This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62013CJ0647
Melchior
Melchior
Υπόθεση C‑647/13
Office national de l’emploi
κατά
Marie-Rose Melchior
(αίτηση του cour du travail de Bruxelles
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
«Προδικαστική παραπομπή — Κοινωνική ασφάλιση — Όροι επιλεξιμότητας για τη χορήγηση επιδομάτων ανεργίας εντός κράτους μέλους — Συνυπολογισμός του χρόνου εργασίας που συμπλήρωσε ο εργαζόμενος ως συμβασιούχος υπάλληλος σε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος — Εξομοίωση των ημερών αποζημιώσεως πλήρους ανεργίας δυνάμει του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με ημέρες εργασίας — Αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας»
Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 4ης Φεβρουαρίου 2015
Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Εργαζόμενοι – Ίση μεταχείριση – Κοινωνικά πλεονεκτήματα – Επιδόματα ανεργίας – Υπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως – Εργαζόμενος πολίτης κράτους μέλους που απασχολείται σε θεσμικό όργανο της Ένωσης στο εν λόγω κράτος μέλος – Υποχρέωση ειλικρινούς συνεργασίας με τα θεσμικά όργανα της Ένωσης – Μη προσμέτρηση του χρόνου εργασίας που συμπλήρωσε ο εργαζόμενος ως συμβασιούχος υπάλληλος σε θεσμικό όργανο με έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος και άρνηση εξομοιώσεως των ημερών ανεργίας για τις οποίες καταβάλλεται επίδομα ανεργίας κατ’ εφαρμογήν του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού με ημέρες εργασίας – Δεν επιτρέπεται
(Άρθρο 10 ΕΚ· Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού· κανονισμός 259/68 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 723/2004)
Το άρθρο 10 ΕΚ, σε συνδυασμό το Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΚΛΠ), που θεσπίστηκε με τον κανονισμό 259/68 περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί θεσπίσεως ειδικών μέτρων προσωρινώς εφαρμοστέων στους υπαλλήλους της Επιτροπής, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 723/2004, αντιτίθεται στην εφαρμογή ρυθμίσεως ενός κράτους μέλους η οποία ερμηνεύεται με τέτοιο τρόπο ώστε, όσον αφορά την επιλεξιμότητα για τη χορήγηση επιδομάτων ανεργίας, δεν συνυπολογίζονται οι περίοδοι εργασίας που συμπληρώθηκαν από τον ενδιαφερόμενο υπό την ιδιότητα του συμβασιούχου υπαλλήλου θεσμικού οργάνου της Ένωσης με έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος και δεν εξομοιώνονται με ημέρες εργασίας οι ημέρες ανεργίας για τις οποίες χορηγείται επίδομα ανεργίας κατ’ εφαρμογήν του ΚΛΠ, ενώ οι ημέρες ανεργίας για τις οποίες καταβάλλεται αποζημίωση κατ’ εφαρμογήν της εθνικής ρυθμίσεως του εν λόγω κράτους μέλους τυγχάνουν τέτοιας εξομοιώσεως.
Συγκεκριμένα, η άρνηση συνυπολογισμού, όσον αφορά την επιλεξιμότητα για τη χορήγηση επιδομάτων ανεργίας, των περιόδων εργασίας που συμπληρώθηκαν από τον ενδιαφερόμενο υπό την ιδιότητα του συμβασιούχου υπαλλήλου θεσμικού οργάνου της Ένωσης με έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος, καθιστά δυσκολότερη την πρόσληψη των συμβασιούχων υπαλλήλων από τα θεσμικά όργανα αυτά. Κατά συνέπεια, μια τέτοια ρύθμιση είναι ικανή να αποθαρρύνει την απασχόληση των εργαζομένων που διαμένουν στο κράτος μέλος αυτό σε θεσμικό όργανο της Ένωσης, της οποίας η περιορισμένη βάσει κανονιστικής ρυθμίσεως διάρκεια τους υποχρεώνει να ενταχθούν ή να επανενταχθούν μετά το πέρας της εν λόγω περιόδου στην εθνική αγορά εργασίας, εφόσον, λόγω της απασχόλησης αυτής, κινδυνεύουν να μη συμπληρώσουν τον συνολικό αριθμό ημερών εργασίας που απαιτείται από την εν λόγω ρύθμιση για τη χορήγηση επιδομάτων σε περίπτωση ανεργίας.
Μια τέτοια ρύθμιση ενέχει τον κίνδυνο επελεύσεως του ίδιου αποτρεπτικού αποτελέσματος όσον αφορά τη μη εξομοίωση των ημερών ανεργίας για τις οποίες χορηγήθηκε επίδομα ανεργίας κατ’ εφαρμογήν του ΚΛΠ με ημέρες εργασίας προς θεμελίωση του δικαιώματος λήψεως επιδομάτων ανεργίας στο εν λόγω κράτος μέλος, δεδομένου ότι οι ημέρες ανεργίας για τις οποίες καταβάλλεται αποζημίωση βάσει της ρυθμίσεως του εν λόγω κράτους μέλους τυγχάνουν τέτοιας εξομοιώσεως.
(βλ. σκέψεις 27-29 και διατακτ.)
Υπόθεση C‑647/13
Office national de l’emploi
κατά
Marie-Rose Melchior
(αίτηση του cour du travail de Bruxelles
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
«Προδικαστική παραπομπή — Κοινωνική ασφάλιση — Όροι επιλεξιμότητας για τη χορήγηση επιδομάτων ανεργίας εντός κράτους μέλους — Συνυπολογισμός του χρόνου εργασίας που συμπλήρωσε ο εργαζόμενος ως συμβασιούχος υπάλληλος σε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος — Εξομοίωση των ημερών αποζημιώσεως πλήρους ανεργίας δυνάμει του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με ημέρες εργασίας — Αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας»
Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 4ης Φεβρουαρίου 2015
Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων — Εργαζόμενοι — Ίση μεταχείριση — Κοινωνικά πλεονεκτήματα — Επιδόματα ανεργίας — Υπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως — Εργαζόμενος πολίτης κράτους μέλους που απασχολείται σε θεσμικό όργανο της Ένωσης στο εν λόγω κράτος μέλος — Υποχρέωση ειλικρινούς συνεργασίας με τα θεσμικά όργανα της Ένωσης — Μη προσμέτρηση του χρόνου εργασίας που συμπλήρωσε ο εργαζόμενος ως συμβασιούχος υπάλληλος σε θεσμικό όργανο με έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος και άρνηση εξομοιώσεως των ημερών ανεργίας για τις οποίες καταβάλλεται επίδομα ανεργίας κατ’ εφαρμογήν του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού με ημέρες εργασίας — Δεν επιτρέπεται
(Άρθρο 10 ΕΚ· Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού· κανονισμός 259/68 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 723/2004)
Το άρθρο 10 ΕΚ, σε συνδυασμό το Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΚΛΠ), που θεσπίστηκε με τον κανονισμό 259/68 περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί θεσπίσεως ειδικών μέτρων προσωρινώς εφαρμοστέων στους υπαλλήλους της Επιτροπής, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 723/2004, αντιτίθεται στην εφαρμογή ρυθμίσεως ενός κράτους μέλους η οποία ερμηνεύεται με τέτοιο τρόπο ώστε, όσον αφορά την επιλεξιμότητα για τη χορήγηση επιδομάτων ανεργίας, δεν συνυπολογίζονται οι περίοδοι εργασίας που συμπληρώθηκαν από τον ενδιαφερόμενο υπό την ιδιότητα του συμβασιούχου υπαλλήλου θεσμικού οργάνου της Ένωσης με έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος και δεν εξομοιώνονται με ημέρες εργασίας οι ημέρες ανεργίας για τις οποίες χορηγείται επίδομα ανεργίας κατ’ εφαρμογήν του ΚΛΠ, ενώ οι ημέρες ανεργίας για τις οποίες καταβάλλεται αποζημίωση κατ’ εφαρμογήν της εθνικής ρυθμίσεως του εν λόγω κράτους μέλους τυγχάνουν τέτοιας εξομοιώσεως.
Συγκεκριμένα, η άρνηση συνυπολογισμού, όσον αφορά την επιλεξιμότητα για τη χορήγηση επιδομάτων ανεργίας, των περιόδων εργασίας που συμπληρώθηκαν από τον ενδιαφερόμενο υπό την ιδιότητα του συμβασιούχου υπαλλήλου θεσμικού οργάνου της Ένωσης με έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος, καθιστά δυσκολότερη την πρόσληψη των συμβασιούχων υπαλλήλων από τα θεσμικά όργανα αυτά. Κατά συνέπεια, μια τέτοια ρύθμιση είναι ικανή να αποθαρρύνει την απασχόληση των εργαζομένων που διαμένουν στο κράτος μέλος αυτό σε θεσμικό όργανο της Ένωσης, της οποίας η περιορισμένη βάσει κανονιστικής ρυθμίσεως διάρκεια τους υποχρεώνει να ενταχθούν ή να επανενταχθούν μετά το πέρας της εν λόγω περιόδου στην εθνική αγορά εργασίας, εφόσον, λόγω της απασχόλησης αυτής, κινδυνεύουν να μη συμπληρώσουν τον συνολικό αριθμό ημερών εργασίας που απαιτείται από την εν λόγω ρύθμιση για τη χορήγηση επιδομάτων σε περίπτωση ανεργίας.
Μια τέτοια ρύθμιση ενέχει τον κίνδυνο επελεύσεως του ίδιου αποτρεπτικού αποτελέσματος όσον αφορά τη μη εξομοίωση των ημερών ανεργίας για τις οποίες χορηγήθηκε επίδομα ανεργίας κατ’ εφαρμογήν του ΚΛΠ με ημέρες εργασίας προς θεμελίωση του δικαιώματος λήψεως επιδομάτων ανεργίας στο εν λόγω κράτος μέλος, δεδομένου ότι οι ημέρες ανεργίας για τις οποίες καταβάλλεται αποζημίωση βάσει της ρυθμίσεως του εν λόγω κράτους μέλους τυγχάνουν τέτοιας εξομοιώσεως.
(βλ. σκέψεις 27-29 και διατακτ.)