This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62013CJ0584
Mapfre asistencia και Mapfre warranty
Mapfre asistencia και Mapfre warranty
Υπόθεση C‑584/13
Directeur général des finances publiques
κατά
Mapfre asistencia compañia internacional de seguros y reaseguros SA
και
Mapfre warranty SpA
κατά
Directeur général des finances publiques
[αίτηση του Cour de cassation (Γαλλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]
«Προδικαστική παραπομπή — Φορολογία — Φόρος κύκλου εργασιών — Πεδίο εφαρμογής — Απαλλαγή — Έννοια των “ασφαλιστικών εργασιών” — Έννοια της “παροχής υπηρεσιών” — Κατ’ αποκοπήν ποσό καταβαλλόμενο έναντι παροχής εγγυήσεως σε περίπτωση βλάβης μεταχειρισμένου οχήματος»
Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 16ης Ιουλίου 2015
Προδικαστικά ερωτήματα – Παραδεκτό – Ανάγκη προσκομίσεως στο Δικαστήριο επαρκών διευκρινίσεων ως προς το πραγματικό πλαίσιο
(Άρθρο 267 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 94)
Εναρμόνιση των φορολογικών νομοθεσιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας – Απαλλαγές προβλεπόμενες από την έκτη οδηγία – Απαλλαγή των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών εργασιών – Έννοια – Παροχή υπηρεσιών εγγυήσεως, έναντι κατ’ αποκοπήν ποσού, επιδιορθώσεως των μηχανικών βλαβών που μπορούν να επηρεάσουν ορισμένα εξαρτήματα μεταχειρισμένου οχήματος – Παροχή υπηρεσίας εκ μέρους επιχειρηματία ανεξάρτητου του πωλητή του εν λόγω μεταχειρισμένου οχήματος – Εμπίπτει – Παροχή υπηρεσίας και πώληση μεταχειρισμένου οχήματος οι οποίες πρέπει να θεωρηθούν ως ενιαία παροχή ή ως διαφορετικές παροχές – Εκτίμηση του εθνικού δικαστηρίου
(Οδηγία 77/388 του Συμβουλίου, άρθρο 13, B, στοιχείο aʹ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/680)
Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.
(βλ. σκέψεις 31-33)
Το άρθρο 13, B, στοιχείο αʹ, της έκτης οδηγίας 77/388, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/680, έχει την έννοια ότι αποτελεί απαλλασσόμενη κατά τη διάταξη αυτή ασφαλιστική εργασία η παροχή υπηρεσίας η οποία συνίσταται στην εκ μέρους επιχειρηματία ανεξάρτητου από τον πωλητή μεταχειρισμένων οχημάτων παροχή εγγυήσεως, έναντι κατ’ αποκοπήν ποσού, επιδιορθώσεως των μηχανικών βλαβών που μπορούν να επηρεάσουν ορισμένα εξαρτήματα του οχήματος αυτού.
Συγκεκριμένα, ανεξαρτήτως του ζητήματος αν ο αγοραστής του μεταχειρισμένου οχήματος έχει συνάψει σύμβαση με επιχειρηματία ανεξάρτητο από τον πωλητή του οχήματος αυτού, με αποτέλεσμα ο πωλητής να ενεργεί απλώς ως μεσολαβητής, ή αν ο εν λόγω πωλητής συνάπτει τη σύμβαση αυτή στο όνομά του αλλά για λογαριασμό του αγοραστή, ή επίσης αν ο πωλητής του οχήματος μεταβιβάζει στον αγοραστή τα δικαιώματα που απορρέουν από τη σύμβαση που συνήψε στο όνομά του και για λογαριασμό του με ανεξάρτητο επιχειρηματία, η έννοια των «ασφαλιστικών εργασιών», κατά το άρθρο 13, B, στοιχείο αʹ, της έκτης οδηγίας, είναι αρκούντως ευρεία ώστε να εμπίπτουν σε αυτήν όλες οι περιπτώσεις αυτές.
Επιπλέον, ο χαρακτηρισμός μιας παροχής υπηρεσίας ως «ασφαλιστικής εργασίας», κατά την έννοια του άρθρου 13, B, στοιχείο αʹ, της έκτης οδηγίας, δεν εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο ο ασφαλιστής διαχειρίζεται το ύψος του ασφαλιστικού κινδύνου και υπολογίζει το ενδεδειγμένο ποσό των ασφαλίστρων. Συναφώς, η ίδια η φύση της «ασφαλιστικής εργασίας», κατά την έννοια του άρθρου 13, B, στοιχείο αʹ, της έκτης οδηγίας, έγκειται στο ότι ο ασφαλισμένος προστατεύεται από το ενδεχόμενο να υποστεί αβέβαιη μεν αλλά δυνητικά σημαντική χρηματοοικονομική ζημία, τούτο δε έναντι καταβολής βέβαιου αλλά περιορισμένου χρηματικού ποσού.
Τέλος, η παροχή υπηρεσίας, όπως η προαναφερθείσα, και η πώληση μεταχειρισμένου οχήματος πρέπει, κατ’ αρχήν, να θεωρηθούν ως χωριστές και ανεξάρτητες παροχές οι οποίες πρέπει να εξετασθούν χωριστά όσον αφορά την επιβολή φόρου προστιθεμένης αξίας. Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει αν η πώληση μεταχειρισμένου οχήματος και η εγγύηση την οποία παρέχει επιχειρηματίας ανεξάρτητος από τον πωλητή του οχήματος αυτού για τις μηχανικές βλάβες που μπορεί να επηρεάσουν ορισμένα εξαρτήματα του οχήματος αυτού συνδέονται σε τέτοιο σημείο μεταξύ τους ώστε να πρέπει να θεωρηθούν ως συνιστώσες μια ενιαία παροχή ή αν, αντιθέτως, αποτελούν ανεξάρτητες παροχές.
(βλ. σκέψεις 38, 41, 42, 58 και διατακτ.)