Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62007CJ0011

Περίληψη της αποφάσεως

Υπόθεση C-11/07

Hans Eckelkamp κ.λπ.

κατά

Belgische Staat

(αίτηση του hof van beroep te Gent για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων — Άρθρα 56 ΕΚ και 58 ΕΚ — Φόρος κληρονομίας — Εθνική ρύθμιση περί των φόρων μεταβίβασης ακινήτων, σύμφωνα με την οποία δεν επιτρέπεται η έκπτωση από την αξία ενός ακινήτου των χρεών από ενυπόθηκο δάνειο που αφορούν το εν λόγω ακίνητο λόγω του ότι ο κληρονομούμενος κατοικούσε κατά τον χρόνο του θανάτου του σε άλλο κράτος μέλος — Περιορισμός — Δικαιολογητικός λόγος — Δεν υφίσταται»

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα J. Mazák της 13ης Μαρτίου 2008   I - 6848

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 11ης Σεπτεμβρίου 2008   I - 6865

Περίληψη της αποφάσεως

  1. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Αρμοδιότητα του εθνικού δικαστή

    (Άρθρο 234 ΕΚ)

  2. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Ερωτήματα προδήλως αλυσιτελή και ερωτήματα υποθετικής φύσεως, υποβαλλόμενα εντός πλαισίου που καθιστά αδύνατη την παροχή χρήσιμης απαντήσεως

    (Άρθρο 234 ΕΚ)

  3. Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων – Περιορισμοί – Φόρος κληρονομίας

    (Άρθρα 56 ΕΚ και 58 ΕΚ)

  1.  Στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 234 ΕΚ, που στηρίζεται σε σαφή διάκριση των λειτουργιών μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου, κάθε εκτίμηση των επίδικων περιστατικών εμπίπτει στην αρμοδιότητα του εθνικού δικαστηρίου. Το Δικαστήριο είναι επομένως αποκλειστικά αρμόδιο να αποφαίνεται επί της ερμηνείας ή του κύρους κοινοτικού νομοθετήματος, βάσει πραγματικών περιστατικών που του επισημαίνονται από το εθνικό δικαστήριο. Εναπόκειται, ομοίως, αποκλειστικώς στο εθνικό δικαστήριο, που έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της μέλλουσας να εκδοθεί δικαστικής αποφάσεως, να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιομορφίες της υποθέσεως, τόσο την αναγκαιότητα μιας προδικαστικής αποφάσεως για την έκδοση της δικής του αποφάσεως όσο και το λυσιτελές των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Συνεπώς, εφόσον τα υποβληθέντα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, το Δικαστήριο υποχρεούται, κατ’ αρχήν, να απαντήσει.

    (βλ. σκέψεις 27, 52)

  2.  Στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 234 ΕΚ, δεν είναι δυνατό να προβληθεί άρνηση απαντήσεως σε προδικαστικό ερώτημα εθνικού δικαστηρίου παρά μόνον όταν προδήλως προκύπτει ότι η ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου την οποία ζητεί το εθνικό δικαστήριο δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως ή ακόμα όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν.

    (βλ. σκέψη 28)

  3.  Οι συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 56 ΕΚ και 58 ΕΚ πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι απαγορεύουν εθνική ρύθμιση, η οποία αφορά τον υπολογισμό των οφειλόμενων φόρων κληρονομίας και μεταβίβασης ακινήτου ευρισκομένου σε ορισμένο κράτος μέλος και δεν προβλέπει τη δυνατότητα έκπτωσης των χρεών που βαρύνουν το ακίνητο αυτό, όταν ο κληρονομούμενος δεν κατοικούσε, κατά τον χρόνο του θανάτου του, στο κράτος αυτό αλλά σε άλλο κράτος μέλος, μολονότι αυτή η δυνατότητα έκπτωσης προβλέπεται όταν το πρόσωπο αυτό κατοικούσε, κατά τον χρόνο του θανάτου του, στο κράτος όπου βρίσκεται το κληρονομιαίο ακίνητο.

    Συγκεκριμένα, καθόσον η ρύθμιση αυτή εξαρτά τη δυνατότητα έκπτωσης ορισμένων χρεών που βαρύνουν το οικείο ακίνητο από τον τόπο κατοικίας του κληρονομούμενου κατά τον χρόνο του θανάτου του, η μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση στην οποία υποβάλλεται, ως εκ τούτου, η κληρονομία κατοίκων αλλοδαπής συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων.

    Η ύπαρξη καταστάσεων που δεν είναι αντικειμενικώς συγκρίσιμες δεν μπορεί να προβληθεί ως δικαιολογητικός λόγος για την εν λόγω διαφορετική μεταχείριση. Εφόσον μια εθνική ρύθμιση θέτει, όσον αφορά τη φορολόγηση ακινήτου κτηθέντος από κληρονομία και ευρισκομένου στο οικείο κράτος μέλος, στην ίδια μοίρα τους κληρονόμους προσώπου το οποίο, κατά τον χρόνο του θανάτου του, είχε την ιδιότητα του κατοίκου ημεδαπής και τους κληρονόμους προσώπου το οποίο, κατά τον χρόνο αυτό, είχε την ιδιότητα του κατοίκου αλλοδαπής, δεν μπορεί, χωρίς να εισάγει διακρίσεις, να αντιμετωπίζει τους κληρονόμους αυτούς κατά τρόπο διαφορετικό, στο πλαίσιο της ίδιας φορολόγησης, όσον αφορά τη δυνατότητα έκπτωσης των χρεών που βαρύνουν το ακίνητο αυτό. Ο εθνικός νομοθέτης, αντιμετωπίζοντας τις κληρονομίες αυτών των δύο κατηγοριών προσώπων με τον ίδιο τρόπο, όσον αφορά τους φόρους κληρονομίας, εκτός από την έκπτωση των χρεών, δέχτηκε κατ’ ουσίαν ότι δεν υφίσταται μεταξύ αυτών των δύο κατηγοριών, από πλευράς τρόπων και προϋποθέσεων επιβολής αυτής της φορολόγησης, καμία αντικειμενική διαφορά δυνάμενη να δικαιολογήσει διαφορετική μεταχείριση.

    Εξάλλου, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται το κληρονομιαίο ακίνητο δεν μπορεί, προκειμένου να δικαιολογήσει έναν περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων που οφείλεται στη νομοθεσία του, να επικαλεστεί την ύπαρξη της ανεξάρτητης από τη θέλησή του δυνατότητας παροχής πίστωσης φόρου από άλλο κράτος μέλος, όπως το κράτος μέλος στο οποίο κατοικούσε ο κληρονομούμενος κατά τον χρόνο του θανάτου του, η οποία θα μπορούσε να αντισταθμίσει, εν όλω ή εν μέρει, τη ζημία που υφίστανται οι κληρονόμοι του λόγω της μη δυνατότητας έκπτωσης, κατά τον υπολογισμό των φόρων μεταβίβασης στο κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται το κληρονομιαίο ακίνητο, των χρεών που βαρύνουν το εν λόγω ακίνητο.

    (βλ. σκέψεις 46, 60, 63, 68, 71 και διατακτ.)

Top