Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62021CJ0137

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Σεπτεμβρίου 2023.
    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
    Προσφυγή κατά παραλείψεως – Κανονισμός (ΕE) 2018/1806 – Άρθρο 7, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ – Κατάλογος τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών – Κατάλογος των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή – Αρχή της αμοιβαιότητας – Πρόσκληση έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξης για την προσωρινή αναστολή, για περίοδο δώδεκα μηνών, της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης όσον αφορά τους υπηκόους των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
    Υπόθεση C-137/21.

    Court reports – general

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2023:625

    Υπόθεση C‑137/21

    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    κατά

    Ευρωπαϊκής Επιτροπής

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Σεπτεμβρίου 2023

    «Προσφυγή κατά παραλείψεως – Κανονισμός (ΕE) 2018/1806 – Άρθρο 7, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ – Κατάλογος τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών – Κατάλογος των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή – Αρχή της αμοιβαιότητας – Πρόσκληση έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξης για την προσωρινή αναστολή, για περίοδο δώδεκα μηνών, της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης όσον αφορά τους υπηκόους των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής»

    1. Προσφυγή κατά παραλείψεως – Όχληση του θεσμικού οργάνου – Πρόσκληση προς ενέργεια – Προθεσμίες – Προϋποθέσεις – Προσφυγή κατά παραλείψεως ασκηθείσα κατόπιν δεύτερης πρόσκλησης προς ενέργεια απευθυνθείσας τρία έτη μετά από μια πρώτη πρόσκληση προς ενέργεια στην οποία δεν δόθηκε συνέχεια – Εκπρόθεσμο της προσφυγής – Δεν υφίσταται – Παραδεκτό

      (Άρθρο 265, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

      (βλ. σκέψεις 27-35)

    2. Προσφυγή κατά παραλείψεως – Λήψη θέσης, κατά την έννοια του άρθρου 265, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, πριν από την άσκηση της προσφυγής – Έννοια – Άρνηση ενέργειας σύμφωνα με την πρόσκληση προς ενέργεια – Εμπίπτει – Παραδεκτό

      (Άρθρο 265, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

      (βλ. σκέψεις 39-43)

    3. Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άσκηση των αρμοδιοτήτων – Εξουσία της Επιτροπής να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις – Εξουσία συμπλήρωσης νομοθετικής πράξης – Περιεχόμενο – Βασικός κανονισμός που εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να αναστέλλει προσωρινά την απαλλαγή από την υποχρέωση θεώρησης όσον αφορά τους υπηκόους τρίτης χώρας – Υποχρέωση της Επιτροπής να εκδώσει τη ζητούμενη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη – Δεν υφίσταται

      (Κανονισμός 2018/1806 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 17 και άρθρο 7, εδ. 1, στοιχεία αʹ, δʹ, εʹ, στʹ και ηʹ, και παράρτημα II)

      (βλ. σκέψεις 57-64)

    4. Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άσκηση των αρμοδιοτήτων – Εξουσία της Επιτροπής να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής για τη συμπλήρωση της ρυθμίσεως του οικείου τομέα – Άρνηση της Επιτροπής να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη για την προσωρινή αναστολή της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης όσον αφορά τους υπηκόους τρίτης χώρας – Επιτρέπεται

      (Κανονισμός 2018/1806 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 7, εδ. 1, στοιχείο δʹ)

      (βλ. σκέψεις 65-70)

    Σύνοψη

    Δυνάμει του κανονισμού 2018/1806 ( 1 ), ο οποίος καθορίζει τον κατάλογο τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή, η Ένωση ανήγαγε σε στόχο την αρχή της πλήρους αμοιβαιότητας των θεωρήσεων, προκειμένου να βελτιωθεί η αξιοπιστία και η συνέπεια της εξωτερικής πολιτικής της έναντι των τρίτων χωρών ( 2 ). Προς τούτο, ο κανονισμός αυτός προβλέπει ότι ένας μηχανισμός που καθιστά δυνατή την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαιότητας πρέπει να παρέχει στην Ένωση τη δυνατότητα να αντιδρά με αλληλεγγύη όταν μια από τις τρίτες χώρες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του παραρτήματος ΙΙ του ίδιου κανονισμού αποφασίζει να εφαρμόσει υποχρέωση θεώρησης για τους υπηκόους τουλάχιστον ενός κράτους μέλους ( 3 ). Ο κανονισμός αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, την προσωρινή αναστολή της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης για τους υπηκόους της εν λόγω τρίτης χώρας ( 4 ).

    Τον Απρίλιο του 2016, η Επιτροπή υπέβαλε στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ανακοίνωση ( 5 ) στην οποία ανέφερε ότι εξακολουθούσε να υφίσταται κατάσταση μη αμοιβαιότητας σε σχέση με τρεις τρίτες χώρες, μεταξύ των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, οι οποίες προέβλεπαν τότε υποχρέωση θεώρησης για τους υπηκόους πέντε κρατών μελών. Αφού η Επιτροπή διαπίστωσε ( 6 ) ότι η μη αμοιβαιότητα στον τομέα των θεωρήσεων αφορούσε πλέον μόνο δύο τρίτες χώρες, εκ των οποίων η μία ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, το Κοινοβούλιο ενέκρινε, τον Μάρτιο του 2017, ψήφισμα ( 7 ) με το οποίο έκρινε ότι η Επιτροπή υποχρεούνταν «από τη νομοθεσία να εγκρίνει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη – για την προσωρινή αναστολή της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίες δεν έχουν άρει την υποχρέωση θεώρησης για τους πολίτες ορισμένων κρατών μελών της ΕΕ [...]» και κάλεσε την Επιτροπή να εκδώσει τέτοια πράξη. Η Επιτροπή απάντησε αρνητικά στο αίτημα αυτό τον Μάιο του 2017 ( 8 ). Μετά την έκτη ανακοίνωση για την παρακολούθηση της κατάστασης που υπέβαλε η Επιτροπή τον Μάρτιο του 2020, το Κοινοβούλιο επανέλαβε την πρόσκλησή του προς ενέργεια ( 9 ), δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής εξακολουθούσαν να επιβάλλουν υποχρέωση θεώρησης στους υπηκόους τεσσάρων κρατών μελών. Και πάλι, η Επιτροπή δεν απάντησε θετικά στην πρόσκληση αυτή ( 10 ).

    Εκτιμώντας ότι το άρθρο 7, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 2018/1806 επιβάλλει στην Επιτροπή την υποχρέωση να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη εφόσον πληρούνται οι προβλεπόμενες στην εν λόγω διάταξη προϋποθέσεις έκδοσης τέτοιας πράξης, το Κοινοβούλιο άσκησε προσφυγή κατά παραλείψεως στρεφόμενη κατά της Επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 265 ΣΛΕΕ.

    Με την απόφασή του, το Δικαστήριο αποφαίνεται επί του παραδεκτού της προσφυγής κατά παραλείψεως, ήτοι, αφενός, επί της προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής που προβλέπει η τελευταία αυτή διάταξη και, αφετέρου, επί της έννοιας που έχει κατά την εν λόγω διάταξη η λήψη θέσης σε διοργανικό πλαίσιο. Επί της ουσίας, το Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή για τον λόγο ότι η Επιτροπή, τηρώντας τα κριτήρια του εν λόγω κανονισμού, δεν υπερέβη το περιθώριο εκτίμησης που διαθέτει κρίνοντας ότι δεν ήταν υποχρεωμένη να εκδώσει τη ζητηθείσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    Κατά πρώτον, το Δικαστήριο αποφαίνεται επί του παραδεκτού της προσφυγής ( 11 ).

    Ο πρώτος λόγος απαραδέκτου στηρίζεται στο εκπρόθεσμο της προσφυγής, δεδομένου ότι το Κοινοβούλιο άσκησε την προσφυγή του κατά παραλείψεως αφού απηύθυνε στην Επιτροπή, με ψήφισμα του Οκτωβρίου του 2020, δεύτερη πρόσκληση προς ενέργεια, χωρίς να έχει ασκήσει τέτοια προσφυγή κατόπιν του ψηφίσματος του Μαρτίου του 2017. Επ’ αυτού, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι το ζήτημα αν το Κοινοβούλιο παρέβη την προθεσμία άσκησης προσφυγής του άρθρου 265, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ εξαρτάται από το ζήτημα αν η δεύτερη αυτή πρόσκληση προς ενέργεια είναι, βάσει αντικειμενικών στοιχείων σχετικών με το περιεχόμενο ή το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται, διαφορετική από την πρώτη. Συναφώς, στην ανακοίνωση που εκδόθηκε μετά το ψήφισμα του Μαρτίου του 2017, η Επιτροπή έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι η έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης για την προσωρινή αναστολή της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης θα ήταν αντιπαραγωγική «κατά την παρούσα στιγμή» και δεν θα εξυπηρετούσε την επίτευξη του στόχου απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης για όλους τους πολίτες της Ένωσης. Με το ψήφισμα του Οκτωβρίου του 2020, το Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να επανεξετάσει την επιλογή στην οποία είχε καταλήξει τρία έτη νωρίτερα, λαμβανομένων υπόψη των εξελίξεων που είχαν έκτοτε επέλθει. Το Δικαστήριο επισημαίνει, συναφώς, ότι διάφοροι λόγοι, τόσο νομικής όσο και πολιτικής φύσης, ώθησαν το Κοινοβούλιο, σε πρώτο στάδιο, να μην ακολουθήσει τη δικαστική οδό μετά την έκδοση της ως άνω ανακοίνωσης από την Επιτροπή. Άλλωστε, όπως προκύπτει, το Κοινοβούλιο εξέδωσε το ψήφισμα του Οκτωβρίου του 2020 αφού προηγουμένως αξιολόγησε την κατάσταση όπως εξελίχθηκε μετά την πρώτη πρόσκληση προς ενέργεια. Δεδομένου ότι οι προσκλήσεις προς ενέργεια που περιέχονται στα δύο ψηφίσματα είναι διαφορετικές τόσο ως προς το περιεχόμενό τους όσο και ως προς το πλαίσιο εντός του οποίου εκδόθηκαν, το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το ψήφισμα του Οκτωβρίου του 2020 δεν μπορούσε να έχει ως σκοπό την καταστρατήγηση της προθεσμίας άσκησης προσφυγής του άρθρου 265, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, η οποία είχε αρχίσει να τρέχει από την πρόσκληση προς ενέργεια που περιεχόταν στο ψήφισμα του Μαρτίου του 2017.

    Όσον αφορά τον δεύτερο λόγο απαραδέκτου, με τον οποίο προβάλλεται ότι η Επιτροπή έλαβε θέση με την ανακοίνωση του Δεκεμβρίου του 2020, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, δυνάμει του άρθρου 265, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, μπορεί να επιληφθεί προσφυγής προκειμένου να διαπιστωθεί ότι, κατά παράβαση των Συνθηκών, το οικείο θεσμικό όργανο παραλείπει να αποφασίσει. Συναφώς, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι το γεγονός ότι η απάντηση θεσμικού οργάνου σε πρόσκληση προς ενέργεια δεν ικανοποιεί το πρόσωπο που του απηύθυνε τη σχετική πρόσκληση δεν σημαίνει ότι η απάντηση αυτή δεν συνιστά λήψη θέσης, ήτοι πράξη της οποίας η έκδοση θέτει τέρμα στην παράλειψη. Εντούτοις, η λύση αυτή δεν μπορεί να εφαρμοστεί, σε διοργανικό πλαίσιο, σε περιπτώσεις στις οποίες το απαράδεκτο της προσφυγής κατά παραλείψεως θα παρείχε στο οικείο θεσμικό όργανο τη δυνατότητα να διαιωνίζει μια κατάσταση αδράνειας. Τούτο θα συνέβαινε αν η επίμαχη ανακοίνωση της Επιτροπής χαρακτηριζόταν ως «λήψη θέσης», κατά την έννοια του άρθρου 265, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Μια άρνηση ενέργειας μετά από πρόσκληση προς ενέργεια μπορεί να υποβληθεί στην κρίση του Δικαστηρίου κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 265, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, εφόσον η άρνηση αυτή, οσοδήποτε ρητή και αν είναι, δεν θέτει τέρμα στην παράλειψη. Υπό τις συνθήκες αυτές, σε διοργανικό πλαίσιο, η απάντηση θεσμικού οργάνου η οποία συνίσταται, όπως εν προκειμένω, σε έκθεση των λόγων για τους οποίους, κατά το θεσμικό αυτό όργανο, δεν ενδείκνυται η λήψη του ζητούμενου μέτρου πρέπει κατ’ ανάγκην να θεωρηθεί ως άρνηση του θεσμικού οργάνου να ενεργήσει, και πρέπει, ως εκ τούτου, να μπορεί να υποβληθεί στην κρίση του Δικαστηρίου στο πλαίσιο προσφυγής ασκούμενης δυνάμει του άρθρου 265 ΣΛΕΕ.

    Δεύτερον, όσον αφορά τον μοναδικό λόγο ακυρώσεως τον οποίο προβάλλει, επί της ουσίας, το Κοινοβούλιο, και σύμφωνα με τον οποίο η Επιτροπή παρέβη τις Συνθήκες παραλείποντας να εκδώσει, δυνάμει του άρθρου 7, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 2018/1806, κατ’ εξουσιοδότηση πράξη για την προσωρινή αναστολή της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης ως προς τους υπηκόους των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι, βεβαίως, από το γράμμα της ως άνω διάταξης φαίνεται να προκύπτει ότι η Επιτροπή υποχρεούται να εκδώσει μια τέτοια πράξη όταν πληρούνται οι απαιτούμενες για την έκδοσή της προϋποθέσεις. Εντούτοις, η ερμηνεία αυτή πρέπει να αποκλειστεί υπό το πρίσμα της γενικής οικονομίας του άρθρου 7, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 2018/1806, η οποία χαρακτηρίζεται, μεταξύ άλλων, από τη διάρθρωση πλειόνων σταδίων του μηχανισμού αμοιβαιότητας που θεσπίζει. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου αυτού, ερμηνευόμενου υπό το πρίσμα της αιτιολογικής σκέψεως 17 του ίδιου κανονισμού, η Επιτροπή διαθέτει περιθώριο εκτίμησης για την έκδοση ή μη κατ’ εξουσιοδότηση πράξης βάσει του άρθρου αυτού. Επομένως, η Επιτροπή δεν υποχρεούται να εκδώσει την εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη μετά τη λήξη της περιόδου των 24 μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της κοινοποίησης του άρθρου 7, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού αυτού.

    Αντιθέτως, η Επιτροπή οφείλει να λάβει υπόψη τα τρία κριτήρια του άρθρου 7, πρώτο εδάφιο, στοιχείο δʹ, του κανονισμού 2018/1806 προκειμένου να καθορίσει αν, υπό το πρίσμα του σκοπού της πλήρους αμοιβαιότητας, πρέπει να ανασταλεί η απαλλαγή από την υποχρέωση θεώρησης όσον αφορά τους υπηκόους της οικείας τρίτης χώρας ή αν, αντιθέτως, δεν πρέπει να ληφθεί τέτοιο μέτρο, υπό το πρίσμα συμφερόντων που άπτονται, ειδικότερα, των εξωτερικών σχέσεων των κρατών μελών, των χωρών που είναι συνδεδεμένες με τον χώρο Σένγκεν και της Ένωσης ( 12 ). Αφού εξέτασε τα τρία αυτά κριτήρια, το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Επιτροπή δεν υπερέβη το περιθώριο εκτίμησης που διέθετε εν προκειμένω καθόσον έκρινε, κατόπιν της πρόσκλησης προς ενέργεια που της απηύθυνε το Κοινοβούλιο τον Οκτώβριο του 2020, ότι δεν ήταν υποχρεωμένη να εκδώσει την εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή ως αβάσιμη.


    ( 1 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1806 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Νοεμβρίου 2018, περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή (κωδικοποίηση) (ΕΕ 2018, L 303, σ. 39).

    ( 2 ) Βλ. αιτιολογική σκέψη 14 του κανονισμού 2018/1806.

    ( 3 ) Βλ. αιτιολογική σκέψη 15 του κανονισμού 2018/1806.

    ( 4 ) Βλ. αιτιολογική σκέψη 17 και άρθρο 7, στοιχεία εʹ, στʹ και ηʹ, του κανονισμού 2018/1806. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 7:

    «Εφόσον τρίτη χώρα που περιλαμβάνεται στον κατάλογο του παραρτήματος ΙΙ εφαρμόζει υποχρέωση θεώρησης έναντι των υπηκόων τουλάχιστον ενός κράτους μέλους, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις:

    […]

    στ) εάν, εντός 24 μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης που προβλέπεται στο τρίτο εδάφιο του στοιχείου α), η οικεία τρίτη χώρα δεν έχει άρει την απαίτηση θεώρησης, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 10 για την προσωρινή αναστολή της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης για περίοδο 12 μηνών για τους υπηκόους της εν λόγω τρίτης χώρας. [...] Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 6, κατά τις περιόδους της εν λόγω αναστολής, οι υπήκοοι της οικείας τρίτης χώρας τους οποίους αφορά η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη υποχρεούνται να διαθέτουν θεώρηση κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών·

    […]».

    ( 5 ) Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, της 12ης Απριλίου 2016, με τίτλο «Τρέχουσα κατάσταση και πιθανή μελλοντική πορεία όσον αφορά την κατάσταση μη αμοιβαιότητας με ορισμένες τρίτες χώρες στον τομέα της πολιτικής θεωρήσεων» [COM(2016) 221 final].

    ( 6 ) Με τη δεύτερη ανακοίνωσή της για την παρακολούθηση της κατάστασης, της 21ης Δεκεμβρίου 2016.

    ( 7 ) Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 2ας Μαρτίου 2017, σχετικά με τις υποχρεώσεις της Επιτροπής στον τομέα της αμοιβαιότητας των θεωρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 539/2001 [2016/2986(RSP)] (ΕΕ 2018, C 263, σ. 2, στο εξής: ψήφισμα του Μαρτίου του 2017).

    ( 8 ) Με την από 2 Μαΐου 2017 ανακοίνωσή της για την παρακολούθηση της κατάστασης [COM(2017) 227 final].

    ( 9 ) Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2020, σχετικά με τις υποχρεώσεις της Επιτροπής στον τομέα της αμοιβαιότητας των θεωρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1806 [2020/2605(RSP)] (ΕΕ 2021, C 404, σ. 157, στο εξής: ψήφισμα του Οκτωβρίου του 2020).

    ( 10 ) Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για τον καθορισμό της θέσης της Επιτροπής μετά το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2020 σχετικά με τις υποχρεώσεις της Επιτροπής στον τομέα της αμοιβαιότητας των θεωρήσεων και για την τρέχουσα κατάσταση [COM(2020) 851 final] (στο εξής: ανακοίνωση του Δεκεμβρίου του 2020).

    ( 11 ) Κατά το άρθρο 265, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, η προσφυγή κατά παραλείψεως είναι παραδεκτή μόνον αν το θεσμικό ή άλλο όργανο ή ο οργανισμός κληθεί προηγουμένως να ενεργήσει. Εάν το θεσμικό ή άλλο όργανο ή ο οργανισμός δεν λάβει θέση εντός δύο μηνών από την πρόσκληση, η προσφυγή δύναται να ασκηθεί εντός νέας προθεσμίας δύο μηνών.

    ( 12 ) Κατά το άρθρο 7, στοιχείο δʹ, του κανονισμού 2018/1806:

    «Εφόσον τρίτη χώρα που περιλαμβάνεται στον κατάλογο του παραρτήματος ΙΙ εφαρμόζει υποχρέωση θεώρησης έναντι των υπηκόων τουλάχιστον ενός κράτους μέλους, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις:

    […]

    δ) η Επιτροπή, όταν εξετάζει περαιτέρω διαβήματα σύμφωνα με το στοιχείο ε), στ) ή η), συνεκτιμά τα αποτελέσματα των μέτρων που έλαβε το οικείο κράτος μέλος ενόψει της διασφάλισης της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης με την εν λόγω τρίτη χώρα, τα σύμφωνα με το στοιχείο β) διαβήματα, και τις συνέπειες της αναστολής της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης για τις εξωτερικές σχέσεις της Ένωσης και των κρατών μελών της με την εν λόγω τρίτη χώρα·

    […]».

    Top