EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62020CJ0695

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 28ης Φεβρουαρίου 2023.
Fenix International Limited κατά Commissioners for Her Majesty's Revenue and Customs.
Προδικαστική παραπομπή – Εκτελεστική εξουσία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρα 28 και 397 – Υποκείμενος στον φόρο που ενεργεί ιδίω ονόματι αλλά για λογαριασμό τρίτου – Πάροχος ηλεκτρονικών υπηρεσιών – Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 282/2011 – Άρθρο 9α – Τεκμήριο – Κύρος.
Υπόθεση C-695/20.

Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2023:127

Υπόθεση C695/20

Fenix International Ltd

κατά

Commissioners for Her Majesty’s Revenue and Customs

[Αίτηση του First-tier Tribunal (Tax Chamber) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

 Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 28ης Φεβρουαρίου 2023

«Προδικαστική παραπομπή – Εκτελεστική εξουσία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρα 28 και 397 – Υποκείμενος στον φόρο που ενεργεί ιδίω ονόματι αλλά για λογαριασμό τρίτου – Πάροχος ηλεκτρονικών υπηρεσιών – Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 282/2011 – Άρθρο 9α – Τεκμήριο – Κύρος»

1.        Πράξεις των οργάνων – Βασικό νομοθέτημα και εκτελεστικό μέτρο – Εκτελεστικό μέτρο που δεν μπορεί να τροποποιεί ή να συμπληρώνει τα ουσιώδη στοιχεία του βασικού νομοθετήματος – Χαρακτηρισμός στοιχείων ως ουσιωδών – Συνεκτίμηση των χαρακτηριστικών και των ιδιαιτεροτήτων του ρυθμιζόμενου θέματος – Διατάξεις που ορίζουν τα ουσιώδη στοιχεία βασικού νομοθετήματος – Θέσπιση που απαιτεί πολιτικές επιλογές σχετικές με τις ευθύνες του νομοθέτη της Ένωσης – Θέσπιση μέσω εκτελεστικών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων – Δεν επιτρέπεται

(Άρθρο 291 § 2 ΣΛΕΕ)

(βλ σκέψη 41)

2.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άσκηση των αρμοδιοτήτων – Εκτελεστική εξουσία που ανατίθεται στο Συμβούλιο – Όρια – Εκτίμηση ως προς τους γενικούς σκοπούς της επίμαχης νομοθετικής πράξης καθώς και ως προς την αναγκαιότητα ή τη χρησιμότητα της εκδοθείσας εκτελεστικής πράξης

(Άρθρο 291 § 2 ΣΛΕΕ)

(βλ σκέψεις 44-50)

3.        Εναρμόνιση των φορολογικών νομοθεσιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας – Πράξεις υποκείμενες στον φόρο – Παροχή υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας – Υποκείμενος στο φόρο που ενεργεί ιδίω ονόματι αλλά για λογαριασμό τρίτου – Έννοια που περιλαμβάνει όλες τις κατηγορίες υπηρεσιών – Τεκμήριο που αναγνωρίζει τον εν λόγω υποκείμενο στον φόρο ως πάροχο των υπηρεσιών

(Κανονισμός 282/2011 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1042/2013, άρθρο 9α § 1· οδηγία 2006/112 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2017/2455, άρθρο 28)

(βλ σκέψεις 54, 55)

4.        Εναρμόνιση των φορολογικών νομοθεσιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας – Πράξεις υποκείμενες στον φόρο – Παροχή υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας – Υποκείμενος στο φόρο που ενεργεί ιδίω ονόματι αλλά για λογαριασμό τρίτου – Προσδιορισμός του παρόχου και του αποδέκτη στο πλαίσιο πράξης – Στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη – Περιεχόμενο – Συμβατικοί όροι που αντικατοπτρίζουν την οικονομική και εμπορική πραγματικότητα των πράξεων – Εμπίπτουν

(Κανονισμός 282/2011 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1042/2013, άρθρο 9α § 1· οδηγία 2006/112 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2017/2455, άρθρο 28)

(βλ σκέψεις 71-73)

5.        Εναρμόνιση των φορολογικών νομοθεσιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας – Πράξεις υποκείμενες στον φόρο προστιθέμενης αξίας – Παροχή υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας – Άρθρο 9α, παράγραφος 1, του εκτελεστικού κανονισμού 282/2011 – Κύρος – Εκτελεστική αρμοδιότητα του Συμβουλίου – Παραβίαση – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 291 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 282/2011 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1042/2013, άρθρο 9α § 1· οδηγία 2006/112 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2017/2455, άρθρα 28 και 397)

(βλ σκέψεις 74, 78, 81-89, 91 και διατακτ.)

Σύνοψη

Η Fenix International (στο εξής: Fenix), εταιρία εγγεγραμμένη στα μητρώα του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) στο Ηνωμένο Βασίλειο, εκμεταλλεύεται στο Διαδίκτυο πλατφόρμα κοινωνικού δικτύου που είναι γνωστή με την ονομασία Only Fans. Η πλατφόρμα απευθύνεται σε «χρήστες» από όλον τον κόσμο, οι οποίοι διακρίνονται σε «δημιουργούς» και σε «θαυμαστές» (fans). Κάθε δημιουργός διαθέτει «προφίλ», στο οποίο μεταφορτώνει και δημοσιεύει περιεχόμενο, όπως φωτογραφίες, βίντεο και μηνύματα, στα οποία οι θαυμαστές μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση πληρώνοντας κατ’ αποκοπή ποσά ή καταβάλλοντας μηνιαία συνδρομή. Η Fenix καθορίζει το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό τόσο των συνδρομών όσο και των «φιλοδωρημάτων» καθώς και τους γενικούς όρους χρήσης της πλατφόρμας. Πέραν αυτών, η Fenix παρέχει το τεχνικό μέσο διά του οποίου διενεργούνται οι χρηματοπιστωτικές συναλλαγές. Η Fenix είναι υπεύθυνη για την είσπραξη και τη διανομή των ποσών των πληρωμών που πραγματοποιούν οι θαυμαστές, χρησιμοποιώντας τις υπηρεσίες τρίτου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Η Fenix παρακρατεί το 20 % κάθε ποσού που καταβάλλεται υπέρ του δημιουργού και εφαρμόζει ΦΠΑ με συντελεστή 20 %, ο οποίος αναγράφεται στα τιμολόγια που εκδίδει. Όλες οι πληρωμές εμφανίζονται στον τραπεζικό λογαριασμό του ενδιαφερόμενου θαυμαστή ως πληρωμές σε πίστωση της Fenix.

Με πράξεις προσδιορισμού φόρου όσον αφορά τον καταβλητέο ΦΠΑ για την περίοδο από τον Ιούλιο του 2017 έως τον Ιανουάριο του 2020, η φορολογική αρχή, εκτιμώντας ότι η Fenix ενεργούσε ιδίω ονόματι (1), ζήτησε από την εν λόγω εταιρία να καταβάλει ΦΠΑ υπολογιζόμενο όχι επί τη βάσει του ποσού που παρακρατεί ως αμοιβή με ποσοστό 20 %, αλλά επί του συνολικού ποσού που πλήρωνε ο εκάστοτε θαυμαστής.

Η Fenix άσκησε προσφυγή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου (2), αμφισβητώντας το κύρος της νομικής βάσης των πράξεων προσδιορισμού φόρου (3), καθώς και τα αντίστοιχα ποσά που καταλογίστηκαν. Προς στήριξη της προσφυγής της, η Fenix ισχυρίστηκε ότι, με τη θέσπιση της προσβαλλόμενης διάταξης, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπερέβη τα όρια των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που του ανατίθενται δυνάμει της οδηγίας ΦΠΑ (4). Ειδικότερα, η προσβαλλόμενη διάταξη υπερβαίνει τα όρια του άρθρου 28 της οδηγίας (5), για το οποίο θεωρείται ότι θεσπίζει μέτρο εφαρμογής, διότι προβλέπει ότι ο εντολοδόχος που συμμετέχει σε παροχή ηλεκτρονικών υπηρεσιών θεωρείται ότι έχει λάβει και έχει παράσχει τις εν λόγω υπηρεσίες, μολονότι είναι γνωστή η ταυτότητα του παρόχου. Η προσβαλλόμενη διάταξη τροποποιεί θεμελιωδώς την ευθύνη του εντολοδόχου στον τομέα του ΦΠΑ, μεταθέτοντας την υποχρέωση καταβολής του ΦΠΑ στις πλατφόρμες που λειτουργούν στο Διαδίκτυο, δεδομένου ότι είναι πρακτικώς αδύνατο να ανατραπεί το τεκμήριο.

Το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου, κατόπιν ερωτήματος που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο επί του κύρους της προσβαλλόμενης διάταξης (6), καθόσον το Συμβούλιο υπερέβη τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που απολαύει δυνάμει της συνθήκης ΛΕΕ και της οδηγίας ΦΠΑ, διαπιστώνει με την απόφασή του ότι από την εξέταση της εν λόγω διάταξης δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ικανό να θίξει το κύρος της.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

Προκαταρκτικώς, το Δικαστήριο επισημαίνει, πρώτον, ότι, μολονότι η εφαρμογή των νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης απόκειται στα κράτη μέλη (7), εντούτοις εκτελεστικές αρμοδιότητες μπορούν, σε ειδικές περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες και στις περιπτώσεις που προβλέπει η συνθήκη ΕΕ, να ανατεθούν στο Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ. Όσον αφορά την οδηγία ΦΠΑ, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα μετά από πρόταση της Επιτροπής, έχει την εξουσία να θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της. Η εξουσία αυτή του Συμβουλίου εξηγείται και δικαιολογείται, αφενός, από την ανάγκη τα εκτελεστικά μέτρα της οδηγίας να είναι ομοιόμορφα και, αφετέρου, από τη βούληση να επιφυλάσσεται στο Συμβούλιο η αρμοδιότητα λήψης εκτελεστικών μέτρων λόγω της ενίοτε ουσιώδους σημασίας τους για τον προϋπολογισμό των κρατών μελών. Μεταξύ των μέτρων που θέσπισε το Συμβούλιο βάσει της εν λόγω εξουσίας περιλαμβάνεται η προσβαλλόμενη διάταξη, η οποία αποσκοπεί στη διασφάλιση ομοιόμορφης εφαρμογής του άρθρου 28 της οδηγίας ΦΠΑ.

Δεύτερον, όσον αφορά τα όρια των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στο άρθρο 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι οι διατάξεις που περιέχουν τα ουσιώδη στοιχεία ορισμένου βασικού νομοθετήματος δεν μπορούν να περιλαμβάνονται σε εκτελεστικές πράξεις ή σε πράξεις εξουσιοδοτήσεως, αλλά πρέπει να θεσπίζονται τηρουμένης της εφαρμοστέας νομοθετικής διαδικασίας, και συγκεκριμένα, όσον αφορά την οδηγία ΦΠΑ, της ειδικής διαδικασίας του άρθρου 113 ΣΛΕΕ (8).

Επιπροσθέτως, το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι οι εκτιμήσεις σχετικά με τα όρια των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, οι οποίες προκύπτουν από τη νομολογία του, ισχύουν και όταν ανατίθενται τέτοιες αρμοδιότητες στο Συμβούλιο, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ. Ειδικότερα, αφενός, κάνοντας αναφορά τόσο στην Επιτροπή όσο και στο Συμβούλιο, η εν λόγω διάταξη δεν προβαίνει σε καμία διάκριση ως προς τη φύση και το περιεχόμενο των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων ανάλογα με το όργανο στο οποίο αυτές έχουν ανατεθεί. Αφετέρου, από την οικονομία των άρθρων 290 και 291 ΣΛΕΕ προκύπτει ότι η άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από το Συμβούλιο δεν μπορεί να διέπεται από προϋποθέσεις διαφορετικές από εκείνες που ισχύουν για την Επιτροπή όταν καλείται να ασκήσει την εκτελεστική της εξουσία.

Ως εκ τούτου, οι εκτελεστικές αρμοδιότητες που ανατίθενται στο Συμβούλιο περιλαμβάνουν την εξουσία λήψης μέτρων τα οποία είναι αναγκαία ή χρήσιμα για την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων της νομοθετικής πράξης βάσει της οποίας θεσπίζονται και τα οποία περιορίζονται στη διευκρίνιση του περιεχομένου της, τηρουμένων των βασικών γενικών σκοπών που επιδιώκει η εν λόγω πράξη, χωρίς να την τροποποιούν ή να την συμπληρώνουν είτε ως προς τα ουσιώδη είτε ως προς τα μη ουσιώδη στοιχεία της. Ειδικότερα, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ένα εκτελεστικό μέτρο περιορίζεται στη διευκρίνιση των διατάξεων της οικείας νομοθετικής πράξης όταν, γενικώς ή σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, έχει ως σκοπό τη διευκρίνιση του περιεχομένου των διατάξεων αυτών ή τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής τους, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι το μέτρο δεν έρχεται με αυτόν τον τρόπο σε αντίφαση με τους σκοπούς των εν λόγω διατάξεων και δεν αλλοιώνει, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, το κανονιστικό περιεχόμενο της πράξης ή το πεδίο εφαρμογής της.

Κατά συνέπεια, προκειμένου να καθορίσει αν το Συμβούλιο τήρησε τα όρια των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων του κατά τη θέσπιση της προσβαλλόμενης διάταξης, το Δικαστήριο εξετάζει εάν η προσβαλλόμενη διάταξη περιορίζεται στη διευκρίνιση του περιεχομένου του άρθρου 28 της οδηγίας ΦΠΑ την οποία θέτει σε εφαρμογή, όπερ συνεπάγεται ότι πρέπει να διερευνηθεί το ζήτημα αν η διάταξη αυτή τηρεί τους βασικούς γενικούς σκοπούς της εν λόγω οδηγίας, αν είναι αναγκαία ή χρήσιμη για την ομοιόμορφη εφαρμογή του άρθρου 28, καθώς και αν συμπληρώνει ή τροποποιεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο το εν λόγω άρθρο.

Συναφώς, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι κατ’ αρχάς η προσβαλλόμενη διάταξη συνάδει με τους βασικούς γενικούς σκοπούς της οδηγίας ΦΠΑ και του άρθρου 28 αυτής. Ειδικότερα, σκοπός της προσβαλλόμενης διάταξης είναι η εξασφάλιση ομοιόμορφης εφαρμογής του ισχύοντος συστήματος ΦΠΑ, όσον αφορά ιδίως τη φορολόγηση ηλεκτρονικών υπηρεσιών που παρέχονται σε μη υποκείμενο στον φόρο (9), και η εξασφάλιση ομοιόμορφης εφαρμογής του τεκμηρίου του άρθρου 28 της οδηγίας ΦΠΑ, σύμφωνα με το οποίο ο υποκείμενος στον φόρο ο οποίος, στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών, ενεργεί ως μεσάζων ιδίω ονόματι αλλά για λογαριασμό τρίτου, θεωρείται ότι είναι ο πάροχος των υπηρεσιών αυτών.

Το Δικαστήριο συνάγει στη συνέχεια ότι η προσβαλλόμενη διάταξη είναι χρήσιμη ή αναγκαία για την ομοιόμορφη εφαρμογή της οδηγίας ΦΠΑ, λαμβανομένου υπόψη του συμφέροντος της εγγύησης της ασφάλειας δικαίου των παρόχων υπηρεσιών και προς αποφυγή της διπλής φορολόγησης ή της μη επιβολής φόρου λόγω των διαφορετικών εφαρμοστικών ρυθμίσεων μεταξύ των κρατών μελών.

Το Δικαστήριο εξετάζει τέλος εάν η προσβαλλόμενη διάταξη συνάδει με την απαγόρευση συμπλήρωσης ή τροποποίησης του περιεχομένου του άρθρου 28 της οδηγίας ΦΠΑ. Συναφώς, διαπιστώνει ότι από την οδηγία ΦΠΑ ουδόλως προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης, αναθέτοντας εκτελεστικές αρμοδιότητες στο Συμβούλιο δυνάμει της οδηγίας αυτής, δεν θέλησε να εξασφαλίσει ομοιόμορφη εφαρμογή των προϋποθέσεων του άρθρου 28, ιδίως δε της προϋπόθεσης κατά την οποία, για να μπορεί να θεωρηθεί πάροχος μιας υπηρεσίας, ο υποκείμενος στον φόρο που συμμετέχει στην παροχή αυτή πρέπει να ενεργεί ιδίω ονόματι αλλά για λογαριασμό τρίτου. Ειδικότερα, η προσβαλλόμενη διάταξη δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συμπληρώνει ή τροποποιεί το περιεχόμενο του άρθρου 28 της οδηγίας ΦΠΑ και ιδίως το τεκμήριο που καθιερώνεται με το άρθρο αυτό, αλλά απλώς διευκρινίζει το περιεχόμενό του, εντός του ειδικού πλαισίου της παροχής ηλεκτρονικών υπηρεσιών μέσω τηλεπικοινωνιακού δικτύου, διεπαφής ή δικτυακής πύλης, όπως είναι μια πλατφόρμα για ηλεκτρονικές εφαρμογές. Συγκεκριμένα, η εν λόγω διάταξη λαμβάνει απλώς υπόψη την οικονομική και εμπορική πραγματικότητα των πράξεων ως θεμελιώδες κριτήριο για την εφαρμογή του κοινού συστήματος ΦΠΑ. Το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το Συμβούλιο, θεσπίζοντας την προσβαλλόμενη διάταξη, προκειμένου να διασφαλίσει την εφαρμογή του άρθρου 28 της οδηγίας ΦΠΑ υπό ομοιόμορφες συνθήκες εντός της Ένωσης, δεν υπερέβη τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που του έχουν ανατεθεί με την οδηγία ΦΠΑ, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.


1      Σύμφωνα με το άρθρο 9α, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 282/2011 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2011, L 77, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 1042/2013 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2013 (ΕΕ 2013, L 284, σ. 1), ο υποκείμενος στον φόρο που συμμετέχει στην παροχή ηλεκτρονικών υπηρεσιών μέσω τηλεπικοινωνιακού δικτύου, διεπαφής ή δικτυακής πύλης, όπως είναι μια πλατφόρμα για ηλεκτρονικές εφαρμογές, «θεωρείται ότι ενεργεί ιδίω ονόματι αλλά για λογαριασμό του παρόχου ηλεκτρονικών υπηρεσιών, εκτός εάν ο εν λόγω πάροχος προσδιορίζεται ρητά ως προμηθευτής των υπηρεσιών από τον εν λόγω υποκείμενο στο φόρο και τούτο προκύπτει από τις μεταξύ τους συμβατικές διευθετήσεις». Το δεύτερο εδάφιο της εν λόγω διάταξης θέτει δύο προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται «[γ]ια να θεωρηθεί ότι ο πάροχος ηλεκτρονικών υπηρεσιών έχει προσδιορισθεί ρητά ως ο προμηθευτής των ηλεκτρονικών υπηρεσιών από τον υποκείμενο στον φόρο». Τέλος, σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της ίδιας διάταξης, «ο υποκείμενος στον φόρο ο οποίος, όσον αφορά την παροχή ηλεκτρονικών υπηρεσιών, προσεπικυρώνει τη χρέωση του λήπτη ή την παροχή των υπηρεσιών ή ορίζει τους γενικούς όρους και προϋποθέσεις της παροχής, δεν επιτρέπεται να υποδεικνύει ρητά άλλο πρόσωπο ως προμηθευτή τις εν λόγω υπηρεσίες».


2      Του First-Tier Tribunal (Tax Chamber) [πρωτοδικείου διοικητικών διαφορών (φορολογικό τμήμα), Ηνωμένο Βασίλειο].


3      Ήτοι του άρθρου 9α, παράγραφος 1, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 282/2011 (στο εξής: προσβαλλόμενη διάταξη).


4      Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1) (στο εξής: οδηγία ΦΠΑ). Το άρθρο 397 της οδηγίας προβλέπει ότι «[τ]ο Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα μετά από πρόταση της Επιτροπής, θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας».


5      Το άρθρο 28 της οδηγίας ΦΠΑ προβλέπει ότι, όταν υποκείμενος στον φόρο, ενεργώντας στο όνομά του αλλά για λογαριασμό τρίτου, μεσολαβεί σε παροχή υπηρεσιών, θεωρείται ότι λαμβάνει και παρέχει προσωπικά τις εν λόγω υπηρεσίες.


6      Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδίδει προδικαστικές αποφάσεις κατόπιν αιτήσεων που υποβάλλονται από δικαστήρια του Ηνωμένου Βασιλείου πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, όπως ορίζεται στη συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΕ 2020, L 29, σ. 7), ήτοι πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2020.


7      Άρθρο 291, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.


8      Το άρθρο 113 ΣΛΕΕ προβλέπει ότι «[τ]ο Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, εκδίδει διατάξεις για την εναρμόνιση των νομοθεσιών περί των φόρων κύκλου εργασιών, των ειδικών φόρων καταναλώσεως και των λοιπών εμμέσων φόρων, στο βαθμό που η εναρμόνιση αυτή είναι αναγκαία για να εξασφαλισθεί η εγκαθίδρυση και η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού».


9      Οι οποίες, από την 1η Ιανουαρίου 2015, φορολογούνται στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένος ο λήπτης, έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του, ανεξαρτήτως του τόπου εγκαταστάσεως του παρέχοντος τις υπηρεσίες αυτές.

Top