Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62002CJ0157

    Περίληψη της αποφάσεως

    Λέξεις κλειδιά
    Περίληψη

    Λέξεις κλειδιά

    1. Πράξεις των οργάνων – Οδηγίες – Άμεσο αποτέλεσμα – Δυνατότητα επικλήσεως μιας οδηγίας έναντι νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου ελεγχόμενου από το κράτος και επιφορτισμένου με την είσπραξη των διοδίων για δημόσια οδικά δίκτυα

    (Άρθρο 249, εδ. 3, ΕΚ)

    2. Μεταφορές – Οδικές μεταφορές – Φορολογικές διατάξεις – Εναρμόνιση των νομοθεσιών – Οδηγίες 93/89 και 1999/62 – Διόδια και τέλη χρήσεως εισπραττόμενα λόγω της χρησιμοποιήσεως ορισμένων υποδομών – Άμεσο αποτέλεσμα της απαγορεύσεως διακρίσεων λόγω ιθαγενείας του μεταφορέα ή της προελεύσεως ή προορισμού της μεταφοράς – Δεν υφίσταται άμεσο αποτέλεσμα όσον αφορά την αρχή του συνδέσμου μεταξύ του τέλους διοδίου και του κόστους της υποδομής

    (Οδηγίες του Συμβουλίου 93/89, άρθρα 7, στοιχ. β΄ και η΄, 8 § 2, στοιχ. ε΄, και 9, και 1999/62, άρθρα 7 §§ 4 και 9)

    3. Μεταφορές – Οδικές μεταφορές – Φορολογικές διατάξεις – Εναρμόνιση των νομοθεσιών – Οδηγίες 93/89 και 1999/62 – Διόδια και τέλη χρήσεως εισπραττόμενα λόγω της χρησιμοποιήσεως ορισμένων υποδομών – Απαγόρευση διακρίσεων λόγω της ιθαγενείας του μεταφορέα ή της προελεύσεως ή του προορισμού της μεταφοράς – Δυνατότητα εφαρμογής επί των ημεδαπών μεταφορέων

    (Οδηγίες του Συμβουλίου 93/89, άρθρο 7, στοιχ. β΄, και 1999/62, άρθρο 7 § 4)

    4. Μεταφορές – Οδικές μεταφορές – Φορολογικές διατάξεις – Εναρμόνιση των νομοθεσιών – Οδηγία 93/89 – Φορολογικές επιβαρύνσεις επί ορισμένων οχημάτων χρησιμοποιουμένων για την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και οδικές επιβαρύνσεις για τη χρησιμοποίηση ορισμένων υποδομών – Απόφαση του Δικαστηρίου ακυρώνουσα την εν λόγω οδηγία – Αποτέλεσμα

    (Άρθρο 231, εδ. 2, ΕΚ· οδηγίες του Συμβουλίου 93/89 και 1999/62)

    5. Μεταφορές – Οδικές μεταφορές – Φορολογικές διατάξεις – Εναρμόνιση των νομοθεσιών – Οδηγία 1999/62 – Φορολόγηση φορτηγών λόγω χρησιμοποιήσεως ορισμένων υποδομών – Αποτελέσματα μιας οδηγίας πριν από την εκπνοή της προθεσμίας μεταφοράς της στην εσωτερική έννομη τάξη –Υποχρέωση των κρατών μελών να μη θεσπίζουν διατάξεις δυνάμενες να διακυβεύσουν το επιτασσόμενο από την οδηγία αποτέλεσμα – Άμεσο αποτέλεσμα – Δεν υφίσταται

    (Άρθρα 10, εδ. 2, ΕΚ και 249, εδ. 3, ΕΚ· οδηγία 1999/62 του Συμβουλίου)

    Περίληψη

    1. Κατά τη σύναψη συμβάσεων με χρήστες μιας οδού, είναι δυνατό να προβληθούν κατά νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου οι δυνάμενες να έχουν άμεσο αποτέλεσμα διατάξεις μιας οδηγίας όταν το Δημόσιο έχει αναθέσει σ’ αυτό το νομικό πρόσωπο την αποστολή της εισπράξεως διοδίων για τη χρήση δημοσίων οδικών δικτύων και το ίδιο ελέγχει, κατά τρόπο άμεσο ή έμμεσο, αυτό το νομικό πρόσωπο.

    (βλ. σκέψη 29, διατακτ. 1)

    2. Τα άρθρα 7, στοιχείο β΄, της οδηγίας 93/89, σχετικά με την εφαρμογή, εκ μέρους των κρατών μελών, των φόρων επί ορισμένων οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για οδική μεταφορά εμπορευμάτων, καθώς και των διοδίων και τελών χρήσης που εισπράττονται για τη χρησιμοποίηση ορισμένων έργων υποδομής, και 7, παράγραφος 4, της οδηγίας 1999/62, περί επιβολής τελών στα βαρέα φορτηγά οχήματα που χρησιμοποιούν ορισμένες υποδομές, που αποκλείουν οποιαδήποτε δυσμενή, άμεση ή έμμεση, διάκριση λόγω της ιθαγενείας του μεταφορέα ή της καταγωγής ή του προορισμού της μεταφοράς όσον αφορά την εφαρμογή των διοδίων και των τελών χρήσεως, μπορούν να προβάλλονται από ιδιώτες ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων κατά κρατικής αρχής σε περίπτωση μη μεταφοράς ή ατελούς μεταφοράς στο εσωτερικό των οδηγιών αυτών, καθόσον αφορά τον υπολογισμό τέλους διοδίων για τα οχήματα που έχουν μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος τουλάχιστον ίσο ή ανώτερο των δώδεκα τόνων και χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων.

    Αντιθέτως, τα άρθρο 7, στοιχείο η΄, της οδηγίας 93/89 και 7, παράγραφος 9, της οδηγίας 1999/62, που προβλέπουν, αντιστοίχως, ότι το ποσό των διοδίων και τα μέσα σταθμικά διόδια συνδέονται με το κόστος κατασκευής, εκμετάλλευσης και ανάπτυξης του οικείου δικτύου υποδομών, δεν μπορούν να προβάλλονται από ιδιώτες κατά δημόσιας αρχής διότι επιβάλλουν στα κράτη μέλη μια γενική κατευθυντήρια γραμμή όσον αφορά τον υπολογισμό των τελών διοδίων, χωρίς όμως να προβλέπουν καμιά συγκεκριμένη μέθοδο υπολογισμού και αφήνουν στα κράτη μέλη λίαν ευρύ, εν προκειμένω, περιθώριο εκτιμήσεως.

    (βλ. σκέψεις 35-36, 38, 40-41, 44, διατακτ. 2)

    3. Οι ημεδαποί μεταφορείς μπορούν να προβάλλουν, κατά του δικού τους κράτους, όπως ακριβώς και οι μεταφορείς από τα λοιπά κράτη μέλη, την απαγόρευση, αμέσων ή εμμέσων, διακρίσεων που έχει θεσπιστεί με τα άρθρα 7, στοιχείο β΄, της οδηγίας 93/89, σχετικά με την εφαρμογή εκ μέρους των κρατών μελών, των φόρων επί ορισμένων οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για οδική μεταφορά εμπορευμάτων, καθώς και των διοδίων και τελών χρήσης που εισπράττονται για τη χρησιμοποίηση ορισμένων έργων υποδομής, και 7, παράγραφος 4, της οδηγίας 1999/62, περί επιβολής τελών στα βαρέα φορτηγά οχήματα που χρησιμοποιούν ορισμένα έργα υποδομής. Πράγματι, για την αποφυγή, ακριβώς, οποιουδήποτε είδους στρεβλώσεως του ανταγωνισμού των επιχειρήσεων μεταφορών των κρατών μελών, οι διατάξεις αυτές απαγορεύουν, κατά την εφαρμογή τελών χρήσεως και διοδίων, εκτός από τις διακρίσεις που ερείδονται, κατά τρόπο άμεσο ή έμμεσο, στην ιθαγένεια των μεταφορέων και αυτές που συνδέονται με την καταγωγή ή τον προορισμό της μεταφοράς.

    (βλ. σκέψεις 51-52, 54, διατακτ. 3)

    4. Μολονότι είναι αληθές ότι, σύμφωνα με το γράμμα της απόφασης της 5ης Ιουλίου 1995, C‑21/94, Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, με την οποία ακυρώθηκε η οδηγία 93/89, σχετικά με την εφαρμογή, εκ μέρους των κρατών μελών, των φόρων επί ορισμένων οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για οδική μεταφορά εμπορευμάτων, καθώς και των διοδίων και τελών χρήσης που εισπράττονται για τη χρησιμοποίηση ορισμένων έργων υποδομής, τα αποτελέσματα της οδηγίας αυτής διατηρούνται σε ισχύ μέχρι την έκδοση νέας σχετικής ρυθμίσεως, η εν λόγω απόφαση του Δικαστηρίου πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι τα αποτελέσματα της οδηγίας 93/89 διατηρούνται μέχρι την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της οδηγίας 1999/62, περί επιβολής τελών στα βαρέα φορτηγά οχήματα που χρησιμοποιούν ορισμένα έργα υποδομής, η οποία και την αντικατέστησε, συγκεκριμένα, στις 20 Ιουλίου 1999. Πράγματι, στο πλαίσιο μιας προσφυγής ακυρώσεως, σκοπός της διατηρήσεως των αποτελεσμάτων μιας ακυρωθείσας νομικής πράξεως είναι να μην επιτραπεί η ύπαρξη νομικού κενού μέχρι την έκδοση νέας πράξεως αντικαθιστώσας την ακυρωθείσα. Ο σκοπός αυτός εξασφαλίζεται μόνον αν η ακυρωθείσα νομική πράξη εξακολουθήσει να διατηρεί τα αποτελέσματά της έως ότου η νέα πράξη αρχίσει να παράγει τα δικά της.

    (βλ. σκέψεις 59-61, διατακτ. 4)

    5. Από τη συνδυασμένη εφαρμογή των άρθρων 10, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ και 249, τρίτο εδάφιο, ΕΚ προκύπτει ότι, κατά τη διάρκεια μιας καθοριζομένης από οδηγία προθεσμίας για τη μεταφορά της στο εθνικό δίκαιο, το κράτος μέλος αποδέκτης αυτής οφείλει να απέχει από τη θέσπιση διατάξεων δυναμένων να διακυβεύσουν σοβαρά την πραγματοποίηση του επιτασσομένου από την οδηγία αποτελέσματος. Εξίσου ακριβές είναι ότι, στο πλαίσιο διαδικασιών που έχουν κινηθεί από ιδιώτες οι οποίοι προβάλλουν το άμεσο αποτέλεσμα μιας οδηγίας, τα εθνικά δικαστήρια υποχρεούνται να αρνούνται την εφαρμογή αντιθέτων προς την οδηγία αυτή προϋφισταμένων εθνικών κανόνων μόνο μετά την εκπνοή της προθεσμίας μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της τελευταίας. Πράγματι, εφόσον σκοπός της προθεσμίας αυτής είναι να παρασχεθεί στα κράτη μέλη ο αναγκαίος χρόνος για τη θέσπιση των μέτρων μεταφοράς, δεν μπορεί να προσαφθεί σ’ αυτά τα κράτη μέλη το γεγονός ότι δεν μετέφεραν την οδηγία στην έννομη τάξη τους πριν από την εκπνοή της προθεσμίας αυτής.

    Προκειμένου, ειδικότερα, για την οδηγία 1999/62, περί επιβολής τελών στα βαρέα φορτηγά οχήματα που χρησιμοποιούν ορισμένα έργα υποδομής, κατά την περίοδο μεταξύ της ημερομηνίας θέσεώς της σε ισχύ και αυτής της εκπνοής της προθεσμίας μεταφοράς της στο εσωτερικό δίκαιο, δηλαδή από τις 20 Ιουλίου 1999 μέχρι την 1η Ιουλίου 2000, ναι μεν τα κράτη μέλη όφειλαν να απέχουν από τη θέσπιση διατάξεων δυναμένων να διακυβεύσουν σοβαρώς το επιτασσόμενο από την εν λόγω οδηγία αποτέλεσμα, πλην όμως οι ιδιώτες δεν μπορούσαν να προβάλλουν την οδηγία αυτή κατά των κρατών μελών ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων προκειμένου να επιτύχουν τη μη εφαρμογή προϋφιστάμενου εθνικού κανόνα αντίθετου προς την οδηγία αυτή.

    (βλ. σκέψεις 66-69, διατακτ. 5)

    Top