Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62021TJ0790

    Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (ένατο τμήμα) της 15ης Νοεμβρίου 2023.
    PL κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
    Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Τοποθέτηση σε νέα θέση προς το συμφέρον της υπηρεσίας – Απόφαση με αναδρομική ισχύ εκδοθείσα σε εκτέλεση αποφάσεων του δικαστή της Ένωσης – Άρθρο 266 ΣΛΕΕ – Άρθρα 22α και 22γ του ΚΥΚ – Πλημμέλεια της προ της ασκήσεως προσφυγής-αγωγής διαδικασίας – Αρχή της χρηστής διοικήσεως – Δικαίωμα ακροάσεως – Αρχή της αμεροληψίας – Εύλογη προθεσμία – Καθήκον μέριμνας – Ευθύνη – Ηθική βλάβη.
    Υπόθεση T-790/21.

    ECLI identifier: ECLI:EU:T:2023:724

    Υπόθεση T‑790/21

    PL

    κατά

    Ευρωπαϊκής Επιτροπής

    Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (ένατο τμήμα) της 15ης Νοεμβρίου 2023

    «Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Τοποθέτηση σε νέα θέση προς το συμφέρον της υπηρεσίας – Απόφαση με αναδρομική ισχύ εκδοθείσα σε εκτέλεση αποφάσεων του δικαστή της Ένωσης – Άρθρο 266 ΣΛΕΕ – Άρθρα 22α και 22γ του ΚΥΚ – Πλημμέλεια της προ της ασκήσεως προσφυγής-αγωγής διαδικασίας – Αρχή της χρηστής διοικήσεως – Δικαίωμα ακροάσεως – Αρχή της αμεροληψίας – Εύλογη προθεσμία – Καθήκον μέριμνας – Ευθύνη – Ηθική βλάβη»

    1. Υπάλληλοι – Οργάνωση των υπηρεσιών – Υπηρεσιακή τοποθέτηση των υπαλλήλων – Τοποθέτηση σε νέα θέση – Διακριτική ευχέρεια της διοικήσεως – Όρια – Συμφέρον της υπηρεσίας – Τοποθέτηση υπαλλήλου σε νέα θέση προς το συμφέρον της υπηρεσίας λόγω δυσχερειών αναγόμενων στις προσωπικές σχέσεις – Επιτρέπεται

      (Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 7 § 1)

      (βλ. σκέψεις 51-53)

    2. Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Καταγγελία πραγματικών περιστατικών βάσει των οποίων είναι δυνατόν να τεκμαίρεται η ύπαρξη παράνομης δραστηριότητας ή σοβαρής παραβάσεως – Προστασία του υπαλλήλου που γνωστοποίησε τέτοια πραγματικά περιστατικά υπό την ιδιότητά του ως πληροφοριοδότη – Υποχρέωση των θεσμικών οργάνων να θεσπίσουν εσωτερικούς κανόνες σχετικά με την εξέταση των διοικητικών ενστάσεων που υποβάλλονται από υπαλλήλους πληροφοριοδότες – Περιεχόμενο

      (Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 22α § 3, 22β και 22γ)

      (βλ. σκέψεις 55, 56, 58, 164-175)

    3. Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Καταγγελία πραγματικών περιστατικών βάσει των οποίων είναι δυνατόν να τεκμαίρεται η ύπαρξη παράνομης δραστηριότητας ή σοβαρής παραβάσεως – Τοποθέτηση σε νέα θέση υπαλλήλου που γνωστοποίησε τέτοια πραγματικά περιστατικά – Επιτρέπεται – Προϋπόθεση – Απουσία συνδέσμου μεταξύ της τοποθετήσεως σε νέα θέση και της καταγγελίας εκ μέρους του ενδιαφερόμενου υπαλλήλου – Βάρος αποδείξεως

      (Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 22α)

      (βλ. σκέψεις 57, 182-190)

    4. Υπαλληλικές προσφυγές – Ακυρωτική απόφαση – Αποτελέσματα – Υποχρέωση λήψεως μέτρων εκτελέσεως – Περιεχόμενο – Συνεκτίμηση τόσο του σκεπτικού όσο και του διατακτικού της αποφάσεως – Ακύρωση αποφάσεως περί τοποθετήσεως σε νέα θέση – Έκδοση νέας αποφάσεως περί τοποθετήσεως σε νέα θέση με αναδρομική ισχύ – Επιτρέπεται – Προϋποθέσεις

      (Άρθρο 266 ΣΛΕΕ)

      (βλ. σκέψεις 80, 128-131, 133-139)

    5. Θεμελιώδη δικαιώματα – Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων – Δικαίωμα χρηστής διοικήσεως – Επιταγή περί αμεροληψίας – Έννοια

      (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 41)

      (βλ. σκέψεις 100, 145)

    6. Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αρχές – Τήρηση εύλογης διάρκειας της διαδικασίας – Παράβαση στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας – Αποτελέσματα

      (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 41 § 1)

      (βλ. σκέψεις 104, 105, 114, 235)

    Σύνοψη

    Ο προσφεύγων-ενάγων, PL, τοποθετήθηκε ως προϊστάμενος τμήματος σε αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε τρίτο κράτος, με ισχύ από τις 16 Φεβρουαρίου 2012. Το τμήμα αυτό αποτέλεσε αντικείμενο ερευνών της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), οι οποίες κινήθηκαν το 2011 και το 2013.

    Στις 3 Οκτωβρίου 2012 ο προσφεύγων-ενάγων εξέφρασε στους ιεραρχικώς προϊσταμένους του τους προβληματισμούς του ως προς φερόμενες παρατυπίες στη διαχείριση και στην υλοποίηση ορισμένων έργων.

    Κατόπιν πλειόνων παραπόνων περί ανάρμοστης συμπεριφοράς του προσφεύγοντος-ενάγοντος και κατόπιν προβλημάτων επικοινωνίας που προκλήθηκαν από το τμήμα του και από τον ίδιο, ο προσφεύγων-ενάγων τοποθετήθηκε, με απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2012, σε νέα θέση, στην έδρα της Επιτροπής στις Βρυξέλλες, από την 1η Ιανουαρίου 2013 (στο εξής: πρώτη απόφαση περί τοποθετήσεως σε νέα θέση).

    Με απόφαση της 15ης Απριλίου 2015, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης ακύρωσε την πρώτη απόφαση περί τοποθετήσεως σε νέα θέση λόγω προσβολής των δικαιωμάτων άμυνας του προσφεύγοντος-ενάγοντος ( 1 ). Μια δεύτερη απόφαση περί τοποθετήσεως σε νέα θέση, με το ίδιο περιεχόμενο και με αναδρομική ισχύ, ακυρώθηκε από το Γενικό Δικαστήριο λόγω της αναρμοδιότητας του εκδόντος οργάνου, λαμβανομένης υπόψη της προστασίας που παρέχεται, βάσει του άρθρου 22α του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΚΥΚ), στον προσφεύγοντα-ενάγοντα υπό την ιδιότητά του ως πληροφοριοδότη ( 2 ). Μια τρίτη απόφαση περί τοποθετήσεως σε νέα θέση με αναδρομική ισχύ ανακλήθηκε από την Επιτροπή, ενώ ήταν εκκρεμής νέα ένδικη διαδικασία, προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή εκτέλεση της προηγούμενης αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου ( 3 ).

    Με απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2021 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), η Επιτροπή προέβη και πάλι στην τοποθέτηση του προσφεύγοντος-ενάγοντος σε νέα θέση, με αναδρομική ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2013.

    Ο προσφεύγων-ενάγων, υπό την ιδιότητά του ως πληροφοριοδότης κατά την έννοια του άρθρου 22α του ΚΥΚ, υπέβαλε διοικητική ένσταση βάσει του άρθρου 22γ του ΚΥΚ, το οποίο ορίζει το πλαίσιο της εξέτασης των διοικητικών ενστάσεων που υποβάλλουν οι πληροφοριοδότες στο πλαίσιο της προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας. Κατόπιν μερικής απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεώς του, ο προσφεύγων-ενάγων άσκησε προσφυγή ακυρώσεως και αγωγή αποζημιώσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

    Το Γενικό Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή ακυρώσεως, ερμηνεύει για πρώτη φορά το άρθρο 22γ του ΚΥΚ και εξετάζει την τήρηση των κανόνων που διέπουν το βάρος αποδείξεως σε περίπτωση τοποθετήσεως πληροφοριοδότη σε νέα θέση.

    Κάνοντας εν μέρει δεκτή την αγωγή αποζημιώσεως, το Γενικό Δικαστήριο καταδικάζει την Επιτροπή να καταβάλει στον προσφεύγοντα-ενάγοντα ποσό ύψους 3000 ευρώ προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη λόγω υπέρβασης εύλογης της εύλογης διάρκειας της διοικητικής διαδικασίας.

    Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

    Πρώτον, όσον αφορά το άρθρο 22γ του ΚΥΚ, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι η διάταξη αυτή θεσπίστηκε με σκοπό να επιβάλει στην ΑΔΑ κάθε θεσμικού οργάνου την υποχρέωση να καταρτίσει εσωτερικούς κανόνες για την παροχή εγγυήσεων σε πληροφοριοδότες, συμπεριλαμβανομένης μιας διαδικασίας για την εξέταση των διοικητικών ενστάσεων σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αυτοί αντιμετωπίστηκαν μετά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που υπέχουν από το άρθρο 22α ή το άρθρο 22β του ΚΥΚ ή ως συνέπειά της. Εντούτοις, το εν λόγω άρθρο 22γ ΚΥΚ δεν απαιτεί όλοι οι κανόνες που εφαρμόζονται στους πληροφοριοδότες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την υποβολή διοικητικών ενστάσεων, να προβλέπονται σε μία ενιαία πράξη.

    Εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι, αντιθέτως προς όσα ισχυρίζεται ο προσφεύγων-ενάγων, η Επιτροπή θέσπισε ειδικούς κανόνες σχετικά με την εξέταση των διοικητικών ενστάσεων που υποβάλλονται από πληροφοριοδότες, σύμφωνα με το άρθρο 22γ του ΚΥΚ.

    Δυνάμει των κανόνων αυτών, καταρχάς, η Επιτροπή δεσμεύεται να τηρεί την εμπιστευτικότητα της ταυτότητας του πληροφοριοδότη και να μην αποκαλύπτει το όνομά του στα πρόσωπα που ενδεχομένως εμπλέκονται στις επιλήψιμες πράξεις ούτε σε οποιονδήποτε άλλο ο οποίος δεν έχει απόλυτη ανάγκη να το γνωρίζει, εκτός αν ο πληροφοριοδότης επιτρέπει προσωπικά την αποκάλυψη της ταυτότητάς του ή αν αυτό απαιτείται στο πλαίσιο ποινικής δίωξης που θα μπορούσε να προκύψει από τις πράξεις αυτές ( 4 ). Περαιτέρω, οι κανόνες αυτοί ορίζουν την αρμόδια αρχή για την έκδοση αποφάσεων περί τοποθετήσεως σε νέα θέση πληροφοριοδότη που έχει καταγγείλει δυσλειτουργίες και την αρχή που είναι αρμόδια να αποφαίνεται επί των διοικητικών ενστάσεων που υποβάλλονται κατά των αποφάσεων αυτών ( 5 ). Συναφώς, ούτε το άρθρο 22γ του ΚΥΚ ούτε κάποιος άλλος εσωτερικός κανόνας της Επιτροπής επιβάλλει στην αρμόδια αρχή να ενεργεί χωρίς τη συνδρομή των υπηρεσιών κατά την εξέταση των διοικητικών ενστάσεων.

    Εξάλλου, δυνάμει των κανόνων αυτών, στις διοικητικές ενστάσεις που υποβάλλονται επί τη βάσει του άρθρου 22γ του ΚΥΚ πρέπει να δίδεται, εφόσον δικαιολογείται από τις περιστάσεις, αιτιολογημένη απάντηση εντός προθεσμιών πιο σύντομων σε σχέση με τις προβλεπόμενες στο άρθρο 90 του ΚΥΚ ( 6 ). Επιπλέον, η πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται στη διοικητική ένσταση παρέχεται μόνο στο εξουσιοδοτημένο προσωπικό το οποίο τα έχει απόλυτη ανάγκη. Προβλέπεται επίσης ότι οι διοικητικές ενστάσεις που αφορούν ευαίσθητα θέματα δεν αποτελούν αντικείμενο συζήτησης κατά τη διάρκεια διυπηρεσιακών διαβουλεύσεων ( 7 ).

    Τέλος, οι εν λόγω κανόνες προβλέπουν ότι οι διοικητικές ενστάσεις που προέρχονται από πληροφοριοδότη μπορούν να υποβληθούν μέσω συνοδευτικού εντύπου που παραπέμπει στο άρθρο 22γ του ΚΥΚ, γεγονός που παρέχει τη δυνατότητα στην αρμόδια αρχή να εντοπίσει ήδη από την υποβολή τους τον ευαίσθητο χαρακτήρα τους και να διασφαλίσει την τήρηση των μέτρων προστασίας των πληροφοριοδοτών. Συνεπώς, μολονότι τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα οφείλουν να δηλώσουν στο θεσμικό όργανο ότι είναι πληροφοριοδότες, δεν έχουν την υποχρέωση να περιγράψουν λεπτομερώς στις διοικητικές ενστάσεις τους τις καταγγελθείσες δυσλειτουργίες.

    Δεύτερον, όσον αφορά τους κανόνες σχετικά με το βάρος αποδείξεως σε περίπτωση τοποθετήσεως πληροφοριοδότη σε νέα θέση, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, δυνάμει των κατευθυντήριων γραμμών της Επιτροπής για την καταγγελία δυσλειτουργιών, εναπόκειται στο πρόσωπο που προβαίνει στη λήψη δυσμενούς μέτρου εις βάρος του πληροφοριοδότη να αποδείξει ότι το μέτρο αυτό δικαιολογείται από λόγους που δεν συνδέονται με τη γνωστοποίηση δυσλειτουργιών.

    Εν προκειμένω, η Επιτροπή ανταποκρίθηκε στο βάρος αποδείξεως που φέρει, αποδεικνύοντας ότι η τοποθέτηση του προσφεύγοντος-ενάγοντος σε νέα θέση δεν στηρίχθηκε σε λόγους που συνδέονταν με την καταγγελία δυσλειτουργιών στην οποία προέβη ο τελευταίος, αλλά στην ύπαρξη διαπροσωπικών προβλημάτων με τους συναδέλφους του και τους ιεραρχικώς ανωτέρους του, τα οποία προηγήθηκαν της καταγγελίας αυτής.

    Τρίτον, όσον αφορά την υπέρβαση της εύλογης διάρκειας της διαδικασίας, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η ιδιαίτερα μεγάλη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας η οποία κατέληξε στην έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως οφείλεται στα διαδοχικά σφάλματα της Διοικήσεως. Μολονότι η υπέρβαση της εύλογης προθεσμίας δεν είχε επίπτωση στο ίδιο το περιεχόμενο της αποφάσεως αυτής, μπορεί να δημιούργησε στον προσφεύγοντα-ενάγοντα κατάσταση αβεβαιότητας και ανησυχίας όσον αφορά την κατάστασή του, πολλώ δε μάλλον δεδομένου ότι αυτός επικαλούνταν την ιδιότητά του ως πληροφοριοδότης. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Γενικό Δικαστήριο δέχεται εν μέρει το αίτημα αποζημιώσεως του προσφεύγοντος-ενάγοντος.


    ( 1 ) Απόφαση της 15ης Απριλίου 2015, PL κατά Επιτροπής (F‑96/13, EU:F:2015:29).

    ( 2 ) Απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2018, PL κατά Επιτροπής (T‑689/16, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:925).

    ( 3 ) Με διάταξη της 25ης Νοεμβρίου 2020, PL κατά Επιτροπής (T‑308/20, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2020:571), το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η προσφυγή που άσκησε ο προσφεύγων-ενάγων κατά της τρίτης αποφάσεως περί τοποθετήσεως σε νέα θέση κατέστη άνευ αντικειμένου κατόπιν της ανακλήσεώς της.

    ( 4 ) Ανακοίνωση SEC(2012) 679 final του αντιπροέδρου Šefčovič προς την Επιτροπή, της 6ης Δεκεμβρίου 2012, σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τη διαβίβαση πληροφοριών σε περίπτωση σοβαρών δυσλειτουργιών (whistleblowing) (στο εξής: κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για την καταγγελία δυσλειτουργιών).

    ( 5 ) Απόφαση (2013) 3288 της Επιτροπής, της 4ης Ιουνίου 2013, για την άσκηση των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται από τον ΚΥΚ στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή (ΑΔΑ) και στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων προσλήψεως αρχή (ΑΣΣΠΑ), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση C(2014) 9864 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2014.

    ( 6 ) Κατά το άρθρο 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ, η αρχή κοινοποιεί στον ενδιαφερόμενο την αιτιολογημένη απόφασή της εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από την ημέρα της υποβολής της ενστάσεως.

    ( 7 ) Διοικητική Ανακοίνωση υπ’ αριθ. 79-2013, της 19ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με την υποβολή αιτήσεων δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, διοικητικών ενστάσεων κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ και αιτήσεων αρωγής βάσει του άρθρου 24 του ΚΥΚ.

    Top