Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61997CJ0372

    Περίληψη της αποφάσεως

    Λέξεις κλειδιά
    Περίληψη

    Λέξεις κλειδιά

    1. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα το ασυμβίβαστο μη κοινοποιηθείσας ενισχύσεως με την κοινή αγορά – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 93 § 3 και 190 (νυν άρθρα 88 § 3 ΕΚ και 253 ΕΚ)]

    2. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Επηρεασμός του μεταξύ κρατών μελών εμπορίου – Επιπτώσεις στον ανταγωνισμό – Κριτήρια εκτιμήσεως – Ενισχύσεις μικρής σημασίας, θεωρούμενες μεμονωμένα, οι οποίες όμως χορηγούνται σε τομέα με έντονο ανταγωνισμό και μεγάλο αριθμό μικρών επιχειρήσεων

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 ΕΚ)]

    3. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Επηρεασμός του μεταξύ κρατών μελών εμπορίου – Τομέας μεταφορών – Δικαιούχοι δραστηριοποιούμενοι σε τοπικό μόνον επίπεδο – Περίσταση που δεν ασκεί επιρροή

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 § 1 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 § 1 ΕΚ)]

    4. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Επιπτώσεις στον ανταγωνισμό – Κρατικά μέτρα για την προσέγγιση των όρων ανταγωνισμού, σε συγκεκριμένο οικονομικό τομέα, με εκείνους που ισχύουν σε άλλα κράτη μέλη

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 § 1 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 § 1 ΕΚ)]

    5. Πράξεις των οργάνων – Αιτιολόγηση – Υποχρέωση – Περιεχόμενο – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα το ασυμβίβαστο μιας ενισχύσεως με την κοινή αγορά – Αναγκαία στοιχεία

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 § 1 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 § 1 ΕΚ) και άρθρο 190 (νυν άρθρο 253 ΕΚ)]

    6. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Απαγόρευση – Παρεκκλίσεις – Καθήκον συνεργασίας του κράτους μέλους που ζητεί την εφαρμογή παρεκκλίσεως

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 § 2 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 § 2 ΕΚ)]

    7. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Απαγόρευση – Παρεκκλίσεις – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 § 3 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 § 3 ΕΚ)]

    8. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Ανάκτηση παράνομης ενισχύσεως – Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας – Δεν υφίσταται – Διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 93 § 2, εδ. 1 (νυν άρθρο 88 § 2, εδ. 1, ΕΚ)]

    9. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Ανάκτηση παράνομης ενισχύσεως – Προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης – Επιτρέπεται υπέρ του δικαιούχου – Αποκλείεται για το κράτος μέλος που χορήγησε ενίσχυση κατά παράβαση των κανόνων διαδικασίας του άρθρου 93 της Συνθήκης (νυν άρθρου 88 ΕΚ)

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 ΕΚ) και άρθρο 93 (νυν άρθρο 88 ΕΚ)]

    Περίληψη

    1. Στην περίπτωση στην οποία χορηγήθηκε ενίσχυση από κράτος μέλος χωρίς να κοινοποιηθεί κατά το στάδιο του σχεδιασμού της στην Επιτροπή, η αιτιολογία της αποφάσεως που διαπιστώνει το ασυμβίβαστο της εν λόγω ενισχύσεως με την κοινή αγορά δεν πρέπει να στηρίζεται στις πραγματικές επιπτώσεις της εν λόγω ενισχύσεως στον ανταγωνισμό ή στο μεταξύ κρατών μελών εμπόριο. Αυτό θα είχε ως συνέπεια να ευνοούνται τα κράτη μέλη που χορηγούν ενισχύσεις κατά παραβίαση της υποχρεώσεως κοινοποιήσεως που προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης (νυν άρθρο 88, παράγραφος 3, ΕΚ), σε βάρος των κρατών μελών που κοινοποιούν τις ενισχύσεις κατά το στάδιο του σχεδιασμού τους.

    (βλ. σκέψη 45)

    2. Όταν χρηματοδοτική ενίσχυση χορηγηθείσα από κράτος μέλος καθιστά ισχυρότερη τη θέση μιας επιχειρήσεως σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις που την ανταγωνίζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο, πρέπει να θεωρείται ότι οι επιχειρήσεις αυτές επηρεάζονται από την ενίσχυση.

    Η σχετικώς μικρή σπουδαιότητα ενισχύσεως ή το σχετικώς μικρό μέγεθος της αποδέκτριας επιχειρήσεως δεν αποκλείουν a priori τη δυνατότητα επηρεασμού του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών.

    Οι ενισχύσεις σχετικώς μικρής σπουδαιότητας είναι ικανές να επηρεάσουν τον ανταγωνισμό και το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών στην περίπτωση που στον τομέα όπου δραστηριοποιούνται οι επιχειρήσεις που τις λαμβάνουν επικρατεί έντονος ανταγωνισμός. Επιπλέον, όταν ένας τομέας χαρακτηρίζεται από μεγάλο αριθμό μικρών επιχειρήσεων, μια ενίσχυση, έστω μικρή εξεταζόμενη μεμονωμένα, η οποία δυνητικά απευθύνεται στο σύνολο ή σε μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων του τομέα, μπορεί να έχει επιπτώσεις στον ανταγωνισμό και στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

    (βλ. σκέψεις 52-54, 57, 114)

    3. Η προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ), σύμφωνα με την οποία η ενίσχυση πρέπει να είναι ικανή να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, δεν εξαρτάται από το αν οι παρεχόμενες υπηρεσίες μεταφορών έχουν τοπικό ή περιφερειακό χαρακτήρα ή από τη σπουδαιότητα του οικείου τομέα δραστηριοτήτων.

    (βλ. σκέψη 60)

    4. Το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος επιδιώκει να επιτύχει την προσέγγιση, μέσω μονομερών μέτρων, των όρων ανταγωνισμού που ισχύουν σε ορισμένο οικονομικό τομέα με αυτούς που επικρατούν σε άλλα κράτη μέλη δεν μπορεί να στερήσει από τα μέτρα αυτά τον χαρακτήρα κρατικής ενισχύσεως.

    (βλ. σκέψη 67)

    5. Η αιτιολογία που απαιτεί το άρθρο 190 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 253 ΕΚ) πρέπει να προσαρμόζεται στη φύση της επίδικης πράξεως και από το περιεχόμενό της πρέπει να προκύπτει κατά τρόπο σαφή και μη διφορούμενο η συλλογιστική του κοινοτικού οργάνου που έχει εκδώσει την πράξη, ώστε οι μεν ενδιαφερόμενοι να γνωρίζουν τους λόγους για τους οποίους θεσπίστηκε το μέτρο, ο δε κοινοτικός δικαστής να μπορεί να ασκήσει τον έλεγχό του. H υποχρέωση αιτιολογήσεως πρέπει να εκτιμάται αναλόγως των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, ιδίως του περιεχομένου της πράξεως, της φύσεως των προβαλλομένων λόγων και του συμφέροντος που έχουν ενδεχομένως στην παροχή διευκρινίσεων οι αποδέκτες ή άλλα πρόσωπα τα οποία η πράξη αφορά άμεσα και ατομικά. Δεν απαιτείται η αιτιολογία να διασαφηνίζει όλα τα κρίσιμα πραγματικά και νομικά στοιχεία, καθ’ όσον το ζήτημα αν η αιτιολογία μιας πράξεως ικανοποιεί τις επιταγές του άρθρου 190 της Συνθήκης πρέπει να εκτιμάται όχι μόνο βάσει της διατυπώσεώς της, αλλά και της αλληλουχίας της και του συνόλου των κανόνων δικαίου που διέπουν το σχετικό αντικείμενο.

    (βλ. σκέψεις 69-71)

    6. Το κράτος μέλος που ζητεί να του επιτραπεί να χορηγήσει ενισχύσεις κατά παρέκκλιση από τους κανόνες της Συνθήκης υπέχει έναντι της Επιτροπής καθήκον συνεργασίας. Στο πλαίσιο αυτού του καθήκοντος οφείλει, μεταξύ άλλων, να παράσχει όλα τα στοιχεία που θα δώσουν τη δυνατότητα στο όργανο αυτό να ελέγξει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρεκκλίσεως που ζητείται.

    (βλ. σκέψη 81)

    7. Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 92, παράγραφος 3, της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 87, παράγραφος 3, ΕΚ), η Επιτροπή διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως, η άσκηση της οποίας προϋποθέτει σύνθετες εκτιμήσεις οικονομικής και κοινωνικής φύσεως, οι οποίες πρέπει να πραγματοποιούνται εντός κοινοτικού πλαισίου. Στο πλαίσιο της εξετάσεως των επιπτώσεων μιας ενισχύσεως στον ανταγωνισμό και το ενδοκοινοτικό εμπόριο, απόκειται στην Επιτροπή να σταθμίζει τις ευεργετικές συνέπειες της ενισχύσεως με τις αρνητικές συνέπειές της στις συνθήκες εμπορίου και στη διατήρηση μη νοθευμένου ανταγωνισμού. Ο δικαστικός έλεγχος της ασκήσεως της εν λόγω εξουσίας εκτιμήσεως περιορίζεται στην επαλήθευση της τηρήσεως των δικονομικών κανόνων και της υποχρεώσεως αιτιολογίας, καθώς και στον έλεγχο της ακρίβειας των πραγματικών περιστατικών που ελήφθησαν υπόψη και της απουσίας πλάνης περί το δίκαιο, πρόδηλης πλάνης περί την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών ή καταχρήσεως εξουσίας.

    (βλ. σκέψεις 82-83)

    8. Η κατάργηση μιας παράνομης ενισχύσεως μέσω της αναζητήσεώς της αποτελεί τη λογική συνέπεια της διαπιστώσεως του παράνομου χαρακτήρα της. Κατά συνέπεια, η αναζήτηση μιας κρατικής ενισχύσεως, παρανόμως χορηγηθείσας, με σκοπό την αποκατάσταση της προτέρας καταστάσεως, δεν μπορεί, καταρχήν, να θεωρηθεί ως μέτρο δυσανάλογο προς τους στόχους των διατάξεων της Συνθήκης στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων.

    Με την αναζήτηση της ενισχύσεως, ο αποδέκτης χάνει το πλεονέκτημα που διέθετε στην αγορά έναντι των ανταγωνιστών του και επανέρχονται τα πράγματα στην προ της καταβολής της ενισχύσεως κατάσταση. Από τη λειτουργία αυτή της αναζητήσεως προκύπτει επίσης ότι, κατά κανόνα, πλην εξαιρετικών περιστάσεων, η Επιτροπή δεν υπερβαίνει τη διακριτική της ευχέρεια, την οποία έχει αναγνωρίσει η νομολογία του Δικαστηρίου, οσάκις ζητεί από το κράτος μέλος να αναζητήσει τα ποσά που χορηγήθηκαν υπό μορφή παράνομων ενισχύσεων, διότι δεν πράττει άλλο από το να ζητεί την αποκατάσταση της προτέρας καταστάσεως.

    (βλ. σκέψεις 103-104)

    9. Δεν μπορεί βέβαια να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ο αποδέκτης της παράνομης ενισχύσεως να επικαλεστεί τις εξαιρετικές περιστάσεις που στήριξαν δικαιολογημένα την εμπιστοσύνη του στον νόμιμο χαρακτήρα της ενισχύσεως αυτής και, κατά συνέπεια, να αντιταχθεί στην επιστροφή της.

    Αντιθέτως, ένα κράτος μέλος, οι αρχές του οποίου χορήγησαν ενίσχυση κατά παράβαση των κανόνων διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 93 της Συνθήκης (νυν άρθρο 88 ΕΚ), δεν μπορεί να επικαλεστεί τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των δικαιούχων για να αποφύγει την υποχρέωση να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση αποφάσεως της Επιτροπής που διατάσσει την αναζήτηση της ενισχύσεως. Αν γινόταν δεκτή η δυνατότητα αυτή, αυτό θα στερούσε, στην πραγματικότητα, από τις διατάξεις των άρθρων 92 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 87 ΕΚ) και 93 της Συνθήκης κάθε πρακτική αποτελεσματικότητα, στο μέτρο που οι εθνικές αρχές θα μπορούσαν με τον τρόπο αυτό να στηριχθούν στη δική τους παράνομη συμπεριφορά για να εμποδίσουν την αποτελεσματικότητα των αποφάσεων που εξέδωσε η Επιτροπή βάσει αυτών των διατάξεων της Συνθήκης.

    (βλ. σκέψεις 111-112)

    Top