Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62019CJ0603

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 1ης Οκτωβρίου 2020.
    Ποινική δίκη κατά TG και UF.
    Προδικαστική παραπομπή – Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 325 ΣΛΕΕ – Ποινική διαδικασία για αξιόποινες πράξεις σχετικές με απάτη ως προς επιδοτήσεις οι οποίες χρηματοδοτούνται εν μέρει από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Εθνικό δίκαιο το οποίο δεν παρέχει στους φορείς του Δημοσίου, στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, τη δυνατότητα ανακτήσεως επιδοτήσεων σε αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε λόγω των αξιόποινων πράξεων.
    Υπόθεση C-603/19.

    Court reports – general

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2020:774

    Υπόθεση C603/19

    Ποινική διαδικασία

    κατά

    TG
    και
    UF

    (αίτηση του Špecializovaný trestný súd
    για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

     Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 1ης Οκτωβρίου 2020

    «Προδικαστική παραπομπή – Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 325 ΣΛΕΕ – Ποινική διαδικασία για αξιόποινες πράξεις σχετικές με απάτη ως προς επιδοτήσεις οι οποίες χρηματοδοτούνται εν μέρει από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Εθνικό δίκαιο το οποίο δεν παρέχει στους φορείς του Δημοσίου, στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, τη δυνατότητα ανακτήσεως επιδοτήσεων σε αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε λόγω των αξιόποινων πράξεων»

    1.        Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις – Ελάχιστα πρότυπα σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας – Οδηγία 2012/29 – Προσωπικό πεδίο εφαρμογής – Νομικά πρόσωπα και φορείς του Δημοσίου – Δεν εμπίπτουν

    (Οδηγία 2012/29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 1 § 1 και 2 § 1)

    (βλ. σκέψεις 44-46, διατακτ. 1)

    2.        Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης – Καταπολέμηση της απάτης και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων – Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέπουν αποτελεσματικές και αποτρεπτικές κυρώσεις – Απάτη ως προς επιδοτήσεις οι οποίες χρηματοδοτούνται εν μέρει από τον προϋπολογισμό της Ένωσης – Εθνική ποινική διαδικασία μη παρέχουσα στο Δημόσιο τη δυνατότητα να αξιώσει την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε λόγω της αξιόποινης πράξεως – Επιτρέπεται βάσει του άρθρου 325 ΣΛΕΕ – Προϋπόθεση – Ύπαρξη στο εθνικό δίκαιο αποτελεσματικών διαδικασιών που καθιστούν δυνατή την ανάκτηση των αχρεωστήτως εισπραχθεισών συνεισφορών που προέρχονται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης

    (Άρθρο 325 ΣΛΕΕ)

    (βλ. σκέψεις 54-56, 58-62, διατακτ. 2)

    Σύνοψη

    Το Úrad špeciálnej prokuratúry Generálnej prokuratúry Slovenskej republiky (Γραφείο ειδικής εισαγγελικής αρχής της Γενικής Εισαγγελίας της Σλοβακικής Δημοκρατίας) κίνησε ποινική διαδικασία κατά δύο φυσικών προσώπων (στο εξής: κατηγορούμενοι), για πράξεις δυνάμενες να συνιστούν απάτη ως προς επιδοτήσεις που χρηματοδοτήθηκαν εν μέρει από τον προϋπολογισμό της Ένωσης. Η αξιόποινη πράξη φέρεται να τελέσθηκε στο πλαίσιο δύο διαγωνισμών τους οποίους είχε προκηρύξει η σλοβακική διοίκηση για την υποβολή αιτήσεων χορηγήσεως επιδοτήσεων με σκοπό, μεταξύ άλλων, την υποστήριξη της δημιουργίας θέσεων εργασίας για άτομα με αναπηρία.

    Οι κατηγορούμενοι ήταν εταίροι και διαχειριστές σε πλείονες εμπορικές εταιρίες που είχαν συσταθεί από τους ίδιους και είχαν λάβει επιδοτήσεις ύψους 654 588,34 ευρώ, στα οποία περιλαμβάνονταν 279 272,18 ευρώ προερχόμενα από τον προϋπολογισμό της Ένωσης. Μετά την καταβολή των επίμαχων επιδοτήσεων, οι κατηγορούμενοι μεταβίβασαν σε τρίτο πρόσωπο τα μερίδιά τους στις οικείες εταιρίες, εν συνεχεία δε οι εν λόγω εταιρίες έπαυσαν κάθε δραστηριότητα. Κατά τον χρόνο κινήσεως της ποινικής διώξεως κατά των κατηγορουμένων, τα εταιρικά περιουσιακά στοιχεία δεν βρίσκονταν πλέον στις εγκαταστάσεις των εταιριών αυτών, οι οποίες διαγράφηκαν αυτεπαγγέλτως από το μητρώο εμπορικών εταιριών. Κατά το χρονικό διάστημα καταβολής των επιδοτήσεων, οι οικείες εταιρίες απασχολούσαν άτομα με αναπηρία, πλην όμως η απασχόληση των ατόμων αυτών ήταν πλασματική και δεν συνέβαλλε στην επίτευξη των στόχων που μνημονεύονταν στις αιτήσεις επιδοτήσεως.

    Κατόπιν της ποινικής διώξεως που ασκήθηκε κατά των κατηγορουμένων ως εταίρων και διαχειριστών των εταιριών αυτών κινήθηκε διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, δηλαδή του Špecializovaný trestný súd (ειδικού ποινικού δικαστηρίου, Σλοβακία). Τα úrady práce, sociálnych vecí a rodiny (γραφεία διευθύνσεως εργασίας, κοινωνικών και οικογενειακών θεμάτων, Σλοβακία), τα οποία παρέστησαν ως πολιτική αγωγή στην κύρια δίκη, ζήτησαν κατά τη διάρκεια της ανακρίσεως να τους καταβληθεί από τους κατηγορουμένους αποζημίωση, ύψους ίσου με το ποσό της επιδοτήσεως που είχε πράγματι καταβληθεί.

    Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι, λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας του Najvyšší súd Slovenskej republiky (Ανωτάτου Δικαστηρίου της Σλοβακικής Δημοκρατίας), η οποία έχει ήδη τύχει εφαρμογής επί ποινικών διαδικασιών που αφορούσαν αδικήματα προσβολής των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης και απάτης ως προς επιδοτήσεις, οι εθνικές διατάξεις δεν παρέχουν στο Δημόσιο τη δυνατότητα να αξιώσει, στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη. Κατά το αιτούν δικαστήριο, η εφαρμογή της εν λόγω νομολογίας στην υπόθεση της κύριας δίκης θα έχει ενδεχομένως ως αποτέλεσμα να αποκλειστεί η δυνατότητα του Δημοσίου να αξιώσει την αποκατάσταση των ζημιών που προκάλεσαν οι απάτες αυτές. Συγκεκριμένα, μέσω της διοικητικής διαδικασίας την οποία επίσης προβλέπει το σλοβακικό δίκαιο είναι δυνατό να προβληθεί αξίωση επιστροφής της αχρεωστήτως καταβληθείσας επιδοτήσεως μόνον έναντι του δικαιούχου της επιδοτήσεως. Προκειμένου, όμως, περί εμπορικών εταιριών οι οποίες δεν κατέχουν πλέον κανένα στοιχείο ενεργητικού και οι οποίες διαγράφηκαν από το μητρώο εταιριών, μια τέτοια διαδικασία δεν θα μπορούσε να καταστήσει δυνατή την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθεισών επιδοτήσεων.

    Το αιτούν δικαστήριο υπέβαλε στο Δικαστήριο πλείονα προδικαστικά ερωτήματα σχετικά, μεταξύ άλλων, με το άρθρο 325 ΣΛΕΕ, του οποίου η παράγραφος 1 ορίζει ότι, τα κράτη μέλη, προκειμένου να καταπολεμήσουν τις παράνομες δραστηριότητες που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, οφείλουν να λαμβάνουν μέτρα αποτρεπτικά, αποτελεσματικά και ισοδύναμα εκείνων που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο για την καταπολέμηση της απάτης κατά των συμφερόντων του οικείου κράτους μέλους. Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ως προς τον συμβατό με τις υποχρεώσεις εκ του άρθρου 325 ΣΛΕΕ χαρακτήρα των εθνικών διατάξεων ποινικής δικονομίας βάσει των οποίων δεν επιτρέπεται, σε υπόθεση όπως αυτή της κύριας δίκης, να αναγνωρισθεί στο Δημόσιο δικαίωμα αποζημιώσεως υπό την ιδιότητα του ζημιωθέντος στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας.

    Με την απόφασή του της 1ης Οκτωβρίου 2020, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το άρθρο 325 ΣΛΕΕ δεν αντιτίθεται σε διατάξεις εθνικού δικαίου βάσει των οποίων, σύμφωνα με την ερμηνεία τους από την εθνική νομολογία, το Δημόσιο δεν μπορεί, στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, να αξιώσει την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη λόγω δόλιας συμπεριφοράς του κατηγορουμένου η οποία έχει ως αποτέλεσμα την υπεξαίρεση πόρων προερχομένων από τον προϋπολογισμό της Ένωσης και δεν διαθέτει, στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, κανένα άλλο ένδικο βοήθημα το οποίο να του παρέχει τη δυνατότητα να προβάλει αξίωση κατά του κατηγορουμένου, εφόσον όμως διαπιστωθεί, κατόπιν του σχετικού ελέγχου στον οποίο οφείλει να προβεί το αιτούν δικαστήριο, ότι η εθνική νομοθεσία προβλέπει αποτελεσματικές διαδικασίες ώστε να διασφαλίζεται η ανάκτηση των αχρεωστήτως εισπραχθεισών συνεισφορών που προέρχονταν από τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

    Το Δικαστήριο υπενθύμισε συναφώς ότι, μολονότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να λαμβάνουν αποτελεσματικά μέτρα για την ανάκτηση των ποσών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως στον δικαιούχο επιδοτήσεως χρηματοδοτούμενης εν μέρει από τον προϋπολογισμό της Ένωσης, το άρθρο 325 ΣΛΕΕ δεν επιβάλλει σε αυτά κανέναν περιορισμό, πέραν εκείνου που αφορά την αποτελεσματικότητα των μέτρων, ως προς τη διαδικασία που πρέπει να καθιστά δυνατή την επίτευξη ενός τέτοιου αποτελέσματος. Ως εκ τούτου, η συνύπαρξη διαφορετικών ενδίκων βοηθημάτων, με τα οποία επιδιώκονται διαφορετικοί και ιδιαίτεροι σκοποί, του διοικητικού, του αστικού ή του ποινικού δικαίου, αντιστοίχως, δεν θίγει, αυτή καθεαυτήν, την αποτελεσματικότητα της καταπολεμήσεως της απάτης σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, εφόσον η εθνική νομοθεσία, στο σύνολό της, καθιστά δυνατή την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθεισών συνεισφορών εκ του προϋπολογισμού της Ένωσης.

    Επομένως, η μη αναγνώριση δικαιώματος αποζημιώσεως του Δημοσίου ως ζημιωθέντος στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας δεν αντιβαίνει αυτή καθεαυτήν στις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 325 ΣΛΕΕ. Πράγματι, μολονότι οι ποινικές κυρώσεις ενδέχεται να είναι απαραίτητες για να μπορούν τα κράτη να καταπολεμούν κατά τρόπο αποτελεσματικό και αποτρεπτικό ορισμένες σοβαρές περιπτώσεις απάτης, τέτοιες κυρώσεις δεν έχουν ως σκοπό να συμβάλουν στην αναζήτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων. Η ύπαρξη στην εθνική έννομη τάξη αποτελεσματικού μέσου αποκαταστάσεως της προσβολής των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, ανεξαρτήτως αν τούτο είναι διαθέσιμο στο πλαίσιο ποινικής, διοικητικής ή πολιτικής διαδικασίας, αρκεί για την εκπλήρωση της υποχρεώσεως αποτελεσματικότητας που επιβάλλει το άρθρο 325 ΣΛΕΕ, εφόσον το μέσο αυτό παρέχει τη δυνατότητα ανακτήσεως των αχρεωστήτως εισπραχθεισών συνεισφορών, ενώ παράλληλα ποινικές κυρώσεις καθιστούν δυνατή την καταπολέμηση των σοβαρών περιπτώσεων απάτης. Το Δικαστήριο επισήμανε ότι τούτο συμβαίνει εν προκειμένω εφόσον διαπιστωθεί, κατόπιν του σχετικού ελέγχου στον οποίο οφείλει να προβεί το αιτούν δικαστήριο, ότι το Δημόσιο έχει, κατά το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, τη δυνατότητα να κινήσει, αφενός, διοικητική διαδικασία βάσει της οποίας μπορεί να επιτύχει την ανάκτηση των συνεισφορών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως στο νομικό πρόσωπο που είναι αποδέκτης αυτών και, αφετέρου, αστική δίκη με σκοπό όχι μόνον τη στοιχειοθέτηση της αστικής ευθύνης του νομικού προσώπου που είναι αποδέκτης των αχρεωστήτως εισπραχθεισών συνεισφορών, αλλά και, κατόπιν ποινικής καταδίκης, την εκ μέρους του καταδικασθέντος αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη το Δημόσιο.

    Top