This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62017CJ0305
Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 6ης Δεκεμβρίου 2018.
FENS spol. s r.o. κατά Slovenská republika – Úrad pre reguláciu sieťových odvetví.
Προδικαστική παραπομπή – Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Δασμοί – Φορολογικές επιβαρύνσεις ισοδυνάμου αποτελέσματος – Τέλη επί της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται στην εθνική επικράτεια και προορίζεται για εξαγωγή – Συμβατότητα αυτής της ρυθμίσεως με την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων.
Υπόθεση C-305/17.
Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 6ης Δεκεμβρίου 2018.
FENS spol. s r.o. κατά Slovenská republika – Úrad pre reguláciu sieťových odvetví.
Προδικαστική παραπομπή – Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Δασμοί – Φορολογικές επιβαρύνσεις ισοδυνάμου αποτελέσματος – Τέλη επί της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται στην εθνική επικράτεια και προορίζεται για εξαγωγή – Συμβατότητα αυτής της ρυθμίσεως με την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων.
Υπόθεση C-305/17.
Court reports – general
Υπόθεση C-305/17
FENS spol. s r.o.
κατά
Slovenská republika – Úrad pre reguláciu sieťových odvetví
(αίτηση του Okresný súd Bratislava II για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
«Προδικαστική παραπομπή – Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Δασμοί – Φορολογικές επιβαρύνσεις ισοδυνάμου αποτελέσματος – Τέλη επί της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται στην εθνική επικράτεια και προορίζεται για εξαγωγή – Συμβατότητα αυτής της ρυθμίσεως με την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων»
Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 6ης Δεκεμβρίου 2018
Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Δασμοί – Φορολογική επιβάρυνση ισοδυνάμου αποτελέσματος – Εσωτερικοί φόροι – Διάκριση – Κριτήρια
(Άρθρα 28, 30 και 110 ΣΛΕΕ)
Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Δασμοί – Φορολογικές επιβαρύνσεις ισοδυνάμου αποτελέσματος – Ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται στην εθνική επικράτεια και προορίζεται για εξαγωγή – Εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει χρηματική επιβάρυνση πλήττουσα την ηλεκτρική ενέργεια που εξάγεται σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα – Δεν επιτρέπεται
(Άρθρα 28 και 30 ΣΛΕΕ)
Κοινή εμπορική πολιτική – Πεδίο εφαρμογής – Δασμοί – Αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης – Θέσπιση από τα κράτη μέλη των φορολογικών επιβαρύνσεων ισοδυνάμου αποτελέσματος με τελωνειακούς δασμούς – Δεν επιτρέπεται
(Άρθρα 3 § 1, στοιχεία αʹ και εʹ, και 207 § 1 ΣΛΕΕ)
Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Δασμοί – Φορολογικές επιβαρύνσεις ισοδυνάμου αποτελέσματος – Απαγορεύονται – Παρεκκλίσεις – Δεν υφίστανται
(Άρθρα 28 και 34 έως 36 ΣΛΕΕ)
Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.
(βλ. σκέψεις 29-31)
Τα άρθρα 28 και 30 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε ρύθμιση κράτους μέλους προβλέπουσα χρηματική επιβάρυνση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία πλήττει την ηλεκτρική ενέργεια που εξάγεται προς άλλο κράτος μέλος ή προς τρίτη χώρα μόνον οσάκις η ηλεκτρική ενέργεια έχει παραχθεί στο εθνικό έδαφος.
Συναφώς επισημαίνεται, πρώτον, ότι η επίμαχη επιβάρυνση συνιστά χρηματική επιβάρυνση την οποία έχει επιβάλει μονομερώς κράτος μέλος. Δεδομένου ότι ο σκοπός για τον οποίο επιβάλλεται μια τέτοια επιβάρυνση δεν ασκεί επιρροή, είναι άνευ σημασίας το ότι πρόκειται για χρέωση για ορισμένες υπηρεσίες δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (πρβλ. απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 2000, Μιχαηλίδης, C-441/98 και C-442/98, EU:C:2000:479, σκέψη 14 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
Δεύτερον, επιβάλλεται να τονιστεί ότι η ηλεκτρική ενέργεια συνιστά εμπόρευμα κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης και ότι μια φορολογική επιβάρυνση που δεν επιβάλλεται σε ένα εμπόρευμα αυτό καθεαυτό, αλλά σε μια δραστηριότητα που είναι αναγκαία σε σχέση με το εμπόρευμα αυτό, όπως είναι, στην υπόθεση της κύριας δίκης, οι υπηρεσίες δικτύων, μπορεί να εμπίπτει στις διατάξεις περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Ως εκ τούτου, οσάκις η επιβάρυνση υπολογίζεται επί του αριθμού των μεταφερομένων kW και όχι επί της αποστάσεως της μεταφοράς ή βάσει οποιουδήποτε άλλου κριτηρίου άμεσα συνδεδεμένου με τη μεταφορά, πρέπει να θεωρηθεί ότι πλήττει το εμπόρευμα αυτό καθεαυτό (πρβλ. απόφαση της 17ης Ιουλίου 2008, Essent Netwerk Noord κ.λπ., C-206/06, EU:C:2008:413, σκέψεις 43 και 44 καθώς και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
Τρίτον, πρέπει να εξακριβωθεί αν η εν λόγω επιβάρυνση πλήττει τα εμπορεύματα αυτά λόγω της διελεύσεως των συνόρων ή αν, αντιθέτως, προκύπτει από ένα γενικό καθεστώς εσωτερικών φόρων στους οποίους υπόκεινται συστηματικά, βάσει των ίδιων αντικειμενικών κριτηρίων, κατηγορίες προϊόντων ανεξαρτήτως της προελεύσεως ή του προορισμού τους.
Συναφώς, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι το ουσιώδες χαρακτηριστικό μιας φορολογικής επιβαρύνσεως ισοδυνάμου αποτελέσματος, το οποίο τη διακρίνει γενικώς από έναν εσωτερικό φόρο, έγκειται στο ότι η πρώτη πλήττει αποκλειστικά το προϊόν που διέρχεται από τα σύνορα ακριβώς λόγω του γεγονότος αυτού, ενώ ο δεύτερος πλήττει τόσο τα εισαγόμενα και εξαγόμενα όσο και τα εγχώρια προϊόντα (απόφαση της 2ας Οκτωβρίου 2014, Orgacom, C-254/13, EU:C:2014:2251, σκέψη 28).
Εντούτοις, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι οι δύο κατηγορίες ηλεκτρικής ενέργειας υπόκεινται στο ίδιο καθεστώς, πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι, για να εντάσσεται στο πλαίσιο γενικού συστήματος «εσωτερικών φόρων», κατά την έννοια του άρθρου 110 ΣΛΕΕ, η υπό εξέταση φορολογική επιβάρυνση πρέπει να βαρύνει το όμοιο εγχώριο ή εξαγόμενο προϊόν με τον ίδιο φόρο στο ίδιο στάδιο εμπορίας, η δε γενεσιουργός αιτία του φόρου πρέπει, και αυτή, να είναι η ίδια για αμφότερα τα προϊόντα (απόφαση της 2ας Οκτωβρίου 2014, Orgacom, C-254/13, EU:C:2014:2251, σκέψη 29 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
Τέταρτον, επισημαίνεται ότι από τη δικογραφία που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο δεν προκύπτει ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη χρηματική επιβάρυνση εισπράττεται λόγω ελέγχων διενεργούμενων με σκοπό τη συμμόρφωση προς υποχρεώσεις που επιβάλλει το δίκαιο της Ένωσης ή ότι αποτελεί το αντίτιμο υπηρεσίας που παρέχεται πράγματι στην επιχείρηση, του οποίου το ύψος είναι ανάλογο της εν λόγω υπηρεσίας.
Συναφώς, πρέπει να διευκρινιστεί ότι, καίτοι το Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι μια επιβάρυνση που συνιστά αμοιβή υπηρεσίας που παρέχεται πραγματικά στον επιχειρηματία ο οποίος οφείλει να καταβάλει την επιβάρυνση αυτή, εφόσον το ποσό της αμοιβής είναι ανάλογο προς την υπηρεσία αυτή, δεν συνιστά φορολογική επιβάρυνση ισοδυνάμου αποτελέσματος προς δασμό (απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2004, Carbonati Apuani, C-72/03, EU:C:2004:506, σκέψη 31), εντούτοις, γεγονός παραμένει ότι, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας με το σημείο 66 των προτάσεών της, προκειμένου μια επιβάρυνση να μην εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 28 ΣΛΕΕ, η παρασχεθείσα υπηρεσία πρέπει να προσπορίζει στον συγκεκριμένο επιχειρηματία ειδικό και βέβαιο όφελος, δεδομένου ότι ένα όφελος για το δημόσιο συμφέρον είναι υπερβολικά γενικό και αβέβαιο για να θεωρηθεί ως αμοιβή για ειδική ωφέλεια πράγματι παρασχεθείσα (πρβλ. απόφαση της 1ης Ιουλίου 1969, Επιτροπή κατά Ιταλίας, 24/68, EU:C:1969:29, σκέψη 16, και της 27ης Σεπτεμβρίου 1988, Επιτροπή κατά Γερμανίας, 18/87, EU:C:1988:453, σκέψη 7).
(βλ. σκέψεις 33, 34, 36, 37, 40, 42, 43, 57 και διατακτ.)
Όσον αφορά ειδικότερα τις εξαγωγές προς τρίτες χώρες, υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και εʹ, ΣΛΕΕ, η Ένωση έχει αποκλειστική αρμοδιότητα στον τομέα της τελωνειακής ένωσης και της κοινής εμπορικής πολιτικής και ότι, σύμφωνα με το άρθρο 207, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, η κοινή εμπορική πολιτική διαμορφώνεται βάσει ενιαίων αρχών, ιδίως όσον αφορά τις μεταβολές δασμολογικών συντελεστών, καθώς και τη σύναψη δασμολογικών και εμπορικών συμφωνιών σχετικά με τις ανταλλαγές εμπορευμάτων και υπηρεσιών.
Ωστόσο, ο ομοιόμορφος χαρακτήρας της κοινής εμπορικής πολιτικής θα θιγόταν σοβαρά αν επιτρεπόταν στα κράτη μέλη να επιβάλλουν, μονομερώς, επιβαρύνσεις ισοδυνάμου αποτελέσματος προς δασμούς επί των εξαγωγών προς τρίτες χώρες.
Επομένως, όπως επισήμανε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα κράτη μέλη δεν έχουν αρμοδιότητα να επιβάλλουν μονομερώς επιβαρύνσεις ισοδυνάμου αποτελέσματος προς δασμούς επί των εξαγωγών σε περίπτωση εξαγωγών προς τρίτες χώρες (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 1995, Siesse, C-36/94, EU:C:1995:351, σκέψη 17).
(βλ. σκέψεις 49-51)
Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.
(βλ. σκέψεις 53-55)