EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61998CJ0466

Περίληψη της αποφάσεως

Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1. Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνίες των κρατών μελών - Συμφωνίες προγενέστερες της Συνθήκης ΕΚ - Άρθρο 234 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 307 ΕΚ) - Αντικείμενο - Πεδίο εφαρμογής - Ενσωμάτωση σε νέα συμφωνία των ρητρών που περιελάμβανε προγενέστερη συμφωνία που έπαυσε να ισχύει - Δεν εμπίπτουν

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 234 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 307 ΕΚ)]

2. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Ελευθερία εγκαταστάσεως - Διμερής σύμβαση που έχει συναφθεί μεταξύ κράτους μέλους και τρίτου κράτους στον τομέα των εναέριων μεταφορών και δεν εγγυάται στις εταιρίες άλλων κρατών μελών που έχουν κάνει χρήση της ελευθερίας εγκαταστάσεως ίση μεταχείριση με τις εγχώριες εταιρίες αυτού του κράτους μέλους - Δεν επιτρέπεται - Δεν έχει εφαρμογή η επιφύλαξη περί δημόσιας τάξης

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 52 και 56 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 43 ΕΚ και 46 ΕΚ) και άρθρο 58 (νυν άρθρο 48 ΕΚ)]

Περίληψη

1. Το άρθρο 234 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 307 ΕΚ) είναι γενικής ισχύος και τυγχάνει εφαρμογής επί οποιασδήποτε διεθνούς συμβάσεως, ασχέτως περιεχομένου, που μπορεί να έχει επίπτωση στην εφαρμογή της Συνθήκης.

Το άρθρο 234, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης διευκρινίζει, σύμφωνα με τις αρχές του διεθνούς δικαίου, ότι η εφαρμογή της Συνθήκης δεν επηρεάζει τη δέσμευση που έχει αναλάβει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να σέβεται τα δικαιώματα των τρίτων χωρών τα οποία απορρέουν από σύμβαση που έχει συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης εντός του κράτους αυτού ή, ενδεχομένως, πριν από την προσχώρησή του στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και να τηρεί τις αντίστοιχες υποχρεώσεις του.

Το άρθρο 234 της Συνθήκης δεν έχει εφαρμογή επί των διμερών συμβάσεων που έχουν συναφθεί μεταξύ κράτους μέλους και τρίτου κράτους στον τομέα των εναέριων μεταφορών και περιλαμβάνουν ρήτρα περί της ιδιοκτησίας και του ελέγχου των αερομεταφορέων, εφόσον τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν για τα συμβαλλόμενα μέρη από τη ρήτρα αυτή δεν απορρέουν από συμφωνία προγενέστερη της προσχωρήσεως του κράτους μέλους στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, αλλά από μεταγενέστερη συμφωνία.

Η ορθότητα της διαπιστώσεως αυτής δεν αναιρείται από το γεγονός ότι ρήτρα με παρόμοια διατύπωση περιλαμβανόταν ήδη σε συμφωνία η οποία συνήφθη πριν από την προσχώρηση του κράτους μέλους στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και εξακολούθησε να ισχύει μετά την προσχώρησή του.

Συγκεκριμένα, η συμφωνία που συνήφθη «προς αντικατάσταση» της συμφωνίας που ήταν προγενέστερη της προσχωρήσεως, προκειμένου κυρίως να ληφθεί υπόψη η εξέλιξη των δικαιωμάτων μεταφοράς μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, είχε ως αποτέλεσμα τη γένεση νέων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μεταξύ των μερών αυτών. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν επιτρέπεται να αναχθούν στην προγενέστερη συμφωνία τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν, για το κράτος μέλος και το τρίτο κράτος, από τότε που άρχισε να ισχύει η μεταγενέστερη της προσχωρήσεως συμφωνία, από τη ρήτρα περί της ιδιοκτησίας και του ελέγχου των αερομεταφορέων, η οποία περιλαμβάνεται στη μεταγενέστερη αυτή συμφωνία.

( βλ. σκέψεις 23-24, 26-29 )

2. Το άρθρο 52 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 43 ΕΚ) αφορά όλες τις εταιρίες που είναι εγκατεστημένες σε κράτος μέλος, υπό την έννοια του άρθρου αυτού, ακόμη και αν αντικείμενο των δραστηριοτήτων τους εντός του κράτους αυτού είναι υπηρεσίες με προορισμό τρίτες χώρες.

Το άρθρο 52 της Συνθήκης και το άρθρο 58 της Συνθήκης (νυν άρθρο 48 ΕΚ) εξασφαλίζουν στους κοινοτικούς υπηκόους που έχουν ασκήσει την ελευθερία εγκαταστάσεως, καθώς και στις εταιρίες που εξομοιούνται με αυτούς, ίδια μεταχείριση με τους ημεδαπούς στο κράτος μέλος υποδοχής, όσον αφορά τόσο την πρόσβαση σε επαγγελματική δραστηριότητα κατά την πρώτη εγκατάσταση, όσο και την άσκηση της δραστηριότητας αυτής από το εγκατεστημένο στο κράτος μέλος υποδοχής πρόσωπο.

Ειδικότερα, η αρχή περί μεταχειρίσεως του ενδιαφερομένου ως ημεδαπού επιβάλλει στο κράτος μέλος που είναι συμβαλλόμενο μέρος σε διμερή διεθνή σύμβαση συναφθείσα με τρίτη χώρα να χορηγεί στις μόνιμες εγκαταστάσεις των εταιριών, η έδρα των οποίων βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, τα προβλεπόμενα από την εν λόγω σύμβαση πλεονεκτήματα υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με αυτές που εφαρμόζονται στις εταιρίες, η έδρα των οποίων βρίσκεται στο κράτος μέλος που είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμβάσεως.

Στο πλαίσιο διμερούς συμβάσεως που έχει συναφθεί μεταξύ κράτους μέλους και τρίτου κράτους στον τομέα των εναέριων μεταφορών, η διάταξη που επιτρέπει συγκεκριμένα στο τρίτο κράτος να ανακαλεί, να αναστέλλει ή να περιορίζει τις άδειες εκμεταλλεύσεως ή τις τεχνικής φύσεως άδειες των αεροπορικών εταιριών, εφόσον η αεροπορική εταιρία έχει μεν οριστεί από το κράτος μέλος, αλλά η κυριότητα δεν ανήκει σε σημαντικό ποσοστό στο κράτος μέλος αυτό ή σε υπηκόους του και η εταιρία δεν ελέγχεται ουσιαστικά από το κράτος μέλος αυτό ή από υπηκόους του, θίγει αναμφισβήτητα τις εγκατεστημένες στο κράτος μέλος αεροπορικές εταιρίες, εφόσον ανήκουν σε σημαντικό ποσοστό είτε σε άλλο κράτος μέλος εκτός του κράτους υποδοχής είτε σε υπηκόους του άλλου αυτού κράτους μέλους και οι εταιρίες αυτές ελέγχονται ουσιαστικά από το άλλο αυτό κράτος μέλος ή υπηκόους του.

Οι ευεργετικές διατάξεις της εν λόγω διμερούς συμφωνίας μπορούν να μην εφαρμόζονται στις τελευταίες αυτές αεροπορικές εταιρίες, τις λεγόμενες κοινοτικές αεροπορικές εταιρίες, ενώ αντίθετα εφαρμόζονται οπωσδήποτε στις λεγόμενες εγχώριες αεροπορικές εταιρίες, η κυριότητα και ο ουσιαστικός έλεγχος επί των οποίων ανήκουν σε σημαντικό ποσοστό στο κράτος μέλος ή σε υπηκόους του. Επομένως, οι κοινοτικές αεροπορικές εταιρίες υφίστανται διάκριση που δεν επιτρέπει τη μεταχείρισή τους ως ημεδαπών στο κράτος μέλος υποδοχής.

Η διάκριση αυτή απορρέει άμεσα όχι από την ενδεχόμενη στάση του τρίτου κράτους, αλλά από τη διάταξη που παρέχει ακριβώς στο τρίτο κράτος αυτό το δικαίωμα να τηρεί τη στάση αυτή.

Το κράτος μέλος δεν μπορεί, για να δικαιολογήσει τη διάκριση αυτή, να στηριχτεί στο άρθρο 56 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 46 ΕΚ), εφόσον, πρώτον, η προαναφερθείσα διάταξη συνεπάγεται ότι η ευχέρεια αρνήσεως χορηγήσεως της απαιτούμενης άδειας εκμεταλλεύσεως ή άδειας τεχνικής φύσεως σε αεροπορική εταιρία οριζόμενη από τον αντισυμβαλλόμενο δεν υφίσταται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η αεροπορική αυτή εταιρία συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη του συμβαλλόμενου μέρους που χορηγεί τις εν λόγω άδειες, και εφόσον, δεύτερον, δεν υπάρχει, εν πάση περιπτώσει, καμία άμεση συνάφεια μεταξύ μιας τέτοιας - υποθετικής επιπλέον - απειλής για τη δημόσια τάξη του κράτους μέλους, η οποία θα συνίστατο στον εκ μέρους του τρίτου κράτους καθορισμό μιας αεροπορικής εταιρίας, και της γενικευμένης διακρίσεως σε βάρος των κοινοτικών αεροπορικών εταιριών.

( βλ. σκέψεις 43, 45-48, 50-51, 57-59 )

Top