This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62017CJ0543
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 8ης Ιουλίου 2019.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασίλειου του Βελγίου.
Παράβαση κράτους μέλους – Άρθρο 258 ΣΛΕΕ – Μέτρα μειώσεως του κόστους εγκαταστάσεως υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών – Οδηγία 2014/61/ΕΕ – Παράλειψη μεταφοράς ή/και ανακοινώσεως των μέτρων μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη – Άρθρο 260, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ – Αίτημα επιβολής ημερησίας χρηματικής ποινής – Υπολογισμός του ύψους της χρηματικής ποινής.
Υπόθεση C-543/17.
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 8ης Ιουλίου 2019.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασίλειου του Βελγίου.
Παράβαση κράτους μέλους – Άρθρο 258 ΣΛΕΕ – Μέτρα μειώσεως του κόστους εγκαταστάσεως υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών – Οδηγία 2014/61/ΕΕ – Παράλειψη μεταφοράς ή/και ανακοινώσεως των μέτρων μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη – Άρθρο 260, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ – Αίτημα επιβολής ημερησίας χρηματικής ποινής – Υπολογισμός του ύψους της χρηματικής ποινής.
Υπόθεση C-543/17.
Court reports – general
ECLI identifier: ECLI:EU:C:2019:573
Υπόθεση C‑543/17
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
κατά
Βασιλείου του Βελγίου
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 8ης Ιουλίου 2019
«Παράβαση κράτους μέλους – Άρθρο 258 ΣΛΕΕ – Μέτρα μειώσεως του κόστους εγκαταστάσεως υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών – Οδηγία 2014/61/ΕΕ – Παράλειψη μεταφοράς ή/και ανακοινώσεως των μέτρων μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη – Άρθρο 260, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ – Αίτημα επιβολής ημερησίας χρηματικής ποινής – Υπολογισμός του ύψους της χρηματικής ποινής»
Προσφυγή λόγω παραβάσεως – Εξέταση του βασίμου από το Δικαστήριο – Κατάσταση που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη – Κατάσταση κατά το πέρας της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας
(Άρθρο 258 ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψεις 23, 24)
Προσφυγή λόγω παραβάσεως – Παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από οδηγία – Υποχρέωση ανακοινώσεως των μέτρων μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο μιας οδηγίας – Περιεχόμενο
(Άρθρο 260 § 3 ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψεις 48-59)
Προσφυγή λόγω παραβάσεως – Απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία διαπιστώνεται η παράβαση – Παράβαση της υποχρεώσεως ανακοινώσεως των μέτρων μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο μιας οδηγίας – Χρηματικές κυρώσεις – Χρηματική ποινή – Παράβαση που συνεχίζεται έως την εξέταση των πραγματικών περιστατικών από το Δικαστήριο – Καταδίκη σε καταβολή χρηματικής ποινής – Προϋπόθεση – Εξακολούθηση της παραβάσεως έως τη δημοσίευση της αποφάσεως του Δικαστηρίου
(Άρθρο 260 § 3 ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψεις 60, 61, 78-82, 91-93)
Προσφυγή λόγω παραβάσεως – Απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία διαπιστώνεται η παράβαση – Παράβαση της υποχρεώσεως ανακοινώσεως των μέτρων μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο μιας οδηγίας – Χρηματικές κυρώσεις – Χρηματική ποινή – Καθορισμός του είδους και του ποσού – Εξουσία εκτιμήσεως του Δικαστηρίου – Κριτήρια
(Άρθρο 260 § 3 ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψεις 83, 84)
Προσφυγή λόγω παραβάσεως – Απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία διαπιστώνεται η παράβαση – Παράβαση της υποχρεώσεως ανακοινώσεως των μέτρων μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο μιας οδηγίας – Χρηματικές κυρώσεις – Χρηματική ποινή – Καθορισμός του ποσού – Κριτήρια
(Άρθρο 260 § 3 ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψεις 85-89)
Σύνοψη
Το Δικαστήριο ερμηνεύει και εφαρμόζει το πρώτον το άρθρο 260, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, το οποίο επιτρέπει την επιβολή χρηματικής κυρώσεως όταν κράτος μέλος δεν τηρεί «την υποχρέωσή του να ανακοινώσει τα μέτρα μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο» μιας οδηγίας της Ένωσης
Με την απόφαση Επιτροπή κατά Βελγίου (Άρθρο 260, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ – Υψίρρυθμα δίκτυα) (C-543/17), που δημοσιεύθηκε στις 8 Ιουλίου 2019, το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου ερμήνευσε και εφάρμοσε, το πρώτον, το άρθρο 260, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ ( 1 ). Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο δέχθηκε την προσφυγή λόγω παραβάσεως την οποία είχε ασκήσει η Επιτροπή κατά του Βελγίου και υποχρέωσε το κράτος μέλος αυτό να καταβάλει ημερήσια χρηματική ποινή ύψους 5000 ευρώ, από της δημοσιεύσεως της αποφάσεως, λόγω μερικής μη μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 2014/61 ( 2 ) περί υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και, κατά μείζονα λόγο, λόγω μη ανακοινώσεως στην Επιτροπή των αντίστοιχων εθνικών μέτρων μεταφοράς.
Τα κράτη μέλη όφειλαν να μεταφέρουν την οδηγία 2014/61 στο εσωτερικό τους δίκαιο το αργότερο την 1η Ιανουαρίου 2016 και να ενημερώσουν την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν συναφώς.
Στις 15 Σεπτεμβρίου 2017, η Επιτροπή άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου προσφυγή λόγω παραβάσεως, εκτιμώντας ότι το Βέλγιο δεν είχε μεταφέρει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, πλήρως την οδηγία στην εσωτερική έννομη τάξη ούτε είχε ανακοινώσει τα αντίστοιχα εθνικά μέτρα μεταφοράς. Επιπλέον, ζήτησε να υποχρεωθεί το Βέλγιο στην καταβολή ημερήσιας χρηματικής ποινής από της δημοσιεύσεως της αποφάσεως λόγω παραβάσεως της υποχρεώσεως ανακοινώσεως των μέτρων μεταφοράς της ίδιας αυτής οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη. Το αρχικώς ορισθέν σε 54639 ευρώ ποσό της χρηματικής ποινής μειώθηκε σε 6071 ευρώ, λαμβανομένης υπόψη της προόδου που πραγματοποίησε το Βέλγιο, από της ασκήσεως της προσφυγής, όσον αφορά τη μεταφορά της οδηγίας. Πράγματι, η Επιτροπή διευκρίνισε ότι εξακολουθούσαν να υφίστανται κενά αποκλειστικά και μόνον στο επίπεδο της Περιφέρειας Βρυξελλών-Πρωτευούσης.
Πρώτον, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, κατά το πέρας της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, όπως αυτή παρατάθηκε από την Επιτροπή κατόπιν αιτήματος του Βελγίου, το τελευταίο δεν είχε θεσπίσει τα εθνικά μέτρα μεταφοράς της οδηγίας 2014/61 στο εσωτερικό δίκαιο ούτε είχε ανακοινώσει στην Επιτροπή τέτοια μέτρα και ότι, ως εκ τούτου, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.
Εξετάζοντας, δεύτερον, το περιεχόμενο του άρθρου 260, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, το Δικαστήριο υπενθύμισε το γράμμα και τον σκοπό της διατάξεως αυτής, η οποία εισήχθη με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, προκειμένου όχι μόνο να παρακινηθούν περισσότερο τα κράτη μέλη να μεταφέρουν τις οδηγίες στο εσωτερικό δίκαιο εντός των καθοριζόμενων προθεσμιών, αλλά και να καταστεί πιο ευέλικτη και ταχεία η διαδικασία επιβολής χρηματικών κυρώσεων στα κράτη μέλη που παραβαίνουν την υποχρέωσή τους ανακοινώσεως των εθνικών μέτρων μεταφοράς μιας οδηγίας.
Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δέχθηκε μια ερμηνεία της διατάξεως αυτής η οποία επιδιώκει διττό σκοπό. Σκοπεί, αφενός, στη διαφύλαξη των προνομίων που διαθέτει η Επιτροπή για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης και στην προστασία των δικαιωμάτων άμυνας καθώς και της δικονομικής θέσεως που έχουν τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 258 ΣΛΕΕ ( 3 ) σε συνδυασμό με το άρθρο 260, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ ( 4 ). Αφετέρου, σκοπεί να παράσχει στο Δικαστήριο τη δυνατότητα να ασκεί τη δικαιοδοτική του λειτουργία που συνίσταται στο να εκτιμά, στο πλαίσιο μίας και μόνης διαδικασίας, αν το οικείο κράτος μέλος έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του σε θέματα ανακοινώσεως και, εφόσον παρίσταται ανάγκη, να αξιολογεί τη σοβαρότητα της ούτω διαπιστωθείσας παραβάσεως και να επιβάλει τη χρηματική κύρωση που κρίνει ως την πλέον αρμόζουσα στις περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως.
Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η φράση «υποχρέωσή του να ανακοινώσει τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο» του άρθρου 260, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, αφορά την υποχρέωση των κρατών μελών να διαβιβάζουν αρκούντως σαφείς και ακριβείς πληροφορίες όσον αφορά τα μέτρα μεταφοράς μιας οδηγίας. Προκειμένου να ανταποκριθούν στις επιταγές της ασφάλειας δικαίου και να διασφαλίσουν τη μεταφορά του συνόλου των διατάξεων της οδηγίας αυτής στο σύνολο της οικείας επικράτειας, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να αναφέρουν, για κάθε διάταξη της εν λόγω οδηγίας, την ή τις εθνικές διατάξεις που διασφαλίζουν τη μεταφορά της. Μετά την ανακοίνωση αυτή, εναπόκειται στην Επιτροπή να αποδείξει, προκειμένου να ζητήσει την επιβολή στο οικείο κράτος μέλος της προβλεπόμενης από τη διάταξη αυτή χρηματικής κυρώσεως, ότι, προδήλως, ορισμένα μέτρα μεταφοράς δεν έχουν ληφθεί ή δεν καλύπτουν το σύνολο του εδάφους του οικείου κράτους μέλους. Αντιθέτως, δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της διαδικασίας που κινείται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 260, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, να εξετάσει αν τα ανακοινωθέντα στην Επιτροπή εθνικά μέτρα μεταφέρουν ορθώς την οικεία οδηγία.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή εν προκειμένω, καθόσον το Βέλγιο παρέβη εν μέρει την υποχρέωσή του ανακοινώσεως. Πράγματι, η παράβαση του Βελγίου συνεχίστηκε εν μέρει, δεδομένου ότι αυτό εξακολούθησε να μην έχει λάβει, κατά τον χρόνο εξετάσεως των πραγματικών περιστατικών από το Δικαστήριο, τα αναγκαία μέτρα για τη μεταφορά στο εσωτερικό του δίκαιο, όσον αφορά την Περιφέρεια Βρυξελλών-Πρωτευούσης, πλειόνων διατάξεων της οδηγίας 2014/61 ( 5 ) και, κατά μείζονα λόγο, να μην έχει ανακοινώσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τέτοια μέτρα μεταφοράς.
Κατά συνέπεια, αφού διαπίστωσε ότι η επιβολή στο Βέλγιο υποχρεώσεως καταβολής χρηματικής ποινής αποτελεί πρόσφορο οικονομικής φύσεως μέσο για να διασφαλιστεί η εκ μέρους του κράτους μέλους αυτού τήρηση των υποχρεώσεων που υπέχει από την οδηγία 2014/61 και τις Συνθήκες, το Δικαστήριο, στο πλαίσιο της εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτει, εκτίμησε τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της επίμαχης παραβάσεως, προκειμένου να καθορίσει το ύψος της χρηματικής ποινής. Κατόπιν της αναλύσεως αυτής, το Δικαστήριο υποχρέωσε το Βέλγιο να καταβάλλει στην Επιτροπή, από της ημερομηνίας δημοσιεύσεως της αποφάσεως και μέχρις ότου το κράτος μέλος αυτό θέσει τέρμα στη διαπιστωθείσα παράβαση, ημερήσια χρηματική ποινή ύψους 5000 ευρώ.
( 1 ) Το άρθρο 260, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ επιτρέπει στο Δικαστήριο να επιβάλει στο οικείο κράτος μέλος χρηματική κύρωση (κατ’ αποκοπήν ποσό ή ημερήσια χρηματική ποινή) στην περίπτωση που το κράτος μέλος αυτό παρέβη «την υποχρέωσή του να ανακοινώσει τα μέτρα μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο μιας οδηγίας» της Ένωσης στην Επιτροπή.
( 2 ) Οδηγία 2014/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για μέτρα μείωσης του κόστους εγκατάστασης υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ 2014, L 155, σ. 1).
( 3 ) Το άρθρο 258 ΣΛΕΕ προβλέπει τη διαδικασία προσφυγής λόγω παραβάσεως που ασκείται από την Επιτροπή.
( 4 ) Το άρθρο 260, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ προβλέπει τη διαδικασία σε περίπτωση μη εκτελέσεως, από κράτος μέλος, αποφάσεως με την οποία διαπιστώνεται παράβαση. Παρέχεται η δυνατότητα επιβολής χρηματικής κυρώσεως (κατ’ αποκοπήν ποσό ή χρηματική ποινή) από το Δικαστήριο.
( 5 ) Πρόκειται για το άρθρο 2, παράγραφοι 7 έως 9 και 11, το άρθρο 4, παράγραφος 5, καθώς και το άρθρο 8 της οδηγίας.