Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62017TJ0341

    Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τέταρτο πενταμελές τμήμα) της 30ής Μαρτίου 2022 (Αποσπάσματα).
    British Airways plc κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
    Ανταγωνισμός – Συμπράξεις – Αγορά αερομεταφοράς εμπορευμάτων – Απόφαση με την οποία διαπιστώνεται παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ, του άρθρου 53 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ και του άρθρου 8 της συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Κοινότητας και της Ελβετίας – Συντονισμός στοιχείων τιμολόγησης των υπηρεσιών αερομεταφοράς εμπορευμάτων (επίναυλου καυσίμου, επίναυλου ασφαλείας, καταβολής προμηθειών επί των επιναύλων) – Ανταλλαγή πληροφοριών – Εδαφική αρμοδιότητα της Επιτροπής – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Άρθρο 266 ΣΛΕΕ – Εξαναγκασμός από το κράτος – Ενιαία και διαρκής παράβαση – Ποσό του προστίμου – Αξία των πωλήσεων – Διάρκεια της συμμετοχής στην παράβαση – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Ενθάρρυνση της αντίθετης προς τον ανταγωνισμό συμπεριφοράς από τις δημόσιες αρχές – Πλήρης δικαιοδοσία.
    Υπόθεση T-341/17.

    ECLI identifier: ECLI:EU:T:2022:182

    Υπόθεση T‑341/17

    British Airways plc

    κατά

    Ευρωπαϊκής Επιτροπής

    Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τέταρτο πενταμελές τμήμα)
    της 30ής Μαρτίου 2022

    «Ανταγωνισμός – Συμπράξεις – Αγορά αερομεταφοράς εμπορευμάτων – Απόφαση με την οποία διαπιστώνεται παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ, του άρθρου 53 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ και του άρθρου 8 της συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Κοινότητας και της Ελβετίας – Συντονισμός στοιχείων τιμολόγησης των υπηρεσιών αερομεταφοράς εμπορευμάτων (επίναυλου καυσίμου, επίναυλου ασφαλείας, καταβολής προμηθειών επί των επιναύλων) – Ανταλλαγή πληροφοριών – Εδαφική αρμοδιότητα της Επιτροπής – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Άρθρο 266 ΣΛΕΕ – Εξαναγκασμός από το κράτος – Ενιαία και διαρκής παράβαση – Ποσό του προστίμου – Αξία των πωλήσεων – Διάρκεια της συμμετοχής στην παράβαση – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Ενθάρρυνση της αντίθετης προς τον ανταγωνισμό συμπεριφοράς από τις δημόσιες αρχές – Πλήρης δικαιοδοσία»

    1. Ανταγωνισμός – Μεταφορές – Κανόνες ανταγωνισμού – Αεροπορικές μεταφορές – Κανονισμός 411/2004 – Πεδίο εφαρμογής – Δρομολόγια Ένωσης-τρίτων χωρών και δρομολόγια εντός του ΕΟΧ πλην των δρομολογίων Ένωσης-τρίτων χωρών – Υπηρεσίες εισερχόμενων αερομεταφορών εμπορευμάτων – Εμπίπτουν

      [Άρθρα 101 και 102 ΣΛΕΕ· συμφωνία για τον ΕΟΧ, άρθρα 53 και 54 και παράρτημα XIII και πρωτόκολλο 21, όπως τροποποιήθηκαν με την απόφαση 40/2005 της Μεικτής Επιτροπής του ΕΟΧ· κανονισμοί του Συμβουλίου 1/2003, άρθρο 32, στοιχείο γʹ, και 411/2004, άρθρα 1 και 3]

      (βλ. σκέψεις 91-95)

    2. Ανταγωνισμός – Κανόνες της Ένωσης – Εδαφικό πεδίο εφαρμογής – Αρμοδιότητα της Επιτροπής – Παραδεκτό βάσει των κανόνων του δημοσίου διεθνούς δικαίου – Εφαρμογή ή ουσιαστικές επιπτώσεις των καταχρηστικών πρακτικών εντός του ΕΟΧ – Εναλλακτικά μέσα – Κριτήριο των άμεσων, ουσιαστικών και προβλέψιμων επιπτώσεων – Περιεχόμενο σε περίπτωση συμπεριφοράς που έχει ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού

      (Άρθρο 101 ΣΛΕΕ· συμφωνία για τον ΕΟΧ, άρθρο 53)

      (βλ. σκέψεις 97-99, 111, 113-122, 127-129, 134-142, 145-147, 156-161)

    3. Προσφυγή ακυρώσεως – Λόγοι ακυρώσεως – Αναρμοδιότητα του οργάνου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη – Αυτεπάγγελτη εξέταση από τον δικαστή της Ένωσης – Προϋπόθεση – Τήρηση της αρχής της εκατέρωθεν ακροάσεως

      (Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

      (βλ. σκέψεις 176, 177)

    4. Προσφυγή ακυρώσεως – Ακυρωτική απόφαση – Αποτελέσματα – Υποχρέωση λήψεως μέτρων εκτελέσεως – Περιεχόμενο – Απόφαση της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται παράβαση – Ακύρωση λόγω πλημμέλειας της αιτιολογίας η οποία εξετάστηκε αυτεπαγγέλτως εντός των ορίων των αιτημάτων της προσφεύγουσας – Έκδοση νέας αποφάσεως στην οποία λαμβάνονται υπόψη διαπιστώσεις περί παραβάσεως που δεν αμφισβητήθηκαν με το διατακτικό της ακυρωτικής αποφάσεως καθώς και νέες διαπιστώσεις – Επιτρέπεται – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο

      (Άρθρα 101, 263, 264, 266 και 296 ΣΛΕΕ)

      (βλ. σκέψεις 204-209, 222, 232-236, 239-246, 254)

    5. Προσφυγή ακυρώσεως – Ακυρωτική απόφαση – Περιεχόμενο – Ακύρωση αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού – Περιεχόμενο το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με τα όρια που θέτει στη διαφορά η προσφεύγουσα με τα αιτήματά της – Συνέπειες – Περιορισμός της υποχρεώσεως για την έκδοση μέτρων εκτελέσεως – Αποκλείονται οι διαπιστώσεις οι οποίες δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο της διαφοράς

      (Άρθρα 101, 263, 264 και 266 ΣΛΕΕ)

      (βλ. σκέψεις 215-222)

    6. Ανταγωνισμός – Κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής – Συμπεριφορά η οποία επιβάλλεται από κρατικά μέτρα – Δεν εμπίπτει – Περιεχόμενο – Εξαναγκασμός από το κράτος τρίτης χώρας – Δεν ασκεί επιρροή – Παραδεκτό βάσει των κανόνων του δημοσίου διεθνούς δικαίου

      (Άρθρα 101 και 102 ΣΛΕΕ)

      (βλ. σκέψεις 263, 265-269)

    7. Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ποσό – Καθορισμός – Κριτήρια – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Συμπεριφορά αντίθετη προς τους κανόνες του ανταγωνισμού που επιτρέπεται ή ενθαρρύνεται από τις δημόσιες αρχές – Επιλογή του ποσού αντί της γενικής μειώσεως που έγινε δεκτή ως προς το σημείο αυτό – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Υποχρέωση της Επιτροπής να ακολουθήσει την προηγούμενη πρακτική της όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων – Δεν υφίσταται

      (Άρθρο 101 ΣΛΕΕ· συμφωνία για τον ΕΟΧ, άρθρο 53· συμφωνία αεροπορικών μεταφορών ΕΚ-Ελβετίας, άρθρο 8· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής, σημείο 29)

      (βλ. σκέψεις 326-330)

    8. Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται παράβαση – Η Επιτροπή φέρει το βάρος αποδείξεως της παραβάσεως και της διάρκειάς της – Τρόπος αποδείξεως – Προσφυγή σε δέσμη ενδείξεων – Εκτίμηση της λυσιτέλειας και της αποδεικτικής ισχύος των διαφόρων ενδείξεων που ελήφθησαν υπόψη – Αποτελέσματα στη συνολική εκτίμηση της δέσμης ενδείξεων

      (Άρθρο 101 ΣΛΕΕ· συμφωνία για τον ΕΟΧ, άρθρο 53)

      (βλ. σκέψεις 334, 335, 360, 366, 381, 386)

    9. Προσφυγή ακυρώσεως – Ακυρωτική απόφαση – Περιεχόμενο – Μερική ακύρωση πράξεως του δικαίου της Ένωσης – Μερική ακύρωση αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία διάφορες αντίθετες προς τους κανόνες του ανταγωνισμού συμπεριφορές χαρακτηρίστηκαν ως ενιαία και διαρκής παράβαση και επεβλήθη πρόστιμο – Ανεπάρκεια των στοιχείων που ελήφθησαν υπόψη για την απόδειξη της ευθύνης της προσφεύγουσας επιχειρήσεως ως προς ένα σκέλος της ενιαίας και διαρκούς παραβάσεως – Δεν έχει επιπτώσεις όσον αφορά τη νομιμότητα της διαπιστώσεως της συμμετοχής της επιχειρήσεων αυτής στην παράβαση στο σύνολό της

      (Άρθρα 101 και 264, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ· συμφωνία για τον ΕΟΧ, άρθρο 53· συμφωνία αεροπορικών μεταφορών ΕΚ-Ελβετίας, άρθρο 8)

      (βλ. σκέψεις 387, 467, 468)

    10. Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ποσό – Προσδιορισμός – Καθορισμός του βασικού ποσού – Προσδιορισμός της αξίας των πωλήσεων – Πραγματοποιηθείσες πωλήσεις που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με την παράβαση – Σύμπραξη στον τομέα των υπηρεσιών αερομεταφοράς εμπορευμάτων – Σύμπραξη η οποία αφορά πλείονα στοιχεία της τιμής των υπηρεσιών αερομεταφοράς εμπορευμάτων – Συνεκτίμηση συνολικού ποσού των πωλήσεων που συνδέονται με τις υπηρεσίες αερομεταφοράς εμπορευμάτων – Επιτρέπεται

      (Άρθρο 101 ΣΛΕΕ· συμφωνία για τον ΕΟΧ, άρθρο 53· συμφωνία αεροπορικών μεταφορών ΕΚ-Ελβετίας, άρθρο 8· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση της Επιτροπής 2006/C 210/02, σημείο 13)

      (βλ. σκέψεις 393-401)

    11. Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ποσό – Προσδιορισμός – Κανόνες σχετικά με την επιείκεια – Μείωση του προστίμου σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως – Προϋποθέσεις – Σημαντική προστιθέμενη αξία των αποδεικτικών στοιχείων που υπέβαλε η οικεία επιχείρηση – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Κριτήρια – Τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως – Συγκρισιμότητα των καταστάσεων

      (Άρθρο 101 § 1, ΣΛΕΕ· συμφωνία για τον ΕΟΧ, άρθρο 53· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 2006/C 298/11 της Επιτροπής, σημεία 20 έως 24)

      (βλ. σκέψεις 413-419, 423, -438)

    12. Συμπράξεις – Συμμετοχή επιχειρήσεως σε πρωτοβουλίες αντίθετες προς τους κανόνες του ανταγωνισμού – Για να θεωρηθεί υπεύθυνη μια επιχείρηση αρκεί σιωπηρή έγκριση και δεν απαιτείται δημόσια αποστασιοποίηση ούτε καταγγελία στις αρμόδιες αρχές

      (Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ· συμφωνία για τον ΕΟΧ, άρθρο 53)

      (βλ. σκέψεις 447-450)

    13. Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ποσό – Προσδιορισμός – Δικαστικός έλεγχος – Πλήρης δικαιοδοσία του δικαστή της Ένωσης – Περιεχόμενο – Όρια – Τήρηση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων – Συνεκτίμηση των κατευθυντήριων γραμμών για τον υπολογισμό των προστίμων

      (Άρθρο 261 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 31· ανακοίνωση της Επιτροπής 2006/C 210/02)

      (βλ. σκέψεις 479-485)

    Σύνοψη

    Η προσφεύγουσα British Airways plc είναι εταιρία αεροπορικών μεταφορών δραστηριοποιούμενη στην αγορά υπηρεσιών αερομεταφοράς εμπορευμάτων.

    Η προσφεύγουσα συγκαταλέγεται μεταξύ των 19 αποδεκτών της αποφάσεως C(2017) 1742 final της Επιτροπής, σχετικά με διαδικασία βάσει του άρθρου 101 ΣΛΕΕ, του άρθρου 53 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ και του άρθρου 8 της συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας (Υπόθεση AT.39258 – Αερομεταφορές εμπορευμάτων) (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση). Με την απόφαση αυτή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπίστωσε την ύπαρξη μιας ενιαίας και διαρκούς παραβάσεως των διατάξεων αυτών, μέσω της οποίας οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις, κατά περιόδους από το 1999 έως το 2006, συντόνισαν τη συμπεριφορά τους σε παγκόσμιο επίπεδο όσον αφορά την τιμολόγηση υπηρεσιών αερομεταφοράς εμπορευμάτων. Επέβαλε στην προσφεύγουσα πρόστιμο ποσού 104040000 ευρώ για τη συμμετοχή της στην παράβαση αυτή.

    Στις 7 Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή έλαβε, βάσει της ανακοινώσεώς της περί επιείκειας του 2002 ( 1 ), αίτηση για απαλλαγή από την επιβολή προστίμου, την οποία υπέβαλαν η Lufthansa και δύο από τις θυγατρικές της. Η αίτηση αυτή έκανε λόγο για την ύπαρξη επαφών αντίθετων προς τους κανόνες του ανταγωνισμού μεταξύ πλειόνων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνταν στην αγορά της αερομεταφοράς εμπορευμάτων (στο εξής: αερομεταφορείς), οι οποίες αφορούσαν διάφορα συστατικά στοιχεία της τιμής των υπηρεσιών που παρέχονται στο πλαίσιο της αγοράς αυτής, συγκεκριμένα τη θέσπιση επίναυλου «καυσίμων» και επίναυλου «ασφαλείας», καθώς και, κατ’ ουσίαν, την άρνηση καταβολής στους μεταφορείς επιστροφής επί των επιναύλων αυτών. Στις 19 Δεκεμβρίου 2007, με βάση τα στοιχεία που συνέλεξε και τις έρευνες που πραγματοποίησε, η Επιτροπή απηύθυνε σε 27 αερομεταφορείς έκθεση αιτιάσεων, και στη συνέχεια, στις 9 Νοεμβρίου 2010, εξέδωσε μια πρώτη απόφαση ( 2 ) σε βάρος 21 αερομεταφορέων, μεταξύ των οποίων ήταν και η προσφεύγουσα. Ωστόσο, η απόφαση αυτή ακυρώθηκε από το Γενικό Δικαστήριο, με αποφάσεις της 16ης Δεκεμβρίου 2015 ( 3 ), σύμφωνα με τα αντίστοιχα σχετικά ακυρωτικά αιτήματα για τον σκοπό αυτό, λόγω αντιφάσεων που αφορούσαν την αιτιολογία της εν λόγω αποφάσεως.

    Η προσφεύγουσα άσκησε αναίρεση κατά της αποφάσεως που εκδόθηκε εις βάρος της, θεωρώντας ότι, κατ’ ουσίαν, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο στηριζόμενο στην απαγόρευση αποφάνσεως ultra petita προκειμένου να περιορίσει την έκταση της ακυρώσεως στην οποία προέβη, ενώ είχε αυτεπαγγέλτως διαπιστώσει την ύπαρξη πλημμελειών όσον αφορά την αιτιολογία της αρχικής αποφάσεως στο σύνολό της. Με απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2017 ( 4 ), το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου απέρριψε την εν λόγω αίτηση αναιρέσεως στο σύνολό της ως αβάσιμη.

    Αποφαινόμενο επί της προσφυγής που άσκησε η προσφεύγουσα κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως στο μέτρο που την αφορά, το Γενικό Δικαστήριο δέχεται εν μέρει το αίτημα περί ακυρώσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, καθώς και το αίτημα περί μειώσεως του ποσού του προστίμου που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα. Ειδικότερα, ακυρώνει την προσβαλλόμενη απόφαση όσον αφορά τη διαπίστωση της συμμετοχής της προσφεύγουσας στο σκέλος της παραβάσεως που αφορά την άρνηση καταβολής, κρίνοντας ότι το συμπέρασμα αυτό δεν ήταν επαρκώς τεκμηριωμένο, και κατά συνέπεια μειώνει το ποσό του προστίμου λόγω της περιορισμένης συμμετοχής της προσφεύγουσας στην παράβαση. Αντιθέτως, κληθέν να αποφανθεί επί των απαιτήσεων που απορρέουν από την υποχρέωση να ληφθούν τα απαιτούμενα μέτρα εκτελέσεως μετά από την ακύρωση αποφάσεως με την οποία διαπιστώθηκε παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού της Ένωσης, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι η Επιτροπή μπορούσε να της επιβάλει πρόστιμο, χωρίς να απαντήσει στις επικρίσεις της προσφεύγουσας, στηριζόμενη και στις διαπιστώσεις περί υπάρξεως παραβάσεως που διατυπώνονται στο διατακτικό της αρχικής αποφάσεως, στο μέτρο που οι διαπιστώσεις αυτές δεν είχαν αμφισβητηθεί και, ως εκ τούτου, είχαν καταστεί τελικές.

    Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

    Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι η Επιτροπή χωρίς να υπερβεί τα όρια της εδαφικής αρμοδιότητάς της διαπίστωσε την ύπαρξη ενιαίας και διαρκούς παραβάσεως του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, η οποία είχε ως αντικείμενο τις πτήσεις στα αποκαλούμενα «εισερχόμενα» αεροπορικά δρομολόγια, νοούμενα ως δρομολόγια με αφετηρία αερολιμένες ευρισκόμενους σε τρίτες χώρες και με προορισμό αερολιμένες ευρισκόμενους σε κράτη μέλη της Ένωσης ή σε άλλα κράτη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου που δεν είναι μέλη της Ένωσης, κατά τις χρονικές περιόδους οι οποίες περιγράφονται στην προσβαλλόμενη απόφαση.

    Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει τον λόγο ακυρώσεως που εξετάστηκε αυτεπαγγέλτως, ο οποίος αφορά αναρμοδιότητα της Επιτροπής να διαπιστώσει παράβαση και να επιβάλει κυρώσεις για παράβαση του άρθρου 53 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ στα δρομολόγια μεταξύ της Ελβετίας, αφενός, και της Νορβηγίας και της Ισλανδίας, αφετέρου. Συγκεκριμένα, ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι αβάσιμος, δεδομένου ότι από το διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι η Επιτροπή ουδεμία παράβαση της διατάξεως αυτής διαπίστωσε όσον αφορά τα εν λόγω δρομολόγια.

    Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει τις αιτιάσεις της προσφεύγουσας με τις οποίες αμφισβητείται ο τρόπος εκτελέσεως της ακυρωτικής αποφάσεως που την αφορά. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει, ειδικότερα, ότι η έκταση της ακυρωτικής αποφάσεως εκτιμάται στο πλαίσιο των ορίων που έχει θέσει στη διαφορά η προσφεύγουσα με τα αιτήματά της. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Γενικό Δικαστήριο θεωρεί ότι η Επιτροπή, χωρίς να υποπέσει σε αντίφαση ή να παραβεί την υποχρέωσή της να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα εκτελέσεως έναντι της προσφεύγουσας, μπορούσε να δεχθεί ότι δεν συνέτρεχε λόγος να επανέλθει στις διαπιστώσεις περί υπάρξεως παραβάσεως οι οποίες δεν είχαν αμφισβητηθεί από την προσφεύγουσα και τις οποίες μπορούσε, επομένως, να θεωρήσει τελικές ως προς την προσφεύγουσα, έστω και αν οι συναυτουργοί των επίμαχων παραβάσεων δεν ήταν ακριβώς οι ίδιοι. Επομένως, ματαίως η προσφεύγουσα επικρίνει την προσέγγιση που ακολούθησε η Επιτροπή η οποία την οδήγησε να της επιβάλει πρόστιμο που δεν αφορούσε αποκλειστικά τις περιλαμβανόμενες στην προσβαλλόμενη απόφαση διαπιστώσεις περί υπάρξεως παραβάσεως. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει ακόμη ότι, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, η αίτηση αναιρέσεως που άσκησε προκειμένου να αμφισβητήσει τη μερική, ως προς αυτήν, ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως ουδόλως επηρεάζει το κύρος της προσέγγισης που ακολούθησε η Επιτροπή, δεδομένου ότι η εν λόγω αίτηση αναιρέσεως δεν είχε ανασταλτικό αποτέλεσμα και, εν πάση περιπτώσει, δεν μπορούσε να διευρυνθεί το περιεχόμενο των αιτημάτων τα οποία οριοθετούν το αντικείμενο της διαφοράς.

    Τέταρτον, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει περαιτέρω τις αιτιάσεις που αφορούν, κατ’ ουσίαν, την αμφισβήτηση των συμπερασμάτων στα οποία κατέληξε η Επιτροπή μετά από την εξέταση των κανονιστικών καθεστώτων διαφόρων τρίτων χωρών, καθώς και τον επαρκή χαρακτήρα των λόγων ακυρώσεως που διατυπώθηκαν ως προς το ζήτημα αυτό, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι οι αιτιάσεις αυτές είναι αβάσιμες. Συγκεκριμένα, καταρχάς, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι οι αρχές οι οποίες διέπουν τον αμυντικό ισχυρισμό που αφορά εξαναγκασμό από το κράτος εφαρμόζονται τόσο στις ρυθμίσεις των κρατών μελών όσο και στις ρυθμίσεις τρίτων χωρών και ότι το βάρος αποδείξεως φέρει ο διάδικος που προβάλλει τον ισχυρισμό αυτόν. Στη συνέχεια, η Επιτροπή βασίμως θεώρησε ότι η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι ενήργησε υπό τον εξαναγκασμό των οικείων καθεστώτων. Τέλος, στο μέτρο που, μετά από την εξέταση των εν λόγω καθεστώτων, η Επιτροπή δέχθηκε ότι τα καθεστώτα αυτά δημιουργούσαν κίνητρα για τις παραβατικές συμπεριφορές της προσφεύγουσας τα οποία δικαιολογούσαν να της αναγνωρισθούν ελαφρυντικές περιστάσεις με την εφαρμογή γενικής μειώσεως, η Επιτροπή εξήγησε δεόντως την επιλογή του συντελεστή του 15 % που έλαβε υπόψη προς τον σκοπό αυτό.

    Πέμπτον, όσον αφορά το ότι η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προσφεύγουσα συμμετείχε σε παράβαση σχετικά με την άρνηση χορηγήσεως εκπτώσεων, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει, αντιθέτως, ότι τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία στηρίχθηκε η Επιτροπή για να θεμελιώσει το συμπέρασμα αυτό ήταν ανεπαρκή, και, συνεπώς, ακυρώνει την προσβαλλομένη απόφαση, στο μέτρο που η απόφαση αυτή διαπίστωσε ότι η προσφεύγουσα συμμετείχε στη συγκεκριμένη πτυχή της παραβάσεως.

    Έκτον, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει τις αιτιάσεις της προσφεύγουσας κατά του καθορισμού του ποσού του προστίμου που της επέβαλε η Επιτροπή, ειδικότερα εκείνων που αφορούν τον υπολογισμό της χορηγηθείσας δυνάμει του προγράμματος επιείκειας μειώσεως. Συναφώς, υπενθυμίζει ότι η ανακοίνωση περί επιείκειας του 2002 εξαρτά το ευεργέτημα της μειώσεως του προστίμου, μεταξύ άλλων, από την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων, προς απόδειξη των επίμαχων πραγματικών περιστατικών, με σημαντική προστιθέμενη αξία, σε σχέση με τα στοιχεία που ήδη διαθέτει η Επιτροπή. Κατόπιν ενδελεχούς εξετάσεως των στοιχείων που προσκόμισε η προσφεύγουσα, η αξία των οποίων, κατ’ αυτήν, δεν ελήφθη υπόψη από την Επιτροπή, το Γενικό Δικαστήριο, αντιθέτως, διαπιστώνει ότι η Επιτροπή μετά από ορθή εκτίμηση της αντίστοιχης αξίας τους, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προστιθέμενη αξία τους ήταν ανεπαρκής. Εν πάση περιπτώσει, η προσφεύγουσα δεν μπορεί να επικαλεστεί λυσιτελώς την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως για να αμφισβητήσει τη δυσμενέστερη μεταχείριση που η ίδια θεωρεί ότι υπέστη σε σχέση με τη μεταχείριση άλλων αερομεταφορέων που είναι αποδέκτες της προσβαλλομένης αποφάσεως, δεδομένου ότι οι αερομεταφορείς αυτοί δεν βρίσκονταν σε παρεμφερή κατάσταση με τη δική της.

    Έβδομον και τελευταίο, το Γενικό Δικαστήριο άσκησε την πλήρη δικαιοδοσία του προκειμένου να αποφανθεί επί του αιτήματος περί μειώσεως των επιβληθέντων προστίμων. Χωρίς να αποκλίνει από τη μέθοδο υπολογισμού που ακολούθησε η Επιτροπή στην προσβαλλόμενη απόφαση, καθορίζει, αντιστοίχως, τις συνέπειες λόγω της μερικής ακυρώσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, όσον αφορά τη συμμετοχή της προσφεύγουσας στην πτυχή της παραβάσεως που αφορούσε την άρνηση χορηγήσεως εκπτώσεων. Κατά συνέπεια, το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα, το οποίο είχε οριστεί από την Επιτροπή σε 104040000 ευρώ, μειώνεται σε 84456000 ευρώ.


    ( 1 ) Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε υποθέσεις συμπράξεων (καρτέλ) (ΕΕ 2002, C 45, σ. 3).

    ( 2 ) Απόφαση C(2010) 7694 τελικό της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με διαδικασία βάσει του άρθρου 101 ΣΛΕΕ, του άρθρου 53 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ και του άρθρου 8 της συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας (Υπόθεση AT.39258 – Αερομεταφορές εμπορευμάτων).

    ( 3 ) Αποφάσεις της 16ης Δεκεμβρίου 2015, Air Canada κατά Επιτροπής (T‑9/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:994), Koninklijke Luchtvaart Maatschappij κατά Επιτροπής (T‑28/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:995), Japan Airlines κατά Επιτροπής (T‑36/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:992), Cathay Pacific Airways κατά Επιτροπής (T‑38/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:985), Cargolux Airlines κατά Επιτροπής (T‑39/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:991), Latam Airlines Group και Lan Cargo κατά Επιτροπής (T‑40/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:986), Singapore Airlines και Singapore Airlines Cargo Pte κατά Επιτροπής (T‑43/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:989), Deutsche Lufthansa κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑46/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:987), British Airways κατά Επιτροπής (T‑48/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:988), SAS Cargo Group κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑56/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:990), Air France-KLM κατά Επιτροπής (T‑62/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:996), Air France κατά Επιτροπής (T‑63/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:993), και Martinair Holland κατά Επιτροπής (T‑67/11, EU:T:2015:984).

    ( 4 ) Απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2017, British Airways κατά Επιτροπής (C‑122/16 P, EU:C:2017:861).

    Top