This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 61998CJ0400
Περίληψη της αποφάσεως
Περίληψη της αποφάσεως
1. Φορολογικές διατάξεις - Εναρμόνιση των νομοθεσιών - Φόροι κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας - Έκπτωση του φόρου επί των εισροών - ράξεις που διενεργήθηκαν ενόψει της πραγματοποιήσεως ενός σχεδίου οικονομικής δραστηριότητας - Απόκτηση της ιδιότητας του υποκειμένου στον φόρο - Αναγνώριση από τη φορολογική αρχή - Δεν ασκεί επιρροή - Αποτυχία της σχεδιαζομένης οικονομικής δραστηριότητας - Δεν ασκεί επιρροή στο δικαίωμα προς έκπτωση
(Κανονισμός 77/388 του Συμβουλίου, άρθρα 4 και 17)
2. Φορολογικές διατάξεις - Εναρμόνιση των νομοθεσιών - Φόροι κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας - αραδόσεις κτιρίων και του συνεχομένου εδάφους - Δυνατότητα των κρατών μελών να διατηρήσουν για μία μεταβατική περίοδο τη φορολογική απαλλαγή και το δικαίωμα επιλογής σχετικά με τις ανωτέρω παραδόσεις - εριεχόμενο - Αδυναμία διαχωρισμού των κτιρίων από το συνεχόμενο έδαφος
(Οδηγία 77/388 του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 3, στοιχ. α_, 28 § 3, στοιχ. β_ και γ_, και παραρτήματα ΣΤ_, σημ. 16 και Ζ, σημ. 1, στοιχ. β_)
1. Τα άρθρα 4 και 17 της έκτης οδηγίας 77/388, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι το δικαίωμα προς έκπτωση του φόρου που καταβλήθηκε επί πράξεων που διενεργήθηκαν ενόψει της πραγματοποιήσεως ενός σχεδίου οικονομικής δραστηριότητας εξακολουθεί να υφίσταται ακόμη και όταν η φορολογική αρχή γνωρίζει, ήδη κατά τον καθορισμό του φόρου για πρώτη φορά, ότι η σκοπούμενη οικονομική δραστηριότητα, που έπρεπε να έχει ως αποτέλεσμα την πραγματοποίηση φορολογητέων πράξεων, δεν θα ασκηθεί.
Η γένεση του δικαιώματος προς έκπτωση του φόρου προστιθεμένης αξίας που καταβλήθηκε επί των πρώτων δαπανών για επενδύσεις ουδόλως εξαρτάται από την επίσημη αναγνώριση της ιδιότητος του υποκειμένου στον φόρο από τη φορολογική αρχή. Η μόνη συνέπεια της αναγνωρίσεως αυτής είναι ότι άπαξ η ιδιότητα αυτή αναγνωριστεί δεν μπορεί πλέον να ανακληθεί με αναδρομική ισχύ, εκτός των περιπτώσεων απάτης ή καταστρατηγήσεως, χωρίς να παραβιαστούν οι αρχές της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου. Το πρόσωπο που εκδηλώνει την πρόθεση, επιβεβαιούμενη από αντικειμενικά στοιχεία, να αρχίσει, κατά τρόπο ανεξάρτητο, οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια του άρθρου 4 της έκτης οδηγίας και το οποίο πραγματοποιεί προς τούτο τις πρώτες δαπάνες για επενδύσεις πρέπει να θεωρείται ως υποκείμενος στον φόρο. Επομένως, έχει, υπ' αυτή του την ιδιότητα, σύμφωνα με τα άρθρα 17 επ. της έκτης οδηγίας, το δικαίωμα άμεσης έκπτωσης του φόρου προστιθεμένης αξίας που οφείλεται ή καταβλήθηκε επί των δαπανών για επενδύσεις που έγιναν για τις ανάγκες των πράξεων στις οποίες σκοπεύει να προβεί και οι οποίες παρέχουν δικαίωμα προς έκπτωση χωρίς να οφείλει να αναμένει την έναρξη της πραγματικής εκμεταλλεύσεως της επιχειρήσεώς του.
( βλ. σκέψεις 34, 38, 42, διατακτ. 1 )
2. Από το άρθρο 4, παράγραφος 3, της έκτης οδηγίας 77/388 που διακρίνει μεταξύ, αφενός, της παράδοσης γηπέδου προς οικοδόμηση, νοουμένου ως «η ακάλυπτη ή διαρρυθμισμένη έκταση γης όπως ορίζεται από τα κράτη μέλη», και, αφετέρου, της παράδοσης κτιρίων ή τμημάτων κτιρίων και του συνεχομένου εδάφους που πραγματοποιείται προ της πρώτης εγκαταστάσεως σε αυτά, ως κτίριο δε κατά τους όρους της διατάξεως αυτής νοείται κάθε κατασκευή που συνδέεται αρρήκτως με το έδαφος, καθώς και από τη διατύπωση του άρθρου 4, παράγραφος 3, στοιχείο α_, της οδηγίας αυτής, το οποίο αφορά «την παράδοση κτιρίων ή τμημάτων κτιρίων και του συνεχομένου εδάφους», προκύπτει ότι, για τους σκοπούς του φόρου προστιθεμένης αξίας, τα κτίρια ή τα τμήματα κτιρίων και το συνεχόμενο έδαφος δεν μπορούν να διαχωριστούν.
Υπό τις συνθήκες αυτές, η φορολογική απαλλαγή και το δικαίωμα επιλογής που προβλέπει το άρθρο 28, παράγραφος 3, στοιχεία β_ και γ_, της έκτης οδηγίας, σε συνδυασμό με τα παραρτήματά της ΣΤ, σημείο 16, και Ζ, σημείο 1, στοιχείο β_, τα οποία επιτρέπουν στα κράτη μέλη, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, να συνεχίσουν να απαλλάσσουν από τον φόρο την παράδοση κτιρίου ή τμήματος κτιρίου και του συνεχομένου εδάφους που πραγματοποιείται προ της πρώτης εγκαταστάσεως σ' αυτό καθώς και να παρέχουν στους υποκειμένους στον φόρο την ευχέρεια επιλογής της φορολογήσεως της παραδόσεως αυτής πρέπει να αφορούν, κατά τρόπο αδιαίρετο, τόσο τα κτίρια ή τα τμήματα κτιρίων όσο και το συνεχόμενο έδαφος.
( βλ. σκέψεις 47, 49-51 )