Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62015CJ0119

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 21ης Δεκεμβρίου 2016.
    Biuro podróży «Partner» Sp. z o.o. sp.k. w Dąbrowie Górniczej κατά Prezes Urzędu Ochrony Konkurencji i Konsumentów.
    Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 93/13/ΕΟΚ – Οδηγία 2009/22/ΕΚ – Προστασία των καταναλωτών – Αποτέλεσμα erga omnes καταχρηστικών ρητρών που περιέχονται σε δημόσιο μητρώο – Χρηματική κύρωση επιβληθείσα σε επαγγελματία ο οποίος χρησιμοποίησε ρήτρα που θεωρήθηκε ισοδύναμη με εκείνη που περιέχεται στο εν λόγω μητρώο – Επαγγελματίας ο οποίος δεν συμμετείχε στη διαδικασία που κατέληξε στη διαπίστωση του καταχρηστικού χαρακτήρα ρήτρας – Άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Έννοια του “εθνικού δικαστηρίου του οποίου οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου”.
    Υπόθεση C-119/15.

    Court reports – general

    Υπόθεση C-119/15

    Biuro podróży «Partner» Sp. z o.o. sp.k. w Dąbrowie Górniczej

    κατά

    Prezes Urzędu Ochrony Konkurencji i Konsumentów

    (αίτηση του Sąd Apelacyjny w Warszawie
    για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 93/13/ΕΟΚ – Οδηγία 2009/22/ΕΚ – Προστασία των καταναλωτών – Αποτέλεσμα erga omnes καταχρηστικών ρητρών που περιέχονται σε δημόσιο μητρώο – Χρηματική κύρωση επιβληθείσα σε επαγγελματία ο οποίος χρησιμοποίησε ρήτρα που θεωρήθηκε ισοδύναμη με εκείνη που περιέχεται στο εν λόγω μητρώο – Επαγγελματίας ο οποίος δεν συμμετείχε στη διαδικασία που κατέληξε στη διαπίστωση του καταχρηστικού χαρακτήρα ρήτρας – Άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Έννοια του “εθνικού δικαστηρίου του οποίου οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου”»

    Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα)
    της 21ης Δεκεμβρίου 2016

    1. Προστασία των καταναλωτών–Καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές–Οδηγία 93/13–Μέτρα που έχουν ως σκοπό να πάψει η χρήση των καταχρηστικών ρητρών–Εθνική κανονιστική ρύθμιση που χαρακτηρίζει παράνομη την εκ μέρους επαγγελματία χρήση ρητρών οι οποίες κρίθηκαν ισοδύναμες προς παράνομες ρήτρες που περιέχονται σε δημόσιο μητρώο–Επιτρέπεται–Προϋπόθεση–Σεβασμός του δικαιώματος αποτελεσματικής ένδικης προστασίας–Έλεγχος από τον εθνικό δικαστή

      (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· οδηγία 2009/22 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 1 και 2· οδηγία 93/13 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2011/83, άρθρα 6 § 1, 7, 8 και 8α)

    2. Προδικαστικά ερωτήματα–Παραπομπή ζητήματος στο Δικαστήριο–Ζητήματα ερμηνείας–Υποχρέωση υποβολής προδικαστικού ερωτήματος–Περιεχόμενο–Εθνικό δικαστήριο κατά την έννοια του άρθρου 267, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ–Έννοια

      (Άρθρο 267, εδ. 3, ΣΛΕΕ)

    1.  Το άρθρο 6, παράγραφος 1, και το άρθρο 7 της οδηγίας 93/13, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, σε συνδυασμό με τα άρθρα 1 και 2 της οδηγίας 2009/22, περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών, καθώς και υπό το πρίσμα του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται στο να θεωρείται παράνομη η χρήση ρητρών γενικών όρων, το περιεχόμενο των οποίων είναι ισοδύναμο με εκείνο ρητρών που έχουν κριθεί παράνομες με τελεσίδικη δικαστική απόφαση και έχουν καταχωριστεί σε δημόσιο μητρώο παρανόμων ρητρών γενικών όρων, έναντι επαγγελματία ο οποίος δεν είχε συμμετάσχει στη διαδικασία που κατέληξε στην καταχώριση των ρητρών αυτών στο εν λόγω μητρώο, υπό την προϋπόθεση, τη συνδρομή της οποίας απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, ότι ο επαγγελματίας αυτός έχει το δικαίωμα ασκήσεως πραγματικής προσφυγής, τόσο κατά της αποφάσεως περί διαπιστώσεως της ισοδυναμίας των υπό σύγκριση ρητρών, η οποία έγκειται στο κατά πόσον, λαμβανομένων υπόψη όλων των ειδικών περιστάσεων κάθε υποθέσεως, οι ρήτρες αυτές είναι ουσιαστικώς πανομοιότυπες, ιδίως όσον αφορά τα αποτελέσματα που παράγουν εις βάρος των καταναλωτών, όσο και κατά της αποφάσεως με την οποία καθορίζεται, κατά περίπτωση, το ύψος του επιβληθέντος προστίμου.

      Πράγματι, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι η σύστασή τέτοιου μητρώου συνάδει προς το δίκαιο της Ένωσης. Συναφώς, από τις διατάξεις της οδηγίας 93/13, και ιδίως από το άρθρο 8, προκύπτει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να καταρτίζουν καταλόγους με συμβατικές ρήτρες που θεωρούνται καταχρηστικές. Βάσει του άρθρου 8α της οδηγίας αυτής, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2011/83, τα κράτη μέλη οφείλουν να ενημερώνουν την Επιτροπή για την κατάρτιση τέτοιων καταλόγων. Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι οι κατάλογοι αυτοί ή τα μητρώα που συστήνουν οι εθνικές αρχές ανταποκρίνονται, κατ’ αρχήν, στην ανάγκη προστασίας των καταναλωτών στο πλαίσιο της οδηγίας 93/13. Εντούτοις, η διαχείριση του εν λόγω μητρώου πρέπει να γίνεται με διαφάνεια προς το συμφέρον όχι μόνον των καταναλωτών, αλλά και των επαγγελματιών επίσης. Η απαίτηση αυτή συνεπάγεται ιδίως ότι το μητρώο πρέπει να είναι διαρθρωμένο με σαφήνεια, ανεξαρτήτως του αριθμού των ρητρών που περιέχει. Επιπλέον, οι ρήτρες που περιέχονται στο συγκεκριμένο μητρώο πρέπει να ανταποκρίνονται στο κριτήριο της επικαιρότητας, κάτι που συνεπάγεται ότι το μητρώο αυτό πρέπει να ενημερώνεται προσεκτικά και ότι, χάριν ασφάλειας δικαίου, πρέπει να διαγράφονται αμελλητί οι ρήτρες που δεν έχουν πλέον λόγο ύπαρξης σ’ αυτό.

      Επιπροσθέτως, κατ’ εφαρμογήν της αρχής της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, ο επαγγελματίας, στον οποίο επιβάλλεται πρόστιμο επειδή χρησιμοποίησε ρήτρα που κρίθηκε ισοδύναμη προς ρήτρα που περιέχεται στο συγκεκριμένο μητρώο, πρέπει, μεταξύ άλλων, να διαθέτει τη δυνατότητα να ασκήσει προσφυγή κατά της κυρώσεως αυτής. Το δικαίωμα αυτό προσφυγής πρέπει να αφορά τόσο την εκτίμηση της θεωρηθείσας ως παράνομης συμπεριφοράς όσο και το ύψος του ποσού που καθορίσθηκε από το αρμόδιο εθνικό όργανο. Στο πλαίσιο αυτό, ο έλεγχος στον οποίο προέβη το αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο δεν περιορίζεται σε μια απλή τυπική σύγκριση των υπό εξέταση ρητρών με εκείνες που περιέχονται στο μητρώο. Αντιθέτως, αντικείμενο του ελέγχου αυτού είναι η αξιολόγηση του περιεχομένου των επίμαχων ρητρών, ούτως ώστε να καθορισθεί κατά πόσον, λαμβανομένων υπόψη όλων των ειδικών περιστάσεων κάθε υποθέσεως, οι ρήτρες αυτές είναι ουσιαστικώς πανομοιότυπες, ιδίως όσον αφορά τα αποτελέσματά τους, με τις καταχωρισμένες στο μητρώο.

      (βλ. σκέψεις 36, 38-40, 42, 47, διατακτ. 1)

    2.  Το άρθρο 267, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δικαστήριο του οποίου οι αποφάσεις που εκδίδονται στο πλαίσιο διαφοράς μπορούν να προσβληθούν με αίτηση αναιρέσεως, δεν μπορεί να θεωρηθεί «δικαστήριο του οποίου οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου».

      (βλ. σκέψη 54, διατακτ. 2)

    Top