EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62011CJ0300

Περίληψη της αποφάσεως

Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1. Προδικαστικά ερωτήματα — Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου — Όρια — Ζήτημα σχετικό με την εθνική ασφάλεια — Δεν υφίσταται γενική επιφύλαξη υπέρ της εξαιρέσεως των μέτρων που λαμβάνονται για λόγους δημόσιας ασφάλειας — Παραδεκτό

(Άρθρο 267 ΣΛΕΕ· άρθρο 4 § 2 ΣΕΕ)

2. Ιθαγένεια της Ένωσης — Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών — Οδηγία 2004/38 — Περιορισμός του δικαιώματος εισόδου και διαμονής για λόγους δημόσιας τάξεως ή δημόσιας ασφάλειας — Αιτιολογία αποφάσεως με την οποία απαγορεύεται η είσοδος σε κράτος μέλος — Ακριβής και πλήρης αιτιολογία αναγόμενη στα συμφέροντα του κράτους που δεν κοινοποιήθηκε στον ενδιαφερόμενο — Επιτρέπεται — Προϋπόθεση — Στάθμιση των απαιτήσεων που σχετίζονται με την ασφάλεια του κράτους και των απαιτήσεων που απορρέουν από το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 30 § 2, 27 και 31)

Περίληψη

1. Μολονότι η εθνική ασφάλεια παραμένει στην ευθύνη κάθε κράτους μέλους και εναπόκειται στα κράτη μέλη να θεσπίσουν τα κατάλληλα μέτρα για την προάσπιση της εσωτερικής και εξωτερικής τους ασφάλειας, ιδίως, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 2, ΣΕΕ, ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι τα μέτρα αυτά διαφεύγουν πλήρως της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης.

(βλ. σκέψη 38)

2. Τα άρθρα 30, παράγραφος 2, και 31 της οδηγίας 2004/38, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των οικογενειών τους να διακινούνται και να εγκαθίστανται ελεύθερα εντός της επικράτειας των κρατών μελών, ερμηνευόμενα υπό το πρίσμα του άρθρου 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν την έννοια ότι απαιτούν όπως το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο μεριμνά ώστε η μη κοινοποίηση του ουσιαστικού περιεχομένου των λόγων στους οποίους βασίσθηκε απόφαση ληφθείσα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 27 της εν λόγω οδηγίας καθώς και των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων να περιορίζεται στον ελάχιστο δυνατό βαθμό και, εν πάση περιπτώσει, να γνωστοποιείται στον ενδιαφερόμενο το ουσιαστικό περιεχόμενο των συγκεκριμένων λόγων κατά τρόπο ώστε να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η ανάγκη να διατηρούνται απόρρητα τα αποδεικτικά στοιχεία.

Στην αρμόδια εθνική αρχή εναπόκειται να αποδείξει, κατά τους εθνικούς δικονομικούς κανόνες, ότι η ασφάλεια του κράτους θα διέτρεχε πράγματι κίνδυνο από την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο της «ακριβούς και πλήρους αιτιολογίας» αποφάσεως ληφθείσας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 27 της οδηγίας 2004/38 καθώς και των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει τεκμήριο υπέρ της υπάρξεως και του βάσιμου των λόγων που επικαλείται μια δημόσια αρχή. Το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο πρέπει να εξετάζει κατά τρόπο ανεξάρτητο το σύνολο των νομικών και των πραγματικών στοιχείων που επικαλείται η αρμόδια εθνική αρχή και πρέπει να αξιολογεί, σύμφωνα με τους εθνικούς δικονομικούς κανόνες, αν η ασφάλεια του κράτους αποκλείει τέτοιου είδους κοινοποίηση.

Αν αποδειχθεί ότι η ασφάλεια του κράτους αποκλείει πράγματι την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο των συγκεκριμένων λόγων, ο δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας αποφάσεως που ελήφθη κατ’ εφαρμογή του άρθρου 27 της οδηγίας 2004/38, όπως ο προβλεπόμενος στο άρθρο 31, παράγραφος 1, αυτής έλεγχος, πρέπει να διενεργείται στο πλαίσιο διαδικασίας που να σταθμίζει προσηκόντως τις απαιτήσεις οι οποίες απορρέουν, αφενός, από την ασφάλεια του κράτους και, αφετέρου, από το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία, περιορίζοντας στον απολύτως αναγκαίο βαθμό τις ενδεχόμενες παρεμβάσεις κατά την άσκηση του δικαιώματος αυτού.

Συναφώς, αφενός, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης τηρήσεως του άρθρου 47 του Χάρτη, η εν λόγω διαδικασία πρέπει να διασφαλίζει, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, την τήρηση της αρχής της αντιμωλίας, προκειμένου να παρέχεται στον ενδιαφερόμενο η δυνατότητα να αμφισβητήσει τους λόγους στους οποίους βασίσθηκε η επίμαχη απόφαση καθώς και να υποβάλει παρατηρήσεις όσον αφορά τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία και, συνεπώς, να προβάλει λυσιτελώς τους αμυντικούς του ισχυρισμούς. Ιδίως, πρέπει να γνωστοποιείται εν πάση περιπτώσει στον ενδιαφερόμενο το ουσιαστικό περιεχόμενο των λόγων στους οποίους βασίσθηκε η απόφαση περί απαγορεύσεως της εισόδου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 27 της οδηγίας 2004/38, καθότι η ανάγκη κατοχυρώσεως της ασφάλειας του κράτους δεν μπορεί να στερήσει από τον ενδιαφερόμενο το δικαίωμά του ακροάσεως και, κατά συνέπεια, να καταστήσει άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας το δικαίωμα προσφυγής του, όπως το προβλεπόμενο στο άρθρο 31 της εν λόγω οδηγίας.

Η εν λόγω στάθμιση του δικαιώματος αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας και της ανάγκης κατοχυρώσεως της ασφάλειας του οικείου κράτους μέλους δεν ισχύει όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία βασίζονται οι λόγοι που προβάλλονται ενώπιον του αρμόδιου εθνικού δικαστηρίου. Ειδικότερα, σε ορισμένες περιπτώσεις, η κοινοποίηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων ενδέχεται να θίγει κατά τρόπο άμεσο και ιδιαίτερο την ασφάλεια του κράτους, καθόσον μπορεί, μεταξύ άλλων, να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή, την υγεία ή την ελευθερία ατόμων ή να αποκαλύψει τις ειδικές μεθόδους έρευνας που μετέρχονται οι εθνικές αρχές ασφάλειας και συνεπώς να παρακωλύσει σοβαρά ή ακόμη και να εμποδίσει τη μελλοντική άσκηση των καθηκόντων των εν λόγω αρχών.

Υπό αυτές τις συνθήκες, στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο απόκειται, αφενός, να μεριμνά ώστε το ουσιαστικό περιεχόμενο των λόγων στους οποίους βασίσθηκε η επίμαχη απόφαση να γνωστοποιείται στον ενδιαφερόμενο κατά τρόπο ώστε να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η ανάγκη να διατηρούνται απόρρητα τα αποδεικτικά στοιχεία και, αφετέρου, να καθορίσει τις συνέπειες που ενδέχεται να έχει δυνάμει του εθνικού δικαίου η ενδεχόμενη αθέτηση της εν λόγω υποχρεώσεως κοινοποιήσεως.

(βλ. σκέψεις 61, 62, 64-66, 68, 69 και διατακτ.)

Top

Υπόθεση C-300/11

ZZ

κατά

Secretary of State for the Home Department

[αίτηση του Court of Appeal (England & Wales) (Civil Division) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων — Οδηγία 2004/38/EΚ — Απόφαση περί απαγορεύσεως της εισόδου πολίτη της Ένωσης στο έδαφος κράτους μέλους για λόγους δημόσιας ασφάλειας — Άρθρο 30, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας — Υποχρέωση ενημερώσεως του ενδιαφερομένου πολίτη σχετικά με την αιτιολογία της συγκεκριμένης αποφάσεως — Κοινοποίηση αντίθετη προς το συμφέρον ασφάλειας του κράτους — Θεμελιώδες δικαίωμα για πλήρη και αποτελεσματική δικαστική προστασία»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 4ης Ιουνίου 2013

  1. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Ζήτημα σχετικό με την εθνική ασφάλεια – Δεν υφίσταται γενική επιφύλαξη υπέρ της εξαιρέσεως των μέτρων που λαμβάνονται για λόγους δημόσιας ασφάλειας – Παραδεκτό

    (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ· άρθρο 4 § 2 ΣΕΕ)

  2. Ιθαγένεια της Ένωσης – Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών – Οδηγία 2004/38 – Περιορισμός του δικαιώματος εισόδου και διαμονής για λόγους δημόσιας τάξεως ή δημόσιας ασφάλειας – Αιτιολογία αποφάσεως με την οποία απαγορεύεται η είσοδος σε κράτος μέλος – Ακριβής και πλήρης αιτιολογία αναγόμενη στα συμφέροντα του κράτους που δεν κοινοποιήθηκε στον ενδιαφερόμενο – Επιτρέπεται – Προϋπόθεση – Στάθμιση των απαιτήσεων που σχετίζονται με την ασφάλεια του κράτους και των απαιτήσεων που απορρέουν από το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία

    (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 30 § 2, 27 και 31)

  1.  Μολονότι η εθνική ασφάλεια παραμένει στην ευθύνη κάθε κράτους μέλους και εναπόκειται στα κράτη μέλη να θεσπίσουν τα κατάλληλα μέτρα για την προάσπιση της εσωτερικής και εξωτερικής τους ασφάλειας, ιδίως, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 2, ΣΕΕ, ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι τα μέτρα αυτά διαφεύγουν πλήρως της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης.

    (βλ. σκέψη 38)

  2.  Τα άρθρα 30, παράγραφος 2, και 31 της οδηγίας 2004/38, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των οικογενειών τους να διακινούνται και να εγκαθίστανται ελεύθερα εντός της επικράτειας των κρατών μελών, ερμηνευόμενα υπό το πρίσμα του άρθρου 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν την έννοια ότι απαιτούν όπως το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο μεριμνά ώστε η μη κοινοποίηση του ουσιαστικού περιεχομένου των λόγων στους οποίους βασίσθηκε απόφαση ληφθείσα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 27 της εν λόγω οδηγίας καθώς και των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων να περιορίζεται στον ελάχιστο δυνατό βαθμό και, εν πάση περιπτώσει, να γνωστοποιείται στον ενδιαφερόμενο το ουσιαστικό περιεχόμενο των συγκεκριμένων λόγων κατά τρόπο ώστε να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η ανάγκη να διατηρούνται απόρρητα τα αποδεικτικά στοιχεία.

    Στην αρμόδια εθνική αρχή εναπόκειται να αποδείξει, κατά τους εθνικούς δικονομικούς κανόνες, ότι η ασφάλεια του κράτους θα διέτρεχε πράγματι κίνδυνο από την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο της «ακριβούς και πλήρους αιτιολογίας» αποφάσεως ληφθείσας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 27 της οδηγίας 2004/38 καθώς και των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει τεκμήριο υπέρ της υπάρξεως και του βάσιμου των λόγων που επικαλείται μια δημόσια αρχή. Το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο πρέπει να εξετάζει κατά τρόπο ανεξάρτητο το σύνολο των νομικών και των πραγματικών στοιχείων που επικαλείται η αρμόδια εθνική αρχή και πρέπει να αξιολογεί, σύμφωνα με τους εθνικούς δικονομικούς κανόνες, αν η ασφάλεια του κράτους αποκλείει τέτοιου είδους κοινοποίηση.

    Αν αποδειχθεί ότι η ασφάλεια του κράτους αποκλείει πράγματι την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο των συγκεκριμένων λόγων, ο δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας αποφάσεως που ελήφθη κατ’ εφαρμογή του άρθρου 27 της οδηγίας 2004/38, όπως ο προβλεπόμενος στο άρθρο 31, παράγραφος 1, αυτής έλεγχος, πρέπει να διενεργείται στο πλαίσιο διαδικασίας που να σταθμίζει προσηκόντως τις απαιτήσεις οι οποίες απορρέουν, αφενός, από την ασφάλεια του κράτους και, αφετέρου, από το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία, περιορίζοντας στον απολύτως αναγκαίο βαθμό τις ενδεχόμενες παρεμβάσεις κατά την άσκηση του δικαιώματος αυτού.

    Συναφώς, αφενός, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης τηρήσεως του άρθρου 47 του Χάρτη, η εν λόγω διαδικασία πρέπει να διασφαλίζει, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, την τήρηση της αρχής της αντιμωλίας, προκειμένου να παρέχεται στον ενδιαφερόμενο η δυνατότητα να αμφισβητήσει τους λόγους στους οποίους βασίσθηκε η επίμαχη απόφαση καθώς και να υποβάλει παρατηρήσεις όσον αφορά τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία και, συνεπώς, να προβάλει λυσιτελώς τους αμυντικούς του ισχυρισμούς. Ιδίως, πρέπει να γνωστοποιείται εν πάση περιπτώσει στον ενδιαφερόμενο το ουσιαστικό περιεχόμενο των λόγων στους οποίους βασίσθηκε η απόφαση περί απαγορεύσεως της εισόδου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 27 της οδηγίας 2004/38, καθότι η ανάγκη κατοχυρώσεως της ασφάλειας του κράτους δεν μπορεί να στερήσει από τον ενδιαφερόμενο το δικαίωμά του ακροάσεως και, κατά συνέπεια, να καταστήσει άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας το δικαίωμα προσφυγής του, όπως το προβλεπόμενο στο άρθρο 31 της εν λόγω οδηγίας.

    Η εν λόγω στάθμιση του δικαιώματος αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας και της ανάγκης κατοχυρώσεως της ασφάλειας του οικείου κράτους μέλους δεν ισχύει όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία βασίζονται οι λόγοι που προβάλλονται ενώπιον του αρμόδιου εθνικού δικαστηρίου. Ειδικότερα, σε ορισμένες περιπτώσεις, η κοινοποίηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων ενδέχεται να θίγει κατά τρόπο άμεσο και ιδιαίτερο την ασφάλεια του κράτους, καθόσον μπορεί, μεταξύ άλλων, να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή, την υγεία ή την ελευθερία ατόμων ή να αποκαλύψει τις ειδικές μεθόδους έρευνας που μετέρχονται οι εθνικές αρχές ασφάλειας και συνεπώς να παρακωλύσει σοβαρά ή ακόμη και να εμποδίσει τη μελλοντική άσκηση των καθηκόντων των εν λόγω αρχών.

    Υπό αυτές τις συνθήκες, στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο απόκειται, αφενός, να μεριμνά ώστε το ουσιαστικό περιεχόμενο των λόγων στους οποίους βασίσθηκε η επίμαχη απόφαση να γνωστοποιείται στον ενδιαφερόμενο κατά τρόπο ώστε να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η ανάγκη να διατηρούνται απόρρητα τα αποδεικτικά στοιχεία και, αφετέρου, να καθορίσει τις συνέπειες που ενδέχεται να έχει δυνάμει του εθνικού δικαίου η ενδεχόμενη αθέτηση της εν λόγω υποχρεώσεως κοινοποιήσεως.

    (βλ. σκέψεις 61, 62, 64-66, 68, 69 και διατακτ.)

Top