Wybierz funkcje eksperymentalne, które chcesz wypróbować

Ten dokument pochodzi ze strony internetowej EUR-Lex

Dokument 62011CJ0643

    Περίληψη της αποφάσεως

    Υπόθεση C-643/11

    LVK — 56 EOOD

    κατά

    Direktor na Direktsia «Obzhalvane i upravlenie na izpalnenieto» — Varna pri Tsentralno upravlenie na Natsionalnata agentsia za prihodite

    (αίτηση του Administrativen sad Varna για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Φορολογία — ΦΠΑ — Οδηγία 2006/112/ΕΚ — Αρχή της φορολογικής ουδετερότητας — Δικαίωμα εκπτώσεως — Απόρριψη του αιτήματος ασκήσεως του εν λόγω δικαιώματος — Άρθρο 203 — Αναγραφή του ΦΠΑ επί του τιμολογίου — Απαιτητό — Ύπαρξη φορολογητέας πράξεως — Ίδια εκτίμηση όσον αφορά τον εκδότη και τον αποδέκτη του τιμολογίου — Αναγκαιότητα»

    Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 31ης Ιανουαρίου 2013

    1. Εναρμόνιση των φορολογικών νομοθεσιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας – Φόρος οφειλόμενος αποκλειστικώς λόγω της αναγραφής του επί του τιμολογίου – Πεδίο εφαρμογής – Δεν υφίσταται πράγματι φορολογητέα πράξη – Εμπίπτει – Διορθωτική πράξη επιβολής φόρου – Περιεχόμενο

      (Οδηγία 2006/112 του Συμβουλίου, άρθρα 167 και 203)

    2. Εναρμόνιση των φορολογικών νομοθεσιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας – Έκπτωση του φόρου επί των εισροών – Τήρηση των αρχών της φορολογικής ουδετερότητας, της ασφάλειας δικαίου και της ίσης μεταχειρίσεως – Απόρριψη του αιτήματος ασκήσεως του δικαιώματος λόγω του ότι δεν πραγματοποιήθηκε όντως η πράξη – Επιτρεπτό – Προϋποθέσεις

      (Οδηγία 2006/112 του Συμβουλίου, άρθρα 63, 167, 168, στοιχείο aʹ, και 203)

    1.  Το άρθρο 203 της οδηγίας 2006/112, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχει την έννοια ότι πρόσωπο που αναγράφει ποσό φόρου προστιθέμενης αξίας επί τιμολογίου οφείλει τον φόρο αυτόν ανεξαρτήτως αν υφίσταται πράγματι φορολογητέα πράξη.

      Η υποχρέωση, όμως, που επιβάλλεται βάσει του εν λόγω άρθρου 203 και σκοπεί στην εξάλειψη του κινδύνου απώλειας φορολογικών εσόδων τον οποίο μπορεί να προκαλέσει το δικαίωμα εκπτώσεως που προβλέπεται στα άρθρα 167 επ. της εν λόγω οδηγίας περιορίζεται από την ευχέρεια των κρατών μελών να προβλέπουν στην εσωτερική έννομη τάξη τους τη δυνατότητα διορθώσεως οποιουδήποτε φόρου αναγράφηκε εσφαλμένα, σε περίπτωση κατά την οποία ο εκδότης του τιμολογίου αποδεικνύει την καλή πίστη του ή εξαλείφει εγκαίρως και πλήρως τον κίνδυνο απώλειας φορολογικών εσόδων.

      Εξάλλου, καθόσον ο εκδότης τιμολογίου δεν επικαλείται ότι συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις στις οποίες επιτρέπεται η διόρθωση κακώς χρεωθέντος φόρου προστιθέμενης αξίας, η φορολογική αρχή δεν υποχρεούται, στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου του εκδότη αυτού, να διακριβώσει αν ο φόρος προστιθέμενης αξίας που χρεώθηκε και δηλώθηκε αντιστοιχεί σε φορολογητέες πράξεις τις οποίες όντως πραγματοποίησε ο εκδότης αυτός.

      Το ίδιο άρθρο 203 έχει την έννοια ότι δεν μπορεί να συναχθεί, εκ μόνου του γεγονότος ότι η φορολογική αρχή δεν διόρθωσε, με διορθωτική πράξη επιβολής φόρου έχουσα αποδέκτη τον εκδότη του τιμολογίου αυτού, τον φόρο προστιθέμενης αξίας που είχε δηλώσει ο εν λόγω εκδότης, ότι η αρχή αυτή δέχθηκε ότι το ως άνω τιμολόγιο αντιστοιχεί σε πραγματική φορολογητέα πράξη.

      Πάντως, το δίκαιο της Ένωσης δεν απαγορεύει στην αρμόδια αρχή να προβαίνει σε έλεγχο του υποστατού των πράξεων που χρέωσε υποκείμενος στον φόρο και να τακτοποιεί, ενδεχομένως, τη φορολογική οφειλή που απορρέει από τις δηλώσεις του υποκείμενου στον φόρο. Το αποτέλεσμα του ελέγχου αυτού αποτελεί, όπως και η εκ μέρους του εκδότη του τιμολογίου δήλωση και καταβολή χρεωθέντος φόρου προστιθέμενης αξίας, στοιχείο που πρέπει να λαμβάνει υπόψη το εθνικό δικαστήριο κατά την εκτίμηση περί του αν υφίσταται σε συγκεκριμένη περίπτωση φορολογητέα πράξη, βάσει της οποίας παρέχεται δικαίωμα εκπτώσεως στον αποδέκτη τιμολογίου.

      (βλ. σκέψεις 36, 37, 39, 41, 42, διατακτ. 1)

    2.  Το δίκαιο της Ένωσης έχει την έννοια ότι, βάσει των άρθρων 167 και 168, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2006/112, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, καθώς και βάσει των αρχών της φορολογικής ουδετερότητας, της ασφάλειας δικαίου και της ίσης μεταχειρίσεως, δεν απαγορεύεται η απόρριψη του αιτήματος του αποδέκτη τιμολογίου να ασκήσει το δικαίωμα εκπτώσεως του φόρου προστιθέμενης αξίας επί των εισροών, λόγω του ότι δεν υφίσταται πράγματι φορολογητέα πράξη, μολονότι, με τη διορθωτική πράξη επιβολής φόρου προς τον εκδότη του τιμολογίου αυτού, δεν διορθώθηκε ο φόρος προστιθέμενης αξίας τον οποίο δήλωσε ο δεύτερος. Πάντως, σε περίπτωση κατά την οποία, λαμβάνοντας υπόψη παρατυπίες ή απάτη που διέπραξε ο εκδότης αυτός ή απάτη προγενέστερη της πράξεως της οποίας γίνεται επίκληση προς επίρρωση του δικαιώματος εκπτώσεως, η πράξη αυτή θεωρείται μη πραγματοποιηθείσα, πρέπει να αποδειχθεί, βάσει αντικειμενικών στοιχείων και χωρίς να απαιτείται από τον αποδέκτη του τιμολογίου να προβεί σε ελέγχους που δεν αποτελούν υποχρέωσή του, ότι ο αποδέκτης αυτός γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι η εν λόγω πράξη ενείχε απάτη περί τον φόρο προστιθέμενης αξίας.

      (βλ. σκέψη 64, διατακτ. 2)

    Góra

    Υπόθεση C-643/11

    LVK — 56 EOOD

    κατά

    Direktor na Direktsia «Obzhalvane i upravlenie na izpalnenieto» — Varna pri Tsentralno upravlenie na Natsionalnata agentsia za prihodite

    (αίτηση του Administrativen sad Varna για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Φορολογία — ΦΠΑ — Οδηγία 2006/112/ΕΚ — Αρχή της φορολογικής ουδετερότητας — Δικαίωμα εκπτώσεως — Απόρριψη του αιτήματος ασκήσεως του εν λόγω δικαιώματος — Άρθρο 203 — Αναγραφή του ΦΠΑ επί του τιμολογίου — Απαιτητό — Ύπαρξη φορολογητέας πράξεως — Ίδια εκτίμηση όσον αφορά τον εκδότη και τον αποδέκτη του τιμολογίου — Αναγκαιότητα»

    Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 31ης Ιανουαρίου 2013

    1. Εναρμόνιση των φορολογικών νομοθεσιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας — Φόρος οφειλόμενος αποκλειστικώς λόγω της αναγραφής του επί του τιμολογίου — Πεδίο εφαρμογής — Δεν υφίσταται πράγματι φορολογητέα πράξη — Εμπίπτει — Διορθωτική πράξη επιβολής φόρου — Περιεχόμενο

      (Οδηγία 2006/112 του Συμβουλίου, άρθρα 167 και 203)

    2. Εναρμόνιση των φορολογικών νομοθεσιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας — Έκπτωση του φόρου επί των εισροών — Τήρηση των αρχών της φορολογικής ουδετερότητας, της ασφάλειας δικαίου και της ίσης μεταχειρίσεως — Απόρριψη του αιτήματος ασκήσεως του δικαιώματος λόγω του ότι δεν πραγματοποιήθηκε όντως η πράξη — Επιτρεπτό — Προϋποθέσεις

      (Οδηγία 2006/112 του Συμβουλίου, άρθρα 63, 167, 168, στοιχείο aʹ, και 203)

    1.  Το άρθρο 203 της οδηγίας 2006/112, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχει την έννοια ότι πρόσωπο που αναγράφει ποσό φόρου προστιθέμενης αξίας επί τιμολογίου οφείλει τον φόρο αυτόν ανεξαρτήτως αν υφίσταται πράγματι φορολογητέα πράξη.

      Η υποχρέωση, όμως, που επιβάλλεται βάσει του εν λόγω άρθρου 203 και σκοπεί στην εξάλειψη του κινδύνου απώλειας φορολογικών εσόδων τον οποίο μπορεί να προκαλέσει το δικαίωμα εκπτώσεως που προβλέπεται στα άρθρα 167 επ. της εν λόγω οδηγίας περιορίζεται από την ευχέρεια των κρατών μελών να προβλέπουν στην εσωτερική έννομη τάξη τους τη δυνατότητα διορθώσεως οποιουδήποτε φόρου αναγράφηκε εσφαλμένα, σε περίπτωση κατά την οποία ο εκδότης του τιμολογίου αποδεικνύει την καλή πίστη του ή εξαλείφει εγκαίρως και πλήρως τον κίνδυνο απώλειας φορολογικών εσόδων.

      Εξάλλου, καθόσον ο εκδότης τιμολογίου δεν επικαλείται ότι συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις στις οποίες επιτρέπεται η διόρθωση κακώς χρεωθέντος φόρου προστιθέμενης αξίας, η φορολογική αρχή δεν υποχρεούται, στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου του εκδότη αυτού, να διακριβώσει αν ο φόρος προστιθέμενης αξίας που χρεώθηκε και δηλώθηκε αντιστοιχεί σε φορολογητέες πράξεις τις οποίες όντως πραγματοποίησε ο εκδότης αυτός.

      Το ίδιο άρθρο 203 έχει την έννοια ότι δεν μπορεί να συναχθεί, εκ μόνου του γεγονότος ότι η φορολογική αρχή δεν διόρθωσε, με διορθωτική πράξη επιβολής φόρου έχουσα αποδέκτη τον εκδότη του τιμολογίου αυτού, τον φόρο προστιθέμενης αξίας που είχε δηλώσει ο εν λόγω εκδότης, ότι η αρχή αυτή δέχθηκε ότι το ως άνω τιμολόγιο αντιστοιχεί σε πραγματική φορολογητέα πράξη.

      Πάντως, το δίκαιο της Ένωσης δεν απαγορεύει στην αρμόδια αρχή να προβαίνει σε έλεγχο του υποστατού των πράξεων που χρέωσε υποκείμενος στον φόρο και να τακτοποιεί, ενδεχομένως, τη φορολογική οφειλή που απορρέει από τις δηλώσεις του υποκείμενου στον φόρο. Το αποτέλεσμα του ελέγχου αυτού αποτελεί, όπως και η εκ μέρους του εκδότη του τιμολογίου δήλωση και καταβολή χρεωθέντος φόρου προστιθέμενης αξίας, στοιχείο που πρέπει να λαμβάνει υπόψη το εθνικό δικαστήριο κατά την εκτίμηση περί του αν υφίσταται σε συγκεκριμένη περίπτωση φορολογητέα πράξη, βάσει της οποίας παρέχεται δικαίωμα εκπτώσεως στον αποδέκτη τιμολογίου.

      (βλ. σκέψεις 36, 37, 39, 41, 42, διατακτ. 1)

    2.  Το δίκαιο της Ένωσης έχει την έννοια ότι, βάσει των άρθρων 167 και 168, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2006/112, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, καθώς και βάσει των αρχών της φορολογικής ουδετερότητας, της ασφάλειας δικαίου και της ίσης μεταχειρίσεως, δεν απαγορεύεται η απόρριψη του αιτήματος του αποδέκτη τιμολογίου να ασκήσει το δικαίωμα εκπτώσεως του φόρου προστιθέμενης αξίας επί των εισροών, λόγω του ότι δεν υφίσταται πράγματι φορολογητέα πράξη, μολονότι, με τη διορθωτική πράξη επιβολής φόρου προς τον εκδότη του τιμολογίου αυτού, δεν διορθώθηκε ο φόρος προστιθέμενης αξίας τον οποίο δήλωσε ο δεύτερος. Πάντως, σε περίπτωση κατά την οποία, λαμβάνοντας υπόψη παρατυπίες ή απάτη που διέπραξε ο εκδότης αυτός ή απάτη προγενέστερη της πράξεως της οποίας γίνεται επίκληση προς επίρρωση του δικαιώματος εκπτώσεως, η πράξη αυτή θεωρείται μη πραγματοποιηθείσα, πρέπει να αποδειχθεί, βάσει αντικειμενικών στοιχείων και χωρίς να απαιτείται από τον αποδέκτη του τιμολογίου να προβεί σε ελέγχους που δεν αποτελούν υποχρέωσή του, ότι ο αποδέκτης αυτός γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι η εν λόγω πράξη ενείχε απάτη περί τον φόρο προστιθέμενης αξίας.

      (βλ. σκέψη 64, διατακτ. 2)

    Góra