EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62006CJ0194

Περίληψη της αποφάσεως

Υπόθεση C-194/06

Staatssecretaris van Financiën

κατά

Orange European Smallcap Fund NV

(αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Άρθρα 56 ΕΚ έως 58 ΕΚ — Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων — Φορολόγηση των μερισμάτων — Αντιστάθμιση χορηγηθείσα σε οργανισμό συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα λόγω παρακρατήσεων στην πηγή που πραγματοποίησε άλλο κράτος μέλος επί των μερισμάτων που εισέπραξε ο οργανισμός αυτός — Περιορισμός της εν λόγω αντισταθμίσεως στο ποσό το οποίο θα μπορούσε να εκπέσει από τον φόρο εισοδήματος μέτοχος που κατοικεί στο κράτος εγκαταστάσεως του οργανισμού αυτού, ο οποίος πραγματοποίησε επένδυση χωρίς τη μεσολάβηση τέτοιου οργανισμού, δυνάμει συμβάσεως για την αποφυγή της διπλής φορολογίας — Περιορισμός της εν λόγω αντισταθμίσεως κατά την αναλογία της συμμετοχής μετόχων κατοίκων αλλοδαπής στο κεφάλαιο του οργανισμού αυτού»

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Y. Bot της 3ης Ιουλίου 2007   I - 3754

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 20ής Μαΐου 2008   I - 3786

Περίληψη της αποφάσεως

  1. Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων – Περιορισμοί – Φορολογική νομοθεσία – Φόρος εισοδήματος εταιριών – Φορολόγηση των μερισμάτων που καταβάλλονται στους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων

    (Άρθρα 56 ΕΚ και 58 ΕΚ)

  2. Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων – Περιορισμοί – Φορολογική νομοθεσία – Φόρος εισοδήματος εταιριών – Φορολόγηση των μερισμάτων που καταβάλλονται στους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων

    (Άρθρα 56 ΕΚ και 58 ΕΚ)

  3. Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων – Περιορισμοί – Έννοια – Πανομοιότυπη ερμηνεία στο πλαίσιο των σχέσεων με τις τρίτες χώρες και στις ενδοκοινοτικές σχέσεις – Όρια

    (Άρθρο 56 § 1 ΕΚ)

  4. Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων – Περιορισμοί στις κινήσεις κεφαλαίων προς ή από τρίτες χώρες – Περιορισμοί στις κινήσεις κεφαλαίων που αφορούν άμεσες επενδύσεις υφιστάμενες στις 31 Δεκεμβρίου 1993 – Έννοια του όρου «άμεσες επενδύσεις»

    (Άρθρο 57 § 1 ΕΚ)

  1.  Τα άρθρα 56 ΕΚ και 58 ΕΚ δεν απαγορεύουν νομοθεσία κράτους μέλους η οποία, ενώ προβλέπει, υπέρ των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφος του κράτους μέλους αυτού, αντιστάθμιση η οποία σκοπεί στο να ληφθεί υπόψη ο φόρος που παρακράτησε στην πηγή άλλο κράτος μέλος επί των μερισμάτων που καταβλήθηκαν στους οργανισμούς αυτούς, περιορίζει την αντιστάθμιση αυτή στο ποσό το οποίο ένα φυσικό πρόσωπο που κατοικεί στο έδαφος του ως άνω πρώτου κράτους μέλους θα μπορούσε να συμψηφίσει, λόγω παρόμοιων παρακρατήσεων, βάσει συμβάσεως για την πρόληψη της διπλής φορολογίας συναφθείσας με το άλλο κράτος μέλος αυτό.

    Βεβαίως, αποκλείοντας τα προερχόμενα από ορισμένα κράτη μέλη μερίσματα από την αντιστάθμιση που αφορά τη φορολόγηση στην πηγή των εισπραχθέντων στο εξωτερικό μερισμάτων, μια τέτοια νομοθεσία καθιστά την επένδυση εντός των κρατών μελών αυτών λιγότερο ελκυστική από την επένδυση εντός των κρατών μελών τα οποία προβαίνουν σε φορολόγηση των μερισμάτων συνεπαγόμενη την αντιστάθμιση αυτή. Συνεπώς, η εν λόγω νομοθεσία είναι ικανή να αποτρέψει έναν οργανισμό συλλογικών επενδύσεων από επενδύσεις εντός των κρατών μελών τα οποία προβαίνουν σε φορολόγηση των μερισμάτων που δεν συνεπάγεται την αντιστάθμιση, οπότε συνιστά περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων απαγορευόμενο, κατ’ αρχήν, από το άρθρο 56 ΕΚ.

    Ωστόσο, μια τέτοια νομοθεσία σκοπεί στην κατά το δυνατόν εξομοίωση της φορολογικής μεταχειρίσεως των μερισμάτων που εισπράττει ο μέτοχος που έχει πραγματοποιήσει άμεση επένδυση και αυτής των μερισμάτων που εισπράττει ο μέτοχος ο οποίος έχει επενδύσει μέσω οργανισμού συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα, προκειμένου να αποφύγει το να θεωρηθεί η επένδυση στο εξωτερικό που πραγματοποιεί ένας τέτοιος οργανισμός λιγότερο ελκυστική από μια άμεση επένδυση. Υπό το πρίσμα της εν λόγω νομοθεσίας, η κατάσταση του οργανισμού συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα, οσάκις εισπράττει μερίσματα προερχόμενα από τα κράτη μέλη με τα οποία το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο οργανισμός αυτός έχει συνάψει σύμβαση προβλέπουσα το δικαίωμα των μετόχων φυσικών προσώπων να συμψηφίζουν τον φόρο που επιβάλλουν τα κράτη μέλη αυτά επί των μερισμάτων με τον φόρο εισοδήματος τον οποίο οι ως άνω μέτοχοι οφείλουν στο κράτος μέλος εγκαταστάσεως, είναι διαφορετική από εκείνη στην οποία βρίσκεται ο οργανισμός αυτός οσάκις εισπράττει μερίσματα προερχόμενα από τα κράτη μέλη με τα οποία δεν έχει συναφθεί τέτοια σύμβαση, μερίσματα για τα οποία το δικαίωμα αυτό συνεπώς δεν προβλέπεται. Πράγματι, αν δεν προβλεπόταν η αντιστάθμιση, θα υπήρχε πιθανότητα να είναι η επιλογή περί πραγματοποιήσεως επενδύσεως μέσω οργανισμού συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα λιγότερο πλεονεκτική για έναν μέτοχο φυσικό πρόσωπο απ’ ό,τι μια άμεση επένδυση, μόνον προκειμένου περί επενδύσεων εντός των κρατών μελών με τα οποία έχει συναφθεί τέτοια διμερής φορολογική σύμβαση. Αντιθέτως, όσον αφορά τα κράτη μέλη με τα οποία το κράτος μέλος εγκαταστάσεως ενός τέτοιου οργανισμού δεν έχει συνάψει τέτοια σύμβαση, η επιλογή ενός φυσικού προσώπου να πραγματοποιήσει επένδυση μέσω τέτοιου οργανισμού δεν συνεπάγεται τον κίνδυνο απωλείας πλεονεκτήματος του οποίου θα είχε τύχει αν είχε επιλέξει άμεση επένδυση εντός των εν λόγω κρατών μελών. Κατά συνέπεια, η κατάσταση αυτή δεν είναι αντικειμενικώς συγκρίσιμη προς αυτή στην οποία το κράτος μέλος εγκαταστάσεως του οργανισμού αυτού έχει συνάψει τέτοια φορολογική σύμβαση.

    Επομένως, στην περίπτωση νομοθεσίας με την οποία, προκειμένου να εξομοιωθεί κατά το δυνατόν η φορολογική μεταχείριση των αμέσων επενδύσεων και αυτή των επενδύσεων που πραγματοποιούνται μέσω των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, ένα κράτος μέλος αποφάσισε να χορηγήσει στους οργανισμούς αυτούς αντιστάθμιση για τις φορολογικές παρακρατήσεις που πραγματοποιούνται στην πηγή επί των μερισμάτων που προέρχονται από τα κράτη μέλη έναντι των οποίων έχει δεσμευθεί, στο πλαίσιο διμερών συμβάσεων, να επιτρέπει στα φυσικά πρόσωπα να συμψηφίζουν τις εν λόγω παρακρατήσεις με τον φόρο εισοδήματος τον οποίο οφείλουν κατ’ εφαρμογή του εθνικού του δικαίου, τα άρθρα 56 ΕΚ και 58 ΕΚ δεν απαγορεύουν στο κράτος μέλος αυτό να αποκλείει την εν λόγω αντιστάθμιση, όσον αφορά τα μερίσματα που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη με τα οποία δεν έχει συνάψει διμερείς συμβάσεις περιλαμβάνουσες τέτοιες διατάξεις, κατά το μέτρο που δεν πρόκειται περί αντικειμενικώς συγκρίσιμων καταστάσεων.

    (βλ. σκέψεις 56, 60-65, διατακτ. 1)

  2.  Τα άρθρα 56 ΕΚ και 58 ΕΚ απαγορεύουν νομοθεσία κράτους μέλους η οποία, ενώ προβλέπει, υπέρ των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους, αντιστάθμιση η οποία σκοπεί στο να ληφθεί υπόψη ο φόρος που παρακράτησε στην πηγή άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα επί των μερισμάτων που καταβλήθηκαν στους οργανισμούς αυτούς, μειώνει την αντιστάθμιση αυτή, αν και καθόσον οι μέτοχοι των εν λόγω οργανισμών είναι φυσικά πρόσωπα που κατοικούν ή νομικά πρόσωπα εγκατεστημένα εντός άλλων κρατών μελών ή εντός τρίτων χωρών, εφόσον η μείωση αυτή, αφού έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του συνολικού ποσού των διανεμητέων κερδών, θίγει αδιακρίτως όλους τους μετόχους των εν λόγω οργανισμών.

    Συγκεκριμένα, μια τέτοια μείωση της αντισταθμίσεως κατά την αναλογία του κεφαλαίου την οποία κατέχουν οι μέτοχοι που κατοικούν ή είναι εγκατεστημένοι εντός άλλου κράτους μέλους συνιστά περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, απαγορευόμενο κατ’ αρχήν από το άρθρο 56 ΕΚ, κατά το μέτρο που μπορεί να αποτελεί εμπόδιο για την εκ μέρους ενός οργανισμού συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα συλλογή κεφαλαίων εντός άλλων κρατών μελών πλην του κράτους μέλους εντός του οποίου είναι εγκατεστημένος ο οργανισμός αυτός και μπορεί επίσης να αποτρέπει τους επενδυτές από τα άλλα κράτη μέλη αυτά από την απόκτηση συμμετοχής στο κεφάλαιο αυτού.

    Η εκ μέρους κράτους μέλους άσκηση της φορολογικής του αρμοδιότητας επί των μερισμάτων που καταβάλλουν οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στο έδαφος του κράτους μέλους αυτού τόσο ως προς τους μετόχους που κατοικούν εντός του εν λόγω κράτους μέλους όσο και ως προς τους μετόχους που κατοικούν ή είναι εγκατεστημένοι εντός άλλων κρατών μελών δικαιολογεί, στην περίπτωση που προβλέπεται τέτοια αντιστάθμιση, την ανάγκη επεκτάσεως της αντισταθμίσεως αυτής ως προς τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα οι οποίοι έχουν μετόχους που δεν κατοικούν ή δεν είναι εγκατεστημένοι εντός του κράτους μέλους αυτού.

    Μολονότι μια τέτοια νομοθεσία έχει ως σκοπό να διακρίνει μεταξύ των μετόχων των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων αναλόγως του αν κατοικούν στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή, προκειμένου η αντιστάθμιση της οποίας οι μέτοχοι αυτοί τυγχάνουν λόγω της διανομής κερδών από τους οργανισμούς αυτούς να είναι ανάλογη με το ύψος του φόρου στον οποίο οι μεν και οι δε υπόκεινται εντός του κράτους μέλους εγκαταστάσεως των οργανισμών αυτών, επισημαίνεται ότι η μείωση της αντισταθμίσεως αυτής κατά την αναλογία του κεφαλαίου των εν λόγω οργανισμών την οποία κατέχουν μέτοχοι που κατοικούν ή είναι εγκατεστημένοι εντός άλλων κρατών μελών δεν καθιστά δυνατή την επίτευξη του σκοπού αυτού. Πράγματι, η μείωση αυτή θίγει αδιακρίτως όλους τους μετόχους των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα, αφού έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του συνολικού ποσού των διανεμητέων κερδών.

    Η μείωση των φορολογικών εσόδων από τα μερίσματα τα οποία καταβάλλουν οι εγκατεστημένες εντός άλλων κρατών μελών εταιρίες δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιτακτικός λόγος γενικού συμφέροντος που μπορεί να προβληθεί για τη δικαιολόγηση μέτρου το οποίο αντιβαίνει σε θεμελιώδη ελευθερία.

    Η λύση που αφορά τις περιπτώσεις στις οποίες οι μέτοχοι ενός οργανισμού συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα κατοικούν ή είναι εγκατεστημένοι εντός άλλων κρατών μελών μπορεί να έχει επίσης εφαρμογή στις περιπτώσεις που οι μέτοχοι ενός οργανισμού συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα κατοικούν ή είναι εγκατεστημένοι εντός τρίτων χωρών.

    Κατά το μέτρο που, αφενός, ένα κράτος μέλος υποβάλλει στον φόρο επί των μερισμάτων τα μερίσματα τα οποία διανέμει οργανισμός συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα εγκατεστημένος στο έδαφός του στους μετόχους που κατοικούν ή είναι εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες και που, αφετέρου, η αντιστάθμιση που χορηγείται σ’ έναν τέτοιο οργανισμό μειώνεται κατά την αναλογία του κεφαλαίου του οργανισμού αυτού την οποία κατέχουν οι ως άνω μέτοχοι, χωρίς η φορολογική μεταχείριση των εν λόγω μετόχων εντός των τρίτων χωρών να ασκεί επιρροή συναφώς, η ανάγκη διασφαλίσεως αποτελεσματικών φορολογικών ελέγχων δεν μπορεί να δικαιολογήσει έναν τέτοιο περιορισμό των κινήσεων κεφαλαίων προς ή από τρίτες χώρες.

    Ακόμη και αν υποτεθεί ότι μπορεί να γίνει επίκληση της αποφυγής της μειώσεως των φορολογικών εσόδων προκειμένου να δικαιολογηθεί ο περιορισμός των κινήσεων κεφαλαίων προς ή από τρίτες χώρες, η δικαιολόγηση αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη, κατά το μέτρο που η εν λόγω μείωση παράγει αποτελέσματα αδιακρίτως έναντι όλων των μετόχων του οικείου οργανισμού συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα, είτε κατοικούν ή είναι εγκατεστημένοι εντός κρατών μελών είτε κατοικούν ή είναι εγκατεστημένοι εντός τρίτων χωρών.

    Όσον αφορά μια τέτοια νομοθεσία, δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι οι αλλοδαποί μέτοχοι του οργανισμού συλλογικών επενδύσεων φορολογικού χαρακτήρα κατοικούν ή είναι εγκατεστημένοι εντός κράτους με το οποίο το κράτος μέλος εγκαταστάσεως του οργανισμού αυτού έχει συνάψει σύμβαση προβλέπουσα, υπό τον όρο αμοιβαιότητας, τον συμψηφισμό των φορολογικών παρακρατήσεων που πραγματοποιήθηκαν στην πηγή επί των μερισμάτων.

    (βλ. σκέψεις 72, 74, 79, 82, 84, 92-97, 108, 113-114, διατακτ. 2)

  3.  Η έννοια των περιορισμών στις κινήσεις κεφαλαίων πρέπει να ερμηνεύεται κατά τον ίδιο τρόπο όσον αφορά τις σχέσεις των κρατών μελών με τρίτες χώρες και όσον αφορά τις σχέσεις των κρατών μελών μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, μολονότι η ελευθέρωση των κινήσεων κεφαλαίων από και προς τις τρίτες χώρες επιδιώκει, βέβαια, και άλλους σκοπούς, πέραν της υλοποιήσεως της εσωτερικής αγοράς, ιδίως δε τη διασφάλιση της αξιοπιστίας του ενιαίου κοινοτικού νομίσματος στις παγκόσμιες αγορές και τη διατήρηση, εντός των κρατών μελών, παγκοσμίου βεληνεκούς χρηματοοικονομικών κέντρων, όταν η εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων επεκτάθηκε, με το άρθρο 56, παράγραφος 1, ΕΚ, στις κινήσεις κεφαλαίων μεταξύ τρίτων χωρών και κρατών μελών, τα κράτη μέλη επέλεξαν, για την κατοχύρωση της αρχής αυτής, το ίδιο άρθρο και την ίδια διατύπωση τόσο για τις κινήσεις κεφαλαίων στο εσωτερικό της Κοινότητας όσο και για τις κινήσεις κεφαλαίων από και προς τις τρίτες χώρες.

    Ωστόσο, το νομικό πλαίσιο των κινήσεων κεφαλαίων από και προς τις τρίτες χώρες διαφέρει από αυτό των κινήσεων που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό της Κοινότητας, δεδομένου ότι, λόγω του βαθμού της νομοθετικής ολοκληρώσεως που έχει επιτευχθεί μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, ιδίως δε της υπάρξεως κοινοτικών νομοθετικών ρυθμίσεων που αποσκοπούν στη συνεργασία των εθνικών φορολογικών αρχών, η φορολόγηση, από κράτος μέλος, των διασυνοριακού χαρακτήρα οικονομικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό της Κοινότητας δεν είναι πάντοτε συγκρίσιμη προς αυτή των οικονομικών δραστηριοτήτων που άπτονται των σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών. Δεν αποκλείεται, επίσης, ένα κράτος μέλος να είναι σε θέση να αποδείξει ότι ένας περιορισμός στην κίνηση κεφαλαίων προς ή από τρίτες χώρες δικαιολογείται από λόγους που δεν θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν περιορισμό στις κινήσεις κεφαλαίων μεταξύ των κρατών μελών.

    (βλ. σκέψεις 87-90)

  4.  Ένας περιορισμός εμπίπτει στο άρθρο 57, παράγραφος 1, ΕΚ, ως περιορισμός στις κινήσεις κεφαλαίων που αφορούν άμεσες επενδύσεις, εφόσον αναφέρεται στις πάσης φύσεως επενδύσεις στις οποίες προβαίνουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα και οι οποίες χρησιμεύουν στη δημιουργία ή στη διατήρηση σταθερών και αμέσων σχέσεων μεταξύ του επενδυτή και της επιχειρήσεως για την οποία προορίζονται τα κεφάλαια αυτά, προς άσκηση οικονομικής δραστηριότητας.

    (βλ. σκέψη 102, διατακτ. 3)

Top