Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62011CJ0630

    Περίληψη της αποφάσεως

    Λέξεις κλειδιά
    Περίληψη

    Λέξεις κλειδιά

    1. Αναίρεση — Λόγοι — Προσβολή, η οποία επαναλαμβάνει τους λόγους και τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, της εκ μέρους του δικαστηρίου αυτού ερμηνείας ή εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης — Παραδεκτό

    (Άρθρο 256 § 1, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

    2. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Απόφαση περί κινήσεως της επίσημης διαδικασίας εξετάσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 88, παράγραφος 2, ΕΚ — Απόφαση στηριζόμενη σε ελλιπή πραγματικά περιστατικά ή σε εσφαλμένο νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών αυτών — Έκδοση αποφάσεως περί διορθώσεως — Επιτρέπεται — Πανομοιότυπος νομικός χαρακτηρισμός με αυτόν της αποφάσεως περί κινήσεως της διαδικασίας

    (Άρθρο 88 § 2 ΕΚ)

    3. Αναίρεση — Λόγοι — Ανεπαρκής αιτιολογία — Έμμεση αιτιολόγηση εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου — Επιτρέπεται — Προϋποθέσεις

    (Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 36 και 53, εδ. 1)

    4. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Κίνηση επίσημης διαδικασίας εξετάσεως — Μέγιστη προθεσμία δύο μηνών — Δεν έχει εφαρμογή σε περίπτωση μη κοινοποιηθείσας ενισχύσεως

    (Άρθρα 87 EΚ και 88 EΚ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 5, 7 § 6, και 13 § 2)

    5. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Υποχρέωση περατώσεως, εντός εύλογης προθεσμίας, της προκαταρκτικής εξετάσεως που κινήθηκε κατόπιν καταγγελίας — In concreto εκτίμηση — Περιεχόμενο

    (Άρθρα 87 ΕΚ και 88 ΕΚ)

    6. Αναίρεση — Λόγοι — Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών — Απαράδεκτο — Έλεγχος από το Δικαστήριο της εκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων — Αποκλείεται, πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου των εν λόγω στοιχείων

    (Άρθρο 256 § 1 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1)

    7. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Υφιστάμενες ενισχύσεις και νέες ενισχύσεις — Μέτρο που τροποποιεί ένα καθεστώς υφισταμένων ενισχύσεων — Χαρακτηρισμός ως νέων ενισχύσεων

    (Κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 1, στοιχείο γʹ· κανονισμός 794/2004 της Επιτροπής, άρθρο 4 § 1· ανακοίνωση 98/C 74/06 της Επιτροπής)

    8. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Συμβατό ενισχύσεως με την κοινή αγορά — Ενίσχυση η οποία συνεπάγεται βελτίωση της οικονομικής καταστάσεως της δικαιούχου επιχειρήσεως, χωρίς να είναι αναγκαία για την υλοποίηση των σκοπών του άρθρου 107, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ — Η ενίσχυση πρέπει να είναι αναγκαία για την ανάπτυξη των μειονεκτουσών περιοχών — Κριτήρια εκτιμήσεως της αναγκαιότητας της ενισχύσεως

    (Άρθρο 107 § 3 ΣΛΕΕ)

    9. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Εξέταση καθεστώτος ενισχύσεων στο σύνολό του — Επιτρέπεται

    (Άρθρα 107 ΣΛΕΕ και 108 ΣΛΕΕ)

    10. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Συμβατό ενισχύσεως με την κοινή αγορά — Ενδεχόμενη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των ενδιαφερομένων — Προστασία — Προϋποθέσεις και όρια

    (Άρθρο 108 ΣΛΕΕ)

    Περίληψη

    1. Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 47)

    2. Αληθεύει, βεβαίως, ότι τα νομοθετικά κείμενα που διέπουν τη διαδικασία στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων δεν προβλέπουν ρητώς απόφαση περί διορθώσεως και επεκτάσεως μιας εκκρεμούς διαδικασίας.

    Τούτο δεν μπορεί ωστόσο να έχει ως συνέπεια να απαγορεύεται στην Επιτροπή να προβαίνει στη διόρθωση ή, ενδεχομένως, στην επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, αν αντιλαμβάνεται ότι η αρχική απόφαση περί κινήσεως της διαδικασίας στηριζόταν σε ελλιπή πραγματικά περιστατικά ή σε εσφαλμένο νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών αυτών.

    (βλ. σκέψεις 50, 51)

    3. Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 56)

    4. Προκύπτει σαφώς από το γράμμα των άρθρων 4, παράγραφος 5, και 7, παράγραφος 6, του κανονισμού 659/1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 88 ΕΚ, ότι τα άρθρα αυτά έχουν εφαρμογή μόνον στην περίπτωση κοινοποιηθείσας ενισχύσεως. Εξάλλου, το άρθρο 13, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού προβλέπει ρητώς ότι, σε περίπτωση ενδεχομένως παράνομης ενισχύσεως, η Επιτροπή δεν δεσμεύεται από τις προθεσμίες που προβλέπονται, μεταξύ άλλων, στα άρθρα 4, παράγραφος 5, και 7, παράγραφος 6, του εν λόγω κανονισμού.

    Πράγματι, σε περίπτωση μη κοινοποιήσεως του επιδίκου καθεστώτος ενισχύσεων, η Επιτροπή δεν υπόκειται στον κανόνα της δίμηνης προθεσμίας εξετάσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 5, του κανονισμού 659/1999.

    (βλ. σκέψεις 74, 75)

    5. Στο πλαίσιο διαδικασίας εξετάσεως κρατικών ενισχύσεων, η Επιτροπή υποχρεούται να ενεργήσει εντός εύλογης προθεσμίας και δεν μπορεί να παραμένει αδρανής κατά το προκαταρκτικό στάδιο έρευνας.

    Ο εύλογος χαρακτήρας της διάρκειας της διαδικασίας εκτιμάται με γνώμονα τις περιστάσεις που προσιδιάζουν σε κάθε υπόθεση, όπως είναι η περιπλοκότητα της διαφοράς και η συμπεριφορά των διαδίκων.

    (βλ. σκέψεις 81, 82)

    6. Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 88)

    7. Μέτρο το οποίο επιτρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένα σχέδια των οποίων η εκτέλεση άρχισε πριν την υποβολή της αιτήσεως για τη χορήγηση ενισχύσεως συνιστά τροποποίηση υφισταμένου καθεστώτος ενισχύσεων, όταν ο εθνικός νόμος που θεσπίζει το καθεστώς αυτό δεν αναφέρει τίποτε όσον αφορά τη χρονική σχέση μεταξύ της υποβολής της αιτήσεως για τη χορήγηση ενισχύσεως και της ενάρξεως των εργασιών και όταν οι αρχές του κράτους μέλους έχουν ενημερώσει την Επιτροπή ότι η χορήγηση των προβλεπομένων στον νόμο αυτόν ενισχύσεων μπορούσε να αφορά μόνο σχέδια τα οποία επρόκειτο να υλοποιηθούν «μεταγενεστέρως» και ότι η προϋπόθεση αυτή θα επιβεβαιωνόταν στις διατάξεις εφαρμογής του εν λόγω νόμου.

    Εξάλλου, η τροποποίηση αυτή δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως καθαρώς τυπικού ή διοικητικού χαρακτήρα, υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 794/2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού 659/1999, δεδομένου ότι είναι ικανή να επηρεάσει την εκτίμηση του συμβατού του μέτρου ενισχύσεως προς την εσωτερική αγορά. Τούτο ισχύει όταν η απόφαση περί εγκρίσεως αναφέρει ρητώς την προϋπόθεση ότι η αίτηση για τη λήψη ενισχύσεως έπρεπε υποχρεωτικώς να προηγείται της ενάρξεως της εκτελέσεως των σχεδίων επενδύσεως, προϋπόθεση από την οποία η Επιτροπή εξαρτά κατά κανόνα την εκ μέρους της έγκριση των καθεστώτων ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα, όπως προκύπτει από το σημείο 4.2 των κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα.

    Πράγματι, η τροποποίηση του καθεστώτος ενισχύσεων με ένα τέτοιο μέτρο δεν είναι δευτερεύουσα ή ασήμαντη και, συνεπώς, το επίδικο καθεστώς πρέπει να χαρακτηρισθεί ως νέα ενίσχυση, υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 659/1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 88 ΕΚ, και όχι ως υφιστάμενη ενίσχυση.

    (βλ. σκέψεις 91, 93-94)

    8. Η Επιτροπή δικαιούται να αρνηθεί τη χορήγηση ενισχύσεως, εφόσον η ενίσχυση αυτή δεν αποτελεί κίνητρο προκειμένου οι δικαιούχοι επιχειρήσεις να υιοθετήσουν συμπεριφορά ικανή να συμβάλει στην υλοποίηση ενός από τους σκοπούς του άρθρου 107, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ. Μια τέτοια ενίσχυση πρέπει ως εκ τούτου να είναι αναγκαία για την επίτευξη των προβλεπομένων από τη διάταξη αυτή σκοπών, ώστε, χωρίς αυτήν, οι νόμοι της αγοράς δεν θα αρκούσαν αφ’ εαυτών για να επιτευχθεί η εκ μέρους των δικαιούχων επιχειρήσεων υιοθέτηση συμπεριφοράς ικανής να συμβάλει στην υλοποίηση των σκοπών αυτών. Πράγματι, μια ενίσχυση η οποία συνεπάγεται βελτίωση της οικονομικής καταστάσεως της δικαιούχου επιχειρήσεως, χωρίς να είναι αναγκαία για την υλοποίηση των σκοπών του άρθρου 107, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως συμβατή προς την εσωτερική αγορά.

    Από τα ανωτέρω στοιχεία προκύπτει ότι, στο πλαίσιο του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ, προκειμένου η σχεδιαζόμενη ενίσχυση να είναι σύμφωνη προς την εσωτερική αγορά, πρέπει να είναι αναγκαία για την ανάπτυξη των περιοχών που μειονεκτούν. Προς τούτο, πρέπει να αποδειχθεί ότι, χωρίς τη σχεδιαζόμενη ενίσχυση, η επένδυση που έχει ως προορισμό να υποστηρίξει την ανάπτυξη της οικείας περιοχής δεν θα πραγματοποιούνταν. Αντιθέτως, αν προκύψει ότι η επένδυση αυτή θα πραγματοποιούνταν ακόμη και χωρίς την σχεδιαζόμενη ενίσχυση, πρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η ενίσχυση αυτή θα είχε ως μοναδικό αποτέλεσμα τη βελτίωση της οικονομικής καταστάσεως των ληπτριών επιχειρήσεων, χωρίς ωστόσο να ανταποκρίνεται στην προϋπόθεση του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ, δηλαδή να είναι αναγκαία για την ανάπτυξη των μειονεκτουσών περιοχών.

    Η αναγκαιότητα της σχεδιαζόμενης ενισχύσεως για την ανάπτυξη των μειονεκτουσών περιοχών μπορεί να συναχθεί τόσο από τη χρονική προτεραιότητα της αιτήσεως για τη χορήγηση ενισχύσεως σε σχέση με την έναρξη εκτελέσεως του επενδυτικού σχεδίου όσο και από άλλα κριτήρια εκτιμήσεως.

    (βλ. σκέψεις 104-106, 109)

    9. Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 114)

    10. Στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, το δικαίωμα επικλήσεως της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προϋποθέτει ότι έχουν δοθεί από τις αρμόδιες αρχές της Ένωσης στον ενδιαφερόμενο συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις, προερχόμενες από αρμόδιες και αξιόπιστες πηγές. Πράγματι, από την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι το δικαίωμα αυτό έχει κάθ ε ιδιώτης στον οποίο κάποιο θεσμικό όργανο, φορέας ή οργανισμός της Ένωσης δημιούργησε βάσιμες προσδοκίες, παρέχοντάς του συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις. Τέτοιου είδους διαβεβαιώσεις, ανεξαρτήτως της μορφής υπό την οποία παρέχονται, συνιστούν οι πληροφορίες που είναι συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες.

    Εξάλλου, δεν μπορεί κατ’ αρχήν, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, να γίνει επίκληση δικαιολογημένης εμπιστοσύνης στη νομιμότητα μιας κρατικής ενισχύσεως παρά μόνον αν η ενίσχυση αυτή χορηγήθηκε τηρηθείσας της διαδικασίας του άρθρου 108 ΣΛΕΕ.

    (βλ. σκέψεις 132, 134)

    Top

    Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-630/11 P έως C-633/11 P

    HGA Srl κ.λπ. (C-630/11 P), Regione autonoma della Sardegna (C-631/11 P), Timsas srl (C-632/11 P) και Grand Hotel Abi d’Oru SpA (C-633/11 P)

    κατά

    Ευρωπαϊκής Επιτροπής

    «Αίτηση αναιρέσεως — Κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα — Ενισχύσεις υπέρ του ξενοδοχειακού κλάδου στη Σαρδηνία — Νέες ενισχύσεις — Τροποποίηση υφισταμένου καθεστώτος ενισχύσεων — Διορθωτική απόφαση — Δυνατότητα εκδόσεως τέτοιας αποφάσεως — Κανονισμός (ΕΚ) 659/1999 — Άρθρα 4, παράγραφος 5, 7, παράγραφος 6, 10, παράγραφος 1, 13, παράγραφος 2, 16 και 20, παράγραφος 1 — Αποτέλεσμα της ενισχύσεως συνιστάμενο στην παροχή κινήτρου — Προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης»

    Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 13ης Ιουνίου 2013

    1. Αναίρεση – Λόγοι – Προσβολή, η οποία επαναλαμβάνει τους λόγους και τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, της εκ μέρους του δικαστηρίου αυτού ερμηνείας ή εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης – Παραδεκτό

      (Άρθρο 256 § 1, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

    2. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Απόφαση περί κινήσεως της επίσημης διαδικασίας εξετάσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 88, παράγραφος 2, ΕΚ – Απόφαση στηριζόμενη σε ελλιπή πραγματικά περιστατικά ή σε εσφαλμένο νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών αυτών – Έκδοση αποφάσεως περί διορθώσεως – Επιτρέπεται – Πανομοιότυπος νομικός χαρακτηρισμός με αυτόν της αποφάσεως περί κινήσεως της διαδικασίας

      (Άρθρο 88 § 2 ΕΚ)

    3. Αναίρεση – Λόγοι – Ανεπαρκής αιτιολογία – Έμμεση αιτιολόγηση εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου – Επιτρέπεται – Προϋποθέσεις

      (Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 36 και 53, εδ. 1)

    4. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Κίνηση επίσημης διαδικασίας εξετάσεως – Μέγιστη προθεσμία δύο μηνών – Δεν έχει εφαρμογή σε περίπτωση μη κοινοποιηθείσας ενισχύσεως

      (Άρθρα 87 EΚ και 88 EΚ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 5, 7 § 6, και 13 § 2)

    5. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Υποχρέωση περατώσεως, εντός εύλογης προθεσμίας, της προκαταρκτικής εξετάσεως που κινήθηκε κατόπιν καταγγελίας – In concreto εκτίμηση – Περιεχόμενο

      (Άρθρα 87 ΕΚ και 88 ΕΚ)

    6. Αναίρεση – Λόγοι – Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών – Απαράδεκτο – Έλεγχος από το Δικαστήριο της εκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων – Αποκλείεται, πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου των εν λόγω στοιχείων

      (Άρθρο 256 § 1 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1)

    7. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Υφιστάμενες ενισχύσεις και νέες ενισχύσεις – Μέτρο που τροποποιεί ένα καθεστώς υφισταμένων ενισχύσεων – Χαρακτηρισμός ως νέων ενισχύσεων

      (Κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 1, στοιχείο γʹ· κανονισμός 794/2004 της Επιτροπής, άρθρο 4 § 1· ανακοίνωση 98/C 74/06 της Επιτροπής)

    8. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Συμβατό ενισχύσεως με την κοινή αγορά – Ενίσχυση η οποία συνεπάγεται βελτίωση της οικονομικής καταστάσεως της δικαιούχου επιχειρήσεως, χωρίς να είναι αναγκαία για την υλοποίηση των σκοπών του άρθρου 107, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ – Η ενίσχυση πρέπει να είναι αναγκαία για την ανάπτυξη των μειονεκτουσών περιοχών – Κριτήρια εκτιμήσεως της αναγκαιότητας της ενισχύσεως

      (Άρθρο 107 § 3 ΣΛΕΕ)

    9. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Εξέταση καθεστώτος ενισχύσεων στο σύνολό του – Επιτρέπεται

      (Άρθρα 107 ΣΛΕΕ και 108 ΣΛΕΕ)

    10. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Συμβατό ενισχύσεως με την κοινή αγορά – Ενδεχόμενη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των ενδιαφερομένων – Προστασία – Προϋποθέσεις και όρια

      (Άρθρο 108 ΣΛΕΕ)

    1.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψη 47)

    2.  Αληθεύει, βεβαίως, ότι τα νομοθετικά κείμενα που διέπουν τη διαδικασία στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων δεν προβλέπουν ρητώς απόφαση περί διορθώσεως και επεκτάσεως μιας εκκρεμούς διαδικασίας.

      Τούτο δεν μπορεί ωστόσο να έχει ως συνέπεια να απαγορεύεται στην Επιτροπή να προβαίνει στη διόρθωση ή, ενδεχομένως, στην επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, αν αντιλαμβάνεται ότι η αρχική απόφαση περί κινήσεως της διαδικασίας στηριζόταν σε ελλιπή πραγματικά περιστατικά ή σε εσφαλμένο νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών αυτών.

      (βλ. σκέψεις 50, 51)

    3.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψη 56)

    4.  Προκύπτει σαφώς από το γράμμα των άρθρων 4, παράγραφος 5, και 7, παράγραφος 6, του κανονισμού 659/1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 88 ΕΚ, ότι τα άρθρα αυτά έχουν εφαρμογή μόνον στην περίπτωση κοινοποιηθείσας ενισχύσεως. Εξάλλου, το άρθρο 13, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού προβλέπει ρητώς ότι, σε περίπτωση ενδεχομένως παράνομης ενισχύσεως, η Επιτροπή δεν δεσμεύεται από τις προθεσμίες που προβλέπονται, μεταξύ άλλων, στα άρθρα 4, παράγραφος 5, και 7, παράγραφος 6, του εν λόγω κανονισμού.

      Πράγματι, σε περίπτωση μη κοινοποιήσεως του επιδίκου καθεστώτος ενισχύσεων, η Επιτροπή δεν υπόκειται στον κανόνα της δίμηνης προθεσμίας εξετάσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 5, του κανονισμού 659/1999.

      (βλ. σκέψεις 74, 75)

    5.  Στο πλαίσιο διαδικασίας εξετάσεως κρατικών ενισχύσεων, η Επιτροπή υποχρεούται να ενεργήσει εντός εύλογης προθεσμίας και δεν μπορεί να παραμένει αδρανής κατά το προκαταρκτικό στάδιο έρευνας.

      Ο εύλογος χαρακτήρας της διάρκειας της διαδικασίας εκτιμάται με γνώμονα τις περιστάσεις που προσιδιάζουν σε κάθε υπόθεση, όπως είναι η περιπλοκότητα της διαφοράς και η συμπεριφορά των διαδίκων.

      (βλ. σκέψεις 81, 82)

    6.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψη 88)

    7.  Μέτρο το οποίο επιτρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένα σχέδια των οποίων η εκτέλεση άρχισε πριν την υποβολή της αιτήσεως για τη χορήγηση ενισχύσεως συνιστά τροποποίηση υφισταμένου καθεστώτος ενισχύσεων, όταν ο εθνικός νόμος που θεσπίζει το καθεστώς αυτό δεν αναφέρει τίποτε όσον αφορά τη χρονική σχέση μεταξύ της υποβολής της αιτήσεως για τη χορήγηση ενισχύσεως και της ενάρξεως των εργασιών και όταν οι αρχές του κράτους μέλους έχουν ενημερώσει την Επιτροπή ότι η χορήγηση των προβλεπομένων στον νόμο αυτόν ενισχύσεων μπορούσε να αφορά μόνο σχέδια τα οποία επρόκειτο να υλοποιηθούν «μεταγενεστέρως» και ότι η προϋπόθεση αυτή θα επιβεβαιωνόταν στις διατάξεις εφαρμογής του εν λόγω νόμου.

      Εξάλλου, η τροποποίηση αυτή δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως καθαρώς τυπικού ή διοικητικού χαρακτήρα, υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 794/2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού 659/1999, δεδομένου ότι είναι ικανή να επηρεάσει την εκτίμηση του συμβατού του μέτρου ενισχύσεως προς την εσωτερική αγορά. Τούτο ισχύει όταν η απόφαση περί εγκρίσεως αναφέρει ρητώς την προϋπόθεση ότι η αίτηση για τη λήψη ενισχύσεως έπρεπε υποχρεωτικώς να προηγείται της ενάρξεως της εκτελέσεως των σχεδίων επενδύσεως, προϋπόθεση από την οποία η Επιτροπή εξαρτά κατά κανόνα την εκ μέρους της έγκριση των καθεστώτων ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα, όπως προκύπτει από το σημείο 4.2 των κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα.

      Πράγματι, η τροποποίηση του καθεστώτος ενισχύσεων με ένα τέτοιο μέτρο δεν είναι δευτερεύουσα ή ασήμαντη και, συνεπώς, το επίδικο καθεστώς πρέπει να χαρακτηρισθεί ως νέα ενίσχυση, υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 659/1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 88 ΕΚ, και όχι ως υφιστάμενη ενίσχυση.

      (βλ. σκέψεις 91, 93-94)

    8.  Η Επιτροπή δικαιούται να αρνηθεί τη χορήγηση ενισχύσεως, εφόσον η ενίσχυση αυτή δεν αποτελεί κίνητρο προκειμένου οι δικαιούχοι επιχειρήσεις να υιοθετήσουν συμπεριφορά ικανή να συμβάλει στην υλοποίηση ενός από τους σκοπούς του άρθρου 107, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ. Μια τέτοια ενίσχυση πρέπει ως εκ τούτου να είναι αναγκαία για την επίτευξη των προβλεπομένων από τη διάταξη αυτή σκοπών, ώστε, χωρίς αυτήν, οι νόμοι της αγοράς δεν θα αρκούσαν αφ’ εαυτών για να επιτευχθεί η εκ μέρους των δικαιούχων επιχειρήσεων υιοθέτηση συμπεριφοράς ικανής να συμβάλει στην υλοποίηση των σκοπών αυτών. Πράγματι, μια ενίσχυση η οποία συνεπάγεται βελτίωση της οικονομικής καταστάσεως της δικαιούχου επιχειρήσεως, χωρίς να είναι αναγκαία για την υλοποίηση των σκοπών του άρθρου 107, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως συμβατή προς την εσωτερική αγορά.

      Από τα ανωτέρω στοιχεία προκύπτει ότι, στο πλαίσιο του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ, προκειμένου η σχεδιαζόμενη ενίσχυση να είναι σύμφωνη προς την εσωτερική αγορά, πρέπει να είναι αναγκαία για την ανάπτυξη των περιοχών που μειονεκτούν. Προς τούτο, πρέπει να αποδειχθεί ότι, χωρίς τη σχεδιαζόμενη ενίσχυση, η επένδυση που έχει ως προορισμό να υποστηρίξει την ανάπτυξη της οικείας περιοχής δεν θα πραγματοποιούνταν. Αντιθέτως, αν προκύψει ότι η επένδυση αυτή θα πραγματοποιούνταν ακόμη και χωρίς την σχεδιαζόμενη ενίσχυση, πρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η ενίσχυση αυτή θα είχε ως μοναδικό αποτέλεσμα τη βελτίωση της οικονομικής καταστάσεως των ληπτριών επιχειρήσεων, χωρίς ωστόσο να ανταποκρίνεται στην προϋπόθεση του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ, δηλαδή να είναι αναγκαία για την ανάπτυξη των μειονεκτουσών περιοχών.

      Η αναγκαιότητα της σχεδιαζόμενης ενισχύσεως για την ανάπτυξη των μειονεκτουσών περιοχών μπορεί να συναχθεί τόσο από τη χρονική προτεραιότητα της αιτήσεως για τη χορήγηση ενισχύσεως σε σχέση με την έναρξη εκτελέσεως του επενδυτικού σχεδίου όσο και από άλλα κριτήρια εκτιμήσεως.

      (βλ. σκέψεις 104-106, 109)

    9.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψη 114)

    10.  Στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, το δικαίωμα επικλήσεως της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προϋποθέτει ότι έχουν δοθεί από τις αρμόδιες αρχές της Ένωσης στον ενδιαφερόμενο συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις, προερχόμενες από αρμόδιες και αξιόπιστες πηγές. Πράγματι, από την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι το δικαίωμα αυτό έχει κάθε ιδιώτης στον οποίο κάποιο θεσμικό όργανο, φορέας ή οργανισμός της Ένωσης δημιούργησε βάσιμες προσδοκίες, παρέχοντάς του συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις. Τέτοιου είδους διαβεβαιώσεις, ανεξαρτήτως της μορφής υπό την οποία παρέχονται, συνιστούν οι πληροφορίες που είναι συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες.

      Εξάλλου, δεν μπορεί κατ’ αρχήν, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, να γίνει επίκληση δικαιολογημένης εμπιστοσύνης στη νομιμότητα μιας κρατικής ενισχύσεως παρά μόνον αν η ενίσχυση αυτή χορηγήθηκε τηρηθείσας της διαδικασίας του άρθρου 108 ΣΛΕΕ.

      (βλ. σκέψεις 132, 134)

    Top