Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62015CJ0002

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 16ης Νοεμβρίου 2016.
    DHL Express (Austria) GmbH κατά Post-Control-Kommission και Bundesminister für Verkehr, Innovation und Technologie.
    Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 97/67/ΕΚ – Άρθρο 9 – Ταχυδρομικές υπηρεσίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Υποχρέωση συμβολής στις λειτουργικές δαπάνες της ρυθμιστικής αρχής του τομέα των ταχυδρομείων – Έκταση.
    Υπόθεση C-2/15.

    Court reports – general

    Υπόθεση C‑2/15

    DHL Express (Austria) GmbH

    κατά

    Post-Control-Kommission
    και
    Bundesminister für Verkehr, Innovation und Technologie

    (αίτηση του Verwaltungsgerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 97/67/ΕΚ – Άρθρο 9 – Ταχυδρομικές υπηρεσίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Υποχρέωση συμβολής στις λειτουργικές δαπάνες της ρυθμιστικής αρχής του τομέα των ταχυδρομείων – Έκταση»

    Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα)
    της 16ης Νοεμβρίου 2016

    1. Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης–Ερμηνεία–Μέθοδοι–Γραμματική, συστηματική και τελολογική ερμηνεία

    2. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών–Ταχυδρομικές υπηρεσίες–Οδηγία 97/67–Όροι που διέπουν την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών και την πρόσβαση στο δίκτυο–Χορήγηση αδειών για να εξασφαλισθεί η συμμόρφωση με τις βασικές απαιτήσεις–Δυνατότητα να εξαρτηθεί η χορήγηση από την υποχρέωση καταβολής οικονομικής συνεισφοράς στις λειτουργικές δαπάνες των εθνικών ρυθμιστικών αρχών–Εθνική νομοθεσία η οποία επιβάλλει σε όλους τους φορείς παροχής υπηρεσιών του τομέα των ταχυδρομείων την υποχρέωση συμβολής στις δαπάνες αυτές–Επιτρέπεται

      (Οδηγία 97/67 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 9 § 2)

    1.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψη 19)

    2.  Το άρθρο 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, τέταρτη περίπτωση, της οδηγίας 97/67, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2008/6, έχει την έννοια ότι δεν αντίκειται σε εθνική νομοθεσία η οποία επιβάλλει σε όλους τους φορείς παροχής υπηρεσιών του τομέα των ταχυδρομείων, ακόμη και σε εκείνους που δεν παρέχουν υπηρεσίες εμπίπτουσες στην καθολική υπηρεσία, την υποχρέωση συμβολής στη χρηματοδότηση της ρυθμιστικής αρχής του εν λόγω τομέα.

      Συγκεκριμένα, από την ανάλυση της δομής του άρθρου 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 97/67 στο σύνολό του προκύπτει ότι οι υποχρεώσεις που προβλέπει η εν λόγω διάταξη μπορούν να επιβάλλονται, αναλόγως της υποχρέωσης περί της οποίας πρόκειται, είτε μόνο στους φορείς παροχής καθολικής υπηρεσίας ή υπηρεσίας θεωρούμενης ως τέτοιας είτε στο σύνολο των φορέων παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών.

      Αφενός, το άρθρο 9, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας αυτής προβλέπει ρητώς ότι οι υποχρεώσεις και οι απαιτήσεις περί των οποίων κάνει λόγο το άρθρο 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, πρώτη περίπτωση, μπορούν να επιβάλλονται μόνο στους φορείς παροχής καθολικής υπηρεσίας που έχουν ορισθεί κατά την έννοια του άρθρου 4 της ίδιας αυτής οδηγίας.

      Εκτός αυτού, το άρθρο 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, τρίτη περίπτωση, της οδηγίας 97/67 παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εξαρτούν τη χορήγηση αδειών από την υποχρέωση συμβολής στο ταμείο αποζημίωσης του άρθρου 7, παράγραφος 4, της οδηγίας αυτής. Υπό τη συγκεκριμένη διατύπωση, είναι σαφές ότι η διάταξη αυτή δεν αφορά ρητώς τους φορείς παροχής καθολικής υπηρεσίας. Εντούτοις, από το άρθρο 7, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας προκύπτει ότι η ευχέρεια των κρατών μελών να συστήνουν τέτοιο ταμείο συναρτάται με την ευχέρειά τους να καθιερώνουν μηχανισμό για τον επιμερισμό του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας, εφόσον οι τελευταίες αποτελούν άδικη οικονομική επιβάρυνση για τους φορείς παροχής της εν λόγω υπηρεσίας. Κυρίως, από την αιτιολογική σκέψη 27 της οδηγίας 2008/6, σχετικά με την υποχρέωση των φορέων παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών να συμβάλλουν στη χρηματοδότηση της καθολικής υπηρεσίας οσάκις προβλέπεται ταμείο αποζημιώσεων, προκύπτει σαφώς ότι, για να προσδιορισθεί από ποιες επιχειρήσεις μπορεί να απαιτηθεί να συνεισφέρουν στο εν λόγω ταμείο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν εάν οι υπηρεσίες που παρέχουν οι επιχειρήσεις αυτές μπορούν, από την πλευρά των χρηστών, να θεωρηθούν υπηρεσίες εμπίπτουσες στο πεδίο εφαρμογής της καθολικής υπηρεσίας.

      Αφετέρου, το άρθρο 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, δεύτερη περίπτωση, της οδηγίας 97/67 παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να συνδέουν τη χορήγηση αδειών με την τήρηση απαιτήσεων σχετικών με την ποιότητα, τη διαθεσιμότητα και τις επιδόσεις των σχετικών υπηρεσιών. Όπως προκύπτει από τις προπαρασκευαστικές εργασίες της οδηγίας 2008/6, ο νομοθέτης της Ένωσης είχε πρόθεση να εξαλείψει όχι μόνον τα τελευταία εμπόδια για το πλήρες άνοιγμα της αγοράς τα οποία ίσχυαν ως προς ορισμένους φορείς παροχής καθολικών υπηρεσιών, αλλά και όλα τα άλλα εμπόδια στην παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών. Ελλείψει αντίθετης ένδειξης και λαμβανομένης υπόψη της φύσης της επίμαχης υποχρέωσης, συνάγεται ότι η υποχρέωση του άρθρου 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, δεύτερη περίπτωση, της οδηγίας 97/67 μπορεί να επιβληθεί σε όλους τους φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών.

      Ομοίως, το άρθρο 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, πέμπτη περίπτωση, της οδηγίας 97/67 παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εξαρτούν τη χορήγηση αδειών από την τήρηση των συνθηκών εργασίας που προβλέπει η εθνική νομοθεσία. Δεν μπορεί όμως να γίνει δεκτή συσταλτική ερμηνεία της διάταξης αυτής –υπό την έννοια ότι αφορά μόνον τους φορείς παροχής καθολικής υπηρεσίας– διότι το άρθρο 9, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας εξαρτά τη χορήγηση γενικών αδειών –οι οποίες αφορούν τις υπηρεσίες που δεν εμπίπτουν στην καθολική υπηρεσία– από την τήρηση των βασικών απαιτήσεων του άρθρου 2, σημείο 19, της ίδιας οδηγίας, στις οποίες περιλαμβάνεται η τήρηση των συνθηκών εργασίας που προβλέπει η εθνική νομοθεσία.

      Όσον αφορά την ειδική υποχρέωση συμβολής στη χρηματοδότηση της ρυθμιστικής αρχής του τομέα των ταχυδρομείων –υποχρέωση προβλεπόμενη στο άρθρο 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, τέταρτη περίπτωση, της οδηγίας 97/67–, οι δραστηριότητες που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των εθνικών ρυθμιστικών αρχών αφορούν το σύνολο του τομέα των ταχυδρομείων και όχι μόνον τις παροχές υπηρεσιών εμπιπτουσών στην καθολική υπηρεσία.

      Πράγματι, κατά το άρθρο 22, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες εθνικές ρυθμιστικές αρχές για τον τομέα των ταχυδρομείων. Η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου προβλέπει ασφαλώς ότι οι εν λόγω αρχές έχουν ως καθήκον την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία αυτή, ιδίως με τη δημιουργία διαδικασιών παρακολούθησης και κανονιστικών διαδικασιών ώστε να εξασφαλισθεί η παροχή της καθολικής υπηρεσίας. Εντούτοις, η διάταξη αυτή προβλέπει επίσης ότι οι ίδιες αυτές αρχές δύνανται να επιφορτισθούν με τη διασφάλιση της τήρησης των κανόνων ανταγωνισμού στον τομέα των ταχυδρομείων.

      Επομένως, στο μέτρο κατά το οποίο ο ρόλος και τα καθήκοντα που ανατίθενται στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σχεδιάστηκαν από τον νομοθέτη της Ένωσης ώστε να ωφεληθούν όλοι οι φορείς του τομέα των ταχυδρομείων, το άρθρο 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, τέταρτη περίπτωση, της οδηγίας 97/67 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η υποχρέωση συμβολής στη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων των εν λόγω αρχών μπορεί να επιβληθεί, έναντι ανταλλάγματος για το προαναφερθέν όφελος, σε όλους τους φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών.

      (βλ. σκέψεις 23, 24-27, 29-32 και διατακτ.)

    Top