Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62003CJ0451

    Περίληψη της αποφάσεως

    Λέξεις κλειδιά
    Περίληψη

    Λέξεις κλειδιά

    1. Ανταγωνισμός — Δημόσιες επιχειρήσεις και επιχειρήσεις στις οποίες στα κράτη μέλη έχουν χορηγήσει ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα — Δημιουργία δεσπόζουσας θέσεως

    (Άρθρα 82 ΕΚ και 86 § 1 ΕΚ)

    2. Προδικαστικά ερωτήματα — Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου

    3. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων — Ελευθερία εγκαταστάσεως — Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών

    (Άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ)

    4. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Έννοια

    (Άρθρο 87 § 1 ΕΚ)

    Περίληψη

    1. Το γεγονός και μόνον της δημιουργίας δεσπόζουσας θέσεως μέσω της χορηγήσεως ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων, κατά την έννοια του άρθρου 86, παράγραφος 1, ΕΚ, δεν είναι, αυτό καθεαυτό, ασύμβατο με το άρθρο 82 ΕΚ. Ένα κράτος μέλος παραβιάζει τις επιβαλλόμενες από αυτές τις δύο διατάξεις απαγορεύσεις, μόνον όταν η σχετική επιχείρηση καταλήγει, μέσω απλώς της ασκήσεως των ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων που της έχουν χορηγηθεί, στο να εκμεταλλεύεται τη δεσπόζουσα θέση της κατά τρόπο καταχρηστικό ή όταν αυτά τα δικαιώματα είναι ικανά να δημιουργήσουν μια κατάσταση στο πλαίσιο της οποίας η επιχείρηση αυτή ωθείται σε μια τέτοια καταχρηστική συμπεριφορά.

    (βλ. σκέψη 23)

    2. Όταν, στο πλαίσιο ενός προδικαστικού ερωτήματος, το σύνολο των στοιχείων της επίμαχης στην κύρια δίκη δραστηριότητας περιορίζεται στο εσωτερικό ενός και μόνον κράτους μέλους, η σχετική απάντηση μπορεί να είναι χρήσιμη στο αιτούν δικαστήριο, ιδίως στην περίπτωση όπου το εθνικό του δίκαιο θα επέβαλε, ο υπήκοος του εν λόγω κράτους μέλους να απολαύει των ιδίων δικαιωμάτων με αυτά που υπήκοος άλλου κράτους μέλους θα αντλούσε από το κοινοτικό δίκαιο στο πλαίσιο της ιδίας καταστάσεως. Επομένως, τέτοιο ερώτημα πρέπει να κριθεί παραδεκτό εφόσον επιβάλλεται έτσι να εξεταστεί το ζήτημα εάν αντίκειται προς τις διατάξεις της Συνθήκης, των οποίων ζητείται η ερμηνεία, η εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας, όπως η επίμαχη της κύριας δίκης, στο μέτρο που αυτή θα εφαρμοζόταν επί προσώπων κατοικούντων σε άλλα κράτη μέλη.

    (βλ. σκέψεις 28-30)

    3. Τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ πρέπει να ερμηνευτούν υπό την έννοια ότι αντίκειται προς αυτά μια εθνική νομοθεσία που επιφυλάσσει, κατά τρόπο αποκλειστικό, το δικαίωμα ασκήσεως ορισμένων δραστηριοτήτων παροχής συμβουλών και αρωγής σε φορολογικά θέματα στα Κέντρα Φορολογικής Αρωγής (CAF), τα οποία πρέπει να συνιστώνται υπό τη μορφή ανωνύμων εταιριών, να ασκούν τις δραστηριότητές τους κατόπιν αδείας του Υπουργείου Οικονομικών ενώ η σύστασή τους είναι δυνατή μόνον από τα υποκείμενα δικαίου που μνημονεύονται σε νομοθετικό διάταγμα. Πράγματι, μια τέτοια νομοθεσία, αφενός, εμποδίζει απολύτως την πρόσβαση στη σχετική αγορά υπηρεσιών στους εγκατεστημένους σε άλλα κράτη μέλη επιχειρηματίες και, αφετέρου, περιορίζοντας τη δυνατότητα συστάσεως CAF μόνο σε ορισμένα υποκείμενα δικαίου που πληρούν αυστηρές προδιαγραφές, και δη σε ορισμένα από τα υποκείμενα αυτά που έχουν την έδρα τους εντός του οικείου κράτους μέλους, είναι πράγματι δυνατό να καθιστά δυσχερέστερη, αν όχι να εμποδίζει πλήρως, την άσκηση εκ μέρους επιχειρηματιών από άλλα κράτη μέλη του δικαιώματός τους εγκαταστάσεως στο εν λόγω κράτος μέλος με σκοπό την παροχή τέτοιων υπηρεσιών.

    (βλ. σκέψεις 7, 33-34, 50, διατακτ. 1)

    4. Το μέτρο με το οποίο ένα κράτος μέλος προβλέπει την καταβολή αποζημιώσεως βαρύνουσας τον κρατικό προϋπολογισμό υπέρ ορισμένων επιχειρήσεων επιφορτισμένων να παρέχουν αρωγή στους φορολογουμένους, όσον αφορά την κατάρτιση και τη διαβίβαση φορολογικών δηλώσεων στην αρμόδια φορολογική υπηρεσία, πρέπει να χαρακτηριστεί ως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ όταν, αφενός, το ύψος της αποζημιώσεως υπερβαίνει το ποσό που είναι αναγκαίο για την κάλυψη όλου ή μέρους των δαπανών που προκύπτουν από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εσόδων καθώς και ενός εύλογου για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών κέρδους, και, αφετέρου, η αποζημίωση δεν καθορίζεται βάσει αναλύσεως των δαπανών που φέρει μια μέση επιχείρηση, με χρηστή διοίκηση και καταλλήλως εξοπλισμένη με τα αναγκαία για την ικανοποίηση των απαιτήσεων δημόσιας υπηρεσίας μέσα, όσον αφορά την εκπλήρωση αυτών των υποχρεώσεων, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εσόδων καθώς και ενός εύλογου για την εκπλήρωση αυτών των υποχρεώσεων κέρδους.

    (βλ. σκέψη 72, διατακτ. 2)

    Top