This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62020TJ0761
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 5ης Οκτωβρίου 2022 (Αποσπάσματα).
European Dynamics Luxembourg SA κατά Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Δημόσιες συμβάσεις – Διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών – Αποκλεισμός από τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης – Ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά – Απόπειρες αθέμιτου επηρεασμού της διαδικασίας λήψης αποφάσεως – Μη τήρηση των κανόνων επικοινωνίας – Αναλογικότητα – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Κατάχρηση εξουσίας – Εξωσυμβατική ευθύνη.
Υπόθεση T-761/20.
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 5ης Οκτωβρίου 2022 (Αποσπάσματα).
European Dynamics Luxembourg SA κατά Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Δημόσιες συμβάσεις – Διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών – Αποκλεισμός από τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης – Ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά – Απόπειρες αθέμιτου επηρεασμού της διαδικασίας λήψης αποφάσεως – Μη τήρηση των κανόνων επικοινωνίας – Αναλογικότητα – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Κατάχρηση εξουσίας – Εξωσυμβατική ευθύνη.
Υπόθεση T-761/20.
Court reports – general
ECLI identifier: ECLI:EU:T:2022:606
Υπόθεση Τ-761/20
European Dynamics Luxembourg SA
κατά
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 5ης Οκτωβρίου 2022
«Δημόσιες συμβάσεις – Διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών – Αποκλεισμός από τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης – Ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά – Απόπειρες αθέμιτου επηρεασμού της διαδικασίας λήψης αποφάσεως – Μη τήρηση των κανόνων επικοινωνίας – Αναλογικότητα – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Κατάχρηση εξουσίας – Εξωσυμβατική ευθύνη»
Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Απόφαση αποκλεισμού προσφοράς στο πλαίσιο διαδικασίας σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών – Εκτίμηση λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που είχε στη διάθεσή της η προσφεύγουσα κατά τον χρόνο ασκήσεως της προσφυγής
(Άρθρο 296, εδ. 2, ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψεις 40, 119-121)
Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ερμηνεία – Διατάξεις διατυπωμένες σε περισσότερες από μία γλώσσες – Ομοιόμορφη ερμηνεία – Αποκλίσεις μεταξύ των διαφόρων γλωσσικών αποδόσεων – Λαμβάνονται υπόψη η γενική οικονομία και ο σκοπός της επίμαχης κανονιστικής ρυθμίσεως
(βλ. σκέψεις 53, 54, 58)
Δημόσιες συμβάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών – Δυνατότητα εφαρμογής κανόνων ή αρχών που θεσπίζονται ή συνάγονται στο πλαίσιο των οδηγιών σχετικά με τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών – Ρητή παραπομπή στις οδηγίες αυτές από κανόνες που διέπουν την εν λόγω διαδικασία – Απαίτηση ομοιόμορφης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης
(Οδηγία 2014/24 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 57 § 4, στοιχείο θʹ· απόφαση 2016/245 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 30 § 5, στοιχείο ζʹ)
(βλ. σκέψεις 57, 59-65)
Δημόσιες συμβάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών – Διαδικασία λήψης αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής – Έννοια της απόπειρας αθέμιτου επηρεασμού – Περιεχόμενο
(Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας 2016/245, άρθρο 30 § 5, στοιχείο ζʹ)
(βλ. σκέψεις 68-71)
Δημόσιες συμβάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών – Απόφαση αποκλεισμού υποψηφίου – Επαρκής χαρακτήρας ενός μόνον λόγου αποκλεισμού – Επιτρέπεται
(Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας 2016/245, άρθρο 30 § 5, στοιχείο ζʹ)
(βλ. σκέψη 105)
Σύνοψη
Στο πλαίσιο διαδικασίας πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών που κίνησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για την παροχή υπηρεσιών και έργων για παράδοση εφαρμογών πληροφορικής, οι προσφορές της προσφεύγουσας‑ενάγουσας (στο εξής: προσφεύγουσα), European Dynamics Luxembourg SA, αποκλείσθηκαν, βάσει των ισχυόντων κανόνων ( 1 ), για τον λόγο ότι η προσφεύγουσα επιχείρησε να επηρεάσει αδικαιολόγητα τη διαδικασία λήψης αποφάσεων εκ μέρους της ΕΚΤ στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης της δημόσιας σύμβασης.
Επιληφθέν, μεταξύ άλλων, προσφυγής ακύρωσης κατά της εν λόγω απόφασης αποκλεισμού, το Γενικό Δικαστήριο παρέχει διευκρινίσεις όσον αφορά την ερμηνεία του αντικειμένου του αποκλεισμού, αφενός, και ως προς την έννοια της απόπειρας αθέμιτου επηρεασμού της αναθέτουσας αρχής, αφετέρου. Απορρίπτει την προσφυγή-αγωγή στο σύνολό της.
Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου
Πρώτον, όσον αφορά την ερμηνεία των διατάξεων της κανονιστικής ρύθμισης δυνάμει της οποίας η ΕΚΤ απέκλεισε τις προσφορές της προσφεύγουσας, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει τις διαφορές μεταξύ των γλωσσικών αποδόσεων. Συγκεκριμένα, σε ορισμένες γλωσσικές αποδόσεις αναφέρονται δύο περιπτώσεις αποκλεισμού υποψηφίου ή προσφέροντος από τη συμμετοχή σε διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών. Η πρώτη από τις περιπτώσεις είναι αυτή ενός υποψηφίου ή προσφέροντος που έρχεται σε επαφή με άλλους υποψηφίους ή προσφέροντες με σκοπό την παρακώλυση του ανταγωνισμού. Η δεύτερη περίπτωση είναι αυτή ενός υποψηφίου ή προσφέροντος που επιχειρεί να επηρεάσει με αθέμιτο τρόπο τη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης καθ’ οιονδήποτε τρόπο.
Ως εκ τούτου, λόγω αποκλίσεων μεταξύ των διαφόρων γλωσσικών αποδόσεων, το Γενικό Δικαστήριο ερμηνεύει τις επίμαχες διατάξεις με γνώμονα τους σκοπούς και το πλαίσιο της ρύθμισης της οποίας αποτελούν στοιχείο.
Όσον αφορά την τελολογική ερμηνεία, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι ο λόγος που έγινε δεκτός για τον αποκλεισμό των προσφορών της προσφεύγουσας αποσκοπεί στη διασφάλιση ίσων ευκαιριών μεταξύ των υποψηφίων σύμφωνα με τις γενικές αρχές της ίσης πρόσβασης και της ίσης μεταχείρισης, της απαγόρευσης των διακρίσεων και του θεμιτού ανταγωνισμού, που εφαρμόζονται στην ΕΚΤ. Το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά, όμως, ότι οι εν λόγω αρχές μπορούν να τεθούν υπό αμφισβήτηση όχι μόνο λόγω των επαφών μεταξύ υποψηφίων ή προσφερόντων με σκοπό την παρακώλυση του ανταγωνισμού, αλλά και όταν ένας υποψήφιος ή προσφέρων επιχειρεί, με άλλα μέσα, να επηρεάσει με αθέμιτο τρόπο τη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης της δημοσίας σύμβασης.
Όσον αφορά το πλαίσιο της εν λόγω ρύθμισης, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι επίμαχες διατάξεις παρουσιάζουν ομοιότητες με εκείνες της οδηγίας 2014/24 ( 2 ). Μολονότι οι οδηγίες σχετικά με τη σύναψη των δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών δεν έχουν άμεση εφαρμογή στις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτει η Διοίκηση της Ένωσης, εντούτοις, οι κανόνες ή οι αρχές που θεσπίζονται ή συνάγονται στο πλαίσιο των οδηγιών αυτών μπορούν να προβληθούν κατά της εν λόγω Διοικήσεως όταν αποτελούν, αυτοί καθεαυτούς, απλώς ειδική έκφραση θεμελιωδών κανόνων της Συνθήκης και γενικών αρχών του δικαίου που δεσμεύουν ευθέως τη Διοίκηση της Ένωσης. Επιπλέον, σύμφωνα με την αρχή patere legem quam ipse fecisti, τέτοιοι κανόνες ή αρχές μπορούν να προβληθούν κατά της ενωσιακής Διοικήσεως, όταν αυτή, οσάκις κάνει χρήση της λειτουργικής και θεσμικής της αυτοτέλειας και εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων της, εκδίδει πράξη η οποία περιέχει ρητή παραπομπή σε ορισμένους κανόνες ή σε ορισμένες αρχές που εξαγγέλλονται στις οδηγίες. Εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο, αφενός, διαπιστώνει ότι στο πλαίσιο της ισχύουσας κανονιστικής ρύθμισης η ΕΚΤ διευκρίνισε ότι τηρεί τις γενικές αρχές του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων που περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, στην οδηγία 2014/24. Επισημαίνει, αφετέρου, ότι οι διατάξεις της εν λόγω οδηγίας, οι οποίες είναι παρόμοιες με εκείνες της ρύθμισης που θέσπισε η ΕΚΤ, αποτελούν έκφραση των γενικών αρχών του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένης ιδίως της αρχής της ισότητας ευκαιριών και ίσης μεταχείρισης μεταξύ των προσφερόντων, στο μέτρο που ο λόγος αποκλεισμού τον οποίο προβλέπουν αποσκοπεί στο να εμποδίσει κάθε απόπειρα αθέμιτου επηρεασμού της διαδικασίας λήψης αποφάσεων κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού καθ’ οιονδήποτε τρόπο.
Το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει ότι από την τελολογική και συστηματική ερμηνεία των επίμαχων διατάξεων προκύπτει ότι αυτές περιλαμβάνουν δύο διακριτές περιπτώσεις αποκλεισμού, εκ των οποίων η δεύτερη εφαρμόζεται επίσης, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, στις επικοινωνίες στις οποίες έρχονται οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες με την αναθέτουσα αρχή, όταν αυτές έχουν ως αντικείμενο τον επηρεασμό με αθέμιτο τρόπο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης της δημόσιας σύμβασης.
Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο παρέχει διευκρινίσεις ως προς την έννοια της απόπειρας αθέμιτου επηρεασμού. Καταρχάς, παρά την απουσία ορισμού της έννοιας αυτής στην απόφαση της ΕΚΤ περί καθορισμού των κανόνων των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων, το γεγονός και μόνον ότι ένας υποψήφιος ή ένας προσφέρων προσπάθησε να επηρεάσει, με διάφορα μέσα, τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, χωρίς ωστόσο να έχει επιτευχθεί το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, αρκεί, υπό το πρίσμα των διατάξεων στις οποίες στηρίχθηκε η ΕΚΤ, για να δικαιολογήσει τον αποκλεισμό μιας προσφοράς. Εν συνεχεία, η απόπειρα αυτή πρέπει να έχει γίνει «με τρόπο αθέμιτο», δηλαδή κατά τρόπο αντίθετο προς την ισχύουσα ρύθμιση. Τέλος, η απόπειρα αθέμιτου επηρεασμού πρέπει να αφορά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, η οποία νοείται ως το σύνολο του σταδίου κατά το οποίο η αναθέτουσα αρχή εξετάζει τις προσφορές, το οποίο αρχίζει από την υποβολή των προσφορών και περιλαμβάνει όλα τα διαδοχικά επιμέρους στάδια μέχρι την έκδοση των αποφάσεων σχετικά με τον αποκλεισμό, την επιλογή ή την ανάθεση, συμπεριλαμβανομένου και του διαστήματος κατά το οποίο η αναθέτουσα αρχή διεξάγει έρευνες σχετικά με τις προσφορές τιμών οι οποίες φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές. Οι έρευνες αυτές αποτελούν στάδιο της αξιολόγησης των προσφορών.
( 1 ) Άρθρο 30, παράγραφος 5, στοιχείο ζʹ, της απόφασης (ΕΕ) 2016/245 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 9ης Φεβρουαρίου 2016, για τη θέσπιση των κανόνων περί ανάθεσης συμβάσεων (αναδιατύπωση) (ΕΚΤ/2016/2) (ΕΕ 2016, L 45, σ. 15).
( 2 ) Άρθρο 57, παράγραφος 4, στοιχείο θʹ, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ 2014, L 94, σ. 65, και διορθωτικό ΕΕ 2016, L 135, σ. 120).