EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62012CJ0151

Περίληψη της αποφάσεως

Court reports – general

Υπόθεση C‑151/12

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Βασιλείου της Ισπανίας

«Παράβαση κράτους μέλους — Περιβάλλον — Οδηγία 2000/60/ΕΚ — Πλαίσιο κοινοτικής δράσεως στον τομέα της πολιτικής των υδάτων — Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των άρθρων 4, παράγραφος 8, 7, παράγραφος 2, 10, παράγραφοι 1 και 2, καθώς και του παραρτήματος V, τμήματα 1.3 και 1.4, της οδηγίας 2000/60 — Ενδοκοινοτικές και διακοινοτικές λεκάνες απορροής ποταμού — Άρθρο 149, παράγραφος 3, in fine, του ισπανικού Συντάγματος — Συμπληρωματική ρήτρα»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 2013

  1. Πράξεις των οργάνων – Οδηγίες – Εκτέλεση από τα κράτη μέλη – Μεταφορά οδηγίας χωρίς νομοθετική πράξη – Προϋποθέσεις – Ύπαρξη γενικού νομικού πλαισίου που εξασφαλίζει την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας

    (Άρθρο 288, εδ. 3, ΣΛΕΕ)

  2. Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 – Υποχρέωση εποπτείας της οικολογικής και χημικής καταστάσεως των επιφανειακών υδάτων – Οι αυτόνομες κοινότητες κράτους μέλους δεν έλαβαν μέτρα μεταφοράς – Εφαρμογή κρατικών μέτρων μεταφοράς διά συνταγματικής συμπληρωματικής ρήτρας – Δεν επιτρέπεται – Παράβαση

    (Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 8, 7 § 2, 8 § 2, 10 §§ 1 και 2, και παράρτημα V, τμήμα 1.3 και υποτμήμα 1.4.1, σημεία i έως iii)

  3. Προσφυγή λόγω παραβάσεως – Απόδειξη της παραβάσεως – Το κράτος μέλος φέρει το βάρος αποδείξεως – Προσκόμιση επαρκών στοιχείων από τα οποία προκύπτει η παράβαση

    (Άρθρο 258 ΣΛΕΕ)

  4. Προσφυγή λόγω παραβάσεως – Εξέταση του βασίμου από το Δικαστήριο – Κατάσταση που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη – Κατάσταση κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας – Μέτρα μεταφοράς που ίσχυαν πριν από την προθεσμία αυτή, αλλά τα οποία δεν προβλήθηκαν στο πλαίσιο της προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας – Συνεκτίμησή τους

    (Άρθρο 4 § 3, ΣΕΕ· άρθρο 258 ΣΛΕΕ)

  5. Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 – Προθεσμία για την πραγματοποίηση των ελέγχων εκπομπής – Νομική φύση

    (Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 2)

  1.  Η μεταφορά οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο δεν απαιτεί πάντοτε τυπική επανάληψη των επιταγών της σε ειδική και ρητή νομοθετική διάταξη, αλλά ενδέχεται να αρκεί, σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της οδηγίας, ένα γενικό νομικό πλαίσιο. Ειδικότερα, η ύπαρξη γενικών αρχών του συνταγματικού ή του διοικητικού δικαίου μπορεί να καταστήσει περιττή τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο με ειδικές κανονιστικές ή νομοθετικές διατάξεις, υπό την προϋπόθεση, πάντως, ότι οι αρχές αυτές εξασφαλίζουν αποτελεσματικώς την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας εκ μέρους της εθνικής διοικήσεως και ότι, στην περίπτωση κατά την οποία η επίμαχη διάταξη της οδηγίας έχει σκοπό την παροχή δικαιωμάτων στους ιδιώτες, η νομική κατάσταση που απορρέει από τις εν λόγω αρχές είναι αρκούντως ακριβής και σαφής ώστε οι ωφελούμενοι να είναι σε θέση να γνωρίζουν το πλήρες περιεχόμενο των δικαιωμάτων τους και, κατά περίπτωση, να τα επικαλούνται ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.

    (βλ. σκέψεις 26-28)

  2.  Ένα κράτος μέλος αθετεί τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 2000/60, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, μη λαμβάνοντας όλα τα αναγκαία μέτρα για τη μεταφορά των άρθρων 4, παράγραφος 8, 7, παράγραφος 2, 10, παράγραφοι 1 και 2, καθώς και του παραρτήματος V, τμήμα 1.3 και υποτμήμα 1.4.1, σημεία i έως iii, στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, σε σχέση με τις ευρισκόμενες εκτός ορισμένης αυτόνομης κοινότητας ενδοκοινοτικές λεκάνες απορροής ποταμού, καθώς και των άρθρων 7, παράγραφος 2, και 10, παράγραφοι 1 και 2, της ίδιας οδηγίας, σε σχέση με τις ευρισκόμενες εντός της εν λόγω κοινότητας ενδοκοινοτικές λεκάνες απορροής ποταμού.

    Συναφώς, το επίμαχο κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί συμπληρωματική ρήτρα του Συντάγματός του, κατά την οποία, καθόσον οι αυτόνομες κοινότητες δεν άσκησαν τη ρυθμιστική αρμοδιότητά τους, η εθνική ρύθμιση τυγχάνει εφαρμογής, καθόσον η ρύθμιση αυτή περιορίζει ρητώς το πεδίο εφαρμογής της μόνο στις διακοινοτικές λεκάνες απορροής ποταμού. Ενδεχόμενη ερμηνεία που θα επέκτεινε το πεδίο εφαρμογής της ρυθμίσεως αυτής στις ενδοκοινοτικές λεκάνες απορροής θα είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας νομικής καταστάσεως, η οποία δεν θα ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις σαφήνειας και ακρίβειας που πρέπει να χαρακτηρίζουν τα εθνικά μέτρα μεταφοράς της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη και δη πολύ περισσότερο εάν υπάρχει αβεβαιότητα στο δίκαιο του οικείου κράτους μέλους όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της συμπληρωματικής ρήτρας ως εγγυήσεως για την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης.

    (βλ. σκέψεις 30-35, διατακτ. 1)

  3.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 36)

  4.  Η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα την κατάσταση του επίμαχου κράτους μέλους κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη, το δε Δικαστήριο δεν πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις μεταβολές που επήλθαν στη συνέχεια. Καίτοι το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος επικαλείται μέτρα μεταφοράς για πρώτη φορά κατά το στάδιο υποβολής του υπομνήματος αντικρούσεως δεν συνάδει με την υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας που βαρύνει τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ, η προσφυγή λόγω παραβάσεως δεν έχει, εντούτοις, ως αντικείμενο την αθέτηση της υποχρεώσεως ενημερώσεως, αλλά την αθέτηση της υποχρεώσεως μεταφοράς του δικαίου της Ένωσης στην εθνική έννομη τάξη. Το γεγονός και μόνον ότι το οικείο κράτος μέλος δεν ενημέρωσε την Επιτροπή, στο πλαίσιο της προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας, ότι η εν λόγω οδηγία είχε ήδη μεταφερθεί στην εσωτερική νομοθεσία δεν αρκεί προς απόδειξη της προβαλλόμενης παραβάσεως. Πράγματι, εφόσον οι διατάξεις του εθνικού δικαίου ίσχυαν κατά τη λήξη της προθεσμίας που όριζε η αιτιολογημένη γνώμη, πρέπει να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο προς εκτίμηση του υποστατού της παραβάσεως αυτής.

    (βλ. σκέψεις 40, 45, 49, 50)

  5.  Το άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 2000/60, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, δεν ορίζει την προθεσμία μεταφοράς της διατάξεως αυτής, αλλά την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να πραγματοποιηθούν οι προβλεπόμενοι στη διάταξη αυτή έλεγχοι εκπομπής.

    (βλ. σκέψη 41)

Top

Υπόθεση C‑151/12

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Βασιλείου της Ισπανίας

«Παράβαση κράτους μέλους — Περιβάλλον — Οδηγία 2000/60/ΕΚ — Πλαίσιο κοινοτικής δράσεως στον τομέα της πολιτικής των υδάτων — Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των άρθρων 4, παράγραφος 8, 7, παράγραφος 2, 10, παράγραφοι 1 και 2, καθώς και του παραρτήματος V, τμήματα 1.3 και 1.4, της οδηγίας 2000/60 — Ενδοκοινοτικές και διακοινοτικές λεκάνες απορροής ποταμού — Άρθρο 149, παράγραφος 3, in fine, του ισπανικού Συντάγματος — Συμπληρωματική ρήτρα»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 2013

  1. Πράξεις των οργάνων — Οδηγίες — Εκτέλεση από τα κράτη μέλη — Μεταφορά οδηγίας χωρίς νομοθετική πράξη — Προϋποθέσεις — Ύπαρξη γενικού νομικού πλαισίου που εξασφαλίζει την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας

    (Άρθρο 288, εδ. 3, ΣΛΕΕ)

  2. Περιβάλλον — Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων — Οδηγία 2000/60 — Υποχρέωση εποπτείας της οικολογικής και χημικής καταστάσεως των επιφανειακών υδάτων — Οι αυτόνομες κοινότητες κράτους μέλους δεν έλαβαν μέτρα μεταφοράς — Εφαρμογή κρατικών μέτρων μεταφοράς διά συνταγματικής συμπληρωματικής ρήτρας — Δεν επιτρέπεται — Παράβαση

    (Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 8, 7 § 2, 8 § 2, 10 §§ 1 και 2, και παράρτημα V, τμήμα 1.3 και υποτμήμα 1.4.1, σημεία i έως iii)

  3. Προσφυγή λόγω παραβάσεως — Απόδειξη της παραβάσεως — Το κράτος μέλος φέρει το βάρος αποδείξεως — Προσκόμιση επαρκών στοιχείων από τα οποία προκύπτει η παράβαση

    (Άρθρο 258 ΣΛΕΕ)

  4. Προσφυγή λόγω παραβάσεως — Εξέταση του βασίμου από το Δικαστήριο — Κατάσταση που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη — Κατάσταση κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας — Μέτρα μεταφοράς που ίσχυαν πριν από την προθεσμία αυτή, αλλά τα οποία δεν προβλήθηκαν στο πλαίσιο της προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας — Συνεκτίμησή τους

    (Άρθρο 4 § 3, ΣΕΕ· άρθρο 258 ΣΛΕΕ)

  5. Περιβάλλον — Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων — Οδηγία 2000/60 — Προθεσμία για την πραγματοποίηση των ελέγχων εκπομπής — Νομική φύση

    (Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 2)

  1.  Η μεταφορά οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο δεν απαιτεί πάντοτε τυπική επανάληψη των επιταγών της σε ειδική και ρητή νομοθετική διάταξη, αλλά ενδέχεται να αρκεί, σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της οδηγίας, ένα γενικό νομικό πλαίσιο. Ειδικότερα, η ύπαρξη γενικών αρχών του συνταγματικού ή του διοικητικού δικαίου μπορεί να καταστήσει περιττή τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο με ειδικές κανονιστικές ή νομοθετικές διατάξεις, υπό την προϋπόθεση, πάντως, ότι οι αρχές αυτές εξασφαλίζουν αποτελεσματικώς την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας εκ μέρους της εθνικής διοικήσεως και ότι, στην περίπτωση κατά την οποία η επίμαχη διάταξη της οδηγίας έχει σκοπό την παροχή δικαιωμάτων στους ιδιώτες, η νομική κατάσταση που απορρέει από τις εν λόγω αρχές είναι αρκούντως ακριβής και σαφής ώστε οι ωφελούμενοι να είναι σε θέση να γνωρίζουν το πλήρες περιεχόμενο των δικαιωμάτων τους και, κατά περίπτωση, να τα επικαλούνται ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.

    (βλ. σκέψεις 26-28)

  2.  Ένα κράτος μέλος αθετεί τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 2000/60, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, μη λαμβάνοντας όλα τα αναγκαία μέτρα για τη μεταφορά των άρθρων 4, παράγραφος 8, 7, παράγραφος 2, 10, παράγραφοι 1 και 2, καθώς και του παραρτήματος V, τμήμα 1.3 και υποτμήμα 1.4.1, σημεία i έως iii, στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, σε σχέση με τις ευρισκόμενες εκτός ορισμένης αυτόνομης κοινότητας ενδοκοινοτικές λεκάνες απορροής ποταμού, καθώς και των άρθρων 7, παράγραφος 2, και 10, παράγραφοι 1 και 2, της ίδιας οδηγίας, σε σχέση με τις ευρισκόμενες εντός της εν λόγω κοινότητας ενδοκοινοτικές λεκάνες απορροής ποταμού.

    Συναφώς, το επίμαχο κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί συμπληρωματική ρήτρα του Συντάγματός του, κατά την οποία, καθόσον οι αυτόνομες κοινότητες δεν άσκησαν τη ρυθμιστική αρμοδιότητά τους, η εθνική ρύθμιση τυγχάνει εφαρμογής, καθόσον η ρύθμιση αυτή περιορίζει ρητώς το πεδίο εφαρμογής της μόνο στις διακοινοτικές λεκάνες απορροής ποταμού. Ενδεχόμενη ερμηνεία που θα επέκτεινε το πεδίο εφαρμογής της ρυθμίσεως αυτής στις ενδοκοινοτικές λεκάνες απορροής θα είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας νομικής καταστάσεως, η οποία δεν θα ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις σαφήνειας και ακρίβειας που πρέπει να χαρακτηρίζουν τα εθνικά μέτρα μεταφοράς της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη και δη πολύ περισσότερο εάν υπάρχει αβεβαιότητα στο δίκαιο του οικείου κράτους μέλους όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της συμπληρωματικής ρήτρας ως εγγυήσεως για την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης.

    (βλ. σκέψεις 30-35, διατακτ. 1)

  3.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 36)

  4.  Η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα την κατάσταση του επίμαχου κράτους μέλους κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη, το δε Δικαστήριο δεν πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις μεταβολές που επήλθαν στη συνέχεια. Καίτοι το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος επικαλείται μέτρα μεταφοράς για πρώτη φορά κατά το στάδιο υποβολής του υπομνήματος αντικρούσεως δεν συνάδει με την υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας που βαρύνει τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ, η προσφυγή λόγω παραβάσεως δεν έχει, εντούτοις, ως αντικείμενο την αθέτηση της υποχρεώσεως ενημερώσεως, αλλά την αθέτηση της υποχρεώσεως μεταφοράς του δικαίου της Ένωσης στην εθνική έννομη τάξη. Το γεγονός και μόνον ότι το οικείο κράτος μέλος δεν ενημέρωσε την Επιτροπή, στο πλαίσιο της προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας, ότι η εν λόγω οδηγία είχε ήδη μεταφερθεί στην εσωτερική νομοθεσία δεν αρκεί προς απόδειξη της προβαλλόμενης παραβάσεως. Πράγματι, εφόσον οι διατάξεις του εθνικού δικαίου ίσχυαν κατά τη λήξη της προθεσμίας που όριζε η αιτιολογημένη γνώμη, πρέπει να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο προς εκτίμηση του υποστατού της παραβάσεως αυτής.

    (βλ. σκέψεις 40, 45, 49, 50)

  5.  Το άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 2000/60, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, δεν ορίζει την προθεσμία μεταφοράς της διατάξεως αυτής, αλλά την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να πραγματοποιηθούν οι προβλεπόμενοι στη διάταξη αυτή έλεγχοι εκπομπής.

    (βλ. σκέψη 41)

Top