Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62020CJ0415

    Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 28ης Απριλίου 2022.
    Gräfendorfer Geflügel- und Tiefkühlfeinkost Produktions GmbH και F. Reyher Nchfg. GmbH & Co. KG vertr. d. d. Komplementärin Verwaltungsgesellschaft F. Reyher Nchfg. mbH κατά Hauptzollamt Hamburg και Flexi Montagetechnik GmbH & Co. KG κατά Hauptzollamt Kiel.
    Προδικαστική παραπομπή – Τελωνειακή ένωση – Δικαίωμα προς επιστροφή και δικαίωμα προς καταβολή χρηματικών ποσών τα οποία εισπράχθηκαν ή δεν καταβλήθηκαν από κράτος μέλος κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης – Δασμοί αντιντάμπινγκ, εισαγωγικοί δασμοί, επιστροφές κατά την εξαγωγή και χρηματικές κυρώσεις – Έννοια της “παραβιάσεως του δικαίου της Ένωσης” – Εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή του δικαίου αυτού – Διαπίστωση από δικαιοδοτικό όργανο της Ένωσης ή από εθνικό δικαστήριο της υπάρξεως παραβιάσεως του εν λόγω δικαίου – Δικαίωμα προς καταβολή τόκων – Χρονικό διάστημα το οποίο καλύπτει η εν λόγω καταβολή τόκων.
    Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-415/20, C-419/20 και C-427/20.

    Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2022:306

    Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-415/20, C-419/20 και C-427/20

    Gräfendorfer Geflügel- und Tiefkühlfeinkost Produktions GmbH
    και
    F. Reyher Nchfg. GmbH & Co. KG vertr. d. d. Komplementärin Verwaltungsgesellschaft F. Reyher Nchfg. mbH

    κατά

    Hauptzollamt Hamburg

    και

    Flexi Montagetechnik GmbH & Co. KG

    κατά

    Hauptzollamt Kiel

    (αιτήσεις του Finanzgericht Düsseldorf για την έκδοση προδικαστικών αποφάσεων)

    Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 28ης Απριλίου 2022

    «Προδικαστική παραπομπή – Τελωνειακή ένωση – Δικαίωμα προς επιστροφή και δικαίωμα προς καταβολή χρηματικών ποσών τα οποία εισπράχθηκαν ή δεν καταβλήθηκαν από κράτος μέλος κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης – Δασμοί αντιντάμπινγκ, εισαγωγικοί δασμοί, επιστροφές κατά την εξαγωγή και χρηματικές κυρώσεις – Έννοια της “παραβιάσεως του δικαίου της Ένωσης” – Εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή του δικαίου αυτού – Διαπίστωση από δικαιοδοτικό όργανο της Ένωσης ή από εθνικό δικαστήριο της υπάρξεως παραβιάσεως του εν λόγω δικαίου – Δικαίωμα προς καταβολή τόκων – Χρονικό διάστημα το οποίο καλύπτει η εν λόγω καταβολή τόκων»

    1. Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαιώματα υπέρ των ιδιωτών – Δικαίωμα προς επιστροφή και δικαίωμα προς καταβολή χρηματικών ποσών τα οποία εισπράχθηκαν ή δεν καταβλήθηκαν από κράτος μέλος κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης – Δικαίωμα προς καταβολή τόκων επί των χρηματικών αυτών ποσών – Περιεχόμενο – Επιστροφές κατά την εξαγωγή των οποίων η καταβολή απορρίφθηκε κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης και χορηγήθηκαν με καθυστέρηση – Χρηματική κύρωση επιβληθείσα λόγω της παραβιάσεως αυτής – Περιλαμβάνεται

      (βλ. σκέψεις 51, 52, 54, 56-59, 85 και διατακτ.)

    2. Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαιώματα υπέρ των ιδιωτών – Δικαίωμα προς επιστροφή και δικαίωμα προς καταβολή χρηματικών ποσών τα οποία εισπράχθηκαν ή δεν καταβλήθηκαν από κράτος μέλος κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης – Δικαίωμα προς καταβολή τόκων επί των χρηματικών αυτών ποσών – Έννοια της παραβιάσεως του δικαίου της Ένωσης – Εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή του δικαίου αυτού από εθνική αρχή – Διαπίστωση από δικαιοδοτικό όργανο της Ένωσης ή από εθνικό δικαστήριο της υπάρξεως παραβιάσεως του εν λόγω δικαίου – Εμπίπτει

      (βλ. σκέψεις 60-64, 66, 69, 85 και διατακτ.)

    3. Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαιώματα υπέρ των ιδιωτών – Δικαίωμα προς επιστροφή και δικαίωμα προς καταβολή χρηματικών ποσών τα οποία εισπράχθηκαν ή δεν καταβλήθηκαν από κράτος μέλος κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης – Δικαίωμα προς καταβολή τόκων επί των χρηματικών αυτών ποσών – Ειδικότερες λεπτομέρειες – Εφαρμογή του εθνικού δικαίου – Προϋποθέσεις – Τήρηση των αρχών της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας – Μη καταβολή τόκων για το χρονικό διάστημα που προηγείται της ασκήσεως ένδικης προσφυγής με αντικείμενο την καταβολή ή την επιστροφή του επίμαχου χρηματικού ποσού – Δεν επιτρέπεται – Υποχρέωση ασκήσεως ένδικης προσφυγής – Επιτρέπεται – Όρια

      (βλ. σκέψεις 73-77, 79-81, 84, 85 και διατακτ.)

    Σύνοψη

    Τρεις γερμανικές εταιρίες υποχρεώθηκαν από τις γερμανικές τελωνειακές αρχές να καταβάλουν ορισμένα χρηματικά ποσά σε σχέση, αντιστοίχως, με την εξαγωγή σφάγιων πουλερικών προς τρίτες χώρες, την εισαγωγή στην Ένωση μεταλλικών συνδετήρων και την εισαγωγή στην Ένωση ενός είδους γάντζων. Μεταγενέστερα, στο πλαίσιο χωριστών προσφυγών, τα γερμανικά δικαστήρια διαπίστωσαν ότι οι πράξεις που είχαν εκδοθεί από τις τελωνειακές αρχές σε βάρος των τριών εταιριών στηρίζονταν είτε σε ερμηνεία των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης η οποία είτε δεν ήταν σύμφωνη με τη νομολογία του Δικαστηρίου είτε ήταν εσφαλμένη.

    Κατόπιν της εκδόσεως των αποφάσεων των ως άνω δικαστηρίων, η αρμόδια τελωνειακή αρχή κατέβαλε στην πρώτη εταιρία –την Gräfendorfer (υπόθεση C‑415/20)– τις επιστροφές κατά την εξαγωγή των οποίων τη χορήγηση είχε αρχικώς αρνηθεί και της επέστρεψε το ποσό της χρηματικής κύρωσης που της είχε συναφώς επιβάλει, χωρίς όμως να καταβάλει τόκους επί των οικείων ποσών. Στις άλλες δύο εταιρίες –τη Reyher (υπόθεση C‑419/20) και τη Flexi Montagetechnik (υπόθεση C‑427/20)– επιστράφηκαν αντιστοίχως το ποσό των καταβληθέντων δασμών αντιντάμπινγκ και το ποσό των εισαγωγικών δασμών. Ωστόσο, οι τελωνειακές αρχές κατέβαλαν μέρος μόνον των τόκων επί των οικείων ποσών, αρνούμενες να καταβάλουν τόκους, όσον αφορά τη δεύτερη εταιρία, για το χρονικό διάστημα πριν την επιστροφή των ποσών και, όσον αφορά την τρίτη εταιρία, για το χρονικό διάστημα πριν την ημερομηνία κατά την οποία η εταιρία αυτή κίνησε την ένδικη διαδικασία.

    Μη έχοντας λάβει ολόκληρο το ποσό των ζητηθέντων τόκων, καθεμία από τις τρεις εταιρίες άσκησε προσφυγή ενώπιον του Finanzgericht Hamburg (δικαστηρίου φορολογικών διαφορών Αμβούργου, Γερμανία). Συναφώς, το δικαστήριο αυτό διερωτάται ως προς το περιεχόμενο, εν προκειμένω, των αρχών τις οποίες έχει διατυπώσει το Δικαστήριο στο πλαίσιο της νομολογίας του σχετικά με την επιστροφή χρηματικών ποσών που έχουν εισπράξει τα κράτη μέλη κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης καθώς και σχετικά με την καταβολή των αντίστοιχων τόκων.

    Αποφαινόμενο στο πλαίσιο προδικαστικής παραπομπής, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι εν λόγω αρχές έχουν εφαρμογή μεταξύ άλλων, αφενός, σε επιστροφές κατά την εξαγωγή που χορηγήθηκαν καθυστερημένα κατόπιν προηγούμενης απορρίψεως σχετικού αιτήματος κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης και, αφετέρου, σε χρηματική κύρωση που επιβλήθηκε στον διοικούμενο λόγω της παραβιάσεως αυτής. Επιπλέον, οι συγκεκριμένες αρχές έχουν εφαρμογή όταν από απόφαση του Δικαστηρίου ή από απόφαση εθνικού δικαστηρίου προκύπτει ότι έχει απορριφθεί ή ότι έχει επιβληθεί η καταβολή επιστροφών κατά την εξαγωγή, χρηματικής κυρώσεως, δασμών αντιντάμπινγκ ή εισαγωγικών δασμών βάσει είτε εσφαλμένης ερμηνείας είτε εσφαλμένης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης. Σε μία τέτοια περίπτωση, το εθνικό δίκαιο δεν μπορεί να αποκλείσει από την καταβολή τόκων το χρονικό διάστημα πριν την άσκηση ένδικης προσφυγής η οποία έχει ως αντικείμενο την καταβολή ή την επιστροφή του επίμαχου χρηματικού ποσού. Εντούτοις, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, μπορεί η καταβολή τόκων να εξαρτηθεί ενδεχομένως από την άσκηση τέτοιας προσφυγής.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    Αρχικώς, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, βάσει της γενικής αρχής της ανάκτησης των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, κάθε διοικούμενος στον οποίον έχει επιβληθεί από εθνική αρχή, κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης, η καταβολή τέλους, δασμού, φόρου ή άλλου ποσού δικαιούται βάσει του δικαίου αυτού να του επιστραφεί από το οικείο κράτος μέλος το αχρεωστήτως εισπραχθέν ποσό καθώς και να του καταβληθούν τόκοι ως αντιστάθμισμα για τη μη διαθεσιμότητα του ποσού.

    Τα ως άνω δικαιώματα υφίστανται δε, μεταξύ άλλων, και σε σχέση με χρηματική κύρωση η οποία κακώς επιβλήθηκε από εθνική αρχή κατ’ εφαρμογήν πράξεως του δικαίου της Ένωσης ή διατάξεων του εσωτερικού δικαίου που έχουν θεσπιστεί προς εκτέλεση μιας τέτοιας πράξεως, για τη μεταφορά της στο εσωτερικό δίκαιο ή προς διασφάλιση της τηρήσεώς της. Επομένως, ο διοικούμενος δικαιούται να του επιστραφεί το ποσό της εν λόγω χρηματικής κύρωσης καθώς και να του καταβληθούν τόκοι. Τέτοιοι τόκοι οφείλονται επίσης κατ’ αναλογίαν στην περίπτωση που καταβλήθηκαν καθυστερημένα σε διοικούμενο επιστροφές κατά την εξαγωγή κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης.

    Εν συνεχεία, το Δικαστήριο παρέχει διευκρινίσεις σχετικά με την περίσταση βάσει της οποίας θεμελιώνεται δικαίωμα προς επιστροφή ποσού καθώς και προς καταβολή τόκων, περίσταση η οποία συνίσταται στο γεγονός ότι η καταβολή χρηματικού ποσού επιβλήθηκε ή απορρίφθηκε από εθνική αρχή «κατά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης». Παραβίαση του δικαίου της Ένωσης μπορεί να υφίσταται, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση που εθνική αρχή επέβαλε ή αρνήθηκε την οικεία καταβολή λόγω εσφαλμένης εφαρμογής πράξεως της Ένωσης ή εθνικής ρύθμισης θεσπισθείσας προς διασφάλιση της εκτελέσεως ή της μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο μιας τέτοιας πράξεως. Επιπλέον, η ύπαρξη παραβιάσεως του δικαίου της Ένωσης είναι δυνατό να διαπιστωθεί όχι μόνον από τον δικαστή της Ένωσης, αλλά και από εθνικό δικαστήριο, είτε αυτό καλείται να αντλήσει τις συνέπειες τις οποίες επιφέρει διαπίστωση του δικαστή της Ένωσης περί παρανομίας ή περί ανισχύρου μιας πράξης είτε καλείται να κρίνει ότι πράξη εκδοθείσα από εθνική αρχή ενέχει εσφαλμένη εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης.

    Ελλείψει σχετικής ρυθμίσεως της Ένωσης, απόκειται στον εθνικό νομοθέτη να καθορίσει τις ειδικότερες λεπτομέρειες για την καταβολή τόκων στην περίπτωση επιστροφής χρηματικών ποσών τα οποία εισπράχθηκαν ή δεν καταβλήθηκαν, σεβόμενος πάντως τις αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας. Ιδιαίτερα, τέτοιοι τόκοι πρέπει να είναι επίσης δυνατό να ζητηθούν και να εισπραχθούν από διοικούμενο για το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία κατά την οποία το επίμαχο χρηματικό ποσό καταβλήθηκε στο οικείο κράτος μέλος ή κατά την οποία έπρεπε να είχε χορηγηθεί στον διοικούμενο έως την ημερομηνία της ασκήσεως ένδικης προσφυγής η οποία έχει ως αντικείμενο την επιστροφή ή τη χορήγηση των χρηματικών ποσών.

    Πάντως, δεν αποκλείεται κατ’ ανάγκην το ενδεχόμενο να προβλέπει η εθνική νομοθεσία ότι τόκοι οφείλονται μόνο εφόσον έχει ασκηθεί ένδικη προσφυγή. Ωστόσο, το εθνικό δικαστήριο οφείλει να εξακριβώσει ότι η προϋπόθεση αυτή δεν καθιστά υπέρμετρα δυσχερή ή αδύνατη την άσκηση των δικαιωμάτων που οι διοικούμενοι αντλούν από το δίκαιο της Ένωσης.

    Top