλιμακούμενους φόρους οι οποίοι επιβάλλονται όταν δεν υπάρχει κάποιος μηχανισμός για τη μεταγενέστερη πίστωση του φόρου σε περίπτωση που τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που υπόκεινται σε φόρο σε ένα στάδιο της παραγωγής χρησιμοποιούνται σε κάποιο μεταγενέστερο στάδιο της παραγωγής.

Ο όρος «διαγραφή» φορολογικών επιβαρύνσεων περιλαμβάνει την επιστροφή ή μείωση φόρων.

Ο όρος «διαγραφή ή επιστροφή» περιλαμβάνει την ολοσχερή ή μερική απαλλαγή ή αναστολή πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με επιβαρύνσεις επί των εισαγωγών.

( ) Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι η αναστολή πληρωμής δεν ισοδυναμεί κατ' ανάγκην με εξαγωγική επιδότηση σε περίπτωση που, παραδείγματος χάρη, ο οφειλέτης επιβαρύνεται με τον αντίστοιχο τόκο. Τα μέλη επιβεβαιώνουν την αρχή ότι οι τιμές των προϊόντων κατά τις συναλλαγές μεταξύ εξαγωγικών επιχειρήσεων και αλλοδαπών αγοραστών τους οποίους ελέγχουν ή οι οποίοι υπόκεινται στον ίδιο έλεγχο με αυτές πρέπει από την άποψη της φορολογίας να είναι οι ίδιες με τις τιμές που θα εφαρμόζονταν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, οι οποίες ενεργούν υπό συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού. Κάθε μέλος δύναται να επιστήσει την προσοχή ενός άλλου μέλους σε διοικητικές ή άλλες πρακτικές οι οποίες ενδέχεται να έρχονται σε αντίθεση με την ανωτέρω αρχή και οι οποίες συνεπάγονται σημαντικές εξοικονομήσεις σε άμεσους φόρους στο πλαίσιο συναλλαγών με εξαγωγικό αντικείμενο. Στις περιπτώσεις αυτές, τα οικεία μέλη καταβάλλουν κανονικά προσπάθεια για την επίλυση των διαφορών τους, κάνοντας χρήση μηχανισμών που προβλέπονται από ισχύουσες διμερείς συνθήκες για θέματα φορολογίας ή άλλων συναφών διεθνών μηχανισμών, χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μελών βάσει της GΑΤΤ του 1994, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος για διενέργεια διαβουλεύσεων, το οποίο καθιερώνεται με το προηγούμενο εδάφιο.

Η παράγραφος ε) δεν σημαίνει ότι τα μέλη δεν έχουν την ευχέρεια να λαμβάνουν μέτρα προκειμένου να αποτρέπουν τη διπλή φορολόγηση εισοδήματος που προέρχεται από αλλοδαπές πηγές, το οποίο κερδίζουν οι επιχειρήσεις τους ή οι επιχειρήσεις ενός άλλου μέλους.

( ) Η παράγραφος η) δεν ισχύει όταν πρόκειται για συστήματα που στηρίζονται στο φόρο προστιθέμενης αξίας ή που τον υποκαθιστούν με προσαρμογές του φόρου που επιβάλλεται στα σύνορα το πρόβλημα της υπέρμετρης διαγραφής οφειλών από φόρους προστιθέμενης αξίας ρυθμίζεται αποκλειστικά από την παράγραφο ζ).

( ) Συντελεστές που καταναλώνονται στην παραγωγική διαδικασία είναι οι συντελεστές που ενσωματώνονται υλικώς στο προϊόν, η ενέργεια, τα καύσιμα και το πετρέλαιο που χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία, καθώς και οι καταλύτες που καταναλώνονται κατά τη χρήση τους για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος.

( ) Τα μέλη θα πρέπει, εφόσον παρίσταται ανάγκη, να επιτύχουν μεταξύ τους μια ρύθμιση σχετικά με τα θέματα που δεν έχουν περιληφθεί στο παρόν παράρτημα ή τα οποία χρήζουν περαιτέρω επεξεργασίας για τους σκοπούς του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α).

( ) Ως «αποδέκτρια επιχείρηση» νοείται μια επιχείρηση στην επικράτεια του επιδοτούντος μέλους.

( ) Όταν πρόκειται για επιδοτήσεις φορολογικού χαρακτήρα, ως αξία του προϊόντος λαμβάνεται η συνολική αξία των πωλήσεων της αποδέκτριας εταιρείας κατά το φορολογικό έτος κατά τη διάρκεια του οποίου αυτή έλαβε την επιδότηση.

( ) Μια επιχείρηση βρίσκεται σε αρχικό στάδιο της λειτουργίας της ακόμη και όταν έχουν αναληφθεί δεσμεύσεις για τη διάθεση κεφαλαίων με σκοπό την ανάπτυξη προϊόντων ή την κατασκευή των εγκαταστάσεων παραγωγής των προϊόντων για τα οποία χορηγείται η επιδότηση, έστω και αν δεν έχει αρχίσει ακόμη η παραγωγή.

( ) Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι απαραίτητο να αποδειχθεί η πρόκληση σοβαρής ζημίας.

( ) Κατά τη διαδικασία συγκέντρωσης στοιχείων από το ΟΕΔ, λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη της προστασίας στοιχείων που είτε έχουν από τη φύση τους εμπιστευτικό χαρακτήρα είτε προσκομίζονται από κάποιο μέλος που μετέχει στη διαδικασία με την επεξήγηση ότι πρόκειται για στοιχεία εμπιστευτικού χαρακτήρα.

( ) Η ένταξη ορισμένων αναπτυσσόμενων χωρών μελών στον κατάλογο της παραγράφου β) βασίζεται στα πλέον πρόσφατα στοιχεία για το κατά κεφαλή ΑΕΠ, τα οποία διέθεσε η Διεθνής Τράπεζα.

( 1 ) Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι η υδατοκαλλιέργεια και η αλιεία εσωτερικών υδάτων εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

( 2 ) Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι οι διακρατικές ενισχύσεις στο πλαίσιο συμφωνιών πρόσβασης σε αλιευτικές δραστηριότητες δεν θεωρούνται επιδοτήσεις κατά την έννοια της παρούσας συμφωνίας.

( 3 ) Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι, για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, μια επιδότηση αποδίδεται στο μέλος που την χορηγεί, ανεξάρτητα από τη σημαία ή το νηολόγιο οποιουδήποτε εμπλεκόμενου σκάφους ή από την ιθαγένεια του αποδέκτη.

( 4 ) Η «παράνομη, αδήλωτη και ανεξέλεγκτη (ΠΑΑ) αλιεία» αναφέρεται στις δραστηριότητες που ορίζονται στην παράγραφο 3 του διεθνούς σχεδίου δράσης για την πρόληψη, την αποτροπή και την εξάλειψη της παράνομης, αδήλωτης και ανεξέλεγκτης αλιείας, το οποίο εγκρίθηκε από τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) το 2001.

( 5 ) Για τους σκοπούς του άρθρου 3, με τον όρο «διαχειριστής» νοείται ο διαχειριστής κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο ε) κατά τον χρόνο της παράβασης ΠΑΑ αλιείας. Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι η απαγόρευση της χορήγησης ή της διατήρησης επιδοτήσεων σε διαχειριστές που επιδίδονται σε ΠΑΑ αλιεία ισχύει για επιδοτήσεις που παρέχονται σε αλιευτικές και συναφείς με την αλιεία δραστηριότητες στη θάλασσα.

( 6 ) Καμία από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν ερμηνεύεται κατά τρόπο που να υποχρεώνει τα μέλη να κινούν έρευνες ΠΑΑ αλιείας ή να διατυπώνουν θετικά συμπεράσματα περί ΠΑΑ αλιείας.

( 7 ) Καμία από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν ερμηνεύεται κατά την έννοια ότι θίγει την αρμοδιότητα των οντοτήτων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο βάσει σχετικών διεθνών πράξεων ή ότι χορηγεί νέα δικαιώματα στις οντότητες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο όσον αφορά τη διατύπωση συμπερασμάτων περί ΠΑΑ αλιείας.

( 8 ) Καμία από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν ερμηνεύεται κατά τρόπο που να καθυστερεί ή να επηρεάζει την εγκυρότητα ή την εκτελεστότητα ενός συμπεράσματος ΠΑΑ αλιείας.

( 9 ) Για παράδειγμα, σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να περιλαμβάνεται η δυνατότητα διαλόγου ή γραπτής ανταλλαγής πληροφοριών, εάν αυτό ζητηθεί από το κράτος σημαίας ή από το επιδοτούμενο μέλος.

( 10 ) Η άρση των κυρώσεων είναι αυτή που προβλέπεται από τους νόμους ή τις διαδικασίες της αρχής η οποία διατύπωσε το αναφερόμενο στο άρθρο 3.2 συμπέρασμα.

( 11 ) Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως βιολογικά βιώσιμο επίπεδο νοείται το επίπεδο που καθορίζεται είτε από παράκτιο μέλος το οποίο έχει δικαιοδοσία στην περιοχή όπου ασκείται η αλιευτική ή η σχετική με την αλιεία δραστηριότητα, με τη χρήση σημείων αναφοράς όπως η μέγιστη βιώσιμη απόδοση (ΜΒΑ) ή άλλα σημεία αναφοράς, ανάλογα με τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα για την αλιεία, είτε από σχετική ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ στις περιοχές και για είδη που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της.

( 12 ) Για τους σκοπούς του άρθρου 8.1, τα μέλη παρέχουν τις πληροφορίες αυτές επιπλέον όλων των πληροφοριών που απαιτούνται βάσει του άρθρου 25 της συμφωνίας ΕΑΜ και κατά τα οριζόμενα σε τυχόν ερωτηματολόγιο που χρησιμοποιεί η επιτροπή ΕΑΜ, για παράδειγμα το G/SCM/6/Rev.1.

( 13 ) Για τις ΛΑΧ-μέλη και τις αναπτυσσόμενες χώρες-μέλη των οποίων το ετήσιο μερίδιο επί του παγκόσμιου όγκου παραγωγής θαλάσσιων αλιευμάτων δεν υπερβαίνει το 0,8 % σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία του FAO, όπως διανέμονται από τη γραμματεία του ΠΟΕ, η κοινοποίηση των πρόσθετων πληροφοριών που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο μπορεί να πραγματοποιείται ανά τετραετία.

( 14 ) Ο όρος «κοινά αποθέματα» αναφέρεται σε αποθέματα τα οποία απαντώνται εντός των ΑΟΖ δύο ή περισσότερων παράκτιων μελών, ή τόσο εντός της ΑΟΖ όσο και σε παρακείμενη περιοχή εκτός της ΑΟΖ.

( 15 ) Για την αλιεία πολλαπλών ειδών, τα μέλη δύνανται να παρέχουν, αντ’ αυτού, άλλα συναφή και διαθέσιμα δεδομένα αλιευμάτων.

( 16 ) Η εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτή είναι δυνατή με την υποβολή στην επιτροπή επικαιροποιημένου ηλεκτρονικού συνδέσμου προς την επίσημη ή άλλη κατάλληλη ιστοσελίδα του κοινοποιούντος μέλους που περιέχει τις πληροφορίες αυτές.

( 17 ) Το άρθρο XXIII παράγραφος 1 στοιχείο β) και το άρθρο XXIII παράγραφος 1 στοιχείο γ) της GATT του 1994, καθώς και το άρθρο 26 του μνημονίου συμφωνίας σχετικά με την επίλυση των διαφορών δεν εφαρμόζονται στην επίλυση διαφορών βάσει της παρούσας συμφωνίας.

( 18 ) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «απαγορευμένη επιδότηση» που περιλαμβάνεται στο άρθρο 4 της συμφωνίας ΕΑΜ αναφέρεται σε επιδοτήσεις που υπόκεινται σε απαγόρευση του άρθρου 3, του άρθρου 4 ή του άρθρου 5 της παρούσας συμφωνίας.

( 19 ) Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι η παρούσα διάταξη δεν ισχύει για οικονομικές ή χρηματοπιστωτικές κρίσεις.

( 20 ) Ο περιορισμός αυτός ισχύει επίσης για διαιτητή που ορίζεται δυνάμει του άρθρου 25 του μνημονίου συμφωνίας σχετικά με την επίλυση των διαφορών.

( 21 ) Συμπεριλαμβανομένων των κανόνων και των διαδικασιών των ΠΟΔΑ/ΠΡΔΑ.

( 21 ) Οι τελωνειακές ενώσεις δύνανται να εφαρμόζουν μέτρα διασφάλισης είτε ως ενιαίες οντότητες είτε για λογαριασμό ενός κράτους μέλους τους. Όταν μια τελωνειακή ένωση εφαρμόζει μέτρο διασφάλισης ως ενιαία οντότητα, η συνδρομή του συνόλου των προϋποθέσεων που τάσσονται από την παρούσα συμφωνία αναφορικά με την πρόκληση σοβαρής ζημίας ή την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας εξετάζεται με βάση την κατάσταση που παρατηρείται στο σύνολο της τελωνειακής ενώσεως. Όταν ένα μέτρο διασφάλισης εφαρμόζεται για λογαριασμό ενός κράτους μέλους, η συνδρομή του συνόλου των προϋποθέσεων που τάσσονται αναφορικά με την πρόκληση σοβαρής ζημίας ή την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας εξετάζεται με βάση την κατάσταση που παρατηρείται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, ενώ η ισχύς του μέτρου περιορίζεται υποχρεωτικά στο εν λόγω κράτος μέλος. Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν προδικάζει την ερμηνεία που ενδέχεται να δοθεί στη σχέση μεταξύ του άρθρου XIX και του άρθρου XXIV παράγραφος 8 της GΑΤΤ του 1994.

( 21 ) Τα μέλη ενημερώνουν πάρουτα την Επιτροπή Μέτρων Διασφάλισης για τα μέτρα που λαμβάνουν βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 1.

( 21 ) Η διαχείριση κάποιας εισαγωγικής ποσόστωσης, η οποία επιβάλλεται ως μέτρο διασφάλισης συμφώνως προς τις σχετικές διατάξεις της GΑΤΤ του 1994 και της παρούσας συμφωνίας, είναι δυνατό να ανατίθεται με κοινή συμφωνία στο εξάγον μέλος.

( 21 ) Παραδείγματα παρόμοιων μέτρων είναι ο περιορισμός των εξαγωγών, τα συστήματα παρακολούθησης των τιμών εξαγωγής ή εισαγωγής, η εποπτεία των εξαγωγών ή των εισαγωγών, οι συμφωνίες υποχρεωτικής εισαγωγής και τα συστήματα χορήγησης εξαγωγικών ή εισαγωγικών αδειών στο πλαίσιο διακριτικής ευχέρειας· πρόκειται σε όλες τις περιπτώσεις για μορφές παροχής προστασίας.

( 21 ) Η μοναδική εξαίρεση αυτής της μορφής, η οποία έχει παραχωρηθεί στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, αναφέρεται στο παράρτημα της παρούσας συμφωνίας.

( 21 ) Η προϋπόθεση αυτή αφορά τον αριθμό των τομέων, το μέγεθος των καλυπτομένων συναλλαγών και τις μορφές παροχών. Για την ικανοποίηση του συγκεκριμένου όρου, οι συμφωνίες δεν επιτρέπεται να αποκλείουν εκ των προτέρων οποιαδήποτε μορφή παροχών.

( 21 ) Βασικά, η εν λόγω διαδικασία ένταξης παρέχει στους πολίτες των συμβαλλομένων μερών το δικαίωμα ελεύθερης εισόδου στις αγορές εργασίας αυτών και περιλαμβάνει μέτρα τα οποία αφορούν τους όρους αμοιβής, τις λοιπές συνθήκες απασχόλησης και τις κοινωνικές παροχές.

( 21 ) Ο όρος «σχετικοί διεθνείς οργανισμοί» αναφέρεται σε διεθνείς οργανισμούς στους οποίους μπορούν να γίνουν μέλη οι σχετικοί φορείς τουλάχιστον όλων των μελών του ΠΟΕ.

( 21 ) Εννοείται ότι οι διαδικασίες που περιγράφονται στην παράγραφο 5 είναι οι ίδιες με τις διαδικασίες της GΑΤΤ του 1994.

( 21 ) Η επίκληση της εξαίρεσης για λόγους δημόσιας τάξης είναι δυνατή μόνον όταν υπάρχει πραγματικός και αρκετά σημαντικός κίνδυνος για βασικά συμφέροντα της κοινωνίας.

( 21 ) Τα μέτρα που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της δίκαιης ή αποτελεσματικής επιβολής ή συγκέντρωσης άμεσων φόρων περιλαμβάνουν μέτρα τα οποία λαμβάνονται από μέλος, στο πλαίσιο του δικού του συστήματος φορολογίας, τα οποία:

i) 

εφαρμόζονται σε φορείς παροχής υπηρεσιών, που δεν έχουν μόνιμη κατοικία σ' αυτό, αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι η φορολογική υποχρέωση των μη μονίμων κατοίκων καθορίζεται βάσει των στοιχείων φορολόγησης που προέρχονται από το έδαφος του εν λόγω μέλους ή βρίσκονται σ' αυτό, ή

ii) 

εφαρμόζονται σε μη μόνιμους κατοίκους προκειμένου νά εξασφαλισθεί η επιβολή ή συγκέντρωση φόρων στο έδαφος του εν λόγω μέλους, ή

iii) 

εφαρμόζονται σε μόνιμους ή μη μόνιμους κατοίκους, προκειμένου να αποφεύγεται η φοροαποφυγή ή η φοροδιαφυγή, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων συμμόρφωσης, ή

iv) 

εφαρμόζονται σε χρήστες υπηρεσιών που παρέχονται στο ή από το έδαφος άλλου μέλους προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβολή ή συγκέντρωση φόρων στους εν λόγω χρήστες για στοιχεία που προέρχονται από το έδαφος του μέλους, ή

ν) 

διακρίνουν φορείς παροχής υπηρεσιών που υπόκεινται σε φορολογία για διεθνή στοιχεία φορολόγησης από άλλους φορείς παροχής υπηρεσιών, αναγνωρίζοντας τη διαφορά που υφίσταται μεταξύ τους ως προς τη φύση της φορολογικής βάσης, ή

vi) 

καθορίζουν, χορηγούν ή διανέμουν τα εισοδήματα, τα κέρδη, τις ζημίες, τις εκπτώσεις ή πιστώσεις των μονίμων κατοίκων ή κλάδων υποκαταστημάτων ή μεταξύ προσώπων ή υποκαταστημάτων που συνδέονται με το ίδιο νομικό πρόσωπο προκειμένου να διασφαλισθεί η φορολογική βάση του μέλους.

Οι όροι ή οι έννοιες φορολογίας που αναφέρονται στο άρθρο XIV παράγραφος δ) και στην παρούσα υποσημείωση καθορίζονται ανάλογα με τους ορισμούς και τις έννοιες φορολογίας ή με ισοδύναμους ή παρεμφερείς ορισμούς και έννοιες, βάσει της εσωτερικής νομοθεσίας του μέλους που λαμβάνει το συγκεκριμένο μέτρο.

( 21 ) Σε μελλοντικό πρόγραμμα εργασίας θα καθορισθούν ο τρόπος και το χρονοδιάγραμμα διεξαγωγής διαπραγματεύσεων σχετικών με τις εν λόγω πολυμερείς ρυθμίσεις.

( 21 ) Σε περίπτωση που μέλος αναλαμβάνει υποχρέωση πρόσβασης στην αγορά για την παροχή υπηρεσίας με τον τρόπο που αναφέρεται στο άρθρο I παράγραφος 2 στοιχείο α) και αν η διασυνοριακή κυκλοφορία κεφαλαίου αποτελεί βασικό στοιχείο της ίδιας της υπηρεσίας, το εν λόγω μέλος δεσμεύεται να επιτρέψει την εν λόγω κυκλοφορία κεφαλαίου. Σε περίπτωση που μέλος αναλαμβάνει υποχρέωση πρόσβασης στην αγορά με τον τρόπο που αναφέρεται στο άρθρο I παράγραφος 2 στοιχείο γ), δεσμεύεται να επιτρέψει σχετικές μεταβιβάσεις κεφαλαίων στο έδαφός του.

( 21 ) Η παράγραφος 2 στοιχείο γ) δεν καλύπτει μέτρα που λαμβάνονται από μέλος και τα οποία περιορίζουν τις εισροές για την παροχή υπηρεσιών.

( 21 ) Οι συγκεκριμένες υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται βάσει του παρόντος άρθρου δεν σημαίνουν ότι απαιτείται από τα μέλη να αντισταθμίσουν τα εγγενή ανταγωνιστικά μειονεκτήματα που απορρέουν από τον εξωγενή χαρακτήρα των σχετικών υπηρεσιών ή φορέων παροχής υπηρεσιών.

( 21 ) Όσον αφορά τις συμφωνίες για την αποφυγή της διπλής φορολογίας που ισχύουν κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, σχετικά ζητήματα δύναται να παραπεμφθούν στο Συμβούλιο Συναλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών μόνο με τη σύμφωνη γνώμη και των δύο συμβαλλομένων μερών της εν λόγω συμφωνίας.

( 21 ) Σε περίπτωση που η υπηρεσία δεν παρέχεται απευθείας από νομικό πρόσωπο αλλά μέσω άλλων μορφών εμπορικής παρουσίας, όπως μέσω υποκαταστήματος ή υπηρεσίας εκπροσώπησης, ο φορέας παροχής υπηρεσιών (π.χ. το νομικό πρόσωπο) απολαμβάνει, μέσω της σχετικής παρουσίας, μεταχείρισης ίδιας με αυτήν που παρέχεται σε φορείς υπηρεσιών βάσει της συμφωνίας. Η μεταχείριση αυτή επεκτείνεται στην παρουσία μέσω της οποίας παρέχεται η υπηρεσία και δεν επεκτείνεται αναγκαστικά σε άλλα μέρη του φορέα παροχής υπηρεσιών που βρίσκονται εκτός του εδάφους όπου παρέχεται η υπηρεσία.

( 21 ) Το μοναδικό γεγονός ότι απαιτείται θεώρηση για φυσικά πρόσωπα ορισμένων μελών και όχι για φυσικά πρόσωπα άλλων μελών δεν θεωρείται ότι καθιστά άκυρα ή θέτει σε κίνδυνο τα οφέλη που απορρέουν από συγκεκριμένες υποχρεώσεις.

( 21 ) Η παράγραφος αυτή σημαίνει ότι κάθε μέλος εξασφαλίζει την εφαρμογή των υποχρεώσεων τουπαρόντος παραρτήματος σε σχέση με τους φορείς εξασφάλισης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών με οποιοδήποτε μέσο κρίνεται αναγκαίο.

( 21 ) Ο όρος «αμερόληπτος» νοείται ότι αναφέρεται στην αρχή του μάλλον ευνοούμενου κράτους και στην έννοια της εθνικής μεταχείρισης όπως ορίζεται στη συμφωνία, και ότι αντικατοπτρίζει τη χρησιμοποίηση του όρου κατά τομέα ως εξής:«ειδικοί και γενικοί όροι όχι λιγότερο ευνοϊκοί από αυτούς που ισχύουν για άλλους χρήστες παρεμφερών δημοσίων δικτύων ή υπηρεσιών τηλεπικοινωνιακής μεταφοράς υπό παρόμοιες συνθήκες».

( 21 ) Με τον όρο «υπήκοοι» στην παρούσα συμφωνία και εφόσον πρόκειται για ξεχωριστό τελωνειακό έδαφος που είναι μέλος του ΠΟΕ, νοούνται τα πρόσωπα, είτε φυσικά είτε νομικά, που έχουν τη νόμιμη κατοικία τους ή τη γνήσια πραγματική και ισχύουσα βιομηχανική ή εμπορική τους έδρα στο συγκεκριμένο τελωνειακό έδαφος.

( 21 ) Στην παρούσα συμφωνία, ο όρος «σύμβαση των Παρισίων» σημαίνει τη σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Ο όρος «σύμβαση των Παρισίων (1967)» σημαίνει την πράξη της προαναφερθείσας συμβάσεως, η οποία συνήφθη στη Στοκχόλμη στις 14 Ιουλίου 1967. Ο όρος «σύμβαση της Βέρνης» σημαίνει τη σύμβαση της Βέρνης περί προστασίας των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων Ο όρος «σύμβαση της Βέρνης (1971)» σημαίνει την πράξη της προαναφερθείσας συμβάσεως, η οποία συνήφθη στο Παρίσι στις 24 Ιουλίου 1971. Ο όρος «σύμβαση της Ρώμης» σημαίνει τη διεθνή σύμβαση για την προστασία των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών, των παραγωγών φωνογραφημάτων και των οργανισμών ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, η οποία συνήφθη στη Ρώμη στις 26 Οκτωβρίου 1961. Ο όρος «συνθήκη για την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων» (συνθήκη IPIC) σημαίνει τη συνθήκη για την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων, η οποία συνήφθη στη Ουάσινγκτον στις 26 Μαΐου 1989. Με τον όρο «συμφωνία για τον ΠΟΕ» νοείται η συμφωνία για την ίδρυση του ΠΟΕ.

( 21 ) Για τους σκοπούς των άρθρων 3 και 4, o ορος «προστασία» καλύπτει θέματα που άπτονται της θεσμοθέτησης, απόκτησης, έκτασης, διατήρησης και επιβολής των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς και θέματα που έχουν σχέση με τη χρήση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, τα οποία ρυθμίζονται ρητώς από την παρούσα συμφωνία.

( 21 ) Κατά παρέκκλιση του άρθρου 42 πρώτο εδάφιο, τα μέλη δύνανται, εναλλακτικά, να θεσπίζουν τη δυνατότητα επιβολής των προαναφερθεισών υποχρεώσεων με πράξεις της Διοίκησης.

( 21 ) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι όροι «επινόηση» και «ικανή να αποτελέσει αντικείμενο βιομηχανικής εφαρμογής» είναι δυνατό να θεωρούνται από ένα μέλος ως συνώνυμοι με τους όρους «μη προφανής» και «χρήσιμη» αντιστοίχως.

( 21 ) Το εν λόγω διακαίωμα, όπως και όλα τα άλλα δικαιώματα που αναγνωρίζονται βάσει της παρούσας συμφωνίας σε σχέση με τη χρησιμοποίηση, την πώληση, την εισαγωγή ή τη με οιονδήποτε τρόπο διακρίνηση αγαθών, υφίσταται με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6.

( 21 ) Με τον όρο «άλλες χρήσεις» νοούνται oι λοιπές χρήσεις πέραν αυτών που επιτρέπονται βάσει του άρθρου 30.

( 21 ) Γίνεται δεκτό ότι στα μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν σύστημα αρχικής χορήγησης είναι δυνατό να προβλέπεται ότι η περίοδος προστασίας άρχεται από την ημερομηνία κατάθεσης που ισχύει στο πλαίσιο του συστήματος αρχικής χορήγησης.

( 21 ) Στο παρόν κεφάλαιο, ο όρος «δικαιούχος» έχει την ίδια σημασία με τον όρο «κάτοχος του δικαιώματος» που χρησιμοποιείται στη συνθήκη ΙΡΙC.

( 21 ) Για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, η φράση «τρόπος που αντιβαίνει σε θεμιτές επιχειρηματικές πρακτικές» σημαίνει τουλάχιστον ορισμένες πρακτικές, όπως είναι η αθέτηση μιας σύμβασης, η παραβίαση του καθήκοντος εχεμύθειας ή η εξώθηση σε αθέτηση· επίσης περιλαμβάνει την απόκτηση μη αποκαλυφθεισών πληροφοριών εκ μέρους τρίτων, οι οποίοι γνώριζαν ή αγνοούσαν από βαριά αμέλεια ότι για την απόκτηση έγινε χρήση τέτοιων πρακτικών.

( 21 ) Για τους σκοπούς του παρόντος μέρους, ο όρος «δικαιούχος» καλύπτει επίσης τους συλλόγους και τις ενώσεις που νομιμοποιούνται να διεκδικούν τα δικαιώματα τους.

( 21 ) Όταν ένα μέλος έχει άρει σε μεγάλο βαθμό το σύνολο των ελέγχων επί των εμπορευμάτων που διακινούνται μεταξύ του εδάφους του και του εδάφους κάποιου άλλου μέλους, με το οποίο αποτελεί τελωνειακή ένωση, το μέλος αυτό δεν υποχρεούται να εφαρμόζει τις διατάξεις του παρόντος τμήματος για τα εμπορεύματα που διακινούνται μεταξύ του εδάφους του και του εδάφους του άλλου μέλους.

( 21 ) Γίνεται δεκτό ότι δεν υφίσταται υποχρέωση εφαρμογής τέτοιου είδους διαδικασιών προκειμένου περι εισαγωγών προϊόντων τα οποία έχουν διατεθεί στην αγορά μιας άλλης χώρας εκ μέρους ή με τη συγκατάθεση του δικαιούχου, ή προκειμένου περί εμπορευμάτων που βρίσκονται υπό διαμετακόμιση.

( 21 ) Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας:

α) 

ο όρος «προϊόν που φέρει εμπορικό σήμα» που αποτελεί αντικείμενο παραποίησης ή απομίμησης σημαίνει οποιοδόποτε προϊόν, συμπεριλαμβανομένων των συσκευασιών, το οποίο φέρει χωρίς να υπάρχει σχετική άδεια ένα εμπορικό σήμα πανομοιότυπο με κάποιο άλλο εμπορικό σήμα, που έχει καταχωρηθεί εγκύρως σε σχέση με το εν λόγω προϊόν, ή το οποίο έχει βασικά χαρακτηριστικά που δεν επιτρέπουν τη διαφοροποίησή του από ένα άλλο, εγκύρως καταχωρηθέν, σήμα, και το οποίο με τον τρόπο αυτό συνεπάγεται παραβίαση των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο ανήκει το εν λόγω άλλο εμπορικό σήμα βάσει της νομοθεσίας της χώρας εισαγωγής·

β) 

ο όρος «προϊόν που συνδέεται με την παράνομη εκμετάλλευση δικαιώματος δημιουργού» σημαίνει κάθε προϊόν το οποίο αποτελεί αντίγραφο άλλου προϊόντος, χωρίς τη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο ανήκει το σχετικό δικαίωμα ή του προσώπου που έχει νομιμοποιηθεί δεόντως από το πρόσωπο στο οποίο ανήκει το δικαίωμα στη χώρα παραγωγής, και το οποίο παράγεται με την αντιγραφή, άμεση ή έμμεση, κάποιου άλλου αντικειμένου, εφόσον η παραγωγή του αντιγράφου θα μπορούσε να θεωρηθεί παραβίαση ενός δικαιώματος δημιουργού ή άλλου συγγενικού δικαιώματος βάσει της νομοθεσίας της χώρας εισαγωγής·

( 21 ) Το ΟΕΔ θεωρείται ότι έχει λάβει απόφαση με συναίνεση σχετικά με θέμα το οποίο παραπέμφθηκε σε αυτό για εξέταση εάν κανένα μέλος, που παρίσταται στη συνεδρίαση του ΟΕΔ όταν λαμβάνεται η απόφαση, δεν προβάλλει επίσημη αντίρρηση για την προτεινόμενη απόφαση.

( 21 ) Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται, επίσης, σε διαφορές σχετικά με τις οποίες οι εκθέσεις των ειδικών ομάδων δεν έχουν εγκριθεί ή τεθεί πλήρως σε εφαρμογή.

( 21 ) Σε περίπτωση που οι διατάξεις άλλων καλυπτομένων συμφωνιών σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται από περιφερειακούς ή τοπικούς δημόσιους οργανισμούς και αρχές εντός του εδάφους ενός μέλους περιλαμβάνουν διατάξεις διαφορετικές από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, υπερισχύουν οι διατάξεις των εν λόγω άλλων καλυπτομένων συμφωνιών.

( 21 ) Οι αντίστοιχες διατάξεις για τις διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των καλυπτόμενων συμφωνιών είναι οι εξής: συμφωνία για τη γεωργία, άρθρο 19· συμφωνία για την εφαρμογή των υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων, άρθρο 11 παράγραφος 1 συμφωνία για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης, άρθρο 8 παράγραφος 4 συμφωνία για τα τεχνικά εμπόδια στο εμπόριο, άρθρο 14 παράγραφος 1 συμφωνία για τα επενδυτικά μέτρα στον τομέα του εμπορίου, άρθρο 8· συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VI της GΑΤΤ του 1994, άρθρο 17 παράγραφος 2· συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VII της GΑΤΤ του 1994, άρθρο 19 παράγραφος 2· συμφωνία για τον έλεγχο πριν από την αποστολή, άρθρο 7· συμφωνία για τους κανόνες καταγωγής, άρθρο 7 συμφωνία για τις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής, άρθρο 6. συμφωνία για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα, άρθρο 30· συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης, άρθρο 14· συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, άρθρο 64, παράγραφος 1· και οι σχετικές διατάξεις για τις διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των πλειομερών εμπορικών συμφωνιών, όπως ορίζονται από τα αρμόδια όργανα εκάστης συμφωνίας και γνωστοποιούνται στο ΟΕΔ.

( 21 ) Εάν ζητηθεί από τον καταγγέλλοντα, συγκαλείται για το σκοπό αυτό το ΟΕΔ εντός δεκαπέντε ημερών από την υποβολή της αίτησης, εφόσον ειδοποιηθεί σχετικά τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν.

( 21 ) Σε περίπτωση που τελωνειακές ενώσεις ή κοινές αγορές είναι διάδικοι, η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται σε υπηκόους όλων των χωρών μελών των τελωνειακών ενώσεων ή κοινών αγορών.

( 21 ) Εάν εντός της συγκεκριμένης προθεσμίας δεν έχει προγραμματισθεί συνεδρίαση του ΟΕΔ σε χρόνο που να καθιστά δυνατή την ικανοποίηση των απαιτήσεων του άρθρου 16 παράγραφοι 1 και 4, το ΟΕΔ συνεδριάζει για το σκοπό αυτό.

( 21 ) Εάν δεν έχει προγραμματισθεί η πραγματοποίηση συνεδρίασης του ΟΕΔ εντός της συγκεκριμένης προθεσμίας, το ΟΕΔ συνέρχεται για το σκοπό αυτό.

( 21 ) «Ενδιαφερόμενο μέλος» είναι διάδικος προς τον οποίο η ειδική ομάδα και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο απευθύνουν συστάσεις.

( 21 ) Σχετικά με τις συστάσεις σε υποθέσεις που δεν αφορούν παράβαση της GΑΤΤ του 1994 ή λοιπών καλυπτόμενων συμφωνιών, βλέπε το άρθρο 26.

( 21 ) Εάν τα μέρη δεν δύνανται να συμφωνήσουν σχετικά με την επιλογή διαιτητή εντός δέκα ημερών από την παραπομπή του θέματος σε διαιτησία, ο διαιτητής ορίζεται από το γενικό διευθυντή εντός δέκα ημερών, κατόπιν διαβουλεύσεων με τα μέρη.

( 21 ) Ο όρος «διαιτητής» νοείται ότι αναφέρεται είτε σε άτομο είτε σε ομάδα.

( 21 ) Στον καταλογο που παρατίθεται στο έγγραφο ΜΤΝ.GΝS/W/120 προσδιορίζονται ένδεκα τομείς.

( 21 ) O όρος «διαιτητής» αναφέρεται είτε σε άτομο είτε σε ομάδα.

( 21 ) Με τον όρο «διαιτητής» νοείται ειτε άτομο ειτε ομαδα ειτε τα μέλη της αρχικής ειδικής ομάδας που ενεργούν με την ιδιότητα του διαιτητή.

( 21 ) Στις περιπτώσεις που οι διατάξεις καλυπτόμενης συμφωνίας, όσον αφορά μέτρα που λαμβάνονται από περιφερειακές ή τοπικές διοικήσεις ή αρχές εντός του εδάφους ενός μέλους, περιλαμβάνουν διατάξεις διαφορετικές από τις διατάξεις της καλυπτόμενης συμφωνίας.

( 21 ) Ο παρών κατάλογος δεν μεταβάλλει τις υπάρχουσες απαιτήσεις γνωστοποίησης των πολυμερών μεπορικών συμφωνιών του παραρτήματος 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ή, ενδεχομένως, των πλειομερών εμπορικών συμφωνιών του παραρτήματος 4 της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

( 21 ) For each Party, Appendix I is divided into five Annexes:

— 
Annex 1 contains central government entities.
— 
Annex 2 contains sub-central government entities.
— 
Annex 3 contains all other entities that procure in accordance with the provisions of this Agreement.
— 
Annex 4 specifies services, whether listed positively or negatively, covered by this Agreement.
— 
Annex 5 specifies covered construction services.

Relevant thresholds are specified in each Party's Annexes.

( 21 ) This Agreement shall apply to any procurement contract for which the contract value is estimated to equal or exceed the threshold at the time of publication of the notice in accordance with Article IX.

( 21 ) For the purpose of this Agreement, a technical regulation is a document which lays down characteristics of a product or a service or their related processes and production methods, including the applicable administrative provisions, with which compliance is mandatory. It may also include or deal exclusively with terminology, symbols, packaging, marking or labelling requirements as they apply to a product, service, process or production method.

( 21 ) For the purpose of this Agreement, a standard is a document approved by a recognized body, that provides, for common and repeated use, rules, guidelines or characteristics for products or services or related processes and production methods, with which compliance is not mandatory. It may also include or deal exclusively with terminology, symbols, packaging, marking or labelling requirements as they apply to a product, service, process or production method.

( 21 ) It is the understanding that «existing equipment» includes software to the extent that the initial procurement of the software was covered by the Agreement.

( 21 ) Original development of a first product or service may include limited production or supply in order to incorporate the results of field testing and to demonstrate that the product or service is suitable for production or supply in quantity to acceptable quality standards. It does not extend to quantity production or supply to establish commercial viability or to recover research and development costs.

( 21 ) Offsets in government procurement are measures used to encourage local development or improve the balance-of-payments accounts by means of domestic content, licensing of technology, investment requirements, counter-trade or similar requirements.

( 21 ) For the purpose of this Agreement, the term «government» is deemed to include the competent authorities of the European Communities.

( 21 ) All provisions of the 1988 Agreement except the Preamble, Article VII and Article IX other than paragraphs 5(a) and (b) and paragraph 10.

( 21 ) In this Arrangement and in the Protocols annexed thereto, the term «country» is deemed to include the European Economic Community.

( 21 ) This preambular provision applies only among participants that are Contracting Parties to the GATT.

( 21 ) It is confirmed that the term «matter» in this paragraph includes any matter which is covered by multilateral agreements negotiated within the framework of the Multilateral Trade Negotiations, in particular those bearing on export and import measures. It is further confirmed that the provisions of Article IV:5 and this footnote are without prejudice to the rights and obligations of the parties to such agreements.

( 21 ) The terms «acceptance» or «accepted» as used in this Article include the completion of any domestic procedures necessary to implement the provisions of this Arrangement.

( 21 ) For the purpose of this Arrangement, the term «government» is deemed to include the competent authorities of the European Economic Community.

( 21 ) This provision applies only among participants that are Contracting Parties to the GATT.

( 21 ) Derived from the manufacture of butter and anhydrous milk fat.

( 21 ) Annex I (1) is not reproduced.

( 21 ) US$ 600 per metric ton since 1 October 1981.

( 21 ) US$ 830 per metric ton since 5 June 1985.

( 21 ) US$ 600 per metric ton since 1 October 1981.

( 21 ) As defined in Article 2.1 (c) of this Procotol.

( 21 ) See Annex l(b), «Schedule of price differentials according to milk fat content». (Annex 1 (b) is not reproduced).

( 21 ) See Article 2.

( 21 ) See Annex I(c), «Register of Processes and Control Measures». It is understood that exporters would be permitted to ship skimmed-milk powder and buttermilk powder for animal feed purposes in an unaltered state to importers which have nad their processes and control measures inserted in the Register. In this case, exporters world inform the Committee of their intention to ship unaltered skimmed-milk powder and or buttermilk powder for animal feed purposes to those importers which have their processes and control measures registered. (Annex I (c) is not reproduced).

( 21 ) Annex II(a) is not reproduced.

( 21 ) US$ 1 200 per metric ton since 5 June 1985.

( 21 ) US$ 1 000 per metric ton since 5 June 1985.

( 21 ) See Article 2.

( 21 ) Annex III(a) is not reproduced.

( 21 ) US$ 1 000 per metric ton since 1 October 1981.

( 21 ) See Article 2.

( 21 ) This provision applies only among GATT Contracting Parties.

( 21 ) Note: It is confirmed that the term «matter» in this paragraph includes any matter which is covered by multilateral agreements negotiated within the framework of the Multilateral Trade Negotiations, in particular those bearing on export and import measures. It is further confirmed that the provisions of Article IV, paragraph 6, and this footnote are without prejudice to the rights and obligations of the Parties to such agreements.

( 21 ) The terms «acceptance» or «accepted» as used in this Article include the completion of any domestic procedures necessary to implement the provisions of this Arrangement.

( 21 ) For the purpose of this Arrangement the term «government» is deemed to include the competent authorities of the European Economic Community.

( 21 ) This provision applies only among GATT contracting parties.

Top