Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62010CJ0602

    Περίληψη της αποφάσεως

    Υπόθεση C-602/10

    SC Volksbank România SA

    κατά

    Autoritatea Naţională pentru Protecţia Consumatorilor — Comisariatul Judeţean pentru Protecţia Consumatorilor Călăraşi (CJPC)

    (αίτηση του Judecătoria Călăraşi για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Προστασία των καταναλωτών — Συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως — Οδηγία 2008/48/ΕΚ — Άρθρα 22, 24 και 30 — Εθνική κανονιστική ρύθμιση σκοπούσα στη μεταφορά της εν λόγω οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο — Δυνατότητα εφαρμογής της επί συμβάσεων μη καλυπτομένων από το καθ’ ύλην και κατά χρόνον πεδίο εφαρμογής της οδηγίας — Μη προβλεπόμενες από την ίδια οδηγία υποχρεώσεις — Περιορισμός των τραπεζικών προμηθειών τις οποίες δύναται να εισπράξει ο δανειστής — Άρθρα 56 ΣΛΕΕ, 58 ΣΛΕΕ και 63 ΣΛΕΕ — Υποχρέωση θεσπίσεως, στο εθνικό δίκαιο, πρόσφορων και αποτελεσματικών διαδικασιών εξωδικαστικής επιλύσεως των διαφορών»

    Περίληψη της αποφάσεως

    1. Προστασία των καταναλωτών – Οδηγία 2008/48 – Συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως – Πεδίο εφαρμογής – Συμβάσεις πίστωσης διασφαλιζόμενες με την εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου – Αποκλείονται – Εθνική νομοθεσία μεταφοράς που περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής της τις συμβάσεις αυτές πίστωσης και επιβάλλει, για αυτές, υποχρεώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα – Επιτρέπεται

      (Οδηγία 2008/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 10 και άρθρα 2 § 2, στοιχείο αʹ, και 22 § 1)

    2. Προδικαστικά ερωτήματα – Παραδεκτό – Προϋποθέσεις – Ερωτήματα που έχουν σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς – Αίτηση που παρέχει στο Δικαστήριο επαρκείς διευκρινίσεις για το πραγματικό και νομοθετικό πλαίσιο

      (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 23)

    3. Προστασία των καταναλωτών – Οδηγία 2008/48 – Συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως – Πεδίο εφαρμογής – Εθνική νομοθεσία μεταφοράς που περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής της συμβάσεις πίστωσης διασφαλιζόμενες με την εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου οι οποίες εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας – Δυνατότητα εφαρμογής σε συμβάσεις που ισχύουν κατά την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της εν λόγω νομοθεσίας – Επιτρέπεται

      (Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2008/48, άρθρο 30 § 1)

    4. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Περιορισμοί – Εθνική νομοθεσία που απαγορεύει στα πιστωτικά ιδρύματα να εισπράττουν ορισμένες τραπεζικές προμήθειες – Νομοθεσία που δεν συνεπάγεται επιπρόσθετη επιβάρυνση για τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είναι εγκατεστημένα εντός άλλων κρατών μελών – Επιτρέπεται

      (Άρθρο 56 ΣΛΕΕ)

    5. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Ερμηνεία που ζητείται λόγω της δυνατότητας εφαρμογής, σε περιπτώσεις που δεν διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης, διατάξεων οδηγίας μεταφερθείσας στο εθνικό δίκαιο – Αρμοδιότητα για την παροχή της ερμηνείας αυτής

      (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

    6. Προστασία των καταναλωτών – Οδηγία 2008/48 – Συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως – Εξώδικη επίλυση διαφορών – Εθνική νομοθεσία που επιτρέπει στους καταναλωτές να απευθύνονται σε αρχή προστασίας των καταναλωτών, χωρίς να υποχρεούνται να προσφύγουν προηγουμένως στις διαδικασίες εξωδικαστικής επιλύσεως των διαφορών – Επιτρέπεται

      (Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2008/48, άρθρο 24 § 1)

    1.  Όπως προκύπτει και από τη δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2008/48, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη δύνανται, σύμφωνα προς το δίκαιο της Ένωσης, να εφαρμόζουν διατάξεις της εν λόγω οδηγίας σε τομείς μη εμπίπτοντες στο πεδίο εφαρμογής της. Έτσι, μπορούν να διατηρούν ή να εισάγουν εθνικά μέτρα στοιχούντα προς τις διατάξεις της οδηγίας ή προς ορισμένες εξ αυτών, όσον αφορά συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως μη εμπίπτουσες στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας

      Ως εκ τούτου, το άρθρο 22, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/48 έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει προς αυτό εθνικό μέτρο, σκοπούν στη μεταφορά της εν λόγω οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο, το οποίο περιλαμβάνει στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής του συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως, αντικείμενο των οποίων είναι η χορήγηση πίστεως διασφαλιζόμενης μέσω ακινήτου αγαθού, τη στιγμή μάλιστα κατά την οποία παρόμοιες συμβάσεις αποκλείονται ρητώς από το καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, αυτής.

      Επιπλέον, το άρθρο 22, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας δεν απαγορεύει επίσης σε κράτος μέλος να επιβάλλει, για τις συμβάσεις αυτές, μη προβλεπόμενες στην οδηγία αυτή υποχρεώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα όσον αφορά τις μορφές προμηθειών τις οποίες αυτά δύνανται να εισπράττουν στο πλαίσιο συμβάσεων καταναλωτικής πίστεως εμπιπτουσών στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω μέτρου.

      Πράγματι, δεν παρίσταται ότι ο τέτοιος κανόνας προστασίας των καταναλωτών, σε τομέα μη εναρμονισμένο μέσω της οδηγίας 2008/48, είναι τέτοιας φύσεως ώστε να θίγεται η ισορροπία επί της οποίας θεμελιώνεται η εν λόγω οδηγία στον εναρμονισμένο μέσω αυτής τομέα, μεταξύ των στόχων προστασίας των καταναλωτών και εκείνου με τον οποίον σκοπείται να διασφαλιστεί η εγκαθίδρυση μιας αποδοτικής εσωτερικής αγοράς σε θέματα χορηγήσεως πιστώσεως στους καταναλωτές.

      (βλ. σκέψεις 40, 44, 62, 67, διατακτ. 1 και 3)

    2.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψεις 48-51)

    3.  Το άρθρο 30, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/48, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ, έχει την έννοια ότι δεν απαγορεύει να ορίζει ένα εθνικό μέτρο, το οποίο σκοπεί στη μεταφορά της εν λόγω οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο, το κατά χρόνον πεδίο εφαρμογής του κατά τρόπον ώστε το εν λόγω μέτρο να εφαρμόζεται επίσης και επί συμβάσεων πιστώσεως με αντικείμενο τη χορήγηση πιστώσεως διασφαλιζόμενης με την εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου, οι οποίες αποκλείονται από το καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας και δεν ήσαν εν ισχύι κατά τον χρόνο ενάρξεως ισχύος του εν λόγω εθνικού μέτρου

      Εάν για τις εν λόγω συμβάσεις τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίσουν, με την εθνική κανονιστική τους ρύθμιση περί μεταφοράς της οδηγίας 2008/48, κανόνα στοιχούντα ειδικότερα στο προβλεπόμενο στο άρθρο 30, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας μεταβατικό μέτρο, δύνανται επίσης κατ’ αρχήν, τηρώντας τους κανόνες της Συνθήκης ΛΕΕ και υπό την επιφύλαξη άλλων πράξεων του παράγωγου δικαίου οι οποίες είναι ενδεχομένως συναφείς, να ορίσει διαφορετικό μεταβατικό μέτρο, το οποίο σημαίνει ότι η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση εφαρμόζεται επίσης και στις εν ισχύι συμβάσεις κατά τον χρόνο ενάρξεως ισχύος της εν λόγω κανονιστικής ρυθμίσεως.

      (βλ. σκέψεις 53-54, διατακτ. 2)

    4.  Εθνική νομοθεσία απαγορεύουσα στα πιστωτικά ιδρύματα να εισπράττουν ορισμένες τραπεζικές προμήθειες στο πλαίσιο συμβάσεων καταναλωτικής πίστεως δεν συνιστά περιορισμό της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών. Πράγματι, η εθνική αυτή διάταξη, μολονότι υπαγορεύει ενδεχομένως την ανάγκη προσαρμογής ορισμένων συμβατικών ρητρών, δεν συνεπάγεται αφ’ εαυτής επιπρόσθετη επιβάρυνση για τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είναι εγκατεστημένα εντός άλλων κρατών μελών ούτε κατά μείζονα λόγο επιτάσσει στις εν λόγω επιχειρήσεις την αναθεώρηση της πολιτικής και των εμπορικών στρατηγικών τους ώστε να δύνανται να έχουν πρόσβαση στη αγορά κράτους μέλους υπό συνθήκες συμβατές προς τη νομοθεσία του. Ως εκ τούτου, δεν παρίσταται ότι η εν λόγω εθνική διάταξη καθιστά λιγότερο ελκυστική την πρόσβαση στη συγκεκριμένη αγορά και, σε περίπτωση προσβάσεως σε αυτή, μειώνει στην πραγματικότητα την ικανότητα των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων να επιδίδονται ευθύς εξαρχής σε αποτελεσματικό ανταγωνισμό έναντι των παραδοσιακά εγκατεστημένων στο κράτος αυτό επιχειρήσεων.

      (βλ. σκέψεις 78-80, 83, διατακτ. 4)

    5.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψεις 86-87)

    6.  Το άρθρο 24, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/48, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ, έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει προς αυτό κανόνας περιλαμβανόμενος στο εθνικό μέτρο περί μεταφοράς της οδηγίας αυτής στην εσωτερική έννομη τάξη, ο οποίος, επί διαφορών καταναλωτικής πίστεως, παρέχει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να απευθύνονται ευθέως σε αρχή προστασίας των καταναλωτών, η οποία δύναται ακολούθως να επιβάλει κυρώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα λόγω μη τηρήσεως του συγκεκριμένου εθνικού μέτρου, χωρίς να οφείλουν προηγουμένως να προστρέχουν στις προβλεπόμενες από την εθνική νομοθεσία διαδικασίες εξωδικαστικής επιλύσεως τέτοιων διαφορών.

      Πράγματι, ούτε το προμνησθέν άρθρο 24, παράγραφος 1, το οποίο απαιτεί οι διαδικασίες σε θέματα εξωδικαστικής επιλύσεως των διαφορών να είναι κατάλληλες και αποτελεσματικές, ούτε κανένα άλλο στοιχείο της οδηγίας 2008/48 αναλύουν περαιτέρω τις λεπτομέρειες εφαρμογής ή τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ως άνω διαδικασιών. Ως εκ τούτου, εναπόκειται στα κράτη μέλη να ρυθμίζουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής των εν λόγω διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένου ενδεχομένως του δεσμευτικού χαρακτήρα τους, διατηρώντας ταυτόχρονα την πρακτική αποτελεσματικότητα της οδηγίας αυτής.

      Η οδηγία αυτή δεν μπορεί, επομένως, να παρεμποδίζει τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο της ευρείας εξουσίας εκτιμήσεως που τους επιφυλάσσει η εν λόγω οδηγία, να επιτρέπουν την ευρύτερη δυνατή πρόσβαση των καταναλωτών στα ειδικώς θεσπισθέντα για την υπεράσπιση των συμφερόντων των καταναλωτών όργανα λόγω, μεταξύ άλλων, του κινδύνου οι καταναλωτές, οι οποίοι τελούν κατά κανόνα σε υποδεέστερη κατάσταση έναντι των δανειοδοτών όσον αφορά τόσο την εξουσία διαπραγματεύσεως όσο και το επίπεδο πληροφορήσεως, να αγνοούν τα δικαιώματά τους ή να προσκρούουν σε δυσχέρειες για την άσκησή τους. Πέραν τούτου, δεν μπορεί να θεωρείται ότι τέτοια εθνική διάταξη έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά τις διαδικασίες σχετικά με την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών επί συμβάσεων καταναλωτικής πίστεως ακατάλληλες, αναποτελεσματικές ή αναιρετικές της πρακτικής αποτελεσματικότητας της οδηγίας 2008/48.

      (βλ. σκέψεις 94-95, 98-100, διατακτ. 5)

    Top

    Υπόθεση C-602/10

    SC Volksbank România SA

    κατά

    Autoritatea Naţională pentru Protecţia Consumatorilor — Comisariatul Judeţean pentru Protecţia Consumatorilor Călăraşi (CJPC)

    (αίτηση του Judecătoria Călăraşi για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Προστασία των καταναλωτών — Συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως — Οδηγία 2008/48/ΕΚ — Άρθρα 22, 24 και 30 — Εθνική κανονιστική ρύθμιση σκοπούσα στη μεταφορά της εν λόγω οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο — Δυνατότητα εφαρμογής της επί συμβάσεων μη καλυπτομένων από το καθ’ ύλην και κατά χρόνον πεδίο εφαρμογής της οδηγίας — Μη προβλεπόμενες από την ίδια οδηγία υποχρεώσεις — Περιορισμός των τραπεζικών προμηθειών τις οποίες δύναται να εισπράξει ο δανειστής — Άρθρα 56 ΣΛΕΕ, 58 ΣΛΕΕ και 63 ΣΛΕΕ — Υποχρέωση θεσπίσεως, στο εθνικό δίκαιο, πρόσφορων και αποτελεσματικών διαδικασιών εξωδικαστικής επιλύσεως των διαφορών»

    Περίληψη της αποφάσεως

    1. Προστασία των καταναλωτών — Οδηγία 2008/48 — Συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως — Πεδίο εφαρμογής — Συμβάσεις πίστωσης διασφαλιζόμενες με την εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου — Αποκλείονται — Εθνική νομοθεσία μεταφοράς που περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής της τις συμβάσεις αυτές πίστωσης και επιβάλλει, για αυτές, υποχρεώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα — Επιτρέπεται

      (Οδηγία 2008/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 10 και άρθρα 2 § 2, στοιχείο αʹ, και 22 § 1)

    2. Προδικαστικά ερωτήματα — Παραδεκτό — Προϋποθέσεις — Ερωτήματα που έχουν σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς — Αίτηση που παρέχει στο Δικαστήριο επαρκείς διευκρινίσεις για το πραγματικό και νομοθετικό πλαίσιο

      (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 23)

    3. Προστασία των καταναλωτών — Οδηγία 2008/48 — Συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως — Πεδίο εφαρμογής — Εθνική νομοθεσία μεταφοράς που περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής της συμβάσεις πίστωσης διασφαλιζόμενες με την εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου οι οποίες εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας — Δυνατότητα εφαρμογής σε συμβάσεις που ισχύουν κατά την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της εν λόγω νομοθεσίας — Επιτρέπεται

      (Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2008/48, άρθρο 30 § 1)

    4. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Περιορισμοί — Εθνική νομοθεσία που απαγορεύει στα πιστωτικά ιδρύματα να εισπράττουν ορισμένες τραπεζικές προμήθειες — Νομοθεσία που δεν συνεπάγεται επιπρόσθετη επιβάρυνση για τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είναι εγκατεστημένα εντός άλλων κρατών μελών — Επιτρέπεται

      (Άρθρο 56 ΣΛΕΕ)

    5. Προδικαστικά ερωτήματα — Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου — Όρια — Ερμηνεία που ζητείται λόγω της δυνατότητας εφαρμογής, σε περιπτώσεις που δεν διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης, διατάξεων οδηγίας μεταφερθείσας στο εθνικό δίκαιο — Αρμοδιότητα για την παροχή της ερμηνείας αυτής

      (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

    6. Προστασία των καταναλωτών — Οδηγία 2008/48 — Συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως — Εξώδικη επίλυση διαφορών — Εθνική νομοθεσία που επιτρέπει στους καταναλωτές να απευθύνονται σε αρχή προστασίας των καταναλωτών, χωρίς να υποχρεούνται να προσφύγουν προηγουμένως στις διαδικασίες εξωδικαστικής επιλύσεως των διαφορών — Επιτρέπεται

      (Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2008/48, άρθρο 24 § 1)

    1.  Όπως προκύπτει και από τη δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2008/48, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη δύνανται, σύμφωνα προς το δίκαιο της Ένωσης, να εφαρμόζουν διατάξεις της εν λόγω οδηγίας σε τομείς μη εμπίπτοντες στο πεδίο εφαρμογής της. Έτσι, μπορούν να διατηρούν ή να εισάγουν εθνικά μέτρα στοιχούντα προς τις διατάξεις της οδηγίας ή προς ορισμένες εξ αυτών, όσον αφορά συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως μη εμπίπτουσες στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας

      Ως εκ τούτου, το άρθρο 22, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/48 έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει προς αυτό εθνικό μέτρο, σκοπούν στη μεταφορά της εν λόγω οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο, το οποίο περιλαμβάνει στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής του συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως, αντικείμενο των οποίων είναι η χορήγηση πίστεως διασφαλιζόμενης μέσω ακινήτου αγαθού, τη στιγμή μάλιστα κατά την οποία παρόμοιες συμβάσεις αποκλείονται ρητώς από το καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, αυτής.

      Επιπλέον, το άρθρο 22, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας δεν απαγορεύει επίσης σε κράτος μέλος να επιβάλλει, για τις συμβάσεις αυτές, μη προβλεπόμενες στην οδηγία αυτή υποχρεώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα όσον αφορά τις μορφές προμηθειών τις οποίες αυτά δύνανται να εισπράττουν στο πλαίσιο συμβάσεων καταναλωτικής πίστεως εμπιπτουσών στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω μέτρου.

      Πράγματι, δεν παρίσταται ότι ο τέτοιος κανόνας προστασίας των καταναλωτών, σε τομέα μη εναρμονισμένο μέσω της οδηγίας 2008/48, είναι τέτοιας φύσεως ώστε να θίγεται η ισορροπία επί της οποίας θεμελιώνεται η εν λόγω οδηγία στον εναρμονισμένο μέσω αυτής τομέα, μεταξύ των στόχων προστασίας των καταναλωτών και εκείνου με τον οποίον σκοπείται να διασφαλιστεί η εγκαθίδρυση μιας αποδοτικής εσωτερικής αγοράς σε θέματα χορηγήσεως πιστώσεως στους καταναλωτές.

      (βλ. σκέψεις 40, 44, 62, 67, διατακτ. 1 και 3)

    2.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψεις 48-51)

    3.  Το άρθρο 30, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/48, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ, έχει την έννοια ότι δεν απαγορεύει να ορίζει ένα εθνικό μέτρο, το οποίο σκοπεί στη μεταφορά της εν λόγω οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο, το κατά χρόνον πεδίο εφαρμογής του κατά τρόπον ώστε το εν λόγω μέτρο να εφαρμόζεται επίσης και επί συμβάσεων πιστώσεως με αντικείμενο τη χορήγηση πιστώσεως διασφαλιζόμενης με την εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου, οι οποίες αποκλείονται από το καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας και δεν ήσαν εν ισχύι κατά τον χρόνο ενάρξεως ισχύος του εν λόγω εθνικού μέτρου

      Εάν για τις εν λόγω συμβάσεις τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίσουν, με την εθνική κανονιστική τους ρύθμιση περί μεταφοράς της οδηγίας 2008/48, κανόνα στοιχούντα ειδικότερα στο προβλεπόμενο στο άρθρο 30, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας μεταβατικό μέτρο, δύνανται επίσης κατ’ αρχήν, τηρώντας τους κανόνες της Συνθήκης ΛΕΕ και υπό την επιφύλαξη άλλων πράξεων του παράγωγου δικαίου οι οποίες είναι ενδεχομένως συναφείς, να ορίσει διαφορετικό μεταβατικό μέτρο, το οποίο σημαίνει ότι η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση εφαρμόζεται επίσης και στις εν ισχύι συμβάσεις κατά τον χρόνο ενάρξεως ισχύος της εν λόγω κανονιστικής ρυθμίσεως.

      (βλ. σκέψεις 53-54, διατακτ. 2)

    4.  Εθνική νομοθεσία απαγορεύουσα στα πιστωτικά ιδρύματα να εισπράττουν ορισμένες τραπεζικές προμήθειες στο πλαίσιο συμβάσεων καταναλωτικής πίστεως δεν συνιστά περιορισμό της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών. Πράγματι, η εθνική αυτή διάταξη, μολονότι υπαγορεύει ενδεχομένως την ανάγκη προσαρμογής ορισμένων συμβατικών ρητρών, δεν συνεπάγεται αφ’ εαυτής επιπρόσθετη επιβάρυνση για τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είναι εγκατεστημένα εντός άλλων κρατών μελών ούτε κατά μείζονα λόγο επιτάσσει στις εν λόγω επιχειρήσεις την αναθεώρηση της πολιτικής και των εμπορικών στρατηγικών τους ώστε να δύνανται να έχουν πρόσβαση στη αγορά κράτους μέλους υπό συνθήκες συμβατές προς τη νομοθεσία του. Ως εκ τούτου, δεν παρίσταται ότι η εν λόγω εθνική διάταξη καθιστά λιγότερο ελκυστική την πρόσβαση στη συγκεκριμένη αγορά και, σε περίπτωση προσβάσεως σε αυτή, μειώνει στην πραγματικότητα την ικανότητα των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων να επιδίδονται ευθύς εξαρχής σε αποτελεσματικό ανταγωνισμό έναντι των παραδοσιακά εγκατεστημένων στο κράτος αυτό επιχειρήσεων.

      (βλ. σκέψεις 78-80, 83, διατακτ. 4)

    5.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

      (βλ. σκέψεις 86-87)

    6.  Το άρθρο 24, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/48, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστεως και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ, έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει προς αυτό κανόνας περιλαμβανόμενος στο εθνικό μέτρο περί μεταφοράς της οδηγίας αυτής στην εσωτερική έννομη τάξη, ο οποίος, επί διαφορών καταναλωτικής πίστεως, παρέχει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να απευθύνονται ευθέως σε αρχή προστασίας των καταναλωτών, η οποία δύναται ακολούθως να επιβάλει κυρώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα λόγω μη τηρήσεως του συγκεκριμένου εθνικού μέτρου, χωρίς να οφείλουν προηγουμένως να προστρέχουν στις προβλεπόμενες από την εθνική νομοθεσία διαδικασίες εξωδικαστικής επιλύσεως τέτοιων διαφορών.

      Πράγματι, ούτε το προμνησθέν άρθρο 24, παράγραφος 1, το οποίο απαιτεί οι διαδικασίες σε θέματα εξωδικαστικής επιλύσεως των διαφορών να είναι κατάλληλες και αποτελεσματικές, ούτε κανένα άλλο στοιχείο της οδηγίας 2008/48 αναλύουν περαιτέρω τις λεπτομέρειες εφαρμογής ή τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ως άνω διαδικασιών. Ως εκ τούτου, εναπόκειται στα κράτη μέλη να ρυθμίζουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής των εν λόγω διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένου ενδεχομένως του δεσμευτικού χαρακτήρα τους, διατηρώντας ταυτόχρονα την πρακτική αποτελεσματικότητα της οδηγίας αυτής.

      Η οδηγία αυτή δεν μπορεί, επομένως, να παρεμποδίζει τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο της ευρείας εξουσίας εκτιμήσεως που τους επιφυλάσσει η εν λόγω οδηγία, να επιτρέπουν την ευρύτερη δυνατή πρόσβαση των καταναλωτών στα ειδικώς θεσπισθέντα για την υπεράσπιση των συμφερόντων των καταναλωτών όργανα λόγω, μεταξύ άλλων, του κινδύνου οι καταναλωτές, οι οποίοι τελούν κατά κανόνα σε υποδεέστερη κατάσταση έναντι των δανειοδοτών όσον αφορά τόσο την εξουσία διαπραγματεύσεως όσο και το επίπεδο πληροφορήσεως, να αγνοούν τα δικαιώματά τους ή να προσκρούουν σε δυσχέρειες για την άσκησή τους. Πέραν τούτου, δεν μπορεί να θεωρείται ότι τέτοια εθνική διάταξη έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά τις διαδικασίες σχετικά με την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών επί συμβάσεων καταναλωτικής πίστεως ακατάλληλες, αναποτελεσματικές ή αναιρετικές της πρακτικής αποτελεσματικότητας της οδηγίας 2008/48.

      (βλ. σκέψεις 94-95, 98-100, διατακτ. 5)

    Top