Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014CJ0069

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 6ης Οκτωβρίου 2015.
Dragoș Constantin Târșia κατά Statul român και Serviciul public comunitar regim permise de conducere și înmatriculare a autovehiculelor.
Προδικαστική παραπομπή — Αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας — Δεδικασμένο — Απαίτηση επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών — Επιστροφή τελών ή φόρων που εισέπραξε κράτος μέλος κατά παράβαση του δικαίου της Ένωσης — Τελεσίδικη δικαστική απόφαση επιβάλλουσα την καταβολή φόρου μη συμβατού με το δίκαιο της Ένωσης — Αίτηση αναθεωρήσεως αυτής της δικαστικής αποφάσεως — Εθνική νομοθεσία επιτρέπουσα την αναθεώρηση, λαμβανομένων υπόψη των μεταγενέστερων προδικαστικών αποφάσεων του Δικαστηρίου, μόνο των τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων που εκδόθηκαν επί διοικητικών διαφορών.
Υπόθεση C-69/14.

Court reports – general

Υπόθεση C‑69/14

Dragoș Constantin Târșia

κατά

Statul român

και

Serviciul public comunitar regim permise de conducere și înmatriculare a autovehiculelor

(αίτηση του Tribunalul Sibiu για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή — Αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας — Δεδικασμένο — Απαίτηση επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών — Επιστροφή τελών ή φόρων που εισέπραξε κράτος μέλος κατά παράβαση του δικαίου της Ένωσης — Τελεσίδικη δικαστική απόφαση επιβάλλουσα την καταβολή φόρου μη συμβατού με το δίκαιο της Ένωσης — Αίτηση αναθεωρήσεως αυτής της δικαστικής αποφάσεως — Εθνική νομοθεσία επιτρέπουσα την αναθεώρηση, λαμβανομένων υπόψη των μεταγενέστερων προδικαστικών αποφάσεων του Δικαστηρίου, μόνο των τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων που εκδόθηκαν επί διοικητικών διαφορών»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 6ης Οκτωβρίου 2015

  1. Προδικαστικά ερωτήματα — Παραδεκτό — Αναγκαιότητα προδικαστικής αποφάσεως και λυσιτελές των υποβαλλομένων ερωτημάτων — Εκτίμηση του εθνικού δικαστηρίου — Τεκμήριο λυσιτέλειας των υποβληθέντων ερωτημάτων

    (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

  2. Προδικαστικά ερωτήματα — Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου — Όρια — Ερωτήματα προδήλως αλυσιτελή και υποθετικής φύσεως ερωτήματα υποβαλλόμενα εντός πλαισίου που αποκλείει τη δυνατότητα να δοθεί χρήσιμη απάντηση — Ερωτήματα άσχετα με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης — Δεν υφίσταται — Παραδεκτό

    (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

  3. Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Άμεσο αποτέλεσμα — Ατομικά δικαιώματα — Προάσπιση από τα εθνικά δικαστήρια — Ένδικο βοήθημα — Αρχή της δικονομικής αυτονομίας — Τήρηση των αρχών της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας

  4. Κράτη μέλη — Υποχρεώσεις — Δεδικασμένο — Υποχρέωση εθνικού δικαστηρίου να μην εφαρμόσει δικονομικούς κανόνες του εσωτερικού δικαίου προκειμένου να επανεξετάσει δικαστική απόφαση έχουσα ισχύ δεδικασμένου — Δεν υφίσταται — Εξαίρεση — Καθιέρωση της δυνατότητας αναθεωρήσεως δικαστικών αποφάσεων που έχουν περιβληθεί με την ισχύ του δεδικασμένου όσον αφορά αποφάσεις οι οποίες εκδίδονται σε ορισμένους τομείς

    (Άρθρο 4 § 3 ΣΕΕ· άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

  5. Κράτη μέλη — Υποχρεώσεις — Δεδικασμένο — Αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας — Υποχρέωση αναθεωρήσεως δικαστικής αποφάσεως εκδοθείσας επί αστικής διαφοράς και έχουσας ισχύ δεδικασμένου, η οποία αποδεικνύεται μη συμβατή με μεταγενέστερη ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης — Δεν υφίσταται — Δυνατότητα τέτοιας αναθεωρήσεως των τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί επί διοικητικών διαφορών — Δεν ασκεί επιρροή

    (Άρθρο 4 § 3 ΣΕΕ· άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

  6. Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαιώματα υπέρ των ιδιωτών — Προσβολή από κράτος μέλος — Υποχρέωση αποκαταστάσεως της ζημίας που προκλήθηκε στους ιδιώτες

  1.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 12, 13, 19)

  2.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 14, 19, 21, 22)

  3.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 26, 27)

  4.  Η σημασία την οποία έχει η αρχή του δεδικασμένου είναι πρόδηλη τόσο στην έννομη τάξη της Ένωσης όσο και στις εθνικές έννομες τάξεις. Συγκεκριμένα, προκειμένου να διασφαλισθεί τόσο η σταθερότητα του δικαίου και των εννόμων σχέσεων όσο και η ορθή απονομή της δικαιοσύνης, επιβάλλεται να μην μπορεί να τεθεί ζήτημα κύρους των δικαστικών αποφάσεων οι οποίες έχουν καταστεί τελεσίδικες και αμετάκλητες μετά την εξάντληση των προβλεπομένων ενδίκων μέσων ή μετά την εκπνοή των προθεσμιών που τάσσονται για την άσκηση των ενδίκων μέσων αυτών. Ως εκ τούτου, το δίκαιο της Ένωσης δεν επιβάλλει στα εθνικά δικαστήρια να μην εφαρμόζουν εθνικούς δικονομικούς κανόνες βάσει των οποίων δικαστική απόφαση περιβάλλεται με την ισχύ του δεδικασμένου, μολονότι η μη εφαρμογή αυτή θα καθιστούσε δυνατή την άρση εσωτερικής καταστάσεως μη συμβατής με το δίκαιο της Ένωσης. Τούτου δοθέντος, αν οι εφαρμοστέοι εσωτερικοί δικονομικοί κανόνες προβλέπουν τη δυνατότητα του εθνικού δικαστηρίου να επανεξετάσει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, απόφαση έχουσα ισχύ δεδικασμένου προκειμένου να δημιουργήσει κατάσταση συμβατή με το εθνικό δίκαιο, η δυνατότητα αυτή πρέπει, σύμφωνα με τις αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας, να κατισχύσει, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, ώστε να αποκατασταθεί το συμβατό της επίμαχης καταστάσεως με το δίκαιο της Ένωσης.

    (βλ. σκέψεις 28-30)

  5.  Το δίκαιο της Ένωσης, ιδίως δε οι αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας, έχει την έννοια ότι δεν αποκλείει το ενδεχόμενο εθνικό δικαστήριο να αδυνατεί να αναθεωρήσει τελεσίδικη δικαστική απόφαση εκδοθείσα επί αστικής διαφοράς, σε περίπτωση κατά την οποία η απόφαση αυτή αποδεικνύεται μη συμβατή με ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης που προέκρινε το Δικαστήριο μετά την ημερομηνία κατά την οποία η εν λόγω απόφαση κατέστη τελεσίδικη, μολονότι υφίσταται τέτοια δυνατότητα όσον αφορά τις μη συμβατές με το δίκαιο της Ένωσης τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν επί διοικητικών διαφορών.

    Όσον αφορά την αρχή της ισοδυναμίας, η αρχή αυτή συνεπάγεται την ίση μεταχείριση των ένδικων βοηθημάτων τα οποία στηρίζονται σε παράβαση του εθνικού δικαίου και των παρεμφερών ενδίκων βοηθημάτων τα οποία στηρίζονται σε παράβαση του δικαίου της Ένωσης, και όχι την ισοδυναμία των εθνικών δικονομικών κανόνων που έχουν εφαρμογή επί υποθέσεων διαφορετικού είδους, όπως οι αστικές διαφορές, αφενός, και οι διοικητικές, αφετέρου. Επιπλέον, η αρχή της ισοδυναμίας δεν έχει εφαρμογή σε περίπτωση που αφορά δύο είδη ένδικων βοηθημάτων τα οποία στηρίζονται αμφότερα σε παράβαση του δικαίου της Ένωσης.

    Όσον αφορά την αρχή της αποτελεσματικότητας, αυτή πρέπει να εξετάζεται λαμβάνοντας υπόψη τη θέση των οικείων κανόνων στην όλη διαδικασία, την εξέλιξη της διαδικασίας και τις ιδιαιτερότητες των κανόνων αυτών, ενώπιον των διαφόρων εθνικών αρχών. Επομένως, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ενδεχομένως, οι αρχές στις οποίες βασίζεται το οικείο εθνικό δικαιοδοτικό σύστημα, όπως η προστασία των δικαιωμάτων άμυνας, η αρχή της ασφάλειας δικαίου και η εύρυθμη διεξαγωγή της δίκης. Το δίκαιο της Ένωσης, όμως, δεν επιτάσσει, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ερμηνεία εφαρμοστέας διατάξεως του δικαίου αυτού την οποία προέκρινε το Δικαστήριο κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως δικαιοδοτικού οργάνου έχουσας ισχύ δεδικασμένου, να υποχρεούται, καταρχήν, το εν λόγω δικαιοδοτικό όργανο να αναθεωρήσει την απόφαση αυτή.

    (βλ. σκέψεις 34, 36-39, 41 και διατακτ.)

  6.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 40)

Top