EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62002TJ0237

Περίληψη της αποφάσεως

Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1. Διαδικασία — Παρέμβαση — Διαφορετικά επιχειρήματα από εκείνα του υπέρ ου η παρέμβαση διαδίκου

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 40, εδ. 4· Κανονισμός Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, άρθρο 116 § 3)

2. Ευρωπαϊκές Κοινότητες — Κοινοτικά όργανα — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4)

Περίληψη

1. Το άρθρο 40, τέταρτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου, το οποίο εφαρμόζεται και στο Πρωτοδικείο δυνάμει του άρθρου 53 του ίδιου οργανισμού, και το άρθρο 116, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου δεν απαγορεύουν την προβολή από τον παρεμβαίνοντα επιχειρημάτων διαφορετικών από αυτά του υπέρ ου η παρέμβαση διαδίκου, υπό την προϋπόθεση όμως ότι δεν τροποποιούν το πλαίσιο της διαφοράς και ότι η παρέμβαση σκοπεί πάντα στη στήριξη των αιτημάτων του υπέρ ου η παρέμβαση διαδίκου.

(βλ. σκέψη 40)

2. Το γεγονός και μόνον ότι ένα έγγραφο στο οποίο ζητείται πρόσβαση βάσει του κανονισμού 1049/2001, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αφορά συμφέρον που προστατεύεται από εξαίρεση δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την εφαρμογή της εξαιρέσεως αυτής. Η εν λόγω εφαρμογή μπορεί, καταρχήν, να δικαιολογηθεί μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το κοινοτικό όργανο έχει προηγουμένως εκτιμήσει, πρώτον, κατά πόσον η πρόσβαση στο έγγραφο θα έθιγε κατά τρόπο συγκεκριμένο και πραγματικό το προστατευόμενο συμφέρον και, δεύτερον, στις περιπτώσεις του άρθρου 4, παράγραφοι 2 και 3, του εν λόγω κανονισμού, ότι δεν υπάρχει υπέρτερο δημόσιο συμφέρον που να δικαιολογεί τη δημοσιοποίηση του εν λόγω εγγράφου. Επιπλέον, ο κίνδυνος προσβολής του προστατευόμενου συμφέροντος πρέπει να μπορεί να προβλεφθεί ευλόγως και να μην είναι καθαρά υποθετικός. Κατά συνέπεια, η εξέταση στην οποία πρέπει να προβαίνει το κοινοτικό όργανο προκειμένου να εφαρμόσει μια εξαίρεση πρέπει να πραγματοποιείται κατά τρόπο συγκεκριμένο και να προκύπτει από την αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως. Επιπλέον, από τον κανονισμό αυτό προκύπτει ότι όλες οι εξαιρέσεις του άρθρου 4, παράγραφοι 1 έως 3, προορίζονται για εφαρμογή «σε ένα έγγραφο». Αυτή η συγκεκριμένη εξέταση πρέπει, συνεπώς, να πραγματοποιείται για κάθε έγγραφο που αφορά η αίτηση.

Εξάλλου, μόνο μια συγκεκριμένη και εξατομικευμένη εξέταση, αντιθέτως προς μια αφηρημένη και γενική εξέταση, μπορεί να παράσχει στο όργανο τη δυνατότητα να εκτιμήσει τη δυνατότητα χορηγήσεως στον αιτούντα μερικής προσβάσεως στα έγγραφα, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 6, του ίδιου αυτού κανονισμού και, όσον αφορά την εφαρμογή ratione temporis των εξαιρέσεων από το δικαίωμα προσβάσεως, το άρθρο 4, παράγραφος 7, του εν λόγω κανονισμού προβλέπει ότι οι εξαιρέσεις των παραγράφων 1 έως 3 του ίδιου άρθρου έχουν εφαρμογή μόνον ενόσω η προστασία δικαιολογείται «ως εκ του περιεχομένου του εγγράφου».

Η υποχρέωση ενός κοινοτικού οργάνου να προβεί σε συγκεκριμένη και εξατομικευμένη εκτίμηση του περιεχομένου των εγγράφων που αφορά η αίτηση προσβάσεως αποτελεί λύση αρχής, η οποία έχει εφαρμογή σε όλες τις εξαιρέσεις του άρθρου 4, παράγραφοι 1 έως 3 του εν λόγω κανονισμού, ανεξαρτήτως του τομέα στον οποίο εμπίπτουν τα οικεία έγγραφα, είτε δηλαδή πρόκειται, μεταξύ άλλων, για συμπράξεις, είτε για έλεγχο κρατικών ενισχύσεων. Ενδέχεται η εξέταση αυτή να μην είναι αναγκαία όταν, λόγω των ιδιαίτερων περιστάσεων της υποθέσεως, είναι προφανές ότι η πρόσβαση πρέπει να αποκλεισθεί ή, αντιθέτως, να επιτραπεί. Αυτό θα μπορούσε να ισχύει, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση κατά την οποία ορισμένα έγγραφα καλύπτονται προφανώς στο σύνολό τους από εξαίρεση είτε, αντιστρόφως, επιτρέπεται προδήλως η πρόσβαση στο σύνολό τους, είτε, τέλος, έχουν αποτελέσει στο παρελθόν αντικείμενο συγκεκριμένης και εξατομικευμένης εκτιμήσεως από την Επιτροπή υπό παρεμφερείς περιστάσεις. Εξαίρεση από την υποχρέωση εξετάσεως μπορεί, εξάλλου, να γίνει δεκτή κατ’ εξαίρεση και μόνον όταν η διοικητική επιβάρυνση την οποία συνεπάγεται η συγκεκριμένη και εξατομικευμένη εξέταση των εγγράφων αποβαίνει ιδιαιτέρως σημαντική, υπερβαίνοντας τα όρια των εύλογων απαιτήσεων.

(βλ. σκέψεις 77-79, 85-86, 94)

Top