Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62021CJ0159

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 22ας Σεπτεμβρίου 2022.
    GM κατά Országos Idegenrendészeti Főigazgatóság κ.λπ.
    Προδικαστική παραπομπή – Κοινή πολιτική στον τομέα του ασύλου και της μετανάστευσης – Οδηγία 2011/95/ΕΕ – Κανόνες σχετικά με τις προϋποθέσεις χορήγησης του καθεστώτος του πρόσφυγα ή του καθεστώτος επικουρικής προστασίας – Ανάκληση του καθεστώτος – Οδηγία 2013/32/ΕΕ – Κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας – Κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια – Γνωμοδότηση ειδικής αρχής – Πρόσβαση στον φάκελο.
    Υπόθεση C-159/21.

    Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2022:708

    Υπόθεση C‑159/21

    GM

    κατά

    Országos Idegenrendészeti Főigazgatóság
    και
    Alkotmányvédelmi Hivatal
    και
    Terrorelhárítási Központ

    (αίτηση του Fővárosi Törvényszék για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 22ας Σεπτεμβρίου 2022

    «Προδικαστική παραπομπή – Κοινή πολιτική στον τομέα του ασύλου και της μετανάστευσης – Οδηγία 2011/95/ΕΕ – Κανόνες σχετικά με τις προϋποθέσεις χορήγησης του καθεστώτος του πρόσφυγα ή του καθεστώτος επικουρικής προστασίας – Ανάκληση του καθεστώτος – Οδηγία 2013/32/ΕΕ – Κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας – Κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια – Γνωμοδότηση ειδικής αρχής – Πρόσβαση στον φάκελο»

    1. Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Πολιτική ασύλου – Διαδικασίες για τη χορήγηση και την ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας – Οδηγία 2013/32 – Δικαίωμα χρηστής διοικήσεως – Δικαίωμα πραγματικής δικαστικής προσφυγής – Απόφαση περί απορρίψεως αιτήσεως διεθνούς προστασίας ή περί ανακλήσεως του καθεστώτος διεθνούς προστασίας στηριζόμενη σε πληροφορίες που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια του οικείου κράτους μέλους – Εθνική ρύθμιση βάσει της οποίας προβλέπεται για τον ενδιαφερόμενο ή τον σύμβουλό του η μερική πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες κατόπιν αδείας – Απαγόρευση χρησιμοποίησης των εν λόγω πληροφοριών στο πλαίσιο διοικητικής ή ένδικης διαδικασίας – Δεν επιτρέπεται

      (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· οδηγία 2013/32 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 23 § 1 και 45 §§ 3 και 4)

      (βλ. σκέψεις 37-39, 42-58, 60, διατακτ. 1)

    2. Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Πολιτική ασύλου – Διαδικασίες για τη χορήγηση και την ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας – Οδηγία 2013/32 – Δικαίωμα χρηστής διοικήσεως – Δικαίωμα πραγματικής δικαστικής προσφυγής – Απόφαση περί απορρίψεως αιτήσεως διεθνούς προστασίας ή περί ανακλήσεως του καθεστώτος διεθνούς προστασίας στηριζόμενη σε πληροφορίες που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια του οικείου κράτους μέλους – Αιτιολόγηση της αποφάσεως – Ακριβής και πλήρης αιτιολογία αναγόμενη στην εθνική ασφάλεια της οποίας δεν είχε λάβει γνώση ο ενδιαφερόμενος – Επιτρεπτό – Προϋπόθεση – Στάθμιση των απαιτήσεων που συνδέονται με την εθνική ασφάλεια και του δικαιώματος πραγματικής δικαστικής προσφυγής

      (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· οδηγία 2013/32 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 23 § 1, εδ. 2, στοιχείο βʹ, και 45 § 3)

      (βλ. σκέψεις 49-52)

    3. Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Πολιτική ασύλου – Καθεστώς πρόσφυγα ή καθεστώς επικουρικής προστασίας – Οδηγία 2011/95 – Αποκλεισμός από το καθεστώς επικουρικής προστασίας – Λόγοι αποκλεισμού – Κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια – Απόφαση περί απορρίψεως αιτήσεως διεθνούς προστασίας ή περί ανακλήσεως του καθεστώτος διεθνούς προστασίας στηριζόμενη σε πληροφορίες που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια του οικείου κράτους μέλους – Μη αιτιολογημένη γνωμοδότηση, εκδοθείσα από ειδικά όργανα σε θέματα εθνικής ασφάλειας, με την οποία διαπιστώνεται ότι ένα πρόσωπο συνιστά απειλή – Εθνική ρύθμιση η οποία επιβάλλει στην αποφαινόμενη αρχή να αποκλείει πρόσωπο από την επικουρική προστασία ή να ανακαλεί την προηγουμένως χορηγηθείσα προστασία στηριζόμενη στην εν λόγω γνωμοδότηση – Δεν επιτρέπεται

      (Οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2011/95, άρθρα 2, στοιχεία δʹ και στʹ, 14 § 4, στοιχείο αʹ, και 17 § 1, στοιχείο δʹ, και 2013/32, άρθρα 4 §§ 1 και 2, 10 §§ 2 και 3, 11 § 2, 23 § 1 και 45 § 3)

      (βλ. σκέψεις 67-69, 72-84, 86, διατακτ. 2)

    4. Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Πολιτική ασύλου – Καθεστώς πρόσφυγα ή καθεστώς επικουρικής προστασίας – Οδηγία 2011/95 – Αποκλεισμός από το καθεστώς επικουρικής προστασίας – Λόγοι αποκλεισμού – Διάπραξη σοβαρού εγκλήματος – Αναγνώριση στον ενδιαφερόμενο του καθεστώτος του πρόσφυγα μετά το πέρας προηγούμενης διαδικασίας – Απόφαση περί αποκλεισμού ληφθείσα επί τη βάσει προηγούμενης καταδίκης η οποία ήταν ήδη γνωστή στις αρμόδιες αρχές κατά την αναγνώριση του καθεστώτος αυτού – Δυνατός ο μεταγενέστερος αποκλεισμός στο πλαίσιο νέας ατομικής αξιολόγησης των πραγματικών περιστατικών από την αρμόδια αρχή

      (Οδηγία 2011/95 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 17 § 1, στοιχείο βʹ)

      (βλ. σκέψεις 89-93, διατακτ. 3)

    Σύνοψη

    Ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας λόγω της διαπίστωσης κινδύνου για την εθνική ασφάλεια: το δίκαιο της Ένωσης αντιτίθεται στην ουγγρική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία ο ενδιαφερόμενος ή ο εκπρόσωπός του έχουν δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο μόνον εκ των υστέρων, κατόπιν αδείας, και δίχως να τους έχουν κοινοποιηθεί οι λόγοι επί των οποίων στηρίχθηκε η σχετική απόφαση

    Οι κανόνες της Ένωσης δεν επιτρέπουν στην υπεύθυνη για την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας αρχή να στηρίζεται συστηματικώς σε μη αιτιολογημένη γνωμοδότηση εκδοθείσα από ειδικά όργανα που είναι επιφορτισμένα με εξειδικευμένα καθήκοντα συνδεόμενα με την εθνική ασφάλεια και τα οποία έχουν διαπιστώσει ότι ένα πρόσωπο συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια.

    Το 2002, ο GM καταδικάστηκε από ουγγρικό δικαστήριο σε στερητική της ελευθερίας ποινή για διακίνηση ναρκωτικών ουσιών. Μετά την υποβολή αιτήσεως ασύλου στην Ουγγαρία, χορηγήθηκε στον GM το καθεστώς του πρόσφυγα με απόφαση του Fővárosi Törvényszék (δικαστηρίου Βουδαπέστης-Πρωτευούσης, Ουγγαρία, στο εξής: αιτούν δικαστήριο), εκδοθείσα τον Ιούνιο του 2012. Με απόφαση που έλαβε τον Ιούλιο του 2019, η Országos Idegenrendézeti Főigazgatóság (Εθνική Γενική Διεύθυνση της Αστυνομίας Μεταναστών, Ουγγαρία) ανακάλεσε το χορηγηθέν στον GM καθεστώς του πρόσφυγα και αρνήθηκε να του χορηγήσει το διεπόμενο από τις οδηγίες 2011/95 ( 1 ) και 2013/32 ( 2 ) καθεστώς επικουρικής προστασίας, εφαρμόζοντας συγχρόνως την αρχή της μη επαναπροωθήσεως. Η απόφαση αυτή στηριζόταν σε μη αιτιολογημένη γνωμοδότηση δύο ειδικών οργάνων, της Alkotmányvédelmi Hivatal (Υπηρεσίας διαφυλάξεως του Συντάγματος) και της Terrorelhárítási Központ Központ (Κεντρικής υπηρεσίας προλήψεως της τρομοκρατίας), με την οποία οι δύο αυτές αρχές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η διαμονή του GM έθετε σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια. Ο GM άσκησε προσφυγή κατά της ως άνω αποφάσεως ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

    Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, μεταξύ άλλων, ως προς τη συμβατότητα της ουγγρικής νομοθεσίας για την πρόσβαση στις διαβαθμισμένες πληροφορίες με το άρθρο 23 της οδηγίας 2013/32 ( 3 ), το οποίο ρυθμίζει το πεδίο εφαρμογής της νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης που δικαιούται ο αιτών διεθνή προστασία. Διερωτάται επίσης κατά πόσον είναι σύμφωνος προς το δίκαιο της Ένωσης ο ουγγρικός κανόνας δικαίου ο οποίος επιβάλλει στη διοίκηση να στηρίζεται σε μη αιτιολογημένη γνωμοδότηση των προαναφερθέντων ειδικών οργάνων, ενώ η ίδια δεν δύναται να εξετάσει την εφαρμογή της ρήτρας αποκλεισμού από τη διεθνή προστασία.

    Το Δικαστήριο κρίνει, μεταξύ άλλων, ότι η οδηγία 2013/32 ( 4 ), ερμηνευόμενη υπό το πρίσμα της γενικής αρχής σχετικά με το δικαίωμα χρηστής διοικήσεως και του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει ότι, όταν μια απόφαση περί απορρίψεως αιτήσεως διεθνούς προστασίας ή περί ανακλήσεως του καθεστώτος διεθνούς προστασίας στηρίζεται σε πληροφορίες των οποίων η δημοσιοποίηση ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια του οικείου κράτους μέλους, ο ενδιαφερόμενος ή ο σύμβουλός του δύνανται να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές μόνον εκ των υστέρων, κατόπιν αδείας, χωρίς καν να τους έχουν κοινοποιηθεί οι λόγοι επί των οποίων στηρίζονται οι αντίστοιχες αποφάσεις, ενώ δεν δύνανται να χρησιμοποιήσουν τις πληροφορίες αυτές στο πλαίσιο ενδεχόμενης μεταγενέστερης διοικητικής ή ένδικης διαδικασίας. Το Δικαστήριο διευκρινίζει επίσης ότι οι οδηγίες 2013/32 και 2011/95 ( 5 ) αντιτίθενται σε εθνική ρύθμιση βάσει της οποίας η υπεύθυνη για την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας αρχή υποχρεούται συστηματικώς, στην περίπτωση που όργανα επιφορτισμένα με εξειδικευμένα καθήκοντα συνδεόμενα με την εθνική ασφάλεια έχουν διαπιστώσει, με μη αιτιολογημένη γνωμοδότηση, ότι ένα πρόσωπο συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια, να αποκλείει το εν λόγω πρόσωπο από την επικουρική προστασία ή να ανακαλεί τη διεθνή προστασία που του είχε χορηγηθεί σε προγενέστερο χρόνο, στηριζόμενη στην ως άνω γνωμοδότηση.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    Όσον αφορά, πρώτον, το ζήτημα αν η εθνική νομοθεσία είναι συμβατή προς το δίκαιο της Ένωσης, στο μέτρο που περιορίζει την πρόσβαση των ενδιαφερομένων ή του εκπροσώπου τους στις εμπιστευτικές πληροφορίες επί τη βάσει των οποίων έχουν ληφθεί αποφάσεις περί ανακλήσεως ή περί αρνήσεως χορήγησης διεθνούς προστασίας για λόγους προστασίας της εθνικής ασφάλειας, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την οδηγία 2013/32 ( 6 ), όταν τα κράτη μέλη περιορίζουν την πρόσβαση σε πληροφορίες ή σε πηγές των οποίων η αποκάλυψη ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο, μεταξύ άλλων, την εθνική ασφάλεια ή την ασφάλεια των πηγών, οφείλουν όχι μόνο να καθιστούν προσβάσιμες τις εν λόγω πληροφορίες ή πηγές στα δικαστήρια που είναι αρμόδια να αποφαίνονται επί της νομιμότητας της αποφάσεως περί διεθνούς προστασίας, αλλά και να θεσπίζουν στο εθνικό δίκαιο διαδικασίες που εξασφαλίζουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων υπεράσπισης του ενδιαφερομένου ( 7 ). Συναφώς, τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν σε σύμβουλο του ενδιαφερομένου πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες, πλην όμως η διαδικασία αυτή δεν αποτελεί τη μόνη δυνατότητα που παρέχεται στα κράτη μέλη για να συμμορφωθούν προς την εν λόγω υποχρέωση. Οι ειδικότερες λεπτομέρειες των θεσπιζόμενων προς τον σκοπό αυτό διαδικασιών εμπίπτουν στην εσωτερική έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους, βάσει της αρχής της δικονομικής αυτονομίας των κρατών μελών, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι δεν είναι λιγότερο ευνοϊκές από εκείνες που διέπουν παρόμοιες καταστάσεις εσωτερικής φύσεως (αρχή της ισοδυναμίας) και ότι δεν καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που απονέμει η έννομη τάξη της Ένωσης (αρχή της αποτελεσματικότητας).

    Το Δικαστήριο υπενθυμίζει επίσης ότι τα δικαιώματα υπεράσπισης δεν συνιστούν απόλυτες προνομίες και ότι το δικαίωμα προσβάσεως στον φάκελο –το οποίο απορρέει από τα δικαιώματα αυτά– μπορεί, επομένως, να περιοριστεί, βάσει σταθμίσεως μεταξύ, αφενός, του δικαιώματος χρηστής διοικήσεως καθώς και του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής του ενδιαφερομένου και, αφετέρου, των συμφερόντων των οποίων γίνεται επίκληση προς δικαιολόγηση της μη κοινοποίησης στοιχείου του φακέλου στο πρόσωπο αυτό, ιδίως σε περίπτωση που τα ως άνω συμφέροντα άπτονται της εθνικής ασφάλειας. Η στάθμιση αυτή δεν μπορεί μεν να καταλήγει, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης τηρήσεως του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, στο να στερεί κάθε αποτελεσματικότητας τα δικαιώματα υπεράσπισης του ενδιαφερομένου και να καθιστά άνευ περιεχομένου το δικαίωμα προσφυγής που προβλέπει η οδηγία αυτή καθεαυτήν ( 8 ), πλην όμως μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μη γνωστοποίηση στον ενδιαφερόμενο ορισμένων στοιχείων του φακέλου, σε περίπτωση που η κοινοποίηση των στοιχείων αυτών ενδέχεται να θίγει κατά τρόπο άμεσο και ιδιαίτερο την εθνική ασφάλεια του οικείου κράτους μέλους.

    Κατά συνέπεια, το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2013/32 δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι παρέχει στις αρμόδιες αρχές τη δυνατότητα να περιάγουν τον ενδιαφερόμενο σε κατάσταση κατά την οποία ούτε ο ίδιος ούτε ο σύμβουλός του είναι σε θέση να λάβουν λυσιτελώς γνώση, ενδεχομένως στο πλαίσιο συγκεκριμένης διαδικασίας κατατείνουσας στη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας, του ουσιαστικού περιεχομένου των καθοριστικών στοιχείων του φακέλου. Το Δικαστήριο διευκρινίζει συναφώς ότι, όταν η δημοσιοποίηση πληροφοριών του φακέλου περιορίζεται για λόγους εθνικής ασφάλειας, ο σεβασμός των δικαιωμάτων υπεράσπισης δεν διασφαλίζεται επαρκώς με το να παρέχεται στον ενδιαφερόμενο η δυνατότητα να λάβει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, άδεια προσβάσεως στις πληροφορίες αυτές συνοδευόμενη από πλήρη απαγόρευση χρησιμοποίησής τους στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας ή τυχόν ένδικης διαδικασίας. Εξάλλου, η ευχέρεια του αρμοδίου δικαστηρίου να έχει πρόσβαση στον φάκελο δεν μπορεί να υποκαταστήσει, από πλευράς σεβασμού των δικαιωμάτων υπεράσπισης, την πρόσβαση του ίδιου του ενδιαφερομένου ή του συμβούλου του στις πληροφορίες του φακέλου.

    Όσον αφορά, δεύτερον, το αν η επίμαχη εθνική ρύθμιση είναι συμβατή προς το δίκαιο της Ένωσης, στο μέτρο που αναθέτει σε εξειδικευμένα όργανα στον τομέα της εθνικής ασφάλειας εξέχοντα ρόλο στο πλαίσιο της διαδικασίας που οδηγεί στην έκδοση των αποφάσεων αυτών, το Δικαστήριο κρίνει ότι στην αποφαινόμενη αρχή και μόνον απόκειται να προβεί, υπό τον έλεγχο των δικαστηρίων, στην αξιολόγηση του συνόλου των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών και περιστάσεων, περιλαμβανομένων και εκείνων που αναφέρονται στην εφαρμογή των άρθρων της οδηγίας 2011/95 σχετικά με την ανάκληση, τον τερματισμό ή την άρνηση ανανέωσης του καθεστώτος πρόσφυγα ( 9 ) και σχετικά με τον αποκλεισμό από το καθεστώς αυτό ( 10 ). Η αποφαινόμενη αρχή πρέπει, επιπλέον, να εκθέτει στην απόφασή της τους λόγους που την οδήγησαν να τη λάβει. Επομένως, δεν μπορεί να περιοριστεί στην εφαρμογή αποφάσεως εκδοθείσας από άλλη αρχή και να λάβει, επί της βάσεως αυτής και μόνον, την απόφαση περί αποκλεισμού από την επικουρική προστασία ή περί ανακλήσεως προηγουμένως χορηγηθείσας διεθνούς προστασίας. Αντιθέτως, πρέπει να έχει στη διάθεσή της το σύνολο των σχετικών πληροφοριών και να προβαίνει, βάσει των πληροφοριών αυτών, στη δική της αξιολόγηση των γεγονότων και των περιστάσεων, προκειμένου να προσδιορίσει το περιεχόμενο της αποφάσεώς της και να την αιτιολογήσει πλήρως. Καίτοι οι πληροφορίες που χρησιμοποιήθηκαν από την αρμόδια αρχή για τη διενέργεια της εκτιμήσεώς της μπορούν εν μέρει να τεθούν στη διάθεσή της από ειδικά όργανα που είναι επιφορτισμένα με εξειδικευμένα καθήκοντα συνδεόμενα με την εθνική ασφάλεια, το περιεχόμενο των πληροφοριών αυτών και η λυσιτέλειά τους για την εκδοθησόμενη απόφαση πρέπει να εκτιμώνται ελεύθερα από την αποφαινόμενη αρχή. Κατά συνέπεια, η εν λόγω αρχή δεν μπορεί να υποχρεωθεί να στηριχθεί σε μη αιτιολογημένη γνωμοδότηση εκδοθείσα από τέτοια ειδικά όργανα, βάσει εκτιμήσεως της οποίας η πραγματική βάση δεν της έχει γνωστοποιηθεί.


    ( 1 ) Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (ΕΕ 2011, L 337, σ. 9).

    ( 2 ) Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (ΕΕ 2013, L 180, σ. 60).

    ( 3 ) Δυνάμει της παραγράφου 1 της εν λόγω διατάξεως: «Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο νομικός ή άλλος σύμβουλος, που γίνεται δεκτός ή αναγνωρίζεται με την ιδιότητα αυτή βάσει της εθνικής νομοθεσίας και που παρέχει συνδρομή ή εκπροσώπηση σε αιτούντα βάσει της εθνικής νομοθεσίας, να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες του φακέλου του αιτούντος βάσει των οποίων λαμβάνεται ή θα ληφθεί απόφαση.

    Τα κράτη μέλη δύνανται να κάνουν εξαίρεση όταν η αποκάλυψη των πληροφοριών ή των πηγών ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια, την ασφάλεια των οργανισμών ή προσώπων που παρέχουν τις πληροφορίες ή την ασφάλεια των προσώπων τα οποία αφορούν οι πληροφορίες ή εάν θίγονται οι έρευνες σχετικά με την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ή οι διεθνείς σχέσεις των κρατών μελών. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη:

    α) καθιστούν προσβάσιμες στις αρχές που αναφέρονται στο κεφάλαιο V τις εν λόγω πληροφορίες ή πηγές· και β) θεσπίζουν στο εθνικό δίκαιο διαδικασίες που εξασφαλίζουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων υπεράσπισης του αιτούντος.

    Όσον αφορά το στοιχείο β), τα κράτη μέλη μπορούν, ιδίως, να παρέχουν σε νομικό ή άλλο σύμβουλο, ο οποίος έχει υποβληθεί σε έλεγχο ασφαλείας, πρόσβαση στις συγκεκριμένες πληροφορίες ή πηγές, εφόσον οι πληροφορίες έχουν σημασία για την εξέταση της αίτησης ή για τη λήψη απόφασης περί ανάκλησης της διεθνούς προστασίας.»

    ( 4 ) Πρόκειται ειδικότερα για το άρθρο 23, παράγραφος 1, της οδηγίας 2013/32, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 45, παράγραφος 4, της οδηγίας αυτής.

    ( 5 ) Πρόκειται συγκεκριμένα για το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 10, παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 11, παράγραφος 2, καθώς και για το άρθρο 45, παράγραφος 3, της οδηγίας 2013/32, ερμηνευόμενα σε συνδυασμό με το άρθρο 14, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, και το άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95.

    ( 6 ) Άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχεία αʹ και βʹ

    ( 7 ) Η δεύτερη αυτή υποχρέωση βασίζεται στο άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2013/32.

    ( 8 ) Το δικαίωμα αυτό προβλέπεται στο άρθρο 45, παράγραφος 3, της οδηγίας 2013/32.

    ( 9 ) Πρόκειται για το άρθρο 14 της οδηγίας 2011/95.

    ( 10 ) Πρόκειται για το άρθρο 17 της οδηγίας 2011/95.

    Top