Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014CJ0346

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 4ης Μαΐου 2016.
    Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας.
    Παράβαση κράτους μέλους – Άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ – Άρθρο 288 ΣΛΕΕ – Οδηγία 2000/60/ΕΚ – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Άρθρο 4, παράγραφος 1 – Πρόληψη της υποβαθμίσεως της καταστάσεως των συστημάτων επιφανειακών υδάτων – Άρθρο 4, παράγραφος 7 – Παρέκκλιση από την απαγόρευση υποβαθμίσεως – Υπέρτερο γενικό συμφέρον – Άδεια κατασκευής υδροηλεκτρικού σταθμού στον ποταμό Schwarze Sulm (Αυστρία) – Υποβάθμιση της καταστάσεως των υδάτων.
    Υπόθεση C-346/14.

    Court reports – general

    Υπόθεση C‑346/14

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή

    κατά

    Δημοκρατίας της Αυστρίας

    «Παράβαση κράτους μέλους — Άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ — Άρθρο 288 ΣΛΕΕ — Οδηγία 2000/60/ΕΚ — Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων — Άρθρο 4, παράγραφος 1 — Πρόληψη της υποβαθμίσεως της καταστάσεως των συστημάτων επιφανειακών υδάτων — Άρθρο 4, παράγραφος 7 — Παρέκκλιση από την απαγόρευση υποβαθμίσεως — Υπέρτερο γενικό συμφέρον — Άδεια κατασκευής υδροηλεκτρικού σταθμού στον ποταμό Schwarze Sulm (Αυστρία) — Υποβάθμιση της καταστάσεως των υδάτων»

    Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 4ης Μαΐου 2016

    1. Ένδικη διαδικασία – Προφορική διαδικασία – Έναρξη νέας προθεσμίας – Υποχρέωση επανάληψης της προφορικής διαδικασίας προκειμένου να δοθεί στους διαδίκους η δυνατότητα να καταθέσουν παρατηρήσεις επί των νομικών ζητημάτων που τέθηκαν με τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα – Δεν υφίσταται

      (Άρθρο 252, εδ. 2, ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 83)

    2. Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 –Υποχρεώσεις των κρατών μελών κατά τη διάρκεια της προθεσμίας μεταφοράς της οδηγίας στην εθνική έννομη τάξη – Υποχρέωση μη θεσπίσεως διατάξεων ικανών να διακυβεύσουν την επίτευξη του αποτελέσματος που επιδιώκει η οδηγία – Περιεχόμενο

      (Άρθρο 4 § 3 ΣΕΕ· άρθρο 288, εδ. 3, ΣΛΕΕ· οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 4 και 13 § 6)

    3. Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 –Περιβαλλοντικοί στόχοι σχετικοί με τα επιφανειακά ύδατα – Υποχρέωση εφαρμογής των αναγκαίων μέτρων για την πρόληψη της υποβάθμισης της κατάστασης όλων των συστημάτων επιφανειακών υδάτων – Έννοια της εφαρμογής των μέτρων αυτών – Έγκριση ενός συγκεκριμένου έργου – Εμπίπτει

      (Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 §§ 1, στοιχείο αʹ, σημείο i, και 7)

    4. Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 – Περιβαλλοντικοί στόχοι σχετικοί με τα επιφανειακά ύδατα – Έννοια της υποβάθμισης της κατάστασης συστήματος επιφανειακών υδάτων

      (Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο αʹ, σημείο i, και παράρτημα V)

    5. Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 – Περιβαλλοντικοί στόχοι σχετικοί με τα επιφανειακά ύδατα – Υποχρέωση εφαρμογής των αναγκαίων μέτρων για την πρόληψη της υποβάθμισης της κατάστασης όλων των συστημάτων επιφανειακών υδάτων – Δυνατότητα παρεκκλίσεως για τα έργα υπέρτερου γενικού συμφέροντος – Προϋποθέσεις

      (Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 §§ 1 και 7)

    6. Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 – Περιβαλλοντικοί στόχοι σχετικοί με τα επιφανειακά ύδατα – Υποχρέωση εφαρμογής των αναγκαίων μέτρων για την πρόληψη της υποβάθμισης της κατάστασης όλων των συστημάτων επιφανειακών υδάτων – Δυνατότητα παρεκκλίσεως για τα έργα υπέρτερου γενικού συμφέροντος – Χαρακτηρισμός έργου υπέρτερου γενικού συμφέροντος – Εξουσία εκτιμήσεως των κρατών μελών – Εφαρμογή σε σχέδιο, το οποίο σκοπεί την προαγωγή της παραγωγής ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέσω της υδροηλεκτρικής ενέργειας – Επιτρέπεται

      [Άρθρο 175 § 1 ΕΚ (νυν άρθρο 194 § 1 ΣΛΕΕ)· οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 §§ 1 και 7, στοιχείο γʹ]

    1.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψεις 23, 24)

    2.  Kατά τη διάρκεια της προθεσμίας μεταφοράς μιας οδηγίας τα κράτη μέλη αποδέκτες της οφείλουν να απέχουν από τη θέσπιση διατάξεων ικανών να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την επίτευξη του αποτελέσματος που επιδιώκει η οδηγία αυτή. Μια τέτοια υποχρέωση αποχής, η οποία επιβάλλεται σε όλες τις εθνικές αρχές, πρέπει να νοηθεί ως καλύπτουσα τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου, γενικού ή ειδικού, ικανού να προκαλέσει έναν τέτοιο κίνδυνο.

      Συνεπώς, όσον αφορά την οδηγία 2000/60, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, καίτοι το σχέδιο δεν ενέπιπτε, κατά την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως, στο άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας, το οικείο κράτος μέλος όφειλε, πριν ακόμη από την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας η οποία τάσσεται, δυνάμει του άρθρου 13, παράγραφος 6, της οδηγίας αυτής, στα κράτη μέλη για τη δημοσίευση των σχεδίων διαχειρίσεως των περιοχών λεκάνης απορροής ποταμού, να απέχει από τη θέσπιση διατάξεων ικανών να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την επίτευξη του αποτελέσματος που επιδιώκει το εν λόγω άρθρο 4.

      (βλ. σκέψεις 50, 51)

    3.  Από το γράμμα του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σημείο i, της οδηγίας 2000/60, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, το οποίο ορίζει ότι τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη της υποβαθμίσεως της καταστάσεως όλων των συστημάτων επιφανειακών υδάτων, προκύπτει ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν υποχρεωτικώς τέτοια μέτρα. Συναφώς, η έγκριση ενός συγκεκριμένου σχεδίου, όπως αυτού που αφορά η κατασκευή υδροηλεκτρικού σταθμού σε ποταμό ο οποίος βρίσκεται σε κράτος μέλος, πρέπει να νοηθεί ως τέτοιου είδους εφαρμογή.

      Πράγματι, το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2000/60 δεν περιορίζεται στον καθορισμό, υπό μορφή προγραμματικής εξαγγελίας, απλών στόχων διαχειριστικού σχεδιασμού, αλλά παράγει δεσμευτικά αποτελέσματα, αφότου καθοριστεί η οικολογική κατάσταση του οικείου υδατικού συστήματος, σε κάθε στάδιο της διαδικασίας που καθιερώνει η εν λόγω οδηγία. Επιπλέον, όσον αφορά το καθεστώς παρεκκλίσεων που προβλέπεται στο άρθρο 7 της οδηγίας αυτής, από τη δομή των κατηγοριών των παρεκκλίσεων που προβλέπει η διάταξη αυτή προκύπτει ότι το άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας δεν περιέχει μόνο γενικές υποχρεώσεις, αλλά αφορά και συγκεκριμένα έργα. Πράγματι, οι λόγοι παρεκκλίσεως εφαρμόζονται ιδίως όταν η μη τήρηση των στόχων του εν λόγω άρθρου 4 είναι απόρροια είτε νέων τροποποιήσεων των φυσικών ιδιοτήτων του συστήματος επιφανειακών υδάτων, με αποτέλεσμα να προκαλούνται αρνητικές συνέπειες, είτε νέων ανθρώπινων δραστηριοτήτων βιώσιμης ανάπτυξης. Ωστόσο, τούτο μπορεί να συμβεί κατόπιν της χορηγήσεως νέας εγκρίσεως για έργα. Είναι, πράγματι, αδύνατη η αντιμετώπιση ενός έργου χωριστά από την εφαρμογή σχεδίων διαχειρίσεως.

      (βλ. σκέψεις 53, 54, 56)

    4.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψεις 58, 59)

    5.  Υπό την επιφύλαξη χορηγήσεως παρεκκλίσεως δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 7, της οδηγίας 2000/60, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, πρέπει να αποφεύγεται κάθε υποβάθμιση της καταστάσεως του συστήματος επιφανειακών υδάτων. Επομένως, η υποχρέωση προς πρόληψη τέτοιας υποβαθμίσεως παραμένει δεσμευτική σε κάθε στάδιο εφαρμογής της οδηγίας 2000/60 και ισχύει για κάθε τύπο και για κάθε κατάσταση συστήματος επιφανειακών υδάτων για το οποίο έχει καταρτισθεί σχέδιο διαχειρίσεως. Συνεπώς, το εμπλεκόμενο κράτος μέλος έχει την υποχρέωση να αρνείται την έγκριση έργου όταν το έργο αυτό δύναται, ως εκ της φύσεώς του, να υποβαθμίσει την κατάσταση του οικείου υδατικού συστήματος ή να διακυβεύσει την επίτευξη καλής καταστάσεως των συστημάτων επιφανειακών υδάτων, εκτός και αν μπορεί να γίνει δεκτό ότι το εν λόγω έργο εμπίπτει σε μία από τις παρεκκλίσεις του ως άνω άρθρου 4, παράγραφος 7.

      Συναφώς, για να καθοριστεί αν έγκριση σχεδίου εκδόθηκε τηρουμένων των απαιτήσεων του άρθρου 4, παράγραφος 7, της οδηγίας 2000/60, πρέπει να εξετασθεί, πρώτον, αν ελήφθησαν όλα τα πρακτικώς εφικτά μέτρα για τον μετριασμό των αρνητικών συνεπειών του επίμαχου σχεδίου στην κατάσταση του οικείου υδατικού συστήματος, δεύτερον, αν η αιτιολογία του σχεδίου αυτού εκτίθετο ειδικά και τεκμηριωμένα, τρίτον, αν το εν λόγω σχέδιο υπαγορευόταν από υπέρτερο δημόσιο συμφέρον και/ή αν τα οφέλη για το περιβάλλον και την κοινωνία από την επίτευξη των στόχων που εξαγγέλλονται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής υπερκαλύπτονταν από τα οφέλη του σχεδίου αυτού για την υγεία των ανθρώπων, για τη διαφύλαξη της ασφάλειάς τους ή για την αειφόρο ανάπτυξη που προκύπτουν από την εφαρμογή του εν λόγω σχεδίου, και, τέταρτον, αν οι χρήσιμοι στόχοι που επιδιώκονται δεν μπορούσαν, για τεχνικούς λόγους ή λόγω υπέρμετρου κόστους, να επιτευχθούν με άλλα μέσα τα οποία θα συνιστούσαν σαφώς καλύτερη περιβαλλοντική επιλογή.

      (βλ. σκέψεις 64, 66)

    6.  Πρέπει να αναγνωρισθεί στα κράτη μέλη ορισμένο περιθώριο εκτιμήσεως για να καθορίζουν αν ένα συγκεκριμένο σχέδιο άπτεται ενός υπέρτερου γενικού συμφέροντος υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 7, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2000/60, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων. Πράγματι, η εν λόγω οδηγία, η οποία εκδόθηκε βάσει του άρθρου 175, παράγραφος 1, ΕΚ (νυν άρθρου 192, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ), θέτει κοινές αρχές και ένα γενικό πλαίσιο δράσεως για την προστασία των υδάτων και εξασφαλίζει τον συντονισμό, την ενσωμάτωση, καθώς και, πιο μακροπρόθεσμα, την ανάπτυξη των γενικών αρχών και δομών για την προστασία και τη βιώσιμη χρησιμοποίηση των υδάτων εντός της Ένωσης. Οι αρχές αυτές και το εν λόγω πλαίσιο πρέπει να αναπτυχθούν εν συνεχεία από τα κράτη μέλη, τα οποία καλούνται να λάβουν σειρά ειδικών μέτρων. Επομένως, η οδηγία δεν έχει ως σκοπό την πλήρη εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών στον τομέα του ύδατος.

      Συνεπώς, στο πλαίσιο του ως άνω περιθωρίου εκτιμήσεως, κράτος μέλος ορθώς μπορεί να θεωρήσει ότι σχέδιο, το οποίο σκοπεί την προαγωγή της παραγωγής ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέσω της υδροηλεκτρικής ενέργειας, άπτεται υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος. Πράγματι, το άρθρο 194, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ προβλέπει ότι, στο πλαίσιο της εγκαθιδρύσεως και λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και λαμβανομένης υπόψη της απαιτήσεως να προστατευθεί και να βελτιωθεί το περιβάλλον, η πολιτική της Ένωσης στον τομέα της ενέργειας, σε πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ κρατών μελών, έχει ως σκοπό να διασφαλίζει την ομαλή λειτουργία της αγοράς ενέργειας, να διασφαλίζει τον ενεργειακό ανεφοδιασμό της Ένωσης, να προωθεί την ενεργειακή αποδοτικότητα και την εξοικονόμηση ενέργειας και την ανάπτυξη νέων και ανανεώσιμων μορφών ενέργειας και να προωθεί τη διασύνδεση των ενεργειακών δικτύων.

      Επιπλέον, η προαγωγή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που κατατάσσεται στην πρώτη γραμμή των προτεραιοτήτων της Ένωσης δικαιολογείται λαμβανομένου υπόψη, μεταξύ άλλων, ότι η εκμετάλλευση των εν λόγω πηγών ενέργειας συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος και στην αειφόρο ανάπτυξη και μπορεί να ενισχύσει την ασφάλεια καθώς και τη διαφοροποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού και να επιταχύνει την εκπλήρωση των σκοπών του Πρωτοκόλλου του Κυότο που έχει προσαρτηθεί στη σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές αλλαγές.

      (βλ. σκέψεις 70-73)

    Top