Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014TJ0126

Κάτω Χώρες κατά Επιτροπής

Υπόθεση T‑126/14

Βασίλειο των Κάτω Χωρών

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«ΕΓΤΠΕ — Τμήμα Εγγυήσεων — ΕΓΤΕ και ΕΓΤΑΑ — Δημοσιονομική διόρθωση επιβληθείσα λόγω μη δηλώσεως τόκων — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Υποχρέωση λογιστικής καταχωρίσεως τόκων — Άρθρο 32, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) 1290/2005 — Αρχή της ισοδυναμίας — Υποχρέωση επιμέλειας»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα)της 24ης Νοεμβρίου 2015

  1. Γεωργία – Κοινή γεωργική πολιτική – Χρηματοδότηση από το ΕΓΤΕ – Διαδικασία εκκαθαρίσεως λογαριασμών – Προς ανάκτηση ποσά από το κράτος μέλος – Μη εμπρόθεσμη ανάκτηση από το κράτος μέλος των οφειλόμενων ποσών κατόπιν παρατυπιών ή αμελειών – Δημοσιονομικές συνέπειες – Συνυπολογισμός τόκων – Προϋπόθεση – Ύπαρξη υποχρεώσεως για λογιστική καταχώριση των τόκων

    (Κανονισμός 1290/2005 του Συμβουλίου, άρθρο 32 §§ 1 και 5)

  2. Γεωργία – Κοινή γεωργική πολιτική – Χρηματοδότηση από το ΕΓΤΕ – Διαδικασία εκκαθαρίσεως λογαριασμών – Προς ανάκτηση ποσά από το κράτος μέλος – Υποχρέωση του κράτους μέλους να απαιτήσει, δυνάμει του άρθρου 32, παράγραφοι 1 και 5, του κανονισμού 1290/2005, τόκους επί των οφειλομένων ποσών – Δεν υφίσταται

    (Κανονισμοί του Συμβουλίου 729/70, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1287/95, άρθρο 8 § 2, εδ. 2, και 1290/2005, άρθρο 32 §§ 1 και 5)

  3. Γεωργία – Κοινή γεωργική πολιτική – Χρηματοδότηση από το ΕΓΤΕ – Διαδικασία εκκαθαρίσεως λογαριασμών – Προς ανάκτηση ποσά από το κράτος μέλος – Επίκληση της αρχής της ισοδυναμίας προς θεμελίωση της υποχρεώσεως για απαίτηση τόκων κατά την ανάκτηση ποσών – Επιτρέπεται – Προϋπόθεση – Συγκρισιμότητα απαιτήσεων της Ένωσης με εθνικές απαιτήσεις ιδίας μορφής – Σύγκριση απαιτήσεων της Ένωσης σχετικών με συμπληρωματικές εισφορές επί του γάλακτος και με επιστροφές κατά την εξαγωγή με εθνικές φορολογικές απαιτήσεις – Δεν υφίσταται συγκρίσιμος χαρακτήρας

    (Άρθρο 325 § 2, ΣΛΕΕ· κανονισμός 1290/2005 του Συμβουλίου, άρθρο 32 §§ 1 και 5)

  4. Προσφυγή ακυρώσεως – Αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης – Περιεχόμενο – Εξουσία του Γενικού Δικαστηρίου να υποκαταστήσει με τη δική του αιτιολογία αυτήν του εκδόντος την προσβαλλόμενη πράξη – Αποκλείεται

    (Άρθρα 263 ΣΛΕΕ και 264 ΣΛΕΕ)

  5. Προσφυγή ακυρώσεως – Προθεσμίες – Χαρακτήρας δημοσίας τάξεως

    (Άρθρο 263, εδ. 6, ΣΛΕΕ)

  1.  Το άρθρο 32 του κανονισμού 1290/2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής, αφορά τις υποχρεώσεις των κρατών μελών για την ανάκτηση ποσών από δικαιούχους που διέπραξαν παρατυπίες ή επέδειξαν αμέλεια. Ειδικότερα, αφενός, κατά την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, τα ποσά που ανακτώνται ως επακόλουθο παρατυπιών ή αμελείας και οι τόκοι που αυτά αποφέρουν καταβάλλονται στους οργανισμούς πληρωμών, οι οποίοι τα εγγράφουν στα έσοδα που διατίθενται στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) για τον μήνα της πραγματικής εισπράξεώς τους. Αφετέρου, το άρθρο 32, παράγραφος 5 αφορά τις ειδικές καταστάσεις, στο πλαίσιο των οποίων το κράτος μέλος δεν ανέκτησε τα ποσά εντός συγκεκριμένης προθεσμίας. Σε τέτοιες καταστάσεις, οι οικονομικές συνέπειες της ελλείψεως ανακτήσεως βαρύνουν κατά 50 % το εμπλεκόμενο κράτος μέλος και κατά 50 % τον προϋπολογισμό της Ένωσης. Αυτή η κατανομή της δημοσιονομικής ευθύνης ισχύει για όλες τις επιπτώσεις οικονομικής φύσεως που συνδέονται με τη μη ανάκτηση ποσών που καταβλήθηκαν παρανόμως, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα κύρια ποσά καθώς και οι αναλογούντες τόκοι οι οποίοι έπρεπε να είχαν καταβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 32, παράγραφος 1, του ιδίου κανονισμού.

    Επομένως, η Επιτροπή έχει καταρχήν την εξουσία να περιλάβει, στα οφειλόμενα κατά το άρθρο 32, παράγραφος 5, του κανονισμού 1290/2005 ποσά, τους αναλογούντες τόκους επί των απαιτήσεων για τις οποίες η ανάκτηση δεν έλαβε χώρα εντός του διαστήματος που ορίζει η εν λόγω διάταξη. Παρά ταύτα, αυτή η περίληψη των τόκων εξαρτάται κατ’ ανάγκην από την ύπαρξη, στη συγκεκριμένη περίπτωση, υποχρεώσεως του οικείου κράτους μέλους να απαιτήσει την καταβολή τόκων επί των επίμαχων ποσών.

    (βλ. σκέψεις 72, 73, 75-78)

  2.  Το άρθρο 32, παράγραφοι 1 και 5, του κανονισμού 1290/2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής, δεν προβλέπει υποχρέωση των κρατών μελών να απαιτούν τόκους επί των προς ανάκτηση απαιτήσεων. Συγκεκριμένα, αφενός, όπως εξάλλου και το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 729/70, περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής, ως ίσχυε κατόπιν του κανονισμού 1287/95, το άρθρο 32, παράγραφος 1, του κανονισμού 1290/2005 περιέχει απλώς έναν κανόνα δημοσιονομικής κατανομής των ποσών που ανακτώνται κατόπιν παρατυπίας ή αμέλειας, χωρίς να προβλέπει υποχρέωση των κρατών μελών να απαιτούν τόκους επί των εν λόγω ανακτώμενων ποσών. Αφετέρου, το άρθρο 32, παράγραφος 5, του κανονισμού αυτού δεν καθιερώνει περαιτέρω τέτοια υποχρέωση, καθόσον η διάταξη αυτή περιλαμβάνει απλώς κανόνα κατανομής της δημοσιονομικής ευθύνης ως προς τις συνέπειες της μη ανακτήσεως των επίμαχων ποσών, πέραν των προθεσμιών που τάσσει η διάταξη αυτή.

    Συναφώς, μολονότι είναι αληθές ότι ο αποκλεισμός των τόκων από το προς ανάκτηση ποσό, και κατά συνέπεια η μείωση του επιβαρύνοντος το εμπλεκόμενο κράτος μέλος ποσού, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 32, παράγραφος 5, του κανονισμού 1290/2005, είναι ασυμβίβαστος προς την προστασία των οικονομικών συμφερόντων του προϋπολογισμού της Ένωσης, δεν δύναται εντούτοις να συναχθεί από τις εκτιμήσεις αυτές η καθιέρωση γενικής αρχής σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη υποχρεούνται να απαιτούν τόκους κατά την ανάκτηση των οφειλομένων λόγω παρατυπιών ποσών.

    (βλ. σκέψεις 80-82, 85, 86)

  3.  Στον τομέα της ανακτήσεως γεωργικών απαιτήσεων, δεδομένου ότι ούτε οι τομεακοί κανονισμοί ούτε ο κανονισμός 1290/2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής, προβλέπουν υποχρέωση υποβολής τόκων επί των παλαιών απαιτήσεων, τέτοια υποχρέωση δύναται εν προκειμένω να στηριχθεί στην αρχή της ισοδυναμίας, όταν το εσωτερικό δίκαιο του επίμαχου κράτους μέλους προβλέπει την είσπραξη τόκων στο πλαίσιο της ανακτήσεως της ιδίας μορφής οφέλους το οποίο αποκτήθηκε αδικαιολογήτως από τον εθνικό προϋπολογισμό. Το ίδιο ισχύει και όσον αφορά τις οικονομικές επιβαρύνσεις τις οποίες οι διοικήσεις των κρατών μελών είναι επιφορτισμένες να εισπράττουν για λογαριασμό της Ένωσης.

    Δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ισοδύναμες, για την εφαρμογή της αρχής της ισοδυναμίας, απαιτήσεις από συμπληρωματικές εισφορές στον τομέα του γάλακτος και από επιστροφές κατά την εξαγωγή, αφενός, και εθνικές φορολογικές απαιτήσεις, αφετέρου. Συγκεκριμένα, σκοπός των συμπληρωματικών εισφορών επί του γάλακτος είναι να εξασφαλίσουν πόρους για τον προϋπολογισμό της Ένωσης και χαρακτηρίζονται από την αποστολή τους που συνίσταται στην ομαλοποίηση των γεωργικών αγορών ενώ οι εθνικοί φόροι χαρακτηρίζονται από την πρωταρχική, ή και αποκλειστική, αποστολή τους που συνίσταται στην εξασφάλιση εσόδων για τον εθνικό προϋπολογισμό. Επιπλέον, οι γεωργικές εισφορές εισπράττονται από αυστηρώς περιορισμένη κατηγορία οφειλετών και όχι από το σύνολο του πληθυσμού, τα δε έσοδα από τις συμπληρωματικές εισφορές προορίζονται για τη χρηματοδότηση δαπανών του τομέα γάλακτος και, ειδικότερα, για τη διάθεση της παραγωγής που έχει πραγματοποιηθεί από τους παραγωγούς καθ’ υπέρβαση των ποσοστώσεών τους.

    Εξάλλου, το σύστημα των επιστροφών κατά την εξαγωγή έχει ως σκοπό να επιτρέπει την εξαγωγή ευρωπαϊκών προϊόντων η οποία, άλλως, δεν θα ήταν πλέον επωφελής για τον επιχειρηματία. Εκ της φύσεώς τους, οι επιστροφές κατά την εξαγωγή, οι οποίες συνιστούν όφελος χορηγούμενο στους γεωργούς, διακρίνονται από τους εθνικούς φόρους. Συγκεκριμένα, ενώ οι επιστροφές χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης, οι εθνικοί φόροι τροφοδοτούν τον εθνικό προϋπολογισμό. Ακόμη και αν τα ποσά τα σχετικά με επιστροφές κατά την εξαγωγή που χορηγήθηκαν αδικαιολογήτως και ανακτήθηκαν αποτελούν έσοδα του προϋπολογισμού της Ένωσης, γεγονός παραμένει ότι, αντιθέτως προς την ανάκτηση εθνικών φόρων, η αναζήτηση επιστροφών κατά την εξαγωγή δεν καταλήγει να τροφοδοτήσει ειδικότερα τον προϋπολογισμό της Ένωσης, αλλά να επιστρέψει τα ποσά τα οποία ουδέποτε θα έπρεπε να είχαν καταβληθεί.

    (βλ. σκέψεις 91, 92, 97-100, 104, 106, 110, 111)

  4.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 121)

  5.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ.. σκέψεις 142, 149)

Top