Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62016CJ0510

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 20ής Σεπτεμβρίου 2018.
    Carrefour Hypermarchés SAS κ.λπ. κατά Ministre des Finances et des Comptes publics.
    Προδικαστική παραπομπή – Κρατικές ενισχύσεις – Άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ – Κανονισμός (ΕΚ) 794/2004 – Κοινοποιηθέντα καθεστώτα ενισχύσεων – Άρθρο 4 – Μεταβολή υφιστάμενης ενισχύσεως – Σημαντική αύξηση των εσόδων από φόρους υπέρ τρίτων που χρηματοδοτούν καθεστώτα ενισχύσεων συγκριτικά με τις προβλέψεις που κοινοποιήθηκαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή – Όριο του 20 % του αρχικού προϋπολογισμού.
    Υπόθεση C-510/16.

    Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

    Υπόθεση C-510/16

    Carrefour Hypermarchés κ.λπ.

    κατά

    Ministre des Finances και des Comptes publics

    [αίτηση του Conseil d’État (Γαλλία)
    για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

    «Προδικαστική παραπομπή – Κρατικές ενισχύσεις – Άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ – Κανονισμός (ΕΚ) 794/2004 – Κοινοποιηθέντα καθεστώτα ενισχύσεων – Άρθρο 4 – Μεταβολή υφιστάμενης ενισχύσεως – Σημαντική αύξηση των εσόδων από φόρους υπέρ τρίτων που χρηματοδοτούν καθεστώτα ενισχύσεων συγκριτικά με τις προβλέψεις που κοινοποιήθηκαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή – Όριο του 20 % του αρχικού προϋπολογισμού»

    Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα)
    της 20ής Σεπτεμβρίου 2018

    1. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Διατάξεις της Συνθήκης – Πεδίο εφαρμογής – Φόροι που αποτελούν το μέσο χρηματοδοτήσεως καθεστώτων ενισχύσεως – Επιστροφή από τις εθνικές αρχές των φόρων που εισπράχθηκαν κατά παράβαση του δικαίου της Ένωσης – Εμπίπτει

      (Άρθρο 107 § 1 και 108 § 3 ΣΛΕΕ)

    2. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Διατάξεις της Συνθήκης – Πεδίο εφαρμογής – Φόροι που αποτελούν το μέσο χρηματοδοτήσεως καθεστώτων ενισχύσεως – Εμπίπτουν – Προϋπόθεση – Κατ’ ανάγκην σχέση μεταξύ του φόρου και της ενισχύσεως – Στοιχεία εκτιμήσεως – Προϊόν των φόρων προοριζόμενο αποκλειστικώς για τη χορήγηση ενισχύσεων – Ποσό των χορηγούμενων ενισχύσεων καθοριζόμενο βάσει κριτηρίων μη σχετιζόμενων με τα προοριζόμενα για τις ενισχύσεις φορολογικά έσοδα – Εκτίμηση από το εθνικό δικαστήριο

      (Άρθρα 107 ΣΛΕΕ και 108 ΣΛΕΕ)

    3. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Υφιστάμενες ενισχύσεις και νέες ενισχύσεις – Έννοια – Μέτρα για την αύξηση του αρχικού προϋπολογισμού εγκεκριμένων καθεστώτων ενισχύσεων που χρηματοδοτούνται από το προϊόν φόρων – Έννοια – Αύξηση του προϋπολογισμού κατώτερη του ορίου του 20 % – Δεν εμπίπτει

      (Άρθρα 107 και 108 §§ 1 και 3 ΣΛΕΕ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 1, στοιχείο γʹ· κανονισμός 794/2004 της Επιτροπής, άρθρο 4 § 1)

    4. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Υφιστάμενες ενισχύσεις και νέες ενισχύσεις – Έννοια – Μέτρα για την αύξηση του αρχικού προϋπολογισμού εγκεκριμένων καθεστώτων ενισχύσεων που χρηματοδοτούνται από το προϊόν φόρων – Αρχικός προϋπολογισμός καθεστώτος ενισχύσεων – Έννοια – Ερμηνεία βάσει της συνήθους σημασίας στην καθημερινή γλώσσα, του πλαισίου του μέτρου και του σκοπού που επιδιώκει η οικεία ρύθμιση – Προϊόν των φόρων που τίθεται στη διάθεση του αρμόδιου για την εφαρμογή καθεστώτων ενισχύσεων οργάνου

      (Άρθρα 107 και 108 §§ 1 και 3 ΣΛΕΕ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 1, στοιχείο γʹ· κανονισμός 794/2004 της Επιτροπής, άρθρο 4 § 1)

    5. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Υφιστάμενες ενισχύσεις και νέες ενισχύσεις – Έννοια – Μέτρα για την αύξηση του αρχικού προϋπολογισμού εγκεκριμένων καθεστώτων ενισχύσεων που χρηματοδοτούνται από το προϊόν φόρων – Αύξηση του προϋπολογισμού ανώτερη του ορίου του 20 % – Εκτίμηση σε σχέση με τα έσοδα που προορίζονται για τα καθεστώτα ενισχύσεων

      (Άρθρα 107 και 108 §§ 1 και 3 ΣΛΕΕ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 1, στοιχείο γʹ· κανονισμός 794/2004 της Επιτροπής, άρθρο 4 § 1)

    6. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Απαγόρευση – Παρεκκλίσεις – Ενισχύσεις που μπορούν να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την κοινή αγορά – Απόφαση της Επιτροπής με την οποία εγκρίνονται καθεστώτα ενισχύσεων – Συσταλτική ερμηνεία – Περιεχόμενο – Συνεκτίμηση όχι μόνον του κειμένου της αποφάσεως, αλλά και του περιεχομένου της κοινοποιήσεως – Προϋπολογισμός που έχει προσδιοριστεί από το κράτος μέλος στο έγγραφο κοινοποιήσεως

      (Άρθρο 107 § 3 ΣΛΕΕ)

    7. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Υφιστάμενες ενισχύσεις και νέες ενισχύσεις – Μέτρα για την αύξηση του αρχικού προϋπολογισμού εγκεκριμένων καθεστώτων ενισχύσεων που χρηματοδοτούνται από το προϊόν φόρων – Χαρακτηρισμός των ενισχύσεων ως νέων – Αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης – Δεν ασκεί επιρροή

      (Άρθρο 108 § 3 ΣΛΕΕ)

    8. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Υφιστάμενες ενισχύσεις και νέες ενισχύσεις – Έννοια – Μέτρα για την αύξηση του αρχικού προϋπολογισμού εγκεκριμένων καθεστώτων ενισχύσεων που χρηματοδοτούνται από το προϊόν φόρων – Αύξηση του εγκεκριμένου αρχικού προϋπολογισμού υπερβαίνουσα το όριο του 20 % – Τρόπος υπολογισμού – Εκτίμηση σε σχέση με τα έσοδα που προορίζονται για τα καθεστώτα ενισχύσεων – Τοποθέτηση σε αποθεματικό τμήματος του προϊόντος των φόρων χωρίς ανακατανομή για σκοπούς πέραν της χορηγήσεως ενισχύσεων – Δεν ασκεί επιρροή – Είσπραξη υπέρ του γενικού προϋπολογισμού του κράτους – Εξέταση από το εθνικό δικαστήριο – Υποχρέωση γνωστοποιήσεως

      (Άρθρα 108 §§ 1 και 3 ΣΛΕΕ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 1, στοιχείο γʹ· κανονισμός 794/2004 της Επιτροπής, άρθρο 4 § 1)

    1.  Κατ’ αρχάς, το Δικαστήριο έχει κρίνει επανειλημμένως ότι οι φόροι δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης που αφορούν τις κρατικές ενισχύσεις, εκτός εάν αποτελούν τρόπο χρηματοδοτήσεως του μέτρου ενισχύσεως, οπότε αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του μέτρου αυτού. Όταν ο τρόπος χρηματοδοτήσεως μιας ενισχύσεως μέσω φόρου αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του μέτρου ενισχύσεως, οι συνέπειες της μη τηρήσεως εκ μέρους των εθνικών αρχών της απαγορεύσεως εφαρμογής κατά το άρθρο 108, παράγραφος 3, τελευταία περίοδος, ΣΛΕΕ, εκτείνονται και σ’ αυτήν την πτυχή του μέτρου ενισχύσεως, με αποτέλεσμα οι εθνικές αρχές να υποχρεούνται, κατά κανόνα, να επιστρέψουν τους φόρους που εισπράχθηκαν κατά παράβαση του δικαίου της Ένωσης (πρβλ. αποφάσεις της 13ης Ιανουαρίου 2005, Streekgewest, C-174/02, EU:C:2005:10, σκέψεις 16, 24 και 25, της 27ης Οκτωβρίου 2005, Distribution Casino France κ.λπ., C-266/04 έως C-270/04, C-276/04 και C-321/04 έως C-325/04, EU:C:2005:657, σκέψη 35, της 7ης Σεπτεμβρίου 2006,Laboratoires Boiron, C-526/04, EU:C:2006:528, σκέψη 43 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, καθώς και της 10ης Νοεμβρίου 2016, DTS Distribuidora de Televisión Digital κατά Επιτροπής, C-449/14 P, EU:C:2016:848, σκέψη 65 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

      (βλ. σκέψη 14)

    2.  Πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, προκειμένου ένας φόρος να μπορεί να θεωρηθεί ως αναπόσπαστο μέρος ενός μέτρου ενισχύσεως, πρέπει να υφίσταται κατ’ ανάγκην σχέση μεταξύ του φόρου και της ενισχύσεως βάσει της συναφούς εθνικής νομοθεσίας, υπό την έννοια ότι το προϊόν του φόρου προορίζεται οπωσδήποτε για τη χρηματοδότηση της ενισχύσεως και επηρεάζει άμεσα το ύψος της και, κατά συνέπεια, την εκτίμηση περί του αν είναι συμβατή η ενίσχυση αυτή προς την εσωτερική αγορά (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, Régie Networks, C-333/07, EU:C:2008:764, σκέψη 99 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, καθώς και της 10ης Νοεμβρίου 2016, DTS Distribuidora de Televisión Digital κατά Επιτροπής, C-449/14 P, EU:C:2016:848, σκέψη 68).

      Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, στην περίπτωση που το αρμόδιο όργανο για τη χορήγηση ενισχύσεων χρηματοδοτούμενων μέσω φόρου διαθέτει τη διακριτική ευχέρεια να προορίσει τα έσοδα του φόρου αυτού για μέτρα άλλα από αυτά που έχουν όλα τα χαρακτηριστικά μιας ενισχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, μια τέτοια περίπτωση δύναται να αποκλείσει την ύπαρξη κατ’ ανάγκην σχέσεως μεταξύ του φόρου και της ενισχύσεως. Συγκεκριμένα, δεδομένης μιας τέτοιας διακριτικής ευχέρειας, τα έσοδα από τον φόρο δεν επηρεάζουν άμεσα το μέγεθος του πλεονεκτήματος που χορηγείται στους δικαιούχους των ενισχύσεων αυτών. Αντιθέτως, τέτοια κατ’ ανάγκην σχέση μπορεί να υφίσταται όταν τα έσοδα από τον φόρο προορίζονται εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς για τη χορήγηση ενισχύσεων, ακόμη και διαφορετικών ειδών (πρβλ. αποφάσεις της 13ης Ιανουαρίου 2005, Pape, C‑175/02, EU:C:2005:11, σκέψη 16, της 27ης Οκτωβρίου 2005, Distribution Casino France κ.λπ., C-266/04 έως C-270/04, C-276/04 και C‑321/04 έως C-325/04, EU:C:2005:657, σκέψη 55, καθώς και της 22ας Δεκεμβρίου 2008, Régie Networks, C-333/07, EU:C:2008:764, σκέψεις 102 και 104).

      Επιπλέον, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι μπορεί να μην υφίσταται τέτοια κατ’ ανάγκην σχέση όταν το ποσό των χορηγούμενων ενισχύσεων καθορίζεται αποκλειστικώς και μόνο βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, χωρίς να σχετίζεται με τα φορολογικά έσοδα που προορίζονται προς τούτο, και υπόκειται σε απόλυτο κατά νόμον ανώτατο όριο (πρβλ. απόφαση της 27ης Οκτωβρίου 2005, Distribution Casino France κ.λπ., C‑266/04 έως C-270/04, C-276/04 και C-321/04 έως C-325/04, EU:C:2005:657, σκέψη 52). Ειδικότερα, το Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, έχει κρίνει ότι δεν υφίστατο

      Ειδικότερα, το Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, έχει κρίνει ότι δεν υφίστατο κατ’ ανάγκην σχέση μεταξύ του φόρου και της ενισχύσεως σε περίπτωση που το ποσό των χορηγούμενων ενισχύσεων είχε καθοριστεί βάσει κριτηρίων τα οποία δεν σχετίζονταν με τα φορολογικά έσοδα που προορίζονταν για τις ενισχύσεις και που η εθνική νομοθεσία προέβλεπε ότι τυχόν πλεόνασμα των εσόδων αυτών σε σύγκριση με τις εν λόγω ενισχύσεις έπρεπε να ανακατανεμηθεί, κατά περίπτωση, σε αποθεματικό ταμείο ή στο δημόσιο ταμείο, δεδομένου ότι τα εν λόγω έσοδα υπέκειντο, επιπλέον, σε ένα απόλυτο ανώτατο όριο, οπότε κάθε υπερβάλλον ποσό είχε ομοίως ανακατανεμηθεί στον γενικό κρατικό προϋπολογισμό (πρβλ. απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2016, DTS Distribuidora de Televisión Digital κατά Επιτροπής, C-449/14 P, EU:C:2016:848, σκέψεις 70 έως 72).

      Εν προκειμένω, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξετάσει την ορθότητα της προκείμενης κατά την οποία οι τρεις φόροι αποτελούσαν, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, αναπόσπαστο τμήμα των επίμαχων στην υπόθεση της κύριας δίκης καθεστώτων ενισχύσεων, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που παρατίθενται στις σκέψεις 16 έως 22 της παρούσας αποφάσεως. Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο οφείλει, συγκεκριμένα, να εξετάσει εάν η τοποθέτηση μέρους των εσόδων του CNC σε αποθεματικό είχε ως αποτέλεσμα την ανακατανομή του επίμαχου ποσού υπέρ μέτρου διαφορετικού από εκείνα που συγκεντρώνουν όλα τα χαρακτηριστικά μιας ενισχύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, και να αξιολογήσει την επίδραση που μπορεί να έχει η ανακατανομή μέρους των εσόδων αυτών υπέρ του γενικού κρατικού προϋπολογισμού, η οποία επήλθε κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, στην ύπαρξη κατ’ ανάγκην σχέσεως μεταξύ των εν λόγω φόρων και καθεστώτων.

      (βλ. σκέψεις 19-23)

    3.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψεις 25, 26)

    4.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψεις 27-35)

    5.  Αύξηση των εσόδων από φόρους που χρηματοδοτούν διάφορα εγκεκριμένα καθεστώτα ενισχύσεων σε σύγκριση με τις κοινοποιηθείσες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέψεις, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης αύξηση, αποτελεί μεταβολή υφιστάμενης ενισχύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου [108 ΣΛΕΕ], και του άρθρου 4, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού (ΕΚ) 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού αριθ. 659/1999, ερμηνευόμενων υπό το πρίσμα του άρθρου 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, εφόσον η αύξηση αυτή δεν είναι κατώτερη του ορίου του 20 % που προβλέπεται με το άρθρο 4, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του τελευταίου αυτού κανονισμού.

      Το όριο αυτό πρέπει να εκτιμάται, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, σε σχέση με τα έσοδα που προορίζονται υπέρ των οικείων καθεστώτων ενισχύσεων και όχι σε σχέση με τις πράγματι χορηγούμενες ενισχύσεις.

      (βλ. σκέψεις 36-60 και διατακτ.)

    6.  Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής με τις οποίες εγκρίνεται καθεστώς ενισχύσεων, δεδομένου ότι συνιστούν παρεκκλίσεις από τη γενική αρχή του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, κατά την οποία οι κρατικές ενισχύσεις δεν είναι συμβατές με την εσωτερική αγορά, πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά (πρβλ. αποφάσεις της 29ης Απριλίου 2004, Γερμανία κατά Επιτροπής, C-277/00, EU:C:2004:238, σκέψεις 20 και 24, καθώς και της 14ης Οκτωβρίου 2010, Nuova Agricast και Cofra κατά Επιτροπής, C- 67/09 P, EU:C:2010:607, σκέψη 74).

      Επιπλέον, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, για την ερμηνεία τέτοιων αποφάσεων της Επιτροπής πρέπει να εξετάζεται όχι μόνο το γράμμα τους, αλλά να λαμβάνεται υπόψη και η κοινοποίηση στην οποία προέβη το οικείο κράτος μέλος (πρβλ. αποφάσεις της 20ής Μαΐου 2010, Todaro Nunziatina & C., C-138/09, EU:C:2010:291, σκέψη 31, και της 16ης Δεκεμβρίου 2010, Kahla Thüringen Porzellan κατά Επιτροπής, C-537/08 P, EU:C:2010:769, σκέψη 44, καθώς και διάταξη της 22ας Μαρτίου 2012, Ιταλία κατά Επιτροπής, C-200/11 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:165, σκέψη 27). Ειδικότερα, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η έκταση εφαρμογής αποφάσεως με την οποία εγκρίνεται καθεστώς ενισχύσεων οριοθετείται, κατά κανόνα, από τον προϋπολογισμό που έχει προσδιορίσει το κράτος μέλος στο έγγραφο κοινοποιήσεως, ακόμη και όταν η μνεία του προϋπολογισμού αυτού δεν έχει επαναληφθεί στο κείμενο της εν λόγω αποφάσεως (πρβλ. διάταξη της 22ας Μαρτίου 2012, Ιταλία κατά Επιτροπής, C-200/11 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:165, σκέψεις 26 και 27).

      (βλ. σκέψεις 37, 38)

    7.  Ο αναγκαίος σεβασμός της αρχής της ασφάλειας δικαίου δεν αποκλείει τη δυνατότητα να χαρακτηριστεί μια αύξηση του προϋπολογισμού του καθεστώτος ενισχύσεων σε σύγκριση με τον εγκεκριμένο από την Επιτροπή προϋπολογισμό, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, ως μεταβολή υφιστάμενης ενισχύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

      Πράγματι, από την αιτιολογική σκέψη 4 του κανονισμού 794/2004 προκύπτει ότι ακριβώς για λόγους ασφάλειας δικαίου το άρθρο 4, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού αυτού καθορίζει συγκεκριμένο όριο έως το οποίο η αύξηση του προϋπολογισμού του καθεστώτος ενισχύσεων δεν θεωρείται ως μεταβολή υφιστάμενης ενισχύσεως. Η διάταξη αυτή, καθορίζοντας το όριο αυτό στο αρκετά υψηλό επίπεδο του 20 %, παρέχει περιθώριο ασφαλείας ώστε να λαμβάνονται επαρκώς υπόψη οι αβεβαιότητες που συνδέονται με την εφαρμογή του θεσπιζόμενου με το άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ προληπτικού ελέγχου επί καθεστώτων ενισχύσεων των οποίων ο προϋπολογισμός παρουσιάζει διακυμάνσεις, όπως είναι τα επίμαχα στην υπόθεση της κύριας δίκης καθεστώτα.

      Εξάλλου, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί την αρχή της ασφάλειας δικαίου προκειμένου να αποκλίνει από τις πληροφορίες που έχει παράσχει στην Επιτροπή στο πλαίσιο της κοινοποιήσεως καθεστώτος ενισχύσεων και από τις οποίες εξαρτάται το περιεχόμενο της αποφάσεως της Επιτροπής περί εγκρίσεως του καθεστώτος αυτού, αλλά οφείλει, αντιθέτως, να λάβει υπόψη τις πληροφορίες αυτές και να μεριμνήσει ώστε να τεθεί σε εφαρμογή το εν λόγω καθεστώς σύμφωνα με αυτές (πρβλ. απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 2010, Kahla Thüringen Porzellan κατά Επιτροπής, C-537/08 P, EU:C:2010:769, σκέψη 47).

      Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι, εν προκειμένω, στο έγγραφο της Επιτροπής με τίτλο «Έγκριση κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης ΕΚ – Περιπτώσεις ως προς τις οποίες η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση» και δημοσιευθέν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2007, C 246, σ. 1), οι προβλέψεις των γαλλικών αρχών όσον αφορά την αύξηση των εσόδων από τους τρεις φόρους, ως αποτέλεσμα της μεταρρυθμίσεως του φόρου επί των τηλεοπτικών υπηρεσιών, παρουσιάστηκαν ως ο «προϋπολογισμός» της εγκριθείσας ενισχύσεως. Συνεπώς, στο πλαίσιο του συστήματος προληπτικού ελέγχου που θεσπίζει το άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, ούτε το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ούτε οι δικαιούχοι καθεστώτος ενισχύσεων μπορούν ευλόγως να επικαλεστούν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ώστε η απόφαση περί εγκρίσεως να υπερισχύσει της περιγραφής του μέτρου όπως δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 14ης Οκτωβρίου 2010, Nuova Agricast και Cofra κατά Επιτροπής, C-67/09 P, EU:C:2010:607, σκέψεις 72 έως 74).

      (βλ. σκέψεις 44-47)

    8.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψεις 51-59)

    Top