Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62020CJ0079

    Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 28ης Απριλίου 2022.
    Yieh United Steel Corp. κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
    Αίτηση αναιρέσεως – Ντάμπινγκ – Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1429 – Eισαγωγές πλατέων προϊόντων ψυχρής έλασης από ανοξείδωτο χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ταϊβάν – Οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ – Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 – Άρθρο 2 – Υπολογισμός της κανονικής αξίας – Υπολογισμός του κόστους παραγωγής – Απώλειες παραγωγής – Άρνηση αφαίρεσης της αξίας του ανακυκλωμένου παλαιοσιδήρου – Καθορισμός της κανονικής αξίας βάσει των πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος που προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση – Αποκλεισμός, από τη βάση υπολογισμού που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, των πωλήσεων που πραγματοποιούνται στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής, όταν αυτές αφορούν προϊόντα τα οποία προορίζονται για εξαγωγή.
    Υπόθεση C-79/20 P.

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2022:305

    Υπόθεση C79/20 P

    Yieh United Steel Corp.

    κατά

    Ευρωπαϊκής Επιτροπής

     Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 28ης Απριλίου 2022

    «Αίτηση αναιρέσεως – Ντάμπινγκ – Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1429 – Eισαγωγές πλατέων προϊόντων ψυχρής έλασης από ανοξείδωτο χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ταϊβάν – Οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ – Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 – Άρθρο 2 – Υπολογισμός της κανονικής αξίας – Υπολογισμός του κόστους παραγωγής – Απώλειες παραγωγής – Άρνηση αφαίρεσης της αξίας του ανακυκλωμένου παλαιοσιδήρου – Καθορισμός της κανονικής αξίας βάσει των πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος που προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση – Αποκλεισμός, από τη βάση υπολογισμού που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, των πωλήσεων που πραγματοποιούνται στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής, όταν αυτές αφορούν προϊόντα τα οποία προορίζονται για εξαγωγή»

    1.        Αναίρεση – Λόγοι – Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων – Απαράδεκτο – Έλεγχος από το Δικαστήριο της εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων – Αποκλείεται, πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου τους – Λόγος αντλούμενος από την παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών – Ανάγκη επακριβούς μνείας των παραμορφωθέντων στοιχείων και αποδείξεως των σφαλμάτων της αναλύσεως που οδήγησαν στην παραμόρφωση αυτή – Παραμόρφωση η οποία πρέπει να προκύπτει προδήλως από τα στοιχεία της δικογραφίας

    (Άρθρο 256 § 1, εδ. 2, ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1)

    (βλ. σκέψεις 52-54, 60, 84-85)

    2.        Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Περιθώριο ντάμπινγκ – Καθορισμός της κανονικής αξίας – Επιλογή της μεθόδου υπολογισμού – Διακριτική ευχέρεια των οργάνων – Δικαστικός έλεγχος – Περιεχόμενο – Όρια

    (Κανονισμός 1225/2009 του Συμβουλίου)

    (βλ. σκέψεις 55-58, 61)

    3.        Αναίρεση – Λόγοι – Υποχρέωση του αναιρεσείοντος να επικρίνει με συγκεκριμένο τρόπο ορισμένο σημείο της συλλογιστικής του Γενικού Δικαστηρίου

    (Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρα 168 § 1, στοιχείο δʹ, και 169 § 2)

    (βλ. σκέψεις 76-78)

    4.        Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ερμηνεία – Διατάξεις διατυπωμένες σε περισσότερες από μία γλώσσες – Ομοιόμορφη ερμηνεία – Αποκλίσεις μεταξύ των διαφόρων γλωσσικών αποδόσεων – Λαμβάνονται υπόψη η γενική οικονομία και ο σκοπός της επίμαχης κανονιστικής ρυθμίσεως

    (Κανονισμός 1225/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 2)

    (βλ. σκέψη 99)

    5.        Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ερμηνεία – Μέθοδοι – Ερμηνεία υπό το πρίσμα των διεθνών συμφωνιών που έχει συνάψει η Ένωση – Ερμηνεία του κανονισμού 1225/2009 υπό το πρίσμα της συμφωνίας αντιντάμπινγκ της ΓΣΔΕ του 1994

    [Συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VI της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (συμφωνία αντιντάμπινγκ του 1994)· κανονισμός 1225/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 2]

    (βλ. σκέψεις 101, 102)

    6.        Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Περιθώριο ντάμπινγκ – Καθορισμός της κανονικής αξίας – Τιμή ισχύουσα στις συνήθεις εμπορικές πράξεις – Τιμή του ομοειδούς προϊόντος που προορίζεται για κατανάλωση στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής – Έννοια του προοριζόμενου για κατανάλωση προϊόντος – Ομοειδές προϊόν το οποίο πωλείται στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής και, στη συνέχεια, προορίζεται για εξαγωγή – Δεν εμπίπτει – Προϋπόθεση – Ύπαρξη αντικειμενικού συνδετικού στοιχείου μεταξύ της πωλήσεως του ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά και του τελικού προορισμού του προϊόντος – Η Επιτροπή φέρει το βάρος της αποδείξεως – Πραγματική γνώση του πωλητή για τον τελικό προορισμό του επίμαχου προϊόντος – Δεν ασκεί επιρροή

    (Κανονισμός 1225/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 2 §§ 1 και 2)

    (βλ. σκέψεις 103-144)

    Σύνοψη

    Κατόπιν καταγγελίας που υπέβαλε η Eurofer, Association européenne de l’acier, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε, κατόπιν έρευνας, τον εκτελεστικό κανονισμό 2015/1429 (1) (στο εξής: επίδικος κανονισμός) για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πλατέων προϊόντων ψυχρής έλασης από ανοξείδωτο χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ταϊβάν (στο εξής: υπό εξέταση προϊόν).

    Η Yieh United Steel Corp. (στο εξής: αναιρεσείουσα), εταιρία με έδρα την Ταϊβάν η οποία δραστηριοποιείται, μεταξύ άλλων, στην κατασκευή και τη διανομή του υπό εξέταση προϊόντος, προσέφυγε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ζητώντας την ακύρωση του επίδικου κανονισμού, κατά το μέτρο που την αφορά. Προβάλλει δε, μεταξύ άλλων, παράβαση του άρθρου 2, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού (2), δυνάμει του οποίου η «κανονική αξία» των προϊόντων τα οποία αφορά ο δασμός αντιντάμπινγκ καθορίζεται καταρχήν βάσει των πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος που προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση. Συναφώς, η προσφεύγουσα και νυν αναιρεσείουσα αμφισβητούσε, μεταξύ άλλων, την άρνηση της Επιτροπής να λάβει υπόψη, για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, ορισμένες πωλήσεις του οικείου προϊόντος προς τον ανεξάρτητο αγοραστή της στη χώρα εξαγωγής (στο εξής: επίμαχες πωλήσεις), για τον λόγο και μόνον ότι το οικείο προϊόν είχε εξαχθεί από τον συγκεκριμένο πελάτη μετά τις πωλήσεις αυτές, μολονότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η πρόθεση της αναιρεσείουσας ήταν να μην έχει το προϊόν αυτό ως προορισμό την εγχώρια κατανάλωση.

    Με απόφαση της 3ης Δεκεμβρίου 2019 (3) (στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση), το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της νυν αναιρεσείουσας κρίνοντας, μεταξύ άλλων, ότι η Επιτροπή μπορούσε να αρνηθεί να λάβει υπόψη τις επίμαχες πωλήσεις για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, ανεξαρτήτως αν ο παραγωγός-εξαγωγέας είχε, κατά τον χρόνο σύναψης των πωλήσεων αυτών, οιαδήποτε γνώση για την εξαγωγή των οικείων προϊόντων, εφόσον η Επιτροπή έχει στη διάθεσή της αντικειμενικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι οι πωλήσεις αυτές είναι, στην πραγματικότητα, πωλήσεις προς εξαγωγή.

    Με απόφαση εκδοθείσα κατ’ αναίρεση, το Δικαστήριο επικυρώνει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, παρέχοντας συγχρόνως διευκρινίσεις όσον αφορά τη φράση «που προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση», η οποία χρησιμοποιείται στο άρθρο 2, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    Το Δικαστήριο υπενθυμίζει καταρχάς ότι, κατά το άρθρο 2, παράγραφοι 1 και 2, του βασικού κανονισμού, για τον καθορισμό της κανονικής αξίας δεν λαμβάνονται υπόψη οι εγχώριες πωλήσεις στη χώρα εξαγωγής, όταν τα πωλούμενα προϊόντα δεν προορίζονται για κατανάλωση στην εν λόγω αγορά, αλλά για άλλο σκοπό όπως η εξαγωγή τους.

    Εξετάζει, συνεπώς, το ζήτημα αν η φράση «προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση», κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού, υποδηλώνει ένα υποκειμενικό στοιχείο, ειδικότερα δε την ύπαρξη προθέσεως ή πραγματικής γνώσεως του πωλητή για τον τελικό προορισμό του οικείου προϊόντος.

    Συναφώς, το Δικαστήριο επικυρώνει την προσέγγιση του Γενικού Δικαστηρίου, βάσει ιδίως του γράμματος, του πλαισίου και του σκοπού του άρθρου 2, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού, κατά την οποία δεν μπορεί να γίνει δεκτή μια αμιγώς υποκειμενική ερμηνεία της έννοιας των «πωλήσε[ων] του ομοειδούς προϊόντος που προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση». Το Δικαστήριο εξηγεί πάντως ότι μια αμιγώς «αντικειμενική» ερμηνεία της εν λόγω έννοιας, την οποία δέχθηκε το Γενικό Δικαστήριο, θα σήμαινε ότι θα αρκούσε απλώς να αποδειχθεί ότι μια επιχείρηση σε μεταγενέστερο στάδιο της αλυσίδας διανομής εξήγαγε τα αρχικώς πωληθέντα προϊόντα για να μπορεί η Επιτροπή να θεωρήσει ότι τα προϊόντα αυτά, κατά τον χρόνο της αρχικής πωλήσεώς τους, «προορίζοντα[ν]» για εξαγωγή, με συνέπεια να επιβάλλεται ο αποκλεισμός τους από τη βάση υπολογισμού που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

    Κατά το Δικαστήριο, μια τέτοια αμιγώς αντικειμενική ερμηνεία δεν συνάδει με τις αρχές της προβλεψιμότητας και της ασφάλειας δικαίου, στο μέτρο που θα επέτρεπε στην Επιτροπή να επιβάλει δασμούς αντιντάμπινγκ ανεξάρτητα από την τιμολογιακή πολιτική του παραγωγού‑εξαγωγέα, τον οποίο και θα υποχρέωνε να λογοδοτήσει για τις πολιτικές εμπορικής προώθησης ανεξάρτητων πελατών του, τους οποίους ο ίδιος δεν είναι, καταρχήν, σε θέση να ελέγξει.

    Συναφώς, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να διασφαλιστεί ο σεβασμός των εν λόγω αρχών, η Επιτροπή μπορεί να αποκλείσει μια εγχώρια πώληση από τη βάση υπολογισμού που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της κανονικής αξίας μόνον εφόσον αποδεικνύει την ύπαρξη αντικειμενικού συνδετικού στοιχείου μεταξύ της πωλήσεως αυτής και ενός άλλου προορισμού του επίμαχου προϊόντος πλην της εγχώριας κατανάλωσης. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι η Επιτροπή πρέπει να αποδείξει ότι από αντικειμενικές περιστάσεις που περιβάλλουν την εν λόγω πώληση, μεταξύ των οποίων καταλέγεται πρωτίστως η τιμή, προκύπτει ότι τα πωλούμενα προϊόντα έχουν προορισμό διαφορετικό από την κατανάλωση στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής, όπως είναι η εξαγωγή.

    Συγκεκριμένα, αν η Επιτροπή αποδείξει ότι συντρέχουν τέτοιες περιστάσεις σε σχέση με την αρχική πώληση, μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο παραγωγός-εξαγωγέας όφειλε ευλόγως να γνωρίζει, κατά τον χρόνο σύναψης της πώλησης, ότι, κατά πάσα πιθανότητα, ο τελικός προορισμός του επίμαχου προϊόντος ήταν η εξαγωγή και όχι η εγχώρια κατανάλωσή του στη χώρα εξαγωγής.

    Εν προκειμένω, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι μέρος των εγχώριων πωλήσεων της αναιρεσείουσας αποτέλεσε αντικείμενο ενός συστήματος εκπτώσεων κατά την εξαγωγή, γεγονός που συνιστά αντικειμενική περίσταση σχετική με τις πωλήσεις αυτές η οποία αφορά την τιμή τους. Ομοίως, λαμβανομένου επίσης υπόψη του γεγονότος ότι ο σημαντικότερος πελάτης της αναιρεσείουσας δραστηριοποιούνταν κυρίως στον τομέα των εξαγωγών του οικείου προϊόντος και ότι οι πωλήσεις της αναιρεσείουσας στον εν λόγω πελάτη αφορούσαν, κατά κανόνα, προϊόντα προοριζόμενα για εξαγωγή και όχι για εγχώρια κατανάλωση, η αναιρεσείουσα όφειλε ευλόγως να γνωρίζει, κατά τον χρόνο σύναψης των επίμαχων πωλήσεων, τον τελικό προορισμό του οικείου προϊόντος, δηλαδή, κατά πάσα πιθανότητα, την εξαγωγή.

    Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι η Επιτροπή μπορούσε νομίμως και χωρίς να υποπέσει σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως να αποκλείσει τις επίμαχες πωλήσεις από τη βάση υπολογισμού που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό της κανονικής αξίας κατ’ εφαρμογήν ιδίως του άρθρου 2, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού.


    1      Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1429 της Επιτροπής, της 26ης Αυγούστου 2015, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πλατέων προϊόντων ψυχρής έλασης από ανοξείδωτο χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ταϊβάν (ΕΕ 2015, L 224, σ. 10).


    2      Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51).


    3      Απόφαση της 3ης Δεκεμβρίου 2019, Yieh United Steel κατά Επιτροπής (Τ-607/15, EU:T:2019:831).

    Top