Αθέμιτες εμπορικές πρακτικές
ΣΫΝΟΨΗ ΤΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ:
Οδηγία 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ;
- Η οδηγία 2005/29/ΕΚ:
- ορίζει τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές που απαγορεύονται εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ)·
- εφαρμόζεται σε κάθε πράξη ή παράλειψη που συνδέεται άμεσα με την προώθηση, πώληση ή προμήθεια ενός προϊόντος* από εμπορευόμενο σε καταναλωτές*, προστατεύει τα οικονομικά συμφέροντα των καταναλωτών πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την πραγματοποίηση μιας εμπορικής συναλλαγής·
- εξασφαλίζει το ίδιο επίπεδο προστασίας σε όλους τους καταναλωτές ασχέτως του τόπου αγοράς ή πώλησης στην ΕΕ.
- Τροποποιήθηκε το 2019 με την οδηγία (ΕΕ) 2019/2161, η οποία εκσυγχρόνισε επίσης τους κανόνες προστασίας των καταναλωτών της ΕΕ όσον αφορά τα δικαιώματα των καταναλωτών (βλ. σύνοψη), τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (βλ. σύνοψη) και την αναγραφή των τιμών (βλ. σύνοψη), ώστε να διασφαλίζεται καλύτερη επιβολή της νομοθεσίας και να αντιμετωπίζονται νέες εξελίξεις στην αγορά, ιδίως σε σχέση με το διαδικτυακό μάρκετινγκ.
- Το 2024, προβλέφθηκαν περαιτέρω κανόνες με την οδηγία (ΕΕ) 2024/825 για την αντιμετώπιση εμπορικών πρακτικών που παραπλανούν τους καταναλωτές και τους εμποδίζουν να κάνουν βιώσιμες καταναλωτικές επιλογές. Οι κανόνες αυτοί (που ισχύουν από τις 27 Σεπτεμβρίου 2026) αφορούν πρακτικές που σχετίζονται με την πρόωρη απαξίωση των προϊόντων, τους παραπλανητικούς περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς («greenwashing») και τις παραπλανητικές πληροφορίες σχετικά με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των επιχειρήσεων των εμπορευόμενων.
ΒΑΣΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ
- Αθέμιτες είναι οι εμπορικές πρακτικές οι οποίες:
- αντιβαίνουν στις απαιτήσεις της επαγγελματικής ευσυνειδησίας*· και
- είναι πιθανό να προκαλέσουν ουσιώδη στρέβλωση της αγοραστικής συμπεριφοράς του μέσου καταναλωτή.
- Ορισμένοι καταναλωτές χρήζουν υψηλότερου επιπέδου προστασίας, επειδή είναι ιδιαιτέρως ευάλωτοι στις πρακτικές ή το προϊόν, λόγω ηλικίας (παιδιά ή ηλικιωμένοι), αφέλειας ή αναπηρίας νοητικής ή σωματικής.
- Η οδηγία 2005/29/ΕΚ διακρίνει δύο κατηγορίες εμπορικών πρακτικών οι οποίες είναι αθέμιτες εφόσον έχουν ως αποτέλεσμα να λάβει ο μέσος καταναλωτής μια αγοραστική απόφαση την οποία δεν θα είχε λάβει διαφορετικά: παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές (με πράξεις ή παραλείψεις) και επιθετικές εμπορικές πρακτικές.
- Το παράρτημα I της οδηγίας 2005/29/ΕΚ περιλαμβάνει κατάλογο των πρακτικών που απαγορεύονται υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις (μια «μαύρη λίστα»).
Παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές
Παραπλανητικές πράξεις
Μια εμπορική πρακτική είναι παραπλανητική αν περιέχει εσφαλμένες, ψευδείς πληροφορίες ή αν ενδέχεται να παραπλανήσει τον μέσο καταναλωτή και να τον οδηγήσει να λάβει απόφαση αγοράς την οποία διαφορετικά δεν θα λάμβανε. Παραδείγματα τέτοιων πράξεων περιλαμβάνουν πληροφορίες που είναι ψευδείς ή εξαπατούν τον καταναλωτή σχετικά με:
- την ύπαρξη ή τη φύση του προϊόντος·
- τα κύρια χαρακτηριστικά του προϊόντος (τη διαθεσιμότητα, τα οφέλη, τους κινδύνους, τη σύνθεση ή τη γεωγραφική προέλευσή του, τα αναμενόμενα αποτελέσματα από τη χρήση του κλπ.)·
- την έκταση των δεσμεύσεων του εμπορευόμενου (στο πλαίσιο κωδίκων συμπεριφοράς με τους οποίους ο εμπορευόμενος έχει συμφωνήσει να δεσμευτεί)·
- την τιμή ή την ύπαρξη ειδικής πλεονεκτικής τιμής·
- την ανάγκη υπηρεσίας ή επισκευής.
Η οδηγία απαγορεύει επίσης την παραπλανητική εμπορική προώθηση αγαθών ως πανομοιότυπων με άλλα αγαθά, όταν η σύστασή τους είναι σημαντικά διαφορετική σε διαφορετικά κράτη μέλη (συχνά αναφέρεται ως «διττή ποιότητα» των αγαθών).
Παραπλανητικές παραλείψεις
- Μια πρακτική είναι επίσης παραπλανητική, εφόσον παραλείπονται ή παρέχονται κατά τρόπο ασαφή, ακατάληπτο, διφορούμενο ή εκτός χρόνου ουσιώδεις πληροφορίες που χρειάζεται ο μέσος καταναλωτής για να λάβει τεκμηριωμένη αγοραστική απόφαση και ως εκ τούτου είναι πιθανό να οδηγηθεί να λάβει μια αγοραστική απόφαση την οποία διαφορετικά δεν θα λάμβανε.
- Η οδηγία 2005/29/ΕΚ προβλέπει ένα γενικό κατάλογο των πληροφοριών που πρέπει να θεωρούνται ως ουσιαστικές, όπως η τιμή και τα βασικά χαρακτηριστικά του προϊόντος. Προβλέπονται πρόσθετες απαιτήσεις για τις διαδικτυακές πωλήσεις, όπως οι υποχρεώσεις των επιγραμμικών αγορών* να ενημερώνουν τους καταναλωτές σχετικά με τα κύρια κριτήρια που επηρεάζουν την κατάταξη* των προσφορών που παρέχονται μετά την υποβολή ερωτήματος αναζήτησης, και την υποχρέωση να παρέχονται πληροφορίες σχετικά με το κατά πόσον και με ποιον τρόπο επαληθεύεται η αυθεντικότητα των αξιολογήσεων των καταναλωτών.
Επιθετικές εμπορικές πρακτικές
- Οι αγοραστικές αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται ελεύθερα από τους καταναλωτές. Μια πρακτική θεωρείται επιθετική και αθέμιτη αν διενεργείται με παρενόχληση, καταναγκασμό ή κατάχρησης επιρροής* παρεμποδίζει σημαντικά την ελευθερία επιλογής του καταναλωτή και τον οδηγεί να λάβει μια αγοραστική απόφαση που διαφορετικά δεν θα λάμβανε.
- Συνεπώς, για να καθοριστεί αν μια εμπορική πρακτική είναι επιθετική ή όχι, πρέπει να ληφθούν υπόψη διάφορα στοιχεία. Στα κεφάλαια αυτά περιλαμβάνονται:
- η φύση, ο τόπος και η διάρκεια της πρακτικής·
- η ενδεχόμενη χρήση απειλητικών ή προσβλητικών εκφράσεων ή συμπεριφορών·
- η εκμετάλλευση, από τον εμπορευόμενο, κάθε συγκεκριμένης περίστασης, η οποία είναι τόσο σοβαρή (π.χ. θάνατος ή σοβαρή ασθένεια) ώστε να διαταράσσει την κρίση του καταναλωτή, προκειμένου να επηρεάσει την απόφασή του όσον αφορά το προϊόν·
- τυχόν δυσανάλογες μη συμβατικές προϋποθέσεις που επιβάλλονται στον καταναλωτή ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει τα δικαιώματά του στο πλαίσιο της σύμβασης (όπως να λύσει τη σύμβαση ή να μεταβεί σε άλλη).
Πρακτικές που απαγορεύονται υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις («μαύρη λίστα»)
- Η οδηγία 2005/29/ΕΚ περιλαμβάνει κατάλογο των εμπορικών πρακτικών που απαγορεύονται υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις. Μετά τις τροποποιήσεις που έγιναν με την οδηγία (ΕΕ) 2019/2161, απαγορεύονται επίσης αρκετές πρόσθετες πρακτικές, όπως η δημοσίευση ψευδών αξιολογήσεων από καταναλωτές, η εμφάνιση κρυφών διαφημίσεων στα αποτελέσματα αναζήτησης και η μεταπώληση των εισιτηρίων που έχει αποκτήσει ο έμπορος με τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων (γνωστών ως «bot»).
- Η οδηγία (ΕΕ) 2024/825 προσθέτει επίσης αρκετές πρόσθετες πρακτικές στη μαύρη λίστα, όπως αναφέρεται παρακάτω.
- Μορφές greenwashing (παραπλανητικών περιβαλλοντικών ισχυρισμών), περιλαμβανομένων των ακόλουθων.
- Η διατύπωση ενός γενικού περιβαλλοντικού ισχυρισμού που υποδηλώνει ή δημιουργεί την εντύπωση άριστων περιβαλλοντικών επιδόσεων, όπως «φιλικό προς το περιβάλλον», «που σέβεται το περιβάλλον», «πράσινο», «οικολογικό», «φιλικό προς το κλίμα», «φιλικό προς τον άνθρακα», «ενεργειακά αποδοτικό», «βιοδιασπώμενο» ή παρόμοιο, χωρίς αναγνωρισμένες άριστες περιβαλλοντικές επιδόσεις που να σχετίζονται με τον ισχυρισμό.
- Η εμφάνιση σήματος βιωσιμότητας που δεν βασίζεται σε σύστημα πιστοποίησης ή δεν έχει θεσπιστεί από δημόσιες αρχές. Πριν από την εμφάνιση σήματος βιωσιμότητας, ένας εμπορευόμενος πρέπει να διασφαλίζει ότι πληροί τους ελάχιστους όρους διαφάνειας και αξιοπιστίας και ότι υπάρχει αντικειμενική παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του συστήματος. Η εν λόγω παρακολούθηση πρέπει να διενεργείται από κάποιον τρίτο του οποίου η επάρκεια και η ανεξαρτησία τόσο από τον ιδιοκτήτη του συστήματος όσο και από τον εμπορευόμενο διασφαλίζονται βάσει διεθνών, ενωσιακών ή εθνικών προτύπων και διαδικασιών.
- Η διατύπωση ισχυρισμών, με βάση την αντιστάθμιση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ότι ένα προϊόν έχει ουδέτερο, μειωμένο ή θετικό αντίκτυπο στο περιβάλλον όσον αφορά τις εκπομπές, οι οποίοι μπορεί να παραπλανούν τους καταναλωτές και να τους κάνουν να πιστέψουν ότι οι ισχυρισμοί αυτοί αφορούν το ίδιο το προϊόν ή την προμήθεια και την παραγωγή του προϊόντος αυτού ή ότι η κατανάλωση του προϊόντος αυτού δεν έχει περιβαλλοντικό αντίκτυπο.
- Παραπλανητικές πρακτικές που ισοδυναμούν με πρόωρη απαξίωση, όπως:
- ψευδείς ισχυρισμοί σχετικά με τη διάρκεια ζωής ή την επιδιορθωσιμότητα ενός αγαθού·
- κάθε εμπορική ανακοίνωση σε σχέση με αγαθό, το οποίο περιλαμβάνει χαρακτηριστικό που εισάγεται για να περιορίσει τη διάρκεια ζωής του, παρότι οι πληροφορίες σχετικά με το χαρακτηριστικό αυτό και τις επιπτώσεις του στη διάρκεια ζωής του αγαθού είναι διαθέσιμες στον εμπορευόμενο.
Μέσα επανόρθωσης και κυρώσεις
- Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές έχουν δικαίωμα σε ατομικά μέσα έννομης προστασίας (αποζημίωση, μείωση της τιμής, κ.λπ.) όταν βλάπτονται από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές.
- Τα κράτη μέλη οφείλουν να ορίσουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για την τιμωρία των εμπόρων που παραβιάζουν τους εθνικούς κανόνες όσον αφορά τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές.
- Όταν επιβάλλουν κυρώσεις, τα κράτη μέλη οφείλουν να προβλέπουν πρόστιμα που ισούνται με τουλάχιστον το 4% του κύκλου εργασιών του εμπορευόμενου ή με 2 εκατομμύρια ευρώ, όταν δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τον κύκλο εργασιών, όταν οι εθνικές αρχές αρκετών χωρών συνεργάζονται επί σημαντικών διασυνοριακών παραβιάσεων που επηρεάζουν τους καταναλωτές σε αρκετά κράτη μέλη.
Έγγραφο καθοδήγησης
Το 2021 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε ενημερωμένες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την επιβολή και εφαρμογή της οδηγίας 2005/29/ΕΚ. Εξηγεί έννοιες κλειδιά και κανόνες, και δίνει πρακτικά παραδείγματα από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και των εθνικών δικαστηρίων και διοικήσεων, προκειμένου να καταστεί ευκολότερη η επιβολή για τις εθνικές αρχές και να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου για τους εμπορευόμενους. Οι κατευθυντήριες γραμμές καλύπτουν τις τροποποιήσεις που τέθηκαν σε ισχύ με την οδηγία (ΕΕ) 2019/2161.
ΑΠΟ ΠΟΤΕ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ;
- Η οδηγία 2005/29/ΕΚ έπρεπε να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο έως τις 12 Ιουνίου 2007. Αυτές οι διατάξεις εφαρμόζονται από τις 12 Δεκεμβρίου 2007.
- Οι κανόνες που θεσπίστηκαν με την τροποποιητική οδηγία (ΕE) 2019/2161 έχουν τεθεί σε ισχύ από τις 28 Μαΐου 2022.
- Οι κανόνες που θεσπίζονται με την οδηγία (ΕΕ) 2024/825 πρέπει να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο έως τις 27 Μαρτίου 2026 και θα τεθούν σε ισχύ από τις 27 Σεπτεμβρίου 2026.
ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Για περισσότερες πληροφορίες, δείτε:
ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΟΙ
Προϊόν. κάθε αγαθό ή υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένης της ακίνητης περιουσίας, της ψηφιακής υπηρεσίας και του ψηφιακού περιεχομένου.
Καταναλωτής. Ένα φυσικό πρόσωπο το οποίο, όσον αφορά τις εμπορικές πρακτικές που καλύπτει η οδηγία 2005/29/ΕΚ, ενεργεί για λόγους οι οποίοι δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα.
Επαγγελματική ευσυνειδησία. Το επίπεδο εξειδίκευσης και επιμέλειας που καλείται λογικά να επιδείξει ο επαγγελματίας έναντι του καταναλωτή, σύμφωνα με έντιμες πρακτικές της αγοράς ή/και τη γενική αρχή της καλής πίστης στον τομέα της δραστηριότητάς του.
Επιγραμμική αγορά. Υπηρεσία η οποία χρησιμοποιεί λογισμικό, συμπεριλαμβανομένου ιστοτόπου, μέρους ιστοτόπου ή εφαρμογής, το οποίο διαχειρίζεται έμπορος ή άλλος εξ ονόματος του εμπόρου, και η οποία επιτρέπει στους καταναλωτές να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με άλλους εμπόρους ή καταναλωτές.
Κατάταξη. Η σχετική προβολή που δίδεται σε προϊόντα όπως παρουσιάζονται, οργανώνονται ή κοινοποιούνται από τον έμπορο, ανεξαρτήτως των τεχνολογικών μέσων που χρησιμοποιούνται για την εν λόγω παρουσίαση, οργάνωση ή κοινοποίηση.
Κατάχρηση επιρροής. Η εκμετάλλευση της θέσης ισχύος σε σχέση με τον καταναλωτή για την άσκηση πίεσης, ακόμα και χωρίς τη χρήση ή την απειλή σωματικής βίας, με τρόπο που περιορίζει σημαντικά την ικανότητα του καταναλωτή να λάβει μια τεκμηριωμένη απόφαση.
ΒΑΣΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Οδηγία 2005/29/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22-39).
Οι διαδοχικές τροποποιήσεις της οδηγίας 2005/29/ΕΚ έχουν ενσωματωθεί στο αρχικό κείμενο. Αυτή η ενοποιημένη απόδοση αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης.
Οδηγία (ΕΕ) 2024/825 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2024, για την τροποποίηση των οδηγιών 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ όσον αφορά την ενδυνάμωση των καταναλωτών για την πράσινη μετάβαση μέσω καλύτερης προστασίας από αθέμιτες πρακτικές και μέσω καλύτερης ενημέρωσης (EE L, 2024/825, 6.3.2024).
ΣΥΝΑΦΗ ΚΕΙΜΕΝΑ
Ανακοίνωση της Επιτροπής — Κατευθυντήριες γραμμές για την ερμηνεία και την εφαρμογή της οδηγίας 2005/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά (ΕΕ C 526 της 29.12.2021, σ. 1-129).
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο: Νέο Θεματoλόγιο για τους Καταναλωτές — Ενισχύοντας την ανθεκτικότητα των καταναλωτών για μια βιώσιμη ανάκαμψη [COM(2020) 696 final, 13.11.2020].
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή — Νέα συμφωνία για τους καταναλωτές [COM(2018) 183 final της 11.4.2018].
Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1-26).
Βλέπε την ενοποιημένη απόδοση.
Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64-88).
Βλέπε την ενοποιημένη απόδοση.
Οδηγία 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ L 80 της 18.3.1998, σ. 27-31).
Βλέπε την ενοποιημένη απόδοση.
Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29-34).
Βλέπε την ενοποιημένη απόδοση.
τελευταία ενημέρωση 31.05.2024