Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62001TJ0274

    Περίληψη της αποφάσεως

    Λέξεις κλειδιά
    Περίληψη

    Λέξεις κλειδιά

    1. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Έννοια — Νομικός χαρακτήρας — Ερμηνεία βάσει αντικειμενικών στοιχείων — Δικαστικός έλεγχος — Περιεχόμενο

    (Άρθρο 87 § 1, ΕΚ)

    2. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Έννοια — Υπό προνομιακούς όρους πώληση οικοπέδου εκ μέρους δημόσιας αρχής — Περιλαμβάνεται — Κριτήριο εκτιμήσεως — Αγοραία τιμή — Μέθοδος προσδιορισμού

    (Άρθρο 87 § 1, ΕΚ)

    3. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Διοικητική διαδικασία — Εθνικά μέτρα που τέθηκαν σε εφαρμογή χωρίς να έχουν κοινοποιηθεί — Δυνατότητα της Επιτροπής να δίδει εντολή στο οικείο κράτος μέλος να της παράσχει τα στοιχεία που αυτή κρίνει αναγκαία — Λήψη αποφάσεως από την Επιτροπή, χωρίς έκδοση διαταγής παροχής πληροφοριών, επί τη βάσει πληροφοριών που η Επιτροπή κρίνει αποσπασματικές — Δεν επιτρέπεται

    (Κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου)

    4. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Έρευνα από την Επιτροπή — Δυνατότητα της Επιτροπής να καταφύγει στη συνδρομή εξωτερικών εμπειρογνωμόνων — Μεταβίβαση στους εμπειρογνώμονες της ευθύνης να εξετάσουν εάν πρόκειται περί ενισχύσεως — Δεν επιτρέπεται

    (Άρθρο 87 § 1, ΕΚ)

    5. Προσφυγή ακυρώσεως — Λόγοι ακυρώσεως — Λόγοι δυνάμενοι να προβληθούν κατά αποφάσεως της Επιτροπής στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων — Λόγοι μη προβληθέντες κατά τη διαδικασία ελέγχου της επίδικης ενισχύσεως — Διάκριση μεταξύ νομικών λόγων, οι οποίοι είναι παραδεκτοί, και πραγματικών ισχυρισμών, οι οποίοι είναι απαράδεκτοι

    (Άρθρο 88 § 2, ΕΚ και 230 ΕΚ)

    6. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Έννοια — Μέτρα σκοπούντα να αντισταθμίσουν τη δαπάνη για την εκ μέρους επιχειρήσεως εκπλήρωση υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας — Δεν εμπίπτουν — Προϋποθέσεις — Σαφώς καθορισμένες υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας — Προσδιορισμός με αντικειμενικό τρόπο και με διαφάνεια των παραμέτρων βάσει των οποίων υπολογίζεται η αντιστάθμιση — Αντιστάθμιση μη υπερβαίνουσα τη δαπάνη — Σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν έχει επιλεγεί στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως, προσδιορισμός της αντισταθμίσεως βάσει αναλύσεως των δαπανών στις οποίες θα προέβαινε μια μέση επιχείρηση του οικείου τομέα

    (Άρθρο 87 § 1, ΕΚ)

    Περίληψη

    1. Δεδομένου ότι η έννοια της κρατικής ενισχύσεως έχει νομικό χαρακτήρα και ερμηνεύεται βάσει αντικειμενικών στοιχείων, ο κοινοτικός δικαστής οφείλει, κατ’ αρχήν και λαμβανομένων υπόψη τόσο των συγκεκριμένων στοιχείων της διαφοράς της οποίας επελήφθη όσο και του τεχνικού ή περίπλοκου χαρακτήρα των εκτιμήσεων στις οποίες προέβη η Επιτροπή, να ασκεί πλήρη έλεγχο του κατά πόσον ένα μέτρο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ. Ωστόσο, χωρεί παρέκκλιση από την αρχή αυτή, οσάκις πρόκειται για περίπλοκες οικονομικές εκτιμήσεις, οπότε ο δικαστικός έλεγχος είναι περιορισμένος.

    (βλ. σκέψη 37)

    2. Αποτελούν ενισχύσεις, κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ, παρεμβάσεις οι οποίες, υπό διαφορετική μορφή, ελαφρύνουν τις επιβαρύνσεις που κανονικά βαρύνουν τον προϋπολογισμό μιας επιχειρήσεως και οι οποίες, για τον λόγο αυτόν, είναι παραπλήσιες προς επιδότηση όπως είναι, ιδίως, η παροχή αγαθών ή υπηρεσιών υπό προνομιακούς όρους. Η εν λόγω αρχή, εφαρμοζομένη σε πώληση οικοπέδου από δημόσιο νομικό πρόσωπο προς επιχείρηση, έχει ως συνέπεια να εξετασθεί εάν η τιμή πωλήσεως μπορούσε να επιτευχθεί από τον αγοραστή υπό τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς. Εναπόκειται στην Επιτροπή, οσάκις εξετάζει προς τούτο εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης μεταγενέστερες της επίδικης πράξεως, να συγκρίνει την πράγματι καταβληθείσα τιμή πωλήσεως προς τις τιμές στις οποίες κατέληξαν οι εν λόγω εκθέσεις και να εκτιμά εάν διαφέρουν μέχρι τέτοιου σημείου που να μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη πλεονεκτήματος. Η μέθοδος αυτή παρέχει τη δυνατότητα να ληφθεί υπόψη η αβεβαιότητα που μπορεί να έχει ο εξ ανάγκης αναδρομικώς καθορισμός τέτοιων αγοραίων τιμών.

    (βλ. σκέψεις 44-45)

    3. Ο κανονισμός 659/1999, ο οποίος έχει κατ’ αρχήν εφαρμογή σε όλες τις διοικητικές διαδικασίες που εκκρεμούσαν ενώπιον της Επιτροπής κατά τον χρόνο της ενάρξεως ισχύος του, επιβεβαιώνει ότι η Επιτροπή, οσάκις εξετάζει μη κοινοποιηθέντα εθνικά μέτρα δυνάμενα να αποτελούν παράνομη κρατική ενίσχυση, εάν κρίνει ότι δεν έχει στη διάθεσή της όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για να λάβει απόφαση, δύναται να τις ζητήσει από το οικείο κράτος μέλος, ακόμη και διά της εκδόσεως σχετικής διαταγής.

    Εάν η Επιτροπή, μολονότι κρίνει ότι δεν έχει επαρκή στοιχεία, δεν έκανε χρήση της εξουσίας της να εκδώσει διαταγή παροχής πληροφοριών, δεν μπορεί να επικαλεσθεί τον αποσπασματικό χαρακτήρα των πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της, προκειμένου να δικαιολογήσει απόφαση η οποία στηρίζεται μόνο στις πληροφορίες αυτές.

    (βλ. σκέψεις 55 έως 60)

    4. Μολονότι η Επιτροπή δύναται, χωρίς πάντως να υποχρεούται, να καταφύγει στη συνδρομή εξωτερικών εμπειρογνωμόνων προς εξέταση του ζητήματος εάν πρόκειται περί ενισχύσεως, δεν απαλλάσσεται παρά ταύτα από την υποχρέωση να εκτιμήσει την απορρέουσα από τις εργασίες τους έκθεση, η οποία, εν πάση περιπτώσει, έχει αποδεικτική δύναμη μόνον λόγω του αντικειμενικού περιεχομένου της και όχι από τις μη τεκμηριωμένες δηλώσεις που ενδέχεται να περιλαμβάνει. Συγκεκριμένα, η βασική και αποκλειστική ευθύνη να διασφαλισθεί, υπό τον έλεγχο του κοινοτικού δικαστή, ο σεβασμός του άρθρου 87 ΕΚ και η εφαρμογή του άρθρου 88 ΕΚ ανήκει στην Επιτροπή, και όχι στους εν λόγω εμπειρογνώμονες.

    (βλ. σκέψεις 71-72)

    5. Η νομιμότητα αποφάσεως της Επιτροπής στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων εκτιμάται βάσει των πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της η Επιτροπή όταν έλαβε αυτή την απόφαση. Η αρχή αυτή έχει ως συνέπεια ότι ο προσφεύγων, μολονότι δεν κωλύεται να αναπτύξει, προς στήριξη προσφυγής ακυρώσεως κατά τέτοιας αποφάσεως, ένα νομικό ισχυρισμό τον οποίον δεν είχε προβάλει ως ενδιαφερόμενο μέρος στο πλαίσιο της επίσημης διαδικασίας ελέγχου, δεν θα μπορούσε, αντιθέτως, να προβάλει παραδεκτώς πραγματικά στοιχεία που ήταν άγνωστα στην Επιτροπή και τα οποία δεν της επεσήμανε στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας.

    (βλ. σκέψεις 38, 102)

    6. Στον βαθμό που μια κρατική παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί ως αντιστάθμιση αποτελούσα την αντιπαροχή έναντι παρεχομένων εκ μέρους των δικαιούχων επιχειρήσεων υπηρεσιών προς εκπλήρωση υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας, έτσι ώστε οι επιχειρήσεις αυτές να μην επωφελούνται στην πραγματικότητα από ένα οικονομικό πλεονέκτημα, με αποτέλεσμα να μην περιέρχονται λόγω της ως άνω παρεμβάσεως οι επιχειρήσεις αυτές σε ευνοϊκότερη θέση ως προς τον ανταγωνισμό σε σχέση με τις επιχειρήσεις που τις ανταγωνίζονται, η παρέμβαση αυτή δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ.

    Για να μην πρέπει να χαρακτηρισθεί ως κρατική ενίσχυση μια τέτοια αντιστάθμιση σε συγκεκριμένη περίπτωση, πρέπει να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Πρώτον, η δικαιούχος επιχείρηση πρέπει να είναι πράγματι επιφορτισμένη με την εκπλήρωση υποχρεώσεως παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ενώ η υποχρέωση αυτή πρέπει να είναι σαφώς καθορισμένη. Δεύτερον, οι βασικές παράμετροι, βάσει των οποίων υπολογίζεται η αντιστάθμιση, πρέπει να έχουν προσδιορισθεί προηγουμένως αντικειμενικά και με διαφάνεια, με σκοπό να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να περιλαμβάνει η αντιστάθμιση αυτή ένα οικονομικό πλεονέκτημα ικανό να ευνοήσει τη δικαιούχο επιχείρηση έναντι των ανταγωνιστριών της. Τρίτον, η αντιστάθμιση δεν μπορεί να υπερβαίνει το μέτρο του αναγκαίου για την κάλυψη του συνόλου ή μέρους των δαπανών που πραγματοποιούνται για την εκπλήρωση υποχρεώσεως παροχής δημόσιας υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εσόδων και ενός ευλόγου κέρδους για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών. Τέταρτον, όταν η επιλογή της επιχειρήσεως, στην οποία πρόκειται να ανατεθεί η εκπλήρωση υποχρεώσεως παροχής δημόσιας υπηρεσίας σε συγκεκριμένη περίπτωση, δεν πραγματοποιείται στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως, το επίπεδο της απαραίτητης αντισταθμίσεως πρέπει να καθορίζεται βάσει αναλύσεως των δαπανών, στις οποίες θα προέβαινε μια μέση επιχείρηση με χρηστή διαχείριση και κατάλληλα εξοπλισμένη προς ικανοποίηση των απαιτήσεων σχετικά με την παροχή δημόσιας υπηρεσίας προκειμένου να εκπληρώσει τις ως άνω υποχρεώσεις, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εσόδων και ενός ευλόγου κέρδους από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών.

    Κατά συνέπεια, στην περίπτωση επιχειρήσεως που υφίσταται επιβάρυνση, επιτρέποντας σε τρίτους να κάνουν χρήση του δικού της χώρου σταθμεύσεως, πολλαπλώς και τακτικά και δωρεάν, δυνάμει συμφωνίας συναφθείσας, τόσο προς το γενικό συμφέρον όσο και προς το συμφέρον των ενδιαφερομένων τρίτων, με οργανισμό τοπικής αυτοδιοικήσεως, εφόσον δε η επιχείρηση αυτή πράγματι επωφελήθηκε από μέρος της χρηματοδοτήσεως, η οποία χορηγήθηκε από τον οργανισμό τοπικής αυτοδιοικήσεως για τη διαμόρφωση του εν λόγω χώρου σταθμεύσεως, η Επιτροπή δεν μπορεί να θεωρήσει εκ προοιμίου ότι αυτό το μέρος της χρηματοδοτήσεως ευνοεί κατ’ ανάγκην την ως άνω επιχείρηση, αλλά πρέπει προηγουμένως να εξετάσει, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της, εάν το εν λόγω μέρος χρηματοδοτήσεως μπορεί να θεωρηθεί, ή όχι, ότι αποτελεί πράγματι αντιστάθμιση για την επιβάρυνση που υφίσταται η επιχείρηση.

    (βλ. σκέψεις 129 έως 133)

    Top