Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014TJ0424

    ClientEarth κατά Επιτροπής

    Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T‑424/14 και T‑425/14

    ClientEarth

    κατά

    Ευρωπαϊκής Επιτροπής

    «Πρόσβαση στα έγγραφα — Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 — Σχέδιο εκθέσεως εκτιμήσεως επιπτώσεων, έκθεση εκτιμήσεως επιπτώσεων και γνωμοδότηση της επιτροπής εκτιμήσεως επιπτώσεων — Άρνηση προσβάσεως — Εξαίρεση σχετική με την προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Υποχρέωση διεξαγωγής συγκεκριμένης και εξατομικευμένης εξετάσεως — Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον»

    Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 2015

    1. Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα —Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο

      (Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4)

    2. Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων – Έγγραφα που συντάχθηκαν στο πλαίσιο των εκτιμήσεων επιπτώσεων τις οποίες διενεργεί η Επιτροπή και οι οποίες αφορούν μια εν εξελίξει διαδικασία λήψεως αποφάσεων για περιβαλλοντικά θέματα – Άρνηση προσβάσεως – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο

      (Άρθρο 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 3, εδ. 1)

    3. Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Στενή ερμηνεία και αυστηρή εφαρμογή – Υποχρέωση του θεσμικού οργάνου να προβεί σε συγκεκριμένη και εξατομικευμένη εξέταση των εγγράφων – Περιεχόμενο – Εξαίρεση από την υποχρέωση – Δυνατότητα επικλήσεως γενικών τεκμηρίων τα οποία ισχύουν για ορισμένες κατηγορίες εγγράφων – Όρια

      (Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4)

    4. Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων – Προϋποθέσεις – Συγκεκριμένη, ουσιαστική και σοβαρή υπονόμευση της εν λόγω διαδικασίας – Περιεχόμενο

      (Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 3, εδ. 1)

    5. Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων – Άρνηση προσβάσεως σε έγγραφα που συντάχθηκαν στο πλαίσιο των εκτιμήσεων επιπτώσεων τις οποίες διενεργεί η Επιτροπή και οι οποίες αφορούν μια εν εξελίξει διαδικασία λήψεως αποφάσεων για περιβαλλοντικά θέματα – Δυνατότητα επικλήσεως του γενικού τεκμηρίου περί εφαρμογής της εξαιρέσεως από το δικαίωμα προσβάσεως

      (Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 3, εδ. 1)

    6. Προσφυγή ακυρώσεως – Προσβαλλόμενη πράξη – Εκτίμηση της νομιμότητας βάσει των πληροφοριακών στοιχείων που ήταν διαθέσιμα κατά τον χρόνο εκδόσεως της πράξεως

      (Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

    7. Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων – Άρνηση προσβάσεως σε έγγραφα που συντάχθηκαν στο πλαίσιο των εκτιμήσεων επιπτώσεων τις οποίες διενεργεί η Επιτροπή και οι οποίες αφορούν μια εν εξελίξει διαδικασία λήψεως αποφάσεων για περιβαλλοντικά θέματα – Δυνατότητα επικλήσεως του γενικού τεκμηρίου περί εφαρμογής της εξαιρέσεως από το δικαίωμα προσβάσεως – Ειδικό συμφέρον του ενδιαφερομένου – Δεν ασκεί επιρροή

      (Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4)

    8. Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής – Αποφάσεις – Οι εν λόγω αποφάσεις δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα για τον δικαστή της Ένωσης

      (Άρθρο 228 ΣΛΕΕ)

    9. Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων – Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον που δικαιολογεί τη δημοσιοποίηση εγγράφων – Έννοια – Συμφέρον που ανάγεται στην κατάρτιση μιας πολιτικής προτάσεως – Δεν εμπίπτει

      (Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 3, εδ. 1)

    1.

    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 31, 32)

    2.

    Το άρθρο 296 ΣΛΕΕ δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η Επιτροπή υπείχε την υποχρέωση να απορρίπτει προληπτικώς, με τις αιτιολογίες μιας αποφάσεως περί αρνήσεως παροχής προσβάσεως στα έγγραφα η οποία στηρίζεται στο άρθρο 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, κάθε επιχείρημα υποθετικής φύσεως δυνάμενο να αντιταχθεί, σε μεταγενέστερο στάδιο, προς την εκ μέρους του ως άνω θεσμικού οργάνου ανάλυση.

    Κατά συνέπεια, όταν ο προσφεύγων δεν έχει αμφισβητήσει, με την επιβεβαιωτική αίτησή του περί προσβάσεως, τη δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1049/2001, η Επιτροπή δύναται να περιορισθεί στο να εκθέσει με καταφατικό τρόπο τους λόγους για τους οποίους εκτιμά ότι η εν λόγω διάταξη είναι εφαρμοστέα, χωρίς να υποχρεούται να απορρίψει ή να επικρίνει τυχόν άλλες ερμηνείες της εν λόγω διατάξεως.

    (βλ. σκέψη 35)

    3.

    Όταν θεσμικό όργανο αποφασίζει να αρνηθεί την πρόσβαση σε έγγραφο, το οποίο του ζητήθηκε να γνωστοποιήσει, οφείλει, κατ’ αρχήν, να παράσχει εξηγήσεις σχετικά με τον τρόπο κατά τον οποίον η πρόσβαση στο έγγραφο αυτό θα μπορούσε να θίξει συγκεκριμένα και ουσιαστικά το συμφέρον που προστατεύει η εξαίρεση του άρθρου 4 του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, εξαίρεση την οποία επικαλείται το θεσμικό αυτό όργανο. Επιπλέον, ο κίνδυνος προσβολής του ως άνω συμφέροντος πρέπει να είναι ευλόγως προβλέψιμος και όχι αμιγώς υποθετικός Το γεγονός και μόνον ότι το οικείο έγγραφο αφορά συμφέρον που προστατεύεται με κάποια από τις εξαιρέσεις δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την εφαρμογή της σχετικής εξαιρέσεως.

    Εντούτοις, το οικείο θεσμικό όργανο έχει τη δυνατότητα να στηρίζεται σε γενικά τεκμήρια τα οποία ισχύουν για ορισμένες κατηγορίες εγγράφων, δεδομένου ότι παρεμφερείς εκτιμήσεις γενικού χαρακτήρα ενδέχεται να έχουν εφαρμογή επί αιτήσεων δημοσιοποιήσεως που αφορούν έγγραφα της ιδίας φύσεως.

    Προκειμένου ένα γενικό τεκμήριο να προβληθεί εγκύρως κατά του προσώπου το οποίο ζητεί πρόσβαση σε έγγραφα βάσει του κανονισμού 1049/2001, αφενός, είναι αναγκαίο τα ζητηθέντα έγγραφα να αποτελούν μέρος της ιδίας κατηγορίας εγγράφων ή να είναι έγγραφα της ιδίας φύσεως. Το κρίσιμο κριτήριο είναι ένα κριτήριο το οποίο είναι τόσο ποιοτικό όσο και ποσοτικό, δηλαδή το γεγονός ότι τα ζητηθέντα έγγραφα αφορούν την ίδια διαδικασία, και όχι ένα κριτήριο το οποίο είναι μόνον ποσοτικό, δηλαδή ο μεγαλύτερος ή μικρότερος αριθμός των εγγράφων τα οποία αφορούν οι υποβληθείσες από το πρόσωπο αυτό αιτήσεις προσβάσεως.

    Αφετέρου, η εφαρμογή των γενικών τεκμηρίων υπαγορεύεται, κατ’ ουσίαν, από την επιτακτική ανάγκη εξασφαλίσεως της ομαλής διεξαγωγής των οικείων διαδικασιών και της επιτεύξεως των σκοπών που αυτές υπηρετούν. Ως εκ τούτου, η αναγνώριση ενός γενικού τεκμηρίου μπορεί να στηρίζεται στο ότι η πρόσβαση στα έγγραφα ορισμένων διαδικασιών είναι ασύμβατη με την ομαλή διεξαγωγή τους και στο ενδεχόμενο υπάρξεως κινδύνου υπονομεύσεως των εν λόγω διαδικασιών, εξυπακουομένου ότι τα γενικά τεκμήρια παρέχουν τη δυνατότητα να διασφαλισθεί η ακέραιη διεξαγωγή της διαδικασίας, μέσω του περιορισμού της αναμείξεως τρίτων. Η εφαρμογή συγκεκριμένων κανόνων που προβλέπονται από νομική πράξη σχετική με διαδικασία διεξαγόμενη ενώπιον θεσμικού οργάνου της Ένωσης, διαδικασία για τις ανάγκες διεξαγωγής της οποίας έχουν προσκομισθεί τα ζητούμενα έγγραφα, είναι ένα από τα κριτήρια βάσει των οποίων μπορεί να δικαιολογηθεί η αναγνώριση ενός γενικού τεκμηρίου.

    (βλ. σκέψεις 59, 63, 66, 67, 75)

    4.

    Η εφαρμογή της εξαιρέσεως που προβλέπεται από το άρθρο 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, προϋποθέτει ότι έχει αποδειχθεί ότι η πρόσβαση στο έγγραφο που συνέταξε το θεσμικό όργανο για εσωτερική χρήση μπορεί να αποτελέσει συγκεκριμένη και ουσιαστική υπονόμευση της προστασίας της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων εκ μέρους του θεσμικού οργάνου και ότι ο κίνδυνος αυτός υπονομεύσεως μπορεί ευλόγως να προβλεφθεί και δεν είναι αμιγώς υποθετικός.

    Επιπλέον, για να εμπίπτει στην εξαίρεση που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1049/2001, η υπονόμευση της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων πρέπει να είναι σοβαρή. Τούτο συμβαίνει μεταξύ άλλων όταν η δημοσιοποίηση των σχετικών εγγράφων έχει σημαντικό αντίκτυπο στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων. Η εκτίμηση της σοβαρότητας εξαρτάται από το σύνολο των περιστάσεων της υποθέσεως, μεταξύ άλλων από τα αρνητικά αποτελέσματα στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων, τα οποία προβάλλει το θεσμικό όργανο όσον αφορά τη δημοσιοποίηση των σχετικών εγγράφων.

    Ωστόσο, δεν επιβάλλεται στα θεσμικά όργανα να προσκομίζουν αποδεικτικά στοιχεία προς στοιχειοθέτηση της υπάρξεως ενός τέτοιου κινδύνου. Αρκεί, συναφώς, να περιέχει η προσβαλλόμενη απόφαση απτά στοιχεία που να παρέχουν τη δυνατότητα να συναχθεί το συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος υπονομεύσεως της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων μπορούσε, κατά την ημερομηνία εκδόσεώς της, ευλόγως να προβλεφθεί και δεν ήταν αμιγώς υποθετικός, και να μνημονεύει η εν λόγω απόφαση ιδίως την ύπαρξη, κατά την ημερομηνία αυτή, αντικειμενικών λόγων που να καθιστούν δυνατή την εύλογη πρόβλεψη ότι τέτοιου είδους υπονομεύσεις θα επέρχονταν σε περίπτωση δημοσιοποιήσεως των εγγράφων στα οποία ζήτησε πρόσβαση ο ενδιαφερόμενος.

    (βλ. σκέψεις 60-62)

    5.

    Όταν η Επιτροπή προβαίνει στην προετοιμασία και στην κατάρτιση πολιτικών προτάσεων, σ’ αυτήν εναπόκειται να μεριμνά ώστε να ενεργεί με πλήρη ανεξαρτησία και ώστε οι προτάσεις της να υποβάλλονται με αποκλειστικό γνώμονα το κοινό συμφέρον. Σχετικώς, η Επιτροπή μπορεί να στηρίζεται σε εκτιμήσεις επιπτώσεων που έχουν συνταχθεί προς διευκόλυνση της προετοιμασίας και της καταρτίσεως τέτοιων προτάσεων.

    Ειδικότερα, η εκτίμηση επιπτώσεων παρέχει τη δυνατότητα να συλλεγούν πληροφορίες βάσει των οποίων η Επιτροπή πρόκειται να είναι σε θέση να αξιολογήσει, μεταξύ άλλων, την καταλληλότητα, την αναγκαιότητα, τη φύση και το περιεχόμενο τέτοιων προτάσεων. Εφόσον μια έκθεση εκτιμήσεως επιπτώσεων περιλαμβάνει σύγκριση των διαφόρων πολιτικών επιλογών που είναι υπό εξέταση κατά το στάδιο αυτό, η δημοσιοποίηση της εν λόγω εκθέσεως, έστω και μόνον κατά το στάδιο του σχεδίου, καθώς και των γνωμοδοτήσεων που έχει διατυπώσει η επιτροπή συναφώς, ενέχει τον αυξημένο κίνδυνο ότι τρίτοι ενδέχεται να επιχειρήσουν, εκτός του πλαισίου της διοργανωθείσας από την Επιτροπή δημόσιας διαβουλεύσεως, να ασκήσουν κατά τρόπο στοχευμένο επιρροή επί της προτιμήσεως, εκ μέρους της Επιτροπής, μιας επιλογής ως προς την ακολουθητέα πολιτική και επί του περιεχομένου της πολιτικής προτάσεως την οποία το εν λόγω θεσμικό όργανο καταλήγει να υιοθετήσει.

    Επομένως, προς τον σκοπό της εφαρμογής της εξαιρέσεως που προβλέπεται από το άρθρο 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η Επιτροπή δύναται, χωρίς να προβαίνει σε συγκεκριμένη και εξατομικευμένη εξέταση εκάστου εκ των εγγράφων τα οποία έχουν συνταχθεί στο πλαίσιο της προετοιμασίας μιας εκτιμήσεως επιπτώσεων, να στηρίζεται στο τεκμήριο ότι η δημοσιοποίηση των εγγράφων αυτών υπονομεύει, κατ’ αρχήν, σοβαρά την οικεία διαδικασία λήψεως αποφάσεων όσον αφορά την κατάρτιση μιας πολιτικής προτάσεως.

    Το ως άνω γενικό τεκμήριο δύναται να έχει εφαρμογή επί όσο χρόνο η Επιτροπή δεν έχει λάβει απόφαση ως προς μια ενδεχόμενη πολιτική πρόταση, δηλαδή μέχρις ότου μια πολιτική πρωτοβουλία, ανάλογα με την περίπτωση, είτε υιοθετηθεί είτε αποσυρθεί. Το εν λόγω γενικό τεκμήριο έχει εφαρμογή ανεξαρτήτως της φύσεως —νομοθετικής ή άλλου είδους— της προτάσεως την οποία σχεδιάζει να υποβάλει, ενδεχομένως, η Επιτροπή.

    (βλ. σκέψεις 83, 85, 87, 96, 97, 99, 100)

    6.

    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 117)

    7.

    Οι προθέσεις και τα συμφέροντα των οποίων η εξυπηρέτηση επιδιώκεται με τις υποβληθείσες από τον ενδιαφερόμενο αιτήσεις προσβάσεως στα έγγραφα δεν ασκούν επιρροή επί της εφαρμογής ενός γενικού τεκμηρίου δυνάμει του οποίου η Επιτροπή ηδύνατο να αρνηθεί την παροχή προσβάσεως στα ζητηθέντα έγγραφα.

    (βλ. σκέψη 121)

    8.

    Τα πορίσματα του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή δεν δεσμεύουν, καθαυτά, τον δικαστή της Ένωσης και αποτελούν απλώς ένδειξη ότι το οικείο θεσμικό όργανο παραβίασε την αρχή της χρηστής διοικήσεως. Συγκεκριμένα, η διαδικασία ενώπιον του Διαμεσολαβητή, ο οποίος δεν έχει την εξουσία να λαμβάνει δεσμευτικές αποφάσεις, αποτελεί εξωδικαστική δυνατότητα έννομης προστασίας, την οποία έχουν οι πολίτες της Ένωσης εναλλακτικά προς τη δυνατότητα προσφυγής ενώπιον του δικαστή της Ένωσης και η οποία ανταποκρίνεται σε ειδικότερα κριτήρια και δεν έχει κατ’ ανάγκην τον ίδιο σκοπό με την προσφυγή στη δικαιοσύνη. Κατά μείζονα λόγο, ερμηνείες του δικαίου της Ένωσης στις οποίες προβαίνει ο Διαμεσολαβητής δεν δύνανται να δεσμεύουν τον δικαστή της Ένωσης.

    (βλ. σκέψεις 122, 123)

    9.

    Όσον αφορά το επιχείρημα που αφορά το ότι το κοινό έχει συμφέρον στην κατανόηση και στην παρακολούθηση της εξελίξεως των εκτιμήσεων επιπτώσεων, ως βάσεων των νομοθετικών προτάσεων, προκειμένου να είναι σε θέση να ασκεί το δικαίωμά του συμμετοχής στις δημοκρατικές διαδικασίες, προκαλώντας τη διεξαγωγή δημόσιας ανταλλαγής απόψεων, πρέπει να υπομνηστεί ότι το συμφέρον του προσφεύγοντος στη συμπλήρωση των πληροφοριών τις οποίες έχει στη διάθεσή του το οικείο θεσμικό όργανο και στην ενεργό συμμετοχή του σε μια εν εξελίξει διαδικασία δεν αποτελεί υπέρτερο δημόσιο συμφέρον, τούτο δε ακόμη και όταν ο εν λόγω προσφεύγων ενεργεί ως μη κυβερνητική οργάνωση, συμφώνως προς τον καταστατικό της σκοπό, ο οποίος συνίσταται στην προστασία του περιβάλλοντος.

    Κατ’ αναλογίαν, το συμφέρον των ενδιαφερομένων που έχουν μετάσχει σε διαβούλευση διοργανωθείσα από την Επιτροπή στο πλαίσιο της διεξαγωγής εκτιμήσεως επιπτώσεων, καθώς και οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου μέρους, στη συμπλήρωση των πληροφοριών τις οποίες έχει συγκρατήσει το εν λόγω θεσμικό όργανο κατόπιν μιας τέτοιας διαβουλεύσεως καθώς και στην ενεργό συμμετοχή τους στη διαδικασία καταρτίσεως της εκθέσεως εκτιμήσεως επιπτώσεων, ή ακόμη στην κατάρτιση μιας πολιτικής προτάσεως, δεν αποτελεί υπέρτερο δημόσιο συμφέρον, τούτο δε ακόμη και όταν το εν λόγω μέρος είναι οργανισμός μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που έχει ως σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος.

    (βλ. σκέψεις 150, 151)

    Top