Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62007CJ0330

    Περίληψη της αποφάσεως

    Υπόθεση C-330/07

    Jobra Vermögensverwaltungs-Gesellschaft mbH

    κατά

    Finanzamt Amstetten Melk Scheibbs

    (αίτηση του Unabhängiger Finanzsenat, Außenstelle Wien,

    για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Ελευθερία εγκαταστάσεως — Φορολογική νομοθεσία — Πριμοδότηση των επενδύσεων — Εθνική κανονιστική ρύθμιση επιφυλάσσουσα τη χορήγηση φορολογικού πλεονεκτήματος για τα χρησιμοποιούμενα σε μόνιμη εγκατάσταση κείμενη εντός της εθνικής επικρατείας αγαθά — Αποκλεισμός των αγαθών διατιθεμένων εξ επαχθούς αιτίας και χρησιμοποιουμένων κυρίως εντός άλλων κρατών μελών — Χρηματοδοτική μίσθωση οχημάτων — Πρόληψη των καταχρηστικών πρακτικών»

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008   I ‐ 9102

    Περίληψη της αποφάσεως

    1. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Περιορισμοί – Φορολογική νομοθεσία – Δικαιολογία – Καταπολέμηση των καταχρηστικών πρακτικών – Προϋποθέσεις

      (Άρθρο 49 ΕΚ)

    2. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Περιορισμοί – Φορολογική νομοθεσία

      (Άρθρο 49 ΕΚ)

    1.  Εθνικό μέτρο περιοριστικό της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών μπορεί να δικαιολογείται εφόσον στοχεύει ειδικά τις αμιγώς τεχνητές μεθοδεύσεις, άσχετες προς την οικονομική πραγματικότητα, αποκλειστικός σκοπός των οποίων είναι η προσπόριση φορολογικού πλεονεκτήματος. Πάντως, το γεγονός ότι επιχείρηση η οποία ζητεί ενδεχομένως την πριμοδότηση λόγω επενδύσεων θέτει εξ επαχθούς αιτίας αγαθά στη διάθεση επιχειρήσεως η οποία τα χρησιμοποιεί κυρίως εντός άλλων κρατών μελών δεν συνιστά, αφ’ εαυτού, κατάχρηση. Μια τέτοια διάθεση δεν μπορεί περαιτέρω να θεμελιώνει γενικό τεκμήριο περί συνδρομής καταχρηστικής πρακτικής και να δικαιολογεί μέτρο θίγον θεμελιώδη ελευθερία την οποία διασφαλίζει η Συνθήκη.

      (βλ. σκέψεις 35-37)

    2.  Προσκρούει στο άρθρο 49 ΕΚ κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους δυνάμει της οποίας δεν χορηγείται το πλεονέκτημα πριμοδοτήσεως λόγω επενδύσεως στις επιχειρήσεις οι οποίες αγοράζουν ενσώματα αγαθά με το αιτιολογικό απλώς και μόνον ότι τα αγαθά για τα οποία ζητείται η εν λόγω πριμοδότηση και τα οποία διατίθενται εξ επαχθούς αιτίας χρησιμοποιούνται κυρίως εντός άλλων κρατών μελών.

      Πράγματι, παρόμοια κανονιστική ρύθμιση η οποία υπάγει τις επενδύσεις επί αγαθών τα οποία, διατιθέμενα εξ επαχθούς αιτίας, χρησιμοποιούνται εντός άλλων κρατών μελών, υπό φορολογικό καθεστώς λιγότερο ευνοϊκό από εκείνο το οποίο επιφυλάσσεται στις επενδύσεις επί των ιδίων αγαθών που χρησιμοποιούνται εντός της εθνικής επικρατείας, συνιστά, κατ’ αρχήν, περιορισμό στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, καθόσον ενδέχεται να αποθαρρύνει τις επιχειρήσεις οι οποίες δύνανται να ζητήσουν το εν λόγω φορολογικό πλεονέκτημα να παρέχουν υπηρεσίες εκμισθώσεως στους επιχειρηματίες που ασκούν δραστηριότητες εντός άλλων κρατών μελών· επί καταστάσεως στο πλαίσιο της οποίας μια επιχείρηση θέτει αγαθά στη διάθεση άλλης επιχειρήσεως επ’ αμοιβή, αμφότερες δε οι επιχειρήσεις συνδέονται στενά σε οικονομικό επίπεδο, η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση ενδέχεται να αποθαρρύνει τη μισθώνουσα εταιρία από την άσκηση διασυνοριακών δραστηριοτήτων.

      Μια τέτοια κανονιστική ρύθμιση δεν δικαιολογείται από την επιταγή για ισόρροπη κατανομή της εξουσίας επιβολής φόρων μεταξύ των κρατών μελών δεδομένου ότι τα έσοδα εκμισθώσεως που συνδέονται με τη διάθεση ενσωμάτων αγαθών για τα οποία κράτος μέλος επιζητεί να λάβει τη πριμοδότηση λόγω επενδύσεων φορολογούνται στο κράτος μέλος χορηγήσεως της πριμοδοτήσεως, οπότε, ελλείψει της επίδικης κανονιστικής ρυθμίσεως, θα διακυβευόταν το δικαίωμα του κράτους μέλους αυτού να ασκεί τη φορολογική αρμοδιότητά του σε σχέση με τις πραγματοποιούμενες στο έδαφός του δραστηριότητες.

      Μια τέτοια κανονιστική ρύθμιση δεν δικαιολογείται ούτε από την ανάγκη διασφαλίσεως της συνοχής του εθνικού φορολογικού συστήματος, καθόσον δεν υφίσταται άμεσος σύνδεσμος, από απόψεως φορολογικού συστήματος, μεταξύ, αφενός, της πριμοδοτήσεως λόγω επενδύσεων, η οποία χορηγείται στον εκμισθωτή λόγω των ενσωμάτων αγαθών τα οποία αυτός αγόρασε, και, αφετέρου, της μεταγενέστερης επιβολής φόρου, βαρύνουσας τον μισθωτή, για έσοδα πραγματοποιηθέντα χάρη στη χρήση των εν λόγω αγαθών που τέθηκαν στη διάθεσή του εξ επαχθούς αιτίας.

      Εξάλλου, αφής στιγμής δεν επιτρέπει περιορισμό της αρνήσεως χορηγήσεως της πριμοδοτήσεως λόγω επενδύσεων αποκλειστικά και μόνον όταν πρόκειται για αμιγώς τεχνητές μεθοδεύσεις, αλλά αφορά κάθε εκμισθωτή ο οποίος ζητεί ενδεχομένως την πριμοδότηση λόγω επενδύσεων και ο οποίος θέτει στη διάθεση των επιχειρήσεων που ασκούν διασυνοριακές δραστηριότητες αγαθά επ’ αμοιβή, και τούτο ανεξάρτητα από το αν δεν συντρέχουν αντικειμενικά στοιχεία δυνάμενα να στοιχειοθετήσουν την ύπαρξη παρόμοιας μεθοδεύσεως, η ως άνω κανονιστική ρύθμιση δεν δικαιολογείται από την ανάγκη προλήψεως των καταχρηστικών πρακτικών.

      (βλ. σκέψεις 24-26, 32-35, 38-41 και διατακτ.)

    Top