Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62020CJ0411

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 1ης Αυγούστου 2022.
    S κατά Familienkasse Niedersachsen-Bremen der Bundesagentur für Arbeit.
    Προδικαστική παραπομπή – Ιθαγένεια της Ένωσης – Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Ίση μεταχείριση – Οδηγία 2004/38/ΕΚ – Άρθρο 24, παράγραφοι 1 και 2 – Παροχές κοινωνικής ασφάλισης – Κανονισμός (ΕΚ) 883/2004 – Άρθρο 4 – Οικογενειακές παροχές – Αποκλεισμός των μη ενεργών οικονομικά υπηκόων άλλων κρατών μελών κατά τους τρεις πρώτους μήνες διαμονής στο κράτος μέλος υποδοχής.
    Υπόθεση C-411/20.

    Court reports – general

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2022:602

    Υπόθεση C‑411/20

    S

    κατά

    Familienkasse Niedersachsen-Bremen der Bundesagentur für Arbeit

    (αίτηση του Finanzgericht Bremen για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 1ης Αυγούστου 2022

    «Προδικαστική παραπομπή – Ιθαγένεια της Ένωσης – Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Ίση μεταχείριση – Οδηγία 2004/38/ΕΚ – Άρθρο 24, παράγραφοι 1 και 2 – Παροχές κοινωνικής ασφάλισης – Κανονισμός (ΕΚ) 883/2004 – Άρθρο 4 – Οικογενειακές παροχές – Αποκλεισμός των μη ενεργών οικονομικά υπηκόων άλλων κρατών μελών κατά τους τρεις πρώτους μήνες διαμονής στο κράτος μέλος υποδοχής»

    1. Κοινωνική ασφάλιση – Οικογενειακές παροχές – Έννοια – Παροχές οι οποίες αποσκοπούν στην αντιστάθμιση των οικογενειακών βαρών και χορηγούνται αυτομάτως σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια, ανεξαρτήτως οιασδήποτε εξατομικευμένης στάθμισης των ατομικών αναγκών – Εμπίπτουν

      (Κανονισμός 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 1, στοιχείο κστʹ, και 3 § 1, στοιχείο ιʹ)

      (βλ. σκέψη 34)

    2. Κοινωνική ασφάλιση – Διακινούμενοι εργαζόμενοι – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Μη ενεργός οικονομικά υπήκοος κράτους μέλους ο οποίος διαμένει νομίμως στο έδαφος άλλου κράτους μέλους – Εφαρμογή της νομοθεσίας του κράτους μέλους υποδοχής – Έννοια της κατοικίας

      (Κανονισμός 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 1, στοιχείο ιʹ, και 11 § 3, στοιχείο εʹ)

      (βλ. σκέψεις 36, 37)

    3. Ιθαγένεια της Ένωσης – Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών – Οδηγία 2004/38 – Αρχή της ίσης μεταχείρισης – Υποχρέωση του κράτους μέλους υποδοχής να αναγνωρίζει δικαίωμα σε κοινωνικές παροχές στους υπηκόους άλλων κρατών μελών οι οποίοι δεν ασκούν οικονομική δραστηριότητα – Προϋποθέσεις – Διαμονή στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής τηρουμένων των προϋποθέσεων της οδηγίας

      (Οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 24 § 1)

      (βλ. σκέψεις 41, 42)

    4. Κοινωνική ασφάλιση – Διακινούμενοι εργαζόμενοι – Οδηγία 2004/38 – Κοινωνικές παροχές – Έννοια – Οικογενειακά επιδόματα τα οποία χορηγούνται ανεξαρτήτως των ατομικών αναγκών του δικαιούχου τους και δεν αποσκοπούν στη διασφάλιση των μέσων διαβίωσής του – Αποκλείονται

      (Κανονισμός 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 1, στοιχείο κστʹ, άρθρο 3 § 1, στοιχείο ιʹ· οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 24 § 2)

      (βλ. σκέψεις 45-48)

    5. Κοινωνική ασφάλιση – Διακινούμενοι εργαζόμενοι – Ίση μεταχείριση – Εθνική ρύθμιση η οποία αποκλείει μη ενεργούς οικονομικά υπηκόους άλλων κρατών μελών από τη χορήγηση οικογενειακών επιδομάτων κατά τους τρεις πρώτους μήνες διαμονής στο κράτος μέλος υποδοχής – Δεν επιτρέπεται – Άμεση διάκριση – Δικαιολόγηση – Παρέκκλιση από την αρχή της ίσης μεταχείρισης πολιτών της Ένωσης στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας – Δεν έχει εφαρμογή

      (Κανονισμός 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 4 και 11 § 3, στοιχείο εʹ· οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 6 § 1, 14 § 1 και 24 § 2)

      (βλ. σκέψεις 49-55, 58-61, 65, 67-69 και διατακτ.)

    6. Κοινωνική ασφάλιση – Διακινούμενοι εργαζόμενοι – Ίση μεταχείριση – Δυνατότητα μη ενεργού οικονομικά πολίτη της Ένωσης να αξιώσει την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης στο κράτος μέλος υποδοχής – Προϋπόθεση – Απόκτηση συνήθους διαμονής κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου και κατοχή τίτλου διαμονής στο εν λόγω κράτος μέλος – Έννοια της συνήθους διαμονής

      (Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4, και 987/2009, άρθρο 11 §§ 1 και 2· οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 6 § 1 και 14 § 1)

      (βλ. σκέψεις 70-72)

    Σύνοψη

    Η S και τα μέλη της οικογένειάς της είναι πολίτες της Ένωσης με καταγωγή από κράτος μέλος διαφορετικό από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Τον Οκτώβριο του 2019, η S ζήτησε να της χορηγηθούν οικογενειακά επιδόματα για τα τέκνα της στη Γερμανία, όσον αφορά την περίοδο μεταξύ Αυγούστου και Οκτωβρίου του 2019. Το ταμείο οικογενειακών επιδομάτων το οποίο επιλήφθηκε της αίτησής της ( 1 ) διαπίστωσε ότι η S και η οικογένειά της αφίχθηκαν και εγκαταστάθηκαν στη Γερμανία στις 19 Αυγούστου 2019, έχοντας μεταβεί εκεί από το κράτος μέλος καταγωγής τους. Ωστόσο, η S, δεδομένου ότι δεν είχε εισοδήματα στην ημεδαπή κατά τη διάρκεια των τριών μηνών που ακολούθησαν την εγκατάσταση στη Γερμανία, δεν πληρούσε τις προβλεπόμενες από το εθνικό δίκαιο προϋποθέσεις ( 2 ) ώστε να δικαιούται τα επιδόματα που ζήτησε. Κατά συνέπεια, το ταμείο οικογενειακών επιδομάτων απέρριψε την αίτηση της S.

    Η S άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου προσφυγή ακυρώσεως ( 3 ) κατά της απορριπτικής απόφασης.

    Το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι η διάταξη του γερμανικού δικαίου στην οποία στηρίζεται η απορριπτική απόφαση αντιμετωπίζει διαφορετικά έναν υπήκοο άλλου κράτους μέλους ο οποίος αποκτά συνήθη διαμονή στη Γερμανία και έναν Γερμανό υπήκοο ο οποίος αποκτά εκεί συνήθη διαμονή του κατόπιν της διαμονής του σε άλλο κράτος μέλος. Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει συναφώς ότι, κατ’ εφαρμογήν της διάταξης αυτής, πολίτης άλλου κράτους μέλους, όπως η S, δεν λαμβάνει οικογενειακά επιδόματα κατά τους τρεις πρώτους μήνες της διαμονής του εφόσον δεν αποδεικνύει ότι έχει εισοδήματα από την άσκηση αμειβόμενης δραστηριότητας στη Γερμανία. Αντιθέτως, Γερμανός υπήκοος απολαύει των παροχών αυτών ήδη από τους τρεις πρώτους μήνες, ακόμη και αν δεν ασκεί τέτοια δραστηριότητα.

    Το αιτούν δικαστήριο υπέβαλε στο Δικαστήριο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως με την οποία ζητεί να διευκρινιστεί αν η διαφορετική αυτή μεταχείριση είναι σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης.

    Με την απόφασή του, το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου κρίνει ότι εθνική ρύθμιση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης είναι αντίθετη προς την αρχή της ίσης μεταχείρισης που προβλέπεται στον κανονισμό 883/2002 ( 4 ). Συμπληρώνει ότι η δυνατότητα παρέκκλισης από την ως άνω αρχή, βάσει του άρθρου 24, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/38 ( 5 ), αφορά αποκλειστικώς τις παροχές κοινωνικής πρόνοιας και δεν εφαρμόζεται την περίπτωση τέτοιας ρύθμισης.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    Tο Δικαστήριο υπενθυμίζει κατ’ αρχάς ότι οι πολίτες της Ένωσης έχουν δικαίωμα διαμονής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους για χρονικό διάστημα έως τρεις μήνες χωρίς κανέναν όρο ή διατύπωση πέραν της κατοχής ισχύοντος δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου ( 6 ) και ότι το δικαίωμα αυτό διατηρείται σε ισχύ για όσο χρόνο ο πολίτης της Ένωσης και τα μέλη της οικογένειάς του δεν αποτελούν υπέρμετρο βάρος για το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας του κράτους μέλους υποδοχής ( 7 ). Συνεπώς, ένας πολίτης της Ένωσης, ακόμη και αν είναι μη ενεργός οικονομικά, έχει, εφόσον πληροί αυτές τις δύο προϋποθέσεις, δικαίωμα διαμονής διάρκειας τριών μηνών σε κράτος μέλος του οποίου δεν είναι υπήκοος.

    Κατόπιν της υπενθύμισης αυτής, το Δικαστήριο εξετάζει αν, εφόσον διαμένει νομίμως στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής ( 8 ), ο μη ενεργός οικονομικά πολίτης της Ένωσης μπορεί να επικαλεστεί, για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών, την αρχή της ίσης μεταχείρισης με τους μη ενεργούς οικονομικά ημεδαπούς οι οποίοι επιστρέφουν στο κράτος μέλος υποδοχής αφού έχουν ασκήσει το δικαίωμά τους ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής σε άλλο κράτος μέλος.

    Προς τούτο, το Δικαστήριο αποσαφηνίζει, κατά πρώτον, το περιεχόμενο του άρθρου 24, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/38, το οποίο επιτρέπει παρέκκλιση από την αρχή της ίσης μεταχείρισης και μη χορήγηση παροχών κοινωνικής πρόνοιας σε μη ενεργούς οικονομικά υπηκόους άλλων κρατών μελών κατά τους τρεις πρώτους μήνες της διαμονής τους στο κράτος μέλος υποδοχής.

    Δεδομένου ότι τα επίμαχα οικογενειακά επιδόματα χορηγούνται ανεξαρτήτως των ατομικών αναγκών του δικαιούχου τους και δεν αποσκοπούν στη διασφάλιση των μέσων διαβίωσής του, τα επιδόματα αυτά δεν εμπίπτουν στις «κοινωνικές παροχές» κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης.

    Το Δικαστήριο προσθέτει ότι η συγκεκριμένη διάταξη δεν μπορεί να ερμηνευθεί, όσον αφορά τη χορήγηση παροχών διαφορετικών από τις «κοινωνικές παροχές», υπό την έννοια ότι επιτρέπει στο κράτος μέλος υποδοχής να παρεκκλίνει από την αρχή της ίσης μεταχείρισης της οποίας πρέπει, κατ’ αρχήν, να απολαύουν οι πολίτες της Ένωσης που διαμένουν νομίμως στο έδαφός του.

    Πράγματι, ως παρέκκλιση από την αρχή της ίσης μεταχείρισης του άρθρου 18 ΣΛΕΕ, η οποία εξειδικεύεται με το άρθρο 24, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38, η παράγραφος 2 του άρθρου 24 πρέπει να ερμηνεύεται στενά και σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης. Εντούτοις, από κανένα στοιχείο του γράμματος ή του κανονιστικού πλαισίου της τελευταίας διάταξης δεν μπορεί να συναχθεί ότι ο νομοθέτης της Ένωσης θέλησε με αυτήν να παράσχει στο κράτος μέλος υποδοχής τη δυνατότητα να παρεκκλίνει από την αρχή της ίσης μεταχείρισης ως προς άλλες παροχές, πέραν των κοινωνικών.

    Κατά δεύτερον, το Δικαστήριο αποσαφηνίζει το περιεχόμενο του άρθρου 4 του κανονισμού 883/2004.

    Κατά τον ως άνω κανονισμό ( 9 ), μη ενεργός οικονομικά πολίτης της Ένωσης ο οποίος έχει μεταφέρει τη συνήθη διαμονή του στο κράτος μέλος υποδοχής υπόκειται στη νομοθεσία αυτού του κράτους μέλους, ήτοι εν προκειμένω της Γερμανίας, όσον αφορά τη χορήγηση οικογενειακών παροχών. Ωστόσο, η Γερμανία οφείλει να τηρεί το δίκαιο της Ένωσης κατά την άσκηση της αρμοδιότητάς της να καθορίζει, με τη νομοθεσία της, τις προϋποθέσεις χορήγησης των παροχών αυτών.

    Ειδικότερα, το άρθρο 4 του κανονισμού 883/2004 ορίζει ότι τα πρόσωπα στα οποία εφαρμόζεται ο κανονισμός αυτός απολαμβάνουν τις ίδιες παροχές και υπόκεινται στις ίδιες υποχρεώσεις που ισχύουν, βάσει της νομοθεσίας του κάθε κράτους μέλους, για τους αντίστοιχους ημεδαπούς. Καμία διάταξη του κανονισμού δεν επιτρέπει στο κράτος μέλος υποδοχής να προβαίνει, ως προς τη χορήγηση οικογενειακών επιδομάτων, σε διαφορετική μεταχείριση νομίμως διαμένοντος υπηκόου άλλου κράτους μέλους έναντι των ημεδαπών για τον λόγο ότι ο πολίτης αυτός είναι μη ενεργός οικονομικά. Ως εκ τούτου, ένας πολίτης της Ένωσης ο οποίος διαμένει νομίμως στο έδαφος κράτους μέλους διαφορετικού από το κράτος μέλος της ιθαγένειάς του και έχει αποκτήσει εκεί συνήθη διαμονή μπορεί να επικαλεστεί, στο κράτος μέλος υποδοχής, την αρχή της ίσης μεταχείρισης η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 του κανονισμού 883/2004, προκειμένου να του χορηγηθούν οικογενειακές παροχές υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που προβλέπονται για τους ημεδαπούς.

    Εν προκειμένω, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι εθνική ρύθμιση όπως η επίμαχη εισάγει άμεση δυσμενή διάκριση εις βάρος ενός τέτοιου πολίτη της Ένωσης. Ελλείψει οποιασδήποτε εξαίρεσης ρητώς προβλεπόμενης στον κανονισμό 883/2004, μια τέτοια δυσμενής διάκριση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί.

    Εντούτοις, είναι σημαντικό ο μη ενεργός οικονομικά πολίτης της Ένωσης ο οποίος διεκδικεί, στο κράτος μέλος υποδοχής, την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης όσον αφορά τη χορήγηση οικογενειακών παροχών, να έχει, κατά την περίοδο των τριών πρώτων μηνών στη διάρκεια της οποίας απολαύει δικαιώματος διαμονής στο εν λόγω κράτος μέλος δυνάμει της οδηγίας 2004/38 ( 10 ), αποκτήσει εκεί συνήθη διαμονή και να μη διαμένει απλώς προσωρινά. Σημειωτέον ότι ως «κατοικία» κατά τον κανονισμό 883/2004 νοείται η «πραγματική» κατοικία ( 11 ). Η δε έννοια της «συνήθους διαμονής» απηχεί κατ’ ουσίαν ένα πραγματικό ζήτημα το οποίο υπόκειται στην κρίση του εθνικού δικαστηρίου υπό το πρίσμα των περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης. Συναφώς, η απαίτηση να έχει μεταφέρει ο μη ενεργός οικονομικά πολίτης της Ένωσης τη συνήθη διαμονή του στο κράτος μέλος υποδοχής σημαίνει ότι πρέπει, αφενός, να έχει εκδηλωθεί η βούλησή του να εγκαταστήσει, κατά τρόπο ουσιαστικό, το σύνηθες κέντρο των συμφερόντων του στο συγκεκριμένο κράτος μέλος και, αφετέρου, να αποδεικνύεται ότι η παρουσία του στο έδαφος του κράτους μέλους αυτού μαρτυρεί επαρκή βαθμό σταθερότητας, που την διακρίνει από μια προσωρινή διαμονή.


    ( 1 ) Familienkasse Niedersachsen-Bremen der Bundesagentur für Arbeit (ταμείο της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Απασχόλησης για τα οικογενειακά επιδόματα στην Κάτω Σαξονία και Βρέμη, Γερμανία).

    ( 2 ) Άρθρο 62, παράγραφος 1a, του Einkommensteuergesetz (νόμου περί φορολογίας εισοδήματος), όπως τροποποιήθηκε με τον Gesetz gegen illegale Beschäftigung und Sozialleistungsmissbrauch (νόμο κατά της παράνομης εργασίας και της κατάχρησης κοινωνικών παροχών, BGBl. 2019 I, σ. 1066).

    ( 3 ) Εν προκειμένω, ενώπιον του Finanzgericht Bremen (πρωτοβάθμιου δικαστηρίου φορολογικών διαφορών Βρέμης, Γερμανία).

    ( 4 ) Άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ 2004, L 166, σ. 1, και διορθωτικό ΕΕ 2004, L 200, σ. 1).

    ( 5 ) Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ 2004, L 158, σ. 34).

    ( 6 ) Άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38.

    ( 7 ) Άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38.

    ( 8 ) Δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38, σε συνδυασμό με το άρθρο 14, παράγραφος 1, αυτής.

    ( 9 ) Άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 883/2004.

    ( 10 ) Δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38, σε συνδυασμό με το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής.

    ( 11 ) Άρθρο 11, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού 883/2004 (ΕΕ 2009, L 284, σ. 1).

    Top