Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62021TJ0227

    Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο πενταμελές τμήμα) της 13ης Ιουλίου 2022.
    Illumina, Inc. κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
    Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Αγορά της φαρμακευτικής βιομηχανίας – Άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 – Αίτηση περί παραπομπής προερχόμενη από αρχή ανταγωνισμού μη έχουσα αρμοδιότητα να εξετάσει την πράξη συγκεντρώσεως σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία – Απόφαση της Επιτροπής να εξετάσει την πράξη συγκεντρώσεως – Αποφάσεις της Επιτροπής με τις οποίες κάνει δεκτά τα αιτήματα άλλων εθνικών αρχών ανταγωνισμού να συνυποβάλουν την αίτηση περί παραπομπής – Αρμοδιότητα της Επιτροπής – Προθεσμία υποβολής της αίτησης περί παραπομπής – Έννοια της φράσης “έγινε κατ’ άλλο τρόπο γνωστή” – Εύλογη προθεσμία – Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη – Δημόσιες δηλώσεις της Αντιπροέδρου της Επιτροπής – Ασφάλεια δικαίου.
    Υπόθεση T-227/21.

    ECLI identifier: ECLI:EU:T:2022:447

    Υπόθεση T‑227/21

    ILLUMINA, Inc.

    κατά

    Ευρωπαϊκής Επιτροπής

    Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο πενταμελές τμήμα) της 13ης Ιουλίου 2022

    «Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Αγορά της φαρμακευτικής βιομηχανίας – Άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 – Αίτηση περί παραπομπής προερχόμενη από αρχή ανταγωνισμού μη έχουσα αρμοδιότητα να εξετάσει την πράξη συγκεντρώσεως σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία – Απόφαση της Επιτροπής να εξετάσει την πράξη συγκεντρώσεως – Αποφάσεις της Επιτροπής με τις οποίες κάνει δεκτά τα αιτήματα άλλων εθνικών αρχών ανταγωνισμού να συνυποβάλουν την αίτηση περί παραπομπής – Αρμοδιότητα της Επιτροπής – Προθεσμία υποβολής της αίτησης περί παραπομπής – Έννοια της φράσης “έγινε κατ’ άλλο τρόπο γνωστή” – Εύλογη προθεσμία – Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη – Δημόσιες δηλώσεις της Αντιπροέδρου της Επιτροπής – Ασφάλεια δικαίου»

    1. Ένδικη διαδικασία – Παρέμβαση – Προϋποθέσεις παραδεκτού – Συμφέρον για την επίλυση της διαφοράς – Έννοια – Διαφορά σχετική με τη νομιμότητα αποφάσεως της Επιτροπής να εξετάσει πράξη συγκέντρωσης κατόπιν αιτήσεως εθνικών αρχών ανταγωνισμού – Αναγνώριση της ιδιότητας του παρεμβαίνοντος σε μία από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις – Κτήση του αποκλειστικού ελέγχου της παρεμβαίνουσας από την έτερη συμμετέχουσα επιχείρηση συνοδευόμενη από μεταβολή του εταιρικού τύπου – Αίτημα ανακλήσεως της ιδιότητας του παρεμβαίνοντος – Διατήρηση του συμφέροντος προς επίλυση της διαφοράς

      (Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 40, εδ. 2, και 53, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 89 § 3, στοιχείο βʹ, 145 § 1 και 154 § 3)

      (βλ. σκέψεις 55-59)

    2. Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Πράξεις παράγουσες δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα – Πράξεις μεταβάλλουσες τη νομική κατάσταση του προσφεύγοντος – Απόφαση της Επιτροπής να εξετάσει πράξη συγκέντρωσης κατόπιν αιτήσεως εθνικών αρχών ανταγωνισμού – Εμπίπτει

      (Άρθρα 263 και 288, εδ. 4, ΣΛΕΕ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 22 § 3, εδ. 1, και 4)

      (βλ. σκέψεις 63-76)

    3. Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Πράξεις παράγουσες δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα – Προπαρασκευαστικές πράξεις – Έγγραφο της Επιτροπής με το οποίο οι συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις ενημερώνονται σχετικά με αίτηση περί παραπομπής για την εξέταση της οικείας πράξης προερχόμενη από εθνική αρχή ανταγωνισμού – Δεν εμπίπτει

      (Άρθρο 263 ΣΛΕΕ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 22 § 2, εδ. 1)

      (βλ. σκέψεις 79-81)

    4. Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Εξέταση βάσει αιτήσεως περί παραπομπής προερχόμενης από εθνική αρχή ανταγωνισμού και συνακόλουθων αιτημάτων συνυποβολής της προερχόμενων από άλλες εθνικές αρχές ανταγωνισμού – Προϋποθέσεις – Συγκέντρωση κατά την έννοια του κανονισμού 139/2004 – Έλλειψη ευρωπαϊκής διάστασης – Επηρεασμός του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών – Απειλή σημαντικών επιπτώσεων στον ανταγωνισμό στο έδαφος των οικείων κρατών μελών – Επαρκείς προϋποθέσεις

      (Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 1 και 22 §§ 1 και 3)

      (βλ. σκέψεις 89, 116, 121, 123, 141-145)

    5. Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών αρχών ανταγωνισμού – Εξέταση από την Επιτροπή – Αίτηση περί παραπομπής προερχόμενη από εθνική αρχή ανταγωνισμού – Πράξη μη εμπίπτουσα στο πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας περί ελέγχου των συγκεντρώσεων του οικείου κράτους μέλους – Μη καθοριστική περίσταση

      (Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 22 §§ 1 και 3)

      (βλ. σκέψεις 90-92, 94, 107, 110, 113, 114, 116, 134, 139, 148)

    6. Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Αίτηση περί παραπομπής προερχόμενη από εθνική αρχή ανταγωνισμού μη έχουσα αρμοδιότητα να εξετάσει την επίμαχη πράξη κατά την εθνική νομοθεσία – Αρμοδιότητα της Επιτροπής – Παραβίαση των αρχών της δοτής αρμοδιότητας, της επικουρικότητας και της αναλογικότητας – Δεν υφίσταται – Σεβασμός της αρχής της ασφάλειας δικαίου

      (Άρθρα 4 και 5 ΣΕΕ· πρωτόκολλο αριθ. 2 το οποίο προσαρτάται στις Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 22)

      (βλ. σκέψεις 154, 155, 157-160, 162-165, 167, 168, 170-178)

    7. Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Αίτηση περί παραπομπής προερχόμενη από εθνική αρχή ανταγωνισμού σχετικά με μη κοινοποιητέα πράξη – Προθεσμία υποβολής – Έναρξη – Κατ’ άλλο τρόπο γνωστοποίηση της συγκέντρωσης προς το οικείο κράτος μέλος – Έννοια – Ανάγκη ενεργού διαβίβασης πληροφοριών που να καθιστούν δυνατή την αξιολόγηση της συνδρομής των προϋποθέσεων εφαρμογής του μηχανισμού παραπομπής

      (Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 22 § 1, εδ. 2)

      (βλ. σκέψεις 192, 198-211)

    8. Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Υποχρεώσεις της Επιτροπής – Τήρηση εύλογης προθεσμίας – Εφαρμογή επί αποστολής ενημερωτικού εγγράφου σχετικά με συγκέντρωση στερούμενη ευρωπαϊκής διαστάσεως και μη εμπίπτουσα στο πεδίο εφαρμογής των κανόνων περί ελέγχου των συγκεντρώσεων των κρατών μελών – Προκαταρκτική αξιολόγηση της συνδρομής των προϋποθέσεων εφαρμογής του μηχανισμού παραπομπής – Κριτήρια αξιολόγησης – Συνεκτίμηση των θεμελιωδών σκοπών της αποτελεσματικότητας και της ταχύτητας καθώς και της σαφήνειας της κατανομής των αντίστοιχων τομέων παρέμβασης των εθνικών αρχών και της Ένωσης

      (Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 22 § 5)

      (βλ. σκέψεις 221-226)

    9. Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αρχές – Προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης – Προϋποθέσεις – Συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις εκ μέρους της Διοίκησης – Έννοια – Δημόσιες δηλώσεις μέλους της Επιτροπής με τις οποίες εξαγγέλλεται αλλαγή της πρακτικής της Επιτροπής κατά τη λήψη αποφάσεων στον τομέα του ελέγχου των συγκεντρώσεων – Δεν εμπίπτουν

      (Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 22)

      (βλ. σκέψεις 254, 262, 263, 265)

    Σύνοψη

    Το Γενικό Δικαστήριο επικυρώνει τις αποφάσεις της Επιτροπής για την αποδοχή αιτήσεως περί παραπομπής προερχόμενης από τη Γαλλία, την οποία συνυπέβαλαν και άλλα κράτη μέλη, με αντικείμενο την αξιολόγηση του σχεδίου εξαγοράς της Grail από την Illumina.

    Συγκεκριμένα, η Επιτροπή είναι αρμόδια να εξετάσει τη συγκέντρωση αυτή η οποία δεν έχει ευρωπαϊκή διάσταση ούτε εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εθνικής νομοθεσίας περί ελέγχου των συγκεντρώσεων των κρατών μελών της Ένωσης και των συμβαλλόμενων κρατών στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.

    Η Illumina είναι αμερικανική επιχείρηση ειδικευμένη στην αλληλούχηση γονιδιώματος. Αναπτύσσει, κατασκευάζει και διαθέτει στο εμπόριο ολοκληρωμένα συστήματα γενετικής ανάλυσης, ιδίως νέας γενιάς ακολουθίες γονιδιώματος οι οποίες χρησιμοποιούνται, μεταξύ άλλων, για την ανάπτυξη εξετάσεων ανίχνευσης του καρκίνου. Η Grail είναι αμερικανική επιχείρηση βιοτεχνολογίας η οποία στηρίζεται στην αλληλούχηση γονιδιώματος για την ανάπτυξη τέτοιων εξετάσεων ανίχνευσης.

    Στις 21 Σεπτεμβρίου 2020 οι δύο ως άνω επιχειρήσεις ( 1 ) δημοσιοποίησαν σχέδιο για την απόκτηση του αποκλειστικού ελέγχου της Grail από την Illumina. Λόγω του ότι ο κύκλος εργασιών δεν υπερέβαινε τα προβλεπόμενα συναφώς κατώτατα όρια, η επίμαχη συγκέντρωση δεν είχε ευρωπαϊκή διάσταση, κατά την έννοια του άρθρου 1 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων ( 2 ), με αποτέλεσμα να μην κοινοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δεν κοινοποιήθηκε ούτε στα κράτη μέλη της Ένωσης ή στα συμβαλλόμενα κράτη στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, διότι δεν υπερέβαινε ούτε τα προβλεπόμενα εθνικά κατώτατα όρια.

    Σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων, μια εθνική αρχή ανταγωνισμού δύναται να ζητήσει την παραπομπή στην Επιτροπή της εξέτασης μιας συγκέντρωσης που δεν έχει μεν ευρωπαϊκή διάσταση, αλλά επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών και απειλεί να επηρεάσει σημαντικά τον ανταγωνισμό στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους.

    Πλην όμως, εν προκειμένω, η Επιτροπή, κατόπιν υποβολής στην ίδια στις 7 Δεκεμβρίου 2020 καταγγελίας σχετικά με την επίμαχη συγκέντρωση, κατέληξε στο αρχικό συμπέρασμα ότι προέκυπτε ότι η εν λόγω συγκέντρωση πληρούσε τις αναγκαίες προϋποθέσεις ώστε να αποτελέσει αντικείμενο παραπομπής από εθνική αρχή ανταγωνισμού ( 3 ). Συνεπώς, στις 19 Φεβρουαρίου 2021 απηύθυνε έγγραφο στα κράτη μέλη (στο εξής: πρόσκληση), προκειμένου, αφενός, να τα ενημερώσει και, αφετέρου, να τα καλέσει να της υποβάλουν αίτηση περί παραπομπής βάσει του άρθρου 22 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων. Στις 9 Μαρτίου 2021 η Autorité de la concurrence française (Γαλλική Αρχή Ανταγωνισμού) της υπέβαλε αίτηση περί παραπομπής, την οποία ζήτησαν να συνυποβάλουν –η καθεμία στον βαθμό που την αφορούσε– η ελληνική, η βελγική, η νορβηγική, η ισλανδική και η ολλανδική αρχή ανταγωνισμού. Στις 11 Μαρτίου 2021 η Επιτροπή ενημέρωσε τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις σχετικά με την αίτηση περί παραπομπής (στο εξής: ενημερωτικό έγγραφο). Με αποφάσεις της 19ης Απριλίου 2021 (στο εξής: προσβαλλόμενες αποφάσεις), η Επιτροπή έκανε δεκτή την αίτηση περί παραπομπής, καθώς και τα αντίστοιχα αιτήματα περί συνυποβολής της.

    Η Illumina, υποστηριζόμενη από την Grail, άσκησε προσφυγή ακυρώσεως κατά των προσβαλλόμενων αποφάσεων καθώς και κατά του ενημερωτικού εγγράφου. Με την απόφασή του, η οποία εκδίδεται από πενταμελή σύνθεση δικάζουσα με την ταχεία διαδικασία, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή αυτή στο σύνολό της. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης υπόθεσης, το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται για πρώτη φορά επί της εφαρμογής του μηχανισμού παραπομπής του άρθρου 22 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων σε πράξη η οποία δεν υπόκειται σε υποχρέωση κοινοποίησης στο κράτος που ζήτησε την παραπομπή της, αλλά συνεπάγεται την εξαγορά επιχείρησης με σημασία για τον ανταγωνισμό που δεν αντικατοπτρίζεται στον κύκλο εργασιών της. Εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο κάνει δεκτό, κατ’ αρχήν, ότι η Επιτροπή μπορεί να κρίνει ότι έχει αρμοδιότητα σε μια τέτοια περίπτωση. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο παρέσχε διευκρινίσεις σχετικά με τον υπολογισμό της προθεσμίας των 15 εργάσιμων ημερών που τάσσεται στα κράτη μέλη για την υποβολή αιτήσεως περί παραπομπής σε μια τέτοια περίπτωση.

    Η ανάλυση που γίνεται δεκτή από το Γενικό Δικαστήριο προανάγγελλε μια νέα προσέγγιση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του μηχανισμού παραπομπής του άρθρου 22 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων κατά τα διαλαμβανόμενα στις δημοσιευθείσες στις 31 Μαρτίου 2021 οδηγίες ( 4 ), η πρακτική εφαρμογή της οποίας επιτρέπει ώστε να καταλαμβάνονται πληρέστερα, από τους κανόνες της Ένωσης στον τομέα του ελέγχου των συγκεντρώσεων, πράξεις στις οποίες συμμετέχουν καινοτόμες επιχειρήσεις με έντονο ανταγωνιστικό δυναμικό.

    Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

    Αρχικώς, το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται επί του παραδεκτού της προσφυγής, το οποίο αμφισβητεί η Επιτροπή στηριζόμενη στη φύση των προσβαλλόμενων πράξεων.

    Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει, αφενός, ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις έχουν, αυτές καθ’ εαυτές, δεσμευτικό χαρακτήρα και, αφετέρου, ότι καθεμιά τους συνεπάγεται μεταβολή του νομικού καθεστώτος που τυγχάνει εφαρμογής στην εξέταση της επίμαχης συγκέντρωσης. Επιπλέον, οι αποφάσεις αυτές, με τις οποίες περατώθηκε η ειδική διαδικασία παραπομπής, αποτύπωσαν οριστικώς τη θέση της Επιτροπής επί του εν λόγω ζητήματος. Ειδικότερα, η Επιτροπή, κάνοντας δεκτές τις αιτήσεις που υπέβαλαν οι οικείες εθνικές αρχές ανταγωνισμού, δυνάμει του άρθρου 22 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων, έκρινε ότι είναι αρμόδια να εξετάσει την επίμαχη συγκέντρωση βάσει του διαδικαστικού και ουσιαστικού συστήματος που προβλέπει συναφώς ο κανονισμός περί συγκεντρώσεων, στο οποίο εντάσσεται, ιδίως, η υποχρέωση αναστολής του άρθρου 7 του ίδιου κανονισμού. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις πρέπει, επομένως, να θεωρηθούν ως πράξεις δεκτικές προσφυγής κατά την έννοια του άρθρου 263 ΣΛΕΕ.

    Αντιθέτως, κατά το Γενικό Δικαστήριο, δεν ισχύει το ίδιο όσον αφορά το ενημερωτικό έγγραφο το οποίο, μολονότι και αυτό ενεργοποιεί την υποχρέωση αναστολής, παραμένει, ωστόσο, ένα απλό ενδιάμεσο στάδιο της διαδικασίας παραπομπής, με αποτέλεσμα να κρίνεται απαράδεκτη η προσφυγή κατά το μέρος που βάλλει κατά του ενημερωτικού αυτού εγγράφου.

    Εν συνεχεία, όσον αφορά την ουσία της υπόθεσης, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει, πρώτον, τον λόγο ακυρώσεως με τον οποίον προβάλλεται αναρμοδιότητα της Επιτροπής. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει εκ προοιμίου ότι καλείται, στο οικείο πλαίσιο, να κρίνει αν, βάσει του άρθρου 22 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων, η Επιτροπή είναι αρμόδια να εξετάσει συγκέντρωση για την οποία έχει υποβληθεί αίτηση περί παραπομπής από κράτος μέλος που διαθέτει εθνικό σύστημα ελέγχου των συγκεντρώσεων αλλά αυτή δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω εθνικής νομοθεσίας.

    Εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει, αφενός, ότι η Επιτροπή, κρίνοντας ότι έχει αρμοδιότητα σε μια τέτοια περίπτωση, δεν έχει στηριχθεί σε εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 22 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων.

    Ειδικότερα, το γράμμα της διάταξης αυτής, ιδίως δε η χρήση της φράσης «μια συγκέντρωση», υποδηλώνει ότι ένα κράτος μέλος δικαιούται να παραπέμπει στην Επιτροπή κάθε συγκέντρωση που πληροί τις προβλεπόμενες στην ως άνω διάταξη σωρευτικές προϋποθέσεις, τούτο δε ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή του περιεχομένου εθνικής νομοθεσίας στον τομέα του ελέγχου των συγκεντρώσεων. Επιπλέον, από το ιστορικό θεσπίσεως της ίδιας διάταξης προκύπτει ότι ο μηχανισμός παραπομπής τον οποίο αυτή θεσπίζει προοριζόταν αρχικώς να εξυπηρετεί κυρίως τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν δικό τους σύστημα ελέγχου των συγκεντρώσεων, χωρίς, ωστόσο, να περιορίζει τη δυνατότητα εφαρμογής του μόνον στις περιπτώσεις αυτές. Περαιτέρω, υπό το πρίσμα της γενικής οικονομίας του κανονισμού περί συγκεντρώσεων και των σκοπών που αυτός επιδιώκει, το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι το πεδίο εφαρμογής του και, ως εκ τούτου, η έκταση της αρμοδιότητας της Επιτροπής προς εξέταση συγκεντρώσεων εξαρτώνται, ασφαλώς, πρωτίστως, από την υπέρβαση των κατώτατων ορίων κύκλου εργασιών που καθορίζουν την ευρωπαϊκή διάσταση, αλλά και, δευτερευόντως, από τους μηχανισμούς παραπομπής που προβλέπονται, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 22 του εν λόγω κανονισμού.

    Υπό τις συνθήκες αυτές, έχοντας υπενθυμίσει ότι σκοπός του κανονισμού περί συγκεντρώσεων είναι να καταστεί δυνατός ο αποτελεσματικός έλεγχος όλων των συγκεντρώσεων που έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη διάρθρωση του ανταγωνισμού εντός της Ένωσης, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει, τέλος, ότι ο επίμαχος μηχανισμός παραπομπής εμφανίζεται ως διορθωτικός μηχανισμός που συμβάλλει στην επίτευξη του ως άνω σκοπού. Ειδικότερα, παρέχει την απαραίτητη ευελιξία για την εξέταση, σε επίπεδο Ένωσης, πράξεων συγκέντρωσης ικανών να παρακωλύσουν σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά, οι οποίες, άλλως, θα εξέφευγαν του ελέγχου βάσει των συστημάτων ελέγχου των συγκεντρώσεων τόσο της Ένωσης όσο και των κρατών μελών, λόγω μη υπέρβασης των κατώτατων ορίων κύκλου εργασιών. Συνεπώς, κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 22 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων έκρινε η Επιτροπή ότι είχε αρμοδιότητα να εξετάσει την επίμαχη συγκέντρωση.

    Αφετέρου, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι μια τέτοια ερμηνεία δεν παραβιάζει ούτε την αρχή της δοτής αρμοδιότητας ( 5 ) ούτε την αρχή της επικουρικότητας ( 6 ) ούτε την αρχή της αναλογικότητας ( 7 ). Τέλος, όσον αφορά την αρχή της ασφάλειας δικαίου, το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι μόνον η δοθείσα στο πλαίσιο των προσβαλλομένων αποφάσεων ερμηνεία επιτυγχάνει την αναγκαία ασφάλεια δικαίου και την ομοιόμορφη εφαρμογή του άρθρου 22 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων στην Ένωση. Το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει, επομένως, στο συμπέρασμα ότι ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίον προβάλλεται αναρμοδιότητα της Επιτροπής είναι αβάσιμος στο σύνολό του.

    Όσον αφορά, δεύτερον, τον λόγο ακυρώσεως που αντλείται, κατά κύριο λόγο, από το εκπρόθεσμο της αιτήσεως περί παραπομπής, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, κατά το άρθρο 22, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού περί συγκεντρώσεων, η αίτηση περί παραπομπής πρέπει να υποβληθεί εντός προθεσμίας δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία που η συγκέντρωση έγινε κατ’ άλλο τρόπο γνωστή στο οικείο κράτος μέλος, εφόσον δεν απαιτείται κοινοποίησή της.

    Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει, κατ’ αρχάς, ότι μια τέτοια κατ’ άλλο τρόπο γνωστοποίηση έχει την έννοια της ενεργού διαβίβασης πληροφοριών προς το οικείο κράτος μέλος, ικανών να του παράσχουν τη δυνατότητα να αξιολογήσει, προκαταρκτικώς, αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για την παραπομπή. Επομένως, εν προκειμένω, την προβλεπόμενη κατ’ άλλο τρόπο γνωστοποίηση συνιστά η πρόσκληση. Υπό τις συνθήκες δε αυτές, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η αίτηση περί παραπομπής υποβλήθηκε εγκαίρως, όπερ αποκλείει τον χαρακτηρισμό της ως εκπρόθεσμης.

    Πάντως, στο πλαίσιο της εξέτασης των επικουρικών αιτιάσεων που αντλούνται από παραβίαση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της «χρηστής διοίκησης», το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει, εν συνεχεία, ότι η Επιτροπή εξακολουθεί να υπόκειται στην υποχρέωση τήρησης εύλογης προθεσμίας κατά τη διεξαγωγή των διοικητικών διαδικασιών, ιδίως, στο πλαίσιο του ελέγχου των συγκεντρώσεων, λαμβανομένων υπόψη των θεμελιωδών σκοπών της αποτελεσματικότητας και της ταχύτητας που διαπνέουν τον κανονισμό περί συγκεντρώσεων. Πλην, όμως, εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι η παρέλευση χρονικού διαστήματος 47 ημερών μεταξύ της παραλαβής της καταγγελίας και της αποστολής της πρόσκλησης δεν ήταν εύλογη. Εντούτοις, στον βαθμό που η εν λόγω μη τήρηση εύλογης προθεσμίας εκ μέρους της Επιτροπής δεν αποδεικνύεται ότι επηρέασε την ικανότητα των συμμετεχουσών επιχειρήσεων να αμυνθούν αποτελεσματικώς, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ακύρωση των προσβαλλόμενων αποφάσεων. Κατά συνέπεια, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει και τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως στο σύνολό του.

    Τέλος, τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει επίσης τον λόγο ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται παραβίαση των αρχών της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο, εκτιμώντας ότι οι ισχυρισμοί σχετικά με τη δεύτερη αυτή αρχή δεν τεκμηριώνονται επαρκώς, περιορίζει την εξέτασή του στις αιτιάσεις που αφορούν την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Υπενθυμίζει συναφώς ότι, προκειμένου να δύναται ο διοικούμενος να την επικαλεστεί λυσιτελώς, απόκειται σε αυτόν να αποδείξει ότι έχει λάβει από τις αρμόδιες αρχές της Ένωσης συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις, προερχόμενες από αρμόδιες και αξιόπιστες πηγές, ικανές να του δημιουργήσουν βάσιμες προσδοκίες. Πλην όμως, εν προκειμένω, η Illumina δεν κατόρθωσε να αποδείξει ότι συνέτρεχαν τέτοιες περιστάσεις και δεν μπορεί να επικαλεστεί λυσιτελώς την αλλαγή της πρακτικής της Επιτροπής κατά τη λήψη αποφάσεων.


    ( 1 ) Στο εξής από κοινού: συμμετέχουσες επιχειρήσεις.

    ( 2 ) Κανονισμός (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ 2004, L 24, σ. 1) (στο εξής: κανονισμός περί συγκεντρώσεων).

    ( 3 ) Όσον αφορά, ειδικότερα, τις δυνητικές επιπτώσεις της επίμαχης συγκέντρωσης στον ανταγωνισμό εντός της εσωτερικής αγοράς, η Επιτροπή, βάσει της προκαταρκτικής αξιολόγησης που διεξήγαγε, εξέφρασε προβληματισμό ως προς το γεγονός ότι η συγκέντρωση θα μπορούσε να παράσχει στην Illumina, η θέση της οποίας στην Ευρώπη είναι εδραιωμένη, τη δυνατότητα να εμποδίσει την πρόσβαση των ανταγωνιστών της Grail στα συστήματα αλληλούχησης νέας γενιάς που είναι αναγκαία για την ανάπτυξη των εξετάσεων ανίχνευσης του καρκίνου και, ως εκ τούτου, να περιορίσει τη μελλοντική ανάπτυξή τους.

    ( 4 ) Οδηγίες της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του μηχανισμού παραπομπής του άρθρου 22 του κανονισμού συγκεντρώσεων σε ορισμένες κατηγορίες υποθέσεων (ΕΕ 2021, C 113, σ. 1).

    ( 5 ) Όπως προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, ΣΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 ΣΕΕ.

    ( 6 ) Όπως ορίζεται στο άρθρο 5, παράγραφοι 1 και 3, ΣΕΕ και εφαρμόζεται με βάση το πρωτόκολλο (αριθ. 2) σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας (ΕΕ 2016, C 202, σ. 206).

    ( 7 ) Όπως θεσπίζεται στο άρθρο 5, παράγραφοι 1 και 4, ΣΕΕ.

    Top