EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61998CJ0376

Περίληψη της αποφάσεως

Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1. Δημόσια υγεία ροσέγγιση των νομοθεσιών Νομική βάση

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 100 Α και 129 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 95 ΕΚ και 152 ΕΚ)]

2. ροσέγγιση των νομοθεσιών Μέτρα σκοπούντα στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ροστασία της δημόσιας υγείας Νομική βάση

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 57 § 2 και 100 Α (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 47 § 2 ΕΚ και 95 ΕΚ) και άρθρο 66 (νυν άρθρο 55 ΕΚ)]

3. ροσέγγιση των νομοθεσιών Οδηγία σκοπούσα στην απαγόρευση της διαφημίσεως και της χορηγίας υπέρ των προϊόντων καπνού Νομική βάση Άρθρο 100 Α της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 95 ΕΚ) Όρια Μέτρα μη δικαιολογούμενα από την εξάλειψη των εμποδίων στις θεμελιώδεις ελευθερίες Ακύρωση της οδηγίας

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 57 § 2 και 100 Α (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 47 § 2 ΕΚ και 95 ΕΚ) και άρθρο 66 (νυν άρθρο 55 ΕΚ)· οδηγία 98/43 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου]

Περίληψη

1. Μολονότι το άρθρο 129, παράγραφος 4, πρώτη περίπτωση, της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 152, παράγραφος 4, πρώτη περίπτωση, ΕΚ) αποκλείει κάθε εναρμόνιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών οι οποίες σκοπούν στην προστασία και στη βελτίωση της υγείας του ανθρώπου, η διάταξη αυτή δεν συνεπάγεται εντούτοις ότι μέτρα εναρμονίσεως θεσπισθέντα βάσει άλλων διατάξεων της Συνθήκης δεν μπορούν να ασκούν επιρροή στην προστασία της υγείας του ανθρώπου. Το άρθρο 129, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, προβλέπει εξάλλου ότι οι απαιτήσεις στον τομέα της προστασίας της υγείας αποτελούν συνιστώσα των άλλων πολιτικών της Κοινότητας. Ωστόσο, η χρησιμοποίηση άλλων άρθρων της Συνθήκης ως νομικής βάσεως δεν μπορεί γίνει προς καταστρατήγηση της ρητής απαγορεύσεως κάθε εναρμονίσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 129, παράγραφος 4, πρώτη περίπτωση, της Συνθήκης.

( βλ. σκέψεις 77-79 )

2. Τα μέτρα τα οποία αφορά το άρθρο 100 Α, παράγραφος 1, της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 95, παράγραφος 1, ΕΚ) σκοπούν στη βελτίωση των συνθηκών εγκαθιδρύσεως και λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Η ερμηνεία του άρθρου αυτού υπό την έννοια ότι παρέχει στον κοινοτικό νομοθέτη γενική αρμοδιότητα για τη ρύθμιση της εσωτερικής αγοράς όχι μόνον αντιβαίνει στο γράμμα των άρθρων 3, στοιχείο γ_, και 7 Α της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρων 3, παράγραφος 1, στοιχείο γ_, ΕΚ και 14 ΕΚ), αλλά επίσης δεν συμβιβάζεται με την αρχή που καθιερώνει το άρθρο 3 Β της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 5 ΕΚ), κατά την οποία οι αρμοδιότητες της Κοινότητας είναι κατ' ανάθεση αρμοδιότητες.

Εξάλλου, μια πράξη εκδοθείσα βάσει του άρθρου 100 Α της Συνθήκης πρέπει πράγματι να σκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών εγκαθιδρύσεως και λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Μολονότι είναι αληθές ότι η χρησιμοποίηση του άρθρου 100 Α ως νομικής βάσεως είναι δυνατή προκειμένου να προληφθεί η εμφάνιση μελλοντικών εμποδίων στο εμπόριο λόγω της ανομοιογενούς εξελίξεως των εθνικών νομοθεσιών, η εμφάνιση τέτοιων εμποδίων πρέπει να είναι πιθανή και το επίμαχο μέτρο πρέπει να σκοπεί στην πρόληψή τους.

Οι σκέψεις αυτές ισχύουν και ως προς την ερμηνεία του άρθρου 57, παράγραφος 2, της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 47, παράγραφος 2, ΕΚ), σε συνδυασμό με το άρθρο 66 της Συνθήκης (νυν άρθρο 55 ΕΚ), δεδομένου ότι οι διατάξεις αυτές σκοπούν επίσης στην απονομή στον κοινοτικό νομοθέτη μιας ειδικής αρμοδιότητας για τη θέσπιση μέτρων με προορισμό τη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

Εξάλλου, άπαξ πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χρησιμοποίηση των άρθρων 100 Α, 57, παράγραφος 2, και 66 ως νομικής βάσεως, δεν μπορεί να εμποδίζεται ο κοινοτικός νομοθέτης να στηριχθεί σ' αυτή τη νομική βάση λόγω του ότι η προστασία της δημόσιας υγείας είναι καθοριστική για τις επιλογές που πρέπει να γίνουν. Αντιθέτως, το άρθρο 129, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 152, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, ΕΚ) προβλέπει ότι οι απαιτήσεις στον τομέα της προστασίας της υγείας αποτελούν συνιστώσα των άλλων πολιτικών της Κοινότητας και το άρθρο 100 Α, παράγραφος 3, της Συνθήκης απαιτεί ρητώς όπως, κατά την πραγματοποίηση της εναρμονίσεως, διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας των ανθρώπων.

( βλ. σκέψεις 83-84, 86-88 )

3. Ακυρώνει την οδηγία 98/43, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τη διαφήμιση και τη χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού, η οποία εκδόθηκε βάσει των άρθρων 57, παράγραφος 2, της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 47, παράγραφος 2, ΕΚ), 66 της Συνθήκης (νυν άρθρου 55 της Συνθήκης) και 100 Α της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 95 ΕΚ), διότι τα εν λόγω άρθρα δεν αποτελούν κατάλληλη νομική βάση για την οδηγία.

Αφενός, πράγματι, ακόμη και αν το άρθρο 100 Α της Συνθήκης μπορούσε να καταστήσει δυνατή την έκδοση οδηγίας απαγορεύουσας τη διαφήμιση των προϊόντων καπνού στα περιοδικά και στις εφημερίδες, προκειμένου να διασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία των εντύπων αυτών, για μεγάλο μέρος αυτών των μορφών διαφημίσεως των προϊόντων καπνού, η απαγόρευσή τους, η οποία απορρέει από το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την ανάγκη εξαλείψεως των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των διαφημιστικών μέσων ή στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα της διαφημίσεως. Τούτο ισχύει, ιδίως, για την απαγόρευση της διαφημίσεως με αφίσες, ομπρέλες ηλίου, σταχτοδοχεία και άλλα αντικείμενα χρησιμοποιούμενα στα ξενοδοχεία, στα εστιατόρια και στις καφετέριες και για την απαγόρευση των διαφημιστικών μηνυμάτων στον κινηματογράφο, απαγορεύσεις οι οποίες ουδόλως συμβάλλουν στη διευκόλυνση του εμπορίου των οικείων προϊόντων. Εξάλλου, η οδηγία δεν διασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που είναι σύμφωνα προς τις διατάξεις της. Αφετέρου, μολονότι οι αισθητές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τη χρησιμοποίηση του άρθρου 100 Α της Συνθήκης για να απαγορευθούν ορισμένες μορφές χορηγίας, δεν επιτρέπουν τη χρήση αυτής της νομικής βάσεως για μια γενική απαγόρευση της διαφημίσεως όπως η θεσπιζόμενη με την οδηγία.

Συνεπώς, ο κοινοτικός νομοθέτης δεν μπορεί να βασιστεί στην ανάγκη εξαλείψεως των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των διαφημιστικών μέσων και στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ούτε στην ανάγκη εξαλείψεως των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, είτε στον τομέα της διαφημίσεως είτε στον τομέα των προϊόντων καπνού, για να εκδώσει την οδηγία βάσει των προαναφερθέντων άρθρων.

( βλ. σκέψεις 98-99, 101, 105, 111, 114, 116 )

Top