Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62007CJ0171

    Περίληψη της αποφάσεως

    Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-171/07 και C-172/07

    Apothekerkammer des Saarlandes κ.λπ.

    κατά

    Saarland και Ministerium für Justiz, Gesundheit und Soziales

    (αιτήσεις του Verwaltungsgericht des Saarlandes για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Ελευθερία εγκαταστάσεως — Άρθρο 43 EΚ — Δημόσια υγεία — Φαρμακεία — Διατάξεις κατά τις οποίες μόνον πρόσωπα που έχουν την ιδιότητα του φαρμακοποιού δύνανται να εκμεταλλεύονται φαρμακείο — Δικαιολόγηση — Ασφαλής και με ποιοτικά εχέγγυα εφοδιασμός του πληθυσμού με φάρμακα — Επαγγελματική ανεξαρτησία των φαρμακοποιών»

    Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Y. Bot της 16ης Δεκεμβρίου 2008   I ‐ 4174

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 19ης Μαΐου 2009   I ‐ 4195

    Περίληψη της αποφάσεως

    Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Ελευθερία εγκαταστάσεως – Περιορισμοί

    (Άρθρα 43 ΕΚ και 48 ΕΚ)

    Τα άρθρα 43 ΕΚ και 48 ΕΚ δεν απαγορεύουν εθνική ρύθμιση μη επιτρέπουσα σε πρόσωπα τα οποία δεν έχουν την ιδιότητα του φαρμακοποιού να διατηρούν και να εκμεταλλεύονται φαρμακείο.

    Ασφαλώς, ένας τέτοιος κανόνας περί αποκλεισμού των μη φαρμακοποιών συνιστά περιορισμό κατά την έννοια του άρθρου 43 ΕΚ, καθόσον προβλέπει ότι μόνον πρόσωπα τα οποία έχουν την ιδιότητα του φαρμακοποιού δύνανται να εκμεταλλεύονται φαρμακεία και στερεί από τους λοιπούς επιχειρηματίες τη δυνατότητα ασκήσεως της μη μισθωτής αυτής δραστηριότητας εντός του οικείου κράτους μέλους. Πάντως, ο περιορισμός αυτός μπορεί να δικαιολογηθεί από την προστασία της δημόσιας υγείας και, ειδικότερα, από τον σκοπό που συνίσταται στην εγγύηση του ασφαλούς και με ποιοτικά εχέγγυα εφοδιασμού του πληθυσμού με φάρμακα.

    Συναφώς, οι θεραπευτικές ιδιότητες των φαρμάκων, οι οποίες διαφοροποιούν ουσιωδώς τα φάρμακα από τα λοιπά εμπορεύματα, έχουν ως αποτέλεσμα ότι, σε περίπτωση που τα φάρμακα λαμβάνονται χωρίς λόγο ή κατά τρόπο μη σύμφωνο με τις οδηγίες, ενδέχεται να προκαλέσουν σοβαρή βλάβη της υγείας, χωρίς ο ασθενής να είναι σε θέση να το αντιληφθεί κατά τη χορήγηση των φαρμάκων. Επιπλέον, η υπερβολική λήψη φαρμάκων ή η λήψη φαρμάκων κατά τρόπο μη σύμφωνο με τις οδηγίες συνεπάγεται σπατάλη οικονομικών πόρων, η οποία είναι ακόμη πιο επιζήμια αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ο φαρμακευτικός τομέας συνεπάγεται σημαντικά έξοδα και πρέπει να ανταποκρίνεται σε αυξανόμενες ανάγκες, ενώ οι διαθέσιμοι για την υγειονομική περίθαλψη οικονομικοί πόροι είναι πεπερασμένοι, ασχέτως του τρόπου. Συνεπώς, μεταξύ των οικονομικών αυτών πόρων και των κερδών των δραστηριοποιούμενων στον φαρμακευτικό τομέα επιχειρήσεων υπάρχει άμεση σχέση, διότι το κόστος των χορηγούμενων φαρμάκων καλύπτεται, στα περισσότερα κράτη μέλη, από τους οικείους οργανισμούς ασφαλίσεως κατά των ασθενειών.

    Ενόψει των κινδύνων αυτών για τη δημόσια υγεία και τη δημοσιονομική ισορροπία των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν στα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται η λιανική διανομή των φαρμάκων αυστηρές προϋποθέσεις όσον αφορά τον τρόπο διαθέσεώς τους στο εμπόριο και την επίτευξη κερδών. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη μπορούν, κατ’ αρχήν, να αναθέτουν αποκλειστικά στους φαρμακοποιούς τη λιανική πώληση φαρμάκων, λόγω του ότι αυτοί πρέπει να παρέχουν ορισμένα εχέγγυα και λόγω του ότι πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν ορισμένες πληροφορίες στον καταναλωτή.

    Συναφώς, λαμβανομένης υπόψη της ελευθερίας που αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη να αποφασίζουν για τον βαθμό προστασίας της δημόσιας υγείας, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν όπως η διανομή των φαρμάκων γίνεται από φαρμακοποιούς που απολαύουν πραγματικής επαγγελματικής ανεξαρτησίας. Τα κράτη μέλη μπορούν, επίσης, να λαμβάνουν μέτρα για την εξάλειψη ή τον περιορισμό του κινδύνου προσβολής της ανεξαρτησίας αυτής, στο μέτρο που μια τέτοια προσβολή θα μπορούσε να επηρεάσει το επίπεδο της ασφάλειας και της ποιότητας του εφοδιασμού του πληθυσμού με φάρμακα.

    Δεδομένου ότι σε αντίθεση προς τους φαρμακοποιούς, οι μη φαρμακοποιοί δεν έχουν, εξ ορισμού, κατάρτιση, εμπειρία και ευθύνη αντίστοιχη με εκείνη των φαρμακοποιών και, επομένως, δεν παρέχουν τα ίδια εχέγγυα με τους φαρμακοποιούς, τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο του περιθωρίου εκτιμήσεως που διαθέτουν, μπορούν να θεωρήσουν ότι η εκμετάλλευση φαρμακείων από μη φαρμακοποιούς, σε αντίθεση προς την εκμετάλλευση φαρμακείων από φαρμακοποιούς, ενδέχεται να αντιπροσωπεύει έναν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και ειδικότερα για την ασφάλεια και την ποιότητα της λιανικής διανομής των φαρμάκων, δεδομένου ότι η επίτευξη κέρδους στο πλαίσιο αυτής της εκμεταλλεύσεως δεν αντισταθμίζεται από στοιχεία όπως η κατάρτιση, η επαγγελματική εμπειρία και η ευθύνη, τα οποία χαρακτηρίζουν τη δραστηριότητα των φαρμακοποιών.

    Καθόσον δεν αποδείχθηκε ότι κάποιο άλλο μέτρο λιγότερο περιοριστικό της ελευθερίας την οποία κατοχυρώνει το άρθρο 43 EΚ, πλην του κανόνα περί αποκλεισμού των μη φαρμακοποιών, είναι ικανό να διασφαλίσει κατά τρόπο εξίσου αποτελεσματικό το επίπεδο ασφάλειας και ποιότητας του εφοδιασμού του πληθυσμού με φάρμακα το οποίο απορρέει από την εφαρμογή του ως άνω κανόνα, η επίδικη στην κύρια δίκη εθνική ρύθμιση είναι κατάλληλη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και δεν υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρο.

    Ειδικότερα, ένα κράτος μέλος μπορεί να κρίνει ότι υφίσταται κίνδυνος παραβάσεως ή καταστρατηγήσεως, στην πράξη, των νομοθετικών διατάξεων που σκοπούν στη διασφάλιση της επαγγελματικής ανεξαρτησίας των φαρμακοποιών. Ομοίως, οι κίνδυνοι για την ασφάλεια και την ποιότητα του εφοδιασμού του πληθυσμού με φάρμακα δεν μπορούν να αποτραπούν, κατά τρόπο εξίσου αποτελεσματικό, με την επιβολή της υποχρεώσεως συνάψεως συμβάσεως ασφαλίσεως, διότι το μέσον αυτό δεν θα εμπόδιζε, κατ’ ανάγκη, τον οικείο φορέα εκμεταλλεύσεως να ασκεί επιρροή επί των μισθωτών φαρμακοποιών

    (βλ. σκέψεις 24, 27-28, 31-35, 37-39, 54, 57-58 και διατακτ.)

    Top